Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Αναστασίου Αθανάσιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Αναστασίου Αθανάσιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Οκτωβρίου 24, 2016

Να κάνουμε τα σπίτια μας κρυφά νέα σχολειά…


Αποτέλεσμα εικόνας για κρυφό σχολείο



Ο κυρ-Φώτης ο Κόντογλου υπήρξε ένας από τούς γνησιότερους εκφραστές τής ελληνορδοδόξου παραδόσεώς μας, την οποία είχε ως κύριο δέμα στο συγγραφικό και καλλιτεχνικό του έργο, αγωνίστηκε όσο λίγοι για την προάσπιση και την αναβίωσή της στηλιτεύοντας την ξενομανία και τον μιμητισμό, άλλα κυρίως τήρησε πιστά τις αρχές και τις αξίες της στον προσωπικό του βίο μέχρι το τέλος τής ζωής του… 
Έγραφε, λοιπόν, με διορατικότητα, εδώ και μισό αιώνα περίπου, προφητεύοντας σχεδόν την σύγχρονη τραγική μας διολίσθηση και κρίση:
«Η ψευτιά και ο πνευματικός εκφυλισμός απλώνει μέρα με την ημέρα απάνω στους Έλληνες και τούς παραμορφώνει. Έναν λαό πού ξεχωρίζει ανάμεσα σ’ όλα τα έθνη και πού είναι γεμάτος πνευματική υγεία, πάμε να τον κάνουμε εμείς, οι λογής-λογής καλαμαράδες, κι οι άλλοι γραμματιζούμενοι, σαχλόν, χωρίς πνευματικό νεύρο, χωρίς πνευματική ανδροπρέπεια, χωρίς χαρακτήρα».
Είναι ή σύγχρονη λαίλαπα της υποτέλειας, της ξενομανίας, του ραγιαδισμού και του γραικυλισμού πού βιώνουμε στις μέρες μας. Το σύνδρομο, του δήθεν εκσυγχρονισμού και της ψευτοδιανόησης, πού έχει αλλοτριώσει την λεγόμενη «πνευματική ηγεσία» του τόπου μας και την οδηγεί στην άρνηση του ιστορικού μας παρελθόντος, στην απώλεια της ιστορικής μας μνήμης και τής εθνικής μας αυτοσυνειδησίας, στην απαξίωση των αρχών και των ιδανικών τής παραδόσεώς μας και τής φυλής μας.

Η ζωή του Έλληνα έχει ζυμωθεί με την πατρογονική πίστη του, την αγία Ορθοδοξία, την «περιβεβλημένη ως πορφύραν και βύσσον» τα αίματα των μαρτύρων προγόνων του. 


Έχει ζυμωθεί με την αγάπη για την πατρίδα του, το πάθος και τον πόθο του για την ελευθερία, την θυσία και την αυταπάρνηση για την κατάκτηση και την προάσπισή της.
Αυτός είναι και ο λόγος πού όλοι οι δαίμονες τής κολάσεως ξεχύθηκαν να ξεριζώσουν από την ψυχή του Έλληνα την ορθόδοξη πίστη του και την εθνική του συνείδηση. Πόλεμος κατά τής Εκκλησίας και του Κλήρου, ειρωνεία τής ευσέβειας, υποβάθμιση τής ελληνικής γλώσσας, εξάρθρωση τής ελληνορθόδοξης παιδείας, περιθωριοποίηση και αλλοίωση τής πνευματικής κουλτούρας και του πολιτισμού μας και κάδε άλλο αντίθεο και αντεθνικό σχέδιο μπήκε σ’ εφαρμογή.

Είναι γνωστές, άλλωστε, από πολύ παλιά οι πρακτικές και οι μέθοδοι αυτών πού κινούν τα νήματα τής ιστορίας του πλανήτη και παράγουν ιδεολογία και νοθευμένο τρόπο ζωής, των διαφόρων, δηλαδή, κλειστών ομάδων προωθήσεως και ελέγχου τής εξουσίας με πρωτοπόρους τον διεθνή σιωνισμό, την μασσωνία, τα οικονομικά λόμπυ των πολυεθνικών, τις λέσχες επιλεγμένων ατόμων, όπως η Μπίλντεμπεργκ, πού κατασκευάζουν ηγέτες μαριονέτες, πειθήνια εκτελεστικά όργανα δικά τους, πριν ακόμη οι λαοί τούς επιλέξουν και τούς ψηφίσουν. Προεπιλέγουν και προκατασκευάζουν, έτσι, το πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό σύστημα, το σύγχρονο παγκόσμιο κατεστημένο πού επιβάλλουν στον κόσμο. Μέσω αυτών των εκλεκτών και δοτών ηγετών κυβερνά τον κόσμο μια πανίσχυρη πολιτική, οικονομική, κοινωνική και θρησκευτική ολιγαρχία.

Σε οικονομικό επίπεδο, πολυεθνικές εταιρείες, οικονομικοί κολοσσοί, εταιρείες κατασκευής οπλικών συστημάτων, πανίσχυρα οικονομικά συμφέροντα και νεόκοποι κροίσοι έχουν ήδη αναλάβει και διεκπεραιώνουν την οικονομική παγκοσμιοποίηση μέσω τής οικονομικής εκμετάλλευσης και εξαθλίωσης των ασθενέστερων από τούς οικονομικά ισχυρούς. Χαρακτηριστικό και αντιπροσωπευτικό παράδειγμα η οικονομική ανέχεια στην οποία έχουν οδηγήσει την χώρα μας, με μια Ελλάδα υπό κατάρρευση, με μια κυβέρνηση υπό ξένη κηδεμονία και υπουργούς υπό επίβλεψη.

Ο σκοπός τους είναι ορατός και προδιαγεγραμμένος: πρόκειται για την σαφή και οργανωμένη επιδίωξη όχι για την απλή ένταξη, άλλα για την ολοκληρωτική υποδούλωση τής πατρίδος μας και του λαού μας στους σχεδιασμούς τής παγκοσμιοποίησης, τής Νέας Τάξης Πραγμάτων και τής Νέας εποχής, για την ένταξη και την δέσμευσή μας στην γιγαντιαία αυτή πολιτιστική, θρησκευτική, οικονομική, εθνική και οικονομική χοάνη πού ομογενοποιεί, νωθεύει, μεταλλάσσει, παραλύει, αποδυναμώνει και αποσυνθέτει θεσμούς, πιστεύματα, παραδόσεις, πολιτισμούς, ήθη, αρχές, αξίες, εθνότητες, λαούς και πατρίδες.

Για την βίαιη και άμεση υπαγωγή μας στον ηλεκτρονικό ολοκληρωτισμό πού παρακολουθεί, χαρακτηρίζει, στιγματίζει και ενοχοποιεί ό,τι και όσους επιθυμεί, ό,τι και όσους αντιδρούν και αντιτάσσονται στις επιταγές του. για τον βίαιο και άμεσο εγκλεισμό μας στην νέα παγκόσμια ηλεκτρονική φυλακή.
Με αιχμή του δόρατος τις ηλεκτρονικές κάρτες και κυρίως την κάρτα του πολίτη, πού συνιστά οξύτατη απειλή για τις ατομικές μας ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα μας οδηγούν ως αγέλη στο μεγάλο παγκόσμιο ηλεκτρονικό μαντρί.
Ας ξέρουν, όμως. οι αρχιτέκτονες τής Νέας Τάξης πραγμάτων, που κρίνουν μόνο με το μυαλό και τα νούμερα, ότι «η τύχη μας έχει πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μάς φάνε και δε μπορούνε. Τρώνε από μάς και μένει και μαγιά». (Μακρυγιάννης).

«Μακάριος» λοιπόν «ο λαός ο γινώσκων αλαλαγμόν», όπως λέγει ό Ψαλμός (Ψαλμ. Πη’ (πδ’), 16). Χαρά δηλαδή στο λαό πού ξέρει να γιορτάζει τα μεγάλα γεγονότα τής Ιστορίας του. Να μεθά η ψυχή του από εθνική υπερηφάνεια. Να κάνει άσμα και παιάνα τούς ηρωισμούς και τις θυσίες τής ψυχής του. Να διδάσκει την ανδρεία και τη φιλοπατρία των προγόνων του και να φρονηματίζει τις γενεές πού έρχονται. Να εμπνέεται και να αναζωογονείται από τις παραδόσεις και τις παρακαταθήκες τους. Να τιμά και να διατηρεί τα ήθη και τα έθιμά τους. Ο λαός αυτός δεν χάνεται από το πρόσωπο τής γης. Διότι έχει προορισμό στη ζωή και έχει να επιτελέσει έργο στην Ιστορία.
Και είναι παρήγορο το γεγονός ότι ακόμη και μέσα από αυτή την τραγική κατάσταση των ήμερών μας, μέσα από τα σκοτεινά σύννεφα τού εφησυχασμού, τής ευμάρειας, τής ευδαιμονίας, τής άνεσης, τής ευζωίας και τής αυτάρκειας• μέσα από τα σκοτεινά σύννεφα τής λησμοσύνης, τής άρνησης και τής απαξίας, θερμαίνει ακόμη και φωτοδοτεί η ηλιαχτίδα τής ελπίδας και τής επιστροφής.
Το σύνθημα μάς το δίνει και πάλι ο κυρ-Φώτης ο Κόντογλου:
«Όσοι απομείναμε πιστοί στην παράδοση, όσοι δεν αρνηθήκαμε το γάλα πού βυζάξαμε, αγωνιζόμαστε, άλλος εδώ, άλλος εκεί, καταπάνω στην ψευτιά. Καταπάνω σ’ αυτούς πού θέλουνε την Ελλάδα ένα κουφάρι χωρίς ψυχή, ένα λουλούδι χωρίς μυρουδιά».

…Ας κάνουμε τα σπίτια μας κρυφά και νέα σχολειά κι ας γαλουχήσουμε τα παιδιά μας με τις παραδόσεις του γένους μας υποκαθιστώντας εμείς την πλημμελή σχολική εκπαίδευση πού τούς παρέχεται. Να προβάλουμε στα παιδιά μας τα πρότυπα των άγιων και των ηρώων μας, να τούς εμπνεύσουμε την φιλοπατρία, να τούς διδάξουμε σωστά την γλώσσα μας και την ιστορία μας.
Να τούς διδάξουμε το αληθινό νόημα και τον σκοπό τής ζωής μας, πού είναι ο ουρανός, η πραγματική δηλαδή και μόνιμη πατρίδα μας. Σε αυτή την πρόσκαιρη ζωή είμαστε, άλλωστε, οδίτες και όχι κάτοικοι και ένοικοι τής γης. Γι’ αυτό και θα πρέπει να πορευόμαστε εδώ με την προοπτική τής αιωνιότητος…

Απόσπασμα από την ομιλία,
ΠΑΡΑΔΟΣΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. Δρόμοι πού χαράξαμε… Για να ακολουθούμε
Αρχιμ. Αθανασίου Αναστασίου
Προηγουμένου Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου Αγίων Μετεώρων
Ομιλία στο Πανκαλαμπακιώτικο Χοροστάσι (10-7-2011).

Παρασκευή, Μαρτίου 15, 2013

Οἱ συνέπειες τοῦ ὀρθολογισμοῦ στή ζωή μας Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου Ἀρχιμανδρίτης,Ἀναστασίου Ἀθανάσιος




 


Ὁ ὀρθολογισμός θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἡ ὑπερβολική ἐμπιστοσύνη στή λογική μας, ἡ ἀναγωγή της σέ ὑπέρτατη αὐθεντία καί ἀπόλυτη ἀξία. Εἶναι ἁμαρτητική νοοτροπία καί βιοθεωρία, καί ὄχι κάποια ἁπλή ἁμαρτία. Εἶναι κατ’ οὐσίαν ἀπιστία. Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι ἡ πιό χαρακτηριστική καί ὕπουλη ἐκδήλωση τῆς ὑπερηφάνειας, ἡ ὁποία ὑποκρύπτεται κάτω ἀπό ὅλες τίς ἁμαρτίες μας, ὑφέρπει σέ κάθε μας πράξη καί δηλητηριάζει ὅλα τά καλά ἔργα μας. Αὐτή ὁδηγεῖ στήν αὐτοδικαίωση καί τελικά στήν ἀμετανοησία, κλείνοντας ἔτσι τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος ὅλων τῶν κακῶν. Κατά τόν μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ ἡ ὑπερηφάνεια «ἀποτελεῖ τήν μόνιμη ἀπειλή τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς», «βρίσκεται στήν ρίζα ὅλων τῶν τραγωδιῶν τοῦ ἀνθρώπινου γένους» καί ἀποτελεῖ «τήν οὐσία τοῦ ἅδη». Ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, λαϊκός, κληρικός ἤ μοναχός, γίνεται ἄτομο καί προσφέρει τόν πνευματικό θάνατο καί τόν ἅδη, τήν κόλαση, ὄχι μόνο στόν ἑαυτό του, ἀλλά καί στήν οἰκογένειά του, στό κοινόβιό του καί σέ ὅλο τό περιβάλλον του.

Ὁ ὀρθολογιστής ὑποβάλλει τήν ἁγνή καί πηγαία πίστη σέ λογικές διαδικασίες, ζητώντας ἐπιχειρήματα καί ἀποδείξεις. Πιστεύει μόνο σέ ὅ,τι μπορεῖ νά κατανοηθεῖ καί νά γίνει ἀποδεκτό μέ τό μυαλό. Γι’ αὐτό καί οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα, ἀλλά καί πολλοί χριστιανοί μας, ἀμφιβάλλουν ἤ καί δέν πιστεύουν στήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, στήν ὕπαρξη τῆς ἄλλης ζωῆς, στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, στόν παράδεισο καί τήν κόλαση. Ἀρνοῦνται ἀκόμη τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου, τοῦ προαιώνιου αὐτοῦ ἐχθροῦ μας. Ἀγνοοῦν ὅτι ὁ διάβολος εἶναι πρόσωπο μέ νοῦ καί μέ θέληση, καί ὅτι αὐτός ἀποτελεῖ τήν αἰτία καί τήν πηγή τοῦ κακοῦ, δεχόμενοι γενικά καί ἀόριστα τήν ὕπαρξη μόνο «δυνάμεων τοῦ κακοῦ».

Ἀμφισβητοῦν τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, τῆς Θείας Κοινωνίας, τοῦ Γάμου, ὁ ὁποῖος τείνει νά ἀντικατασταθεῖ ἀπό μία ἁπλή συμβίωση, μία ἐλεύθερη σχέση, ἐκτός γάμου. Ἀρνοῦνται ἤ δέχονται ἐπιλεκτικά τά δόγματα τῆς πίστεώς μας, τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, τή λατρεία, τήν εὐσέβεια καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδή δέν μποροῦν νά τά συλλάβουν μέ τήν λογική καί τό μυαλό τους.

Νά διευκρινίσουμε σέ αὐτό τό σημεῖο ὅτι ἡ ἀναφορά μας στό ἀρνητικό φαινόμενο τοῦ ὀρθολογισμοῦ καί στίς ἀνάλογες συνέπειές του στήν πνευματική ζωή τοῦ καθενός σέ καμία περίπτωση δέν ἔχει τήν ἔννοια τῆς ὑποτιμήσεως ἤ τῆς παραγνωρίσεως τῆς λογικῆς, αὐτῆς τῆς ὕψιστης δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία τόν διαφοροποιεῖ ἀπό τά ἄλογα ζῶα καί τά ὑπόλοιπα κτίσματα.

Ὁ ὀρθολογιστής ἀντικαθιστᾶ τήν ἀναφορά καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, πού εἶναι ἡ πίστη, μέ τή σκέψη καί τή διάνοια. Ἔτσι ὅμως καταργεῖται οὐσιαστικά ἡ πίστη, ἀφοῦ ὁ Θεός δέν μᾶς ἀποδεικνύεται, ἀλλά μᾶς φανερώνεται. Μᾶς ἀποκαλύπτεται μυστικά. Βιώνεται καρδιακά καί πηγαία, ἁπλά, ταπεινά καί ἀθόρυβα. Γι’ αὐτό καί ὁ ὀρθολογισμός συνιστᾶ οὐσιαστικά ἀπιστία• μία ἄλλη μορφή ἀθεΐας, χειρότερη ἴσως ἀπό τήν ἀπόλυτη καί καθαρή ἀθεΐα, ἀφοῦ μᾶς ἐφησυχάζει καί μᾶς παραπλανᾶ πώς δῆθεν πιστεύουμε.

Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ λόγος πού καθιστᾶ τόν ὀρθολογισμό, τήν ὀρθολογιστική θεώρηση τῆς πίστεως, ἕνα ἀπό τά σοβαρότερα ἐμπόδια, καί τά δυσεπίλυτα προβλήματα πού ἀπειλοῦν καί ἀλλοιώνουν τήν πνευματική πορεία τῶν σύγχρονων πιστῶν καί ἐπιβουλεύονται τή σωτηρία τους.

Θά λέγαμε ὅτι ὁ ὀρθολογισμός δέν εἶναι ἁπλά καί μόνο μία συγκεκριμένη ἁμαρτία, δέν εἶναι μία πτώση, ἕνα λάθος, πού εἶναι ἀνθρώπινο καί φυσιολογικό νά συμβαίνει σέ κάθε πιστό, πού ἀγωνίζεται γιά τή σωτηρία του, ἀφοῦ κανείς δέν εἶναι ἀναμάρτητος ἤ ἀλάνθαστος. Γι’ αὐτό καί ὅλες οἱ πτώσεις καί ὅλα τά ἁμαρτήματά μας συγχωροῦνται, ὅταν μέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί συντριβή τά ἐναποθέσουμε στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ μας, μέ τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.

Ὁ ὀρθολογισμός λοιπόν ξεπερνᾶ τά στενά ὅρια τῆς ἁμαρτίας καί λειτουργεῖ ἀλλοιωτικά καί διαφορετικά, ὑποσκάπτοντας τά ἴδια τά θεμέλια καί οὐσιώδη τῆς πίστεως. Καταργεῖ τή σχέση, τήν ἐμπιστοσύνη, τήν ἐλπίδα, γιατί στηρίζεται μόνον στά δικά μας λογικά συμπεράσματα, στίς ἀτομικές μας ἀντιλήψεις καί στήν ἀτομική μας νοοτροπία καί βιοθεωρία.


Νοῦς καί λόγος

Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα τήν διαφορά ἀνάμεσα στήν «καλή» καί «κακή» χρήση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς (πού εἶναι ὁ ὀρθολογισμός), θά ἦταν χρήσιμο νά ἀναπτύξουμε ἐν συντομίᾳ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν φύση καί τήν λειτουργία της.

Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή καί τήν ὀρθόδοξη πατερική παράδοση, ὁ ἄνθρωπος ἔχει δύο γνωστικά κέντρα. Δηλαδή δύο ὁδούς, δύο τρόπους μέσα ἀπό τούς ὁποίους μπορεῖ νά γνωρίσει τά πράγματα, τήν κτιστή φυσική δημιουργία καί τόν ἴδιο τόν Θεό.

Τά δύο αὐτά κέντρα εἶναι ὁ νοῦς (πού οἱ πατέρες τόν ταυτίζουν μέ τήν καρδιά) καί ὁ λόγος (δηλαδή ἡ λογική, ἡ διάνοια, τό μυαλό). Ὁ νοῦς ἔχει τήν ἕδρα του στήν καρδιά καί ὁ λόγος (ἡ λογική) στόν ἐγκέφαλο. Ὁ νοῦς εἶναι τό κέντρο τῆς ψυχῆς, γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες τόν ὀνομάζουν «τό ἡγεμονικόν τῆς ψυχῆς». Μέ τό νοῦ, πού εἶναι ἡ θεωρητική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς (γι’ αὐτό καί ἀναφέρεται καί ὡς «ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς»), ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τή γνώση καί τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, γίνεται μέτοχος τῆς θείας Ἀποκαλύψεως.

Ὁ λόγος (ἤ λογική) εἶναι ἡ πρακτική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τό λόγο (τή λογική) ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τή φύση καί τήν κτιστή δημιουργία. Ἡ γνώση τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ βοηθάει, βεβαίως, τόν ἄνθρωπο νά φθάσει καί στήν γνώση τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ὅμως ἀποκτᾶ μέ τό νοῦ. Μέ τή λογική, δηλαδή, δέν μποροῦμε νά γνωρίσουμε τό Θεό. Ἡ λογική μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀνάγκη τῆς πίστεως στό Θεό. Ἡ ἀληθινή, ὅμως, γνώση τοῦ Θεοῦ γίνεται μέ τό νοῦ, μέ τήν καρδιά δηλαδή.

Τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο, πού δέν ἐπιτρέπει στό σύγχρονο ἄνθρωπο νά φθάσει στή γνώση τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀκριβῶς αὐτό: ὅτι προσπαθεῖ νά Τόν γνωρίσει μέ λάθος τρόπο, χρησιμοποιώντας λανθασμένα μέσα. Ἀντικαθιστᾶ δηλαδή τό νοῦ (τήν καρδιά) μέ τό λόγο (τή λογική) καί καταλήγει ἔτσι στόν ὀρθολογισμό καί στήν ἀδυναμία νά γνωρίσει ἀληθινά τό Θεό.

Ἀπό τά ἀνωτέρω γίνεται φανερό πώς παραιτοῦμαι ἀπό τή λογική μου δέν σημαίνει ὅτι γίνομαι παράλογος. Ἡ πίστη δέν εἶναι παράλογη, ἀλλά ὑπέρλογη. Δέν κατανοεῖται, ἀλλά βιώνεται. Πίστη δέν σημαίνει κατανόηση, ἀλλά ἐμπιστοσύνη. Δέν ἀντιβαίνει στόν ὀρθό λόγο, ἀλλά τόν ὑπερβαίνει, τόν ξεπερνᾶ. Τό ὑπέρλογο μέσα στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ἡ κατάργηση τῆς λογικῆς, ἀλλά ἡ μετακένωση καί ἀνύψωσή της στήν ἀποδοχή τῶν ἐμπειριῶν τῆς θείας Ἀποκαλύψεως. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ἀπόλυτη διάθεση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στό θέλημα καί στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τό λογικό εἶναι τό «στένεμα» τοῦ Θεοῦ καί ἡ σμίκρυνσή του στίς προσωπικές μας ἀνάγκες καί ἀπαιτήσεις, στό ἐγωιστικό θέλημά μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι νά ἀφήνω στό Θεό ἀνοιχτό τό δρόμο τῆς καρδιᾶς μου γιά νά ‘ρθεῖ καί νά ἐνεργήσει μέσα μου μέ τό δικό Του τρόπο, πού δέν εἶναι οὔτε λογικός, οὔτε ἄλογος, οὔτε παράλογος, ἀλλά εἶναι ὑπέρλογος. Εἶναι ἡ αἰώνια Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ πηγή καί ἡ ὁδός τῆς σωτηρίας μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ὑπαγωγή τῆς λογικῆς μας στή Λογική του Θεοῦ. Εἶναι ἡ προσπάθεια πού κάνουμε γιά νά δεχθοῦμε τή Λογική τοῦ Θεοῦ, ὅταν αὐτή δέν συμφωνεῖ μέ τή δική μας.

Σκοπός τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ Οὐρανός. Πατρίδα του εἶναι ὁ Οὐρανός. Ὁ χριστιανός εἶναι οὐρανοπολίτης καί στόχος κεντρικός τῆς ζωῆς του εἶναι νά γνωρίσει τό Θεό καί νά ἑνωθεῖ μαζί Του, νά φθάσει δηλαδή στή θέωση. Τό ἀπόλυτο ζητούμενο τῆς πνευματικῆς μας πορείας παραμένει πάντοτε ἡ θέωση, πού ἐπιτυγχάνεται μόνο μέσα ἀπό τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς καί τό φωτισμό τοῦ νοῦ. Ὁ φωτισμός λοιπόν τοῦ νοῦ ὀφείλει νά εἶναι ἡ κύρια ἐπιδίωξή μας, καί ὄχι ἡ καλλιέργεια τῆς λογικῆς. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι αὐτός πού ὁδηγεῖ στό Θεό καί ὄχι ἡ ἀνεπτυγμένη λογική. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι ἡ ἀνταμοιβή τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐκχώρηση τῆς λογικῆς μας σ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτό καί ἡ προσπάθειά μας θά πρέπει νά εἶναι ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ καί ὄχι ἡ ἐξάσκηση τῆς λογικῆς μας.



Ἡ πνευματική γνώση

Ὁ στόχος ὅμως αὐτός ἐπιτυγχάνεται κυρίως μέ τήν «πνευματική γνώση». Πνευματική γνώση εἶναι πίστη, εἶναι ἐμπειρία, εἶναι θεῖος φωτισμός, εἶναι Θεία χάρις καί Θεογνωσία.

Ἡ πνευματική αὐτή γνώση δέν εἶναι ἀπόρροια τῆς λογικῆς τοῦ μυαλοῦ μας. Δέν κατέχεται μόνον ἀπό τούς εὐφυεῖς, ἀπό τούς μορφωμένους, ἀπό τούς ἐπιστήμονες. Δέν ἀπαιτεῖ σύνθετη σκέψη, πολύπλοκες ἀναλύσεις καί συλλογισμούς. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ πού προσφέρεται σέ ὅλους, μορφωμένους καί ἀγράμματους, γνωστικούς καί ἀδαεῖς, ἔξυπνους καί ἁπλοϊκούς, σέ ὅλους ὅσοι ἔχουν ἁπλή, ταπεινή καί καθαρή καρδιά. Ἡ πίστη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στούς ἁπλούς καί ταπεινούς ἀνθρώπους, καί ὄχι ἀποτέλεσμα λογικῆς ἐπεξεργασίας.

Ἡ πνευματική γνώση δέν σπουδάζεται στά πανεπιστήμια καί τά σπουδαστήρια τοῦ κόσμου, δέν ἀναγνωρίζεται μέ διπλώματα καί μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδῶν, δέν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐπιστημονικῶν ἐρευνῶν. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι ὑπόθεση τῆς καρδιᾶς, εἶναι φωτισμένος νοῦς, εἶναι μετοχή στήν ἀγάπη, τή χάρη καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τῆς Ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας καί στόν κόσμο ὁλόκληρο. Ἐργαστήριο τῆς πνευματικῆς γνώσεως εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα. Ἡ ἐμπιστοσύνη στό Θεό καί ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στήν ἄπειρη ἀγάπη καί πρόνοιά Του. Εἶναι ἡ καθημερινή ἄσκηση καί τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἐξάσκηση τῆς ἀγάπης διά τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἐλεημοσύνης ἐνεργούμενης. Εἶναι ἡ φιλαδελφία, ἡ καλοσύνη καί ἡ ἱλαρότητα.

Ὁ ὀρθολογισμός, περνώντας ἀπό ὅλες τίς πτώσεις τῆς ὑπερηφάνειας, μᾶς ὁδηγεῖ τελικά στήν αὐτοδικαίωση• γιατί μᾶς πείθει ὅτι ἔχουμε δίκιο. Καί ἐφ’ ὅσον οἱ σκέψεις μας, τά λόγιά μας καί οἱ πράξεις μας εἶναι λογικές, ἄρα εἶναι ὀρθές καί δίκαιες. Ἔχουμε λοιπόν δίκιο, ἄρα καί δικαίωμα νά τό ἐπιβάλλουμε ὡς γνώμη, ὡς ἐπιθυμία καί ὡς συμπεριφορά. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό ξεκινᾶ μία ἀτελεύτητη πορεία πρός τήν μηδέποτε ἐπιτυγχανομένη – γιατί εἶναι καί ἀκόρεστη – αὐτοδικαίωσή μας, πού μᾶς παρασύρει σέ μία ἁλυσίδα διαρκῶς μεγαλύτερων καί βαρύτερων ἁμαρτημάτων.

Ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς (Λουκ.18,9-14) εἶναι ὁ ἀντιπροσωπευτικότερος τύπος τοῦ αὐτοδικαιούμενου ἀνθρώπου. Καυχᾶται γιά τίς ἀρετές του, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του δίκαιο καί συγχρόνως ἐξουθενώνει τόν τελώνη, βλέποντας τόν ἁμαρτωλό, κατώτερό του. Ὁ αὐτοδικαιούμενος γίνεται ὁ ἴδιος κριτής τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ ἀπονέμει τόν τίτλο τοῦ δικαίου, πιστεύοντας ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὑποχρεωμένος νά τόν ἀνταμείψει.

Ὁ αὐτοδικαιούμενος ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος πού πάσχει ἀπό ψυχολογικά προβλήματα, ἐπειδή ἀπωθεῖ τήν ἐνοχή του. Γίνεται ἔτσι νευρικός, διαταραγμένος ἀνικανοποίητος, ἀπαιτητικός, ἀνυπόμονος, ἀνυπάκουος, αὐθάδης, ἐριστικός. Ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τοῦ Ἑωσφόρου, δέν θέλει νά ζητήσει συγχώρηση καί νά ὁμολογήσει τίς ἁμαρτίες του. Ἐπαναλαμβάνει ὡς ἐπωδό τά λόγια του μηδενιστῆ Ἀλμπέρτ Καμύ: «Εἶχα δίκιο, ἔχω ὁπωσδήποτε δίκιο, θά ἔχω πάντα δίκιο», καί ὀρθώνει μόνος του ἀνυπέρβλητο φράγμα στήν ἄβυσσο τοῦ Θείου ἐλέους.

Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι συμπυκνωμένη ὑπερηφάνεια, ἀλαζονεία, αὐτοδικαίωση, αὐτάρκεια καί αὐτονομία. Γι’ αὐτό καί ἀλλοτριώνει τόν ἄνθρωπο, τόν ἀπομονώνει καί τόν ἀπομακρύνει ἀπό τό Θεό καί ἀπό τούς συνανθρώπούς του. Ὁ ὀρθολογιστής καθίσταται ἔτσι στοιχεῖο διαλυτικό τῆς φιλίας, τοῦ γάμου, τῆς οἰκογένειας, τοῦ κοινοβίου καί τῆς κοινωνίας.

Τελικά ὁ ὀρθολογιστής, παρά τή λαμπρότητα τῶν ἐπιτευγμάτων του, καταλήγει νά εἶναι ὁ κουρασμένος, ὁ κενός, ὁ ἀνικανοποίητος, ὁ ἀπογοητευμένος σύγχρονος ἄνθρωπος. Αὐτός πού βιώνει καθημερινά τό δράμα τῆς ὑπαρξιακῆς ἀγωνίας του, τῆς ἀνασφάλειάς του καί τοῦ ἀδιεξόδου, στό ὁποῖο τόν παγιδεύει ἡ λογική του καί ἡ αὐτοπεποίθησή του στίς ὁποῖες τόσο στηρίχτηκε.

Θά πρέπει λοιπόν νά βγοῦμε ἀπό τά ὅρια τῆς πεπερασμένης ἀνθρώπινης λογικῆς καί νά μποῦμε στήν ἀπεραντοσύνη, στόν πλοῦτο καί τήν εὐλογία τῆς λογικῆς του Θεοῦ.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 29, 2012

Οἱ συνέπειες τοῦ ὀρθολογισμοῦ στή ζωή μας Ἀρχιμανδρίτης Ἀθανάσιος Ἀναστασίου




Ὁ ὀρθολογισμός θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἡ ὑπερβολική ἐμπιστοσύνη στή λογική μας, ἡ ἀναγωγή της σέ ὑπέρτατη αὐθεντία καί ἀπόλυτη ἀξία. Εἶναι ἁμαρτητική νοοτροπία καί βιοθεωρία, καί ὄχι κάποια ἁπλή ἁμαρτία. Εἶναι κατ’ οὐσίαν ἀπιστία. Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι ἡ πιό χαρακτηριστική καί ὕπουλη ἐκδήλωση τῆς ὑπερηφάνειας, ἡ ὁποία ὑποκρύπτεται κάτω ἀπό ὅλες τίς ἁμαρτίες μας, ὑφέρπει σέ κάθε μας πράξη καί δηλητηριάζει ὅλα τά καλά ἔργα μας. Αὐτή ὁδηγεῖ στήν αὐτοδικαίωση καί τελικά στήν ἀμετανοησία, κλείνοντας ἔτσι τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος ὅλων τῶν κακῶν. Κατά τόν μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ ἡ ὑπερηφάνεια «ἀποτελεῖ τήν μόνιμη ἀπειλή τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς», «βρίσκεται στήν ρίζα ὅλων τῶν τραγωδιῶν τοῦ ἀνθρώπινου γένους» καί ἀποτελεῖ «τήν οὐσία τοῦ ἅδη». Ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, λαϊκός, κληρικός ἤ μοναχός, γίνεται ἄτομο καί προσφέρει τόν πνευματικό θάνατο καί τόν ἅδη, τήν κόλαση, ὄχι μόνο στόν ἑαυτό του, ἀλλά καί στήν οἰκογένειά του, στό κοινόβιό του καί σέ ὅλο τό περιβάλλον του.

