Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλικά Θέματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλικά Θέματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

Ὁ Πιλᾶτος




Ὁ νόµος διέτασσε ὅτι σὲ περίπτωση, ποὺ κάποιος γινόταν ἀκάθαρτος ἀπὸ µιά τέτοια σύµµιξη καὶ ἐπικοινωνία µὲ εἰδωλολάτρες, ἔπρεπε νὰ ἀναβάλει τὸν ἑορτασµὸ τοῦ πάσχα γιὰ ἕναν ὁλόκληρο µῆνα. «Ποῖος µολυσµὸς εἰπέ µοι, ἐπιβῆναι δικαστηρίῳ ἔνθα δίκην οἱ ἀδικοῦντες διδόασιν;» (Ἰω. Χρύσ.).

Ὁ Πιλᾶτος βρίσκεται σὲ δυσχερῆ θέση ἔχοντας ἀπέναντί του τὸ δέσµιο Ἰησοῦ. Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραµµατεῖς ἀνακεφαλαιώνουν τὶς κατηγορίες κατὰ τοῦ Ἰησοῦ, «λέγοντας ἑαυτὸν Χριστὸν βασιλέα εἶναι» (Λουκ. κγ’ 2). Ὁ Πιλᾶτος εἶχε καταδικάσει καὶ ἄλλους, ποὺ παρουσιάζονταν ὡς µεσσιακοὶ βασιλεῖς (= στασιαστὲς), γι’ αὐτὸ καὶ ξεκίνησε ἀπὸ τὸ ἐρώτηµα: «Σὺ εἶσαι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων;». Ὁ Κύριος ἀναφέρεται στὴ Βασιλεία Του, ποὺ δὲν εἶναι ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσµο. Ὁ Πιλᾶτος δὲν µπορεῖ νὰ καταλάβει τί τοῦ λέγει ὁ Ἰησοῦς. Χρησιµοποιεῖ ὡς σωσσίβιο κάποιο ἐνδιαφέρον του γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἐτόνισε ὅτι ἦλθε «ἵνα µαρτυρήσῃ τῇ ἀληθείᾳ». Ὅταν τὸν ρώτησε «τί ἐστιν ἀλήθεια;» φυσικὰ καὶ δὲν πῆρε καµιάν ἀπάντηση, ἀφοῦ ἡ µοναδικὴ Ἀλήθεια βρισκόταν µπροστά του, ἀλλ’ αὐτὸς δὲν µποροῦσε νὰ τὴν ἀνακαλύψει.

Ὁ Πιλάτος ὁµολογεῖ πὼς δὲν βρίσκει αἰτία γιὰ νὰ καταδικάσει τὸν Ἰησοῦ. Γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει ὅµως τὸ µῖσος τῶν Ἰουδαίων ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ µηχανεύεται διάφορες ἐνέργειες. Χρησιµοποιεῖ τὴ συνήθεια, ποὺ ἀπέλυαν στὶς ἑορτὲς τοῦ Πάσχα κάποιον ἀπὸ τοὺς καταδίκους. Τοὺς πρότεινε τὸ Βαραββά, τὸ ληστή, καταφρονητὴ τῆς Ρώµης καὶ δολοφόνο ἀπὸ τὴ µιά µεριὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸν Ἰησοῦ. Καὶ ὁ ὄχλος γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει τὴ µανία του κατὰ τοῦ Ἰησοῦ διαλέγει τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Βαραββᾶ. Στὴ συνέχεια παραδίνει σὲ δηµόσια τιµωρία τὸν Ἰησοῦ µὲ προπηλακίσεις, µαστιγώσεις καὶ ἐξευτελισµοὺς (Ματθ. κζ’ 26, Λουκ. κγ’ 16).

Στὴ συνέχεια ὁ Πιλᾶτος δείχνοντας στὸν ὄχλο τὸν µαστιγωµένο καὶ µὲ ἀκάνθινο στεφάνι Ἰησοῦ, «Ἴδε ὁ ἄνθρωπος» ἀποκάλυψε µιάν ἀλήθεια ποὺ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε αἴσθηση τοῦ περιεχοµένου της. «Ἐξήγαγεν αὐτὸν (τόν Ἰησοῦ) περιβεβληµένον τὴν στολὴν τῆς χλεύης, ἵνα ἐν ἀτιµίᾳ τοσαύτῃ τοῦτον ἰδόντες κορεσθῶσι (=χορτάσουν) καὶ δυσωπηθῶσι (συγκινηθοῦν)» (Εὐθύµιος Ζιγαβηνός). Ὁ Πιλᾶτος ἤθελε νὰ τοὺς συγκινήσει, ἀλλὰ δὲν γνώριζε πὼς ὁ φθόνος σὲ τέτοιες περιπτώσεις δὲν ἱκανοποιεῖται µὲ τέτοιες εἰκόνες, ἀλλὰ ἀπαιτεῖ τὴν τελικὴ καταστροφή. Ἄλλωστε ὁ Κύριος µὲ τὴν ἐµφάνισή Του ἀποκάλυψε τὸν ἀληθινὸ ἄνθρωπο, ποὺ δὲ διαµαρτύρεται γιὰ τίποτε, δὲν ὑποστηρίζει τὸν ἑαυτό του καὶ ἀποδέχεται τὰ πάντα καὶ αὐτὸν ἀκόµη τὸ θάνατο γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσµο µὲ τὴν ἀγάπη Του.

Οἱ Ἰουδαῖοι κατάλαβαν πὼς ὁ Πιλᾶτος θέλει νὰ ἀθωώσει τὸν Ἰησοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ µεθοδικὰ αὐξάνουν τὸ κατηγορητήριο ἐναντίον του. Τὸν ὀνοµάζουν: «βλάσφηµο, ψευδοπροφήτη, ψευδοµεσσία βασιλέα, ἐπαναστάτη καὶ τελευταῖα Υἱὸ τοῦ Θεοῦ». Οἱ Ἰουδαῖοι δὲν ἀποδέχονται τὴν πρόταση τοῦ Πιλάτου νὰ ἀναλάβουν οἱ ἴδιοι τὴν καταδίκη καὶ νὰ τὸν σταυρώσουν. Γιατί ἂν ἔκαναν κάτι τέτοιο, τότε σύµφωνα µὲ τὸ vόµο τους ἔπρεπε νὰ τὸν καταδικάσουν σὲ θάνατο µὲ λιθοβολισµό, ἐνῶ αὐτοὶ ἤθελαν σταυρικὸ θάνατο. Οἱ ψευδοµάρτυρες δὲν συµφωνοῦσαν µεταξύ τους, γιατί ἔπρεπε αὐτοὶ πρῶτοι νὰ ρίξουν τοὺς πρώτους λίθους. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπιζητοῦσαν νὰ κάνουν συνυπεύθυνο τὸν Πιλᾶτο καὶ νὰ πετύχουν ἔτσι τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Ἰησοῦ.

Ὁ Πιλᾶτος κατάλαβε πὼς οἱ Ἰουδαῖοι τὸν ἔχουν ὁδηγήσει σὲ ἀδιέξοδο. Φοβᾶται καὶ τὸν Ἰησοῦ καὶ τοὺς Ἰουδαίους, ἰδίως ὅταν τὸν ἔφεραν σὲ ἀντιπαραθέση µὲ τὰ συµφέροντα τοῦ αὐτοκράτορα. Στὴν προσπάθειά του νὰ ἀποσπάσει µιάν ἀπάντηση ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ δὲν τὰ καταφέρνει, ἀλλά συνάµα ὀργίζεται µπροστὰ στὴ σιωπὴ τοῦ Κυρίου. Προβάλλει πὼς ἔχει ἐξουσία νὰ σταυρώσει ἤ καὶ νὰ ἀπολύσει τὸν Ἰησοῦ. Ὁ Κύριος τονίζει πὼς ὁ θάνατός Του εἶναι ἑκούσιος καὶ µὲ τὴ συναίνεση τοῦ Θεοῦ-Πατέρα Του. Λέγει ὅµως καὶ στὸν Πιλᾶτο πὼς καὶ ἡ δική του εὐθύνη εἶναι µεγάλη. «Διὰ τοῦτο ὁ παραδιδοὺς µε σοι µείζονα ἁµαρτίαν ἔχει». 

Ὁ Πιλᾶτος ἀγωνίζεται µὲ τὸν τρόπο του νὰ ἀθωώσει τάχα τὸν Ἰησοῦ, ἀλλά στὴν πραγµατικότητα θέλει νὰ κατοχυρώσει τὸν ἑαυτὸ του ἀπέναντι στὸν Καίσαρα καὶ τοὺς Ἰουδαίους. Τὴ χαριστικὴ βολὴ κατὰ τοῦ Πιλάτου ἔδωσαν οἱ Ἰουδαῖοι, ὅταν τὸν ἔφεραν σὲ ἀντιπαράθεση µὲ τὸν Καίσαρα. «Οὐκ ἔχοµεν βασιλέα εἰ µὴ Καίσαρα». Ἔτσι οἱ ἀρχιερεῖς ὁδηγήθηκαν σὲ µιά ἀπὸ τὶς χειρότερες µορφὲς ἀποστασίας - θρησκευτικῆς καὶ ἐθνικῆς. Οἱ ἴδιοι κατηγοροῦσαν τὸν Ἰησοῦ γιὰ ἀποστασία, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὸ µῖσος τους ἐναντίον του συµµάχησαν µὲ τὴν πολιτικὴ ἐξουσία, ποὺ ὑποτίθεται πὼς εἶναι ὁ ἀντίπαλος καὶ ὁ ἐχθρός τους. Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ὁ Πιλᾶτος «παρέδωσε τὸν Ἰησοῦν, ἵνα σταυρωθῆ».

Τετάρτη, Απριλίου 27, 2016

Ο Όσιος Παΐσιος για τον αμετανόητο Ιούδα



– Γέροντα, ὁ διάβολος γνωρίζει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη καὶ τὸν ἀγαπάει καὶ παρ' ὅλα αὐτὰ συνεχίζει τὸ τυπικό του;
– Ἔμ, πῶς δὲν τὸ γνωρίζει! Ἀλλά ἡ ὑπερηφάνεια τὸν ἀφήνει; εἶναι ὅμως καὶ πονηρός. Προσπαθεῖ τώρα νὰ κερδίση ὅλον τὸν κόσμο. Σοῦ λέει: «Ἄν ἔχω περισσότερους ὀπαδούς, θὰ ἀναγκασθῆ ὁ Θεὸς στὸ τέλος νὰ λυπηθῆ ὅλα τὰ πλάσματά Του καὶ θὰ μὲ πάρη κι ἐμένα τὸ σχέδιο!». Ἔτσι νομίζει. Γι' αὐτὸ θέλει, ὅσο μπορεῖ, νὰ ἀποκτήση πιὸ πολλούς ὀπαδούς.

Βλέπετε ποῦ τὸ πάει; Σοῦ λέει: «Ἔχω τόσους μὲ τὸ μέρος μου! Θὰ ἀναγκασθῆ ὁ Θεὸς νὰ χαρισθῆ καὶ σ' ἐμένα!». Χωρίς νὰ μετανοιώση! 
Καὶ ὁ Ἰούδας τὸ ἴδιο δὲν ἔκανε; Ἤξερε ὅτι ὁ Χριστός θὰ ἐλευθέρωνε τούς νεκρούς ἀπὸ τὸν Ἅδη. Σοῦ λέει: «Θὰ πάω κι ἐγώ πρίν ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ μὲ ἐλευθερώση κι ἐμένα». Βλέπεις πονηριά; Ἀντί νὰ ζητήση συγχώρηση ἀπὸ τὸν Χριστό, πῆγε νὰ κρεμασθῆ. Καὶ νὰ δῆτε, ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ λύγισε τὴν συκιά, καὶ αὐτός μάζεψε τὰ πόδια του, γιὰ νὰ μήν ἀκουμπήσουν κάτω. Καὶ ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ μήν πάη νὰ πῆ ἕνα «εὐλόγησον». Φοβερό! Ἔτσι λοιπόν καὶ ὁ διάβολος, ὁ ἀρχηγός τοῦ ἐγωισμοῦ, δὲν λέει «ἤμαρτον», ἀλλὰ συνέχεια ζορίζεται νὰ ἀποκτήση περισσότερους ὀπαδούς.
ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ A΄, ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ, εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1998, σ.34.

το είδαμε εδώ

Κυριακή, Μαρτίου 06, 2016

ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΑΝ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ





Κεντρικό μήνυμα της διδασκαλίας του Χριστού όπως περιγράφεται από τους ιερούς ευαγγελιστές στην Καινή Διαθήκη, ήταν ο ερχομός του καινούργιου κόσμου, δηλαδή η φανέρωση της Βασιλείας του Θεού. Η διδασκαλία αυτή συμπληρώνονταν με θεαματικό και παραστατικό τρόπο με την επιτέλεση από μέρος του Κυρίου θαυμαστών γεγονότων και πράξεων που μας είναι γνωστά ως θαύματα.
Οι ιεροί ευαγγελιστές διηγούνται 40 περίπου  συγκεκριμένα θαύματα. Από αυτά, κάποια είναι θεραπείες από ασθένειες όπως λόγου χάρη η θεραπεία του παραλυτικού, του τυφλού, των 10 λεπρών κ.λ.π., άλλα απελευθέρωση από δαιμόνια όπως λόγου χάρη η θεραπεία του δαιμονιζόμενου νέου στην περιοχή των Γαδάρων, απαλλαγή από φυσικούς κινδύνους όπως η κατάπαυση της τρικυμίας στην λίμνη Γεννησαρέτ και άλλα, αναστάσεις νεκρών όπως η ανάσταση του Λαζάρου ή η ανάσταση του νεκρού νεανία μονάκριβου γιου της χήρας από την Ναΐν, μια πόλη κοντά στο όρος Θαβώρ.
Ο Κύριος όμως, εκτός από ατομικά θαύματα επιτέλεσε και πολλές συλλογικές θαυματουργικές πράξεις «και η φήμη του διαδόθηκε σε όλη την Συρία και του έφεραν όλους όσοι έπασχαν από διάφορες αρρώστιες και όλους όσοι βασανίζονταν από ασθένειες, όσους ήταν δαιμονιζόμενοι και σεληνιαζόμενοι και παραλυτικοί, και τους θεράπευσε» Ματθαίος 4:24, «όταν βράδιασε και έδυσε ο ήλιος, του έφεραν όλους τους ασθενείς και τους δαιμονισμένους και όλη η πόλη είχε μαζευτεί κοντά στην πόρτα. Και θεράπευσε πολλούς που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες και πολλά δαιμόνια έβγαζε και δεν άφηνε τα δαιμόνια να μιλούν, διότι τον γνώριζαν ότι είναι ο Χριστός» Μάρκος 1:32, κ.λ.π.
Κάλλιστα λοιπόν ευσταθεί η παρατήρηση του Λουκά δια του στόματος του Απόστολου Πέτρου για τον Ιησού στις Πράξεις των Αποστόλων, πως ο Κύριος πέρασε την ζωή του «ευεργετών και θεραπεύων όλους τους καταδυναστευόμενους από τον διάβολο, γιατί ο Θεός ήταν μαζί του» Πράξεις 10:38. Πρέπει να ληφθεί υπόψη, πως από τα πολυάριθμα θαύματα οι ιεροί ευαγγελιστές σταχυολογούν και διασώζουν ορισμένα μόνον αντιπροσωπευτικά, με απώτερο σκοπό να μας πουν ποιος ήταν ο Ιησούς Χριστός και τι σήμαινε η προσωπικότητά του και το έργο του για τους ανθρώπους. Όσον αφορά τώρα την ορολογία για τα θαύματα την αποδίδουν με τις εξής εκφράσεις: θαυμάσια, σημεία (όρος αγαπητός στο Ιωάννειο Ευαγγέλιο), δυνάμεις, τέρατα, παράδοξα, έργα κ.λ.π.
Η επιτέλεση των θαυμάτων από το Χριστό προκαλεί στους ανθρώπους και στον απλό λαό αισθήματα χαράς και θαυμασμού με αποτέλεσμα να δοξάζει τον Θεό, διότι αναγνωρίζει στα έργα αυτά την παρουσία και την δύναμη του. Αντίθετα η άρχουσα τάξη και ιδιαίτερα οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι μη μπορώντας να αρνηθούν βεβαίως την πραγματικότητα αυτών των θαυμαστών έργων, τα αποδίδουν στην συνεργασία του Χριστού με τον «άρχοντα των δαιμονίων» Βεελζεβούλ «οι δε Φαρισαίοι όταν άκουσαν αυτά είπαν “αυτός δεν διώχνει τα δαιμόνια παρά δια του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμονίων”» Ματθαίος 12:24. Αλλά και οι συντοπίτες του Χριστού Ναζωραίοι, δυσπιστούν απέναντι στα θαύματα του και αρνούνται να τα δεχτούν αφού έλεγαν, πως δεν είναι δυνατόν να κατέχει θαυματουργικές δυνάμεις ο γιος του ξυλουργού Ιωσήφ και της νοικοκυράς Μαριάμ.
Ας δούμε όμως τώρα, τι σημαίνουν θεολογικά τα θαύματα του Ιησού, τα οποία μας διηγούνται οι ευαγγελιστές.
1. Τα θαύματα είναι κυρίως και κατ’ εξοχήν σημεία μεσσιανικά δηλαδή αποδείξεις πως στο πρόσωπο του ανθρώπου Ιησού εμφανίζεται ο από αιώνων αναμενόμενος Μεσσίας του ανθρώπινου γένους. Αυτός που επιτελεί τα παράδοξα και θαυμαστά αυτά έργα, δεν είναι ένας οποιοσδήποτε θαυματοποιός αλλά ο αναγγελλόμενος υπό του Θεού Μεσσίας, ο οποίος αναμένονταν να έλθει για να δώσει φως στους τυφλούς – σύμφωνα με τον προφήτη Ησαΐα – την ελευθερία σε όσους ήταν αιχμάλωτοι στον διάβολο, την υγεία σε όσους ήταν ασθενείς. Άλλωστε ο ίδιος ο Ιησούς σε διάφορες περιστάσεις όπως στο πρώτο κήρυγμά του στη συναγωγή της Ναζαρέτ ή στη συζήτηση με τους απεσταλμένους μαθητές από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή θεωρεί και δηλώνει πως οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης πραγματοποιούνται στο έργο του. Δεν είναι λοιπόν τα θαύματα απλώς εκφράσεις συμπάθειας προς αυτούς που υποφέρουν, απόρροια φιλανθρωπικών αισθημάτων προς αυτούς, αλλά «σημεία», σημάδια δηλαδή, της νέας εποχής, της βασιλείας του Θεού, αποδείξεις της μεσσιανικής ιδιότητας και εξουσίας του Χριστού.
