Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Απριλίου 25, 2015

Κυριακή Γ΄από του Πάσχα των Αγίων Μυροφόρων γυναικών, του Ιωσήφ του εξ’ Αριμαθαίας και Νικοδήμου του νυχτερινού μαθητού. “…ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε…”

Αποτέλεσμα εικόνας για των Αγίων Μυροφόρων γυναικών, του Ιωσήφ του εξ’ Αριμαθαίας και Νικοδήμου του νυχτερινού μαθητού του Κυρίου.
Κυριακή Γ΄από του Πάσχα
των Αγίων Μυροφόρων γυναικών,
του Ιωσήφ του εξ’ Αριμαθαίας
και Νικοδήμου του νυχτερινού μαθητού.
“…ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε…”
Σήμερα, την Τρίτη Κυριακή από το Πάσχα, η Αγία Ορθόδοξος Ανατολική Εκκλησία  προτάσσει στο συναξάρι της  όλα αυτά τα πρόσωπα που πήραν ενεργό μέρος κατά τα δρώμενα της αποφράδας ημέρας της Μεγάλης Παρασκευής και όλων των γεγονότων που ακολούθησαν.
Ο Ιησούς είναι πάνω στον Σταυρό φαινομενικά νεκρός και από κάτω οι δικοί του άνθρωποι παρά τον πόνο που τους προκαλεί ο θάνατος του Κυρίου τους, βρίσκουν το κουράγιο και προετοιμάζονται για την ταφή Του.
Ζητά με μεγάλη τόλμη ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας το Σώμα του Ιησού από τον Πιλάτο και αυτός αφού βεβαιώνεται από τους ακολούθους του για τον θάνατο του, δίνει την άδεια. Έτσι αυτός μαζί με τον Νικόδημο, και οι δύο εξέχοντα μέλη του Συμβουλίου των Ιουδαίων, ο κρυφός και ο νυχτερινός μαθητής, όπως αναφέρονται στις Γραφές,  αγοράζουν λευκά σεντόνια και μύρο για να ασχοληθούν με την τελετή της ταφής του Κυρίου τους.
Παρούσες σε όλα αυτά που διαδραματίστηκαν, ήταν πάντα η Παναγία μητέρα του Χριστού μας, η Μαρία η Μαγδαληνή, η Σαλώμη, η Ιωάννα και άλλες γυναίκες που ακολουθούσαν την Μητέρα του Χριστού σε κάθε βήμα της για να την παρηγορούν και να συμπαρασταθούν στον πόνο του χαμού του παιδιού της.
Βιαστικά και με πολύ φόβο γίνεται η ταφή του Κυρίου μέσα σε σκαλισμένο τάφο και μια πέτρα φράζει την είσοδο του και έτσι το πρωΐ της Κυριακής, οι Μυροφόρες είναι αυτές που αναλαμβάνουν να μυρώσουν κατά το ιουδαϊκό έθιμο το Σώμα του Ιησού.
Όμως, όπως τους το είχε υποσχεθεί ο Διδάσκαλος, «…γέρθη, οκ στιν δε·...» και έτσι έμελε σε αυτές τις γυναίκες να γίνουν οι πρώτοι μάρτυρες της Ανάστασης του Κυρίου τους και οι Αγγελιοφόροι του χαρμόσυνου αυτού γεγονότος στους μαθητές Του αρχικά και κατόπιν σε όλον τον κόσμο.
"Οι Μυροφόρες της καρδιάς μας"
Στο πρόσωπο αυτών των γυναικών, των Μυροφόρων της Ευαγγελικής περικοπής, που κάθε Γ΄Κυριακή μετά το Πάσχα ακούγεται από τα χείλη τον ιερέων μας, στην δική μας σημερινή, περίεργη και αποκαλυπτική εποχή, βλέπουμε όλες αυτές τις γυναίκες, τις μικρότερες ή τις μεγαλύτερες σε ηλικία ηρωΐδες μας, που αθόρυβα, αγόγγυστα, με αυτοθυσία και αυταπάρνηση διακονούν την Εκκλησία του Χριστού, χρόνια τώρα με περισσή ευλάβεια και αγάπη.
 Άλλες φροντίζουν για την καθαριότητα του Ιερού Ναού της Ενορίας τους, κάθε Πέμπτη πρωΐ, θυμάστε που συχνά-πυκνά σας ζητώ για να μας βοηθήσετε και εσείς σ'αυτό το ευλογημένο διακόνημα, άλλες συμμετέχουν στο Ενοριακό Φιλόπτωχο Ταμείο της και όποτε παραστεί ανάγκη ετοιμάζουν τα δέματα και τα μοιράζουν διακριτικά στους αναγκεμένους συμπολίτες μας, άλλες γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι στον ετήσιο Έρανο της Αγάπης, άλλες βοηθούν και κουράζονται στις Πανηγύρεις των Αγίων της, το μεγάλο Πανηγύρι μας, των Δικαίων Θεοπατόρων τον Σεπτέμβριο στις 9, της Αγίας Άννας στην Σύλληψη της Παναγίας κόρης της από αυτήν την 9η Δεκεμβρίου και στην Αγία Κοίμηση της, την 25η Ιουλίου, αλλά και του Αγίου Χριστοφόρου στις 9 Μαΐου και του Αγίου Παχωμίου του Ευκαρπιώτου στις 7 του Μάη επίσης, που πανηγυρίζουν τα παρεκκλήσια τους.