Ὁ ὀρθολογιστής ὑποβάλλει τήν ἁγνή καί πηγαία πίστη σέ λογικές διαδικασίες, ζητώντας ἐπιχειρήματα καί ἀποδείξεις. Πιστεύει μόνο σέ ὅ,τι μπορεῖ νά κατανοηθεῖ καί νά γίνει ἀποδεκτό μέ τό μυαλό. Γι’ αὐτό καί οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα, ἀλλά καί πολλοί χριστιανοί μας, ἀμφιβάλλουν ἤ καί δέν πιστεύουν στήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, στήν ὕπαρξη τῆς ἄλλης ζωῆς, στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, στόν παράδεισο καί τήν κόλαση. Ἀρνοῦνται ἀκόμη τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου, τοῦ προαιώνιου αὐτοῦ ἐχθροῦ μας. Ἀγνοοῦν ὅτι ὁ διάβολος εἶναι πρόσωπο μέ νοῦ καί μέ θέληση, καί ὅτι αὐτός ἀποτελεῖ τήν αἰτία καί τήν πηγή τοῦ κακοῦ, δεχόμενοι γενικά καί ἀόριστα τήν ὕπαρξη μόνο «δυνάμεων τοῦ κακοῦ».

Ἀμφισβητοῦν τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, τῆς Θείας Κοινωνίας, τοῦ Γάμου, ὁ ὁποῖος τείνει νά ἀντικατασταθεῖ ἀπό μία ἁπλή συμβίωση, μία ἐλεύθερη σχέση, ἐκτός γάμου. Ἀρνοῦνται ἤ δέχονται ἐπιλεκτικά τά δόγματα τῆς πίστεώς μας, τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, τή λατρεία, τήν εὐσέβεια καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπειδή δέν μποροῦν νά τά συλλάβουν μέ τήν λογική καί τό μυαλό τους.

Νά διευκρινίσουμε σέ αὐτό τό σημεῖο ὅτι ἡ ἀναφορά μας στό ἀρνητικό φαινόμενο τοῦ ὀρθολογισμοῦ καί στίς ἀνάλογες συνέπειές του στήν πνευματική ζωή τοῦ καθενός σέ καμία περίπτωση δέν ἔχει τήν ἔννοια τῆς ὑποτιμήσεως ἤ τῆς παραγνωρίσεως τῆς λογικῆς, αὐτῆς τῆς ὕψιστης δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία τόν διαφοροποιεῖ ἀπό τά ἄλογα ζῶα καί τά ὑπόλοιπα κτίσματα.

Ὁ ὀρθολογιστής ἀντικαθιστᾶ τήν ἀναφορά καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, πού εἶναι ἡ πίστη, μέ τή σκέψη καί τή διάνοια. Ἔτσι ὅμως καταργεῖται οὐσιαστικά ἡ πίστη, ἀφοῦ ὁ Θεός δέν μᾶς ἀποδεικνύεται, ἀλλά μᾶς φανερώνεται. Μᾶς ἀποκαλύπτεται μυστικά. Βιώνεται καρδιακά καί πηγαία, ἁπλά, ταπεινά καί ἀθόρυβα. Γι’ αὐτό καί ὁ ὀρθολογισμός συνιστᾶ οὐσιαστικά ἀπιστία• μία ἄλλη μορφή ἀθεΐας, χειρότερη ἴσως ἀπό τήν ἀπόλυτη καί καθαρή ἀθεΐα, ἀφοῦ μᾶς ἐφησυχάζει καί μᾶς παραπλανᾶ πώς δῆθεν πιστεύουμε.

Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ λόγος πού καθιστᾶ τόν ὀρθολογισμό, τήν ὀρθολογιστική θεώρηση τῆς πίστεως, ἕνα ἀπό τά σοβαρότερα ἐμπόδια, καί τά δυσεπίλυτα προβλήματα πού ἀπειλοῦν καί ἀλλοιώνουν τήν πνευματική πορεία τῶν σύγχρονων πιστῶν καί ἐπιβουλεύονται τή σωτηρία τους.

Θά λέγαμε ὅτι ὁ ὀρθολογισμός δέν εἶναι ἁπλά καί μόνο μία συγκεκριμένη ἁμαρτία, δέν εἶναι μία πτώση, ἕνα λάθος, πού εἶναι ἀνθρώπινο καί φυσιολογικό νά συμβαίνει σέ κάθε πιστό, πού ἀγωνίζεται γιά τή σωτηρία του, ἀφοῦ κανείς δέν εἶναι ἀναμάρτητος ἤ ἀλάνθαστος. Γι’ αὐτό καί ὅλες οἱ πτώσεις καί ὅλα τά ἁμαρτήματά μας συγχωροῦνται, ὅταν μέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί συντριβή τά ἐναποθέσουμε στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ μας, μέ τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.

Ὁ ὀρθολογισμός λοιπόν ξεπερνᾶ τά στενά ὅρια τῆς ἁμαρτίας καί λειτουργεῖ ἀλλοιωτικά καί διαφορετικά, ὑποσκάπτοντας τά ἴδια τά θεμέλια καί οὐσιώδη τῆς πίστεως. Καταργεῖ τή σχέση, τήν ἐμπιστοσύνη, τήν ἐλπίδα, γιατί στηρίζεται μόνον στά δικά μας λογικά συμπεράσματα, στίς ἀτομικές μας ἀντιλήψεις καί στήν ἀτομική μας νοοτροπία καί βιοθεωρία.


Νοῦς καί λόγος

Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα τήν διαφορά ἀνάμεσα στήν «καλή» καί «κακή» χρήση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς (πού εἶναι ὁ ὀρθολογισμός), θά ἦταν χρήσιμο νά ἀναπτύξουμε ἐν συντομίᾳ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν φύση καί τήν λειτουργία της.

Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή καί τήν ὀρθόδοξη πατερική παράδοση, ὁ ἄνθρωπος ἔχει δύο γνωστικά κέντρα. Δηλαδή δύο ὁδούς, δύο τρόπους μέσα ἀπό τούς ὁποίους μπορεῖ νά γνωρίσει τά πράγματα, τήν κτιστή φυσική δημιουργία καί τόν ἴδιο τόν Θεό.

Τά δύο αὐτά κέντρα εἶναι ὁ νοῦς (πού οἱ πατέρες τόν ταυτίζουν μέ τήν καρδιά) καί ὁ λόγος (δηλαδή ἡ λογική, ἡ διάνοια, τό μυαλό). Ὁ νοῦς ἔχει τήν ἕδρα του στήν καρδιά καί ὁ λόγος (ἡ λογική) στόν ἐγκέφαλο. Ὁ νοῦς εἶναι τό κέντρο τῆς ψυχῆς, γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες τόν ὀνομάζουν «τό ἡγεμονικόν τῆς ψυχῆς». Μέ τό νοῦ, πού εἶναι ἡ θεωρητική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς (γι’ αὐτό καί ἀναφέρεται καί ὡς «ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς»), ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τή γνώση καί τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, γίνεται μέτοχος τῆς θείας Ἀποκαλύψεως.

Ὁ λόγος (ἤ λογική) εἶναι ἡ πρακτική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τό λόγο (τή λογική) ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τή φύση καί τήν κτιστή δημιουργία. Ἡ γνώση τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ βοηθάει, βεβαίως, τόν ἄνθρωπο νά φθάσει καί στήν γνώση τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ὅμως ἀποκτᾶ μέ τό νοῦ. Μέ τή λογική, δηλαδή, δέν μποροῦμε νά γνωρίσουμε τό Θεό. Ἡ λογική μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀνάγκη τῆς πίστεως στό Θεό. Ἡ ἀληθινή, ὅμως, γνώση τοῦ Θεοῦ γίνεται μέ τό νοῦ, μέ τήν καρδιά δηλαδή.

Τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο, πού δέν ἐπιτρέπει στό σύγχρονο ἄνθρωπο νά φθάσει στή γνώση τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀκριβῶς αὐτό: ὅτι προσπαθεῖ νά Τόν γνωρίσει μέ λάθος τρόπο, χρησιμοποιώντας λανθασμένα μέσα. Ἀντικαθιστᾶ δηλαδή τό νοῦ (τήν καρδιά) μέ τό λόγο (τή λογική) καί καταλήγει ἔτσι στόν ὀρθολογισμό καί στήν ἀδυναμία νά γνωρίσει ἀληθινά τό Θεό.

Ἀπό τά ἀνωτέρω γίνεται φανερό πώς παραιτοῦμαι ἀπό τή λογική μου δέν σημαίνει ὅτι γίνομαι παράλογος. Ἡ πίστη δέν εἶναι παράλογη, ἀλλά ὑπέρλογη. Δέν κατανοεῖται, ἀλλά βιώνεται. Πίστη δέν σημαίνει κατανόηση, ἀλλά ἐμπιστοσύνη. Δέν ἀντιβαίνει στόν ὀρθό λόγο, ἀλλά τόν ὑπερβαίνει, τόν ξεπερνᾶ. Τό ὑπέρλογο μέσα στήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ἡ κατάργηση τῆς λογικῆς, ἀλλά ἡ μετακένωση καί ἀνύψωσή της στήν ἀποδοχή τῶν ἐμπειριῶν τῆς θείας Ἀποκαλύψεως. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ἀπόλυτη διάθεση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στό θέλημα καί στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τό λογικό εἶναι τό «στένεμα» τοῦ Θεοῦ καί ἡ σμίκρυνσή του στίς προσωπικές μας ἀνάγκες καί ἀπαιτήσεις, στό ἐγωιστικό θέλημά μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι νά ἀφήνω στό Θεό ἀνοιχτό τό δρόμο τῆς καρδιᾶς μου γιά νά ‘ρθεῖ καί νά ἐνεργήσει μέσα μου μέ τό δικό Του τρόπο, πού δέν εἶναι οὔτε λογικός, οὔτε ἄλογος, οὔτε παράλογος, ἀλλά εἶναι ὑπέρλογος. Εἶναι ἡ αἰώνια Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ πηγή καί ἡ ὁδός τῆς σωτηρίας μας. Τό ὑπέρλογο εἶναι ἡ ὑπαγωγή τῆς λογικῆς μας στή Λογική του Θεοῦ. Εἶναι ἡ προσπάθεια πού κάνουμε γιά νά δεχθοῦμε τή Λογική τοῦ Θεοῦ, ὅταν αὐτή δέν συμφωνεῖ μέ τή δική μας.

Σκοπός τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ Οὐρανός. Πατρίδα του εἶναι ὁ Οὐρανός. Ὁ χριστιανός εἶναι οὐρανοπολίτης καί στόχος κεντρικός τῆς ζωῆς του εἶναι νά γνωρίσει τό Θεό καί νά ἑνωθεῖ μαζί Του, νά φθάσει δηλαδή στή θέωση. Τό ἀπόλυτο ζητούμενο τῆς πνευματικῆς μας πορείας παραμένει πάντοτε ἡ θέωση, πού ἐπιτυγχάνεται μόνο μέσα ἀπό τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς καί τό φωτισμό τοῦ νοῦ. Ὁ φωτισμός λοιπόν τοῦ νοῦ ὀφείλει νά εἶναι ἡ κύρια ἐπιδίωξή μας, καί ὄχι ἡ καλλιέργεια τῆς λογικῆς. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι αὐτός πού ὁδηγεῖ στό Θεό καί ὄχι ἡ ἀνεπτυγμένη λογική. Ὁ φωτισμένος νοῦς εἶναι ἡ ἀνταμοιβή τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἐκχώρηση τῆς λογικῆς μας σ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτό καί ἡ προσπάθειά μας θά πρέπει νά εἶναι ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ καί ὄχι ἡ ἐξάσκηση τῆς λογικῆς μας.



Ἡ πνευματική γνώση

Ὁ στόχος ὅμως αὐτός ἐπιτυγχάνεται κυρίως μέ τήν «πνευματική γνώση». Πνευματική γνώση εἶναι πίστη, εἶναι ἐμπειρία, εἶναι θεῖος φωτισμός, εἶναι Θεία χάρις καί Θεογνωσία.

Ἡ πνευματική αὐτή γνώση δέν εἶναι ἀπόρροια τῆς λογικῆς τοῦ μυαλοῦ μας. Δέν κατέχεται μόνον ἀπό τούς εὐφυεῖς, ἀπό τούς μορφωμένους, ἀπό τούς ἐπιστήμονες. Δέν ἀπαιτεῖ σύνθετη σκέψη, πολύπλοκες ἀναλύσεις καί συλλογισμούς. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ πού προσφέρεται σέ ὅλους, μορφωμένους καί ἀγράμματους, γνωστικούς καί ἀδαεῖς, ἔξυπνους καί ἁπλοϊκούς, σέ ὅλους ὅσοι ἔχουν ἁπλή, ταπεινή καί καθαρή καρδιά. Ἡ πίστη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στούς ἁπλούς καί ταπεινούς ἀνθρώπους, καί ὄχι ἀποτέλεσμα λογικῆς ἐπεξεργασίας.

Ἡ πνευματική γνώση δέν σπουδάζεται στά πανεπιστήμια καί τά σπουδαστήρια τοῦ κόσμου, δέν ἀναγνωρίζεται μέ διπλώματα καί μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδῶν, δέν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐπιστημονικῶν ἐρευνῶν. Ἡ πνευματική γνώση εἶναι ὑπόθεση τῆς καρδιᾶς, εἶναι φωτισμένος νοῦς, εἶναι μετοχή στήν ἀγάπη, τή χάρη καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τῆς Ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας καί στόν κόσμο ὁλόκληρο. Ἐργαστήριο τῆς πνευματικῆς γνώσεως εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ἐλπίδα. Ἡ ἐμπιστοσύνη στό Θεό καί ἡ αὐτοεγκατάλειψή μας στήν ἄπειρη ἀγάπη καί πρόνοιά Του. Εἶναι ἡ καθημερινή ἄσκηση καί τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἐξάσκηση τῆς ἀγάπης διά τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς ἐλεημοσύνης ἐνεργούμενης. Εἶναι ἡ φιλαδελφία, ἡ καλοσύνη καί ἡ ἱλαρότητα.

Ὁ ὀρθολογισμός, περνώντας ἀπό ὅλες τίς πτώσεις τῆς ὑπερηφάνειας, μᾶς ὁδηγεῖ τελικά στήν αὐτοδικαίωση• γιατί μᾶς πείθει ὅτι ἔχουμε δίκιο. Καί ἐφ’ ὅσον οἱ σκέψεις μας, τά λόγιά μας καί οἱ πράξεις μας εἶναι λογικές, ἄρα εἶναι ὀρθές καί δίκαιες. Ἔχουμε λοιπόν δίκιο, ἄρα καί δικαίωμα νά τό ἐπιβάλλουμε ὡς γνώμη, ὡς ἐπιθυμία καί ὡς συμπεριφορά. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό ξεκινᾶ μία ἀτελεύτητη πορεία πρός τήν μηδέποτε ἐπιτυγχανομένη – γιατί εἶναι καί ἀκόρεστη – αὐτοδικαίωσή μας, πού μᾶς παρασύρει σέ μία ἁλυσίδα διαρκῶς μεγαλύτερων καί βαρύτερων ἁμαρτημάτων.

Ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς (Λουκ.18,9-14) εἶναι ὁ ἀντιπροσωπευτικότερος τύπος τοῦ αὐτοδικαιούμενου ἀνθρώπου. Καυχᾶται γιά τίς ἀρετές του, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του δίκαιο καί συγχρόνως ἐξουθενώνει τόν τελώνη, βλέποντας τόν ἁμαρτωλό, κατώτερό του. Ὁ αὐτοδικαιούμενος γίνεται ὁ ἴδιος κριτής τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ ἀπονέμει τόν τίτλο τοῦ δικαίου, πιστεύοντας ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὑποχρεωμένος νά τόν ἀνταμείψει.

Ὁ αὐτοδικαιούμενος ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος πού πάσχει ἀπό ψυχολογικά προβλήματα, ἐπειδή ἀπωθεῖ τήν ἐνοχή του. Γίνεται ἔτσι νευρικός, διαταραγμένος ἀνικανοποίητος, ἀπαιτητικός, ἀνυπόμονος, ἀνυπάκουος, αὐθάδης, ἐριστικός. Ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τοῦ Ἑωσφόρου, δέν θέλει νά ζητήσει συγχώρηση καί νά ὁμολογήσει τίς ἁμαρτίες του. Ἐπαναλαμβάνει ὡς ἐπωδό τά λόγια του μηδενιστῆ Ἀλμπέρτ Καμύ: «Εἶχα δίκιο, ἔχω ὁπωσδήποτε δίκιο, θά ἔχω πάντα δίκιο», καί ὀρθώνει μόνος του ἀνυπέρβλητο φράγμα στήν ἄβυσσο τοῦ Θείου ἐλέους.

Ὁ ὀρθολογισμός εἶναι συμπυκνωμένη ὑπερηφάνεια, ἀλαζονεία, αὐτοδικαίωση, αὐτάρκεια καί αὐτονομία. Γι’ αὐτό καί ἀλλοτριώνει τόν ἄνθρωπο, τόν ἀπομονώνει καί τόν ἀπομακρύνει ἀπό τό Θεό καί ἀπό τούς συνανθρώπούς του. Ὁ ὀρθολογιστής καθίσταται ἔτσι στοιχεῖο διαλυτικό τῆς φιλίας, τοῦ γάμου, τῆς οἰκογένειας, τοῦ κοινοβίου καί τῆς κοινωνίας.

Τελικά ὁ ὀρθολογιστής, παρά τή λαμπρότητα τῶν ἐπιτευγμάτων του, καταλήγει νά εἶναι ὁ κουρασμένος, ὁ κενός, ὁ ἀνικανοποίητος, ὁ ἀπογοητευμένος σύγχρονος ἄνθρωπος. Αὐτός πού βιώνει καθημερινά τό δράμα τῆς ὑπαρξιακῆς ἀγωνίας του, τῆς ἀνασφάλειάς του καί τοῦ ἀδιεξόδου, στό ὁποῖο τόν παγιδεύει ἡ λογική του καί ἡ αὐτοπεποίθησή του στίς ὁποῖες τόσο στηρίχτηκε.

Θά πρέπει λοιπόν νά βγοῦμε ἀπό τά ὅρια τῆς πεπερασμένης ἀνθρώπινης λογικῆς καί νά μποῦμε στήν ἀπεραντοσύνη, στόν πλοῦτο καί τήν εὐλογία τῆς λογικῆς του Θεοῦ.

Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2012

Η εισήγηση του Αρχ. Αθανασίου Αναστασίου Προηγουμένου της Ι. Μονής Μεγάλου Μετεώρου στην Ημερίδα:«Νέα ταυτότητα-εισιτήριο χωρίς επιστροφή»


πηγή


Η εισήγηση του Αρχ. Αθανασίου Αναστασίου Προηγουμένου της Ι. Μονής Μεγάλου Μετεώρου στην Ημερίδα:«Νέα ταυτότητα-εισιτήριο χωρίς επιστροφή»

Ἀρ­χιμ. Ἀ­θα­να­σί­ου Ἀ­να­στα­σί­ου
Προ­η­γου­μέ­νου Ἱ­ε­ρᾶς Μο­νῆς Με­γά­λου Με­τε­ώ­ρου Ἁ­γί­ων Με­τε­ώ­ρων
«Ἡ ἐ­πι­βο­λή τῆς Παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­σης καί τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς
μέ­σῳ τῆς ἠ­λε­κτρο­νι­κῆς πα­ρα­κο­λού­θη­σης καί τῶν ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν ταυ­το­τή­των»

Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε,
Πα­νο­σι­ο­λο­γι­ώ­τα­τε π. Σα­ράν­τη, Πρό­ε­δρε τῆς Ἑ­στί­ας Πα­τε­ρι­κῶν Με­λε­τῶν
Σε­βα­στοί Πα­τέ­ρες, Σε­βα­στές Γε­ρόν­τισ­σες
Ἐλ­λο­γι­μώ­τα­τοι Κύ­ριοι Κα­θη­γη­ταί,
Ἀ­ξι­ό­τι­μοι κύ­ριοι Εἰ­ση­γη­ταί,
Προ­σφι­λέ­στα­τοι Ἀ­δελ­φοί,

