Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 28, 2011

ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ


undefined
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης

ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ

Ομιλία που εκφωνήθηκε σε εκδήλωση που οργάνωσε την Τετάρτη, 26 Μαΐου 2010, ο Σύνδεσμος Εφέδρων Αξιωματικών Ν. Θεσσαλονίκης, στη Λέσχη Αξιωματικών Θεσσαλονίκης.
1. Λαμπρό ηλιοβασίλεμα. Το Βυζάντιο δεν πέθανε
Στις 29 Μαΐου του 1453, ημέρα της εβδομάδος Τρίτη, τις πρώτες πρωινές ώρες η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων. Η υπερχιλιετής ένδοξη χριστιανική αυτοκρατορία, την οποία με ένα μεγαλοφυές, μεγαλόπνοο, θεϊκό σχέδιο εθεμελίωσε ο Μ. Κωνσταντίνος, εξέπνευσε πολιτικά μαζί με την τελευταία πνοή ενός άλλου Κωνσταντίνου, του Παλαιολόγου, ο οποίος με μεγαλειώδη γενναιότητα υπερασπίσθηκε την βασιλεύουσα, την τιμή ενός μεγαλειώδους πολιτισμού, σε ένα άνισο και απέλπιδα αγώνα. Δεν ήθελε η στρατιωτικά καταδικασμένη ένδοξη αυτοκρατορία να έχει άδοξο τέλος· έπρεπε να σβήσει όχι εξευτελισμένη και ταπεινωμένη, νεκρή και στο πνεύμα, στην αρετή, αλλά να παραμείνει ηθικά όρθια, ζωντανή, με αντιφέγγισμα λάμψης και μεγαλείου στο ηλιοβασίλεμά της. Η απάντηση του γενναίου αυτοκράτορος στην πρόταση του Μωάμεθ να εγκαταλείψει την πόλη και να εγκατασταθεί με τους άρχοντες και τις περιουσίες τους όπου θέλει, να αποφευχθούν δε έτσι οι σφαγές, οι λεηλασίες και οι αιχμαλωσίες, αφού στην αρχή του επισημαίνει ότι δεν πρέπει να είναι βέβαιος για το αποτέλεσμα, και μπορεί τελικά να βγει αυτός χαμένος, προσθέτει όσα γνωρίζουμε οι παλαιότεροι, όσα παραπέμπουν στο «Μολών λαβέ» του Λεωνίδα και των άλλων μεγάλων ηγετών της ελληνικής ιστορίας, αλλά και δυστυχώς όσα σήμερα η ισοπεδωτική και εθνομηδενιστική κατεύθυνση της καταστροφικής ιστοριογραφίας του Υπουργείου Παιδείας, με εκφραστές τις γνωστές κυρίες Ρεπούση και Δραγώνα, έχει απαλείψει μαζί με πολλά άλλα εθνοσυντηρητικά στοιχεία από τα σχολικά βιβλία της στοιχειώδους και Μέσης Εκπαιδεύσεως. Την απάντηση παραδίδει ο ιστορικός Δούκας: «Το δε την πόλιν σοι δούναι ούτ' εμόν εστι ούτ' άλλου των κατοικούντων εν ταύτη· κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών» . 
Στον τελευταίο επίσης συγκλονιστικό λόγο του προς τους στρατηγούς και στρατιώτες, που θα μπορούσε να αποτελεί υπόδειγμα διδασκόμενο στις στρατιωτικές σχολές, για το πώς πρέπει να ενθαρρύνει το στράτευμα ένας στρατιωτικός ηγέτης πριν από μία κρίσιμη αναμέτρηση, μεταξύ πολλών άλλων τους είπε, όπως παραδίδει άλλος ιστορικός της αλώσεως, ο Γεώργιος Σφραντζής: «Καλώς ουν οίδατε, αδελφοί, ότι διά τέσσαρά τινα οφειλέται κοινώς εσμέν πάντες, ίνα προτιμήσωμεν αποθανείν μάλλον ή ζην, πρώτον μεν υπέρ της πίστεως ημών και ευσεβείας, δεύτερον δε υπέρ της πατρίδος, τρίτον δε υπέρ του βασιλέως, ως Χριστού Κυρίου, και τέταρτον υπέρ συγγενών και φίλων. Λοιπόν, αδελφοί, εάν χρεώσταί εσμεν υπέρ ενός εκ των τεσσάρων αγωνίζεσθαι έως θανάτου, πολλώ μάλλον υπέρ πάντων τούτων». 
Δεν είναι δύσκολο να παρασυρθεί κανείς από τις ιστορικές πηγές και το μεγαλείο της θυσίας του αυτοκράτορος και των ολιγαρίθμων λεοντόψυχων υπερασπιστών της Πόλης και να παρουσιάσει εκτενέστερα τον επικό αλλά άνισο εκείνο αγώνα. Βρίσκονται όμως και αυτά μέσα στα πλαίσια του θέματος, διότι καθιστούν σαφές ότι στα θέματα της φιλοπατρίας και της μέχρι θανάτου υπερασπίσεως των ηθικών και πνευματικών αξιών, που είναι μεγαλειώδες και επαινετό γνώρισμα των Ελλήνων, υπάρχει αδιάκοπη συνέχεια ελληνικής παραδόσεως από τα αρχαιοελληνικά «πατρός τε και μητρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερόν εστιν η πατρίς», μάχου «υπέρ βωμών και εστιών», «ή ταν ή επί τας», μέχρι τα συνθήματα της εθνεγερσίας του 1821 «για του Χριστού την πίστη την Αγία, για της πατρίδος την ελευθερία», «Ελευθερία ή θάνατος», ακόμη και μέχρι το ηρωικό όχι του Ιωάννη Μεταξά το 1940 στους Ιταλούς του Μουσολίνι. Αυτό επίσης εξηγεί γιατί η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 ήταν απλώς μία πολιτική και στρατιωτική άλωση, δεν ήταν αληθινή και ουσιαστική άλωση της ψυχής, του φρονήματος των Ελλήνων. 
Το Βυζάντιο δεν πέθανε το 1453. Υπάρχει «Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο» κατά τον τίτλο βιβλίου του Ρουμάνου ιστορικού Iorga. Είναι βασικό ιστορικό αξίωμα ότι τα έθνη χάνονται όχι όταν χάσουν την κρατική τους οντότητα, αλλά όταν χάσουν τον πολιτισμό τους, την ψυχή τους. Ο Ελληνισμός έχει πολλές φορές επιβεβαιώσει αυτό το αξίωμα. Υπάρχει μόνον τώρα έκδηλη και δικαιολογημένη ανησυχία ότι αφού αποκτήσαμε μετά το 1821 κρατική οντότητα, έστω και μικρή, ενώ μέχρι τότε το Βυζάντιο στα βασικά δομικά του στοιχεία επεβίωνε, σήμερα σβήνει και χάνεται, υπάρχει συστηματική προσπάθεια αφελληνισμού και αποχριστιανισμού του κράτους, της κοινωνίας, της παιδείας, που σημαίνουν αποβυζαντινοποίηση, αφού όπως θα δούμε οι τρεις βασικοί δομικοί συντελεστές, που αποτελούν την βυζαντινή σύνθεση, εκτός από την ρωμαϊκή νομική παράδοση, είναι η ελληνική γλώσσα και παιδεία, καθώς και η Χριστιανική πίστη.
Θλίβεται όντως κανείς, όταν βλέπει όχι μόνο την έλλειψη αξιοπρεπείας και γενναιότητος εκ μέρους των πολιτικών μας ηγετών, που μας υποδούλωσαν χωρίς κανένα όρο στους Φράγκους της Ενωμένης Ευρώπης, σε μία νέα Φραγκοκρατία, όπου η αντιπάθεια, ιδιαίτερα των Γερμανών, υπενθυμίζει τις παλαιές σταυροφορίες και την εξασθένηση του Βυζαντίου με την πρώτη άλωση από τους Φράγκους το 1204, που οδήγησε νομοτελειακά στο να γίνουμε κατ’ αρχήν υποτελείς στους Τούρκους και τελικά να υποκύψουμε, αλλά προ παντός θλίβεται, γιατί εμείς οι ίδιοι από μέσα γκρεμίζουμε τα πνευματικά τείχη, τις πνευματικές αντιστάσεις, τις αρχές και τις αξίες μας, την πολιτιστική μας ταυτότητα, καθιστούμε τους νέους μας, μέσα σε συνθήκες ύπουλης και παραπλανητικής, κρυφοδαγκανιάρας ειρήνης, δήθεν Ευρωπαίους, ουσιαστικώς όμως τους εκλατινίζουμε και τους εξισλαμίζουμε, τους φραγκεύουμε και τους τουρκεύουμε, τους καθιστούμε νέους Γραικολατίνους και Γενιτσάρους, με ένα πιο ύπουλο παιδομάζωμα, με μία ολοφάνερη γενοκτονία της ιστορικής μνήμης . 

2. Προκατειλημμένη και άδικη κριτική για το Βυζάντιο 
Το πιο εξοργιστικό μάλιστα είναι ότι δεν φτάνει που οι δυτικοί φίλοι μας κατέκτησαν πρώτοι στρατιωτικά το 1204 και προκάλεσαν ουσιαστικά και την δεύτερη άλωση του 1453, συνέχισαν και μετά ταύτα με την ίδια ιστορική προκατάληψη να δυσφημούν, να συκοφαντούν και να υβρίζουν το Βυζάντιο, με μία σχεδόν στο σύνολό της εχθρική ιστοριογραφία, από την εποχή της Αναγεννήσεως, τον 14ο αιώνα, μέχρι την εποχή του Διαφωτισμού, τον 18ο και επέκεινα.
Επηρέασαν μάλιστα και αρκετούς εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ανάμεσά τους και τον ακαταλλήλως ονομασθέντα διδάσκαλο του Γένους Αδαμάντιο Κοραή, και μετ' αυτού και μετά από αυτόν πολλούς άλλους λογίους από τον χώρο της αρχαιολατρείας και του κλασσικισμού, αλλά και για ιδεολογικούς λόγους από τον χώρο της αθεϊστικής Αριστεράς, λόγω του θεοκεντρικού χαρακτήρος του Βυζαντίου. 
Ερχόμαστε έτσι ειδικώτερα να προσεγγίσουμε το θέμα μας για το μεγαλείο του Βυζαντίου, που ως χαρακτηρισμός ίσως να φαίνεται υπερβολικός ή τουλάχιστον μεροληπτικός. Υπάρχει άραγε κάτι υψηλό και μεγαλειώδες στο Βυζάντιο, για το οποίο στην Δύση έχει περάσει και στον λαό η εκτίμηση από τους ιστοριογράφους του Παπισμού, της Αναγεννήσεως και του Διαφωτισμού ότι είναι μία σκοτεινή χιλιόχρονη περίοδος δολοπλοκιών και ανοήτων συζητήσεων, με μηδενική πρόοδο και προσφορά στον πολιτισμό, ανάξια της ιστορικής μνήμης; Η παντελώς άδικη και ιστορικά προκατειλημμένη αυτή εκτίμηση κυριάρχησε επί αιώνες στην δυτική ιστοριογραφία και σε μέρος της δικής μας διανόησης. Συνετέλεσε μάλιστα στο να μην υπάρχουν ή να είναι υπανάπτυκτες οι βυζαντινές σπουδές στην Δύση μέχρι και τον 19ο αιώνα, και μόνον μετά ταύτα, ιδιαίτερα τον 20ό αιώνα, να αρχίσουν αρκετοί επιστήμονες να ασχολούνται με το αδικημένο και συκοφαντημένο Βυζάντιο. Η ρετσινιά του «βυζαντινισμού», που, δυστυχώς, πέρασε άκριτα και στον δικό μας επιστημονικό και κοινωνικό περίγυρο, απέτρεπε νέους επιστήμονες να ασχοληθούν με τον απορριπτόμενο αυτό ιστορικό και πολιτιστικό χώρο. Σύγχρονοι βυζαντινολόγοι στην Ευρώπη ομολογούν ότι, όταν ερωτώμενοι αποκαλύπτουν το γνωστικό τους αντικείμενο, π.χ. «βυζαντινή ιστορία», αναγκάζονται να απολογηθούν, για να δικαιολογήσουν το πώς επέλεξαν αυτήν την κακόφημη ιστορική περίοδο. 
Θα μας έπαιρνε πολύ χρόνο η έστω και σύντομη παρουσίαση της άδικης και απαξιωτικής αυτής στάσης απέναντι στο Βυζάντιο, και ίσως θα έπρεπε να αποτελέσει αυτό αντικείμενο ειδικής έρευνας με την συλλογή, ταξινόμηση και αξιολόγηση όλων των αρνητικών κρίσεων. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρουμε μερικές, από τις οποίες προκύπτουν δύο ασφαλή συμπεράσματα· εν πρώτοις η με τόσο πάθος και σκληρότητα καταδίκη του Βυζαντίου δείχνει έλλειψη νηφαλιότητος, αντικειμενικής κρίσεως, και επιβεβαιώνει ότι κίνητρο δεν είναι η εύρεση της αλήθειας, αλλά κάποια φυλετική ή θρησκευτική ή ιδεολογική προκατάληψη. Και δεύτερον ότι αυτή ακριβώς η ολοφάνερη αδικία και έλλειψη αντικειμενικότητος, οδήγησε πολλούς αμερόληπτους ερευνητάς να ψάξουν και να βρουν την αλήθεια, και να πληθαίνουν τώρα οι φωνές, τα άρθρα, τα συγγράμματα, τα συνέδρια, οι εκθέσεις, τα ερευνητικά κέντρα που παρουσιάζουν τους πολυποίκιλους θησαυρούς, την παντοδαπή γνώση, την μεγαλειώδη προσφορά του Βυζαντίου στον παγκόσμιο πολιτισμό, και που αποδεικνύουν όσους εξακολουθούν να βλέπουν το Βυζάντιο με τα γυαλιά του Βολταίρου ή του Γίββωνος (Gibbon) ότι είναι οπισθοδρομικοί, αδιάβαστοι και ασυγχρόνιστοι ή ιδεολογικά προκατειλημμένοι όπως εκείνοι. 
Ο γνωστός λοιπόν άθεος Γάλλος Διαφωτιστής Βολταίρος του 18ου αιώνος, που απέρριπτε περιφρονητικά και με θράσος ό,τι είχε σχέση με τη θρησκεία, κατεδίκασε με πολύ σκληρούς λόγους το Βυζάντιο. Υπάρχει, λέγει, «μια ιστορία πολύ περισσότερο γελοία από τη ρωμαϊκή ιστορία από την εποχή του Τακίτου· η βυζαντινή ιστορία. Αυτή η ανάξια λόγου συλλογή δεν περιέχει τίποτε άλλο, παρά μόνο πομπώδεις διακηρύξεις και θαύματα. Είναι το βδέλυγμα του ανθρωπίνου πνεύματος, όπως η ελληνική αυτοκρατορία υπήρξε το βδέλυγμα της οικουμένης. Οι Τούρκοι τουλάχιστον ήσαν πιο σωστοί· νίκησαν χάρηκαν και έγραψαν ελάχιστα...» . 
Η ναυαρχίδα του αντιβυζαντινισμού, ο Άγγλος ιστορικός Γίββων, στον χώρο της ιστοριογραφίας έδωσε και δίνει σε μερικούς μέχρι σήμερα επιχειρήματα εναντίον του Βυζαντίου. Στο έργο του «Η ιστορία της παρακμής και της πτώσεως της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας» (Λονδίνο 1776-88), παρουσιάζει την χιλιόχρονη αυτοκρατορία του Βυζαντίου συνολικά ως παρακμιακή, ως τραγικό επίλογο της ένδοξης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας των Λατίνων και όπως δήλωσε ο ίδιος ο Γίββων, στο έργο του περιέγραψε «το θρίαμβο της βαρβαρότητας και της θρησκείας». Στην ίδια γραμμή ακριβώς κινείται και ο Γάλλος ιστορικός Κάρολος Lebeau στο γνωστό έργο του «Ιστορία της παρακμάζουσας αυτοκρατορίας» (Παρίσι 1767-86). Την χειρότερη απαξίωση του Βυζαντίου μνημονεύει η Αγγλίδα βυζαντινολόγος Τζούντιθ Χέριν στο μεταφρασμένο και στα ελληνικά αξιόλογο και αντικειμενικό έργο της «Τι είναι το Βυζάντιο»· ανήκει αυτή η απαξίωση, όπως λέγει η Χέριν, πιθανότητα στον Ιρλανδό ιστορικό του 19ου αιώνα Ουίλλιαμ Λέκι, ο οποίος ισχυρίζεται ότι: «Σύμφωνα με την ετυμηγορία της παγκόσμιας ιστορίας, αυτή η αυτοκρατορία, που λέγεται Βυζαντινή, αποτελεί -δίχως καμία απολύτως εξαίρεση- την πιο ακραία μορφή ποταπότητας και αχρειοσύνης που γνώρισε ποτέ πολιτισμός. Δεν υπήρξε άλλος μακραίωνος πολιτισμός τόσο απόλυτα αποστερημένος από κάθε μορφή και είδος μεγαλείου και τόσο απόλυτα ταυτόσημος με το επίθετο «αγνώμων»... Η ιστορία της αυτοκρατορίας είναι μια μονότονη διαδοχή γεγονότων, γεμάτη με ραδιουργίες ιερέων, ευνούχων και γυναικών, γεμάτη με δηλητηριάσεις, συνωμοσίες και απαράλλακτη αγνωμοσύνη».

