Αυτός είναι η Βασιλεία των Ουρανών, Αυτός είναι η αιώνια ζωή. Ο καθηγητής Γεώργ. Μαντζαρίδης μας διευκρινίζει και μας λέει πως ο Ιησούς Χριστός, ο Θεός, είναι «ο τόπος» των σωζόμενων. Και η αιώνια ζωή είναι ενυπόστατη, διότι ο ίδιος ο Χριστός προσλαμβάνει τον άνθρωπο στην ένθεη ζωή:
«Η αιώνια ζωή δεν είναι αφηρημένη, αλλά ενυπόστατη. Αιώνια ζωή είναι ο ίδιος ο Χριστός (Α’ Ιωάν. 5, 20), που ως Πρωτότοκος των νεκρών, προσλαμβάνει τον άνθρωπο στη ζωή Του και τον καταξιώνει ως δημιούργημα “κατ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού”, “Ο Θεός”, παρατηρεί ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, “θα είναι ο τόπος των σωζόμενων”. Στον τόπο αυτό συνέχεται η αιώνια ζωή των ανθρώπων».
Και το πρώτο και υπέρτατο αγαθό του Παραδείσου είναι κυρίως η μετοχή, η ένωση, η κοινωνία και η μέθεξη, όχι στην ουσία του Θεού, αλλά στο φως και τη δόξα του Θεού, πράγμα που θεωρείται από τους Πατέρες, Βασιλεία του Θεού και παραδεκτή και αιώνια ζωή.
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μάς αναφέρει ότι Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Και μέσα σ’ αυτή την αγάπη βρίσκεται η τρυφή και κάθε είδους μακαρισμός. Αλλά αναφερόμενος και στην Κόλαση δίνει σχεδόν τον ίδιο ορισμό, με τη διαφορά, όπως μας λέει, ότι «Κόλαση είναι η μάστιγα της αγάπης». Διότι, όπως πάλι ο ίδιος μας εξηγεί, η λύπη που φέρνει στην καρδιά η αμαρτία. είναι «οξυτέρα», πιό οδυνηρή, από κάθε κόλαση.
Γι’ αυτό παρατηρεί ο θείος Χρυσόστομος.«Είναι καλύτερα να υπομείνει κανείς να κατακεραυνωθεί από μύριους κεραυνούς, παρά να δει το Πρόσωπο εκείνο του Θεού, το ήμερο, να μας αποστρέφεται και τον γαλήνιο εκείνον οφθαλμό, να μην ανέχεται να μάς βλέπει».
Είπαμε ήδη ότι «η αθάνατη ζωή είναι μετοχή και κοινωνία, μια φιλική συντροφιά μεταξύ Θεού και λογικών πλασμάτων. Είναι φιλία η παραδείσια ζωή, ενώ η Κόλαση αφιλία και ακοινωνησία, τόσο σε σχέση με το Θεό, όσο σε σχέση και με τους άλλους». Η σχέση μας λοιπόν με τον άγιο Θεό θα είναι προσωπική και θα έχουμε τη δυνατότητα του διαλόγου μαζί Του.
Έχει όμως τη δυνατότητα ο άνθρωπος να περιλάβει τη μεγαλειότητα της θείας Βασιλείας;
Ο άγιος Γρήγορος ο Παλαμάς στην ομιλία του «Περί Δευτέρας Παρουσίας», λέει ότι η προαιώνιος βουλή του Θεού είναι η μετοχή όλης της κτίσεως στη Βασιλεία και τη δόξα του Τριαδικού Θεού. Ο άνθρωπος θεώνεται εισερχόμενος σ’ αυτή τη δόξα, ενώ η υπόλοιπη κτίση αγιάζεται. Λέει λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος: «Ο κόσμος δημιουργήθηκε για να μπορέσει ο άνθρωπος να χωρέσει το άκτιστο φως της θείας Χάριτος».
Γι’ αυτό το σκοπό λοιπόν, για να μπορέσει ο άνθρωπος να χωρέσει μέσα του το άκτιστο φως της θείας Χάριτος, «τα πάντα εγένοντο». Και η σάρκωση του Θεού Λόγου και η Θεανδρική πολιτεία και τα σωτήρια πάθη και όλα τα μυστήρια πάνσοφα και προνοητικά έχουν σχεδιασθεί από τη Χάρη του Θεού από καταβολής κόσμου.