Εἶ­ναι πλέ­ον δι­α­πι­στω­μέ­νη, κοι­νῶς παν­θο­μο­λο­γού­με­νη καί ὁ­ρα­τή δι­ά γυ­μνοῦ ὀ­φθαλ­μοῦ ἡ συν­το­νι­σμέ­νη ἐ­πι­χεί­ρη­ση ἰ­σο­πε­δώ­σε­ως τῆς ἐ­θνι­κῆς καί θρη­σκευ­τι­κῆς ἰ­δι­ο­προ­σω­πί­ας μας, ἐ­ξα­θλι­ώ­σε­ως τοῦ λα­οῦ μας καί ἀ­φα­νι­σμοῦ τῆς πα­τρί­δος μας.
Πρό­κει­ται γι­ά κα­τα­στρο­φή καί ό­λε­θρο. Πρό­κει­ται γι­ά τή σύγ­χρο­νη βι­ο­λο­γι­κή καί πνευ­μα­τι­κή γε­νο­κτο­νί­α τοῦ Ἔ­θνους μας, πού στυ­γνά καί ἀ­προ­κά­λυ­πτα ἐ­πι­βάλ­λον­ται στά πλαί­σια τῆς Παγ­κο­σμι­ο­ποι­ή­σε­ως καί τῆς Νέ­ας Τά­ξε­ως Πραγ­μά­των ἀ­πό τούς Παγ­κο­σμι­ο­κρά­τες ἐ­ξου­σια­στές μέ τίς με­θό­δους καί τίς πρα­κτι­κές τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς.
Οἱ πρα­κτι­κές αὐ­τές ἐ­φαρ­μό­ζον­ται κυ­ρί­ως μέ τήν ἠ­λε­κτρο­νι­κή πα­ρα­κο­λού­θη­ση τῶν πο­λι­τῶν, γι­ά τόν ἔ­λεγ­χο καί τήν χει­ρα­γώ­γη­ση τῶν φρο­νη­μά­των τους, γι­ά τήν καλ­λι­έρ­γεια τῆς ἀ­να­σφά­λειας, τοῦ φό­βου καί τοῦ πα­νι­κοῦ, ἐν τέ­λει γι­ά τήν ἀ­κύ­ρω­ση τῆς θε­οσ­δό­του ἐ­λευ­θε­ρί­ας καί τοῦ αὐ­τε­ξου­σί­ου τοῦ προ­σώ­που τους, γι­ά τήν κα­τα­στο­λή κά­θε ἀν­τι­δρά­σε­ως σ’ ἐ­κεί­νους πού ἐ­πι­βου­λεύ­ον­ται τήν ὑ­πό­στα­σή τους. Ἡ ἠ­λε­κτρο­νι­κή πα­ρα­κο­λού­θη­ση εἶ­ναι ὁ κα­τα­λύ­της γι­ά τήν ὑ­πο­τα­γή καί τήν ἀ­φο­μοί­ω­σή τους στό «σύ­στη­μα» τῆς Παγ­κο­σμι­ο­ποι­ή­σε­ως. Εἶ­ναι ἡ αἰχ­μή τοῦ δό­ρα­τος πού φαλ­κι­δεύ­ει τίς ἐ­λευ­θε­ρί­ες τῶν πο­λι­τῶν, πού κα­τευ­θύ­νει τή δί­ω­ξη τῶν δρα­στη­ρι­ο­τή­των τους, πού ἐ­νο­χο­ποι­εῖ τά πι­στεύ­μα­τά τους, πού ἐ­πι­βάλ­λει τήν τε­λι­κή ὑ­πο­δού­λω­σή τους στήν παγ­κό­σμια ἠ­λε­κτρο­νι­κή Δι­κτα­το­ρί­α, ἡ ὁ­ποί­α εἶ­ναι ἡ ση­με­ρι­νή ἐ­ξε­λιγ­μέ­νη μορ­φή τοῦ ἀ­πό­λυ­του Ὁ­λο­κλη­ρω­τι­σμοῦ.
Αὐ­τὴ τὴ Δι­κτα­το­ρί­α δι­ορ­γα­νώ­νουν καί κα­τευ­θύ­νουν ὁ Δι­ε­θνὴς Σι­ω­νι­σμός καί ἡ Μα­σω­νί­α μέ κλει­στές ὁ­μά­δες ἀ­πο­φά­σε­ων (λέ­σχες), ὅ­πως μέ τήν Τρι­με­ρή Ἐ­πι­τρο­πή (δι­η­πει­ρω­τι­κή συ­νερ­γα­σί­α Ἀ­με­ρι­κῆς, Εὐ­ρώ­πης καί ΝΑ Ἀ­σί­ας - Ἰ­α­πω­νί­ας), μέ τήν πε­ρι­βό­η­τη Λέ­σχη Μπίλ­ντεν­μπεργκ, μέ τὀ Δι­ε­θνές Νο­μι­σμα­τι­κό Τα­μεῖ­ο, μέ τήν Εὐ­ρω­πα­ϊ­κή Κεν­τρι­κή Τρά­πε­ζα, μέ τήν Εὐ­ρω­πα­ϊ­κή Ἕ­νω­ση, μέ τήν Παγ­κό­σμια Τρά­πε­ζα, μέ τόν Παγ­κό­σμιο Ὀρ­γα­νι­σμό Ἐμ­πο­ρί­ου, μέ τόν Παγ­κό­σμιο Ὀρ­γα­νι­σμό Δι­α­τρο­φι­κοῦ Ἐ­λέγ­χου, μέ τίς Ὁ­μά­δες τῶν ἀ­νε­πτυγ­μέ­νων χω­ρῶν G8 καί G­20, μέ τό Δι­ε­θνές Δι­κα­στή­ριο τῆς Χά­γης, μέ τόν Παγ­κό­σμιο Ὀρ­γα­νι­σμό Ὑ­γεί­ας, μέ τήν Παγ­κό­σμια Δι­ά­σκε­ψη γι­ά τό Πε­ρι­βάλ­λον, καί μέ πολ­λούς ἄλ­λους δι­ε­θνεῖς ὀρ­γα­νι­σμούς πλα­νη­τι­κῆς ἰ­σχύ­ος καί ἐμ­βε­λεί­ας, πού ἐ­πι­βάλ­λουν τήν πο­λι­τι­κή τῆς δι­ε­θνοῦς ὀ­λι­γαρ­χί­ας ἐ­ρή­μην τῶν λα­ῶν. Κα­τα­σκευά­ζουν καί ἐ­πι­βάλ­λουν ἡ­γέ­τες-μα­ρι­ο­νέ­τες, πει­θή­νια ἀν­δρεί­κε­λά τους καί ἐ­κτε­λε­στι­κά ὄρ­γα­να τῶν σχε­δί­ων τους
Εἶ­ναι, βε­βαί­ως, γνω­στές ἀ­πό πο­λύ πα­λιά οἱ πρα­κτι­κές καί οἱ μέ­θο­δοι ὅ­λων αὐ­τῶν, τῶν δι­α­φό­ρων κλει­στῶν ὁ­μά­δων καί ἐ­λίτ πού κι­νοῦν τά νή­μα­τα τῆς ἱ­στο­ρί­ας τοῦ πλα­νή­τη. Χρη­σι­μο­ποι­οῦν τά ἐ­λεγ­χό­με­να ἀ­πό τούς ἴ­διους εἰ­δη­σε­ο­γρα­φι­κά δί­κτυ­α, τη­λε­ο­πτι­κούς σταθ­μούς, δι­ε­θνοῦς κυ­κλο­φο­ρί­ας ἐ­φη­με­ρί­δες καί μί­α πλειά­δα δῆ­θεν φι­λαν­θρω­πι­κῶν ἱ­δρυ­μά­των, ἀλ­λά καί φι­λο­σο­φι­κῶν, κοι­νω­νι­κῶν, ἀ­θλη­τι­κῶν καί ἄλ­λων φο­ρέ­ων, κι­νή­σε­ων καί σω­μα­τεί­ων. Μέ τόν τρό­πο αὐ­τό προ­βάλ­λουν καί ἀ­να­δει­κνύ­ουν, ἐν τέ­λει, οἱ ἴ­διοι τούς «ἐ­κλε­κτούς» τῶν λα­ῶν πρίν ἀ­κό­μη οἱ λα­οί τούς γνω­ρί­σουν, τούς ἐ­πι­λέ­ξουν καί τούς ψη­φί­σουν. Προ­κα­τα­σκευά­ζουν καί ἐ­πι­βάλ­λουν ἔ­τσι τό παγ­κό­σμιο πο­λι­τι­κό, κοι­νω­νι­κό καί οἰ­κο­νο­μι­κό σύ­στη­μα.
Μέ­σω αὐ­τῶν τῶν ἐ­κλε­κτῶν καί δο­τῶν ἡ­γε­τῶν κυ­βερ­νᾶ τόν κό­σμο ἡ πα­νί­σχυ­ρη πο­λι­τι­κή, οἰ­κο­νο­μι­κή, κοι­νω­νι­κή καί θρη­σκευ­τι­κή ὀ­λι­γαρ­χί­α τῆς σι­ω­νι­στι­κῆς καί τῆς μα­σω­νι­κῆς Παγ­κο­σμι­ο­κρα­τί­ας, πού προ­ο­ρί­ζε­ται νά γί­νει ἡ Παγ­κό­σμια Κυ­βέρ­νη­ση, ἡ ὁ­ποί­α συ­στη­μα­τι­κά προ­βάλ­λε­ται καί στήν χώ­ρα μας ἐ­πι­σή­μως ἀ­πὸ τούς πο­λι­τι­κούς ὅ­λων τῶν πα­ρα­τά­ξε­ων!­!!
Ἐν ὄ­ψει τῆς προ­τοι­μα­ζο­μέ­νης «Παγ­κό­σμιας Κυ­βερ­νή­σε­ως», οἱ Παγ­κο­σμι­ο­κρά­τες προ­ω­θοῦν καί ἀ­σκοῦν τήν ἐ­ξου­σί­α τους μέ­σα ἀ­πό τήν λε­γό­με­νη «Παγ­κό­σμια Δι­α­κυ­βέρ­νη­ση», χρη­σι­μο­ποι­ών­τας μί­α σει­ρά κη­δε­μο­νευ­ο­μέ­νων καί κα­θο­δη­γου­μέ­νων ἀ­πό τούς ἴ­διους δι­ε­θνῶν καί ἐ­θνι­κῶν ὀρ­γα­νι­σμῶν, φο­ρέ­ων, κι­νή­σε­ων, μή-κυ­βερ­νη­τι­κῶν ὀρ­γα­νώ­σε­ων (ΜΚΟ), ἱ­δρυ­μά­των, σχη­μα­τι­σμῶν καί ὁ­μά­δων πα­ρα­γω­γῆς καί ά­να­πα­ρα­γω­γῆς τῆς νε­ο­ε­πο­χί­τι­κης ἰ­δε­ο­λο­γί­ας.
Αὐ­τός ὁ μη­χα­νι­σμός τῆς Παγ­κο­σμι­ο­ποι­ή­σε­ως ἀ­πο­τε­λεῖ τό «πο­λυ­ερ­γα­λεῖ­ο» τῆς «Παγ­κό­σμιας Δι­α­κυ­βερ­νή­σε­ως». Εἶ­ναι ὁ κεν­τρι­κός ἀ­γω­γός, ἡ γι­γαν­τια­ία πο­λι­τι­στι­κή, θρη­σκευ­τι­κή, οἰ­κο­νο­μι­κή, ἐ­θνι­κή καί οἰ­κο­νο­μι­κή χο­ά­νη ὅ­που ὁ­μο­γε­νο­ποι­οῦν­ται, νο­θεύ­ον­ται, πα­ρα­λύ­ουν, ἀ­πο­δυ­να­μώ­νον­ται, ἀ­πο­συν­θέ­τον­ται καί ἐν τέ­λει με­ταλ­λάσ­σον­ται, θε­σμοί, πι­στεύ­μα­τα, πα­ρα­δό­σεις, πο­λι­τι­σμοί, ἤ­θη, ἀρ­χές, ἀ­ξί­ες, ἐ­θνό­τη­τες, λα­οί καί πα­τρί­δες.
Με­τά καί τήν κα­τάρ­ρευ­ση τοῦ ὑ­παρ­κτοῦ σο­σι­α­λι­σμοῦ ἑ­δραι­ώ­θη­κε μέ τα­χεῖς ρυθ­μούς ἡ Νέ­α Τά­ξη Πραγ­μά­των, δη­λα­δή ἡ P­ax A­m­e­r­i­c­a­na τῶν Η.Π.Α. καί τῶν συμ­μά­χων της, ἡ ὁ­ποί­α κα­τα­σκευά­ζει καί προ­βάλ­λει ὡς τε­χνη­τή ἀ­νάγ­κη τό ἰ­δε­ο­λη­πτι­κό καί ὑ­πο­κρι­τι­κό κα­τα­σκεύ­α­σμα τῆς δι­ε­θνοῦς ἀ­σφά­λειας, τῆς πα­τά­ξε­ως τῆς τρο­μο­κρα­τί­ας, τῆς ἐ­κτο­νώ­σε­ως τῶν ἐν­τά­σε­ων, τῆς ἐ­ξο­μα­λύν­σε­ως τῶν ἀν­τι­πα­λο­τή­των, τῆς ἐ­πι­λύ­σε­ως τῶν δι­α­φο­ρῶν καί τῆς ἐ­πι­κρα­τή­σε­ως τά­χα τῆς παγ­κό­σμιας εἰ­ρή­νης. Συγ­χρό­νως —καί ἀν­τι­θέ­τως πρὸς τά προ­η­γού­με­να— προ­κα­λεῖ τε­χνη­τές καί προ­κα­τα­σκευ­α­σμέ­νες πο­λι­τι­κές, οἰ­κο­νο­μι­κές, κοι­νω­νι­κές καί στρα­τι­ω­τι­κές πε­ρι­φε­ρεια­κές κρί­σεις καί συγ­κρού­σεις ἀ­νά τήν ὑ­φή­λιο, δη­μι­ουρ­γών­τας σκο­πί­μως ἀ­να­σφά­λεια καί ἀ­γω­νί­α στούς πο­λί­τες, οἱ ὁ­ποῖ­οι κα­τα­λή­γουν νά «ἀ­πο­ζη­τοῦν» τήν σι­γου­ριά στήν ἐ­πί­πλα­στη «προ­στα­σί­α» τῶν να­το­ϊ­κῶν δυ­νά­με­ων καί νά «ἐ­κλι­πα­ροῦν» τήν ἐ­πέμ­βα­σή τους γι­ά τήν ἐ­πί­λυ­ση τῶν δι­ε­θνῶν καί ἐ­θνι­κῶν προ­βλη­μά­των, ἀ­κό­μα καί γι­ά τήν ἴ­δια τήν ἀ­το­μι­κή ἐ­πι­βί­ω­ση τους.
Τό εἶ­χε, ἄλ­λω­στε, δι­α­τυ­πώ­σει πο­λύ εὔ­στο­χα καί προ­φη­τι­κά, πά­νω ἀ­πό ἑ­κα­τό χρό­νια πρίν, ὁ με­γά­λος Ρῶ­σος καί ὀρ­θό­δο­ξος συγ­γρα­φέ­ας Φι­ον­τόρ Ντο­στο­γι­έφ­σκυ στόν ἀ­πα­ρά­μιλ­λο μύ­θο τοῦ Με­γά­λου Ἱ­ε­ρο­ε­ξε­τα­στῆ, ὁ ὁ­ποῖ­ος λέ­ει: «Καμ­μιά ἐ­πι­στή­μη δέν θά τούς δώ­σει ψω­μί ὅ­σο θά μέ­νουν ἐ­λεύ­θε­ροι, μά στό τέ­λος θάρ­θουν νά κα­τα­θέ­σουν τήν ἐ­λευ­θε­ρί­α τους στά πό­δια μας καί θά μᾶς ποῦν: “Κάν­τε μας σκλά­βους, μά χορ­τά­στε μας”­­» (Φ. Ντο­στο­γι­έφ­σκυ, Ἀ­δελ­φοί Κα­ρα­μα­ζόβ, ἐκδ. Γκο­βό­στη, τ. Β, σελ. 107).
Τό ΝΑ­ΤΟ, στρα­τι­ω­τι­κό κυ­ρί­ως ὄρ­γα­νο τῆς P­ax A­m­e­r­i­c­a­na, μέ τήν «νέ­α δο­μή» καί τόν δι­ευ­ρυ­μέ­νο ρό­λο του ἔ­χει με­τα­σχη­μα­τι­στεῖ στόν ἐν­τε­ταλ­μέ­νο παγ­κό­σμιο στρα­τό-χω­ρο­φύ­λα­κα γι­ά τήν ἐ­πι­βο­λή τῆς Νέ­ας Τά­ξε­ως Πραγ­μά­των κα­τά τήν κρί­ση καί τα συμ­φέ­ρον­τα τῆς Παγ­κο­σμι­ο­ποι­ή­σε­ως. Ἔ­τσι ρυθ­μί­ζει τήν ἱ­στο­ρί­α τῶν λα­ῶν καί τῶν ἐ­θνῶν καί ἀ­πο­φα­σί­ζει ποι­οί ἀ­πό αὐ­τούς θά πα­ρα­μεί­νουν ἤ θά δι­α­γρα­φοῦν ἀ­πό τόν παγ­κό­σμιο χάρ­τη, ποι­ά πα­λιά κρά­τη θά κα­τα­στρα­φοῦν καί ποι­ά νέ­α κρά­τη θά δη­μι­ουρ­γη­θοῦν!­.­..
Στά πλαί­σια αὐ­τά προ­κλή­θη­κε, ὑ­πο­δαυ­λί­στη­κε καί ἐ­πι­βλή­θη­κε ἡ λε­γο­μέ­νη «Ἀ­ρα­βι­κή Ἄ­νοι­ξη» (Αἴ­γυ­πτος, Λι­βύ­η, Συ­ρί­α κ.λπ.­). Πρό­κει­ται γι­ά τήν ἁ­λυ­σι­δω­τή τε­χνη­τή πο­λι­τι­κή ἀ­στά­θεια μέ τήν πρό­κλη­ση ἐμ­φυ­λί­ων συρ­ρά­ξε­ων δῆ­θεν γι­ά τήν ἀ­να­τρο­πή τῶν αἱ­μο­στα­γῶν κα­θε­στώ­των πού, ὡ­στό­σο, ὁ­δη­γοῦν στήν ἐ­πι­βο­λή νέ­ων χει­ρό­τε­ρων κα­θε­στώ­των, ἀ­ρε­στῶν καί «χρή­σι­μων» ὅ­μως στήν Νέ­α Τά­ξη Πραγ­μά­των. Τό σχέ­διο προ­βλέ­πει τήν ἄ­νο­δο τῶν ἀ­κραί­ων ἰσ­λα­μι­κῶν δυ­νά­με­ων —ποὺ δῆ­θεν πο­λε­μᾶ ὡς «τρο­μο­κρα­τι­κὲς» ἡ Δύ­ση!— οἱ ὁ­ποῖ­ες ἔ­χουν ἐ­ξα­πο­λύ­σει κυ­ρι­ο­λε­κτι­κά γε­νο­κτο­νι­κό δι­ωγ­μό ἐ­ναν­τί­ον τῶν Χρι­στια­νῶν καί γι­ά τόν ὁ­ποῖ­ο ἐ­λά­χι­στοι μι­λοῦν καί ὑ­πο­το­νι­κά δι­α­μαρ­τύ­ρον­ται!­.­.. Ὡ­στό­σο με­γα­λο­σχή­μο­νες τα­γοί μας προ­σφέ­ρουν ὡς ἐ­πί­ση­μο δῶ­ρο τό «ἱ­ε­ρό» Κο­ρά­νιο, πού προ­τρέ­πει τούς μου­σουλ­μά­νους νά σφά­ζουν τούς άλ­λο­πί­στους γι­ά νά πᾶ­νε στόν «πα­ρά­δει­σό» τους!­!!
Δέν εί­ναι λοι­πόν «ἀ­θῶ­ες τοῦ αἵ­μα­τος» οἱ τε­λευ­ταῖ­ες ἔ­ξαλ­λες τα­ρα­χές στόν ἀ­ρα­βι­κό κό­σμο, μέ ἀ­γρι­ό­τα­τες καί φο­νι­κές ἐ­πι­θέ­σεις ἐ­ναν­τί­ον καί αὐ­τῶν τῶν ἀ­με­ρι­κα­νι­κῶν πρε­σβει­ῶν, πού σκο­πί­μως καί ὀρ­γα­νω­μέ­να προ­κλή­θη­καν ἀ­πό ἀ­πε­χθή κι­νη­μα­το­γρα­φι­κή ται­νί­α προ­σβλη­τι­κή τοῦ Ἰσ­λάμ. «Συμ­πί­πτουν» —ὅ­λως «τυ­χαί­ως»— μέ τήν προ­ε­κλο­γι­κή πε­ρί­ο­δο στίς Η.Π.Α., ὥ­στε τε­λι­κά ἡ ἐ­πι­λο­γή τῶν ἀ­με­ρι­κα­νῶν ψη­φο­φό­ρων νά γί­νει ὑ­πό τό κρά­τος τοῦ πα­νι­κοῦ, τοῦ φό­βου καί τῆς ἀ­να­σφά­λειας πού προ­κα­λοῦν αὐ­τά τά γε­γο­νό­τα.
Ἡ Παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­ση μέ τά ὄρ­γα­νά της καί μέ πρό­φα­ση τήν δι­ε­θνῆ καί ἐ­θνι­κή οἰ­κο­νο­μι­κή κρί­ση, πού σκο­πί­μως αύ­τά δη­μι­ουρ­γοῦν κυ­ρί­ως στίς χρι­στι­α­νι­κές χῶ­ρες, πα­γι­δεύ­ουν τούς λα­ούς καί κα­ταρ­γοῦν τήν έ­θνι­κή ἀ­νε­ξαρ­τη­σί­α καί κυ­ρι­αρ­χί­α, τήν ἐ­δα­φι­κή ἀ­κε­ραι­ό­τη­τα, τήν δη­μο­κρα­τί­α, την ἐ­λευ­θε­ρί­α, τά ἀν­θρώ­πι­να δι­και­ώ­μα­τα καί τίς πο­λι­τι­κές ἐ­λευ­θε­ρί­ες, τό κοι­νω­νι­κό κρά­τος καί τήν δι­και­ο­σύ­νη. Ἐν τέ­λει κα­τα­λύ­ουν τό σύν­ταγ­μα τῆς χώ­ρας-θύ­μα καί ἐ­πι­βάλ­λουν δι­ά τοῦ οἰ­κο­νο­μι­κοῦ ἐ­λέγ­χου ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κή κα­το­χή, κα­θι­στών­τας τούς μέν λα­ούς δου­λο­πά­ροι­κους τόν δέ πλοῦ­το τους λεί­α πρός δι­α­μοι­ρα­σμό με­τα­ξύ τῶν δι­ε­θνῶν τρα­πε­ζι­τῶν καί το­κο­γλύ­φων, χρη­σι­μοι­ών­τας γι’ αὐ­τόν τό σκο­πό τίς «ἐ­θνι­κές» κυ­βερ­νή­σεις —πού ἡ Παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­ση ἐ­πι­βάλ­λει— ὡς πει­θή­νια καί ἄ­βου­λα ἐ­κτε­λε­στι­κά ὄρ­γα­νά τους.
Σέ οἰ­κο­νο­μι­κό ἐ­πί­πε­δο, πο­λυ­ε­θνι­κές ἑ­ται­ρεῖ­ες, οἰ­κο­νο­μι­κοί κο­λοσ­σοί, ἑ­ται­ρεῖ­ες κα­τα­σκευ­ῆς ὁ­πλι­κῶν συ­στη­μά­των, πα­νί­σχυ­ρα οἰ­κο­νο­μι­κά συμ­φέ­ρον­τα καί νε­ό­κο­ποι κροί­σοι, «λόμ­πυ» ἐ­πη­ρε­α­σμοῦ καί ἐ­ξα­γο­ρᾶς συ­νει­δή­σε­ων —μέ ἐ­πι­κε­φα­λῆς τό δι­ε­θνές τρα­πε­ζι­κό καί χρη­μα­τη­στη­ρια­κό κε­φά­λαι­ο πού κυ­ρι­ο­λε­κτι­κά λη­στεύ­ει λα­ούς, κα­τα­στρέ­φει χῶ­ρες καί δι­α­λύ­ει κρά­τη— ἔ­χουν ἤ­δη ἀ­να­λά­βει καί δι­εκ­πε­ραι­ώ­νουν τήν οἰ­κο­νο­μι­κή Παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­ση. Ἡ παγ­κό­σμια οἰ­κο­νο­μί­α εἶ­ναι πλέ­ον μί­α ἀ­δίρ­ρη­τη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, πού ἐ­πι­βάλ­λει τούς δι­κούς της ἄ­τεγ­κτους καί ί­σο­πε­δω­τι­κούς κα­νό­νες στά ἐ­θνι­κά κρά­τη καί στούς λα­ούς, χω­ρίς νά τούς ἐ­πι­τρέ­πε­ται δυ­να­τό­τη­τα ἐ­πι­λο­γῆς ἤ ἄλ­λης δι­ε­ξό­δου.
Τό γε­γο­νός αὐ­τό ἐ­πι­βε­βαί­ω­σε, μέ τόν πι­ό ἀ­προ­κά­λυ­πτο τρό­πο, καί ὁ Πρό­ε­δρος τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ (μι­ᾶς χώ­ρας «κλει­δί» στό παγ­κό­σμιο σύ­στη­μα ἐ­ξου­σί­ας) Σι­μόν Πέ­ρες πού σέ πρό­σφα­τη συ­νέν­τευ­ξη του στόν τη­λε­ο­πτι­κό σταθ­μό M­E­GA καί στόν δημοσιογράφο κ. Ἀντώνη Φουρλή (3 Αὐγούστου 2012), τό­νι­σε:
«Ὅ­λες οἱ χῶ­ρες ἀλ­λά­ζουν δι­ό­τι ἄλ­λα­ξε ὁ κό­σμος. Κα­νεὶς δὲν ἔ­χει ἐ­πι­λο­γή. Εἴ­τε θὰ πε­ρά­σει στὴ νέ­α ἐ­πο­χὴ ἢ θὰ μεί­νει πί­σω, φτω­χὸς καὶ ἀ­σή­μαν­τος. Αὐ­τὸ ποὺ συμ­βαί­νει εἶ­ναι ὅ­τι οἱ κυ­βερ­νή­σεις δὲν ἐ­λέγ­χουν τὶς οἰ­κο­νο­μί­ες τους.­.. Ἀν­τὶ γι­ὰ ἐ­θνι­κὴ οἰ­κο­νο­μί­α, ἔ­χου­με παγ­κό­σμια οἰ­κο­νο­μί­α. Κα­μί­α χώ­ρα δὲν μπο­ρεῖ νὰ γλυ­τώ­σει ἀ­πὸ τὶς ἐ­πι­πτώ­σεις τῆς παγ­κό­σμιας οἰ­κο­νο­μί­ας. Καὶ κα­μί­α χώ­ρα δὲν μπο­ρεῖ νὰ ἐ­λέγ­ξει τὴν παγ­κό­σμια οἰ­κο­νο­μί­α. Ἔ­χου­με παγ­κό­σμια οἰ­κο­νο­μί­α χω­ρὶς παγ­κό­σμια κυ­βέρ­νη­ση καὶ ἐ­θνι­κὲς κυ­βερ­νή­σεις χω­ρὶς ἔ­λεγ­χο τῶν οἰ­κο­νο­μι­ῶν τους. Ἐ­ὰν θέ­λε­τε νὰ συμ­με­τέ­χε­τε πρέ­πει νὰ ἀ­κο­λου­θή­σε­τε τοὺς και­νούρ­γιους κα­νό­νες οἱ ὁ­ποῖ­οι εἶ­ναι παγ­κο­σμι­ο­ποι­η­μέ­νοι, βα­σί­ζον­ται στὴν ἐ­πι­στή­μη, εἶ­ναι δη­μι­ουρ­γι­κοὶ καὶ δε­κτι­κοὶ στὶς προσ­δο­κί­ες τῆς νέ­ας γε­νιᾶς».