Απέναντι σ' αυτήν την σκληρή προκατάληψη και εμπάθεια υπάρχουν πάμπολλες γνώμες, που αναιρούν την αρνητική κριτική του Βυζαντίου συγχρόνων μεγάλων βυζαντινολόγων. Αναφέρουμε, και πάλιν ενδεικτικά, τον μεγάλο Ρώσσο ιστορικό του Βυζαντίου Γεώργιο Ostrogorsky, ο οποίος στο κλασσικό και μοναδικό για την πληρότητα δίτομο έργο του, που μεταφράσθηκε και στα ελληνικά «Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους» λέγει σχετικά: «Σήμερα δεν υπάρχει πια ανάγκη να αποδείξουμε πόσο ιστορικά αστήρικτες είναι οι θεωρίες του Lebeau και του Gibbon. Πέρασε ευτυχώς ανεπανάληπτα η εποχή, που όσοι έγραφαν βιβλία για το Βυζάντιο βρίσκονταν στην ανάγκη να απολογηθούν, γιατί προτίμησαν ένα τέτοιο θέμα και να καταπολεμήσουν με πομπώδεις εκφράσεις και συχνά εξεζητημένο τρόπο τους ισχυρισμούς του Gibbon». Σημειώνει πάντως ότι το έργο του αυτό «με την εντυπωσιακή αφηγηματική του ποιότητα επηρέασε πολύ και για μεγάλο χρονικό διάστημα τα πνεύματα και παρέλυσε το ζήλο για την έρευνα του Βυζαντίου ένα ολόκληρο σχεδόν αιώνα. Ακόμη και σήμερα πολλοί ερευνητές βλέπουν την θρησκευτική ζωή του Βυζαντίου με τις διόπτρες του Gibbon».
Ο Αγγλος ιστορικός John Norwich στο επίσης μεταφρασθέν και στα ελληνικά έργο του «Σύντομη ιστορία του Βυζαντίου», γράφει τα εξής αναφερόμενος μόνο σε ένα από τα πάμπολλα στοιχεία που συνθέτουν το μεγαλείο του Βυζαντίου: «Ο πολιτισμός μας δεν αναγνώρισε ποτέ επαρκώς το χρέος του προς την Ανατολική Αυτοκρατορία. Αν δεν υπήρχε αυτό το μεγάλο ανατολικό οχυρό της Χριστιανοσύνης, ποια τύχη θα είχε η Ευρώπη ενάντια στις στρατιές του βασιλιά της Περσίας τον 7ο αιώνα ή ενάντια σε αυτές του χαλίφη της Βαγδάτης τον 8ο αιώνα. Ποια γλώσσα θα μιλούσαμε σήμερα και ποιο Θεό θα λατρεύαμε;» . Προσθέτουμε και την πιο πρόσφατη εκτίμηση της μνημονευθείσης Τζούντιθ Χέριν που υπάρχει ως περίληψη των θέσεών της στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της «Τι είναι το Βυζάντιο». Εκεί παρουσιάζοντας περισσότερα στοιχεία από την πολυποίκιλη προσφορά του Βυζαντίου γράφει: «Όταν στην Δυτική Ευρώπη τα απομεινάρια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας δεν ήταν παρά μικρά αδύναμα κρατίδια, η Κωνσταντινούπολη παρέμενε πρωτεύουσα ενός ισχυρού οργανωμένου κράτους. Υπήρξε ένα κράτος με διοικητικές δομές, με νομοθεσία που εκσυγχρονιζόταν και προσαρμοζόταν στις ανάγκες του, με νόμισμα το οποίο κυκλοφορούσε σε ολόκληρο τον κόσμο, από τη Μεσόγειο ως την Άπω Ανατολή, με εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο διατήρησε την καλλιέργεια της ελληνικής γλώσσας και παιδείας. Ήταν μια αυτοκρατορία που στηρίχθηκε σε μια ιεραρχημένη κοινωνία, η οποία κληροδότησε στους μεταγενέστερους, εκτός από την δική της αντίληψη για τον Χριστιανισμό και ορισμένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας τέχνης. Σε αυτή την αυτοκρατορία οφείλει η σημερινή Ευρώπη την ύπαρξή της: αν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν είχε αναχαιτίσει για τόσους αιώνες τους Άραβες, τους Σελτζούκους και τους Οθωμανούς, η Δύση δεν θα είχε προλάβει να ορθοποδήσει». 
Ως επιστέγασμα των ελάχιστων αυτών μέσα από πολλές άλλες θετικές εκτιμήσεις του Βυζαντίου παραθέτουμε τρεις εξαιρετικές γνώμες που ακούσθηκαν στο 16ο Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο της Βιέννης (4-9 Οκτωβρίου 1981), στο οποίο μετείχε ο ομιλών μαζί με χίλιους άλλους συνέδρους από όλες τις χώρες που καλλιεργούν τις βυζαντινές σπουδές. Κατά την επίσημη έναρξη των εργασιών του συνεδρίου ο τότε πρόεδρος της δημοκρατίας της Αυστρίας δόκτωρ Rudolf Kirschläger, συνεχάρη τον κύριο οργανωτή και μεγάλο βυζαντινολόγο καθηγητή Herbert Hunger για την επιτυχία του επιστημονικού του έργου, η οποία όπως είπε, «συνίσταται εις το ότι όχι μόνο διδάσκει, αλλά αφήνει και διά της πείρας να μάθουμε, ότι η λέξη "βυζαντινισμός" δεν έχει καμμία σχέση με την βυζαντινή πραγματικότητα, αλλά προήλθε από ελλιπή κατανόηση του Βυζαντίου εκ μέρους των ιστοριογράφων της Αναγεννήσεως. Θα ήμασταν πολύ πιο φτωχοί σήμερα, αν οι πλούσιοι θησαυροί αυτής της περιόδου, οι ιστορικές εμπειρίες, οι θρησκευτικές και φιλοσοφικές αλήθειες δεν είχαν φθάσει μέχρι των ημερών μας και δεν είχαν αξιολογηθή αναλόγως». Οι δυο άλλες γνώμες ευρίσκονται διατυπωμένες στον μνημειώδη κατάλογο χειρογράφων της Εκθέσεως που οργανώθηκε στα πλαίσια του συνεδρίου τον οποίο συνέταξε ο βυζαντινολόγος Otto Mazal και φέρει τον τίτλο «Buzanz und das Abendland». Προλογίζοντας τον κατάλογο ο γενικός διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Αυστρίας Joseph Spitzenberg γράφει: «η προσφορά της σύγχρονης βυζαντινολογίας ευρίσκεται εις το ότι φωτίζει σωστά τον ιστορικό ρόλο του Βυζαντίου, το οποίο επί μακρό χρόνο είχε πολλές σκιές στην ιστορική συνείδηση της Δύσεως». Ο συγγραφεύς του καταλόγου Otto Mazal διευκρινίζει περισσότερο όσα είπε ο πρόεδρος της Αυστριακής Δημοκρατίας για ελλιπή κατανόηση του Βυζαντίου και διαπιστώνει εσκεμμένη και σχεδιασμένη παραποίηση των πραγμάτων. Γράφει: «Το γεγονός ότι στους νεώτερους χρόνους η σημασία του Βυζαντίου δεν έτυχε προσοχής στη Δύση, ο δε βυζαντινός πολιτισμός καταλαμβάνει μικρό μέρος στην ιστορική εικόνα του παρόντος, οφείλεται στην αρνητική θεώρηση της ιστορίας του εκ μέρους των δυτικών που ήθελαν να βλέπουν την βυζαντινή περίοδο μόνον ως μία διαρκή πορεία καταπτώσεως μετά από την ένδοξη εποχή της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητος. Οι ρίζες αυτής της αρνητικής τοποθέτησης υπάρχουν ήδη στους χρονογράφους του Μεσαίωνος, για τους οποίους οι δυτικοί Φράγκοι αυτοκράτορες ήσαν οι νόμιμοι συνεχισταί της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενώ το κατά την αντίληψη της Δύσεως αιρετικό ανατολικό κράτος ως "βασίλειο των Γραικών" (Regnum Graecorum) είχε χάσει την οικουμενικότητά του και είχε αποκλεισθή από την σκηνή της ιστορίας. Για πρώτη φορά η βυζαντινολογία του παρόντος δείχνει και πάλι με σαφήνεια την μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία του Βυζαντίου και δίνει ώθηση για μία αναθεώρηση». 
Με βάση λοιπόν όχι την προκατειλημμένη και ελλιπή, αλλά την αντικειμενική και ολοκληρωμένη κατανόηση του Βυζαντίου, θα πρέπει να παύσει να είναι «σημείον αντιλεγόμενον» όπως λέγει σε ομότιτλο άρθρο του ο Φώτης Κόντογλου. Ο μεγάλος αυτός και γνήσιος Ρωμηός (=βυζαντινός), ο νέος άγιος των νεοελληνικών γραμμάτων μετά τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, που ανακαίνισε επίσης την βυζαντινή ζωγραφική και την έφερε στο προσκήνιο, αφού στο άρθρο του αυτό αλλά και σε πολλά άλλα άρθρα υποδεικνύει την μοναδικότητα του Βυζαντίου που πρέπει να κρίνεται με διαφορετικά μέτρα, συμπεραίνει: «Το Βυζάντιο είναι ένα μεγάλο χωνευτήρι, που μέσα σ' αυτό πέσανε και λυώσανε μυριάδες ψυχές, σαν λογής-λογής μεταλλεύματα, λογής-λογής έθνη, και από εκεί βγήκε χρυσάφι λαμπερό μαζί με μαύρη σκουριά. Αυτό το μάλαμα είναι το πιο καθαρό από κάθε χρυσάφι που βγήκε από χωνευτήρι. Κι απ' αυτό γίνηκε η επτάφωτος λυχνία που θα φωτίζει τον κόσμο στον αιώνα του αιώνος».

3. Το Μεγαλείο του Βυζαντίου 
Μερικές λοιπόν λάμψεις από το καθαρό χρυσάφι του Βυζαντίου και την επτάφωτη λυχνία της Νέας Ιερουσαλήμ θα προσπαθήσω σύντομα να σάς προσφέρω στον εναπομένοντα χρόνο, μετά από την αξιολογική βιβλιογραφική περιπλάνηση που επιχειρήσαμε.

α) Μεγάλη ιστορική διάρκεια
Κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει την μεγάλη διάρκεια της ιστορικής ζωής του Βυζαντίου, που διήρκεσε χίλια εκατόν είκοσι τρία έτη, αν ως αρχή του Βυζαντίου θεωρήσουμε τα εγκαίνια της Κωνσταντινουπόλεως που έκανε ο Μ. Κωνσταντίνος στις 11 Μαΐου του 330, όπως κάνουν οι περισσότεροι από τους βυζαντινολόγους. Η μακραίων αυτή ιστορική ύπαρξη, μοναδική στην παγκόσμια ιστορία, είναι συνάρτηση της καλής και σταθερής διοικητικής οργάνωσης με την βοήθεια του ρωμαϊκού δικαίου, και της εσωτερικής ενότητας της κοινωνίας που στηριζόταν σε σταθερό κώδικα αξιών που προσέφεραν η ελληνική παιδεία και η χριστιανική πίστη, αλλά και στην ισχυρή οικονομική και στρατιωτική της παρουσία.
Άλλες αυτοκρατορίες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια ιστορία άντεξαν λίγους μόνον αιώνες και διαλύθηκαν, όπως και η πρώτη ελληνική αυτοκρατορία του Μ. Αλεξάνδρου, της οποίας διάδοχος θεωρείται η δεύτερη ελληνική αυτοκρατορία, η χριστιανική αυτοκρατορία του Μ. Κωνσταντίνου. Σημερινά μεγάλα κράτη, που διεκδικούν παγκόσμια ηγεμονία, όπως οι ΗΠΑ, μόλις έχουν περάσει τους δύο αιώνες ζωής, και έχει ήδη αρχίσει η εσωτερική τους διάβρωση και παρακμή, η αμφισβήτηση της οικονομικής και στρατιωτικής τους ηγεμονίας. Το δικό μας μικρό νεοελληνικό κράτος, που ξεκίνησε με την Μεγάλη Ιδέα της παλινόρθωσης του Βυζαντίου κινδυνεύει ήδη πολύ σοβαρά, εκτός από την κρατική και εθνική του ανεξαρτησία, να χάσει και την πολιτιστική του ταυτότητα μέσα στο χωνευτήρι του Συγκρητισμού και της Παγκοσμιοποίησης, ενώ δεν έχει συμπληρώσει ακόμη δύο αιώνες ελεύθερου πολιτικού βίου.

β) Η τριπλή σύνθεση
Όλοι οι ειδικοί αναγνωρίζουν ότι στο Βυζάντιο επιτελέσθηκε κατά μοναδικό και μεγαλειώδη τρόπο το συνταίριασμα, η συγχώνευση τριών μεγάλων παραγόντων: της ρωμαϊκής νομικής και διοικητικής παράδοσης, της ελληνικής παιδείας και της Χριστιανικής πίστης. Αν ο καθένας από αυτούς τους παράγοντες έχει καθ' εαυτόν την αξία και την μεγαλωσύνη του, όχι μόνο τριπλασιάζεται προσθετικά η αξία τους, αλλά πολλαπλασιάζεται από την δυναμική της συνθέσεως, όπως δείχνει το αποτέλεσμα στον πολυποίκιλο και πολύπτυχο πολιτιστικό βίο του Βυζαντίου, στην εξ αιτίας της συνθέσεως αυτής καρποφορία του. 
Είναι βέβαια γνωστό ότι κατά τους τρεις πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες το Ρωμαϊκό κράτος και η ελληνική διανόηση κατεδίωξαν σκληρά τον Χριστιανισμό με τους οργανωθέντες από την ρωμαϊκή διοίκηση διωγμούς και με την απορριπτική και σκωπτική πολεμική των Ελλήνων διανοουμένων. Στην σύγκρουση αυτή νικητής βγήκε ο Χριστιανισμός, διότι απέδειξε μέσα στους διωγμούς, και στη συκοφάντηση ότι διαθέτει ασυνήθιστη για τα ανθρώπινα μέτρα πνευματική αντοχή και επίδραση, ότι καλλιεργεί και αναπτύσσει μεγάλες αρετές και αξίες, συνεκτικές της ανθρώπινης κοινωνίας, την αγάπη, την φιλανθρωπία, την ταπείνωση, την αξία κάθε ανθρωπίνου προσώπου, την ταπείνωση, την ειρήνη, την συμφιλίωση, την καταλλαγή. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο μεγάλος θεολόγος και ρήτωρ του 4ου αιώνος, ο νέος αυτός Δημοσθένης και Κικέρων της χριστιανικής αρχαιότητος, ο οποίος προσφυώς ονομάσθηκε Χρυσόστομος, λέγει ότι η μεγαλύτερη απόδειξη της θεϊκής προελεύσεως του Χριστιανισμού είναι η καταπληκτική του διάδοση σε όλο τον κόσμο μέσα σε λίγες δεκαετίες, όχι από μορφωμένους και πειστικούς φιλοσόφους και διδασκάλους, αλλά από μία μικρή ομάδα αγραμμάτων και πτωχών αλιέων της Γαλιλαίας, μέσα σε ένα εχθρικό για την νέα πίστη περιβάλλον, και με μία διδασκαλία που δεν κολάκευε τα ανθρώπινα πάθη, όπως αργότερα το Ισλάμ, αλλά που ήλεγχε και απέρριπτε τις ανθρώπινες αδυναμίες και παρουσίαζε τον δρόμο προς την πνευματική τελείωση ως «στενή και τεθλιμμένη οδό», ως «εσταυρωμένο βίο», κατά το πρότυπο του Θεανθρώπου Χριστού. 
Ήταν λοιπόν πολύ φυσικό στην βυζαντινή αυτή σύνθεση των τριών δομικών παραγόντων που μνημονεύσαμε η χριστιανική πίστη, ο νικητής Χριστιανισμός, να αποτυπώσει εντονώτερα τη σφραγίδα του, γιατί ήταν αποδεδειγμένα η νέα ανακαινιστική δύναμη της ιστορίας, ο νέος έφηβος της ιστορίας, κατά την πολύ ωραία εικόνα του μεγάλου πολιτικού και διανοητού Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Ο Χριστιανισμός λοιπόν έγινε η κολυμβήθρα, μέσα στην οποία το ρωμαϊκό δίκαιο και η ρωμαϊκή διοίκηση μεταμορφώθηκαν επί το φιλανθρωπότερο, και η ελληνική παιδεία υιοθετήθηκε σε όλες της τις μορφές, αφού αποκαθάρθηκε από όσα μειονεκτήματα ως ανθρώπινο δημιούργημα παρουσίαζε, ιδιαίτερα ως προς την αξία του κάθε ανθρωπίνου προσώπου, των γυναικών, των δούλων, των ασθενών και αδυνάτων, και προ παντός από τις ηθικές αδυναμίες του Δωδεκαθέου, όπως καθόρισε υποδειγματικά αυτήν την αξιολόγηση ο Μ. Βασίλειος στο έργο του «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων».
Ο ιδιαίτερος αυτός ρόλος της Χριστιανικής πίστεως στην βυζαντινή σύνθεση δεν καθιστά το Βυζάντιο θεοκρατικό, όπως υποτιμητικά γράφουν και ισχυρίζονται ορισμένοι, παραπέμποντες συνειρμικά στα ισλαμικά θεοκρατικά καθεστώτα. Θεοκρατία υπάρχει εκεί, όπου την πολιτική διοίκηση ασκούν οι κληρικοί, το ιερατείο, το χαλιφάτο. Στο Βυζάντιο η βασιλεία, η πολιτική διοίκηση, είναι ξεχωριστή από την Εκκλησία και πολλές φορές αντίθετη προς όσα η Εκκλησία υποδεικνύει. Πολιτεία και Εκκλησία, βασιλεία και ιερωσύνη, αποτελούν δυο ξεχωριστούς θεσμούς με διακριτούς ρόλους, που λειτουργούσαν αρμονικά στα πλαίσια του θεσμού της συναλληλίας, τον οποίο συχνά παραβίαζε η πολιτεία και όχι η Εκκλησία, η οποία συχνά διά μεγάλων Πατέρων διαμαρτύρεται για τις επεμβάσεις της Πολιτείας στα εσωτερικά δικά της θέματα. Επομένως, όπως σωστά παρατηρήθηκε, το Βυζάντιο δεν είναι θεοκρατικό, αλλά θεοκεντρικό, θέτει σε προτεραιότητα την διδασκαλία του Ευαγγελίου, δεν είναι ανθρωποκεντρικό, όπως τα σύγχρονα δυτικά κράτη, τα οποία όμως επειδή εξόρισαν τον Θεό και το Ευαγγέλιο και αποχριστιάνισαν τις κοινωνίες, ευρίσκονται τώρα σε σύγχυση, αναρχία, αταξία και πνευματικό αδιέξοδο.
Η αναφορά στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και στην ωραία του εικόνα για τον Χριστιανισμό ως τον νέο έφηβο της ιστορίας, που παρέλαβε τον γηρασμένο Ελληνισμό και του έδωσε σφρίγος και δύναμη, εισάγει σε καλύτερο δρόμο την προβληματική για το αν ο Ελληνισμός ωφελήθηκε ή ζημιώθηκε από την συνάντηση και συνύπαρξή του με τον Χριστιανισμό. Σύμφωνα με το σκεπτικό του Κανελλόπουλου υπήρξε μεγάλη παρακμή και διαφθορά στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, διότι οι ηδονιστικές, υλιστικές και σαρκολατρικές ιδέες είχαν πλήξει την κλασσική συμμετρία και αρμονία και «το κορμί, το ελληνικό σώμα με τις αισθητικές και ερωτικές συμμετρίες του είχε αρχίσει να γίνεται σάρκα, πολτός ύλης, ένα άμορφο όργανο ηδονής» όπως δυστυχώς και σήμερα. «Αν δεν ερχόταν ο Χριστιανισμός - κι ο λόγος που τον έκανε να 'ρθεί ήταν πολύ μεγάλος- δεν αποκλείεται να είχε χαθή ό,τι είχε ως τότε γίνει στη Δύση. Ίσως ολόκληρος ο ελληνορωμαϊκός κόσμος ν' άφηνε πίσω του μόνο το μύθο μιας νέας Ατλαντίδος. Πώς θα μπορούσε να γίνει η αφομοίωση των βαρβάρων του βορρά, αν τους υποδέχονταν Έλληνες και Ρωμαίοι που θα είχαν πάψει να πιστεύουν στον εαυτό τους; Μόνον οι Χριστιανοί μπορούσαν να αφομοιώσουν τους βαρβάρους, οι Χριστιανοί που πίστευαν τόσο στον άνθρωπο, ώστε αναζητούσαν τον άνθρωπο και μέσ' την ψυχή των βαρβάρων. Και αφομοιώνοντας τους βαρβάρους, οι Χριστιανοί, τους έμπασαν ομαλά -χωρίς να είναι τέτοια η συνειδητή τους πρόθεση- και στην κληρονομιά του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Το θαύμα που σήμανε η επικράτηση του Χριστιανισμού έσωσε και το ελληνικό πνεύμα. Χωρίς το πνεύμα της Ελλάδος, δεν θα μπορούσε να διαμορφωθεί ο κόσμος, όπως ξέρουμε· ας πούμε ο δυτικός κόσμος. Αλλά και χωρίς τον Χριστιανισμό το ελληνικό πνεύμα θα είχε ταφεί και χαθεί κάτω από τα ερείπια του ρωμαϊκού κόσμου».
Στη συνάφεια αυτή θα μπορούσαμε να επιμείνουμε περισσότερο στο πόσο το Βυζάντιο συνέχισε και προήγαγε την ελληνική παιδεία, όχι μόνο με τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσης και των συγγραμμάτων των αρχαίων Ελλήνων σοφών, αλλά και με την δημιουργική παραγωγή της νέας γραμματείας των Πατέρων της Εκκλησίας, των νέων εξαιρετικών υμνογραφικών συνθέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως π.χ. του Ακαθίστου Ύμνου, των Κανόνων, της Θ. Λειτουργίας και τόσων άλλων. Και μόνο το ότι το Βυζάντιο διέσωσε και εδίδαξε την αρχαία σοφία, και μετέφερε την ελληνική σκέψη κατ' αρχήν στους Άραβες με την Αριστοτελική Φιλοσοφία και κατόπιν στη Δύση με τους φυγάδες Έλληνες λογίους, πριν και μετά την άλωση, ενισχύοντας αποφασιστικά την Αναγέννηση, καταξιώνει τον ιστορικό του ρόλο.

