Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Αυγούστου 31, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ «ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη…Φέρετέ μοι αυτόν ώδε»

Ο Κύριος κατερχόμενος μαζί με τους τρεις μαθητές Του, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη,  από το όρος Θαβώρ όπου είχε συμβεί η θεοφάνεια της Μεταμορφώσεώς Του, έρχεται αντιμέτωπος με δύο θλιβερά και τραγικά γεγονότα: την αγωνία ενός πατέρα που έψαχνε απελπισμένα να βρει θεραπεία για το δαιμονισμένο παιδί του, την απιστία των μαθητών Του, που φανερώνεται με την αδυναμία τους να θεραπεύσουν το παιδί. Θα έλεγε κανείς ότι η εναλλαγή αυτή, από το φως του Θεού στο σκοτάδι των συνεπειών της αμαρτίας, αποτελεί μία εικόνα της καθόδου του Χριστού στον κόσμο: «Θεός ων εκένωσεν εαυτόν ευρεθείς ως άνθρωπος». Κι ο Κύριος αφενός θεραπεύει το παιδί, δηλαδή βγάζει το δαιμόνιο που το διακατείχε, παραδίδοντάς το υγιές στον πατέρα του, αφετέρου ελέγχει με πόνο τους μαθητές Του για την απιστία και τη διαστροφή και αυτών, αλλά και ολόκληρης της γενεάς εκείνης.

 1. Καταρχάς, δεν ξέρει κανείς ποιο από τα δύο γεγονότα να χαρακτηρίσει τραγικότερο: τον δαιμονισμό του παιδιού που προκαλεί την απελπισία του πατέρα του, ή την απιστία των μαθητών του Χριστού που τους συνειδητοποιεί τη μικρότητά τους και τους «προσγειώνει» στα παράλυτα μέτρα τους; Όποιο από τα δύο κι αν επιλέξει κανείς ως τραγικότερο, σημασία έχει ότι ο Κύριος τα θέτει κάτω από κοινό παρανομαστή: συνιστούν και τα δύο εκφράσεις και αποτελέσματα της απιστίας και της διαστροφής της ανθρώπινης γενιάς. Συνεπώς και τα δύο είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους: η έλλειψη πίστεως στον Θεό οδηγεί τον άνθρωπο σε διαστροφή της αληθινής ύπαρξής του, άρα στην εύκολη υποδούλωσή του στην κυριαρχία του Πονηρού. Κι η κυριαρχία αυτή του Πονηρού φανερώνεται και από την παραλυσία που προκαλεί στον άνθρωπο – ο άνθρωπος, έστω στη φάση εκείνη και μαθητής του Χριστού κι αν είναι, δεν έχει τη δύναμη να επιβληθεί στον Πονηρό – και από την κατοχή την οποία έχει κάνει στο συγκεκριμένο παιδί.

2. Ο χαρακτηρισμός του Κυρίου για την ανθρώπινη γενιά ως άπιστη και διεστραμμένη δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με επιπολαιότητα. Ποιος λόγος άλλωστε του Κυρίου μπορεί να αντιμετωπιστεί έτσι; Ο κάθε λόγος Του συνιστά και μία αποκάλυψη, η οποία φωτίζει και το ποιος είναι ο Θεός, αλλά και το ποιος είναι πραγματικά ο άνθρωπος. Εν προκειμένω λοιπόν ο Κύριος μάς φωτίζει και μας «καθρεπτίζει»: είμαστε άπιστοι και διεστραμμένοι. Ήλθε δηλαδή σ’  έναν κόσμο, ο οποίος είχε διαγράψει από τη ζωή του τον αληθινό Θεό – μόνον το «λείμμα» της Παλαιάς Διαθήκης κρατούσε ως «μαγιά» την αλήθεια του Θεού, δηλαδή  οι λίγοι γνήσιοι Ισραηλίτες, σαν τους προφήτες, σαν την Παναγία, σαν τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο – γι’  αυτό και ήταν βουτηγμένος μέσα στη διαστροφή. Διότι η πίστη, όταν είναι αληθινή, κάνει τον άνθρωπο να ζει με σωστό τρόπο τη ζωή του, διότι ζει την παρουσία του ζωντανού Θεού. Διαγραφή λοιπόν της αληθινής πίστεως σημαίνει και τη διαγραφή του αληθινού τρόπου ζωής, άρα διαστροφή και σαπίλα. «Και επειδή ουκ εδοκίμασαν τον Θεόν έχειν εν επιγνώσει, παρέδωκεν ο Θεός αυτούς εις αδόκιμον νουν, ποιείν τα μη καθήκοντα», δηλαδή επειδή οι άνθρωποι δεν προσπάθησαν να έχουν επίγνωση του Θεού, ο Θεός τούς παρέδωσε σε αδόκιμο νου, ώστε να κάνουν αυτά που δεν πρέπει, σημειώνει θεόπνευστα ο απόστολος Παύλος. Δεν είναι βεβαίως η πρώτη φορά που ο Κύριος φώτισε την πραγματική κατάσταση των ανθρώπων. Στην επί του Όρους ομιλία, για παράδειγμα, μεταξύ των άλλων θα περιγράψει την κατάσταση των ανθρώπων ως κατάσταση πονηρίας. «Ει δε και υμείς, πονηροί υπάρχοντες, οίδατε δόματα αγαθά διδόναι τοις τέκνοις υμών, πόσω μάλλον ο Πατήρ ημών ο Ουράνιος;»

3. Ποια καύχηση λοιπόν μπορεί να υπάρξει στο ανθρώπινο γένος; Τι είναι εκείνο που μπορεί να κάνει τον άνθρωπο, όπου γης και όποιας εποχής, να υψώσει κεφάλι και να υπερηφανευθεί; «Πάντες ήμαρτον και πάντες υστερούνται της δόξης του Θεού» θα σημειώσει οριστικά και αξιωματικά, αλλά και πικρόχολα για τις ανθρώπινες υπερβάσεις, ο απόστολος Παύλος. Η μόνη αποδεκτή στάση του ανθρώπου, αν θέλει να «πατάει» στο έδαφος και να μην υπερίπταται, είναι η στάση της ταπείνωσης. Και μπορεί ο άνθρωπος της απιστίας, λόγω ακριβώς ελλείψεως φωτισμού στο νου του, να μην έχει επίγνωση  εαυτού και να κινείται αλαζονικά, νομίζοντας ότι είναι κάτι – ο χωρίς Θεό άνθρωπος δεν έχει μέτρο σύγκρισης πλήν του εαυτού του και γι’ αυτό νομίζει ότι αυτός είναι ο Θεός: αισθάνεται τέλειος και αυτάρκης -, ο άνθρωπος όμως της πίστεως, αυτός που αποδέχτηκε τον Χριστό ως σωτήρα της ζωής του, δεν έχει καμμία δικαιολογία. Ο Χριστός, τον Οποίο πιστεύει, του άνοιξε τα μάτια και του είπε: είσαι πονηρός, είσαι άπιστος, είσαι διεστραμμένος. Κι ακόμη πιο πολύ: του είπε πως ακόμη κι αν τηρήσει όλο τον νόμο του Θεού, αν εφαρμόσει όλες τις άγιες εντολές Του, άρα αν φτάσει σ’  επίπεδα ακόμη θέωσης, δεν παύει να είναι ένας αχρείος δούλος, που απλώς έκανε αυτό που έπρεπε ως δούλος του Θεού να κάνει. «Όταν ποιήσητε πάντα τα διατεταγμένα ημίν, λέγετε, αχρείοι δούλοί εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι, πεποιήκαμεν». Γι’  αυτό και η ταπείνωση για τον Χριστιανό δεν είναι μία πολυτέλεια, που ενδεχομένως εύκολα μπορεί να την ξεπεράσει. Συνιστά το βάθρο της πίστεώς του, το έδαφος πάνω στο οποίο περπατάει. Παρέκκλιση από το δρόμο αυτό σημαίνει αυτομάτως και απώλεια του Θεού, όπως  και τραγικό δαιμονισμό του. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κύριος πρόβαλε ως τύπο του αγίου ανθρώπου τον μετανοημένο άσωτο της ομώνυμης παραβολής, όπως και τον μετανοημένο τελώνη: «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν», είναι η προσευχή του αληθινού πιστού, είναι η προσευχή της Εκκλησίας.

4. Στην τραγικότητα της απιστίας και της διαστροφής του ανθρώπου, λόγω της αμαρτίας στην οποία είχε περιπέσει, η λύση βεβαίως είναι μία: η στροφή προς τον Κύριο και η αληθινή πίστη προς Αυτόν. Ο Κύριος ήλθε να μας δώσει πρώτα από όλα την αληθινή όραση του Θεού, η οποία κάνει τον άνθρωπο να ζει μέσα στο φως Εκείνου, άρα και να έχει τη δύναμη Εκείνου: «Εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν». Η αληθινή πίστη δηλαδή αποτελεί  συμμετοχή στον ίδιο τον Κύριο και κάνει τον άνθρωπο που την αποκτά, με τη χάρη του Θεού, να ζει στον κόσμο ως παντοδύναμος. «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ» (απ. Παύλος). Και βεβαίως ο Κύριος, δίνοντας την αλήθεια της πίστεως στον Θεό, καταργεί «και τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτέστιν τον διάβολον». Ο Κύριος «ήλθεν, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου». Ένταξη στον Θεό, δια της εντάξεως του ανθρώπου στον Εαυτό Του, κατάργηση του διαβόλου: να το έργο του Κυρίου, με το οποίο σωθήκαμε και σωζόμαστε. Αν ο διάβολος και μετά τον ερχομό του Χριστού βλέπουμε ότι έχει ακόμη δύναμη, είναι γιατί εμείς οι άνθρωποι του δίνουμε τέτοιο δικαίωμα. Δεν πιστεύουμε όπως πρέπει, δηλαδή συνεχίζουμε να είμαστε «γενεά άπιστος και διεστραμμένη», γι’  αυτό και βρίσκει συνεχείς διόδους ο Πονηρός για να αλώνει δυστυχώς την ψυχή και τη ζωή μας. Κι αυτή είναι η τραγικότερη κατάσταση όλων: να έχει έλθει ο Ελευθερωτής, να μην υπάρχουν πια δεσμά φυλακής, κι εμείς να είμαστε ακόμη δέσμιοι και φυλακισμένοι.

