Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 26, 2014

Εὐαγγελικὴ περικοπή Κυριακῆς μετὰ τὰ Χριστούγεννα


 


Φυγὴ τῆς Ἁγίας Οἰκογενείας εἰς Αἴγυπτον Ματθ. β', 13-15

Εἴδομεν, ὅτι οἱ μάγοι ἀνεχώρησαν δι' ἄλλης ὁδοῦ εἰς τὴν χώραν των. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος συνεχίζει τὰ κατοπινὰ γεγονότα ὡς ἑξῆς: «Ἀναχωρησάντων δὲ αὐτῶν ἰδοὺ Ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ' ὄναρ τῷ Ἰωσὴφ λέγων. Ἐγερθείς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καί φεῦγε εἰς Αἰγυπτον καί ἴσθι» ἤτοι ἔσο «ἐκεῖ ἕως ἄν εἴπω σοι». Ἐκ τῆς λέξεως «ἰδοὺ» φαίνεται, ὅτι ὁ Ἄγγελος ἐφανερώθη εἰς τὸ ὄνειρον τοῦ Ἰωσὴφ τὴν αὐτὴν νύκτα, ὅτε ἀνεχώρησαν οἱ μάγοι, πρὶν ἀκόμη πληροφορηθῇ τῆς δι’ ἄλλης ὁδοῦ ἀναχωρήσεως τῶν μάγων ὁ Βασιλεὺς Ἡρῴδης. Ὁ φανερωθείς ἄγγελος δικαιολογῶν τὴν ἐντολήν τῆς ἀμέσου ἀναχωρήσεως προσθέτει «μέλλει γὰρ Ἡρώδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτὸ» ἤτοι πρόκειται ὁ Ἡρώδης νὰ ζήτησῃ νὰ εὕρῃ καὶ φονεύσῃ τὸν Ἰησοῦν. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ ἐγνώριζε τὰς φονικάς διαθέσεις τοῦ Ἡρώδου, πρὶν ζητήσῃ ὁ Ἡρώδης νὰ θανάτωσῃ τὸν Χριστόν. Ὁ Ἰωσὴφ ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἐντολήν ταύτην «ἐγερθείς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτός» ἤτοι ἐν καιρῷ νυκτὸς «καί ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον».

Ὁδοί ἄγουσαι ἐκ Βηθλεὲμ εἰς Αἴγυπτον ἦσαν δύο. Ἡ πρώτη διερχόμενη τὴν παραλίαν τῆς Παλαιστίνης καί φθάνουσα ἐκεῖθεν εἰς Αἴγυπτον καί ἡ δευτέρα, ἤτις διήρχετο νοτίως τῆς Ἱερουσαλὴμ διὰ τῶν πόλεων Χεβρών — Βηρσαβεέ, διὰ τῆς ἐρήμου τῆς πέραν τῆς Βηρσαδεὲ καὶ φθάνουσα καὶ αὕτη εἰς Αἴγυπτον. Ἡ πρώτη ὁδὸς ἦτο εὐκολωτέρα καί ἑπομένως ἡ συνηθεστέρα. Ἦτο ὅμως ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψιν τῆς ἀστυνομίας τοῦ Ἡρώδου. Διά τοῦτο ἡ Ἁγία Οἰκογένεια θὰ ἐβάδισε τὴν δευτέραν ὁδόν, ἡ ὁποία ἦτο δυσκολωτέρα καὶ μεγαλύτερα ἄλλα καὶ ἀσφαλεστέρα ἀπὸ τὴν ἀπειλὴν τοῦ Ἡρώδου. Ἡ Ἁγία οἰκογένεια ἔπειτα ἀπὸ τὸ ἐπίπονον αὐτὸ ταξίδιον διὰ τῆς ἐρήμου ἔφθασεν εἰς τὴν Αἴγυπτον.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς σημειώνει, ὅτι ἡ Ἁγία οἰκογένεια «ἦν ἐκεῖ ἕως τελευτῆς τοῦ Ἡρώδου», Ποῦ ἔμεινεν ἡ Ἁγία οἰκογένεια ἐν Αἰγύπτῳ; Ἐν μέσῃ Αἰγύπτω ὅπου βραδύτερον ἐκτίσθη ἡ μονὴ Koskam κατὰ τοὺς μέν, ἐν Ματταρέᾳ πλησίον τοῦ Καΐρου κατὰ τοὺς δέ. Πόσον χρονικὸν διάστημα ἔμεινεν εἰς τὴν Αἴγυπτον, δὲν δυνάμεθα νὰ ὁρίσωμεν ἀκριβῶς. Πιθανώτατα ἔμεινεν ἕν ἕως δύο ἔτη κατὰ τὴν γνώμην τῶν περισσοτέρων ἑρμηνευτῶν.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἐξ ἀφορμῆς τῆς παραμονῆς τοῦ Κυρίου ἐν Αἰγύπτῳ ἐνθυμεῖται τὴν προφητείαν τοῦ Ὠσηέ 11, 1 ἥτις λέγει «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου». Ἡ προφητεία αὕτή ἀναφέρεται κατὰ λέξιν εἰς τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν, ὁ ὁποῖος ἐγκατεστάθη ἐν Αἰγύπτῳ καὶ κατόπιν ἐκλήθη ἐκεῖθεν ὑπὸ τοῦ θεοῦ, ἵνα ἔλθη εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, τὴν Παλαιστίνην. Ὁ ἱερὸς ὅμως Εὐαγγελιστὴς μὲ τὴν ἐλευθερίαν τὴν ὁποίαν ἔχει ὡς θεὸπνευστος συγγραφεύς, ἐφαρμόζει τὴν προφητείαν ταύτην εἰς τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ οὖτος τοῦ θεοῦ, εὑρισκόμενος ἤδη ἐν Αἰγύπτῳ, ἐκ τῆς ὁποίας ἀργότερον θὰ κληθῇ, θὰ ἀναχωρήσῃ διὰ τὴν γῆν Ἰσραήλ. Ἡ κατὰ λέξιν ἑρμηνεία τοῦ χωρίου τούτου τοῦ Ὠσηέ ἀναφερομένη εἰς τὸν Ἴσραηλητικόν λαὸν λέγεται γραμματική, ἡ δὲ δευτέρα, ἡ ὁποία ἀποδίδεται εἰς τὸν Χριστόν, εἶναι εὐρυτέρα καὶ λέγεται ἀναγωγική. Τοιαύτας ἑρμηνείας θὰ ἴδωμεν καὶ ἄλλας κατωτέρω.




Θέμα: Οἱ τρεῖς πειρασμοὶ

Μετὰ τοὺς ὕμνους τῶν ἀγγέλων τὴν προσκύνησιν τῶν ποιμένων καὶ τῶν μάγων ἔρχονται οἱ πειρασμοὶ τῆς φυγῆς εἰς τὴν Αἴγυπτον. Οὗτοι εἶναι τριῶν εἰδῶν. Πρῶτον: πειρασμοί, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ἀποφύγῃ ἡ ἁγία οἰκογένεια. Δεύτερον: πειρασμοί, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ πολεμήσῃ. Τρίτον: πειρασμοί, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ὑπομείνῃ. Καὶ συγκεκριμένως:

Ά)Οἱ πειρασμοὶ τῆς Ἁγίας Οἰκογενείας

1)Ἀποφευκτέοι πειρασμοί: Τοιοῦτοι πειρασμοί εἶναι ὁ Ἡρώδης καὶ ὁ Ἀρχέλαος. Καὶ τὸν μὲν Ἡρώδην, τὸν πειρασμὸν τῆς ζωῆς τοῦ παιδίου, ἀποφεύγει ἡ ἁγία οἰκογένεια κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ὡς εἴδομεν εἰς τὸ κείμενον τοῦ Ματθαίου. Τὸν δὲ πειρασμόν τοῦ Ἀρχελάου ἀποφεύγει, ὡς θὰ ἴδωμεν, ἡ ἁγία οἰκογένεια κατόπιν ἰδίας σκέψεώς της, ὡς ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς ρητῶς: «ἀκούσας ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει τῆς Ἰουδαίας, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν» ὁ Ἰωσήφ. Συμπληρώνει τὴν σκέψιν του ὁ θεὸς ὁρίζων τὸν τόπον, ὅπου πρέπει νὰ μεταβῇ «χρηματισθείς δὲ κατ' ὄναρ ἀνεχώρησε εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας» ὡς θὰ ἴδωμεν κατωτέρω.

2) Πολεμητέοι πειρασμοί: Ἀσφαλῶς εἰς τὸν Ἰωσήφ καὶ τὴν Μαρίαν ἠδύνατο νὰ περάσουν λογισμοί, οἱ ἑξῆς: Τὸ προνομιοῦχον αὐτὸ βρέφος πῶς φεύγει ἐνώπιον τοῦ ἀδίκου τυράννου; Δὲν δύναται ὁ Θεὸς νὰ καταστρέψῃ τὸν Ἡρώδην; Τοιοῦτον εἶναι τὸ μέλλον τοῦ παιδίου; Δὲν ἐπρόφθασε νὰ γεννηθῇ καὶ ἀμέσως διωγμός! Αἱ διηγήσεις τῶν μάγων καὶ τῶν ποιμένων ἦσαν ἐνισχυτικαί τῶν πεποιθήσεών των, πολὺ δὲ περισσότερον ἡ ἐκ παρθένου γέννησις τοῦ βρέφους, ἡ ὁποία ἦτο δι' αὐτοὺς τὸ μόνον ἀναντίρρητον γεγονός, τοῦ ὁποίου ἦσαν οἱ μόνοι μάρτυρες. Βάσει λοιπὸν κυρίως τῆς θαυματουργικῆς γεννήσεως τοῦ βρέφους κατὰ πρῶτον λόγον καὶ κατὰ δεύτερον λόγον τῆς διηγήσεως τῶν μάγων καὶ τῶν ποιμένων ἡ ἁγία οἰκογένεια πεποιθυῖα εἰς τὸ μέλλον τοῦ παιδίου ἐπολέμησε τοὺς λογισμούς, τοὺς ὁποίους ἀνεφέρομεν ἀνωτέρω, ἐπιτυχῶς.