γ) Η μεγαλειώδης αρχή του με την νέα πρωτεύουσα
Η μεγαλειώδης πορεία του Βυζαντίου οφείλεται εν πολλοίς στην θαυμαστή και μοναδική όντως θεμελίωση και αρχή του από τον Μ. Κωνσταντίνο. Συχνά συζητείται στην έρευνα αν η μεταστροφή του Μ. Κωνσταντίνου στον Χριστιανισμό ήταν συνειδητή εσωτερική απόφαση, εσωτερική αλλαγή, ή πολιτική πράξη που υπελόγισε απλά στον Χριστιανισμό ως την μόνη τότε συνεκτική πνευματική δύναμη. Από τις πηγές προκύπτει μάλλον ότι πρόκειται για εσωτερική αλλαγή, η οποία είχε αρχίσει ενωρίτερα, όταν έφηβος στην Νικομήδεια στο περιβάλλον του Διοκλητιανού εβίωσε την αδικία των διωγμών εναντίον των Χριστιανών και προ παντός την μεγάλη τους πίστη που έφθανε μέχρι το μαρτύριο. Επηρεάσθηκε σίγουρα και από την ανεξίθρησκη στάση του πατέρα του Κωνσταντίου Χλωρού, ο οποίος απέφυγε ως καίσαρ στη Δύση να εγείρει διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Το αποφασιστικό πάντως αίτιο της μεταστροφής του ήταν, κατά τις ιστορικές πηγές και κατά την πίστη της Εκκλησίας, η εμφάνιση του Τιμίου Σταυρού ολοφώτεινου έξω από την Ρώμη στην αναμέτρησή του με τον Μαξέντιο με την επιγραφή «Εν τούτω νίκα». Το απολυτίκιο του Αγίου Κωνσταντίνου σαφώς εκφράζει αυτήν την θέση, αλλά και την εξ αιτίας αυτού του θαυμαστού σημείου αφιέρωση της Κωνσταντινούπολης και όλης της αυτοκρατορίας στα χέρια του Θεού και της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Ούτως ή άλλως όλοι αναγνωρίζουν ότι η απόφαση του Μ. Κωνσταντίνου να μεταφέρει την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την λατινική Δύση στην ελληνική Ανατολή, σε μία μικρή ελληνική πολίχνη, το Βυζάντιο, αρχαία αποικία των Μεγαρέων, με εξαιρετική και μοναδική γεωγραφική θέση και στρατιωτικοεμπορικά πλεονεκτήματα, ήταν μία μεγαλοφυής και μεγαλόπνοη κίνηση με κοσμοϊστορικές συνέπειες. Άλλαξε την μορφή του κόσμου, γιατί μετέφερε το κέντρο βάρους από την Δύση στην Ανατολή, από την Ιταλία στην Ελλάδα, στο ακρότατο σημείο της Θράκης· διέσωσε έτσι την αυτοκρατορία από την καταστροφή που υπέστη το δυτικό τμήμα της από τα γερμανικά βαρβαρικά φύλα, που εβύθισαν επί αιώνες την Ευρώπη στο σκότος της αμαθείας και της απαιδευσίας μέχρι τον 12 αιώνα· όρθωσε ένα ισχυρότατο απόρθητο οχυρό που προφύλαξε και τα Βαλκάνια και την Ευρώπη από τις μετά ταύτα επιθέσεις των Περσών, των Αράβων, των Σελτζούκων και των Οθωμανών Τούρκων. Και προ παντός έστησε το πρώτο στην ιστορία χριστιανικό κράτος, την Ρωμανία, με ρωμαϊκή και ελληνική υποδομή, καύχημα και χαρά των κατοίκων του, που ονομάζονταν Ρωμαίοι (=Ρωμηοί), αλλά ήταν Έλληνες και Ορθόδοξοι στην πολιτιστική τους ταυτότητα. Ο Μ. Κωνσταντίνος για την τολμηρή του απόφαση να αποσυνδέσει την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία από την ειδωλολατρική Ρώμη και να ανανεώσει και μεταμορφώσει την αυτοκρατορία σε νέο χριστιανικό κράτος (Renovatio Imperii) ονομάσθηκε από την ιστορία Μέγας και από την Εκκλησία ισαπόστολος. Κανένας άλλος μετά τους Αποστόλους δεν βοήθησε στη στερέωση, διάδοση και ανάπτυξη του Χριστιανισμού όσο ο Μ. Κωνσταντίνος.

δ) Άλλες πλευρές του μεγαλείου του
Δεν προλαβαίνουμε όμως να αναπτύξουμε όσες άλλες πλευρές του μεγαλείου του Βυζαντίου εσημειώσαμε, γι' αυτό και θα τις αναφέρουμε καταλογάδην. Επί πολλούς αιώνες ήταν το μοναδικό κέντρο πολιτισμού και παιδείας. Ήσκησε μεγάλη εκπολιτιστική επίδραση στους σλαβικούς και άλλους λαούς του βορρά και της νοτιανατολικής Ευρώπης, οι οποίοι άλλωστε γι' αυτό εστράφησαν προς την Κωνσταντινούπολη, από το δέος και τον θαυμασμό που προκαλούσε ο πολιτισμός τους. Στην Δύση μέχρι τον 12 αιώνα δεν υπήρχαν σχολεία ούτε λαϊκοί μορφωμένοι· η μόρφωση ήταν αποκλειστικό προνόμιο των κληρικών, ο δε τρόπος ζωής υποβαθμισμένος και πρωτόγονος. Η Δύση ακόμη και στη Θεολογία ήταν μαθήτρια της Ανατολής, όπου συγκλήθηκαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι, εμφανίσθηκαν μεγάλα θεολογικά αναστήματα, διαμορφώθηκε η λατρεία, άνθησε ο Μοναχισμός, που από την Ανατολή μεταφέρθηκε και στη Δύση. Σε ένα θαυμάσιο τελευταίο βιβλίο με τίτλο «Σαλπάροντας απ' το Βυζάντιο» ο Αμερικανός ιστορικός Collin Wells, μαθητής του Έλληνα Βυζαντινολόγου Σπύρου Βρυώνη, μας δίνει σε τρεις ενότητες την επίδραση του Βυζαντίου α) στη Δύση, β) στον Ισλαμικό κόσμο και γ) στον Σλαβικό κόσμο, αποδεικνύοντας, όπως επισημαίνει και ο υπότιτλος του έργου «Πώς μια χαμένη αυτοκρατορία διαμόρφωσε τον κόσμο» . 
Παρήγαγε μεγάλα μνημεία πολιτισμού, λόγου και τέχνης. Το μεγαλούργημα της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη θαυμάζεται μέχρι σήμερα, όπως και τα ψηφιδωτά της Ραβέννας και της Μονής της χώρας, οι τοιχογραφίες του Μυστρά, του Αγίου Όρους κ.ά. Η Θεολογία, η Φιλοσοφία, το Δίκαιο, άλλες επιστήμες, εγνώρισαν καταπληκτική άνθηση, η ποίηση, η υμνογραφία. Αναπτύχθηκαν μεγάλα μοναστικά κέντρα, εμφανίσθηκαν μεγάλες μορφές Αγίων Πατέρων. Αναπτύχθηκε υψηλή κοινωνική πρόνοια και φιλανθρωπία για πρώτη φορά σε οργανωμένη μορφή. Ακόμη και σε δύσκολες ιστορικές συνθήκες, όπως μετά την άλωση από τους Φράγκους το 1204, ενώ η αυτοκρατορία έφθινε και παρήκμαζε πολιτικά και κατέρρεε οικονομικά και στρατιωτικά, παρουσιάσθηκε ένας αξιοσημείωτος πνευματικός δυναμισμός, με θαυμαστές αναλαμπές σε όλες τις εκφάνσεις του πολιτισμού γνωστός ως «Παλαιολόγεια Αναγέννηση», με χαρακτηριστικώτερη και δυναμικώτερη παρουσία τον Ησυχασμό του ΙΔ' αιώνος, του οποίου ο κύριος εκπρόσωπος και διαμορφωτής Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς εκωδικοποίησε την προηγούμενη πατερική παράδοση, οριοθέτησε την ανατολική πνευματικότητα σε σχέση με την Δύση, και ενίσχυσε ουσιαστικά πριν από ένα αιώνα την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία για να αντέξει στην λαίλαπα της Τουρκοκρατίας. Με αυτήν την τελευταία περίοδο ασχολείται ο γνωστός Άγγλος βυζαντινολόγος Steven Runciman στο βιβλίο του με τίτλο «Η τελευταία Βυζαντινή Αναγέννηση» . 
Το τελευταίο μεγαλειώδες επίσης στοιχείο, το οποίο απλώς μνημονεύουμε είναι ότι eπεβίωσε το Βυζάντιο και μετά την άλωση· δεν χάθηκε ούτε στον τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο ούτε στους άλλους ορθοδόξους λαούς.
Επίλογος
Ζητώ συγγνώμη, διότι δεν επρόλαβα να αναπτύξω το δεύτερο σκέλος του ορισθέντος θέματος για τις συνέπειες της άλωσης της Κωνσταντινούπολης. Ήταν πολύ δύσκολο να αναπτυχθούν και τα δύο σκέλη στον προσμετρηθέντα χρόνο· θέλεις πολύ περισσότερο χρόνο για να γράψεις και να πεις ολίγα και περιεκτικά. Ακόμη και το πρώτο σκέλος για το μεγαλείο του Βυζαντίου το αδίκησα σημαντικά. Κρατώ για τον εαυτό μου τη δέσμευση να ολοκληρώσω το πρώτο και να αναπτύξω με άλλη αφορμή το δεύτερο.
Θα τελειώσω διατυπώνοντας στον επίλογο μερικές σύντομες σκέψεις. Για τους Δυτικούς το Βυζάντιο, ίσως δικαιολογημένα, ήταν και είναι «σημείο αντιλεγόμενο», αφού δεν το ζουν, ούτε το γνωρίζουν. 
Για μας τους Έλληνες και τους άλλους ορθοδόξους λαούς το Βυζάντιο ζη, μέσα στους θόλους των Εκκλησιών, στον τρόπο της ζωής μας, στα ήθη και στις παραδόσεις μας, στους θρύλους και στα τραγούδια μας. Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς περιμένουμε να ζωντανέψει, να ψηθούν και από την άλλη πλευρά τα μισοτηγανισμένα ψάρια να τελειώσει ο παπάς την λειτουργία στην Αγία Σοφία, που την άφησε ατελείωτη. Όσο και αν συστηματικά απωθούν πολλοί την Μεγάλη Ιδέα της παλινόρθωσης του Βυζαντίου, τίποτε δεν μπορεί να σβήσει από τα πολιτιστικά μας κύτταρα την μεταμορφωμένη Μεγάλη Ιδέα του να κρατήσουμε τουλάχιστον την ψυχή, το πνεύμα του Βυζαντίου, που είναι συγχρόνως και το πνεύμα της Ελλάδος, να κρατήσουμε Χριστό και Ελλάδα, όπως συνιστούσε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Εκπλήσσονται ευχάριστα νέοι Ευρωπαίοι βυζαντινολόγοι, όταν επισκέπτονται την Ελλάδα και διαπιστώνουν πόσο ζωντανό είναι ακόμη μεταξύ του λαού το Βυζάντιο, πόσο πλήθος ανθρώπων σπεύδει να ασπασθεί θαυματουργές άγιες εικόνες και ιερά λείψανα, πόσο γεμίζουν οι εκκλησίες στις εορτές και στις πανηγύρεις.
Δακρύζουν πολλοί, όταν ακούν το καινούργιο άσμα «Στου Βοσπόρου τ' Αγιονέρια κατ' απ' την Αγιά Σοφιά», που λέγει για το σμυρνιό καράβι και την συμφορά της Μικρασιατικής καταστροφής, και σαν πολεμική ιαχή από τους αιώνες ακούν την παρήγορη διαβεβαίωση: «Θάρθουν πάλι στους αιώνες τ' Αλεξάνδρου οι Μακεδόνες».
Δυστυχώς στον καιρό μας δεν φαίνονται στον ορίζοντα Μεγαλέξανδροι και Μεγακωνσταντίνοι, αλλά εδώ και δεκαετίες είναι εμφανής και συστηματική η προσπάθεια να διώξουμε από την χώρα τον Χριστό και την Ελλάδα, να σβήσουμε ό,τι θυμίζει Βυζάντιο. Κατήργησαν το Χριστιανός Ορθόδοξος από τις ταυτότητες, ανέχονται να ξεσκίζονται και να καίγονται οι σημαίες μας, κατήργησαν τα εθνόσημα με τον σταυρό στις στολές των αξιωματικών της Αστυνομίας, και τον σταυρό στις στολές των νοσοκόμων του Ερυθρού Σταυρού, βγάζουν διαρκώς από τα σχολικά βιβλία εκκλησιαστικά και εθνικά κείμενα, θα καταργήσουν τα θρησκευτικά σύμβολα στις αίθουσες των δικαστηρίων και των σχολείων, θα μεταβάλουν το μάθημα των Θρησκευτικών σε μάθημα Θρησκειολογίας· μας διδάσκουν ήδη φανερά, κατά το παράδειγμα της Θ. Δραγώνα, ότι δεν είμαστε Έλληνες, αλλά ένα συνονθύλευμα εθνοτήτων, για να δικαιολογήσουν την μεταναστευτική Βαβέλ που ξένοι εσχεδίασαν, για να μας εμφανίσουν ως ένα πολυπολιτισμικό, πολυεθνικό κράτος. Τι άλλο να σημειώσουμε, υπάρχει άλλο κατώτερο σκαλοπάτι στου κακού τη σκάλα; Ένα τελευταίο βυζαντινό απομεινάρι, οι σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας στο θεσμό της συναλληλίας, της συνεργασίας, θα καταστραφεί με τη σχεδιαζόμενη συνταγματική μεταρρύθμιση, για να παύσει η αναγραφή της Αγίας Τριάδος στην αρχή του Συντάγματος, να καταργηθεί ο θρησκευτικός όρκος του προέδρου της Δημοκρατίας, των βουλευτών και άλλων, να παύσει η απαίτηση να είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Ορθόδοξος Χριστιανός. Αν ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς είχε επισημάνει παρόμοια φαινόμενα στην εποχή του, πριν από 80-90 χρόνια, τι θα έλεγε σήμερα; Παραθέτω τους στίχους του από τον Προφητικό, όπου απευθυνόμενος στο Βυζάντιο, στη Ρωμιοσύνη, λέγει για το ελληνικό κράτος, για το ψέμμα κράτος-βασίλειο ότι δεν πήρε τίποτε από το μεγα¬λείο του Βυζαντίου, αλλά μόνο από τα κακά του.
Ο δικέφαλος αητός σου να! μακριά
μακριά πέταξε με τ' άξια και με τ' άγια
και θα ισκιώσουν τα τετράπλατα φτερά
λαούς άλλους, κορφές άλλες, άλλα πλάγια.
Προς τη Δύση και προς το Βοριά,
την κορώνα φέρνει, και κρατά
-και τα νύχια του είν' αρπάγια-
και τη δόξα και τη δύναμη κρατά·
και το γέλιο, και το ψέμμα το Βασίλειο
που γεννήθηκε από σένα μέσ' στον ήλιο.
κοίτα Θεέ! Θα σέρνεται μπροστά
σε μπαλσαμωμένη κουκουβάγια.
Μ' όλα σου θα ζη τα χαμηλά,
με καμιά σου δε θα ζη μεγαλωσύνη,
κ' οι προφήτες που θα προσκυνά,
νάνοι και αρλεκίνοι.
Και σοφοί του και κριτάδες
του άδειου λόγου οι τροπαιούχοι,
και διαφεντευτάδες
κυβερνήτες του οι ευνούχοι.