 Ο Κύριος πάντοτε μας καλεί. Το «φέρετέ μοι αυτόν ώδε», είναι η πρόσκληση που απευθύνει στον καθένα μας. Να πάμε κοντά Του. Και πλησίασμα στον Χριστό σημαίνει, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, ένταξη στο ζωντανό σώμα Του, την Εκκλησία. Τον Χριστό στην Εκκλησία Τον βλέπουμε και Τον ζούμε. Κι ακόμη: εκεί Τον τρώμε «υπό τα είδη του άρτου και του οίνου», στη Θεία Ευχαριστία, και γινόμαστε ένα μαζί Του. Η εκκλησιοποίησή μας συνιστά τη χριστοποίησή μας, κι είναι κρίμα να μην το καταλαβαίνουμε. Και αυτό όχι μόνο για εμάς, αλλά και για τους άλλους: να φέρνουμε τα παιδιά μας, τους συγγενείς μας, τους συνεργάτες μας, τους εχθρούς μας, στον Χριστό. Πώς; Μέσω της προσευχής μας. Είναι η μεγαλύτερη ευεργεσία που μπορούμε να  προσφέρουμε και σε εμάς και σε εκείνους
.


ΚΥΡΙΑΚΗ Ι' ΜΑΤΘΑΙΟΥ Η ευθύνη για την ανατροφή

Η ευθύνη για την ανατροφή
«Φέρετέ μοι αυτόν ώδε»

Ο σεληνιαζόμενος νέος υπέφερε από μικρό παιδί. Στα δίκτυα του σατανά είχε καταντήσει ερείπιο και σωματικά αλλά και ψυχικά. Από τη στιγμή όμως που επενέργησε θαυματουργικά πάνω του η αγάπη του Κυρίου, ένα καινούργιος, υπέροχος κόσμος αναδύθηκε μέσα του. Ο κόσμος της χαράς και της γαλήνης. Του θάρρους και της αισιοδοξίας. Της υγείας και της ευτυχίας.

Οι γονείς
Το παράγγελμα του Χριστού «φέρετέ μοι αυτόν ώδε», απευθύνεται κυρίως στους γονείς που έχουν μεγάλη ευθύνη για τη σωστή ανατροφή των παιδιών τους. Το μέλλον της κοινωνίας πλάθεται μέσα στη θαλπωρή της οικογένειας. Το σπίτι είναι το μοσχομύριστο φυτώριο των πιο ωραίων λουλουδιών. Σ’ αυτό θεμελιώνεται η αγωγή, με αρχιτέκτονες και οικοδόμους τους γονείς. Όταν όμως οι γονείς παραμελούν την αγωγή και την ανατροφή των παιδιών τους, γκρεμίζουν αντί να χτίζουν. Για τη σωματική ασφάλεια και υγεία των παιδιών τους φροντίζουν τόσο πολύ, αλλά η ηθική τους προκοπή, τούς αφήνει σχεδόν αδιάφορους. Παραμέληση της ανατροφής των παιδιών, «την οικουμένην ανατρέπει πάσαν», επισημαίνει ο ιερός Χρυσόστομος, για να προσθέσει ο ίδιος χρυσορρήμων πατέρας: «της των παίδων αμελούντες σωτηρίας, την εσχάτην τίσομεν δίκην».

Κοντά στο Χριστό
Τεράστια, λοιπόν, είναι η ευθύνη των γονέων να ανταποκριθούν στην προτροπή του Κυρίου και να οδηγήσουν τα παιδιά τους κοντά Του. Γιατί κοντά στον Χριστό και μέσα στην αλήθεια του Ευαγγελίου Του, τα παιδιά μεγαλώνουν σαν σε θερμοκήπιο, στην αρχή, προφυλαγμένα από τους σκληρούς βοριάδες και τις καταστρεπτικές καταιγίδες της φουρτουνιασμένης κοινωνίας μας. Και αφού, βέβαια σταθεροποιηθούν και αποκτήσουν γερές βάσεις, είναι ύστερα ικανά να αποκρούσουν τις πολύμορφες επιθέσεις του κακού και να εξέρχονται νικητές από αυτές.

Ο Χριστός και το Ευαγγέλιό Του εκπέμπουν στις συχνότητες της πιο αυθεντικής παιδαγωγίας. Γιατί Αυτός είναι ο τρυφερότερος φίλος. Ο δυνατότερος Προστάτης. Κοντά Του, στο γαλήνιο λιμάνι Του, μπορεί να προσαράζουν με ασφάλεια οι νεανικές ψυχές. Κοντά Του μπορούν να αναπτύξουν τις πιο ισχυρές δυνάμεις και τις πιο αποτελεσματικές αντιστάσεις και ακλόνητες αντοχές. Να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Να χτίσουν την πραγματική ευτυχία της ζωής.

Ο Χριστός είναι η συνισταμένη όλων των ωραίων ιδανικών. Είναι ο μόνος Αρχηγός που δεν απογοητεύει. Θα πρέπει όμως να τον ψάξουμε για να τον βρούμε και να τον συναντήσουμε. 

Όσοι λύγισαν κάτω από το βάρος των παθών, όσοι είναι «κοπιώντες και πεφορτισμένοι» από το άγχος και τον πόνο της ζωής, σ’ Εκείνον ας στρέψουν το βλέμμα της ελπίδας. 

Αγαπητοί αδελφοί, η χριστιανική ζωή των γονιών είναι ο πιο ασφαλής τρόπος για μια σωστή αγωγή. Τα λόγια και οι συμβουλές πρέπει να συνοδεύονται με ακηλίδωτο παράδειγμα. Τελικά, η όλη ανατροφή που δίνεται θα πρέπει να έχει σαν κέντρο το θέλημα του Θεού, με βάση και τη διακήρυξη του θεόπνευστου αποστόλου Παύλου «εκτρέφετε τα τέκνα υμών εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».

Του Θεολόγου Χριστάκη Ευσταθίου

Κυριακή Ι Ματθαίου λόγος του Αγίου Μακαρίου του Πατμίου. «Θεραπεία του σελυνιαζομένου νέου.»

Ομιλία του Αγίου Μακαρίου του Πατμίου, σχετικά με το ότι το να σεληνιάζεται κανείς και να πάσχει από τον δαίμονα, σημαίνει την υποδούλωση στα θελήματα της σαρκός, όπως κυρίως η πορνεία.

Άξιος αληθώς πολλών επαίνων είναι ο σημερινός πατέρας —αν και ολιγόπιστος κατά έναν τρόπον— διότι εσυμπόνεσε τη δυστυχία του υιού του, δεν υπέφερε άλλο τα βάσανα, τους κινδύνους και τους πειρασμούς τους οποίους καθημερινώς του προξενούσε ο κοινός και αδιάλλακτος εχθρός. Είναι και κατ’ άλλον τρόπον επαινετός, για το ότι δεν προσέτρεξε σε ανθρώπινα νοσοκομεία, αλλά σε Αυτόν τον άμισθον ιατρόν των ψυχών και των σωμάτων. Και για να ειπώ εν ολίγοις, όσον υπερβολικά αξιοκατάκριτος θα ήταν ο πατέρας αυτού του δαιμονισμένου υιού, αν, βλέποντάς τον να κρημνίζεται πότε στα ύδατα και πότε στη φωτιά από τον δαίμονα, σφάλιζε τους οφθαλμούς, και του στερούσε έτσι τη δυνατότητα της θεραπείας, τόσον αξιέπαινος είναι τώρα, διότι έδειξε στον υιό του ευσπλαχνία πατρική. Γι’ αυτό και ο μισθαποδότης των καλών Θεός, μολονότι στην αρχή τον πλήγωσε με τον πικρόν έλεγχον της απιστίας, λέγοντας: «ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! ως πότε έσομαι μεθ’ υμών; Έως πότε ανέξομαι υμίν»; πλην όμως ταχέως ιάτρευσε και την απιστία του, μα και τη βαρύτατη ασθένεια του υιού του. Και εκτός αυτού του έδωσε χάρη να δει οφθαλμοφανώς εκείνα που επεθύμησαν Πατριάρχες και Προφήτες να ιδούν, έστω και αινιγματωδώς. Τοιαύτα είναι τα κέρδη, τόσον υψηλά και μεγάλα τα στεφάνια, τόσες πολλές οι αμοιβές του Θεού προς τους πατέρες οι οποίοι φροντίζουν τη σωτηρία και υγεία των παιδιών τους.

Και επειδή αυτή η αλήθεια είναι αναμφίβολος, δεν ηξεύρω πώς να απαριθμήσω τις κολάσεις που επικρέμανται στις κεφαλές εκείνων, που σφαλίζουν τους οφθαλμούς και δεν βλέπουν τα πάθη και τις αδυναμίες που καταδυναστεύουν τις ψυχές των αθλίων τους τέκνων. Στις εξωτερικές ασθένειες είναι πολυόμματοι, ενώ σε εκείνες που ημπορούν να τους προξενήσουν και θάνατον αιώνιον και παντοτεινή κόλαση και ατιμία ασύγκριτη, αποκοιμώνται, δεν έχουν καμία συμπάθεια και πατρική ευσπλαχνία. Ποίος πατέρας, ποία μητέρα είναι τόσον άσπλαχνος, τόσον ασυμπαθής, ώστε, βλέποντας τον υιόν ή τη θυγατέρα του να έχει ριφθεί από τον δαίμονα πότε στην φωτιά, πότε στα ύδατα, δεν πονά η ψυχή του, δεν σαλεύει η καρδία του, δεν ζητεί την ελευθερία του πάθους, δεν φροντίζει για ιατρό; Και όμως, ο πραγματικός δαιμονισμένος είναι αυτός που έχει την ψυχή του τόσο υποδουλωμένη στα θελήματα της σαρκός ώστε να κρημνίζεται πότε σε τούτο και πότε σε εκείνο το πάθος. Αυτό είναι ουσιαστικά το να καταληφθεί κανείς από δαιμόνιο, αυτός είναι ο βαρύτερος σεληνιασμός, αυτό είναι το βλαπτικότερο δαιμόνιο. Και όμως, ο πατέρας και η μητέρα δεν έχουν σπλάγχνα πατρικά σε τέτοια φοβερά και φριχτά πάθη των τέκνων τους, και αυτό οφείλεται ή στο ότι είναι εντελώς άπιστοι ή στο ότι δεν γνωρίζουν ότι περισσότερη ζημία προξενεί στον άνθρωπο ένα ψυχικό πάθος, παρά ο σεληνιασμός.

