Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Νοεμβρίου 27, 2011

Είμαι θύμα σκευωρίας καταγγέλλει ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων και πάσης Παλαιστίνης Ειρηναίος - ΑΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ


Με «έφαγαν» με στημένη έρευνα που έγινε μέσα σε 24 ώρες. Πού είναι το ιερό χρήμα που διαχειρίστηκα δι' ίδιον όφελος; Δεν υπάρχει καμία υπογραφή μου στις πωλήσεις ακινήτων. Εάν αποχωρήσω θα είμαι προδότης. Δεν θα γίνω επίορκος, διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων. «Κρατείται απομονωμένος από τον υπόλοιπο κόσμο, κλειδωμένος απ' έξω σαν φυλακισμένος, χωρίς κανένα λόγο, παράνομα και ειδικά ενάντια στα ανθρώπινα δικαιώματα που διασφαλίζονται από πολλές διεθνείς συμβάσεις και πράξεις». Πρόκειται για απόσπασμα έκθεσης του πρώην δικαστή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ. Λουκή Λουκαΐδη για τις συνθήκες στις οποίες «ζει» στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ο Πατριάρχης Ειρηναίος, συνθήκες μαρτυρίας! Και κανένας δεν φωνάζει. 


Κανένας δεν συγκινείται. «Είμαι θύμα σκευωρίας», δηλώνει ευθέως ο Ειρηναίος σε συνέντευξή του στο «ΠΑΡΟΝ» και κατηγορεί στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών που σήμερα σιωπούν, ικανοποιημένοι γιατί έφεραν σε πέρας την αποστολή τους... 
// Μακαριώτατε, γίνεται λόγος πως η σημερινή διοίκηση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων δεν σας επιτρέπει καμία επαφή με τον έξω κόσμο. Είναι αλήθεια; 
– Από τον Φεβρουάριο του 2008 με τη συνεργασία και την ανοχή του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος που γνωρίζει σε τι απάνθρωπες, εξευτελιστικές και καταπιεστικές συνθήκες υποβάλλομαι από μια ομάδα φατριαστών εντός του Πατριαρχείου, απαγορεύεται η είσοδος σε όλους εκείνους που θέλουν να με επισκεφθούν. Διαδίδουν μάλιστα πως αν εξέλθω, δεν θα μου επιτρέψουν να γυρίσω. Πού παρακαλώ; Στην Εκκλησία και την Αδελφότητα την οποία υπηρετώ πλέον των 50 ετών με πίστη και αφοσίωση. Τώρα με όσα υφίσταμαι είμαι βέβαιος. Η «δόξα» του Πατριάρχου όπως τη φαντάζονται οι άνθρωποι είναι στην πραγματικότητα Σταυρός και άθλημα αρετής.

// Η ισραηλινή Αστυνομία δεν επεμβαίνει; Την έχετε καλέσει; 
– Ήρθε, είδε και αποσύρθηκε. Είπαν πως η κατάσταση αυτή αποτελεί εσωτερικό ζήτημα.

// Είστε ενοχλημένος από το Ισραήλ; 
– Το Ισραήλ είχε ανέκαθεν το αναφαίρετο δικαίωμα ως προς τον έλεγχο της νομιμότητας για το εκκλησιαστικό πραξικόπημα που εκδηλώθηκε στην επικράτειά του. Φρονώ ότι οι ιθύνοντες έχουν σταθμίσει τα γεγονότα, αλλά όπως και οι ίδιοι ισχυρίζονται η όχληση από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών για να δώσουν κάλυψη σε σωρεία παρανομιών και αντικανονικών πράξεων ήταν κατ' εξακολούθησιν και σε υπέρμετρο βαθμό.

// Η κρίση στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων έφτασε στο αποκορύφωμά της με τη μομφή ότι συμμετείχατε προσωπικά στις μακροχρόνιες ενοικιάσεις των δύο επίμαχων ξενοδοχείων «Petra» και «Imperial». Ποια είναι η θέση σας; 
– Είμαι θύμα σκευωρίας και κακοήθειας ανθρώπων μέσα από τη Διεύθυνση Εκκλησιών του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών και πολιτικών προσώπων οι οποίοι έχουν συμβάλει στην υπονόμευση και τον διασυρμό μου με παρασκηνιακές μεθοδεύσεις και τη λογική των διαπλεκομένων συμφερόντων. Δεν είναι επιλήψιμο ότι «καταδικαστήκαμε» μετά από μια ανεξέλικτη «έρευνα» διάρκειας ούτε 24 ωρών από εμπειρογνώμονες του ελληνικού ΥΠΕΞ άνευ αποδείξεων, άνευ απολογίας, παρά μόνον από συκοφαντίες και ανακρίβειες των κατηγόρων μου; Τέσσερα χρόνια τώρα ακούσατε μήπως εσείς πού είναι το ιερό χρήμα που έχω κατασπαταλήσει και που διαχειρίστηκα προς ίδιον όφελος σε προσωπικούς λογαριασμούς; Ειλικρινά λυπάμαι γιατί εκείνη την εποχή η πλειοψηφία των ΜΜΕ διά της μεθόδου της αναπαραγωγής και ανακύκλωσης αυτά παρουσίαζαν. Κλέφτης, απατεώνας, προδότης. Ο αρμόδιος πρώην υφυπουργός επί των εκκλησιαστικών ζητημάτων Παναγιώτης Σκανδαλάκης είναι καθοριστικό πρόσωπο. Αντί να αποδώσει δικαιοσύνη, επιβοηθούσε για την απομάκρυνσή μου από τον Πατριαρχικό θρόνο με την επικουρία ολιγάριθμων Ελληνοαμερικανών, παραγοντίσκων της ομογένειας, που επιστρατεύτηκαν εναντίον μου στο όνομα των προσωπικών τους συμφερόντων. Επειδή όμως παρακολουθώ όσα λέγονται και γράφονται, η υπουργός Εξωτερικών κ. Θεοδώρα Μπακογιάννη, σε συνέντευξη που παραχώρησε εφ' όλης της ύλης στην εφημερίδα «Απογευματινή» (10 Ιουλίου 2007), μιλώντας για τη διαφθορά, τόνισε πως δεν θέλει να κατηγορεί κανέναν πριν αποφανθεί η Δικαιοσύνη. Στη δική μας περίπτωση ποιο δικαστήριο και ποια αδιάσειστα στοιχεία μάς έκριναν ένοχο; Ας αναμοχλεύσουν οι υπόλοιπες πολιτικές παρατάξεις οι οποίες ελέγχουν την κυβέρνηση, την προχειρότητα, τη βιασύνη και τη μεροληψία που ακολούθησε κατά την τεχνητή εσωτερική κρίση στο Πατριαρχείο και θα εξακριβώσουν το μέγεθος του εγκλήματος και της πλεκτάνης. Το πόρισμα της επίσημης Επιτροπής Έρευνας της Παλαιστινιακής Αρχής είναι κόλαφος και οδηγός μαζί για την αποκάλυψη του σκανδάλου. 

// Η έγκριτη εφημερίδα «The Independent» σε μεταγενέστερο χρόνο από τα περιστατικά που οδήγησαν στην απομάκρυνσή σας, κάνει λόγο για «ανολοκλήρωτες» συμφωνίες εκμίσθωσης ιδιοκτησιών του Πατριαρχείου. 
– Οποιαδήποτε συναλλαγή πώλησης ή μακροχρόνιας μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων του Πατριαρχείου, για να είναι έγκυρη, χρειάζεται την έγκριση της Ιεράς Συνόδου και την υπογραφή του ιδίου του Πατριάρχη. Οι δήθεν γενόμενες εκχωρήσεις δεν έχουν τη δική μας υπογραφή ούτε επικυρώθηκαν από τη Σύνοδο. Σημειωτέον, το πληρεξούσιο ένεκα του οποίου δημιουργήθηκε ο θόρυβος ήταν δηλωμένο στο βιβλίο πρωτοκόλλου της Αρχιγραμματείας ως ανανέωση συμβολαίου ενός καταστήματος στην Παλιά Πόλη. Επιβεβαιώνεται με το απόσπασμα του δημοσιεύματος που κάνατε χρήση ότι ο πρώην υπάλληλος του Πατριαρχείου Νικόλαος Παπαδήμας δεν είχε την εξουσία και την άδεια να διενεργήσει τις συναλλαγές και να μισθώσει τα περιουσιακά στοιχεία. 
//Στην Πανορθόδοξο Συνδιάσκεψη (24 Μαΐου 2005) ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος σας υπέδειξε την παραίτηση για το καλό της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας. Πώς το σχολιάζετε; 

– Επαναλαμβάνω την τότε δήλωσή μου ότι «εμείς εφθάσαμεν εις την Πόλιν φέροντες κλάδον ελαίας και αυτό δυστυχώς δεν εξετιμήθη». Δεν καταλογίζουμε τίποτα σε κανέναν Προκαθήμενο και Αντιπρόσωπο των Αγιοτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών γιατί υπερίσχυσαν πολιτικές σκοπιμότητες. 