Δεν ανταποκρίνονται όμως όλοι οι άνθρωποι το ίδιο και γι’ αυτό δεν μετέχουν όλοι στην άκτιστη Χάρη του Θεού. Γι’ αυτό γίνεται λόγος και για κρίση μέσα στην ιστορία, και δεν πρόκειται βέβαια για κρίση, αλλά για τοποθέτηση του ανθρώπου ανάλογα με τα βιώματα που ζει και τη μετοχή του στη Χάρη του Θεού.
Ο ίδιος ο Θεός γίνεται Παράδεισος για τους Αγίους και ο ίδιος πάλι γίνεται Κόλαση για τους μη μετανοημένους αμαρτωλούς. «Είναι άτοπο», λέει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, «να σκέπτεται κανείς ότι οι αμαρτωλοί στη γέεννα στερούνται την αγάπη του Θεού… Η αγάπη του Θεού ενεργεί με τη δύναμή της με διπλό τρόπο: Τους μεν αμαρτωλούς κολάζει, όπως συμβαίνει και στην εδώ ζωή από τον φίλο προς τον φίλο, αυτούς όμως που έχουν τηρήσει όλα όσα τους έχει παραγγείλει ο Θεός, τους ευφραίνει. Και αυτή είναι κατά τη γνώμη μου η Κόλαση, η μεταμέλεια, η αναγνώριση δηλαδή των αμαρτιών μας και ο θρήνος γι’ αυτές».
Ο Θεός δεν ενεργεί για τους σωζόμενους με αγάπη, και για τους κολαζόμενους με μίσος και εκδίκηση. Μία είναι η ενέργεια του Θεού, αγάπη και φως. Η φωτιστική αυτή και θεωτική άκτιστη ενέργεια του Θεού είναι μία και απλή. Αλλά μερίζεται κατά την αξία των μετεχόντων. Όλοι θα φτάσουν στην επίγνωση της αλήθειας, αλλά δεν θα μετέχουν όλοι ομοιοτρόπως. Οι μεν θα φωτίζονται και θα δοξάζονται από τη θέα του ακτίστου φωτός, οι δε θα κολάζονται και θα βασανίζονται από τη θέα του ακτίστου πυρός. Και αυτό, φυσικά, συνδέεται με τη φύση και την κατάσταση του ανθρώπου και όχι με τη φύση και ενέργεια του Θεού.
Ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ερμηνεύει αυτό το σημείο με ορθόδοξα κριτήρια και λέει τα εξής: «Καθώς ο ήλιος το μεν κερί απαλύνει, τον δε πηλό σκληρύνει, όχι καθ’ εαυτόν, αλλά για την διαφορετική ύλη του κεριού και του πηλού, έτσι και ο Θεός την πήλινη καρδιά του Φαραώ λέγεται πως σκληρύνει»,
Δεν θα υπάρχουν λοιπόν δύο διαφορετικοί χώροι, ο Παράδεισος για τους Αγίους, όπου θα είναι ταρών ο Θεός, και η Κόλαση, όπου ο Θεός θα είναι απών και θα κυριαρχεί ο διάβολος. Δεν ομιλεί η ορθόδοξη θεολογία για απουσία του Θεού από την Κόλαση. Αυτά είναι αποκυήματα της Δυτικής θεολογίας. Άλλωστε, όπως ήδη τονίσαμε και σε άλλες ενότητες, ο Παράδεισος και η Κόλαση υπερβαίνουν την αίσθηση και τη λογική μας, δεν είναι κάτι το κτιστό, είναι νοητοί τόποι, άκτιστοί. Αν υπήρχαν δύο χωριστοί χώροι και στον ένα κυριαρχούσε ο Θεός, ενώ στον άλλο ο διάβολος, τότε ο διάβολος θα είχε κατορθώσει αυτό το οποίο από την αρχή ήθελε. Να έχει ένα χώρο πνευματικό που να τον κυβερνά και να τον εξουσιάζει. Αυτό όμως δεν του το επέτρεψε ο Θεός να το κάνει. Και ο Χριστός, με την κάθοδό Του στον Άδη, αυτό ήθελε να αποτρέψει. Διότι ο Σατανάς, «προ της εις Άδου καθόδου του Χριστού, ήτο ο μόνος ο έχων το κράτος του θανάτου», μάς λέει ο π. Ιωάννης ο Ρωμανίδης, και «ο μόνος τρόπος συντριβής της ισχύος του διαβόλου, ήτο η ανάστασις των νεκρών διά της καταπατήσεως