Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Ιουνίου 24, 2011

Ο Ρήγας Φεραίος


Ρήγας Φεραίος (1757-1798)

Πίνακας περιεχομένων

[Απόκρυψη]

[Επεξεργασία] Δύο ιδιαίτερες επισημάνσεις

  • «Κι επειδή ο ταπεινός εκείνος γόνος των ραγιάδων της Θεσσαλίας ούτε προφήτης εγεννήθηκε, ούτε αναχωρητής και ιεραπόστολος υπήρξε (απ΄αυτούς που οδεύουν προς το μαρτύριο για να εξασφαλίσουν τη μακαριότητα του παραδείσου), ούτε πολέμαρχος αξιώθηκε να γίνει, αλλά μονάχα οραματιστής και κήρυκας του Ξεσηκωμού, γι΄αυτό δεν απομένει να μελετηθεί παρά ο πνευματικός άνθρωπος, με τις ανησυχίες και τις αναζητήσεις του, με τις συγγραφικές του επιδόσεις και τους ιδεολογικούς του προσανατολισμούς, ο κατηχητής του Γένους, ο πολιτικός νους που πήγε να μετουσιώσει τη θεωρία σε πράξη» [2]


  • «Η επιστημονική έρευνα για τον Ρήγα, που άρχισε μόλις το 1891, όταν ήρθαν στο φως τα πρώτα σχετικά έγγραφα, διέλυσε κάποιους ποιητικούς θρύλους, αλλά μας έφερε πιο κοντά στην ιστορική πραγματικότητα και εδραίωσε τον Ρήγα Φεραίο ή Ρήγα Βελεστινλή στο πρώτο βάθρο της προεπαναστατικής περιόδου για την αφύπνιση του Έθνους και την Εθνεγερσία, όπου τον τοποθέτησε η Παράδοση»[3].

[Επεξεργασία] Βίος και επανάσταση

Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Φεραίου είναι βυθισμένα στην αχλύ του θρύλου και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα, όπως και ένα μεγάλο μέρος από τις δραστηριότητές του αργότερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν. Αργότερα η ανάγκη δημιουργίας εθνικών ηρώων του υπόδουλου έθνους, σε συνδυασμό της έλλειψης σχετικής ιστοριογραφίας ανήγαγε πολλούς θρύλους περί του προσώπου του. Οι βασικότερες πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του παρέχει ο Χριστόφορος Περραιβός που υπήρξε συνεργάτης του και συναγωνιστής.
Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Περραιβό τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολού θείου του Σπύρου Ζήρα. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία. Στην ίδια μονή συνδέθηκε φιλικά με τον συμπατριώτη του τον μοναχό Νικόδημο, ο οποίος του είχε παραχωρήσει τα κλειδιά της βιβλιοθήκης της φημισμένης Αθωνιάδας Σχολής για να εμπλουτίσει τς γνώσεις του.

Ο ανδριάντας του Ρήγα Φεραίου, αριστερά της εισόδου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ανεγέρθηκε το 1871 με δαπάνη του Γεωργίου Αβέρωφ. Έργο του γλύπτη Ι. Κόσσου.
Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του Πρέσβη της Ρωσίας για σπουδές, στην οικία του οποίου γνώρισε τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη (1726-1806) μέγα διερμηνέα του Σουλτάνου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον παππού του αρχηγού της Φιλικής Εταιρίας, επίσης Αλέξανδρος Υψηλάντης (1792-1828). Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας (1790) ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του. Στη Βιέννη ταξίδεψε μαζί με τον Αυστριακό βαρώνο Ελληνικής καταγωγής Χριστόδουλο Λάνγκενφελτ-Κιρλιανό, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με άλλους ομογενείς.
Στη Βιέννη συνεργάτες του ήσαν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και την Χάρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λι8ογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων, το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα, το Ηθικός Τρίπους, Το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας,Τα Δίκαια του ανθρώπου, καθώς και το Νέος Ανάχαρσις. Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα. Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της «Χάρτας», ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα. Δύο έτη αργότερα, ο Άνθιμος Γαζής επιμελήθηκε μιας νέας έκδοσης της Χάρτας, μικροτέρων διαστάσεων (1,04 x 1,02 μ), με τον τίτλο Πίναξ Γεωγραφικός της Ελλάδος, χωρίς όμως να αναφέρει το όνομα του Ρήγα για να αποφύγει την αυστροουγγρική λογοκρισία.
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες, ο Ρήγας προετοίμαζε και την αναχώρησή του από την Αυστρία, κυρίως εξαιτίας του επαναστατικού κλίματος που είχε καλλιεργήσει η Γαλλική Επανάσταση και της διάθεσής του να ενισχύσει τις προσπάθειες του Ναπολέοντα. Το 1792 η υπογραφή της Ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης στο Ιάσιο οδηγεί τις ελπίδες του Ρήγα για απελευθέρωση των Ελλήνων από τη Γαλλία και τον Βοναπάρτη. Οι πληροφορίες για τη μυστική επαναστατική δράση του Ρήγα είναι ασαφείς και προέρχονται κυρίως από μαρτυρίες βιογράφων και πληροφορίες τις οποίες απέσπασε η ανάκριση των Αυστριακών αρχών μετά τη σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του. Το συμπέρασμα ούτως ή άλλως είναι ότι δεν υπήρχε οργανωμένος επαναστατικός συνωμοτικός πυρήνας αλλά διάσπαρτες επαφές με ομοεθνείς, τους οποίους διέγειρε ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ρήγα. Το πιθανότερο και επικρατέστερο σενάριο που επικρατεί μέχρι σήμερα για τη σύλληψη του Ρήγα έχει να κάνει σχέση με τη τελευταία φάση προετοιμασίας του που συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκε σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων και είναι το εξής. Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τα παραλάβει ο Ρήγας μαζί με τον αφοσιωμένο του φίλο Χριστόφορο Περραιβό και να τα προωθήσει στην Ελλάδα. Η επιστολή, όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη του Αντώνιου Κορωνιού, προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή. Ο Οικονόμου κατέδωσε και τους δύο στην αυστριακή αστυνομία και συγκεκριμένα στον βαρώνο Πιττόνι, διοικητή της αστυνομίας στη Τεργέστη. Ο οποίος με τη σειρά του ενημέρωσε το κυβερνήτη της πόλης Κόντε Πομπήιο Μπριγκίντο κι αυτός τον διέταξε να τον συλλάβει.

Αναμνηστική πλάκα στον πύργο Νεμπόισα, στον οποίο ο Ρήγας Φεραίος βρήκε φρικτό θάνατο
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη την 1η Δεκεμβρίου του 1797 μαζί με τον Περραιβό. Κατόπιν οδηγήθηκε στη Βιέννη, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του. Κατάληξη των ανακρίσεων, σε συνδυασμό με τις συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, ήταν να εκτοπισθούν από τους συλληφθέντες οι Αυστριακοί και άλλων εθνοτήτων υπήκοοι για να δικαστούν από τις Αυστριακές αρχές, εκτός από τους Οθωμανούς, που απελάθηκαν και οδηγήθηκαν στην Οθωμανική επικράτεια για να υποστούν τις κυρώσεις του Σουλτάνου. Ο Ρήγας (40 χρονών) και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, ο Ευστράτιος Αργέντης (31 χρονών, έμπορος από τη Χίο), ο Δημήτριος Νικολίδης (32 χρονών,γιατρός από τα Ιωάννινα), ο Αντώνιος Κορωνιός (27 χρονών, έμπορος και λόγιος από τη Χίο), ο Ιωάννης Καρατζάς (31 χρονών, λόγιος από τη Λευκωσία της Κύπρου), ο Θεοχάρης Γεωργίου Τουρούντζιας (22 χρονών, έμπορος από τα Σιάτιστα), ο Ιωάννης Εμμανουήλ (24 χρονών, φοιτητής της ιατρικής από τη Καστοριά) και ο Παναγιώτης Εμμανουήλ (22 χρονών, αδερφός του προηγούμενου και υπάλληλος του Αργέντη), με συνοδεία των αυστριακών αρχών παραδόθηκαν στις 10 Μαΐου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου και φυλακίστηκαν στον πύργο Nebojša (Небојша), παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου. Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Ρήγα πολλοί έκανα έκκληση, στο σουλτάνο Σελίμ Γ΄, για την απελευθέρωση του. Ανάμεσα σε αυτούς ο φίλος του Ρήγα, Οσμάν Πασβανόγλου, ηγεμόνας του Βιδηνίου και ο Αλή Πασάς αλλά μάταια.

[Επεξεργασία] Χαρακτηρισμοί για το έργο του Θούριος

Κύριο άρθρο: Θούριος
Αξίζει να αναφέρουμε εδώ μερικές χαρακτηριστικές απόψεις για το ξεχωριστό αυτό έργο του Ρήγα.
  • Ο Γάλλος ιστορικός Pouqeville (Πουκεβίλ) είχε γράψει: «...Οι Έλληνες πολεμούσαν έχοντας στα χείλη τους τις τρομερές στροφές του Ρήγα...»
  • Ο αγωνιστής του 1821,δικαστής και ιστορικός Γεώργιος Τερτσέτης,το χαρακτήρισε ως <<Το ιερότερο άσμα της φυλής μας>>
  • Ο συγγραφέας Δημήτριος Φωτιάδης, είχε γράψει ότι: «Όσοι από τους Ιερολοχίτες στο Δραγατσάνι δεν βρήκαν το θάνατο στη μάχη παρά πέσανε στα χέρια των τυράννων, τραγουδάγανε το Θούριο όταν τους οδηγούσαν να τους σφάξουν...»
  • Ο ιστορικός Ιωάννης Κορδάτος τον ονόμασε «Παμβαλκανικό εμβατήριο».
  • Ενώ τέλος για τον ίδιο τον Ρήγα, ο θρυλικός Γέρος του Μωριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, είχε πει: «Εστάθη ο μεγαλύτερος ευεργέτης της φυλής μας. Το μελάνι του θα είναι πολύτιμο ενώπιον του Θεού, όσο το αίμα του άγιο.»

[Επεξεργασία] Έργα


Τμήμα της Χάρτας της Ελλάδας, Ελληνομνήμων
  • Επαναστατική Προκήρυξις, Υπέρ των νόμων και της πατρίδος
  • Τα Δίκαια του ανθρώπου σε 35 άρθρα
  • Το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε 124 άρθρα
  • Θούριος.