// Σας έχουν προταθεί ανταλλάγματα για να εγκαταλείψετε τους Αγίους Τόπους; 
– Ποιος και με ποια ιδιότητα; Με ποιο δικαίωμα; Αν εννοείτε τους κοσμικούς άρχοντες, αυτοί δεν έχουν το δικαίωμα να επεμβαίνουν στα εσωτερικά της Εκκλησίας. Εμείς δίδουμε υποσχέσεις, διαβεβαιώσεις, όρκο όταν γίνεται η κουρά μας ως μοναχοί, να μην εγκαταλείψουμε τη μονή της μετάνοιάς μας. Πώς θα φύγω; Εάν αποχωρούσα, θα ήμουν προδότης. Όχι, δεν θα γίνω επίορκος για να ικανοποιήσω όσους βυσσοδομούσαν για την απομάκρυνσή μου. Να ξέρετε, βάσει του οθωμανικού νόμου και του ιορδανικού και του νόμου του εσωτερικού Κανονισμού του Πατριαρχείου, ο Πατριάρχης είναι ισόβιος, «δεν παύεται ει μη μόνον εν περιπτώσει αιρέσεως και επειδή ούτε η Σύνοδος ή η Αδελφότης μετ' αυτής ή άλλο σωματείον έχει δικαίωμα παύσεως αυτού».

// Ο πρώην διάκονος του Μακαριστού Πατριάρχου Αλεξανδρείας κυρού Πέτρου έχει μιλήσει μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του «για μίζες ύψους 6 εκατ. δολαρίων που έβαλαν στην τσέπη πολιτικοί, διπλωμάτες και κληρικοί για να κάνουν το χατίρι μιας χώρας και ενός διεθνούς λόμπι». 
– Είναι μια καταγγελία που, αν αληθεύει, ερμηνεύει τη στάση σκοτεινών κέντρων για να καλύψουν την πραγματική διάσταση της υπόθεσής μας, που είναι διάσταση σκανδάλου. Όπως συνέβη με όλα τα προηγούμενα στην Ελλάδα για τα οποία ο κόσμος διερωτάται τι έγινε και γιατί δεν προχώρησε η διερεύνησή τους. Και λυπούμαι που αμυνόμενος σήμερα θα ρωτήσω τι απέγινε το περιβόητο πόρισμα για την πτώση του Σινούκ; Διανύουμε τη δεύτερη θητεία Καραμανλή –επί των ημερών του δημιουργήθηκαν τραγωδίες σε δύο πρεσβυγενή Πατριαρχεία– και προς το παρόν το μόνο απολύτως ορατό είναι η κυβερνητική προσπάθεια για πάση θυσία συγκάλυψη και στις δύο περιπτώσεις.

// Πώς είναι οι σχέσεις σας με την Αγιοταφιτική Αδελφότητα; 
– Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός πως πατέρες οι οποίοι είχαν εμπλακεί στην Αποκήρυξή μας τώρα έχουν καταλάβει το λάθος τους και συναισθάνονται απόλυτα το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει το Πατριαρχείο. Καθ' όσον με αφορά δύναμαι να αναμένω τη μετάνοιά τους με διάθεση συγγνώμης και με ιώβεια υπομονή.

// Πόσο βάσιμες είναι οι εικασίες περί αραβοποίησης του Πατριαρχείου; 
– Θεωρούμε ότι είναι μόνο σενάρια και θα θέλαμε να τονίσουμε πως οι σχέσεις του αραβοφώνου ποιμνίου μας με τους πατέρες της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας ήταν ανέκαθεν άριστες. Όσες φορές κάποιοι εξωτερικοί παράγοντες προσπάθησαν να διαταράξουν αυτήν την αρμονική σχέση απέτυχαν. Το ίδιο πιστεύουμε ότι θα συμβεί και τώρα, αλλά και στο μέλλον, παρά τη δύσκολη στιγμή που περνά η Σιωνίτιδα Εκκλησία εξαιτίας της διασαλεύσεως της κανονικής τάξεως στο Πατριαρχείο μας.

// Θα μπορούσε το Πατριαρχείο να διαδραματίσει κατευναστικό ρόλο στις πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις της περιοχής; 
– Από ανεπίσημους συνεργάτες υπήρχε η σκέψη στα πλαίσια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης το 2006 στην Πάτρα, μέσω μιας μεγάλης έκθεσης κειμηλίων –όπως η πρώτη και μοναδική ως τότε έξοδος θησαυρών του Αγίου Όρους στη Θεσσαλονίκη το 1997– και σε συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση, να προσκαλέσουμε στα εγκαίνια τους ηγέτες του Ισραήλ, της Παλαιστινιακής Αρχής και της Ιορδανίας, προκειμένου ουσιαστικά το αμέσως επόμενο διάστημα να συναντηθούν και με τον μεταξύ τους διάλογο να παραγάγουν ιδέες και προτάσεις που θα εξομάλυναν τις σχέσεις τους. Με όσα συνέβησαν το 2005 η ευκαιρία χάθηκε, κυρίως για την κυβέρνηση, που τα τελευταία χρόνια απώλεσε σταδιακά τον ρόλο του προνομιακού συνομιλητή με τον αραβικό κόσμο, ενώ η Τουρκία βλέπουμε αποκτά για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βαρύνουσα παρουσία στους συσχετισμούς της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής. 


Πηγη
greeknation


ΠΗΓΗ: Είμαι θύμα σκευωρίας καταγγέλλει ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων και πάσης Παλαιστίνης Ειρηναίος - ΑΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2011/11/blog-post_1319.html#ixzz1eqd7SDhQ

Όταν ο Καζαντζάκης συνάντησε στα Καρούλια τον γέροντα Μακάριο τον Σπηλαιώτη

Τελείωνε πια το προσκύνημά μας. Τις παραμονές του μισεμού πήρα τον ανήφορο μοναχός, ν’ ανέβω στ’ άγρια ησυχαστήρια, ανάμεσα στους βράχους αψηλά απάνω από τη θάλασσα, στα Καρούλια.