του θανάτου», πράγμα το οποίο μάς δώρισε ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Μ’ αυτή την έννοια λέει και ο Ψαλμωδός το «κατακυρίευε εν μέσω των έχθρων σου» (Ψαλμ. 109, 2). Ο 109ος. ψαλμός θεωρείται ψαλμός προφητικός και μεσσιακός, αναφέρεται δε στη Βασιλεία και αδιάδοχη ιεροσύνη του Κυρίου. Η ερμηνεία δε του χωρίου αυτού μάς υπογραμμίζει ότι ασφαλώς δεν θα υπάρχουν στην αιωνιότητα δύο χωριστοί χώροι, ο Παράδεισος και η Κόλαση, ούτε κάποια διαρχία, αλλά ο Χριστός θα είναι Θεός επουρανίων, επιγείων και καταχθονίων. Ούτε θα υπάρχει κάτι που θα το εξουσιάζει ο διάβολος και δεν θα βρίσκεται κάτω από τη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
(«Θάνατος, Ανάσταση και Αιώνια ζωή», εκδ. Ετοιμασία. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου. Καρέας)
Είπαμε ήδη ότι «η αθάνατη ζωή είναι μετοχή και κοινωνία, μια φιλική συντροφιά μεταξύ Θεού και λογικών πλασμάτων. Είναι φιλία η παραδείσια ζωή, ενώ η Κόλαση αφιλία και ακοινωνησία, τόσο σε σχέση με το Θεό, όσο σε σχέση και με τους άλλους». Η σχέση μας λοιπόν με τον άγιο Θεό θα είναι προσωπική και θα έχουμε τη δυνατότητα του διαλόγου μαζί Του.
Έχει όμως τη δυνατότητα ο άνθρωπος να περιλάβει τη μεγαλειότητα της θείας Βασιλείας;
Ο άγιος Γρήγορος ο Παλαμάς στην ομιλία του «Περί Δευτέρας Παρουσίας», λέει ότι η προαιώνιος βουλή του Θεού είναι η μετοχή όλης της κτίσεως στη Βασιλεία και τη δόξα του Τριαδικού Θεού. Ο άνθρωπος θεώνεται εισερχόμενος σ’ αυτή τη δόξα, ενώ η υπόλοιπη κτίση αγιάζεται. Λέει λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος: «Ο κόσμος δημιουργήθηκε για να μπορέσει ο άνθρωπος να χωρέσει το άκτιστο φως της θείας Χάριτος».
Γι’ αυτό το σκοπό λοιπόν, για να μπορέσει ο άνθρωπος να χωρέσει μέσα του το άκτιστο φως της θείας Χάριτος, «τα πάντα εγένοντο». Και η σάρκωση του Θεού Λόγου και η Θεανδρική πολιτεία και τα σωτήρια πάθη και όλα τα μυστήρια πάνσοφα και προνοητικά έχουν σχεδιασθεί από τη Χάρη του Θεού από καταβολής κόσμου.
Δεν ανταποκρίνονται όμως όλοι οι άνθρωποι το ίδιο και γι’ αυτό δεν μετέχουν όλοι στην άκτιστη Χάρη του Θεού. Γι’ αυτό γίνεται λόγος και για κρίση μέσα στην ιστορία, και δεν πρόκειται βέβαια για κρίση, αλλά για τοποθέτηση του ανθρώπου ανάλογα με τα βιώματα που ζει και τη μετοχή του στη Χάρη του Θεού.
Ο ίδιος ο Θεός γίνεται Παράδεισος για τους Αγίους και ο ίδιος πάλι γίνεται Κόλαση για τους μη μετανοημένους αμαρτωλούς. «Είναι άτοπο», λέει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, «να σκέπτεται κανείς ότι οι αμαρτωλοί στη γέεννα στερούνται την αγάπη του Θεού… Η αγάπη του Θεού ενεργεί με τη δύναμή της με διπλό τρόπο: Τους μεν αμαρτωλούς κολάζει, όπως συμβαίνει και στην εδώ ζωή από τον φίλο προς τον φίλο, αυτούς όμως που έχουν τηρήσει όλα όσα τους έχει παραγγείλει ο Θεός, τους ευφραίνει. Και αυτή είναι κατά τη γνώμη μου η Κόλαση, η μεταμέλεια, η αναγνώριση δηλαδή των αμαρτιών μας και ο θρήνος γι’ αυτές».
