Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Μελέτιος Βαδραχάνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Μελέτιος Βαδραχάνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Οκτωβρίου 29, 2017

ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ (Λκ. 16,19-31)


Αποτέλεσμα εικόνας για πλουσιος και φτωχος λαζαρος














           
«Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού»

Δύο πρόσωπα μας παρουσιάζει η περικοπή αυτή· ένα πλούσιο και υγιές και ανέμελο κι ένα φτωχό και άρρωστο και βασανισμένο. Ας μελετήσουμε τα πρόσωπα αυτά, ας δούμε τους χαρακτήρες τους αλλά και την κατάσταση που βρέθηκαν στην αιώνια ζωή.

Το πρώτο πρόσωπο είναι ένας πλούσιος. «Άνθρωπός δε τις ην πλούσιος».
Έχει πλούτο, αλλά δεν έχει όνομα, δεν έχει προσωπικότητα. Είναι μια σκέτη «σάρκα», χωρίς κανένα ψυχικό και πνευματικό υπόβαθρο. Ζει τη ζωή βιολογικά σε επίπεδο κτήνους. Αυτό συμβαίνει μ’ όλους τους πλουσίους στα ευαγγέλια. Μόνο άτομα που μετάνοιωσαν όπως ο Ματθαίος και ο Ζακχαίος, ή άτομα που κάνανε καλή χρήση του πλούτου όπως ο Αβραάμ ή ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας έχουν όνομα.

«Ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον».
Πορφύρα=κόκκινο χρώμα, ζωικό, από το θαλάσσιο κογχύλι πορφύρα· από το κογχύλι ονομάστηκε το χρώμα κι από το χρώμα το ύφασμα. Επειδή για να το βάψουν έπρεπε να αλιεύσουν πρώτα κογχύλια και να πάρουν το χρώμα, το ύφασμα στοίχιζε και ήταν ακριβό.
Βύσσος=είδος βαμβακερού υφάσματος πολυτελούς, που φορούσαν οι βασιλείς και οι μεγιστάνες χρώματος βαθέως πορφυρού. Εξ ου από το ύφασμα προήλθε και το βύσσινο χρώμα.
Συνεπώς ζούσε με πολυτέλεια και εκκεντρικότητα.

«Ευφραινόμενος κάθε ημέραν λαμπρώς».
Κάθε μέρα είχε γλέντι και διακέδαση. Κανένα πρόβλημα δεν υπήρχε· όλα καλά και ρόδινα.

Ήταν σκληρός και ανάλγητος.
Έβλεπε  το Λάζαρο να υποφέρει· να μη έχει να φάει, να είναι μόνος και έρημος. Θηρίο να ήτανε και πάλι θα λυπότανε. Κι όμως δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου. Άρα, αφού στον Λάζαρο φερότανε έτσι, δεν ελεούσε κανένα ούτε και ενδιαφερότανε για κανένα άλλο εκτός από το τομάρι του. Ήταν πιο σκληρός από τον δικαστή, που ελέησε τη χήρα, αν και Θεό δεν φοβόταν και ανθρώπους δεν ντρεπόταν (Λκ 18,1-8). Και η χήρα ενοχλούσε συνεχώς τον δικαστή να τιμωρήσει τους εχθρούς της, ενώ ο Λάζαρος απλώς προσπαθούσε να διώξει την πείνα τρώγοντας τα ψίχουλα που πέφτανε από το τραπέζι του πλουσίου και σερνόμενος λόγω αδυναμίας και ασθένειας. Αν δεν έχεις και δεν δίδεις, ή αν δυστυχείς και δεν δίδεις, κατανοητό μέχρι ενός σημείου. Το να έχεις όμως και να μη έχεις κανένα πρόβλημα και συνεχώς να γλεντάς και να ζεις με εκκεντρικότητα και παρ’ όλα αυτά να μη βοηθείς ακατανόητο και απάνθρωπο.

*      *      *

  Το άλλο πρόσωπο είναι ένας πτωχός. «Πτωχός δε τις ονόματι Λάζαρος».
Ο Λάζαρος ήταν αφάνταστα πτωχός. Δεν είχε ούτε ψίχουλα ούτε σπίτι· έστω μια παράγκα. Κι όμως ενώ είναι πτωχός και πεταμένος στο δρόμο έχει όνομα, έχει προσωπικότητα. Πτωχός ήταν και η κατ’ εξοχήν προσωπικότητα, ο Χριστός. Γεννήθηκε, έζησε, πέθανε πτωχός. Και το έκανε αυτό θεληματικά ενώ ήταν στην πραγματικότητα πλούσιος. Ο Χριστός «δι’ ημάς επτώχευσε, πλούσιος ων, ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτίσητε». Αυτή η θεληματική πτωχεία του Χριστού, η κένωση όπως ονομάζεται διαφορετικά, είναι η μεγάλη δόξα του και η μεγάλη προσφορά του στον άνθρωπο. Αν είμαστε πραγματικοί χριστιανοί, δεν πρέπει να φοβόμαστε την πτώχεια και αν είμαστε πλούσιοι θα πρέπει και εμείς με την ελεημοσύνη να αδείαζουμε το είναι μας από τα υλικά πλούτη για να βοηθούμε τους συνανθρώπους μας κι έτσι να πλουτίζουμε πνευματικά.

«Εβέβλητο προς τον πυλώνα προς τον πυλώνα αυτού ηλκώμενος... και οι κύνες ερχόμενοι απέλειχον τα έλκη αυτού».
Ήταν ολομόναχος και χωρίς γνωστούς και φίλους. Κι ενώ ήταν ολομόναχος και πάμπτωχος ήταν συγχρόνως και πολύ άρρωστος και αδύνατος. Ήταν ανήμπορος να βαδίσει και γεμάτος πληγές. Γι’ αυτό σερνόταν για να μετακινηθεί και τα σκυλιά ερχότανε και γλύφανε το αίμα από τις πληγές του. Εκτελούσαν χρέη νοσοκόμου, αφού κανένας δεν ερχότανε να τον βοηθήσει, και φαινόταν πιο φιλάνθρωπα από τον πλούσιο και από την κοινωνία της εποχής, αφού όχι μόνο δεν τον κατασπάραζαν για να χορτάσουν την πείνα τους αλλά και τον συμπαραστεκόταν με τα γλυψίματά τους.

Ο Λάζαρος ήταν πολύ ενάρετος.
Είχε τεράστια υπομονή. Ενώ ήταν ολομόναχος και πάμπτωχος και άρρωστος και αδύνατος συγχρόνως, κι ενώ έβλεπε τον πλούσιο να έχει άφθονα τα υλικά αγαθά, να ντύνεται εκκεντρικά και κάθε ημέρα να γλεντά και να ευφραίνεται με τους φίλους του και τους συγγενείς του, δεν απελπίστηκε, δε βλαστήμησε το Θεό και τους ανθρώπους, ούτε τον ίδιο τον πλούσιο. Ούτε τον καταράστηκε. Δεν είπε· «πού είναι η πρόνοια του Θεού και η δικαιοσύνη του» ούτε «δεν υπάρχει Θεός κι αν υπάρχει είναι κακούργος». Δεν είπε· «άτιμη και καταραμένη κοινωνία με πέταξες στην άκρη του δρόμου αβοήθητο και πεινασμένο και άρρωστο». Δεν είπε· «εγώ ενάρετος και δίκαιος και κακοπαθώ ποικιλοτρόπως· ενώ άλλος παλιάνθρωπος και απάνθρωπος είναι υγιής, δεν έχει κανένα πρόβλημα και γλεντά καθημερινά». Κι όλα αυτά σε μια εποχή που δεν ήταν καθαρό το δόγμα της αναστάσεως και της μετά θάνατον ζωής. Δεν είχε γνωρίσει άλλον «Λάζαρο» ούτε είχε ακούσει την διδασκαλία που ακούμε εμείς τώρα. Σίγουρα ο Λάζαρος θα άκουσε και τους «ευσεβείς» της εποχής του να λένε, αντί να πάνε να τον βοηθήσουν, «τι αμαρτίες έκανε και τον τυραννά έτσι ο Θεός»; Κι όμως ούτε απελπίστηκε ούτε νευρίασε και αγανάκτησε εναντίον τους.

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

«Εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενεχθήναι αυτόν υπό των αγγέλων εις τον κόλπον του Αβραάμ».
Κάποτε πέθανε ο πτωχός και άρρωστος και ανήμπορος και ολομόναχος Λάζαρος. Και τον οδήγησαν άγγελοι στον παράδεισο, στην αγκαλιά του Αβραάμ. Σ’ αυτή τη ζωή τον κάνανε παρέα τα σκυλιά και ήταν πεταμένος στον δρόμο. Τώρα τον κάνουνε παρέα αλλά και τιμητική συνοδεία οι άγγελοι. Τον οδηγούν κοντά στον αγαπημένο του Θεού και μέγα πατριάρχη και γενάρχη των Εβραίων και προφήτη που μέσω αυτού ήλθε η ευλογία σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ο πεταμένος βρίσκεται στο κέντρο του παραδείσου.
«Απέθανεν και ο πλούσιος και ετάφη».
Μπορεί στην κηδεία του να πήγανε επίσκοποι και ιερείς, να ψάλλανε χοροί ψαλτών και να παραβρέθηκαν όλοι οι επίσημοι και οι ευγενείς. Μπορεί να τον συνόδευσαν μουσικές και μπάντες. Να δόθηκαν μεγάλες δεξιώσεις και να γράφτηκαν άρθρα γι’ αυτόν από πληρωμένους δημοσιογράφους. Πάντως η Γραφή μιλά σύντομα και ψυχρά. Και οι πατέρες ιστορούν ότι την ψυχή του την συνόδευσαν οι πονηροί και απαίσιοι δαίμονες στον Άδη, για να βασανίζεται αιώνια, όπως λέγει η Γραφή παρακάτω.