Και για να γίνει αυτό φανερό, πρέπει να φέρωμε πάλι στο μέσον το πάθος της πορνείας. Και προσέχετε. Κάποιος από τους παλαιούς χριστιανούς ηρώτησε τον αδελφό του Μεγάλου Βασιλείου, Γρηγόριον: αφού ο πανάγαθος Θεός με τόσην άκραν και ακατανόητον συγκατάβασιν ήλθε στη γη για να καταπαύσει τη δύναμη και την εξουσία του διαβόλου, πώς ευρίσκονται πάλι στον κόσμο φόνοι, πορνείες και μοιχείες; Έπρεπε να βγει εντελώς από τη μέση η ενέργεια του δαίμονος. Αποκρίνεται ο Άγιος με τη συνηθισμένη του ευγλωττία και λέγει: καθώς όταν χτυπήσει κάποιος έναν όφι στην κεφαλή, εκείνη συντρίβεται, αλλά το υπόλοιπο μέρος του παραμένει ζωντανό, έτσι και ο καθαιρέτης του δράκοντος, αφού κατέστρεψε την κεφαλή του, δηλαδή την καταστρεπτική των καλών δύναμη, δεν προχώρησε στον πλήρη αφανισμό του, για να γυμνάζονται οι μεταγενέστεροι. Συνέτριψε, λέγει, ο Πανάγαθος Θεός την κεφαλήν του δαίμονος, αλλά το υπόλοιπο μέρος το άφησε να σαλεύει, για να έχουν οι άνθρωποι άθλημα, ώστε αγωνιζόμενοι να διακριθούν οι δυνατοί, από τους αδυνάτους. Επαινώ την παρομοίωση του Αγίου, προσκυνώ τους λόγους του και τους τιμώ ως χρησμούς, πλην όμως, αναλογιζόμενος τις πολλές και αναρίθμητες συμφορές στις οποίες κρημνίζει καθημερινώς τους ανθρώπους ο νοητός εκείνος δράκοντας με τη συντριμμένη κεφαλή του δια μέσου μιας γυναικός πόρνης, θα έλεγα ότι αυτή αναπληρώνει την δύναμη της κεφαλής, και ακολούθως συμπεραίνω, ότι περισσότερη ζημία προξενεί στην ψυχή ο ακέφαλος εκείνος δράκοντας δια μέσου της γυναικός, παρά εάν είχε την κεφαλήν ζωντανή, όπως πριν την ένσαρκον οικονομίαν. Είναι λοιπόν ολιγότερος ο κίνδυνος σε εκείνον που θα κυριευθεί σωματικώς από τον νοητό δράκοντα, ή και από αυτόν τον ίδιο τον νοητό, παρά από γυναίκα.

Ευρίσκεται τάχα πατέρας τόσο πτωχός σε φρόνηση, τόσον αναίσθητος, ο οποίος βλέπει τον υιό του να ευρίσκεται σε κάποιο θανάσιμο πάθος, όπως είναι η κλοπή ή η ιεροσυλία, και δεν αγανακτεί, δεν τον επιπλήττει με αυστηρούς λόγους, δεν φροντίζει για την επιστροφή του από τόσο μεγάλο κακό, με όποιον τρόπον ημπορεί, και με γλυκείς και πικρούς λόγους; Λοιπόν, πόσης κατηγορίας, πόσης κολάσεως είναι άξιοι οι γονείς εκείνοι που βλέπουν τα τέκνα τους κυλιόμενα μέσα στα σαρκικά πάθη, σε πορνείες και μοιχείες, τα οποία είναι αμαρτήματα βαρύτερα και από την κλοπή και την ιεροσυλία, και όμως αμελούν, παραβλέπουν, περιφρονούν τη διόρθωση των τέκνων, ενώ γνωρίζουν ότι, καθώς προείπα, αυτά τα αμαρτήματα είναι βαρύτερα και από την κλοπή, όπως ολοφάνερα το κηρύττει ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και Μάρτυς.
Και ο πατέρας δεν φωνάζει, πρὀσεχε υιέ μου, μην εισέλθεις σε αυτό το διαβολικό σπίτι, το πορνείο. Όποιος άνθρωπος εισέλθει εκεί μέσα, δεν εξέρχεται πλέον άνθρωπος αλλά ζώον άλογον. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να πέσει κάποιος σε έρωτα γυναικός πόρνης. Και λοιπόν, αν εσύ έχεις σπλάχνα πατρικά, πώς δεν φωνάζεις όταν βλέπεις το παιδί σου σε τοιούτον κίνδυνον; Πώς δεν του λέγεις μαζί με τον Χρυσόστομον, φεύγε, υιέ μου, από γυναίκα πόρνη, διότι αυτή είναι βέλος που λαβώνει χωρίς σίδερο, αυτή είναι ο ιξός των νέων, το ακόνι της επιθυμίας, η καπηλεία του σώματος, η επιζήμιος πραγματεία, το δίκτυον της νεότητος, η ασκέπαστος παγίδα, η πολυκέφαλος λέαινα, η δυσωδία της πόλεως, η επιδημία που έρποντας μολύνει κάθε αίσθηση.

— Ναι, αποκρίνονται, του είπα πολλές φορές, αλλά δεν με άκουσε, επειδή το κάλλος του σώματος κυρίευσε τις αισθήσεις του υιού μου, και δεν έχει την δύναμη να υπακούσει.

Ίσως να λέγεις αλήθεια, πλην όμως συ είσαι η αιτία της παρακοής του υιού σου. Επειδή ποτέ δεν του φανέρωσες τι είναι κάλλος γυναικός, ποτέ δεν σε άκουσε να του λέγεις τι έχει μέσα του αυτό το δέρμα που λάμπει στο πρόσωπο της πόρνης. Δεν του είπες ποτέ ότι η υπόστασις του βλεπομένου κάλλους δεν είναι τίποτε άλλο, όπως το περιγράφει το πάνχρυσο στόμα της Εκκλησίας, παρά φλέγμα, ρεύμα, αίμα και χυλός από σαπισμένη τροφή. Αν είχες οφθαλμούς να δεις μέσα από αυτό το δέρμα, θα έλεγες ότι το σώμα το λαμπρόν της πόρνης δεν είναι παρά ένας τάφος ασβεστωμένος. Και από τοιαύτην ακαθαρσίαν είναι γεμάτα όλα τα μέλη της πόρνης. Είπες ποτέ λόγια σαν αυτά στον υιό σου; Πότε του είπες, υιέ μου, μην πλανάσαι από αυτό το εξωτερικόν κάλλος που βλέπεις, διότι είναι πλαστόν, είναι νόθον, είναι κατασκευαστόν. Και αν θέλεις να γνωρίσεις τι είναι αυτό που επιθυμείς, βλέπε το στο γήρας, βλέπε το στον καιρό της ασθενείας, βλέπε το μέσα στους τάφους. Και αν, υποθετικώς, και σε αυτή την αλήθεια δεν πείθεται, αλλά όλως δι’ όλου κατά το προφητικόν «εταπεινώθη εις χουν η ψυχή, εκολλήθη εις γην η γαστήρ» του υιού σου και ηχμαλωτίσθη όλως δι’ όλου από τον πηλόν του φαινομένου κάλλους, υπεδουλώθη στη στάχτη και στη λάσπη, μεταχειρίσου άλλον τρόπον, απαρίθμησε του τις συμφορές, τις πτωχείες, την περιφρόνηση και πολλές φορές τους αιφνιδίους θανάτους που συνέβησαν σ’ εκείνους που κυριεύθησαν από τοιούτον πάθος.

Είπες ποτέ συ ο καλός πατέρας τέτοιους λόγους, για να διορθώσεις τον υιό σου; Δεν ακούεις κάθε ημέρα τον θεόσοφον Λουκά, που φωνάζει στις Πράξεις «απέχεσθαι ειδωλοθύτων και πορνείας»; Δεν σου κηρύττει ο μακάριος Παύλος, ότι είναι φανερά τα έργα της σαρκός, τα οποία είναι η πορνεία, η μοιχεία, η ακολασία και η ασέλγεια; Δεν προστάζει ο ίδιος τους Εφεσίους ότι δεν πρέπει όχι μόνον να ευρίσκεται τοιούτον πάθος στις πολιτείες των Χριστιανών, αλλά ούτε καν το όνομά του να ακούεται; «Πορνεία δε και ακαθαρσία μηδέ ονομαζέσθω εν υμίν, καθώς πρέπει αγίοις». Δεν δίδει την απόφασιν ο ίδιος Απόστολος, ότι όσοι μολύνουν το βάπτισμα με τοιούτο πάθος, είναι απόκληροι της Βασιλείας των ουρανών; «μη πλανάσθε, ούτε πόρνοι, μαλακοί, και αρσενοκοίται, βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι». Δεν άκουσες από την Παλαιάν Γραφήν ότι το βδελυρό αυτό αμάρτημα εθανάτωσε σε μία ημέρα είκοσι τρεις χιλιάδες υιούς του Ισραήλ; Δεν παραγγέλλει ο μακάριος Πέτρος να απέχουν οι χριστιανοί από αυτές τις σαρκικές επιθυμίες, επειδή προξενούν θάνατο στην ψυχή; «Αγαπητοί, παρακαλώ ως παροίκους και παρεπιδήμους, απέχεσθαι των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής». Αυτά ούτε οι πατέρες τα ακούουν ούτε οι υιοί, και αιτία είναι το διαβολικό πάθος της πορνείας, που τυφλώνει το νου, κλείνει τα ώτα και απονεκρώνει τις αισθήσεις υπερβολικά, περισσότερο από όσο κατορθώνει ένα δαιμόνιο που κατά παραχώρηση κυριεύει τον άνθρωπο.