  Και περισσότερες ακόμα "Μυροφόρες", όλες οι Ανθοκηπιώτισσες, άλλες που με ιδιαίτερη μαεστρία και ικανότητα φτιάχνουν τα εδέσματα για τα τραπέζια που κατά καιρούς γίνονται για την φιλοξενία των επισκεπτών και των προσκυνητών των Αγίων μας, άλλες που φροντίζουν την Έκθεση της εκκλησίας τους φτιάχνοντας διάφορα εργόχειρα και διαθέτοντας τα για την αποπεράτωση του ναού τους, που τώρα χτίζεται και όλες μα όλες οι κυρίες της δικής μας τουλάχιστον Ενορίας που γνωρίζω από πρώτο χέρι, είναι οι Μυροφόρες της καρδιάς μας, που χωρίς αυτές τίποτε δεν θα ήταν τόσο ωραίο και πετυχημένο όσο είναι τώρα.  
Θα ήθελα με αφορμή αυτήν την Κυριακή, την τρίτη από του Πάσχα, την Κυριακή των Μυροφόρων, όλοι μας να τους πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ και να τους δείξουμε μέσα από την καρδιά μας, την ευγνωμοσύνη μας για ότι προσφέρουν εθελοντικά τόσα χρόνια στην εκκλησιά τους, αλλά και για όσα έχουν ακόμα να προσφέρουν. Και μέσω της ιστοσελίδας του ναού μας αυτήν την αγάπη να την βγάλουμε προς τα έξω και να την μοιραστούμε με κάθε "Μυροφόρα" όπου και αν βρίσκεται αυτή, σε όποιο μετερίζι της Εκκλησίας του Χριστού και αν προσφέρει την διακονία της.
Και η Εκκλησία πάντα θα τις τιμά όλες αυτές τις «Μυροφόρες» της, έχοντας καθημερινά τα ονόματα τους γραμμένα με άσβηστο μελάνι και μνημονεύοντας τα μέσω των ιερέων της στα ουράνια δίπτυχα της κάθε εκκλησιάς, μικρής ή μεγάλης, φτωχής ή πλούσιας, δεν έχει σημασία, υπόγειας όπως η δική μας προσωρινά τώρα ή υπέργειας αύριο-μεθαύριο, αφού ήδη τελειώσαμε το πρώτο μέρος της κατασκευής της, την ολοκληρωτική κάλυψη της με τον τσιμεντένιο σκελετό της και βρισκόμαστε πολύ κοντά πια στο να ολοκληρώσουμε το μεγάλο μας όνειρο, να λειτουργήσουμε στον επάνω ναό μας, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα.
Αυτή ήταν η αμοιβή όλα αυτά τα χρόνια της προσφοράς τους, αυτός ήταν ο μισθός τους, που για κάποιους μπορεί να μην έχει καμιά αξία, για αυτές τις άξιες γυναίκες όμως ήταν είναι και θα είναι η μεγαλύτερη αμοιβή που μπορεί κανείς να εισπράξει για την εργασία που προσφέρει στον Μέγα Εργοδότη τους, τον ίδιο τον Χριστό.
Μαζί λοιπόν με τις Μυροφόρες του Χριστού μας, σήμερα και κάθε τέτοια μέρα εδώ στην εκκλησιά μας, των γονιών της Παναγίας μας, των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, στους Ανθόκηπους της Νέας Ευκαρπίας, θα γιορτάζουμε και αυτές τις «Μυροφόρες», που κρυμμένες τις περισσότερες φορές πίσω από κοπιαστικές εργασίες και την φροντίδα των αναγκεμένων συμπατριωτών μας, έχουν την ένια όταν έρχεστε όλοι εσείς στην εκκλησιά σας να μην σας λείπει τίποτα και όλα να είναι καθαρά και τακτοποιημένα.
    Χριστός Ανέστη αδελφοί μου,
                 Χρόνια Πολλά και ευλογημένα
  στις άξιες διακόνισσες της Ενορίας μας,
  τις «Μυροφόρες» της καρδιάς μας.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ (Μάρκ. ιε΄ 43–ις΄ 8) Ο ΙΩΣΗΦ Ο ΑΠΟ ΑΡΙΜΑΘΑΙΑΣ & Ο ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΝΥΚΤΕΡΙΝΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ.

"...ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε·  Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε·..."


