Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χρήστος Πιτυρίνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χρήστος Πιτυρίνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Ιανουαρίου 05, 2017

Τα Άγια Θεοφάνεια



vaptisis5ορτή μεγάλη σήμερα, ἀγαπητοί μου, γιά ὅλους τους ὀρθοδόξους λαούς. Ἰδιαιτέρως τήν ἑορτάζει ἤ Ἑλλάς, χώρα ναυτική. Οἱ ναυτικοί μας, ὅπου καί νά πλέουν, εἴτε στόν Ἀτλαντικό εἴτε στόν Εἰρηνικό ὠκεανό, τήν τιμοῦν χαρμοσύνως. Σήμερα ἁγιάζονται τά νερά καί οἱ θάλασσες μέ τόν Τίμιο Σταυρό. Ἡ ἑορτή τῶν Φώτων εἶναι τό τέλος μίας ἐκκλησιαστικῆς περιόδου πού ὀνομάζεται Δωδεκαήμερο. Τελειώνει σήμερα τό Δωδεκαήμερο, πού ἄρχισε μέ τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Νά μιλήσουμε γιά τήν ἑορτή τῶν Φώτων; Μικρή ἤ διάνοιά μας, ἀσθενής ἤ γλώσσα μας, καί τό μυστήριο πού ἀποκαλύπτεται σήμερα μέ τή βάπτιση τοῦ Κυρίου ἀπέραντο ὅπως ὁ ὠκεανός. Μᾶλλον πρέπει νά σιωπήσουμε. Ἄλλα γιά νά μή μείνη ὁ ἄμβωνας ἄφωνος τέτοια μέρα, τολμῶ, ἐπικαλούμενος τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κάτι νά πῶ. Ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός παρουσιάστηκε στή γῆ ὡς ἄνθρωπος ὑπό τίς πλέον ταπεινές συνθῆκες, ἦλθε ὡς νήπιο, γεννήθηκε ἀπό πάμπτωχη κόρη σέ μία κωμόπολη τῆς Ἰουδαίας μέσα σέ ἕνα σπήλαιο.
Ποιος, βλέποντας τό βρέφος ἐκεῖνο, ἦταν δυνατόν νά φανταστῆ, ὅτι κάτω ἀπό αὐτό τό σχῆμα κρυβόταν ἤ Θεότης; Μετά ἀπό ὀκτώ ἥμερες δέχθηκε τήν περιτομή καί ἔλαβε τό ὄνομα Ἰησοῦς Χριστός, «τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα». Δώδεκα ἐτῶν τόν βλέπουμε πάλι στό ναό τοῦ Σολομῶντος, ὅπου κατέπληξε τούς σοφούς πρεσβυτέρους μέ τίς ἐρωτήσεις καί ἀπαντήσεις του. Μετά, γιά τό διάστημα ἀπό δώδεκα ἐτῶν ἕως τριάντα, ὁρισμένοι λένε πολλά φανταστικά, ἄσχετα ὅμως μέ τό Εὐαγγέλιο. Ἀλλά ἕνα εἶναι τό βέβαιο, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔζησε ἀφανής.
Ὡραία εἶναι ἤ ἀφάνεια! Ποῦ ἦταν; Ἔμενε καί ἐργαζόταν στή Ναζαρέτ ὡς ξυλουργός. Κρατοῦσε σκεπάρνια, πριόνια, σφυριά καί καρφιά. Εἶναι ὅ πρῶτος ἐργάτης! Τίμησε τήν ἐργασία ἐκεῖ στό ἐργαστήριο τοῦ νομιζομένου πατρός του. Ἔτσι ἔμεινε ἄγνωστος. Ποιός φανταζόταν, ὅτι αὐτός ὁ ξυλουργός εἶναι ὁ προφητευμένος ἀπό αἰώνων «υἱός ἀνθρώπου»; Ἀλλά ἦρθε ἤ ὥρα νά ἐμφανιστεῖ. Καί τότε παρουσιάστηκε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Κήρυττε μετάνοια καί εἵλκυε κόσμο πολύ. Ὅλοι ἔσπευδαν στά ρεῖθρα τοῦ Ἰορδανοῦ, μετανοοῦσαν καί βαπτίζονταν.
Μέσα στό πλῆθος ἦρθε καί ὁ Χριστός. Ἦταν ἀπέριττος, χωρίς κάποιο ἐξωτερικό διακριτικό, δέν φοροῦσε διάδημα. Ὁ Ἰωάννης ὅμως διέκρινε, ὅτι κάτω ἀπό τό φτωχικό του παρουσιαστικό ὑπῆρχε ἤ Θεότης. Τόν ἀντιλήφθηκε, γι’ αὐτό ἀκριβῶς ἦταν ἐκεῖ. Ὁ Χριστός τοῦ λέει Βάπτισε μέ. Ὁ Ἰωάννης τοῦ ἁπαντά. Δέν εἶμαι ἄξιος, ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτισθῶ ἀπό σ’ ἕνα. Ὁ Χριστός ἐπιμένει καί στό τέλος ὁ Ἰωάννης πειθαρχεῖ. Κι ὅταν τόν βάπτισε, τότε ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί, εἶδε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο σάν περιστερά λευκή νά κατεβαίνει ἐπάνω στήν κεφαλή τοῦ Χριστοῦ μας, καί ἀκούστηκε ἤ φωνή τοῦ οὐρανίου Πατρός νά μαρτυρεῖ γιά αὐτόν. Ἔτσι ἀποκαλύφθηκε τό Μέγα Μυστήριο.
Ἕνας ἀσεβέστατος «λογοτέχνης» τόλμησε νά διακωμώδηση τό μυστήριο αὐτό. Μά τί θά πῆ «λογοτέχνης»; Ἄν βρίσει κάποιος τόν πατέρα σου, θά τό δεχτῆς ἐπειδή εἶναι λογοτέχνης; Ὁ ἕνας βρίζει χυδαίως καί ὁ ἄλλος βρίζει λογοτεχνικῶς. Τί σημασία ἔχει; εἴτε σέ χυδαία γλώσσα εἴτε σέ λογοτεχνική, ὕβρις εἶναι. Τό ὕβρισαν λοιπόν οἱ ἄπιστοι τό μυστήριο. Τούς φαίνεται σκάνδαλο. Ἐμεῖς τό βλέπουμε διαφορετικά. Ὑπάρχει μία λέξη τοῦ εὐαγγελίου πολύ χαρακτηριστική. Τί λέει; Στόν Ἰορδάνη ἔμπαιναν γυμνοί στό νερό καί, ὅπως ἦταν, ἐξομολογοῦνταν τίς ἁμαρτίες τους. Καί ἄλλοι μέν ἔμεναν περισσότερο, ἄλλοι λιγότερο, ἀναλόγως τῶν ἁμαρτημάτων ποῦ εἶχαν νά ποῦν. Ὅλοι πάντως ἔμεναν ἕνα διάστημα βυθισμένοι. Ἕνας μόνο δέν ἔμεινε καθόλου, ὁ «Χριστός».
Τό λέει τό εὐαγγέλιο. «Καί βαπτισθεῖς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβει εὐθύς ἀπό τοῦ ὕδατος». Εἴδατε μία λέξη τί σημασία ἔχει; «Εὐθύς», λέει. Μόλις μπῆκε, βγῆκε. Γιατί; Διότι δέν εἶχε τί νά πῆ, δέν εἶχε ἁμαρτήματα! Τό «εὐθύς» εἶναι μαρτυρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅτι ὁ Κύριος ἦταν λευκός ὄχι μόνο ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἀλλά καί ἀπό προσωπικά ἁμαρτήματα. Ἦταν ὁ μόνος ποῦ ἀπηύθυνε ἐκεῖνο τό ἀναπάντητο ἐρώτημα. «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει μέ περί ἁμαρτίας;». Ἀλλά ἀφοῦ εἶναι ἀναμάρτητος, τότε γιατί βαπτίσθηκε; Ἤ βάπτισις τοῦ Χρίστου ἔχει πολλούς λόγους. Βαπτίσθηκε, γιά νά ἀκουσθῆ ἡ μαρτυρία τοῦ Πατρός, νά φανῆ ἤ συμφωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί νά βεβαιωθεῖ ἔτσι ἤ Θεότης τοῦ Υἱοῦ. Βαπτίσθηκε, γιά νά φανερωθῆ τό Μέγα μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Βαπτίσθηκε, γιά νά ἁγιάσει τά ὕδατα. Βαπτίσθηκε ἀκόμα, γιά νά εἶναι τό βάπτισμα τοῦ ὑπόδειγμα σέ ἐμᾶς, ἄν βαπτίσθηκε ἐκεῖνος πού δέν εἶχε ἀνάγκη βαπτίσεως, πολύ περισσότερο ἔχουμε ἐμεῖς ἀνάγκη νά βαπτισθοῦμε. Στό βάπτισμα γίνεται μυστήριο. Ποιός ὅμως τό νιώθει; Γελοῦν τώρα ὅλοι οἱ καλεσμένοι τήν ὥρα πού τελεῖτε τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Ὅλοι μας θεομπαῖχτες καταντήσαμε... Ἀλλά καί στό βαπτιζόμενο, λόγω τῆς ἡλικίας, δέν ὑπάρχει συνείδησις τοῦ μυστηρίου.
Τό μυστήριο θέλει πίστη «ὁμολογῶ ἐν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Ἄν πιστεύαμε, ἄν εἴχαμε μάτια ἀγγέλων, θά βλέπαμε ὅτι ἤ ψυχή ἐκείνου ποῦ βαπτίζεται, προτοῦ νά μπῆ στήν κολυμβήθρα εἶναι μαύρη σάν τά φτερά τοῦ κόρακα, ἀλλά ὅταν βγαίνει ἀπό τήν κολυμβήθρα, μετά τήν τρίτη κατάδυση «εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» αὐτή εἶναι ἀγαπητοί μου ἤ πίστη μας, βγαίνει πιό λευκή καί ἀπό τό χιόνι πού καλύπτει τώρα τά βουνά τῆς πατρίδος μας. Γιά αὐτό βλέπεις, τό παιδί πού βαπτίζεται εἶναι ὑποχρεωτικό νά τό ντύνουν στά λευκά, σύμβολο ὅτι καθαρίστηκε. Σάν νά λέει. Πλύνε μέ, Κύριε, «καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι».
Γεννᾶται ὅμως τό ἐρώτημα. Μετά τό βάπτισμα τί γίνεται; Ὅλοι λερώνουμε τό χιτώνα τοῦ βαπτίσματος, δέν τόν κρατοῦμε καθαρό καί ἀμόλυντο, ὅπως λέει σήμερα ἤ Ἐκκλησία «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἔβαπτισθητε, Χριστόν ἔνεδυσασθε». Καί τό ἐρώτημα, πού συγκλόνισε ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία εἶναι. Τά ἁμαρτήματα πρίν ἀπό τό βάπτισμα, εἴτε κληρονομικά εἴτε προσωπικά, συγχωροῦνται. Μετά τό βάπτισμα συγχωροῦνται; Διχάστηκαν στήν πρώτη Ἐκκλησία. Ἄλλοι εἶπαν, ὅτι δέν συγχωροῦνται. Ἀλλά ἤ Ἐκκλησία εἶπε ὅτι, κατά τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, συγχωροῦνται. Πῶς συγχωροῦνται; Ἔχει ἤ Ἐκκλησία ἕνα ἄλλο μυστήριο, πού εἶναι ἕνα δεύτερο βάπτισμα.
Βαπτισθήκαμε στήν κολυμβήθρα, πρέπει νά βαπτισθοῦμε καί σ’ αὐτό. Ὅπως αὐτός πού δέν βαπτίζεται δέν θεωρεῖται Χριστιανός, ἔτσι καί αὐτός πού ἁμάρτησε δέν συγχωρεῖται ἄν δέν πέραση ἀπό αὐτό. Ποιό εἶναι τό δεύτερο βάπτισμα; Εἶναι ἤ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγησης. Πολλά ἄχρηστα δάκρυα χύνουν οἱ ἄνθρωποι. Ἕνα δάκρυ ἔχει ἀξία. Δῶστε μου ἕνα τέτοιο δάκρυ! εἶναι τό δάκρυ γιά τίς ἁμαρτίες, τό δάκρυ τῆς μετανοίας. Αὐτό γίνεται Ἰορδάνης ποταμός, δεύτερο βάπτισμα.
Ποῦ τελεῖται; Τελεῖτε Στήν Ἐκκλησία ὅταν πᾶς στόν πνευματικό πατέρα καί ὁμολογήσεις εἰλικρινά τά ἁμαρτήματά σου, ἐκεῖνα πού δέν ξέρει οὔτε ἤ γυναίκα σου οὔτε ὁ εἰσαγγελέας οὔτε ὅ κόσμος (ποῦ μπορεῖ νά σέ θεωρεῖ καλό καί ἔντιμο ἄνθρωπο, ἀλλά ἤ συνείδηση βοᾶ μέσα σου). Σπεῦσε λοιπόν σ’ αὐτό τό δεύτερο βάπτισμα σᾶς τό συνιστῶ ἐπ’ εὐκαιρία σήμερα. Οἱ περισσότεροι δυστυχῶς εἶναι ἀκόμη ἀνεξομολόγητοι. Τό τονίζω. Ἡ ἐξομολόγησης εἶναι ἡ κάθαρσης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό εἶπαν καί μεγάλοι ψυχολόγοι ἤ ἐξομολόγησις σέ ἔμπειρο πνευματικό πατέρα ἀπαλλάσσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό ἄγχος. Λίγοι δοκίμασαν τήν ἔξομολογηση.
Μεταξύ αὐτῶν εἶναι καί ἕνας Ρῶσος συγγραφέας, προφήτης τοῦ Ρωσικοῦ λαοῦ, ὁ Ντοστογιέφσκυ. Ἦταν κατάδικος ἐπί τσάρου μέσα στίς φυλακές τῆς Σιβηρίας, καί ἐκεῖ γνώρισε τόν Χριστό. Ἐκεῖ διάβασε καί θαύμασε τό Εὐαγγέλιο, πίστεψε στό Χριστό. Βρῆκε λοιπόν ἕνα πνευματικό πατέρα καί ἐξομολογήθηκε ὅλα τά ἁμαρτήματα ποῦ ἔκανε ὡς ἄνθρωπος. Τότε εἶπε «Ὅταν ἐξομολογήθηκα, παράδεισος φύτρωσε στήν ψυχή μου». Ἀγαπητοί μου, χωρίς ἐξομολόγηση παράδεισο δέν προκειτε νά δοῦμε.
Γι’ αὐτό μικροί καί μεγάλοι, ὅλοι στήν ἔξομολογηση. Ἄς πέσει ἀπό τό μάτι μᾶς ἕνα δάκρυ ἐνώπιόν του πνευματικοῦ. Καί τό δάκρυ αὐτό θά γίνει Ἰορδάνης. Καί ἤ Ἁγία Τριάδα θά κάνη νά ἀνοίξουν καί γιά μᾶς οἱ οὐρανοί τῶν οὐρανῶν. Καί τότε θά αἰσθανθοῦμε, ὅτι μέσα στήν καρδιά μᾶς ἦλθε αὐτή ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Πατήρ ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὤ ἤ δόξα εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.