2. Συνεπάγεται λοιπόν, πως τα θαύματα εγκαινιάζουν μια νέα εποχή στην ανθρωπότητα, μια νέα πραγματικότητα, η οποία όμως δεν επικράτησε ακόμη γενικά και οριστικά. Είναι λοιπόν τα θαύματα δείκτες της νέας αυτής πραγματικότητας. Ένα είδους παραθύρων μέσα από τα οποία βλέπουμε πως θα είναι η τελική κατάσταση της βασιλείας του Θεού. Όλα αυτά τα χρόνια προ της έλευσης του Μεσσία, βασίλευε ο σατανάς στους ανθρώπους με όλες τις συνέπειες της κυριαρχίας αυτού όπως η ασθένεια, ο πόνος, η φθορά και ο θάνατος. Στη βασιλεία του Θεού που αποκαλύπτει ο Χριστός υποχωρεί η ασθένεια, ο πόνος, η φθορά και τελικά ο θάνατος: «Τότε είδα ένα καινούργιο ουρανό και μια καινούργια γη … Τότε άκουσα μια δυνατή φωνή απ’ τον ουρανό να λέει: “Τώρα πια η κατοικία του Θεού είναι μαζί με τους ανθρώπους. Θα κατοικήσει μαζί τους, και αυτοί θα αποτελούν τον λαό του. Ο ίδιος ο Θεός θα είναι μαζί τους, θα διώξει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους, κι ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια˙ ούτε πένθος ούτε κλάμα ούτε πόνος θα υπάρχει πια, γιατί τα παλιά πέρασαν”. Και είπε αυτός που καθόταν στον θρόνο: “Τώρα όλα τα κάνω καινούργια”» Αποκάλυψη 21: 1.3 – 5. Αυτή θα είναι η τελική κατάσταση, στο «αρχαίο κάλλος» του παραδείσου, και μια πρόγευση αυτής της κατάστασης μας επιτρέπουν να πάρουμε τα επιτελούμενα υπό του Χριστού θαύματα.
3. Τα θαύματα πραγματοποιούνται από τον Μεσσία μετ’ εξουσίας, κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ και από κανέναν μέχρι τότε, είτε δια απλής προσταγής που μπορεί να είναι εξ αποστάσεως όπως στην θεραπεία του δούλου του εκατόνταρχου ή από πλησίον όπως στην γαλήνευση της τρικυμισμένης λίμνης Γεννησαρέτ, είτε με κάποια πράξη όπως η επίχριση με πηλό στους οφθαλμούς του εκ γενετής τυφλού ή η θέση της χειρός του στο κεφάλι του ασθενούς, στο χέρι του, στα αυτιά του κ.λ.π. Βλέποντας κάποιος τις περιπτώσεις αυτές των θαυμάτων δεν μπορεί παρά να τις συσχετίσει με ανάλογες περιπτώσεις από το δημιουργικό έργο του Θεού όπως αυτό περιγράφεται στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου της Γένεσης. Όπως δηλαδή ο Θεός με τον λόγο του δημιουργεί τα πάντα ή πλάθει τον άνθρωπο από το χώμα, παρόμοια και ο Υιός του Θεού, αναδημιουργεί τον άνθρωπο που έχει φθαρεί και κακοποιηθεί από την αμαρτία, με τον ζωοποιό λόγο του ή με κάποια πράξη. Δέον να ληφθεί υπόψη πως σχεδόν σε καμία περίπτωση τα θαύματα που πραγματοποιούνται έχουν χαρακτήρα θεαματικό ή εντυπωσιακό. Αντίθετα, όπως μας διηγούνται οι ευαγγελιστές, τις περισσότερες φορές ο Χριστός απομακρύνεται από το πλήθος για να θαυματουργήσει ή ζητά να τηρηθεί μυστικότητα από τη μεριά των θεραπευθέντων. Δεν έχει δηλαδή σκοπό ο Χριστός να προκαλέσει εντυπώσεις, αλλά να προσκαλέσει σε μετάνοια εν όψει της βασιλείας του Θεού η οποία «ήγγικεν».
4. Καίριο και κεντρικό ρόλο στην επιτέλεση θαύματος από τον Χριστό παίζει η πίστη. Έτσι πριν θαυματουργήσει ο Κύριος ρωτά για την πίστη του αρρώστου, τον οποίον έχει μπροστά του ή για την πίστη των οικείων που τον συνοδεύουν. Σε άλλες περιπτώσεις, λέει στον θεραπευθέντα ή την θεραπευθείσα «η πίστη σου σε έσωσε», θεωρώντας έτσι την πίστη ως προϋπόθεση του θαύματος. Αλλά γιατί ο Κύριος ζητά την πίστη από τον ασθενή ή τους οικείους του για να τον θεραπεύσει; Μας το εξηγεί πολύ όμορφα ο επίσκοπος Σουρώζ Αντώνιο Bloom:«Πολύ συχνά, ικετεύουμε το Θεό λέγοντας: “Θεέ μου, αν θέλεις, αν μπορείς … αν …”» ακριβώς σαν τον πατέρα που λέει στο Χριστό: “ Οι μαθητές Σου δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν το παιδί μου. Αν Συ μπορείς να κάνεις κάτι, κάνε το” (Ματθ. 9,22). Ο Χριστός απαντάει μ’ ένα άλλο “εάν”. Εάν πιστεύεις, έστω και λίγο, “όλα είναι δυνατά σε κείνον που πιστεύει”. Τότε ο άνθρωπος λέει: “Πιστεύω, Κύριε, βοήθησε την απιστία μου”. Το ένα “εάν” βρίσκεται σε άμεση σχέση με το άλλο. Γιατί, αν δεν υπάρχει πίστη, δεν δίνει ο άνθρωπος στο Θεό τη δυνατότητα να επέμβει ουσιαστικά και ρυθμιστικά στα πράγματα.
Το γεγονός ότι στρέφεται κανείς στο Θεό θα μπορούσε να θεωρηθεί μια απόδειξη της πίστεώς του, αλλά αυτό δεν είναι απόλυτο. Πιστεύουμε και δεν πιστεύουμε την ίδια στιγμή και το πόσο πιστεύουμε φαίνεται από το πόσο ξεπερνάμε τις αμφιβολίες μας. Όταν λέμε: “Ναι, αμφιβάλλω, αλλά πιστεύω στην αγάπη του Θεού περισσότερο απ’ όσο εμπιστεύομαι στις αμφιβολίες μου”, τότε δίνω στο Θεό τη δυνατότητα να ενεργήσει».
Αντίθετα, οι σύγχρονοι του Χριστού Φαρισαίοι ζητούν να δουν θαύματα για να πιστέψουν, κάτι που αρνείται βεβαίως ο Χριστός, γιατί η πίστη αυτή θα ήταν προϊόν εξαναγκασμού και όχι ελευθερίας: «Τότε έλαβαν τον λόγο μερικοί από τους γραμματείς και τους Φαρισαίους και είπαν “Διδάσκαλε, θέλουμε να δούμε από σένα ένα θαύμα”. Εκείνος δε τους αποκρίθηκε, “Η γενεά η πονηρή και η μοιχαλίδα ζητεί θαύμα, και θαύμα δεν θα της δοθεί άλλο παρά του Ιωνά του προφήτη”» Ματθαίος 12:38 –40. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου, «Ερμηνεία εις το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον»
2. Αρχιεπ. Άντονυ Bloom, «Ζωντανή Προσευχή»   
3. Εγχειρίδιο Θρησκευτικών Β΄ Γυμνασίου 2001
πηγή