  1. ΔΟΥΚΑ-ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΥ-ΣΦΡΑΝΤΖΗ-ΧΑΛΚΟΚΟΝΔΥΛΗ Περί Αλώσεως της Κωνσταντι-νουπόλεως (1453). Συναγωγή κειμενων μετά προλόγου και βιβλιογραφικών μελετημάτων περί των τεσσάρων ιστοριογράφων υπό ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΤΩΜΑΔΑΚΗ, Τακτικού καθηγητού της Βυζαντινής Φιλολογίας εν τω Αθήνησι Πανεπιστημίω, Αθήναι 1953, σ. 60. 
  2. Αυτόθι, σ. 187. 
  3. Ν. ΙORGA, Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο, εκδόσεις Gutenberg,  Αθήναι 1985. Τί¬τλος πρωτοτύπου: Byzance après Byzance, Βουκουρέστι 1971. 
  4. Για την αληθινή αυτή άλωση που συντελείται σταδιακά βλ. Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ,  Ορθοδοξία και Ελληνισμός. Νέα αιχμαλωσία και αντίσταση, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 36 εε. 
  5. Το παράθεμα στο βιβλίο του ΒΛΑΣΙΟΥ ΦΕΙΔΑ, Βυζάντιο. Βίος-Θεσμοί-Κοινωνία- Εκκλησία-Παιδεία-Τέχνη, Δ' έκδοση, Αθήναι 1997, σ. 7. 
  6. ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ, Τι είναι το Βυζάντιο, εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2008, σ. 598¬-599 
  7. G. OSTROGORSKY, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, Αθήνα 1978, τόμ. 1, σελ. 52-53. 
  8. Βλ. βιβλιοπαρουσίαση στην εφημερίδα «Το Βήμα», 10 Μαρτίου 2000, σελ. 19, ένθετο «Βιβλιοθήκη». 
  9. Βλ. σχετικώς περισσότερο για το 16ο Βυζαντινολογικό Συνέδριο της Βιέννης εις Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Επόμενοι τοις Θείοις Πατράσι. Αρχές και Κριτήρια της Πατερικής Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 93 ε. Οι παρατεθείσες γνώμες στις σελ. 95-96 και 99-100. 
  10. ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ, Η πονεμένη Ρωμιοσύνη, Στ', έκδοση, Αθήνα 1984, σελ. 9-13. 
  11. ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Προς τε Ιουδαίους και Έλληνας απόδειξις ότι εστί Θεός ο Χριστός 1, ΡG 48, 813-814
  12.  ΒΛΑΣΙΟΥ ΦΕΙΔΑ, ένθ' ανωτ., σελ. 48. Για τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας στο Βυζάντιο βλ. μεταξύ άλλων και Πρωτοπρεσβυτέρου ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ, Εκκλησία και Πολιτεία στην Ορθόδοξη Παράδοση, εκδ. Αρμός Αθήνα 2000 και Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Εκκλησία και Πολιτεία. Χωρισμός ή συναλληλία;, Θεσσαλονίκη 2006. 
  13. ΠΑΝΑΓ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ, Ο Χριστιανισμός και η εποχή μας. Από την ιστορία στην αιωνιότητα Αθήναι 1953, σελ. 22 και 39. Περισσότερα βλ. εις Πρωτοπρεσβυτέρου ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Από την Νίκαια της Βιθυνίας στη Νίκαια της Γαλλίας. Ο Μέγας Κωνσταντίνος και οι μικροί των καιρών μας, Θεσσαλονίκη 2001. 
  14. COLIN WELLS, Σαλπάροντας  απ' το Βυζάντιο. Πώς μια χαμένη αυτοκρατορία διαμόρφωσε τον κόσμο, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2006. 
  15. STEVEN RANCIMAN, Η Τελευταία Βυζαντινή Αναγέννηση, Εκδόσεις Δόμος, Αθήναι 1991.

Κυριακή του Τυφλού- Το φως του Χριστού


Το φως του Χριστού
“Απήλθεν ουν και ενίψατο, και ήλθε βλέπων”
Xριστός Ανέστη!
Το θαύμα του εκ γενετής τυφλού αποκαλύπτει πραγματικότητες που δίνουν την αυθεντική διάσταση της ζωής αλλά και φανερώνουν την πραγματική ποιότητά της. Βλέπουμε μέσα από τη συγκεκριμένη διήγηση ότι ο Χριστός είναι το Φως του κόσμου. Είναι Εκείνος που διαλύει τα σκοτάδια της κακίας και θεραπεύει τον άνθρωπο από την κάθε λογής τυφλότητα.
Και αυτό το θαύμα του Κυρίου μας γίνεται κοντά στο νερό όπως συνέβη σ΄ εκείνα της Σαμαρείτιδας και του Παραλύτου. Ο Κύριος είδε με πολλή συμπάθεια τον εκ γενετής Τυφλό. Οι μαθητές από την πλευρά τους ρωτούν ποιος ήταν υπεύθυνος για την κατάσταση που παρουσίαζε, οι αμαρτίες των γονέων του ή του ιδίου; Και βέβαια πολλές φορές εμείς βλέπουμε εντελώς επιφανειακά τα πράγματα, ενώ ο Κύριος αγγίζει με την αλήθεια του το βάθος της ύπαρξής μας. “Ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ’ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ”. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι ο τυφλός ήταν απαλλαγμένος από την κατάσταση της αμαρτίας και τις συνέπειές της. Άλλωστε για την πλήρη θεραπεία του ο Κύριος έθεσε σαν βασική προϋπόθεση την άφεση αμαρτιών.
Ήταν μεν αμαρτωλός πλην όμως τον βλέπουμε να βαστάζει με πολλή υπομονή και καρτερία τον πόνο και τη θλίψη που πήγαζαν από την σοβαρή ασθένειά του. Και ακριβώς είναι εδώ που πρέπει να γίνουμε αποδέκτες του ισχυρού μηνύματος που εξέπεμψε η δυστυχισμένη αυτή ύπαρξη της εποχής εκείνης. ΄Οτι δηλαδή ο άνθρωπος διαθέτοντας πίστη και εμπιστοσύνη στο Θεό μπορεί να γίνει συνεργάτης του στο έργο της σωτηρίας.
Οι θλίψεις στη ζωή μας
Όπως ο άνθρωπος εκείνος της διήγησης, έτσι κι εμείς σήμερα περνούμε μέσα από τα κανάλια της θλίψης και των δοκιμασιών και καλούμαστε να επιδείξουμε παρόμοιες αντοχές πίστεως. Παρουσιαζόμαστε ιδιαίτερα ευαίσθητοι στον πόνο, στη θλίψη, στις αδικίες, στην αρρώστεια. Είναι ο άνθρωπος χωρίς πίστη που λυγίζει και στο τέλος συνθλίβεται χωρίς το φως της ελπίδας.
Και όμως, με τις θεραπείες ταλαιπωρημένων ανθρώπων όπως αυτές εκτυλίσσονται μέσα από τη διήγηση του Ευαγγελίου, ο Κύριος εκπέμπει στην εποχή μας ένα ισχυρό μήνυμα: ότι ο άνθρωπος αποκτά τις απαιτούμενες αντοχές στη ζωή του μόνο όταν βάζει τα πάντα μπροστά στην προοπτική της ελπίδας που γεννά η πίστη στον Θεό. “Πιστεύω Κύριε και προσεκύνησεν Αυτώ”. Και ακόμα περισσότερο ο πόνος, οι θλίψεις και οι όποιες δοκιμασίες στη ζωή μας με το έργο του Κυρίου μας, μπορούν να μεταβάλλονται σε ευκαιρίες ένωσης του ανθρώπου με τον Θεό. Αυτό άλλωστε μαρτυρεί ο βίος και η πολιτεία των Αγίων, οι οποίοι έλαμψαν στο στερέωμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας με την αντοχή τους στις δυσκολίες που συναντούσαν καθημερινά.
Αγαπητοί αδελφοί, στο βαθμό που αποδεχόμαστε την αγάπη του Χριστού μέσω και μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας, τότε το φως του προσώπου Του θα φωτίζει την τυφλότητα της αμαρτίας μας και θα μας δίνει ευκαιρίες για να τον πλησιάζουμε. Το φως του Χριστού είναι εκείνο που μπορεί να ακτινοβολεί στη ζωή μας και να μας φωτίζει το δρόμο που οδηγεί στην αγάπη του. Όπως ο τυφλός, έτσι και εμείς σήμερα επιβάλλεται να σφυρηλατήσουμε μέσα στην ύπαρξή μας την πίστη ως τη δύναμη εκείνη που θα μας απελευθερώνει από τα σκοτάδια και θα μας ανοίγει στη προοπτική του φωτός που είναι ο ίδιος ο Χριστός και η Εκκλησία Του.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος. Εκκλησία Κύπρου

Κυριακή του Τυφλού – H δουλεία του συμφέροντος

alt


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. ιστ' 16-34
Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ
«Έγένετο... παιδίσκην τινά έχουσαν πνεύμα πύθωνος άπαντήσαι ήμΐν, ήτις έργασίαν πολλήν παρείχε τοις κυρίοις αύτης μαντευομένη».
Μέσα στην σύγχρονη κοινωνία, που ή υλιστική νοοτροπία απλώνεται ολοένα και πιο πολύ, οι δούλοι του συμφέροντος πολλαπλασιάζονται. Μια χαρακτηριστική περιγραφή της βρίσκουμε στην σημερινή αποστολική περικοπή. Οι δούλοι του συμφέροντος
ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΣΑ
πού χρησιμοποιούν προκειμένου να κερδίσουν, να πλουτίσουν. Παρατηρήστε τούς κυρίους της «παιδίσκης». Εκμεταλλεύονται ένα άρρωστο, δυστυχισμένο και βασανισμένο πλάσμα. Αδιαφορούν για την δοκιμασία του κοριτσιού απ την κυριαρχία του πονηρού πνεύματος. Εκείνο που τούς ενδιαφέρει είναι τα χρήματα πού θα καρπωθούν από την κατάσταση αυτή. Έτσι προτιμούν αντί να ελευθερωθεί, να κυριαρχείται ή παιδίσκη από το δαιμόνιο τού Πύθωνος, γιατί αυτό τούς εξασφαλίζει πλούσιες εισπράξεις. Τούς παρέχει «έργασίαν πολλήν» διά της μαντευομένης.Πόσοι και πόσοι σύγχρονοι δούλοι τού συμφέροντος δεν ακολουθούν την ίδια τακτική. Σκοπός τους, επιδίωξη τους, είναι το συμφέρον. Και για την εκπλήρωση τού σκοπού αυτού δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο.
Υπάρχουν έμποροι, παραγωγοί, πού πουλούν αλλοιωμένα είδη, τρόφιμα, φάρμακα, χωρίς καν να πολυσκοτίζονται για τον άμεσο κίνδυνο της ζωής των συνανθρώπων τους. Αυτούς ένα πράγμα τούς ενδιαφέρει: Πώς θα κερδίσουν περισσότερα, πώς θα ικανοποιήσουν το πάθος της πλεονεξίας τους. Κοιτάξτε μερικούς δημοσιογράφους, συγγραφείς, θεατρικούς και κινηματογραφικούς παραγωγούς. Δούλοι τού συμφέροντος, γράφουν, κυκλοφορούν και προβάλλουν έργα, τα όποια εξυμνούν το έγκλημα και διαφημίζουν την ανηθικότητα. Το ότι με τα έργα αυτά χιλιάδες νέοι και νέες οδηγούνται στην καταστροφή, σπίτια διαλύονται, δεν το λαμβάνουν ύπ' όψιν. ' Αρκεί το ότι αυτοί γεμίζουν τις τσέπες τους με άφθονα χρήματα. Είναι αιχμάλωτοι και δούλοι τού συμφέροντος.
Υπάρχει όμως και μια άλλη ενδιαφέρουσα πλευρά του θέματος. Οι αντιδράσεις των ανθρώπων αυτών
ΟΤΑΝ ΘΙΓΕΤΑΙ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ.
Άς παρακολουθήσουμε και πάλι την περικοπή. Το άνομο εμπόριο εις βάρος του κοριτσιού πού μάντευε δεν κράτησε πολύ. Ό άγιος απόστολος Παύλος «έν ονόματι Ιησού Χριστού» θεραπεύει και ελευθερώνει το δυστυχισμένο εκείνο κορίτσι από την κυριαρχία τού δαίμονα. Και τότε ξεσπάει ή θύελλα. Οι κύριοι τού κοριτσιού, όταν είδαν ότι«έξήλθεν ή έλπίς της εργασίας αυτών», της άνομης δηλαδή και αμαρτωλής εργασίας τους, έγιναν οι ήρωες τού επεισοδίου του ραβδισμού και της φυλακίσεως των Αποστόλων. Και έδειξαν εναντίον των μαθητών του Χριστού όλη την μανία και το άγριο πάθος τους, γιατί έτόλμησαν να θίξουν το υλικό συμφέρον τους. Το ίδιο συμβαίνει πάντοτε. Οι δούλοι του συμφέροντος δεν δέχονται επεμβάσεις στα άνομα έργα τους. θα επιτεθούν να εξοντώσουν οποίον θα τολμήσει να θίξει το συμφέρον τους. θα ζητήσουν να τον εξουδετερώσουν, θα αρχίσουν τον διωγμό για να βγάλουν από την μέση εκείνον, πού θα θελήσει να διαμαρτυρηθεί για τα όσα αμαρτωλά διαπράττουν.