Τρίτη, Μαΐου 17, 2016

Κυριακή του Παραλύτου Ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ»

Ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ»
tou paralytoyΠρόσωπο θλίψεως κι αφόρητου πόνου αγαπητοί μου αδελφοί, μπορεί να χα­ρακτηρισθεί ο παράλυτος της Βηθεσδά. Τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια έλιωνε πάνω στο κρεβάτι της εγκατά­λειψης. Εξουθενωμένος από το βάρος της δοκιμασίας, δεν είχε χάσει την ελπίδα του. Περίμενε την επέμβαση τού Θεού. Και να, ήλθε ό Ιησούς! Τον πλησίασε με αγάπη και με τον δεσποτικό Του λόγο νεύρωσε τα παράλυ­τα μέλη του.«Καί ευθέως εγένετο υγιής ό άνθρωπος». Με την εντολή τού Θεού ή πολυχρόνια νόσος υποχώρη­σε και τα νεκρά νευρικά κύτταρα πήραν ζωή. Ό πόνος με την επέμβαση τού Θεού έδωσε τη θέση του στην χαρά. Πολλοί άνθρωποι αγανακτισμένοι από το βάρος δοκι­μασιών και θλίψεων, διερωτώνται γιατί να υπάρχει στον κόσμο τόσος πόνος.
Διαφωτιστική άπάντηση δίνουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, οι οποίοι δοκιμασμένοι στο κα­μίνι τού πόνου, συγχρόνως σκεπασμένοι από τη χάρη τού Θεού, μπορούνε να διακρίνουν αντικειμενικά την προέλευση και τη σημασία τού πόνου στη ζωή τού πι­στού. Λένε λοιπόν οι θεοφώτιστοι άγιοι της Εκκλησίας μας, ότι από τη στιγμή πού για πρώτη φορά ό άνθρω­πος γεύθηκε την αμαρτία και την ηδονή πού τη συνο­δεύει, γεύθηκε ταυτόχρονα την πίκρα τού πόνου και της οδύνης. Επέτρεψε ό Θεός τον πόνο για να θεραπευθεί με την οδύνη ή πληγή που άνοιξε στον άνθρωπο η αμαρτία. Δεν ήταν τιμωρία ό πόνος, αλλά φάρμακο θερα­πείας. Αυτό πού σε μας φαίνεται τιμωρία, στην πραγμα­τικότητα είναι θεραπεία, θεϊκή ευεργεσία.
Οι θλίψεις είναι φάρμακα πού γιατρεύουν την αρρώστια της αμαρτίας και ξαναδίνουν στον άνθρωπο την υγεία των αρετών. Οι άγιοι βλέπουν τις θλίψεις σαν «αίτιες αρετής» και τις θεωρούν πολύτιμα δώρα τού Θεού. Γράφει ό Αβάς Ίσα: «τίμιαι εναντίον Κυρίου αί θλί­ψεις... υπέρ πασαν ευχήν καί θυσίαν». Και ό άγιος Νείλος συμβουλεύει: «Υπόμενε τις θλίψεις γιατί μέσα σ' αυτές φυτρώνουν οι αρετές». Μέσα από τούς τριβόλους των δοκιμασιών φυτρώ­νουν τ' άνθη της μετανοίας. Πόσοι άνθρωποι δεν άλλα­ξαν πορεία υστέρα' από μία μεγάλη δοκιμασία; Ο Ιερός Χρυσόστομος, πού τόσο δοκιμάσθηκε στή ζωή του, λέει ότι με τις θλίψεις απαλλασσόμαστε από τις αμαρτίες και προχωρούμε πρός τή Βασιλεία τού Θεού έξαγνισμένοι.
Ή υγεία, ή δόξα, ή ευτυχία μας καθιστά αγέρωχους, σκληρούς, εγωιστές, αδιάφορους, άπονους. Η αρρώστια όμως, η συμφορά, ο πόνος, η θλίψη, η φτώχια, ο παραγ­κωνισμός και γενικά κάθε δοκιμασία ταπεινώνει την«ἐπηρμένη ὀφρύ», μας κάνει καταδεχτικούς, μαλακούς, ευλαβείς, πονόψυχους, ελεήμονες, μ’ ένα λόγο ανθρώ­πους. Τότε σκεφτόμαστε το Θεό. Σηκώνουμε τα μάτια μας σε εκείνον και με δάκρυα τον παρακαλούμε: «Κύριε μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου ἀπό τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι∙ ταχύ ἐπάκουσόν μου∙ πρόσχες τψυχ μου καί λύτρωσε αὐτήν» (Ψαλμ. ρα'). Ποιος άλλαξε τη στάση μας; Ποιος μας μίλησε για τη λαθεμένη πορεία μας, ώστε να αλλάξουμε συμπεριφορά; Ποιος άλλος;
Ο μεγάλος παιδαγωγός, ο πόνος. Εκείνος μαλάκωσε την καρδιά μας. Εκείνος με τους όμβρους της μετάνοιας πότισε την ξερή και άγονη ψυχή μας. Είχε δί­κιο ο Άγιος Ιάκωβος να γράφει στους θλιμμένους: «Πᾶ­σαν χαράν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς πε­ριπέσητε ποικίλοις...»(Ἰακ. α’ 2). Μερικοί θεωρούν τη θλίψη σαν έκφραση της οργής του Θεού. Ίσως να έχουν δίκιο. Ο πειρασμός άλλοτε είναι έκφραση ιδιαίτερης εύνοιας, και άλλοτε δίκαιης οργής τού Θεού. Αλλά τί είναι η οργή τού Θεού; Ο άγιος Μάξιμος λέει ότι η οργή τού Θεού εκδηλώνεται με δύο τρόπους. Πρώτον, με την εγκατάλειψη του υπερήφανου στα χέρια των εχθρών του, με σκοπό να συναισθανθεί την αδυναμία του και να αναγνωρίσει τη δύναμη της Θείας Χάριτος.
Δεύτερο, με τη διακοπή των θείων χαρισμάτων η οποία γίνεται σε κάθε άνθρωπο που καυχάται για τα κατορθώ­ματά του και για τις δωρεές που του δόθηκαν από το Θεό. Όταν έρχονται λοιπόν θλίψεις, ας αναρωτηθούμε: μήπως είναι παιδαγωγίες τού Θεού που σκοπό έχουν να μας οδηγήσουν σε συστολή και ταπείνωση; Στην αρχή κάθε θλίψη μας κάνει να υποφέρουμε και να βασανιζόμαστε. Όμως εάν δεχτούμε την αρρώστια με ταπείνωση και την υπομείνουμε με καρτερία, βλέπουμε στο τέλος, ότι έχει κατάληξη ειρηνική. Ό Απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή με τ' ακόλουθα λόγια: «Πᾶσα παι­δεία, πρός μέν τό παρόν οὐ δοκεῖ χαράς εἶναι, ἀλλά λύπης, ὕστερον δέ καρπόν εἰρηνικόν τοῖς δι’ αὐτῆς γεγυμνασμέ­νοις ἀποδίδωσι δικαιοσύνης» (Έβρ. ιβ' 11).
Οι θλίψεις λέει ο άγιος Μάρκος ό ασκητής, πού έρχονται στους ανθρώπους «τῶν ἰδίων κακῶν εἰσίν ἔγγονα».Εάν όμως με προσ­ευχή υπομείνουμε «εύρίσκομεν πάλιν άγαθών πραγμάτωνέπιφοράν». Ευλογημένοι χριστιανοί. 'Όσο κι' αν οι θλίψεις μάς μαλακώνουν την ψυχή για να δεχτεί της αρετής τη σφραγίδα, όσο κι αν προξενούν στε­φάνους, εντούτοις είναι πικρά φάρμακα τα οποία με πολ­λή δυσκολία δεχόμαστε. Επειδή μάλιστα υπάρχει κίνδυνος λόγω της αδυναμίας και της απιστίας μας να ζημιωθούμε από τον πειρασμό της θλίψεως, ας παρακαλούμε τον Κύ­ριο να μάς λυτρώνει και να μάς σκεπάζει από κάθε θλίψη, οργή, κίνδυνο και ανάγκη. «Πάτερ ἡμῶν... μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλά ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ». ΑΜΗΝ.

