Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 05, 2011

5 Ιουνίου Συναξαριστής

Οἱ Ἅγιοι 318 Πατέρες τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Δωροθέου Επισκόπου, Των 10 Μαρτύρων, Πλούταρχου Αρχιεπ., Χριστοφόρου εκ Ρώμης, Κόνωνα εκ Ρώμης, Νοννού, Μάρκου εκ Χίου, Θεοδώρου Δούκα, Θεοδώρου Επισκ., Boniface, Φλωρέντιος, Ἰουλιανός, Κυριακός, Μαρκελλίνος καὶ Φαυστίνος οἱ Μάρτυρες, Ἐοβανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας, Βιντροῦγκος, Βαλτέριος, Ἀδελάριος, Ἀμοῦνδος, Σιρεβάλδος καὶ Βοσέας οἱ Ἱερομάρτυρες, Βακκάριος, Γουνδίκαρος, Ἰλλέχερος καὶ Βοτεοῦλφος οἱ Ὁσιομάρτυρες, Φῆλιξ ὁ Ὁσιομάρτυρας, Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰγκὸρ Κιέβου, Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἰγκὸρ ἐν Κιέβῳ, Ἅγιος Κωνσταντίνος Μητροπολίτης Κιέβου, Θεόδωρος πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ, Πέτρος ὁ Ἀναχωρητὴς ἐκ Σερβίας, Ὅσιοι Ἀγάπιος καὶ Νικόδημος, Βασιανὸς καὶ Ἰωνᾶς τῆς Περτόμα, Μνήμη λυτρώσεως τῆς φοβερᾶς ἀπειλῆς ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇς, Μνήμη Θαύματος Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Ἀκαρνανίᾳ



 Οἱ Ἅγιοι 318 Πατέρες τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

Ἡ ἕκτη κατὰ σειρὰ Κυριακὴ μετὰ τὸ Ἅγιο Πάσχα εἶναι ἀφιερωμένη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὴν μνήμη τῶν 318 Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἔλαβαν μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ συνῆλθε στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὸ 325 μ.Χ. Ἡ σύνοδος συνῆλθε κατὰ πρόσκληση τοῦ Μέγα Κωνσταντίνου κατὰ τὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς βασιλείας του καὶ εἶχε διάρκεια 3,5 χρόνια. Διακριθεῖσες μορφὲς τῆς συνόδου ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Ἀλεξανδρείας, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ Εὐστάθιος ὁ Ἀντιοχείας, ὁ Μακάριος ὁ Ἱεροσολύμων, ὁ Παφνούτιος, ὁ Σπυρίδων, ὁ Νικόλαος, κ.ἄ.

 Η Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καταδίκασε τὸν Ἄρειο καὶ τὸν Ἀρειανισμό. Διατύπωσε τοὺς πρώτους ὅρους ὀρθοῦ Χριστιανικοῦ δόγματος καὶ ἰδιαίτερα τὰ περὶ τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς ὁμοούσιον τῷ Θεῷ Πατρί. Συνέταξε τὰ πρῶτα ἑπτὰ ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως.

Συνοπτικὴ παράθεση τῶν ἱερῶν Κανόνων

Κανὼν Α:      Καταδικάζει τὴ συνήθεια τοῦ οἰκοιοθελοὺς εὐνουχισμοῦ καὶ ἀπαγορεύει τὴ χειροτονία εὐνουχισμένων, πλὴν ὅσων γιὰ ἰατρικοὺς λόγους ἢ λόγω βασανιστηρίων ἐξετμήθησαν.

Κανὼν Β:       Ἀπαγορεύει τὴ χειροτονία ὡς κληρικῶν στὰ νέα μέλη (νεόφυτοι) τῆς ἐκκλησίας.

Κανὼν Γ:       Καταδικάζει τὴν συνήθεια τῶν κληρικῶν ὅλων τῶν βαθμῶν νὰ συζοῦν μὲ νεαρὲς γυναῖκες τὶς ὁποῖες δὲν εἶχαν παντρευτεῖ (συνείσακτοι).

Κανόνες Δ-Ε: Εἰσάγεται τὸ «μητροπολιτικὸ σύστημα», τὸ ὁποῖο ἴσχυε στὴν ὀργάνωση τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, καὶ καθορίζουν τὴν ἁρμοδιότητα τῆς ἐπαρχιακῆς συνόδου στὴ χειροτονία τῶν ἐπισκόπων.

ΚανὼνΣΤ:     Ἀναγνωρίζει κατ’ ἐξαίρεση τὸ ἀρχαῖο ἔθος τῆς συγκεντρωτικῆς δικαιοδοσίας τοῦ ἐπισκόπου τῆς Ἀλεξανδρείας στὶς ἐκκλησίες τῆς Αἰγύπτου, Λιβύης καὶ Πεντάπολης —ὅπως συνέβαινε καὶ μὲ τὴν ἐκκλησία τῆς Ρώμης— ἐνῶ ἑξαιρεῖ τὴ Ρώμη καὶ τὴν Ἀντιόχεια ἀπὸ τὸ γενικὸ μέτρο τοῦ μητροπολιτικοῦ συστήματος.

Κανὼν Ζ:      Ὁρίζεται ὅτι ὁ ἐπίσκοπος Αἰλίας (δηλ. Ἱερουσαλήμ) νὰ εἶναι ὁ ἑπόμενος στὴ σειρὰ ἀπόδοση τιμῶν.

Κανὼν Η:      Ὁρίζει τὸν τρόπο ἐπιστροφῆς στὴν ἐκκλησία τῆς Αἰγύπτου τῶν λεγόμενων «Καθαρῶν» (Μελιτιανὸ σχίσμα).

Κανὼν Θ:      Ἀναφέρεται στὴν συνήθη περίπτωση χειροτονίας πρεσβυτέρων τῶν ὁποίων δὲν ἐξετάστηκαν τὰ προσόντα ἢ οἱ ὁποῖοι δὲν παραμένουν ἄμεμπτοι.

Κανὼν Ι:        Καταδικάζει τὴ χειροτονία πεπτωκότων.

Κανόνες ΙΑ-ΙΒ:         Καθορίζεται ἡ μετάνοια τῶν πεπτωκότων, μὲ αὐστηρότερα κριτήρια.

Κανὼν ΙΓ:      Δέχεται ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ παρασχεθεῖ Θεία Εὐχαριστία ἐπὶ τῆς ἐπιθανατίου κλίνης.

Κανὼν ΙΔ:     Ὁρίζεται ἡ μετάνοια τῶν πεπτωκότων κατηχουμένων.

Κανόνες ΙΕ-ΙΣΤ:      Καταδικάζεται ἡ ἐπιδίωξη κληρικῶν γιὰ μετάθεση σὲ ἄλλες ἐκκλησίες.

Κανὼν ΙΖ:     Καταδικάζει τὴν πλεονεξία καὶ αἰσχροκέρδεια τῶν κληρικῶν ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν ἔντοκο δανεισμό.

Κανὼν ΙΗ:     Ἀπαγορεύει στοὺς διακόνους νὰ μεταδίδουν καὶ νὰ ἀγγίζουν τὴ Θεία Εὐχαριστία πρὶν ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους, καὶ δὲν ἐπιτρέπεται τὸ νὰ κάθονται μεταξὺ τῶν πρεσβυτέρων.

Κανὼν Κ:      Ἀπαγορεύει τὴ γονυκλισία στὴ Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς καὶ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς.



Ἐπισπρόσθετα καθορίστηκε ἡ κοινὴ ἡμέρα ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα.


Τὰ συμπεράσματα τὶς συνόδου ὑπογράφηκαν ἀπὸ περισσότερους ἀπὸ 318 καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτὸς ἐπικράτησε γιὰ συμβολικοὺς λόγους. Οἱ ἐπίσκοποι ποὺ ἦταν παρόντες στὴ σύνοδο συνοδεύονταν ἀπὸ κατώτερους κληρικοὺς τῶν ὁποίων ὁ συνολικὸς ἀριθμὸς ἀνερχόταν στὸ τριπλάσιο ἢ τετραπλάσιο τῶν Ἐπισκόπων.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. β’.

Ἀγγελικαὶ Δυνάμεις ἐπὶ τὸ μνῆμά σου, καὶ οἱ φυλάσσοντες ἀπενεκρώθησαν, καὶ ἵστατο Μαρία, ἐν τῷ τάφῳ ζητοῦσα τὸ ἄχραντόν σου σῶμα· ἐσκύλευσας τὸν ᾍδην, μὴ πειρασθεὶς ὑπ’ αὐτοῦ, ὑπήντησας τῇ Παρθένῳ, δωρούμενος τὴν ζωήν. Ὁ ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν, Κύριε δόξα σοι.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον τῶν Πατέρων. Ἦχος πλ. δ’.
Ὑπερδοξασμένος εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς, τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι’ αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας, Πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐσφράγισαν· ἣ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τῆς ἀληθείας, τὸν ὑφαντὸν ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας, ὀρθοτομεῖ καὶ δοξάζει, τῆς εὐσεβείας τὸ μέγα μυστήριον.

Μεγαλυνάριον.
Ὡς Υἱὸν καὶ Λόγον σε τοῦ Θεοῦ, Σύνοδος ἡ Πρώτη, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, ὀρθῶς σε κηρύττει, τὸν δι’ ἡμᾶς παθόντα, καὶ λύει τοῦ Ἀρείου, Σῶτερ τὸ φρύαγμα.
   

Ο Άγιος Δωρόθεος Ιερομάρτυρας επίσκοπος Τύρου (εορτή Δωρόθεος)
 
Ήταν ποιμένας που είχε «την μόρφωσιν της γνώσεως και της αληθείας εν τω νόμω». Δηλαδή, την ακριβή γνώση και αλήθεια, που βρίσκεται μέσα στο Νόμο, στην Παλαιά και  Καινή Διαθήκη. 
Όταν ξέσπασε ο φονικός διωγμός κατά της Εκκλησίας στα χρόνια του Διοκλητιανου, το ποίμνιό του, προκειμένου να χάσει τον πολύτιμο ποιμένα του, με θερμές παρακλήσεις κατάφερε και τον έπεισε να απομακρυνθεί από τον τόπο των διωγμών. Αποχώρησε στη Δυσσό, πόλη της Θράκης, και εκεί ασκήτευε μέχρι να περάσει ο άγριος αυτός διωγμός. 
Όταν πέρασε η μπόρα του διωγμού, επανήλθε στο ποίμνιό του και με όλη την πατρική στοργή που τον διέκρινε, στήριζε στην πίστη τους αδυνάτους και πρωτοστατούσε στη βοήθεια των χηρών, ορφανών, ασθενών, και γενικά, των θλιβομένων. Έζησε πολλά χρόνια. 
Πρόλαβε μέχρι και τη βασιλεία του Ιουλιανού του Παραβάτη. Οι ειδωλολάτρες, όμως, που ήταν προστατευόμενοι αυτού του αυτοκράτορα, έπιασαν το Δωρόθεο και αφού τον βασάνισαν ανελέητα τον σκότωσαν. 
Έτσι κέρδισε το στεφάνι του μαρτυρίου. Τότε ο Δωρόθεος ήταν 107 χρονών. Σήμερα σώζεται εκκλησιαστικό σύγγραμμά του, για τους 70 μαθητές του Ιησού Χριστού. (Η μνήμη του, σε ορισμένους Συναξαριστές, περιττώς επαναλαμβάνεται και την 9η Οκτωβρίου).


Απολυτίκιον. "Ηχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.

 
Ως δώρημα τέλειον, εκ του των φώτων Πατρός, σοφίας την έλλαμψιν, ως Ιεράρχης σοφός, εδέξω Δωρόθεε· όθεν και πλεονάσας, τον σον τάλαντον μάκαρ, ήθλησας υπέρ φύσιν, βαθυτάτω εν γήρα, πρεσβεύων Ιερομάρτυς, υπέρ των ψυχών ημών.

Κοντάκιον  Ήχος γ'. Η Παρθένος
Ορθοδόξοις δόγμασιν, Ιερομάρτυς κηρύξας, δώρον θείον άγιον, σαυτόν προσήξας τω Κτίστη, πρότερον εν τη ασκήσει ενδιαπρέψας, ύστερον τω μαρτυρίω στερρώς αθλήσας, και νομίμως υπεδέξω, βραβείον νίκης, παρά Χριστού του Θεού.



Οι Άγιοι 10 Μάρτυρες, Μαρκιανός, Νίκανδρος, Απόλλων, Υπερέχιος, Λεωνίδης, Αρείος, Γοργίας, Σελληνιάδα, Ειρήνη και Πάμβων (εορτή Απόλλων)

Όλοι μαζί αποτελούσαν μια ομάδα χριστιανών, που ήξεραν όχι μόνο να πιστεύουν, αλλά και να πάσχουν, πρόθυμα και ευχάριστα για το Χριστό. Καταγγέλθηκαν στον ειδωλολάτρη έπαρχο της Αλεξάνδρειας, και ομολόγησαν θαρραλέα την πίστη τους. 
Μάταια αυτός έλπιζε ότι θα μπορούσε να εκφοβίσει τουλάχιστον τις γυναίκες, και να τις πείσει να προσφέρουν θυσία στα είδωλα. Υποσχέσεις και απειλές, συντρίφτηκαν μπροστά στη σταθερότητα της πίστης των γυναικών και γρήγορα διδάχτηκε, ότι ο σταυρός μπορεί ν' αναδεικνύει και γυναίκες γενναιότερες από άνδρες.
Τότε ο έπαρχος, διέταξε να θανατωθούν όλοι δια πείνας και δίψας. Μέρες ολόκληρες έμειναν νηστικοί και γυμνοί, εκτεθειμένοι στον ψυχρό χειμώνα. Προκλητικότατα οι στρατιώτες, έπιναν και έτρωγαν τα καλύτερα φαγητά μπροστά τους. 
Αυτοί όμως, με θερμή και αδιάλειπτη προσευχή και δέηση προς τον Χριστό, αντιμετώπιζαν τη φρικτή και υπεράνθρωπη δοκιμασία. Τελικά, άνδρες και γυναίκες, πέθαναν απαρασάλευτοι στην πίστη τους, ψάλλοντες το όνομα του Ιησού Χριστού.


 
Ο Άγιος Πλούταρχος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Στο Χρονικό του Λεοντίου Μαχαιρά (σελ. 67 έκδ. Σάθα) ο Πλούταρχος συγκαταλέγεται μεταξύ των Αγίων της Κύπρου. Γι' αυτόν όμως οι Συναξαριστές δεν αναφέρουν τίποτα. Στον πίνακα των επισκόπων Σαλαμίνας του Μαχαιρά ο Πλούταρχος φέρεται έκτος επίσκοπος Κύπρου, μαζί με τον απόστολο Βαρνάβα. Το όνομα του Πλούταρχου συναντάται σε επιγραφές του αγίου Σεργίου του 7ου αιώνα (βλ. Σακελλαρίου. Κυπριακά, σελ. 179-180).




Ο Άγιος Χριστόφορος από τη Ρώμη

Μαρτύρησε δια ξίφους.


 
Ο Άγιος Κόνων από τη Ρώμη

Μαρτύρησε δια πνιγμού μέσα στη θάλασσα.




Ο Άγιος Νόννος

Η μνήμη του αναφέρεται στο Ιεροσολυμιτικό Κανονάριο σελ. 95. Γιορτάζεται από την Εκκλησία των Ιεροσολύμων στον ναό, που βρίσκεται στο ορός των Ελαίων.


 
Ο Άγιος Θεόδωρος Γιαροσλαβίδης ο Δούκας (Ρώσος)

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.












Ο Όσιος Θεόδωρος επίσκοπος Τύρου

Ο Σ. Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιό του, αναφέρει για τον όσιο αυτό, τα έξης: " Άγνωστος εις τους Συναξαριστάς και τα Μηναία· αναφέρεται εις τον Πατμιακόν κωδ. 266, ούτω: "Τη αύτη ήμερα άθλησις του αγίου μάρτυρος Θεοδώρου. 
Ούτος επίσκοπος γεγονώς Τύρου, αρχαίος ανήρ και πνευματοφόρος εν τοις χρόνοις Λικινίου και Κωνσταντίνου γεγονώς. Ούτος επί διωγμού Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, καταλιπών την ιδίαν παροικίαν, απείη εν τη Οδυσσουπόλει κακεί διεσώθη και μετά την τελευτήν των τυράννων κατέλαβε την ιδίαν πόλιν Τύρον και ην ιθύνων την εκκλησίαν μέχρι Ιουλιανού του Παραβάτου· και πάλιν κατέλαβε την Οδυσσούπολιν και πολλούς κινδύνους υπομείνας ταις βασάνοις εναπέθανεν εν γήρει θαθυτάτω, ζήσας 107 έτη. 
Ούτος και συγγράμματα καταλέλοιπε, γέγονε δε και πολύς το δια την ευφυΐαν και επιμέλειαν, ρωμαϊκήν τε και ελληνικήν γλώσσαν επισταμένος".


Ο Άγιος Boniface (Άγιος Γερμανίας)

Λεπτομέρειες για τη ζωή αυτού του αγίου της ορθοδοξίας, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο "Οι Άγιοι των Βρετανικών Νήσων", του Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, επισκόπου Τελμησσού, Αθήναι 1985.

Οἱ Ἅγιοι Φλωρέντιος, Ἰουλιανός, Κυριακός, Μαρκελλίνος καὶ Φαυστίνος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Φλωρέντιος, Ἰουλιανός, Κυριακός, Μαρκελλίνος καὶ Φαυστίνος ἐμαρτύρησαν στὴν πόλη Περούτζια τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.).

Ὁ Ἅγιος Χριστόφορος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Χριστόφορος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἐτελειώθηκε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Ἐοβανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ἐοβανὸς ἐγεννήθηκε στὴν Ἰρλανδία. Ἐξελέγη ἀπὸ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο, Ἐπίσκοπος Οὐτρέχτης καὶ ἐμαρτύρησε μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.


Οἱ Ἅγιοι Βιντροῦγκος, Βαλτέριος, Ἀδελάριος, Ἀμοῦνδος, Σιρεβάλδος καὶ Βοσέας οἱ Ἱερομάρτυρες

 

Οἱ Ἅγιοι Βιντροῦγκος, Βαλτέριος, Ἀδελάριος, πρεσβύτεροι, καὶ οἱ  Ἀμοῦνδος, Σιρεβάλδος καὶ Βοσέας, διάκονοι, κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Συνδέθηκαν πνευματικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο καὶ ἐμαρτύρησαν μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.