«Υπάρχων εν βασάνοις».
Τα πράγματα εδώ αλλάζουν. Ο πλούσιος είναι τόσο πτωχός, που δεν έχει μια σταγόνα νερού. Ο παραπεταμένος και τιποτένιος Λάζαρος που δεν τον έδιδε σημασία, τώρα τον ικετεύει. Βλέπει τη δόξα του και την ευτυχία και την άρρητη ηδονή και απόλαυση που απολαμβάνει, όπως ο Λάζαρος έβλεπε την δική του στη γη. Βλέπει τον πλούσιο, πλην φιλόξενο και ελεήμονα Αβραάμ, να είναι στον παράδεισο και τον εαυτό του να είναι στην κόλαση. Ο ίδιος βρίσκεται μέσα σε φλόγα και υποφέρει και εκλιπαρεί για βοήθεια.

«Απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά».
Και ο μεγαλύτερος κακούργος έκανε κάτι καλό στη ζωή αλλά και ο μεγαλύτερος άγιος έκανε κάτι κακό. Έτσι ο μεν αμαρτωλός φθάνει στην αιώνια ζωή χωρίς αρετή και χωρίς να του χρωστά κάτι ο Θεός, ο δε δίκαιος φθάνει χωρίς αμαρτίες και έχοντας μόνο στεφάνια.

«ίνα πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου».
Εδώ φαίνεται ότι ο άνθρωπος, άπαξ και δεν μετανόησε και δεν βελτιώθηκε εδώ, δεν μπορεί ν’ αλλάξει προς το καλύτερο στην αιώνια ζωή. Ο πλούσιος παραμένει ατομικιστής ενδιαφερόμενος μόνο για την οικογένειά του. Αντί να πει στείλε τον Λάζαρο στον κόσμο γενικά αυτός νοιάζεται μόνο για τα πέντε αδέλφια του.

«Έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας· ακουσάτωσαν αυτών».
Στην αγία Γραφή μιλά ο Κύριος ο ίδιος. Αν δεν ακούσουν τον ζώντα εις τους αιώνες Κύριο, θ’ ακούσουν τους νεκρούς υπηρέτες του, έστω κι αν αναστηθούν θαυματουργικά; Η αγία Γραφή είναι ανώτερη από τα θαύματα. Όσοι δεν τη δίνουν σημασία ούτε και στα θαύματα θα πιστέψουν. Οι Ιουδαίοι είδαν τον Χριστό ν’ ανασταίνει τον Λάζαρο και ο Λάζαρος να επιστρέφει από τον άλλο κόσμο κι όμως όχι μόνο δεν τον πίστεψαν αλλά και τον σταύρωσαν. Γι’ αυτό ο πτωχός λεγότανε Λάζαρος, ώστε όταν γίνει η ανάσταση του Λαζάρου, να θυμηθούν την περικοπή, που είπε ο Κύριος, και να πιστέψουν.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
w.w.w. pmeletios. com

Σάββατο, Δεκεμβρίου 24, 2016

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

    Το πνευματικό μεγαλείο, το μυστικό βάθος και το αισθητικό κάλλος της Ορθοδόξου τέχνης συνεργούν στη μετοχή του πιστού στο καλοάγγελτο γεγονός της ενανθρώπισης. Μέσα στο χώρο της Εκκλησίας ο πιστός ζει το μυστήριο της σαρκώσεως με τις αισθήσεις του, που μεταμορφώνονται για να γίνουν μέσα επικοινωνίας με το άρρητο. Προσκυνώντας την εικόνα της Γεννήσεωςανταποκρίνεται στο κέλευσμα της ψαλμωδίας «δεύτε ίδωμεν πιστοί» και «βλέπει» με τα μάτια του την θεολογία της σαρκώσεως αισθανόμενος την ευφροσύνη της θείας συγκαταβάσεως και κενώσεως
    Ο εικονογραφικός τύπος διαμορφώθηκε έτσι ώστε να συνοψίζει τη θεολογία της Γεννήσεως ντύνοντάς την με άρτια αισθητική μορφή. Η παράσταση έχει οργανωθείαντιρρεαλιστικά και συμβολικά συνθέτοντας στοιχεία από την ιστορική πραγματικότητα, πνευματικά και διαχρονικά. Το βουνό, το σπήλαιο, η φάτνη, τα ζώα συνυπάρχουν με τον χρυσό κάμπο που είναι ο πνευματικός χώρος του ουρανού. Έτσι η εικόνα αμέσως παρουσιάζει την σύνθεση του γήινου και του ουράνιου, του ανθρώπινου και του θείου. 

    Όλες οι μορφές έχουν ειδικό νόημα και συμβολισμό. Η Γέννηση τοποθετείται μέσα σε σπήλαιο, στοιχείο που δεν προέρχεται από τα Ευαγγέλια, αλλά από την παράδοση που ξεκινάει μεν από το απόκρυφο το λεγόμενο Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου αλλά την παίρνει οορθόδοξος θεολογικός στοχασμός (Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς) και την καθιερώνει η υμνογραφία με τον Ρωμανό «και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει» (Κοντάκιον), και τους άλλους Υμνωδούς των Χριστουγέννων: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος… η γη το σπήλαιον» (Ιδιόμελον Εσπερινού), «τω σήμερον εν σπηλαίω τεχθέντι» (κάθισμα Όρθρου). 

    Το σκοτεινόχρωμο σπήλαιο συνδέεται και με τον Άδη που θα φωτίσει ο Χριστός με την Ανάστασή Του. Συμβολίζει όμως και τησκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου στην οποία θα λάμψει το χαρούμενο, λυτρωτικό φως «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις αυτοίς εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ. 4,16). 

    Ο Χριστός εικονίζεται σπαργανωμένος. Η εικονογραφία εδώ ακολουθεί πιστά την ευαγγελική διήγηση «και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινε αυτόν εν τη φάτνη» (Λουκ. 2,7). Το φασκιωμένο βρέφος παραπέμπει οπτικά σε μορφές νεκρών (όπως του Λαζάρου), δίνοντάς μας έτσι μια ακόμα νύξη για το σάββανο και την ταφή του Κυρίου

    Η θέση της Παναγίας είναι καίρια στην εικόνα δείχνοντας με αυτό τον τρόπο το ρόλο της μέσα στο έργο της σωτηρίας. Εικονίζεται σε άμεση σχέση με το γλυκύτατο Τέκνο της, αλλά διατηρεί και κάποια απόσταση απ’ Αυτό, υπαγορευόμενη από την γνώση της θεότητάς Του. Για τη στάση στην οποία ζωγραφίζεται η Θεοτόκος έχει διατυπωθεί η άποψη ότι καθορίζεται από τον με ή χωρίς ωδίνες τοκετό. Τόσο όμως η υμνολογία της Εκκλησίας όσο και μεγάλοι Πατέρες (Μ. Φώτιος) αποφαίνονται με σαφήνεια ότι έτεκεν ανωδίνως. Η μητρική τρυφερότητα και κάποια προορατική αίσθηση της ρομφαίας που θα διαπεράσει την καρδιά της ίσως προσδιορίζουν αυτή τη στάση της Θεομήτορος. 

    Μέσα στο σπήλαιο δεν υπάρχει άλλο πρόσωπο από την Μητέρα και το Βρέφος. Μόνο τα δύο ζώα (βόδι και ονάριο), που η παρουσία τους είναι μια ζωγραφική υπόμνηση των καυτερών για το Ισραήλ λόγων του Ησαΐα. Η αποστασία του εκλεκτού λαού του Θεού στηλιτεύεται με τον διακριτικό αυτόν τρόπο μέσα στην εικόνα. 

    Ο Ιωσήφ κάθεται έξω και κάπως απόμακρα από το σπήλαιο. Μ’ αυτό το τρόπο διατρανώνει η βυζαντινή ζωγραφική την θεμελιώδη πίστη της Εκκλησίας για την απείρανδρο γέννηση του Ιησού. Ο Ιωσήφ κάθεται συλλογισμένος, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα μοιάζει να έχει σαν πρότυπο αγάλματα σκεπτόμενων μορφών. Η στάση αυτή υποσημαίνει τις αμφιβολίες που φαίνεται ακόμα να έχει

    Σε μερικές εικόνες μπροστά στον Ιωσήφ στέκεται και συνομιλεί ένας τσοπάνος, συνήθως γέρος, κακόμορφος, που σύμφωνα με τα Απόκρυφα είναι ο διάβολος μεταμορφωμένος σε τσοπάνη που πειράζει τον Ιωσήφ δείχνοντας την ροζιασμένη μαγκούρα του λέγοντας ειρωνικά, πως αν αυτό το ξεραμένο ξύλο βλαστήσει με φύλλα και κλαδιά, τότε μπορεί και μια Παρθένα να γεννήσει. Σε κάποιες μάλιστα εικόνες, σαν άλλη επίρρωση της Παρθενίας της Θεοτόκου, ζωγραφίζεται βλαστημένη η ποιμενική ράβδος. 