«ΖΩΗ»19/05/2011

ΣΥ ΔΙΔΑΣΚΕΙΣ ΗΜΑΣ;


«Γεννήθηκες βουτηγμένος στην αμαρτία και θέλεις να μας κάνεις το δάσκαλο;» (Ιωάν. 9,34). Μ’ αυτή τη φράση ολοκληρώνουν τον διάλογο τον οποίο είχαν οι Φαρισαίοι με τον εκ γενετής τυφλό, τον οποίο θεράπευσα ο Χριστός αναδημιουργώντας τον και δίδοντας του την ζωή ποιώντας πηλό, όπως ο Τριαδικός Θεό στην Εδέμ για να δημιουργήσει τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ. Και ο αναδημιουργημένος άνθρωπος, ο πρώην τυφλός, ο πρώην ταπεινός επαίτης, που όλοι τον γνώριζαν ως σιωπηλό και δυστυχή, λαμβάνει τέτοια δύναμη μέσα του, ώστε μπορεί πλέον να διδάσκει εκείνους που θεωρούσαν και είχαν στη ζωή το μονοπώλιο της θρησκευτικής και πνευματικής γνώσης, με τέτοιο τρόπο ώστε να τους αποστομώνει και να τους αναγκάζει να τον απομακρύνουν από την συναγωγή, γιατί δεν άντεχαν την παρρησία και την δύναμη των λόγων του.
Ο πρώην τυφλός γίνεται διδάσκαλος. Μόνο που δεν αποσκοπεί στο να διδάξει στους Φαρισαίους γνώσεις, θεολογικές ερμηνείες σε χωρία ή να κάνει κήρυγμα για το τι θέλει ο Θεός στον κόσμο ή πώς μπορεί να τηρηθεί αληθινά ο μωσαϊκός νόμος. Δεν αποσκοπεί στο να ελέγξει τους Φαρισαίους και τον κόσμο για τη ζωή τους. Δεν είναι ο μορφωμένος που αισθάνεται την ανάγκη να βιοπορισθεί τις γνώσεις του ή να τις προσφέρει στους άλλους. Δεν είναι ο νους που κατευθύνει την στάση διδαχής του πρώην τυφλού, αλλά η καρδιά. Είναι ο φωτισμός της ύπαρξης τον οποίο γεύτηκε με την αναδημιουργία του από το Χριστό. Δεν άνοιξαν μόνο τα μάτια του σώματος, αλλά και τα μάτια της ύπαρξης. Ως πρόσωπο πλέον ο πρώην τυφλός νιώθει ότι δεν μπορεί να κλείσει το στόμα του. Δεν μπορεί να μην μιλήσει και , στην ουσία, να διδάξει αυτό που έχει γίνει το κέντρο της ζωής του. Και ένα είναι το στοιχείο που διδάσκει στους Φαρισαίους, αλλά και σε όλο τον κόσμο: ότι ο Ιησούς Χριστός είναι αυτός που τον θεράπευσε, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι εκ του Θεού προερχόμενος και όχι ένας άνθρωπος αμαρτωλός, ότι ο Ιησούς Χριστός μόνο αν προέρχεται από το Θεό μπορεί να ερμηνευθεί.
Ο πρώην τυφλός γίνεται διδάσκαλος. Διδάσκει την ευγνωμοσύνη προς Αυτόν που τον θεράπευσε. Διδάσκει την πίστη, δηλαδή την εμπιστοσύνη ότι Αυτός που τον έκανε καλά οδηγεί τους ανθρώπους στο Θεό. Διδάσκει την ανδρεία ότι δεν υπολογίζει την απόρριψη από τους άλλους για την σταθερότητα της ομολογίας του. Διδάσκει ήθος, αλήθεια και αυτοσεβασμό, γιατί δεν είναι διατεθειμένος να συμβιβαστεί με την κακία εκείνων που απορρίπτουν το βίωμα και την εμπειρία ζωής που τον μεταμόρφωσε. Διδάσκει τελικά την αξιοπρέπεια να παραμένει κανείς σταθερός στις αρχές του, που δεν είναι ιδέες ή επιχειρήματα ή σκέψεις, αλλά βιώματα.
Πολλές φορές στη ζωή μας έρχονται άνθρωποι, περιστάσεις, δοκιμασίες που μας καλούν να συμβιβαστούμε, να βάλουμε νερό στο κρασί μας, να υποχωρήσουμε σ’ αυτό που ζούμε και πιστεύουμε ως αληθινό. Να κάνουμε πίσω και να αποδεχθούμε αλλότριες διδασκαλίες. Ιδίως στην πνευματική μας ζωή και πορεία πολλοί μας ζητούν να αρνηθούμε την κολυμβήθρα του Σιλωάμ, την Εκκλησία στην οποία βαπτισθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και να διαλέξουμε άλλες σκέψεις και πρόσωπα ως αληθινά. Η απειλή της αποσυναγωγοποίησης, η απειλή της απομόνωσης από τον προοδευμένο κόσμο, η ταύτισή μας με τον μέσο όρο, μας κάνει εύκολους στην υποχώρηση, με αποτέλεσμα οι συμβιβασμοί και η απάρνηση των αξιών να μας οδηγούν σε κρίση.
Παράλληλα, αισθανόμαστε το κενό και την έλλειψη διδασκάλων αληθινών που να μας στερεώνουν την πίστη, στο ήθος, στην ευγνωμοσύνη προς τον Θεό για την πνευματική μας αναδημιουργία, διδασκάλων που έχουν την γενναιότητα να πάνε ενάντια στο ρεύμα της εποχής, της αμαρτίας, του ατομοκεντρισμού. Αλλά και η όποια διδασκαλία σήμερα είτε στην οικογένεια είτε στο σχολείο είτε στα ΜΜΕ δεν είναι διδασκαλία για το Θεό, αλλά προσφορά γνώσεων. Δεν είναι διδασκαλία ήθους, αγάπης, πνευματικής καλλιέργειας, αλλά διδασκαλία ξηράς επιστήμης, ορθολογισμού, εμμονής στον πτωτικό κόσμο. Και αυτό το κενό ενίοτε το συναντούμε και στην Εκκλησία, όταν η διδασκαλία εμμένει στο φαρισαϊκό τυπικό της τήρησης κατ’ ακρίβειαν των νόμων, που καθίσταται όμως αδυναμία στην θέαση με τα όμματα της ψυχής του πνεύματος της παρουσίας του Αναστημένου Χριστού που ανακαινίζει και αναγεννά τον κάθε άνθρωπο. Εμμένει στην προσφορά γνώσεων για το Θεό, όχι όμως στην βίωση της παρουσίας του Θεού μέσα από τη ζωή της πίστης, της αγάπης, της κοινωνίας με το Θεό και τον συνάνθρωπο.
Ας αναζητήσουμε τόσο εντός της Εκκλησίας όσο και εκτός αυτής αληθινούς διδασκάλους, που θα μιλούν και θα δείχνουν το Χριστό που βιώνουν εντός τους. Ας υπερβούμε την ξηρά γνώση, που είναι μεν χρήσιμη, αλλά τυφλώνει με την αίσθηση της αυτάρκειας που γεννά σ’ εκείνους που την κατέχουν. Και ας μεταποιήσουμε τη ζωή μας σε αντίσταση στο πνεύμα του συμβιβασμού με τις αξίες του κόσμου τούτου, σε επαναφορά των πνευματικών αξιών που θα μας βοηθήσουν να αντέξουμε στις όποιες κρίσεις, καθώς θα μας κάνουν να κρατούμε ανοιχτά τα μάτια της ψυχής μας. Καις ας μην λησμονούμε την χαρά της παράδοσής μας, τη χαρά της πίστης μας και όλους εκείνους που μας δίδαξαν αυτήν την οδό, δηλαδή τους αγίους μας, τους πατέρες μας, τους διδασκάλους ημών εν τη πίστει. Μόνο με αναγέννηση στην Ανάσταση και αναβαπτισμό μας στην ζωή της κολυμβήθρας του Σιλωάμ που είναι η Εκκλησία μπορούμε να βρούμε νόημα και φως.

Κέρκυρα, 29 Μαΐου 2011

Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ-Διονύσιος Ψαριανός (Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+))




Μὲ ἀφορμὴ τὴ θεραπεία στὰ Ἱεροσόλυμα τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, ἄνοιξε μία διαμάχη μεταξὺ τῶν ἠθικὰ καὶ πνευματικὰ φθαρμένων ἀνθρώπων καὶ τῆς ἀλήθειας· ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς βρέθηκε πάλι ἀντιμέτωπος μὲ τοὺς ἐχθρούς του. Πνευματικὰ καὶ ἠθικὰ φθαρμένοι εἶναι οἱ χαλασμένοι μέσα τους ἄνθρωποι, ἐκεῖνοι ποὺ γιὰ διάφορες αἰτίες, δὲν σκέφτονται καὶ δὲν αἰσθάνονται σωστά. Ἡ διαμάχη αὐτή, ποὺ θὰ μπορούσαμε ἀλλιώτικα νὰ τὴν ὀνομάσουμε περιπέτεια τῆς ἀλήθειας, δὲν εἶναι ἡ πρώτη οὔτε ἡ τελευταία· εἶναι ἡ ἴδια πάντα καὶ τότε καὶ τώρα, μεταξὺ ἐκείνων, ποὺ «ἐν ὀνόματι» τῆς ἀλήθειας πολεμοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος εἶναι ἡ ἀλήθεια. Στὴ διαμάχη αὐτὴ καὶ τὸν αἰώνιο πόλεμο τῆς ἀλήθειας μποροῦμε νὰ περιγράψουμε τοὺς ἑκατέρωθεν μαχητές, ὅπως τοὺς βλέπουμε στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.

Πρῶτος στὸ πεδίο τῆς μάχης, ἀνδρεῖος καὶ ἀνυποχώρητος, εἶναι ὁ «ποτέ» τυφλός. Δὲν εἶδε μόνο τὸ φυσικὸ φῶς, ἀλλὰ ἔλαμψε μέσα του καὶ τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας. Μάχεται ἀποφασιστικὰ καὶ ἡ στάση του εἶναι ἡ μαρτυρία γιὰ τὴν ἀλήθεια. «Ἀνθρωποςλεγόμενος Ἰησοῦς πηλὸν ἐποίησε καὶ ἐπέχρισέ μου τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ εἶπε μου ὕπαγε εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωὰμ καὶ νίψαι. Ἀπελθὼν δὲ καὶ νιψάμενος ἀνέβλεψα». Τίποτε περισσότερο καὶ τίποτε λιγότερο δὲν λέγει ἀπ’ ὅ,τι ἔγινε, ἀπ’ ὅ,τι αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶδε καὶ ἔζησε. Εἶναι σὰν καὶ νὰ ἀντιμετωπίζει τοὺς ἐχθρούς τῆς ἀλήθειας καὶ νὰ πολεμᾶ ὄρθιος. Ἡ μαρτυρία του εἶναι σαφής, προσωπικὴ καὶ ἀναμφισβήτητη· «Ἐνιψάμην καὶ βλέπω… Προφήτης ἐστίν… Ἕν οἶδα ὅτι, τυφλὸς ὤν, ἄρτι βλέπω…». Στὸν ἴδιο τόνο καὶ μὲ τὴν ἴδια αἴσθηση τῆς ἀλήθειας θὰ μιλοῦν καὶ θὰ γράφουν ὕστερα οἱ Ἀπόστολοι. Ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης ἀπτόητοι καὶ μὲ παρρησία ἔλεγαν πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς· «Οὐ δυνάμεθα ἡμεῖς ἃ εἴδομεν καὶ ἠκούσαμεν μὴ λαλεῖν». Δὲν μποροῦμε ἐμεῖς ἐκεῖνα ποὺ εἴδαμε καὶ ἀκούσαμε νὰ μὴν τὰ κηρύττουμε. Αὐτὴ εἶναι ἡ μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ μαρτυρία καὶ ἡ ὑπεράσπιση τῆς ἀλήθειας, γιὰ τὴν ὁποία ὁδηγοῦνται στὸ μαρτύριο μέχρι θανάτου οἱ Ἅγιοι. Αὐτὴ εἶναι ἡ τιμιότητα καὶ ἡ εἰλικρίνεια τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, ποὺ βλέπουν καὶ ὁμολογοῦν τὴν ἀλήθεια, ὡς γεγονὸς στὰ πράγματα καὶ ὡς ἐμπειρία μέσα τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη, τὸ κήρυγμα καὶ ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μαρτυρία δηλαδὴ γιὰ τὰ πρόσωπα καὶ τὰ γεγονότα τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἡ Ἐκκλησία δὲν κηρύττει καὶ δὲν ἑορτάζει ἰδεολογία, ἀλλὰ πρόσωπα καὶ γεγονότα.

Δεύτεροι στὸ πεδίο τῆς μάχης γιὰ τὴν ἀλήθεια εἶναι οἱ δειλοὶ· ἐκεῖνοι ποὺ βλέπουν τὴν ἀλήθεια, μὰ δὲν τολμᾶνε νὰ δώσουν γι’ αὐτὴν μαρτυρία. Αὐτοὶ τώρα εἶναι οἱ γονεῖς τοῦ τυφλοῦ, ποὺ δὲν παίρνουν πάνω τους τὴν εὐθύνη τῆς ἀλήθειας. Δὲν τὴν ἀρνοῦνται, μὰ καὶ δὲν τὴν ὁμολογοῦν, «Οἴδαμεν ὅτι οὗτος ἐστιν ὁ υἱὸς ἡμῶν καὶ ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη. Πῶς δὲ νῦν βλέπει οὐκ οἴδαμεν… Αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε». Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ τῶν γονέων τοῦ τυφλοῦ εἶναι σωστὴ καὶ λογική. Ἀλλ’ ὅμως τὸ ἱερὸ κείμενο ἐξηγεῖ τὸ βαθύτερο λόγο, γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ γονεῖς ἀπάντησαν ἔτσι. «Ταῦτα εἶπον οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ὅτι ἐφοβοῦντο τοὺς Ἰουδαίους· ἤδη γὰρ συνετέθειντο οἱ Ἰουδαῖοι, ἵνα ἐὰν τὶς ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται». Τέτοιους ὑπερασπιστὲς τῆς ἀλήθειας βρίσκομε παντοῦ καὶ πάντα· «οἴδαμεν» καὶ «οὐκ οἴδαμεν». Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀδάπανη καὶ ἀνώδυνη μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ· τίποτε δὲν στοιχίζει νὰ ξέρεις καὶ νὰ μὴν ξέρεις, νὰ λὲς καὶ νὰ μὴ λές, νὰ πολεμᾶς καὶ νὰ μὴν κινδυνεύεις. Τὸ πιὸ ἀηδιαστικὸ γιὰ τὴν πίστη καὶ γιὰ τὴ μαρτυρία τῆς ἀλήθειας εἶναι νὰ εἶσαι οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, ἀλλὰ χλιαρός, καθὼς ἀκριβῶς εἶναι γραμμένο στὴν Ἀποκάλυψη γιὰ τὸν ἄγγελο τῆς Λαοδικείας. «Οἶδα σου τὰ ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρὸς εἶ οὔτε ζεστός· ὄφελον ψυχρὸς ᾖς ἢ ζεστός. Οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου».

Τρίτοι στὸ πεδίο τῆς μάχης εἶναι οἱ ἐχθροί τῆς ἀλήθειας, οἱ ἀπὸ διάφορες αἰτίες καὶ σκοποὺς χαλασμένοι ἄνθρωποι, ποὺ δὲν μποροῦν καὶ δὲν θέλουνε νὰ δοῦν τὴν ἀλήθεια. Εἶναι οἱ ἀντίχριστοι ὅλων τῶν αἰώνων, ποὺ στὸν καιρὸ μας ἔχουν πληθυνθεῖ. Αὐτοὶ εἶναι ἀσκημένοι καὶ ξέρουν καλὰ τὴν τακτική τοῦ πολέμου ποὺ κάνουν· πολεμοῦν τὴν ἀλήθεια, «ἐν ὀνόματι τῆς ἀληθείας». Εἶναι τάχα οἱ φύλακες τῆς ἀλήθειας, ποὺ τὴν ὑπερασπίζουν μὲ ἠχηρὰ καὶ μεγάλα λόγια. Εἶναι πολὺ γνωστὴ αὐτὴ ἡ μεγαλόστομη δῆθεν ὑπεράσπιση τῆς ἀλήθειας. Στὴν οὐσία καὶ πραγματικὰ εἶναι συγκάλυψη καὶ ἄρνηση τῆς ἀλήθειας. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι τῶν μεγάλων συνήθως ἀξιωμάτων, καθὼς γράφει ὁ Ἀπόστολος, εἶναι οἱ «μόρφωσιν ἔχοντες εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι». Δείχνουν πὼς ὑπερασπίζουν τὴν ἀλήθεια, μὰ τὴν ἀλήθεια δὲν τὴν ξέρουν, μὰ δὲν θέλουν οὔτε κι ὁ λαὸς νὰ τὴν μάθει. Δὲν ὑπερασπίζουν τὴν ἀλήθεια, μὰ παλεύουν νὰ κρατήσουν τὰ ὁποιαδήποτε ἀξιώματά τους καὶ τὴ θέση τους στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ. Εἶναι στ’ ἀλήθεια οἰκτροὶ καὶ τραγικοὶ ἄνθρωποι. Ἂς μὴν πηγαίνει ὁ νοῦς μας πουθενὰ ἀλλοῦ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Γιὰ μᾶς ὁμιλοῦμε, γιὰ τοὺς χριστιανοὺς εἶναι ὁ λόγος, γιὰ τὸν κλῆρο καὶ γιὰ τὸ λαό. Ὅσοι εἴμαστε χριστιανοὶ ἂς προσέξουμε τί στάση παίρνομε ἀπέναντι στὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ἂς προσέξουμε ἀκριβῶς σὲ τοῦτο, ὅτι ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι φιλοσοφικὴ ἔννοια καὶ ἰδεολογία, ἀνθρώπινη ἀνακάλυψη καὶ γνώση, ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια εἶναι προσωπικὴ πραγματικότητα καὶ ἀποκάλυψη Θεοῦ. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καθὼς ὁ ἴδιος μαρτυρεῖ γιὰ τὸν ἑαυτὸ του· «Ἐγὼ εἰμί… ἡ ἀλήθεια».

Τίποτε δὲν εἶναι πιὸ μισητό, ἀλλὰ καὶ πιὸ ἐπικίνδυνο, παρὰ τὸ ψέμα «ἐν ὀνόματι» τῆς ἀλήθειας. Νὰ βάζεις μπροστὰ τὴν ἀλήθεια, γιὰ νὰ καλύψει τὸ ψέμα. Νὰ δείχνεις ἅγιος, γιὰ νὰ σκεπάσεις τὴν ἀσέβειά σου· νὰ φωνάζεις τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ καλύψεις τὴν παρουσία τοῦ διαβόλου. Καὶ εἶναι πιὰ τόσο συνηθισμένο αὐτὸ στὸν καιρό μας, ποὺ μᾶς χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ καὶ ἄσκηση, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ συνεννοηθοῦμε οἱ ἄνθρωποι μεταξύ μας. Ἔγινε τέχνη καὶ ἐπιστήμη, ἐπάνω στὴν ὁποία στηρίζεται ἡ μεγάλη κακία τοῦ αἰώνα, ἡ προπαγάνδα, ἡ πολιτικὴ καὶ ἡ διπλωματία. Ποιὰ εἶναι τέλος πάντων ἡ ἀλήθεια; Ὅ,τι γίνεται στὸν κόσμο κι ὅ,τι λέγεται, ὅλα «ἐν ὀνόματι τῆς ἀληθείας», γιὰ τὴν ἐλευθερία καὶ γιὰ τὴν εἰρήνη τῶν λαῶν. Μὰ εἶναι βέβαιο πὼς ὅσο περισσότερο φωνάζομε κάποια ἱερὰ ὀνόματα, τόσο λιγότερο στὰ πράγματα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς στὸν καθέναν, ποὺ μάχεται καὶ φωνάζει δῆθεν γιὰ τὴν ἀλήθεια, κάνει μία ἐρώτηση, ὅμοια κάπως μ’ ἐκείνη ποὺ ἔκανε στὸν «ποτὲ» τυφλὸ· «Σὺ πιστεύεις εἰς τὴν ἀλήθειαν;». Ἡ ὅποια ἀπάντησή μας δὲν θὰ στηρίξει οὔτε καὶ θὰ κλονίσει τὴν ἀλήθεια. Θὰ δείξει ὅμως ἂν ἐμεῖς πιστεύουμε στὴν ἀλήθεια καὶ τὴν προσκυνοῦμε· ἂν εἴμαστε πραγματικὰ ἐλεύθεροι. Γιατί ἐλεύθερος εἶναι ὅποιος πιστεύει στὸν Ἰησοῦ Χριστό, καθὼς ὁ ἴδιος τὸ εἶπε· «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς». Ἀμήν

Τὰ φῶτα καὶ τὸ Φῶς-Νικάνωρ Καραγιάννης (Ἀρχιμανδρίτης)




Ἡ σημασία τοῦ φωτὸς κυριαρχεῖ καὶ στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς τελευταίας Κυριακῆς τῆς πασχαλινῆς περιόδου, τῆς Κυριακῆς πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη. Ἀνάσταση, φῶς καὶ ζωὴ εἶναι θεμελιώδεις ἀλήθειες τὶς ὁποῖες διακήρυξε τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα. Φῶς σημαίνει ζωὴ καὶ σκοτάδι θάνατος καὶ φθορά.


Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας

Ἡ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, ἂν καὶ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ πραγματοποίησε ὁ Χριστός, ἔχει κάποια ἰδιαίτερα θεολογικὰ χαρακτηριστικά. Ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς μαθητές Του γιὰ τὴν αἰτία τῆς ἀρρώστιας, καὶ τὴ σχέση της μὲ τὴν ἁμαρτία. Ὁ συγκεκριμένος χρόνος τῆς θεραπείας καὶ τὸ νόημά της (χρήση πηλοῦ, δημιουργία-ἀναδημιουργία). Ἡ συμπεριφορὰ τῶν γονέων τοῦ θεραπευμένου τυφλοῦ (φόβος-οὐδετερότητα). Ἡ ἀντίδραση καὶ ἡ ἄρνηση τῶν φαρισαίων μπροστὰ στὸ ὁλοφάνερο θαῦμα (προκατάληψη - ἐμπάθεια). Τὸ θάρρος καὶ ἡ ὁμολογία πίστεως τοῦ τυφλοῦ (φῶς -ἀλήθεια), εἶναι ἀξιοπρόσεκτα στοιχεῖα τῆς εὐαγγελικῆς διήγησης.

Μαζὶ μὲ ὅλα αὐτά, ὅμως, ἀποκαλύπτεται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Πέρα καὶ πάνω ἀπὸ τὴ σωματικὴ τύφλωση, ὁ Χριστὸς θεραπεύει τὴν πνευματικὴ τυφλότητα. Διαλύει τὴ σύγχυση καὶ τὰ σκοτάδια τῆς ἁμαρτίας. Εὔκολα καταλαβαίνουμε ὅτι τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ δὲν περιορίζεται στὴν ἀποκατάσταση τῆς ὅρασης, ὅσο σημαντικὸ καὶ ἂν εἶναι αὐτό. Τὸ θαῦμα, ἴσως, ποὺ δὲν φαίνεται εἶναι πιὸ βαθὺ καὶ οὐσιαστικό. Εἶναι ὁ ἐσωτερικὸς φωτισμός, ποὺ θεραπεύει καὶ ἀποκαθιστᾶ τὴν πνευματικὴ τύφλωση.

Πόσο εὔστοχα ἕνας ὕμνος τῆς ἡμέρας ὑπογραμμίζει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, ὅταν λέει: «Δικαιοσύνης ἥλιε νοητέ, Χριστὲ ὁ Θεός, ὁ τὸν ἐκ μήτρας τὸ φῶς ἐστερημένον διὰ τῆς Σῆς ἀχράντου προψαύσεως φωτίσας κατ' ἄμφω, καὶ ἡμῶν τὰ ὄμματα τῶν ψυχῶν αὐγάσας υἱοὺς ἡμέρας δείξω, ἵνα πίστει βοῶμεν σοι, πολλή Σου καὶ ἄφατος ἡ εἰς ἡμᾶς εὐσπλαγχνία, φιλάνθρωπε δόξα σοι»• Ἥλιε νοητέ τῆς δικαιοσύνης Χριστέ, ἐσὺ ποὺ μὲ τὸ ἄχραντό Σου ἄγγιγμα φώτισες σωματικὰ καὶ πνευματικὰ τὸν ἐκ γενετῆς τυφλό, φώτισε καὶ τὰ μάτια τῶν ψυχῶν μας, κᾶνε μας υἱοὺς ἡμέρας, ὥστε μὲ πίστη νὰ δοξάζουμε τὴ μεγάλη καὶ ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Σου. Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ διαπερνᾶ τὸν κόσμο. Φανερώνει τὸ βάθος τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἀποκαλύπτει τὸν προορισμὸ καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τὸ σκοπὸ ὅλων ὅσα ὑπάρχουν.



Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ

Ὅταν φωτιζόμαστε ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, σὲ μία τέτοια θέα τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ τῆς δημιουργίας, γεμίζουμε ἐλπίδα καὶ χαρά. Ἔστω καὶ ἂν μοιραζόμαστε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας τὴ γήινη «μοίρα», τὴν κοινὴ φύση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καὶ ζωῆς, παρόλα αὐτά, ὅλα ἀλλάζουν καὶ μεταμορφώνονται μέσα μας. Ἀνατέλλει ἡ «καινὴ κτίση καὶ ζωή», δηλαδὴ μία καινούργια προοπτικὴ καὶ δυναμική. Χαρές, λύπες, ἐλπίδες, ἀγωνίες, θεραπεῖες, ἀρρώστιες, ἀκόμη καὶ ὁ θάνατος, σηματοδοτοῦν τὸ τέρμα τῆς προσωρινότητας, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς αἰωνιότητας. Εἶναι ἡ προσδοκία νὰ ζήσουμε μία διαφορετικὴ πραγματικότητα καὶ κατάσταση ζωῆς, ὅπου δὲν θὰ ὑπάρχουν δάκρυα, θλίψεις καὶ στεναγμοί. Αὐτὸς εἶναι ὁ φωτισμὸς ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ ἀναστημένος Χριστὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Αὐτὸ τὸ φῶς τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, δὲν εἶναι ἕνα φυσικὸ φαινόμενο ποὺ μποροῦμε νὰ ἀποδείξουμε μὲ ἱστορικὰ τεκμήρια, λογικὰ ἐπιχειρήματα καὶ θεολογικὲς ρητορεῖες. Εἶναι αὐτὸ ποὺ τὸ Εὐαγγέλιο παρουσιάζει σὰν μία ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες «ἀντιφάσεις» τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὅταν λέει ὅτι «εἰς κρῖμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσιν καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται» (Ἰω. 9,39). Ἐγὼ ἦρθα, γιὰ νὰ φέρω σὲ κρίση τὸν κόσμο ἔτσι, ὥστε αὐτοὶ ποὺ δὲν βλέπουν νὰ βροῦν τὸ φῶς τους, καὶ ἐκεῖνοι ποὺ βλέπουν νὰ ἀποδειχθοῦν τυφλοί. Ἡ ἐπικαιρότητα αὐτῆς τῆς φράσης τοῦ Χριστοῦ εἶναι αὐτονόητη. Ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι τυφλωμένοι ἀπὸ τὰ πολλὰ «φῶτα» τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς γνώσης, τῆς ἀνάπτυξης καὶ τῆς προόδου, μέσα στὴν ἐγωιστική τους ἐμπάθεια ἀδιαφοροῦν, ἀμφισβητοῦν καί, τελικά, ἀρνοῦνται τὸ φῶς τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ. Οἱ ἄνθρωποι προτιμοῦν τὰ δικά τους φῶτα, τὶς δικές τους κοσμοθεωρίες καὶ ἰδεολογίες, ἐγκλωβίζονται μέσα στὴ λογική τους καὶ ἀσφυκτιοῦν.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, ζωὴ καὶ θάνατος, θὰ παραμένουν πάντοτε σκοτεινὰ αἰνίγματα ποὺ φωτίζονται μόνο ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ ἔκανε τὸν τυφλὸ ὄχι μόνο νὰ δεῖ τὸν κόσμο, ἀλλά, κυρίως, νὰ κατανοήσει τὸν προορισμὸ τὸ δικό του καὶ κάθε ἀνθρώπου, ποὺ δὲν βρίσκεται πουθενὰ ἀλλοῦ παρὰ μόνο «ἐν τῷ Θεῶ». Ἀμήν

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 29 Μαίου Κυριακή του τυφλού.

undefined

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 29 Μαίου , Κυριακή του τυφλού.
Ευαγγελιστής Ιωάννης θ΄ 1-38.

Κείμενο:
Και παράγων είδεν άνθρωπον τυφλόν εκ γενετής. και ηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες· ραββί, τις ήμαρτεν, ούτος ή οι γονείς αυτού, ίνα τυφλός γεννηθή; απεκρίθη Ιησούς· ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ΄ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ· εμέ δει εργάζεσθαι τα έργα του πέμψαντός με έως ημέρα εστίν· έρχεται νυξ ότε ουδείς δύναται εργάζεσθαι. όταν εν τω κόσμω ω, φως ειμί του κόσμου. ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού και είπεν αυτώ· ύπαγε νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ, ο ερμηνεύεται απεσταλμένος, απήλθεν ουν και ενίψατο, και ήλθε βλέπων. Οι ουν γείτονες και οι θεωρούντες αυτόν το πρότερον ότι τυφλός ην, έλεγον· ουχ ούτος εστίν ο καθήμενος και προσαιτών; άλλοι έλεγον ότι ούτος εστίν· άλλοι δε ότι όμοιος αυτώ εστίν. εκείνος έλεγε ότι εγώ ειμί. έλεγον ουν αυτώ· πως ανεώχθησάν σου οι οφθαλμοί; απεκρίθη εκείνος και είπεν· άνθρωπος λεγόμενος Ιησούς πηλόν εποίησε και επέχρισέ μου τους οφθαλμούς και είπε μοι· ύπαγε εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ και νίψαι· απελθών δε νιψάμενος ανέβλεψα. είπον ουν αυτώ· που εκείνος; λέγει ούκ οίδα Άγουσιν αυτόν προς τους Φαρισαίους, τον πότε τυφλόν. ην δε σάββατον ότε τον πηλόν εποίησε ο Ιησούς και ανέωξεν αυτού τους οφθαλμούς. πάλιν ουν ηρώτων αυτόν και οι Φαρισαίοι πως ανέβλεψεν. ο δε είπεν αυτοίς· πηλόν επέθηκέ μου επί τους οφθαλμούς, και ενιψάμην, και βλέπω. έλεγον ουν εκ των Φαρισαίων τινές· ούτος ο άνθρωπος ουκ έστι παρά του Θεού, ότι το σάββατον ου τηρεί. άλλοι έλεγον· πως δύναται άνθρωπος αμαρτωλός τοιαύτα σημεία ποιείν· και σχίσμα ην εν αυτοίς· λέγουσι τω τυφλώ πάλιν· συ τι λέγεις περί αυτού, ότι ήνοιξέ σου τους οφθαλμούς; ο δε είπεν ότι προφήτης εστίν. ουκ επίστευσαν ουν οι Ιουδαίοι περί αυτού ότι τυφλός ην και ανέβλεψεν, έως ότου εφώνησαν τους γονείς αυτού του αναβλέψαντος και ηρώτησαν αυτούς λέγοντες· ούτος εστίν ο υιός υμών, ον υμείς λέγετε ότι τυφλός εγεννήθη; πως ουν άρτι βλέπει; απεκρίθησαν δε αυτοίς οι γονείς αυτού και είπον· οίδαμεν ότι ούτος εστίν ο υιός ημών και ότι τυφλός εγεννήθη· πως δε νυν βλέπει ουκ οίδαμεν, ή τις ήνοιξεν αυτού τους οφθαλμούς ημείς ουκ οίδαμεν· αυτός ηλικίαν έχει, αυτόν ερωτήσατε, αυτός περί εαυτού λαλήσει. ταύτα είπον οι γονείς αυτού, ότι εφοβούντο τους Ιουδαίους· ήδη γαρ συνετέθειντο οι Ιουδαίοι ίνα, εάν τις αυτόν ομολογήση Χριστόν, αποσυνάγωγος γένηται. δια τούτο οι γονείς αυτού είπον ότι ηλικίαν έχει, αυτόν ερωτήσατε. εφώνησαν ουν εκ δευτέρου τον άνθρωπον ος ην τυφλός, και είπον αυτώ· δος δόξαν τω Θεώ· ημείς οίδαμεν ότι ο άνθρωπος ούτος αμαρτωλός εστίν. απεκρίθη ουν εκείνος και είπεν· ει αμαρτωλός εστίν ουκ οίδα· εν οίδα, ότι τυφλός ων άρτι βλέπω, είπον δε αυτώ πάλιν· τι εποίησέ σοι; πως ήνοιξέ σου τους οφθαλμούς; απεκρίθη αυτοίς; είπον υμίν ήδη, και ουκ ηκούσατε· τι πάλιν θέλετε ακούειν; μη και υμείς θέλετε αυτού μαθηταί γενέσθαι; ελοιδόρησαν αυτόν και είπον· συ ει μαθητής εκείνου· ημείς δε του Μωϋσέως εσμέν μαθηταί. ημείς οίδαμεν ότι Μωϋσεί λελάληκεν ο Θεός· τούτον δε ουκ οίδαμεν πόθεν εστίν. απεκρίθη ο άνθρωπος και είπεν αυτοίς· εν γαρ τούτω θαυμαστόν εστίν, ότι υμείς ουκ οίδατε πόθεν εστί, και ανέωξέ μου τους οφθαλμούς. οίδαμεν δε ότι αμαρτωλών ο Θεός ουκ ακούει, αλλ΄ εάν τις θεοσεβής η και το θέλημα αυτού ποιή, τούτου ακούει. εκ του αιώνος ουκ ηκούσθη ότι ήνοιξε τις οφθαλμούς τυφλού γεγεννημένου, ει μη ην ούτος παρά Θεού, ουκ ηδύνατο ποιείν ουδέν. απεκρίθησαν και είπον αυτώ· εν αμαρτίαις συ εγεννήθης όλος, και συ διδάσκεις ημάς; και εξέβαλον αυτόν έξω. Ήκουσεν ο Ιησούς ότι εξέβαλον αυτόν έξω, και ευρών αυτόν είπεν αυτώ· συ πιστεύεις εις τον υιόν του Θεού; απεκρίθη εκείνος και είπε· και τις εστί, Κύριε, ίνα πιστεύσω εις αυτόν; είπε δε αυτώ ο Ιησούς· και εώρακας αυτόν και ο λαλών μετά σου εκείνος εστίν. ο δε έφη· πιστεύω, Κύριε· και προσεκύνησεν αυτώ.