Ας εξορίσουμε λοιπόν μέσα από την καρδία μας κάθε είδος πορνείας, ας αποστείλωμε πρέσβη στον ιατρό ψυχών και σωμάτων, στον γλυκύτατον Ιησούν, την αποχή των προτέρων κακών, τη μετάνοια συντροφιασμένη με το αληθινό βάλσαμο της ψυχής, που είναι τα θερμά δάκρυα. Ας ακολουθήσει και η συντριβή της καρδίας, που είναι το αψευδέστατο σημείον όσων μετανοούν αληθινά. Αυτά ας αποστείλωμε, σαν άλλον πατέρα και μεσίτη, προς τον Θεόν. Και εάν μεν ελέγξει την απιστία μας λέγοντας: «ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη, έως πότε έσομαι μεθ’ υμών, έως πότε ανέξομαι υμάς», έως πότε θα υποφέρω την αχαριστίαν που δεικνύετε στους νόμους μου, έως πότε θα βλέπω την εικόνα μου μολυσμένην από τις σαρκικές σας επιθυμίες, έως πότε θα βλέπω το Ευαγγέλιό μου περιφρονημένο, το αίμα μου ματαίως για σας χυμένο, το σώμα μου με τα ακάθαρτά σας χείλη μασημένο; Με αυτά και μύρια άλλα αν μας ελέγξει ο καρδιογνώστης Θεός, θα αποκριθεί η μετάνοιά μας λέγοντας: «πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία». Δεν το αρνούμεθα, Κύριέ μου, ότι εμείς σε καταφρονήσαμε περισσότερο, παρά η σκληροκάρδιος γενεά των Ιουδαίων. Το ομολογούμε, ότι κλίνουμε περισσότερο στα θελήματα της σαρκός, παρά στην προσταγή των δικών σου αγίων νόμων. Πλην παρακαλούμε την αγαθότητά σου, λυπήσου το πλάσμα σου, σπλαγχνίσου τα έργα των χειρών σου, ελέησον τους βαπτισμένους στο όνομά σου, ενθυμήσου ότι ήλθες στη γη για τους αμαρτωλούς και όχι για τους δίκαιους. Μη δεις εκείνα που ζητεί η δικαιοσύνη σου, αλλά εκείνο που χρειάζεται η αδυναμία μας. Εξόρισε, λοιπόν, τα πονηρά πάθη που κατακυριεύουν την ψυχή μας, σπλαγχνίσου και εμάς όπως κάποτε τον δαιμονιζόμενο, για να δοξάζεται το πανάγιον όνομά Σου στους απεράντους αιώνας.
Αμήν.

Από το βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, σελίς 217 και εξής.

Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς
.


Κυριακή Ι. επιστολών , η χειροβομβίδα, του Μακαριστού Μητροπολίτου Νικαίας Γεωργίου

Η ΧΕΙΡΟΒΟΜΒΙΔΑ

«Παρακαλώ υμάς, μιμηταί μου γίνεσθε»

Εις το σημερινόν Αποστολικόν ανάγνωσμα, αγαπητοί μου, ομιλεί κατηγορηματικά ο αγωνιστής της αληθείας, ο πτερωτός Παύλος. Σημειώνει με όλην του την ειλικρίνειαν και απλότητα τα παθήματα, τους εξευτελισμούς, τας περιπετείας, τας αντιδράσεις που υπέστησαν οι Απόστολοι και ιδιαιτέρως ο ίδιος από τους αρνητάς της χριστιανικής πίστεως και ζητεί, με όλο το δικαίωμα, που έχει ως πνευματικός πατέρας των Κορινθίων, να τον μιμηθούν οι υπ’ αυτού φωτισθέντες και να αντιγράψουν το παράδειγμά του. Η εντολή όμως αυτή του Αποστόλου δεν απευθύνεται μόνον εις τους χριστιανούς της εποχής του. Αφορά και ημάς. Ας ίδωμεν, λοιπόν, πλατύτερα εις τι μας καλεί να τον μιμηθώμεν.

1. Εις τας θυσίας χάριν των άλλων.

Κοιτάξτε τους Αποστόλους. Από τότε που εβγήκαν εις το κήρυγμα και περιέρχονται πόλεις και χωριά δια να διαδώσουν την νέαν πίστιν, υφίστανται αφαντάστους ταλαιπωρίας και περιπετείας. Ο ίδιος ο Παύλος τας περιγράφει εν συντομία. «Άχρι της άρτι ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν και κοπιώμεν εργαζόμενοι ταις ιδίαις χερσί». Και όμως, χάριν της σωτηρίας των ανθρώπων, τα υπομένουν όλα, τα υφίστανται αδιαμαρτυρήτως. Αρκεί να απλωθή το σωτήριο μήνυμα του Θεού παντού. Αρκεί να φωτισθούν οι ψυχές των ανθρώπων. Αρκεί ο Χριστός να γίνη ο οδηγός του κόσμου.

Να ένα σημείον άξιον ιδιαιτέρας προσοχής και μιμήσεως. Άραγε ημείς, οι σημερινοί χριστιανοί, αντιγράφομεν το παράδειγμα αυτό του Αποστόλου Παύλου; Κάμνομεν καμμίαν θυσίαν δια την ευτυχίαν των γύρω μας; Όταν πονούν, είμεθα έτοιμοι να θυσιάσωμεν κάτι από τον εαυτόν μας δια να τους ανακουφίσωμεν; Όταν διέρχωνται ημέρας δοκιμασίας, είμεθα πρόθυμοι να σπεύσωμεν κοντά τους και να προσφέρωμεν κόπον ή μερικά χρήματα; Όταν κυρίως, η ψυχή των είναι βυθισμένη στο σκοτάδι της αγνοίας και της αμαρτίας και ζουν μίαν ζωήν χωρίς πίστιν, χωρίς Θεόν, χωρίς ειρήνην, ημείς που εφωτίσθημεν, που είδαμε την αλήθεια, που εδεχθήκαμε τα δώρα του Χριστού, αισθανόμεθα την ανάγκην να τρέξωμεν, να προσπαθήσωμεν, να θυσιάσωμεν κάποτε και τον ύπνον μας, την διασκέδασίν μας, την ανάπαυσίν μας, δια να τραβήξωμεν την ψυχήν αυτήν στον δρόμο του Χριστού, που εγγυάται την ευτυχίαν; Ή κοιτάζομεν μόνον τον εαυτόν μας, την οικογένειάν μας και αδιαφορούμεν δια τους άλλους; Ο Απόστολος Παύλος και οι δια μέσου των αιώνων γνήσιοι μαθηταί του Χριστού έδωσαν τα πάντα δια την επικράτησιν της αληθείας. Ημείς σήμερα τους μιμούμεθα; Τι βεβαιώνει η συνείδησίς μας;

2. Εις την ανοχήν.

Αλλά οι Απόστολοι δεν υπέστησαν απλώς τας περιπετείας αυτάς. Το σπουδαιότερον είναι ότι τας αντιμετώπισαν με υπομονήν και ανοχήν. «Λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν». Μας υβρίζουν οι άλλοι, λέγει ο Απόστολος, και ημείς ευχόμεθα αγαθά υπέρ των υβριζόντων, μας καταδιώκουν και ημείς δείχνομεν ανοχήν και υπομονήν, μας συκοφαντούν και ημείς απευθύνομεν λόγια καλοσύνης.

Τι μεγάλη καρδιά είχαν οι άνθρωποι αυτοί, αδελφέ μου! Να σε υβρίζουν, να σε καταδιώκουν, να σε συκοφαντούν και συ να τα υπομένης όλα αυτά και να μη λέγης κακό, και να μην εκδικήσαι. Πόσο ανώτερος άνθρωπος πρέπει να είσαι για να το κατορθώσης αυτό!

Και όμως τέτοιοι πρέπει να γίνωμεν. Ημπορεί οι άλλοι να θέλουν το κακό μας, να διασύρουν την υπόληψίν μας, να δημιουργούν προσκόμματα στο έργο μας, στην ζωήν μας. Ημείς πρέπει εν προκειμένω να αντιγράψωμεν τους Αποστόλους. Θα αμυνθώμεν, βέβαια. Θα διαλύσωμεν τας συκοφαντίας. Θα διαφυλάξωμεν τον εαυτόν μας και το κύρος μας. Αλλά αυτά θα γίνουν με ηρεμίαν, με καλοσύνην, με πραότητα και συγχωρητικότητα. Δεν θα ανταποδώσωμεν τα ίδια. Δεν θα τους εκδικηθώμεν, δεν θα χρησιμοποιήσωμεν ιδικά των συστήματα. Ημείς στην κακία των θα αντιτάξωμεν την καλοσύνην μας. Δεν θα ανταποδώσωμεν το κακόν. «Μηδενί κακόν αντί κακού αποδίδοντες», μας συμβουλεύει ο Παύλος. Να νικώμεν με την αγάπην μας. «Μη νικώ υπό του κακού, αλλά νίκα εν αγαθώ το κακόν», προσθέτει ο ίδιος Απόστολος.

Αυτή η ανοχή, όπως αποδεικνύεται από την πείραν, είναι ο καλύτερος τρόπος συμπεριφοράς. Διότι έτσι και του Θεού το θέλημα εκτελούμεν και την ψυχικήν μας γαλήνην εξασφαλίζομεν και τον κακόν, που θέλει να μας βλάψει, τελικά τον κερδίζομεν.

Αυτό είναι το δεύτερον σημείον εις το οποίον πρέπει να μιμηθώμεν τους Αποστόλους. Αδελφέ, τι λες; Το έχομεν; Φοβούμαι όχι! Αν δεν το έχωμεν, μη χρονοτριβώμεν. Το συμφέρον μας απαιτεί να αποκτήσωμεν αυτήν την ανοχήν και την αγάπην. Το ταχύτερον!

3. Εις την περιφρόνησιν των ειρωνειών.

Είναι το ζήτημα αυτό πολύ σοβαρόν, αγαπητέ μου. Γύρω μας υπάρχουν λογής λογής άνθρωποι. Οι περισσότεροι είναι χωρίς Θεόν, αδιάφοροι, συμφεροντολόγοι. Είναι πρόθυμοι να ειρωνευθούν τα πάντα. Την Εκκλησίαν, τον κλήρον, τους πιστούς. Το ίδιο εγίνετο και στις ημέρες των Αποστόλων. Περίγελως και καθάρματα και αποσπόγγισμα ακαθαρσιών, εθεωρούντο στην εποχή των οι Απόστολοι. Και όμως δεν υπελόγισαν τα σχόλια του κόσμου, δεν εγκατέλειψαν τον αγώνα των ! Τα περιεφρόνησαν όλα! Ήξεραν ότι η χριστιανική των πίστις αξίζει όσο δεν αξίζει όλος ο κόσμος. Εκράτησαν γερά τον θησαυρόν των, με καύχησιν εν Κυρίω. Μέχρι τέλους.

Αυτό, αδελφέ μου, πρέπει να κάμωμεν και ημείς. Είναι ενδεχόμενον μερικοί να μας χαρακτηρίσουν ως οπισθοδρομικούς, καθυστερημένους, ακοινώνητους, μωρούς, διότι δεν συμμορφούμεθα με το νέον πνεύμα, διότι πηγαίνομεν εις την Εκκλησίαν, διότι εξομολογούμεθα, διότι είμεθα σεμνοί και ηθικοί, διότι θέλομεν να είμεθα καλοί οικογενειάρχαι, διότι δεν καταπατούμεν τας αρχάς της αρετής, διότι δεν πετούμεν στον δρόμο την τιμήν μας. Έτσι κατήντησε σήμερον ο κόσμος, δυστυχώς. Ένα είδος παραφροσύνης βασιλεύει παντού.