Οἱ Ἅγιοι Βακκάριος, Γουνδίκαρος, Ἰλλέχερος καὶ Βοτεοῦλφος οἱ Ὁσιομάρτυρες 

Οἱ Ὅσιοι Βακκάριος, Γουνδίκαρος, Ἰλλέχερος καὶ Βοτεοῦλφος ἦσαν μοναχοὶ ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Συνδέθηκαν πνευματικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο καὶ ἐμαρτύρησαν μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος Φῆλιξ ὁ Ὁσιομάρτυρας 

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Φῆλιξ ἦταν μοναχὸς καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς σὲ μονὴ τῆς πόλεως Φρίτζλαρ τῆς Γερμανίας καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ἀπὸ Σάξονες, τὸ 790 μ.Χ.



Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰγκὸρ ἡγεμόνος τοῦ Κιέβου 

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰγκὸρ, ἡγεμόνος τοῦ Κιέβου, στὶς 6 Αὐγούστου καὶ 19 Σεπτεμβρίου.Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰγκὸρ μετεφέρθησαν ἀπὸ τὸ Κίεβο στὴν πόλη Τσέρνιγκωφ, τὸ 1150.


Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἰγκὸρ ἐν Κιέβῳ 

Σὲ αὐτὴ τὴν ἱερὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης, τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, προσευχόταν ὁ Ἅγιος Ἰγκὸρ († 19 Σεπτεμβρίου), ἡγεμόνας τοῦ Κιέβου, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν τελευταίων στιγμῶν τῆς ζωῆς του. 
Ἡ εἰκόνα, ἡ ὁποία ἦταν ἑλληνική, ἐφυλασσόταν στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καὶ εἶχε ἐπὶ αὐτῆς ἐπιγραφή, στὴν ὁποία ἀναγραφόταν ὅτι ἀνῆκε στὸν Ἅγιο Ἰγκόρ.
Ἡ σύναξή της ἑορτάζεται τὴν ἴδια ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰγκὸρ μετεκομίσθηκαν ἀπὸ τὸ Κίεβο στὴν πόλη Τσέρνιγκωφ.


Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Ρωσίας 

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος διετέλεσε Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Ρωσίας ἀπὸ τὸ ἔτος 1156 μέχρι τὸ 1158. Τὴ διοίκηση τοῦ Κιέβου εἶχε, ἀπὸ τὸ 1148,  ἀναλάβει ὁ ἡγεμόνας τῆς Σουζδαλίας Γιούρι Ντολγκορούκι. 
Ὁ πρίγκιπας Ἰζιασλάβος ἀνακατέλαβε τὸ Κίεβο, ἀλλὰ πέθανε, τὸ 1155, καὶ μετὰ ἀπὸ λίγους μῆνες τὸ Κίεβο καταλαμβανόταν πάλι ἀπὸ τὸν Γιούρι. Διάδοχος τοῦ Ἰζιασλάβου ἦταν ὁ ἀδελφός του, ἡγεμόνας τοῦ Σμολένσκ Ροστισλάβος Μστισλάβιτς, ὁ ὁποῖος ἀναγκάσθηκε νὰ καταφύγει στὴν πόλη Βλαδιμὶρ τῆς Βολυνίας. 
Ὁ Γιούρι ἐδέχθηκε τὸ βυζαντινὸ Μητροπολίτη Ἅγιο Κωνσταντίνο, ἀλλὰ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Γιούρι († 1158) ὁ θρόνος περιῆλθε πάλι στὸν Ραστισλάβο. Αὐτὸς ἐζήτησε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως τὸν Μητροπολίτη Θεόδωρο (1161), ἐνῷ ὁ Μητροπολίτης Κωνσταντίνος ἐφιλοξενεῖτο ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Τσέρνιγκωφ Ἀντωνίου († 1159).Ὁ Ἅγιος Κωνσταντίνος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1159.


Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ, ὁ μεγαλύτερος ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ, ἐγεννήθηκε, τὸ 1218. Τὸ 1229, οἱ δύο ἀδελφοὶ ἀπεστάλησαν στὸ Νόβγκοροντ ἀπὸ τὸν πατέρα τους Γιαροσλάβο Βσεβολόντοβιτς, ὡς ἀντιπρόσωποί του.
Τὸ 1232, ὁ νεαρὸς πρίγκιπας Θεόδωρος ἐκλήθηκε νὰ ὑπερασπισθεῖ μὲ τὸ σπαθὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ νὰ πολεμίσει μὲ τὰ Ρώσικα στρατεύματα κατὰ τῶν εἰδωλολατρῶν Μορδοβιανῶν πριγκίπων. Τὸ 1233, ὑπακούοντας στὴν ἐπιθυμία τοῦ πατέρα του, νυμφεύεται τὴ Θεοδουλία, θυγατέρα τοῦ ἱεροῦ πρίγκιπος Μιχαὴλ τοῦ Τσέρνιγκωφ, ἀλλὰ ξαφνικὰ πεθαίνει καὶ ἐνταφιάζεται στὴ μονὴ Γιοῦρεφ τοῦ Νόβγκοροντ. Ἡ Θεοδουλία, μετὰ τὸν ἀπροσδόκητο θάνατο τοῦ συζύγου της, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἐγκαταβίωσε σὲ μονή, ὅπου ἐκάρη μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Εὐφροσύνη († 25 Σεπτεμβρίου).
Οἱ Σουηδοί, τὸ 1614, ἔσπασαν τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ ἔρριψαν τὸ τίμιο λείψανο στὸ χῶρο τοῦ κοιμητηρίου. Ἀργότερα, ὁ Μητροπολίτης Ἰσίδωρος μετέφερε τὰ ἱερὰ λείψανα στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Νόβγκοροντ καὶ τὰ ἐναπέθεσε στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἀπ’ ὅπου, τὸ 1919, ἀφαιρέθηκαν ἀπὸ τοὺς Μπολσεβίκους.Ἀκολουθία στὸν Ἅγιο Θεόδωρο ἔγραψε ὁ Μητροπολίτης Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ Νόβγκοροντ Γαβριήλ († 1801).


Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Ἀναχωρητὴς ἐκ Σερβίας 

Ὁ Ὅσιος Πέτρος (Κόρισκϊυ) ἐγεννήθηκε, τὸ 1211, στὸ χωριὸ Οὐνγιμὶρ μεταξὺ τῆς πόλεως Πὲκ καὶ τοῦ Κοσόβου στὴ Σερβία. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία αὐτὸς καὶ ἡ ἀδελφή του Ἑλένη ἀφιερώθηκαν στὸν Θεὸ καὶ προέκοπταν σὲ σοφία, ἡλικία καὶ χάρη ἀπὸ τὸν Κύριο. 
Ὅταν ὁ Ὅσιος ἦταν σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν, εἶπε στοὺς γονεῖς του τὴν ἐπιθυμία του νὰ γίνει μοναχός. Ὅμως ὁ πατέρας του ἀπέθανε, ὅταν ὁ Πέτρος ἦταν μόνο δεκατεσσάρων ἐτῶν, καὶ ἔτσι ἀνέβαλε τὰ σχέδιά του, γιὰ νὰ ἐγκαταβιώσει σὲ μοναστήρι, προκειμένου νὰ φροντίσει τὴ μητέρα καὶ τὴν ἀδελφή του. 
Ἡ μητέρα του ἐκοιμήθηκε δύο χρόνια ἀργότερα. Ὁ Ὅσιος ἐρώτησε τὴν ἀδελφή του, ἐὰν ἐσκόπευε νὰ νυμφευθεῖ, διότι ἡ συνείδησή του δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ τὴν ἐγκαταλείψει. Ἡ Ἑλένη ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία νὰ γίνει μοναχὴ καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὸν ἀσκητικὸ βίο. Ἔτσι ἐπώλησαν τὰ ὑπάρχοντά τους, διένειμαν τὰ χρήματα στοὺς πτωχοὺς καὶ ἔφθασαν στὴ μονὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου στὸ Πέκ. Ἡ Ἑλένη εἰσῆλθε σὲ μία γυναικεία μονή, ἡ ὁποία εὑρισκόταν ἐκεῖ κοντά, ἀλλὰ ἀργότερα ἀκολούθησε τὸν ἐρημικὸ ἡσυχαστικὸ βίο μαζὶ μὲ τὸν κατὰ σάρκα ἀδελφό της. Οἱ ὧρες τῆς ἡμέρας καὶ τῆς νύκτας ἦσαν ἀφιερωμένες στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή.
῎Ομως οἱ δύο αὐτὲς φωτεινὲς λαμπάδες τῆς ἁγιότητος δὲν ἦσαν δυνατὸν νὰ μὴ φωτίσουν τὸν κόσμο. Πλῆθος κόσμου ἄρχισε νὰ συρρέει στὸν τόπο ἀσκήσεως τῶν δύο ἀδελφῶν, γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐλογία τους καὶ νὰ τοὺς συμβουλευθεῖ πνευματικά.
Ὁ Ὅσιος Πέτρος καὶ ἡ ἀδελφή του, γιὰ νὰ μὴν ὑποκύψουν στὸν πειρασμὸ τῆς ματαιοδοξίας, κατέφυγαν σὲ ἀπομακρυσμένη περιοχὴ τοῦ ποταμοῦ Ἰβὰρ κοντὰ στὴν πόλη τοῦ Μαύρου ποταμοῦ.
Ὁ διακαὴς πόθος τοῦ ἐρημικοῦ βίου ὁδήγησε τὰ βήματα τοῦ Ὁσίου σὲ ἕνα βουνὸ κοντὰ στὴν πόλη Πρίζρεν. Ἐκεῖ ἄφησε τὴ μοναχὴ ἀδελφή του, γιὰ νὰ συνεχίσει τὴ μοναχική της πολιτεία, ἐνῷ ἐκεῖνος ἀνῆλθε στὸ ὄρος καὶ ἔζησε ὡς ἐρημίτης σὲ ἕνα σπήλαιο τῆς περιοχῆς Κορίσα.
Ὁ ἀγώνας δὲν ἦταν εὔκολος. Ὁ Ὅσιος Πέτρος συνεχῶς καὶ μὲ ὅπλο τὴν προσευχὴ ἀντιστεκόταν στοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶ παγίδες τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐπιτέθηκε. Ὁ Ὅσιος προσευχήθηκε θερμὰ πρὸς τὸν Κύριο. Καὶ Ἐκεῖνος ἄκουσε τὴν προσευχή του. Σὲ ὅραμα τοῦ ἐμφανίσθηκε ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος τὸν διαβεβαίωσε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἐπέτρεπε πλέον αὐτὲς τὶς ἐπιθέσεις.
Ὁ Ὅσιος λουσμένος μέσα στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς Θεότητος, συνέχισε τὴν ἁγία ζωή του καὶ τὸν πνευματικὸ ἀγώνα. Προβλέποντας τὸ τέλος του, ἔσκαψε ἕναν τάφο ἔξω ἀπὸ τὸ σπήλαιο, προετοιμάσθηκε πνευματικά, ἀφοῦ ἐκοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1275.
Τὴ νύχτα τῆς κοιμήσεώς του ἕνα οὐράνιο φῶς ἔλουσε τὸ σπήλαιο, ἐνῷ οἱ ὑπόλοιποι μοναχοὶ ἄκουγαν τοὺς Ἀγγέλους νὰ ψάλουν.Ἑβδομήντα ἕτη ἀργότερα, ὁ βασιλέας Δουσὰν ἔκτισε μία ἐκκλησία στὴν Κορίσα καὶ μετέφερε ἐκεῖ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ὁσίου Πέτρου. Στὴ συνέχεια τὰ ἱερὰ λείψανα μετεκομίσθησαν στὸ ναὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ τῆς πόλεως Καλασχίν.


Οἱ Ὅσιοι Ἀγάπιος καὶ Νικόδημος 

Οἱ Ὅσιοι Ἀγάπιος καὶ Νικόδημος ἦσαν μοναχοὶ τῆς ἱερᾶς μονῆς Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ εἶχαν τὸ διακόνημα τοῦ δοχειάρη, διακονοῦντες μὲ προθυμία στὴν ἀποθήκη ποὺ εἶχαν τὸ λάδι. 
Στὸ βίο τους ἀκολούθησαν τὶς πνευματικὲς συμβουλὲς τοῦ Γέροντά τους Ὁσίου Γενναδίου τοῦ Δοχειάρη καὶ ἀξιώθηκαν μαζί του νὰ ἰδοῦν τὸ ὑπερφυὲς θαῦμα τῆς πληρώσεως τῶν κενῶν πίθων τοῦ δοχειοῦ, διὰ θαυμαστὴς ἐπεμβάσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἐλαιοβρύτιδος.
 Οἱ Ὅσιοι αὐτοὶ Πατέρες μας, ἀφοῦ ἔζησαν θεοφιλῶς, ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη. Οἱ χαριτόβρυτες κάρες τους φυλάσσονται μὲ εὐλάβεια στὴ μονὴ Βατοπαιδίου.


Οἱ Ὅσιοι Βασιανὸς καὶ Ἰωνᾶς τῆς Περτόμα 

Οἱ Ὅσιοι Βασιανὸς καὶ Ἰωνᾶς ἔζησαν τὸ 16ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρωσία καὶ ἀσκήτεψαν θεοφιλῶς στὴ μονὴ Σολόφκι ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Φιλίππου, Μητροπολίτου Μόσχας († 9 Ἰανουαρίου).
Ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη καί, τὸ 1599, οἱ Χριστιανοὶ ἀνήγειραν στὸν τόπο τοῦ ἐνταφιασμοῦ τους παρεκκλήσιο. Ἐκεῖ ἀργότερα, τὸ 1623, ὁ ἱερομόναχος Ἰάκωβος ἀνήγειρε τὴ μονὴ τῆς Περτόμα.


Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐν Χίῳ

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μάρκος ἦταν γόνος τοῦ εὐσεβοῦς Θεσσαλονικέως Χατζῆ – Κωνσταντῆ καὶ τῆς Μαρίας, ἡ ὁποία καταγόταν ἀπὸ τὴ Σμύρνη, ὄπου καὶ διέμεναν. Ὁ Μάρκος, ἔμπορος στὸ ἐπάγγελμα, σὲ κάποιο ταξίδι του στὴ νῆσο Χίο, κατὰ τὸ 1788, ἐνυμφεύθηκε. 
Ἀργότερα παρακινούμενος καὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Παΐσιο, ἐγκαταστάθηκε στὸ Κουσάντασι (Νέα Ἔφεσο), ὅπου συνδέθηκε παράνομα μὲ κάποια γυναίκα, ὀνομαζόμενη Μαρία, μετὰ τῆς ὁποίας συνελήφθη γιὰ μοιχεία, καὶ ὁδηγήθηκε στὸ δικαστήριο, ἀνώπιον τοῦ ἀγᾶ. Κάτω ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς ποινῆς προετίμησαν καὶ οἱ δύο νὰ ἐκωμόσουν. Ἔτσι ὁ μὲν Μάρκος ὑπέστη τὴν περιτομή, ἡ δὲ Μαρία ἐκλείσθηκε στὸ χαρέμι τοῦ ἀγᾶ.
Μετὰ τὴν πάροδο κάποιου χρόνου ὁ Μάρκος ἄρχισε νὰ αἰσθάνεται ἔνοχος γιὰ τὴν ἐξώμοση, γι’ αὐτὸ καὶ ἀναζήτησε κάποιον πνευματικό, ὅπου μὲ συντριβὴ ἀπέθεσε ὅλο τὸ βάρος τῶν ἁμαρτημάτων του. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ του καὶ ἑνὸς Χριστιανοῦ ἰατροῦ, ὁ ὁποῖος ἔπεισε τὸν ἀγᾶ ὅτι ἡ Μαρία ἔπασχε ἀπὸ κάποια ἀσθένεια, ἀπὸ τὴν ὁποία μποροῦσε νὰ τὴν θεραπεύσει μόνο κάποια Ἑβραία στὴ Σμύρνη, ὁ Μάρκος ἔλαβε τὴν ἄδεια τοῦ ἀγᾶ, γιὰ νὰ συνοδεύσει τὴ γυναίκα του ὡς ἐκεῖ, μὲ τὴ ρητὴ ἐντολὴ νὰ γυρίσουν καὶ πάλι πίσω.
Ὅταν ἔφθασαν στὴ Σμύρνη ἐπιβιβάσθηκαν σ’ ἕνα πλοῖο μὲ προορισμὸ τὴν Τεργέστη. Ἐξ αἰτίας ὅμως κάποιων ἐμποδίων δὲν παρέμειναν ἐκεῖ, ἀλλὰ κατευθύνθηκαν στὴ Βενετία, ὅπου ἔλαβαν τὸ Μυστήριο τοῦ Χρίσματος καὶ τῆς Θείας Κοινωνίας, καὶ τέλος ἐνυμφεύθηκαν.
Τὰ γεγονότα αὐτὰ συνέβησαν τὸ 1792. Στὴ Βενετία δὲν παρέμειναν πολύ, ἀλλὰ περιπλανήθηκαν σὲ διάφορα μέρη, φοβούμενοι μήπως τοὺς ἀνακαλύψουν οἱ Τοῦρκοι. Ἐπειδὴ ὅμως πουθενὰ δὲν μποροῦσε νὰ εὕρει ἠρεμία ὁ Μάρκος, ἀποφάσισε νὰ ἐπιστρέψει στὸν τόπο τῆς ἀρνήσεως, γιὰ νὰ ἀποπλύνει καὶ μὲ τὸ αἷμά του τὸ ἁμάρτημά του. 
Ἐγύρισε λοιπὸν στὸ Κουσάντασι, ὅπου ἐπισκέφθηκε τὸν πνευματικό του καὶ τοῦ ἐγνωστοποίησε τὴν ἐπιθυμία του. Αὐτὸς τότε προσπάθησε νὰ τὸν ἀποτρέψει, λέγοντάς του πὼς τὸ μαρτύριό του ἴσως ἐπιφέρει πολλὰ δεινὰ στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ἐφέσου, διότι οἱ Τοῦρκοι ἦταν ἤδη ἐξαγριωμένοι ἐξ αἰτίας τῆς ἀνεγέρσεως νέου ναοῦ στὴν πόλη, ἀλλὰ καὶ τοῦ Μαρτυρίου τοῦ Νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ ἐξ Ἐφέσου, ποὺ εἶχε προηγηθεῖ († 5 Ἀπριλίου 1801). 
Ἐπείσθηκε λοιπὸν ὁ Μάρκος καὶ ἐγκατέλειψε τὸ Κουσάντασι. Κατέφυγε στὴ Χίο, ὅπου, ἀφοῦ προετοιμάσθηκε κατάλληλα μὲ τὴ Θεία Κοινωνία, ἐπαρουσιάσθηκε στὸ δικαστήριο καὶ ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Χριστό.
Ὁ δικαστὴς στὴν ἀρχὴ προσπάθησε μὲ κολακεῖες νὰ τὸν μεταπείσει, ὅταν ὅμως εἶδε ὅτι αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατό, διέταξε τὴ φυλάκισή του. Ὁ Μάρκος ὑπέμεινε μὲ καρτερία ὄλα τὰ βασανιστήρια χωρὶς νὰ καμφθεῖ. Συνολικὰ ὁδηγήθηκε τρεῖς φορὲς ἐνώπιον τοῦ δικαστοῦ, ὁ ὁποῖος διαπιστώνοντας τὸ σταθερὸ φρόνημα καὶ τὴν ἀμετάθετη γνώμη του νὰ παραμείνει Χριστιανὸς διέτεξε τὴ θανάτωσή του.
Συγκινητικὴ ἦταν ἡ συμμετοχὴ τῶν Χριστιανῶν καὶ ἡ συνδρομή τους στὴν προετοιμασία τοῦ Μάρτυρος Μάρκου γιὰ τὸ μαρτύριο, μὲ νηστεῖες, δεήσεις καὶ προσευχές.
Πλῆθος κόσμου, ὄχι μόνο Χριστιανοὶ ἀλλὰ καὶ Τοῦρκοι καὶ Ἑβραῖοι, εἶχαν συγκεντρωθεῖ στὴν τοποθεσία Βουνάκι, ποὺ εἶχε ὁρισθεῖ γιὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ Νεομάρτυρος. Ἔτσι στὶς 5 Ἰουνίου τοῦ 1801, ἡμέρα Τετάρτη, ὁ Νεομάρτυρας Μάρκος ἐκτελέσθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.
Πολλοὶ Χριστιανοὶ ἐπῆραν ὡς εὐλογία τεμάχια ἀπὸ τὰ ἀνδύματα, ἀλλὰ καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου δίδοντας ἀρκετὰ χρήματα στοὺς Τούρκους. Τέλος, ἐξαγόρασαν τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Νεομάρτυρος, τὸ ὁποῖο εὐωδίαζε, καὶ τὸ ἐνταφίασαν κρυφὰ σὲ ἄγνωστο μέρος.
Στὸ Συναξάριο τοῦ Ἁγίου σημειώνονται πολλὰ θαύματα ποὺ συνέβησαν μὲ τὰ τίμια λείψανα, τὸ αἷμα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐνδύματα τοῦ Νεομάρτυρος.Τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Μάρκου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, ἐνῷ Ἀκολουθία πρὸς τιμήν του συνέταξε ὁ Νικηφόρος ὁ Χίος. Ἡ Ἀκολουθία αὐτή, ὅπως καὶ ὁ βίος τοῦ Νεομάρτυρος, περιέχονται στὸ Νέον Λειμωνάριον. Ἐπίσης ἐπανεκδόθηκαν τὸ 1930 καὶ τὸ 1968 στὸ Νέον Χιακὸν Λειμωνάριον.