Τρυπωμένοι μέσα σε σπηλιές, ζουν εκεί και προσεύχουνται για τις αμαρτίες του κόσμου, καθένας μακριά από τον άλλο, για να μην έχουν και την παρηγοριά να βλέπουν ανθρώπους, οι πιο άγριοι, οι πιο άγιοι ασκητές του Αγίου Όρους.
Ένα καλαθάκι έχουν κρεμασμένο στη θάλασσα, κι οι βάρκες που τυχαίνει κάποτε να περνούν ζυγώνουν και ρίχνουν μέσα λίγο ψωμί, ελιές, ότι έχουν, για να μην αφήσουν τους ασκητές να πεθάνουν της πείνας.
Πολλοί από τους άγριους αυτούς ασκητές τρελαίνουνται. Θαρρούν πώς έκαμαν φτερά, πετούν απάνω από τον γκρεμό και γκρεμίζουνται…. Κάτω ο γιαλός είναι γεμάτος κόκκαλα.Ανάμεσα στους ερημίτες τούτους ζούσε τα χρόνια εκείνα, ξακουστός για την αγιοσύνη του, ο Μακάριος ο Σπηλαιώτης.
Αυτόν κίνησα να δω. Από τη στιγμή που πάτησα στο ιερό βουνό, είχα πάρει την απόφαση να πάω να τον δω, να σκύψω να του φιλήσω το χέρι και να του ξομολογηθώ.
Όχι τα κρίματά μου, δεν πίστευα να χα κάμει ως τότε πολλά, όχι τα κρίματά μου παρά την εωσφορική αλαζονεία που συχνά μ’ έσπρωχνε να μιλώ με αναίδεια για τα εφτά μυστήρια και τις δέκα εντολές και να θέλω να χαράξω δικό μου δεκάλογο.
Έφτασα κατά το μεσημέρι στ’ ασκηταριά.
Τρύπες μαύρες στον γκρεμό, σιδερένιοι σταυροί καρφωμένοι στους βράχους, ένας σκελετός πρόβαλε από μια σπηλιά, τρόμαξα.
Σα να χε φτάσει κιόλας η Δευτέρα Παρουσία και ξεπρόβαλε ο σκελετός αυτός από τη γης και δεν είχε ακόμα προφτάσει να ντυθεί όλες τις σάρκες του.
Φόβος κι αηδία με κυρίεψε, και συνάμα κρυφός ανομολόγητος θαμασμός.
Δεν τόλμησα να τον ζυγώσω, τον ρώτησα από μακριά. Άπλωσε το ξεραμένο μπράτσο, αμίλητος, και μου δείξε μια μαύρη σπηλιά αψηλά στα χείλια του γκρεμού.
Πήρα ν’ ανεβαίνω πάλι τους βράχους, με καταξέσκισαν τα αγκρίφια τους, έφτασα στη σπηλιά. Έσκυψα να δω μέσα. Μυρωδιά χωματίλα και λιβάνι, σκοτάδι βαθύ. Σιγά-σιγά διέκρινα ένα σταμνάκι δεξά, σε μια σκισμάδα του βράχου, τίποτα άλλο.
Έκαμα να φωνάξω, μα η σιωπή μέσα στο σκοτάδι ετούτο μου φάνηκε τόσο ιερή, τόσο ανησυχαστική, που δεν τόλμησα. Σαν αμαρτία, σαν ιεροσυλία μου φάνηκε εδω η φωνή του ανθρώπου.
Είχαν πια συνηθίσει τα μάτια μου στο σκοτάδι, κι ως τα γούρλωνα και κοίταζα, ένας φωσφορισμός απαλός, ένα πρόσωπο χλωμό, δυό χέρια σκελεθρωμένα κουνήθηκαν στο βάθος της σπηλιάς κι ακούστηκε γλυκιά ξεπνεμένη φωνή:
– Καλώς τον!
Έκαμα κουράγιο, μπήκα στη σπηλιά, προχώρησα κατά τη φωνή. Κουλουριασμένος χάμω, είχε σηκώσει το κεφάλι ο ασκητής, και διέκρινα στο μεσόφωτο το πρόσωπό του άτριχο, φαγωμένο από τις αγρύπνιες και την πείνα, με αδειανούς βολβούς, να γυαλίζει βυθισμένο σε ανείπωτη μακαριότητα. Τα μαλλιά του είχαν πέσει, έλαμπε το κεφάλι του σαν κρανίο.
– Ευλόγησον, πάτερ, είπα κι έσκυψα να του φιλήσω το κοκαλιασμένο χέρι.
Κάμποση ώρα σωπαίναμε.
Κοίταζα με απληστία την ψυχή τούτη που είχε εξαφανίσει το κορμί της, αυτό βάραινε τις φτερούγες της και δεν την άφηνε ν’ ανέβει στον ουρανό.Ανήλεο, ανθρωποφάγο θεριό η ψυχή που πιστεύει.Κρέατα, μάτια, μαλλιά, όλα του τα χε φάει.Δεν ήξερα τι να πω, από που ν’ αρχίσω.
Σαν ένα στρατόπεδο ύστερα από φοβερή σφαγή μου φάνταζε το σαράβαλο κορμί μπροστά μου. Ξέκρινα απάνω του τις νυχιές και τις δαγκωματιές του Πειρασμού.
Αποκότησα τέλος:
– Παλεύεις ακόμα με το Διάβολο, πάτερ Μακάριε; τον ρώτησα.
- Όχι πια, παιδί μου.Τώρα γέρασα, γέρασε κι αυτός μαζί μου. Δεν έχει δύναμη. Παλεύω με το Θεό.
– Με το Θεό ! έκαμα ξαφνιασμένος κι ελπίζεις να νικήσεις;
–Ελπίζω να νικηθώ, παιδί μου. Μου απόμειναν ακόμα τα κόκαλα. Αυτά αντιστέκουνται.
– Βαριά η ζωή σου, γέροντά μου. Θέλω κι εγώ να σωθώ, δεν υπάρχει άλλος δρόμος;
– Πιο βολικός; έκαμε ο ασκητής και χαμογέλασε με συμπόνια.
– Πιο ανθρώπινος, γέροντά μου.
– Ένας μονάχα δρόμος.
– Πώς τον λέν;
– Ανήφορο. Ν’ ανεβαίνεις ένα σκαλί. Από το χορτασμό στην πείνα, από τον ξεδιψασμό στη δίψα, από Τη Χαρά Στον Πόνο. Στην κορφή της πείνας, της δίψας, του πόνου κάθεται ο Θεός. Στην κορφή της καλοπέρασης κάθεται ο Διάβολος διάλεξε.
– Είμαι ακόμα νέος. Καλή ναι η γης, έχω καιρό να διαλέξω. Άπλωσε ο ασκητής τα πέντε, κόκαλα του χεριού του, άγγιξε το γόνατό μου, με σκούντηξε:
- Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πριν σε ξυπνήσει o Χάρος.
Ανατρίχιασα.
– Είμαι νέος, ξανάπα για να κάμω κουράγιο.
- Ο Χάρος αγαπάει τους νέους. Η Κόλαση αγαπάει τους νέους. Η ζωή ναι ένα μικρό κεράκι αναμμένο, εύκολα σβήνει, έχε το νου σου, ξύπνα!
Σώπασε μια στιγμή, και σε λίγο:
– Είσαι έτοιμος; μου κάνει.
Αγανάχτηση με κυρίεψε και πείσμα.
– Όχι! φώναξα.
– Αυθάδεια της νιότης! Το λες και καυχιέσαι, μη φωνάζεις. Δε φοβάσαι;
– Ποιος δε φοβάται; Φοβούμαι. Κι ελόγου σου, πάτερ άγιε, δε φοβάσαι;
Πείνασες, δίψασες, πόνεσες, κοντεύει να φτάσεις στην κορφή της σκάλας, φάνηκε! πόρτα της Παράδεισος. Μα θ’ ανοίξει η πόρτα αυτή να μπεις; Θ’ ανοίξει; είσαι σίγουρος;
Δύο δάκρυα κύλησαν από τις κόχες των ματιών του. Αναστέναξε. Και σε λίγο:
- Είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού. Αυτή νικάει και συχωρνάει τις αμαρτίες του ανθρώπου.
– Κι εγώ είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού. Αυτή λοιπόν μπορεί να συχωρέσει και την αυθάδεια της νιότης.
– Αλοίμονο να κρεμόμαστε μονάχα από την καλοσύνη του Θεού. Η κακία τότε κι η αρετή θα μπαίναν αγκαλιασμένες στην Παράδεισο.
– Δεν είναι, θαρρείς, γέροντά μου,η καλοσύνη του Θεού τόσο μεγάλη;
Κι ως το πα, άστραψε στο νου μου ο ανόσιος, μπορεί, μα, ποιος ξέρει, μπορεί ο τρισάγιος στοχασμός, πώς θα ρθει καιρός της τέλειας λύτρωσης, της τέλειας φίλιωσης, θα σβήσουν οι φωτιές της Κόλασης, κι ο Ασωτος Υιός, ο Σατανάς, θ’ ανέβει στον ουρανό, θα φιλήσει το χέρι του Πατέρα και δάκρυα θα κυλήσουν από τα μάτια του: «Ήμαρτον!» θα φωνάξει, κι ο Πατέρας θ’ ανοίξει την αγκάλη του: «Καλώς ήρθες» θα του πει «καλώς ήρθες, γιε μου.
Συχώρεσε με που σε τυράννησα τόσο πολύ!».
Μα δεν τόλμησα να ξεστομίσω το στοχασμό μου.
Πήρα ένα πλάγιο μονοπάτι να του το πω.
– Έχω ακουστά, γέροντά μου, πώς ένας άγιος, δε θυμάμαι τώρα ποιός, δεν μπορούσε να βρει ανάπαψη στην Παράδεισο.
Άκουσε ο Θεός τους στεναγμούς του, τον κάλεσε:
«Τί έχεις κι αναστενάζεις;» τον ρώτησε. «Δεν είσαι ευτυχής;
Πώς να μαι ευτυχής, Κύριε;» του αποκρίθηκε ο άγιος. Στη μέση μέση της Παράδεισος ένα σιντριβάνι και κλαίει.
Τί συντριβάνι;
Τα δάκρυα των κολασμένων.
Ο ασκητής έκαμε το σημάδι του σταυρού, τα χέρια του έτρεμαν.
– Ποιος είσαι; έκαμε με φωνή ξεψυχισμένη.
Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά!
Έκαμε πάλι το σταυρό του τρεις φορές, έφτυσε στον αέρα:
– Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά, ξανάπε, κι η φωνή του τώρα είχε στερεώσει.
Άγγιξα το γόνατό του που γυάλιζε γυμνό στο μεσόφωτο. Το χέρι μου πάγωσε.
– Γέροντά μου, του κάνω, δεν ήρθα εδώ να σε πειράξω, δεν είμαι ο Πειρασμός. Είμαι ένας νέος που θέλει να πιστέψει απλοϊκά, χωρίς να ρωτάει, όπως πίστευε ο παππούς μου ο χωριάτης θέλω, μα δεν μπορώ.
– Αλίμονο σου, αλίμονο σου, δυστυχισμένε.
Το μυαλό θα σε φάει, το εγώ θα σε φάει.
Ο αρχάγγελος Εωσφόρος, που εσύ υπερασπίζεσαι και θες να τον σώσεις, ξέρεις πότε γκρεμίστηκε στην Κόλαση;
Όταν στράφηκε στο Θεό κι είπε:
Εγώ. Ναι ναι, άκου, νεαρέ, και βάλ’ το καλά στo νου σου:
– Ένα μονάχα πράμα κολάζεται στην Κόλαση, το εγώ.
Το εγώ, ανάθεμά το!
Τίναξα το κεφάλι πεισματωμένος:
– Με το εγώ αυτό ξεχώρισε ο άνθρωπος από το ζώο, μην το κακολογάς, πάτερ Μακάριε.
– Με το εγώ αυτό ξεχώρισε… από το Θεό. Πρώτα όλα ήταν ένα με το Θεό, ευτυχισμένα στον κόρφο του. Δεν υπήρχε εγώ και συ κι εκείνος δεν υπήρχε δικό σου και δικό μου, δεν υπήρχαν δυό, υπήρχε ένα. Το Ένα, ο Ένας. Αυτός είναι ο Παράδεισος που ακούς, κανένας άλλος. Από κει ξεκινήσαμε, αυτόν θυμάται και λαχταρίζει η ψυχή να γυρίσει. Βλογημένος ο θάνατος! τί ναι ο θάνατος, θαρρείς;Ένα μουλάρι, το καβαλικεύουμε και πάμε.
Μιλούσε, κι όσο μιλούσε το πρόσωπό του φωτίζουνταν.
Γλυκό, ευτυχισμένο χαμόγελο ξεχύνουνταν από τα χείλια του κι έπιανε όλο του το πρόσωπο. Ένιωθες βυθίζουνταν στην Παράδεισο.
– Γιατί χαμογελάς, γέροντά μου;
– Είναι να μη χαμογελώ; μου αποκρίθηκε είμαι ευτυχής, παιδί μου.
Κάθε μέρα, κάθε ώρα, γροικώ τα πέταλα του μουλαριού, γροικώ το Χάρο να ζυγώνει. Είχα σκαρφαλώσει τα βράχια για να ξομολογηθώ στον άγριο τούτον απαρνητή της ζωής. Μα είδα ήταν ακόμα πολύ ενωρίς.
Η ζωή μέσα μου δεν είχε ξεθυμάνει, αγαπούσα πολύ τον ορατό κόσμο, έλαμπε o Εωσφόρος στο μυαλό μου, δεν είχε αφανιστεί μέσα στην τυφλωτική λάμψη του Θεού.
Αργότερα, συλλογίστηκα, σα γεράσω, σαν ξεθυμάνω, σαν ξεθυμάνει μέσα μου κι o Εωσφόρος.
Σηκώθηκα. Ασκωσε ο γέροντας το κεφάλι.
– Φεύγεις; έκαμε άε στο καλό. Ο Θεός μαζί σου.
Και σε λίγο, περιπαιχτικά:
– Χαιρετίσματα στον κόσμο.
– Χαιρετίσματα στον ουρανό, αντιμίλησα. Και πες στο Θεό, δε φταίμε εμείς, φταίει αυτός που έκαμε τον κόσμο τόσο ωραίο.