Εὔ­κο­λα γί­νε­ται ἀν­τι­λη­πτό, ὅ­τι ἕ­να παγ­κό­σμιο σύ­στη­μα ἐ­ξου­σί­ας, ὅ­πως τό πε­ρι­γρά­ψα­με, δέν εἶ­ναι δυ­να­τόν νά δι­α­μορ­φω­θεῖ, νά ἑ­δραι­ω­θεῖ καί νά λει­τουρ­γή­σει χω­ρίς τόν ἔ­λεγ­χο τῶν φρο­νη­μά­των, τῶν ἐ­πι­λο­γῶν καί τῶν δρα­στη­ρι­ο­τή­των τῶν πο­λι­τῶν καί τῶν λα­ῶν, χω­ρίς τήν ἀ­στυ­νό­μευ­ση, τόν χα­ρα­κτη­ρι­σμό, τόν στιγ­μα­τι­σμό καί ἐν τέ­λει τήν ἐ­νο­χο­ποί­η­ση τῶν ἀν­τι­φρο­νούν­των.
Ὁ ἔ­λεγ­χος, λοι­πόν, τῶν προ­σω­πι­κῶν δε­δο­μέ­νων τῶν πο­λι­τῶν μέ­σῳ τοῦ ἠ­λε­κτρο­νι­κοῦ φα­κε­λώ­μα­τος ἀ­πό τήν χρή­ση ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν καρ­τῶν καί ταυ­το­τή­των εἶ­ναι τό «κλει­δί» στήν ὅ­λη ὑ­πό­θε­ση, εἶ­ναι ὁ ἀ­κρο­γω­νια­ῖος λί­θος ὅ­που στη­ρί­ζε­ται τό παγ­κό­σμιο οἰ­κο­δό­μη­μα ἐ­ξου­σί­ας καί ἐ­λέγ­χου.
Πα­ρά τόν οὐ­σι­α­στι­κά ἀρ­νη­τι­κό, ἐ­πι­κίν­δυ­νο καί ἀ­πάν­θρω­πο χα­ρα­κτή­ρα της, ἡ ἠ­λε­κτρο­νι­κή πα­ρα­κο­λού­θη­ση προ­βάλ­λε­ται καί προ­πα­γαν­δί­ζε­ται ὡς ἡ πα­νά­κεια τῆς ἐ­ξυ­πη­ρε­τή­σε­ως τῶν πο­λι­τῶν καί ἐ­πεν­δύ­ε­ται μέ τόν μαν­δύ­α τῆς ἀ­σφά­λειας καί τῆς προ­στα­σί­ας δῆ­θεν τῶν κοι­νω­νι­κῶν τους δι­και­ω­μά­των. Εἶ­ναι ἡ γνω­στή τα­κτι­κή τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς πού δι­α­στρέ­φει τήν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα καί πα­ρου­σιά­ζει τό ψέ­μα ὡς ἀ­λή­θεια καί τήν ἀ­λή­θεια ὡς ψέ­μα.
Ἕ­να πρό­σφα­το χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα εἶ­ναι ἡ πα­ρο­χή ἀ­δεί­ας ἐκ μέ­ρους τῆς Ἀρ­χῆς Προ­στα­σί­ας Προ­σω­πι­κῶν Δε­δο­μέ­νων γιά τήν το­πο­θέ­τη­ση καί χρή­ση ἔ­ξυ­πνων συ­σκευ­ῶν γε­ω­εν­το­πι­σμοῦ καί πα­ρα­κο­λου­θή­σε­ως (τά γνω­στά G­PS) σέ εὐ­αί­σθη­τες ὁ­μά­δες, ὅ­πως ἀ­νή­λι­κα παι­διά, ὑ­πε­ρή­λι­κες καί ἀ­σθε­νεῖς.
Μέ τό πρό­σχη­μα, λοι­πόν, τῆς ἀ­σφά­λειας ὑ­πο­βάλ­λου­με τά παι­διά μας σέ μί­α δι­α­δι­κα­σί­α δια­ρκοῦς πα­ρα­κο­λού­θη­σης μέ τρο­μα­κτι­κές συ­νέ­πει­ες γι­ά τήν ζω­ή τους, τήν ψυ­χο­λο­γι­κή, τήν πνευ­μα­τι­κή καί κοι­νω­νι­κή κα­τά­στα­σή τους, κα­θώς ἔ­χον­τας ἐ­θι­σθεῖ σέ μί­α τέ­τοι­α ἐ­ξάρ­τη­ση θά τήν ἀ­πο­δέ­χον­ται καί ἀ­πό τρί­τους ἤ κυ­βερ­νη­τι­κές ὑ­πη­ρε­σί­ες, χω­ρίς νά ἀν­τι­λαμ­βά­νον­ται καί νά ἀ­ξι­ο­λο­γοῦν τούς κιν­δύ­νους, πού αὐ­τό ἐγ­κυ­μο­νεῖ.
Ἕ­να ἀ­νά­λο­γο «ψέ­μα», στά πρό­τυ­πα τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς, εἶ­ναι καί ἡ πε­ρι­βό­η­τη καί τό­σο δι­α­φη­μι­σμέ­νη «Κάρ­τα τοῦ Πο­λί­τη». Μά­λι­στα ὁ τό­τε Πρω­θυ­πουρ­γός κ. Γι­ῶρ­γος Πα­παν­δρέ­ου τήν πα­ρου­σί­α­σε τρί­α χρό­νια πρίν ὡς πα­νά­κεια γιά τόν ἐκ­συγ­χρο­νι­σμό τοῦ ἑλ­λη­νι­κοῦ Κρά­τους, τήν κα­το­χύ­ρω­ση τῶν κοι­νω­νι­κῶν δι­και­ω­μά­των καί τήν ἐ­ξυ­πη­ρέ­τη­ση τῶν πο­λι­τῶν.
Καί ἐ­νῶ προ­ε­τοι­μα­ζό­ταν καί ἀ­να­με­νό­ταν, σύμ­φω­να μέ τίς κυ­βερ­νη­τι­κές ἐ­ξαγ­γε­λί­ες, ἡ ἔκ­δο­ση τῆς Κάρ­τας τοῦ Πο­λί­τη μέ τσίπ, πού θά συμ­πε­ρι­ε­λάμ­βα­νε μί­α σει­ρά ἀ­πό προ­σω­πι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες καί δρα­στη­ρι­ό­τη­τες τῶν πο­λι­τῶν, ξαφ­νι­κά, πα­ρα­μο­νές τῶν ἐ­κλο­γῶν καί ἐ­λά­χι­στες ἡ­μέ­ρες πρίν τήν λή­ξη τῆς θη­τεί­ας της, ἡ Ὑ­πη­ρε­σια­κή Κυ­βέρ­νη­ση τοῦ κ. Πι­κρα­μέ­νου, ἀ­να­κοί­νω­σε ἀν­τί γιά τήν κάρ­τα τοῦ πο­λί­τη, τήν ἔκ­δο­ση νέ­ων ταυ­το­τή­των ὑ­ψη­λῆς ἀ­σφα­λεί­ας, στά πρό­τυ­πα τῶν ταυ­το­τή­των τῶν ἀ­στυ­νο­μι­κῶν, γιά τόν προ­σε­χή Νο­έμ­βριο.
Τό ἴ­διο νε­ο­ε­πο­χί­τι­κο «ψέ­μα» συ­νε­χί­ζε­ται καί ἀ­πό τήν πα­ροῦ­σα Κυ­βέρ­νη­ση. Πρό­σφα­τα καί πρίν τόν Νο­έμ­βριο, πού εἶ­χε ὁ­ρί­σει τήν έκ­δο­ση τῶν νέ­ων ταυ­το­τή­των ἡ Κυ­βέρ­νη­ση Πι­κρα­μέ­νου, ὁ νέ­ος Ὑ­πουρ­γός Προ­στα­σί­ας τοῦ Πο­λί­τη κ. Δέν­διας δη­λώ­νει, πώς δέν ὑ­πάρ­χει καμ­μί­α ἀ­πό­φα­ση γιά τίς νέ­ες ταυ­τό­τη­τες. Σέ σχε­τι­κή ἐ­πί­και­ρη ἐ­ρώ­τη­ση στήν Βου­λή ἔ­δω­σε τήν ἀ­κό­λου­θη ἀ­πάν­τη­ση: «Δέν ὑ­πάρ­χει καμ­μί­α ἀ­πό­φα­ση ἀ­κό­μη... Δέν εἶ­ναι δυ­να­τόν νά δο­θεῖ [ἀ­πάν­τη­ση], δι­ό­τι τέ­τοι­α ἀ­πό­φα­ση αὐ­τήν τή στιγ­μή του­λά­χι­στον, ὅ­πως μοῦ λέ­νε οἱ ὑ­πη­ρε­σί­ες, δέν ὑ­φί­στα­ται».
Ὅ­μως σύμ­φω­να μέ πλη­ρο­φο­ρί­ες πού βλέ­πουν τό φῶς τῆς δη­μο­σι­ό­τη­τος, ἡ Κυ­βέρ­νη­ση ἐ­πε­ξερ­γά­ζε­ται τήν ἔκ­δο­ση νέ­ων ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν ταυ­το­τή­των —προ­ηγ­μέ­νης μά­λι­στα τε­χνο­λο­γί­ας— καί ἀ­να­ζη­τᾶ τήν ἑ­ται­ρεί­α στήν ὁ­ποί­α θά ἀ­να­θέ­σει τό ὅ­λο ἔρ­γο. Ἐ­κτός τῆς ἰ­α­πω­νι­κῆς T­o­p­p­an P­r­i­n­t­i­ng CoL­td στό προ­σκή­νιο βρί­σκον­ται καί γερ­μα­νι­κές ἑ­ται­ρεῖ­ες (B­u­n­d­e­s­d­r­u­c­k­e­r­ei καίG­i­e­s­e­ke u­nd D­e­v­r­i­e­nt), μέ «ἁ­μαρ­τω­λό» μά­λι­στα πα­ρελ­θόν, ὅ­πως στήν ἔκ­δο­ση τῶν δι­α­βα­τη­ρί­ων τῆς Ἀλ­βα­νί­ας (βλ. πε­ρι­ο­δι­κό Ἐ­πί­και­ρα .­.. καί w­ww. N­e­w­s­b­o­mb.gr.­).
Ἔ­τσι ἡ οἰ­κο­νο­μι­κή καί πο­λι­τι­κή γερ­μα­νι­κή κα­το­χή, πού ὑ­φί­στα­ται ἡ πα­τρί­δα μας, θά κα­λύ­πτει ὅ­λες τίς ἐκ­φάν­σεις τῆς ζω­ῆς τῶν πο­λι­τῶν, κα­θώς θά μᾶς πα­ρα­κο­λου­θοῦν καί ἠ­λε­κτρο­νι­κά οἱ Γερ­μα­νοί, πού ἄλ­λω­στε ξε­κι­νοῦν ἤ­δη τό ἠ­λε­κτρο­νι­κό φα­κέ­λω­μα τῶν κα­τα­θέ­σε­ών μας. Πο­λύ πρό­σφα­τα δη­μο­σι­εύ­θη­κε στήν ἐ­φη­με­ρί­δα ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ στίς 16 Σε­πτεμ­βρί­ου 2012 ἡ ἑ­ξῆς εἴ­δη­ση:
«Πλή­ρη στοι­χεῖ­α γιὰ τὶς κα­τα­θέ­σεις ἑ­κα­τομ­μυ­ρί­ων Ἑλ­λή­νων κα­τα­θε­τῶν καὶ σπά­σι­μο κά­θε ἀ­πορ­ρή­του ἀ­να­φο­ρι­κὰ μὲ τὰ δε­δο­μέ­να τῶν ἑλ­λη­νι­κῶν τρα­πε­ζῶν ἀ­παι­τοῦν οἱ Γερ­μα­νοὶ τε­χνο­κρά­τες, κα­θώς ἀ­παί­τη­σαν ἀ­πὸ τὸ ΣΔΟΕ τὸ ἠ­λε­κτρο­νι­κὸ φα­κέ­λω­μα ὅ­λων τῶν στοι­χεί­ων γιὰ κα­τα­θέ­σεις φυ­σι­κῶν προ­σώ­πων καὶ νο­μι­κῶν σχη­μά­των. Ἕ­να αἴ­τη­μα πού, με­τα­ξὺ ἄλ­λων, πε­ρι­λαμ­βά­νει καὶ τὴ δη­μι­ουρ­γί­α ἐ­λεγ­χό­με­νου πλή­ρως ἀ­πὸ τὸ Βε­ρο­λί­νο μη­τρώ­ου τρα­πε­ζι­κῶν λο­γα­ρια­σμῶν». Καί συ­νε­χί­ζει τό ἄρ­θρο:
«Πρό­κει­ται γιὰ θέ­μα μεί­ζο­νος ἐ­θνι­κοῦ ἐν­δι­α­φέ­ρον­τος, κα­θὼς σὲ πε­ρί­πτω­ση ποὺ ἡ ἑλ­λη­νι­κὴ κυ­βέρ­νη­ση ὑ­πο­χω­ρή­σει στὶς πι­έ­σεις τῆς Task Force καὶ τοῦ κ. Χὸρστ Ρά­ι­χεν­μπαχ, μί­α ξέ­νη χώ­ρα θὰ ἔ­χει ἄ­με­ση πρό­σβα­ση στὶς κα­τα­θέ­σεις τῶν Ἑλ­λή­νων πο­λι­τῶν, μὲ ἄ­γνω­στες συ­νέ­πει­ες».
Ἄλ­λω­στε καί ὁ ση­με­ρι­νός πρω­θυ­πουρ­γός κ. Ἀν­τώ­νιος Σα­μα­ράς, κα­τά τήν ἀ­νά­λη­ψη τῶν κα­θη­κόν­των του καί στίς προ­γραμ­μα­τι­κές δη­λώ­σεις τῆς Κυ­βερ­νή­σε­ώς του στήν Βου­λή, ἔ­θε­σε ὡς πρώ­τη προ­τε­ραι­ό­τη­τα τήν ἐ­φαρ­μο­γή τῆς ἠ­λε­κτρο­νι­κῆς δι­α­κυ­βερ­νή­σε­ως, στά πλαί­σια τῆς ὁ­ποί­ας ἐν­τάσ­σε­ται καί ἡ κάρ­τα τοῦ πο­λί­τη, ἡ φο­ρο­κάρ­τα καί μί­α σει­ρά ἄλ­λων ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν καρ­τῶν.
Δή­λω­σε συγ­κε­κρι­μέ­να ὁ Πρω­θυ­πουρ­γός: «Δέν ὑ­πάρ­χει οὐ­σι­α­στι­κή δι­οι­κη­τι­κή με­ταρ­ρύθ­μι­ση χω­ρίς τήν ἠ­λε­κτρο­νι­κὴ Δι­α­κυ­βέρ­νη­ση. Δη­λα­δή τὴν ­ξι­ο­ποί­η­ση τῶν νέ­ων τε­χνο­λο­γι­ῶν γιὰ τὴνκα­τάρ­γη­ση τῶν γρα­φει­ο­κρα­τι­κῶν δι­α­δι­κα­σι­ῶν ποὺ τα­λαι­πω­ροῦν τὸν πο­λί­τη...»