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2015

Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων «Πὰς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»π, Χρίστος Πιτυρίνης

«Πὰς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»
alphaγαπητοὶ  μου  ἀδελφοί, Η  Ὀρθοδοξος  Ἐκκλησίας  μας ἑορτάζει σήμερα πανήγυρη ἱερὰ καὶ μεγαλοπρεπῆ, ἐορτάζει  τὴν ἐορτὴ  τῶν ἁγίων Πάντων, οἱ ὁποῖοι ὁμολογησαν  τὴν καλὴ ὁμολογία, ἀγωνίστηκαν γενναία κατὰ τῆς κακίας τοῦ κόσμου  τούτου καὶ ἀγωνίστηκαν με  τὴν χάρη   του  Χριστοὺ  τὸν ἀγώνα  τὸν καλὸ  καὶ ἐπετυχαν   διὰ της  κατὰ  Χριστὸ ζωῆς τοὺς να  γίνου μέτοχοι της  αἰωνίου  βασιλείας. Οἱ ἅγιοι, που  ἀγωνιστηκαν  ὑπέρ  Χριστοὺ  στην ζωὴ  τους   τα  ὀνόματα τους  γραφτηκαν  στο  βιβλίο  της  ζωῆς, εἴναι  οὐρανοπολίτες και  μετοχοι  τῆς θριαμβευούσης  ἐκκλησίας καὶ ἔχουν τα  προνόμοια  της  αἰωνίας  μακαριότητα.
agioi pantesΧαίρει, λοιπόν,  σήμερα ὁ οὐρανὸς εὐφραίνεται ἡ γῆ καὶ ἡ στρατευομένη ,ἐπὶ γης  τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, εὐφραινομενη   τιμᾷ με  ὕμνους  καὶ ὠδές  πνευματικὲς τὰ πανάξια  τέκνα τῆς, τους  ἁγίους τῆς καὶ προβάλλει  τούτους  προς  μιμήσῃ. Εἲναι ὄντως  ἀναρίθμητοι οἱ ἅγιοι ,οἱ ὁποῖοι ὡς εὔοσμα ἄνθη, ὠς  ἀστέρες  πολυφωτοι τοῦ νοητοὺ  της  Ἐκκλησίας  στερεώματος ἔλαμψαν καὶ διαλάμπουν στο διηνεκὲς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ. Εἲναι ἀναρίθμητοι οἱ ἅγιοι οἱ ὁποίοι  πληρῶσαν τὴν οἰκουμένη ἐν λόγοι καὶ ἔργοις. ἐν διδαχαῖς, ἐν θαύμασι .καὶ δίκαια σήμερα  τους  τιμὰ  ἠ  Ἐκκλησία καὶ γεραίρει  με  ᾄσματα, με  ψαλμοὺς καὶ ὕμνους  τὴν μνήμη  τούς.
«Δεῦτε πιστοί, σήμερον χορείαν  ἐπικροτήσαντες, εὐσεβώς  πανηγυρίσωμεν, καὶ τῶν ἁγίων Πάντων τὴν ἐνδοξον  καὶ σεβάσμιον μνήμην ἐνδοξως  τιμήσωμεν, λέγοντες, Χαίρετε Ἀπόστολοι ἔνδοξοι, Προφῆται καὶ Μάρτυρες, καὶ Ἱεράρχαι,. Χαίρετε ὁσίων ὁ δῆμος καὶ τῶν δικαίων, Χαίρετε  τιμίων γυναικὼν ὁ χορὸς» Ἡ τιμὴ τοὺς ὑπὸ της  στρατευομένης τοῦ Χριστοὺ  Ἐκκλησίας εἲναι δόξα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποίος  γνωρίζει καὶ θέλει  να  ἀμείβει  τους  ἐναρετους  καὶ ἁγίους. Ἡ τιμὴ τῶν ἁγίων εἴναι  δόξα  τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἁγίασε αὐτοὺς μὲ τὴν χαρῇ τοῦ Παναγίου  Πνεύματος ἀφοῦ καὶ αὐτοὶ ὁμολογῆσαν τὸν Μονογενὴ  Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ.
Η  σταθερὴ  ὁμολογία  στον  Ἰησοὺ  Χριστὸ  φέρει την  αἰώνια  μακαριότητα, φέρει τὸν κατ εἰκόνα  Θεοῦ ἀνθρωπο στις  αὐλὲς τοῦ Θεοὺ  Πατρός, ἐκεῖ που δεν ὑπάρχει  οὔτε λύπη ,οὖτε  στεναγμὸς ἀλλὰ ζωὴ χαρὰς καὶ εὐλογίας, αὐτὴ  τὴν χαρὰ καὶ τὴν εὐλογία πέτυχαν καὶ οἱ ἅγιοι, « καὶ τους  ἁγίους ὁ Κύριος τους  ἐν τῇ γῇ ἐθαυμάστωσε». Πράγματι ἡ σταθερὴ  ὁμολογία  στο  Χριστὸ  φέρει τὴν αἰώνια  μακαριότητα, ἐνὼ  ἀπεναντίας ἡ ἀρνήσῃ στο Χριστὸ φέρει τὴν αἰώνια  καταδίκη, τὴν αἰώνια  ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα ἐκείνου του  ἀνθρώπου που  ἀρνεῖται τὸν Θεὸ καὶ δεν  ὁμολογεῖ Πατέρα Υἱὸ καὶ Ἁγιο Πνεῦμα Τριάδα ὁμοούσιο καὶ ἀχώριστο.
Ἡ σταθερὴ  καὶ ἀληθινὴ  ὁμολογία προϋποθέτει σταθερὴ  καὶ ἀκλόνητο  γνώση του  σωτηριώδους  ἔργου του  Κυρίου καὶ πλήρη συναισθήσῃ της  Ἀγάπης  Τοῦ προς  τὸν ἀνθρωπο. Ὁ Ἰησούς  εἲναι ὁ Σωτήρας  εἲναι «  ὁ ἀμνὸς ὁ αἰρῶν τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»  Ἐκτός  αὐτοῦ δεν ὑπάρχει  σωτηρία, αἰώνια ζωὴ καὶ εὐτυχία  «οὒκ ἔστιν  ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία», μας λέγει ὁ τῶν Ἐθνῶν Ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ ὁμολογία  προς  τον  Ἰησοὺ  Χριστὸ  θερμαίνει τὴν ψυχή, ζωογονεῖ τὴν πιστή, ἐνισχύει τὴν θελήσῃ, καὶ ἀποδίδει δόξα  σ΄ Ἐκεῖνο που  με   ἄκρα  ταπείνωση  και  ἄφατο  μακροθυμία ὑπέμεινε  τὸν Σταυρὸ διὰ τις  ἁμαρτίες  ὁλοκλήρου  του  ἀνθρωπίνου  γένους, και  στηρίζει τοὺς ὀλιγοψύχους, ἐλέγχει τους  ἀσεβεῖς, καὶ συντελεῖ στον ἀγώνα  κατὰ της  θεοστηγοὺς ἁμαρτίας.
Ἡ ὁμολογία  αὐτὴ φέρει τὴν αἰώνια  μακαριότητα, διότι ὁ Κύριος θὰ ἀναγνωρίσει  γνησιους  μαθητές  τοῦ καὶ φίλους  του  ἐκείνους ὅσοι τὸν ὁμολογῆσαν ἐνώπιο τῶν ἀνθρώπων.,΄ Ἐτσι  θα  γίνουν και  αὐτοί   μέτοχοι τῆς αἰωνίου δόξης  καὶ βασιλείας. Ἡ ὁμολογία ὄμως  αὐτὴ  πρὸς τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ δεν πρέπει να  στηρίζεται μόνο στους  λόγους,ἀλλὰ πρέπει να ὁμολογεῖται ὁ Ἰησούς  καὶ διὰ τῶν ἔργων.Ταὐτὸν Τὰ ἔργα της  ἀρετῆς δοξάζουν τὸν Θεὸ  καὶ ὠφελοῦν τοὺς ἀνθρώπους της  κάθε  ἐποχῆς. Δυστυχώς  ὄμως  ὑπάρχουν καὶ ἄνθρωποι ποῦ ὁμολογοῦν τις  ἀλήθειες της  χριστιανικής  θρησκείας ὄμως  δεν ἔχουν ἔργα  ἀρετῆς, ἀπεναντίας  ἔχουν να  ἐπιδείξουν ἔργα  ἁμαρτίας.
Οἱ ἀνθρωποι  αὐτοὶ  εἲναι πιστοὶ  με  τὸ στόμα ἀλλ΄ἀρνητές  με  τὰ  ἔργα,  «Θεὸν ὁμολογοῦν εἰδέναι, λέγει ὁ Ἀποστολος  Παῦλος,τοῖς δὲ ἔργοις ἀρνοῦνται, βδελυκτοὶ ὄντες καὶ ἀπειθεῖς καὶ πρὸς πᾶν ἔργον  ἀγαθόν  ἀδόκιμοι»- ὁμολογοῦν με  τα  λόγια  ὄτι  γνωρίζουν τὸν Θεὸ μὲ τα  ἔργα  τους  ὄμως  τον  ἀρνοῦνται. Εἴναι  δε  ἔτσι  βδελυροὶ καὶ ἀποτρόπαιοι καὶ ἀπειθείς  και  διὰ κάθε  καλὸ ἔργο ἀνικανοὶ και  ἀνάξιοι» Μπορεῖ οἰ  ἄνθρωποι ,του  κόσμου  τούτου ,να  ὁμιλοῦν μεγαλοφώνως  περὶ  τοῦ Θεοῦ καὶ να προσεύχονται  τακτικὰ  και  να  νηστεύουν και  να  φέρουν  σταυρὸ στο  στήθος  τους  ἀλλὰ  ἂν δεν ἔχουν ἀγάπη  θερμὴ προς  τον   συνάνθρωπο  τούς, καὶ δεν εὐεργετοῦν τον  ἀσθενῆ καὶ πάσχοντα,ἀλλὰ ἂν ἔχουν μίσος  καὶ κακία καὶ ἐκδίκηση τότε  οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δεν εἲναι ἀληθινοὶ  χριστιανοὶ καὶ ἄξιοι μαθητὲς του  Κυρίου  Ἰησοῦ.
Οἰ  ἀνθρωποι  αὐτοὶ  ἀν  και   λέγονται  χριστιανοὶ  ἀπὸ μέσα  τους  ὄμως  λείπει ὁ Χριστόςκαι το  σπουδαιότερο θα  τους  ἀρνηθεὶ  ἐμπροσθεν  του   Πατρός   Τοῦ, του  ἐν  οὐρανοῖς.Ταὐτὸν Αὐτός   θα  τους  καταδικάσει καὶ θὰ τους  ῥίψει στο  σκότος τὸ ἐξώτερο. Οἰ  ΄Ἁγιοι  Πάντες, ἀδελφοὶ ,τῶν ὁποίων  σήμερα  τὴν μνήμη ἐορτάζουμε ὡμολόγησαν τον  Ἰησούν  Χριστὸ ἐν ἔργοις  καὶ λόγοις  και  ἔτσι  τιμῶνται ὑπὸ  τοῦ Θεοῦ, του  Πατρός  τῶν φώτων καὶ τῆς στρατευομένης  Αὐτοῦ ἐπὶ γής   Ἐκκλησίας  .Αὐτοὶ  τὸν ὠμολογησαν  με  το   θεῖο  κήρυγμα τοὺς ἐνώπιο  τῶν ἰσχυρών  και  τῶν σοφῶν της  γῆς. Τὸν ὡμολόγησαν ὑβριζόμενοι, διωκόμενοι.
Τὸν ὡμολόγησαν στις  ἀγορές, καὶ δεσμωτήρια, στις πόλεις  καὶ τὰ χωρία, Τὸν ὡμολόγησαν με  θυσίες με  ταλαιπωρίες, με  δάκρυα, με  νηστεῖες, μὲ προσευχές, με  εἰλικρινὴ  ἀγάπη. Ἀς   ὁμολογοῦμε  και  ἐμείς  ἐν παντὶ καὶ πάντοτε, και  μάλιστα ἰδιαιτέρως   αὐτοὺς τους  καιρούς που τα  παντα   ἀμφισβητοῦνται στο  βωμὸ τῆς καλοπέρασης, τον  Κύριο της  δόξῃς Χριστὸ  μιμούμενοι τὸ νέφος  τοῦτο  των  μαρτύρων καὶ τῶν ἁγίων.
Ἀς  ὁμολογοῦμε καὶ ἐμείς  τον   Ἐσφαγμένο   ἀρνίο της  Ἀποκαλύψεως, τον  Θεάνθρωπο  Ἰησοῦ στις  χαρές  μας  ἀλλὰ  καὶ τις  θλίψεις  μας, στην εἰρήνη  ἀλλὰ καὶ στην τρικυμία, στην εὐτυχία ἀλλὰ  καὶ στις θύελες τῆς ζωῆς μας  ΄Ἔτσι ὀ  θα  ἀνακηρύξει  καὶ ἐμᾶς ἀληθινούς  μαθητές  Τοῦ καὶ θὰ μας ὁμολογήσει ἔμπροσθεν τοῦ οὐρανίου Πατέρα Τοῦ καὶ θὰ μας  δώσει την  αἰώνιο ζωὴ καὶ μακαριότητα.Ταὐτὸν«Καθενάς, λοιπόν που μὲ πιστὴ καὶ θάρρος  καὶ χωρίς  να  φοβάται τους  διωγμούς,θὰ μὲ ὁμολογήσει σωτήρα  τοῦ καὶ Θεὸ του  ἐμπρὸς στους  ἀνθρώπους,θὰ τὸν ὁμολογήσω  καὶ ἐγὼ ἔμπροσσθεν τοῦ οὐρανίου Πατέρα  μου ὡς ἰδικό  μου.» ΑΜΗΝ