3) Πειρασμοί πρὸς ὑπομονήν. Φεύγουσα ἡ ἁγία οἰκογένεια εἰς Αἴγυπτον ἔπρεπε νὰ ὑπομείνῃ τὸν πειρασμὸν τῆς διαβάσεως τῆς ἐρήμου, ἥτις χωρίζει Παλαιστίνην καὶ Αἴγυπτον καί ἥτις ἔρημος εἶναι πλήρης ἀγρίων θηρίων. Ἔπρεπεν ἡ ἁγία οἰκογένεια ξένη ἐν μέσῳ ξένων ἐν Αἰγύπτῳ νὰ ὑπομείνῃ τόν πειρασμὸν τῆς ξενιτειᾶς. Ἐπίσης ἔπρεπεν ἡ ἁγία οἰκογένεια νὰ ὑπομείνῃ τὴν ξενιτειάν ἐπ' ἀόριστον, διότι ὁ ἄγγελος λέγει ρητῶς πρὸς τὸν Ἰωσήφ, «φεῦγε εἰς Αἴγυπτον καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι». Ἰδοὺ οἱ τρεῖς πειρασμοὶ τῆς ἁγίας οἰκογενείας, ἥτις φεύγει εἰς Αἴγυπτον. Τρία εἴδη πειρασμῶν ἔχομεν καὶ ἡμεῖς. Πειρασμούς, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν, νὰ πολεμῶμεν, νὰ ὑπομένωμεν. Καὶ συγκεκριμένως:


Β) Οἱ ἰδικοὶ μας πειρασμοὶ

Ἡ ζωὴ μας εἶναι διαρκὴς πόλεμος κατὰ διαφόρων πειρασμῶν. Εἰς πάντα ἐπίγειον πόλεμον τῶν Μεγάλων στρατηγῶν τρία χαρακτηριστικὰ ὑπάρχουν: ἄμυνα, ἐπίθεσις, ὑποχώρησις. Ἡ ἄμυνα ἔχει τὴν ὑπομονήν της, ἡ ἐπίθεσις τὴν νίκην, ἡ δὲ ὑποχώρησις δὲν εἶναι πάντοτε ἧττα ἀλλά πολλάκις στρατηγικὴ τέχνη, πολεμικὸς ἐλιγμός. Ὁ καλὸς στρατηγὸς πρέπει νὰ γνωρίζῃ πότε θὰ ἐφαρμόζῃ ἕκαστον ἐξ αὐτῶν, ὥστε νὰ εἶναι πάντοτε νικητής. Ἀλλά καὶ ὁ χριστιανὸς ἔχει τρία εἴδη πειρασμῶν. Ἔχει πειρασμούς, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ἀμύνεται κάμνων ὑπομονήν. Ἔχει πειρασμούς, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ἀποφεύγῃ κάμνων ὡς καλὸς στρατηγὸς τὴν ὑποχώρησιν, τὸν ἑλιγμόν καὶ ἔχει πειρασμούς, κατὰ τῶν ὁποίων πρέπει νὰ ἐπιτίθεται νὰ πολεμῇ.

1) Πειρασμοὶ άποφευκτέοι: Ὅταν τόποι εἶναι ἀνθυγιεινοί, πρόσωπα πάσχοντα ἐκ μεταδοτικῆς νόσου καὶ πράγματα μολυσμένα ἐκ νόσων, τὰ ἀποφεύγομεν. Διά τοῦτο πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν καί τόπους, πρόσωπα, βιβλία μολυσμένα. Δὲν πρέπει δηλαδὴ νὰ συχνάζῃς εἰς τόπους, τὰ κοινῶς λεγόμενα νυφοπὰζαρα, τὰ ὁποῖα δύνασαι νὰ ἀποφύγῃς, οὐδὲ νὰ ἔχῃς τακτικὴν ἐπικοινωνίαν μὲ πρόσωπα, τὰ ὁποία εἶναι ἐπιβλαβῆ εἰς τὴν ἠθικήν σου, οὐδέ μὲ περιοδικὰ καὶ βιβλία, τῶν ὁποίων τό περιεχόμενον δὲν εἶναι εὐπρεπές. Δὲν πρέπει νὰ ἀδιάφορῇς πρὸς ταῦτα μὲ τὴν πεποίθησιν, ὅτι ἔχεις ἀρκετήν ἡλικίαν, ἀρκετήν μόρφωσιν, χαρακτῆρα σταθερὸν καὶ δὲν πρόκειται νὰ παρασυρθῇς. Λέγεις, ὅτι θὰ πολεμήσῃς καὶ θὰ νικήσῃς. Σοῦ ἀπαντῶ:Ὅ,τι κακὸν δύνασαι νὰ ἀποφύγῃς, ὁ Θεὸς δὲν σὲ βοηθεῖ νὰ τὸ νικήσῃς" «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου».

2) Πειρασμοὶ ὑπομονῆς: Ἔχεις συνοίκους ἤ συγγενεῖς ἤ γονεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔχουσι χαρακτῆρα σκληρόν. Δὲν δύνασαι νὰ τοὺς ἀποφύγῃς, οὔτε καὶ αἱ συμβουλαὶ σου φέρουν ὠφέλειαν. Θὰ ἀναγκασθῇς νὰ τοὺς ὑπομείνῃς. Πάσχεις ἐκ νόσου ἀνιάτου σὺ ἤ προσφιλές σου πρόσωπον. Ἰατροὶ καί φάρμακα δὲν ἐστάθησαν ἱκανὰ νὰ ἀπομακρύνουν τὴν νόσον. Θὰ ἀναγκασθῇς νὰ ὑπομείνῃς. Παρ' ὅλην τὴν καλήν σου θέλησιν καί τὴν ἐργατικότητά σου ἡ πτωχεία δὲν σὲ ἐγκατέλειψε.Θά ἀναγκασθῇς νὰ ὑπομείνῃς ταύτην ἀγογγύστως. Ἔχεις ἀνθρώπους, οἱ ὅποιοι σὲ συκοφαντοῦν. Οὔτε νὰ ἀπομακρυνθῇς δύνασαι, οὔτε σωφρονισμὸν δέχονται. Θὰ ἀναγκασθῇς νὰ τοὺς ὑπομείνῃς κ. λ. π.

3) Πειρασμοὶ ποὺ πρέπει νὰ πολεμῶμεν: Ἔρχονται πειρασμοί, λογισμοὶ ἀπογνώσεως. Πρέπει νὰ τοὺς πολεμήσῃς μὲ τὴν πεποίθησιν, ὅτι ὁ Κύριος δὲν θέλει νὰ ἀπολεσθῇ οὐδεὶς ἄνθρωπος. Ἔρχονται λογισμοὶ ἀμφιβολίας. Ἡ Ἁγία Γραφὴ καί ἡ λογική σου εἶναι τὰ καλύτερα ὁπλοστάσια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα δύνασαι νὰ λάβῃς ὅπλα, διὰ νὰ πολεμήσῃς τοὺς λογισμοὺς τούτους. Ἔρχονται ἄνθρωποι αἱρετικοὶ ἤ καὶ κακῶς πληροφορημένοι χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι θέλουν νὰ κρημνίσουν τὸ πνευματικόν σου οἰκοδόμημα. Καὶ αὐτοὺς πρέπει νὰ πολεμήσῃς. Ἔρχονται πειρασμοί νεότητος. Πρέπει νὰ λάβῃς τὰ μέτρα σου καί διὰ προσοχῆς νὰ πολεμήσῃς αὐτούς. Ἔρχονται οἱ πειρασμοὶ τῆς φιλαργυρίας. Πρέπει νὰ τοὺς πολεμήσῃς διὰ τῆς ἐλεημοσύνης. Ἔρχονται πειρασμοί φλυαρίας. Πρέπει νὰ τοὺς πολεμήσῃς διὰ τῆς σιωπῆς. Ἔρχεται ὁ πειρασμὸς τῆς ἐκδικήσεως. Θὰ τὸν πολεμήσῃς διὰ τῆς χριστιανικῆς συγγνώμης κ.λ.π.

Παράδειγμα σπουδαιότατον πολέμου καὶ τῶν τριῶν πειρασμῶν εἶναι πάντες οἱ ἅγιοι, ἰδίᾳ ὅμως ὁ Μ. Ἀντώνιος. Οὗτος λαβών τὴν χάριν τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἐγκλείεται εἰς πύργον ἐπί εἴκοσιν ἔτη, ὅπου ἔζησε διὰ ὕδατος καὶ παξιμαδίων. Πόση ὑπομονή ! Καθ' ὅλα αὐτὰ τὰ ἔτη οἱ δαίμονες ἐφανερώνοντο ποικιλοτρόπως διὰ νὰ τὸν ἀποσπάσωσιν ἀπὸ τὸν πύργον αὐτόν. Ἐκεῖνος διὰ προσευχῆς καὶ μελέτης ἐπολέμει αὐτούς. Πόσος πόλεμος! Ὅταν κάποτε ὁ ἅγιος μετέβη ἀπὸ τὸ ἕν μέρος εἰς τὸ ἄλλο, ἵνα εἶναι πὲ-ρισσότερον ἀφανής, συνήντησε καθ' ὁδόν χρυσοῦν δίσκον. Ἦτο πειρασμὸς τοῦ Σατανᾶ. Τοῦτον παρέκαμψε, ἀπέφυγε νὰ τὸν ἐγγίσῃ. Ὅταν δὲ εἰς ἡλικίαν 105 ἐτῶν ἀπέθνησκεν, οἱ δαίμονες εἶπον εἰς αὐτόν. Ἀντώνιε μᾶς ἐξέφυγες. Ὄχι ἀκόμη ἀπαντᾷ ὁ Ἅγιος Πατήρ. Τί εἶναι λοιπὸν οἱ ἰδικοὶ μᾶς πειρασμοί, πολέμου, ὑπομονῆς καὶ ἀποφυγῆς ἐνώπιον τῶν πειρασμῶν τούτων τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου; Ἀφοῦ εἰς τὸ ψυχορράγημά του εἰς ἡλικίαν 105 ἐτῶν δὲν ἦτο ὁ Μ. Ἀντώνιος ἀσφαλής, θὰ εἶσαι σύ πού εἶσαι τόσον μικρός; Μάθε νὰ ἀγωνίζεσαι!

Ἐπειδὴ ὅμως, ὡς εἴπομεν, εἰς τοὺς πειρασμοὺς ἒχομεν ἀνάγκην ἀπὸ φῶς καὶ ἀπὸ δύναμιν, φῶς μέν, ἵνα διακρίνωμεν τὰ εἴδη τῶν πειρασμῶν, δύναμιν δὲ ἵνα πολεμῶμεν, ὑπομένωμεν καὶ ἀποφεύγωμεν αὐτούς, ἅς παρακαλέσωμεν τὸν Θεὸν νὰ μᾶς δώσῃ καὶ τὰ δύο: φῶς καὶ δύναμιν εἰς τοὺς πειρασμούς, ἵνα διακρίνωμεν καλῶς καί πολεμῶμεν ἐπιτυχῶς. Ἀμήν!