[Επεξεργασία] Προτεινόμενη βιβλιογραφία

  • Σπυρίδων Λάμπρος (1892). Αποκαλύψεις περί του μαρτυρίου του Ρήγα. Αθήναι: Εστία. 
  • Αναστάσιος Γούδας, Βίοι παράλληλοι των επί της αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών, Τόμοι Β΄και Γ΄, Αθήναι 1870
  • Γεώργιος Θεοφίλου, Βιογραφία Ρήγα Φεραίου, Αθήναι 1896
  • Κωνσταντίνος Άμαντος, Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή 1932
  • Λέανδρος Βρανούσης Ρήγας, «Βασική Βιβλιοθήκη», Αθήναι 1954.
  • Απ. Δασκαλάκης Μελέται περί Ρήγα Βελεστινλή, Αθήναι 1969.
  • Χριστόφορος Περραιβός. Σύντομος βιογραφία του Ρήγα Φεραίου, εκδ. Μπάυρον, Αθήνα 1971.
  • Γιάννης Κορδάτος, Ρήγας Φεραίος και Βαλκανική Ομοσπονδία, Αθήνα 1974.
  • Κ. Δημαράς Ιστορία της Νεοελληνικής Ιστορίας, εκδ. Ίκαρος, Αθήναι 1975.
  • C.M. Woodhouse, Ρήγας Βελεστινλής, ο πρωτομάρτυρας της Ελληνικής Επανάστασης, Αθήνα 1997.
  • Δημήτριος Απ. Καραμπερόπουλος, Όνομα και καταγωγή του Ρήγα Βελεστινλή, έκδ. Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα, β΄έκδ., Αθήνα 2000.
  • Ντούσαν Πάντελιτς, Η εκτέλεση του Ρήγα, μετάφραση από τα Σερβοκροατικά Πασχαλίνα Σπυρούδη, εισαγωγικό σημείωμα Ιωάννης Παπαδριανός, επιμέλεια Δημ. Καραμπερόπουλος, έκδ. Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα, Αθήνα 2000.
  • Λέανδρος Βρανούσης, Ρήγας Βελεστινλής, έκδ. Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα, Αθήνα 1998.
  • Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister: "Betrübnis beim Anblick von Fesseln. Zum 200. Todestag des Aufklärers und Revolutionärs Rigas Velestinlis (1757-1798)". Chronika 6 (1998), σ. 4-11 και 26-29.
  • Νικόλαος Πανταζόπουλος, Μελετήματα για τον Ρήγα Βελεστινλή, έκδ. Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα, Αθήνα, Β΄έκδ., 1998.
  • Δημήτριος Απ. Καραμπερόπουλος, Η «Χάρτα της Ελλάδος» του Ρήγα. Τα πρότυπά της και νέα στοιχεία, εκδ. Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα, Αθήνα 1998.
  • Φίλιππος Ηλιού, Η πατριαρχική καταδίκη του Ρήγα, Τα Ιστορικά, Τόμος 14, Τεύχος 27 Δεκέμβριος 1997,σελ.297-302
  • Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister: «Το Σχολείον των ντελικάτων εραστών και το Έρωτος Αποτελέσματα: Νέα στοιχεία για τα στιχουργήματά τους». Ο Ερανιστής 23 (2001), σ. 143-165.
  • Δημήτριος Απ. Καραμπερόπουλος, Ο Ρήγας μεταφραστής των Ολυμπίων του Μεταστάσιο, έκδ. Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα, Αθήνα 2001.
  • Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister: «Ο Ρήγας, η Λάνασσα, Ο Δικηγόρος και ο Χωρικός». Ελληνικά 53 (2003), σ. 71-91. [σχετικά με τις θεατρικές παραστάσεις που παρακολούθησε ο Ρήγας το 1790 στη Βιέννη]
  • Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister: «Ο συντάκτης της γερμανικής μετάφρασης του Νέα Πολιτική Διοίκησις. Βιογραφικό σημείωμα για τον Martin Spann». Μικροφιλολογικά 18 (2005), σ. 13-18.
  • Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister: «Η ελληνόθεμη αρθρογραφία του Franz Karl Alter στο περιοδικό Allgemeiner Litterarischer Anzeiger (1796-1801)». Κονδυλοφόρος 4 (2005), σ. 275-330. [αναλυτικές αναφορές στα άρθρα του Alter για τη Χάρτα]
  • Δημήτριος Απ. Καραμπερόπουλος, Ρήγας και Ορθόδοξη πίστη, έκδ. Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Φερών-Βελεστίνου-Ρήγα, Αθήνα 2005.
  • Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister: «Ιωάννης Καρατζάς ο Κύπριος και Αθανάσιος Ψαλίδας, ή ο έρωτας και τα αποτελέσματά του στη νεοελληνική λογοτεχνία του Διαφωτισμού». Επετηρίδα Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών 31 (Λευκωσία 2005), σ. 249-284. [με πολλές αναφορές στο Σχολείον των Ντελικάτων Εραστών]
  • Ιστορία Εικονογραφημένη: «Ρήγας Φεραίος» (Αφιέρωμα) - Εκδ. Πάπυρος, τεύχος 466 (Αθήνα, Απρίλιος 2007).
  • Ίλια Χατζηπαναγιώτη-Sangmeister: Ο τεκτονισμός στην ελληνική κοινωνία και γραμματεία του 18ου αιώνα. Οι γερμανόφωνες μαρτυρίες. Αθήνα: Περίπλους, 2010. [με πολλά στοιχεία σχετικά με τη δράση συντρόφων του Ρήγα στο πλαίσιο του μυστικού εταιρισμού]
  • Γιώργος Κοντογιώργης: Η Ελληνική δημοκρατία του Ρήγα Βελεστινλή. Εκδόσεις Παρουσία.(2008)
  • Βασίλης Κρεμμυδάς, «Γεωγραφία της πολιτικής συγκρότησης του Ρήγα», Μνήμων 21 (1999), σελ.183-188
  • Βάσω Σειρηνίδου, «Κοσμοπολιτισμός, μοναρχία και πολυεθνική πραγματικότητα. Η Βιέννη των Ελλήνων και του Ρήγα», Μνήμων 21 (1999), σελ.189-200
  • Κατερίνα Παπακωνσταντίνου , «Η Βουδαπέστη στα χρόνια του Ρήγα», Μνήμων 21 (1999),σελ.201-210
  • Όλγα Κατσιαρδή, Ο Ρήγας Φεραίος. Νέα στοιχεία από τα αρχεία της Τεργέστης, Μνήμων 7(1978-1979),σελ.150-174
  • Γιώργος Τόλιας, "της ευρυχώρου ελλάδος": η Χάρτα του Ρήγα και τα όρια του "ελληνισμού", Τα Ιστορικά, τόμ. 15, Τεύχη 28-29 (Ιούνιος-Δεκέμβριος 1998),σελ.3-30

[Επεξεργασία] Παραπομπές

  1. 1,0 1,1 Ρήγας Βελεστινλής: Περιπέτειες ενός ονόματος, Δημ. Καραμπερόπουλος, Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου: Ο Ρήγας Βελεστινλής και οι Βαλκάνιοι λαοί (Βελιγράδι, 7-9 Μαϊου 1998)
  2. Λέανδρος Βρανούσης, Η πνευματική φυσιογνωμία του Ρήγα, Μάρτιος 1964
  3. Κωνσταντίνος Άμαντος, Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή1932
  4. Λέανδρος Βρανούσης, Εισήγηση και εκλογή κειμένων, ΕΠΟΧΕΣ, Τεύχος 11 1964

[Επεξεργασία] Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Wikisource logo
Στη Βικιθήκη υπάρχει υλικό που έχει σχέση με το θέμα:
Commons logo
Τα Κοινά έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα

Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος


Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος ὁ Κολλυβᾶς, ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἐξέχουσες μορφὲς τοῦ μοναστικοῦ φρονήματος τοῦ 18ου αἰῶνος, καθὼς καὶ μία φωτισμένη μορφὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ γένους.
Τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του ἦταν Ἀθανάσιος Τούλιος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὸ νησὶ τῆς Πάρου.
Ὁ ἴδιος ξεχώρισε σὲ μία δύσκολη ἐποχὴ γιὰ τὸ Ἑλληνικὸ γένος, γιὰ τὴ θεολογικὴ κατάρτισή του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ θύραθεν παιδεία του, ἀφοῦ διετέλεσε διδάσκαλος καὶ σχολάρχης.

Ὁ Ὅσιος ἐγεννήθηκε τὸ 1722 ἢ 1723, στὸ Κῶστο τῆς Πάρου καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Ἀθανάσιος. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἀπόστολος Τούλιος μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴ Σίφνο, ἀλλὰ ἐκατοίκησε στὸ Κῶστο, ἀφοῦ ἐνυμφεύθηκε Κωστιανή.
Ἐκεῖ ἐδιδάχθηκε τὰ πρῶτα του γράμματα στὰ ὁποῖα ἔδειξε ἰδιαίτερη κλίση, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ πατέρας του τὸν ἔστειλε στὴ Σχολὴ τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Ναούσης Πάρου.
Στὴν συνέχεια τὸν ἀπέστειλε στὴ Σχολὴ τοῦ Παναγίου Τάφου στὴ Σίφνο καὶ κατόπιν μὲ ἔξοδα τῆς Μονῆς Ἁγίου Ἀντωνίου Κεφάλου στὴ Σχολὴ τῆς Ἄνδρου, ἂν καὶ οἱ βιογράφοι του δὲν συμφωνοῦν ὄλοι μὲ αὐτό. Τὸ 1745, σὲ ἡλικία 23 ἐτῶν ἀποχαιρετᾶ τοὺς γονεῖς του καὶ φθάνει στὴ Σμύρνη, ὅπου ἐγγράφεται στὴν Εὐαγγελικὴ Σχολή.
Μιὰ σχολὴ ὅπου ἐφοίτησαν ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς καὶ ὁ Νικόλαος Καλλιβούρτσης, δηλαδὴ ὁ μετέπειτα στενός του συνεργάτης Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, παραμένοντας ἐκεῖ γιὰ ἕξι ἔτη. Ὅταν πληροφορήθηκε τὴ λειτουργία τῆς Ἀθωνιάδας Σχολῆς μὲ διευθυντὴ τὸ Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, ἀπὸ τὴν Πάτρα, ἐγγράφεται ἀμέσως (1751), τὴν ἐποχὴ ποὺ ἀναλαμβάνει Διευθυντὴς ὁ Διάκονος τότε, Εὐγένιος Βούλγαρης.
Ἀπὸ τὸ Νεόφυτο ἐκπαιδεύτηκε στὰ «Γραμματικὰ» καὶ στὰ «Περὶ Συντάξεως» τοῦ Θεοδώρου Γαζῆ, ἐνῶ ἀπὸ τὸν Εὐγένιο στὰ φιλοσοφικὰ μαθήματα καὶ τὶς ὑπόλοιπες ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς. Κατόπιν ἐκπαιδεύεται στὴ ρητορικὴ καὶ τὴν ποιμαντική, ἐνῶ σταδιακὰ ἀρχίζει νὰ ξεχωρίζει γιὰ τὶς ἰκανότητές του. Ἡ διαρκὴς ἀνέλιξή του τὸν καθιστᾶ «δεξὶ χέρι» τοῦ Εὐγένιου Βούλγαρη καὶ σὲ ἡλικία 35 ἐτῶν, ἀναλαμβάνει τὴ θέση τοῦ καθηγητοῦ τῆς Σχολῆς.