Κατά ἕνα παλαιό λειτουργικό ἔθιμο τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν ἑπομένη τῶν μεγάλων ἑορτῶν τελεῖται ἡ «Σύναξις», πανηγυρική δηλαδή συνάθροισις τῶν πιστῶν, πρός τιμήν τῶν ἱερῶν προσώπων, πού διεδραμάτισαν ἕνα σπουδαῖο ρόλο στό ἑορτασθέν γεγονός. 
τσι τήν ἑπομένη τῶν Χριστουγέννων, ἑορτάζουμε τήν Σύναξη τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τήν μετά τά Χριστούγεννα Κυριακή, τήν μνήμη Δαυίδ τοῦ βασιλέως, Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος καί Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου. Τήν ἑπομένη τῶν Θεοφανείων τήν Σύναξη τοῦ Προδρόμου. Τήν ἑπομένη τῆς Ὑπαπαντῆς τήν Σύναξη τοῦ δικαίου Συμεών τοῦ θεοδόχου καί τῆς προφήτιδος Ἄννης. Τήν ἑπομένη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τήν Σύναξη τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, και βέβαια να μην λησμονούμε πως την επομένη της 8ης Σεπτεμβρίου όπου στην Αγία Εκκλησία μας εορτάζεται η Γενέθλιος ημέρα της Θεοτόκου, δηλαδή την 9η Σεπτεμβρίου, έχουμε την Σύναξη των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, των δικών μας Αγίων, μα και γονέων της Παναγίας μας, όπου πανηγυρικά και μεγαλόπρεπα για χάρη των Αγίων προστατών και πολιούχων μας, εορτάζει και όλη η Ενορία με πολλές λατρευτικές Ακολουθίες, αλλά και εκδηλώσεις, χορούς, τραγούδια, φαγητό και διασκέδαση μπροστά από τον Ιερό Ναό μας και στο μεγάλο προαύλιο του. 
Στό ἴδιο προφανῶς αἴτιο ὀφείλεται καί ὁ ἑορτασμός τήν δευτέρα Κυριακή μετά τοῦ Πάσχα, δύο ὁμάδων προσώπων πού ὑπηρέτησαν στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀφ᾽ ἑνός δηλαδή τοῦ Ἰωσήφ τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας καί τοῦ Νικοδήμου, πού ἔθαψαν τό σῶμα τοῦ Κυρίου, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ τῶν Μυροφόρων γυναικῶν, πού ἦλθαν νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό σῶμα καί πρῶτες ἄκουσαν τό εὐαγγέλιο τῆς Ἀναστάσεως καί πρῶτες εἶδαν τόν ἀναστάντα Κύριο. 
Σύμφωνα λοιπόν πρός τά ἀνωτέρω ἡ σύναξις πρός τιμήν τῶν ἱερῶν αὐτῶν προσώπων θά ἔπρεπε νά ἑορτάζεται τήν ἑπομένη τοῦ Πάσχα, τήν Δευτέρα δηλαδή τῆς Διακαινησίμου. Ἀλλ᾽ ὅλη ἐκείνη ἡ ἑβδομάδα, ἀπό τήν Δευτέρα μέχρι τό Σάββατο, κατείχετο ἀπό τό θέμα τῆς Ἀναστάσεως. «Ἐλογίζετο» ὡς μία πασχάλιος ἡμέρα. Ἡ μετά τό Πάσχα πάλι Κυριακή λόγῳ τοῦ γεγονότος πού συνέβη κατ᾽ αὐτήν, τῆς ἐμφανίσεως δηλαδή τοῦ ἀναστάντος στόν Θωμᾶ καί στούς μαθητάς, ἦταν ἤδη κατειλημμένη ἀπό τόν ἑορτασμό τοῦ περιστατικοῦ αὐτοῦ. Ὁ ἑορτασμός του διήρκεσε ὅλη τήν ἐπακολουθοῦσα ἑβδομάδα καί ἡ πρώτη μετά τό Πάσχα ἐλευθέρα ἡμέρα γιά τήν τοποθέτηση τῆς «Συνάξεως» ἔμενε ἡ δευτέρα μετά τό Πάσχα Κυριακή.