    Η ένταξη των αμφιβολιών του Ιωσήφ στην εικόνα της Γεννήσεως, έχει χαρακτήρα διδακτικό. «Στο πρόσωπο του αγίου Ιωσήφ, η εικόνα αφηγείται ένα παγκόσμιο δράμα που παράγεται δια μέσου όλων των αιώνων… Το Μυστήριο του Ευαγγελίου απευθύνεται στη πίστη και συναντά το εμπόδιο τις αμφιβολίες» (Π. Ευδοκίμωφ). Η συλλογισμένη και συνεσταλμένη στάση του δείχνει άνθρωπο που βρέθηκε σε γεγονότα πάνω από τις δυνάμεις του, αλλά που δεν του λείπει η αγαθή προαίρεση. Για αυτό και τη Μαρία δεν θα τη διώξει κρυφά, όπως προς στιγμή σκέφτηκε, αλλά θα σταθεί δίπλα στη Μητέρα και το Παιδίον σαν προστάτης. Έτσι η αμφιβολία του Ιωσήφ γίνεται στήριγμα γι’ αυτούς που δοκιμάζονται από λογισμούς αμφιβολίας και δυσπιστίας.

    Οι ποιμένες, ανοιχτόκαρδοι, καλοκάγαθοι, ειρηνικοί άνθρωποι δέχονται με κατάπληξη, αλλά και χαρά το μήνυμα του ερχομού του Μεσσία, αντιπροσωπεύοντας την αγαθή μερίδα των αληθινών Ισραηλιτών που άκουσαν το καλό άγγελμα της σωτηρίας και το ενστερνίστηκαν αμέσως.

    Οι Μάγοι είναι οι σοφοί και διαβασμένοι, που όμως η γνώση τους δεν στέκει εμπόδιο στην προσκύνηση του σαρκωθέντος Λόγου. Γι’ αυτό και η τέχνη της Εκκλησίας δίνει μεγάλη σημασία στην παρουσία τους. Οι Μάγοι, με τις λαμπρές και παράξενες στολές τους, είναι οι αναζητητές που πασχίζουν να βρουν την Αλήθεια έξω από το χώρο του Ισραήλ. Αντιπροσωπεύουν τους ανά τους αιώνες αναζητητές της αλήθειας που μέσα από τους πολυδαίδαλους ατραπούς της σκέψης ακολουθώντας τον αστέρα της εσώτερης παρόρμησής τους φτάνουν κάποτε με ταπείνωση στην απλότητα της Φάτνης για να καταθέσουν τα δώρα του πνευματικού τους μόχθου και να χαρούν μαζί με τους ποιμένες. Τέλος, οι Μάγοι εικονίζονται με διαφορετική ηλικία για να υποδηλωθεί ότι ο Χριστός φωτίζει όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από ηλικία.

    Οι Άγγελοι ολόσωμοι, ευγενικοί και μεγαλόπρεποι, ντυμένοι με τα αρχαία ενδύματά τους (ιμάτιο και χιτώνα), σε στάσεις και κινήσεις που δείχνουν το σεβασμό στο Βρέφος αναγγέλλουν στους ποιμένες το μέγα γεγονός ότι «ετέχθη σήμερον σωτήρ ος εστίν Χριστός Κύριος». Και όταν όμως σκύβουν για να εκφράσουν το σεβασμό τους δεν ζωγραφίζονται μέσα στη σπηλιά, αλλά στέκουν απ’ έξω, ώστε να προβάλλεται ανεμπόδιστα και αδιάσπαστα το κεντρικό θέμα. Οι αγγελικές δυνάμεις προσφέρουν τη δοξολογία. Σε κάποιες εικόνες υπάρχει σε κυκλικό σχήμα η επιγραφή από το κατά Λουκά Ευαγγέλιο, «Δόξα εν υψίστοις Θεό και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία».

    Από τον ουρανό εξέρχεται μια ακτίνα και καταλήγει στο σπήλαιο πάνω από το βρέφος. Η ακτίνα αυτή σημαίνει την μια ουσία του Θεού αλλά χωρίζεται σε τρεις λάμψεις, για να προσδιορίσει τη συμμετοχή των τριών προσώπων στην θεία οικονομία της σωτηρίας.

    Η όλη σύνθεση κλείνει με ένα ακόμα επεισόδιο, που προέρχεται από τα Απόκρυφα: το πρώτο λουτρό του βρέφους. Στο πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου περιγράφονται διάφορες φροντίδες για τον τοκετό της Μαρίας καθώς και η μαία και η βοηθός της που συνδράμανε την Παναγία και έλουσαν το αρτιγέννητο. Εικονογραφικά η σκηνή κατάγεται από αρχαία παράσταση λουτρού του Διονύσου. Η χριστιανική τέχνη από τους πρώτους αιώνες προσέλαβε το θέμα. Εξαίρεση σημειώνεται τον 18ον αι. στο Άγιο Όρος, όπου η σκηνή θεωρήθηκε μειωτική της θεότητος και κατά συνέπεια απόβλητη. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι «το δε να ιστορούνται γυναίκες τινες πλύνουσαι τον Χριστόν εν λεκάνη, ως οράται εν πολλαίς εικόσι της Χριστού γεννήσεως, τούτο είναι παντάπασιν ατοπώτατον». Εξηγώντας αυτή τη θέση του ο Άγιος λέει ότι η Θεοτόκος δε γέννησε με πόνους και ωδίνες όπως οι άλλες γυναίκες για να χρειάζεται η σκηνή του λουτρού. Έτσι το θείο βρέφος ήταν καθαρό από την ακαθαρσία.

    Παραταύτα όμως η σκηνή επεκράτησε. Στην ορθόδοξο αίσθηση του λαού της εκκλησίας δεν προξένησε κανένα σκανδαλισμό. Είδε στην απεικόνιση αυτή μια ακόμη έκφανση της σαρκώσεως και ενανθρωπίσεως. Μερικοί μελετητές και θεολόγοι βλέπουν και μια προεικόνιση της Βαπτίσεως.

***

    Η ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως μορφοποιεί την διδασκαλία της Εκκλησίας κρατώντας όλο το θεολογικό βάθος της, καθώς βρήκε στην έκφραση το μέτρο ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο. Με την ταυτόχρονη αναπαράσταση μέσα στη ίδια σύνθεση γεγονότων που διαφέρουν μεταξύ τους χρονικά σημαίνει απελευθέρωση από την αντίληψη του χρόνου ροής και διαδοχής, δίνεται μια άλλη αίσθηση του χρόνου που τα αντιμετωπίζει όλα σαν παρόν. Αυτή η αντίληψη είναιαποτέλεσμα της κατανόησης του μυστηρίου της Σαρκώσεως, σαν γεγονότος ιστορικού, αλλά και μυστηριακού, εξωχρονικού. Γιατί ο Χριστός που γεννήθηκε στην ορισμένη χρονική στιγμήν «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ. 4,4) δεν έπαυσε να είναι ο «προ αιώνων υπάρχων» ο άχρονος Υιός. 

    Αυτή τη θεώρηση του χρόνου δίνει η Ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως και με αυτό το τρόπο κάνει σύγχρονο το γεγονός και καλεί τον πιστό να συμμετάσχει και να δει τον τόπο όπου εγεννήθη ο Χριστός. Αυτό είναι και το μεγάλο επίτευγμα της Βυζαντινής ζωγραφικής. Πέτυχε να φανερώσει με χρώματα και σχήματα την ενανθρώπιση στην σωτηριώδη, θεολογική διάσταση και χωρίς να μας στερήσει την αισθητική χαρά που γεννιέται από την μεγάλη τέχνη, κατόρθωσε να καταστήσει την εικόνα πύλη εισόδου στο μυστήριο που μπαίνουμε με ευφροσύνη και δοξολογία

Βιβλιογραφικές αναφορές: 


    - Χριστούγεννα, εκδ. Ακρίτας, άρθρο κ. Νικόλαου Ζία


ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Παρασκευή, Αυγούστου 05, 2016

ΤΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ;




ΤΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ;

Κάθε δεσποτική εορτή της Εκκλησίας μας αποκαλύπτει στους πιστούς θεολογικές αλήθειες του μυστηρίου της θείας οικονομίας, οι οποίες είναι απαραίτητες για την σωτηρία μας. Έτσι και η εορτή της Μεταμορφώσεως μας αποκαλύπτει·

α´) Ότι ο Χριστός είναι Υιός Θεού και Θεός.

Το άκτιστο φως που βγαίνει μέσα από τον Χριστό και τον περιλούζει και λάμπει το πρόσωπό του ως ο ήλιος· η «φωτεινή νεφέλη», που είναι στην αγία Γραφή σημείο της παρουσίας του Θεού και η φωνή του Θεού πατρός που ακούγεται μέσα από τη νεφέλη να λέγει «ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε» και (Ματθ. 17,5)· ο Μωυσής και ο Ηλίας οι θεόπτες και μεγάλοι προφήτες που τον αναγνωρίζουν ως Κύριό τους και αποκαλύπτουν ότι ο Χριστός είναι Κύριος ζώντων και νεκρών, ότι δεν είναι ένας προφήτης σαν κι αυτούς, ότι δεν είναι κάποιος που εκφράζεται αντίθετα απ’ αυτούς και εναντίον του Θεού, όπως τον παρουσίαζαν οι Ιουδαίοι, και που συζητούν μαζί του για την «έξοδο του» (Λκ. 9,32)· οι μαθητές που πέφτουν κάτω μπρούμυτα έκπληκτοι και θαμπωμένοι από τη Θεοφάνια του Χριστού, όλα αυτά αποκαλύπτουν και παρουσιάζουν παραστατικά και με μεγαλοπρέπεια τη θεία φύση του Χριστού. Τη θεία φύση που κρυβόταν θεληματικά πίσω από την ανθρώπινη. Τη θεία φύση που ο Χριστός αποκαλύπτει σε όσους τον αναζητούν και είναι καλοπροαίρετοι και χωρίς δόλο (πρβλ. Ιω. 1, 42·46·48).

β´) Τη δόξα της ανθρώπινης φύσεως.

Κατά τη μεταμόρφωση του Χριστού, το ανθρώπινο του πρόσωπο και το ανθρώπινο του σώμα –που αργότερα σταυρώθηκε και θάφτηκε– αυτό έλαμπε, αυτό ακτινοβολούσε. Ακόμη και τα ρούχα που το καλύπταν κι αυτά έλαμπαν και ακτινοβολούσαν (Λκ. 9,29). Η λάμψη του σώματος του Χριστού επεκτεινόταν και σ’ αυτά. Συνεπώς στη Μεταμόρφωση, φάνηκε εκτός από την θεότητα του και η δόξα της ανθρώπινης του φύσεως. Η δόξα του νέου Αδάμ, που δεν μολύνθηκε ποτέ από την αμαρτία.
Η ανθρώπινη του φύση ήταν μεν δοξασμένη από τα σπλάχνα της Θεοτόκου, αλλά μέχρι τότε δεν φαινόταν. Κρατούντο τα μάτια των μαθητών και δεν την έβλεπαν. Τώρα όμως, για πρώτη φορά άνοιξαν, για να δουν αυτό που είχε ο Χριστός από τη στιγμή που ενανθρώπισε. Δηλαδή στην πραγματικότητα δεν μεταμορφώθηκε ο Χριστός, αλλά μεταμορφώθηκαν τα μάτια των μαθητών του πνευματικά, ώστε να μπορούν να δουν το άκτιστο φως. Το φως το οποίο θα φωτίζει την ανέσπερη βασιλεία του Θεού (Αποκ. 22,5).
Και με την πράξη του αυτή ήταν σαν να έλεγε ο Χριστός· «Προσέξτε· έτσι όπως λάμπω τώρα, έτσι θα λάμψετε και εσείς οι άνθρωποι. Όλοι οι πιστοί και αφοσιωμένοι χριστιανοί». Αυτό που είχε πει κάποτε σ’ ένα κήρυγμα του ότι «οι δίκαιοι εκλάμψουσι ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτών» (Ματθ. 13,43), έρχεται τώρα να το πιστοποιήσει και να το αποδείξει εμπειρικά. Και θα το πιστοποιήσει και αργότερα ο Χριστός, όταν θ’ αποστείλει το Πνεύμα το Άγιο, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, και οι τότε πιστοί θα ζήσουν θείες εμπειρίες και θ’ αποκτήσουν κατά Θεό ένδοξα χαρίσματα. Και θα το πιστοποιεί συνεχώς δια του φωτισμού και της λάμψεως που εκπέμπουν οι ανά τους αιώνες άγιοί του.

γ´) Να υπακούμε στο Θεάνθρωπο Χριστό και το λόγο του.
Είναι ο Χριστός τέλειος Θεός, ο ένας της Αγίας Τριάδος, που ενσαρκώθηκε και έγινε και τέλειος άνθρωπος. Πρέπει να τον αναγνωρίζουμε ως Σωτήρα μας και να ακολουθούμε το θέλημά του. Αυτό πρέπει να είναι και το κύρια αίτημά στην προσευχή μας, όπως μας δίδαξε ο ίδιος. «Αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου» λέμε στο «Πάτερ ημών».
Όταν έτσι ζούμε και έτσι πολιτευόμαστε, απ’ αυτή τη ζωή θα ζούμε τη δόξα του και τη βασιλεία του, όπως οι προφήτες, οι απόστολοι και οι ανά τους αιώνες άγιοι. Τα υλικά αιτήματα και οι υλικές ανάγκες δεν θα είναι το πρόβλημά μας. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που παρατηρούμε στην εποπτεία της Μεταμορφώσεως. Στο Θαβώρ αναστέλλονται όλες οι ανθρώπινες επιθυμίες. Δεν σκέφτονται οι απόστολοι τι θα φάνε, τι θα πιούνε, που θα μείνουνε. Σκέφτονται μόνο για τον Χριστό, τον Μωυσή και τον Ηλία, να τους κάνουνε τρεις σκηνές. Και το λένε αυτό, γιατί εκείνη τη στιγμή τα έχουνε χαμένα και δεν ξέρουν τι λένε (Μαρκ. 9,7·Λκ. 9,34). Και όχι γιατί σκέπτονται με υλική προοπτική για τον Χριστό και τους δύο προφήτες. Να συνεπώς τι είναι η βασιλεία του Θεού. Ελαχιστοποιεί και ασημαντοποιεί όλα αυτά που θεωρούμε σπουδαία, ζωτικά και αναγκαία για την ύπαρξή μας. Και γι’ αυτό ο Χριστός μας γυμνάζει με τις εντολές του να μη εξαρτώμαστε από πράγματα τα οποία δεν θα υπάρχουν στη βασιλεία του.

Τι θα γίνει αν δεν αναγνωρίσουμε τον Θεάνθρωπο Χριστό ως Σωτήρα μας και δεν υπακούσουμε στο λόγο του; Αν σκεπτόμαστε συνεχώς ανθρωποκεντρικά και πιστεύουμε «πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος» (Πρωταγόρας 490-420 π. Χ.) και όχι ο Θεάνθρωπος;

Την απάντηση μας δίνει ιστορικό γεγονός που συνέβη την ίδια μέρα με την οποία γιορτάζει η Εκκλησία μας τη Μεταμόρφωση του Χριστού μας, το 1945. Στις 6 Αυγούστου του 1945 οι Αμερικανοί ρίχνουν την πρώτη ατομική βόμβα στην Χιροσίμα και την κάνουν στάχτη. Τυχαίο γεγονός ή σατανική επινόηση; Αγνοούμε. Πάντως γνωρίζουμε ότι ο φασίστας Χίτλερ όλους τους πολέμους τους άρχιζε Κυριακή και ότι οι δημοκρατικοί και πολιτισμένοι και «χριστιανοί» Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι κηρύξαν τον πόλεμο στην Σερβία το 1999 την παραμονή της 25ης Μαρτίου, ημέρας του Ευαγγελισμού, και οι Άγγλοι συνέχισαν τους βομβαρδισμούς και το Πάσχα που ακολούθησε, ρίχνοντας βόμβες με την επιγραφή «καλό Πάσχα».
Λοιπόν, αν δεν δεχθούμε ­–δια της υπακοής στον Χριστό– να μας φωτίσει και να μας αγιάσει το άκτιστο φως της Μεταμορφώσεως, θα έρθουν τα «φώτα» της σύγχρονης τεχνολογίας, χρησιμοποιούμενα από δαιμονικά μυαλά, να κονιορτοποιήσουν και να καταστρέψουν ολοσχερώς τον ανθρώπινο πολιτισμό. Κι αυτό θα γίνει όχι μόνο με τις πολεμικές συγκρούσεις αλλά και με ατυχήματα σαν το Τσερνομπίλ και της Φουκοσίμα, στα οποία αποδείχτηκε, ότι ο άνθρωπος, αφού επένδυσε όλες τις ελπίδες του κι όλα τα όνειρά του στις προόδους της επιστήμης, για ν’ απολαμβάνει μέσω της αλόγιστης χρήσεως των επιστημονικών ανακαλύψεων μια ξέφρενη ζωή απολαύσεων και ανέσεων με το πιο χαμηλό κόστος, στο τέλος χλώμιασε από φόβο και ανασφάλεια για το μέλλον του.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ.

Σάββατο, Ιουνίου 25, 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ





    Διαβάζουμε στην αγία Γραφή ότι ο προφήτης Ηλίας, κάποια στιγμή, νόμισε ότι δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος στον κόσμο, εκτός από τον εαυτό του, που να πιστεύει στο Θεό και ν’ αγωνίζεται για το άγιο θέλημά του. Βλέποντας τη γενική κατάπτωση και αποστασία των ανθρώπων του καιρού του απελπίστηκε, απογοητεύτηκε και γεμάτος παράπονο κραύγασε στο Θεό· «Υπολέλειμμαι εγώ μονώτατος» (Γ΄ Βασ. 19,10). Κύριε απέμεινα τελείως μόνος μου· κανένα άλλο δεν βλέπω να πιστεύει στο όνομά σου. Βέβαια ο προφήτης Ηλίας έπεσε έξω στις εκτιμήσεις του. Ο Θεός του απεκάλυψε ότι υπήρχαν 7.000 ακόμη πιστοί, που δεν «έκλιναν γόνυ τω Βάαλ».
    Ανάλογο παράπονο με τον Ηλία θα μπορούσαμε να εκφράσουμε και εμείς οι σύγχρονοι, καταπτοημένοι από την εντυπωσιακή εξάπλωση της αμαρτίας και της προκλητικής καταφρονήσεως του νόμου του Θεού. Αντί όμως ν’ απελπιστούμε, ή και να παρασυρθούμε ακόμη, με τη σκέψη ότι «αφού όλοι έτσι σκέπτονται και ζουν άρα έτσι πρέπει και μεις να σκεπτόμαστε και να ζούμε», θα πρέπει να θυμηθούμε ότι όπως και στην εποχή του Ηλία έτσι και στη δική μας, παρά τη φαινομενική κατάπτωση των ηθών και την απιστία υπάρχουν ακόμη άνθρωποι, που δεν «έκλιναν γόνυ τω Βάαλ». Υπάρχουν όχι απλώς ευσεβείς, αλλά άγιοι μ’ όλη τη σημασία της λέξεως, οι οποίοι όμως είναι άγνωστοι όπως και στην εποχή του Ηλία.Και αυτοί οι άγνωστοι άγιοι είναι ο λόγος που θεσπίστηκε η εορτή των «Αγίων Πάντων».
    Εάν ανοίξουμε το Πεντηκοστάριον, το βιβλίο δηλαδή της Εκκλησίας μας, που περιέχει τους ύμνους των εορτών από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι και την Κυριακή των αγίων Πάντων, θα δούμε στο συναξάρι της ημέρας να γράφονται τα εξής·
    Α΄. Ότι οι πατέρες θέσπισαν την εορτή αυτή μια εβδομάδα μετά την πεντηκοστή, για να φανερωθούν στον κόσμο οι καρποί του Αγίου Πνεύματος. Για να φανερωθούν τα χαρίσματα και η δύναμη που μοίρασε ο Παράκλητος στους πιστούς καθιστώντας τους έτσι αγίους. Έτσι βλέπουμε, ήδη από την ημέρα της πεντηκοστής, οι απόστολοι να μιλούν ξένες γλώσσες. Ο Πέτρος ο οποίος απαρνήθηκε τον Χριστό τρεις φορές, τις δύο μάλιστα μπροστά σε δύο υπηρέτριες της αυλής του αρχιερέως, αμέσως μετά την πεντηκοστή, βγάζει την πρώτη ομιλία του και μιλάει για τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, για την θεότητα του Χριστού, ότι αυτός ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας, και ελέγχει τους Ιουδαίους για το ανοσιούργημα που διέπραξαν. Που βρήκε τη δύναμη ο Πέτρος και το θάρρος; Ήταν δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Το ίδιο και οι πράξεις των μετέπειτα αγίων. Γι’ αυτό αμέσως μετά την πεντηκοστή εορτάζουμε τους Αγίους Πάντας.
    Β΄. Ένας άλλος λόγος που θεσπίστηκε η εορτή αυτή είναι γιατί επιβαλλόταν όλοι οι άγιοι που τιμώνται χωριστά να συναχθούν σε μία κοινή εορτή, για να φανεί μ’ αυτόν τον τρόπο ότι όλοι μαζί αγωνίστηκαν για το ίδιο πρόσωπο, τον Χριστό, σ’ ένα κοινό στάδιο, το στάδιο της χριστιανικής αρετής, και ενός Θεού δούλοι ήσαν κι απ’ αυτόν αξίως έλαβαν τους στεφάνους της νίκης. Έτσι η κοινή αυτή εορτή είναι μια παρόρμηση αλλά και μια ελπίδα ότι όλοι οι πιστοί αν αγωνισθούν όπως αγωνίστηκαν εκείνοι θ’ απολάβουν κι αυτοί τους στεφάνους της εν Χριστώ νίκης και της κατά Θεόν τελειώσεως. Μας λένε οι Πράξεις των Αποστόλων (1,15) ότι οι πρώτοι πιστοί, 120 τον αριθμόν, όλοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα κατά την ημέρα της πεντηκοστής, και όλοι ζήσανε την εμπειρία της θεώσεως. Συνεπώς η αγιότητα δεν είναι μόνο για κάποιους εκλεκτούς αλλά για όλους τους χριστιανούς.
    Γ΄. Και ένας τελευταίος λόγος που προκάλεσε τη σύσταση της συλλογικής αυτής εορτής είναι ο εξής· Υπάρχουν άγιοι που είναι γνωστοί και τιμώνται με πανηγύρεις από την Εκκλησία. Υπάρχουν όμως και άγιοι άγνωστοι και αφανείς. Κάποιους τους γράφει η ιστορία όλοι τους όμως γράψανε την ιστορία της Εκκλησίας. Αυτούς λοιπόν τους αγνώστους αγίους τους γιορτάζει η Εκκλησία μας με τους γνωστούς μαζί. Κάτι ανάλογο κάνει και η πολιτεία με το «Μνημείο του αγνώστου στρατιώτου».
* * *
    Πολύ βασικός και ενθαρρυντικός ο λόγος ο τελευταίος. Μας αποκαλύπτει αυτό που αποκάλυψε στον Ηλία ο Θεός. Ότι πάντα υπάρχουν άγιοι. Όπως σε μέρη έρημα που δεν υπάρχει ίχνος νερού, εάν κάνουμε γεώτρηση βρίσκουμε νερό, έτσι και στην έρημο της κοινωνίας μας, την κατάξερη από τους ανέμους του υλισμού, της αθεΐας και της απιστίας, υπάρχουν φλέβες αγιότητας μόνο που πρέπει να ψάξουμε να τις βρούμε. Και όχι μόνο άγνωστοι άγιοι αλλά και γνωστοί υπάρχουν. Έτσι στον αιώνα που μας πέρασε έχουμε τον άγιο Σάββα της Καλύμνου, τον άγιο Νεκτάριο την Αίγινας, τους αναρίθμητους αγίους της Ρωσίας, που αγίασαν κατά τους χρόνους που επικράτησε ο άθεος Μαρξισμός.
    Ενώ όμως είναι ενθαρρυντικός ο τελευταίος λόγος της συστάσεως της εορτής, είναι συγχρόνως και ελεγκτικός και αφυπνιστικός για μας τους ράθυμους και ακηδείς. Διότι η ύπαρξη γνωστών και αγνώστων αγίων μας ενθαρρύνει μεν αλλά και μας κρίνει και μας καταδικάζει. Αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος την περίπτωση του πλουσίου νεανίσκου, που δεν μπόρεσε ν’ ακολουθήσει τον Χριστό, γιατί είχε κτήματα πολλά. Ερώτησε τότε ο Πέτρος τον Χριστό· «Ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι· τι άρα έσται ημίν; Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· αμήν λέγω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι εν τη παλιγγενεσία, όταν καθίση ο υιός του ανθρώπου επι θρόνου δόξης αυτού,καθίσεσθε και υμείς επι δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ (Ματθ. 19,28).
    Θα καθίσουν λοιπόν οι άγιοι και θα μας κρίνουν όπως αναφέρεται και στην Αποκάλυψη (20,4). «Και είδον θρόνους, και εκάθησαν επ’ αυτούς, και κρίμα εδόθη αυτοίς». Ποιοι είναι αυτοί στους οποίους αναφέρεται η Αποκάλυψη; Είναι οι άγιοι που μαρτύρησαν για τον Χριστό. Αυτοί που δεν προσκύνησαν τον διάβολο στις ποικίλες μορφές και εμφανίσεις του και δεν έλαβαν το χάραγμα του αντιχρίστου.
    Πως θα μας κρίνουν οι άγιοι; Όχι ότι θα εκφέρουν δικαστική απόφαση. Κριτής είναι μόνο ο Χριστός. Θα μας κρίνουν όμως με το παράδειγμά τους και την θυσία τους. Λέγει ο Χριστός στο κατά Ματθαίο ευαγγέλιο (12,40-42) ότι στη Β΄ Παρουσία θα κατακρίνουν τη γενιά του Χριστού -που δεν πίστευσε σ’ αυτόν- οι Νινευίτες, διότι επίστευσαν στο κήρυγμα του προφήτη Ιωνά και μετανόησαν. Θα τους κατακρίνει επίσης η βασίλισσα του Σαββά, διότι ήρθε από τα βάθη της γης για να γνωρίσει τον Σολομώντα, που ήταν απλός άνθρωπος, ενώ αυτοί δεν ενδιαφέρθηκαν να γνωρίσουν τον Θεάνθρωπο Χριστόν.
    Να λοιπόν η ενθάρρυνση αλλά και ο έλεγχος και η κρίση των αγίων.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜ
πηγή