Ἡ φήμη του γιὰ τὶς ἰκανότητές του ἐμαθεύθηκε ἀνάμεσα στὴν ὑπόδουλη ὀρθόδοξη κοινότητα, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Θεσσαλονικεῖς τὸν ζητοῦν γιὰ τὴ Διεύθυνση τῆς Σχολῆς τους. Μὲ παρότρυνση ἀλλὰ καὶ πίεση τοῦ Εὐγένιου Βούλγαρη δέχεται, ἂν καὶ ἀρχικὰ προέβαλε κάποιες ἐνστάσεις.
Ἔτσι διευθύνει τὴ Σχολὴ ἐπιτυχῶς γιὰ τέσσερα χρόνια (1758 – 1762), ὅταν καὶ τὸ 1762 ἡ Σχολὴ κλείνει λόγῳ ἐπιδημίας πανώλης.
Ἔτσι καταφεύγει σὲ μία σχολὴ στὴν Κέρκυρα, ποὺ τὴ διευθύνει ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης. Ἐκεῖ τελικὰ ὁλοκληρώνει τὶς σπουδές του καὶ ὁδηγεῖται στὸ Μεσολόγγι, μετὰ ἀπὸ πρόσκληση τοῦ συμμαθητοῦ του στὴν Ἀθωνιάδα Παναγιώτη Παλαμᾶ, ποὺ εἶχε ἱδρύσει ἀπὸ τὸ 1760 τὴν Παλαμιαία Σχολή.
Μετὰ τὰ Ὀρλωφικὰ (1768 – 1774), ἡ Παλαμιαία Σχολὴ εὑρίσκεται σὲ ἀκμὴ μὲ τὸν Ἀθανάσιο νὰ διαδραματίζει σημαντικὸ ρόλο, ὅμως τότε λαμβάνει τιμητικὴ πρόσκληση ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο ἀναφέροντάς του: «Ἡ μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία διὰ γραμμάτων Συνοδικῶν τὸν παρακαλεῖ ν’ ἀπέλθει εἰς Ἅγιον Ὄρος ὡς διδάσκαλος καὶ σχολάρχης τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς μετὰ τὸν ἀοίδιμον Εὐγένιον».

Ὁ ἴδιος δέχεται ἄμεσα καὶ παρεπιδημεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου συναντᾶ τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ, ὁ ὁποῖος τὸν προτρέπει νὰ χειροτονηθεῖ. Ὁ Ἀθανάσιος ὑπακούει καὶ χειροτονεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο πρεσβύτερος. Τὸ 1777, πικραμένος ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ ἀντιμετωπίσθηκαν οἱ Κολλυβάδες καὶ μετὰ ἀπὸ κάλεσμα ἐπιστρέφει ὡς Σχολάρχης στὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης.
Διευθύνει τὴ Σχολὴ γιὰ 6 ἔτη (1777 – 1783) ἢ γιὰ ἄλλους 8 ἔτη (1777 – 1785). Τὸ ποίμνιο τῆς Θεσσαλονίκης τὸν γνωρίζει πλέον καὶ ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος ὡς Ἱερέα. Τώρα μὲ νέα Πατριαρχικὴ ἐπιστολὴ καλεῖται νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Τοῦ ζητοῦν μάλιστα νὰ καθορίσει μόνος του τὸ ὕψος τῆς ἀμοιβῆς του.
Ὁ ἴδιος ὅμως θὰ ἀπαντήσει: «Τὰς μὲν ἀρχιερατείας τιμῶ καὶ προσκυνῶ ἀλλ’ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἄξιος. Ἂν ἐκαταλάμβανα ὅτι ἔκαμνα περισσότερον καρπὸν εἰς τὴν Βασιλεύουσαν πόλιν, ἤθελα ἔλθει αὐτόκλητος.
Ἐπειδὴ ὅμως, ὡς στοχάζομαι, αὐτοῦ εἶναι κάποια ἐμπόδια, διὰ τοῦτο, ἄφετέ μέ, παρακαλῶ, ἐδῶ εἰς τὰ πέριξ νὰ ὠφελῶ ὅσον δύναμαι τοὺς ἀδελφούς μου καὶ τὸ Γένος μου». Καὶ τὸν ἄφησαν...

Ἡ ὁριστική του ἀπόφαση εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ στὴν πατρίδα του, τὴν Πάρο. Καὶ ἐνῶ τὸ πλοῖο κατευθύνεται πρὸς τὸ νότιο Αἰγαῖο, ξεσπάει ὁ Ρωσοτουρκικὸς πόλεμος καὶ τὸ πλοῖο ἀναγκάζεται νὰ προσορμισθεῖ στὴ Χίο (5 – 6 Νοεμβρίου 1786, 64 ἐτῶν).
Ἀποσύρεται στὸ μονύδριο τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ἐκεῖ μελετᾶ καὶ προσεύχεται. Ξεκινᾶ τὸ Θεολογικὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ καὶ τὴ Λογικὴ τοῦ ἀοιδίμου Εὐγένιου Βούλγαρη. Ὅταν τελειώνει ὁ πόλεμος, δέχεται νὰ παραμείνει στὴ Χίο, στὰ χέρια τῆς βουλήσεως τοῦ Θεοῦ.
Τελικὰ θὰ παραμείνει ἐκεῖ τρεῖς δεκαετίες. Ἡ «Φιλοσοφικὴ Σχολή», ὅπως τὴν ἀποκαλοῦσαν, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του γνωρίζει τεράστια ἀκμὴ καὶ ἀνάλογη φήμη. Τὸ 1812, 90 ἐτῶν πλέον, παραιτεῖται.

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, πρέπει νὰ ἀναφερθεῖ πὼς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς διωκόμενους Κολλυβάδες μοναχοὺς (ὅπως ὑποτιμητικὰ τοὺς ἀποκαλοῦσαν, λόγῳ τῆς θεολογικῆς διαμάχης γιὰ τὴ χρήση τῶν Κολλύβων), οἱ ὁποῖοι μὲ ἰσχυρὰ ἐπιχειρήματα, προσπάθησαν καὶ τελικὰ κατάφεραν νὰ διατηρήσουν, ἀπὸ τὶς νοθεῖες τοῦ Πρωτεσταντισμοῦ καὶ τῆς Οὐνίας, τὴν Ὀρθόδοξη πίστη.
Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἐδέχθηκε σφοδρὸ διωγμὸ στὸ Πατριαρχεῖο, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ, τὸν Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, τὸν Ἀγάπιο τὸν Κύπριο, τὸν Ἰάκωβο τὸν Πελοποννήσιο καὶ τὸν Χριστόφορο Προδρομίτη, γιὰ τὸν ἀγώνα τους ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας.
Ὁ ἴδιος καθαιρεῖται ἀπὸ ἱερέας καὶ καταδικάζονται οἱ ὑπόλοιποι. Διώκονται καὶ ἐξορίζονται ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐνῶ ὁ Ἀθανάσιος ὁδηγεῖται, ὅπως προαναφέρθηκε, στὴ Θεσσαλονίκη. Ἡ πίκρα ὅμως τῶν διωγμῶν αὐτῶν ἔγινε τὸ νερὸ ποὺ ἐπότισε  μὲ τοὺς διασκορπισμένους Κολλυβάδες τὸ Ὀρθόδοξο Γένος σὲ μία δύσκολη καὶ μεταβατικὴ ἱστορικὴ ἐποχή.

Τὸ 1771 ἐντέλει, ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία διαπίστωσε τὶς συκοφαντίες καὶ τοὺς ἀθωώνει. Μεταξὺ ἄλλων ἡ ἀθώωση ἀναφέρει:

«Δύναται πολλάκις καὶ συρραφεῖσα διαβολὴ ὑποκλέψαι τοῖς ἀνεγκλήτοις καὶ ἀναιτίου καταδίκης αἰτία γενέσθαι πρὸς ἄνδρας ἀθώους καὶ ἀμετόχους τῶν κατ’ αὐτῶν λαληθέντων... Ἐπειδὴ τοιγαροῦν καὶ ὁ κὺρ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, ἀνὴρ ὢν οὐ τῶν εὐκαταφρονήτων, σοφίας τὲ μετασχηκὼς τῆς θύραθεν καὶ τῆς καθ’ ἡμᾶς καὶ καλῶς μεμνημένος τὰ θεῖα... ἀθῶος ὑπάρχει... ἔχων καὶ τὸ ἐνεργοῦν τῆς ἱερωσύνης αὐτοῦ ἀκωλύτως...».

Στὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἀποσύρθηκε σὲ ἕνα ἀπόμερο μέρος τῆς Χίου, τὰ Ρεστά, ὅπου ὑπῆρχε μονύδριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκεῖ μαζί του ἡσύχαζε καὶ ὁ μαθητὴς καὶ φίλος του Νικηφόρος καὶ ὁ Ἱεροδιάκονος Ἰωσὴφ ἀπὸ τὰ Φουρνὰ τῶν Ἀγράφων, ὁ ὁποῖος εἶχε χρηματίσει καὶ δάσκαλος στὴ Σχολή.
Ἐδῶ συγγράφει τὸ πόνημά του «ἀλεξίκακον πνευματικὸν» κατὰ τῶν τότε «ἐκσυγχρονιστῶν» ποὺ ἀντέλεγαν καὶ ἐφέρονταν καταφρονητικὰ σὲ ζητήματα τῶν Θείων Γραφῶν. Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του παθαίνει ἀποπληξία.
Ὁ ἴδιος προετοιμάσθηκε πνευματικά, μετέλαβε καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη μιὰ ἡμέρα μετά, στὶς 24 Ἰουνίου 1813. Στὰ προπύλαια τοῦ ναοῦ ἐθαψαν τὸ σεπτό του σκήνωμα, ἐνῶ οἱ συνασκητὲς στὸ κελί του βρῆκαν μόνο μία τριμμένη στολή, ἕνα μελανοδοχεῖο καὶ ἕνα λυχνάρι.
Τὰ ὀστά του τοποθετήθηκαν στὸ ὀστεοφυλάκιο τοῦ ναϋδρίου, ἀλλὰ ἀποτεφρώθηκαν κατὰ τὴ μεγάλη πυρκαγιά, τὸ 1822.Τὸ συγγραφικὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου εἶναι πλούσιο καὶ πολὺ σημαντικό. Ἀφορᾶ σχεδὸν ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς χριστιανικῆς δράσεως (βίοι Ἁγίων, δογματικά, κοινωνικά, λειτουργικά, παιδαγωγικά, ποιμαντικά) καὶ ἀξιολογεῖται σήμερα τὴ βιβλική, κοινωνικὴ καὶ δογματική του κατάρτιση, ὡς ἕνα ἐξαιρετικὸ δεῖγμα ὀρθόδοξης ποιμαντικῆς διακονίας.