Σφαγὴ τῶν νηπίων Ματθ. β', 16-18

Ὁ Βασιλεὺς Ἡρώδης εἰς μάτην ἀναμένει τοὺς μάγους. Τέλος, ὅταν εἶχον ἀναχωρήσει οἱ μάγοι καὶ ἡ ἁγία οἰκογένεια, ἀντελήφθη ὁ Ἡρώδης, ὅτι «ἐνεπαίχθη» ἠπατἠθη ὑπὸ τῶν μάγων. Δία τοῦτο ἐθυμώθη λίαν καί ἀποστείλας» ἐθύμωσε πολὺ καί ἀποστείλας δημίους «ἀνεῖλεν» ἐφόνευσε «πάντας τοὺς παῖδας ἐν Βηθλεέμ καί πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς» εἰς ὅλα τὰ περίχωρα ταύτης χωρία καί καλύβας. Ἡ ἡλικία τῶν φονευθέντων παιδίων ἦτο «ἀπὸ διετοῦς καί κατωτέρω κατὰ τὸν χρόνον ὅν ἠκρίβωσε» ἀπὸ δύο ἐτῶν καὶ κάτω ὅπως ὁ Ἡρώδης ἐξηκρίβωσε «παρὰ τῶν Μάγων» Εἶναι γνωστόν, ὅτι τὸ Συνέδριον τῶν Ἑβραίων ὤρισεν εἰς τὸν Ἡρώδην, ὅτι ἐν Βηθλεὲμ γεννᾶται ὁ Χριστός. Τὸ μῖσος ὅμως κατὰ τοῦ νεογέννητου Βασιλέως, τοῦ Χριστοῦ, ὁδηγεῖ αὐτὸν εἰς τὸ νὰ διπλασιάσῃ τὰ τοπικὰ ὅρια τῆς Βηθλεὲμ καί νὰ φονεύσῃ τοὺς παῖδας, οἱ ὁποῖοι ἦσαν καὶ ἐκτός ταύτης. Ὁ ὑπὸ τοῦ Ἡρώδου διπλασιασμὸς οὗτος τῶν τοπικῶν ὁρίων τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μᾶς κάμνει νὰ σκεφθῶμεν, ὅτι ὁ αἱμοβόρος οὗτος Ἡρώδης θὰ ἐδιπλασίασε καί τὸν χρόνον τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ, τὸν ὁποῖον ἐξηκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων. Ἑπομένως διατάξαντος τοῦ Ἡρώδου νὰ φονευθῶσι τὰ βρέφη ἀπὸ 2 ἐτῶν καὶ κάτω, ὁ Ἰησοῦς θὰ ἦτο ὀλιγώτερον τῶν δύο ἐτῶν ἴσως καὶ ἑνὸς ἔτους.

Τὴν στιγμὴν ταύτην ὁ Εὐαγγελιστὴς ἐνθυμεῖται καί ἀναφέρει τὴν προφητείαν τοῦ Ἱερεμίου, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἑξῆς: «Φωνὴ ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη κλαυθμὸς καί ὀδυρμός πολύς. Ραχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καί οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ είσί».

Ραχὴλ εἶναι σύζυγος τοῦ πατριάρχου Ἰακὼβ καί μήτηρ τοῦ Βενιαμίν, τοῦ ὁποίου οἱ ἀπόγονοι μετὰ τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα ἀπετέλεσαν τὸν Βασίλειον τοῦ Ἰούδα κατὰ τὸν χωρισμὸν τῶν ἐκ τῶν ἄλλων δέκα φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ. Ἡ Ραμὰ ἦτο κώμη 8 χιλιόμετρα βορείως τῆς Ἱερουσαλήμ. ΟΙ ἀπόγονοι οὗτοι τοῦ Βενιαμὶν μετὰ τὴν ἅλωσιν τῆς Ἱερουσαλὴμ ὑπὸ τοῦ Ναβουχοδονόσορος μετεφὲρθησαν προσωρινῶς εἰς τὴν Ραμὰ καί ἦσαν ἕτοιμοι νὰ μεταφερθῶσιν εἰς τὴν Βαβυλῶνα ὡς αἰχμάλωτοι. Ὁ κλαυθμὸς οὗτος λοιπὸν τῆς Ραχήλ, ἡ ὁποία ἔζησε 1700 περίπου ἔτη πρὸ τῆς καταστροφῆς τῆς Ἱερουσαλήμ, εἶναι κλαυθμὸς ὄχι πραγματικὸς ἀλλά ποιητικός.

Κλαίει ἡ Ραχὴλ τὴν τύχην τῶν ἀπογόνων της, ὡς ἐὰν ἔζη κατὰ τὴν ἐποχήν των.

Ὁ κλαυθμὸς οὗτος τῆς Ραχὴλ δύναται νὰ ἀποδοθῇ καί εἰς τὰ σφαγιασθέντα νήπια τῆς Βηθλεὲμ ἀναγωγικῶς, διότι αὕτη εἶχεν ἐνταφιασθῆ ἐν τῇ πόλει ταύτῃ. Κλαίει λοιπὸν ἡ Ραχὴλ ποιητικῶς μὲν διὰ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Βενιαμίν, διότι δὲν ὑπάρχουσιν ἐν τῇ πατρικῇ γῆ, ἀναγωγικῶς δὲ διὰ τὰ τέκνα τῆς Βηθλεέμ, διὰ τὰ νήπια ταῦτα, διότι δὲν ὑπάρχουσιν ἐν τῇ ζωῇ. Ἡ προφητεία αὕτη ἀναφέρεται καί εἰς τὰ νήπια κατὰ τὸν Ἱερὸν Χρυσόστομον διὰ τοὺς ἑξῆς λόγους: Ἐπειδὴ ἡ σφαγὴ τῶν νηπίων ἐγέμιζε ἀπὸ φρίκην τοὺς ἀκούοντας ταύτην καὶ ἐπειδὴ οὗτοι θὰ ἠπόρουν πῶς ἔγινε τοῦτο, ὁ Εὐαγγελιστὴς ἀπαντᾷ ὅτι αὐτὸ ἔγινεν ὄχι διότι ἠγνόει τοῦτο ὁ θεός, ἀλλά ὅτι Ἐκεῖνος ἐπέτρεψεν αὐτὸ ἀφοῦ καὶ τὸ προεῖπεν.

Ποῖος εἶναι ὁ ἀριθμὸς τῶν σφαγιασθέντων νηπίων; Ὑπὸ τῶν μὲν ἀναβιβάζεται εἰς τρεῖς χιλιάδας, ὑπὸ ἄλλων (μηναῖα τῆς ἐκκλησίας) εἰς δέκα τεσσάρας χιλιάδας. Οἱ ἀριθμοὶ οὖτοι εἶναι ὑπερβολικοί, διότι κατὰ τὰς στατιστικάς τῶν γεννήσεων οὐδέποτε ὁ ἀριθμὸς τῶν γεννήσεων ἀνέρχεται ἄνω τῶν 50 ἐπὶ 1000 κατοίκων κὰτ’ ἔτος. Ἀφαιρουμένων ὅμως ἐξ αὐτῶν 25 γεννήσεων θηλέων καὶ μερικῶν θανάτων ἀρρένων τέκνων, ὁ ἀριθμὸς τῶν γεννηθέντων καί φονευθέντων ἀρρένων ἂν ὑπολογίσωμεν τοὺς κατοίκους Βηθλεὲμ καί περιχώρων εἰς 2000 διὰ τὴν ἐποχήν ἐκείνην, ἐπὶ διετίαν δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀνέρχεται ἄνω τῶν 50. Διά τοῦτο καὶ ὁ Ἑβραῖος ἱστορικὸς Ἰώσηπος δὲν ἀναφέρει εἰς τὸν βίον τοῦ Ἡρώδου τὸ ἀνο-σιούργημα τοῦτο. Ἦτο μικρὸν ἔναντι τῶν ἄλλων κακουργημάτων του!

Ἡ ἐκκλησία θεωρεῖ τὰ σφαγιασθέντα νήπια ὡς μάρτυρας καὶ ἑορτάζει τὴν μνήμην αὐτῶν τὴν 29ην Δεκεμβρίου.


Θέμα: Διπλῆ προστασία τοῦ Θεοῦ

Ἐξετάζοντες τὸν θάνατον τῶν νηπίων καί τὴν σωτηρίαν τοῦ Χριστοῦ ἐκ τῆς σπάθης τοῦ Ἡρώδου ἐρωτῶμεν: Τί ἔπταιον τὰ νήπια, ὥστε νὰ σφαγῶσιν; Ἀπαντῶ: Τὰ νήπια θεωροῦνται μάρτυρες. Ἑπομένως μετέβησαν εἰς τὴν χαρὰν τῆς αἰωνιότητος. Ἐκ τῆς σωτηρίας λοιπὸν τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν σπάθην τοῦ Ἡρώδου καὶ ἐκ τῆς μεταβάσεως τῶν νηπίων διὰ τῆς σπάθης τοῦ Ἡρώδου εἰς τὴν αἰωνιότητα πειθόμεθα, ὅτι ὁ θεὸς ἔχει διπλῆν προστασίαν. Ἄλλους μὲν σώζει ἐκ τοῦ θανάτου καὶ ἄλλους δοξάζει διὰ τοῦ θανάτου. Ἂς ἴδωμεν ταῦτα καλλίτερον.

Ἐνώπιόν μας ὑπάρχουν θάνατος καί ζωή, ζωὴ καί αἰωνιότης,νόσος καί ὑγεία, πτωχεία καὶ πλοῦτος, συκοφαντία καί ὑπόληψις. Ὁ θεὸς δεικνύει δὶ’ αὐτῶν τὴν διπλῆν του προστασίαν. Καὶ ἰδοὺ πῶς: Ὁ θεὸς ἄλλους μὲν ἐκ τῶν ἀνθρώπων φυλάττει ἐκ τοῦ θανάτου ἄλλους ὅμως δοξάζει διὰ τοῦ θανάτου. Τὸν αὐτὸν ἄνθρωπον ἄλλοτε φυλάττει ἐκ τοῦ θανάτου καί ἄλλοτε δοξάζει διὰ τοῦ θανάτου. Τὸν Χριστὸν δηλαδὴ τώρα μὲν ἔφυλαξεν ἐκ τοῦ θανάτου, εἰς τὸ τέλος ὅμως τοῦ βίου του θὰ τὸν δοξάσῃ διὰ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου. Τὸ αὐτὸ ἔγινε καί εἰς τοὺς ἄλλους μάρτυρας τῆς πίστεως. Ἄλλοτε μὲν ἐφύλαξεν αὐτοὺς ἐκ τοῦ θανάτου κατὰ τὴν ἄλφα ἐποχήν, ἄλλοτε δὲ βραδύτερον ἐδόξασε διὰ τοῦ θανάτου. Ἄλλους ἐκ τῶν πιστῶν ἐπροστάτευσεν ἐκ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου, ἄλλους ὅμως νέους ὄντας ἐδόξασε διὰ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου.