Αγίου Μεγαλομάρτυρος Ιακώβου του Πέρσου (27 Νοεμβρίου)


Αγίου Μεγαλομάρτυρος Ιακώβου του Πέρσου
Η δύναμη της μετανοίας
Η ιστορία του σήμερα εορταζομένου Αγίου Ιακώβου του Πέρσου, αδελφοί μου, δεν είναι συνηθισμένη. Είναι, όμως, πολύ ενδιαφέρουσα. Πρόκειται για έναν Μάρτυρα της πίστεως, ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα στην Περσία και, ενώ είχε γεννηθεί σε Χριστιανική οικογένεια και ανατραφεί σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, εντούτοις δε δίστασε νααρνηθεί την πίστη στον Χριστό και να υποταχθεί στην απάτη των ειδώλων. Η πνευματική αυτή τύφλωση που υπέστη ο Ιάκωβος ήταν καρπός της δόξας, του πλούτου και των τιμών, με τις οποίες τον περιέβαλε ο Πέρσης Βασιλιάς Βαχράμ ο Ε΄, προκειμένου να ασπασθεί τη ειδωλολατρική θρησκεία. Σύμφωνα με τον ιερό Συναξαριστή «όταν το έμαθαν η μητέρα και η γυναίκα του, του έστειλαν μία επιστολή με την οποία τον πληροφορούσαν ότι δεν τους συνέδεε πια τίποτε, αφού είχεπροτιμήσει την πρόσκαιρη δόξα από την αγάπη του Χριστού και την επαγγελία των ουρανίων αγαθών. Τα λόγια αυτά συνετάραξαν τον Ιάκωβο και συνερχόμενος όπως και από μέθη, έκλαυσε πικρά για το αμάρτημά του και άλλαξε ριζικά στάση απέναντι στον βασιλέα.

       Ομολόγησε δημόσια το σφάλμα του και διακήρυξε παντού ότι ήταν μαθητής του Σωτήρος που σταυρώθηκε για την σωτηρία μας. Δεν είχε πια παρά μόνον μία επιθυμία: να συμμερισθεί τον ζωοποιό τούτο θάνατο για να βρει μια θέση πλησίον του Θεού…». 1Η επιστροφή του στηναλήθεια του Χριστού και η ειλικρινής μετάνοιά του, τον οδήγησαν σε φρικτό μαρτύριο, το οποίο τον κατέταξε στην αγιασμένη χορεία των ομολογητών και Μαρτύρων της πίστεως.Το μήνυμα που εκπέμπει ο βίος του Αγίου Ιακώβου του Πέρσου σχετίζεται με την δύναμη της μετανοίας, η οποία μπορεί να συγκλονίσει εσωτερικά τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει, όχι απλά στην διόρθωση του βίου, αλλά και σ’ αυτήν ακόμα την αγιότητα. Η μετάνοια είναι η δυνατότητα που παρέχει ο Θεός, στον πεπτωκότα άνθρωπο ν’ αποκαταστήσει τη διασαλευμένη, λόγω της αμαρτίας, σχέση με Εκείνον.
      Είναι ένα Θεϊκό χάρισμα που εξαντλείται στα πλαίσια αυτής της ζωής, παρέχοντας στους ανθρώπους την ευχέρεια της επισήμανσης των λαθών και των πτώσεων και της διόρθωσής τους με τα μέσα και τις δυνατότητες που η Εκκλησία προτείνει. Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, για την πραγμάτωση της μετανοίας είναι η αυτογνωσία, μια διαδικασία που απαιτεί εσωτερικό ηρωισμό και διάθεση από τον άνθρωπο να τα «βάλει» με τον εαυτό του,να επιχειρήσει μια δυναμική αναμέτρηση με το «εγώ» του, πολλές φορές, δραματική και επίπονη. Η κατάκτηση της αυτογνωσίας περνά μέσα από τη διαδικασία της αυτοεξέτασης και αυτομεμψίας, μέσα από τη ρεαλιστική αντιμετώπιση των κακώς κειμένων εντός μας και τη ριζοσπαστική απόφαση για αλλαγή πλεύσης και πορείας. Όσο κι αν ακούγεται ως κάτι απλό, η αλήθεια είναι πως απαιτεί κόπο πνευματικό, ταπείνωση και συντριβή καρδιάς, στοιχεία που δεν συνάδουν και τόσο με τον τρόπο ζωής στον οποίο όλοι μας, σχεδόν,έχουμε οδηγήσει τον εαυτό μας στην εποχή μας.
     Είναι η εποχή της έπαρσης και της αλαζονείας, που χαρακτηρίζεται από την άμετρη διάθεση υποκατάστασης τηςπαρουσίας του Θεού και της χάρης που Αυτός παρέχει. Η βούληση για αυτοκριτική και αυτοέλεγχο δεν υφίσταται, ίσως γιατί μάς «βολεύει» να μη δίνουμε λόγο σε κανέναν άλλο παρά μόνο στον εαυτό μας, οοποίος, ούτως ή άλλως, είναι πολύ επιεικής και υποκειμενικός κριτής. Αλλά εκείνος που πιστεύει ότι τα πάντα δεν εξαντλούνται εδώ και ότι υπάρχει το αιώνιο μέλλον της Βασιλείας του Θεού για την κατάκτηση του οποίου πρέπει να εργαστεί σ’ αυτή τη ζωή, δε μπορεί παρά να σταθεί με πιο υπεύθυνο και σοβαρό τρόπο απέναντι στον εαυτό του και το Θεό, κάνοντας το παν για να γίνει δικός Του, οικείος Του. Είναι ο αγώνας να ξεπεράσει το πνεύμα της εποχής, να υπερνικήσει τα στεγανά του εγωισμού του και να νιώσει ότι το σήμερα και το αύριο αυτής της ζωής είναι τίποτα μπροστά στην αιωνιότητα και ότι το κλειδί για να ανοίξει τις πύλες της είναι μόνο η μετάνοια, προϊόν της προσωπικής του αυτογνωσίας, της αληθινής και ουσιαστικής γνώσης της ύπαρξής του.
      Αποτέλεσμα της μετανοίας είναι η δημιουργία ενός νέου προσωπικού ήθους, ενός ανανεωμένου φρονήματος, η χάραξη μιας νέας, σωστής πνευματικής κατεύθυνσης, που πρέπει να συνοδεύει τον άνθρωπο μέχρι τη στιγμή του θανάτου. Να γιατί η μετάνοια είναιευλογία του Θεού σε όλους μας, ένα χάρισμα - έκφραση της αστείρευτης αγάπης Του, η αξιοποίηση του οποίου σβήνει το παρελθόν και ανοίγει το δρόμο για το μέλλον. ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε. Ο – Μητρόπολη Δημητριάδος
1. Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος 3, σελ. 293