Κυκλοφορεῖ τὸ φύλλον τῆς 24.6.11 τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου»

Μερικὰ ἀπὸ τὰ περιεχόμενά του:
◇ Ἀποκαλύψεις τοῦ Βατικανοῦ διὰ τὴν ἑνότητα Παπικῶν – Ὀρθοδόξων. Ἕνωσις μὲ ποικιλία δογμάτων καὶ ἄνευ παραιτήσεως τοῦ παπισμοῦ ἀπὸ τὰς αἱρέσεις του.
◇ Μεγάλη πρόκλησις τοῦ Φαναρίου εἰς βάρος τῆς Πίστεως τῶν Ἑλλήνων. Βιώνομεν ὑπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἡμέρας παρηκμασμένου Βυζαντίου.
◇ Μετά τήν χρεωκοπίαν τοῦ Κράτους, μεθοδεύουν τή χρεωκοπίαν τῶν Ἱερῶν Ναῶν τῆς Χώρας;
Διαβάστε και άλλα περιεχόμενα πατώντας το Διαβάστε περισσότερα
◇ Τό Ὑπουργεῖον Ἐσωτερικῶν διεβεβαίωσε τήν ΔΙΣ ὅτι δέν περιλαμβάνεται εἰς τήν «Κάρταν τοῦ Πολίτου» ὁ 666.
◇ Τό Μυστήριον τοῦ Γάμου ὡς Ἐκκλησιαστικόν γεγονός. Τοῦ Πρωτ. π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ.
◇ Αἱ ἀποφάσεις τῆς λέσχης Μπίλντερμπεργκ διά τήν Ἑλλάδα.
◇ Ἡ Ἁγία Μανία. Τοῦ κ. Στεργίου Σάκκου.
◇ Ὑπάρχουν πολλοί θάνατοι ἤ ἕνας ὁριστικός καί ἀμετάκλητος θάνατος τοῦ ἀν­θρώπου. Τοῦ κ. Ἀθανασίου Β. Ἀβραμίδη.
◇ Αἱ θέσεις τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας διὰ τὴν πολύμορφον προσφοράν του.
◇ Ἱδρύθη Ὀρθόδοξος Θρησκευτικὴ Ὑπηρεσία εἰς τὰς Αὐστριακὰς Ἐνόπλους Δυνάμεις.
Γεγονότα καί Σχόλια. Βιβλιοκρισίαι καί ἄλλη ἐνδιαφέρουσα ὕλη συμπληρώνουν τό φύλλον

24 Ιουνίου Συναξαριστής

 
Το Γενέθλιο του Ιωάννου Προδρόμου, Σύναξις των Δικαίων Ζαχαρία,Ελισάβετ, Παναγιώτη Καισαρεύς, Αθανασίου του Πάριου,Ἅγιος Νικήτας Ἐπίσκοπος,Ὅσιος Γκερμόκιος,Ἁγία Ἀλένα,Ὅσιος Ἰβὰν,Ὅσιος Ἱλαρίων,Ὅσιος Ἀντώνιος,Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Νέου,Ἅγιοι Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης,Ἅγιος Γεράσιμος ὁ Ἱερομάρτυρας,Μνήμη Θαύματος Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ὡραιοτάτης ἐν Ἀκαρνανίᾳ.



Γενέσιον τοῦ Τιμίου ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου


Ἡ Ἐκκλησία, τρία μόνο Γενέθλια τιμᾶ καὶ ἑορτάζει: α. τοῦ Δεσπότου καὶ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, β. τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, καὶ γ. τοῦ Τιμίου Προδρόμου.

Τὰ γεγονότα  τῆς γεννήσεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ α’ κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του.

Γράφει, λοιπόν, ὅτι στὶς ἡμέρες τοῦ βασιλέως Ἡρώδη ἐζοῦσε στὴν Ἰουδαία κάποιος ἱερέας ποὺ λεγόταν Ζαχαρίας. Εἶχε σύζυγό του τὴν Ἐλισάβετ, ἡ ὁποία ἦταν ἀπόγονος τοῦ Προφήτου Ἀαρών.
Ἦσαν καὶ οἱ δύο ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ καὶ ἐζοῦσαν μὲ δικαιοσύνη, φόβο Θεοῦ, εὐλάβεια, σωφροσύνη, καὶ ἐτηροῦσαν τὶς θεῖες ἐντολές.
Γιὰ πολλὰ χρόνια ἱκέτευαν τὸν Κύριο νὰ τοὺς εὐλογήσει μὲ τὴ χαρὰ τῆς τεκνογονίας, ἀλλὰ δὲν εἶχαν ἀποκτήσει, παρὰ τὴ θερμὴ προσευχή τους, παιδί. Ὁ Ζαχαρίας καὶ ἡ στείρα σύζυγός του Ἐλισάβετ εἶχαν φθάσει σὲ βαθὺ γήρας καὶ δὲν εἶχαν πλέον ἐλπίδα νὰ τεκνοποιήσουν.

Ἐνῶ ὁ ἱερέας Ζαχαρίας εὑρισκόταν μία ἡμέρα στὸ ναὸ καὶ ἐθυμίαζε στὸ ἱερὸ Βῆμα, ἐφανερώθηκε σ’ αὐτὸν Ἄγγελος Κυρίου, γιὰ νὰ προμηνύσει τὴ γέννηση τοῦ ἐπιγείου καὶ ἔνσαρκου ἄγγελου, τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου.
Βλέποντάς τον ὁ Ζαχαρίας ἐταράχθηκε καὶ ἐφοβήθηκε τόσο πολὺ ὥστε ἔμεινε ἐκστατικός. Τότε ὁ Ἄγγελος Κυρίου τοῦ εἶπε: «Μὴ φοβᾶσαι, Ζαχαρία. Γιατὶ ὁ Θεὸς ἐδέχθηκε τὴν προσευχή σου καὶ ἡ γυναίκα σου, ἡ Ἐλισάβετ, θὰ γεννήσει υἱό. Καὶ θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἰωάννη.
Καὶ θὰ δοκιμάσεις μεγάλη χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση. Πολλοὶ θὰ χαροῦν γιὰ τὴ γέννησή του, γιατὶ θὰ εἶναι μεγάλος καὶ περιφανὴς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Θὰ λάβει ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς Θείας Χάριτος καὶ θὰ γεμίσει ἀπὸ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅταν ἀκόμη θὰ κυοφορεῖται στὴν κοιλία τῆς μητέρας του Ἐλισάβετ. Καὶ μὲ τὸ κήρυγμά του θὰ ἐπιστρέψουν πολλοὶ Ἰσραηλῖτες στὴ γνώση τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου αὐτῶν».

Ἀκούγοντας ἔκπληκτος ὁ Ζαχαρίας τὸ μήνυμα τοῦ Ἀγγέλου, κατεπλάγη καὶ τὸν ἐρώτησε γεμάτος ἀπορία: «Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ γίνει αὐτό; Καὶ μὲ ποιὸ τρόπο θὰ τὸ γνωρίσω καὶ θὰ τὸ πιστέψω, ὅταν εἶμαι γέροντας στὴν ἡλικία καὶ ἡ γυναίκα μου ὑπέργηρη καὶ στείρα;».
Τότε ὁ Ἄγγελος τοῦ εἶπε: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Γαβριήλ, ποὺ παρουσιάζομαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ ἀπέστειλε ὁ Θεὸς νὰ σοῦ φέρω αὐτὴ τὴ χαρμόσυνη ἀγγελία. Καὶ ἰδού, ἐπειδὴ δὲν ἐπίστεψες στὰ λόγια μου, θὰ μείνεις ἄλαλος μέχρι τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ ἐκπληρωθοῦν ὅσα σοῦ προανήγγειλα, δηλαδὴ μέχρι νὰ γεννηθεῖ ὁ Ἰωάννης».

Πράγματι ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα ὁ Ζαχαρίας ἔμεινε βουβὸς καὶ ἄλαλος, ἕως ὅτου ἡ Ἐλισάβετ ἔτεκε τὸν Πρόδρομο.

Τὴν ὄγδοη ἡμέρα οἱ συγγενεῖς ἦλθαν γιὰ νὰ ἐκτελέσουν τὴν περιτομὴ τοῦ παιδιοῦ καὶ ἤθελαν νὰ τὸ ὀνομάσουν μὲ τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα του, Ζαχαρία. Ἀλλὰ ἡ Ἐλισάβετ τοὺς εἶπε ὅτι θὰ ὀνομαστεῖ Ἰωάννης.
Στὴν ἀπορία τους, πῶς θὰ λάβει τὸ ὄνομα αὐτό, ἐπειδὴ κανένας ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς δὲν εἶχε τὸ ὄνομα αὐτό, ὁ Ζαχαρίας ἐζήτησε μία μικρὴ πλάκα ἐπὶ τῆς ὁποίας ἔγραψε τὰ ἀκόλουθα: «Ἰωάννης εἶναι τὸ ὄνομά του».
Καὶ ἐξεπλάγησαν ὅλοι. Ὁ Ζαχαρίας δὲ ἄνοιξε ἀμέσως τὸ στόμα του καὶ εὐλογοῦσε τὸν Θεὸ μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά του. Ὁ δὲ Ἰωάννης καθημερινὰ ἀναδεικνυόταν ὡς ἔμψυχο ὄργανο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, πλήρης τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στήλη κάθε ἀρετῆς καὶ εὐσέβειας.
Κατὰ τοὺς τελευταίους βυζαντινοὺς χρόνους, ἡ ἑορτὴ αὐτὴ ἐτελεῖτο στὸ ναὸ τοῦ Προδρόμου τῆς Πέτρας, μὲ τὴν παρουσία τοῦ αὐτοκράτορος.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, τ[πης παρουσίας Χριστοῦ, ἀξίως εὐφημῆσαί σε, οὐκ εὐποροῦμεν ἡμεῖς, οἱ πόθῳ τιμῶντές σε· στείρωσις γὰρ τεκούσης, καὶ πατρὸς ἀφωνία, λέλυνται τῇ ἐνδόξῳ, καὶ σεπτῇ σου γεννήσει, καὶ σάρκωσις Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, κόσμῳ κηρύττεται.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.Ἡ πρὶν στεῖρα σήμερον, Χριστοῦ τὸν Πρόδρομον τίκτει, καὶ αὐτὸς τὸ πλήρωμα, πάσης τῆς προφητείας· ὃνπερ γὰρ, προανεκήρυξαν οἱ Προφῆται, τοῦτον δή, ἐν Ἰορδάνῃ χειροθετήσας, ἀνεδείχθη Θεοῦ Λόγου, Προφήτης κῆρυξ, ὁμοῦ καὶ Πρόδρομος.

Μεγαλυνάριον.Ἄνθος τὸ θεόσδοτον ἐκφυέν, σήμερον ἐκ στείρας, εὐωδίας ἁγιασμοῦ, ἔπλησε τὰ πάντα, τὴν ἔρημον τὰ ὄρη, τῶν ποταμῶν τὰ ῥεῖθρα, Χριστοῦ ὁ Πρόδρομος.





Σύναξις Ζαχαρίου καὶ Ἐλισάβετ τῶν Δικαίων γονέων τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ

Σήμερα ἐτελεῖτο ἡ Σύναξις τῶν γονέων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἑορτὴ τοῦ γενεσίου αὐτοῦ, Ἁγίων Δικαίων Ζαχαρίου καὶ Ἐλισάβετ.




Ὁ Ἅγιος Νικήτας Ἐπίσκοπος Ρεμεσιάνας τῆς Ρουμανίας

Ὁ Ἅγιος Νικήτας, Ἐπίσκοπος Ρεμεσιάνας, ἔζησε τὸν 4ο καὶ 5ο μ.Χ. αἰώνα καὶ ἐγεννήθηκε στὴ Δεκία, τὸ 338 μ.Χ. Στοιχεῖα γιὰ τὴ δράση του σώζονται στὸ ἔργο τοῦ Παυλίνου († 431 μ.Χ.), Ἐπισκόπου Νόλλης, τὸν Γεννάδιο τῆς Μασσαλίας († 492 – 505 μ.Χ.), τὸν Κασσιόδωρο († 575 μ.Χ.), καὶ τὸν Ὅσιο Ἱερώνυμο.