τσι κατά τόν Ι’ αἰῶνα βρίσκουμε στό ἑορτολόγιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως νά ἀναγράφεται στήν Κυριακή αὐτή ἡ «μνήμη τῶν δικαίων Ἰωσήφ τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας καί Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς καί τῶν λοιπῶν μαθητριῶν τοῦ Κυρίου», γιά νά προστεθῇ ἀργότερα σ᾽ αὐτούς καί ἡ μνήμη τοῦ «νυκτερινοῦ μαθητοῦ» τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Νικοδήμου. Ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας, ἐκτός ἀπό τό γνωστό «Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ...», ἦταν καί τό παλαιό τροπάριο «Τῶν μαθητῶν σου ὁ χορός...», πού σήμερα, κάπως παρηλλαγμένο, ἀπαντᾷ σάν δεύτερο κάθισμα τοῦ ὄρθρου τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων μετά τήν γ’ ᾠδή τοῦ κανόνος καί στήν Παρακλητική σάν δεύτερο καί πάλι κάθισμα μετά τήν δευτέρα στιχολογία στόν ὄρθρο τῆς Κυριακῆς τοῦ β’ ἤχου. Ἀκριβῶς δέ τό τροπάριο αὐτό, πού ἔχει εἰδικά γραφῆ καθώς φαίνεται γιά τήν παροῦσα ἑορτή, μᾶς δίδει καί τό θέμα τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων καί τήν συνάρτηση του πρός τό θέμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου: 
«Τῶν μαθητῶν σου ὁ χορός σύν μυροφόροις γυναιξί ἀγάλλονται συμφώνως, κοινήν γάρ ἑορτήν αὐτοῖς ἑορτάζομενεἰς δόξαν καί τιμήν τῆς σῆς ἀναστάσεως καί δι᾽ αὐτῶν δεόμεθα, φιλάνθρωπε Κύριε,τῷ λαῷ σου παράσχου τό μέγα ἔλεος».
 κοινή ἑορτή τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, τοῦ Ἰωσήφ καί τοῦ Νικοδήμου, καί τῶν Μυροφόρων γυναικῶν ἑορτάζεται πρός δόξαν καί τιμήν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι δηλαδή μία ἀνακίνησις, μία ἀνανέωσις τοῦ ἀναστασίμου πανηγυρισμοῦ μέ νέο κέντρο, τά πρόσωπα πού ἄμεσα συνεδέθησαν μέ αὐτόν.
 Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος κατεῖχαν ὑψηλά ἀξιώματα στήν Ἰουδαϊκή κοινωνία. Ἦσαν μέλη τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου, τῆς Βουλῆς. Ὁ πρῶτος, ὁ Ἰωσήφ ὁ ἀπό Ἀριμαθαίας, πόλεως τῶν Ἰουδαίων (Λουκ. 23, 51), «ἄνθρωπος πλούσιος» (Ματθ. 27, 57), «εὐσχήμων βουλευτής» (Μάρκ. 15, 43), «μαθητής κεκρυμμένος διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων» (Ἰω. 19, 38. Ματθ. 27, 57), πού «προσεδέχετο τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 23, 51. Μάρκ. 15, 43) καί δέν συγκατετίθετο μέ τά λοιπά μέλη τοῦ Συνεδρίου στήν κατά τοῦ Χριστοῦ βουλήν καί πρᾶξι των (Λουκ. 23, 51), κατά τίς πληροφορίες τῶν Εὐαγγελίων, ἀναλαμβάνει τόν τολμηρό ρόλο νά ζητήσῃ γιά ταφή τό σῶμα τοῦ ἐκτελεσθέντος ὡς ἐπαναστάτου κατά τῆς Ρωμαϊκῆς ἀρχῆς βασιλέως τῶν Ἰουδαίων. 
Προσέρχεται στόν Πιλάτο καί ζητεῖ τό σῶμα. Λαμβάνει τήν ἄδεια τῆς ταφῆς, τοῦ ἀποδίδει πρόχειρες νεκρικές τιμές καί τό θάπτει στό κενό μνημεῖο, πού εἶχε ἑτοιμάσει γιά τόν ἑαυτό του. Στό ἔργο του αὐτό βοηθεῖται καί ἀπό ἕναν ἄλλον ἄρχοντα τῶν Ἰουδαίων, τόν Νικόδημο, φαρισαῖο (Ἰω. 3, 1), μέλος καί αὐτόν τοῦ Συνεδρίου, πού παλαιότερα εἶχε ἔλθει μία νύκτα νά συναντήσει τόν Χριστό καί νά ἀκούσῃ τήν διδασκαλία Του (Ἰω. 3, 1 ἑξ.) καί εἶχε ἐπιχειρήσει νά τόν ὑπερασπίσει ἀργότερα στό Συνέδριο (Ἰω. 7, 50). Αὐτός φέρνει καί μία μεγάλη ποσότητα ἀρωμάτων «μίγμα σμύρνης καί ἀλόης ὡσεί λίτρας ἑκατόν» γιά νά ἐνταφιάσουν τόν Χριστό κατά τά Ἰουδαϊκά ἔθιμα (Ἰω. 19, 39-40).