Μνήμη λυτρώσεως τῆς φοβερᾶς ἀπειλῆς ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇ 

Διαβάζουμε: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης φοβερᾶς ἀπειλῆς καὶ ἀνάγκης ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇ, ὅτε μέλλοντας πάντας ἡμᾶς ὑπ’ αὐτῶν δικαίως αἰχμαλωτίζεσθαι καὶ φόνῳ μαχαίρας παραδίδοσθαι, ὁ Οἰκτίρμων καὶ Φιλάνθρωπος Θεός, διὰ σπάγχνα ἐλέους Αὐτοῦ, παρ’ ἐλπίδα πάντας ἡμᾶς ἐλυτρώσατο».
 Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐτελεῖτο Λιτὴ στὸν Κάμπο, στὴν πεδιάδα τὴν ἐκτεινόμενη ἐπάνω ἀπὸ τὸ Ἕβδομον τοῦ Βυζαντίου, πρὸς ἀνάμνηση ἀποτυχούσης ἐπιδρομῆς βαρβάρων στὴ βασιλεύουσα. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ αὐτὴ πανήγυρη ἐτελεῖτο στὸ Τριβουνάλιον καὶ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Βαβύλα.



Μνήμη Θαύματος Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ὡραιοτάτης ἐν Ἀκαρνανίᾳ 

(† 23 Αὐγούστου)Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός. 

Η χάρη της προσευχής φέρνει τον νου σε επαφή με τον Θεό

Η συνεχής προσευχή χωρίζει το νου απ’ όλα τα νοήματα και έτσι τον εμφανίζει γυμνό από περισπασμούς ενώπιον του Θεού· διότι τα νοήματα προκαλούνται από διάφορα πράγματα. Τα δε πράγματα είναι άλλα αισθητά και άλλα νοητά. Εφ’ όσον λοιπόν ο νους διακινείται μέσα στην περιοχή των πραγμάτων αυτών, αυτά συλλαμβάνει και αυτά τα νοήματα περιφέρει. Η δε χάρη της προσευχής φέρνει τον νου σε επαφή με το Θεό.
Έργο της Ελένης Τσερκάσοβα.
Αφού δε τον ενώσει με το Θεό, τον χωρίζει απ’ όλα τα νοήματα· τότε ο νους γυμνός πλέον επικοινωνεί μαζί Του και γίνεται θεοειδής. Αφού δε γίνει θεοειδής, ζητεί από το Θεό τα πρέποντα κι έτσι δεν σφάλλει ποτέ στα αιτήματά του, διότι πάντοτε η παράκλησή του πραγματοποιείται από το Θεό. Γι’ αυτό ο Απόστολος Παύλος μας διατάσσει: «αδιαλείπτως προσεύχεσθε…», για να πετύχουμε με την διαρκή συνάφεια του νου μας με το Θεό, σιγά-σιγά την αποκοπή του από κάθε προσκόλληση στα υλικά.
Ερώτηση: Και πώς ο νους μπορεί να προσεύχεται συνεχώς, εφ’ όσον όταν ψάλλουμε ή διαβάζουμε ή συνομιλούμε ή διακονούμε, ο νους διαμοιράζεται σε πολλά νοήματα και θεωρήματα;
Απόκριση: Η Αγία Γραφή τίποτε το αδύνατον δεν προστάζει, αφού κι ο ίδιος ο Απόστολος και έψαλλε και διάβαζε και δίδασκε και διακονούσε και υπέφερε από τους διωγμούς, κι όμως προσευχόταν αδιαλείπτως. Διότι αδιάλειπτος προσευχή είναι το να έχουμε το νου πάντοτε προσηλωμένο με πολλή ευλάβεια και πόθο στο Θεό· να εξαρτάται πάντοτε ο άνθρωπος από την ελπίδα προς Αυτόν και να στηρίζει το θάρρος του για όλα τα έργα του σ’ Αυτόν όλα όσα συμβαίνουν να τα αντιμετωπίζει όπως ο Απόστολος, που έλεγε σ’ όλες τις περιστάσεις: «ποιός μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; θλίψη ή στενοχώρια ή πείνα…, ή μαχαίρι;» (Ρωμ. 8, 35). Και κατόπιν διαβεβαιώνει, συνεχίζοντας: «είμαι βέβαιος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε αρχές ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μελλοντικά ούτε ύψωμα ούτε βάθος ούτε κάποιο άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού, όπως φανερώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας». Αυτή λοιπόν την εσωτερική εργασία είχε ο Απόστολος προσευχόμενος συνεχώς και αδιαλείπτως· διότι σε όλα του τα έργα, όπως είπαμε, και σε όλα όσα του συνέβαιναν είχε εξαρτήσει τον εαυτό του από την ελπίδα προς το Θεό. Γι’ αυτό και όλοι οι Άγιοι έχαιραν πάντοτε στις θλίψεις που τους συνέβαιναν, για να συνηθίσουν να ελπίζουν στο Θεό. Έχω λοιπόν τη γνώμη, ότι αυτή είναι η ασύγκριτη και καθαρή κατάσταση της προσευχής. Να κατορθώσει δηλαδή ο νους να βρεθεί έξω από τη σάρκα και τον κόσμο και να προσεύχεται τελείως απαλλαγμένος από την ύλη και τις μορφές του κόσμου.
Αυτός λοιπόν που θα κατορθώσει να διατηρήσει ακέραιη αυτή την κατάσταση της ψυχής, αυτός πραγματικά προσεύχεται αδιαλείπτως.
πηγή: Αγίου Μαξίμου Ομολογητή, «Ο κόσμος της Προσευχής», εκδ. Κάλαμος

Προς αγανακτισμένους



Αγαπητοί φίλοιΔεν ξέρω για πόσες μέρες είστε αγανακτισμένοι. Εγώ είμαι μια ζωή. Και όχι, γιατί έχω κάποιο σύνδρομο αγανάκτησης. Αλλά γιατί από μικρό παιδί έζησα κάτω απ’ το ζυγό της ανάγκης και της φτώχειας.Οι δυο μεγάλες χαρές της παιδικής μου ηλικίας ήταν, όταν στην προσχολική μου ζωή φόρεσα γουρουνοτσάρουχα και στη ν 4η του Δημοτικού φόρεσα πάνινα παπούτσια.
Η φτώχεια μας δεν ήταν αποτέλεσμα της τεμπελιάς μας.

Γιατί δουλεύαμε μέρα νύχτα. Στα καπνά και σε όλα τα μέτωπα. Ήταν αποτέλεσμα της κλοπής και της ληστείας του κράτους, των βιομηχάνων και των μεσαζόντων.

Που σημαίνει ότι ήταν αποτέλεσμα της αλυσιδωτής αδικίας.

Η πολιτική και οικονομική ολιγαρχία μπορεί να κλέβει και να ληστεύει απεριόριστα. Παράνομα και νόμιμα. Χωρίς να φοβάται τίποτε.

Έχουμε μπουχτίσει να βλέπουμε και ν’ ακούμε απ’ τα παράθυρα των τηλεοράσεων τους κλέφτες και τους απατεώνες να βρίζουν οι μεν τους δε για τις κλοπές και τις ληστείες και τις απάτες τους.

Είδατε μήπως κανέναν να δικαστεί και να καταδικαστεί; Να μπει στη φυλακή και να επιστρέψει τα κλεμμένα; Κανένας!

Έχουν νομικά και συνταγματικά κατοχυρωμένη την ασυλία της αλητείας και της ασυδοσίας τους. Αλλά…
Η νομική και οικονομική αλητεία και ασυδοσία δεν είναι μόνο εθνικό, αλλά και διεθνές σπορ. Που σημαίνει ότι οι ντόπιοι κλέφτες και απατεώνες είναι συγκοινωνούντα δοχεία με τους διεθνείς. Και έχουν την αμέριστη αλληλεγγύη και συμπαράστασή τους
Με αποτέλεσμα να προαχθούν από κλέφτες και απατεώνες, σε εφιάλτες και προδότες. Έτσι που, όχι μόνο το λαό, να ληστεύουν, αλλά και την ίδια την πατρίδα να προδίδουν και να την ξεπουλάνε.
Και, γι’ αυτό, ακριβώς, σε συνεργασία με τους διεθνείς τοκογλύφους, μεθόδευσαν το τεράστιο χρέος.
Και, τώρα υποστηρίζουν τον παραλογισμό ότι, για να ξεχρεωθούμε, πρέπει να χρεωνόμαστε ολοένα και περισσότερο. Πληρώνοντας ολοένα και μεγαλύτερους τόκους.


Στο όνομα, λοιπόν, αυτού του παραλογισμού ψήφισαν, πριν ένα χρόνο, το μνημόνιο της εσχάτης προδοσίας και υπόγραψαν τη δανειακή σύμβαση της εθνικής δολοφονίας.

Σύμφωνα με την οποία αποφάσισαν την αμετάκλητη και άνευ όρων παραίτηση της πατρίδας μας από τα κυριαρχικά της δικαιώματα και τα περιουσιακά της στοιχεία!…

Που σημαίνει ότι η μαφία των τοκογλύφων μπορεί να ξεπουλάει, ακόμη και τους αρχαιολογικούς μας χώρους και τις παραμεθόριες περιοχές. Ακόμη-ακόμη και τις ένοπλες δυνάμεις της πατρίδας μας!…

Και υπάρχουν ακόμη Έλληνες που χειροκροτούν και ζητωκραυγάζουν την έσχατη αυτή προδοσία και δολοφονία της πατρίδας μας….

Και μπαίνει το ερώτημα: Εμείς τι κάνουμε;
Και ασφαλώς θα πούμε ότι εμείς, οι αγανακτισμένοι δεν ανήκουμε στους χειροκροτητές της προδοσίας. Μάλιστα ήρθαμε εδώ για να διαδηλώσουμε την αντίθεσή μας και την αγανάκτησή μας.

Αλλά αρκεί αυτό;

Πιστεύουμε ότι υπάρχει περίπτωση να συγκινήσουμε τους μεταλλαγμένους αυτούς ανθρώπους; Που είναι ολόιδιοι με το θάνατο! Τυφλοί, κουφοί και χωρίς σπλάχνα. Σαν τα ταριχευμένα πτώματα. Συνειδητά ασυνείδητοι και αποφασισμένοι! Για να υπηρετήσουν πιστά τα αφεντικά της παγκόσμιας διαβολοκυβέρνησης. Και ορκισμένοι να φέρουν σε πέρας την έσχατη προδοσία του ξεπουλήματος της πατρίδας μας!…
Ε, και λοιπόν-ίσως πείτε- και τι να κάνουμε; Να πάρουμε τουφέκια, μαχαίρια τσεκούρια και να επαναστατήσουμε;

Σε καμιά περίπτωση! Άλλωστε στην περίπτωση αυτή οι εφιάλτες και οι πάτρωνές τους διαθέτουν περισσότερα όπλα. Είναι προετοιμασμένοι. Και πιθανώς να το εύχονται κιόλας. Για να βρουν έτσι πάτημα και να κάμουν το ληστρικό τους καθεστώς τους ακόμη καταπιεστικότερο και ασφυκτικότερο.

Ο ασφαλέστερος και αποτελεσματικότερος δρόμος και τρόπος αντίδρασης είναι η άμεση και γρήγορη πολιτική οργάνωση.

Το 60% των Ελλήνων είναι εναντίον τους. Και, όπως αυτοί συνεννοούνται μεταξύ τους, για να επιβάλλουν το καθεστώς της έσχατης προδοσίας και του ξεπουλήματος, παρόμοια να βρούμε κι εμείς ένα minimum συναίνεσης. Για να ανατρέψουμε το προδοτικό τους καθεστώς και να αποτρέψουμε την καταστροφή της πατρίδας μας.

Γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να προκηρύξουν σύντομες εκλογές. Να δημιουργήσουν κυβέρνηση συναίνεσης. Και να προχωρήσουν στο ξεπούλημα και της διάλυση της κρατικής και εθνικής μας υπόστασης. Και στην οριστική υποδούλωση στο εφιαλτικό καθεστώς της χρεοκοπίας και της τοκογλυφίας.
Όχι, λοιπόν, παθητική ομφαλοσκόπηση απέναντι στο νεκροταφείο των συνειδήσεων της πολιτικής και οικονομικής ολιγαρχίας.
Αλλά άμεση και γρήγορη οργάνωση για την ανατροπή της εφιαλτικής χρεοκρατίας και την αποτροπή του εξευτελιστικού πλειστηριασμού των πλουτοπαραγωγικών πηγών της πατρίδας μας…

Έτσι ώστε να μην καταντήσει η Βουλή των Ελλήνων από ναός της δημοκρατίας, Βαστίλη της τοκογλυφίας….

Τελικά τι έχει μείνει Ελληνικό;


Γράφει η Έφη.
Η Μακεδονία τώρα πρέπει να γίνει ….Σλαβική!
Η Κύπρος …..Τουρκική.
Η Θράκη σε λίγο Ανεξάρτητη.
Το Αιγαίο έτσι κι έτσι…
Η Βόρειος Ήπειρος….ελάχιστα Ελληνική.
Τα νησιά του Ιουνίου και ολίγον Ιταλικά!

Να πάμε και πάρα κάτω; Δεν χρειάζεται! Γιατί όπως το πάνε τίποτα
δεν είναι Ελληνικό! Απλώς κατοικούμε σε ένα Τόπο που πρέπει να πληρώνουμε…ενοίκιο! Ναι… Ναι… Σύντομα θα μας πάνε και στα…. δικαστήρια για την αύξηση του ΕΝΟΙΚΙΟΥ! «ΤΕΛΙΚΑ ΤΙ ΣΚΕΠΤΟΝΤΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΑΦΗΣΟΥΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ;
Τι σκέπτονται να μας αφήσουν δικό μας; Τι σκέπτονται να μας....
αφήσουν αδιαπραγμάτευτο;»

Τόσο βιαστικοί είναι στις αποφάσεις τους; Γιατί;
Τα τελευταία χρόνια, όλοι τους έχουν ριχτεί κατά της Ελλάδος με κάθε τρόπο και κάθε μέσο! Όλοι τους ζητάνε κι από κάτι… Και, μεταξύ μας, το «τσιμπάνε» χωρίς μεγάλο κόπο!

Πήρανε την Κύπρο…. Όση πήρανε… Και τρέξαμε και τρέχουμε παντού… Και ΟΛΟΙ μας χτυπάνε την πλάτη και ΟΛΟΙ αναγνωρίζουν ότι έχουμε δίκαιο και ΟΛΟΙ μας λένε κατά της Τουρκίας…. Μόνο που στα προφορικά παίρνουν ΑΡΙΣΤΑ και στα Πρακτικά μηδέν…. Όλοι τους μας έλεγαν για την Κύπρο….

Όλοι μας «άρπαζαν» μέσα από τα χέρια, πριν από χρόνια, κάθε φυγάδα από την Αλβανία για την προπαγάνδα τους… ΟΛΟΙ τους κατά της Ελλάδος!
ΟΛΟΙ… Τι καταλάβατε; Ότι κι εγώ… Την πρόστυχη συμπεριφορά, άλλη μία σε βάρος της Μικρής Ελλάδος!

Σε βάρος τούτου του Τόπου παίζεται μεγάλο παιχνίδι…. Σε βάρος του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας!


ΜΕ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΧΟ: ΝΑ ΜΗΝ ΑΦΗΣΟΥΝ ΤΙΠΟΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟ!

Τι άλλο ζητάνε από την Ελλάδα;
Όπου μπόρεσαν μέχρι σήμερα την ψαλίδισαν…
Όπου μπόρεσαν της έκοψαν τα φτερά…

ΤΙ ΑΛΛΟ ζητάνε από την Ελλάδα;
Ποιο άλλο… κομμάτι γουστάρουν;
Γιατί δεν μας δηλώνουν καθαρά τι ζητάνε από την Ελλάδα;
Μήπως και την Κόρινθο;
Μήπως και τα νησιά του Ιονίου;


Ποιος έχει πει στους … συμμάχους ότι ενοικιάζεται η Ελλάδα;
Ή, ίσως, ότι πωλείται;
Ποιος;
Καιρός να το μάθουμε!