Ὁ Θεὸς δηλαδή δίδει ὡς δωρεᾶς ἄλλοτε τὴν ζωὴν καὶ ἄλλοτε τὴν αἰωνιότητα. Τὴν ζωὴν δίδει εἰς ἐκείνους, τοὺς ὁποίους προστατεύει ἐκ τοῦ θανάτου. Τὴν δὲ αἰωνιότητα δίδει εἰς ἐκείνους, τοὺς ὁποίους δοξάζει διὰ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου. Ἡμεῖς ἀπατώμενοι πολλάκις νομίζομεν, ὅτι προστασία τοῦ Θεοῦ εἶναι, ὅταν μᾶς ἀπαλλάσσῃ ἐκ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου μόνον, ὅταν δηλαδὴ μᾶς δίδει τὴν ζωήν. Ὄχι. Δῶρα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μόνον ἡ παροῦσα ζωὴ ἀλλά καὶ ἡ αἰωνιότης. Ἑπομένως καὶ σήμερον δὲν πρέπει νὰ δοξάζωμεν τὸν θεὸν μόνον, ὅταν διαφεύγωμεν τὸν θάνατον ἀπὸ κάποιαν ἀντίχριστον ὠργανωμένην κακίαν ἀλλά καὶ ὅταν διὰ τῆς σπάθης ταύτης τῆς ὠργανωμένης κακίας μᾶς δοξάσῃ εἰς τοὺς οὐρανούς.

Ἡ διπλὴ προστασία τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ περιορισθῇ μόνον εἰς τὴν προστασίαν ἐκ τοῦ θανάτου καί διὰ τοῦ θανάτου ἀλλά καί εἰς πᾶσαν ἄλλην ἀντιξοότητα τῆς ζωῆς μας, νόσου δηλαδή, πτωχείας, συκοφαντίας κ.λ.π. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ εἰς ἄλλους ἐξ ἡμῶν παραχωρεῖ τὴν νόσον, εἰς ἄλλους δὲ δίδει τὴν ὑγείαν. Εἰς ἐκείνους μὲν τοὺς ὁποίους προστατεύει ἐκ τῆς νόσου καὶ δίδει ὑγείαν, εἶναι φανερὰ καὶ εὐκολονόητος εἰς τὴν ἀντίληψίν μας ἡ θεία προστασία. Πῶς ὅμως φαίνεται ἡ θεία προστασία διὰ τῆς νόσου; Ἀπαντῶ. Οἱ ἰατροὶ ἐπιβάλλουν νηστείας καί δίαιταν καὶ προβαίνουν εἰς ἐγχειρήσεις τοῦ σώματος προκειμένου νὰ φέρωσι τὴν ὑγείαν εἰς τὸ ὅλον σῶμα. Ὁ Θεός ὡς καλὸς ἰατρὸς κάμνει κι’ αὐτὸς τὴν ἐγχείρησιν εἰς τὸ ἀνθρώπινον σῶμα διὰ τῆς νόσου, διὰ τῆς ὁποίας καταρτίζει τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν ὑπομονήν, κόπτει τὴν προσκόλλησίν του εἰς τὰ ἐπίγεια, τὸν ἀναγκάζει νὰ σκεφθῇ, ὅτι εἶναι πρόσκαιρος κι’ ἂν διὰ τῆς νόσου ἀποθάνῃ, ἡ νόσος γίνεται προάγγελος τῆς αἰωνίου μακαριότητος, διότι διὰ τῆς νόσου ὁ ἄνθρωπος ἐκαθαρίσθη ἐκ τῶν ἐπιγείων. Ἑπομένως ἡ προστασία τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μόνον, ὅταν μᾶς δίδῃ τὴν ὑγείαν τοῦ σώματος ἀλλά καί ὅταν διὰ τῆς νόσου τοῦ σώματος δίδῃ τὴν ὑγείαν καὶ τὴν αἰωνιότητα τῆς ψυχῆς.

Ἐπίσης ἡ διπλὴ προστασία τοῦ Κυρίου εἶναι ὅταν μᾶς δίδῃ πλοῦτον καὶ πτωχείαν. Καὶ εἶναι μὲν δῶρον τοῦ Θεοῦ ὁ πλοῦτος, διότι διὰ τούτου κάμνομεν ἐλεημοσύνην, εἶναι δὲ δῶρον τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ πτωχεία, διότι διὰ ταύτης κάμνομεν ὑπομονήν. Δίδει πλοῦτον ἀναλόγως τοῦ χαρακτῆρος μας, ἶνα προστατεύσῃ ἡμᾶς ἐκ τῶν πειρασμῶν τῆς πτωχείας. Παραχωρεῖ εἰς ἡμᾶς τὴν πτωχείαν, ἵνα προστατεύσῃ ἡμᾶς ἐκ τῶν πειρασμῶν τοῦ πλούτου. Πειρασμοὺς δὲν ἔχει μόνον ἡ πτωχεία ἀλλά καὶ ὁ πλοῦτος, διότι ὁ πολὺς πλοῦτος καὶ ἡ πολλὴ πτώχεια εἶναι μεγάλοι πειρασμοί. Ὁ Κύριος δίδων τὸν πλοῦτον εἰς τοὺς μέν, τὴν δὲ πτωχείαν εἰς τοὺς ἄλλους προστατεύει ἐκ τῶν πειρασμῶν.

Ὁ Κύριος δίδει ἄλλοτε μὲν ὑπόληψιν ἄλλοτε δὲ παραχωρεῖ συκοφαντίας. Ὁ Κύριος προστατεύει ὄχι μόνον ἐκείνους, οἱ ὁποίοι ἔχουν ὑπόληψιν, ἀλλά καὶ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι συκοφαντοῦνται. Ἡ προστασία τοῦ Θεοῦ εἰς τοὺς συκοφαντουμένους εἶναι μεγαλύτερα, διότι εἰς αὐτοὺς ἐπεμβαίνει περισσότερον ὁ Θεὸς καί οἱ ἴδιοι περισσότερον καταρτίζονται γινόμενοι προσεκτικώτεροι καὶ περισσότερον τῷ θεῷ ἀφιερωμένοι. Ἰδοὺ ἡ διπλῆ προστασία τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ζωὴ μας εἶναι κέντημα εἰς τὰς χεῖρας τοῦ Θεοῦ. Ὅπως εἰς τὰ κεντήματα ὑπάρχουν δύο ὄψεις ἡ ἐμπροσθία καί ἡ ὀπισθία αἱ κοινῶς λεγόμεναι ὄψη καὶ ἀνάποδη, κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ἡ ζωὴ μας ἔχει τὰς ἀντιξοότητας καὶ τὰ εὐχάριστα σημεῖα της. Ὅπως εἰς τὸ κέντημα αἱ αὐταί κλωσταί, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἀκαλαίσθητοι εἰς τὴν ἀνάποδη πλευρὰν ἀπαρτίζουν τὴν ὡραιότητα τῆς ἐμπροσθίας ὄψεως, κατὰ παρόμοιον τρόπον, εἰς τὰς χεῖρας τοῦ Κὰλλιτέχνου Θεοῦ τὰ δυσάρεστα, τὰ ἀνάποδα ἀπαρτίζουν τὴν ὡραιότητα τῆς ζωῆς. Ἀνάποδη ὄψη τοῦ κεντήματος τῆς ζωῆς εἶναι ἡ νόσος, ἡ οἰκονομικὴ ἀνέχεια, ἡ συκοφαντία, ἡ παροῦσα ζωή. Ἐμπροσθία ὄψις τοῦ κεντήματος τῆς ζωῆς εἶναι ἡ ὑπομονή, ἡ αὐταπάρνησις, ἡ αἰωνιότης τῆς μελλούσης ζωῆς. Τόσον στενὰ συνδέονται εὐχάριστα καί δυσάρεστα εἰς τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἡ ὄψη καί ἡ ἀνάποδη ἑνὸς κεντήματος.

Συμπεράσματα: Οὐδέποτε πρέπει νὰ μαγεύεσαι ἀπὸ τὰ χαρίσματα τῆς ζωῆς, διότι μέσα καταρτισμοῦ σου καί δείγματα προστασίας τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ αἱ ἀντιξοότητες τῆς ζωῆς. Οὐδέποτε πρέπει νὰ ἀπογοητεύεσαι ἀπὸ τὰς ἀντιξοότητας τῆς ζωῆς, διότι καὶ δὶ’ αὐτῶν ἐκδηλοῦται ἡ προστασία τοῦ Θεοῦ. Οὐδέποτε πρέπει νὰ σκανδαλίζεσαι, ὅταν βλέπῃς ἀνθρώπους σήμερον νὰ ὑποφέρουν, ἐνῷ ἄλλοι νὰ καλοπερνοῦν, διότι δὲν γνωρίζεις, τί ἦσαν οὗτοι εἰς τὸ παρελθόν, τί θὰ εἶναι ἐκεῖνοι εἰς τὸ μέλλον. Δὲν γνωρίζεις, ἂν οἱ σήμερον δοκιμαζόμενοι εἶχον καλοπέρασιν εἰς τό παρελθόν ἤ θά δοκιμασθοῦν εἰς τό μέλλον. Σύ ὅταν εἶσαι πλησίον τοῦ Θεοῦ,εἴτε ευτυχεῖς, εἴτε δυστυχεῖς θά εἶσαι πλησίον τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἶναι πλησίον τοῦ κέντρου αἱ ἀκτίνες τῆς ρόδας.


Ἐπιστροφὴ τῆς Ἁγίας Οἰκογενείας ἐξ Αἰγύπτου και ἐγκατάστασις εἰς Ναζαρὲτ (Ματθ. β', 19-23)

Ὁ Ἡρώδης ἀπέθανε καὶ κατὰ τὸν ἱστορικὸν Ἰώσηπον 6 μῆνας μετὰ τὸν θάνατόν του ἀνέλαβε τὴν διακυβέρνησιν τῆς Ἰουδαίας καὶ Σαμαρείας ὁ υἱὸς τοῦ Ἀρχέλαος. Οὗτος ἦτο σκληρός, ὅπως καί ὁ πατήρ του. Λόγῳ λοιπὸν τῆς τυραννικότητός του ἐξωρίσθη ἀργότερα τὸ 6 μ.Χ. ὑπὸ τοῦ Αὐγούστου αὐτοκράτορος εἰς Γαλατίαν τὴν σημερινὴν δηλαδὴ Γαλλίαν καί ἐκεῖ ἀπέθανεν. Ἔκτοτε ἡ Παλαιστίνη ἔγινε Ρωμαϊκὴ ἐπαρχία. Εἰς τὴν Γαλιλαίαν ὅμως ὅπου εὑρίσκετο ἡ Ναζαρὲτ ἐβασίλευεν ὁ μαλακώτερος υἱὸς τοῦ Ἡρώδου ὁ Ἀντύπας. Ἔχοντες ταῦτα ὑπ' ὄψιν μας ἂς παρακολουθήσωμεν τὸν Εὐαγγελιστὴν Ματθαῖον.

«Τελευτήσαντος τοῦ Ἡρώδου» ὅταν ἀπέθανε ὁ Ἡρώδης «ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ' ὄναρ τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ λέγων» ἐνεφανίσθη ἄγγελος Κυρίου εἰς τὸ ὄνειρον τοῦ Ἰὠσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ λέγων «ἐγερθείς παράλαβε τὸ παιδίον καί τὴν μητέρα αὐτοῦ καί πορεύου εἰς γῆν Ἰσραὴλ» Ἐγέρθητι ἐκ τοῦ ὕπνου καί παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα του καὶ πορεύου εἰς τὴν Ἰουδαίαν.«Τεθνήκασι γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν» διότι ἀπέθανον οἱ ζητοῦντες νὰ ἀφαιρέσωσι τὴν ζωὴν «τοῦ παιδιοῦ».