Τά δύο λοιπόν αὐτά σοβαρά καί εὐϋπόληπτα πρόσωπα προσάγονται ἀπό τήν Ἐκκλησία σάν δύο ἀψευδεῖς μάρτυρες τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί Τόν εἶδαν νεκρό, ζήτησαν τό σῶμα ἀπό τήν Ρωμαϊκή ἀρχή, τό κατέβασαν ἀπό τόν Σταυρό, τό ἄλειψαν μέ τά ἀρώματα καί τό τύλιξαν στά σάβανα, τό μετέφεραν καί τό ἔθαψαν καί προσεκύλησαν «λίθον μέγαν» στή θύρα τοῦ μνημείου. Εἶναι σάν μία ἔμμεσος ἀπάντησις σ᾽ ἐκείνους πού τυχόν θά ἀμφέβαλλαν γιά τόν πραγματικό θάνατο τοῦ Σταυρωθέντος. «Ἐπί στόματος δύο μαρτύρων καί ἐπί στόματος τριῶν μαρτύρων στήσεται πᾶν ρῆμα», ἔλεγε ὁ Μωσαϊκός νόμος (Δευτ. 19, 15). Καί ἐδῶ μάρτυρες τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνο οἱ στρατιῶται τοῦ ἐκτελεστικοῦ ἀποσπάσματος, ὁ ἑκατόνταρχος, ὁ Πιλᾶτος, οἱ παριστάμενες γυναῖκες. Ἀλλά καί δύο ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων. Δύο κοινῶς ἀνεγνωρισμένα καί τιμώμενα πρόσωπα.
Οἱ ἐκκλησιαστικοί ποιηταί ἔβαλαν στό στόμα τῶν δύο αὐτῶν ἀνδρῶν θαυμασίους ἐπικηδείους θρήνους. Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι καί ἐκεῖνος πού πλέκεται στό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. α’ ἤχου. Εἶναι ἕνας ἀπό τούς ὡραιοτέρους ὕμνους καί ψάλλεται καί κατά τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου, τήν Μεγάλη Παρασκευή, καί κατά τήν ἀκολουθία τῆς Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων:

«Σέ τόν ἀναβαλλόμενον τό φῶς ὥσπερ ἱμάτιον, καθελών Ἰωσήφ ἀπό τοῦ ξύλου σύν Νικοδήμῳ καί θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν·
Οἴμοι, γλυκύτατε Ἰησοῦ! ὅν πρό μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος ζόφον περιεβάλλετο καί ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο καί διερρύγνυτο ναοῦ τό καταπέτασμα· ἀλλ᾽ ἰδού νῦν βλέπω σε δι᾽ ἐμέ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον. 
Πῶς σέ κηδεύσω, Θεέ μου; ἤ πῶς σινδόσιν εἰλήσω; ποίαις χερσί δέ προσψαύσω τό σόν ἀκήρατον σῶμα; ἤ ποία ᾄσματα μέλψω 
τῇ σῇ ἐξόδῳ, οἰκτίρμον;
Μεγαλύνω τά πάθη σου, ὑμνολογῶ καί τήν ταφήν σου 
σύν τῇ ἀναστάσει κραυγάζων· Κύριε, δόξα σοι».
ν ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος εἶναι οἱ μάρτυρες τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς, αἱ μυροφόροι γυναῖκες εἶναι οἱ πρῶτοι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτές πού ἐπεθύμησαν νά συμπληρώσουν τίς ἐλλείψεις τῆς ἐσπευσμένης ταφῆς, ἀλλ᾽ ἀντί νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό νεκρό σῶμα, ἀντί νά κλαύσουν γιά τόν νεκρό, ἔγιναν οἱ πρῶτοι θεαταί τοῦ κενοῦ τάφου καί πρῶτες αὐτές ἄκουσαν ἀπό τό στόμα τοῦ λευκοφόρου ἀγγέλου τό χαρούμενο καί παράδοξο μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτές ἔγιναν ἀπό Μυροφόροι εὐαγγελίστριαι κι᾽ ἔφεραν τό εὐαγγέλιο τῆς ἐγέρσεως στούς μαθητάς καί στόν κόσμο.

Αὐτήν δέ ἀκριβῶς τήν μετάβαση τῶν Μυροφόρων στό μνῆμα καί τό ἀγγελικό μήνυμα, τό ἄγγελμα τῆς Ἀναστάσεως, ποιητικά ἐπεξεργάζεται τό δοξαστικό τῶν αἴνων τοῦ β’ ἤχου. Εἶναι ποίημα τοῦ βασιλέως Λέοντος τοῦ Σοφοῦ καί ἐμπνέεται ἀπό τήν σχετική ἀναστάσιμο περικοπή τοῦ Κατά Μάρκον Εὐαγγελίου (Μάρκ. 16, 1-8), τό Β’ ἑωθινό Εὐαγγέλιο τῶν Κυριακῶν:

«Μετά μύρων προσελθούσαις ταῖς περί τήν Μαριάμ γυναιξί
καί διαπορουμέναις πῶς ἔσται αὐταῖς τυχεῖν τοῦ ἐφετοῦ
ὡράθη ὁ λίθος μετῃρμένος καί θεῖος νεανίας καταστέλλων τόν θόρυβον αὐτῶν τῆς ψυχῆς· Ἠγέρθη γάρ, φησιν, Ἰησοῦς ὁ Κύριος·
διό κηρύξατε τοῖς κήρυξιν αὐτοῦ μαθηταῖς εἰς τήν Γαλιλαίαν δραμεῖν καί ὄψεσθαι αὐτόν ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν,
ὡς ζωοδότην καί Κύριον».