­πό ­λα αὐ­τά γί­νε­ται φα­νε­ρόπώς τε­λι­κά  βα­σι­κός σκο­πός τοῦ ­λου ἐγ­χει­ρή­μα­τοςεἶ­ναι  ­λο­κλη­ρω­τι­κή ­πα­γω­γή μας στό σύ­στη­μα τῆς ­μο­γε­νο­ποι­ή­σε­ως τῶνπο­λι­τι­σμῶντῶν ­θνῶντῶν λα­ῶν καί τῶν προ­σώ­πωνπού ­πι­χει­ρεῖ νά ­πι­βά­λει μέ­σωτῆς Παγ­κο­σμι­ο­ποι­ή­σε­ως  Νέ­α ­πο­χή καί  Νέ­α Τά­ξη Πραγ­μά­τωνΕἶ­ναι φα­νε­ρόπώς οἱ ­ξου­θε­νω­μέ­νοι οἰ­κο­νο­μι­κά καί ­ξου­δε­νω­μέ­νοι κοι­νω­νι­κά Ἕλ­λη­νεςπο­λί­τες θε­ω­ρή­θη­καν εὔ­κο­λη μά­ζα γι­ά νά πει­ρα­μα­τι­στοῦν τά δι­ε­θνὴ κέν­τρα­ξου­σί­αςοἱ παγ­κο­σμι­ο­κρά­τες ­ξου­σια­στές καί σχε­δια­στές τῆς Νέ­ας Τά­ξε­ωςΠραγ­μά­των.
Μέ τό συγ­κεν­τρω­τι­κό αὐ­τό σύ­στη­μα ­λέγ­χου τῆς Νέ­ας ­πο­χῆς τά προ­σω­πι­κά μαςστοι­χεῖ­α θά ­πο­τε­λοῦν μέ­ρος τοῦ παγ­κό­σμιου ­λε­κτρο­νι­κοῦ συ­στή­μα­τοςπού θάδι­α­χει­ρί­ζε­ται  Παγ­κό­σμια Κυ­βέρ­νη­ση καί  Νέ­α Τά­ξη Πραγ­μά­τωνΠαν­τοῦ θά εἶ­ναι κα­τα­γε­γραμ­μέ­νο καί θά γί­νε­ται ἀν­τι­κεί­με­νο ἐ­πε­ξερ­γα­σί­ας τό λε­γό­με­νο «προ­φίλ» μας. Ὅ­λοι θά γνω­ρί­ζουν τίς προ­τι­μή­σεις μας, τίς ἀ­ρέ­σκει­ες καί ἀ­πα­ρέ­σκει­ές μας, τίς συ­νή­θει­ές μας, τίς πο­λι­τι­κές, κοι­νω­νι­κές, θρη­σκευ­τι­κές πε­ποι­θή­σεις καί ἀν­τι­λή­ψεις μας. Μέ βά­ση τίς ἀν­τι­λή­ψεις μας αὐ­τές θά μᾶς χα­ρα­κτη­ρί­ζουν, θά μᾶς κα­τη­γο­ρι­ο­ποι­οῦν, θά μᾶς στιγ­μα­τί­ζουν καί θά μᾶς ἐ­νο­χο­ποι­οῦν, ὅ­ταν αὐ­τές δέν θά εἶ­ναι σύμ­φω­νες μέ τήν κρα­τοῦ­σα ἰ­δε­ο­λο­γί­α τῆς Παγ­κό­σμιας Κυ­βέρ­νη­σης καί τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς, κυ­ρί­ως ὅ­ταν θά ἐκ­φρά­ζουν τήν ἐ­θνι­κή καί θρη­σκευ­τι­κή ἰ­δι­ο­προ­σω­πί­α μας, τή Ρω­μη­ο­σύ­νη μας!­.­..
Γιά τόν λό­γο αὐ­τό θε­ω­ροῦ­με ἀ­φε­λές τό ἐ­πι­χεί­ρη­μα πού προ­βάλ­λε­ται καί ὑ­πο­στη­ρί­ζει ὅ­τι κα­νείς νο­μι­μό­φρων πο­λί­της, κα­νείς τί­μιος καί ἠ­θι­κός ἄν­θρω­πος, κα­νείς σω­στός ἐ­παγ­γελ­μα­τί­ας καί οἰ­κο­γε­νειά­ρχης δέν ἔ­χει νά φο­βη­θεῖ τί­πο­τε ἀ­πό τήν ἠ­λε­κτρο­νι­κή πα­ρα­κο­λού­θη­ση καί τίς ἠ­λε­κτρο­νι­κές ταυ­τό­τη­τες, ἀ­φοῦ δέν ἔ­χει τί­πο­τε νά κρύ­ψει. Πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, ἰ­σχυ­ρί­ζον­ται κά­ποι­οι, δέν ἔ­χει νά φο­βη­θεῖ τί­πο­τε ὁ χρι­στια­νός, ἡ ζω­ή τοῦ ὁ­ποί­ου εἶ­ναι σάν γυ­ά­λι­νος πύρ­γος.
Κα­νείς μας, ὅ­μως, δέν εἶ­ναι τέ­λει­ος καί ἀ­να­μάρ­τη­τος ὡς γυ­ά­λι­νος πύρ­γος. Τέ­λει­ος καί ἀ­να­μάρ­τη­τος καί πα­νά­γιος εἶ­ναι μό­νον ὁ Χρι­στός μας!!! Ἐ­κεῖ­νοι πού ἰ­σχυ­ρί­ζον­ται, κλη­ρι­κοί καί λα­ϊ­κοί, ὅ­τι οἱ ἴ­διοι εἶ­ναι ἤ μπο­ρεῖ νά γί­νουν «γυ­ά­λι­νοι πύρ­γοι» —προ­κει­μέ­νου νά δι­και­ο­λο­γή­σουν τήν ἀ­πο­δο­χή τοῦ ἠ­λε­κτρο­νι­κοῦ φα­κε­λώ­μα­τος καί τήν πα­ρα­λα­βή τῆς ἠ­λε­κτρο­νι­κῆς ταυ­τό­τη­τας— δέν λαμ­βά­νουν ὑ­πό­ψη τους τό κύ­ριο γνώ­ρι­σμα τῆς ὀρ­θο­δό­ξου ἀν­θρω­πο­λο­γί­ας, πού το­νί­ζε­ται σέ ὅ­λα τά ἁ­γι­ο­γρα­φι­κά καί ἁ­γι­ο­πα­τε­ρι­κά εί­με­να καί συ­νί­στα­ται στήν συ­ναί­σθη­ση τῆς ἁ­μαρ­τω­λό­τη­τος καί τῆς μη­δα­μι­νό­τη­τός μας. «Εἶ­μαι τό οὐ­δέν, καί μπο­ρῶ νά κά­νω τό οὐ­δέν. Ὅ,τι εἶ­μαι κι ὅ,τι κά­νω, εἶ­μαι καί τό κά­νω μέ τή χά­ρη τοῦ Θε­οῦ. Ὅ,τι κα­λό ἔ­χω εἶ­ναι δι­κό σου Θε­έ μου, δο­ξα­σμέ­νο τ’ ὄ­νο­μά Σου, ὅ,τι κα­κό ἔ­χω εἶ­ναι δι­κό μου καί ζη­τῶ τό ἔ­λε­ός Σου», μᾶς δι­δά­σκουν οἱ πα­λιοί καί σύγ­χρο­νοι Γε­ρον­τά­δες μας).
Ὁ λό­γος γι­ά τόν ὁ­ποῖ­ο ἀρ­νού­μα­στε τό ἠ­λε­κτρο­νι­κό μας φα­κέ­λω­μα καί τήν ἠ­λε­κτρο­νι­κή μας πα­ρα­κο­λού­θη­ση δέν εἶ­ναι ἐ­πει­δή ἐν­δε­χο­μέ­νως ἔ­χου­με κά­τι νά κρύ­ψου­με, ἀλ­λὰ για­τί ἔ­χου­με νά δι­α­φυ­λά­ξου­με τήν Ὀρ­θό­δο­ξη Πί­στη μας καί τήν Ἑλ­λη­νι­κό­τη­τά μας, τήν Πα­ρά­δο­σή μας καί τόν Πο­λι­τι­σμό μας, τή Ρω­μη­ο­σύ­νη μας καί τήν Ἱ­στο­ρί­α μας καί εἶ­ναι γνω­στό ὅ­τι ὅ­λα αὐ­τά ὄ­χι μό­νον δέν συ­νά­δουν μέ τήν νε­ο­ε­πο­χί­τι­κη Παγ­κο­σμι­ο­ποί­η­ση ἀλ­λά καί βρί­σκον­ται σέ πλή­ρη ἀν­τι­πα­ρά­θε­ση καί πο­λε­μι­κή ἀ­πέ­ναν­τί της!­!! Καί ἂν ἀ­κό­μα κά­τι πα­ρά­νο­μο δέν ἔ­χου­με νά κρύ­ψου­με ἐ­πι­θυ­μοῦ­με νά δι­α­τη­ρή­σου­με γι­ά τόν ἑ­αυ­τό μας τό δι­καί­ω­μα νά ὁ­ρί­ζου­με τήν προ­σω­πι­κή μας ζω­ή, τίς ἐ­πι­λο­γές μας καί τίς προ­τι­μή­σεις μας καί νά μήν γι­νό­μα­στε ὑ­πο­χεί­ριο στίς ἐ­πι­θυ­μί­ες καί τίς ἐ­πι­βου­λές τῶν δι­ε­θνῶν κέν­τρων ἐ­ξου­σί­ας, πού ἐ­πι­δι­ώ­κουν τήν χει­ρα­γώ­γη­σή μας, με­ταλ­λάσ­σον­τάς μας ἀ­πό πρό­σω­πα μέ ἐ­λευ­θε­ρί­α καί αὐ­τε­ξού­σιο σέ ἄ­το­μα κα­θο­δη­γού­με­να καί ὑ­πο­δου­λω­μέ­να καί ἐν τέ­λει ἀ­πο­ορ­θο­δο­ξο­ποι­η­μέ­να καί ἀ­φελ­λη­νι­σμέ­να.
Καί ἄς μήν λη­σμο­νοῦ­με ὅ­τι αὐ­τό πού γιά μᾶς θε­ω­ρεῖ­ται ἠ­θι­κό καί τί­μιο, αὐ­τό πού γιά μᾶς ἀ­πο­τε­λεῖ ἀ­ξί­α καί ἰ­δα­νι­κό, δη­λα­δή ἡ πί­στη μας, ἡ πα­τρί­δα μας, ἡ πα­ρά­δο­σή μας, τά ἰ­δα­νι­κά τῆς φυ­λῆς μας, γιά τήν ἀν­τί­θε­η παγ­κό­σμια ὀ­λι­γαρ­χί­α πού κα­θο­ρί­ζει τίς τύ­χες τοῦ κό­σμου εἶ­ναι ἀ­κρι­βῶς αὐ­τό πού πρέ­πει νά ἀλ­λοι­ω­θεῖ καί νά ἐ­κλεί­ψει. Αὐ­τό ση­μαί­νει ὅ­τι οἱ Ἕλ­λη­νες ρω­μιοί, οἱ ὀρ­θό­δο­ξοι πι­στοί εἴ­μα­στε «ἀ­σύμ­βα­τοι» μέ τό παγ­κό­σμιο σύ­στη­μα ἐ­ξου­σί­ας καί ἐ­λέγ­χου καί μέ τό ὁ­μο­γε­νο­ποι­η­μέ­νο πρό­τυ­πο πού ἐ­πι­βάλ­λουν παν­τοῦ.
Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα ἡ ἐ­φε­τι­νή ἔκ­θε­ση γιά τήν θρη­σκευ­τι­κή ἐ­λευ­θε­ρί­α τοῦ Ὑ­πουρ­γεί­ου Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν τῶν Η.Π.Α. ἡ ὁ­ποί­α στήν ἀ­να­φο­ρά της γιά τήν χώ­ρα μας συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νει καί τόν Σε­βα­σμι­ώ­τα­το Μη­τρο­πο­λί­τη Πει­ραι­ῶς κ. Σε­ρα­φείμ! Τό Στέ­ιτ Ντι­πάρ­τμεντ στιγ­μα­τί­ζει τόν Σε­βα­σμι­ώ­τα­το ὡς φον­τα­μεν­τα­λι­στή καί φα­να­τι­κό γιά τήν μή­νυ­ση ἐ­πί προ­ση­λυ­τι­σμῷ πού ὑ­πέ­βα­λε κα­τά τῶν ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κῶν τοῦ Πει­ραι­ᾶ, κα­θώς καί γιά τίς κρί­σεις του γιά τόν δι­ε­θνή σι­ω­νι­σμό καί τόν ἔ­λεγ­χο ἀ­πό αὐ­τόν τοῦ δι­ε­θνοῦς τρα­πε­ζι­κοῦ κα­τε­στη­μέ­νου.
Σε­βα­σμι­ώ­τα­τε, σε­βα­στοί πα­τέ­ρες, ἀ­ξι­ό­τι­μοι κύ­ριοι εἰ­ση­γη­τές, κυ­ρί­ες καί κύ­ριοι, προ­σφι­λέ­στα­τοι ἀ­δελ­φοί μας
Ἄς μή ξε­χνᾶ­με ὅ­τι ὅ­λα ὅ­σα σᾶς πε­ρι­γρά­ψα­με ἔ­χουν καί τήν ἐ­σχα­το­λο­γι­κή τους δι­ά­στα­ση. Οἱ ἠ­λε­κτρο­νι­κές ταυ­τό­τη­τες ἤ ἡ κάρ­τα τοῦ πο­λί­τη δέν εἶ­ναι, βε­βαί­ως, τό χά­ραγ­μα τοῦ Ἀν­τι­χρί­στου, πού πε­ρι­γρά­φε­ται στήν Ἀ­πο­κά­λυ­ψη. Κα­νείς ἄλ­λω­στε δέν γνω­ρί­ζει πό­τε θά ἔρ­θει ἐ­κεί­νη ἡ στιγ­μή.
Τά κύ­ρια, ὅ­μως, μη­νύ­μα­τα τοῦ ἱ­ε­ροῦ βι­βλί­ου τῆς Ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως εἶ­ναι τό πνεῦ­μα ἐ­γρη­γόρ­σε­ως, νή­ψε­ως καί ἀ­φυ­πνί­σε­ως, πού πρέ­πει νά ἔ­χου­με ὡς χρι­στια­νοί, εἶ­ναι ἡ ἀν­τί­θε­σή μας στίς δυ­νά­μεις τῆς ἀ­πο­στα­σί­ας, εἶ­ναι ἡ ἄρ­νη­ση συ­σχη­μα­τι­σμοῦ μας μέ αὐ­τές, εἶ­ναι τό ὁ­μο­λο­για­κό φρό­νη­μα καί ἡ μαρ­τυ­ρί­α Χρι­στοῦ, πού πρέ­πει νά δί­νου­με μέ τόν λό­γο καί τήν ζω­ή μας καί ἄν χρεια­σθεῖ καί μέ τό αἷ­μα μας.
Χρέ­ος μας εἶ­ναι νά με­λε­τοῦ­με τά ση­μεῖ­α τῶν και­ρῶν καί νά ἔ­χου­με τήν κα­λή καί ὑ­γι­ῆ ἀ­νη­συ­χί­α γιά τά τε­κται­νό­με­να στόν κό­σμο, κα­θώς «Ἀν­τί­χρι­στοι πολ­λοί γε­γό­να­σι» (Α΄ Ἰ­ω. 2, 18). Αὐ­τή ἡ ἀν­τί­θε­η παγ­κό­σμια κο­σμο­κρα­το­ρί­α, πού δι­α­μορ­φώ­νε­ται στίς μέ­ρες μας, εἶ­ναι φα­νε­ρό ὅ­τι δέν εἶ­ναι κα­τά Θε­όν, ἀλ­λά ἀν­τί­θε­τα ἐ­πι­δι­ώ­κει νά ἀλ­λοι­ώ­σει καί νά ἐ­ξο­βε­λί­σει κά­θε τί χρι­στι­α­νι­κό καί ἀ­λη­θι­νό ἀ­πό τήν ζω­ή τῶν ἀν­θρώ­πων.