Μετάφραση:
Καθώς πήγαινε στο δρόμο του ο Ιησούς, είδε έναν άνθρωπο που είχε γεννηθεί τυφλός. Τον ρώτησαν, λοιπόν, οι μαθητές του: «Διδάσκαλε, ποιος αμάρτησε και γεννήθηκε αυτός τυφλός, ο ίδιος ή οι γονείς του;» Ο Ιησούς απάντησε: «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθεί η δύναμη των έργων του Θεού πάνω σ΄ αυτόν. Όσο διαρκεί η μέρα, πρέπει να εκτελώ τα έργα εκείνου που μ΄ έστειλε. Έρχεται η νύχτα, οπότε κανένας δεν μπορεί να εργάζεται. Όσο είμαι σ΄ αυτόν τον κόσμο, είμαι το φως για τον κόσμο». Όταν τα είπε αυτά ο Ιησούς, έφτυσε κάτω, έφτιαξε πηλό από το φτύμα, άλειψε με τον πηλό τα μάτια του ανθρώπου, και του είπε: «Πήγαινε να νιφτείς στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ» - που σημαίνει «απεσταλμένος από το Θεό». Ξεκίνησε, λοιπόν, ο άνθρωπος, πήγε και νίφτηκε και, όταν γύρισε πίσω έβλεπε. Τότε οι γείτονες κι όσοι τον έβλεπαν προηγουμένως ότι ήταν τυφλός, έλεγαν: «Αυτός δεν είναι ο άνθρωπος που καθόταν εδώ και ζητιάνευε;» Μερικοί έλεγαν: «Αυτός είναι», ενώ άλλοι έλεγαν: «Όχι, είναι κάποιος που του μοιάζει». Ο ίδιος όμως έλεγε «Εγώ είμαι». Τότε τον ρωτούσαν: «Πως, λοιπόν, άνοιξαν τα μάτια σου;» Εκείνος απάντησε: «Ένας άνθρωπος που τον λένε Ιησού έκανε πηλό, μου άλειψε τα μάτια και μου είπε: πήγαινε στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ και νίψου· πήγα λοιπόν εκεί, νίφτηκα και βρήκα το φως μου». Τον ρώτησαν: «Που είναι ο άνθρωπος εκείνος;» «Δεν ξέρω», τους απάντησε. Τον έφεραν τότε στους Φαρισαίους, τον άνθρωπο που ήταν άλλοτε τυφλός. Η μέρα που έφτιαξε ο Ιησούς τον πηλό και του άνοιξε τα μάτια ήταν Σάββατο. Άρχισαν λοιπόν οι Φαρισαίοι να το ρωτούν πάλι πώς απέκτησε το φως του. Αυτός τους απάντησε: «Έβαλε πάνω στα μάτια μου πηλό, νίφτηκα και βλέπω». Μερικοί από τους Φαρισαίους έλεγαν: «Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι σταλμένος από το Θεό, γιατί δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου». Άλλοι όμως έλεγαν: «Πώς μπορεί ένας αμαρτωλός άνθρωπος να κάνει τέτοια σημεία;» Και υπήρχε διχογνωμία ανάμεσά τους. Ρωτούν λοιπόν πάλι τον τυφλό: «Εσύ τι λες γι΄ αυτόν; πώς εξηγείς ότι σου άνοιξε τα μάτια;» Κι εκείνος τους απάντησε: «Είναι προφήτης». Οι Ιουδαίοι όμως δεν εννοούσαν να πιστέψουν πως αυτός ήταν τυφλός κι απέκτησε το φως του, ώσπου κάλεσαν τους γονείς του ανθρώπου και τους ρώτησαν: «Αυτός είναι ο γιος σας που λέτε ότι γεννήθηκε τυφλός; Πώς, λοιπόν, τώρα βλέπει;» Οι γονείς του τότε αποκρίθηκαν: «Ξέρουμε πως αυτός είναι ο γιος μας κι ότι γεννήθηκε τυφλός· πώς όμως τώρα βλέπει, δεν το ξέρουμε, ή ποιος του άνοιξε τα μάτια, εμείς δεν το ξέρουμε. Ρωτήστε τον ίδιο· ενήλικος είναι, αυτός μπορεί να μιλήσει για τον εαυτό του». Αυτά είπαν οι γονείς του, από φόβο προς τους Ιουδαίους. Γιατί, οι Ιουδαίοι άρχοντες είχαν κιόλας συμφωνήσει να αφορίζεται από τη συναγωγή όποιος παραδεχτεί πώς ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας. Γι΄ αυτό είπαν οι γονείς του, «ενήλικος είναι, ρωτήστε τον ίδιο». Κάλεσαν, λοιπόν, για δεύτερη φορά τον άνθρωπο που ήταν πριν τυφλός και του είπαν: «Πες την αλήθεια ενώπιον του Θεού· εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός». Εκείνος τότε τους απάντησε: «Αν είναι αμαρτωλός, δεν το ξέρω· ένα ξέρω: πως, εγώ ενώ ήμουν τυφλός, τώρα βλέπω». Τον ρώτησαν τότε: «Τι σου έκανε; Πώς σου άνοιξε τα μάτια;» «Σας το είπα κιόλας», τους αποκρίθηκε, «αλλά δεν πειστήκατε· γιατί θέλετε να το ξανακούσετε; Μήπως θέλετε κι εσείς να γίνετε μαθητές του;» Τον περιγέλασαν τότε και του είπαν: «Εσύ είσαι μαθητής εκείνου· εμείς είμαστε μαθητές του Μωυσή· εμείς ξέρουμε πως ο Θεός μίλησε στο Μωυσή, ενώ γι΄ αυτόν δεν ξέρουμε την προέλευσή του». Τότε απάντησε ο άνθρωπος και τους είπε: «Εδώ είναι το παράξενο, πως εσείς δεν ξέρετε από πού είναι ο άνθρωπος, κι όμως αυτός μου άνοιξε τα μάτια. Ξέρουμε πως ο Θεός τους αμαρτωλούς δεν τους ακούει, αλλά αν κάποιος τον σέβεται και κάνει το θέλημά του, αυτόν τον ακούει. Από τότε που έγινε ο κόσμος δεν ακούστηκε ν΄ ανοίξει κανείς τα μάτια γεννημένου τυφλού. Αν αυτός δεν ήταν από το Θεό δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα». «Εσύ είσαι βουτηγμένος στην αμαρτία από τότε που γεννήθηκες», του αποκρίθηκαν, «και κάνεις το δάσκαλο σ΄ εμάς;» Και τον πέταξαν έξω. «Ο Ιησούς έμαθε ότι τον πέταξαν έξω και, όταν τον βρήκε, του είπε: «Εσύ πιστεύεις στον Υιό του Θεού;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Και ποιος είναι αυτός, κύριε για να πιστέψω σ΄ αυτόν;» «Μα τον έχεις κιόλας δει», του είπε ο Ιησούς. «Αυτός που μιλάει τώρα μαζί σου, αυτός είναι». Τότε εκείνος είπε: «Πιστεύω Κύριε», και τον προσκύνησε.


Σχόλια:


ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΑΣ!

«Εποίησε πηλόν…και επέχρισε τον πηλόν
επί τους οφθαλμούς του τυφλού»

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΣ Ιησούς Χριστός κατά την επίγεια ζωή του δεν ενδιαφέρθηκε μόνο για την ψυχή αλλά και για το σώμα του ανθρώπου. Και το ενδιαφέρον Του αυτό το έδειξε με πολλούς τρόπους, προπάντων όμως με τα θαύματα Του. Τα περισσότερα από τα θαύματα του Κυρίου ως σκοπό είχαν την ανακούφιση του σωματικού πόνου και την αποκατάσταση της υγείας του σώματος.
Γιατί άραγε; Διότι και το σώμα μας – όχι μόνο η αθάνατη ψυχή μας - είναι δημιούργημα του Θεού. Άρα «καλόν λίαν», όπως και όλα τα άλλα δημιουργήματα (Γεν. 1,31). Διότι το σώμα του ανθρώπου είναι ναός και κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, όπως διδάσκει ο απόστολος Παύλος (Α’ Κορ. 6, 19 – 3, 16). Επιπλέον το σώμα μας είναι ο αξεχώριστος σύντροφος και ο μόνιμος συναγωνιστής της ψυχής στον αγώνα του αγιασμού και της θεώσεως. Γι’ αυτό, καθώς διδάσκει η Εκκλησία μας, δεν πρόκειται απλώς να αναστηθεί, αλλά αφθαρτισμένο θα συμμετάσχει και θα απολαύσει τη δόξα και την ευφροσύνη της θείας Βασιλείας. Μαζί με την ψυχή, με την οποία έζησε και αγωνίστηκε κατά τη διάρκεια της παρούσας ζωής.
Έχει, λοιπόν, μεγάλη αξία το ανθρώπινο σώμα σύμφωνα με τη χριστιανική αντίληψη. Κάθε επιμέρους όργανο, κάθε σωματική λειτουργία συνεργεί στη σωτηρία μας. Έτσι όλα τα όργανα του σώματος μας, η καλή τους κατάσταση και η φυσιολογική τους λειτουργία, αποκτούν μια ιδιαίτερη πνευματική σημασία. Αυτό συμπεραίνουμε και από τη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Το θαύμα της θεραπείας του εκ γενετής τυφλού έρχεται να εξάρει τη σημασία ενός σωματικού οργάνου, όπως είναι τα μάτια μας, και μιας λεπτότατης και καίριας αισθήσεως, όπως είναι η όραση μας.

Δυο πολυτιμότατα όργανα

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΑΣ! Από τα δυο πολυτιμότερα όργανα του σώματος μας. Όχι απλώς διότι είναι «ωτίων πιστότερα», όπως έλεγαν οι αρχαίοι, αλλά διότι αποτελούν, όπως δίδαξε ο Κύριος, τους δυο λύχνους που φωτίζουν το ανθρώπινο σώμα. «Ο λύχνος του σώματος εστιν ο οφθαλμός» (Ματθ. 6,22). Και η όραση είναι η πιο καίρια και η πιο λεπτή από όλες τις αισθήσεις μας, «η βασιλικωτάτη των αισθήσεων» κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη.
Ο Μ. Βασίλειος παρομοιάζει τα μάτια με δυο ασώματα χέρια με τα οποία ο άνθρωπος αγγίζει από πολύ μακριά αυτά που θέλει, αυτά που επιθυμεί. «Και ών ταις του σώματος χερσίν», συνεχίζει ο ίδιος διδάσκαλος, «άψασθαι επ’ εξουσίας ουκ έχει, ταύτα ταις των ομμάτων βολαίς περιπτύσσει».
Τα μάτια μας αποτελούν μια τέλεια, μοναδική φωτογραφική μηχανή, που έχει τη δύναμη να εντυπώνει στους χώρους της μνήμης μας πλήθος εικόνων, προσώπων, πραγμάτων ή γεγονότων. Και όλοι γνωρίζουμε εκ πείρας πόσο βαθιά χαράζονται μέσα μας όσα συλλαμβάνουμε με τα μάτια μας. Κι αν ακόμη πολύ προσπαθήσουμε, μας είναι τρομερά δύσκολο ή και αδύνατο να εξαλείψουμε από την μνήμη μας ό,τι αποτύπωσαν τα μάτια μας.

Η πνευματική σημασία της οράσεως

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΟΜΩΣ των ματιών και η αξία της λειτουργίας τους – της αισθήσεως δηλαδή της οράσεως – δεν είναι μόνο φυσική αλλά ηθική και πνευματική. Το πως και το τι βλέπουμε, επηρεάζει ιδιαίτερα την πνευματική μας ζωή. Τα μάτια μας, αν τα αφήσουμε αφύλακτα και ανεξέλεγκτα, εύκολα μεταβάλλονται σε δυο κλέφτες της αμαρτίας. Οι εικόνες που μεταφέρουν μέσα μας γεννούν στην καρδιά μας τις εμπαθείς επιθυμίες και μας εξωθούν αρχικά να αμαρτήσουμε με τη φαντασία, αργότερα δε και έμπρακτα. Μας το επισήμανε με πολλή σαφήνεια ο Κύριος: «Πας ο βλέπων γυναίκα εις το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού» (Ματθ. 5, 28).
Ο άνθρωπος εύκολα αιχμαλωτίζεται από τα μάτια του. Και τα όσα εφάμαρτα βλέπει τον αναστατώνουν εσωτερικά και τον παρασύρουν στη δίνη των σαρκικών επιθυμιών. Ας θυμηθούμε το αξίωμα των αρχαίων «εκ του οράν τίκτεται το εράν». Αυτό που βλέπουμε με φιλήδονη περιέργεια εξάπτει την επιθυμία και παγιδεύει την καρδιά μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του προφητάνακτος Δαβίδ. Η θέα από το δώμα των ανακτόρων του της γυμνής Βηρσαβεέ που λουζόταν, τον παρέσυρε σε δυο φρικτά αμαρτήματα, τη μοιχεία και το φόνο (Β’ Βασιλ. 11,2).

«Οφθαλμοί σου ορθά βλεπέτωσαν»

ΤΙ, ΛΟΙΠΟΝ, ΜΑΣ χρειάζεται; Να προσέχουμε τα μάτια μας. Να ελέγχουμε το πως και το τι βλέπουμε. Η όραση μας να είναι ορθή και άμεμπτη. «Οφθαλμοί σου ορθά βλεπέτωσαν...», συνιστά ο σοφός Σολομών. Και προσθέτει λίγο πιο κάτω: «Μη σε νικήση κάλλους επιθυμία, μηδέ αγρευθής σοις οφθαλμοίς» (Παροιμ. 4, 25 – 6,25).
Οφείλουμε να βλέπουμε τους άλλους με απλότητα. Χωρίς πονηρία και φιλήδονη περιέργεια. Είναι άραγε εύκολο κάτι τέτοιο; Όχι, διότι τα πάθη που φωλιάζουν στην καρδιά μας μάς εξωθούν να βλέπουμε τους άλλους με αμαρτωλή περιέργεια και εμπάθεια. Γι’ αυτό και είναι ανάγκη να παίρνουμε προφυλάξεις. Να μην αφηνόμαστε στο μολυσμό του χυδαίου θεάματος. Να μην πιάνουμε στα χέρια μας έντυπα γεμάτα ρυπαρότητα και πρόκληση. Να μην περιεργαζόμαστε πρόσωπα με αισχρές διαθέσεις. Η πείρα που απέκτησε ο προφήτης Δαβίδ μετά τη φοβερή πτώση του, τον έκανε να απευθύνεται συχνά στο Θεό και να παρακαλεί: «Απόστρεψον τους οφθαλμούς μου του μη ιδείν ματαιότητα» (Ψαλμ. 118, 37). Την θερμή αυτή ικεσία ας απευθύνουμε κι εμείς προς τον Κύριο την ώρα που κινδυνεύουμε να αιχμαλωτιστούμε από τα μάτια μας.

Ο εξαγιασμός της οράσεως

ΩΣΤΟΣΟ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ μόνο να προφυλάσσουμε τα μάτια μας από όλα εκείνα που μολύνουν την ψυχή και μας αιχμαλωτίζουν στην αμαρτία. Χρειάζεται και να τα εξαγιάζουμε. Η όραση μας όχι μόνο να μη θητεύει στα πάθη, αλλά να συνεργεί και στον εσωτερικό φωτισμό μας. Πως; Με ποιόν τρόπο;
Πρώτον, με τη μελέτη του λόγου του Θεού. Ο λόγος του Θεού είναι το φως και η αλήθεια. Ο άνθρωπος που σκύβει στις αθάνατες σελίδες της Αγίας Γραφής αγιάζει τα μάτια του και φωτίζει τον εσωτερικό του κόσμο. Παύει να βλέπει μόνο φυσικά με τα σωματικά μάτια του κι αρχίζει να βλέπει με μια καινούργια, πνευματική αίσθηση, την όραση της ψυχής του. Τα μάτια μας δεν φωτίζονται πλέον μόνο από το υλικό φως του ήλιου αλλά και με το πνευματικό, που είναι ο Χριστός και η αλήθεια Του. Αυτό παρακαλούσε τον Θεό να του χαρίσεις ο Δαβίδ: «Αποκάλυψον τους οφθαλμούς μου και κατανοήσω τα θαυμάσια εκ του νόμου σου» (Ψαλμ. 118, 18).
Δεύτερον, η όραση μας εξαγιάζεται από τη θέα της δημιουργίας. Ατενίζοντας ο άνθρωπος τα μεγαλειώδη δημιουργήματα του Θεού χαίρεται, αγιάζει την όραση του και ανάγεται στον Δημιουργό. Με τα μάτια της ψυχής του μπορεί να βλέπει πίσω από την ομορφιά και την αρμονία των κτισμάτων το άπειρο κάλλος και την τελειότητα του Θεού.
Στον αγιασμό των ματιών μας συντελεί και η θέα των ιερών συμβόλων της λατρείας. Ο ναός, ο διάκοσμος του, οι ιερές εικόνες, το κάθε τι. Όλα επιδιώκουν τον εξαγιασμό των αισθήσεων μας. Να μας ανεβάσουν από την γη στον ουρανό. Να μας βοηθήσουν από τα αισθητά να αναχθούμε στα υπεραισθητά.

Οφείλουμε να προσέχουμε

ΔΙΑΝΥΟΥΜΕ ΜΙΑΝ εποχή στην οποία δεσπόζει ο homo telespectator, ο άνθρωπος τηλεθεατής. Η εικόνα – και μάλιστα η ηλεκτρονική – έχει εισβάλει κυριαρχικά στη ζωή μας. Ο πολιτισμός μας χαρακτηρίζεται ως πολιτισμός του ματιού. Τα μάτια μας καθημερινά βομβαρδίζονται από κάθε λογής εικόνα. Και η πλημμυρίδα αυτή των εικόνων έχει πολλαπλασιάσει τους ηθικούς κινδύνους που διατρέχουμε όλοι, κυρίως όμως τα παιδιά και οι νέοι μας. Δεν είναι υπερβολή αν ισχυριστούμε ότι τα μάτια μας σήμερα τρέφονται από το γυμνό, την ακολασταίνουσα σάρκα και το πολύμορφο έγκλημα. Και όλο αυτό το υλικό της σαπίλας και της διαφθοράς, που στις μέρες μας έγινε το πιο εμπορεύσιμο και κερδοφόρο είδος στην παγκόσμια αγορά, μας σερβίρεται κάτω από το αθώο όνομα της ψυχαγωγίας!
Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση ο λόγος του Θεού και η εμπειρία της Εκκλησίας σήμερα μας προειδοποιεί:
Προσοχή στα μάτια σας!
Φυλάξτε τα μάτια σας καθαρά!
Εξαγιάστε την όραση σας

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ




Ό

ταν γεννήθηκε ο πρωταγωνιστής του Ευαγγελικού Αναγνώσματος ,δεν αντίκρισε το φως του ήλιου. Ποτέ τα μάτια του δεν τα χάιδεψε η ομορφιά της κτίσης. Μεγαλώνοντας δεν έβλεπε γελαστά πρόσωπα γύρω του… Ήταν εκ γενετής τυφλός. Που σημαίνει γεννήθηκε τυφλός!
Πορεύτηκε σχεδόν μόνος μέσα στο σκοτάδι του. Κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να τον απαλλάξει από το δυσβάσταχτο φορτίο του. Κανείς δεν μπορούσε να απαλύνει τον πόνο του. Μέχρι την στιγμή που μπροστά του βρέθηκε ο Κύριος... και η πορεία στο σκοτάδι σταμάτησε. Ο Χριστός, ως στοργικός πατέρας, δεν μένει στα προηγούμενα, μηδενίζει τον χρόνο και αρχίζει τη δημιουργία εκ νέου. Φτιάχνει πηλό και δημιουργεί τώρα αυτό που η φύση στέρησε από αυτόν τον άνθρωπο.
Ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί ότι στις μέρες μας υπάρχουν «εκ γενετής τυφλοί»; Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που οδηγήθηκαν ή γεννήθηκαν στο σκοτάδι μιας αίρεσης δεν μοιάζουν τραγικά με τον «εκ γενετής τυφλό»; Σ' ένα βιβλίο της Ορθοδοξίας μας το Γεροντικό βρίσκεται τούτο το γεγονός, που αναφέρεται στον αββά Αγάθωνα.
Μερικοί ασκητές, που άκουσαν τη φήμη του και τη μεγάλη διάκριση που είχε, πήγαν να τον επισκεφθούν. Θέλοντας να τον δοκιμάσουν αν οργίζεται, τον ρώτησαν: «Εσύ είσαι ο Αγάθων, που λένε πως είσαι πόρνος και υπερήφανος;» «Nαι, αδελφοί μου, εγώ είμαι». «Εσύ είσαι o Αγάθων ο φλύαρος και κατάλαλος;» «Nαι, αδελφοί μου, εγώ είμαι». «Εάν είσαι ο Αγάθων ο αιρετικός;» Τότε ο Αγάθων αποκρίθηκε: «Όχι, δεν είμαι αιρετικός!» Οι ασκητές τον ρώτησαν να τους πει, γιατί όσα του έλεγαν πρώτα τα παραδέχονταν για τον εαυτό του, ενώ το λόγο τούτο, με την κατηγορία του αιρετικού, δεν τον βάσταξε; Κ' εκείνος, ο γέροντας ο άγιος και διακριτικός, τους απάντησε: «Τα πρώτα, εμαυτώ επιγράφω· όφελος γαρ έστι τη ψυχή μου. Το δε αιρετικός, χωρισμός εστι από του Θεού, και ου θέλω χωρισθήναι από Θεού». Οι ασκητές θαύμασαν την πνευματική σοφία της διακρίσεως του γέροντα και έφυγαν πνευματικά οικοδομημένοι.
Άνθρωποι δικοί μας, γονείς, αδέρφια μας, συνάνθρωποί μας που πορεύονται μια ζωή χωρίς Χριστό και ζουν μακριά από το Φως της Αναστάσεώς του δεν μοιάζουν τραγικά με τον «εκ γενετής τυφλό»;
Αυτά μπορούν σε μια στιγμή να αλλάξουν. Μια στιγμή που ο άνθρωπος καλοπροαίρετα και απαλλαγμένος από εμμονές, προκαταλήψεις και δογματισμούς θα αναγνωρίσει τον Σωτήρα Χριστό και θα στρέψει το πρόσωπό του για να δεχτεί την ζωογόνο παρέμβαση του Κυρίου στους ψυχικούς και σωματικούς οφθαλμούς του. Ακόμα όμως και οι κατ’ όνομα «Χριστιανοί» που ζουν μέσα στην αμάθεια ή χειρότερα στην ημιμάθεια, δεν αποτελούν μία παραπλήσια εκδοχή του «εκ γενετής τυφλού»; Η δική μας τύφλωση προέρχεται από την δική μας αδιαφορία και μεγαλώνει όσο εμείς αμελούμε. Μέχρι πότε θα ζούμε στο σκοτάδι;
Για εμάς τους Χριστιανούς είναι ακόμα πιο εύκολο να αναδυθούμε στο Φως. Δεν έχουμε παρά να ενδιαφερθούμε και να εντρυφήσουμε στις αλήθειες της πίστης μας και να συμμετέχουμε τακτικά στον εκκλησιασμό και στην Θεία Κοινωνία. Το σκοτάδι δημιουργείται με την απουσία του φωτός. Έστω και μία λάμψη είναι ικανή να διαλύσει και το πυκνότερο σκοτάδι, πόσο μάλλον ο Χριστός που είναι το Φως το αστείρευτο, το Φως το αληθινό.