Ο Θεός δεν ενεργεί για τους σωζόμενους με αγάπη, και για τους κολαζόμενους με μίσος και εκδίκηση. Μία είναι η ενέργεια του Θεού, αγάπη και φως. Η φωτιστική αυτή και θεωτική άκτιστη ενέργεια του Θεού είναι μία και απλή. Αλλά μερίζεται κατά την αξία των μετεχόντων. Όλοι θα φτάσουν στην επίγνωση της αλήθειας, αλλά δεν θα μετέχουν όλοι ομοιοτρόπως. Οι μεν θα φωτίζονται και θα δοξάζονται από τη θέα του ακτίστου φωτός, οι δε θα κολάζονται και θα βασανίζονται από τη θέα του ακτίστου πυρός. Και αυτό, φυσικά, συνδέεται με τη φύση και την κατάσταση του ανθρώπου και όχι με τη φύση και ενέργεια του Θεού.
Ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ερμηνεύει αυτό το σημείο με ορθόδοξα κριτήρια και λέει τα εξής: «Καθώς ο ήλιος το μεν κερί απαλύνει, τον δε πηλό σκληρύνει, όχι καθ’ εαυτόν, αλλά για την διαφορετική ύλη του κεριού και του πηλού, έτσι και ο Θεός την πήλινη καρδιά του Φαραώ λέγεται πως σκληρύνει»,
Δεν θα υπάρχουν λοιπόν δύο διαφορετικοί χώροι, ο Παράδεισος για τους Αγίους, όπου θα είναι ταρών ο Θεός, και η Κόλαση, όπου ο Θεός θα είναι απών και θα κυριαρχεί ο διάβολος. Δεν ομιλεί η ορθόδοξη θεολογία για απουσία του Θεού από την Κόλαση. Αυτά είναι αποκυήματα της Δυτικής θεολογίας. Άλλωστε, όπως ήδη τονίσαμε και σε άλλες ενότητες, ο Παράδεισος και η Κόλαση υπερβαίνουν την αίσθηση και τη λογική μας, δεν είναι κάτι το κτιστό, είναι νοητοί τόποι, άκτιστοί. Αν υπήρχαν δύο χωριστοί χώροι και στον ένα κυριαρχούσε ο Θεός, ενώ στον άλλο ο διάβολος, τότε ο διάβολος θα είχε κατορθώσει αυτό το οποίο από την αρχή ήθελε. Να έχει ένα χώρο πνευματικό που να τον κυβερνά και να τον εξουσιάζει. Αυτό όμως δεν του το επέτρεψε ο Θεός να το κάνει. Και ο Χριστός, με την κάθοδό Του στον Άδη, αυτό ήθελε να αποτρέψει. Διότι ο Σατανάς, «προ της εις Άδου καθόδου του Χριστού, ήτο ο μόνος ο έχων το κράτος του θανάτου», μάς λέει ο π. Ιωάννης ο Ρωμανίδης, και «ο μόνος τρόπος συντριβής της ισχύος του διαβόλου, ήτο η ανάστασις των νεκρών διά της καταπατήσεως του θανάτου», πράγμα το οποίο μάς δώρισε ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Μ’ αυτή την έννοια λέει και ο Ψαλμωδός το «κατακυρίευε εν μέσω των έχθρων σου» (Ψαλμ. 109, 2). Ο 109ος. ψαλμός θεωρείται ψαλμός προφητικός και μεσσιακός, αναφέρεται δε στη Βασιλεία και αδιάδοχη ιεροσύνη του Κυρίου. Η ερμηνεία δε του χωρίου αυτού μάς υπογραμμίζει ότι ασφαλώς δεν θα υπάρχουν στην αιωνιότητα δύο χωριστοί χώροι, ο Παράδεισος και η Κόλαση, ούτε κάποια διαρχία, αλλά ο Χριστός θα είναι Θεός επουρανίων, επιγείων και καταχθονίων. Ούτε θα υπάρχει κάτι που θα το εξουσιάζει ο διάβολος και δεν θα βρίσκεται κάτω από τη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
(«Θάνατος, Ανάσταση και Αιώνια ζωή», εκδ. Ετοιμασία. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου. Καρέας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά