Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 15, 2014

EΠΙΣΤΟΛΗ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ & ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ...ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ ΓΕΡΟΝΤΑ ΣΑΒΒΑ ΤΟΝ ΛΑΥΡΙΩΤΗ,(ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΠΙΣΤΑΣΙΑΣ)...Γέρων Σάββας Λαυριώτης : Σέ αὐτά τά χρόνια τά ἀποκαλυπτικά, δέν περιμένουμε καμμία σύνοδο νά καθαιρέσει τόν Βαρθολομαίο καί τό συνάφι του, γιά αὐτό καί ὁ καθένας μας πρέπει νά πάρει τήν εὐθύνη τῆς ὀμολογίας του, καί νά συνταχθεί εἴτε μέ τόν Χριστό, εἴτε μέ τόν ἀντίχριστο χωρίς διπλωματίες




Ἐν Ἱερᾷ Μονῇ Μεγίστης Λαύρας 19-5/1-6-2014
Κυριακή τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Πολλές φορές σέ παρελθόντα φύλλα τοῦ ὀρθοδόξου τύπου, ἔχει ἐκφραστεῖ ἡ ἀγωνία γιά τήν ἀφωνία τοῦ Ἁγίου Ὄρους σέ ὅτι ἀφορά τήν προδοσία τῆς Πίστεως πού συντελείτε στίς ἠμέρες μας.
Ἔνα χαρακτηριστικό ἀπό αὐτά εἶναι στό φύλλο τοῦ Ὀρθοδόξου τύπου τῆς 12ης Ἰουλίου 2013, μέ ἀριθμόν 1983 καί ἐπικεφαλίδα: ΑΝΑΖΗΤΟΥΜΕ ΤΗΝ ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ.

Ἔκτοτε γράφτηκαν καί ἄλλα εἴτε ἀπό σεβαστούς πατέρες ἤ λαῒκούς. Διαβάζοντάς τα, νιώθουμε πόνο καί πικρία, διότι τά αἰρετικά φρονήματα καί ἀνοίγματα τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαῖου, καί ὄχι μόνο, διότι τώρα καί ὁ Ἀντιοχείας, καί ὁ Ἀλεξανδρείας καί ὁ Ἱεροσολύμων συμπλέουν στόν οἰκουμενιστικό κατήφορο, δέν ἐλέγχονται ἀπό τούς Ἡγουμένους τοῦ Ἁγίου Ὄρους, οὔτε ἀπό τήν Ἱερά Κοινότητα, ἀλλά ἀντιθέτως τόν ὑποδέχονται ἀσμένως, μέ συλλείτουργα, καί φιέστες ἀπαράδεκτες γιά τόν Ἁγιώνυμο τόπο. Μέ ἀποκορύφωμα τήν συνάντηση Πατριάρχου καί Πάπα στά Ἱεροσόλυμα, τήν συμπροσευχή, τούς ἀσπασμούς, καί τήν ὑπόσχεση γιά κοινό ποτήριον. Τό ἴδιο ἔγινε καί πρίν 50 χρόνια, ἀλλά τότε οἱ Ἁγιορείτες ἀντέδρασαν, κόβοντας τό μνημόσυνο, καί δείχνοντας τήν ἀγάπη τους πρός τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του, χωρίς νά ὑπολογίσουν τυχόν «ποινές» ἤ μάλλον ἀντίποινα πού θά δεχόταν ἀπό τό Πατριαρχείον, ὅπως καί ἔγινε.
Σήμερα, οἱ Ἡγούμενοι καί τά Μοναστήρια, καί πρωτίστως ἡ Ἱερά Κοινότης, ὄχι μόνον σιωπούν, ἀλλά καί δικαιολογούν τά ἀδικαιολόγητα, λέγοντας πῶς δέν πρέπει νά ἀποκοπούμε ἀπό τήν Ἐκκλησία, λές καί Ἐκκλησία εἶναι ὁ κάθε Πατριάρχης, καί δεῖ ὅταν αὐτός ἔχει αἰρετικά φρονήματα, ὅπως ὁ νῦν.
Καί ἀντί νά πάρουν τό παράδειγμα ἀπό τούς Ἁγιορείτες Πατέρες μας, τούς μάρτυρες ἐπί τοῦ λατινόφρονος Βέκκου, καί νά καταλάβουν ὅτι περισσότερον Βέκκου ἔχουμε σήμερον, καί νά διακόψουν τό μνημόσυνο, ἐλέγχοντάς τον διά τά κοράνια πού μοιράζει, πού ἐξισώνει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μέ τίς Ἐκκλησίες τοῦ Σατανά, πού δέχεται τά βαπτίσματα τῶν αἰρετικῶν, πού ἡ σωτηρία κατορθώνεται σέ ὄλες τίς «Ἐκκλησίες», πού συμπροσεύχεται μέ αἰρετικούς, Ἐβραίους, μέχρι καί πνευματιστές, καί γενικά γιά τήν προδοσία του στήν Ἐκκλησία καί τόν Χριστό, τόν προσφωνούν καί τόν ἀποδέχονται ὡς πατέρα τους. Νά τόν χαίρονται. Ὅμως πρέπει νά μάθει ὁ Ὁρθόδοξος λαός πώς τό Ἅγιον Ὄρος, δέν εἶναι οἱ ἡγούμενοι οὔτε ἡ Ἱερά κοινότης, πού φοβούνται μήν χάσουν τήν θεσούλα τους καί τήν βόλεψή τους, ἀλλά πρωτίστως εἶναι ἡ Παναγία πού γιά χάριν της ὀνόμασαν τό Ὄρος Ἅγιον, οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας, πού ἁγιάστικαν καί ἁγίασαν τά χώματα τούτα μέ τήν ἄσκησή τους καί τό αἴμα τους, καί σήμερα, οἱ μοναχοί, πού δέν συμφωνούν μέ τήν στάση τῶν οἰκουμενιστῶν, ἐλεγχουν εὐκαίρως ἀκαίρως, καί ἀγωνίζονται νά κρατήσουν ψηλά τήν σημαία τῆς Ὀρθοδοξίας, χωρίς νά δημιουργούν σχίσματα, καί νά ἀποκόβονται ἀπό τήν Ἐκκλησία. Αὐτοί ὄμως δέν φαίνονται, διότι δέν τούς δείχνουν, ἀλλά δείχνουν αὐτά πού θέλουν.
Σᾶς καταθέτω λοιπόν ὅτι μεγάλο μέρος τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀποτελείται ἀπό αὐτούς τούς πατέρες, πού θά ἔδιναν καί τήν ζωή τους γιά τήν φίλη Ὀρθοδοξία, καί, ἄν καί ἀνάξιως νά συγκαταλέγομαι μεταξύ αὐτῶν, συντάσσομαι μαζί τους. Καί αὐτό ὄχι χάριν ἐπιδείξεως, ἀλλά διότι ἡ σιωπή κατά τόν Μέγα Γρηγόριον τόν Παλαμᾶ εἶναι τό τρίτο εἴδος ἀθεῒας.
Ὅμως καί οἱ λοιποί ἀντιοικουμενιστές πατέρες τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἄς κόψουν τό μνημόσυνο τῶν μή ὀρθοτομοῦντων τόν λόγο τῆς ἀληθείας, νά σταματήσουν τά συλλείτουργά τους μέ τούς οἰκουμενιστές, καί μετά νά μιλούν καί γιά τό Ἅγιον Ὄρος.
Σέ αὐτά τά χρόνια τά ἀποκαλυπτικά, δέν περιμένουμε καμμία σύνοδο νά καθαιρέσει τόν Βαρθολομαίο καί τό συνάφι του, γιά αὐτό καί ὁ καθένας μας πρέπει νά πάρει τήν εὐθύνη τῆς ὀμολογίας του, καί νά συνταχθεί εἴτε μέ τόν Χριστό, εἴτε μέ τόν ἀντίχριστο χωρίς διπλωματίες, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογῇ Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καὶ ἀχώριστον.

Μετά τιμῆς.
Γέρων Σάββας Λαυριώτης.


Το ειδαμε εδω 

“Πολλές φορές ψυχραίνονται οι σχέσεις μεταξύ του ζευγαριού. Πώς είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί αυτή ή κρίσις;”

arsenios_pap
Πολλές φορές ψυχραίνονται οι σχέσεις μεταξύ τους. Πώς είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί αυτή ή κρίσις;
Εαν θέσουμε σαν πρώτο το θέμα της κολάσεως, τότε δεν μιλάμε για παράδεισο!
Δεν τίθεται πρόβλημα. Αυτές είναι οι συνέπειες της ζωής. Ό Γολγοθάς τών σφαλμάτων τους και οι αμαρτίες τους είναι εμπειρία γι’ αυτούς της κολάσεως. Ή ψυχρότης μεταξύ τους είναι συνέπεια τών αμαρτιών τους.
Ό Θεός είναι δίκαιος και μπορεί να κάνει οτιδήποτε. Μόνο ένα πράγμα δεν μπορεί να κάνη: Να καταπατήσει τον λόγο Του. Επειδή ή πρώτη εντολή πού δόθηκε στον παράδεισο ήτο αυτή: «Από δέ του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθε απ αυτού…» (Γεν. 2, 17). Και έφαγε ό πρώτος άνθρωπος. Ή συνέπεια άκολούθησε αμέσως, επειδή υπάρχει και θεία δικαιοσύνη, και όχι μόνο έλεος. Και κάνει ό,τιδήποτε για να μάς σώση απ’ αυτές τις πτώσεις. Τις μετά από τον Αδάμ τις συνεχίζουμε εμείς. Αυτές λύονται μόνο με το μυστήριο της εξομολογήσεως.
Δεν μπορούμε να ομιλούμε για τον διάβολο, χωρίς να ομιλούμε πρώτα για τον Θεό. Μέσα στην δημιουργία υπάρχει ό διάβολος μόνο κατ’ άνοχήν.
Εμείς δεν μπορούμε να τούς μάθουμε να αγαπούν. Στην αγάπη δεν υπάρχει τίποτε το διανοητικό. «Δεν ξέρω γιατί εκείνον τον αγαπώ». Ή αγάπη δεν έχει ούτε αρχή, ούτε τέλος. Υπάρχει από τότε πού υπάρχει και ό Θεός, διότι ταυτίζεται με τον Θεό.
Συνεπώς, για να θεραπευτεί αυτή ή εμφανιζόμενη μεταξύ τους ψυχρότητα, θα πρέπει να διάγουν μια αληθινή χριστιανική ζωή.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΡΟΥΜΑΝΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΡΣΕΝΙΟ.

Κυριακή Αγ. Πάντων (Έ6ρ. 11,33 - 12,2) «Ων ουκ ην άξιος ό κόσμος» (Έβρ. 11,38) +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος

ΣΥΝΤΟΜΟ ΚΗΡΥΓΜΑ
Συντάκτης επίσκοπος Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης
Κυριακή Αγ. Πάντων (Έ6ρ. 11,33 - 12,2)

«Ων ουκ ην άξιος ό κόσμος» (Έβρ. 11,38)

 ΣΗΜΕΡΆ, αγαπητοί μου, είναι εορτή και πανήγυρης. Δεν εορτάζει ένας άγιος, ούτε δύο ούτε δώδεκα ούτε σαράντα ούτε τριακόσιοι δεκαοκτώ άγιοι σήμερα εορτάζουν πολλοί - αναρίθμητοι, όλοι οι άγιοι. είναι ή εορτή των αγίων Πάντων. Ποιοι είναι αυτοί; είναι εκείνοι πού γράφουν τα χαρτιά, τα συναξάρια, τα μηναία άλλα είναι και άλλοι, πού τα ονόματα τους τα γνωρίζει μόνο ό Θεός, άγιοι ανώνυμοι. είναι άγιοι απ' όλα τα έθνη, απ' όλες τις γλώσσες και τις φυλές, απ' όλες τις εποχές, απ' όλα τα επαγγέλματα, απ' όλες τις ηλικίες. Είναι νήπια όπως εκείνα πού έσφαξε ό Ηρώδης, μικρά παιδιά όπως ό άγιος Κήρυκος, γέροντες με άσπρα μαλλιά, γυναίκες, άντρες, ένας κόσμος ολόκληρος. Αν μπορείς να μέτρησης τα άστρα, τότε θα μπόρεσης να μέτρησης και τους αγίους Πάντας.

 Σχηματίζουν σήμερα τρόπον τινά μία παρέλαση, εμπρός στην οποία οι παρελάσεις των εθνικών μας εορτών σβήνουν. Παρελαύνουν όλοι οι άγιοι μπροστά στον βασιλέα Χριστό. Πρώτη περνά ή ύπεραγία Θεοτόκος, μετά έρχονται οι άγγελοι και αρχάγγελοι, μετά οι πατριάρχαι, μετά οι προφήται, μετά οι απόστολοι, μετά οι μάρτυρες, μετά οι όσιοι, μετά οι πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, μετά οι όμολογηταί, όλος ό στρατός του Κυρίου. Και μπροστά απ' όλη την παράταξη σελαγίζει ή σημαία, ό τίμιος σταυρός. Όλοι αυτοί γονατίζουν μπροστά στο Χριστό και λένε με σεβασμό και ευλάβεια Χαίρε, ό Βασιλεύς ημών!
    Στην εποχή μας ή άγιότης περιφρονείται. Άλλα μήπως κι όταν ζούσαν στη γη οί άγιοι γνώρισαν τιμή; Κάθε άλλο. Και τότε ό κόσμος άλλους θαύμαζε ζήλευε αυτούς πού διασκέδαζαν, οργίαζαν, κολυμπούσαν στο χρήμα, κατοικούσαν στα μέγαρα ενώ οι άγιοι έμεναν μακριά απ' όλα αυτά. Δέ' μπορούσαν να ζήσουν μέσα σε πολιτείες. Αναγκάζονταν να φεύγουν, να βγαίνουν έξω, να ζουν στα βουνά, να φορούν γιδοτόμαρα, να κρύβονται σε σπηλιές, για ν' αποφύγουν συμβιβασμούς και να κρατήσουν την πίστη και την καθαρότητα τους. Γι' αυτούς τους αγίους λέει σήμερα ό απόστολος• «Ων ουκ ην άξιος ό κόσμος» (Έ6ρ. 11,38). Τι θα πει αυτό; "Ας το κάνουμε λιανά.