πηγή


ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2011/06/blog-post_4536.html#ixzz1OLKN0TLu

ΜΑΘΕ ΠΩΣ ΣΕ ΕΞΟΥΣΙΑΖΟΥΝ! Ο ΑΘΟΡΥΒΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕ ΤΑ ΣΙΩΠΗΛΑ ΟΠΛΑ!


Το έγγραφο αυτό περιγράφει ξεκάθαρα την δογματική και κυριαρχική νοοτροπία της ελίτ της Παγκόσμιας Κυβέρνησης. Βρέθηκε τυχαία το 1986, ονομάστηκε «Σιωπηλά όπλα για έναν αθόρυβο πόλεμο», και αποτελεί μια θαυμαστή εξήγηση της τεχνικής της μαζικής πλύσης εγκεφάλου. Αυτό το εκτενές και λεπτομερές έγγραφο που χρονολογείται από το 1979 περιγράφει μία πολιτική που επιβλήθηκε από το 1950. Το έγγραφο λέει πως: «ο αθόρυβος πόλεμος …κηρύχθηκε από την Διεθνή Ελίτ σε μια συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στα 1954». Το 1954 όμως είναι το έτος που για πρώτη φορά συναντήθηκε η λέσχη Μπίλντερμπεργκ.

Εδώ υπάρχει μια περίληψη του περιεχομένου του:

«Η εμπειρία έχει αποδείξει πως η πιο απλή μέθοδος για την εξασφάλιση ενός σιωπηλού όπλου και η απόκτηση ελέγχου του κοινού, είναι να τους διατηρούμε ανεκπαίδευτους και αδαείς όσον αφορά τις αρχές των βασικών συστημάτων αφ’ ενός, ενώ αφ' ετέρου να τους κρατούμε σε σύγχυση, να τους έχουμε αποδιοργανωμένους και αποσπασμένους σε θέματα που δεν έχουν καμία πραγματική σημασία.

Αυτό επιτυγχάνεται με: ........... .

1. Τον χωρισμό των εγκεφάλων τους, την υπονόμευση των πνευματικών τους δραστηριοτήτων την παροχή ενός προγράμματος χαμηλής ποιότητας στην δημόσια εκπαίδευση, τα μαθηματικά, τον σχεδιασμό συστημάτων και τα οικονομικά αλλά και την αποθάρρυνση τους στον τομέα της τεχνικής δημιουργικότητας.

2. Την εξάρτηση των αισθημάτων τους και την αύξηση της αυτοϊκανοποίησής τους αλλά και της ικανοποίησης τους σε συναισθηματικές και σωματικές δραστηριότητες με:

α) Άσχετες συναισθηματικές προσβολές και επιθέσεις (πνευματικός και συναισθηματικός βιασμός) μέσω μιας μόνιμης επίθεσης σεξ, βίας και πολέμων στα μέσα ενημέρωσης -κυρίως την τηλεόραση και τις εφημερίδες.

β) Την ικανοποίηση κάθε επιθυμίας τους -σε υπερβολή- «σκουπιδοτροφές για τη σκέψη» και με την αποστέρηση όλων αυτών που πραγματικά έχουν ανάγκη.

γ) Την επανεγγραφή της ιστορίας και του νόμου και την υποταγή του κοινού σε μία παρεκκλίνουσα δημιουργία, έτσι ώστε να μπορεί να ανορθώνει τη σκέψη του από τις προσωπικές ανάγκες σε ιδιαίτερα κατασκευασμένες εξωτερικές προτεραιότητες.
Τα σιωπηλά όπλα της τεχνολογίας κοινωνικού αυτοματισμού θα παρεμποδίζουν τα ενδιαφέροντα του και τις ανακαλύψεις του.

Όσο περισσότερη σύγχυση, τόσο περισσότερο όφελος. Άρα η καλύτερη προσέγγιση είναι να δημιουργούμε προβλήματα και μετά να προτείνουμε λύσεις.»

Περιληπτικά:
✓Στα μέσα διατηρήστε την προσοχή του ενήλικου κοινού μακριά από τα πραγματικά κοινωνικά θέματα και αιχμαλωτίστε το με θέματα που δεν έχουν καμιά πραγματική αξία.
✓ Στα σχολεία κρατήστε το νεαρό κοινό σε άγνοια όσον αφορά τα πραγματικά μαθηματικά, τα πραγματικά οικονομικά θέματα, τον πραγματικό νόμο και την πραγματική ιστορία.
✓Στη διασκέδαση διατηρήστε την διασκέδαση του κοινού κάτω από το πνευματικό επίπεδο της Στ' δημοτικού.
✓Στην εργασία διατηρήστε το κοινό απασχολημένο ... απασχολημένο ... απασχολημένο ... για να μην έχει χρόνο να σκεφτεί φέρτε το πίσω στο αγρόκτημα με τα άλλα ζώα.

ΤΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΓΙΑ ΤΑ ΣΙΩΠΗΛΑ ΟΠΛΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΜΕ ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΤΡΟΠΟ ΤΗΝ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΟΥ ΝΟΥ ΜΕ ΜΙΚΡΟΚΥΜΑΤΑ.


Γράφει για τον αθόρυβο πόλεμο:
«Πυροβολεί καταστάσεις αντί για σφαίρες. Προωθείται με επεξεργασία δεδομένων αντί με την πυρίτιδα με έναν υπολογιστή αντί για ένα όπλο- την χειρίζεται ένας προγραμματιστής υπολογιστών αντί ένας σκοπευτής- ενεργεί κάτω από τις διαταγές ενός τραπεζικού μεγιστάνα αντί ενός στρατηγού του στρατού.

Δεν δημιουργεί προφανείς θορύβους, δεν προκαλεί προφανείς σωματικές βλάβες και δεν αναμιγνύεται φανερά στην καθημερινή κοινωνική ζωή κανενός.

Προκαλεί όμως αλάνθαστους «θορύβους», προκαλεί αλάνθαστες σωματικές και πνευματικές βλάβες και εμπλέκεται με αλάνθαστο τρόπο στην καθημερινή κοινωνική ζωή, δηλαδή αλάνθαστα στον εκπαιδευμένο παρατηρητή, αυτόν που γνωρίζει που να κοιτάζει. Το κοινό δεν μπορεί να κατανοήσει το όπλο κι έτσι δεν μπορεί να πιστέψει πως δέχεται την επίθεση και υποτάσσεται από ένα όπλο.

Το κοινό μπορεί ενστικτωδώς να αισθανθεί πως κάτι πάει στραβά, εξ' αιτίας όμως της τεχνολογικής φύσης του σιωπηλού όπλου, δεν μπορεί να εκφράσει τα συναισθήματα του με λογικό τρόπο, ή να χειριστεί το πρόβλημα με έξυπνο τρόπο. Έτσι δεν γνωρίζει πως να ζητήσει βοήθεια και δεν ξέρει πως να συνεργαστεί με άλλους για να αμυνθούν εναντίον του.

Όταν ένα σιωπηλό όπλο εφαρμόζεται σταδιακά, τότε το κοινό προσαρμόζεται στην παρουσία του και μαθαίνει να ανέχεται την επέμβαση του στη ζωή του, μέχρι που η πίεση (ψυχολογική ή οικονομική) να γίνει πάρα πολύ μεγάλη και να καταρρεύσει. Άρα το σιωπηλό όπλο είναι ένας τύπος βιολογικού πολέμου. Επιτίθεται στη ζωτικότητα, την κινητικότητα και τις επιλογές των ατόμων μιας κοινωνίας, γνωρίζοντας, κατανοώντας, χειριζόμενο και επιτιθέμενο στις πηγές φυσικής και κοινωνικής ενέργειας και στις σωματικές, πνευματικές και συναισθηματικές δυνάμεις και αδυναμίες».

Με άλλα λόγια διαίρει και βασίλευε. Όταν κάποιοι εισαγάγουν την παγκόσμια δικτατορία τους με σταδιακή προσέγγιση τότε πολλοί λίγοι θα συνειδητοποιήσουν τι πραγματικά γίνεται μέχρι να είναι πολύ αργά. Στην πραγματικότητα οι πολλοί θα καταδικάσουν και θα γελάσουν αυτούς που θα προσπαθήσουν να τους καταδείξουν τι ακριβώς συμβαίνει. Κλείνοντας το θα αναφέρω τρία μόνον αποσπάσματα από κάποιες εκατοντάδες αναφορές που κατά καιρούς έχουν δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά για την σύνδεση του ανθρώπινου εγκεφάλου με κρατικούς υπολογιστές μέσω ραδιοεπικοινωνιών:

«Είναι μέσα στην εξουσία μας να παρατηρούμε τι βλέπει, τι αισθάνεται και τι σκέπτεται ένα άτομο, να εξετάζουμε εξονυχιστικά τη συμπεριφορά και να ανιχνεύουμε ακόμη την περίπτωση του τυχαίου στις συνειδητές του αποφάσεις, αλλά και στην ψυχολογική και ασυνείδητη κατάσταση του».(Telemetry is coming of age)

«Μπορούμε να επιλέξουμε να χρησιμοποιήσουμε την αυξανόμενη γνώση μας για να σκλαβώσουμε τους ανθρώπους με τρόπους που δεν φανταστήκαμε ποτέ, αφαιρώντας τους την προσωπικότητα και ελέγχοντας τους με μέσα τόσο προσεκτικά επιλεγμένα που δεν θα γνωρίσουν ίσως ποτέ την απώλεια της προσωπικότητας τους» (Καθηγητής Καρλ Ρότζερς - Science).

«Έχουν αναπτυχθεί τεχνικές για την έρευνα και τον χειρισμό του ανθρώπου. Οι διπλής ροής επικοινωνίες με τα βάθη του εγκεφάλου κάνουν δυνατή την αποστολή και την λήψη πληροφο¬ριών από και προς τον εγκέφαλο ... Μπορούμε να ξεκινήσουμε, να σταματήσουμε ή να τροποποιήσουμε μία ποικιλία αυτόνομων σωματικών συμπεριφορών και πνευματικών εκφράσεων. Μπορούμε να πειραματιστούμε με τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς που είναι υπεύθυνοι για τον καθορισμό και την διατήρηση .... συγκεκριμένων συμπεριφορών και πνευματικών λειτουργιών ... Καθώς δεν χρησιμοποιούνται μπαταρίες, η ζωή του μεταδότη είναι απεριόριστη. Ενέργεια και πληροφορίες παρέχονται από ραδιοφωνικές συχνότητες» (Αναφορά ψυχιατρικών ερευνών: «Η επέμβαση του Ανθρώπου στις διεγκεφαλικές Λειτουργίες» από το Ψυχιατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Γέηλ των ΗΠΑ).

Ολόκληρο το έγγραφο εδω:
http://www.lawfulpath.com/ref/sw4qw/index.shtml

πηγή


ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2011/06/blog-post_9434.html#ixzz1OL9JVDrg

Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α΄Οικουμενικής Συνόδου


Κατά τήν ἑβδόμη ἀπό τοῦ Πάσχα Κυριακή ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τήν μνήμη τῶν ἁγίων 318 θεοφόρων Πατέρων τῆς Α’ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ μεγάλη αὐτή Σύνοδος συνεκλήθη, ὡς γνωστόν, ἀπό τόν πρῶτο χριστιανό αὐτοκράτορα, τόν Κωνσταντῖνο, στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τόν Μάϊο τοῦ ἔτους 325, κατεδίκασε τήν αἵρεσι τοῦ Ἀρείου καί ἀνεκήρυξε τόν Χριστό Θεό, ὁμοούσιο πρός τόν Πατέρα. Στίς 29 Μαΐου βρίσκομε σέ πολλά χειρόγραφα νά σημειώνεται ἡ μνήμη τῶν Πατέρων τῆς Συνόδου αὐτῆς. Ὁ ἑορτασμός τῆς μνήμης των κατά τήν παροῦσα Κυριακή ὀφείλεται, ὅπως εἶναι φανερό, στό γνωστό καί ἀπό ἄλλες περιπτώσεις ἔθος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, νά μεταθέτῃ σέ Κυριακές τίς μνῆμες τῶν μεγάλων ἁγίων. Ἡ ἑβδόμη ἀπό τοῦ Πάσχα Κυριακή δέν εἶχε ἰδιαίτερο ἑορτολογικό θέμα καί προτιμήθηκε ὡς ἡ καταλληλοτέρα καί ἡ πλησιεστέρα πρός τήν μνήμη τῶν Πατέρων γιά νά μεταφερθῇ σ᾽ αὐτήν ὁ ἑορτασμός των.

Τήν Κυριακή τῶν ἁγίων Πατέρων θά ἀκούσωμε μαζί μέ τήν συνήθη ἀναστάσιμο ἀκολουθία τῆς Κυριακῆς νά συμπλέκωνται τροπάρια μεθέορτα τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, πού ἑωρτάσαμε, ἀλλά καί προεόρτια τῆς ἑορτῆς πού θά πανηγυρίσωμε μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες, τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς. Ἔτσι Ἀνάστασις, Ἀνάληψις, Πεντηκοστή καί Πατέρες ἀπό κοινοῦ θά ὑμνηθοῦν αὐτήν τήν ἐνδιάμεσα τῶν μεγάλων αὐτῶν ἑορτῶν Κυριακή. Παρ᾽ ὅλα τά ἐκ πρώτης ὄψεως ἀσυμβίβαστα αὐτά ἑορτολογικά θέματα, δέν λείπει ἀπό τήν ἀκολουθία τῆς ἡμέρας αὐτῆς μία σχετική ἁρμονία, πού τήν συνθέτουν ἀκριβῶς οἱ διαφορές καί οἱ ἀντιθέσεις τῶν ἐπί μέρους θεμάτων. Ἄν μάλιστα τήν τοποθετήσωμε στό ὅλο πλαίσιο τοῦ Πεντηκοσταρίου θά διακρίνωμε μέ πόση νηφαλία κρίσι καθωρίσθη ἡ διαδοχή αὐτή τῶν ἑορτῶν ἀπό τούς συντάκτας τοῦ ἑορτολογίου μας. Χάρις, πράγματι, στά θέματα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς ἐπιτυγχάνεται ἡ δημιουργία ἑνός μεταβατικοῦ σταθμοῦ μεταξύ τῶν μεγάλων ἑορτῶν πού ἑωρτάσαμε καί ἐκείνης πού ἐπίκειται. Μέ τήν μνήμη ἐξ ἄλλου τῶν Πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου τονίζεται ἡ πιστότης τῆς Ἐκκλησίας στήν ἀληθινή καί ὀρθή διδασκαλία, ὅπως τήν ἄκουσε ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου καί ὅπως τήν εἶδε ἀνάγλυφη στό ὅλο σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἀκριβῶς ὑπογραμμίζει καί τό συναξάριο τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πατέρων. «Τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζομεν δι᾽ αἰτίαν τοιαύτην. Ἐπειδή γάρ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός τήν καθ᾽ ἡμᾶς φορέσας σάρκα, τήν οἰκονομίαν ἅπασαν ἀρρήτως ἐνήργησε καί πρός τόν πατρῷον ἀποκατέστη θρόνον, θέλοντες δεῖξαι οἱ ἅγιοι ὅτι ἀληθῶς ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐγένετο ἄνθρωπος καί τέλειος ἄνθρωπος Θεός ἀνελήφθη καί ἐκάθισε ἐν δεξιᾷ τῆς μεγαλωσύνης ἐν ὑψηλοῖς, καί ὅτι ἡ σύνοδος αὕτη τῶν ἁγίων Πατέρων οὕτως αὐτόν ἀνεκήρυξε καί ἀνωμολόγησεν ὁμοούσιον καί ὁμότιμον τῷ Πατρί. τούτῳ τῷ λόγῳ μετά τήν ἔνδοξον Ἀνάληψιν τήν παροῦσαν ἐθέσπισαν ἑορτήν, ὡσανεί τόν σύλλογον τῶν τοσούτων Πατέρων προβιβάζοντες τοῦτον δή ἐν σαρκί ἀναληφθέντα Θεόν ἀληθινόν καί ἐν σαρκί τέλειον ἄνθρωπον ἀνακηρυττόντων». Στόν ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν Ι’- ΙΑ’ αἰῶνα ἑώρταζαν τήν Κυριακή αὐτή ἐκτός ἀπό τούς Πατέρας τῆς Α’ καί τούς ἄλλους Πατέρας τῶν ἕξ οἰκουμενικῶν Συνόδων, προφανῶς γιά τόν ἴδιο λόγο. γιά νά παρασταθῇ δηλαδή ἡ ἑνότης τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καί ἡ συνέπειά της πρός τήν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου. Λείψανο τοῦ κοινοῦ αὐτοῦ ἑορτασμοῦ βρίσκομε στό δοξαστικό τῆς λιτῆς τῆς ἀκολουθίας. Σ᾽ αὐτό ἐκτός ἀπό τόν Ἄρειο ἀπαριθμοῦνται καί ὁ Μακεδόνιος, ὁ Νεστόριος, ὁ Εὐτυχής, ὁ Σαβέλλιος καί ὁ Σεβῆρος, ἡ διδασκαλία τῶν ὁποίων κατεδικάσθη ἀπό τάς ἄλλας Οἰκουμενικάς Συνόδους. Τελικά ὅμως ἡ ἑορτή διετήρησε μόνον τό ἀρχικό της θέμα, τήν μνήμη τῶν 318 Πατέρων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Ἀπό τό ὅλο λειτουργικό περιεχόμενο τῆς ἡμέρας θά σταθοῦμε στά δύο ἀναγνώσματα τοῦ ἑσπερινοῦ καί στά δύο τῆς θείας λειτουργίας. Τά δύο πρῶτα εἶναι παρμένα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἔχουν δέ σημασία, γιατί στά ἐπεισόδια στά ὁποῖα ἀναφέρονται ἐκεῖ διεῖδε ἡ Ἐκκλησία τόν τύπο τῶν Πατέρων καί τόν ρόλο των στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Στό πρῶτο, ἀπό τήν Γένεσι, κεφάλαιο 14, 14-20, περιγράφεται ἡ θαυμαστή νίκη τοῦ Ἀβραάμ, πού ἐπί κεφαλῆς τῶν 318 «οἰκογενῶν» του κατετρώπωσε τούς ἑπτά περιοίκους βασιλεῖς, ἀπηλευθέρωσε τούς αἰχμαλώτους καί ἐδέχθη γιά τήν νίκη του τήν εὐλογία τοῦ βασιλέως τῆς Σαλήμ, τοῦ Μελχισεδέκ. Καί οἱ Πατέρες τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, 318 καί ἐκεῖνοι ὅπως οἱ δοῦλοι τοῦ Ἀβραάμ, θεῖο στρατόπεδο – θεία παρεμβολή καί αὐτοί, κατατροπώνουν μέ τήν ἀδάμαστο μαχητικότητά τους τούς ἐχθρούς τοῦ Χριστοῦ. Συντρίβουν τήν αἵρεσι καί ἀπελευθερώνουν τούς ἁρπαγέντας ἀπό αὐτήν πιστούς. Στό δεύτερο ἀνάγνωσμα, Δευτερονομίου 1, 8-17, ὁ Μωυσῆς ἀφηγεῖται πῶς ἐξέλεξε ἀπό τό λαό «ἄνδρας σοφούς καί ἐπιστήμονας καί συνετούς» καί ἀνέθεσε σ᾽ αὐτούς τήν καθοδήγησι, τήν διακυβέρνησι τοῦ λαοῦ. Καί αὐτοί εἶναι τύπος τῶν Πατέρων, στούς ὁποίους ὁ Κύριος ἐνεπιστεύθη τήν διαποίμανσι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπάνω σ᾽ ἐκείνους ἐμερίσθη τό πνεῦμα τοῦ Μωυσέως. Σ᾽ αὐτούς μερίζει τό Πνεῦμα τό ἅγιον τά χαρίσματα τῆς σοφίας καί τῆς ὀρθῆς κρίσεως στά ἑκάστοτε ἀναφυόμενα στήν Ἐκκλησία διαφιλονικούμενα θέματα. Καί ἐδῶ ἡ κρίσις εἶναι τοῦ Θεοῦ.