Ὁ καθορισμὸς τῆς γῆς τοῦ Ἰσραὴλ ἤτοι τῆς Ἰουδαίας ὡς τόπου διαμονῆς τῆς ἁγίας οἰκογενείας ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου δεικνύει, ὅτι ἡ μήτηρ του καὶ ὁ Ἰωσὴφ εἶχον ἀπόφασιν νὰ ἐγκατασταθῶσι μετὰ τοῦ Ἰησοῦ ἐν Βηθλεέμ, ὡς εἴπομεν και ἀνωτέρω, ἔνθα ὁ Κύριος ἐγεννήθη. Ὁ εὐαγγελιστὴς συνεχίζει. Ὁ Ἰωσὴφ «Ἐγερθείς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καί εἰσῆλθεν εἰς γῆν Ἰσραήλ». Γῆ Ἰσραὴλ εἶναι ἡ Ἰουδαία. Μὲ πόσην χαρὰν ἡ ἁγία οἰκογένεια ἐπιστρέφει! Καθ' ὁδόν ὅμως ὁ Ἰωσὴφ μανθάνει «ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει τῆς Ἰουδαίας ἀντί Ἡρώδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καί ’εφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν» λόγῳ, ὡς εἴπομεν ἀνωτέρω, τῆς σκληρότητος τούτου. «Χρηματισθεῖς δὲ κατ' ὅναρ» λαβῶν δηλαδὴ ὁ Ἰωσὴφ ἀποκάλυψιν τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ ὀνειρὸν τοῦ «ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας καί ἐλθών κατῴκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ». Ὁ Εὐαγγελιστής, ἵνα δήλωσῃ ὅτι ἡ ἐγκατάστασις τοῦ Κυρίου εἰς πόλιν μὴ Ἰουδαϊκήν, τὴν Nαζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας, δὲν ἔγινεν ἄνευ τῆς θείας προφητείας, λέγει, ὅτι ἡ ἐγκατάστασις αὕτη ἔγινεν «ὅπως πληρωθῇ τὸ ρηθἐν ὑπό τῶν προφητῶν, ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται».

Πράγματι οἱ Ἰουδαῖοι καὶ κυρίως ἐκεῖνοι ἐκ τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι δὲν παρεδέχοντο τὸν Χριστὸν ὡς Μεσσίαν, ὠνόμαζον αὐτὸν Ναζωραῖον ἤ Ναζαρηνόν. Τοῦτο φαίνεται ἐκ τῶν χωρίων Ματθ. 26, 71. Μάρκου 10, 47. Λουκ. 18, 37. Ὠνόμαζον δὲ αὐτὸν οὕτω διότι πιστεύοντες, ὅτι ὁ Χριστὸς θὰ κατάγεται ἐκ Βηθλεὲμ (Ἰωάν. 7,41) καὶ οὐχὶ ἐκ τῆς Γαλιλαίας, ὅθεν οὐδεὶς προφήτης ἔρχεται (Ἰωάν. 7, 52) ἤθελον νὰ ἀποδείξωσιν, ὅτι ὁ Χριστὸς ὡς καταγόμενος ἐκ Ναζαρὲτ δὲν εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας καὶ περιεφρόνουν αὐτόν. Ὁ Ματθαῖος ὅμως ἐπιθυμῶν νὰ πείσῃ τοὺς ἐξ Ἰουδαίων χριστιανούς, ὅτι ἡ παραμονὴ τοῦ Χριστοῦ ἐν Ναζαρέτ, ἥτις ἀνῆκεν εἰς τὴν εἰδωλολατρικὴν Γαλιλαίαν, ἦτο ἔργον τῆς θείας προνοίας οὐχὶ ἀξία περιφρονήσεως, ἐνθυμεῖται τὸν προφήτην Ἠσαΐαν, ὁ ὁποῖος περὶ τοῦ Χριστοῦ λέγει: «ἐξελεύσεται ράβδος ἐκ τῆς ρίζης Ἱεσσαί καὶ ἄνθος ἐκ τῆς ρίζης ἀναβήσεται». Ἡ λέξις «ἄνθος» ἐν τῷ Ἑβραϊκῷ κειμένῳ ἀντικαθίσταται διὰ τῆς λέξεως ΝΕΖΕΡ, ἡ ὁποία σημαίνει βλαστός, κλωνάρι. Ὁ Μεσσίας λοιπὸν ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι μικρὸν καὶ ἀσήμαντον κλωνάρι ΝΕΖΕΡ ἐκ τῆς γενεᾶς τοῦ Ἰεσσαί τοῦ πατρός τοῦ Δαυΐδ, θὰ ἀναπτυχθῇ ἐν τῇ ἀσήμῳ πόλει, ἡ ὁποία ἔχει τὸ αὐτὸ ὄνομα ὀνομαζόμενη Ναζαρέτ. Ἡ σύμπτωσις τοῦ ὀνόματος τῆς Ναζαρὲτ πρὸς τὴν προφητείαν ταύτην τοῦ Ἡσαΐου διὰ τὸν εὐαγγελιστὴν Ματθαῖον εἶναι ἔργον θείας προνοίας.

Ἐπειδὴ ὅμως ὁμώνυμοι ἐκφράσεις πρὸς τὴν ἔννοιαν τῆς λέξεως τοῦ προφήτου Ἡσαΐου ΝΕΖΕΡ ὑπάρχουσι καὶ εἰς ἄλλους προφήτας, δὶ’ ὧν χαρακτηρίζεται ὁ Χριστός, (1) ὁ Ματθαῖος λέγει ὅτι θὰ κληθῇ ὁ Χριστὸς Ναζωραῖος, ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν διὰ τῶν προφητῶν, ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται. Τὸ Ναζωραῖος δὲν ἐκφράζει λοιπὸν ὀνομασίαν τοῦ Χριστοῦ ἀλλά πραγματικότητα προφητείαν περιφρονήσεως, ἡ ὁποία ὡς προφητεία ἔχει μεγάλην ἀξίαν.

Ὁ Χριστὸς ἐγεννήθη εἰς ἐποχήν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐκυριάρχουν τοῦ κόσμου δύο μεγάλοι μονάρχαι ὁ Ρωμαῖος αὐτοκράτωρ Ὀκτάβιος Αὔγουστος ἐν Ρώμῃ καὶ ὁ βασιλεὺς τῆς Ἰουδαίας Ἡρώδης ὁ μέγας. Ὁ Χριστὸς ὑπήκουσεν εἰς τὸ διάταγμα τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορος καὶ διέφυγε τὴν θανατικὴν σπάθην τοῦ Ἡρώδου. Ὁ βίος καὶ τῶν δύο τούτων, ἂν καὶ ἦτο κακός, θὰ δώσῃ εἰς ἡμᾶς μεγάλα μαθήματα. Ἂς ἴδωμεν λοιπὸν τούτους τὸν Χριστὸν καὶ τὸν ἑαυτόν μας.

(1) Ἱεζ. 17, 22. Ἱερεμ. 23, 5 - 33, 15. Ζαχαρ. 3, 8 — 6, 12.


Θέμα: α) Ρωμαῖος Αὐτοκράτωρ καὶ Χριστὸς
Μεγαλεῖα — Ὑπακοὴ

Εἴδομεν τοὺς ἀγγέλους καὶ ποιμένας, τοὺς μάγους, τὸν γέροντα Συμεὼν καὶ τὴν γερόντισσαν Ἄνναν, τὴν προφήτιδα, οἱ ὁποῖοι ὑπετάγησαν εἰς τὸν Χριστὸν προσκυνοῦντες ἤ ὑμνοῦντες αὐτόν. Ὑπετάγη ὅμως, καὶ ὁ Χριστὸς εἰς τὸν Ρωμαῖον αὐτοκράτορα Ὀκτάβιον ὑπακούσας εἰς τὸ διάταγμα τῆς ἀπογραφῆς. Ὅπως ἡ ὑποταγὴ ἐκείνων τῶν μάγων καὶ λοιπῶν μᾶς ἔδωκε πολλὰ ὠφέλιμα διδάγματα, κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ἡ ὑποταγὴ τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν Ρωμαῖον αὐτοκράτορα θὰ μᾶς δώσῃ ὠφέλιμα διδάγματα. Προηγουμένως ὅμως πρέπει νὰ ἴδωιμεν, ποῖος ἦτο ὁ Ρωμαῖος αὐτοκράτωρ.

Αον. Ὁ Ὀ κ τ ά β ιο ς Αὔγουστος. Οὗτος ἦτο ὁ μόνος αὐτοκράτωρ κατὰ τὴν ἐποχήν ἐκείνην. Ἑπομένως τὸ κοσμικόν του μεγαλεῖον ἦτο ἄφθαστον. Ὡς ἄνθρωπος ὅμως ἦτο πολὺ μικρός. Καὶ συγκεκριμένως. Ὁ πατὴρ του ἦτο τοκογλύφος τις ὀνομαζόμενος Βαλετρί, Ὁ Ὀκτάβιος εἰς τοὺς πολέμους ἐφάνηκε δειλός, διότι εἰς τὴν πρώτην μάχην, τὴν ὁποίαν ἔδωκεν, ἐσώθη διὰ τῆς φυγῆς. Εἰς τὰς νίκας του ὑπῆρξε μνησίκακος, διότι ἐνῷ εἶχε δώσει ἀμνηστείαν πρὸ τῆς νίκης εἰς τοὺς δολοφόνους τοῦ Καίσαρος, μετὰ ὅμως τὴν νίκην διέταξεν, ὅπως οὗτοι φονευθῶσιν. Εἰς τὰς ἀντεκδικήσεις του ὑπῆρξε πολὺ σκληρός, διότι αἱ προγραφαὶ του ἦσαν χειρότεραι τοῦ Σύλλα. Κατὰ τὰς προγραφάς δὲν ἐλυπήθη οὔτε τὰ μικρὰ παιδιά. Παῖδα τινὰ ἠνάγκασε νὰ φορέσῃ ἀνδρικήν ἐνδυμασίαν, ἵνα φονευθῇ ὡς ἀνήρ. Εἰς κάποιον, ὁ ὁποῖος ἐπρόκειτο νὰ ἐκτελεσθῇ καὶ ὁ ὁποῖος ἐζήτησε τὴν χάριν μετὰ τὸν θάνατόν του νὰ ἐνταφιασθῇ, ὁ Ὀκτάβιος Αὔγουστος ἀπήντησεν. Αὐτὴ εἶναι ἡ δουλειὰ τῶν κοράκων καὶ τῶν σκυλιῶν. Εἰς τοὺς Περάγους, , οἱ ὁποῖοι ἐζήτησαν ὁμαδικῶς ἐπιείκειαν, ἀπήντησεν. Moriendum. esse =Πρέπει νὰ ἀποθάνουν. Εἶχε κάποιαν ὑποψίαν κατὰ τοῦ Πραὶτορος Κοΐντου Καλλίου. Ἰδίαις χερσίν, ὁ αὐτοκράτωρ πρὶν τὸν φονεύσει, ἐξορύσσει τοὺς ὀφθαλμούς του!