    Φαντασθείτε με το νου σας μια θεόρατη ζυγαριά. Στο ένα μέρος της βάλτε όλα τα πλούτη, όλο το χρυσάφι, όλο το ασήμι, όλα τα διαμάντια, όλα τα τιμαλφή της γης. Βάλτε ακόμη όλο τον ορυκτό πλούτο πού υπάρχει στο υπέδαφος. Ανοίξτε και τις τράπεζες και φέρτε όλο το χρήμα. Τέλος βάλτε πάνω και τα διάσημα των αξιωμάτων, κορώνες, σπαθιά, παράσημα, διπλώματα, βραβεία και επαίνους, ό,τι εκλεκτό και πολύτιμο έχει ό κόσμος. Και στο άλλο μέρος της ζυγαριάς βάλτε - Τι; Ένα μάρτυρα, έναν ασκητή. Ή ζυγαριά δεν θα γείρει προς τα πλούτη θα γείρει προς το μέρος του αγίου! Τόση αξία έχει ή άγιότης.
    Υπερβολικά θεωρούνται αυτά; 'Αλλ' αυτό ακριβώς λέει σήμερα ό απόστολος• ότι ό κόσμος δεν ήταν άξιος να έχη στις τάξεις του τέτοια διαμάντια, τέτοια αναστήματα• «ων ουκ ην άξιος ό κόσμος». Δεν είναι αυτό υπερβολή. Θα μπορούσα ν' αναφέρω πολλά παραδείγματα για να σας δείξω, ότι ένας άγιος αξίζει παραπάνω απ' όλο το ντουνιά. Αναφέρω ένα μόνο, για να δείτε πόσο αξίζει ένας άγιος.


    Οχτακόσα χρόνια προτού να 'ρθη ό Χριστός στον κόσμο ζούσε ένας βασιλιάς άδικος. Είχε δε δίπλα του και μια βασίλισσα πού ήταν εκατό φορές πιο άδικη απ' αυτόν. Ζούσαν στα παλάτια ζωή τρυφηλή. Το δε χειρότερο ήταν, ότι παρέσυραν τον περιούσιο λαό του Θεού στην ειδωλολατρία και τη διαφθορά. Ό Θεός οργίστηκε και έξαφνα διατάζει, να σταματήσει ό ουρανός να βρέχει. Και σταμάτησε πράγματι επί τρεισήμισι χρόνια! Ξεράθηκαν τα πάντα. Τα πηγάδια και οί βρύσες στέρεψαν. Τα ζώα δέ' μπορούσαν πια να ζήσουν. Οί άνθρωποι πήγαιναν μέσα στις σπηλιές και κολλούσαν τη γλώσσα τους στα βράχια σαν το σκύλο, για να βρουν λίγη υγρασία. Είχε ανοίξει πια ή γη, είχε γίνει σκληρή σαν το κεραμίδι. Κινδύνευαν να πεθάνουν όλοι, να μη μείνει ούτε ένας. Τότε ποιος τούς έσωσε; Για διαβάστε. Τους έσωσε ό βασιλιάς; οί πλούσιοι; οί μεγάλοι; οί γραμματισμένοι; Κανείς απ' αυτούς. Τους έσωσε ένας πού δεν είχε σπίτι, δεν είχε χρήματα, δεν είχε ρούχα πολυτελείας. Φορούσε μια κάπα και μ' ένα ραβδί γύριζε ξυπόλητος βουνά - λαγκάδια, από ριζοβούνι σε ριζοβούνι κι από σπηλιά σε σπηλιά, και τον έτρεφαν τα κοράκια του ουρανού. Ποιος ειν' αυτός; Θα τον γιορτάσουμε στις 20 Ιουλίου• Είναι ό προφήτης Ηλίας - να 'χουμε την ευχή του. Αυτός γονάτισε και προσευχήθηκε...

    Αν πούμε κ' εμείς πώς προσευχόμεθα, θα πούμε ψέματα. Συγχωρήστε με, μα ούτε σεις ό λαός ούτε εμείς οί παπάδες (βάζω και τον εαυτό μου) πού λειτουργούμε προσευχόμεθα. Πριν 100 - 200χρόνια στο Μοριά, στη Θεσσαλία, στην Κρήτη, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Μικρά Ασία, από την ώρα πού έμπαιναν στην εκκλησία τα μάτια τους ήταν βουρκωμένα και τα δάκρυα πέφτανε κάτω στα πλακάκια κορόμηλο. Πού τώρα αυτά! Είμεθα θεομπαίκται. Θα μας τις κλείσει ό Θεός τις εκκλησίες• θα γίνουν αχούρια, κινηματογράφοι, θέατρα. Ποιος μπαίνει μέσα με φόβο Θεού;...
    Έκανε, λοιπόν, ό Ηλίας την προσευχή του. Όχι πολλή ώρα. Άλλα μόλις ύψωσε τα χέρια, λες κ' ήτανε μαγνήτης, τράβηξε τα σύννεφα• γέμισε ό ουρανός, έβρεξε, και δροσίστηκε ή γη. Να λοιπόν ένας απόκοσμος ερημίτης έσωσε τον κόσμο, ολόκληρο βασίλειο. Αυτός είχε την αξία, όχι ό κόσμος. «Ων ουκ ην άξιος ό κόσμος»! Τέτοιο διαμάντι ήταν στην εποχή του, αλλά ποιος τον υπολόγιζε; Τον κυνηγούσαν, και αυτός ό κυνηγημένος ήρθε ώρα πού τους έσωσε. Να Τι αξίζει ένας άγιος.

    Θα πείτε Αυτά «τω καιρώ εκείνο», σήμερα; Δεν έπαυσε, αδέρφια μου, ή Εκκλησία να γεννά αγίους εδώ στη γη. Όπως το χώμα βγάζει τριαντάφυλλα, έτσι και αύτη ή γη, και ή δική μας χώρα, δέ' θα παύση μέσ' στα αγκάθια τα πολλά να γεννά και κρίνα και τριαντάφυλλα Υπάρχουν και σήμερα άγιοι. Τα ονόματα τους δεν τα γράφουν οί εφημερίδες ούτε ακούγονται από τα ραδιόφωνα. Αυτοί Είναι άγνωστοι. Να σας δείξω μερικούς; Ένα κορίτσι πού ό πατέρας του πέθανε και το σπίτι έμεινε ορφανό και, ενώ άλλες πουλάνε την τιμή της και ζουν μπέικα μέσ' στον παλιόκοσμο, αυτή εργάζεται τίμια και βγάζει το ψωμί του σπιτιού, μια τέτοια κοπέλα, άγνωστη στον κόσμο, αξίζει χίλιες φορές περισσότερο από τις άλλες. Και μια νοσοκόμος πόσο αξίζει! Σε λίγο, σας το λέω, τα νοσοκομεία δεν θα 'χουν νοσοκόμες. Γιατί μια κοπέλα να πάει να γίνη νοσοκόμος; Κορόιδο Είναι, να υπηρέτη όλη νύχτα και ν' αμείβεται ελάχιστα, την ώρα πού ή άλλη πουλάει το κορμί της και μαζεύει τόσα όσα δέ' μαζεύει αυτή όλο το χρόνο: Και μια πολύτεκνη μάνα, πού βαδίζει με το νόμο του Θεού και φροντίζει τον άντρα και τα παιδιά της, αξίζει παραπάνω από όλες τις άλλες πού κρατούν στην αγκαλιά τους όχι παιδιά αλλά σκυλιά. Κ' ένας εργάτης, πού δουλεύει τίμια κι ό ίδρωτας τρέχει από το μέτωπο του, αξίζει παραπάνω από εφοπλιστές και βιομηχάνους. Κ' ένας αγρότης πού δουλεύει τη γη κι όταν κτυπάει ή καμπάνα κάνει το σταυρό του, Είναι ανώτερος απ' όλους τους ασεβείς κυβερνήτες των λαών.