Τετάρτη, Ιανουαρίου 06, 2016

Ο ΤΙΜΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ



Α΄. Ποιος είναι ο τίμιος Πρόδρομος
    Είναι αυτός για τον οποίον ο Χριστός είπε ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να γεννήθηκε από γυναίκα και να είναι ανώτερος του. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας ψάλλει στο απολυτίκιό του· «Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων σοι δε αρκέσει η μαρτυρία του Κυρίου Τίμιε Πρόδρομε».
    Πράγματι ο Τίμιος Πρόδρομος έχει ιδιαίτερα και πολλαπλά χαρακτηριστικά.
    Είναι αυτός που γεννιέται με έκτακτο και ασυνήθιστο τρόπο από την περασμένης ηλικίας μητέρα του· είναι καρπός προσευχής μάλλον παρά σαρκικού θελήματος.
    Είναι αυτός που λύνει την αφωνία του πατέρα του και σκορπά χαρά σ’ όλους με τη γέννησή του.
    Είναι ο παραιτούμενος οικιοθελώς από τη νομική ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης και σχολάζων κατά Θεό στην έρημο του Ιορδάνου.
    Είναι ο άκρος ασκητής και εγκρατευόμενος· δεν πίνει οινοπνευματώδη εντελώς, έχει περιορίσει στο ελαχιστότατο τις ανάγκες της τροφής, της ενδύσεως, της διαβιώσεως.
    Είναι ο κατ’ εξοχήν ελεύθερος άνθρωπος. Ελεύθερος από την τυραννία της τροφής, των ρούχων, των αξιωμάτων, της κολακείας, της κοινωνικής αποδοχής και συμπαραστάσεως. Ελεύθερος από τον φόβο και τις πιέσεις θρησκευτικού και πολιτικού κατεστημένου.
    Είναι ο επίγειος άγγελος και ο επουράνιος άνθρωπος. Είναι ο Αδάμ πριν την πτώση και πριν δημιουργηθεί η Εύα. Ο κατ’ εξοχήν παρθένος και άγαμος. Το κατ’ εξοχήν εκλεκτό δημιούργημα του Θεού. Η Παναγία και αυτός είναι οι δύο μεγάλοι άγιοι της Εκκλησίας.
    Είναι αυτός που έχει Πνεύμα Άγιο από την κοιλιά της μητέρας του και γι’ αυτό λαλεί προφητικά με τη γλώσσα της μητέρας του, ενώ ακόμη είναι έμβρυο έξι μηνών (Λκ. 1,41-45).
    Είναι ο Πρόδρομος του Κυρίου, όχι μόνο όταν ζούσε αλλά και όταν πέθανε. Προπορεύθηκε και προετοίμασε τις ψυχές των ανθρώπων και στη γη και στον Άδη. Τον έδειξε στους ανθρώπους ως έμβρυο, ως ώριμος άνδρας αλλά και ως νεκρός.
    Είναι αυτός που έρχεται «εις τύπον και τόπον», «εν πνεύματι και δυνάμει» του προφήτου Ηλία. Πυρφόρος, αλύγιστος, άτρομος, ασυμβίβαστος. Η μόνη του διαφορά με τον Ηλία ότι δεν έκανε χρήση της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή να κάψει αποσπάσματα στρατιωτών, να σφάξει τους ιερείς των ειδώλων και τους ψευδοπροφήτες, ή να ταλαιπωρεί με ξηρασία τον αμαρτωλό λαό. Ήταν οξύς και απειλητικός και ελεγκτικός μόνο στο κήρυγμα. Το κύριο και μόνο όπλο των αποστόλων.
    Είναι ο προφήτης που εμφανίζεται μετά από μακρόχρονη παύση της προφητείας. Πέντε αιώνες περίπου είχαν περάσει από την εμφάνιση του τελευταίου προφήτου του Μαλαχία. «Λιμός του ακούσαι τον λόγον Κυρίου» είχε πέσει. Η μεγαλύτερη τιμωρία και αποδοκιμασία του Θεού. Ο λαός διψούσε για προφητικό κήρυγμα και για προφητική καθοδήγηση και γι’ αυτό πλημμύρισαν από κόσμο οι όχθες του Ιορδάνου όταν εμφανίσθηκε.
    Είναι ο μόνος προφήτης που προφητεύτηκε εκ των προτέρων –από δύο προφήτες της Π.Δ. (Ησαΐα και Μαλαχία) και από τον πατέρα του (Λκ. 1,76)- ότι θα έρθει για να κάνει αυτό το έργο. «Ως γέγραπται εν ταις προφήταις, ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθεν σου (Μαλ.3,1)· φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού (Ησ. 40,3)» (Μαρκ. 1,2-3).
    Είναι ο Βαπτιστής του Κυρίου, που αξιώθηκε ανάμεσα σε δισεκατομμύρια ανθρώπους όλων των εποχών να τον βαπτίσει!
    Είναι ο θεόπτης που είδε τον Χριστό ως άνθρωπο, το Πνεύμα το Άγιο «εν είδει περιστεράς» και άκουσε τη φωνή του Θεού Πατέρα, βιώνοντας έτσι το μυστήριο της Αγίας Τριάδος.
    Είναι, αν και χαρισματούχος και φοβερά άγιος, αφάνταστα ταπεινός. Τον ρωτούσαν μήπως είναι ο Ηλίας που τον πήρε ο Θεός χωρίς να γνωρίσει θάνατον. Τον ρωτούσαν μήπως είναι ο Μεσσίας.Ερωτήματα που ξυπνούν τον ανθρώπινο εγωισμό και την ματαιοδοξία και που μπορούν να σπρώξουν τον άνθρωπο στο δρόμο της απωλείας. Κι όμως ο Ιωάννης πέρα για πέρα ταπεινός ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι ο Ηλίας, δεν είναι ο Μεσσίας, απλώς είναι αυτός που προετοιμάζει την οδό του Κυρίου. Κι όταν βλέπει τον Κύριο λέγει στους μαθητές του να ο αμνός του Κυρίου ακολουθείστε τον. Εγώ πρέπει να μικραίνω κι αυτός να μεγαλώνει. Εγώ δεν είμαι άξιος ούτε τα κορδόνια από τα παπούτσια να λύσω. Εγώ σας βαπτίζω με νερό αυτός θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο. Κι όταν βάπτισε τον Χριστό είπε εγώ πρέπει να βαπτισθώ από σένα και όχι εσύ.
    Είναι αυτός που μαρτύρησε και σφαγιάστηκε χάριν του Χριστού. Πριν σφαγιασθεί ο «Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», τα νήπια που σφαγίασε ο Ηρώδης ο μέγας και ο Τίμιος πρόδρομος που έσφαξε ο Ηρώδης Αντίπας τη απαιτήσει της συζύγου του Ηρωδιάδος, είναι τα αίματα που χύθηκαν για να καθαρίσουν τον κόσμο κάπως και να τον προετοιμάσουν να οικειωθεί την Θυσία του Σταυρού.

Β΄. Ποιο ήταν το έργο του
α΄. Να προαναγγείλει τον ερχομό του Χριστού.
    Από την εποχή του Αβραάμ ο Θεός μιλούσε για κάποιον που θα έφερνε την ευλογία του Θεού σ’ όλο τον κόσμο. Που θα ένωνε ξανά τη γη με τον ουρανό. Που θ’ αποκαθιστούσε τις σχέσεις μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Περνούσαν όμως οι αιώνες και ο λυτρωτής αυτός δεν φαινόταν. Οι άνθρωποι είχαν σταματήσει πλέον να ελπίζουν και να περιμένουν τον ερχομό του. Κι έρχεται ο Πρόδρομος να τους το υπενθυμίσει και να ξαναζωντανέψει στη θύμισή τους τον ερχομό του.
β΄. Να προετοιμάσει τον κόσμο να δεχθεί τον Κύριο, δηλαδή να μετανοήσει.
    Το «ετοιμάσατε την οδόν του Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού» (Ησ. 40,3) σημαίνει προετοιμάστε τις ψυχές των ανθρώπων να τον δεχθούν. Αυτές είναι που είναι γεμάτες από πάθη και ελαττώματα, που σαν αγκάθια, δεν επιτρέπουν να περάσει ο ερχόμενος Κύριος. Έτσι ο Πρόδρομος κατέστη ο κατ’ εξοχήν διδάσκαλος του νόμου του Θεού, ο κατ’ εξοχήν προφήτης και απόστολός του.
    Αυτό θα είναι και το έργο του Χριστού ως ανθρώπου μετέπειτα. Να μετανοήσει ο κόσμος και να ενωθεί ξανά με τον Τριαδικό Θεό.

