Ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας στα συγγράμματά του ασχολείται εκτεταμένα με το επισκοπικό αξίωμα και με τον εκάστοτε φορέα του, ποιος πρέπει να είναι, ώστε να κατέχει επάξια το αξίωμα του επισκόπου. Ας δούμε τις απόψεις του όπως παρουσιάζονται στις επιστολές του προς διάφορες Εκκλησίες της εποχής του.
Α΄. Να μη αποκτήσει το επισκοπικό αξίωμα με προσωπικές του ενέργειες, ούτε με ανθρώπινα μέσα και προσπάθειες ούτε έχοντας κίνητρο την κενοδοξία αλλά μέσα από την αγάπη του Θεού. (Προς Φιλαδελφείς § I).
Β΄. Δεν επιβαρύνει κανένα κρυφά ή φανερά, λίγο ή πολύ (Φιλαδελφείς § VI). Ας θυμηθούμε εδώ τα όσα λέγει ο Παύλος σχετικά με το θέμα αυτό (Β΄ Θεσ. 3,8-10). «Ουδέ δωρεάν άρτον εφάγομεν παρά τινος, αλλ’ εν κόπω και μόχθω, νύκτα και ημέραν εργαζόμενοι προς το μη επιβαρήσαί τινα υμών· ουχ ότι ουκ έχομεν εξουσίαν, αλλ’ ίνα εαυτούς τύπον δώμεν υμίν εις το μιμείσθαι ημάς».
Γ΄. Θα πρέπει να είναι τόση η αρετή του, που και «ενώ σιωπά κατορθώνει περισσότερα απ’ αυτούς που μιλούν μάταια. Είναι εναρμονισμένος στις εντολές του Θεού όπως η κιθάρα στις χορδές της» (Προς Φιλαδελφείς § I). Όταν ενώ είναι τόσο ενάρετος δεν κάνει επίδειξη δυνάμεως, τότε ισχύει αυτό που λέγεται στην προς Εφεσίους § VI. «Και όσον βλέπει τις σιγώντα επίσκοπον πλειόνως αυτόν φοβείσθω».
«Είναι καλύτερο να σιωπά κανείς και να είναι, παρά να μιλά και να μην είναι. Καλή η διδασκαλία, αν εκείνος που διδάσκει πράττει. Ένας λοιπόν ο διδάσκαλος· αυτός που είπε και εγένετο. Και όσα σιγώντας έκανε είναι άξια του πατρός. Όποιος κατέχει τον λόγο του Ιησού μπορεί και την ησυχία του ν’ ακούει, ώστε να είναι τέλειος. Ώστε να πράττει όσα λέγει και απ’ όσα παρασιωπά ν’ αναγνωρίζεται» (Ένθ’ ανωτ. § XV).
Ο επίσκοπος σιωπά και από διάκριση· «Μήπως δεν μπορώ να σας γράψω για τα επουράνια, αλλά τρέμω μήπως νήπιοι καθώς είσθε σας βλάψω. Λοιπόν κάνετέ μου τη χάρη να σιωπήσω, μήπως καθώς δεν μπορείτε να εννοήσετε, βάλετε θηλιά στο λαιμό σας» (Προς Tραλλιανούς § V).
Δ΄. Ο επίσκοπος πρέπει να θεωρεί τον εαυτό του μαθητή. «Δεν σας προστάζω σαν να είμαι κάποιος. Αν και δέθηκα χάριν του ονόματος (του Χριστού) τώρα αρχίζω να μαθητεύω και σας απευθύνω τον λόγον σαν να είμαι κι εγώ στα ίδια θρανία» (Προς Εφεσίους § III).
Αλλά ο άγιος Ιγνάτιος δεν θεωρεί τον εαυτό του ούτε και μαθητή τέλειο. Νοιώθει ελλιπής ακόμη και σ’ αυτό. «Αλλά τάχα κι εγώ, επειδή είμαι δεμένος και μπορώ να νοιώθω τα επουράνια και τους τόπους τους αγγελικούς και τις τάξεις των ασωμάτων δυνάμεων, ορατά και αόρατα, είμαι τάχα γι’ αυτό καλός μαθητής; Πολλά μας λείπουν, για να μη υπολειπόμαστε στα του Θεού» (Προς Τραλλιανούς § V).