Τά δύο πάλι ἀναγνώσματα τῆς θείας λειτουργίας μᾶς μεταφέρουν ἀπό τήν σκιά καί τήν εἰκόνα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στήν ἀλήθεια τῆς Καινῆς. Τό πρῶτο εἶναι ἀπό τίς Πράξεις καί τό δεύτερο ἀπό τό Κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, κατά τό σύστημα τῆς ἀναγνώσεως τῶν βιβλίων αὐτῶν κατά τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου. Ὁ Παῦλος καλεῖ τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου στήν Μίλητο, ἀπό ὅπου περνοῦσε ἐπιστρέφοντας στά Ἱεροσόλυμα. Οἱ λόγοι του ἦσαν προφητικοί καί ἀνεφέροντο στό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας καί στήν εὐθύνη τῶν ποιμένων γιά τήν περιφρούρησι τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί οἱ λόγοι ἀπετέλεσαν καί τό ἔμβλημα τῶν Πατέρων καί ὑπέκαυσαν τήν ἀνύστακτο φροντίδα των γιά τήν ὀρθή πίστι καί τήν ἀκεραιότητα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. «Προσέχετε ἑαυτοῖς καί παντί τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγώ γάρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετά τήν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς, μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου. Καί ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα, τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητάς ὀπίσω αὐτῶν. Διό γρηγορεῖτε… Καί τά νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καί τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ» (Πράξ. 20, 16-18, 26-36). Καί τέλος ἡ περικοπή τοῦ Εὐαγγελίου, Ἰωάννου 17, 1-13, ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Χριστοῦ, παρουσιάζει τόν Κύριο δεόμενο γιά τούς μαθητάς, γιά τήν Ἐκκλησία Του. Εἶναι ἐκεῖνοι πού Τοῦ ἐδόθησαν ἀπό τόν Πατέρα, πού ἐνῷ ἐκεῖνος θά φύγῃ ἐκεῖνοι θά μείνουν στόν κόσμο. Πού ἔχουν ἀνάγκη τῆς προστασίας τοῦ Πατρός γιά νά διατηρηθοῦν πιστοί στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Πού πρέπει νά εἶναι «ἕν» ὅπως εἶναι ὁ Υἱός μέ τόν Πατέρα, γιά νά εἶναι ἡ μαρτυρία των ἀληθινή μέσα στόν κόσμο. Ὁ Χριστός τούς φύλαξε. ἕνας μόνο χάθηκε, ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας. Καί στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας βρέθηκαν υἱοί ἀπωλείας. Ἀλλά οἱ Πατέρες τήρησαν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί κράτησαν τήν ἑνότητα τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας.

Αὐτόν λοιπόν τόν θεοτίμητο χορό τῶν ἁγίων Πατέρων πού μαζεύτηκε ἀπό τά πέρατα τῆς Οἰκουμένης καί ἐδογμάτισε τήν ὀρθή σχέσι τοῦ Χριστοῦ πρός τόν Πατέρα, τό «ὁμοούσιον», καί διετύπωσε καί παρέδωκε τήν ὀρθή πίστι στήν Ἐκκλησία, μακαρίζομε. Ἀπό τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς νά δοῦμε τό χαρακτηριστικώτερο, τό δοξαστικό τῶν αἴνων τοῦ πλ. δ’ ἤχου, περίφημο γιά τήν σύνθεσί του καί γιά τήν μελῳδία του:

«Τῶν ἁγίων Πατέρων ὁ χορός,
ἐκ τῶν τῆς οἰκουμένης περάτων συνδραμών,
Πατρός καί Υἱοῦ καί Πνεύματος ἁγίου
μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισε καί φύσιν
καί τό μυστήριον τῆς θεολογίας
τρανῶς παρέδωκε τῇ Ἐκκλησίᾳ.
οὕς εὐφημοῦντες ἐν πίστει,
μακαρίσωμεν λέγοντες.
Ὤ θεία παρεμβολή,
θεηγόροι ὁπλῖται παρατάξεως Κυρίου.
ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώματος.
τῆς μυστικῆς Σιών οἱ ἀκαθαίρετοι πύργοι.
τά μυρίπνοα ἄνθη τοῦ Παραδείσου.
τά πάγχρυσα στόματα τοῦ Λόγου.
Νικαίας τό καύχημα,
οἰκουμένης ἀγλάϊσμα,
ἐκτενῶς πρεσβεύσατε
ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».

ΚΥΡΙΑΚΗ των Αγίον Πατέρων


Κατά τήν ἑβδόμη ἀπό τοῦ Πάσχα Κυριακή ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τήν μνήμη τῶν ἁγίων 318 θεοφόρων Πατέρων τῆς Α’ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ μεγάλη αὐτή Σύνοδος συνεκλήθη, ὡς γνωστόν, ἀπό τόν πρῶτο χριστιανό αὐτοκράτορα, τόν Κωνσταντῖνο, στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τόν Μάϊο τοῦ ἔτους 325, κατεδίκασε τήν αἵρεσι τοῦ Ἀρείου καί ἀνεκήρυξε τόν Χριστό Θεό, ὁμοούσιο πρός τόν Πατέρα. Στίς 29 Μαΐου βρίσκομε σέ πολλά χειρόγραφα νά σημειώνεται ἡ μνήμη τῶν Πατέρων τῆς Συνόδου αὐτῆς. Ὁ ἑορτασμός τῆς μνήμης των κατά τήν παροῦσα Κυριακή ὀφείλεται, ὅπως εἶναι φανερό, στό γνωστό καί ἀπό ἄλλες περιπτώσεις ἔθος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, νά μεταθέτῃ σέ Κυριακές τίς μνῆμες τῶν μεγάλων ἁγίων. Ἡ ἑβδόμη ἀπό τοῦ Πάσχα Κυριακή δέν εἶχε ἰδιαίτερο ἑορτολογικό θέμα καί προτιμήθηκε ὡς ἡ καταλληλοτέρα καί ἡ πλησιεστέρα πρός τήν μνήμη τῶν Πατέρων γιά νά μεταφερθῇ σ᾽ αὐτήν ὁ ἑορτασμός των.

Τήν Κυριακή τῶν ἁγίων Πατέρων θά ἀκούσωμε μαζί μέ τήν συνήθη ἀναστάσιμο ἀκολουθία τῆς Κυριακῆς νά συμπλέκωνται τροπάρια μεθέορτα τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, πού ἑωρτάσαμε, ἀλλά καί προεόρτια τῆς ἑορτῆς πού θά πανηγυρίσωμε μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες, τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς. Ἔτσι Ἀνάστασις, Ἀνάληψις, Πεντηκοστή καί Πατέρες ἀπό κοινοῦ θά ὑμνηθοῦν αὐτήν τήν ἐνδιάμεσα τῶν μεγάλων αὐτῶν ἑορτῶν Κυριακή. Παρ᾽ ὅλα τά ἐκ πρώτης ὄψεως ἀσυμβίβαστα αὐτά ἑορτολογικά θέματα, δέν λείπει ἀπό τήν ἀκολουθία τῆς ἡμέρας αὐτῆς μία σχετική ἁρμονία, πού τήν συνθέτουν ἀκριβῶς οἱ διαφορές καί οἱ ἀντιθέσεις τῶν ἐπί μέρους θεμάτων. Ἄν μάλιστα τήν τοποθετήσωμε στό ὅλο πλαίσιο τοῦ Πεντηκοσταρίου θά διακρίνωμε μέ πόση νηφαλία κρίσι καθωρίσθη ἡ διαδοχή αὐτή τῶν ἑορτῶν ἀπό τούς συντάκτας τοῦ ἑορτολογίου μας. Χάρις, πράγματι, στά θέματα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς ἐπιτυγχάνεται ἡ δημιουργία ἑνός μεταβατικοῦ σταθμοῦ μεταξύ τῶν μεγάλων ἑορτῶν πού ἑωρτάσαμε καί ἐκείνης πού ἐπίκειται. Μέ τήν μνήμη ἐξ ἄλλου τῶν Πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ Συνόδου τονίζεται ἡ πιστότης τῆς Ἐκκλησίας στήν ἀληθινή καί ὀρθή διδασκαλία, ὅπως τήν ἄκουσε ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου καί ὅπως τήν εἶδε ἀνάγλυφη στό ὅλο σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἀκριβῶς ὑπογραμμίζει καί τό συναξάριο τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πατέρων. «Τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζομεν δι᾽ αἰτίαν τοιαύτην. Ἐπειδή γάρ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός τήν καθ᾽ ἡμᾶς φορέσας σάρκα, τήν οἰκονομίαν ἅπασαν ἀρρήτως ἐνήργησε καί πρός τόν πατρῷον ἀποκατέστη θρόνον, θέλοντες δεῖξαι οἱ ἅγιοι ὅτι ἀληθῶς ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐγένετο ἄνθρωπος καί τέλειος ἄνθρωπος Θεός ἀνελήφθη καί ἐκάθισε ἐν δεξιᾷ τῆς μεγαλωσύνης ἐν ὑψηλοῖς, καί ὅτι ἡ σύνοδος αὕτη τῶν ἁγίων Πατέρων οὕτως αὐτόν ἀνεκήρυξε καί ἀνωμολόγησεν ὁμοούσιον καί ὁμότιμον τῷ Πατρί. τούτῳ τῷ λόγῳ μετά τήν ἔνδοξον Ἀνάληψιν τήν παροῦσαν ἐθέσπισαν ἑορτήν, ὡσανεί τόν σύλλογον τῶν τοσούτων Πατέρων προβιβάζοντες τοῦτον δή ἐν σαρκί ἀναληφθέντα Θεόν ἀληθινόν καί ἐν σαρκί τέλειον ἄνθρωπον ἀνακηρυττόντων». Στόν ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν Ι’- ΙΑ’ αἰῶνα ἑώρταζαν τήν Κυριακή αὐτή ἐκτός ἀπό τούς Πατέρας τῆς Α’ καί τούς ἄλλους Πατέρας τῶν ἕξ οἰκουμενικῶν Συνόδων, προφανῶς γιά τόν ἴδιο λόγο. γιά νά παρασταθῇ δηλαδή ἡ ἑνότης τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καί ἡ συνέπειά της πρός τήν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου. Λείψανο τοῦ κοινοῦ αὐτοῦ ἑορτασμοῦ βρίσκομε στό δοξαστικό τῆς λιτῆς τῆς ἀκολουθίας. Σ᾽ αὐτό ἐκτός ἀπό τόν Ἄρειο ἀπαριθμοῦνται καί ὁ Μακεδόνιος, ὁ Νεστόριος, ὁ Εὐτυχής, ὁ Σαβέλλιος καί ὁ Σεβῆρος, ἡ διδασκαλία τῶν ὁποίων κατεδικάσθη ἀπό τάς ἄλλας Οἰκουμενικάς Συνόδους. Τελικά ὅμως ἡ ἑορτή διετήρησε μόνον τό ἀρχικό της θέμα, τήν μνήμη τῶν 318 Πατέρων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

Ἀπό τό ὅλο λειτουργικό περιεχόμενο τῆς ἡμέρας θά σταθοῦμε στά δύο ἀναγνώσματα τοῦ ἑσπερινοῦ καί στά δύο τῆς θείας λειτουργίας. Τά δύο πρῶτα εἶναι παρμένα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἔχουν δέ σημασία, γιατί στά ἐπεισόδια στά ὁποῖα ἀναφέρονται ἐκεῖ διεῖδε ἡ Ἐκκλησία τόν τύπο τῶν Πατέρων καί τόν ρόλο των στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Στό πρῶτο, ἀπό τήν Γένεσι, κεφάλαιο 14, 14-20, περιγράφεται ἡ θαυμαστή νίκη τοῦ Ἀβραάμ, πού ἐπί κεφαλῆς τῶν 318 «οἰκογενῶν» του κατετρώπωσε τούς ἑπτά περιοίκους βασιλεῖς, ἀπηλευθέρωσε τούς αἰχμαλώτους καί ἐδέχθη γιά τήν νίκη του τήν εὐλογία τοῦ βασιλέως τῆς Σαλήμ, τοῦ Μελχισεδέκ. Καί οἱ Πατέρες τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, 318 καί ἐκεῖνοι ὅπως οἱ δοῦλοι τοῦ Ἀβραάμ, θεῖο στρατόπεδο – θεία παρεμβολή καί αὐτοί, κατατροπώνουν μέ τήν ἀδάμαστο μαχητικότητά τους τούς ἐχθρούς τοῦ Χριστοῦ. Συντρίβουν τήν αἵρεσι καί ἀπελευθερώνουν τούς ἁρπαγέντας ἀπό αὐτήν πιστούς. Στό δεύτερο ἀνάγνωσμα, Δευτερονομίου 1, 8-17, ὁ Μωυσῆς ἀφηγεῖται πῶς ἐξέλεξε ἀπό τό λαό «ἄνδρας σοφούς καί ἐπιστήμονας καί συνετούς» καί ἀνέθεσε σ᾽ αὐτούς τήν καθοδήγησι, τήν διακυβέρνησι τοῦ λαοῦ. Καί αὐτοί εἶναι τύπος τῶν Πατέρων, στούς ὁποίους ὁ Κύριος ἐνεπιστεύθη τήν διαποίμανσι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπάνω σ᾽ ἐκείνους ἐμερίσθη τό πνεῦμα τοῦ Μωυσέως. Σ᾽ αὐτούς μερίζει τό Πνεῦμα τό ἅγιον τά χαρίσματα τῆς σοφίας καί τῆς ὀρθῆς κρίσεως στά ἑκάστοτε ἀναφυόμενα στήν Ἐκκλησία διαφιλονικούμενα θέματα. Καί ἐδῶ ἡ κρίσις εἶναι τοῦ Θεοῦ.

Τά δύο πάλι ἀναγνώσματα τῆς θείας λειτουργίας μᾶς μεταφέρουν ἀπό τήν σκιά καί τήν εἰκόνα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στήν ἀλήθεια τῆς Καινῆς. Τό πρῶτο εἶναι ἀπό τίς Πράξεις καί τό δεύτερο ἀπό τό Κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, κατά τό σύστημα τῆς ἀναγνώσεως τῶν βιβλίων αὐτῶν κατά τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου. Ὁ Παῦλος καλεῖ τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου στήν Μίλητο, ἀπό ὅπου περνοῦσε ἐπιστρέφοντας στά Ἱεροσόλυμα. Οἱ λόγοι του ἦσαν προφητικοί καί ἀνεφέροντο στό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας καί στήν εὐθύνη τῶν ποιμένων γιά τήν περιφρούρησι τοῦ ποιμνίου τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί οἱ λόγοι ἀπετέλεσαν καί τό ἔμβλημα τῶν Πατέρων καί ὑπέκαυσαν τήν ἀνύστακτο φροντίδα των γιά τήν ὀρθή πίστι καί τήν ἀκεραιότητα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. «Προσέχετε ἑαυτοῖς καί παντί τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγώ γάρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετά τήν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς, μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου. Καί ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα, τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητάς ὀπίσω αὐτῶν. Διό γρηγορεῖτε… Καί τά νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καί τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ» (Πράξ. 20, 16-18, 26-36). Καί τέλος ἡ περικοπή τοῦ Εὐαγγελίου, Ἰωάννου 17, 1-13, ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Χριστοῦ, παρουσιάζει τόν Κύριο δεόμενο γιά τούς μαθητάς, γιά τήν Ἐκκλησία Του. Εἶναι ἐκεῖνοι πού Τοῦ ἐδόθησαν ἀπό τόν Πατέρα, πού ἐνῷ ἐκεῖνος θά φύγῃ ἐκεῖνοι θά μείνουν στόν κόσμο. Πού ἔχουν ἀνάγκη τῆς προστασίας τοῦ Πατρός γιά νά διατηρηθοῦν πιστοί στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Πού πρέπει νά εἶναι «ἕν» ὅπως εἶναι ὁ Υἱός μέ τόν Πατέρα, γιά νά εἶναι ἡ μαρτυρία των ἀληθινή μέσα στόν κόσμο. Ὁ Χριστός τούς φύλαξε. ἕνας μόνο χάθηκε, ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας. Καί στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας βρέθηκαν υἱοί ἀπωλείας. Ἀλλά οἱ Πατέρες τήρησαν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί κράτησαν τήν ἑνότητα τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας.