Τρίτη, Μαΐου 05, 2015

Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος Κὺριε, δος ὓδωρ πιεῖν π. Χρίστος Πιτυρίνης

Κὺριε, δος ὓδωρ πιεῖν 

h_samareitidaΚυριακή της Σαμαρείτιδος σήμερα, ἀδελφοί μου, καί ὅλο τό Εὐαγγέλιο μᾶς μιλᾶ γιά μία δίψα, γιά μία αἰώνια ἔλλειψη τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀναζήτηση αὐτή, ἀλλά καί ἡ ἱκανοποίησή της ἦταν ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα αἰτήματα τοῦ ἀνθρώπου ὅλα τού  τά χρόνια. Ἡ γυναίκα ἀπό τή Σαμάρεια προσφέρει νερό στό Χριστό μας χωρίς νά ξέρει ποιός εἶναι καί ὅτι τελικά Ἐκεῖνος θά τήν ξεδιψάσει. Τό πηγάδι εἶναι βαθύ καί ὁπωσδήποτε μπορεῖ νά καλύψει τό ἐσωτερικό κενό πού δημιούργησε ἡ προσκόλλησή μας σέ ἄλλου εἴδους «νερά», ἄσχετα μέ τήν ψυχική μας δίψα.
Αἰῶνες τώρα ἀντλοῦμε συμβουλές καί ἰδέες ἀπό ἀκατάλληλους ἀνθρώπους χωρίς πίστη καί μεταφυσικές ἀνησυχίες. Οἱ διάφοροι «Μεσσίες» μᾶς ἔχουν κουράσει, ἀλλά καί ἡ διάθεσή μας νά βροῦμε τό νερό τῆς ζωῆς ἔχει ἐπικίνδυνα ἀλλοτριωθεῖ. Ὁ Χριστός ξεδιψᾶ σήμερα τήν γυναίκα πού Τόν πλησίασε μέ τόν λόγο καί τήν παρηγοριά Του πού εἶναι βάλσαμο, διότι ἀναφέρονται στήν ἀγάπη, τή συγχώρεση, τήν καθαρότητα καρδιᾶς, ψυχῆς καί σώματος καί δίνουν ταυτόχρονα καί τίς ἀνάλογες ἐμπειρίες σ’ αὐτόν πού τίς ψάχνει.

Ὁ ἅγιος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ σου προσφέρει γαλήνη καί δύναμη ἐνῶ ὁ σατανικός ἄνθρωπος σέ γεμίζει μέ ταραχή, πονηριά καί σού δημιουργεῖ διάθεση γιά ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί τῆς ζωῆς. Σ’ αὐτή τή βάση ἐπάνω ἄς κρίνουμε καί ὅλες ἐκεῖνες τίς μορφές πού πέρασαν ἀπό τόν κόσμο αὐτό, ἀλλά καί  τίς τεχνολογικές προόδους καί τ’ ἀποτελέσματά τους.
Τό δέντρο φαίνεται ἀπό τούς καρπούς του, ἀδελφοί μου, καί δυστυχῶς ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ εὐτυχία δέν βρίσκεται στά γλέντια, τίς σαρκικές ἀπολαύσεις, τήν κακῶς ἐννοούμενη ἀνεξαρτησία ἀκόμα καί στή σύγχυση τοῦ ρόλου τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας. Εἴμαστε ἀνικανοποίητοι οἱ ἄνθρωποι καί χρειαζόμαστε κάποιον ἄλλον γιά νά συμπληρώσουμε τήν ἀδυναμία μας.
Τρέχουμε συνεχῶς καί μέ πολύ ἄγχος γιά τή ζωή μας χωρίς μετάνοια, χωρίς συγχώρεση, χωρίς προσευχή, χωρίς νά προσπαθοῦμε συνεχῶς ν’ ἀντλοῦμε ἀπό τήν οὐράνια πηγή τοῦ Χριστοῦ, νερό σωτηρίας. Ὅλες οἱ ἐπιστῆμες πλέον παραδέχονται τήν εὐεργετική παρουσία τῆς πίστεως στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ἄνθρωποι πού πιστεύουν γίνονται καλύτεροι, ξεμπλέκουν ἀπό τά ναρκωτικά, δημιουργοῦν ὄμορφες οἰκογένειες, πετυχαίνουν καί γιά τούς ἄλλους, ζοῦν καί χαίρονται μέσα σ’ ἕνα κόσμο τόσο ἄχαρο.
Πιστεύουν στό Θεό, ἀλλά δέν στέκονται μέ σταυρωμένα τά χέρια Διαρκῶς ἀναζητοῦν τό πνεῦμα Του, τήν ἁγιότητά Του καί δέν προσπαθοῦν νά δημιουργήσουν ἄλλους Θεούς πού θά βολεύουν τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες τους. «Πνεῦμα ὁ Θεός» γι’ αὐτό καί ζητᾶ τίς ἁμαρτίες μας καί τήν καρδιά μᾶς πρῶτα καί μετά τά προσκυνήματα, τά τάματα καί τό κερί μας. Δυστυχῶς πολλές φορές «ἀφήνουμε τό γάμο καί πᾶμε στά πουρνάρια» ὅπως λέει ἡ σχετική θυμόσοφη ἑλληνική παροιμία μας.
Τελειώνοντας, ἀδελφοί μου, θέλω νά προσέξετε κάτι σημαντικό ἀπό τήν σημερινή συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μέ την  Σαμαρείτιδα, ἡ ὁποία ὅπως γνωρίζετε εἶναι ἡ σημερινή ἑορταζόμενη Ἁγία Φωτεινή ἡ ἱεραπόστολος πού ἄλλαξε τή  δική της ζωή καί αὐτῶν πού τήν πλησίασαν μετά ἀπό ἐκείνη τή συνάντηση. Ὁ Χριστός λοιπόν μίλησε μαζί της μία ὥρα πού ἦταν γιά ὅλους ὥρα ξεκούρασης. Ἡ ἕκτη ὥρα, δηλαδή τρεῖς τό μεσημέρι, ὅπως θά λέγαμε σήμερα. Αὐτό τό γεγονός μᾶς κάνει νά σκεφτόμαστε ὅτι οἱ ἐλεύθερες ὧρες μας δέν σημαίνει ὅτι πρέπει νά εἶναι ἄχρηστες ὧρες. Φεύγουν συνέχεια καί εἶναι πολύτιμες.
Πάντοτε καί παντοῦ μποροῦμε νά μιλοῦμε γιά τόν Χριστό. Πάντοτε νά δροσίζουμε τόν ἄλλο μέ τό νερό Του, τό νερό τῆς παρηγοριᾶς, τῆς κατανόησης, τῆς ἀγάπης. Πάντοτε νά καθαρίζουμε τά πνευματικά νεφρά μας, τίς αἰσθήσεις μας δηλαδή, πού λερώνονται συνεχῶς καί δέν καθαρίζουν χωρίς τό νερό τῆς αἰωνιότητας. Πάντοτε νά δυναμώνουμε τόν ἄλλον ἀλλά καί τόν ἑαυτό μας, διότι δίνοντας χαρά καί ἀγάπη, παίρνουμε χαρά καί ἀγάπη ἀπό τούς ἄλλους, ἰδίως ὅταν μᾶς λείπει πολύ. Ἄς ζητήσουμε ταπεινά καί ἐμεῖς νερό ἀπό τόν Χριστό. Ἐκεῖνος δέν φοβᾶται νά μᾶς ζητήσει τήν καρδιά μας. Ἄς Τοῦ τήν δώσουμε γιά νά κερδίσουμε τήν αἰώνια Βασιλεία Του, τήν ὁποία εὔχομαι σέ ὅλους. Ἀμήν.