Καί πάλι λοιπόν τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων θά δοξολογηθεί ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί τοῦ Ἅδου. Ὁ νεκρός – τό βεβαιώνουν ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος- πού ἔγινε ζῶν – τό βεβαιώνουν αἱ Μυροφόροι. «Ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος» πού κατέβη στό βασίλειο τοῦ Ἅδου καί ἐνέκρωσε τόν Ἅδη μέ τό ἀνέσπερο φῶς Του, μέ τήν ἀστραπή τῆς Θεότητός Του. Αὐτός πού ἀνέστησε τούς πεθαμένους ἀπό τά σκοτεινά μνήματα. Ὁ ζωοδότης, πού μέ τήν ἀνάσταση Του σύναψε σέ ἀτελεύτητο δοξολογία τίς δυνάμεις τῶν οὐρανῶν καί τούς λαούς τῆς γῆς. Αὐτός πού ἀπέθανε καί κατέβει στόν Ἅδη, γιά νά μᾶς ἀνεβάσει μέ τήν ἔγερση Του στούς οὐρανούς.
Αὐτό ἀκριβῶς ψάλλει ὁ ὑμνῳδός τοῦ ἀναστασίμου ἀπολυτικίου τοῦ β’ ἤχου, πού θά ἀκουσθεί τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων στούς ναούς μας:
«Ὅτε κατῆλθες πρός τόν θάνατον, ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος, τότε τόν Ἅδην ἐνέκρωσας τῇ ἀστραπῇ τῆς Θεότητος· ὅτε δέ καί τούς τεθνεῶτας ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας, πᾶσαι αἱ δυνάμεις τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον· Ζωοδότα Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, δόξα σοι».
πηγή

Κυριακή των Μυροφόρων «Ἠγόρασαν ἀρώματα και λίαν πρωΐ ἔρχονται ἐπί τό μνημεῖον»

«Ἠγόρασαν ἀρώματα και λίαν πρωΐ ἔρχονται ἐπί τό μνημεῖον»
myroforesΑγαπητοί μου αδελφοί. Όλη τη νύχτα άγρυπνες οι άγιες γυναίκες, με την ψυχή πλημμυρισμένη από αγωνία και πόνο. Απέ­ραντη οδύνη και βαθειά ή πληγή στην καρδιά τους, για τον άδικο, θάνατο του αγαπημένoυ τους δασκάλου. Ολόκληρη ή σκέ­ψη είναι κοντά του και από τα μάτια τους θερμά κυλούν δά­κρυα. Πέρασε ή δραματική εκείνη ημέρα του Σαββάτου. Ετοίμασαν τα αρώματά τους για να έλθουν στον τάφο να εκπληρώσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και «νά ἀλείψωσι τόν Ἰησοῦν». Ήταν βαθειά ξημερώματα, «ὄρθρου βαθέως»,σαν ξεκίνησαν, με απέραντη θλίψη, αλλά και με ανυποχώρητη απόφαση. Τίποτε άλλο δεν συλλογίζονται πα­ρά την άπειρη αγάπη πού σταυρώθηκε με τόσο μίσος.
Σκιές αμίλητες προχωρούν προς το μνημείο και μονάχα μια δυ­σκολία έρχεται να διακόψει τη σιωπή τους και συζητούν ποιος θα βηθήση να«ἀποκυλίσουν τόν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου». Με αυτή την ανησυχία έφτασαν στον τάφο και διαπίστωσαν πώς ό λίθος ήταν αποκεκυλισμένος, και ο τάφος κενός, ενώ την ίδια στιγμή ασπροντυμένοι άγγελoι μηνούσαν την Ανάσταση του Κυρίου. Οι στρατιώτες της κoυστω­δίας είχαν φύγει και οι άγγελοι παράγγελναν στις Μυροφό­ρες να τρέξουν πίσω και να ειδοποιήσουν τους Μαθητές ότι «ἀνέστη ἐκ νεκρῶν».