    Αυτά διδάσκει το Ευαγγέλιο και αυτά τα κριτήρια πρέπει να 'χουμε, αδέρφια μου. Δέ' σας λέω περισσότερα, τούτο μόνο μην εκτιμάτε χρήμα, πλούτη, ηδονές. Να εκτιμάτε πίστη και αγιότητα. Ξεχάσαμε τα λόγια των προγόνων μας. Έλεγε ό Πλάτων «Πάς ό τ' επί γης και υπό γης χρυσός αρετής ουκ αντάξιος» (Νομ. 5.728Α), ότι όλο το χρυσάφι της γης δεν μπορεί ν' αντιστάθμιση την αξία της αρετής. Βγάζω δίσκο σήμερα, δίσκο αγγέλων, τον περιφέρω και ζητώ• δώστε μου, Χριστιανοί, ένα δάκρυ μετανοίας, δώστε μου ένα δράμι πίστεως, δώστε μου ένα γραμμάριο αγιότητας, και σας χαρίζω όλο τον κόσμο. Όσο αξίζουν αυτά, δεν αξίζει όλος ό πλούτος της γης.

    Αδέρφια μου, μη μας θαμπώσουν τα εγκόσμια. Να ζήσουμε με το Χριστό. Μακάριοι - ευτυχείς αυτοί πού πιστεύουν στο Χριστό, αυτοί πού ζουν κατά Χριστόν, αυτοί πού ενώνονται με το Χριστό. Αυτοί μια μέρα, μαζί με τους μάρτυρας, τους οσίους, τους αγγέλους, μαζί με τους αγίους Πάντας, θα ψάλλουν και θα λένε• «Άγιος, άγιος, άγιος, Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ό ουρανός και ή γη της δόξης σου» (Ήσ. 6,3 και θ. Λευίτ.).

πηγή  το είδαμε εδώ

Η Κυριακή των Αγίων Πάντων και η έννοια της αγιότητας στην Ορθόδοξη Εκκλησία

Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου
Η διαφορά αγίου και καλού ανθρώπου
Η Εκκλησία δεν ονομάζει αγίους τους καλούς ανθρώπους που βοηθάνε τους συνανθρώπους τους και συμμετέχουν στην θεραπεία του πανανθρώπινου πόνου. Μια τέτοια ζωή προσφοράς δεν είναι χριστιανικό μόνο προνόμιο. Για την Εκκλησία άγιος είναι εκείνος ο άνθρωπος που επειδή έζησε με σοβαρότητα την πίστη του στον Χριστό ως Θεό, όχι μόνο μετανοούσε, εξομολογείτο, κοινωνούσε συχνά και συμμετείχε στη λατρεία της Εκκλησίας, αλλά και υπέστη βαθμηδόν μια οντολογική αλλοίωση από την άκτιστο χάρη του Θεού και δεν παρέμεινε στο στάδιο της ηθικής ζωής, αλλά οδηγήθηκε στη μέθεξη του Θεού και στη θέωση. Από το ξεχείλισμα της αγάπης του για τον Χριστό βέβαια προσέφερε και στους αδελφούς του, που αγαπούσε ως εαυτόν. Επομένως τους αγίους ξεχωρίζει η αγάπη προς τον Τριαδικό Θεό και η συνεχής εσωτερική προσευχή προς τον Ιησού Χριστό και όχι μόνο οι ηθικές και καλές σχέσεις προς τους άλλους, που δεν προέρχονται πάντα, και σε όλες τις περιπτώσεις, από αγαθή συνείδηση.            
 
Κανείς δεν γίνεται άγιος από μόνος του, παρά μόνο συμμετέχοντας στην αγιότητα του Χριστού

Ουσιαστικά άγιος είναι μόνο ο Θεός. «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός», ψάλλουμε σε κάθε Κυριακάτικη λειτουργία. Οι πιστοί αγιάζουν όταν ενώνονται με την χάρη του Χριστού και λάμπουν ως εικόνες Του. Μην ξεχνάμε τι παραγγέλνει ο Θεός ήδη από την Π.Δ.: «Να γίνεστε άγιοι, διότι εγώ είμαι άγιος». Ο Χριστός δηλώνει καθαρά ότι είναι το φως του κόσμου και μετέχοντας στο άκτιστο αυτό φως Του αγιαζόμαστε και εμείς κατά χάρη, όπως λέμε, και όχι κατ’ ουσίαν. Δεν μετέχουμε της ουσίας του Θεού, αλλά των ενεργειών του Θεού, και ξεκινώντας από τη παρούσα ζωή συνεχώς θα αγιαζόμαστε μεταβαίνοντες από δόξα σε δόξα.

Αυτό ζητάει ο Θεός από μας, να γίνουμε δηλαδή κατοικητήριο της Θεότητας, δια του Πνεύματος του Αγίου, που κατοικεί μέσα μας, και δια του αγίου βαπτίσματος. Ο σκοπός της ζωής μας είναι να αυξηθούμε «εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφεσίους 4,13). Όσοι λοιπόν μιμήθηκαν την ζωή του Χριστού και όσοι τηρούν τις εντολές του, εκείνοι λαμβάνουν την κλήση και την πολλαπλασιάζουν σαν τα τάλαντα του Ευαγγελίου και μπορούμε να πούμε ότι έτσι οι άγιοι όλων των εποχών είναι όχι οι κλητοί μόνο, αλλά και οι εκλεκτοί. Διότι πολλοί είναι όσοι εκλήθησαν, αλλά λίγοι ανταποκρίνονται σ’ αυτό το κάλεσμα, ποιούντες έργα άξια μετανοίας.
 
Μέσω λοιπόν των αγίων βλέπουμε τι θέλει ο Θεός από εμάς, αφού άγιασαν γιατί ακριβώς τήρησαν το θέλημά Του. Ανάλογα βέβαια με τη δύναμη και την ενίσχυση της χάριτος του Θεού στον καθένα, διότι όλοι δεν έχουν την δύναμη εκ Θεού να τρώνε π.χ. ελάχιστα όπως οι ασκητές ή να μην βγαίνουν ποτέ έξω από το κελί τους, όπως βλέπαμε σε παλιούς ασκητές. Όλοι όμως οι πιστοί έχουν την δυνατότητα να προσεύχονται και να ταπεινώνονται και αυτό είναι βασικό ως αρχή της αγιότητας. Οι άγιοι λοιπόν δεν έχουν δική τους αγιότητα, αλλά συμμετέχουν στην αγιότητα του Χριστού και προς τον Χριστό συνεχώς προσανατολίζουν, αφού ο Παράκλητος ενοικεί στην ψυχοσωματική τους υπόσταση. Είναι ζωντανές και έμψυχες πινακίδες προσανατολισμού προς την πηγή της ζωής, τον Τριαδικό Θεό. Αυτό αναφέρεται και στον ευαγγελιστή Ιωάννη, διότι λέγει ότι «όσοι έλαβον αυτόν έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι» (α,12), που σημαίνει ότι άγιος είναι κανείς ως υιοθετημένος υιός του Θεού και όχι από κάποια υποτιθέμενη παραψυχολογική δύναμη δική του.