Σάββατο, Μαΐου 02, 2015

Κυριακή του Παραλύτου Ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ»

Ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ»
tou paralytoyΠρόσωπο θλίψεως κι αφόρητου 
πόνου αγαπητοί μου αδελφοί, μπορεί να χα­ρακτηρισθεί ο παράλυτος της Βηθεσδά. Τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια έλιωνε πάνω στο κρεβάτι της εγκατά­λειψης. Εξουθενωμένος από το βάρος της δοκιμασίας, δεν είχε χάσει την ελπίδα του. Περίμενε την επέμβαση τού Θεού. Και να, ήλθε ό Ιησούς! Τον πλησίασε με αγάπη και με τον δεσποτικό Του λόγο νεύρωσε τα παράλυ­τα μέλη του.«Καί ευθέως εγένετο υγιής ό άνθρωπος». Με την εντολή τού Θεού ή πολυχρόνια νόσος υποχώρη­σε και τα νεκρά νευρικά κύτταρα πήραν ζωή. Ό πόνος με την επέμβαση τού Θεού έδωσε τη θέση του στην χαρά. Πολλοί άνθρωποι αγανακτισμένοι από το βάρος δοκι­μασιών και θλίψεων, διερωτώνται γιατί να υπάρχει στον κόσμο τόσος πόνος.
Διαφωτιστική άπάντηση δίνουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, οι οποίοι δοκιμασμένοι στο κα­μίνι τού πόνου, συγχρόνως σκεπασμένοι από τη χάρη τού Θεού, μπορούνε να διακρίνουν αντικειμενικά την προέλευση και τη σημασία τού πόνου στη ζωή τού πι­στού. Λένε λοιπόν οι θεοφώτιστοι άγιοι της Εκκλησίας μας, ότι από τη στιγμή πού για πρώτη φορά ό άνθρω­πος γεύθηκε την αμαρτία και την ηδονή πού τη συνο­δεύει, γεύθηκε ταυτόχρονα την πίκρα τού πόνου και της οδύνης. Επέτρεψε ό Θεός τον πόνο για να θεραπευθεί με την οδύνη ή πληγή που άνοιξε στον άνθρωπο η αμαρτία. Δεν ήταν τιμωρία ό πόνος, αλλά φάρμακο θερα­πείας. Αυτό πού σε μας φαίνεται τιμωρία, στην πραγμα­τικότητα είναι θεραπεία, θεϊκή ευεργεσία.
Οι θλίψεις είναι φάρμακα πού γιατρεύουν την αρρώστια της αμαρτίας και ξαναδίνουν στον άνθρωπο την υγεία των αρετών. Οι άγιοι βλέπουν τις θλίψεις σαν «αίτιες αρετής» και τις θεωρούν πολύτιμα δώρα τού Θεού. Γράφει ό Αβάς Ίσα: «τίμιαι εναντίον Κυρίου αί θλί­ψεις... υπέρ πασαν ευχήν καί θυσίαν». Και ό άγιος Νείλος συμβουλεύει: «Υπόμενε τις θλίψεις γιατί μέσα σ' αυτές φυτρώνουν οι αρετές». Μέσα από τούς τριβόλους των δοκιμασιών φυτρώ­νουν τ' άνθη της μετανοίας. Πόσοι άνθρωποι δεν άλλα­ξαν πορεία υστέρα' από μία μεγάλη δοκιμασία; Ο Ιερός Χρυσόστομος, πού τόσο δοκιμάσθηκε στή ζωή του, λέει ότι με τις θλίψεις απαλλασσόμαστε από τις αμαρτίες και προχωρούμε πρός τή Βασιλεία τού Θεού έξαγνισμένοι.
Ή υγεία, ή δόξα, ή ευτυχία μας καθιστά αγέρωχους, σκληρούς, εγωιστές, αδιάφορους, άπονους. Η αρρώστια όμως, η συμφορά, ο πόνος, η θλίψη, η φτώχια, ο παραγ­κωνισμός και γενικά κάθε δοκιμασία ταπεινώνει την«ἐπηρμένη ὀφρύ», μας κάνει καταδεχτικούς, μαλακούς, ευλαβείς, πονόψυχους, ελεήμονες, μ’ ένα λόγο ανθρώ­πους. Τότε σκεφτόμαστε το Θεό. Σηκώνουμε τα μάτια μας σε εκείνον και με δάκρυα τον παρακαλούμε: «Κύριε μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου ἀπό τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι∙ ταχύ ἐπάκουσόν μου∙ πρόσχες τψυχ μου καί λύτρωσε αὐτήν» (Ψαλμ. ρα'). Ποιος άλλαξε τη στάση μας; Ποιος μας μίλησε για τη λαθεμένη πορεία μας, ώστε να αλλάξουμε συμπεριφορά; Ποιος άλλος;
Ο μεγάλος παιδαγωγός, ο πόνος. Εκείνος μαλάκωσε την καρδιά μας. Εκείνος με τους όμβρους της μετάνοιας πότισε την ξερή και άγονη ψυχή μας. Είχε δί­κιο ο Άγιος Ιάκωβος να γράφει στους θλιμμένους: «Πᾶ­σαν χαράν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς πε­ριπέσητε ποικίλοις...»(Ἰακ. α’ 2). Μερικοί θεωρούν τη θλίψη σαν έκφραση της οργής του Θεού. Ίσως να έχουν δίκιο. Ο πειρασμός άλλοτε είναι έκφραση ιδιαίτερης εύνοιας, και άλλοτε δίκαιης οργής τού Θεού. Αλλά τί είναι η οργή τού Θεού; Ο άγιος Μάξιμος λέει ότι η οργή τού Θεού εκδηλώνεται με δύο τρόπους. Πρώτον, με την εγκατάλειψη του υπερήφανου στα χέρια των εχθρών του, με σκοπό να συναισθανθεί την αδυναμία του και να αναγνωρίσει τη δύναμη της Θείας Χάριτος.
Δεύτερο, με τη διακοπή των θείων χαρισμάτων η οποία γίνεται σε κάθε άνθρωπο που καυχάται για τα κατορθώ­ματά του και για τις δωρεές που του δόθηκαν από το Θεό. Όταν έρχονται λοιπόν θλίψεις, ας αναρωτηθούμε: μήπως είναι παιδαγωγίες τού Θεού που σκοπό έχουν να μας οδηγήσουν σε συστολή και ταπείνωση; Στην αρχή κάθε θλίψη μας κάνει να υποφέρουμε και να βασανιζόμαστε. Όμως εάν δεχτούμε την αρρώστια με ταπείνωση και την υπομείνουμε με καρτερία, βλέπουμε στο τέλος, ότι έχει κατάληξη ειρηνική. Ό Απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή με τ' ακόλουθα λόγια: «Πᾶσα παι­δεία, πρός μέν τό παρόν οὐ δοκεῖ χαράς εἶναι, ἀλλά λύπης, ὕστερον δέ καρπόν εἰρηνικόν τοῖς δι’ αὐτῆς γεγυμνασμέ­νοις ἀποδίδωσι δικαιοσύνης» (Έβρ. ιβ' 11).
Οι θλίψεις λέει ο άγιος Μάρκος ό ασκητής, πού έρχονται στους ανθρώπους «τῶν ἰδίων κακῶν εἰσίν ἔγγονα».Εάν όμως με προσ­ευχή υπομείνουμε «εύρίσκομεν πάλιν άγαθών πραγμάτωνέπιφοράν». Ευλογημένοι χριστιανοί. 'Όσο κι' αν οι θλίψεις μάς μαλακώνουν την ψυχή για να δεχτεί της αρετής τη σφραγίδα, όσο κι αν προξενούν στε­φάνους, εντούτοις είναι πικρά φάρμακα τα οποία με πολ­λή δυσκολία δεχόμαστε. Επειδή μάλιστα υπάρχει κίνδυνος λόγω της αδυναμίας και της απιστίας μας να ζημιωθούμε από τον πειρασμό της θλίψεως, ας παρακαλούμε τον Κύ­ριο να μάς λυτρώνει και να μάς σκεπάζει από κάθε θλίψη, οργή, κίνδυνο και ανάγκη. «Πάτερ ἡμῶν... μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλά ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ». ΑΜΗΝ.

π. Χρίστος Πιτυρίνης

Σάββατο, Απριλίου 25, 2015

Κυριακή των Μυροφόρων «Ἠγόρασαν ἀρώματα και λίαν πρωΐ ἔρχονται ἐπί τό μνημεῖον»