Κυριακή, Φεβρουαρίου 14, 2016

«ΔΥΟ ΠΑΙΔΙΣΚΑΙ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΔΕΣΠΟΤΗ ΔΟΡΥΦΟΡΟΥΣΙ»


ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη
Τά τελευταία χρόνια ὑπάρχει ἀπό μερίδα ἀνθρώπων μιά ἔντονη ἀμφισβήτηση τῶν κειμένων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σέ τέτοιο σημεῖο πού ἐπηρεάζονται καί κάποιοι πιστοί, καί αὐτό κατά την γνώμη μας, γιατί δέν γνωρίζουν καί αὐτοί βασικές διδασκαλίες γι᾽αὐτό τό πρῶτο τμῆμα τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως. Μπορεῖ ὅμως νά ὑπάρξει Καινή Διαθήκη- αὐτήν τήν ἀποδέχονται ὅλοι- χωρίς τήν Παλαιά Διαθήκη;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή καί σαφής. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει τό ἕνα μόνο τμῆμα τῆς Βίβλου. Γιά παράδειγμα διαβάζει ὁ ἀναγνώστης τῆς Καινῆς Διαθήκης: «τοῦτο δέ γέγονε ἵνα πληρωθῃ ὁ λόγος τοῦ προφήτου….» (Μτ.1,22). Εὔλογα λοιπόν θά ἀναρωτηθεῖ κάποιος, ποιός εἶναι αὐτός ὁ προφήτης τοῦ ὁποίου ἐκπληρώνεται ὁ λόγος. Ἤ βλέπουμε νά γίνεται χρήση γεγονότων καί λόγων πού εἰπώθηκαν στήν Παλαιά Διαθήκη ἀπό τόν Ἴδιο τό Χριστό. Πῶς δικαιολογεῖται αὐτό; Θά ἰσχυριστεῖ κάποιος ὅτι γίνεται μόνο μιά ἐπιλογή χωρίων ἤ περικοπῶν. Ἐνῶ μπορεῖ ὅμως νά βρίσκει κάποιος αἰτίες γιά νά ἀμφισβητεῖ πολλά πράγματα, νά καταλήγει κάποια στιγμή αἰσίως στό συμπέρασμα ὅτι ἡ πίστη ἔχει νά κάνει συχνά μέ κάτι μή ὁρατό, ἀλλά πραγματικό καί φυσικά ὄχι φανταστικό. Μή ἀποδεικνυόμενο μέσω τῶν μαθηματικῶν ἀλλά μέ τήν ἐφαρμογή πνευματικῶν νόμων. Γεγονότα πού σχετίζονται μέ τόν νοῦ καί ὄχι μέ τήν λογική. Ἔτσι, εἶναι μεγάλη πρόκληση μέ ἐξαιρετικό ἐνδιαφέρον, τό νά ψάχνεις, νά προσεγγίζεις καί νά ἀνακαλύπτεις τό Θεό μέρα μέ τήν μέρα, ἀφοῦ ἤδη ἔχει προηγηθεῖ ἡ δική του Ἀποκάλυψη.
Θά μποροῦσαν νά ἀναφερθοῦν πολλά ἐπιχειρήματα γιά τήν σπουδαιότητα τῶν Κειμένων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλά ὡς σημαντικότερο κρίνουμε κάτι ἄλλο, τήν διευκρίνιση μερικῶν ζητημάτων πού δέν ἀφοροῦν στήν ὕπαρξή της, ἀφοῦ γιά τήν Ἐκκλησία μας αὐτή εἶναι δεδομένη, ἀλλά στό περιεχόμενό της.
Ὑπάρχουν λοιπόν τρία σημαντικά σημεῖα πού τήν ἀφοροῦν: α) Τό καταργούμενο, β) Τό ἐκπληρούμενο καί γ) Τό συμπληρούμενο. Τί σημαίνουν αὐτές οἱ ἔννοιες; Σημαίνουν ὅτι ὑπάρχουν στά βιβλία τῆς Π.Δ. ἀναφορές περί καθάρσεων, θυσιῶν, προσφορῶν κ.ἄ. (κυρίως ἀναφέρονται στό βιβλίο Λευιτικόν), οἱ ὁποῖες καταργοῦνται ἀπό τήν μία μεγάλη καί μοναδική θυσία τοῦ Χριστοῦ. Ὑπάρχει τό τμῆμα πού ἐκπληρώνονται πολλά ἀπό τά αναφερόμενα στούς προφῆτες γιά τήν ἔλευση τοῦ μεσσία καί τά ἔσχατα καί ἀκόμα ὑπάρχει τό μήνυμα τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων πού συμπληρώνουν ἀλήθειες, πού εἰπώθηκαν πολλά χρόνια πρίν τήν Σάρκωσή Του (Μτ.5,39). Αὐτά τά τρία σημεῖα εἶναι ἀναγκαῖο νά γνωρίζουν οἱ χριστιανοί καί εἰδικότερα ὅσοι μελετοῦν τά ἱερά κείμενα τῆς Π.Δ. καί ἐπιθυμοῦν νά ἐκφράζουν λόγο περί αὐτῶν.
Ἐκτός ὅμως αὐτῶν βασική διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί εἰδικῶν πανεπιστημιακῶν καθηγητῶν, εἶναι ὅτι τό πρόσωπο πού ἔχουν ὡς κέντρο καί οἱ δύο Διαθῆκες εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος παρουσιάζεται ὡς «Μεγάλης βουλῆς ἄγγελος», «Ἐμμανουήλ», «Δοῦλος Κυρίου» κ.ἄ. Οἱ δύο αὐτές Διαθῆκες δορυφοροῦν τό Ἴδιο Πρόσωπο. Ἔτσι, εἶναι σημαντικό νά ἀνακαλύπτεις ὄχι μόνο ἐπιστημονικά, μέσω τῶν θεολογικῶν κλάδων, ἀλλά καί πνευματικά ὅτι ἡ Βίβλος εἶναι τό βιβλίο πού
ἀναφέρεται στό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως ἐπίσης εἶναι τό Ἱερό Κείμενο μέσα ἀπό τό ὁποῖο ὁ Θεός «ἀπαντᾶ» στόν ἄνθρωπο πού Τόν ἀναζητᾶ. Ὅταν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγαθή διάθεση καί ὁ καρδιακός πόθος ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται προσωπικά καί τότε ὁ χριστιανός ζεῖ τήν προσωπική του πεντηκοστή.
Ἀπό τά πολλά σημαντικά καί σπουδαῖα πού ἀναφέρονται στήν Παλαιά Διαθήκη, ἡ ὁποία «ἀνοίγεται» στήν Καινή, θά σταθοῦμε μόνο σέ ἕνα, στό θέμα τῆς ἐλεημοσύνης. Παραθέτω τά δύο κείμενα: «Κόψε καί μοίραζε στό πεινῶντα τόν ἄρτον σου καί πτωχούς, πού δέν ἔχουν στέγη, βάζε τους στό σπίτι σου× ἐάν δεῖς γυμνό, ἔνδυσέ τόν…» (Ἠσ.58,7). « Σᾶς ἀνήκει λοιπόν ἡ κληρονομιά αὐτή× διότι πείνασα καί μού δώσατε νά φάω…ἤμουν γυμνός καί μέ ντύσατε…» (Μτ.25,35-36). Καί μόνο μέ τήν παράθεση αὐτῶν τῶν κειμένων γίνεται σαφές ὅτι ἀφενός ἡ Παλαιά Διαθήκη χρήζει μελέτης καί ἐνδελεχοῦς ἔρευνας καί ἀφετέτου ὅτι καί αὐτή ὅπως καί ἡ Καινή Διαθήκη, κατά τόν Ἱερό Χρυσόστομο, τόν ἴδιο Δεσπότη δορυφοροῦν!