Οι χριστιανοί, ακόμη, αγιάζουν και καθίστανται δοχεία της θείας χάριτος, ανάλογα με την κατά δύναμη άξια προσέλευσή τους στα μυστήρια της Εκκλησίας και την συμμετοχή τους στους εορταστικούς εκκλησιαστικούς κύκλους, που είναι κυρίως δεσποτικοί [για το Χριστό] και θεομητορικοί[για την Παναγία]. Η πνευματικότητά μας είναι και παραμένει λειτουργική και Χριστοκεντρική. Και κορυφαία θέση στην ορθόδοξη πνευματικότητα και ζωή, τη δεύτερη αμέσως μετά την Αγία Τριάδα, έχει φυσικά η Υπεραγία Θεοτόκος, η μητέρα της Ζωής, που είναι ο Χριστός. Η Παναγία και οι άγιοι είναι μέρος της ανθρωπότητας. Τους αισθανόμαστε και προσευχόμαστε σ’ αυτούς ως φίλους και συνοδοιπόρους προς το ποθητό Τέρμα του παραδείσου. Και η Εκκλησία προβάλλει την ζωή τους, τη διδασκαλία τους, τα μαρτύριά τους ως κάλεσμα μιμήσεως της θεάρεστης ζωής τους, μέσα από τις καθημερινές λαϊκές εορταστικές συνάξεις, τα πανηγύρια, τις Κυριακάτικες λειτουργίες, τις προσευχές και τα συναξάρια των αγίων.  
 
Οι άγιοι οδηγούν με το παράδειγμά τους και άλλους ανθρώπους στην σωτηρία
 
Αυτή είναι η δουλειά των αγίων, θα λέγαμε. Πρώτα-πρώτα ο Θεός λέει γι’ αυτούς ότι «τους δοξάζοντάς με δοξάσω» (Α’ Βασιλ. Β’30). Δηλαδή αυτούς που με δόξασαν στην γη, θα τους δοξάσω όχι μόνο στην γη, αλλά και στον παράδεισο. Πώς δοξάζουμε τον Θεό; Με την πίστη μας, την ελπίδα μας, την υπακοή μας στις εντολές του, τηρώντας τον Δεκάλογο εσωτερικά και όχι βαρυγκωμώντας, δείχνοντας έμπρακτη αγάπη προς τους άλλους, θυσιάζοντας πολλές ανέσεις μας χάριν των αναγκεμένων και προσπαθώντας να μην απομακρυνθούμε από το θέλημά Του. Αυτά θέλει ο Θεός από εμάς και μας τα δείχνει η ζωή των αγίων. Πολλοί από τους αγίους μάλιστα βασανίστηκαν και σφαγιάστηκαν για να μην αρνηθούν τον Χριστό και μας προτρέπουν αν χρειαστεί να προτιμήσουμε το μαρτύριο παρά να αρνηθούμε το όνομά Του.
 
Οι φίλοι του Χριστού ομολογούσαν συνεχώς ότι ήσαν και είναι χριστιανοί –αφού και σήμερα υπάρχουν άγιοι- και αυτό καλούμαστε να κάνουμε και εμείς χωρίς να ντρεπόμαστε, σε μια κοινωνία που υποχωρεί στα της πίστεως. Αν λοιπόν ζήσουμε έτσι, όπως εκείνοι, «ο μισθός μας θα είναι πολύς στον ουρανό», επισημαίνει ο ευαγγελιστής Ματθαίος με τα λόγια αυτά του Χριστού (5,12).

Μάλιστα όσοι αφήσουν όλα τα εγκόσμια και αφιερωθούν στον Χριστό, όπως οι ασκητές, οι ιεραπόστολοι, οι μοναχοί κ.λπ., από έρωτα προς τον Θεό και όχι φυσικά για λόγους δόξας, συμφέροντος, χρημάτων κ.λπ., αυτοί θα έχουν εκατονταπλάσιο μισθό και δόξα στους Ουρανούς σε σχέση με μας τους υπόλοιπους, που ζούμε «ησύχιον βίον» και πολύ πιο εύκολο (Ματθ. 19,27 κ.ε.). Αυτοί είναι οι «ευνουχίζοντες (πνευματικά) εαυτούς» χάριν της Βασιλείας του Θεού, όπως εξηγεί ο ίδιος ο Κύριος.
 
Οι άγιοι όχι μόνο οδηγούν προς τον Χριστό, αλλά πρεσβεύουν και μεσιτεύουν για μας στον Χριστό
 
Κάποιοι ετερόδοξοι αρνούνται βέβαια την μεσιτεία των αγίων, αλλά έχουν παρερμηνεύσει τις Γραφές. Είναι δυνατόν να παρακαλούσαν το Θεό οι άγιοι, όσο ζούσαν στην γη, υπέρ της σωτηρίας των συνανθρώπων τους, και όταν η ψυχή τους, μετά τον θάνατό τους, βρέθηκε και βρίσκεται κοντά στον Θεό, να μη ενδιαφέρονται και να μην παρακαλάνε για μας; Αυτό δεν είναι φυσικά λογικό. Έπειτα, μεσίτες όταν λέμε εννοούμε ότι συμμετέχουν στην μεσιτεία του μόνου μεσίτου, που είναι φυσικά ο Χριστός. Ότι δεν είναι αυτόνομα και ανεξάρτητα από Εκείνον μεσίτες. Διότι πόλεις σώζονται μέσω δεήσεων των αγίων (Ιερ. 5,1/Ιεζ. 22,30) -όπως έπραξε και ο Αβραάμ για την σωτηρία των Σοδόμων και Γομόρρων (Γεν. 18,23-33) και ο Μωϋσής για τον ισραηλιτικό λαό (Έξοδ. 32, 9-14)- οι προσευχές τους ανεβαίνουν ως θυμίαμα στον θρόνο του Θεού (Αποκ. 5,8/6,9-11) και χαίρονται για κάθε επιστροφή πλανεμένου προβάτου (Λουκ. 15, 7-10). Ο προφήτης Ηλίας, αν και βρισκόταν στον ουρανό, απάντησε θα λέγαμε στην αίτηση του μαθητή του, Ελισαίου, και δια του Θεού ανοίχθηκαν στα δύο τα νερά του Ιορδάνη (Δ’ Βασιλ. 2,14). Ο ίδιος προφήτης προσευχήθηκε στον Θεό και δεν έβρεξε για τρία χρόνια και πάλι προσευχήθηκε και έπεσε η βροχή και η γη ξαναβλάστησε (Ιακ. 5,17-18). Αλλά και ο αρχιερέας Ονίας και ο  Ιερεμίας, όπως διασώζει το όραμα του Ιούδα του Μακκαβαίου, αν και κοιμηθέντες εν Κυρίω, προσευχόντουσαν για όλους τους Ιουδαίους και για την αγία πόλη Ιερουσαλήμ (Β’ Μακκ. 15,12-14). Άλλωστε «η παράκληση του δικαίου έχει μεγάλη δύναμη και αποτελεσματικότητα» (Ιακ. 5,16). Και οι άγιοι θεωρούνται οι καλύτεροι φίλοι μας στον ουρανό, όπως ακριβώς ήσαν και στη γη. Και με αυτήν την έννοια ονομάζονται πρεσβευτές και μεσίτες. Διότι εισακούουν τις προσευχές μας και εύχονται για μας και παρακαλούν να εκδηλώσει το έλεός Του ο Θεός στον κόσμο του, αφού μετά την εκδημία τους άλλωστε από την εδώ ζωή βρίσκονται σε καλύτερη θέση και έχουν πληρέστερη παρουσία και παρρησία κοντά στον Χριστό. 
 