    Λέγει ο αείμνηστος π. Αθάνασιος Μυτιληναίος σε ομιλία του· «Όταν ο Θεός μιλούσε στον Αδάμ στον παράδεισο δεν χρειαζόταν καμμία προετοιμασία. Ο Θεός παρουσιαζότανε και μιλούσε, δεν ξέρουμε πως γινόταν αυτό μόνο ο Αδάμ και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης το γνωρίζουν, πάντως μιλούσε και παρουσιαζότανε εική και ως έτυχε, χωρίς προετοιμασία. Διότι οι πρωτόπλαστοι δεν είχαν ακόμη αμαρτήσει.
    Μετά την πτώση όμως τα πράγματα άλλαξαν. Η αμαρτία έγινε εμπόδιο στο να συναντά ο Θεός τον άνθρωπο και όταν τον συναντούσε κατ’ ανάγκη, λόγω πρωτοβουλίας του Θεού, ό άνθρωπος γέμιζε από φόβο και αγωνία. Γι’ αυτό, όταν προσπαθεί να δει τον Αδάμ και την Εύα μετά τη πτώση, εκείνοι κρύβονται και δεν παρουσιάζονται.
    Έκτοτε ο άνθρωπος για ν’ αναφερθεί στο Θεό προετοιμάζεται. Η προετοιμασία αυτή ήταν κάποια θυσία ή κάποια ιδιαίτερη άσκηση και καθαρμός εκούσια ή κάτι που το του ζητά ο Θεός εκ των προτέρων».
    Ας θυμηθούμε την θυσία του Άβελ και του Κάιν και το πώς ο Θεός αντέδρασε σ’ αυτήν ανάλογα με την προσφορά που δέχθηκε.
    Ας θυμηθούμε τις θυσίες που προσφέρανε οι πατριάρχες των Εβραίων, Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ σε ξεχωριστές και επίσημες στιγμές της ζωής τους. Ας θυμηθούμε την προετοιμασία των Ισραηλιτών και του Μωυσή στο Σινά, κατόπιν εντολής του Θεού, πριν πάρουν το νόμο του Θεού.
    Ας θυμηθούμε τον Ηλία, που νήστεψε κι αυτός σαράντα μερόνυχτα πριν δει τον Θεό, λόγω ιδιαιτέρων συνθηκών που αντιμετώπιζε τότε, όταν τον καταδίωκε η Ιεζάβελ για να τον σκοτώσει,.
    Κι όλα αυτά δεν έπρεπε να είναι αυτονομημένα και αποκομμένα από την ψυχή του ανθρώπου, αλλά να εδράζονται και να ξεκινούν από την γνήσια και αυθεντική μετάνοια του. Η θυσία, η νηστεία, το πένθος, η συντριβή, η εκζήτηση του ελέους του Θεού, η αλλαγή νοοτροπίας και διαθέσεως όλα αυτά είναι, πρέπει να είναι στοιχεία και ενδείξεις της μετανοίας του ανθρώπου. Ας διαβάσουμε το πρώτο κεφάλαιο της προφητείας του Ησαΐα για να δούμε πως εκείνο που μας προετοιμάζει για να συναντήσουμε το Θεό είναι κυρίως η γνήσια μετάνοια και η υπακοή στο θέλημά του. Πολύ περισσότερο λοιπόν τώρα, που έρχεται ο Θεός να συναντήσει τον άνθρωπο πρόσωπο προς πρόσωπο, έπρεπε να γίνει μια προετοιμασία του αμαρτωλού λαού.
    Έτσι ο Πρόδρομος αρχίζει το αφυπνιστικό του κήρυγμα «μετανοείτε» και οι άνθρωποι αρχίζουν να ανανήφουν και να τρέχουν κοντά του να τον συμβουλευθούν. Έρχονται οι όχλοι, οι Ιεροσολυμίτες, οι τελώνες, οι στρατιώτες και ρωτούν «τι ουν ποιήσομεν» (Λουκ. 3,10-14). Οι μόνοι που δεν έρχονται για να ρωτήσουν με αγνό σκοπό είναι οι ιερείς, οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι «οι δικαιούντες εαυτούς» (Λουκ. 16,15). Γι’ αυτό ο Ιωάννης τους ελέγχει σκληρά ονομάζοντάς τους «γενεά εχιδνών» και υποδεικνύοντάς τους να μετανοήσουν και να μη επαναπαύονται στο ότι είναι απόγονοι του Αβραάμ.
γ΄. Να δείξει τον Χριστό.
    Την εποχή εκείνη υπήρχε μεγάλη σύγχυση για το ποιος θα είναι ο Χριστός. Άλλοι λέγανε μήπως είναι ο Ιωάννης και ο Ιωάννης απαντούσε αρνητικά. Άλλοι λέγανε ότι θα είναι ο Ιερεμίας, ο Ηλίας ή κάποιος άλλος προφήτης. Η σύγχυση που επικρατούσε τότε ήταν σαν τη σύγχυση που επικρατεί τώρα για το πρόσωπο του αντιχρίστου. Έρχεται λοιπόν ο Πρόδρομος και τον δείχνει· «να αυτός είναι ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτία του κόσμου». Εδώ είναι το κυρίως προφητικό έργο του Ιωάννου, ν’ αποκαλύψει την παρουσία του Θεού στον κόσμο που δεν τη γνωρίζει.
δ΄. Να βαπτίσει τον Χριστό.
    Τι ήταν το βάπτισμα του Ιωάννου; Ήταν βάπτισμα μετανοίας. Ήταν δηλαδή ένα μέσο που καλλιεργούσε τους ανθρώπους και τους προετοίμαζε για να μετανοήσουν. Ο Ιωάννης ήταν «κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Λουκ.3,3) Εγώ βαπτίζω με νερό έλεγε ο Ιωάννης θα έρθει όμως ο Μεσσίας που θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο «αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί» (Λουκ.3,16).
    Με το νερό ένα μεταλλικό αντικείμενο καθαρίζεται μόνο εξωτερικά, ενώ η φωτιά εισχωρεί μέσα του και το λειώνει, ώστε να καθαρισθεί από κάθε πρόσμιξη, να πάρει νέα μορφή και νέο σχήμα. Έτσι το βάπτισμα του Μεσσία -που εμφανίζεται πρώτη φορά την ημέρα της Πεντηκοστής, όπου το άγιο Πνεύμα κατέρχεται με μορφή πυρίνων γλωσσών εκπληρώνοντας την προφητεία του Ιωάννου- εξαγνίζει βαθειά τον άνθρωπο και τον μεταμορφώνει, καθώς το άγιο Πνεύμα σαν φωτιά διαπερνά ολόκληρη την ύπαρξή του.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Σάββατο, Δεκεμβρίου 12, 2015

Θεολογική ερμηνεία της εικόνας της Γέννησης του Χριστού


           

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


 
Το πνευματικό μεγαλείο, το μυστικό βάθος και το αισθητικό κάλλος της Ορθοδόξου τέχνης συνεργούν στη μετοχή του πιστού στο καλοάγγελτο γεγονός της ενανθρώπισης. Μέσα στο χώρο της Εκκλησίας ο πιστός ζει το μυστήριο της σαρκώσεως με τις αισθήσεις του, που μεταμορφώνονται για να γίνουν μέσα επικοινωνίας με το άρρητο. Προσκυνώντας την εικόνα της Γεννήσεως ανταποκρίνεται στο κέλευσμα της ψαλμωδίας «δεύτε ίδωμεν πιστοί» και «βλέπει» με τα μάτια του την θεολογία της σαρκώσεως αισθανόμενος την ευφροσύνη της θείας συγκαταβάσεως και κενώσεως. 
Ο εικονογραφικός τύπος διαμορφώθηκε έτσι ώστε να συνοψίζει τη θεολογία της Γεννήσεως ντύνοντάς την με άρτια αισθητική μορφή. Η παράσταση έχει οργανωθεί αντιρρεαλιστικά και συμβολικά συνθέτοντας στοιχεία από την ιστορική πραγματικότητα, πνευματικά και διαχρονικά. Το βουνό, το σπήλαιο, η φάτνη, τα ζώα συνυπάρχουν με τον χρυσό κάμπο που είναι ο πνευματικός χώρος του ουρανού. Έτσι η εικόνα αμέσως παρουσιάζει την σύνθεση του γήινου και του ουράνιου, του ανθρώπινου και του θείου. 


Όλες οι μορφές έχουν ειδικό νόημα και συμβολισμό. Η Γέννηση τοποθετείται μέσα σε σπήλαιο, στοιχείο που δεν προέρχεται από τα Ευαγγέλια, αλλά από την παράδοση που ξεκινάει μεν από το απόκρυφο το λεγόμενο Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου αλλά την παίρνει ο ορθόδοξος θεολογικός στοχασμός (Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς) και την καθιερώνει η υμνογραφία με τον Ρωμανό «και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει» (Κοντάκιον), και τους άλλους Υμνωδούς των Χριστουγέννων: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος… η γη το σπήλαιον» (Ιδιόμελον Εσπερινού), «τω σήμερον εν σπηλαίω τεχθέντι» (κάθισμα Όρθρου). 



 
Το σκοτεινόχρωμο σπήλαιο συνδέεται και με τον Άδη που θα φωτίσει ο Χριστός με την Ανάστασή Του. Συμβολίζει όμως και τη σκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου στην οποία θα λάμψει το χαρούμενο, λυτρωτικό φως «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις αυτοίς εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ. 4,16). 

Ο Χριστός εικονίζεται σπαργανωμένος. Η εικονογραφία εδώ ακολουθεί πιστά την ευαγγελική διήγηση «και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινε αυτόν εν τη φάτνη» (Λουκ. 2,7). Το φασκιωμένο βρέφος παραπέμπει οπτικά σε μορφές νεκρών (όπως του Λαζάρου), δίνοντάς μας έτσι μια ακόμα νύξη για το σάββανο και την ταφή του Κυρίου. 
 


 
Η θέση της Παναγίας είναι καίρια στην εικόνα δείχνοντας με αυτό τον τρόπο το ρόλο της μέσα στο έργο της σωτηρίας. Εικονίζεται σε άμεση σχέση με το γλυκύτατο Τέκνο της, αλλά διατηρεί και κάποια απόσταση απ’ Αυτό, υπαγορευόμενη από την γνώση της θεότητάς Του. Για τη στάση στην οποία ζωγραφίζεται η Θεοτόκος έχει διατυπωθεί η άποψη ότι καθορίζεται από τον με ή χωρίς ωδίνες τοκετό. Τόσο όμως η υμνολογία της Εκκλησίας όσο και μεγάλοι Πατέρες (Μ. Φώτιος) αποφαίνονται με σαφήνεια ότι έτεκεν ανωδίνως. Η μητρική τρυφερότητα και κάποια προορατική αίσθηση της ρομφαίας που θα διαπεράσει την καρδιά της ίσως προσδιορίζουν αυτή τη στάση της Θεομήτορος. 

Μέσα στο σπήλαιο δεν υπάρχει άλλο πρόσωπο από την Μητέρα και το Βρέφος. Μόνο τα δύο ζώα (βόδι και ονάριο), που η παρουσία τους είναι μια ζωγραφική υπόμνηση των καυτερών για το Ισραήλ λόγων του Ησαΐα. Η αποστασία του εκλεκτού λαού του Θεού στηλιτεύεται με τον διακριτικό αυτόν τρόπο μέσα στην εικόνα. 
 