Δευτέρα, Οκτωβρίου 12, 2015

Ο ΠΑΛΑΙΟΣ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ


Ο ΠΑΛΑΙΟΣ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΤΟΥ ΟΡΑΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΔΑΝΙΗΛ


«ἐθεώρουν ἕως ὅτου οἱ θρόνοι ἐτέθησαν, καὶ παλαιὸς ἡμερῶν ἐκάθητο, καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών, καὶ ἡ θρὶξ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ ὡσεὶ ἔριον καθαρόν, ὁ θρόνος αὐτοῦ φλὸξ πυρός, οἱ τροχοὶ αὐτοῦ πῦρ φλέγον· ποταμὸς πυρὸς εἷλκεν ἔμπροσθεν αὐτοῦ· χίλιαι χιλιάδες ἐλειτούργουν αὐτῷ, καὶ μύριαι μυριάδες παρειστήκεισαν αὐτῷ· κριτήριον ἐκάθισε, καὶ βίβλοι ἠνεῴχθησαν……καὶ ἰδοὺ μετὰ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐρχόμενος ἦν καὶ ἕως τοῦ παλαιοῦ τῶν ἡμερῶν ἔφθασε καὶ ἐνώπιον αὐτοῦ προσηνέχθη. καὶ αὐτῷ ἐδόθη ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ βασιλεία, καὶ πάντες οἱ λαοί, φυλαί, γλῶσσαι αὐτῷ δουλεύσουσιν· ἡ ἐξουσία αὐτοῦ ἐξουσία αἰώνιος, ἥτις οὐ παρελεύσεται, καὶ ἡ βασιλεία αὐτοῦ οὐ διαφθαρήσεται» Δανιήλ 7: 9-14.

Το θέμα του οράματος του προφήτου Δανιήλ είναι ένα ακανθώδες ζήτημα ανάμεσα στους ερμηνευτές.

Ορισμένοι διδάσκουν ότι ο Παλαιός των Ημερών του Δανιήλ είναι ο Υιός κατά την θεία αυτού φύση και ο ερχόμενος προς αυτόν Υιός ανθρώπου είναι πάλι ο Υιός κατά την ανθρώπινη αυτού φύση !!!

Από την άλλη μεριά, άλλοι ερμηνευτές διδάσκουν ορθώς ότι ο Παλαιός των Ημερών του Δανιήλ είναι το πρώτο πρόσωπο της Τριάδος – ο Θεός Πατήρ και ο ερχόμενος προς αυτόν Υιός ανθρώπου είναι ο Χριστός.

Οι ακολουθούντες την άποψη ότι ο Παλαιός των Ημερών του Δανιήλ είναι ο Υιός προσάγουν τα εξής επιχειρήματα :

Ο Πατήρ είναι αόρατος δεν μπορεί να τον δεί κανείς.

Το να παρίσταται ο Πατήρ ως Παλαιός των Ημερών και ο Υιός ως νεότερος στην ηλικία, αποτελεί Αρειανίζουσα απεικόνιση, η οποία οδηγεί τον νου να υποθέσει ότι αφού ο Πατήρ είναι γέρος και ο Υιός ΝΈΟΣ, τότε υπήρχε εποχή που ο Πατήρ ήταν μόνος του χωρίς τον Υιό!

Η Αγία Γραφή δηλώνει ξεκάθαρα ότι ο Παλαιός των Ημερών είναι ο Υιός : «Καὶ ἐκεῖ ἐπέστρεψα βλέπειν τὴν φωνὴν ἥτις ἐλάλει μετ᾿ ἐμοῦ· καὶ ἐπιστρέψας εἶδον ἑπτὰ λυχνίας χρυσᾶς, καὶ ἐν μέσῳ τῶν ἑπτὰ λυχνιῶν ὅμοιον υἱῷ ἀνθρώπου, ἐνδεδυμένον ποδήρη καὶ περιεζωσμένον πρὸς τοῖς μαστοῖς ζώνην χρυσῆν· ἡ δὲ κεφαλὴ αὐτοῦ καὶ αἱ τρίχες λευκαὶ ὡς ἔριον λευκόν, ὡς χιών, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ὡς φλὸξ πυρός, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὅμοιοι χαλκολιβάνῳ, ὡς ἐν καμίνῳ πεπυρωμένοι, καὶ ἡ φωνὴ αὐτοῦ ὡς φωνὴ ὑδάτων πολλῶν» Αποκάλυψη 1: 12-15. – « Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Θυατείροις ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἔχων τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ ὡς φλόγα πυρός, καὶ οἱ πόδες αὐτοῦ ὅμοιοι χαλκολιβάνῳ» Αποκάλυψη 2: 18.

Η υμνολογία της Εκκλησίας παρουσιάζει τον Ιησού Χριστό ως Παλαιό των ημερών : «Νηπιάζει δι’ ἐμέ ὁ Παλαιός τῶν Ἡμερῶν» (Κάθισμα ὄρθρου ὑπαπαντῆς).

Οι Πατέρες της Εκκλησίας λέγουν ότι ο Παλαιός των Ημερών είναι ο Χριστός : «Ὁ Παλαιός τῶν Ἡμερῶν παιδίον γέγονε» - Μέγας Ἀθανάσιος. (ΒΕΠ 36, 225.20).

Τι απαντούμε σε αυτά ; Ιδού τι απαντούμε :

Το ότι ο Πατήρ είναι αόρατος δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να φανερωθεί με κάποιο σχήμα και να εικονιστεί. Και το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός αόρατος αλλά έγινε ορατό χωρίς να σαρκωθεί και εικονίζεται επίσης. Δεν είναι κατώτερος ο Πατήρ από το Άγιο Πνεύμα.

Η προφητεία του Δανιήλ αναφέρει σαφώς ότι «ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐρχόμενος ἦν καὶ ἕως τοῦ παλαιοῦ τῶν ἡμερῶν ἔφθασε καὶ ἐνώπιον αὐτοῦ προσηνέχθη». Το όραμα παρουσιάζει ΔΥΟ πρόσωπα. Δεν μπορεί και τα δύο αυτά πρόσωπα να είναι ο Ιησούς !!! Μία τέτοια άποψη είναι σαφώς Νεστοριανίζουσα ! Ο αιρετικός Νεστόριος υποστήριζε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι δύο πρόσωπα. Δεν είναι λοιπόν Αρειανίζουσα η απεικόνιση του Πατρός ως Παλαιού των Ημερών……είναι μάλλον Νεστοριανίζουσα η ερμηνεία του Ιησού Χριστού ως δύο προσώπων ταυτόχρονα !!! Είναι παράλογο να δεχθεί κανείς ότι σε ένα όραμα παρουσιάζεται ένα πρόσωπο ως δύο πρόσωπα …!

Στην πραγματικότητα ο Προφήτης Δανιήλ βλέπει σε όραμα την συνέχεια της σκηνής της Ανάληψης του Κυρίου Ιησού Χριστού : « καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη, καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. καὶ ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ» Πράξεις 1: 9-10 / «καὶ ἰδοὺ μετὰ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐρχόμενος ἦν καὶ ἕως τοῦ παλαιοῦ τῶν ἡμερῶν ἔφθασε» Δανιήλ 7: 13.

Η εμφάνιση του Πατρός ως Παλαιού των Ημερών δεν σηματοδοτεί Αρειανισμό όπως μωρολογούν ορισμένοι. Με αυτήν την λογική θα μπορούσαμε να κατηγορήσουμε και το εδάφιο «ἐκ γαστρὸς πρὸ ἑωσφόρου ἐγέννησά σε» (Ψαλμός 109:3 κατά τους Εβδομήκοντα) ως δήθεν Αρειανικό ! Μη γένοιτο !

Η εμφάνιση του Πατρός ως Παλαιού των Ημερών στον Δανιήλ δείχνει την αιωνιότητα αυτού. Ομοίως η εμφάνιση του Υιού ως Παλαιού των Ημερών στην Αποκάλυψη του Ιωάννη δείχνει το ίδιο ακριβώς πράγμα.

Το ότι στην Αποκάλυψη παρουσιάζεται ο Υιός ως Παλαιός των Ημερών αυτό δεν σημαίνει ότι ο Πατήρ δεν μπορεί να παρουσιάζεται ως Παλαιός των Ημερών στον Δανιήλ. Στην Γραφή και ο Υιός και ο Πατήρ παρουσιάζονται ως Γιαχβέ, Αδωνάϊ, Σαβαώθ, Κύριος, Θεός.

Για παράδειγμα ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ταυτίζει τον Γιαχβέ Σαβαώθ που είδε σε όραμα ο Ησαϊας με τον Ιησού Χριστό, ενώ ο Απόστολος Παύλος ταυτίζει τον Γιαχβέ Σαβαώθ που είδε στο εν λόγω όραμα ο Ησαϊας με το Άγιο Πνεύμα !

(Ησ. 6: 1-10/Ιωάνν. 12: 35–43/Πράξ. 28: 25–27).

Και τα Τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν τα πάντα κοινά γιατί είναι Ομοούσια και αχώριστα. Η μόνη διαφορά που έχουν είναι ότι ο Πατήρ είναι Αγέννητος, ο Υιός είναι Γεννητός και το Άγιον Πνεύμα είναι Εκπορευτόν.

Οι θιασώτες της Νεστοριανίζουσας άποψης ότι στο όραμα του Δανιήλ και τα δύο πρόσωπα που εμφανίζονται είναι ο Ιησούς Χριστός, προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα με το εξής σόφισμα : Ισχυρίζονται ότι στο όραμα παρουσιάζεται η ανθρώπινη φύση του Ιησού (ως Υιός ανθρώπου), η οποία φτάνει στο ύψος της θείας αυτού φύσης η οποία παρουσιάζεται ως Παλαιός των Ημερών ! Εκτός από τα ανωτέρω αναιρετικά αυτής της άποψης που αναφέραμε θα προσθέσουμε και ένα ακόμη στοιχείο.

«καὶ ἰδοὺ μετὰ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἐρχόμενος ἦν καὶ ἕως τοῦ παλαιοῦ τῶν ἡμερῶν ἔφθασε καὶ ἐνώπιον αὐτοῦ προσηνέχθη. καὶ αὐτῷ ἐδόθη ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ βασιλεία, καὶ πάντες οἱ λαοί, φυλαί, γλῶσσαι αὐτῷ δουλεύσουσιν· ἡ ἐξουσία αὐτοῦ ἐξουσία αἰώνιος, ἥτις οὐ παρελεύσεται, καὶ ἡ βασιλεία αὐτοῦ οὐ διαφθαρήσεται» Δανιήλ 7: 13-14.