Ὁ Ἅγιο Νικήτας συμμετεῖχε ὡς πρεσβύτερος στὴ Σύνοδο τῆς Ρώμης, ποὺ συγκλήθηκε τὸ 369 μ.Χ., κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ καὶ ἀναδείχθηκε ὑπέρμαχος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Μεταξὺ τῶν ἐτῶν 370 – 371 μ.Χ. ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ρεμεσιάνας καὶ ἔγραψε τὸ πρῶτό του ἔργο «Περὶ πίστεως». Διακρινόμενος γιὰ τοὺς ἀγῶνές του κατὰ τῶν αἱρετικῶν ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Ἀντιόχειας, τὸ 378 μ.Χ., ὡς καὶ σὲ ἄλλες.
Διέπρεψε στὸ κήρυγμα, στὴν ἱεραποστολικὴ ἐργασία, τὴ συγγραφικὴ δύναμη καὶ τὴν ποιμαντικὴ δράση, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκαλέσθηκε «Ἀπόστολος τῶν Δακο-Ρουμάνων».Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 420 μ.Χ.



Ὁ Ὅσιος Γκερμόκιος ἐκ Κορνουάλης

Ὁ Ὅσιος Γκερμόκιος ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς κατὰ τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.




Ἡ Ἁγία Ἀλένα ἡ Μάρτυς ἐκ Βρυξελλῶν

Ἡ Ἁγία Ἀλένα καταγόταν ἀπὸ τὶς Βρυξέλλες καὶ ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. Ἐβαπτίσθηκε Χριστιανή, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζουν οἱ ἐθνικοὶ γονεῖς της, καὶ ἐμαρτύρησε τὸ 640 μ.Χ.




Ὁ Ὅσιος Ἰβὰν ἐκ Τσεχίας

Ὁ Ὅσιος Ἰβάν, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 903 μ.Χ.




Ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ἐκ Γεωργίας

Ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων (Τβαλοέλι) ἔζησε στὴ Γεωργία κατὰ τὸ 10ο καὶ 11ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τοῦ Καχούλι τῆς περιοχῆς Σάμζχε καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1401.



Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος τοῦ Ντύμσκ, ἐγεννήθηκε στὸ Νόβγκοροντ, περὶ τὸ 1157. Μία ἡμέρα, ἐνῶ ἦταν στὸ ναὸ καὶ προσευχόταν, ἄκουσε τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι».
Τότε ὁ Ὅσιος ἐγκατέλειψε τὰ πάντα καὶ ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο, ὑποτασσόμενος πνευματικὰ στὸν Ὅσιο Βαρλαὰμ τοῦ Χουτὺν († 6 Νοεμβρίου), ὁ ὁποῖος τὸν ὅρισε διάδοχό του μετὰ τὴν κοίμησή του.
Ὁ Ὅσιος δὲν ἀποδέχθηκε τὴ θέση αὐτή, ἀλλὰ κατέφυγε στὴν περιοχὴ τῆς λίμνης Ντύμα κοντὰ στὸ Τιχβίν, γιὰ μεγαλύτερη ἄσκηση. Ἐκεῖ ἵδρυσε μοναστήρι στὸ ὁποῖο, μετὰ ἀπὸ πνευματικοὺς ἀγῶνες, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1224.




Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Νέου

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Νέου τιμᾶται τὴν 12η Ἰουνίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του, καθὼς καὶ τὴν 2α Ἰουνίου μὲ ἀφορμὴ θαύματος μὲ τὸ ὁποῖο ἐσώθηκε ἡ πόλη Σουτσεάβα, στὴν ὁποία φυλάσσονταν τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου. Ἡ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων, ἔγινε στὴν πόλη Σουτσεάβα, ἀπὸ τὴν πόλη Ζιολκίεβ τῆς Πολωνίας, τὸ 1783 μ.Χ.







Οἱ Ἅγιοι Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης οἱ Δίκαιοι οἱ αὐτάδελφοι

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης κατάγονταν ἀπὸ εὐσεβὴ οἰκογένεια καὶ ἦσαν τέκνα τοῦ Ἰσιδώρου καὶ τῆς Βαρβάρας. Ἐμαρτύρησαν ἀπὸ ἐθνικούς, τὸ 1569, στὴν πόλη Μενούγκα τῆς Ρωσίας, ὁ μὲν Ἰάκωβος σὲ ἡλικία 3 ἐτῶν, ὁ δὲ Ἰωάννης σὲ ἡλικία 5 ἐτῶν.




Ὁ Ἅγιος Παναγιώτης ὁ Νεομάρτυρας ὁ Καισαρεύς

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Παναγιώτης ὁ Καισαρεὺς καταγόταν ἀπὸ τὸ Δελβινάκι τῆς Β. Ἠπείρου καὶ ἐμαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ τὴν πίστη του στὸ Χριστὸ σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν, τὸ 1765, ἐνῶ κατ’ ἄλλους τὸ μαρτύριό του ἔλαβε χώρα τὸ 1767.
Τὸ τίμιο λείψανό του ἐνταφιάσθηκε μὲ εὐλάβεια ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς στὸ ναὸ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς στὴν Κωνσταντινούπολη.




Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐν Ἀρχαγγέλσκ Σιβηρίας
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Γερασίμου.




Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος ὁ Κολλυβᾶς, ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἐξέχουσες μορφὲς τοῦ μοναστικοῦ φρονήματος τοῦ 18ου αἰῶνος, καθὼς καὶ μία φωτισμένη μορφὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ γένους.
Τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του ἦταν Ἀθανάσιος Τούλιος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὸ νησὶ τῆς Πάρου.
Ὁ ἴδιος ξεχώρισε σὲ μία δύσκολη ἐποχὴ γιὰ τὸ Ἑλληνικὸ γένος, γιὰ τὴ θεολογικὴ κατάρτισή του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ θύραθεν παιδεία του, ἀφοῦ διετέλεσε διδάσκαλος καὶ σχολάρχης.

Ὁ Ὅσιος ἐγεννήθηκε τὸ 1722 ἢ 1723, στὸ Κῶστο τῆς Πάρου καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Ἀθανάσιος. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἀπόστολος Τούλιος μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴ Σίφνο, ἀλλὰ ἐκατοίκησε στὸ Κῶστο, ἀφοῦ ἐνυμφεύθηκε Κωστιανή.
Ἐκεῖ ἐδιδάχθηκε τὰ πρῶτα του γράμματα στὰ ὁποῖα ἔδειξε ἰδιαίτερη κλίση, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ πατέρας του τὸν ἔστειλε στὴ Σχολὴ τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Ναούσης Πάρου.
Στὴν συνέχεια τὸν ἀπέστειλε στὴ Σχολὴ τοῦ Παναγίου Τάφου στὴ Σίφνο καὶ κατόπιν μὲ ἔξοδα τῆς Μονῆς Ἁγίου Ἀντωνίου Κεφάλου στὴ Σχολὴ τῆς Ἄνδρου, ἂν καὶ οἱ βιογράφοι του δὲν συμφωνοῦν ὄλοι μὲ αὐτό. Τὸ 1745, σὲ ἡλικία 23 ἐτῶν ἀποχαιρετᾶ τοὺς γονεῖς του καὶ φθάνει στὴ Σμύρνη, ὅπου ἐγγράφεται στὴν Εὐαγγελικὴ Σχολή.
Μιὰ σχολὴ ὅπου ἐφοίτησαν ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς καὶ ὁ Νικόλαος Καλλιβούρτσης, δηλαδὴ ὁ μετέπειτα στενός του συνεργάτης Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, παραμένοντας ἐκεῖ γιὰ ἕξι ἔτη. Ὅταν πληροφορήθηκε τὴ λειτουργία τῆς Ἀθωνιάδας Σχολῆς μὲ διευθυντὴ τὸ Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, ἀπὸ τὴν Πάτρα, ἐγγράφεται ἀμέσως (1751), τὴν ἐποχὴ ποὺ ἀναλαμβάνει Διευθυντὴς ὁ Διάκονος τότε, Εὐγένιος Βούλγαρης.
Ἀπὸ τὸ Νεόφυτο ἐκπαιδεύτηκε στὰ «Γραμματικὰ» καὶ στὰ «Περὶ Συντάξεως» τοῦ Θεοδώρου Γαζῆ, ἐνῶ ἀπὸ τὸν Εὐγένιο στὰ φιλοσοφικὰ μαθήματα καὶ τὶς ὑπόλοιπες ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς. Κατόπιν ἐκπαιδεύεται στὴ ρητορικὴ καὶ τὴν ποιμαντική, ἐνῶ σταδιακὰ ἀρχίζει νὰ ξεχωρίζει γιὰ τὶς ἰκανότητές του. Ἡ διαρκὴς ἀνέλιξή του τὸν καθιστᾶ «δεξὶ χέρι» τοῦ Εὐγένιου Βούλγαρη καὶ σὲ ἡλικία 35 ἐτῶν, ἀναλαμβάνει τὴ θέση τοῦ καθηγητοῦ τῆς Σχολῆς.

Ἡ φήμη του γιὰ τὶς ἰκανότητές του ἐμαθεύθηκε ἀνάμεσα στὴν ὑπόδουλη ὀρθόδοξη κοινότητα, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Θεσσαλονικεῖς τὸν ζητοῦν γιὰ τὴ Διεύθυνση τῆς Σχολῆς τους. Μὲ παρότρυνση ἀλλὰ καὶ πίεση τοῦ Εὐγένιου Βούλγαρη δέχεται, ἂν καὶ ἀρχικὰ προέβαλε κάποιες ἐνστάσεις.
Ἔτσι διευθύνει τὴ Σχολὴ ἐπιτυχῶς γιὰ τέσσερα χρόνια (1758 – 1762), ὅταν καὶ τὸ 1762 ἡ Σχολὴ κλείνει λόγῳ ἐπιδημίας πανώλης.
Ἔτσι καταφεύγει σὲ μία σχολὴ στὴν Κέρκυρα, ποὺ τὴ διευθύνει ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης. Ἐκεῖ τελικὰ ὁλοκληρώνει τὶς σπουδές του καὶ ὁδηγεῖται στὸ Μεσολόγγι, μετὰ ἀπὸ πρόσκληση τοῦ συμμαθητοῦ του στὴν Ἀθωνιάδα Παναγιώτη Παλαμᾶ, ποὺ εἶχε ἱδρύσει ἀπὸ τὸ 1760 τὴν Παλαμιαία Σχολή.
Μετὰ τὰ Ὀρλωφικὰ (1768 – 1774), ἡ Παλαμιαία Σχολὴ εὑρίσκεται σὲ ἀκμὴ μὲ τὸν Ἀθανάσιο νὰ διαδραματίζει σημαντικὸ ρόλο, ὅμως τότε λαμβάνει τιμητικὴ πρόσκληση ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο ἀναφέροντάς του: «Ἡ μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία διὰ γραμμάτων Συνοδικῶν τὸν παρακαλεῖ ν’ ἀπέλθει εἰς Ἅγιον Ὄρος ὡς διδάσκαλος καὶ σχολάρχης τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς μετὰ τὸν ἀοίδιμον Εὐγένιον».