Βλέπουμε σε εικόνες αγίων κάποιο φωτοστέφανο να περικυκλώνει την κεφαλή τους. Τι συμβολίζει αυτό το φως των αγίων
 
  Οι άγιοι όπως είπαμε απολαμβάνουν την δόξα και το φως του Θεού. Το φως αυτό είναι άκτιστο, δεν είναι εκ του κόσμου αυτού, είναι αδημιούργητο και αιώνιο, όπως και ο Θεός. Οι άγιοι λοιπόν, ως συμμετέχοντες στην χάρη του Θεού, είναι κατά διαστήματα λουσμένοι με το άκτιστο αυτό φως, που είναι ενέργεια του Θεού και όχι η ουσία Του, αν και προέρχεται από την ουσία Του και αυτήν ενεργοειδώς φανερώνει. Την δόξα αυτή του Τριαδικού Θεού συμβολίζει και ο φωτοστέφανος των αγίων στις εικονικές αναπαραστάσεις τους. Την δόξα αυτή αποκαλύπτει ο προφήτης Δανιήλ να διοχετεύεται από τον θρόνο του Θεού (7,9), το φως αυτό βλέπουμε να περιβάλλει τον Μωϋσή στην φλεγόμενη και μη καιόμενη βάτο (Έξοδ. 3,2), αλλά και να καταυγάζει το πρόσωπό του κατεβαίνοντας από το όρος Σινά (Έξοδ. 34,29-30). Μέσω του ιδίου αυτού φωτός ο προφήτης Ηλίας ανυψώνεται στον ουρανό δια πυρίνων αλόγων (Σοφ. Σειράχ 48,9), αλλά και την ουράνια αυτή δόξα Του αφήνει ο Χριστός να φανεί στους μαθητές Του κατά την Μεταμόρφωσή Του (Λουκ. 9,29/Ματθ. 17,2), για να γνωρίσουν όλοι ότι σταυρώθηκε στη συνέχεια, αν και παντοδύναμος Θεός, επειδή και μόνο το θέλησε εκείνος. 
 
Με παρόμοια περιστατικά της φανερώσεως της φωτοειδούς δόξας του Θεού είναι φυσικά γεμάτη η Παράδοση της Εκκλησίας, όπως δεικνύει το παράδειγμα του αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ και του μαθητή του Μοτοβίλωφ, που από παραχώρηση Θεού ταυτόχρονα βίωσαν την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος στις καρδιές τους και έλαμψαν ως μικροί ήλιοι, βιώνοντες άρρητες εμπειρίες εκστάσεων ουρανίων. 
 
Πολλοί κύκλοι ετεροδόξων κατηγορούν τους Ορθοδόξους πως θεοποιούν τους αγίους. Ότι τους λατρεύουν σαν Θεούς. Τι απαντά η Ορθόδοξη Εκκλησία

Ορισμένοι που διαδίδουν παρόμοιες απόψεις είναι εντελώς ανίδεοι τού τι σημαίνει Ορθόδοξη πίστη. Κανείς Ορθόδοξος δεν προσεύχεται σε αγίους και δεν επιζητεί τις μεσιτείες τους θεοποιώντας τους. Ούτε φιλώντας τις εικόνες έχουμε την αίσθηση πως ασπαζόμαστε φυσικά τον ίδιο τον άγιο ή τον Θεό. Εμείς λέμε ότι τιμητικά προσκυνούμε και σεβόμαστε τους αγίους και λατρευτικά μόνο τον Θεό. Άλλωστε βαπτιζόμαστε εις το όνομα τουTριαδικού Θεού (όχι στο όνομα κάποιου αγίου) και ολόκληρη η λατρεία μας (προσευχές, ύμνοι, θεία κοινωνία, ακολουθίες, ευχές, απολυτίκια αγίων κ.λπ.) είναι αφιερωμένη στον Θεό, άσχετα αν ο κάθε ναός είναι αφιερωμένος σε κάποιον άγιο ή αγία. Ακόμη, οι ίδιοι οι άγιοι, μάρτυρες, ασκητές, ομολογητές κ.λπ. τον Θεό ελάτρευσαν, σ’ αυτόν προσευχόντουσαν και γι’ αυτόν θυσίασαν τις ζωές τους. Με ποια λογική λοιπόν ισχυρίζονται κάποιοι ότι οι Ορθόδοξοι λατρεύουν μόνο τους αγίους, αντί του Τριαδικού Θεού;

Το ίδιο ισχύει όπως είπαμε και για τις εικόνες. Η τιμή που εκφράζουν οι πιστοί κατευθύνεται στα πρωτότυπα πρόσωπα που εικονίζουν, στον ουράνιο κόσμο των αγίων και των πνευμάτων, και όχι εννοείται στα υλικά κατασκευής της εικόνας (βλ. «Η λατρεία του Θεού και η τιμητική προσκύνηση των αγίων», Γεωργίου Π. Σωτηρίου, έκδ. Ι.Μ. Αγίας Παρασκευής Δομήρου Σερρών, σελ. 67-73). Τιμώντας δηλαδή τους αγίους, ή τις αγίες γυναίκες ή τα λείψανά τους, εξαίρουμε την αυταπάρνηση, τον ηρωισμό, την αφοσίωσή τους στο Θεό, τον ενάρετο βίο τους, την αγάπη τους προς τους συνανθρώπους τους. Γίνονται έτσι οι άγιοι ένα παράδειγμα για όλους μας, αφού και ο απόστολος των εθνών μάς προτρέπει: «Να επιδιώκετε την ειρήνη με όλους«.» επιδιώκετε και την αγιότητα, χωρίς την οποία κανείς δεν θα αντικρίσει τον Κύριο» (Εβρ. 12,14). Και πώς είναι δυνατόν στην Παλαιά Διαθήκη να τιμάται και να δοξάζεται λ.χ. ο ευσεβής βασιλιάς Εζεκίας μετά τον θάνατόν του από όλους τους Ιουδαίους και Ιεροσολυμίτες (Β’ Παρ. 32,33) και να μην δοξάζονται και τιμώνται μετά θάνατον οι άγιοι της Εκκλησίας;

Άλλωστε ο Θεός αρνείται στην Παλαιά Διαθήκη την τιμή και λατρεία των ειδώλων, δηλαδή θεοποιημένων αντικειμένων, ζώων ή ανθρώπων και όχι την καθημερινή, θρησκευτική και λατρευτική χρήση διαφόρων πραγμάτων και εικόνων προς δόξαν του ονόματός Του. Διότι και ο Μωυσής διετάχθη από τον Θεό να κατασκευάσει δύο Χερουβείμ στα δύο άκρα του ιλαστηρίου της Διαθήκης (Έξοδ. 25,18-20), και ο βασιλιάς Σολομώντας σκάλισε αγγέλους Χερουβίμ, φοίνικες, βόδια, λέοντες και άνθη στο Ναό που οικοδόμησε. με τα οποία ανάγλυφα σχήματα όμως και σχέδια ο Θεός ευαρεστήθηκε (Α’ Βασιλ. 9,3), διότι δεν τοποθετήθηκαν στους τοίχους για να λατρεύονται αλλά για τον καλλωπισμό του ναού του Θεού και την ένδειξη σεβασμού και αγάπης προς Αυτόν.
     