Αδελφοί, «στώμεν καλώς»!

Ας μη παρασυρθώμεν από τας ειρωνείας και τους εμπαιγμούς των δυστυχισμένων αυτών δεσμωτών του κακού. Ημείς ας μιμηθώμεν τους Αποστόλους, που έμειναν σταθεροί στην πίστιν των, στην χριστιανικήν ζωήν Των. Έτσι κέρδισαν το στεφάνι.

Αγαπητοί, τον Αύγουστον του 1959 εις μίαν περιοχήν της Ελλάδος, μια διμοιρία Πεζικού υπό την ηγεσίαν του νεαρού υπολοκαγού Γ. Πλατίγκου, ηλικίας 28 ετών, ησκείτο εις την εκμάθησιν του παλμού ρίψεως αληθινών χειροβομβίδων. Αίφνης συνέβη κάτι το τρομερόν. Ένας στρατιώτης, από σύγχυσιν φαίνεται, έρριξε την χειροβομβίδα του αντί εις τον καθωρισμένον χώρον ασκήσεων, εις εν σημείον, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι αρκετοί στρατιώται και παρηκολούβουν την άσκησιν. Ο νεαρός αξιωματικος ετινάχθη ως αίλουρος. Εις διάστημα δευτερολέπτου συνέλαβεν ολοζώντανη την εικόνα της εκρήξεως της χειροβομβίδος και των τραγικών συνεπειών. Δεν εχρειάσθη, ο ευσταλής και ωραίος κατά το σώμα και την ψυχήν υπολοχαγός, πολλήν ώραν δια να λάβη την συγκλονιστικήν απόφασιν. Ερρίφθη αμέσως επάνω εις την χειροβομβίδα. Μετα΄από ολίγα δευτερόλεπτα ηκούσθη ο κρότος της εκρήξεως και το σώμα του αξιωματικού έγινε κομμάτια. Απέθανεν ο ένας δια να ζήσουν οι πολλοί.

Αδελφέ, κινδυνεύουν πολλάκις τα σώματα και προ παντός οι ψυχές των γύρω μας ανθρώπων. Είμεθα άραγε διατεθειμένοι να κάμωμεν θυσίας, δια να τους σώσωμεν; Οι Απόστολοι αυτό έκαμαν.
Ημείς άραγε θα τους μιμηθώμεν;

Από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 104 και εξής.

Επιμέλεια Δημήτρης Δημουλάς
.


ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

(Ματθ. ιζ΄ 14-23).
Ἡ ἀδυναμία τῶν Μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ νὰ θεραπεύσουν τὸν νέο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ταλαιπωρεῖται ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ διαβόλου ἐπάνω του, κρύβεται στὴν ἔλλειψη δύο βασικῶν παραγόντων· τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ.

Ἐτοῦτοι οἱ παράγοντες εἶναι καθοριστικοὶ τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ πιστοποιοῦν τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀγῶνος γιὰ ἀναγέννηση. Ὁ ἕνας παράγων στηρίζεται στὸν ἄλλο καὶ ἡ σύνδεσή τους εἶναι τόσον ἀρραγής, ὥστε ἡ ἔλλειψη τοῦ ἑνὸς ἀδυνατίζει τὴν παρουσία τοῦ ἄλλου.

Γιατί, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ζῶσα καὶ διαρκὴς προσευχή, ὅταν λείπει ἡ νηστεία. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ προσευχηθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὅταν αἰσθάνεται βάρος ἀπὸ τὰ φαγητὰ καὶ τὰ ποτὰ; Εἶναι δυνατὸν νὰ σηκωθεῖ γιὰ προσευχὴ καὶ νὰ συμμετέχει στὸν προσευχητικὸ λόγο, ὅταν δὲν ἔχει προηγηθεῖ ἡ νηστεία;

Ὁ Ζιγαβηνός, σχολιάζοντας, ἀναφέρει σχετικά πὼς «ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἐνεργεῖ ἀπερίσπαστα, ὅταν δὲν βαρύνεται ἀπὸ τὸ φορτίο τοῦ στομάχου, βιαιότερα ὅμως ἀπὸ τὸ πῦρ καὶ φοβερώτερο παντὸς ἀνέρχεται ἡ προσευχή, γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ συνυπάρχουν καὶ οἱ δύο πάντοτε».

Καὶ πάλι, ὅταν λέμε νηστεία, δὲν ἐννοοῦμε μόνο τὴν ἐναλλαγὴ τῶν τροφίμων, μήτε πάλι τὴν ποσότητά τους ἀλλὰ τὴν ἐγκράτεια τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶνΝὰ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ κρατᾶ τὸν ἑαυτόν του, νὰ γίνεται δηλαδὴ αὐτοκράτοράς του καὶ νὰ τὸν ὁδηγεῖ ἐκεῖ ποὺ πρέπει καὶ ὅσο πρέπει.

Ἔτσι, ἡ ἐγκράτεια εἶναι μιὰ βασικὴ ἀρχὴ πνευματικῆς ὡριμότητας καὶ ἐκφράζει μιὰ ποιότητα τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως. Μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν ποιότητα ὁ ἄνθρωπος, ξεπερνώντας κάθε εἴδους ποσότητες καὶ τὶς ἐναλλαγὲς τῶν τροφίμων, αἰσθάνεται καὶ ἐλεύθερος καὶ αὐτεξούσιος. Μπορεῖ μὲ τὴν ἐλευθερία του καὶ τὴν αὐτοκυριαρχία νὰ καθοδηγεῖ τὴν ὕπαρξή του στὸ δρόμο τῆς ὑπέρβασης, πλησιάζοντας βῆμα μὲ βῆμα καθημερινῶς πρὸς τὴν τελειότητα καὶ τὴ θέωση μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ὅλη αὐτὴ ἡ διαδρομὴ, ποὺ ἐκφράζει μιὰ προσπάθεια καὶ ἕναν ἀγώνα πνευματικῆς συγκρότησης, ἔχει ὡς βοηθὸ καὶ στήριγμα τὴν προσευχή. Ἀλλιῶς θὰ ἔμενε ἀνεκπλήρωτη καὶ στὴ διαδρομὴ ὁ ἄνθρωπος θὰ ἐκάμπτετο.

Τώρα ὅμως μπορεῖ νὰ εἶναι σίγουρος πὼς τίποτε δὲ θὰ μείνει στὴ μέση, δίχως νὰ ἐκπληρωθεῖ. Ἐπειδὴ γνωρίζει πὼς «αὐτὸ τὸ γένος τῶν δαιμόνων δὲν ἀντιμετωπίζεται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο... παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία».

Προτάσσοντας δὲ ὁ Χριστὸς τὴν προσευχή, δηλώνει πώς ἀποτελεῖ φοβερὸ ὅπλο ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ παίρνει δύναμη ἀπὸ τὴ νηστεία. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος προσθέτει τὰ ἀκόλουθα: «ὄχι μόνο ἡ νηστεία, ἀλλὰ πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ ἡ προσευχὴ καὶ μάλιστα πρωταρχικά». Ὁ δὲ ἱερὸς ὑμνωδὸς τοῦ βιβλίου τοῦ Τριωδίου, μεταξὺ τῶν ὑπέροχων ὕμνων του, γράφει γιὰ τὴ νηστεία: «σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ χρόνου ἡ νηστεία εἶναι ὠφέλιμη σ᾿ αὐτοὺς βεβαίως ποὺ τὴν προτιμοῦν καὶ σηκώνουν τὸ βάρος της. Καὶ ἔτσι στὸ νηστεύοντα δὲν τολμάει νὰ ἐπιδράσει ὁ διάβολος, ἀλλὰ ἀντιθέτως οἱ φύλακες τῆς ζωῆς μας Ἄγγελοι μοχθοῦν καὶ κοπιάζουν γι᾿ αὐτόν».

Ὥστε ἡ ἀξία καὶ ἡ σημασία τῆς νηστείας εἶναι πολὺ μεγάλη γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὠφέλιμη καὶ ὑποβοηθητικὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς· ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ ταυτιστεῖ μὲ τὴν οἰνοποσία ἢ τὴν πολυφαγία, μήτε συμβαδίζει μὲ τὴν ἀκράτεια καὶ τὴν ἀχαλίνωτη ζωή.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μὴ νομίσουμε πὼς μιλώντας σήμερα γι᾿ αὐτὰ τὰ θέματα, μπορέσαμε νὰ τὰ ἐξαντλήσουμε. Κάθε ἄλλο, γιατί τὰ θέματα αὐτὰ εἶναι καὶ μεγάλα καὶ πλούσια. Μόνο λίγα λόγια εἴπαμε καὶ ἐκεῖνα ἀδύναμα.

Ὅμως, ἀξίζει τελειώνοντας γιὰ σήμερα, ν᾿ ἀκούσουμε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὶ λέγει διὰ τοῦ προφήτου Ἡσαΐα ἰδιαίτερα γιὰ τὴ νηστεία: «Ἐγώ, λέγει ὁ Θεός, δὲν ἐπεθύμησα τέτοιου εἴδους νηστεία, νὰ διέρχεται δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος τὴν ἡμέρα του ταλαιπωρημένος... Ἐκεῖνο ποὺ διέταξα, συνεχίζει ὁ Θεός, εἶναι νὰ σπάσεις τὰ δεσμὰ τῆς βίας καὶ τῆς καταπίεσης, νὰ ἐλευθερώνεις ἀνθρώπους συντετριμμένους, ἕνεκα τῆς καταπιέσεως καὶ ἐκμεταλλεύσεως. Νὰ κόβεις ἀπὸ ἐσένα τὸν ἄρτο σου καὶ νὰ τὸ δίνεις στοὺς πεινώντας πτωχούς. Νὰ εἰσάγεις στὸ σπίτι σου τοὺς ἀστέγους. Ἂν δεῖς κάποιο δίχως ἐνδύματα, νὰ τὸν ἐνδύσεις. Μὴν παραβλέψεις αὐτοὺς ποὺ πονοῦν καὶ δυστυχοῦν...».

Σ᾿ αὐτὸν λοιπὸν ποὺ βλέπει τὴ νηστεία ὡς τύπο καὶ ἀποφυγὴ κάποιων τροφίμων καὶ τίποτε ἄλλο, τί θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε; Ἆραγε ἀρκεῖ μονάχα αὐτό; Καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ ζητεῖ ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐμᾶς; Βεβαίως, οὔτε τὸ ἕνα οὔτε τὸ ἄλλο ἀπ᾿ αὐτὰ ἰσχύει. Γιατὶ καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο βρίσκονται ἔξω καὶ πέραν τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.