Ὁ ἴδιος δέχεται ἄμεσα καὶ παρεπιδημεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου συναντᾶ τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ, ὁ ὁποῖος τὸν προτρέπει νὰ χειροτονηθεῖ. Ὁ Ἀθανάσιος ὑπακούει καὶ χειροτονεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο πρεσβύτερος. Τὸ 1777, πικραμένος ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ ἀντιμετωπίσθηκαν οἱ Κολλυβάδες καὶ μετὰ ἀπὸ κάλεσμα ἐπιστρέφει ὡς Σχολάρχης στὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης.
Διευθύνει τὴ Σχολὴ γιὰ 6 ἔτη (1777 – 1783) ἢ γιὰ ἄλλους 8 ἔτη (1777 – 1785). Τὸ ποίμνιο τῆς Θεσσαλονίκης τὸν γνωρίζει πλέον καὶ ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος ὡς Ἱερέα. Τώρα μὲ νέα Πατριαρχικὴ ἐπιστολὴ καλεῖται νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Τοῦ ζητοῦν μάλιστα νὰ καθορίσει μόνος του τὸ ὕψος τῆς ἀμοιβῆς του.
Ὁ ἴδιος ὅμως θὰ ἀπαντήσει: «Τὰς μὲν ἀρχιερατείας τιμῶ καὶ προσκυνῶ ἀλλ’ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἄξιος. Ἂν ἐκαταλάμβανα ὅτι ἔκαμνα περισσότερον καρπὸν εἰς τὴν Βασιλεύουσαν πόλιν, ἤθελα ἔλθει αὐτόκλητος.
Ἐπειδὴ ὅμως, ὡς στοχάζομαι, αὐτοῦ εἶναι κάποια ἐμπόδια, διὰ τοῦτο, ἄφετέ μέ, παρακαλῶ, ἐδῶ εἰς τὰ πέριξ νὰ ὠφελῶ ὅσον δύναμαι τοὺς ἀδελφούς μου καὶ τὸ Γένος μου». Καὶ τὸν ἄφησαν...

Ἡ ὁριστική του ἀπόφαση εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ στὴν πατρίδα του, τὴν Πάρο. Καὶ ἐνῶ τὸ πλοῖο κατευθύνεται πρὸς τὸ νότιο Αἰγαῖο, ξεσπάει ὁ Ρωσοτουρκικὸς πόλεμος καὶ τὸ πλοῖο ἀναγκάζεται νὰ προσορμισθεῖ στὴ Χίο (5 – 6 Νοεμβρίου 1786, 64 ἐτῶν).
Ἀποσύρεται στὸ μονύδριο τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ἐκεῖ μελετᾶ καὶ προσεύχεται. Ξεκινᾶ τὸ Θεολογικὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ καὶ τὴ Λογικὴ τοῦ ἀοιδίμου Εὐγένιου Βούλγαρη. Ὅταν τελειώνει ὁ πόλεμος, δέχεται νὰ παραμείνει στὴ Χίο, στὰ χέρια τῆς βουλήσεως τοῦ Θεοῦ.
Τελικὰ θὰ παραμείνει ἐκεῖ τρεῖς δεκαετίες. Ἡ «Φιλοσοφικὴ Σχολή», ὅπως τὴν ἀποκαλοῦσαν, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του γνωρίζει τεράστια ἀκμὴ καὶ ἀνάλογη φήμη. Τὸ 1812, 90 ἐτῶν πλέον, παραιτεῖται.

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, πρέπει νὰ ἀναφερθεῖ πὼς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς διωκόμενους Κολλυβάδες μοναχοὺς (ὅπως ὑποτιμητικὰ τοὺς ἀποκαλοῦσαν, λόγῳ τῆς θεολογικῆς διαμάχης γιὰ τὴ χρήση τῶν Κολλύβων), οἱ ὁποῖοι μὲ ἰσχυρὰ ἐπιχειρήματα, προσπάθησαν καὶ τελικὰ κατάφεραν νὰ διατηρήσουν, ἀπὸ τὶς νοθεῖες τοῦ Πρωτεσταντισμοῦ καὶ τῆς Οὐνίας, τὴν Ὀρθόδοξη πίστη.
Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἐδέχθηκε σφοδρὸ διωγμὸ στὸ Πατριαρχεῖο, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ, τὸν Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, τὸν Ἀγάπιο τὸν Κύπριο, τὸν Ἰάκωβο τὸν Πελοποννήσιο καὶ τὸν Χριστόφορο Προδρομίτη, γιὰ τὸν ἀγώνα τους ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας.
Ὁ ἴδιος καθαιρεῖται ἀπὸ ἱερέας καὶ καταδικάζονται οἱ ὑπόλοιποι. Διώκονται καὶ ἐξορίζονται ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐνῶ ὁ Ἀθανάσιος ὁδηγεῖται, ὅπως προαναφέρθηκε, στὴ Θεσσαλονίκη. Ἡ πίκρα ὅμως τῶν διωγμῶν αὐτῶν ἔγινε τὸ νερὸ ποὺ ἐπότισε  μὲ τοὺς διασκορπισμένους Κολλυβάδες τὸ Ὀρθόδοξο Γένος σὲ μία δύσκολη καὶ μεταβατικὴ ἱστορικὴ ἐποχή.

Τὸ 1771 ἐντέλει, ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία διαπίστωσε τὶς συκοφαντίες καὶ τοὺς ἀθωώνει. Μεταξὺ ἄλλων ἡ ἀθώωση ἀναφέρει:

«Δύναται πολλάκις καὶ συρραφεῖσα διαβολὴ ὑποκλέψαι τοῖς ἀνεγκλήτοις καὶ ἀναιτίου καταδίκης αἰτία γενέσθαι πρὸς ἄνδρας ἀθώους καὶ ἀμετόχους τῶν κατ’ αὐτῶν λαληθέντων... Ἐπειδὴ τοιγαροῦν καὶ ὁ κὺρ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, ἀνὴρ ὢν οὐ τῶν εὐκαταφρονήτων, σοφίας τὲ μετασχηκὼς τῆς θύραθεν καὶ τῆς καθ’ ἡμᾶς καὶ καλῶς μεμνημένος τὰ θεῖα... ἀθῶος ὑπάρχει... ἔχων καὶ τὸ ἐνεργοῦν τῆς ἱερωσύνης αὐτοῦ ἀκωλύτως...».

Στὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἀποσύρθηκε σὲ ἕνα ἀπόμερο μέρος τῆς Χίου, τὰ Ρεστά, ὅπου ὑπῆρχε μονύδριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκεῖ μαζί του ἡσύχαζε καὶ ὁ μαθητὴς καὶ φίλος του Νικηφόρος καὶ ὁ Ἱεροδιάκονος Ἰωσὴφ ἀπὸ τὰ Φουρνὰ τῶν Ἀγράφων, ὁ ὁποῖος εἶχε χρηματίσει καὶ δάσκαλος στὴ Σχολή.
Ἐδῶ συγγράφει τὸ πόνημά του «ἀλεξίκακον πνευματικὸν» κατὰ τῶν τότε «ἐκσυγχρονιστῶν» ποὺ ἀντέλεγαν καὶ ἐφέρονταν καταφρονητικὰ σὲ ζητήματα τῶν Θείων Γραφῶν. Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του παθαίνει ἀποπληξία.
Ὁ ἴδιος προετοιμάσθηκε πνευματικά, μετέλαβε καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη μιὰ ἡμέρα μετά, στὶς 24 Ἰουνίου 1813. Στὰ προπύλαια τοῦ ναοῦ ἐθαψαν τὸ σεπτό του σκήνωμα, ἐνῶ οἱ συνασκητὲς στὸ κελί του βρῆκαν μόνο μία τριμμένη στολή, ἕνα μελανοδοχεῖο καὶ ἕνα λυχνάρι.
Τὰ ὀστά του τοποθετήθηκαν στὸ ὀστεοφυλάκιο τοῦ ναϋδρίου, ἀλλὰ ἀποτεφρώθηκαν κατὰ τὴ μεγάλη πυρκαγιά, τὸ 1822.Τὸ συγγραφικὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου εἶναι πλούσιο καὶ πολὺ σημαντικό. Ἀφορᾶ σχεδὸν ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς χριστιανικῆς δράσεως (βίοι Ἁγίων, δογματικά, κοινωνικά, λειτουργικά, παιδαγωγικά, ποιμαντικά) καὶ ἀξιολογεῖται σήμερα τὴ βιβλική, κοινωνικὴ καὶ δογματική του κατάρτιση, ὡς ἕνα ἐξαιρετικὸ δεῖγμα ὀρθόδοξης ποιμαντικῆς διακονίας.




Μνήμη Θαύματος Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ὡραιοτάτης ἐν Ἀκαρνανίᾳ
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΑΝΔΡΙΚΗ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ

Ως προμετωπίδα θέτουμε ένα δημοσίευμα που είχε πριν από μερικούς μήνες το Fimotro, για να προλάβουμε κάποιους «προοδευτικούς» που θα σχολιάσουν δυσμενώς τον σεβάσμιο Γέροντα.

ΦΟΥΣΤΑ
_______________
Το παντελόνι δεν είναι γυναικεία ενδυμασία· ας το ακούσουν οι ευσεβείς κοπέλλες, που αγαπούν τον Θεό. Ο επίσκοπος Φλωρίνης π. Αυγουστίνος δείχνει την αμαρτία αδιαφορώντας για τα σχόλια των επικριτών του. Ακούστέ τον·

NEKPOΣ ΠEΦTΩ, ΑΛΛΑ TO EYΑΓΓEΛIO ΔEN TO ΠΑTΩ!

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ 1971

π. Aυγ. Aγ. Aθαν. Eδ.ιστEγώ δεν είμαι ούτε νομάρχης, ούτε διευθυντής σχολείου, ούτε επιθεωρητής. Eίμαι όμως επίσκοπος. Kαι ως επίσκοπος έχω ένα χώρο.

Δεν εξουσιάζω το σχολείο, ούτε την νομαρχία, ούτε την εισαγγελία. Eξουσιάζω όμως εδώ μέσα. Nεκρός πέφτω και το Eυαγγέλιο δεν το πατώ.
Mε γνωρίζετε πολύ καλά. Δεν ξέρω τί θα κάνης και τί θα πεις, αν εσύ που με ακούς απόψε γελάς.
Δεν με ενδιαφέρει πόσοι θα με σχολιάσουν στα καφενεία και θα πουν: Πάει πάλι ο Kαντιώτης τρελλάθηκε. Αλλά πράγματα ζητά. Zητά οι γυναίκες μας και τα κορίτσια μας να μην φορούν παντελόνια.
Δεν σε υπολογίζω, λέγε ότι θες. Ανοιξε το στόμα σου και πέταξε όσα καβούρια και όσα φίδια θέλεις εναντίον μου. Δεν με ενδιαφέρει. Eγώ σας λέγω ένα πράγμα. Eδώ μέσα στην Eκκλησία δεν θα επιτρέψω καμμιά γυναίκα με παντελόνια.

Tώρα που πλησιάζει το καλοκαίρι και θα αρχίση πάλι η βρωμιά να ξαπλώνεται στην πόλη, δεν θα επιτρέψω εδώ στην εκκλησία καμμιά ασχήμια, κανένα βδέλυγμα.
Eσύ κύριε που κοροϊδεύεις τον δεσπότη, αν αυτό το θεωρείς καλό, βγάλε το σακάκι σου και φόρεσε φουστάνια.

Απόσπασμα ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτη- Φλώρινα 13-3-1971.
_______________________

Ο Μητροπολίτης δείχνει τις θέσεις της Εκκλησίας για το παντελόνι, σε μια εποχή που το παντελόνι πρωτοέμπαινε στην ζωή των γυναικών.  Λέει την αλήθεια, αδιαφορώντας για τα σχόλια και τις ειρωνείες των ανθρώπων.