Αὐτόν λοιπόν τόν θεοτίμητο χορό τῶν ἁγίων Πατέρων πού μαζεύτηκε ἀπό τά πέρατα τῆς Οἰκουμένης καί ἐδογμάτισε τήν ὀρθή σχέσι τοῦ Χριστοῦ πρός τόν Πατέρα, τό «ὁμοούσιον», καί διετύπωσε καί παρέδωκε τήν ὀρθή πίστι στήν Ἐκκλησία, μακαρίζομε. Ἀπό τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς νά δοῦμε τό χαρακτηριστικώτερο, τό δοξαστικό τῶν αἴνων τοῦ πλ. δ’ ἤχου, περίφημο γιά τήν σύνθεσί του καί γιά τήν μελῳδία του:

«Τῶν ἁγίων Πατέρων ὁ χορός,
ἐκ τῶν τῆς οἰκουμένης περάτων συνδραμών,
Πατρός καί Υἱοῦ καί Πνεύματος ἁγίου
μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισε καί φύσιν
καί τό μυστήριον τῆς θεολογίας
τρανῶς παρέδωκε τῇ Ἐκκλησίᾳ.
οὕς εὐφημοῦντες ἐν πίστει,
μακαρίσωμεν λέγοντες.
Ὤ θεία παρεμβολή,
θεηγόροι ὁπλῖται παρατάξεως Κυρίου.
ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώματος.
τῆς μυστικῆς Σιών οἱ ἀκαθαίρετοι πύργοι.
τά μυρίπνοα ἄνθη τοῦ Παραδείσου.
τά πάγχρυσα στόματα τοῦ Λόγου.
Νικαίας τό καύχημα,
οἰκουμένης ἀγλάϊσμα,
ἐκτενῶς πρεσβεύσατε
ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».

Ανάσταση, η ελπίδα του κόσμου

 
 
Στην τριάδα των χριστιανικών αρετών, που αναφέρει ο απόστολος Παύλος στην κατακλείδα του ύμνου της αγάπης, ανάμεσα στην πίστη και στην αγάπη υπάρχει η ελπίδα. Σωστά, γιατί στηρίζεται στην πίστη και σχετίζεται πρακτικά με την αγάπη. Η ελπίδα του χριστιανού, πηγάζει από την πίστη του, από την θεογνωσία και την ανθρωπογνωσία του. Συγχρόνως όμως δίνει φτερά και στην αγάπη του, γιατί την συνδέει με το όραμα του καινούριου κόσμου, με το πλήρωμα της βασιλείας του Θεού στη νέα γη και στο νέο ουρανό που κατοικεί η δικαιοσύνη κατά τον απόστολο Πέτρο. Αγωνιζόμαστε, κάνομε θυσίες, υφιστάμεθα δεινά αγόγγυστα, δίνομε τη ζωή μας, γιατί έχομε ένα τελικό στόχο, την επικράτηση της νέας δημιουργίας, της Βασιλείας του Θεού. Όλες μας οι πράξεις κατατείνουν στην έλευση αυτής της έσχατης πραγματικότητας, που την ξέρομε από την πίστη μας βέβαια, αλλά που βασικά τη βλέπομε με την ελπίδα, με την προσδοκία μας.
Η δική μας, η χριστιανική προσδοκία στηρίζεται στην ανάσταση. Ξεκινά από την ανάσταση του Χριστού και απολήγει στη δική μας μετοχή στον κόσμο της αναστάσεως. Έτσι μιλώντας κανείς για την ανάσταση αναφέρεται στην ελπίδα του κόσμου.
Η ανάσταση δεν είναι ελπίδα για τον χριστιανό στην αφετηρία της. Είναι αποδοχή ενός ιστορικού γεγονότος, της αναστάσεως του Χριστού. Είναι κατάφαση της μαρτυρίας των αποστόλων, που είδαν τον κενό τάφο και συναντήθηκαν με τον αναστημένο Χριστό. Είναι μια πίστη διαφορετική από την συνηθισμένη, γιατί βασίζεται σε αξιόπιστες μαρτυρίες, έχει δηλαδή περισσότερο το στοιχείο της αποδοχής ενός ιστορικού γεγονότος. Όλα τα Ευαγγέλια μαρτυρούν για την ανάσταση του Χριστού. Αναφέρουν το γεγονός της ευρέσεως κενού, αδειανού  τάφου του Χριστού τόσο οπό τις μυροφόρες γυναίκες, όσο και από τους δύσπιστους μαθητές. Και μιλούν ακόμη για τις εμφανίσεις του αναστημένου Χριστού στους μαθητές του, που δίνουν την εξήγηση για τον κενό τάφο: ο τάφος ήταν κενός γιατί ο Χριστός αναστήθηκε. Και δεν εμφανίστηκε σε έναν η δύο, αλλά και στους δώδεκα, μια φορά μάλιστα και σε πεντακόσιους, ίσως και περισσότερους πιστούς. Ο απόστολος Παύλος που αναφέρει αύτη την εμφάνιση σε μιαν επιστολή του γραμμένη γύρω στο 55, λίγα χρόνια μετά δηλαδή, θυμίζει στους αναγνώστες του ότι μπορούν να δουν τους μάρτυρες αυτής της εμφανίσεως και να διαπιστώσουν την αλήθεια των λόγων του. Πεντακόσιοι άνθρωποι δεν είναι συνηθισμένος αριθμός μαρτύρων!
Στο γεγονός της αναστάσεως του Χριστού στηρίχθηκε και η πίστη, σωστότερα η ελπίδα των χριστιανών και για τη δική μας ανάσταση, την κοινή ανάσταση όλων των ανθρώπων σ’ ένα νέο κόσμο ζωής και αφθαρσίας. Αυτή η προσδοκία των πιστών είναι το σημείο του χριστιανικού κηρύγματος που συνάντησε τη μεγαλύτερη αντίδραση στον αρχαίο κόσμο, αλλά συνάμα και η δύναμη του λόγου των αποστόλων και των άλλων κηρύκων της πίστεως. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Αθήνα, όταν μίλησε ο Παύλος στον Άρειο Πάγο, τον άκουσαν με πολλή προσοχή και ανεκτικότητα μέχρι το σημείο του λόγου του, που αναφερόταν στην ανάσταση. Τότε ξαφνικά οι φιλόσοφοι των Αθηνών αισθάνθηκαν ενοχλημένοι και μισοει­ρωνικά του είπαν: «θα σ’ ακούσουμε μιαν άλλη φορά». Η προοπτική του κόσμου της αναστάσεως δεν ταίριαζε στην εικόνα για τον κόσμο που είχαν διαμορφώσει οι αρχαίοι σοφοί. Η ελπίδα του Παύλου για έναν νέο κόσμο, μια νέα δημιουργία, δεν μπορούσε να ταιριάσει με την άποψη για την τελειότητα του παρόντος κόσμου. Σε τελευταία ανάλυση αμφισβητούσε τη σιγουριά του παρόντος. Το πλάτεμα του παρόντος με το άνοιγμα στο μέλλον δημιουργούσε μια αβεβαιότητα, που δεν ήταν έτοιμοι να δεχτούν οι αρχαίοι, όπως δεν είναι πρόθυμοι να την δεχτούν και οι σύγχρονοί μας. Γιατί έτσι ξαφνικά φαίνεται γυμνό από κάθε ωραιοποίηση το παρόν. Η αναμονή της πληρότητας της ζωής στο μέλλον, φωτίζει μ’ ένα καινούριο φως και το παρόν. Δείχνει την απουσία της ζωής από έναν κόσμο που βρίσκεται κάτω από την καταθλιπτική δύναμη του θανάτου, που στενάζει κάτω από τη φοβία για το αύριο, που είναι υπόδουλος στο τρόμο από την προοπτική του θανάτου. Η ελπίδα τής αναστάσεως κάνει μιαν απομύθευση του κόσμου των ονείρων μας. Θυμίζει πόσο μετέωρα είναι τα ανθρώπινα πράγματα, όσο πάνω από τα κεφάλια μας βαραίνει η έλευση του θανάτου. Θυμίζει ακόμη η ανάσταση πως μόνο με την επέμβαση του Θεού εν Χριστώ, μόνο με μια νέα θεϊκή δημιουργική επέμβαση είναι δυνατή η απαλλαγή του ανθρώπου από το φόβο και το άγχος και η μετοχή του στην πραγματική ζωή. Υπάρχει βέβαια έντονο το αισιόδοξο στοιχείο στην προσδοκία της αναστάσεως. Γεμίζει η ψυχή του ανθρώπου από νέα συναισθήματα, βλέπει τον κόσμο με νέα προοπτική. Αλλά για να γίνει αυτό, πιο πριν πρέπει να διαπιστώσει την αδυναμία του, την ανικανότητά του ν’ αλλάξει από μόνος του την πορεία του. Η ελπίδα της αναστάσεως προϋποθέτει σε τελευταία ανάλυση την απεμπόληση του ανθρωποκεντρισμού και την εγκατάλειψη στα χέρια του Θεού. Και στο σημείο αυτό αντιδρά ο φυσικός άνθρωπος. Γιατί έχει την τάση να λησμονεί πως είναι δημιούργημα, πως η ζωή του εξαρτάται από το Θεό. Όταν έλθει αντιμέτωπος με την ανάσταση, ο άνθρωπος γίνεται συνήθως επαναστάτης έναντι του Θεού. Καταλαμβάνεται από την επιθυμία του Αδάμ ν* αποκτήσει μόνος του την αθανασία. Και έτσι ακολουθεί τον πρωτόπλαστο στην τραγική πορεία της ύβρεως, της αποστασίας και της πτώσεως. Και όλα αυτά, γιατί φοβάται να παραδώσει το μέλλον του, την συνέχιση της ζωής του στο δημιουργό Θεό, στη πηγή της ζωής.
Η προσδοκία της αναστάσεως είναι η ελπίδα του χριστιανού και η ελπίδα του κόσμου, όταν μπορέσει κανείς να απαλλαγεί από τη φοβία για το μέλλον και όταν δεν φοβηθεί την προοπτική μιας νέας δημιουργίας. Φτάνει να κάμει ο άνθρωπος μια ανατοποθέτηση του παρόντος, για να δει την ομορφιά του μέλλοντος, που θα χρωματίσει και το παρόν του στη συνέχεια. Η αποδοχή της ελπίδας για την ανάσταση δίνει νέες διαστάσεις στο παρόν. Έτσι ο θάνατος παύει να είναι ο ρυθμιστικός παράγοντας των ανθρωπίνων σχέσεων. Αντί να προσπαθούμε με κάθε μέσο να παραμερίσομε τους άλλους για να διασφαλίσομε —έτσι τουλάχιστον πιστεύομε— την ζωή μας, μπορούμε να αγωνιζόμαστε χωρίς άγχος και για τους άλλους. Αντί να βλέπομε το θάνατο σαν μια δαμόκλειο σπάθη πάνω από κάθε στιγμή μας, είναι δυνατό με την προσδοκία της αναστάσεως να δούμε το θάνατο όπως είναι: σαν μια προσωρινή μάχη που δεν μπορεί ν’ αλλάξει τίποτε σ’ ένα πόλεμο που έχει οριστικά κριθεί θετικά για μας. Ο θάνατος είναι τα τελευταία ψυχορραγήματα ενός κόσμου που χάνεται. Γιατί η ανάσταση του Χριστού έχει ανοίξει το δρόμο της αιώνιας ζωής οριστικά για όλους μας. Έτσι μπορούμε να ξεπεράσαμε οριστικά το άγχος, την αμφιβολία, την αβεβαιότητα για το μέλλον.
Η ιστορία της Εκκλησίας είναι εύγλωττη σ’ αυτό το σημείο. Οι χριστιανοί αντιμετώπισαν μαρτύρια και διωγμούς, κοινωνικούς εξοστρακισμούς και βασανιστήρια με μοναδικό όπλο την βέβαιη ελπίδα της αναστάσεως. Οι ασκητές της έρημου νίκησαν τον παλαιό άνθρωπο με τη δύναμη της προσδοκίας της αναστάσεως των νεκρών. Και η Εκκλησία προσελκύει και σώζει ανθρώπους βασισμένη σ’ αυτή την προσδοκία, που κατακλείει το σύμβολο της πίστεως: «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Είναι η προσδοκία της ολοκληρωμένης και ατελεύτητης ζωής, που τόσο επιθυμεί ο άνθρωπος…
Στο 21ο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως ο απόστολος Ιωάννης δίνει μια περιγραφή του καινούριου κόσμου, της ουράνιας Ιερουσαλήμ, της βασιλείας του Θεού. «Και είδα καινούριο ουρανό και καινούρια γη. Γιατί ο πρώτος ουρανός και η πρώτη γη έφυγαν και δεν υπάρχει πια και η θάλασσα. Και είδα την αγία πόλη Ιερουσαλήμ καινούρια να καταβαίνει από τον ουρανό, από το Θεό, ετοιμασμένη και στολισμένη σαν νύμφη για τον άντρα της. Κι άκουσα μια δυνατή φωνή από το θρόνο του Θεού να λέγει: Να, η σκηνή του Θεού ανάμεσα στους ανθρώπους. Και θα κατασκηνώσει κοντά τους και αυτοί θα γίνουν δικός του λαός και ο Θεός θα βρίσκεται πάντα μαζί τους. Και θα εξαφανίσει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους και δεν θα υπάρχει πια ο θάνατος και δεν θα υπάρχει πια ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος».
Είναι χαρακτηριστική για τη χριστιανική προσδοκία αυτή η περιγραφή. Συνοψίζει με την ομορφιά της ποιητικής γλώσσας του προφήτη όλες τις ανθρώπινες ελπίδες. Δεν δίνει το βάρος σε υλικές περιγραφές και ανέσεις, αλλά συνδέει τη βασιλεία του Θεού με την απουσία του πόνου και του πένθους, με την κατάργηση του θανάτου και με την εξασφάλιση της αιώνιας ζωής που χορηγεί ο δημιουργός Θεός. Όλο το βάρος πέφτει στην εξαφάνιση του θανάτου και του πόνου, της αιτίας της ανθρώπινης δυστυχίας.
Καταλαβαίνει κανείς εύκολα γιατί η Εκκλησία χαρακτήρισε ως άγκυρα ελπίδας την προσδοκία της αναστάσεως και γιατί ποτέ δεν έπαψε να περιμένει την έλευσή της με αδημονία. Γιατί η ανάσταση σημαίνει το τέλος της αγωνίας του ανθρώπου και την αρχή μιας νέας εποχής ζωής αληθινής. Γιατί με την ανάσταση θα γίνει πραγματικότητα η ανάκτηση του κόσμου και η μεταμόρφωση του ανθρώπου σε εικόνα Θεού. Όλος ο μόχθος και ο αγώνας μας θα δικαιωθεί την ώρα που η ζωή θα πλημμυρίσει τον κόσμο. Η αγάπη του Θεού θα κυριαρχήσει στον κόσμο και τα τείχη που χωρίζουν τους ανθρώπους θα γκρεμιστούν από το φως της θεϊκής παρουσίας.
Η ανάσταση δεν είναι ένα ανθρώπινο δράμα, αλλά μια θεϊκή υπόσχεση, που συνοδεύεται από ένα γεγονός, από την ανάσταση του Χριστού. Η προσμονή της ελεύσεως αυτής της ώρας δεν έπαψε ποτέ να μας δίνει δύναμη, θα συνεχίσει να ‘ναι πηγή θάρρους και ενθουσιασμού, μέχρι που να έλθει ως πραγματικότητα. Μέχρι τότε η Εκκλησία θα αγωνίζεται και θα αγαπά, θα μαρτυρεί για την βασιλεία τού Θεού και θα διατηρεί την προσδοκία του ερχομού της, γιατί σ’ αυτή την προσδοκία κλείνεται η ελπίδα η δική της και μαζί η ελπίδα του κόσμου.
(+Βασίλης Π. Στογιάννος, «Η Εκκλησία στην ιστορία και στο παρόν», εκδ, Π. Πουρναρά)

ωραίο ημερολόγιο

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

                                                                                           ΠΡΙΝ ΕΝΤΑΧΘΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ «ΣΚΟΠΙΑ»

        ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ 15
Νοέμβριος   2005

ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΚΑΙ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΝΗΨΗ
 undefined
          “Σκέψου πως γεννήθηκες στην οργάνωση της «Σκοπιάς» των Μαρτύρων του Ιεχωβά, και μεγάλωσες και γαλουχήθηκες με τις παροτρύνσεις της. Την εμπιστευόσουν, και πίστευες ότι ήταν η οργάνωση του Θεού στη γη. Ήσουν πρόθυμος να πεθάνεις για να μην στερηθείς ένα τεύχος της «Σκοπιάς», ή για να διαδόσεις σε κάποιον συνάνθρωπό σου αυτό που νόμιζες ως «σωτήριο άγγελμα». Σκέψου πως φυλακίστηκες για «ακεραιότητα» ή για «ουδετερότητα», και πως στο διάβα της ζωής σου υπέστης κάθε λογής ύβρη και εξευτελισμό γι’ αυτό που πίστευες ως αλήθεια. Η οργάνωση, σου είχε πει ότι οφείλεις ν’ ακολουθείς την αλήθεια με κάθε κόστος, όποια κι αν είναι, να είσαι πρόθυμος να αρνηθείς ακόμα και τους γονείς σου ή τη γυναίκα σου για την αλήθεια. Και κάποτε, ανακαλύπτεις κάτι τρομερό! Αυτό που πίστευες ως αλήθεια, ξαφνικά αποδεικνύεται μια πλάνη! Αντιλαμβάνεσαι ότι κάπου υπάρχει κάποιο σφάλμα.
            Όμως εμπιστεύεσαι την οργάνωση, και λές: «Θα τους το πω και οι αδελφοί θα το διορθώσουν, γιατί είναι ευθείς απέναντι στο Θεό και την αλήθεια». Και το λες στους «πρεσβυτέρους». Και τότε με έκπληξη ανακαλύπτεις ότι δεν τους ενδιαφέρει η αλήθεια! Αντί να σπεύσουν να ενημερώσουν την ηγεσία της οργάνωσης, σου λένε: «Δεν είναι δική σου δουλειά να ψάχνεις. Αυτή είναι δουλειά του “Κυβερνώντος Σώματος”. Εσύ να πιστεύεις και να μην ερευνάς!». Αυτό που κατηγορούσες τους άλλους, ξαφνικά το βλέπεις στη θρησκεία όπου μεγάλωσες και στην οποίαν εμπιστεύτηκες. Και τότε ξαφνικά ανακαλύπτεις, ότι αυτό που βρήκες, το γνωρίζει και η οργάνωση, όμως το κρύβει! Και εν γνώσει της, συνεχίζει να κηρύττει κάποιο ψεύδος στο όνομα του Θεού. Αποκόπτει μάλιστα όποιους το ανακαλύπτουν. Και είναι η στιγμή που πρέπει να πάρεις τις δικές σου αποφάσεις. Είναι η στιγμή που πρέπει να κάνεις εσύ αυτό που κήρυττες τόσα χρόνια στους άλλους: Να εγκαταλείψεις το ψέμα και την υποκρισία.