Η έννοια της πίστης Κήρυγμα Κυριακής Ι΄ Ματθαίου Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος

Μπροστά σε ένα ανθρώπινο δράμα βρίσκεται ο Κύριός μας, αδελφοί μου Χριστιανοί, όπως διηγείται το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Ένας τραγικός πατέρας πλησιάζει και Τον παρακαλεί να θεραπεύσει το παιδί του, το οποίο υποφέρει, ευρισκόμενο υπό την επήρεια δαιμονικών δυνάμεων. Ο άνθρωπος αυτός εκφράζει το παράπονό του για το γεγονός ότι οδήγησε το παιδί του και ενώπιον των Μαθητών, οι οποίοι, όμως, δε μπόρεσαν να το λυτρώσουν από την δύναμη του σατανά. Ο Κύριος ήλεγξε την ελλειμματική πίστη τόσο του πατέρα, όσο και των Μαθητών και αφού επετίμησε το δαιμονικό πνεύμα ελευθέρωσε το παιδί και το παρέδωσε υγιές στην οικογένειά του. Οι Μαθητές εξέφρασαν την απορία τους για την αδυναμία τους να θεραπεύσουν το δαιμονισμένο παιδί και ο Κύριος την απέδωσε στην προβληματική τους πίστη, ενώ επεσήμανε πως η αληθινή και απόλυτη πίστη είναι ικανή να επιτελέσει σημεία θαυμαστά και υπέρλογα.

Ο προβληματικός χαρακτήρας της πίστης των Μαθητών μάς δίδει την ευκαιρία να προσεγγίσουμε το γεγονός της πίστης και να το εξετάσουμε υπό το πρίσμα της σημερινής πραγματικότητας, να το
φέρουμε στα μέτρα της δικής μας πίστης, ως Ορθοδόξων Χριστιανών, μελών της Εκκλησίας του Χριστού. Κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας, «Πιστεύω» σημαίνει εμπιστεύομαι, αποδέχομαι, συναινώ. Αποδέχομαι ότι ο Θεάνθρωπος Ιησούς είναι η εγγύηση της προσωπικής μου καταξίωσης, δικαίωσης και λύτρωσης. Εμπιστεύομαι σ’ Εκείνον τη ζωή μου όλη, με τις χαρές και τις λύπες της, με τα πάθη και τα προβλήματά της και αγωνίζομαι, με τη δική Του βοήθεια, με το δικό Του λόγο, να βρω την ελπίδα και να κατακτήσω την σωτηρία.

Η πίστη, στη γλώσσα του Αποστόλου Παύλου, ξεπερνά την έννοια της πιστότητας στο Θεό και της εμπιστοσύνης στο θέλημά Του. Αναλαμβάνει την έννοια της αξιοπιστίας εκείνου που δηλώνει άνθρωπος
του Θεού, έναντι των άλλων κι έναντι του Θεού. Η αξιοπιστία είναι αγαθό δυσεύρετο σήμερα, ενώ, συχνά, απουσιάζει και από τη ζωή και τους λόγους και των ανθρώπων της Εκκλησίας. Πόσο δύσκολο είναι να
βρεθεί σήμερα άνθρωπος που ο λόγος του να είναι συμβόλαιο, να ταυτίζεται και με τις προθέσεις του αλλά και με τις πράξεις του, να μη λειτουργεί ως επικάλυμμα υποκρισίας και κακότητας; Η αξιοπιστία είναι
ίδιον των ταπεινών ανθρώπων εκείνων που όντως έγιναν φορείς του Πνεύματος του Θεού, όντας ειλικρινείς διάκονοί του και όχι αδίστακτοι υπηρέτες του άκρατου εγωισμού, της φιλαυτίας και της κενότητάς τους,
στο βωμό των οποίων είναι ικανοί να θυσιάσουν σχέσεις αγάπης και αλληλεγγύης, αλλά και να προδώσουν δεσμούς πνευματικούς.

Άραγε, αγαπητοί μου, πιστεύουμε στην εποχή μας; Είμαστε αξιόπιστοι έναντι Θεού και ανθρώπων, εμείς που δηλώνουμε Ορθόδοξοι Χριστιανοί, που εκκλησιαζόμαστε και τηρούμε με ευλάβεια τα θρησκευτικά σχήματα και τις συμβατικές προς την Εκκλησία μας υποχρεώσεις; Πιστεύουμε πραγματικά και πώς εκφράζουμε την πίστη μας αυτή;

Προ ετών,. δημοσιεύθηκε μια πρωτότυπη δημοσκόπηση, με γενικό τίτλο «Σε ποιόν Θεό πιστεύουμε;»1. Τα προϊόντα της έρευνας αποκαλύπτουν την αληθινή εικόνα της Ελληνικής κοινωνίας, όσον αφορά στον τρόπο και στην έκφραση της θρησκευτικής πίστης. Το συντριπτικό ποσοστό των ερωτηθέντων, για την ακρίβεια το 91,6%, δήλωσε ότι πιστεύει στο Θεό. Την ίδια στιγμή το 57,8% αποδέχεται την ύπαρξη των ψυχών και το 57% την ύπαρξη του σατανά. Στην μετά θάνατον ζωή πιστεύει το 46,7% και ακόμη μικρότερο, 45,5%, στην Δευτέρα Παρουσία και στη μέλλουσα κρίση. Ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό πιστεύει, τέλος, στην μετεμψύχωση, στα φαντάσματα, στην αστρολογία και στα μέντιουμ.

Τα αποτελέσματα της έρευνας αποδεικνύουν, αν μη τι άλλο, ότι οι νεοέλληνες χαρακτηριζόμαστε από βαθιά και ανησυχητική σύγχυση όσον αφορά στο τί και πώς πιστεύουμε. Παρατηρείται το φαινόμενο ν’
αποδεχόμαστε είτε αυτά που μπορούν να δικαιολογηθούν και να ερμηνευτούν από την κρησάρα της λογικής μας, είτε αυτά που μπορεί να αντέξει η ασθενής και αδύναμη φύση μας. Αντί να προσαρμόζουμε τη
ζωή μας στο θέλημα του Θεού, προσαρμόζουμε τον Θεό στα μέτρα της δικής μας αδυναμίας, φτιάχνοντας, τελικά, τόσους Θεούς όσοι είμαστε κι εμείς. Αυτό, όμως, δε συνιστά γνήσια και αυθεντική πίστη, αλλά έναν
ιδιότυπο και επικίνδυνο πολυθεϊσμό.

Εύλογα αναρωτιέται κανείς: να πιστεύουμε τα πάντα χωρίς έλεγχο; Την απάντηση δίδει ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας: «Τί χρηστότερο από τις εντολές ή τί αληθέστερο από τις αλήθειες που νομοθέτης τους ήταν ο
ίδιος ο Θεός; Αυτός και καθοδηγητής, αφού Αυτός μόνος είναι η αλήθεια, Αυτός ο μόνος αγαθός»2.

Η γνήσια και αυθεντική πίστη, αδελφοί μου, είναι αυτή που πραγματώνεται χωρίς όρους και προϋποθέσεις, χωρίς τους κανόνες που υπαγορεύει η ατελής ανθρώπινη λογική που απαιτεί να δει για να πιστέψει. Μια πίστη που, όταν λειτουργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, έχει ως αμοιβή να δει, τελικά, αυτό που προσδοκά.

ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε.Ο.
1 Ταχυδρόμος, 19/3/2005
2 «Περί της εν Χριστώ ζωής», σελ. 219

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 31 Αυγούστου, ημέρα της Καταθέσεως της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου.

Η ανακομιδή της τίμιας Ζώνης της Θεοτόκου, άλλοι λένε ότι έγινε από το βασιλιά Αρκάδιο και άλλοι από το γιο του Θεοδόσιο τον Β'. Η μεταφορά έγινε από την Ιερουσαλήμ στην Κωνσταντινούπολη και την τοποθέτησαν σε μια χρυσή θήκη, που ονομάσθηκε αγία Σωρός. Όταν πέρασαν 410 χρόνια, ο βασιλιάς Λέων ο Σοφός άνοιξε την αγία αυτή Σωρό για τη βασίλισσα σύζυγο του Ζωή, που την διακατείχε πνεύμα ακάθαρτο. 

Όταν λοιπόν άνοιξε την αγία Σωρό, βρήκε την τίμια Ζώνη της Θεοτόκου να ακτινοβολεί υπερφυσικά.Και είχε μια χρυσή βούλα, που φανέρωνε το χρόνο και την ήμερα που μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Αφού λοιπόν την προσκύνησαν, ο Πατριάρχης άπλωσε την τιμία Ζώνη επάνω στη βασίλισσα, και αμέσως αυτή ελευθερώθηκε από το δαιμόνιο. 

Όποτε όλοι δόξασαν το Σωτήρα Χριστό και ευχαρίστησαν την πανάχραντη Μητέρα Του, η οποία είναι για τους πιστούς φρουρός, φύλαξ, προστάτις, καταφυγή, βοηθός, σκέπη, σε κάθε καιρό και τόπο, ήμερα και νύκτα.

Στη συνέχεια η Αγία Ζώνη τεμαχίστηκε και τεμάχιά της μεταφέρθηκαν σε διάφορους ναούς της Κωνσταντινούπολης. Μετά την άλωση της Πόλης από τούς Σταυροφόρους το 1204 μ.Χ., κάποια τεμάχια αρπάχτηκαν από τους βάρβαρους και απολίτιστους κατακτητές και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ένα μέρος όμως διασώθηκε και παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και μετά την απελευθέρωση της Πόλης από τον Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο. Φυλασσόταν στον ιερό ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών. Η τελευταία αναφορά για το άγιο λείψανο είναι ενός ανώνυμου Ρώσου προσκυνητή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του 1424 και 1453 μ.Χ.

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τούς Τούρκους το 1453 μ.Χ., είναι άγνωστο τι απέγινε το υπόλοιπο μέρος της Αγίας Ζώνης στη συνέχεια. Έτσι το μοναδικό σωζόμενο τμήμα είναι αυτό που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου· με εξαιρετικά περιπετειώδη τρόπο έφτασε εκεί.