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιη' στίχοι 18-27).Ο πλούσιος νέος και ο Χριστός.




ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιη' στίχοι 18-27).
Ο πλούσιος νέος και ο Χριστός.


Κείμενο:


Τω καιρώ εκείνω άνθρωπός τις προσήλθε τω Ιησού πειράζων αυτόν και λέγων διδάσκαλε αγαθέ, τί ποιήσας ζωήν αιώνιον κληονομήσω; είπε δε αυτώ ο Ιησούς· τί με λέγεις αγαθόν; Ουδείς αγαθός ει μη είς, ο Θεός. Τάς εντολάς οίδας· μη μοιχεύσης, μη φονεύσης, μη κλέψης, μη ψευδομαρτυρήσης, τίμα τον πατέρα Και την μητέρα σου. Ο δε είπε· ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου. Ακούσας δε ταύτα ο Ιησούς είπεν αυτώ· έτι έν σοι λείπει· πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι. Ο δε ακούσας ταύτα περίλυπος εγένετο· ην γαρ πλούσιος σφόδρα.Ιδών δε αυτόν ο Ιησούς περίλυπον γενόμενον είπε- πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού. Ευκοπώτερον γαρ εστί κάμηλον δια τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν.Είπον δε οι ακούσαντες· και τίς δύναται σωθήναι; Ο δε είπε· τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεω εστίν».

Μετάφραση:



Εκείνο τον καιρό ένας άνθρωπος πλησίασε τον Ιησού, πειράζοντας τον και λέγοντας· Άγιε διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή; Και ο Ιησούς του είπε· Γιατί με λες άγιο; Κανένας δεν είναι άγιος παρά μόνο ένας, ο Θεός. Τις εντολές τις ξέρεις· μην πειράξεις ξένη γυναίκα, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην πάρεις ψεύτικο όρκο, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου. Και εκείνος είπε· όλα αυτά τα έχω τηρήσει πιστά από τα μικρά μου χρόνια. Και όταν άκουσε αυτά ο Ιησούς, του είπε· ένα ακόμα σου λείπει· όλα όσα έχεις πούλησε τα και μοίρασε τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό και έλα να με ακολουθείς. Αλλά εκείνος, όταν άκουσε αυτά, έπεσε σε μεγάλη λύπη· γιατί ήταν πάρα πολύ πλούσιος. Όταν τον είδε ο Ιησούς που λυπήθηκε τόσο πολύ, είπε· πόσο δύσκολα εκείνοι που έχουν χρήματα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού! Γιατί είναι πιο εύκολο να περάσει μια καμήλα από την τρύπα της βελόνας παρά πλούσιος μπει στη βασιλεία του Θεού. Τότε είπαν εκείνοι που τον άκουσαν: ποιος μπορεί να σωθεί; Και ο Ιησούς είπε τα αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για το Θεό.

Σχόλια:


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ’ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. 18, 18-27)

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ
«Πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες
εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού!»

ΧΡΗΜΑ! ΜΙΑ ΛΕΞΗ που μαγεύει. Χρήμα! Ένα αντικείμενο που πολλοί το θεοποιήσαμε και το λατρεύουμε. Χρήμα! Ο κορυφαίος στόχος της ζωής πολλών ανθρώπων, τον οποίο αγωνίζονται να κατακτήσουν με όλες τους τις δυνάμεις.
Για τα χρήματα μας ομιλεί σήμερα και ο Κύριος. Με αφορμή τον πλούσιο εκείνο νέο που ήρθε να τον ρωτήσει με ποιόν τρόπο θα κληρονομούσε την αιώνια ζωή. Ο Ιησούς του υπέδειξε τον δρόμο των εντολών. Ο νέος απάντησε ότι τις τηρούσε από τα πρώτα νεανικά του χρόνια. Και τότε ο Κύριος του συνέστησε: «Σου λείπει και κάτι άλλο. Όλα όσα έχεις πούλησε τα. Μοίρασε τα στους φτωχούς. Έτσι θα αποκτήσεις ουράνιο θησαυρό. Και τότε ακολούθησε με».
Ο νέος, ακούγοντας τα λόγια τούτα του Χριστού, λυπήθηκε. «Ήν γαρ πλούσιος σφόδρα», σημειώνει ο ιερός Λουκάς. Γύρισε τις πλάτες κι έφυγε. Τότε ο Κύριος στράφηκε προς τους ακροατές Του και είπε: «Πόσο δύσκολο είναι γι’ αυτούς που έχουν τα χρήματα να μπουν στην Βασιλεία του Θεού!».
Ο Κύριος, λοιπόν, ομιλεί για το χρήμα, τον πλούτο και την ιδιοκτησία, θέματα καυτά σε κάθε εποχή, θέματα που απασχόλησαν βασανιστικά τους ανθρώπους και για τα οποία διεξήχθησαν τόσοι και τόσοι αγώνες. Τι, λοιπόν, έχει να μας πει; Και ευρύτερα; Ποια είναι η θέση του Ευαγγελίου και της Εκκλησίας;