Ήταν ή πρώτη ανταμοιβή στην αγάπη τους, το πρώτο δώρο στην αυταπάρνησή τους. Έγιναν Απόστολοι στους Αποστόλoυς. Με πολλή βιασύνη και με μεγάλη συγκίνηση πήραν τον δρόμο του γυρισμού. Δεν είχαν κάνει μεγάλη απόσταση όταν νέα έκπληξη τις περίμενε. Αυτός ό ίδιος, ό Αναστη­μένος Κύριος, τις συνάντησε και τις προσφώνησε με τον ωραίο χαιρετισμό «χαίρετε». Την πονεμένη καρδιά τους πλημμύρισε ή χαρά της Αναστάσεως. Τον είδαν, τον άκου­σαν και με απερίγραπτη αγαλλίαση και ευγνωμοσύνη προ­σκύνησαν και κατεφίλησαν τα άχραντα πόδια του. Σκηνή θεία, Ιερή, ατίμητη, υπερκόσμια. Ταπεινά και ευλαβικά θα στρέψουμε και εμείς τη σκέ­ψη μας και την καρδιά μας για να εξηγήσουμε και να νιώ­σουμε γιατί ο Κύριος έκανε τόση τιμή στις Μυροφόρες και ποιο είναι το πολύτιμο δίδαγμα πού μας δίδουν με το παρά­δειγμα κα τη ζωή τους. Οι Μυροφόρες γυναίκες τιμήθηκαν τόσο για την πολλή αγάπη και αφοσίωση στο Κύριο.  
Η αγάπη, τονίζει η Αγία Γραφή, είναι «κραταιά ως ό θάνατος». Οι άγιες γυναίκες νίκησαν τον φόβο του θανάτου. Ξεπέρασαν τη φυσική αδυναμία της γυναίκας με ηρωϊσμό. Δεν φοβήθηκαν τούς πονηρούς Φαρισαίους, τα αμαρτωλά Συνέδρια, τούς αδί­στακτους άρχοντες. Δεν σκέφτηκαν τούς κινδύνους στο σκοτάδι και στην ερημιά ούτε τούς ληστές ούτε τούς στρα­τιώτες τις κουστωδίας και τον σκληρό ρωμαϊκό νόμο. Αγάπησαν πολύ τον Κύριο και τις αντάμειψε γενναία. Πόνεσαν πολύ και τούς πλημμύρισε από χαρά. Πότισαν τη γη με δάκρυα και ανοίχτηκαν στην ψυχή τους οι καταρράκτες της θείας χάριτος. Έδειξαν αυτοθυσία και βρήκαν στέφανα δόξας. Πέρασαν ώρες αγωνίας και βρήκαν απέ­ραντη χαρά και ευτυχία.
Δεν μπορούσε να υπάρξει ωραιό­τερος χαιρετισμός από την προσλαλιά «χαίρετε». Στις Μυροφόρες απευθύνει το «χαίρετε». Η γυναίκα έ­χει περισσότερη ανάγκη από χαρά για να γίνεται πηγή χαράς. Ή γυναίκα έδιωξε τα χαρά με την πτώση, ή γυναίκα ακούει το «χαίρετε», για να ξαναφέρει την αληθινή και αναν­τικατάστατη χαρά στον πονεμένο κόσμο. Η Παναγία Μητέρα του, πρώτη Μυροφόρα, είχε μεγαλύτερο δικαίωμα να ακούσει το«χαίρετε», για να σβήσει την οδύνη της μάνας, καθώς ή ρομφαία του πόνου είχε ξεσχί­σει την καρδιά της την ώρα του σταυρού. Στάθηκαν κοντά στόν σταυρό του, τον βλέπουν τώρα αναστημένο. Εκείνες έμειναν κοντά στο μαρτύριό του, τώρα χαίρονται την ευλο­γία του.
Στις γυναίκες απλώνει τη χαρά γιατί ή γυναίκα θλίβεται περισσότερο, πονάει και στενάζει. Σε λίγο πού θα συναντήσει τούς Αποστόλους στο υπερώον θα τούς χαιρετίσει με το «εἰρήνη ὑμῖν» Οι άνδρες έχουν περισσότερη ανάγκη από ειρήνη γιατί είναι πολεμικοί, σκληροί και ταρα­γμένοι μέσα στη βιοπάλη, στους πολέμους, στην ακαταστα­σία και την κακία του κόσμου. Απόστολοι των Αποστόλων, Διδάσκαλοι των Διδασκά­λων. Οι άγιες Μυροφόρες θα είναι πάντα ο τύπος και ο κα­νόνας των πραγματικών Μυροφόρων κάθε εποχής. Ηρωϊ­κό παράδειγμα, σωτήριο μάθημα. Δεν είναι τυχαίο ότι η Εκκλησία όρισε τούτη την Κυριακή, Τρίτη από του Πάσχα, σαν ξεχωριστό και επίσημο τον εορτασμό των Αγίων Μυρο­φόρων γυναικών.
Η Εκκλησία τις τιμά με βαθύ σεβασμό για την αγάπη, την αυταπάρνηση, τον ηρωϊσμό. Ο. Θεός τις δόξασε. Οι γενεές των πιστών τις προσκυνούν, ολό­κληρος ο κόσμος τις θαυμάζει, το Ευαγγέλιο τις εγκωμιά­ζει και η ιστορία τις απαθανατίζει και μένουν πάντα τύπος και υπογραμμός αληθινής αγάπης. Μυροφόρες της αγάπης του Θεού και των ανθρώπων πρέπει, να είναι όλες οι γυναίκες του κόσμου. Αυτή είναι η αγία αποστολή .τους. Εκεί που το καθήκον προστάζει. Να είναι ο ευλογημένος ειρηνικός στρατός πού θα δίνει τη μάχη στην υπηρεσία της αγάπης, εφοπλισμένος με την πίστη στον Αναστημένο Χριστό και με τη βαθειά αγάπη στον πονεμένο άνθρωπο. Γυναίκες, γίνετε Mυροφόρες της αγάπης.