Σήμερα που όλα επιτρέπονται και κανένα στόμα ούτε θεολόγου ούτε παπά, ούτε επισκόπου λέει την αλήθεια για το παντελόνι και οι γυναίκες -ακόμα και οι γριές- δεν ξέρουν ότι η Αγία Γραφή λέει, ότι· «Ουκ έσται σκεύη ανδρός επί γυναικί, ουδέ μη ενδύσηται ανήρ στολήν γυναικείαν, ότι βδέλυγμα Κυρίω τω Θεώ σου έστι πας ποιών ταύτα», και μπαίνουν ακόμα και στους ναούς με το παντελόνι·
Ας ακούσουν· 1) Τι λέει ο επίσκοπος Φλωρίνης π. Αυγουστίνος για το παντελόνι, που το βλέπει από πνευματική σκοπιά και 2) Τι λένε οι γυναίκες της Γαλλίας που το βλέπουν από άλλη οπτική γωνία.
________________________
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΡΛ΄ (130)
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΦΛΩΡΙΝΗΣ, ΠΡΕΣΠΩΝ & ΕΟΡΔΑΙΑΣ
Εν Φλωρίνη τη 1η Μαρτίου 1971
ΠΡΩΤ. 536
ΑΡΙΘΜ. {
ΔΙΕΚΠ. 369
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΑΝΔΡΙΚΗ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ
Επί τη είσοδω εις την Μεγάλην Τεσσαρακοστήν
και περί ασέμνως ενδυομένων
Π Ρ Ο Σ
Τον ευσεβή κλήρον και λαόν της καθ’ ημάς Ι. Μητροπόλεως
Με την χάριν του Θεού εισήλθαμεν εις την Αγίαν και Μεγάλην Τεσσαρακοστήν. Κατά την ωραίαν έκφρασιν του υμνωδού της Εκκλησίας, «το στάδιον των αρετήν ηνέωκται». Ήνοιξε το στάδιον των πνευματικών αγώνων δια την κατάκτησιν των αρετών. Εις τους αγώνας αυτούς, οι οποίοι αποβλέπουν εις τον δαμασμόν και την υποταγήν των αμαρτωλών επιθυμιών και παθών του ανθρώπου, εις την έξαρσιν του εν ημίν θεϊκού στοιχείου, εις την νίκην και εις τον θρίαμβον του πνεύματος κατά της σαρκος· εις τους αγώνας αυτούς, των οποίων δεν υπάρχουν άλλοι ευγενέστεροι και αγιώτεροι και ενδοξότεροι, καλούνται να λάβουν μέρος όλοι οι Ορθόδοξοι χριστιανοί. Καλούνται οι πτωχοί, αλλά και οι πλούσιοι. Οι αγράμματοι, αλλά και οι επιστήμονες. Οι άσημοι, αλλά και οι επίσημοι. Αι γυναίκες, αλλά και οι άνδρες. Οι νέοι, αλλά και οι γέροντες. Καλούνται να λάβουν μέρος εις τα ιερά αγωνίσματα της νηστείας, της προσευχής, της ελεημοσύνης, της μελέτης της Γραφής, της σιωπής και περισυλλογής, της προετοιμασίας δια την ιεράν εξομολόγησιν και την θείαν κοινωνίαν και της εν πνεύματι και αληθεία παρακολουθήσεως των ιερών ακολουθιών όλης της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ιδιαιτέρως δε της Μεγάλης Εβδομάδος, κατά την οποίαν μνείαν ποιούμεθα των σεπτών παθών του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Αι ημέραι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είνε ημέραι πνευματικού πένθους, εσωτερικής συντριβής και κατανύξεως, δακρύων και αναστεναγμών, διότι αι αμαρτίαι μας οδήγησαν τον Χριστόν εις τον σταυρόν. Πρέπει την αγίαν αυτήν περίοδον να κάμωμεν θέμα βαθείας μελέτης την θεμελιώδη αλήθειαν της Πίστεως μας, την οποίαν 800 έτη προς της σταυρώσεως εξέφερεν ο προφήτης Ησαϊας· «ούτος (ο Χριστός) τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται… Αυτός ετραυματίσθη δια τας αμαρτίας ημών… Τω μώλωπι αυτού ημείς ιάθημεν. Πάντες ως πρόβατα επλανήθημεν, άνθρωπος τη οδώ αυτού επλανήθη· και Κύριος παρέδωκεν αυτόν ταις αμαρτίαις ημών…
Εν τοις ανόμοις ελογίσθη· και αυτός αμαρτίας πολλών ανήνεγκε και δια τας αμαρτίας αυτών παρεδόθη» (Ησ. Κεφ. νγ΄). Τα προφητικά αυτά λόγια ωδήγησαν εις πίστιν και μετάνοιαν πολλούς απίστους και αμαρτωλούς. Πρέπει κανείς να είνε πεπωρωμένος και αναίσθητος, δια να μη αισθάνεται συγκίνησιν εκ των ανωτέρω λόγων του προφήτου. Όλοι είμεθα αμαρτωλοί και ένοχοι, και δι’ όλους παρεδόθη ο Χριστός εις θάνατον και υποφέρει το φρικτόν μαρτύριον του επί του σταυρού.
Συγκινητικός και πένθιμος είναι ο χαρακτήρ της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Δι’ αυτόν τον λόγον απαγορεύονται κατά την περίοδον αυτήν και γάμοι και χοροί και διασκεδάσεις.
Ο Χριστός, χριστιανέ μου, βαδίζει προς το μαρτύριον. Και συ, αναίσθητος και ασυγκίνητος, γελάς και καγχάζεις και χορεύεις εξάλλους χορούς και πίνεις και μεθύεις και κυλίεσαι ως κτήνος εις τον βόρβορον της αμαρτίας; Ο βράχος του Γολγοθά συνεκινήθη και εσείσθη και αι πέτραι ερράγησαν και τα μνημεία ηνεώχθησαν και ο ηλιος εσκοτίσθη και τα σύμπαντα επένθησαν τον Υιόν του Θεού. Και συ αναισθητείς; Εψυχράνθη λοιπόν η αγάπη σου προς τον Χριστόν; Εξηράνθη και εξηφανίσθη παν ίχνος ευγενές εν τη καρδία σου; Σκληρότερος από τους λίθους έγινες; Παίζεις και συ, όπως οι Ρωμαίοι στρατιώται κάτω από τον σταυρόν;
Πένθιμος η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Όλη η ζωή του χριστιανού, όχι μόνον εις τας γενικάς γραμμάς, αλλά και μέχρι των λεπτομερειών, πρέπει να ρυθμίζεται και να διέπεται από το Πνεύμα. Πνευματοκίνητος πρέπει να είνε ο χριστιανός. Ουδεμία πτυχή της ζωής δύναται να παραμείνη εκτός της επιδράσεως του ηθικού νόμου, ως ούτος εκφράζεται εν τη Αγία Γραφή. Και εκ των ελαχίστων λεπτομερειών της καθημερινής ζωής φαίνεται κατά πόσον η ηθική διδασκαλία της Θρησκείας μας έχει επίδρασιν επί των ψυχών μας. Διότι και «στολισμός ανδρός και γέλως οδόντων και βήματα ανθρώπου αναγγέλει τα περί αυτού» (Σοφ. Σειρ. 19, 30).
Ορθώς ελέχθη, εξ αφορμής της εξάλλου εμφανίσεως της σημερινής νεότητος, ότι τα μακριά μαλλιά των νέων είνε έκφρασις του αναρχικού πνεύματος, το οποίον πνέει μεταπολεμικώς εις όλον τον κόσμον. Και δεν είνε μόνον τα μακριά μαλλιά, περί των οποίων τόσο θόρυβος εγένετο εις τας καθημερινάς εφημερίδας. Είνε και άλλαι εμφανίσεις και εκδηλώσεις. Μία εξ αυτών είνε και ο τρόπος, με τον οποίον σήμερον ενδύονται γυναίκες και άνδρες. Είνε τα στενά και «καμπάνες» πανταλόνια, είνε τα μίνι και τα σούπερ μίνι, είνε τα μάξι φορέματα, δια των οποίων οι άνδρες και αι γυναίκες νομίζουν, ότι προσελκύουν την προσοχήν του κόσμου και κατορθώνουν να θεωρούνται σύγχρονοι και όχι καθυστερημένοι άνθρωποι. Αδιαφορούν δε εάν, με τον άσεμνον και αλλόκοτον τρόπον αυτόν της εμφανίσεως των, που εκθέτει επί το ζωηρότερον και πονηρότερον τας σάρκας των, όχι μόνον τραυματίζουν το καλαισθητικόν αίσθημα και προκαλούν απαρέσκειαν και αηδίαν εις όσους έχουν ιδέαν τινά της αρμονίας και του κάλλους, αλλά και το κυριώτερον, τραυματίζουν το αίσθημα της αιδούς, η οποία είνε απαραίτητον στοιχείον της ηθικής και αξιοπρεπείας του ανθρώπου, εξάπτουν και διεγείρουν την φλόγα του σεξουαλικού πάθους εις αφάνταστον και αφόρητον βαθμόν, δια να μη μείνη εις την εποχήν μας νέος αμόλυντος.
Η δε διέγερσις του σεξουαλικού πάθους είνε δυστυχώς ο βαθύτερος σκοπός, εις τον οποίον αποβλέπουν οι εφευρέται της ασέμνου εμφανίσεως γυναικών και ανδρών, ως βεβαιώνουν όχι «φανατικοί» ιερείς και αρχιερείς, αλλά ψυχολόγοι, παιδαγωγοί και κοινωνιολόγοι του συγχρόνου κόσμου. Είνε εν εκ των πλέον καταπληκτικών σημείων των καιρών, πως μερικοί διεφθαρμένοι τύποι των Παρισίων, του Λονδίνου και του Χόλλυγουντ, επινοούντες και σερβίροντες τα πλέον αλλόκοτα και εξωφρενικά σχήματα, κατορθώνουν να συμπαρασύρουν ολόκληρον σχεδόν την ανθρωπότητα, ως να μεταπίπτη αποτόμως η ανθρωπότης εις παραφροσύνην και να μεταβάλλεται εις αγέλην, ως η αγέλη εκείνη των χοίρων των Γαδαρηνών, η οποία, καταληφθείσα υπό των δαιμονίων, ώρμησεν αμέσως κατά του κρημνού εις την λίμνην και επνίγη. Η μόδα έγινεν η δαιμονική θεότης της εποχής μας. Αυτής της θεότητος τας επιταγάς δέχεται και εκτελεί άνευ συζητήσεως και με απόλυτον ακρίβειαν η μωρανθείσα ανθρωπότης. Ενώ δια τας εντολάς του Θεού, τας κατά πάντα λογικάς και αποβλεπούσας εις την σωτηρίαν της, όχι μόνον την πνευματικήν, αλλά και την υλικήν, η μωρανθείσα ανθρωπότης μύριας προβάλλει αντιρρήσεις, και συνεχώς ευρίσκει τρόπους δια να καταπατή τας εντολάς, και να δικαιολογή και να επαινή τας παραβάσεις, και ν’ απειλή και να τρομοκρατή τους διαμαρτυρομένους. Οι διεφθαρμένοι και έξαλλοι αυτοί τύποι, οι θέλοντες την διάλυσιν της χριστιανικής ηθικής και ευπρεπείας, ομοιάζουν με τους ελεεινούς εκείνους ανθρώπους, οι οποίοι εξέδυσαν τον Χριστόν, τον ενέπαιξαν και γυμνόν τον εσταύρωσαν. Γυμνώνουν και αυτοί εκ νέου τον Χριστόν, τον εξευτελίζουν και τον σταυρώνουν.