Ἕ­να ἄλ­λο ση­μαν­τι­κό στοι­χεῖ­ο γιά τό ὁ­ποῖ­ο μᾶς μι­λᾶ ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψη εἶ­ναι ἡ προ­ϊ­οῦ­σα, ἡ στα­δια­κή πο­ρεί­α πρός τά ἔ­σχα­τα τῆς ἱ­στο­ρί­ας. Ὁ Ἀν­τί­χρι­στος, δη­λα­δή, δέν θά ἐμ­φα­νι­σθεῖ καί δέν θά ἑ­δραι­ώ­σει τήν παγ­κό­σμια κυ­ρι­αρ­χί­α του ἐν­τε­λῶς ξαφ­νι­κά, ἀ­να­τρέ­πον­τας ἄρ­δην τήν πο­ρεί­α τῆς ἱ­στο­ρί­ας. Ἀν­τί­θε­τα, θά στη­ρι­χθεῖ σέ μί­α δι­α­μορ­φω­μέ­νη ἀ­πό πο­λύ νω­ρί­τε­ρα κα­τά­στα­ση, στήν ὁ­ποί­α θά ἔ­χουν ἐ­θι­σθεῖ οἱ ἄν­θρω­ποι ἔ­χον­τας γιά πά­ρα πο­λύ με­γά­λο χρο­νι­κό δι­ά­στη­μα ζή­σει καί δρα­στη­ρι­ο­ποι­η­θεῖ μέ βά­ση τίς συ­νή­θει­ες καί τίς πρα­κτι­κές ἑ­νός συγ­κε­κρι­μέ­νου ἀν­τί­θε­ου καί ὑ­λό­φρο­νος τρό­που ζω­ῆς, πού θά φαν­τά­ζει πλέ­ον μο­νό­δρο­μος γιά τόν κα­θέ­να.
Σέ ἕ­ναν τέ­τοι­ο μο­νό­δρο­μο μᾶς εἰ­σά­γει ἡ ἄ­νε­ση, ἡ εὐ­κο­λί­α καί ἡ εὐ­μά­ρεια, στίς ὁ­ποῖ­ες εἴ­χα­με καί ἔ­χου­με ἐ­θι­σθεῖ καί ἀ­πό τίς ὁ­ποῖ­ες δέν δι­α­νο­ού­μα­στε νά ἀ­πεγ­κλω­βι­στοῦ­με. Ἡ ἄ­νε­ση ἀ­σκεῖ μί­α ἰ­δι­ό­μορ­φη βί­α καί ἀ­πο­συν­θέ­τει τήν πνευ­μα­τι­κή μας ὑ­πό­στα­ση, ἡ ὁ­ποί­α, ὅ­ταν δέν ἀ­κο­λου­θεῖ τό ὀρ­θό­δο­ξο ἦ­θος τῆς ἀ­σκή­σε­ως, μᾶς ὁ­δη­γεῖ στήν ὑ­πο­δού­λω­ση τῶν πα­θῶν. Ἡ ἄ­νε­ση καί ἡ ἐ­ξα­θλί­ω­ση, ὅ­πως καί ὁ φό­βος, δη­μι­ουρ­γοῦν ἰ­σχυ­ρή καί δια­ρκή ψυ­χο­λο­γι­κή ἐ­ξάρ­τη­ση, στήν ὁ­ποί­α βα­σί­ζον­ται ὅ­λα τά συ­στή­μα­τα ἐ­λέγ­χου τῶν ἀν­θρώ­πων.
Ἀ­πό τήν ἄλ­λη πλευ­ρά, ἐ­ξί­σου κα­τα­λυ­τι­κά καί ψυ­χα­ναγ­κα­στι­κά γιά τήν πα­ρα­λα­βή τῆς ἠ­λε­κτρο­νι­κῆς ταυ­τό­τη­τας λει­τουρ­γεῖ ὁ φό­βος ὅ­τι σέ πε­ρί­πτω­ση πού θά ἀρ­νη­θοῦ­με τήν πα­ρα­λα­βή της, ὄ­χι ἁ­πλῶς θά χά­σου­με ὅ­λες τίς εὐ­κο­λί­ες καί τίς ἀ­νέ­σεις πού μᾶς πα­ρέ­χει, ἀλ­λά θά βρε­θοῦ­με οὐ­σι­α­στι­κά ἐ­κτός συ­στή­μα­τος, ἀ­πο­κομ­μέ­νοι καί ἀ­νύ­παρ­κτοι κοι­νω­νι­κά, οἰ­κο­νο­μι­κά καί γε­νι­κά ὡς πο­λί­τες τοῦ κρά­τους. Δέν θά ἔ­χου­με, δη­λα­δή, τήν δυ­να­τό­τη­τα ἐρ­γα­σί­ας, μι­σθο­δο­σί­ας, συν­τα­ξι­ο­δο­τή­σε­ως, κο­νω­νι­κῆς πρό­νοι­ας, ἰ­α­τρι­κῆς πε­ρι­θάλ­ψε­ως καί ὅ­λων τῶν ἄλ­λων δη­μο­σί­ων ἀ­γα­θῶν καί ὑ­πη­ρε­σι­ῶν.
Ἡ νέ­α ἠ­λε­κτρο­νι­κή ταυ­τό­τη­τα μπο­ρεῖ νά εἶ­ναι ἡ ἀρ­χή, ἡ συ­νέ­χεια, ὅ­μως, εἶ­ναι ἤ­δη προ­δι­α­γε­γραμ­μέ­νη καί τήν βλέ­που­με νά ἐ­φαρ­μό­ζε­ται. Ἤ­δη, ὅ­πως εἶ­ναι γνω­στο, στίς Η.Π.Α. τό μι­κρο­τσίπ, πού ἐ­μεῖς θά ἔ­χου­με στήν ταυ­τό­τη­τα, ἔ­χει ἀρ­χί­σει νά ἐμ­φυ­τεύ­ε­ται στό χέ­ρι γιά με­γα­λύ­τε­ρη ἀ­σφά­λεια. Ἡ τε­χνο­λο­γι­κή πρό­ο­δος, ἄλ­λω­στε, εἶ­ναι τό­σο ρα­γδαί­α καί ἀ­να­κα­λύ­πτει συ­νε­χῶς νέ­ες με­θό­δους γιά τόν ἔ­λεγ­χο καί τήν χει­ρα­γώ­γη­ση τῶν πο­λι­τῶν, ἀ­κό­μη καί γιά τόν ἐ­πη­ρε­α­σμό τῆς κρί­σε­ως, τῆς ψυ­χο­λο­γί­ας καί τῆς νο­η­μο­σύ­νης τους μέ τε­χνη­τά μέ­σα.
Γι’ αὐ­τό καί ἀρ­νού­μα­στε νά δι­α­κιν­δυ­νεύ­σου­με τήν σω­μα­τι­κή καί πνευ­μα­τι­κή μας ἀ­κε­ραι­ό­τη­τα πα­ρα­λαμ­βά­νον­τας τήν κάρ­τα τοῦ πο­λί­τη ἤ τίς νέ­ες ἠ­λε­κτρο­νι­κές ταυ­τό­τη­τες. Ἀρ­νού­μα­στε ἐκ τῶν προ­τέ­ρων τήν εἴ­σο­δό μας στό συγ­κεν­τρω­τι­κό, ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κό καί ὀ­λέ­θριο αὐ­τό σύ­στη­μα. Ἀρ­νού­μα­στε ἐξ ἀρ­χῆς ὁ­ποι­α­δή­πο­τε δέ­σμευ­ση καί πα­γί­δευ­σή μας σέ μί­α ἀ­δι­έ­ξο­δη καί ἀ­νε­πί­στρο­φη πο­ρεί­α ἀ­πό τήν ὁ­ποί­α δέν ξέ­ρου­με ἄν θά ἔ­χου­με τήν δύ­να­μη καί τήν δυ­να­τό­τη­τα νά ἐ­ξέλ­θου­με.
Ἡ ἄρ­νη­σή μας αὐ­τή δέν ἔ­χει τόν πα­θη­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα τῆς μή ἀ­πο­δο­χῆς τε­τε­λε­σμέ­νων γε­γο­νό­των. Ἀν­τί­θε­τα θά πρέ­πει νά λά­βει τήν μορ­φή ἐ­νερ­γη­τι­κῆς καί μα­χη­τι­κῆς δρα­στη­ρι­ο­ποι­ή­σε­ως, ἀ­πό τήν ἀ­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα καί τήν μα­ζι­κό­τη­τα τῆς ὁ­ποί­ας θά κρι­θεῖ καί τό ἀ­πο­τέ­λε­σμά της. Ἐν­νο­οῦ­με, δη­λα­δή, ὅ­τι δέν ἀρ­κεῖ νά δη­λώ­νου­με ἁ­πλῶς ὅ­τι δέν θά πα­ρα­λά­βου­με τίς νέ­ες ἠ­λε­κτρο­νι­κές ταυ­τό­τη­τες, ἀλ­λά νά προ­λά­βου­με καί νά ἀ­πο­τρέ­ψου­με ἀ­πο­φά­σεις καί τε­τε­λε­σμέ­να γι’ αὐ­τές.
Ὅ­σο πε­ρισ­σό­τε­ροι θά εἴ­μα­στε ἐ­μεῖς πού θά ἀν­τι­τα­χθοῦ­με στίς νέ­ες ἠ­λε­κτρο­νι­κές ταυ­τό­τη­τες, ὅ­σο πε­ρισ­σό­τε­ρες καί συν­το­νι­σμέ­νες θά εἶ­ναι οἱ κι­νή­σεις καί οἱ πα­ρεμ­βά­σεις μας, ὅ­σο πιό δυ­να­μι­κές καί ἐμ­πε­ρι­στα­τω­μέ­νες θά εἶ­ναι οἱ δι­εκ­δι­κή­σεις μας, τό­σο με­γα­λύ­τε­ρες θά εἶ­ναι καί οἱ ὑ­πο­χω­ρή­σεις τῶν κυ­βερ­νών­των καί αὐ­τῶν πού ἐ­πι­βάλ­λουν ἀ­νά­λο­γες ρυθ­μί­σεις.
Ἡ ἀν­τί­δρα­σή μας πρέ­πει νά δι­α­τυ­πω­θεῖ προ­λη­πτι­κά καί νά προ­λά­βει τίς ὅ­ποι­ες κυ­βερ­νη­τι­κές ἀ­πο­φά­σεις. Εἶ­ναι φα­νε­ρό ὅ­τι ἡ ἑ­κά­στο­τε Κυ­βέρ­νη­ση ἐ­ξα­πα­τᾶ κά­θε φο­ρά τόν λα­ό στά πε­ρισ­σό­τε­ρα θέ­μα­τα. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα εἶ­ναι ἡ πλή­ρης ἀ­ναν­τι­στοι­χί­α προ­ε­κλο­γι­κῶν ἐ­ξαγ­γε­λι­ῶν καί με­τε­κλο­γι­κῶν μέ­τρων ἀ­πό τήν πα­ροῦ­σα Κυ­βέρ­νη­ση.
Κά­τι ἀ­νά­λο­γο συμ­βαί­νει καί μέ τό θέ­μα τῶν ταυ­το­τή­των. Στήν πε­ρί­πτω­ση αὐ­τή οἱ κυ­βερ­νῶν­τες βο­λι­δο­σκο­ποῦν τίς ἀν­τι­δρά­σεις μας, ὥ­στε νά ὑ­πο­λο­γί­σουν πῶς θά ὀρ­γα­νώ­σουν καί θά ἐ­πι­βά­λουν τε­λι­κά τούς σχε­δια­σμούς τους.
Θά πρέ­πει νά ἀν­τι­λη­φθοῦ­με καί νά συ­νει­δη­το­ποι­ή­σου­με ὅ­τι οἱ σχε­δια­σμοί τῆς Νέ­ας Τά­ξε­ως Πραγ­μά­των ἀ­να­τρέ­πον­ται μέ μα­ζι­κή, δυ­να­μι­κή, συν­το­νι­σμέ­νη καί ἀ­πο­φα­σι­στι­κή ἀν­τί­στα­ση. Ἀ­να­τρέ­πον­ται μέ ἀ­φύ­πνι­ση καί ἐ­γρή­γορ­ση, μέ ὁ­μο­λο­για­κό καί μαρ­τυ­ρι­κό φρό­νη­μα.
Τέ­λος το­νί­ζου­με μέ τόν πιό κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κό τρό­πο πρός ὅ­λους ὅ­σους λαμ­βά­νουν τίς ἀ­πο­φά­σεις νά μήν θε­ω­ρή­σουν τήν πα­ροῦ­σα συγ­κυ­ρί­α τῆς οἰ­κο­νο­μι­κῆς κρί­σε­ως ὡς μί­α «κα­λή εὐ­και­ρί­α» γιά νά ἐ­πι­βά­λουν ἀ­νε­λεύ­θε­ρες πο­λι­τι­κές καί πρα­κτι­κές στήν ζω­ή τῶν πο­λι­τῶν. Ὁ λα­ός μας πλέ­ον ἔ­χει ἀ­φυ­πνι­σθεῖ καί ἔ­χει ἀ­πό­λυ­τη συ­ναί­σθη­ση τοῦ ἐμ­παιγ­μοῦ καί τῆς πα­γί­δευ­σής του, ἐ­πί δε­κα­ε­τί­ες ὁ­λό­κλη­ρες, ἀ­πό τό νο­ση­ρό πο­λι­τι­κό, κοι­νω­νι­κό καί οἰ­κο­νο­μι­κό κα­τε­στη­μέ­νο, πού ἐ­πι­χει­ρεῖ ἀ­κό­μη καί τώ­ρα, σέ κα­τά­στα­ση πιά προ­χω­ρη­μέ­νης ἀ­πο­σύν­θε­σης, νά τόν ἐ­ξα­πα­τή­σει καί νά τόν ὁ­δη­γή­σει ἐ­ξου­θε­νω­μέ­νο καί σι­δε­ρο­δέ­σμιο στόν ἀ­πό­λυ­το ἀ­φα­νι­σμό του.
Οἱ ὀρ­θό­δο­ξοι Ἕλ­λη­νες, οἱ ἐ­λεύ­θε­ροι πο­λί­τες αὐ­τῆς τῆς χώ­ρας θά ἀν­τι­στα­θοῦ­με καί θά ἀν­τι­δρά­σου­με στήν νέ­α κα­το­χή τῆς πα­τρί­δας μας, θά ἀν­τι­στα­θοῦ­με καί θά ἀν­τι­δρά­σου­με στίς ἐ­πι­βου­λές τῆς Νέ­ας Τά­ξε­ως Πραγ­μά­των καί τῆς Νέ­ας Ἐ­πο­χῆς καί δέν πρό­κει­ται νά ἀ­πο­δε­χθοῦ­με τόν ἀν­τί­θε­ο καί ἀν­θελ­λη­νι­κό ὁ­λο­κλη­ρω­τι­σμό τοῦ ἠ­λε­κτρο­νι­κοῦ φα­κε­λώ­μα­τος καί τῶν ἠ­λε­κτρο­νι­κῶν ταυ­το­τή­των.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...