Xαρίσετε στον Σωτήρα και Λυτρωτή την καρδιά σας και διακηρύσσετε το μήνυμα της Αναστάσεως του, Χριστού. Η ζωή είναι πλημμυρισμένη από πόνο και έχει τόση ανάγκη από παρηγοριά, από χαρά. Όλος ο κόσμος είναι γεμάτος από πονεμένους, άρρωστους, απόκληρους, δυστυχισμένους, αδικημένους και κατατρεγμένους. Κάνετε να ανθίσει το γέλιο στα μαραμένα χείλη των ορφανών και απροστάτευτων. Φέρετε τη χαρά στα σπίτια, στους συζύγους, στα παι­διά. Θα είναι τα πολυτιμότερα μύρα ο αγώνας σας να φέρετε ψυχές κοντά στο Χριστό. Κρατήσετε, οι κοπέλλες, ακέραιοι και αμόλυντη την αγνότητά σας και μη πλανάσθε από τις ματαιότητες του κόσμου, από τις ασεβείς διδαχές της άτακτης, της άσωτης και αμαρτωλής ζωής. Τιμήσετε τον εαυτό σας με σεμνότητα.
Η τιμή είναι το πολυτιμότερο μύρο που μπορείτε να φέρετε στο Χριστό. Μή σπάσετε με δυνατή γροθιά το αλάβαστρο της ανθρωπιάς. Η ζωή αξίζει μονάχα στο φως της αρετής και στο δρόμο της αγιότητας. Γυναίκες, ή καρδιά σας είναι πλασμένη να αγαπά και το έργο της καλωσύνης, της φιλανθρωπίας και της ηθικής καθαρότητας είναι στα χέρια σας. Κάνετε την καρδιά σας δοχείο θεϊκής αγάπης και προχωρείτε χωρίς αναβολή και χωρίς δισταγμό στο έργο της μεγάλης αποστολής σας. Ακολουθήστε τις πρώτες Μυροφόρες και φέρετε στο νε­κρό και αποστατημένο κόσμο το μήνυμα της πνευματικής και ηθικής Αναστάσεως. Τρέξετε μαζί με όλες τις ηρωΐδες της αγάπης, όπου υπάρχουν δάκρυα πόνοι και στεναγμοί από τις φτωχικές καλύβες, ως τα λαμπερά ανάκτορα.
Μή χάσετε τον προ­σανατολισμό σας. Οδηγός είναι ο ήλιος της δικαιοσύνης που «ἀνέτειλε ζωηφόρρς ἐκ τάφου». Διαφορετικά θα παρασυρθείτε από τα ορμητικά και θολά ρεύματα της απιστίας και όλα τα ωραία ιδανικά θα σωριαστούν στην άκρη, άχρηστα και περιφρονημένα. Μην αργείτε. «Λίαν πρωΐ» αρχινάτε το σωτήριο έργο σας. Η Εκκλησία, η οικογένεια, η Πατρίδα, ή ανθρωπότητα ολόκληρη έχουν ανάγκη από Άγιες Μυροφόρες. Αυτός είναι ό δρόμος της τιμής και της δόξας, μέσα στο μηδενιστικό γκρέμισμα και το αβυσσαλέο χάος της ασέβειας και της αμαρτίας, που συντρίβει με τόση αφροσύνη την ηθική και πνευματική υπόσταση και προσωπικότητα του ανθρώπου.
Η καρδιά της γυναίκας, οπλισμένη με την πίστη στο Χριστό και την αγάπη στον άνθρωπο, μπορεί να κάνει τη γη να ευωδιάσει από αρετή και να δημιουργήσει ένα σωστό και ευτυχισμένο κόσμο. Γυναίκες, γίνετε Μυροφόρες της αγάπης του Χριστού. Το στόλισμα των αρετών στην ψυχή της γυναίκας είναι τα ωραιότερα και πολυτιμότερα καλλιστεία. Το τρέξιμο κοντά στο πόνo είναι ο ευγενέστερος τί­τλος. Η ανατροφή των παιδιών σας «ἐν παιδία και νουθεσία Κυρίου» είναι ή γλυκύτερη και ανεκτίμητη θυσία. Ή χριστιανική συμπεριφορά είναι η υψηλότερη κοινω­νικότητα. Ένα στοργικό βλέμμα στον πονεμένο, μια σωστή συμβουλή στον παραστρατημένο είναι θυμίαμα ευλαβικής θυσίας. ΑΜΗΝ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...