Δὲν ἦτο μόνον κακοῦργος ἀλλά καὶ ἀσελγής. Νέος ὤν ἐπώλη-σὲ τὸν ἑαυτὸν του δὶς εἰς τὸν Ἰούλιο ν Καίσαρα καὶ βραδύτερον ἐν Ἱσπανίᾳ εἰς τὸν Χόρτιον ἀντὶ 300 χιλιάδων σεστερτίων ρωμαϊκῶν ἤτοι 75.000 δράχ. Ὅταν ἐνηλικιώθῃ, ἡ ἀσέλγεια του ἔλαβε διαφορωτέραν μορφήν. Εἶχε καθημερινῶς νέους γάμους καὶ ἄπειρα διαζύγια. Γυναῖκας τῶν φίλων του ἀπέσπα καὶ τὰς ἐνυμφεύετο. Ἔπειτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ἦτο καὶ ἀναιδής. Διεκήρυττε τὸν ἑαυτὸν του ἐπιεικῆ συγχωρῶν τινας καὶ ἐθεώρει τὸν ἑαυτόν του ὡς ὑπόδειγμα καλῶν ἠθῶν. Ἡ ἡλικία του προχωρεῖ καὶ τὸ γεροντικόν του ραμολλίριμα αὐξάνει. Φορεῖ ὑψηλὰ ὑποδήματα, ἵνα φαίνεται ὑψηλὸτερος τοῦ φυσικοῦ του μεγέθους. Ἀσθενεῖ καὶ μεταφέρεται εἰς τὴν ἔπαυλίν του. Ἐκεῖ ἐπιδίδεται εἰς πᾶν εἶδος ἀκολασίας. Γίνεται μεγάλος χαρτοπαίκτης. Μαζεύει τὰ ὠραῖα μικρὰ παιδιὰ καὶ παίζει μαζὺ τῶν καρύδια καὶ κότσι. Τὴν ἡμέραν τοῦ θανάτου του διατάσσει νὰ τὸν κτενίσουν καὶ νὰ φέρουν ἐνώπιόν του καθρέπτην. Ἐρωτᾷ τοὺς παριστάμενους λέγων «ὑπεκρίθην καλῶς τὸν μῖμον τῆς ζωῆς;» Ὑπῆρξα δήλ. καλὸς καραγκιόζης; Καὶ συνεχίζει: «χειροκροτήσατε καὶ σεῖς ὡς πελατεία καὶ θεαταὶ μου». Τέλος ἀπέθανε. Ἰδου ὁ Αὐτοκράτωρ!


Β'. Ὁ Χριστός. Εἰς τὸ Διάταγμα τούτου ὑπήκουσεν ὁ Χριστὸς καὶ ἐγεννήθη εἰς τὸν σταῦλον τῆς Βηθλεέμ. Ἑπομένως ὁ Χριστὸς ἐξωτερικῶς μὲν ὑπακούει εἰς τὸ Διάταγμα τῆς ἀπογραφῆς, ἐσωτερικῶς ὅμως διὰ τῆς γεννήσεως του εἰς τὴν φάτνην περιφρονεῖ τὰ .μεγαλεῖα του. Μάλιστα! Ὑπακούει!.

Ποῖος εἰς ποῖον ὑπακούει; Ὁ πτωχὸς Ἰησοῦς εἰς τὸν τοκογλύφον αὐτοκράτορα, ὁ παρθένος Κύριος εἰς τὸν πωλήσαντα τὴν παρθενίαν καὶ τὸν ἀφαρπάζοντα τὰς γυναῖκας τῶν φίλων του! Ὁ ἀγαπήσας Χριστὸς τὰ παιδία ὑπακούει (εἰς τὸν αὐτοκράτορα Ὀκτάβιον, ὁ ὁποῖος φονεύει σωματικῶς καὶ διαφθείρει ψυχικῶς τὰ μικρὰ παιδία! Ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος κατέβηκεν ἐκ τῶν οὐρανῶν ταπεινωθείς, ὑποτάσσεται εἰς τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος φορεῖ ὑψηλὰ ὑποδήματα διὰ να φαίνεται ὑψηλότερος του φυσικοῦ του μεγέθους! Ἕνας μεγάλος ἰδεολόγος, ὁ Χριστός, ὑποτάσσεται εἰς ἕνα μεγάλον χαρτοπαίκτην, ὁ ὁποῖος παίζει μὲ μικρὰ παιδιὰ καρύδια καὶ κότσι! Ὁ Χριστός, ὁ «ὁποῖος εἶχε τόσην συνέπειαν - εἰς τὴν ζωήν του, ὥστε διὰ τὴν ἰδέαν του ἀνέβηκεν εἰς τὸν σταυρόν, ὑποτάσσεται εἰς τὸ διάταγμα ἑνὸς αὐτοκράτορος, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸν τοῦ καραγκιόζην!

Περιφρονεῖ ὅμως τὰ μεγαλεῖα τοῦ Αὐτοκράτορος. Καὶ συγκεκριμένως: Τὸ βρέφος Ἰησοῦς δὲν ἐκδίδει διάταγμα ἀλλὰ ὑπακούει εἰς διάταγμα. Δὲν ἔχει χρυσὸν καὶ ἀνάκτορα, ὅπως ὁ Ὀκτάβιος, ἀλλά περιφρονῶν αὐτὰ γεννᾶται ἐν τῇ φάτνῃ. Δὲν ἔχει ὁ Κύριος αὐλικοὺς κατὰ τὴν γέννησίν του. Περιφρονῶν αὐτοὺς ἔχει τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι τον ἀγνοοῦν καὶ τὰ ζῷα τοῦ σταύλου, τά ὀποῖα δὲν ἐννοοῦν. Δὲν ἔχει βασιλικάς ἁλούργιδας, ἀλλά περιφρονῶν αὐτάς ἔχει σπάργανα, πτωχείαν. Πόσον θαυμάσιον παράδειγμα εἶναι ἡ ὑποταγὴ αὕτη τοῦ Κυρίου εἰς τὸ διάταγμα τοῦ Ὀκταβίου καὶ ἡ περιφρόνησις τῶν μεγαλείων!


Γ' Ἡ μ ε ῖ ς; Ὅσον ἀποποιούμεθα τὴν ὑποταγήν, τὴν ὑπακοήν, εἰς κάποιον ἀνώτερόν μας, τόσον μαγευόμεθα ἀπὸ τὰ μεγαλεῖα του. Ἀγανακτοῦμεν, ὅταν ἀνώτερός τις μᾶς διατάσσῃ, ζηλεύομεν ὅμως τὸ μεγαλεῖον του, τὴν θέσιν του, ὥστε νὰ διατὰσσωμεν ἡμεῖς. Μισοῦμεν τὸν ἀνώτερόν μας, λαχταροῦμεν ὅμως τὴν θέσιν του, τὰ μεγαλεῖα του. Δύσκολα ὁ ἄνθρωπος ὑπακούει ὄχι μόνον εἰς τοὺς κακοὺς ἀνωτέρους του ἀλλά καὶ εἰς τοὺς καλούς. Τόση εἶναι ἡ ἀποστροφή μας πρὸς τὴν ὑποταγήν! Ὁ Κύριος ὑποταχθείς εἰς τὸν σκληρὸν καὶ φιλήδονον Ὀκτάβιον ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς παράδειγμα νὰ ὑποτασσώμεθα «οὐ μόνον τοῖς ἀγαθοῖς καὶ ἐπιεικὲσιν ἀλλά καὶ τοῖς σκολιοῖς». Ὄχι μόνον εἰς τοὺς ἀγαθοὺς καὶ ἐπιεικεῖς ἄρχοντας ἄλλα καὶ εἰς τὰ στραβόξυλα. «Τοῦτο γὰρ χάρις, εἰ διὰ συνείδησιν Θεοῦ ὑποφέρει τὶς λύπας πάσχων ἀδίκως», λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος (Ι).

Διατὶ λοιπὸν ἀρνεῖσαι σὺ νὰ ὑποταχθῇς εἰς τὰ διατάγματα τῶν ἀνωτέρων σου, ὅταν ταῦτα δὲν θίγωσι ζητήματα τῆς συνειδήσεώς σου; Διατὶ παραπονεῖσαι, ὅτι δὲν δύνασαι νὰ προκόψῃς, διότι ἔχεις κακοὺς προϊσταμένους; Ὑπῆρξε χειρότερος προϊστάμενος ἀπὸ τὸν Ὀκτάβιον; Καὶ ὅμως ὁ Χριστὸς κάτω ἀπ' αὐτὸν ἐγεννήθη καὶ κάτω ἀπὸ τὸν ὅμοιον καὶ χειρότερον τούτου Ἠρώδην εἰργάσθη. Μάθε λοιπὸν καὶ σὺ νὰ ἐργάζεσαι κάτω ἀπὸ προϊσταμένους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀντίχριστοι εἰς τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Δὲν ἔχουσι νὰ σὲ βλάψωσι, ὅπως δὲν ἔβλαψαν καὶ τὸν Χριστόν. Ἡ λαχτάρα τῶν μεγαλείων ταράσσει τὴν ζωήν, ἐνῷ ἡ κατὰ Χριστόν ὑπακοὴ γλυκαίνει αὐτήν.

Ὁ μικρὸς Ἰάκωβος κάθησε στὸ τραπέζι μὲ ξένους διὰ πρώτην φορὰν καὶ θέλων νὰ μιμηθῇ τοὺς ξένους χωρὶς νὰ ἐρώτησῃ τὴν Μαμὰ του ἄρχισε νὰ ἀνακατώνῃ τὸ τσάϊ του. Ὅταν σὲ λιγάκι τὸ ἐδοκίμασε, στράφηκε μὲ παραπόνον στὴν μητέρα του. Τόσες φορές τὸ ἀνακάτεψα Μαμὰ καὶ ἀκόμη δὲν ἐγλύκανε. Ἡ μητέρα ἀπαντᾷ. Τί ὠφελεῖ τὸ ἀνακάτωμα ἀφοῦ δὲν ἔχῃ ζάχαρι; Τί ὠφελεῖ ἡ δρᾶσις μὲ τὰ μεγαλεία της, ὅταν λείπῃ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὑπακοή σου; Φρόντισε νὰ ὑπακούῃς χωρὶς νὰ προσκυνῇς καὶ νὰ ζηλεύῃς τὰ μεγαλεία! Γένοιτο!