«Ἠγόρασαν ἀρώματα και λίαν πρωΐ ἔρχονται ἐπί τό μνημεῖον»
myroforesΑγαπητοί μου αδελφοί. Όλη τη νύχτα άγρυπνες οι άγιες γυναίκες, με την ψυχή πλημμυρισμένη από αγωνία και πόνο. Απέ­ραντη οδύνη και βαθειά ή πληγή στην καρδιά τους, για τον άδικο, θάνατο του αγαπημένoυ τους δασκάλου. Ολόκληρη ή σκέ­ψη είναι κοντά του και από τα μάτια τους θερμά κυλούν δά­κρυα. Πέρασε ή δραματική εκείνη ημέρα του Σαββάτου. Ετοίμασαν τα αρώματά τους για να έλθουν στον τάφο να εκπληρώσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και «νά ἀλείψωσι τόν Ἰησοῦν». Ήταν βαθειά ξημερώματα, «ὄρθρου βαθέως»,σαν ξεκίνησαν, με απέραντη θλίψη, αλλά και με ανυποχώρητη απόφαση. Τίποτε άλλο δεν συλλογίζονται πα­ρά την άπειρη αγάπη πού σταυρώθηκε με τόσο μίσος.
Σκιές αμίλητες προχωρούν προς το μνημείο και μονάχα μια δυ­σκολία έρχεται να διακόψει τη σιωπή τους και συζητούν ποιος θα βηθήση να«ἀποκυλίσουν τόν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου». Με αυτή την ανησυχία έφτασαν στον τάφο και διαπίστωσαν πώς ό λίθος ήταν αποκεκυλισμένος, και ο τάφος κενός, ενώ την ίδια στιγμή ασπροντυμένοι άγγελoι μηνούσαν την Ανάσταση του Κυρίου. Οι στρατιώτες της κoυστω­δίας είχαν φύγει και οι άγγελοι παράγγελναν στις Μυροφό­ρες να τρέξουν πίσω και να ειδοποιήσουν τους Μαθητές ότι «ἀνέστη ἐκ νεκρῶν».
Ήταν ή πρώτη ανταμοιβή στην αγάπη τους, το πρώτο δώρο στην αυταπάρνησή τους. Έγιναν Απόστολοι στους Αποστόλoυς. Με πολλή βιασύνη και με μεγάλη συγκίνηση πήραν τον δρόμο του γυρισμού. Δεν είχαν κάνει μεγάλη απόσταση όταν νέα έκπληξη τις περίμενε. Αυτός ό ίδιος, ό Αναστη­μένος Κύριος, τις συνάντησε και τις προσφώνησε με τον ωραίο χαιρετισμό «χαίρετε». Την πονεμένη καρδιά τους πλημμύρισε ή χαρά της Αναστάσεως. Τον είδαν, τον άκου­σαν και με απερίγραπτη αγαλλίαση και ευγνωμοσύνη προ­σκύνησαν και κατεφίλησαν τα άχραντα πόδια του. Σκηνή θεία, Ιερή, ατίμητη, υπερκόσμια. Ταπεινά και ευλαβικά θα στρέψουμε και εμείς τη σκέ­ψη μας και την καρδιά μας για να εξηγήσουμε και να νιώ­σουμε γιατί ο Κύριος έκανε τόση τιμή στις Μυροφόρες και ποιο είναι το πολύτιμο δίδαγμα πού μας δίδουν με το παρά­δειγμα κα τη ζωή τους. Οι Μυροφόρες γυναίκες τιμήθηκαν τόσο για την πολλή αγάπη και αφοσίωση στο Κύριο.  
Η αγάπη, τονίζει η Αγία Γραφή, είναι «κραταιά ως ό θάνατος». Οι άγιες γυναίκες νίκησαν τον φόβο του θανάτου. Ξεπέρασαν τη φυσική αδυναμία της γυναίκας με ηρωϊσμό. Δεν φοβήθηκαν τούς πονηρούς Φαρισαίους, τα αμαρτωλά Συνέδρια, τούς αδί­στακτους άρχοντες. Δεν σκέφτηκαν τούς κινδύνους στο σκοτάδι και στην ερημιά ούτε τούς ληστές ούτε τούς στρα­τιώτες τις κουστωδίας και τον σκληρό ρωμαϊκό νόμο. Αγάπησαν πολύ τον Κύριο και τις αντάμειψε γενναία. Πόνεσαν πολύ και τούς πλημμύρισε από χαρά. Πότισαν τη γη με δάκρυα και ανοίχτηκαν στην ψυχή τους οι καταρράκτες της θείας χάριτος. Έδειξαν αυτοθυσία και βρήκαν στέφανα δόξας. Πέρασαν ώρες αγωνίας και βρήκαν απέ­ραντη χαρά και ευτυχία.
Δεν μπορούσε να υπάρξει ωραιό­τερος χαιρετισμός από την προσλαλιά «χαίρετε». Στις Μυροφόρες απευθύνει το «χαίρετε». Η γυναίκα έ­χει περισσότερη ανάγκη από χαρά για να γίνεται πηγή χαράς. Ή γυναίκα έδιωξε τα χαρά με την πτώση, ή γυναίκα ακούει το «χαίρετε», για να ξαναφέρει την αληθινή και αναν­τικατάστατη χαρά στον πονεμένο κόσμο. Η Παναγία Μητέρα του, πρώτη Μυροφόρα, είχε μεγαλύτερο δικαίωμα να ακούσει το«χαίρετε», για να σβήσει την οδύνη της μάνας, καθώς ή ρομφαία του πόνου είχε ξεσχί­σει την καρδιά της την ώρα του σταυρού. Στάθηκαν κοντά στόν σταυρό του, τον βλέπουν τώρα αναστημένο. Εκείνες έμειναν κοντά στο μαρτύριό του, τώρα χαίρονται την ευλο­γία του.
Στις γυναίκες απλώνει τη χαρά γιατί ή γυναίκα θλίβεται περισσότερο, πονάει και στενάζει. Σε λίγο πού θα συναντήσει τούς Αποστόλους στο υπερώον θα τούς χαιρετίσει με το «εἰρήνη ὑμῖν» Οι άνδρες έχουν περισσότερη ανάγκη από ειρήνη γιατί είναι πολεμικοί, σκληροί και ταρα­γμένοι μέσα στη βιοπάλη, στους πολέμους, στην ακαταστα­σία και την κακία του κόσμου. Απόστολοι των Αποστόλων, Διδάσκαλοι των Διδασκά­λων. Οι άγιες Μυροφόρες θα είναι πάντα ο τύπος και ο κα­νόνας των πραγματικών Μυροφόρων κάθε εποχής. Ηρωϊ­κό παράδειγμα, σωτήριο μάθημα. Δεν είναι τυχαίο ότι η Εκκλησία όρισε τούτη την Κυριακή, Τρίτη από του Πάσχα, σαν ξεχωριστό και επίσημο τον εορτασμό των Αγίων Μυρο­φόρων γυναικών.
Η Εκκλησία τις τιμά με βαθύ σεβασμό για την αγάπη, την αυταπάρνηση, τον ηρωϊσμό. Ο. Θεός τις δόξασε. Οι γενεές των πιστών τις προσκυνούν, ολό­κληρος ο κόσμος τις θαυμάζει, το Ευαγγέλιο τις εγκωμιά­ζει και η ιστορία τις απαθανατίζει και μένουν πάντα τύπος και υπογραμμός αληθινής αγάπης. Μυροφόρες της αγάπης του Θεού και των ανθρώπων πρέπει, να είναι όλες οι γυναίκες του κόσμου. Αυτή είναι η αγία αποστολή .τους. Εκεί που το καθήκον προστάζει. Να είναι ο ευλογημένος ειρηνικός στρατός πού θα δίνει τη μάχη στην υπηρεσία της αγάπης, εφοπλισμένος με την πίστη στον Αναστημένο Χριστό και με τη βαθειά αγάπη στον πονεμένο άνθρωπο. Γυναίκες, γίνετε Mυροφόρες της αγάπης.
Xαρίσετε στον Σωτήρα και Λυτρωτή την καρδιά σας και διακηρύσσετε το μήνυμα της Αναστάσεως του, Χριστού. Η ζωή είναι πλημμυρισμένη από πόνο και έχει τόση ανάγκη από παρηγοριά, από χαρά. Όλος ο κόσμος είναι γεμάτος από πονεμένους, άρρωστους, απόκληρους, δυστυχισμένους, αδικημένους και κατατρεγμένους. Κάνετε να ανθίσει το γέλιο στα μαραμένα χείλη των ορφανών και απροστάτευτων. Φέρετε τη χαρά στα σπίτια, στους συζύγους, στα παι­διά. Θα είναι τα πολυτιμότερα μύρα ο αγώνας σας να φέρετε ψυχές κοντά στο Χριστό. Κρατήσετε, οι κοπέλλες, ακέραιοι και αμόλυντη την αγνότητά σας και μη πλανάσθε από τις ματαιότητες του κόσμου, από τις ασεβείς διδαχές της άτακτης, της άσωτης και αμαρτωλής ζωής. Τιμήσετε τον εαυτό σας με σεμνότητα.
Η τιμή είναι το πολυτιμότερο μύρο που μπορείτε να φέρετε στο Χριστό. Μή σπάσετε με δυνατή γροθιά το αλάβαστρο της ανθρωπιάς. Η ζωή αξίζει μονάχα στο φως της αρετής και στο δρόμο της αγιότητας. Γυναίκες, ή καρδιά σας είναι πλασμένη να αγαπά και το έργο της καλωσύνης, της φιλανθρωπίας και της ηθικής καθαρότητας είναι στα χέρια σας. Κάνετε την καρδιά σας δοχείο θεϊκής αγάπης και προχωρείτε χωρίς αναβολή και χωρίς δισταγμό στο έργο της μεγάλης αποστολής σας. Ακολουθήστε τις πρώτες Μυροφόρες και φέρετε στο νε­κρό και αποστατημένο κόσμο το μήνυμα της πνευματικής και ηθικής Αναστάσεως. Τρέξετε μαζί με όλες τις ηρωΐδες της αγάπης, όπου υπάρχουν δάκρυα πόνοι και στεναγμοί από τις φτωχικές καλύβες, ως τα λαμπερά ανάκτορα.
Μή χάσετε τον προ­σανατολισμό σας. Οδηγός είναι ο ήλιος της δικαιοσύνης που «ἀνέτειλε ζωηφόρρς ἐκ τάφου». Διαφορετικά θα παρασυρθείτε από τα ορμητικά και θολά ρεύματα της απιστίας και όλα τα ωραία ιδανικά θα σωριαστούν στην άκρη, άχρηστα και περιφρονημένα. Μην αργείτε. «Λίαν πρωΐ» αρχινάτε το σωτήριο έργο σας. Η Εκκλησία, η οικογένεια, η Πατρίδα, ή ανθρωπότητα ολόκληρη έχουν ανάγκη από Άγιες Μυροφόρες. Αυτός είναι ό δρόμος της τιμής και της δόξας, μέσα στο μηδενιστικό γκρέμισμα και το αβυσσαλέο χάος της ασέβειας και της αμαρτίας, που συντρίβει με τόση αφροσύνη την ηθική και πνευματική υπόσταση και προσωπικότητα του ανθρώπου.
Η καρδιά της γυναίκας, οπλισμένη με την πίστη στο Χριστό και την αγάπη στον άνθρωπο, μπορεί να κάνει τη γη να ευωδιάσει από αρετή και να δημιουργήσει ένα σωστό και ευτυχισμένο κόσμο. Γυναίκες, γίνετε Μυροφόρες της αγάπης του Χριστού. Το στόλισμα των αρετών στην ψυχή της γυναίκας είναι τα ωραιότερα και πολυτιμότερα καλλιστεία. Το τρέξιμο κοντά στο πόνo είναι ο ευγενέστερος τί­τλος. Η ανατροφή των παιδιών σας «ἐν παιδία και νουθεσία Κυρίου» είναι ή γλυκύτερη και ανεκτίμητη θυσία. Ή χριστιανική συμπεριφορά είναι η υψηλότερη κοινω­νικότητα. Ένα στοργικό βλέμμα στον πονεμένο, μια σωστή συμβουλή στον παραστρατημένο είναι θυμίαμα ευλαβικής θυσίας. ΑΜΗΝ