Το δικαίωμα στην ιδιοκτησία
από χριστιανική σκοπιά

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ αμφιβολία ότι, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Ο Θεός του έδωσε το δικαίωμα να νέμεται και να απολαμβάνει τα αγαθά της γης. «Κατακυριεύσατε αυτής» (της γης, δηλαδή), ήταν η εντολή του Θεού προς τους πρωτοπλάστους. «Ου κλέψεις» και «ουκ επιθυμήσεις όσα τω πλησίον σου εστιν», ήταν δυο από τις εντολές του Δεκαλόγου (Δευτ. 5, 19, 21). Μην κλέψεις κάτι που ανήκει στον άλλον. Μην επιθυμήσεις όσα είναι του πλησίον, του διπλανού σου. Στον πλούσιο νέο του σημερινού Ευαγγελίου ο Κύριος λέει: «Πάντα όσα έχεις πώλησον». Στους μαθητές Του έδινε την εντολή: «Πωλήσατε τα υπάρχοντα υμών και δότε ελεημοσύνην» (Λουκ. 12, 33). Κανείς όμως μπορεί να πουλήσει ό,τι είναι δικό του, ό,τι του ανήκει. Ο λόγος του Θεού μακαρίζει το έργο της φιλανθρωπίας: «Μακάριον εστι μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν» (Πραξ. 20, 35). Αλλά για να δώσει κανείςσημαίνει πως πρέπει να έχει. Σημαίνει ότι μόνο από τα δικά του μπορεί να προσφέρει. Οι μυροφόρες γυναίκες, πιστές μαθήτριες του Κυρίου, ήταν ευκατάστατες. «Διηκόνουν αυτώ από των υπαρχόντων αυταίς» (Λουκ. 8, 3). Ένας από τους δώδεκα μαθητές, ο Ιούδας – ο μετέπειτα προδότης – είχε στα χέρια του το ταμείο συντηρήσεως του Κυρίου και των μαθητών. Ακόμη και τους φόρους προς το κράτος δεν αρνήθηκε να αποδώσει ο Ιησούς (Ματθ. 17, 27 & 21, 21).
Βεβαίως ο Κύριος στάθηκε αυστηρός απέναντι στους πλουσίους. «Ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε παράκλησιν υμών» (Λουκ. 6, 24). Όχι γιατί ο πλούτος από μόνος του είναι κάτι κακό, αλλά διότι εύκολα ο πλούσιος γίνεται δούλος του πλούτου. Λησμονεί τον Θεό. Περιφρονεί τον συνάνθρωπο του. Καταπατά την ηθική. Αρνείται την δικαιοσύνη.
Ακόμη μακάρισε τους φτωχούς. «Μακάριοι οι πτωχοί, ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία του Θεού» (Λουκ. 6, 20). Όχι πάλι γιατί από μόνη της η φτώχεια σώζει, αλλά διότι – περισσότερο από τον πλούτο – δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να ελπίζει στον Θεό και να κατανοεί ότι ο άνθρωπος δεν εξαντλείται στη σωματική του υπόσταση μόνο, αλλ’ ότι περιλαμβάνει και μιαν αθάνατξ ψυχή, η οποία έχει τις δικές της πνευματικές ανάγκες.
Σε τελευταία ανάλυση ο Χριστός και τον πλούτο και την φτώχεια – φαινόμενα που συναντούμε σε όλες τις εποχές, ασχέτως τι είδους κοινωνικά και οικονομικά συστήματα επικρατούν – τα βλέπει από τη σκοπιά της αιωνιότητας. Τα κρίνει με το νόμο του Θεού. Τα αξιολογεί με κριτήριο τη μεγάλη αλήθεια ότι όλοι μας είμαστε παιδιά του Θεού με ίσα δικαιώματα και με ιερές υποχρεώσεις ο ένας απέναντι στον άλλο.

Οι πειρασμοί του χρήματος

ΔΕΝ ΑΡΝΕΙΤΑΙ, λοιπόν, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και την ύπαρξη του χρήματος το Ευαγγέλιο, μέσα στη ζωή μας. Αυτό όπμως δεν σημαίνει πως δεν αναγνωρίζει και τους πειρασμούς που συνεπάγεται το πράγμα, αν ο άνθρωπος δεν το τοποθετήσει πάνω σε ορθή βάση. Αν δεν κάνει καλή χρήση του χρήματος. Είναι όντως δυνατό το χρήμα. Συγχρόνως όμως και τρομερή αδυναμία! Γιατί;
Πρώτον διότι πολλές φορές υποδουλώνει εκείνον που το έχει. Από κύριο τον μεταβάλλεο σε υπηρέτη. Από ελεύθερο άνθρωπο σε ανδράποδο του μαμμωνά. Από λάτρη του ζώντος και αληθινού Θεού σε ειδωλολάτρη, αφού κατά τον Απόστολο η πλεονεξία είναι «ειδωλολατρεία» (Κολ. 3,5).
Δεύτερον διότι, προκειμένου να αποκτηθούν και να διαφυλαχθούν τα πλούτη, ο άνθρωπος εκτίθεται σε τρομερούς κινδύνους. «Οι βουλόμενοι πλουτείν», υπογραμμίζει με έμφαση ο απόστολος Παύλος, «εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν» (Α’ Τιμ. 6, 9). Το χρήμα μοιάζει λίγο με το νερό. Όταν κυλά ήρεμα, δροσίζει και ποτίζει τα πάντα. Όταν όμως γίνεται ορμητικό και πλημμυρίζει, τότε πνίγει και καταστρέφει οτιδήποτε συναντήσει στο πέρασμα του.
Τρίτον, οι κυνηγοί του χρήματος δοκιμάζουν μεγάλους πειρασμούς, που δυσκολεύουν την απόκτηση της αρετής και διευκολύνουν την διάπραξη της αμαρτίας. Εύκολα καταπατούν τον ηθικό νόμο. Στραγγαλίζουν το δίκαιο. Εκμεταλλεύονται τον μόχθο και τον ιδρώτα των άλλων. Παρανομούν και φοροδιαφεύγουν. Τυφλωμένοι καθώς είναι από τη λάμψη του χρυσού, βλέπουν τα πάντα κάτω από το παραμορφωτικό πρίσμα της μανίας του πλουτισμού που τους τυραννεί.
Γι’ αυτό και ο Κύριος σήμερα επισημαίνει μελαγχολικά ότι «δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού». Δεν λέει ότι είναι αδύνατον αλλά δύσκολο. Και όταν οι ακροατές Του ευθύς αμέσως τον ρωτήσουν «Και τις δύναται σωθήναι;», εκείνος θα απαντήσει: «Τα αδύνατα παρά ανθρώπους δυνατά παρά τω Θεώ εστιν». Κοντά στο Θεό όλα είναι δυνατά. Και η σωτηρία των πλουσίων, αυτών που διαθέτουν άφθονο χρήμα, αρκεί να συνειδητοποιήσουν το χρέος τους και να αγωνιστούν να το εκπληρώσουν.
Η χριστιανική στάση απέναντι στο χρήμα

ΤΟ ΧΡΗΜΑ συνεπάγεται μερικές βασικές υποχρεώσεις για τον χριστιανό που θέλει να το αντιμετωπίζει με τα κριτήρια του Ευαγγελίου του Χριστού.
Υποχρέωση πρώτη, να το κερδίζουμε με θεμιτά μέσα. Με τον τίμιο και ευλογημένο ιδρώτα μας. Όχι με την κλεψιά. Όχι με την εκμετάλλευση από τον εργοδότη, μα ούτε και με την απάτη από την πλευρά του εργαζομένου. Γιατί, δυστυχώς, στις μέρες μας και τα δυο συμβαίνουν.
Υποχρέωση δεύτερη, το χρήμα στην υπηρεσία του ανθρώπου. Υπηρέτης και όχι κύριος μας. Μέσο και όχι σκοπός. Για τις ανάγκες μας και όχι για σπατάλη, για επίδειξη , για ασωτείες. «Το χρήμα», λέει μια γαλλική παροιμία, «είναι καλός υπηρέτης, αλλά κακός κύριος».
Υποχρέωση Τρίτη, το χρήμα στην υπηρεσία της αγάπης. Όσοι διαθέτουμε χρήματα και μάλιστα άφθονα, δεν μπορούμε να αγνοούμε επιδεικτικά τον διπλανό μας που βασανίζεται από την φτώχεια και τη μιζέρια. Δεν είναι επιτρεπτό χριστιανικά να φυλακίζουμε το χρήμα και να το αχρηστεύουμε. Διότι, όπως παρατηρεί ο Μ. Βασίλειος για τη φύση του πλούτου, «το μεν στάσιμον άχρηστον, το δε κινούμενον και μεταβαίνον κοινωφελές τε και έγκαρπον». Ιδιαίτερα σήμερα το χριστιανικό χρέος επιβάλλει σε όλους μας να δώσουμε συνεπέστερα και αποτελεσματικότερα τη μαρτυρία της έμπρακτης αγάπης.
Υποχρέωση τέταρτη, η ευγνωμοσύνη μας προς τον Θεό. Εκείνος είναι ο μεγάλος πλουτοδότης. Κάθε αγαθό Εκείνος μας το χαρίζει. Εμείς είμαστε οι διαχειριστές του. Αυτοί που με φρόνηση , αλλά και γενναιοδωρία, θα πρέπει να τα διαχειριστούμε. Όχι μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για τους άλλους, που κι εκείνοι είναι παιδιά του Θεού, αδέλφια μας. «Ίνα το σόν περίσσευμα γένηται εις το εκείνον υστέρημα» (Β’ Κορ. 8, 13).
* * *

Αδελφοί μου,
Ο νέος του σημερινού Ευαγγελίου έχασε την αιώνια ζωή. Προτίμησε τα πλούτη του. Αγάπησε περισσότερο τα χρήματα του.
Η δική μας προτίμηση είθε να είναι αντίθετη. Με τα φθαρτά ας αγοράσουμε τα άφθαρτα. Με τα πρόσκαιρα τα αιώνια. Με την ορθή χρήση του χρήματος να εισέλθουμε στην Βασιλεία του Θεού!