            Πώς θα αισθανόσουν φίλε μου; Έχασες ποτέ σε μια στιγμή όλους τους φίλους σου; Έχασες ποτέ σε μια στιγμή όλους σου τους συγγενείς; Βρέθηκες ποτέ χωρίς δουλειά, επειδή έφυγες από την οργάνωση; Ένιωσες ποτέ την αγωνία μιας τέτοιας κατάστασης;  Ένιωσες ποτέ να κολυμπάς μόνος σε έναν ωκεανό θρησκευτικού χάους; Μια τέτοια ΑΛΗΘΙΝΗ ιστορία θα διαβάσουν οι αναγνώστες στο βιβλίο αυτό που παρουσιάζουμε και συνιστούμε ανεπιφύλακτα. Είναι ένας οδηγός για όσους βρίσκονται ή θα βρεθούν σε μια τέτοια θύελλα της ζωής” (κείμενο του βιβλίου).

Πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ο Νικόλαος Μαυρομάγουλος. “Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964 από γονείς «μάρτυρες του Ιεχωβά». Μεγαλώνοντας ακολούθησε τη θρησκεία των γονέων του, και σε εφηβική ηλικία «βαπτίστηκε» στην οργάνωση αυτή. Τελείωσε το τετρατάξιο Νυχτερινό Τεχνικό Λύκειο το 1983, και την ίδια χρονιά κλήθηκε στο στρατό και φυλακίστηκε ως αντιρρησίας συνείδησης. Το 1985 αποφυλακίστηκε και παντρεύτηκε. Σύντομα ανέλαβε στην οργάνωση της «Σκοπιάς» καθήκοντα «διακόνου», ενώ σε τακτά διαστήματα υπηρετούσε τη «Σκοπιά» ως «σκαπανέας». Γύρω στο 1987 άρχισε να αντιλαμβάνεται τα δογματικά προβλήματα που παρουσίαζε η λατρεία της «Σκοπιάς», και οι μελέτες του τον έφεραν αργότερα σε σύγκρουση με την οργάνωση. Παραιτήθηκε από «διάκονος» της «Σκοπιάς», και στις αρχές του 1989 αποκόπηκε από την οργάνωση με την κατηγορία της «αποστασίας». Απογοητευμένος από τις θρησκείες που είχε γνωρίσει, σύντομα δημιούργησε τη δική του ανερχόμενη θρησκεία, με άλλα απογοητευμένα μέλη διαφόρων θρησκειών. Ώσπου μετά από δύο χρόνια μελέτης της ομάδας αυτής, αντιλήφθηκε ότι οι μελέτες του τον οδηγούσαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Σε αυτό συνέβαλλε η γνωριμιά του με τον Αγάπιο Ματσαγκούρα (+2003), ο οποίος υπήρξε από τότε ο δάσκαλός του και ανάδοχός του προς την Εκκλησία του Χριστού. Βαπτίστηκε ορθόδοξος το 1992. Σήμερα εργάζεται σε ιδιωτική επιχείρηση και είναι συγγραφικό μέλος της Ορθόδοξης Ομάδας Δογματικής Έρευνας και του διαδικτυακού Παρατηρητή της «Σκοπιάς»” (κείμενο του βιβλίου).

ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙ ΠΛΑΝΕΣ ΤΩΝ «ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ»

Ο Νικόλαος Μαυρομάγουλος ήταν πάντα ανοικτός προς την αλήθεια, απ’ όπου κι αν εκείνη προερχόταν, κι αυτό τελικά του άνοιξε τα μάτια όταν έφτασε η ώρα της κριτικής αμφισβήτησης. Διαβάζοντας κάποτε ένα ορθόδοξο απολογητικό βιβλίο, δεν κατάφερε, όσα χωρία της Γραφής κι αν είχαν έτοιμα προς κατανάλωση οι μάρτυρες του Ιεχωβά, να απορρίψει ένα εδάφιο που αναφερόταν σ’ αυτό. Το Β’ Κορινθίους 6, 6-7. Εκεί ο απόστολος Παύλος αναφέρει τα εξής: «εν καθαρότητι, εν γνώσει, εν μακροθυμία, εν χρηστότητι, εν Πνεύματι Αγίω, εν αγάπη ανυποκρίτω, εν λόγω αληθείας, εν δυνάμει Θεού…;.». Αν το Άγιο Πνεύμα ήταν η δύναμη του Θεού, όπως πιστεύουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά, και όχι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, όπως πιστεύει η Ορθόδοξη Εκκλησία, τότε δεν θα ήταν γραμμένο έτσι το εδάφιο! Διότι αναφέρει χώρια το Άγιο Πνεύμα και χώρια τη δύναμη του Θεού! Έτσι φύλαξε στη σκέψη του το εδάφιο αυτό περιμένοντας την ημέρα που ο Θεός θα του έδινε ικανοποιητική απάντηση.

            Σε τέτοια θρησκευτική ένταση εισήλθε ακόμη, όταν συνειδητοποίησε ότι ο Υιός του Θεού δεν ήταν κατώτερος δημιουργημένος Θεός, σύμφωνα με τα πιστεύω της «Σκοπιάς», αλλά Θεός ομοούσιος με τον Πατέρα. Αφορμή δόθηκε όταν διάβασε προσεκτικά το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, όπου στην παράγραφο 1,3 διδάσκει για τον Χριστό ότι: «πάντα δι’ αυτού έγιναν, και χωρίς αυτού, δεν έγινεν ουδέ εν το οποίον έγινεν». Συγκλονισμένος έκανε την σκέψη πως αν ο Ιησούς Χριστός είναι ο δημιουργός και του χρόνου, αυτό σημαίνει ότι δεν έχει αρχή. Πώς όμως δεν έχει αρχή, αφού αναφέρεται ως Υιός του Θεού; Αργότερα η ορθόδοξη θεολογία τον βοήθησε να αντιληφθεί ότι ο Υιός του Θεού έχει την αρχή του από τον Πατέρα, μόνο ως προς την αιτία και όχι ως προς την ουσία, ενώ το χωρίο που οι μάρτυρες του Ιεχωβά προσάπτουν ότι ο Χριστός ήταν«η αρχή της κτίσεως του Θεού» σημαίνει όχι ότι ο θεάνθρωπος υπήρξε το πρώτο κτίσμα του Θεού, αλλά ότι είναι ο εξουσιαστής και άρχοντας της δημιουργίας.  

            Μετά από μακροχρόνια έρευνα σε ιστορικές και αγιογραφικές πηγές, που συνέπιπτε με έρευνες άλλων «αποστατών» από την οργάνωση και που είχαν πλησιάσει την αλήθεια, ο Νικόλαος Μαυρομάγουλος κατέληξε στο συμπέρασμα  ότι η ερήμωση της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλώνιους έγινε όχι το 607 π.Χ. που ισχυριζόταν η οργάνωση – και που σ’ αυτήν την ημερομηνία στήριζε όλα της τα δόγματα, και αυτό μάλιστα  της δευτέρας Παρουσίας το 1914, όπως διέδιδε και έγραφε- αλλά το 587 π.Χ. Όταν ανακοίνωσε στην γυναίκα του ότι το χιλιαστικό δόγμα του 1914 ήταν λάθος, εκείνη κοκκίνισε, αγρίεψε, τα μάτια της γυάλισαν κι άρχισε να ουρλιάζει: «Είσαι αποστάτης. Θα το πω στους πρεσβυτέρους», και άλλα πολλά. Ήταν σαν τον οδηγό, που δεν κοιτά τον χάρτη, από φόβο μήπως έχει πάρει λάθος δρόμο! Όταν μίλησε με πολλούς «αδελφούς» της οργάνωσης και αποκάλυψε το αποτέλεσμα της έρευνάς του, κανείς δεν κάθησε να τον ακούσει, διότι όλοι οι μάρτυρες “ήταν υποχρεωμένοι να  πιστεύουν στο 1914 χωρίς αποδείξεις, επειδή το έλεγε η οργάνωση και αντιστρόφως, ο ισχυρισμός της οργάνωσης ότι ήταν η «οργάνωση του Θεού» στηριζόταν στο 1914!!” Η αλήθεια θυσιαζόταν χάριν της ενότητας. Ο Χριστός όμως έχει ήδη γίνει βασιλιάς επί της Εκκλησίας Του και επί των εθνών ήδη από το 33 μ.Χ. και όχι από το 1914, όπως πιστεύει η «Σκοπιά». Διότι η Αποκάλυψη πράγματι αποκαλύπτει: «Και όστις νικά …;.θέλω δώσει εις αυτόν εξουσίαν επί των εθνών. Και θέλει ποιμάνει αυτούς εν ράβδω σιδηρά …;καθώς και εγώ έλαβον παρά του Πατρός μου» (2,26-27). Οι ηγέτες της οργάνωσης ήταν έτοιμοι να του κλείσουν το στόμα, πάση θυσία. Η οργάνωση δεν ήταν διατεθειμένη να πει την αλήθεια. Ο Ν. Μαυρομάγουλος ήταν αποφασισμένος όμως να μείνει στην αλήθεια, αν και η γυναίκα του τον κατηγορούσε με τυφλό φανατισμό και η πεθερά του τον είχε προειδοποιήσει πως αν τον αποκόψουν θα έπρεπε να τον διώξει από την δουλειά. Μετά από έναν κυκεώνα διαβουλεύσεων και πονηρών ενεργειών διαφόρων παραγόντων της «Σκοπιάς» εναντίον του, ο Νικόλαος Μαυρομάγουλος εξήγησε σε πολλούς κρυφά αμαρτάνοντες «μάρτυρες», τους οποίους συμβούλευε και ωθούσε προς τον αγώνα απαλλαγής από την ηθική κατάπτωση, ότι ο Θεός δεν θα αφάνιζε την ύπαρξή τους τελειωτικά μετά την Δευτέρα του παρουσία -η «Σκοπιά» πιστεύει πως υπάρχει είτε αιώνια ζωή για τους πιστούς της οργάνωσής της, είτε αιώνιος αφανισμός για τους έξω κοσμικούς στον ‘Αρμαγεδδώνα’- αλλά ότι η αιωνιότητα ισχύει για όλους, αφού σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού «άλλοι θα δαρθούν πολύ και άλλοι λίγο» (Λουκάς 12,47-4 μετά την Τελική Κρίση. Επομένως για όλους υπάρχει καιρός μετανοίας και δεν χωρεί θρησκευτική απελπισία.    

            Μελετώντας τώρα πλέον έξω από την οργάνωση και με ανοικτό μυαλό και καρδιά, ο Νίκος εντυπωσιάστηκε με την αλήθεια της Αγίας Τριάδος. Μέχρι τότε είχε διδαχθεί ότι ο τριπρόσωπος θεός των χριστιανών δεν ήταν παρά δάνειο από ειδωλολατρικές θρησκείες. Κατάλαβε όμως πλέον ότι οι ορθόδοξοι δεν πιστεύουν ότι ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι το ίδιο πρόσωπο, αλλά ότι αποτελούν ένα Θεό σε τρία πρόσωπα, όχι ότι υπάρχει δηλαδή ένα πρόσωπο που παρουσιάζεται με τρεις μορφές. Ενώ λοιπόν τα τρία αυτά πρόσωπα είναι διαφορετικά, έχουν την ίδια ουσία, όπως και οι άνθρωποι είμαστε διαφορετικά πρόσωπα, αλλά κοινωνούμε της ίδιας ουσίας. Με τον ίδιο τρόπο έρευνας μπορούσε να δεχθεί πλέον τον Ιησού Χριστό ως θεάνθρωπο, αφού άλλοτε απευθύνεται προς τον Πατέρα Του ως Θεός, που δείχνει πλήρη ισοτιμία, και άλλοτε μιλάει προς τον Πατέρα Του ως άνθρωπος, που στην περίπτωση αυτή είναι φυσικά κατώτερος  του Πατρός ως γέννημά Του. Σε πολλά χωρία εξάλλου της Γραφής αναφέρεται ο Χριστός ως Γιαχβέ! (Ησαϊας 48,12-16/ Ρωμαίους 10,9-14 κ.λπ.).

            Συνεχίζοντας την ορθόδοξη περιπλάνησή του στον κόσμο της ακριβούς ερμηνείας των ιερών κειμένων, ο Νίκος συνειδητοποίησε με δέος ότι η Αγία Γραφή δεν γράφτηκε από μόνη της, ούτε έπεσε ξαφνικά από τον ουρανό, ως ένα ακόμη Κοράνιο, αλλά συνετάχθη για ποιμαντικούς λόγους από εκκλησιαστικούς άνδρες και διεσώθη επειδή εγγυήθηκε για την θεολογική ορθότητα των λεγομένων της η ίδια η Εκκλησία δια του Μεγάλου Αθανασίου, ο οποίος κατά τη διάρκεια του σφραγίσματος του Κανόνα της Αγίας Γραφής εξέφραζε πράγματι την συνείδησή της (της Εκκλησίας). Αυτό εσήμαινε για το πρώην θύμα της οργάνωσης πως αυθεντικός ερμηνευτής της Γραφής δεν είναι η ίδια η Αγία Γραφή, αλλά η Εκκλησία, που ως «στύλος και εδραίωμα της αληθείας»  (Α’ Τιμ. 3,15)) πιστοποιεί την γνησιότητα των ιερών της βιβλίων. Επομένως ισόκυρη με την Αγία Γραφή είναι η Ιερά Παράδοση, αφού η Γραφή είναι το γραπτό κομμάτι της παραδόσεως, και κατά συνέπεια οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, τα εγκεκριμένα από Οικουμενικές Συνόδους κείμενα των αγίων, η υμνολογία της Εκκλησίας και τα λειτουργικά κείμενα είναι εξίσου θεόπνευστα όσο και η Αγία Γραφή. Αυτό ισχύει φυσικά γιατί “η Ορθοδοξία δεν στηρίζεται στην Αγία Γραφή, αλλά στηρίζει την Αγία Γραφή”. Αντίθετα, ο Προτεσταντισμός βασίζεται αποκλειστικά πάνω στην Αγία Γραφή, γι’ αυτό και απορρίπτει την Ιερά Παράδοση και ως εκ τούτου δεν διαθέτει ιερωσύνη ή έγκυρα μυστήρια. Αφού βασίζεται όμως αποκλειστικά στην Αγία Γραφή, γιατί υπάρχουν εκατοντάδες προτεσταντικές «εκκλησίες», που η κάθε μια ερμηνεύει διαφορετικάτις Γραφές; Αυτό συμβαίνει επειδή απομακρύνθηκαν από την μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία, που ερμηνεύει αυθεντικά την Αγία Γραφή, και δημιούργησαν δικές τους παραδόσεις, μετά τον 16ο αιώνα που προέκυψε η διαμαρτύρηση. Αν όντως τα βιβλία της Αγίας Γραφής είναι θεόπνευστα, θεόπνευστος ήταν και ο Μ. Αθανάσιος, που ως επίσκοπος καθόρισε ποια είναι αυτά τα βιβλία και ο οποίος συμμετείχε στην 1η Οικουμενική Σύνοδο.

Αλλά και η αποστολική διαδοχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποδεικνύεται από πληθώρα αρχαίων χριστιανικών κειμένων, απ’ όπου φαίνεται καθαρά ότι μόνο οι ορθόδοξοι επίσκοποι διασώζουν την γνήσια συνέχεια των αποστόλων και ως εκ τούτου έχουν το δικαίωμα να βαπτίζουν, να προσφέρουν τον λόγο του Θεού και να χειροτονούν πρεσβυτέρους στις κατά τόπους Εκκλησίες. Ενδεικτικό είναι το κείμενο του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, ο οποίος κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. έγραφε: «Όποιος κάνει κάτι λαθραία από τον επίσκοπο, λατρεύει τον διάβολο» (Σμυρν. 9,1). Επομένως και οι παραβολές του πιστού και φρόνιμου δούλου ή των μνων πρέπει να αναφέρονται σε επισκόπους, κατέληξε ο Νίκος, και όχι στην οργάνωση της «Σκοπιάς», όπως εκείνη διεκήρυσσε.

            Βαδίζοντας πλέον την οδόν της αληθείας χωρίς επιστροφή στην πλάνη, ο Νικόλαος Μαυρομάγουλος διεπίστωσε ότι και η θεολογία περί των εικόνων είχε βάναυσα παρεξηγηθεί από τους μάρτυρες του Ιεχωβά. Όσο βρισκόταν μέσα στην οργάνωση είχε διδαχθεί ότι η προσκύνηση των εικόνων αυστηρά απαγορεύεται στην Αγία Γραφή. Τώρα, στον ζωογόνο αέρα της θεοδίδακτης σοφίας των πατέρων της Εκκλησίας, με τη βοήθεια φίλου και συμπορευτή προς την χριστιανική αλήθεια, αντιλήφθηκε πως άλλο πράγμα είναι η τιμητική προσκύνηση των εικόνων, και άλλο είναι η λατρεία που αρμόζει μόνο στον Τριαδικό Θεό. Στις εικόνες εξάλλου τιμούμε το εικονιζόμενο πρόσωπο (η τιμή ανέρχεται προς τον πνευματικό ουρανό) και δεν αποδίδουμε λατρεία στα υλικά κατασκευής των εικόνων. Στην Αποκάλυψη του αγίου Ιωάννου, ο ίδιος ο Κύριος πράγματι δηλώνει ότι θα κάνει ανθρώπους να προσκυνήσουν έναν άλλον άνθρωπο, τον Επίσκοπο της Εκκλησίας της Φιλαδελφείας (3,7-9). Αν όντως η προσκύνηση είναι λατρεία, τέτοιο πράγμα δεν θα επέτρεπε ο Θεός. Άλλωστε, άλλο πράγμα είναι το είδωλο και άλλο πράγμα είναι μια εικόνα αγίου ή του Ιησού Χριστού. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός απαγόρευε την κατασκευή και λειτουργική χρήση εικόνων ή ομοιωμάτων, διότι υπήρχε περίπτωση να εκλάμβανε ο λαός κάτι τέτοιο ως λατρεία προς αυτό καθεαυτό το υλικό των αντικειμένων, όπως πχ. αυτό έγινε στην λατρεία του χρυσού μόσχου στην έρημο. Στον βασιλιά Σολομώντα επέτρεψε όμως την διακόσμηση του ναού Του με κάθε λογής ζώα, ενώ στην κιβωτό της Διαθήκης ο Θεός διέταξε την τοποθέτηση αγγελικών αναπαραστάσεων με την μορφή χρυσών αγαλμάτων. Εκεί πώς το επέτρεψε ο Θεός και δεν το απαγορεύει;

            Τελειώνοντας την περιπλάνησή μας στον κόσμο της αλήθειας και σε αντιδιαστολή με το ψεύδος, επισημαίνουμε το πραγματικό προφίλ της οργάνωσης των μαρτύρων του Ιεχωβά που αντιλήφθηκε ο Νίκος, αφότου είχε ήδη εκβληθεί έξω και ζούσε πλέον την ζωή του ‘αποστάτη’. Τότε κανείς δεν του μιλούσε φανερά, όλοι τον απέφευγαν και κινδύνεψε να χάσει την δουλειά του. Η ίδια η γυναίκα και οι στενοί συγγενείς του αρχικά τον απέρριψαν. Πράγματι η εταιρεία Σκοπιά έχει εφεύρει μια τέτοια κατάσταση απομόνωσης, για να προστατεύει τα συμφέροντά της απέναντι σε όσα γνωρίζουν από πρώτο χέρι οι αποκοπέντες απ’ αυτήν πρώην μάρτυρες. “Στην πραγματικότητα ο σκοπός της Εκκλησίας όμως δεν είναι να κλωτσά τον αμαρτωλό για να δείχνει βιτρίνα στους έξω, αλλά να τον αγκαλιάζει, μήπως ο Θεός τον φωτίσει για μετάνοια”. Η Εκκλησία είναι χρήσιμη στους αμαρτωλούς και όχι στους καθαρούς και «σεσωσμένους». Ήρθα να καλέσω αμαρτωλούς και όχι δικαίους σε μετάνοια, δίδασκε ο Κύριος Ιησούς. Ο αμαρτωλός στην πρώτη Εκκλησία στερούνταν μόνο το δικαίωμα της θείας Κοινωνίας, δεν μπορούσε να γίνει ένα σώμα στο κοινό ποτήριο της πίστεως, μαζί με όλους τους αγίους, και σε καμμία περίπτωση δεν τον έβγαζαν εκτός Εκκλησίας ή έπαυαν να του μιλούν, όπως πράττει η «Σκοπιά». Χαρακτηριστικά ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Ει δε τις ουχ υπακούει τω λόγω ημών δια της επιστολής, τούτον σημειούσθε και μη συναναμίγνυσθε αυτώ, ίνα εντραπή. και μη ως εχθρόν ηγείσθε, αλλά νουθετείτε ως αδελφόν» (Β’ Θεσσαλ. 3,14-15).