Παρασκευή, Απριλίου 10, 2015

Εις το Άγιο και Μεγάλο Σαββάτο Η εις Άδου Κάθοδος

Η εις Άδου Κάθοδος
«Ὅτι καὶ Χριστός ἅπαξ περὶ ἁμαρτιῶν ἔπαθε, δίκαιος ὑπὲρ ἀδίκων, ἵνα ἡμᾶς προσαγάγῃ τῷ Θεῷ, θανατωθεὶς μὲν σαρκί, ζωοποιηθείς δὲ πνεύματι· ἐν ᾧ καὶ τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι πορευθεὶς ἐκήρυξεν»
(Α´ Πέτρ. γ´ 18-19).
apokathilosiΚατά το  Άγιο και Μέγα Σάββατο, η  Εκκλησία μνημονεύει την εις  Άδου κάθοδο του Κυρίου μας  Ιησού Χριστού.  Ότι δηλαδή, κατά τις τρεις ημέρες μετά τον θάνατό Του και μέχρι της αναστάσεώς Του, ο Κύριος κατήλθε στον Άδη, στον τόπο, όπου ευρίσκονταν φυλακισμένες οι ψυχές των ανθρώπων, κήρυξε και, στη συνέχεια, με θεϊκή εξουσία ανέστησε και ελευθέρωσε τις ψυχές και κυριολεκτικά «ἐκένωσε» τα ταμεία του ζοφερού αυτού τόπου.  Η προσδοκία του διαβόλου ήταν, ότι τελικά θα μπορούσε να κρατήσει ένα μέρος της δημιουργίας του Θεού υπό την εξουσία του. Αυτός ήταν ο  Άδης.
Ο  Άδης δεν είναι τόπος, αλλά τρόπος ζωής των πνευμάτων. Είναι δε ως τρόπος και κατάσταση ζωής αντίθετος του Παραδείσου.  Εάν στον Παράδεισο ο άνθρωπος είναι ευτυχισμένος επειδή ζει με τον Θεό, στον  Άδη ζει δυστυχισμένος επειδή ζει με τούς διαβόλους. Στον  Άδη κατέρχονταν όλοι οι ζώντες.  Εκεί δεν μπορούσαν να αινούν πια τον Θεό, να ελπίζουν στην δικαιοσύνη Του, στην πιστότητά Του. Πρόκειται για μία ολοκληρωτική εγκατάλειψη.
Σ’  αυτό τον τραγικό χώρο της δυστυχίας και απελπισίας, κατέβηκε ο Χριστός για να ελευθερώσει τούς αιωνίους αιχμαλώτους, οι οποίοι ευρίσκονταν εκεί παρά την θέλησή τους. Αυτό δε αποτελούσε την δύναμη και την χαρά του διαβόλου, ότι είχε την δύναμη, μπορούσε, να εμποδίσει τούς δικαίους να ζήσουν με τον Θεό. Αυτή την αδικία επισημαίνει ο  Απόστολος Παύλος όταν γράφει· «᾿Αλλ᾿ ἐβασίλευσεν ὁ θάνατος ἀπὸ ᾿Αδὰμ μέχρι Μωσέως καὶ ἐπὶ τοὺς μὴ ἁμαρτήσαντας» (Ρωμ. ε´ 14).
Ο Άδης δεν ταυτίζεται με την κόλαση.  Ο  Ιησούς Χριστός κατέβηκε στον Άδη, ο καταδικασμένος πηγαίνει στην κόλαση. Οι θύρες του  Άδη, όπου κατέβηκε ο  Ιησούς Χριστός, άνοιξαν, για να μπορέσουν να διαφύγουν οι αιχμάλωτοί του, ενώ, όταν ο κολασμένος κατεβαίνει στην κόλαση, η πόρτα της κλείνει πίσω του αιωνίως και δεν θα ανοίξει ποτέ.  Ο  Άδης και η κόλασις είναι το βασίλειο του θανάτου και, χωρίς τον  Ιησού Χριστό, δεν θα υπήρχε στον κόσμο παρά μια μόνο κόλασις και ένας μόνο θάνατος, ο θάνατος με την απεριόριστη δύναμή του.
Εάν υπάρχει «δεύτερος θάνατος» (᾿Αποκ. κα´ 8), ξεχωριστός από τον πρώτο, είναι επειδή ο Ιησούς Χριστός συνέτριψε με τό θάνατό Του «τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (῾Εβρ. β´ 14-15). Την κάθοδο του  Ιησού Χριστού στον Άδη εορτάζει και πανηγυρίζει η  Εκκλησία του Χριστού κατά το  Άγιο και Μέγα Σάββατο.«Τοῦτό ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον Σάββατον». Η θεολογία της  Εκκλησίας μας φωτίζει επαρκώς το θέμα αυτό, το οποίο αφορά όλους μας.
Η κάθοδος του Χριστού στον  Άδη είναι ένα άρθρο πίστεως, και είναι πράγματι ένα βέβαιο δεδομένο της Καινής Διαθήκης.  Ο χριστολογικός κανόνας του  Όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου είναι ύμνος, τραγούδι για τον νεκρωμένο Θεο. Εάν «ὁ Θεὸς ἀνέστησε τὸν ᾿Ιησοῦν λύσας τὰς ὠδῖνας τοῦ θανάτου» (Πράξ. β´ 24), είναι επειδή τον βύθισε αρχικά στον Άδη, αλλά χωρίς ποτέ να τον εγκαταλείψει εκεί. Εάν ο Χριστός, στο Μυστήριο τῆς Αναλήψεως, «ἀνέβη ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν», είναι επειδή «κατέβη πρῶτον εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς».
Επρεπε να γίνει αυτή η φοβερή κάθοδος, για να μπορέσει ο Χριστός να «πληρώσῃ τὰ πάντα» καί νά βασιλεύσει ὡς Κύριος στό Σύμπαν. ῾Η χριστιανική πίστη ομολογεί, ότι ο  Ιησούς Χριστός είναι Κύριος στον ουρανό μετά την ανάβασή Του από τούς νεκρούς. «῞Ινα σου τῆς δόξης, τὰ πάντα πληρώσῃς, καταπεφοίτηκας, ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς», ψάλλουμε την λαμπρά και φωταυγή νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου. Το τίμημα της ταφής του Κυρίου για τον άνθρωπο ήταν η αφθαρσία και η καινοποίηση της φύσεώς του.
Όπως η φθορά υπήρξε το τίμημα της αμαρτίας, ως νέκρωση και χωρισμός από τον Θεό, έτσι η ανακαίνιση και η αφθαρσία υπήρξαν ο ειδικός καρπός της θείας ενανθρωπήσεως.  Ο Χριστός με τον θάνατο και την ταφή Του αφαίρεσε τα ράκη της φθοράς, τα οποία είχαν στοιβαχθεί σ’ αυτήν από την παράβαση του  Αδάμ και έσβηναν την ομορφιά της· και με το αίμα Του έπλυνε το πλάσμα Του από το μίασμα της αρχαίας παρακοής, αφάνισε την δυσωδία του θανάτου, την οποία απέπνεε το πτώμα της αμαρτίας, ανακούφισε το γένος των ανθρώπων, από το βάρος της αποστασίας του και έκαμε ν’ αστράψει και πάλι η φύσις, να ζωντανέψουν οι θεοειδείς χαρακτήρες, να λάμψει και πάλι η αρχέγονος ομορφιά της, ενδεδυμένη την άφθαρτη δόξα του Θεού.
Αυτό το υπέρτατο λυτρωτικό αγαθό, την αφθαρσία δηλαδή και την αθανασία, το οποίο κορυφώνεται στην ένδοξη Ανάσταση του Χριστού, ψάλλει με ρίγη ιεράς συγκινήσεως και ανεκλάλητης χαράς η  Ορθοδοξία.  Η κάθοδος του  Ιησού Χριστού στον Άδη υπήρξε θεοπρεπής και ένδοξος.  Ο Κύριος πραγματοποίησε δύο καθόδους. Κατήλθε από ψηλά από τον ουρανό στην γη, το πρώτο. Και κατήλθε με ταπείνωση και πτωχεία. Δεύτερον, κατήλθε από την γη στα βασίλεια του  Άδη.  Εκεί όμως κατέβηκε παντοκρατορικά, με όλη την«ἄστεκτη» δυναστεία Του, εξουσιαστικώς. Τον είδαν οι δαίμονες και τρόμαξαν. Τον είδαν οι δίκαιοι και αναπήδησαν με χαρά και αγαλλίαση.
Ο Άγιος  Επιφάνιος,  Επίσκοπος Κωνσταντίας της Κύπρου, στον θεολογικώτατο λόγο του «Τῷ ἀγίῳ και μεγάλῳ Σαββάτῳ» περιγράφει αυτόν τον θεοπρεπέστατο τρόπο της καθόδου του Χριστού στον  Αδη· «Χθὲς (ἐννοεῖ τήν Μεγ. Παρασκευή) συνέβαινον τὰ τῆς οἰκονομίας, σήμερον τὰ τῆς ἐξουσίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀσθενείας, σήμερον τὰ τῆς αὐθεντίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀνθρωπότητος, σήμερον τὰ τῆς θεότητος ἐνδείκνυται. Χθὲς ἐρραπίζετο, σήμερον τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος τὸ τοῦ ῞ᾼδου ραπίζει οἰκητήριον. Χθὲς ἐδεσμεῖτο, σήμερον ἀλύτοις δεσμοῖς καταδεσμεῖ τὸν τύραννον. Χθὲς κατεδικάζετο, σήμερον τοῖς καταδίκοις ἐλευθερίαν χαρίζεται. Χθὲς ὑπουργοὶ τοῦ Πιλάτου αὐτῷ ἐνέπαιζον, σήμερον οἱ πυλωροὶ τοῦ ῞ᾼδου ἰδόντες αὐτὸν ἔφριξαν... ῾
Ο χθὲς τοίνυν οἰκονομικῶς τὰς λεγεῶνας τῶν ᾿Αγγέλων παραιτούμενοςϜ σήμερον θεοπρεπῶς ὁμοῦ τε καὶ πολεμικῶς, καὶ δεσποτικῶς κάτεισι κάτω τοῦ ῞ᾼδου καὶ θανάτου  ῾Ως γοῦν τὰ παντόθυρα, καὶ ἀνήλια, καὶ ἀνέσπερα τοῦ ῞ᾼδου δεσμωτήρια καὶ οἰκητήρια ἡ θεόδημος τοῦ Δεσπότου κατέλαβεν αἰγληφόρος παρουσία, προφθάνει πάντας Γαβριήλ ἀρχιστράτηγος καὶ βοᾶ τό ῎Αρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν. 
Καὶ ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι. ῞Αμα αἱ ἀγγελικαί δυνάμεις ἐβόησαν, ἅμα αἱ πύλαι ἐπάρθησαν, καὶ αἱ ἁλύσεις ἐλύθησαν, ἅμα οἱ μοχλοὶ κατεκλάσθησαν, ἅμα τὰ κλεῖθρα ἐξέπεσαν, ἅμα τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου ἐδονήθησαν, ἅμα αἱ ἐνάντιαι δυνάμεις εἰς φυγὴν ἐτράπησαν, ἔφριξαν, ἐσαλεύθησαν, κατεπλάγησαν, ἐταράχθησαν, ἠλλοιώθησαν, ἐθροήθησαν, ἔστησαν ὁμοῦ καὶ ἐξέστησαν, ἠπόρησαν ὁμοῦ καὶ ἐτρόμαξαν.
᾿Εκεῖ γὰρ τότε διέκοψε Χριστός ἐν ἐκστάσει κεφαλὰς δυναστῶν». «᾿Εδεήθημεν Θεοῦ σαρκουμένου καί νεκρουμένου», θεολογεῖ ἡ ποικίλη μοῦσα τῆς δικῆς μας αὐλῆς, τῆς ᾿Εκκλησίας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος, γιά νά μπορέσουμε νά ζήσουμε. Αὐτός μᾶς ζύμωσε μέ τήν θεότητά Του, μᾶς ἐνέδυσε τήν θεία εὐπρέπεια, μᾶς λάμπρυνε μέ τήν τριαδική δόξα Του, μᾶς χάρισε τήν ἀνάστασι καί τήν ζωή.«῾Ως ζωηφόρος, ὡς Παραδείσου ὡραιότερος ὄντως καὶ παστάδος πάσης βασιλικῆς, ἀναδέδεικται λαμπρότερος Χριστὲ ὁ τάφος σου, ἡ πηγὴ τῆς ἡμῶν ἀναστάσεως». ΑΜΗΝ.