Ο επίσκοπος πρέπει να είναι λοιπόν ταπεινός, στοιχών το παράδειγμα του αγίου Ιγνατίου, ο οποίος λέγει· «Θα αξιωθώ να είμαι μαθητής του Χριστού, όταν αξιωθώ ν’ αντιμετωπίσω τα θηρία» (Προς Εφεσίους § I). Δεν λέγει ότι επειδή είναι επίσκοπος είναι άξιος να είναι μαθητής του Χριστού, αλλά όταν αξιωθεί ν’ αντιμετωπίσει τα θηρία τότε θα γίνει. Δηλαδή όταν αντιμετωπίσει το μαρτύριο στην κορύφωσή του. Εδώ συνάγεται και κάτι άλλο· ότι το ανώτερο αξίωμα στην ορθοδοξία, το ανώτερο χάρισμα και το ανώτερο έπαθλο είναι το μαρτύριο. «Τίποτα δεν θα με ωφελήσουν τα πέρατα του κόσμου, ούτε οι βασιλείες του αιώνος τούτου. Είναι καλύτερα για μένα να πεθάνω για τον Χριστό, παρά να βασιλεύω στα πέρατα της γης (Προς Ρωμαίους § VI).
Αλλά η ταπείνωση του αγίου Ιγνατίου δεν έχει τέλος. «Κι αυτά σας τα γράφω αγαπητοί μου, όχι γιατί ξέρω ότι μερικοί από σας έτσι κάνετε, (δηλαδή ιουδαΐζετε) αλλά σαν μικρότερός σας θέλω να σας προφυλάξω για να μη πέσετε στ’ αγκί-στρια της κενοδοξίας (των αιρετικών ιουδαϊζόντων) (Προς Μαγνησιείς § XI). Και αλλού λέγει· «Δεν με πήρε η υπερηφάνεια, ώστε να είμαι κατάκριτος να σας αραδιάζω υποδείξεις ως απόστολος (Προς Τραλλιανούς § III). Και συμπληρώνει· «Πολλά σκέπτομαι και αισθάνομαι μέσα στο Θεό, αλλά θέτω χαλινάρι στον εαυτό μου, για να μη καταποντισθώ μέσα στην καύχηση. Και τώρα πρέπει περισσότερο να φοβούμαι και να μη προσέχω σ’ εκείνους που με σπρώχνουν στη περηφάνεια. Τα λόγια τους μαστιγώνουν την ψυχή μου. Καίομαι βέβαια από τον πόθο του μαρτυρίου, αλλά δεν ξέρω αν είμαι άξιος. Ο ζήλος είναι καλός για άλλους, αλλά εγώ τον υποπτεύομαι για τον εαυτό μου» (ενθ’ ανωτ. § IV).
Εξαρτά τα πάντα από τις προσευχές των χριστιανών. «Είθε ν’ αναστηθώ με τις προσευχές σας, που είθε πάντα να τις απολαμβάνω, ώστε στη μερίδα των Εφεσίων χριστιανών να ευρεθώ» (Προς Εφεσίους § XI). Εύχεται ο Θεοφόρος Ιγνάτιος, αυτός που προκρίνει το μαρτύριο από του να βασιλεύει στα πέρατα της γης να βρεθεί με την μερίδα των Εφεσίων! Αν αυτό δεν είναι ταπείνωση τότε τι είναι;
Και η υπερβολή της ταπεινώσεως του· «Είμαι σκουπίδι σας και το παράδειγμά σας με εξαγνίζει, της εκκλησίας των Εφεσίων που είναι περιβόητη στους αιώνες» (ενθ’ ανωτ. § VIII).
Ε΄. Ο επίσκοπος πρέπει να είναι σύμφωνος με τη γνώμη του Χριστού. Τη σκέψη, το σχέδιο, το φρόνημα, την εντολή. «Οι επίσκοποι οι κατά τα πέρατα ορισθέντες εν Ιησού γνώμη εισίν» (ενθ’ ανωτ. § ΙΙΙ). Γι’ αυτό οι πιστοί πρέπει να βαδίζουν σύμφωνα με τη γνώμη του επισκόπου. «Όθεν πρέπει υμίν συντρέχειν τη του επισκόπου γνώμη» (ενθ’ ανωτ. § IV). Γιατί προφανώς είναι γνώμη Χριστού.
Όταν ο επίσκοπος έχει αυτά τα χαρακτηριστικά τότε ισχύει το «όπου αν φανή ο επίσκοπος, εκεί το πλήθος έστω, ώσπερ όπου αν η Ιησούς Χριστός, εκεί η καθολική εκκλησία» (Προς Σμυρναίους § VIII). Και «ο τιμών επίσκοπον υπό Θεού τετίμηται· ο λάθρα επισκόπου τι πράσσων τω διαβόλω λατρεύει» (ένθ’ ανωτ. § IX).ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