Παρασκευή, 18 Νοεμβρίου 2011




To Eυαγγέλιο της Κυριακής 20 Νοεμβρίου 2011.
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιβ', στίχοι 16-21).
Η παραβολή του άφρονα πλούσιου.


Κείμενο:
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην· ανθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν ή χώρα· Και διελογίζετο εν εαυτώ λέγων τι ποιήσω, ότι ουκ έχω πού συνάξω τους καρπούς μου; και είπε· τούτο ποιήσω· καθελώ μου τάς αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω, και συνάξω εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου, Και ερώ τη ψυχή μου· ψυχή, έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά· αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου. Είπε δε αυτώ ό Θεός· άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου· α δ’· ητοίμασας τίνι έσται; ούτως ό θησαυρίζων εαυτώ, και μη εις Θεόν πλουτών. Ταύτα λέγων εφώνει· ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».


Μετάφραση:
Τους είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή. Ενός ανθρώπου πλούσιου έφεραν τα χωράφια του μεγάλη σοδειά' και σκεφτόταν μέσα του λέγοντας· Τι πρέπει να κάνω, γιατί δεν έχω πού να μαζέψω τους καρπούς μου; Και είπε: αυτό θα κάνω: θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και στη θέση τους θα χτίσω μεγαλύτερες και εκεί θα μαζέψω όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου και θα πω στην ψυχή μου: Ψυχή, έχεις μαζέψει πολλά αγαθά, που σου φτάνουν για πολλά χρόνια. Αναπαύου, λοιπόν, τρώγε, πίνε, καλοπερνά. Ο Θεός όμως του είπε· «Ανόητε, αυτή τη νύχτα σου ζητούν ξαφνικά την ψυχή σου. Όσα λοιπόν ετοίμασες, σε ποιον θα ανήκουν τώρα;». Αυτά παθαίνει εκείνος που θησαυρίζει μόνο για τον εαυτό του και δε φροντίζει να πλουτίζει όπως ο Θεός θέλει. Και λέγοντας αυτά τόνιζε: όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.


Σχόλια:

Η ΑΦΡΟΣΥΝΗ ΤΗΣ ΠΛΕΟΝΕΞΙΑΣ.
«Άφρον. Ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου
απαιτούσιν από σου. Ά δε ητοίμασες τίνι έσται;»

ΠΑΘΟΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΟ, αρρώστια από τις πιο επικίνδυνες για τον άνθρωπο είναι η πλεονεξία. Ο απόστολος Παύλος την ονομάζει «ειδωλολατρεία» (Κολ. 3, 5) και τη θεωρεί «ρίζα πάντων των κακών» (Α’ Τιμ. 6, 10). Και ο Κύριος για να προφυλάξει τις ψυχές μας από το φοβερό τούτο πάθος διηγήθηκε την παραβολή που ακούσαμε σήμερα.
Αφορμή γι’ αυτό π’ηρε από τη διαφωνία δυο αδελφών, η οποία ανέκυψε όταν κάθισαν να μοιραστούν την πατρική κληρονομιά. Ο ένας από τους δυο απευθύνθηκε στο Χριστό ζητώντας την παρέμβαση Του. «Διδάσκαλε, ειπέ τω αδελφώ μου μερίσασθαι την κληρονομίαν μετ’ εμού». Ο Κύριος αρνήθηκε να αναμιχθεί σ’ ένα τέτοιο ζήτημα, ξένο προς την αποστολή Του: «Άνθρωπε, ποιος με διόρισε δικαστή ή μοιραστή σας, για να επιλύσω εγώ τη διαφορά σας;». βλέποντας όμως ότι κι εκείνος που αδικιόταν ήταν ένοχος, αφού δεν ήθελε να συμβιβαστεί, είπε: «Οράτε και φυλάσσεσθε από πάσης πλεονεξίας. Ότι ουκ εν τω περισσεύειν τινί η ζωή αυτού εστιν εκ των υπαρχόντων αυτού». Δηλαδή, προσέχετε και να προφυλάγεστε από κάθε είδος πλεονεξίας, διότι η ζωή του ανθρώπου δεν εξαρτάται από τα περισσά πλούτη, ούτε τα υπάρχοντα του τού εξασφαλίζουν μακροζωΐα και ευχάριστη ζωή». Και για να δείξει ακριβώς τις κακές συνέπειες της πλεονεξίας, διηγήθηκε την παραβολή του άφρονος πλουσίου.
Άφρονα – άμυαλο καιασύνετο δηλαδή – ονομάζει ο Κύριος τον πλούσιο της παραβολής. Γιατί όμως; Που βρίσκεται η αφροσύνη του; Τριπλή μας παρουσιάζεται η αφροσύνη του σημερινού πλουσίου. Πρώτον,

διότι λησμόνησε τον Θεό.

ΚΟΙΤΑΞΤΕ ΤΟΝ ! Δεν πιστεύει στον Θεό. Δεν αισθάνεται την παρουσία Του. Δεν ζητά την βοήθεια Του. Πιστεύει μόνο στα αγαθά του, στα πλούτη του και τα υπάρχοντα του. Πιστεύει στον εαυτό του, στις ικανότητες και την καπατσοσύνη του.
Αγνοώντας τον Θεό, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στα αγαθά του και μόνο. Τι θα τα κάνει. Πως θα τα συγκεντρώσει. Που θα τα αποθηκεύσει. Από την ψυχή του απουσιάζει και η παραμικρή μεταφυσική αναζήτηση. Μένει αδιάφορος και ψυχρός για οποιοδήποτε πνευματικό θέμα. Τα μάτια του έπαψαν να υψώνονται στον ουρανό. Τα χείλη του δεν κινούνται ποτέ για να ψελλίσουν δυο λόγια προσευχής. Θεός του έγινε ο πλούτος, τα υλικά αγαθά του. Αυτά εξουσιπάζουν την καρδιά του. Προσηλώθηκε σ’ αυτά με πάθος. Έγινε ένας στυγνός υλιστής.
Ακόμη αδυνατεί να τα δει και σαν δώρα του Θεού. Ότι Εκείνος έδωσε τις ευνοϊκές συνθήκες. Εκείνος τον ήλιο. Εκείνος τη βροχή. Κι έτσι καρποφόρησε πλούσια η γη του. Τίποτε από όλα αυτά δεν σκέφτεται και γι’ αυτό στα χείλη του δεν βλέπουμε ίχνος ευχαριστίας κι ευγνωμοσύνης. Ίσως μάλιστα, αν κάποιος τολμούσε να του πει κάτι τέτοιο, να τον ειρωνευόταν και να τον περιγελούσε.
Αλλά μήπως κα ισήμερα δεν συμβαίνει το ίδιο; Πόσοι και πόσοι μέσα στην αφροσύνη του πλούτου, όταν υπάρχει, ή της ακόρεστης δίψας του, όταν δεν τον έχουμε, δεν λησμονούμε τον Θεό; Δεν πιστεύουμε μόνο σε όσα βλέπουν τα μάτια μας;δεν αιχμαλωτίζεται στην ύλη η καρδιά μας; Δεν λησμονούμε τα καθήκοντα μας προς τον Κύριο; Δεν θολώνει η σκέψη μας από οικονομικούς υπολογισμούς και τα σχέδια που συνεχώς καταστρώνουμε, έστι ώστε στο νου και την καρδιά μας να μη μένει χώρος για Εκείνον; Δεν ξεχνάμε το «ευχαριστώ» και το «Δόξα σοι, Κύριε», την έκφραση δηλαδή της ευγνωμοσύνης μας για τα όσα με τόση αγάπη και απλοχεριά μας χαρίζει; Να γιατί ο απόστολος Παύλοε γράφει στον μαθητή Τιμόθεο: «Τοις πλουσίοις εν τω νυν αιώνι παράγγελλε μη υψηλοφρονείν, μηδέ ηλπικέναι επί πλούτου αδηλότητι, αλλ’ εν τω Θεώ τω ζώντι τω παρέχοντι ημίν πάντα πλουσίως εις απόλαυσιν» (Α’ Τιμ. 6, 17). Άφρονας ο πλούσιος, δεύτερον,

διότι λησμόνησε τον συνάνθρωπο του.

