Πρέπει νά πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι κανείς δέν πειράζεται ἀπό τούς δαίμονες χωρίς τήν παραχώρηση τοῦ Θεοῦ καί, ἐπιπλέον, ὅτι καθετί, τό ὁποῖο πρός στιγμήν μᾶς φαίνεται θλιβερό ἤ δυσάρεστο, μάς ἔχει σταλεῖ ἀπό ἕναν στοργικό Πατέρα, ἀπό ἕναν σπλαχνικό Γιατρό. Κι αὐτό, ἀποκλειστικά καί μόνο γιά τήνὠφέλεια μας.
Ἔτσι, οἱ πειρασμοί συμβαίνουν στούς ἀνθρώπους:
α) γιά νά δοκιμαστοῦν, ὥστε νά λάμψει ἡ ἀρετή τους, ὅπως συνέβη μέ τούς πειρασμούς τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰώβ καί πολλῶν ἄλλων δικαίων·
β) γιά νά καθαριστοῦν ἀπό ὅλα τά στίγματα τῶν ἁμαρτιῶν τους ἤ, ὅπως λέει ὁπροφήτης Ἡσαΐας, ἀπό ὅλες τίς σκουριές πού ὁ Θεός βλέπει ὅτι ὑπάρχουν μέσαστό βάθος τῆς ψυχῆς τῶν παιδιῶν του (βλ. Ἡσ. 1:25), ὥστε τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως νά ἐμφανιστοῦν μπροστά Του σάν καθαρό χρυσάφι·
γ) γιά νά “τιμωρηθοῦν” παιδαγωγικά ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους, ὅπως διαβάζουμε στούς Ψαλμούς: «Πολλές εἶναι οἱ συμφορές, μέ τίς ὁποῖες μαστιγώνειὁ Κύριος τόν ἁμαρτωλό» (Ψαλμ. 31:10).