Θέμα: β) Ὁ Ἡρώδης – Ἁμαρτία

Ἡ κακία ἔχει τρεῖς ὄψεις. Πρώτη εἶναι ἡ ὁρμή, ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε ἑλκυστική. Δευτέρα εἶναι ἡ συγκάλυψις, ἡ ὁποία εἶναι ἀγωνιώδης. Τρίτη εἶναι ἡ ἀποκάλυψις, ἡ τιμωρία. Ἐνσάρκωσις καὶ τῶν τριῶν τούτων ὄψεων τῆς κακίας εἶναι ὁ σψαγεὺς τῶν νηπίων, ὁ Ἡρώδης.

Ἂς ἴδωμεν τοῦτον καὶ ἐν αὐτῷ τὴν τριπλῆν ὄψιν τῆς κακίας, ἡμῶν.

Πρῶτον: ὁ Ἡρώδης Ὁ Ἡρώδης οὗτος ἦτο ἕνα τέρας. Ἂν καὶ ἦτο 70 ἐτῶν ἄνθρωπος, φοβεῖται τὸν θρόνον του ἀπὸ ἕνα νήπιον, τὸν Ἰησοῦν καὶ διατάσσει νὰ φονευθῶσιν ὅλα τὰ βρέφη ἀπὸ 2 ἐτῶν καὶ κάτω ἐν Βηθλεὲμ καὶ γύρω αὐτῆς. Δὲν ἦτο οὔτε Ἰουδαῖος οὔτε Ἕλλην οὔτε Ρωμαῖος, ἦτο Ἰδουμαῖος. Ἦτο βάρβαρος, ὁ ὁποῖος ἕρπει ἐνώπιον τῶν Ρωμαίων καὶ μιμεῖται ὡς πίθηκος τοὺς Ἕλληνας διὰ νὰ στερεώσῃ τὸν θρόνον του εἰς τοὺς Ἰουδαίους. Ἦτο υἱὸς προδότου καὶ ἐσφετερίσθη τὸν θρόνον τῶν δυστυχισμένων Ἀσμοναίων. Νυμφεύεται μίαν ἀπὸ τὰς ἀνεψιάς του τὴν Μαριάμνην, ἵνα νομιμοποίησῃ τὴν βασιλείαν του. Δὲν ἐβράδυνεν ὅμως νὰ φονεύσῃ ταύτην βάσει ἀδίκων ὑποψιῶν. Διατάσσει νὰ πνιγῇ εἰς τὸ ὕδωρ ὁ γαμβρὸς του Ἀριστόβουλος καὶ κατεδίκασεν εἰς θάνατον τὸν ἄλλον του γαμβρὸν Ἰωσήφ ὡς καὶ τὸν Ὑρκανόν Β' τὸν τελευταῖον βασιλέα τῶν Ἰουδαίων. Διέταξε νὰ φονευθῇ ἡ Ἀλεξάνδρα ἡ μήτηρ τῆς γυναικὸς του Μαριάμνης. Φονεύει τὰ τέκνα τοῦ Βάβα, διότι ἦσαν μακρινοὶ συγγενεῖς τῶν ἀρχαίων βασιλέων. Διατάσσει νὰ καῇ ζῶν ὁ Ἰούδας καὶ ὁ Ματθίας μὲ πολλοὺς ἄλλους Φαρισαίους. Βραδύτερον φοβηθεῖς μήπως οἱ δύο υἱοί, τοὺς ὁποίους ἀπέκτησεν ἐκ τῆς Μαριάμνης, θελήσωσι νὰ ἐκδικηθῶσι τὴν μητέρα των, διατάσσει, ὅπως οὗτοι στραγκαλισθῶσι. Πλησίον τοῦ θανάτου εὐρισκόμενος διέταξε νὰ φονευθῇ ὁ Ἀρχέλαος ὁ τρίτος υἱός του. Ἰδοὺ τὸ μέγεθος τῆς κακίας του. Ἔρχεται ὅμως δευτέρα ὄψις ἡ συγκάλυψις ταύτης, ὡς ἑξῆς:

Διὰ νὰ λησμονηθοῦν τὰ ἐγκλήματα ταῦτα ἀποστέλλει εἰς Ρώμην 300 τάλαντα, ἵνα ἐξοδευθῶσι κατὰ τὰς ἑορτάς. Ταπεινώνεται ἐνώπιον τοῦ Αὐγούστου αὐτοκράτορος, ἵνα ἔχῃ αὐτὸν μὲ τὸ μέρος του νὰ καλύπτῃ τὰς ἀνομίας του καὶ ἀποθνήσκων ἀφίνει εἰς αὐτὸν ἐκτός τῶν 10 ἑκατομμυρίων δραχμῶν, ἐν χρυσοῦν καί ἕτερον ἀργυροῦν κόσμημα διὰ τὴν Λιβίαν τὴν γυναῖκα τοῦ αὐτοκράτορος. Κρύπτει τὴν κακίαν τοῦ εἰς τὴν γενναιοδωρίαν του. Ἐξωραΐζει τὸν ναὸν τῶν Ἰουδαίων δεικνύων εὐσέβειαν, ἵνα κρύψῃ καὶ εἰς ταύτην τὰ ἀνοσιουργήματά του. Καλεῖ τοὺς γραμματεῖς καί Φα-ρισαίους, ὅταν ἦλθον οἱ μάγοι εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καί ἐρωτᾷ αὐτούς ποὺ γεννᾶται ὁ Χριστός. Καλεῖ κατόπιν τοὺς μάγους καί ἀποστέλλει αὐτοὺς εἰς Βηθλεὲμ μὲ τὴν παράκλησιν, ἀφοῦ προσκυνὴσωσι, νὰ ἐπιστρέψωσι καὶ εἴπουν καὶ εἰς αὐτὸν ποῦ εἶναι ὁ Χριστός, ἵνα προσκύνησῃ, πράγματι δὲ ἵνα φονεύσῃ αὐτόν. Εἰς την εὐσέβειαν ταύτην κρύπτει τὴν κακίαν του. Ὅταν ἐπρόκειτο νὰ ἀποθάνῃ, διατάσσει νὰ φονευθοῦν πολλοὶ πρόκριτοι Ἰουδαῖοι, ἵνα τὸ πένθος ἐπὶ τῷ θανάτῳ τῶν Ἰουδαίων συμπέσῃ μὲ τὸν θάνατόν του καὶ πενθήσωσιν αὐτοί, οἱ ὁποῖοι θὰ ἐχαίροντο διὰ τὸν θάνατόν του. Ποία συγκάλυψις καὶ κακουργία!

Ἔρχεται ὅμως καὶ ἡ τιμωρία τοῦ κακοῦ, ἡ ἀποκάλυψις τούτου. Ἡ ζωὴ του ἦτο μία διαρκής ἀνησυχία καὶ τρόμος γνωστὰ εἰς ὅλους. Ἀσελγής, ἄπιστος, ἀναιδής, ἄπληστος ἀπὸ χρυσὸν καὶ δὸξαν, οὐδέποτε εἶχεν εἰρήνην ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ, ὅπου ἦτο βασιλεύς, ἐντός τοῦ οἴκου του καὶ μέσα εἰς τὴν ψυχήν του.Ἦτο πάντοτε περὶφοβος, ὅπως εἶναι περίφοβοι οἱ νέοι ἄρχοντες καὶ οἱ κακοποιοὶ γέροι.Ἐταράσσετο εἰς τὸν ἐλάχιστον ψίθυρον τοῦ φύλλου καὶ εἰς τὴν πλέον φανταστικὴν ὑποψίαν. Εἶχε καταντήσει δεισιδαίμων ἀνατολίτης προσεκτικὸς πολὺ εἰς προφητείας καί μάγια, ὥστε ἐταράχθη μὲ τὴν ἄφιξιν τῶν μάγων. Ἐνῷ πιστεύῃ, ὅτι ἡ γέννησις τοῦ βασιλέως τῶν Ἰουδαίων εἶναι ἐκ Θεοῦ, διότι ἀστὴρ ἐν Ούρανῷ καὶ προφῆται ἐν γῇ ὁμιλοῦσι περὶ αὐτοῦ, σκέπτεται νὰ δολοφονήσῃ αὐτόν! Πόση ἀνισορροπία! Ἡ ἰδέα μόνον ἑνὸς νεογέννητου βασιλέως τὸν ἔκανε νὰ τρέμῃ. Τὸ βρέφος Ἰησοῦς ἐτάραξε πολὺ τὴν βάρβαρον καρδίαν του, ὥστε εἰς τὰ φονευθέντα παιδία, λέγεται, ὅτι ἦτο ἐν ἰδικόν του.

Ἀλλά ἡ ἀποκάλυψις τῆς κακίας του καὶ ἡ τιμωρία ταύτης εἶναι μεγάλη. Ἠθέλησε νὰ ἀπατήσῃ τοὺς μάγους καὶ ἠπατήθη ὑπ' αὐτῶν. Κυρίως ὅμως φαίνεται κατὰ τὸν θάνατόν του. Ὀλίγον χρόνον πρὶν ἀποθάνῃ, ἠοθένησεν. Ἐπρόκειτο νὰ ἐγκαταλείψῃ τὴν ζωήν μὲ τὴν σειρὰ του βεβαρημένος ὑπὸ πλήθους κακουργημάτων. Κατὰ τὴν ἀσθένειάν του ταύτην οἱ πόδες του εἶχον ἀνάψῃ ἀπὸ φαγούρα, ἡ ἀναπνοὴ τοῦ ἔγινε βραχυτάτη καὶ ἡ κακοσμία τοῦ στόματος του ἀνυπόφορος. Ἔγινε σκωληκόβρωτος εἰς τὸ ἀπόκρυφον μέρος ἐκεῖνο τοῦ σώματός του, διὰ τοῦ ὁποίου ἐξετέλει τὴν ἀσέλγειάν του. Βδελυττόμενος ἐν τοιαύτῃ καταστάσει τὸν ἑαυτὸν του προσπαθεῖ νὰ αὐτοκτονήσῃ διὰ τραπεζαμαχαίρας εὐρισκόμενης πλησίον του, ἀφοῦ διέταξε τὴν Σαλώμην νὰ διατάξῃ νὰ φονευθῶσιν ἀρκετοὶ νέοι εὑρισκόμενοι εἰς τὰς φυλακάς. Ὁ Ζυγαβινὸς ἀναφέρει τὰ ἑξῆς περὶ τοῦ θανάτου του. «Πικράν τελευτὴν εἶχεν ὁ Ἡρώδης, πυρετῷ καί δυσεντερία καὶ κνησμῷ καί ὄγκῳ ποδῶν καὶ σήψει τοῦ αἵματος σκώληκας γεννώσῃ καί δυσπνοίᾳ καὶ τρόμῳ καὶ σπασμῷ τῶν μελῶν ἀπορρήξας τὴν πονηράν ψυχήν».

Ἰδοὺ ἡ κακουργία του, ἡ προσπάθεια τῆς συγκαλύψεως καὶ ἡ ἀποκάλυψις ταύτης δὶ’ ἧς καὶ ἐτιμωρήθη.


Καὶ παρ' ἡμῖν ἡ κακία ἔχει τὴν ὁρμήν, τὴν συγκάλυψιν καὶ τὴν
ἀποκάλυψίν της.