ΕΔΩ Η ΑΦΡΟΣΥΝΗ του είναι μεγαλύτερη. Για τον Θεό ίσως μπορούσε να δικαιολογηθεί. Δεν τον έβλεπε. Αμφέβαλλε αν υπάρχει. Για τον συνάνθρωπο του, όμως; Για τον διπλανό του; Δεν έβλεπε τόσους φτωχούς και πεινασμένους να στέκονται έξω από τις αποθήκες του; Δεν άκουγε το θρήνο τόσων χηρών, το κλάμα των ορφανών, τα βογγητά των πονεμένων και των αρρώστων; Δυστυχώς όχι! Το πρόβλημα που τον πιέζει, που τον κάνει να αγωνιά, που του αφαιρεί τον ύπνο, έιναι: «Τι ποιήσω, ότι ουκ έχω πού συνάξω τους καρπούς μου;». και όταν θα συλλάβει την ιδέα επεκτάσεως των αποθηκών του, θα απορροφηθεί ολότελα από τη μέριμνα να μεταβάλλει σε πραγματικότητα τους σχεδιασμούς του.
Τι δεν θα μπορούσε να κάνει ο πλούσιος της παραβολής! Πόσα δεν θα μπορούσε να προσφέρει! Το πάθος της πλεονεξίας όμως τον έιχε κυριεύσει. Τον έκανε σκληρό, άπληστο, ατομιστή, πραγματικό καρκίνωμα της κοινωνίας.
Και το φαινόμενο αυτό θα πρέπει να ομολογήσουμε πως δεν είναι καθόλου ξένο και στη δική μας εποχή. Και σήμερα κυκλοφορούν ανάμεσα μας άνθρωποι που διαθέτουν αμύθητο πλούτο, άφθονα υλικά αγαθά, αλλά καρδιά σκληρή, φτωχή σε αισθήματα αγάπης, άδεια από καλοσύνη και συμπόνοια. Μέσα τους θρονιάζει η πλεονεξία και η απληστία. Και βλέπουν τους άλλους σαν εργαλεία διαμέσου των οποίων επιδιώκουν να ικανοποιήσουν τα συμφέροντα τους. Καταπιέζουν, εκμεταλλεύονται, αδικούν, παρανομούν, φοροδιαφεύγουν. Και όλα αυτά με μοναδικό σκοπό τον ατομικό πλουτισμό τους. Έτσι δικαιώνεται ο λόγος του σοφού Σωκράτη: «Ο των φιλαργύρων πλούτος ώσπερ ο ήλιος καταδύς εις την γην ουδένα των ζώντων ευφραίνει».
Άφρονας ο πλούτος, τρίτον,

διότι λησμόνησε και τον ίδιο τον εαυτό του.

ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ παραλογισμό στον οποίο τον οδήγησε η πλεονεξία του, ξέχασε ότι ο άνθρωπος δεν έχει σκοπό να τρώει και να πίνει. Τρώει και πίνει για να συντηρείται και να πραγματοποιεί τους ιερούς σκοπούς που έθεσε στη ζωή του ο Δημιουργός. Εξαιτίας του παχυλού υλισμού του λησμόνησε ακόμη ότι η ψυχή έχει υπόσταση πνευματική. Και ότι δεν μπορούν τα υλικά πράγματα να την θρέψουν και να την ευχαριστήσουν. Είναι τόσο παράλογη η αυτοπεποίθηση του, ώστε να νομίζει ότι εξουσιάζει και τον χρόνο. «Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά. Αναπαύσου, φάγε, πίες, ευφραίνου»! Ξεχνά πόσο σύντομη είναι η ζωή. Πόσο γρήγορα κυλά ο χρόνος. Δεν σκέπτεται την αναπόφευκτη πραγματικότητα του θανάτου. Και τότε ακριβώς ακούγεται η φωνή της θείας δικαιοσύνης: «Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου. Ά δε ητοίμασας, τίνι έσται;». Ώρα φοβερή! Στιγμή αληθινά τραγική! Τέλος αξιοθρήνητο!
Αλλά και πόσοι από μας πόσοι και πόσοι δεν ολισθαίνουμε στον παραλογισμό τούτον του πλουσίου της παραβολής; Για πόσους ανθρώπους το νόημα της ζωής δεν βρίσκεται στο στομάχι; Στο «τι θα φάνε, τι θα πιούν και πως θα διασκεδάσουν»; Κηρύσσουμε σε ανυπαρξία την ψυχή, σκοτώνουμε τη συνείδηση μας και παραδινόμαστε στο σφιχταγκάλιασμα της ύλης και της φθοράς! Ας μας φωνάζει ο Θεός: «Τι γαρ ωφελεί άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθεί;» (Ματθ. 16, 26). Είναι τόσος ο παραλογισμός, η αφροσύνη, που ξεχνούμε πόσο πρόσκαιρη, πόσο μάταιη, πόσο απατηλή είναι η επίγεια ζωή. Και ξεγελιόμαστε σε τέτοιο βαθμό που λησμονούμε κι αυτήν την πραγματικότητα του θανάτου! Το ότι δηλαδή θα έλθει οπωσδήποτε ο θάνατος, και μάλιστα με τρόπο αιφνίδιο και αναπάντεχο.

* * *
«Ούτως ο θησαυρίζων εαυτώ και μη εις Θεόν πλουτών». Με τα λόγια αυτά, αδελφοί μου, επισφραγίζει ο Κύριος την παραβολή Του. Δηλαδή, αυτό θα είναι το τέλος και εκείνου που θησαυρίζει για τον εαυτό του, για να απολαμβάνει αυτός και μόνο εγωιστικά τα αγαθά της γης, και δεν πλουτίζει σε πνευματικούς θησαυρούς, έργα αγάπης, στα οποία ευαρεστείται ο Θεός.
Πέρα από τη θεωρία του μείζονος κέρδους και τη μανία της καταναλώσεως, υπάρχει το πνεύμα και οι δικές του ανάγκες. Πέρα από τα επίγεια αγαθά υπάρχει και ο πλούτος του ουρανού. Πέρα από την ευμάρεια, τον κορεσμό του στομάχου και την μέθη των αισθήσεων υπάρχει και η ζωή του Χριστού. Πέρα από τον εαυτό μας υπάρχουν οι άλλοι, παιδιά κι αυτοί του Θεού, αδέλφια μας.
Ο πλούσιος της σημερινής παραβολής, μέσα στην αφροσύνη της πλεονεξίας του, όλα αυτά τα αντιπαρήλθε. Τα λησμόνησε. Άραγε εμείς τι κάνουμε; Μήπως τον ακολουθούμε

Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της Κυριακής (ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ)

 Το Ευαγγέλιο της Κυριακής  (Λουκ. ιη΄18 -27)

18.Και επηρώτησέ τις αυτόν άρχων λέγων· διδάσκαλε αγαθέ, τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;
19.είπε δε αυτώ ο Ιησούς· τι με λέγεις αγαθόν; ουδείς αγαθός ει μη εις ο Θεός.
20.τας εντολάς οίδας· μη μοιχεύσης, μη φονεύσης, μη κλέψης, μη ψευδομαρτυρήσης, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου.
21.ο δε είπε· ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου.
22.ακούσας δε ταύτα ο Ιησούς είπεν αυτώ· έτι εν σοι λείπει· πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι.
23.ο δε ακούσας ταύτα περίλυπος εγένετο· ην γαρ πλούσιος σφόδρα.
24.ιδών δε αυτόν ο Ιησούς περίλυπον γενόμενον είπε· πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού!
25.ευκοπώτερον γαρ εστί κάμηλον δια τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν.
26.είπον δε οι ακούσαντες· και τις δύναται σωθήναι;
27.ο δε είπε· τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν.

Ο Απόστολος  της Κυριακής  (Εφεσ. β΄14-27)

14.αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας,
15.τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην,
16.καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ·
17.καὶ ἐλθὼν εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγύς,
18.ὅτι δι΄ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα.
19.ἄρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ,
20.ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,
21.ἐν ᾧ πᾶσα οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ·
22.ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...