Πέμπτη, Απριλίου 09, 2015

Εις την Αγία και Μεγάλη Παρασκευή «Μετά τούτο ειδώς ό Ιησούς ότι πάντα ήδη τετέλεσται, ίνα τελειωθή ή γραφή, λέγει Διψώ»

«Μετά τούτο ειδώς ό Ιησούς ότι πάντα ήδη τετέλεσται, ίνα τελειωθή ή γραφή, λέγει Διψώ»

stavrwshΟ Κύριος μας σήμερα βρίσκεται πάνω στο σταυρό. Ή φύσις πάσχει. Ή γη βυθίζεται στο σκοτάδι, φορεί τα μαύρα. Τα βράχια σείονται, το καταπέτασμα του ναού σχίζεται. Οι άγγελοι πενθούν και λένε στους ανθρώπους, Κλάψτε και εσείς για το Χριστό. Πέντε ώρες έμεινε πάνω στο ξύλο του σταυρού ό Κύριος. Απερίγραπτο το μαρτύριο του. Άλλα και την ώρα του πόνου δεν έχασε τη διαύγεια του. Φίλοι και εχθροί, όλοι πέρασαν από τη σκέψη του. Όλους τους θυμήθηκε με μια αγάπη άπειρη.
Θυμήθηκε την Παναγία Μητέρα και την εμπιστεύθηκε στον Ιωάννη με το «Ιδού ή μήτηρ σου» (Ίωάν. 19,27). Θυμήθηκε και τους σταυρωτάς και είπε το «Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». Άλλ' ή ώρα του θανάτου πλησιάζει. Ή ζωή του Χριστού λειώνει σαν το κερί. Οι σταυρωτοί βλέπουν την αγωνία και με σαδισμό επιχαίρουν για τα παθήματα του. Τότε ό Χριστός ανοίγει τα χείλη και λέει. «Διψώ» (Ίωάν. 19,29). Αυτό το λόγο θέλησα να λάβω ως θέμα. Ελάτε να τον μελετήσουμε. Ζητώ τη βοήθεια του Εσταυρωμένου και τη δική σας προσοχή. Χριστέ, βοήθησε με Χριστιανοί, προσέξτε με. «Διψώ».
Από την ώρα πού συνελήφθη στη Γεσθημανή μέχρι τη στιγμή πού είπε τη λέξη αυτή, ό Χριστός υπέφερε μύρια μαρτύρια. Για κανένα όμως δεν άνοιξε το στόμα του να παραπονεθεί, έμεινε άφωνος σαν άκακο αρνίο. Όταν του έβαλαν το ακάνθινο στεφάνι δεν είπε «Ώ ή κεφαλή μου!», όταν τον χτύπησαν με το φραγγέλιο δεν είπε «'Ώ τα νώτα μου!», όταν τον κάρφωναν δεν είπε «'Ώ τα πόδια, ω τα χέρια μου!». Τώρα όμως πού πλησιάζει το τέλος λέει «Διψώ». Είναι μια ανάγκη του σώματος,
Είναι προπαντός ό πόνος της ψυχής του «Διψώ». Ποιος δίψα; Εκείνος πού δημιούργησε το νερό και τις δεξαμενές του. Υδρατμοί και νέφη, θάλασσες και ωκεανοί, πηγές και λίμνες, ποταμοί και ρυάκια, όλα Είναι έργα του. Αν δώσει μια διαταγή, ή θάλασσα θα γίνει ξηρά, οι ωκεανοί θα δείξουν το βυθό τους, οι πηγές θα στερέψουν, οί άνθρωποι θα πεθάνουν. και όμως ό δημιουργός του ύδατος διψά. «Διψώ». Ποίος το λέει; Εκείνος πού βρέχει επί δικαίους και αδίκους, εκείνος πού ποτίζει και τον κακούργο. Εκείνος πού δροσίζει τα άνθη κ αϊ τη χλόη. Εκείνος πού σε όλους προσφέρει ΔΩΡΕΑΝ το νερό.
Αυτός τώρα δίψα. «Διψώ». Και σε ποιους το λέει; Στους Ιουδαίους, πού μαζί με τους ξένους στρατιώτες κυκλώνουν το σταυρό. Αυτοί είχαν ιδιαίτερο λόγο να τον ευγνωμονούν. Δίψασαν κι αυτοί κάποτε, είπαν κι αυτοί «διψώ». Πού, πότε; Όταν διάβαιναν την έρημο της Αραβίας. Σταλαγματιά νερό δεν υπήρχε. Τρέχουν στο Μωϋσή «Διψούμε, δός μας νερό, χανόμαστε!». Ό Μωυσής παρακάλεσε το Θεό, κι ό Θεός τον διέταξε να χτυπήσει με το ραβδί του ένα βράχο. Κι ό βράχος έγινε βρύση.
Τους πότισε με άφθονο νερό. Ποιος; Αυτός πού τώρα φωνάζει «Διψώ». Όταν φώναξαν εκείνοι «διψούμε», ό Χριστός τους έδωσε νερό, τώρα πού ό Χριστός λέει «Διψώ», δέ' βρίσκεται ένας άπ' αυτούς να του προσφέρει λίγη δροσιά. Ώ της αχαριστίας σας, Ιουδαίοι! «αντί του μάννα χολήν, αντί του ύδατος όξος» (αντίφ. ι6' 1). «Διψώ». Είναι φυσικό να δίψα ό Χριστός. Είναι τέλειος άνθρωπος, έχει τις ανάγκες πού έχουμε κ' εμείς. Το αίμα του έφυγε, ποτίζει τη γη του Γολγοθά.
Σαν τραυματίας, σαν κουρασμένος οδοιπόρος φωνάζει «Διψώ». Άλλ' ή φωνή του «φωνή βοώντος εν τη έρήμω» (Ματθ. 3,3). Οι σταυρωτοί δεν εννοούν ν' ανακουφίσουν τον πόνο του. Αντιθέτως, νερό ζητεί, κι αυτοί του προσφέρουν ξίδι με χολή. Άλλα ή λέξη «Διψώ» δεν εκφράζει ανάγκη σωματική μόνο. Δέ' διψά μόνο το σώμα του Χριστού έχει και δίψα ψυχική. «Διψώ». τι διψά ή ψυχή του Χριστού μας; Διψά δικαιοσύνη. Εκείνος είπε «Μακάριοι οι διψώντες την δικαιοσύνην» (Ματθ. 5,6).
Ποιος άλλος αγάπησε το δίκαιο όσο ό Χριστός; και όμως έπεσε πρώτο θύμα της αγριωτέρας αδικίας. Ή καταδίκη του μένει αιώνιο στίγμα της ανθρωπινής δικαιοσύνης. «Δικαιοσύνη μάθετε, οι ενοικούντες επί της γης»(Ήσ. 26,9). Άλλα που δικαιοσύνη; Πάνω απ' το σταυρό σήμερα ρίχνει το θείο βλέμμα στη γη της αδικίας κι ακούω τη φωνή του «Διψώ». Διψά δικαιοσύνη, άλλ' οί άρχοντες των λαών βουλώνουν τ' αυτιά τους χειρότερα από τους Ιουδαίους.
Άγγλος πολιτικός είπε, ότι επικρατεί όχι ό νόμος της δικαιοσύνης, άλλ' ό νόμος της ζούγκλας, ό ισχυρός καταβροχθίζει τον αδύνατο. Το άνθος του δι καιου μαράθηκε από το λίβα της αδικίας. «Διψώ». Διψά τι; Ειρήνη. Εκείνος είπε «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί» (Ματθ. 5,9) και διέταξε την Εκκλησία του να εύχεται «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου». Ειρήνη διψά ή μεγάλη καρδιά του. Και αντί ειρήνης βρίσκει ταραχή, θόρυβο. Τα έθνη ετοιμάζονται για πόλεμο, τροχίζουν τα μαχαίρια τους πάνω στην ακονόπετρα του μίσους, τρέχουν ακάθεκτοι στο δρόμο του αίματος.
Δέ' βρίσκει ό Χριστός αυτό πού ποθεί, κ' εξακολουθεί να φωνάζει στον μαινόμενο κόσμο. Διψώ την ειρήνη! «Διψώ». τι διψά; Διψά αγάπη. Άλλα που αγάπη; Τα λουλούδια της αγάπης σπανίζουν πια στον εγωιστικό μας κόσμο. Το μίσος απλώνεται, ψυγείο κατήντησε ή γη, παγωνιά επικρατεί. Και ό Χριστός βλέπει τα παγόβουνα των καρδιών και φωνάζει. Κόσμε, διψώ αγάπη! «Διψώ». τι διψά; Αγιότητα ψυχών  και σωμάτων. Είναι εκείνος πού είπε «Μακάριοι οί καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεό όψονται» (Ματθ. 5,8).
Άλλα που ή αγιότης, πού ή παρθενία, πού ή καθαρότης των ηθών; Παντού υψώνονται ναοί της Αφροδίτης και βωμοί του Βάκχου. Τη σάρκα  και όχι το πνεύμα λατρεύει ό κόσμος. «Πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ουκ εστί ποιών χρηστότητα, ουκ εστίν έως ενός» (Ψαλμ. 13,3). Ή νεότης σαπίζει μέσα στη διαφθορά, το πνεύμα τυραννείται, ή σάρκα θριαμβεύει. Και ό Χριστός, πού βλέπει άπ' το σταυρό αυτό το βούρκο, φωνάζει. Κόσμε, διψώ αγιότητα  και καθαρότητα! «Διψώ». τι διψά;
Αλήθεια και ειλικρίνεια στους λόγους  και τα αισθήματα μας. «Εγώ ειμί... ή αλήθεια»  και «ή αλήθεια ελευθερώσει υμάς», είπε (Ίωάν. 14,6. 8,32). Άλλα πού αυτά! Όλοι σήμερα φορούμε τη μάσκα της υποκρισίας. Βλέπω γυναίκες πού διαβάζουν θρησκευτικά βιβλία, κάνουν μεγάλους σταυρούς, μιλούν ή μάλλον φλυαρούν περί Θεού, αλλά μένουν μόνο στα λόγια. Έργα μηδέν άκαρπες συκιές. Λησμόνησαν τα λόγια του Χριστού «Ου πάς ό λέγων μοι Κύριε, Κύριε, είσελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών».
Το ίδιο ισχύει  και για τους άντρες.  και ό Χριστός βλέπει τις μάσκες της υποκρισίας  και φωνάζει. Κόσμε, διψώ για αλήθεια  και ειλικρίνεια! «Διψώ». τι διψά; Τη σωτηρία της ψυχής σου. Χρόνια σε περιμένει ό Χριστός μας. Άλλα συ συνεχίζεις το δρομολόγιο της αμαρτίας. Στάσου λοιπόν μια στιγμή, άκουσε τον. Σου φωνάζει. Αμαρτωλέ, διψώ τη σωτηρία σου, γι' αυτήν φόρεσα τον ακάνθινο στέφανο, γι' αυτήν ανέβηκα στο σταυρό. Αδελφέ συναμαρτωλέ! Αν βρισκόσουν κάτω από το σταυρό  και άκουγες το Χριστό να φωνάζει «Διψώ», είμαι βέβαιος ότι θα έτρεχες να του φέρεις ένα ποτήρι νερό.
Άλλα  και σήμερα το ίδιο φωνάζει. «Διψώ». Διψά δικαιοσύνη, ειρήνη, αγάπη, αγιότητα, άλήθεια-ειλικρίνεια, σωτηρία ψυχών. Μη μείνουμε ασυγκίνητοι στη φωνή του. Όποιος αδικεί, όποιος μισεί  και φθονεί, όποιος κυλιέται στη λάσπη της ακολασίας, όποιος ζει στην υποκρισία  και το ψέμα, όποιος μένει αμετανόητος στην αμαρτία, ας του προσφέρει σήμερα ένα δάκρυ μετανοίας, αυτό προ παντός περιμένει ό Χριστός, αυτό θα Είναι ή καλύτερη δροσιά του.
Ω εσταυρωμένε Λυτρωτά! Δίψασες,  και οί σταυρωτέ σου έδωσαν χολή  και όξος, διψάς  και σήμερα, αλλά στη γη μας έχουν στερέψει οί πηγές του κάλου. Μόνο μικρά ποταμάκια καλοσύνης  και αρετής υπάρχουν μέσα στη Σαχάρα του κόσμου. Δός μας τη χάρη σου, ώστε τα ποταμάκια αυτά να γίνουν μεγάλοι ποταμοί, ή Σαχάρα να γίνει κήπος της Εδέμ, να βασιλεύσει παντού ή αγάπη ή δικαιοσύνη ή ειρήνη ή αγιότης ή παρθενία. Κάνε τη σημαία του σταυρού να κυματίζει παντού. Κάνε να σβήσουν μέσα μας όλες οι δίψες της αμαρτίας,  και ν' ανάψει στην καρδιά μας ή δίψα εκείνη της αγιότητας, πού αισθάνθηκες εσύ όταν από το σταυρό σου φώναξες «Διψώ»

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...