Ο Άγιος Κωνσταντίνος είχε κατασκευάσει έναν χρυσό σταυρό για να τον προστατεύει στις εκστρατείες. Στη μέση του σταυρού είχε τοποθετηθεί τεμάχιο Τιμίου Ξύλου· ο σταυρός έφερε επίσης θήκες με άγια λείψανα Μαρτύρων, και ένα τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης. Όλοι οι βυζαντινοί αυτοκράτορες έπαιρναν αυτόν τον σταυρό στις εκστρατείες. Το ίδιο έπραξε και ο αυτοκράτορας Ισαάκιος Β Άγγελος (1185-1195) σε μία εκστρατεία εναντίον του ηγεμόνα των Βουλγάρων Ασάν. Νικήθηκε όμως και μέσα στον πανικό ένας ιερέας τον πέταξε στο ποτάμι για να μην τον βεβηλώσουν οι εχθροί. Μετά από μερικές μέρες όμως οι Βούλγαροι τον βρήκαν· έτσι πέρασε στα χέρια του Ασάν.

Οι Βούλγαροι ηγεμόνες μιμούμενοι τούς Βυζαντινούς αυτοκράτορες έπαιρναν μαζί τους στις εκστρατείες το σταυρό. Σε μία μάχη όμως εναντίον των Σέρβων ο βουλγαρικός στρατός νικήθηκε από τον Σέρβο ηγεμόνα Λάζαρο (1371-1389). Ο Λάζαρος αργότερα δώρισε το σταυρό του Αγίου Κωνσταντίνου στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου μαζί με το τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης.

Οι Άγιοι Πατέρες της Ιεράς Μονής διασώζουν και μία παράδοση σύμφωνα με την οποία η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου αφιερώθηκε στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου από τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ Καντακουζηνό (1341-1354), ο οποίος στη συνέχεια παραιτήθηκε από το αξίωμα, εκάρη μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ και μόνασε στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου.

Τα θαύματα που πραγματοποίησε και πραγματοποιεί η Τιμία Ζώνη είναι πολλά. Βοηθά ειδικά τις στείρες γυναίκες να αποκτήσουν παιδί. Αν ζητήσουν με ευλάβεια τη βοήθειά της Παναγίας, τούς δίδεται τεμάχιο κορδέλας που έχει ευλογηθεί στην λειψανοθήκη της Αγίας Ζώνης· αν έχουν πίστη, καθίστανται έγκυες.

Χρόνια πολλά σε όλους!!!

Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. δ'.
Θεοτόκε αειπάρθενε, των ανθρώπων η σκέπη, Εσθήτα και Zώνην του αχράντου σου σώματος, κραταιάν τη πόλει σου περιβολήν εδωρήσω, τω ασπόρω τόκω σου άφθαρτα διαμείναντα, επί σοι γαρ και φύσις καινοτομείται και χρόνος, διό δυσωπούμέν σε, ειρήνην τη πολιτεία σου δώρησαι, και ταίς ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.

ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Τῌ ΛΑ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

Μνήμη τῆς καταθέσεως τῆς τιμίας Ζώνης τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Τῇ ΛΑ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, ἀνάμνησις τῆς ἐν τῇ Ἁγίᾳ σορῷ καταθέσεως 

τῆς τιμίας Ζώνης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἐν τῷ σεβασμίῳ αὐτῆς οἴκῳ,
 τῷ ὄντι ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις, ἀνακομισθείσης ἀπὸ τῆς Ἐπισκοπῆς Ζήλας,
 ἐπὶ Ἰουστινιανοῦ τοῦ Βασιλέως. Ἔτι δὲ καὶ τοῦ γεγονότος θαύματος, 
διὰ τῆς ἐπιθέσεως τῆς Τιμίας Ζώνης εἰς τὴν βασιλίδα Ζωήν,
 τὴν σύζυγον Λέοντος τοῦ Βασιλέως.

Χρυσῆν κορωνίδ' οἷα, σεμνὴ Παρθένε,
Τῷ τοῦ χρόνου τίθημι σὴν Ζώνην τέλει.
Θέντο σορῷ Ζώνην πρώτῃ Πανάγνου Τριακοστῇ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἀνακαινίσεως τοῦ ναοῦ τῆς

 Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τῷ Νεωρίῳ.

Ταῖς τῆς ἀχράντου Μητρός σου πρεσβείαις,

 Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.

ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ! Αυτή είναι η ΣΟΚΑΡΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ του γέροντα Παΐσιου για τη Συρία!!!

Είχε γραφτεί, ότι ο άγιος γέρων Σιατίστης Αντώνιος είπε λίγο πρίν την οσιακή κοίμησή του για τον παγκόσμιο πόλεμο: «Όταν αρχίσει απ΄ τη Συρία... θα γενικευτεί» Η φράση αυτή ωστόσο...
τελικά αποδίδεται στον ίδιο τον γέροντα Παίσιο. Ο αγ. γ. Αντώνιος είχε επισκευθεί κάποτε τον αγ. γέροντα Παΐσιο ο οποίος του είπε με κατηγορηματικό τρόπο ότι «Από την Συρία θα ξεκινήσει ο παγκόσμιος πόλεμος».

Παρασκευή, Αυγούστου 30, 2013

ΟΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ; Δύο Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ο ένας παράδειγμα ολόθερμης Πίστεως και ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ. Ο άλλος παράδειγμα απιστία και ΑΡΝΗΣΗ

ΑΝΑΠΟΦΕΥΚΤΟΙ  ΣΥΝΕΙΡΜΟΙ
  


 


















       Στὴ συνέχεια δημοσιεύουμε ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου.
       Εἶναι τὸ τμῆμα ἐκεῖνο, στὸ ὁποῖο φαίνεται μὲ δραματικὸ τρόπο ἡ ἄρνηση τοῦ Ἁγίου νὰ συναντήσει τὸν -γιὰ μόλις λίγα χρόνια- αἱρετικὸ Ἄρειο, καὶ μάλιστα ἕνα Ἄρειο ποὺ διαβεβαίωνε (παίζοντας μὲ τὶς λέξεις) ὅτι ἔχει μετανοήσει.
     Ὁ Βαρθολομαῖος σήμερα συναντᾶ, καὶ συνομιλεῖ, καὶ δέχεται στὸ Φανάρι καὶ στὴν Θ. Λειτουργία τὸν ἐπὶ χίλια ἔτη ἀμετανόητο αἱρεσιάρχη Πάπα, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο (ἔστω γιὰ τὰ μάτια) δὲν δείχνει σημεῖα μετανοίας, ἀλλὰ ἐπιμένει πεισματικὰ στὶς αἱρέσεις του καὶ προσθέτει καὶ ἄλλες.
       Καὶ ἐπαναλαμβάνουμε ἄλλη μιὰ φορά, οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, πνευματικοὶ καὶ Ἐπίσκοποι, ἐπικοινωνοῦν μὲ τὸν ἡγέτη τῆς σύγχρονης παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τίποτα δὲν φαίνεται νὰ τοὺς ξυπνᾶ.
      Καὶ  οἱ πιστοὶ ἐγκρίνουν αὐτὴν τὴν ἀντι-Πατερικὴ "γραμμὴ" καὶ καταπάτηση τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων καὶ τοῦ Ευαγγελίου, ὡς "διάκριση"!
Ὅμως, ἐφ' ὅσον οἱ Ποιμένες δὲν ἀκολουθοῦν καὶ δὲν μιμοῦμται τοὺς Ἁγίους, οἱ πιστοὶ πρέπει νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπ' αὐτούς. Νὰ ἀπαιτήσουν δὲ δυναμικὰ ἀπὸ τοὺς ἄβουλους καὶ σιωπῶντες Ἐπισκόπους νὰ ἐφαρμόσουν τὸν Εὐαγγελικὸ νόμο καὶ νὰ ἐκδιώξουν τοὺς ψευδοποιμένες.
        Ἀλήθεια, γιατί ἐγκαταλείψαμε τὴν Ἐκκλησία στὰ χέρια ψευδοποιμένων ἢ ἀνάξιων ποιμένων νὰ ἀγωνιστοῦν καὶ νὰ ὁμολογήσουν τὴν Πίστη στὴν Ὀρθοδοξία; Οὔτε δική τους εἶναι ἡ Ἐκκλησία, οὔτε δική μας. Ἀμφότεροι θὰ δώσουμε λόγο στὸν Θεὸ, τὸν εἰπόντα:
"Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς·  ὅστις δ' ἂν ἀρνήσηταί με, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγώ" (Ματθ. ι΄ 32-33).

 ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ

 
"Ἡ ρειανική αρεση καί  ντιπαράθεσή του μέ τόν ρειο
...Κατά τό τριακοστό ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (τό335) καί κατόπιν πιέσεων ἀπό τόν κύκλο αὐτῶν πού ὑπεστήριζαν τόν αἱρεσιάρχηκλήθηκε ὁ Ἄρειος ἀπό τόν αὐτοκράτορα στήν Κωνσταντινούπολη,γιά νά ἐρωτηθεῖ καί νά ὁμολογήσει «εἰ τήν πίστιν τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας ἔχοι», ἄν ἔχει τήν πίστηδηλαδή ὅλης τῆς Ἐκκλησίαςτήν ὀρθή πίστηὉ ἐρχομός τοῦ αἱρεσιάρχη στήν πρωτεύουσα ἀνα¬ζωπύρωσε τή διαμάχη τῶν δύο μερίδων τοῦ λαοῦ, τῶν ὀρθοδόξων καί τῶν αἱρετικῶν, καί πάλι ἐπαναλήφθηκαν ταραχές στήν Πόλη. Ὁ Ἄρειος, χωρίς πότε νά ἔχει μετανοήσει ἤ νά ἔχει ἀλλάξει κάτι στίς αἱρετικές του δοξασίες, βασιζόμενος μόνον στή μεγάλη δύναμη πού εἶχαν οἱ ὑποστηρικτές του, ὡμολογησε μπροστά στόν βασιλιά ὅτι πιστεύει τήν κοινή πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ἔδωσε μάλιστα γραπτή ὁμολογία τῆς πίστεώς του. Ἡ ὁμολογία αὐτή ἦταν διατυπωμένη μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε, παίζοντας μέ τίς λέξεις, χρησιμοποιώντας χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί παραλείποντας ὅ,τι δέν τόν ἐξυπηρετοῦσε, τίς ἐνδεικτικές φράσεις δηλαδή τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ὅπως τήν εἶχε διατυπώσει ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, καί αὐτές τῆς αἱρετικῆς του διδασκαλίας, νά κρύβεται ἡ κακοδοξία του, γιά τήν ὁποία εἶχε καταδικασθεῖ ἀπό τή Σύνοδο. Ἔτσι παρουσίασε ὅτι ἡ πίστη τοῦ ἦταν ἴδια μέ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας «ὑποκρινόμενος καί αὐτός, ὡς ὁ διάβολος τά τῶν Γραφῶν ρήματα», ὅπως σχολιάζει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος δέχθηκε τήν ὁμολογία του καί τόν ἔστειλε στόν πατριάρχη Ἀλέξανδρο λέγοντας του ὅμως: «Εἰ ὀρθή σου ἡ πίστις ἐστί, καλῶς ὤμοσας, εἰ δέ ἀσεβής ἐστιν ἡ πίστις σου καί ὤμοσας, ὁ Θεός ἐκ τοῦ οὐρανοῦ κρῖναι τά κατά σέ», θέλοντας ἔτσι νά ἐκδηλώσει τήν ἐπιφυλακτικότητά του γιά τήν εἰλικρίνεια τοῦ Ἀρείου καί νά τόν καταστήσει ὑπεύθυνο τῶν πράξεών του. Μέ τό δόλιο αὐτό τρόπο καί διά τῶν συνηθισμένων σ' αὐτούς πιέσεων οἱ φιλικά προσκείμενοι στόν Ἄρειο ἐπίσκοποι καί κοσμικοί ἄρχοντες θέλησαν νά εἰσαγάγουν τόν Ἄρειο στήν ἐκκλησιαστική κοινωνία. Ἡ δολιότητα καί ὁ ἐκβιασμός ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ἐφ' ὅσον ὁ Ἄρειος εἶχε κριθεῖ ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο καί εἶχε ἀποκοπεῖ ἀπό τήν κοινωνία τῆς μιᾶς καθολικῆς Ἐκκλησίας θά ἔπρεπε πάλι ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο νά κριθεῖ, ὥστε νά ἐλεγχθεῖ λεπτομερῶς ἡ πίστη του καί ἡ μετάνοιά του δέν ἦταν δυνατόν μία βασιλική ἀπόφαση ἡ μία ἁπλή ὁμολογία πίστεως τοῦ αἱρεσιάρχη ν' ἀνατρέψει ἀπόφαση τῆς Οἰκουμενικῆς Συνοδοῦ. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος στίς μεθοδεύσεις αὐτές μέ παρρησία ἀντέτασσε ὅτι δέν εἶναι σωστό ἔτσι ἁπλά νά δεχθοῦμε σέ κοινωνία «τόν τῆς αἱρέσεως εὑρετήν». Ὁ Εὐσέβιος Νικομηδείας ὡς ἀπάντηση στήν ἄρνηση τοῦ πατριάρχη μεταξύ ἄλλων τόν ἀπειλοῦσε ὅτι θά προκαλοῦσε τήν καθαιρεσή του καί τήν ἐξορία του, ἄν δέν δεχόταν τόν Ἄρειο σέ κοινωνία, ὅποτε οὕτως ἤ ἄλλως ὁ διάδοχός του θά δεχόταν τόν Ἀρειο. Τόν ἅγιο Ἀλέξανδρο βέβαια δέν τόν ἀπασχολοῦσε τόσο ἡ ἀπειλή τῆς καθαιρέσεως, ὅσο ἡ ἀνάγκη νά τηρηθεῖ ἀπαρασάλευτη ἡ πίστη πού διακήρυξε ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Νικαίας. Βλέποντας λοιπόν ὅτι στή φάση αὐτή τοῦ ἀγώνα ἡ θεολογική συζήτηση καί ἡ ἀπροκάλυπτη ἔρευνα τῆς ἀλήθειας δέν εἶχαν καμία δύναμη, ἄφησε κατά μέρος τήν προσπάθεια νά πείσει τούς αἱρετικούς γιά τό λάθος τους καί κατέφυγε στόν παντεπόπτη Θεό. Μέ νηστεῖες καί προσευχές, νύκτα καί ἡμέ¬ρα παρακαλοῦσε τόν Θεό. Σύχναζε μάλιστα στήν ἐκκλησία τήν ἀφιερωμένη στήν Ἁγία Εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία εὑρίσκεται πολύ κοντά στή Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σοφίας (πού τότε χτιζόταν), ὅπου μόνος «ὑπό τήν ἱεράν τράπεζαν ἑαυτόν ἐπί στόμα ἐκτείνας ηὔχετο δακρύων»: ἄν μέν οἱ πεποιθήσεις καί τά σχεδία τοῦ Ἀρείου εὐοδωθοῦν, νά μήν εὑρεθεῖ στήν ἀνάγκη νά τόν συναντήσει κατά πρόσωπον, ἄν ὅμως ἡ πίστη τῆς ἐκκλησίας εἶναι ὀρθή, τότε ὁ Θεός ἄς ἀποδώσει τό δίκαιο καί ἄς μήν ἐπιτρέψει ἡ αἵρεση νά νομισθεῖ ὡς εὐσέβεια. Στήν ἀγωνία του ὁ ἅγιος εἶχε συμπαραστάτη τόν πρεσβύτερο Μακάριο, γνωστό τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, ὁ ὁποῖος καί τόν ἐνημέρωσε γιά τά συμβάντα στήν Κωνσταντινούπολη.

 «Ὁ θάνατος το ρείου
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ ἦρθε πράγματι ἄμεση. Τήν παραμονή τῆς ἡμέρας, κατά τήν ὁποία ὁ Ἄρειος ἐπρόκειτο νά γίνει δεκτός στήν ἐκκλησιαστικη κοινωνία καί ἐνῶ περιεφέρετο στήν ἀγορά τῆς Κωνσταντινουπόλεως συνοδευόμενος, ὡς συνήθως, ἀπό πλῆθος ὀπαδῶν του, πέρασε ἀπό τά δημόσια ἀποχωρητήρια γιά κάποια σωματική ἀνάγκη. Ἐκεῖ μέσα βρῆκε οἰκτρό θάνατο «τοῖς σκυβάλοις μέν τά ἔντερα, τοῖς ἐντέροις δέ τήν ψυχήν ὁ δείλαιος συναποβάλλει». Τό γεγονός αὐτό, ὅπως εἶναι φυσικό, προεκάλεσε ἰδιαίτερη αἴσθηση σέ ὅλους. Τό μέρος αὐτό γιά πολλά χρόνια δείχνονταν ἀπό τούς κατοίκους τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἀποφεύγονταν ἡ χρήση του, μέχρις ὅτου κάποιος ἀρειανόφρων ἀγόρασε τό χῶρο, γκρέμισε τά δημόσια ἀποχωρητήρια καί ἔκτισε μιά οἰκία ὥστε νά ξεχαστεῖ τό γεγονός. Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος σχολιάζοντας τόν ἀπροσδόκητο θάνατο τοῦ Ἀρείου μᾶς θυμίζει ὅτι ὁ θάνατος εἶναι τό κοινό τέλος ὅλων μας καί δέν εἶναι συνετό νά εὐχόμαστε τό θάνατο κανενός, ἀκόμη κι ἄν εἶναι ἐχθρός, ἀφοῦ δέν γνωρίζουμε πότε, ἄν θά μᾶς βρεῖ τό βράδυ ζωντανούς ὁ θάνατος ὅπως τοῦ Ἀρείου ἔγινε κάτω ἀπό τέτοιες συνθῆκες πού προκαλεῖ τήν ἔκπληξη καί τόν θαυμασμό μας. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὅταν ἔμαθε γιά τό θάνατο τοῦ Ἀρείου, ἔμεινε ἐκπληκτος καί αὐτός γιά τό πῶς ἐλέγχθηκε ὁ αἱρεσιαρχής ὡς ἐπίορκος καί, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, μετά τό γεγονός αὐτό ἐξασθένησε κατά πολύ ἡ ἐπιρροή τῶν ἀρειανῶν ἐπισκοπῶν καί κοσμικῶν ἀρχόντων στόν αὐτοκράτορα. Τήν ἑπομένη ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος καί ὁ ὀρθόδοξος λαός τῆς Κωνσταντινουπόλεως συνάχθηκαν στήν Ἁγία Εἰρήνη καί εὐχαρίστησαν τόν Θεό, ὄχι διότι χάρηκαν γιά τό θάνατο τοῦ αἱρεσιάρχη, ἀλλά διότι ὁ Θεός δέν ἐγκαταλείπει τό λαό του καί ἀποδίδει τό δίκαιο, παρά τά ἄδικα σχέδια καί τίς ἄδικες κρίσεις τῶν ἀνθρώπων. Στήν Κωνσταντινούπολη ἐπανῆλθε ἡ εἰρήνη. Οἱ αἱρετικοί ντροπιάστηαν καί περιορίστηκαν. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅσο ζοῦσε ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, ἀπολάμβανε τήν εἰρήνη πού οἱ εὐχές καί οἱ ἀρετές τοῦ ἁγίου τῆς χαριζαν.

 μαρτυρία το γίου Γρηγορίου Θεολόγου
Τή θαυματουργική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, μετά τίς προσευχές τοῦ ἁγίου Ἀλεξάνδρου, θυμᾶται πενήντα χρόνια ἀργότερα καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, τό 381, ὅταν ἦταν καί αὐτός πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως σέ ἐποχή ταραγμένη πάλι ἀπό τήν αἵρεση τῶν πνευματομάχων καί προετοίμαζε τήν Ἐκκλησία γιά τή Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο. Ἀπευθύνεται στό λαό τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τούς λέγει ὅτι ἔχουν παράδοση ὀρθοδοξίας ἀκολουθώντας ὡς μαθητές τόν πρῶτο ἐπίσκοπο τῆς Νέας Πόλεώς τουςτόν Ἀλέξανδρο (τόν πολύ τόν ξακουστό), μεγάλο ὑπέρμαχο καί κήρυκα τῆς ἁγίας Τριάδοςὁ ὁποῖος μέ λόγους καί μέ ἔργα ἐξαφάνισε τήν ἀσέβεια ἀπό τήν Ἐκκλησία” καί τούς θυμίζει τή δύναμη τῆς προσευχῆς τουπού κατά τά ἀποστολικά πρότυπα κατέλυσε τόν ἀρχηγό τῆς ἀσέβει­ας σέ χῶρο ἀντάξιο τοῦ βορβόρου πού ἔρρεε ἀπό τό στόμα του καί ἔτσι ἡ ὕβρις ἀντιστάθηκε στήν ὕβρι καί ὁ δίκαιος θάνατος (τοῦ Ἀρείουστηλίτευσε τόν ἄδικο θάνατο πολλῶν ψυχῶν”, πού παρασύρονταν ἀπό τίς αἱρετικές διδασκαλίες του».
(Πηγή: http://www.imns.gr)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...