Μία νέα εξωφρενικότης ως προς την ενδυμασίαν ενεφανίσθη τελευταίως εις τον τόπον μας. Νέαι, κατ’ απομίμησιν γυναικών των διεφθαρμένων κέντρων της Δύσεως, απέβαλον την γυναικείαν ενδυμασίαν – τα λείψανα της γυναικείας στολής- και ενεδύθησαν ανδρικήν ενδυμασίαν. Εφόρεσαν και αυταί πανταλόνια «καμπάνα». Και έτσι εμφανίζονται εις τους δρόμους, και εις τας κοσμικάς συγκεντρώσεις. Τολμούν δε να εισέρχωνται και εντός των ιερών ναών.
Αλλά θα ειπή τις· Είνε αμαρτία να ενδύεται η γυναίκα ανδρικά; Μάλιστα, κύριοι. Είνε αμαρτία. Διότι είνε παράβασις σαφούς διατάξεως του ηθικού νόμου. Εάν έχετε Αγίαν Γραφήν, ανοίξατε την και εις εν εκ των βιβλίων της, το Δευτερονόμιον, κεφ. κβ΄  στιχ. 5, θα ίδητε τι επιτάσσει ο Θεός (αν βεβαίως πιστεύετε εις τον Θεόν). Ιδού τι λέγει ο Θεός· «Ουκ έσται σκεύη ανδρός επί γυναικί, ουδέ μη ενδύσηται ανήρ στολήν γυναικείαν, ότι βδέλυγμα Κυρίω τω Θεώ σου έστι πας ποιών ταύτα». Με απλά λόγια· «Απαγορεύεται αυστηρώς να φορή η γυναίκα ανδρικά ενδύματα, καθώς και ο άνδρας γυναικείαν στολήν. Οποιοσδήποτε κάμνει τούτο, είνε σιχαμερός απέναντι Κυρίου του Θεού σου». Και η Εκκλησία, συμφώνως προς την θείαν διάταξιν, δια των Ιερών Κανόνων απαγορεύει αι γυναίκες να ενδύωνται ανδρικά και οι άνδρες γυναικεία και γενικώς οι άνθρωποι να μεταμφιέζωνται. Τους δε παραβάτας αναθεματίζει (Ιδε ΚΔ΄ και ΞΒ΄ Κανόνας ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ως και ΙΓ΄ Κανόνα της εν Γάγγρα Συνόδου).
Ψυχολογικαί παρατηρήσεις, αι οποίαι έγιναν εις άνδρας και γυναίκας, οι οποίοι ήλλαξαν την ενδυμασίαν των με ενδυμασίαν του άλλου φύλου, έρχονται να βεβαιώσουν, πόσον σοφή είνε η διάταξις του Δευτερονομίου. Άνδρες, που εφόρεσαν γυναικεία και εστολίσθησαν ως γυναίκες, υπέστησαν αλλοιώσεις και εις την φωνήν και εις το βάδισμα και εις τον καθόλου τρόπον του φέρεσθαι. Ήρχισαν να σκέπτωνται, να αισθάνωνται και να επιθυμούν ως γυναίκες. Εξετράπησαν εκ της φυσικής οδού εις την παρά φύσιν. Αγέλαι τοιούτων τύπων, που ζουν πλέον ως γυναίκες, υπάρχουν εις τας μεγαλοπόλεις του Δυτικού κόσμου, και μάλιστα της Αγγλίας. Το κράτος τούτο της Ευρώπης, ως γνωστόν, εψήφισε νόμον, ο οποίος – φρίξον, ήλιε, αναστέναξον, γη – επιτρέπει τον γάμον μεταξύ ανδρών εκ των οποίων ο εις, ως νεανίς κομψευόμενος, ασυστόλως δηλοί, ενώπιον του ληξιάρχου, οτι θα παίζη ρόλον γυναικός. Τερατώδης γαμική μίξις, καταβιβάζουσα τον άνθρωπον κατωτέρω των κτηνών, μεταξύ των οποίων ουδέν παράδειγμα παρά φύσιν μίξεως έχομεν. Διαφθορά Σοδόμων και Γομόρρας. Διαφθορά υπενθυμίζουσα το α κεφάλαιον της προς Ρωμαίους επιστολής. Αλλά η φρικώδης αυτή διαφθορά δεν επέρχεται αποτόμως. Ως βεβαιούν οι ψυχολόγοι, προηγούνται άλλαι επεξεργασίαι, συντελούμεναι εις το βάθος του ψυχικού κόσμου. Εν δε βήμα προς την τοιαύτην διαφθοράν αποτελεί και η αλλαγή της ενδυμασίας, της ανδρικής ενδυμασίας με γυναικείαν.
Αλλ’, ότι συμβαίνει εις τους άνδρας, που φορούν γυναικεία, συμβαίνει και εις τας γυναίκας, που φορούν ανδρικά. Και αυταί, χωρίς να αντιληφθούν τον ηθικόν κίνδυνον, προς τον οποίον φέρονται, συν τη αποβολή της γυναικείας ενδυμασίας αρχίζουν ν’ αποβάλλουν και την γυναικείαν συστολήν και ευπρέπειαν. Αρχίζουν και αυταί να σκέπτωνται, να αισθάνωνται και να επιθυμούν ως άνδρες. Τοιουτοτρόπως εκτρέπονται και πίπτουν και αυταί εις το βάραθρον παρά φύσιν παθών, περί των οποίων ομιλεί επίσης το α΄ κεφάλαιον της προς Ρωμαίους επιστολής.
Τώρα οπότε το κακόν εις τον τόπον μας ευρίσκεται ακόμη εις την αρχήν, είνε ανάγκη να ληφθούν μέτρα. Οι διευθυνταί των πάσης φύσεως σχολείων, ενισχυόμενοι δι’ εγκυκλίου των επιθεωρητών και του Υπουργείου της Παιδείας, να μην επιτρέψουν εις μαθητρίας να εμφανίζωνται με πανταλόνια, είτε εν τω σχολείω είτε έξω του σχολείου. Επίσης κατά τας χορευτικάς και θεατρικάς εκδηλώσεις επί τη ευκαιρία διαφόρων εορτών των σχολείων, αι μαθήτριαι να μη υποδύωνται ανδρικά πρόσωπα και να μη ενδύωνται με ανδρικάς στολάς. Οι προϊστάμενοι των διαφόρων κρατικών υπηρεσιών, ενισχυόμενοι και αυτοί με εγκυκλίους δημάρχων, νομαρχών,προέδρων δικαστηρίων και Υπουργείων, να απαγορεύσουν εις δακτυλογράφους και εις λοιπάς γυναίκας υπαλλήλους την προσέλευσιν εις τας υπηρεσίας των με πανταλόνια. Οι σύζυγοι ν’ απαγορεύσουν εις τας συζύγους. Οι αδελφοί εις τας αδελφάς. Και οι γονείς εις τας θυγατέρας των.
Ως επίσκοπος, απευθυνόμενος προς όλους τους χριστιανούς της επισκοπής μου, γονείς, αδελφούς, συζύγους, προϊσταμένους κρατικών υπηρεσιών και διευθυντάς σχολείων, ταύτα συνιστώ και κηρύττω, και εντόνως προτρέπω προς εφαρμογήν αυτών. Όσοι θέλουν, ακούουν την φωνήν του ποιμενάρχου, συμμορφώνονται και έχουν την ευλογίαν του Θεού. Όσοι δεν θέλουν, δεν βιάζονται υπό της Εκκλησίας. Ως παραβάται όμως θα υποστούν τας συνεπείας της περιφρονήσεως του νόμου του Θεού. Θα έλθη ημέρα, κατά την οποίαν θα κλαύσουν πικρώς επί των ερειπίων της ατομικής και οικογενειακής δυστυχίας.
Εκτός όμως οικιών και δρόμων και πλατειών και θεάτρων και κινηματογράφων και λοιπών κέντρων διασκεδάσεων και σχολείων και κρατικών καταστημάτων, υπάρχει και χώρος ιερός και απαραβίαστος. Είνε ο χώρος της δημόσιας λατρείας. Είνε οι ιεροί ναοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Εις τον χώρον αυτόν η Εκκλησία, κατά το σύνταγμα των Ιερών Κανόνων, έχει απόλυτον εξουσίαν. Και δύναται εις τον χώρον της να επιβάλλη απόλυτον τάξιν και ευπρέπειαν.
Ως επίσκοπος συναισθανόμενος τας ευθύνας μου γράφω την παρούσαν εγκύκλιον, επί τη εισόδω εις την Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, και ανανεώνων και συμπληρώνων προγενεστέραν εγκύκλιον περί απαγορεύσεως εισόδου εις τους ιερούς ναούς ασέμνως ενδεδυμένων προσώπων (Ιδέ ημέτερον βιβλίον «Προς κλήρον και λαόν », σελ. 165 – 169) απαγορεύω να εισέρχωνται εις τους ναούς και γυναίκες ενδεδυμέναι με πανταλόνια, οιασδήποτε ηλικίας.
Γνωρίζω, ότι και η νέα εγκυκλιος θα προκαλέση αντιδράσεις. Αλλ’ όπως με την βοήθειαν του Θεού η τάξις και η ευπρέπεια επεβληθή εις όλους τους ναούς της Μητροπόλεως και ουδεμία ασέμνως ενδεδυμένη τολμά να εισέλθη εις τους ναούς, ούτω και τώρα θα επιβληθή η τάξις και η ευπρέπεια. Ουδεμία πανταλονοφόρος εις τον φοβερόν τόπον της λατρείας! Βδελύγματα εστώτα εν τόπω αγίω δεν θα ανεχθή ο επίσκοπος.
Παρακαλώ να έχουν τούτο υπ’ όψιν των όλαι και όλοι, προς αποφυγήν παραξηγήσεων. Δι’ αυτό και τυπώνω την παρούσαν εγκύκλιον εις χιλιάδας αντιτύπων, ώστε να λάβουν γνώσιν άπαντες.
Οι αιδεσιμότατοι εφημέριοι παρακαλούνται να διαφωτίζουν τον λαόν και παρακολουθούν αγρύπνως την εφαρμογήν της εγκυκλίου, συμφώνως προς τας δοθείσας εις αυτούς προφορικώς οδηγίας. Όχι βαναύσως, αλλ’ ευγενώς και σταθερώς θα επιβάλλεται εις τους ιερούς ναούς η τάξις και η ευπρέπεια.
Επί τούτοις ευχόμεθα να διέλθωμεν κλήρος και λαός με πνευματικότητα την Μεγάλης Τεσσαρακοστήν και ν’ αξιωθώμεν της χαράς και της αγαλλιάσεως της Αναστάσεως.
Διαπυρός προς Κύριον ευχέτης
Ο Φλωρίνης, Πρεσπών & Εορδαίας
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...