Δεύτερον: Ἡ κακία παρ’ ἡμῖν.

Εἴδομεν τὰ τρία χαρακτηριστικά τῆς κακίας εἰς τὸν Ἡρώδην, τὴν ὁρμήν πρὸς τὸ κακόν, τὴν συγκάλυψιν τοῦ κακοῦ καί τὴν ἀποκάλυψιν τούτου. Τὰ αὐτὰ χαρακτηριστικὰ ὑπάρχουσι καί εἰς ἡμᾶς καὶ συγκεκριμένως.

Ἡ ὁρμή τοῦ κακοῦ. Ἡ ὁρμή τοῦ κακοῦ εἶναι μεγάλη ὄχι μόνον εἰς τὸν Ἡρώδην ἀλλά καὶ εἰς ἡμᾶς. Τὰ κεντριὰ τῶν ἐπιθυμιῶν, τὰ ὁποῖα ὑπάρχουσι μέσα μας, ἔχουσι μεγάλην δύναμιν. Ὁ ἐγωϊσμὸς δηλαδὴ μᾶς κεντᾷ εἰς τὴν ἐπίδειξιν, ἡ πονηρὰ ἐπιθυμία μᾶς κεντᾷ εἰς τὴν σαρκικὴν ἐπιθυμίαν. Ἡ ζήλεια μᾶς κεντᾷ εἰς τὴν κατάκρισιν. Τὸ πάθος τοῦ θυμοῦ μᾶς κεντᾷ εἰς τὰς ὕβρεις κ.λ.π. Τὰ κεντήματα ταῦτα εἶναι τόσον δριμέα, ὥστε ζαλιζόμεθα. Τόσον δὲ πολὺ ζαλιζόμεθα, ὥστε κατὰ τὴν ὥραν, κατὰ τὴν ὁποίαν εὑρισκόμεθα ὑπὸ τὸ κράτος τῶν παθῶν, ἔχομεν μεγάλην σκοτοδὶνην εἰς τὸν νοῦν μας. Τὰ κεντήματα τῶν παθῶν καὶ ἡ σκοτοδίνη τοῦ νοῦ εἶναι τόσον μεγάλα, ὥστε ὄχι μόνον κατὰ τὴν ὥραν, κατὰ τὴν ὁποίαν εὑρισκόμεθα ὑπὸ τὸ κράτος τῶν παθῶν ζαλιζόμεθα, ἀλλά καὶ μετὰ τὸ πάθος φροντίζομεν νὰ συγκαλύψωμεν τὰς κακίας μας.

Ἡ συγκάλυψις τοῦ κακοῦ.Ὁ σατανᾶς ἀφοῦ μᾶς ἀνάψῃ καὶ κάμωμεν τὸ κακόν, ἵνα ἀπαθανάτισῃ αὐτό, προβάλλει εἰς ἡμᾶς διαφόρους τρόπους συγκαλύψεώς του. Φθάνει μέχρι τοῦ βαθμοῦ τοῦ νὰ ἐξαγιάζῃ αὐτό. Ἐπί παραδείγματι. Ὁ ψεύτης λέγει: Εἶναι ἀδύνατον νὰ ζήσῃ κανείς, ἂν δὲν εἴπῃ ψέματα. Ὁ σαρκολάτρης δικαιολογεῖ τὴν σαρκικὴν ἁμαρτίαν λέγων, ὅτι τοῦτο εἶναι φυσικὸν πρᾶγμα. Ὁ κλέπτης δικαιολογεῖ εἰς τὴν συνείδησίν του τὴν κλοπὴν λέγων, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νὰ ζήσῃς, ἂν δὲν κλέψης. Ὁ ἐγωϊστὴς δικαιολογεῖ τὸν ἐγωϊσμόν του θεωρῶν τοῦτον ὡς ἀξιοπρέπειάν του. Ὁ ζηλότυπος σκεπάζει τὴν ζηλοτυπίαν του νομίζων, ὅτι ἐκφράζει τὴν γνώμην του διὰ τὴν κακίαν τοῦ ἄλλου. Ὁ ἄνθρωπος τῶν ἐπιδείξεων καλύπτει τὴν κακίαν τῆς ἐπιδείξεώς του συγχέων αὐτὴν μὲ κοινωνικὴν δρᾶσιν. Ὁ περιαυτολογῶν δικαιολογεῖ τὴν περιαυτολογίαν του θεωρῶν ταύτην ὡς ἄμυναν κατὰ τῶν ἐχθρῶν του. Καί οὕτω καθεξῆς. Ἀλλά ἔρχεται ἡ ἀποκάλυψις.

Ἡ Ἀποκάλυψις. Ὁ σατανᾶς ἀφοῦ δέσῃ τὸν ἄνθρωπον δία τῆς ἁμαρτίας καί τῆς δικαιολογίας αὐτῆς, ἔπειτα ἐκθέτει τὸν ἁμαρτωλὸν εἰς τὰ ὄμματα τῶν ἄλλων μὲ τὸν σκοπόν, ὅπως ρίψῃ αὐτὸν εἰς τὴν ἀπόγνωσιν καὶ οὕτω κερδίσῃ αὐτὸν αἰωνίως. Ἐκθέτει, ἀποκαλύπτει κάθε ἁμαρτωλὸν κατὰ ἰδιαίτερον τρόπον. Τὸν κλέπτην λ.χ. ἀποκαλύπτει ἔπειτα ἀπὸ πολλάς κλοπάς καὶ φέρει αὐτὸν εἰς σύγκρουσιν μὲ ἐκεῖνον, τοῦ ὁποίου τὰ πράγματα ἔκλεψε, μὲ τὴν ἀστυναμίαν, μὲ τὴν κοινωνίαν, μὲ τὴν εἰρήνην τῆς ψυχῆς του. Τὸν ψεύτην ἀποκαλύπτει καί ἐκθέτει εἰς τὰ ὄμματα τῆς κοινωνίας καὶ καταντᾷ αὐτὸν ἀναξιόπιστον. Τὸν ἐπιδεικτικὸν φουσκώνει περισσότερον ὁ σατανᾶς, ἵνα γίνῃ περισσότερον μισητὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους. Τὸν σαρκολάτρην ἀποκαλύπτει καὶ ἐκθέτει κατὰ τρόπον τραγικόν, διότι οὗτος εἶναι πάντοτε ἀνήσυχος λόγῳ τοῦ ὅτι ἡ σαρκικὴ ἐπιθυμία εἶναι καταβόθρα, ἡ ὁποία οὐδέποτε ἱκανοποιεῖται. Τὸν ζηλότυπον ἐκθέτει, διότι τοῦ φέρει τὰς ψυχικάς ταραχάς καὶ συγκρούσεις πρὸς τοὺς ἄλλους κ.ο.κ.

Ἰδοὺ τὰ τρία χαρακτηριστικά τῆς κακίας τὸ κέντημα πρὸς τὴν κακίαν, ἵνα γίνῃ ἡ ἀρχὴ τοῦ κακοῦ, ἡ συγκάλυψις τῆς κακίας, ἵνα συνεχισθῇ ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ καὶ ἡ ἀποκάλυψις ἡ ἔκθεσις μὲ τελικὸν κατάντημα τὴν ἀπόγνωσιν, ἵνα οὕτω ἡ κακία γίνῃ αἰωνία διὰ τῆς ἀπελπισίας καὶ αὐτοκτονίας.

Ἐὰν θελήσωμεν νὰ παρομοιάσωμεν τὰ τρία ταῦτα χαρακτηριστικὰ τῆς κακίας πρὸς τρία ὅπλα τοῦ διαβόλου θὰ τὰ ὀνομάσωμεν: βουκέντρα, ράσον καὶ τύμπανον. Ὁ Σατανᾶς δηλαδὴ εἶναι ὡπλισμένος μὲ τρία ὅπλα: μὲ ἕνα ράσον, τὸ ὁποῖον φορεῖ, μίαν βουκέντραν καὶ ἕνα τύμπανον, τὰ ὁποῖα ἔχει κρυμμένα κάτω ἀπὸ τὸ ράσον του. Μὲ τὴν βουκέντραν κεντᾷ τὸν ἁμαρτωλὸν εἰς τὴν ἁμαρτίαν. Μὲ τὸ ράσον, τὸ ὁποῖον φορεῖ, φροντίζει νὰ δώσῃ τὴν πεποίθησιν, ὅτι αἵ ἅμαρτίαι εἶναι δικαιολογημένοι καί μὲ τὸ τύμπανον διατυμπανίζει, ἐκθέτει τὸν ἁμαρτωλόν, ὥστε νὰ φέρῃ αὐτὸν εἰς ἀπόγνωσιν. Μὲ λίγα λόγια ἡ ὁρμή τοῦ κακοῦ εἶναι ἡ βουκέντρα, ἡ συγκάλυψις τοῦ κακοῦ εἶναι τὸ ράσον καὶ ἡ ἀποκάλυψις ἡ ἔκθεσις, ἡ διαπόμπευσις εἶναι τὸ τύμπανον.

Εἶναι εὐνόητον ποία πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάσις μας ἀπέναντι τῶν τριῶν τούτων ὅπλων τοῦ σατανᾶ. Καὶ ἐν πρώτοις πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν κάθε ἀφορμήν ταῆς κακίας, τὴν βουκέντραν ταύτην τοῦ σατανᾶ. Τόποι, πρόσωπα, τὰ ὁποία εἶναι ὀλισθηρὰ εἰς τὴν ἁμαρτίαν εἶναι βουκέντραι, πρέπει νὰ τὰ ἀποφεύγωμεν. Ὅταν ὅμως ὑποπέσωμεν πρέπει νὰ προσέχωμεν νὰ μὴ δικαιολογῶμεν, ἀλλὰ νὰ ἐλέγχωμεν τὸν ἑαυτὸν μᾶς ἔχοντες ἐλπίδα εἰς τὸν ἐλεήμονα Κύριον. Κυρίως ὅμως πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν τὴν ἀπόγνωσιν τὴν σφραγῖδα πάσης κακίας, εἰς τὴν ὁποίαν ὑπήχθησαν ὁ Ἡρώδης καὶ ὁ Ἰούδας.

Ἰδοὺ ἡ παρότρυνσις ἤτοι ἡ βουκέντρα ἡ συγκάλυψις ἡ δικαιολογία ἤτοι τὸ ράσον καὶ τέλος ἰδοὺ ἡ ἀπόγνωσις τό τύμπανον τοῦ σατανᾶ. Ἰδοὺ ὅμως ἡ ἀποφυγὴ πάσης ἀφορμῆς τῆς ἀμαρτίας καὶ ἡ ἐλπίς εἰς τὴν θείαν εὐσπλαγχνίαν. Ἂς ἀποφεύγωμεν τὰ πρῶτα σατανικὰ ὅπλα καὶ ἄς ἔχωμεν τὴν προσοχὴν καὶ μετάνοιαν, ἵνα τύχωμεν τῆς αἰωνίου σωτηρίας. Γένοιτο!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...