Η θεολογία της Εκκλησίας για το πώς αγιάζουν οι χριστιανοί και για τα άγια λείψανα

Τα άγια λείψανα είναι η απόδειξη ότι υπάρχει Θεός και αφθαρτοποιεί την κτίση προς δόξαν Του και για την σωτηρία όλων. Τα λείψανα πολλών αγίων (και όχι όλων) μένουν άφθαρτα γιατί η χάρη του Θεού τούς είχε ιδιαίτερα επισκεφθεί όσο ζούσαν εν τω κόσμω, έχουν καταστεί σκεύη εκλογής του και η ενέργεια του Θεού έχει κατασκηνώσει στην καρδιά τους. Είναι μια απόδειξη ακόμη ότι θα αναστηθεί και το σώμα μας στην Δευτέρα Παρουσία, διότι όπως λέμε και στο Σύμβολο της Πίστεως: «Προσδοκώ ανάσταση νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος».  Άνθρωπος για την ορθόδοξη χριστιανική μας πίστη δεν είναι μόνο η ψυχή, αλλά ψυχή και σώμα ενωμένα σε ένα αδιάσπαστο σύνολο, αφού και αυτός ο θάνατος είναι προσωρινός και δεν θα κρατήσει διαζευγμένα τα σώματα από τις ψυχές τους εσαεί.

Ο άγιος του οποίου το σκήνωμα διατηρείται ακέραιο έχει φτάσει στην φιλόθεη κατάσταση εκείνη που ονομάζουμε θέωση. Τα στάδια της κατά Χριστόν ζωής είναι τρία, χωρίς φυσικά να υπάρχουν μεταξύ τους στεγανά. Είναι το στάδιο της καθάρσεως, του φωτισμού του νοός και της θέωσης. Στο στάδιο της καθάρσεως ο χριστιανός παλεύει με την αμαρτία και με την χάρη του Θεού και με τη δική του άσκηση φτάνει στο σημείο να μην ενδίδει στις ορέξεις της σαρκός, στη σειρήνα της ηδονής και στο κοσμικό φρόνημα, ενώ μένει ταπεινός και επιδίδεται στην προσευχή και την έμπρακτον αγάπη. Στο στάδιο του φωτισμού του νοός, ο νους του πιστού, δηλαδή ο οφθαλμός της ψυχής του, ανοίγει στην παντοδύναμη χάρη του Θεού και ο χριστιανός αποκτά θείες εμπειρίες του Χριστού, όπως την διόραση, την προόραση, την μακρινή ακοή κ.α. Δυνάμεις, που όμως δεν είναι δικές του, αλλά του Αγίου Πνεύματος που έχει κατασκηνώσει μέσα του. Στην κατάσταση αυτή ο άγιος δεν βιώνει πλέον λύπη, οδύνη και στεναγμούς, αλλά την αναφαίρετη και μοναδική χαρά του ουρανίου πολιτεύματος που ζει από αυτή τη ζωή. Λιώνει μάλιστα από αγάπη ο μεταμορφωμένος πια άνθρωπος για όλη την κτίση και για τα άλογα ζώα, αλλά περισσότερο για τον συνάνθρωπό του και με τις θερμές προσευχές του απευθύνεται στον μόνο δυνάμενο να βοηθήσει ουσιαστικά παντεπόπτη Κύριο.

Στο ανώτατο στάδιο της θεώσεως ο χριστιανός λούζεται από τις ακτίνες του θείου και ακτίστου φωτός και για όσο διάστημα διαρκούν αυτές οι εμπειρίες κοινωνίας με τον Θεό, ο πιστός δεν νοιώθει πόνο, πείνα, δίψα ή άλλη βιολογική ανάγκη, αφού δεν τρέφεται πλέον από την βιολογία του, αλλά από την χάρη του Θεού. Αυτό το τελευταίο και μεγαλύτερο στάδιο πίστεως και έμπρακτης χριστιανικής ζωής, από αυτήν ήδη την ζωή, «δημιουργεί» τα άφθαρτα λείψανα των αγίων -αν και η αφθαρσία των λειψάνων δεν παύει να είναι ένα δώρο του Θεού σε ορισμένους αγίους (και η σωτηρία άλλωστε) και δεν είναι κατάσταση που φτάνει κανείς με τις δικές τους δυνάμεις. Δίδεται βέβαια σε εκείνους που έζησαν με πάθος την ελπίδα και πίστη τους στον Θεό και δεν συνθηκολόγησαν με το κοσμικό πνεύμα ή δεν ενέδωσαν έως τέλους στις παγίδες του εχθρού.

Ο σκοπός επομένως της ζωής όλων μας είναι να γίνουμε άγια λείψανα, δεδομένου ότι ο θάνατος θα μας εύρει όλους και κανείς δεν θα ξεφύγει από την ανθρώπινη αυτή, παρεκκλίνουσα από το αρχικό σχέδιο του Θεού, μοίρα. Τα άγια λείψανα λοιπόν σηματοδοτούν την «αιώνιο ζωή και το μέγα έλεος» και προσανατολίζουν προς την ακοίμητο δόξα που περιμένει όλους μας, αφού καθαρίσουμε τις αισθήσεις μας και βαδίσουμε πραγματικά στα χνάρια του Χριστού.  Είναι πνευματικοί φάροι, που κρατούν σε εγρήγορση διαχρονική τις προς τάσιν εκκοσμικεύσεως γενεές των χριστιανών, ώστε να μην ξεφύγουν από τον μόνο άξιο δρόμο της ζωής και παρασυρθούν από τα κύματα που σηκώνει το παμφάγο στόμα του άδη. Είναι οδοδείκτες που διαλαλούν ότι ο σκοπός της ζωής είναι η προσωπική μας Πεντηκοστή και η εμπειρία της Φλεγόμενης Βάτου του Μωυσή, που αποκτάται δωρεάν δια του φαρμάκου της αθανασίας, της Θείας δηλαδή Κοινωνίας και της διαρκούς μετανοίας. 
 
Οι μαρτυρίες από την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση ότι ο σκοπός των ανθρωπίνων σωμάτων είναι να αγιάσουν και αφθαρτοποιηθούν, καθώς και οι ψυχές τους
 
Ο απόστολος Παύλος μάς λέγει ότι τα σώματά μας είναι ναός του αγίου Πνεύματος που κατοικεί μέσα μας και ότι πρέπει να δοξάζουμε τον Θεό  καί με τα σώματά μας καί με τις ψυχές μας, που και τα δύο ανήκουν στον Θεό (Α’ Κορ. 6,15-20).  Συνεχίζει μάλιστα σε άλλο σημείο για να πει ότι το ευτελές σώμα μας θα μετασχηματίσει ο Θεός και θα το μεταποιήσει σε σώμα σύμμορφο με το σώμα της δόξας Του (Φιλιππ. 3,21). Ευωδία των λειψάνων, θαυματουργία αυτών, καθώς και αντικειμένων των αγίων και τιμή προς αυτά αναφέρονται σε πολλά σημεία της Καινής Διαθήκης (Β’ Κορ. 2,15/Ματθ. 9,20/Μαρκ. 6,13/Πράξ. 29,12), αλλά και της Παλαιάς Διαθήκης. Στο Β’ Βασιλειών 13,20-21 περιγράφεται η περίπτωση πεθαμένου που τον έριξαν στον τάφο του προφήτη Ελισαίου και μόλις ήρθε σε επαφή με τα οστά του προφήτη, θαυματουργικά ο νεκρός ζωντάνεψε και έζησε. Παρόμοια πίστη αναφέρεται και στο Γ’ Βασιλ., όπου γέροντας προφήτης παρεκάλεσε τα παιδιά του να τον θάψουν όταν πεθάνει στον ίδιο τάφο που είχε θαφτεί κάποιος άνθρωπος του Θεού, ώστε τα οστά του αγίου ανθρώπου να οδηγήσουν με την δύναμη του Θεού και τον προφήτη στην σωτηρία (13,25-31) (βλ. π. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου, «Η Ορθοδοξία μας», Αθήνα 1994, σελ. 463-465).

Η τιμή προς τα άγια λείψανα επικρατούσε σε όλη την Εκκλησία, από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια.  Από το Μαρτύριο του Αγίου Πολυκάρπου μαθαίνουμε ότι οι πρώτοι χριστιανοί συναθροίζονταν στους τάφους των μαρτύρων, τελούσαν πάνω στα λείψανά τους τη θεία λειτουργία και τιμούσαν ιδιαίτερα τη μνήμη τους. Με το λείψανο του αγίου Κυπριανού γινόντουσαν πολλά θαύματα, όπως διασώζει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ενώ το τίμιο και χαριτόβρυτο λείψανο της αγίας Ιουλίττας, λέγει ο Μέγας Βασίλειος, αγιάζει την πόλη, τους επισκέπτες και τους αρρώστους. Τέλος, και ο μελίρρυτος ποταμός της σοφίας, ιερός Χρυσόστομος, κηρύττει ότι οι ναοί, οι λειψανοθήκες των αγίων και πολύ περισσότερο τα ίδια τα οστά τους, οδηγούν στην ψυχοσωματική υγεία, στην απομάκρυνση των δαιμονίων και την ελευθερία από την καταδυνάστευσή τους (βλ. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου, «Εγχειρίδιο αιρέσεων…», έκδ. Ι.Μ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, σελ. 63-66).

Τα λείψανα επομένως των αγίων που διατηρούνται ανέπαφα είναι ένα συνεχές θαύμα. Διότι είναι απολύτως λογικό να πιστεύει κανείς ότι όπως η μηλωτή του προφήτη Ηλία που διαχώρισε τα νερά του Ιορδάνη, τα μαντήλια της κεφαλής ή του λαιμού του αποστόλου Παύλου (Πράξ 19,12) και η σκιά του αποστόλου Πέτρου (Πράξ. 5,15) έκαναν «σημεία και τέρατα» όσο εκείνοι ζούσαν, έτσι και τα ίδια τα άφθαρτα σώματα των αγίων, που παραμένουν στην υπηρεσία των ανθρώπων, επιτελούν ουκ ολίγα θαύματα. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αφού επισημαίνει ότι στην εποχή του τα θαύματα ιάσεων έχουν λιγοστέψει ανάμεσα στους πιστούς, διότι έχει απλωθεί πλέον ο Χριστιανισμός στον κόσμο και το ανώτερο θαύμα είναι η απαλλαγή από την αμαρτία, μας λέγει ακόμη ότι στα λείψανα των αγίων παρευρίσκεται όχι κάποια ψυχική δύναμη, αλλά εκείνη η δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που προσανατολίζει συνεχώς προς την ανάσταση των σωμάτων με τα θαύματα που επιτελούν (εις τον ιερομάρτυρα Βαβύλα, ΕΠΕ 37). Επομένως τα σώματα των αγίων θαυματουργούν λόγω της σύνδεσης των χριστιανών  -όσο ζούσαν πάνω στη γη- με το σώμα του Χριστού, του οποίου η χάρη είναι αποταμιευμένη στην Εκκλησία και στην οποία αυτή χάρη εμποτίζεται και το σώμα του πιστού, εφόσον ζει έμπρακτα την ορθόδοξη χριστιανική πίστη του, ασκείται, κοινωνεί, ταπεινώνεται και αγαθοεργεί. 
    
Τέλος, ο Θεός είναι πάντα νέος, είναι ό,τι πιο όμορφο υπάρχει και η αγάπη του δεν έχει όρια. Και μας καλεί στον δρόμο της αγιότητας, γιατί Εκείνος είναι όντως άγιος και μόνο αυτός ο τρόπος ζωής θα επικρατήσει στους αιώνες των αιώνων. Ο Θεός δεν είναι φόβητρο ή αστυνόμος του ουρανού, που αναζητάει παντού τον ένοχο για να τον καταδικάσει, όπως σκεφτόντουσαν κάποτε στη Δύση. Ο άνθρωπος είναι αντίθετα εκείνος που από μόνος του, και με σκέψεις, λόγια ή έργα, απομονώνεται και χάνει την Χάρη του Θεού. Δηλαδή με τον τρόπο της ζωής του αποτυχαίνει, αστοχεί να βαδίσει την οδό της αλήθειας και αποξενώνεται απ’ το πρόσωπο του Κυρίου και από την κοινωνία με τους συνανθρώπους του. Ο Καρλ Ράινερ, ένας σπουδαίος γερμανός θεολόγος, περίπου έλεγε: ‘Δόξα τω Θεω, που ένα 60% των απόψεων περί Θεού, στις οποίες ορισμένοι πιστεύουν σήμερα, δεν ισχύουν πραγματικά για τον Θεό’. Πώς θα βρούμε επομένως πραγματικά τον Θεό και την γνήσια εικόνα του; Είναι αλήθεια πως ο ίδιος Θεός αποκαλύπτεται προσωπικά μέσα στην Εκκλησία Του, δια της πίστεως, της μυστηριακής ζωής και της άδολης αγάπης. Αποκαλύπτεται στις καθαρές καρδιές, που με την προσευχή και την άσκηση έχουν γίνει χώρος διαμονής Του.

[Για περισσότερες πληροφορίες, ο αναγνώστης μπορεί να προστρέξει στο βιβλίο της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, Μιχαήλ Γ. Χούλη, εκδ. Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, Οκτ. 2006].

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...