            Εν κατακλείδι, παραθέτουμε απόσπασμα από το αξιόλογο βιβλίο του Νικόλαου Μαυρομάγουλου, που συμβολικά σκιαγραφεί την στέρηση ελευθερίας και την αποπνικτική κατάσταση που δημιουργείται, όταν νέοι ιδίως άνθρωποι εντάσσονται και υποδουλώνονται στους ψυχοφθόρους ιστούς παραθρησκευτικών, αιρετικών και αποκρυφιστικών ομάδων:

            «Είναι κάποια πουλάκια φυλακισμένα στο κλουβί τους. Περνάνε την ζωή τους μέσα εκεί, τρώγοντας όσα τους δίνουν οι αφέντες τους να φάνε. Νιώθουν χορτάτα και τιτιβίζουν ευτυχισμένα στα άλλα πουλάκια που πετούν ελεύθερα. Εκείνα απαντούν στο κάλεσμα και μπαίνουν στο διπλανό κλουβί  από το ανοικτό πορτάκι, για ν’ απολαύσουν την τροφή που άφθονη προσφέρεται μέσα σ’ αυτό. ΚΑΙ ΤΟΤΕ Η ΠΟΡΤΑ ΚΛΕΙΝΕΙ. Ίσως ποτέ δεν θα ξαναπετάξουν ελεύθερα στα δένδρα. Θα τιτιβίζουν κι αυτά χαρούμενα και θα καλούν άλλα πουλιά περαστικά να φάνε από την άφθονη τροφή τους. Ούτε εκείνα, όμως, ούτε κι αυτά θα καταλάβουν πού οδηγήθηκαν. Και τα παιδιά που θα γεννήσουνε, θα’ ναι κι αυτά ραγιάδες».
ΠΗΓΗ.Ο.Ο.Δ.Ε
 

Τὸ Πανάγιον Ὄνομα τοῦ Θεοῦ ,Ἰωὴλ Φραγκάκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)





«Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις»

Τὸ ὄνομα ἐκφράζει τὴν ὑπόληψη, τὴ φήμη, τὴ δόξα. «Καὶ εὐλογήσω σε καὶ μεγαλυνῶ τὸ ὄνομά σου, καὶ ἔσῃ εὐλογητὸς" (Γεν. 12,2), εἶπε ὁ Θεὸς στὸν Ἀβραάμ. Τὸν Ἐπίσκοπο Περγάμου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸν ἐγκωμιάζει λέγοντας πὼς «κρατεῖς τὸ ὄνομά μου καὶ οὐκ ἠρνήσω τὴν πίστιν μου» (Ἀποκ. 2,13). Στὸν ἀγωνιστὴ ὁ Θεὸς θὰ τοῦ δώσει ψῆφο ποὺ θὰ εἶναι γραμμένο ὄνομα «καινὸν» (ὅπ. π. στίχ.17). Στὴν ἀρχιερατικὴ προσευχὴ τοῦ Κυρίου ἀκοῦμε πὼς ἀποκάλυψε τὸ ὄνομα τοῦ Πατέρα Του στοὺς ἀνθρώπους, ἢ λέγει: «ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ ὄνομά σου καὶ γνωρίσω» (Ἰωάν. 17,26).



Ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ;

Ἕνας σύγχρονος θεολόγος γράφει πὼς μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Πεντηκοστὴ τὸ μυστήριο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ θὰ ἀποκαλυπτόταν πλήρως. Ἡ ἀρχιερατικὴ προσευχὴ εἶναι ἡ ἔνθεος ἀνάπτυξη τοῦ δόγματος τοῦ Τραδικου θεοῦ. Εἶναι ἡ φανέρωση τῆς ζωαρχικῆς Τριάδος. Ἡ θεότητα ἔχει μία οὐσία καὶ τρία πρόσωπα, δηλ. τὸν ἀγέννητο Πατέρα, τὸν Υἱὸ ποὺ γεννᾶται ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα. Χρονικῶς ὅμως δὲν ἔχουν διαφορὰ τὰ τρία Πρόσωπα. Στὸ πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ φανερώθηκε καὶ ὁ Πατέρας. Ὁ Υἱὸς εἶναι σοφία, ὅσιος, ἄκακος, οἰκτίρμων, ἅγιος, ἀγαθός. «Ἐγνώσθη ταῦτα ὑπάρχων καὶ ὁ γεννήσας αὐτόν», δηλ. ἀποκαλύφθηκε πὼς αὐτὲς τὶς ἐνέργειες τὶς ἔχει κι ὁ Πατέρας ποὺ ὑπερφυῶς Τὸν γεννᾶ, λέγει κάποιος ἀπὸ τοὺς πατέρες. Οἱ Ἰουδαῖοι γνώριζαν τὸ Θεό, ἀλλὰ δὲν Τὸν γνώριζαν ὡς Πατέρα, μᾶλλον ὡς Δημιουργὸ Τὸν γνώριζαν. Ὁ Υἱὸς φανέρωσε τὸν Πατέρα, καὶ μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὰ ἔργα ἔκανε τὸν ἑαυτὸ Του γνώριμο σὲ ὅλους. Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε τὸν ἑαυτὸ Του Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, παράλληλα καὶ «Πατέρα ἐκεῖνον συναπεδείκνυε», δηλ. φανέρωσε καὶ τὸν Πατέρα Του, γράφει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος. Δοξάζεται ὁ Πατέρας διὰ τοῦ Υἱοῦ.



Οἱ πατέρες φανέρωσαν τὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ

Σήμερα γιορτάζουμε τὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία διατράνωσε τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλ. «Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Πνεύματος Ἁγίου μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισαν καὶ φύσιν», ὅπως λέγει τὸ γνωστὸ τροπάριο. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι ποὺ συναθροίσθηκαν στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ἦσαν ἀγωνιστὲς καὶ ὁμολογητὲς τῆς πίστεως. Ἄλλοι εἶχαν ἀκρωτηριασθεῖ στοὺς διωγμοὺς ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀνόμους βασιλεῖς. Σὲ ἄλλους εἶχαν κόψει τὰ νεῦρα, σὲ ἄλλους εἶχαν ἐξορύξει τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ σ’ ἄλλους εἶχαν ἀκρωτηριάσει ἄλλα μέλη τοῦ σώματος. Ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως πρὸς τὸ Χριστό. Αὐτὸ τὸ Πανάγιο ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ὑπερασπίσθηκαν μέχρις αἵματος καὶ ἐξορίας. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, λέγει πὼς πολέμησαν «τὸ χριστομάχον ἐργαστήριον» τοῦ Ἀρείου μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς τους. Τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ποὺ ἔφεραν στὸ σῶμα τους, ἦταν γιὰ νὰ μὴ σβησθεῖ ἢ μωμηθεῖ τῆς Ἁγίας Τριάδος τὸ ὄνομα ποὺ μᾶς φανέρωσε ὁ Χριστός. Δὲν ἦταν ἁπλῶς σύνοδος Ἐπισκόπων, ἀλλὰ δῆμος μαρτύρων, θὰ λέγαμε τὸ προσωπικὸ ὀρθόδοξο ἦθος τους ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν πίστη στὰ ὀρθὰ δόγματα. Στὴ ζωὴ τους δόγμα καὶ ἦθος πήγαιναν μαζί.



Σήμερα καλλιεργεῖται ὁ δογματικὸς ἀποχρωματισμὸς

Σήμερα καλλιεργεῖται, ὅπως εἶπε ἕνας θεολόγος, ὁ δογματικὸς πιετισμὸς (εὐσεβισμός). Ἡ εὐσέβεια ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ἀνεξαρτήτως ποῦ ἀνήκουν, δὲν ἐκπορεύεται ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς πίστεως. Δὲν ἔχουν τὰ βιώματα καὶ τὴν ἄσκηση καὶ τὴ ζωὴ τῆς σωστῆς πίστεως. Μάλιστα καλλιεργεῖται καὶ ἡ ἀντίληψη νὰ εἴμαστε καλοὶ ἄνθρωποι κι ὅλα τὰ ἄλλα δὲν ἔχουν καὶ πολλὴ σημασία. Καλλιεργεῖται ἡ ἀτομικὴ ἠθικὴ κι ὄχι τὸ ὀρθόδοξο ἦθος ποὺ εἶναι συνδεδεμένο μὲ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Τὸ πρωτεῖο τῆς ἀφηρημένης ἀγάπης εἰς βάρος τῶν δογμάτων. Διαφέρουμε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ὄχι τόσο σὲ ἀφηρημένες διατυπώσεις, ἀλλὰ στὴν ἔμπρακτη πίστη. Τὰ δόγματα κρύβουν τὴν ἀλήθεια τῆς προσωπικῆς μας σχέσεως μὲ τὸ Θεὸ μέσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὰ ἀγνοοῦμε καὶ νὰ περιοριζόμαστε σ’ ἕνα τρόπο ζωῆς ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν βρεῖ καὶ σὲ πολλοὺς αἱρετικούς.



Ἀδελφοί μου,

Ὅποιος ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν ἄμπελο τῆς Ἐκκλησίας, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ζωντανός. Αὐτὴν τὴν οὐσιαστικὴ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Τριαδικοῦ θεοῦ νὰ ἐπιδιώξουμε, γιὰ νὰ εἴμαστε πάντα ζωντανοί

Ἡ Δόξα καὶ τὸ Ὄνομα τοῦ ΘεοῦΝικάνωρ Καραγιάννης (Ἀρχιμανδρίτης)














«Ἐγὼ σὲ ἔδοξασα ἐπὶ τῆς γῆς...». Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων διαβάζουμε ἕνα ἀπόσπασμα τῆς συγκλονιστικῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλὴμ μετὰ τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο. Σ' αὐτὴ τὴν προσευχή, ἡ ὁποία εἶναι ἕνας διάλογος τοῦ Υἱοῦ μὲ τὸν Πατέρα, ἀκοῦμε μεταξὺ ἄλλων ὅτι ὁ Χριστὸς δόξασε τὸν Θεὸ καὶ ἀποκάλυψε τὸ ὄνομά Του στοὺς ἀνθρώπους: «ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ ὄνομά σου καὶ γνωρίσω».





Ἡ ἔννοια τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ



Πολλὲς φορὲς μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ γίνεται λόγος γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ποιὰ ὅμως, ἄραγε, εἶναι ἡ ἔννοια αὐτῆς τῆς δόξας; Ἡ ἀπάντηση εἶναι σαφὴς καὶ κατηγορηματική. Ἔστω καὶ ἂν ἡ δημιουργικὴ κυριαρχία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀπόλυτη παντοδυναμία Του ἀποτελοῦν στοιχεῖα τῆς δόξας Του, αὐτὴ κορυφώνεται στὴν ὑπέρτατη προσφορὰ τῆς ἀγάπης Του. Ἡ κατεξοχὴν δόξα Του βρίσκεται στὴ σταυρική Του θυσία. Τὸ ἀπόλυτο μεγαλεῖο Του στὶς τραγικὲς καὶ ὁριακὲς στιγμὲς τοῦ Πάθους. Τὸ ὕψος τῆς ταπείνωσής Του στὶς ὧρες τοῦ ἔσχατου ἐξευτελισμοῦ στὴν κορυφὴ τοῦ Γολγοθᾶ. Ἕνας σύγχρονος θεολόγος ὑπογραμμίζει ὅτι «ἡ δόξα τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου εἶναι ἡ ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου ἀποδοχὴ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί, ἑπομένως, ἡ κοινωνία καὶ ἡ ἕνωσή του μὲ τὸν Θεό, δηλαδὴ ἡ σωτηρία». Γι' αὐτὸ καὶ οἱ πιστοὶ καλούμαστε στὸν ἀγώνα τῆς σωτηρίας σὲ μία ἄλλου εἴδους δόξα.



Ἡ τάση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴ δόξα εἶναι ἔμφυτη, ἀφοῦ ὅλοι εἴμαστε πλασμένοι γι' αὐτή. Ὅμως ἡ ἁμαρτία, ὡς διεστραμμένη κατεύθυνση ὕπαρξης καὶ ζωῆς, μᾶς ὁδηγεῖ σὲ ἐσφαλμένο δρόμο. Ἔτσι, λοιπόν, ἀναζητοῦμε τὴν καταξίωση τῆς προσωπικῆς καὶ τῆς κοινωνικῆς μας ζωῆς μὲ ἀθέμιτα μέσα, καταδικασμένοι στὴ ματαιότητα καὶ τὸ κενό. Ἡ ἐπιδίωξη τῆς ἀναγνώρισης καὶ τῆς ἐπιβεβαίωσής μας ἀπὸ τοὺς ἄλλους εἶναι ματαιοφροσύνη, ἀφοῦ ἀποδεικνύεται, ἂν ὄχι ψεύτικη, σίγουρα, ὅμως, σχετικὴ καὶ φευγαλέα. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἐπιμένει νὰ ἀνατρέπει τὴ λογική μας. Μᾶς λέει ὅτι ὑψωνόμαστε κάθε φορὰ ποὺ θυσιαζόμαστε. Δοξαζόμαστε κάθε φορὰ ποὺ μαθαίνουμε νὰ ὑπομένουμε πειρασμούς, συκοφαντίες, ἀδικίες. Καταξιωνόμαστε κάθε φορὰ ποὺ συγχωροῦμε, κάθε φορὰ ποὺ σταυρώνουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὰ πάθη του.





Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ



«Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις». Γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἡ κυρίαρχη ἔννοια τοῦ Θεοῦ ἦταν ἐκείνη τοῦ Δημιουργοῦ καὶ Παντοκράτορος. Ὁ Χριστὸς ἀποδεικνύεται Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἔτσι φανερώνει τὸν Θεὸ Πατέρα Του. Ὁ Πατέρας δοξάζεται διὰ τοῦ Υἱοῦ. Ἡ φανέρωση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ Πατέρα εἶναι ἡ φανέρωση στὸν κόσμο τοῦ μυστηρίου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Τὸ μυστήριο τῆς κοινωνίας καὶ τῆς ἀγάπης τῶν προσώπων, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία μας. Αὐτὸ τὸ μυστήριο διατύπωσαν μὲ προσευχὴ καὶ ὑπερασπίσθηκαν μὲ ἀγῶνες και δάκρυα οἱ Πατέρες τῆς πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325 μ.Χ.), ποὺ σήμερα τιμοῦμε.



Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ «Ὤν», ὁ κατεξοχὴν ὑπάρχων. Τὰ πάντα ὑπάρχουν καὶ παίρνουν πνοὴ ζωῆς ἀπὸ Αὐτόν. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε αὐτοὶ ποὺ ὑπάρχουμε «κατ' εἰκόνα» Ἐκείνου ποὺ εἶναι τὸ πρωτότυπο. Εἴμαστε αὐτοὶ ποὺ ἀντλοῦμε δύναμη ἀπὸ τὴ χάρη Του. Εἴμαστε παιδιά Του, υἱοὶ καὶ θυγατέρες Του, «κεκλημένοι» νὰ ζήσουμε καὶ νὰ πορευθοῦμε στὴν καινούργια ζωὴ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ, ὤστε «ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν». Κάθε φορὰ ποὺ γνωρίζουμε τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, γνωρίζουμε τὸν ἑαυτό μας. Ἀπαντᾶμε στὸ ἐρώτημα ποιοὶ εἴμαστε καὶ γιατί ὑπάρχουμε. Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ φανερώνει τὸ ἀληθινὸ πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου. Ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι Μυστικός, αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει μυστικὰ βάθη. Δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς ὕπαρξής του, ἀλλὰ ὁ Θεὸς εἶναι τὸ Α καὶ τὸ Ω τῆς ὀντότητάς του. Ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας στὴ φύση ἀλλὰ τριαδικὸς στὰ πρόσωπα, ἔχει δηλαδὴ κοινωνία προσώπων, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς κοινωνία, σχέση, ἐπικοινωνία καὶ ἀγάπη.



Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ γνώση καὶ ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἕνα ἐξωτερικὸ καθῆκον ἡ μιὰ θρησκευτικὴ δοξασία. Εἶναι θεμελιώδης ἀλήθεια ὕπαρξης καὶ νοήματος ζωῆς ποὺ μᾶς φανέρωσε ὁ Χριστὸς καὶ πρέπει νὰ ἐμπιστευόμαστε. Ἂς μὴν ξεχνᾶμε τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας, γιατί τότε ξεχνᾶμε τὸ ἀληθινό μας πρόσωπο, καὶ ἔτσι, ἄγνωστοι γιὰ τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτό, χανόμαστε στὰ δαιδαλώδη μονοπάτια τοῦ κόσμου καὶ στὸ λαβύρινθο τῶν ποικίλων θεωριῶν καὶ ἀδιεξόδων του.



  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...