 
Ο Ιωσήφ κάθεται έξω και κάπως απόμακρα από το σπήλαιο. Μ’ αυτό το τρόπο διατρανώνει η βυζαντινή ζωγραφική την θεμελιώδη πίστη της Εκκλησίας για την απείρανδρο γέννηση του Ιησού. Ο Ιωσήφ κάθεται συλλογισμένος, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα μοιάζει να έχει σαν πρότυπο αγάλματα σκεπτόμενων μορφών. Η στάση αυτή υποσημαίνει τις αμφιβολίες που φαίνεται ακόμα να έχει. 




Σε μερικές εικόνες μπροστά στον Ιωσήφ στέκεται και συνομιλεί ένας τσοπάνος, συνήθως γέρος, κακόμορφος, που σύμφωνα με τα Απόκρυφα είναι ο διάβολος μεταμορφωμένος σε τσοπάνη που πειράζει τον Ιωσήφ δείχνοντας την ροζιασμένη μαγκούρα του λέγοντας ειρωνικά, πως αν αυτό το ξεραμένο ξύλο βλαστήσει με φύλλα και κλαδιά, τότε μπορεί και μια Παρθένα να γεννήσει. Σε κάποιες μάλιστα εικόνες, σαν άλλη επίρρωση της Παρθενίας της Θεοτόκου, ζωγραφίζεται βλαστημένη η ποιμενική ράβδος. 
 


Η ένταξη των αμφιβολιών του Ιωσήφ στην εικόνα της Γεννήσεως, έχει χαρακτήρα διδακτικό. «Στο πρόσωπο του αγίου Ιωσήφ, η εικόνα αφηγείται ένα παγκόσμιο δράμα που παράγεται δια μέσου όλων των αιώνων… Το Μυστήριο του Ευαγγελίου απευθύνεται στη πίστη και συναντά το εμπόδιο τις αμφιβολίες» (Π. Ευδοκίμωφ). Η συλλογισμένη και συνεσταλμένη στάση του δείχνει άνθρωπο που βρέθηκε σε γεγονότα πάνω από τις δυνάμεις του, αλλά που δεν του λείπει η αγαθή προαίρεση. Για αυτό και τη Μαρία δεν θα τη διώξει κρυφά, όπως προς στιγμή σκέφτηκε, αλλά θα σταθεί δίπλα στη Μητέρα και το Παιδίον σαν προστάτης. Έτσι η αμφιβολία του Ιωσήφ γίνεται στήριγμα γι’ αυτούς που δοκιμάζονται από λογισμούς αμφιβολίας και δυσπιστίας. 




 
Οι ποιμένες, ανοιχτόκαρδοι, καλοκάγαθοι, ειρηνικοί άνθρωποι δέχονται με κατάπληξη, αλλά και χαρά το μήνυμα του ερχομού του Μεσσία, αντιπροσωπεύοντας την αγαθή μερίδα των αληθινών Ισραηλιτών που άκουσαν το καλό άγγελμα της σωτηρίας και το ενστερνίστηκαν αμέσως. 





Οι Μάγοι είναι οι σοφοί και διαβασμένοι, που όμως η γνώση τους δεν στέκει εμπόδιο στην προσκύνηση του σαρκωθέντος Λόγου. Γι’ αυτό και η τέχνη της Εκκλησίας δίνει μεγάλη σημασία στην παρουσία τους. Οι Μάγοι, με τις λαμπρές και παράξενες στολές τους, είναι οι αναζητητές που πασχίζουν να βρουν την Αλήθεια έξω από το χώρο του Ισραήλ. Αντιπροσωπεύουν τους ανά τους αιώνες αναζητητές της αλήθειας που μέσα από τους πολυδαίδαλους ατραπούς της σκέψης ακολουθώντας τον αστέρα της εσώτερης παρόρμησής τους φτάνουν κάποτε με ταπείνωση στην απλότητα της Φάτνης για να καταθέσουν τα δώρα του πνευματικού τους μόχθου και να χαρούν μαζί με τους ποιμένες. Τέλος, οι Μάγοι εικονίζονται με διαφορετική ηλικία για να υποδηλωθεί ότι ο Χριστός φωτίζει όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από ηλικία. 
 





 
Οι Άγγελοι ολόσωμοι, ευγενικοί και μεγαλόπρεποι, ντυμένοι με τα αρχαία ενδύματά τους (ιμάτιο και χιτώνα), σε στάσεις και κινήσεις που δείχνουν το σεβασμό στο Βρέφος αναγγέλλουν στους ποιμένες το μέγα γεγονός ότι «ετέχθη σήμερον σωτήρ ος εστίν Χριστός Κύριος». Και όταν όμως σκύβουν για να εκφράσουν το σεβασμό τους δεν ζωγραφίζονται μέσα στη σπηλιά, αλλά στέκουν απ’ έξω, ώστε να προβάλλεται ανεμπόδιστα και αδιάσπαστα το κεντρικό θέμα. Οι αγγελικές δυνάμεις προσφέρουν τη δοξολογία. Σε κάποιες εικόνες υπάρχει σε κυκλικό σχήμα η επιγραφή από το κατά Λουκά Ευαγγέλιο, «Δόξα εν υψίστοις Θεό και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία». 





Από τον ουρανό εξέρχεται μια ακτίνα και καταλήγει στο σπήλαιο πάνω από το βρέφος. Η ακτίνα αυτή σημαίνει την μια ουσία του Θεού αλλά χωρίζεται σε τρεις λάμψεις, για να προσδιορίσει τη συμμετοχή των τριών προσώπων στην θεία οικονομία της σωτηρίας. 
 





 
Η όλη σύνθεση κλείνει με ένα ακόμα επεισόδιο, που προέρχεται από τα Απόκρυφα: το πρώτο λουτρό του βρέφους. Στο πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου περιγράφονται διάφορες φροντίδες για τον τοκετό της Μαρίας καθώς και η μαία και η βοηθός της που συνδράμανε την Παναγία και έλουσαν το αρτιγέννητο. Εικονογραφικά η σκηνή κατάγεται από αρχαία παράσταση λουτρού του Διονύσου. Η χριστιανική τέχνη από τους πρώτους αιώνες προσέλαβε το θέμα. Εξαίρεση σημειώνεται τον 18ον αι. στο Άγιο Όρος, όπου η σκηνή θεωρήθηκε μειωτική της θεότητος και κατά συνέπεια απόβλητη. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι «το δε να ιστορούνται γυναίκες τινες πλύνουσαι τον Χριστόν εν λεκάνη, ως οράται εν πολλαίς εικόσι της Χριστού γεννήσεως, τούτο είναι παντάπασιν ατοπώτατον». Εξηγώντας αυτή τη θέση του ο Άγιος λέει ότι η Θεοτόκος δε γέννησε με πόνους και ωδίνες όπως οι άλλες γυναίκες για να χρειάζεται η σκηνή του λουτρού. Έτσι το θείο βρέφος ήταν καθαρό από την ακαθαρσία. 


Παραταύτα όμως η σκηνή επεκράτησε. Στην ορθόδοξο αίσθηση του λαού της εκκλησίας δεν προξένησε κανένα σκανδαλισμό. Είδε στην απεικόνιση αυτή μια ακόμη έκφανση της σαρκώσεως και ενανθρωπίσεως. Μερικοί μελετητές και θεολόγοι βλέπουν και μια προεικόνιση της Βαπτίσεως. 

*** 

Η ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως μορφοποιεί την διδασκαλία της Εκκλησίας κρατώντας όλο το θεολογικό βάθος της, καθώς βρήκε στην έκφραση το μέτρο ανάμεσα στο θείο και το ανθρώπινο. Με την ταυτόχρονη αναπαράσταση μέσα στη ίδια σύνθεση γεγονότων που διαφέρουν μεταξύ τους χρονικά σημαίνει απελευθέρωση από την αντίληψη του χρόνου ροής και διαδοχής, δίνεται μια άλλη αίσθηση του χρόνου που τα αντιμετωπίζει όλα σαν παρόν. Αυτή η αντίληψη είναι αποτέλεσμα της κατανόησης του μυστηρίου της Σαρκώσεως, σαν γεγονότος ιστορικού, αλλά και μυστηριακού, εξωχρονικού. Γιατί ο Χριστός που γεννήθηκε στην ορισμένη χρονική στιγμήν «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ. 4,4) δεν έπαυσε να είναι ο «προ αιώνων υπάρχων» ο άχρονος Υιός. 

Αυτή τη θεώρηση του χρόνου δίνει η Ορθόδοξη εικόνα της Γεννήσεως και με αυτό το τρόπο κάνει σύγχρονο το γεγονός και καλεί τον πιστό να συμμετάσχει και να δει τον τόπο όπου εγεννήθη ο Χριστός. Αυτό είναι και το μεγάλο επίτευγμα της Βυζαντινής ζωγραφικής. Πέτυχε να φανερώσει με χρώματα και σχήματα την ενανθρώπιση στην σωτηριώδη, θεολογική διάσταση και χωρίς να μας στερήσει την αισθητική χαρά που γεννιέται από την μεγάλη τέχνη, κατόρθωσε να καταστήσει την εικόνα πύλη εισόδου στο μυστήριο που μπαίνουμε με ευφροσύνη και δοξολογία. 


Βιβλιογραφικές αναφορές: 

- Χριστούγεννα, εκδ. Ακρίτας, άρθρο κ. Νικόλαου Ζία 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...