Kυριακή του Τυφλού π. Χρήστος Πιτυρίνης

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ 
ʺΕίδεν άνθρωπον τυφλόν έκ γενετής”
Η θεραπεία του εκ γενετής τυφλού είναι ένας φοβερός έλεγχος για τους Φαρισαίους που δε θέλουν να παραδεχθούν τα λόγια του Χριστού. Πριν από το µεγάλο αυτό γεγονός ο Χριστός έκανε ένα µεγάλο διάλογο µε τους Γραµµατείς και Φαρισαίους. Στο διάλογο αυτό ο Κύριος τους είπε: «αµήν αµήν λέγω ύµίν, πριν Αβραάµ γενέσθαι εγώ ειµί». Εξαγριωµένοι τότε οι Ιουδαίοι, επειδή δεν κατάλαβαν τα λόγια του Χριστού, σήκωσαν λίθους για να τον κτυπήσουν. Ό Χριστός, για να καταπραϋνει το θυµό τους «εκρύβη καί εξήλθεν εκ του ιερού». Μετά το γεγονός αυτό συνάντησε τον εκ γενετής τυφλό και τον θεράπευσε, για να γίνει η ίασή του εκτός των άλλων και µια απάντηση στους εχθρούς του, που υποτιµούσαν το πρόσωπό Του.  Οι µαθητές του Χριστού νόµιζαν πως ή αυτός αµάρτησε ή οι γονείς του για να γεννηθεί τυφλός. Στη συνέχεια όµως ο Χριστός αποκλείει καί το ένα καί το άλλο. Γεννήθηκε τυφλός για να φανερωθεί η δόξα του Θεού. Η αντίληψη των µαθητών είναι εσφαλµένη, γιατί πώς είναι δυνατόν να πέσει κάποιος στην αµαρτία πρίν να γεννηθεί; Μόνον οι ειδωλολάτρες είχαν τέτοιες δοξασίες καί τέτοια ανόητα δόγµατα. Ό Χριστός είναι κατηγορηµατικός. Κάθε ένας είναι υπεύθυνος για τα δικά του αµαρτήµατα. Ή αµαρτία που διαπράττουµε είναι εκείνη που µας ταλαιπωρεί. Ό Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας γράφει πως η ωφέλεια στον άνθρωπο είναι µεγάλη, όταν γνωρίζει τη σωστή διδασκαλία του Θεού. Δεν πέφτει σε σφάλµατα ούτε ερµηνεύει λάθος τα γεγονότα.  Αξιοθαύµαστος είναι αγαπητοί μου αδελφοί, ο τρόπος της θεραπείας του τυφλού. Μπορούσε ο Χριστός να τον θεραπεύσει δια λόγου χωρίς να χρησιµοποιήσει πηλό και να του αλείψει τα µάτια. Πρώτα πρώτα ήθελε να του ενισχύσει την πίστη. Έπειτα, µε την πράξη Του αυτή έδειξε τη δηµιουργική Του δύναµη. Όπως ένας οικοδόµος την µισοτελειωµένη οικία του τη συµπληρώνει (κτίζοντας µε νέα υλικά), έτσι και ο Χριστός στο θαύµα του τυφλού συµπληρώνει τίς ατέλειες του σώµατός µας, γράφει ο Χρυσόστοµος. Με χώµα δηµιούργησε τον Αδάµ, µε χώµα δηµιούργησε και τα µάτια του τυφλού. Μετά, κατά την ηµέρα του Σαββάτου του είπε να πάει να πλύνει το πρόσωπό του στην κολυµβήθρα του Σιλωάµ. Ο τυφλός υπάκουσε αµέσως. Μέχρι να πάει στη δεξαµενή από το σηµείο που τον διέταξε ο Κύριος, ασφαλώς θα συνάντησε πολλούς ανθρώπους που θα τον ρωτούσαν πού πάει και γιατί έχει λάσπη στα µάτια του. Ήθελε ο Κύριος να γίνει το σηµείο ενδεικτικώτερο. Μετά τη θεραπεία θα ξαναγύριζε πάλι από τον ίδιο δρόµο και θα γινόταν κατά κάποιο τρόπο µια λιτάνευση του σηµείου, θα γινόταν γνωστό το θαύµα χωρίς ειδική σύστάση και διάδοση. Βέβαια και οι συνεχείς ανακρίσεις που κάνανε στη συνέχεια οι Φαρισαίοι, χωρίς να το θέλουν, κάνουν γνωστό σε όλους το θαύµα. Όπως λένε οι Πατέρες, ο Θεός «εκ των εναντίων τα εναντία κατασκευάζει», θεραπεύθηκε ό τυφλός µε τη ζωοποιό ενέργεια του Χριστού. Ο Χριστός είναι η πνευµατική πέτρα και η πνευµατική κολυµβήθρα του Σιλωάµ που καθαρίζονται από τις αµαρτίες οι άνθρωποι. Ό Χριστός είναι ένας µεγάλος χείµαρρος που δρόσισε όλους τους ανθρώπους. Στίς πάσης φύσεως αρρώστιές µας, μας συµβουλεύει ο Μέγας Βασίλειος, εκτός από τους γιατρούς να καταφεύγουµε στη θεία χάρη. Η µεγάλη τραγωδία του ανθρώπου, λέει ένας Επίσκοπος, είναι η αµαρτία του. Όχι απλώς ότι αµαρτάνει, αλλά ότι η αµαρτία του “µένει”. Στη διαµάχη µεταξύ τυφλού και Φαρισαίων δεν είναι η ανεύρεση της αλήθειας, αλλά η αµαρτία. Δεν ενδιαφέρονται τόσο για την αργία του Σαββάτου, αλλά ότι θίγεται ο εγωϊσµός των Φαρισαίων. Ό εγωισµός µας δε µας αφήνει να παραδεχθούµε τις ενέργειες και τα θαύµατα του Θεού. Βλέπουµε τα µικρά κι αφήνουµε τα µεγάλα. Εγκλωβίζεται η καλή µας θέληση και αρνούµεθα να παραδεχθούµε την αγάπη του Θεού σε µας. Στο βάθος πιστεύουµε µόνον στον εαυτό µας και στα χαρίσµατα µας. Αδελφοί µου, Ας σπάσουµε αυτό το σύµπλεγµα του εγωϊσµού µας κι ας παραδεχθούµε τα σφάλµατά µας, ας αφήσουµε το Θεό να ενεργήσει επάνω µας όπως Αυτός γνωρίζει και µε όποιον τρόπο θέλει. Εάν γίνουµε όργανο για να φανερωθεί ή δόξα του Θεού, τότε ας υποστούµε και τις µεγαλύτερες θυσίες. Αμήν

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ

 
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ
 Ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
(Ἰω. θ΄1-38)
Ὁ Χριστὸς στὴ θεραπεία τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ἐπιδιώκει μὲ τὴν ἐπέμβαση αὐτὴ νὰ ἐπικεντρώσει τὴν προσοχὴ τῶν ἀνθρώπων, ὄχι τόσο στὴ μυστηριώδη αἰτία τῆς τυφλώσεως, μὰ στὴν σκοπιμότητά της. Πῶς καὶ γιατί ἐπετράπει αὐτὴ ἡ ἀσθένεια στὸν ἄνθρωπο; Ἀσφαλῶς πρέπει νὰ ὑπάρχει κάποιος σκοπός. Καὶ ὁ σκοπὸς αὐτὸς νὰ ἀποκομίζει σωτηριώδη ἀποτελέσματα.
Σὲ ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ βρίσκουμε ἕναν σκοπό. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ σκοπός; Μὰ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ διάσωση τῆς ὑπάρξεώς του. Γιατὶ τὰ ἔργα αὐτοῦ εἶναι «ἐγκεκρυμένα μόνο στὴ θεία καὶ ἄφραστη βουλή Του».
«Γιατὶ εἶναι δυνατὸν καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ πάθημα νὰ δοξάζεται ὁ Θεός. Ὅταν λοιπὸν ὁ ἀσθενὴς μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ ἰατροῦ θεραπευθεῖ ἀπὸ τὴν ἀσθένεια ποὺ ἐνέκυψε πάνω του, τότε ποιὸς δὲ θὰ θαυμάσει τὸν ἰατρό;», κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο Ἀλεξανδρείας.
Ἡ θεραπεία λοιπὸν τοῦ τυφλοῦ εἶναι ἡ ὀρατὴ φανέρωση τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. Πραγματώνεται δὲ μὲ τὴν ἐγκόσμια παρουσία τοῦ Χριστοῦ, «ὁ ὁποῖος ἀπεστάλη γιὰ νὰ φωτίσει τὸν κόσμο, ποὺ κατέκειτο σκεπασμένος νεκρὸς στὰ σκοτάδια τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας».
Τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἕνα διπλὸ σκοπό. Πρῶτο, περιλαμβάνουν τὴ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ, μὰ καὶ κάθε ἀσθενοῦς ἢ ἔχοντος ἀνάγκη, ὁ ὁποῖος προστρέχει στὸ Χριστό. Καὶ δεύτερο, περιλαμβάνουν τὸν πνευματικὸ φωτισμὸ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ τυφλοῦ μὰ καὶ κάθε ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θὰ ἀναζητεῖ τὴ διάσωση τῆς ὑπάρξεώς του.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ δὲ ὁ πόνος, ἡ ἀσθένεια, ὁ θάνατος, ἔχουν καὶ παιδαγωγικὸ σκοπὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Γίνονται πρόξενοι αὐτογνωσίας καὶ αἴτησης συγγνώμης. Καὶ μέσω ἀυτῶν τῶν σωτηρίων καταστάσεων, ὁ ἄνθρωπος συναντᾶ τὸ Θεό. Φωτίζεται πνευματικά, ἐνδυναμώνεται μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐγκαρτέρηση καὶ τελικὰ ἀναγεννᾶται.
Ὁ τυφλὸς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, μὲ τὴν πρόσκαιρη τύφλωσή του, γίνεται δέκτης τοῦ ὑλικοῦ καὶ πνευματικοῦ φωτός. Ὑποδέχθηκε τὴ θεία φώτιση καὶ φωτίστηκε ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξή του. Φθάνοντας τελικὰ στὴν ὁλόθερμη, μὲ παρρησία, ὁμολογία του: «Πιστεύω Κύριε, καὶ τὸν προσκύνησε ὡς Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Κύριο».
Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος θὰ διερωτᾶται ἂν πράγματι ὁ τυφλὸς ἔπαθε κάτι ἄδικο. Στερήθηκε βεβαίως τὴν ὄρασή του, μὰ ὁ Χριστὸς ὄχι μόνο τοῦ δίδει τὸ φῶς γιὰ νὰ ἰδεῖ τὸν κόσμο καὶ νὰ συναναστρέφεται μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Μὰ κυρίως τοῦ δίδει τὸ φῶς τῆς ψυχῆς γιατὶ ἔτσι γνώρισε τὸν Χριστὸ καὶ Τὸν ὁμολόγησε.
«Ἀδικήθηκε δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος στερούμενος τοῦ φωτὸς γιὰ νὰ φανερωθοῦν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ; Ἀλλὰ ποιά ἀδικία ἔπαθε ἄνθρωπε; Τὴν στέρηση τοῦ φωτός. Καὶ ποιὰ βλάβη προέκυψε ἀπὸ τὴν στέρηση τοῦ φωτός; Τοὐναντίον γιατὶ μᾶλλον εὐεργετήθηκε. Πῶς εὐεργετήθηκε;Διότι μὲ τὴ σωματικὴ ὅραση φωτίσθηκαν καὶ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του. Ὥστε ἦταν πρὸς τὸ καλό του αὐτὴ ἡ τύφλωση. Γιατί μὲ τὴν γιατρειά του ἦλθε καὶ ἡ ἐπίγνωση τοῦ ἀληθινοῦ Ἠλίου, τοῦ Χριστοῦ».
Ὁ Θεὸς λοιπὸν ἔχει ἀπεριόριστη κυριαρχία ἐπάνω σ᾿ ὅλα τὰ πλάσματά του καὶ μπορεῖ νὰ τὰ χρησιμοποιεῖ κατὰ πὼς Αὐτὸς κρίνει μὲ τὴ σοφία, τὴν ἀγαθότητά, τὴν ἀγάπη Του. Καλεῖ δὲ τοὺς ἀνθρώπους νὰ δοξολογοῦν τὸ ὄνομά Του, ὄχι φυσικὰ γιατὶ τὸ ἔχει ἀνάγκη, ἀλλά «ἐὰν ὁ Θεὸς δοξάζεται εἴτε δι᾿ ἡμῶν εἴτε ἐν ἡμῖν, δὲν δημιουργηθήκαμε, μήτε ὑπάρχουμε ἐπὶ ματαίῳ».
Ἔτσι, ἐτοῦτος ὁ τυφλός, ποὺ δὲν ἁμάρτησε οὔτε αὐτὸς, οὔτε οἱ γονεῖς του, φανερώνεται ὡς ὅργανο τοῦ σκοποῦ τοῦ Θεοῦ. Προορίζεται νὰ δείξει στὸν κόσμο τὰ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Δημιουργοῦ. Νὰ τοὺς πεῖ μὲ ἁπλὰ λόγια τὶ εἶναι καὶ τὶ δὲν εἶναι τὸ γεγονὸς νὰ βλέπεις.
Κι ἀκόμη ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ βλέπουν ἢ κάνουν πὼς βλέπουν κι αὐτοὶ ποὺ δὲν βλέπουν, ἐνῶ μπορεῖ νὰ βλέπουν καλύτερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους. «Καὶ νὰ ὑψώση τὸ θαῦμα στὴν ἀνώτερη στάθμη τῆς κρίσεως, ποὺ ἀληθινὰ χωρίζει τοὺς ἀνθρώπους σ᾿ ἀνθρώπους μ᾿ ἀνοιχτὰ τὰ μάτια καὶ σ᾿ ἀνθρώπους μὲ κλειστὰ τὰ μάτια».
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ τυφλὸς ἀποτελεῖ τὸ ὄργανο τοῦ Θεοῦ, ὅπως καὶ πιὸ πάνω τονίσαμε. Γιὰ νὰ φανοῦν τὰ θαυμαστὰ ἔργα Του. Καὶ τελικὰ αὐτὸς ὁ τυφλὸς γίνεται διδάσκαλος τοῦ δικαίου, τοῦ ἀληθινοῦ. Διακηρύσσει τὴν ἀλήθεια, ὑποστηρίζει τὸ δίκαιο, ἐκφράζει μὲ παρρησία τὴν ὁμολογία του πρὸς τὸν Χριστὸ ὡς Κύριο του καὶ Τὸν προσκυνάει ὡς Θεό.
Ἐμεῖς σήμερα, ποὺ λέμε πὼς βλέπουμε· ἐμεῖς οἱ ἀνοιχτομάτηδες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, μήπως πρέπει νὰ προσέξουμε ἰδιαιτέρως τὸν τυφλὸ τοῦ Εὐαγγελίου; Μήπως πρέπει νὰ στρέψουμε γιὰ νὰ δοῦμε τὴν πραγματικὴ ἀλήθεια τῶν πραγμάτων; Αὐτὴν τὴν ἀλήθεια, ποὺ ἔβλεπε ὁ τυφλός, ἐνῶ οἱ ἄλλοι τὴν ἀγνοοῦσαν;
Πράγματι ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ γνωρίσουμε τὴν ἀλήθεια, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Εἶναι ἡ ὥρα ν᾿ ἀνοίξουμε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας γιὰ νὰ φωτίσουμε τὴν ὕπαρξή μας. Καὶ νὰ ὁμολογήσουμε πὼς πιστεύουμε στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ παρέχει τὴν πραγματικὴ ἀναγέννηση.

   

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...