Σύμφωνα με το προφητικό όραμα ο Υιός ανθρώπου λαμβάνει Βασιλεία η οποία δεν τελειώνει, είναι αιώνια – «ἡ ἐξουσία αὐτοῦ ἐξουσία αἰώνιος, ἥτις οὐ παρελεύσεται». Αυτό όμως δεν αφορά τον Ιησού Χριστό ως άνθρωπο αλλά ως Θεό ! Άρα ο Υιός ανθρώπου του Δανιήλ είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς και όχι μόνο η ανθρώπινη αυτού φύση όπως λέγουν οι διάφοροι διαστρεβλωτές. Συνεπώς αφού ο Υιός του ανθρώπου είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς, ο Παλαιός των Ημερών στο εν λόγω όραμα είναι ο Πατήρ και όχι η θεία φύση του Υιού !

Ο Ιησούς Χριστός ως Θεός είναι αιώνιος Βασιλέας δεν έχει τέλος η Βασιλεία του – «τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος» Λουκάς 1:33.

Ο Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος θα παραδώσει την Βασιλεία του στον Πατέρα - « εἶτα τὸ τέλος, ὅταν παραδῷ τὴν βασιλείαν τῷ Θεῷ καὶ πατρί, ὅταν καταργήσῃ πᾶσαν ἀρχὴν καὶ πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ δύναμιν. δεῖ γὰρ αὐτὸν βασιλεύειν ἄχρις οὗ ἂν θῇ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος· πάντα γὰρ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ. ὅταν δὲ εἴπῃ ὅτι πάντα ὑποτέτακται, δῆλον ὅτι ἐκτὸς τοῦ ὑποτάξαντος αὐτῷ τὰ πάντα. ὅταν δὲ ὑποταγῇ αὐτῷ τὰ πάντα, τότε καὶ αὐτὸς ὁ υἱὸς ὑποταγήσεται τῷ ὑποτάξαντι αὐτῷ τὰ πάντα, ἵνα ᾖ ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν πᾶσιν» Α Κορινθίους 15: 24-28.

Αυτοί λοιπόν που λέγουν ότι ο Υιός ανθρώπου του οράματος του Δανιήλ, είναι μόνο η ανθρώπινη φύση του Ιησού Χριστού, αντιβαίνουν στην διδασκαλία της Γραφής ότι ο Ιησούς ως άνθρωπος θα παραδώσει την Βασιλεία στον Θεό Πατέρα. Ο Υιός ανθρώπου του Δανιήλ είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστος που ως άνθρωπος λαμβάνει Βασιλεία «καὶ αὐτῷ ἐδόθη ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ βασιλεία» και ως Θεός η Βασιλεία αυτού «οὐ παρελεύσεται». Διότι ο Χριστός ως άνθρωπος θα παραδώσει την Βασιλεία του - «παραδῷ τὴν βασιλείαν τῷ Θεῷ καὶ πατρί». Σαφή και ξεκάθαρα πράγματα .

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέγει στο Ιερό Πηδάλιον : «καί ὁ ἄναρχος Πατήρ πρέπει νά ζωγραφίζεται καθώς ἐφάνη εἰς τόν προφήτην Δανιήλ ὡς Παλαιός Ἡμερῶν... δέν ζωγραφοῦμεν Αὐτόν κατά τήν Θείαν φύσιν. Ἐπειδή ἀδύνατον φησιν, εἶναι ἱστορῆσαι καί ζωγραφῆσαι φύσιν Θεοῦ... ζωγραφοῦμεν Αὐτόν ὡς ἐφάνη εἰς τόν Προφήτην». (Πηδάλιον, ἔκδοσις Ἀστήρ, σελίς 320).

Ο Άγιος Επιφάνιος λέγει : «Καί ὡς ὁ Δανιήλ, εἶδεν τόν Παλαιόν τῶν ἡμερῶν, τοῦτο ὀπτασία τοῦ ΠΑΤΡΟΣ». (Αγίου Επιφανίου).

Ο Ιερός Χρυσόστομος λέγει για το εν λόγω όραμα του Προφήτου Δανιήλ : «Πατέρα καί Υἱόν οὗτος καί πρῶτος καί μόνος ὁρᾶ, ὡς ἐν ὂψει»( Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, P.G. 56, 233).

Ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων λέγει για το ίδιο όραμα : « Έρχεται προς τον Πατέρα κατά την Γραφήν την αγίως αναγνωσθείσαν, ο Υιός του ανθρώπου επί των νεφελών του ουρανού, ποταμού πυρός έλκοντος,…Και ο μεν Πατήρ καθέζεται, έχων το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και την τρίχα της κεφαλής ως έριον καθαρόν» (Κυρίλλου τα σωζόμενα, Τόμος 2 σελ.177 έκδοσις Ιεροσολύμων 1868, Migne 33 σελ. 900, Ε Π.Ε Τόμος 2 σελ. 150).

Η υμνολογία της Εκκλησίας λέγει : «Μυείται της μιας Κυριότητος Δανιήλ, Χριστόν κριτήν θεασάμενος προς τον Πατέρα ιόντα και Πνεύμα το προφαίνον την όρασιν» (Τριαδικός Κανόνας Μεσονυκτικού, ήχος πλάγιος ά).


 πηγή

το ειδαμε εδώ

Πέμπτη, Αυγούστου 06, 2015

Ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρεται σέ ὅ,τι σήμερα βιώνουν οἱ Ἕλληνες;


b2
Tοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη

Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀναπόσπαστο μέρος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὅσα ἀναφέρει τό ἱερό αὐτό βιβλίο τῆς Πίστης μας εἶναι ὅλα ὅσα παρέδωσε ὁ Χριστός στούς Ἀποστόλους καί ἐκείνοι μέ τήν σειρά τους σέ ὅλους μας. 
Τά κείμενά της εἶναι θεόπνευστα καί ὡς τέτοια ἀπαντοῦν στίς ἀπορίες, στίς ἀγωνίες, στά ἐρωτηματικά τῶν ἀνθρώπων. Ὁ καθένας μας προσεύχεται στό Θεό καί ὁ Θεός τοῦ ἀπαντᾶ καί τόν κατευθύνει μέσα ἀπό τά ἱερά κείμενα τῆς Βίβλου, ὅπως καί μέσα ἀπό γεγονότα τῆς καθημερινότητάς του. Διαβάζοντας τά ἀναφερόμενα ἀπό τούς ἱερούς συγγραφεῖς παρατηρεῖται ὅτι ὁ θεῖος λόγος εἶναι πάντοτε ζωντανός καί ἐπίκαιρος. 
Αὐτό πού ζεῖς, ὅταν πλησίαζεις τά ἁγιογραφικά κείμενα, δέν μοιάζει μέ κανένα βίωμα ἄλλου ἀναγνώσματος. Ὅταν μέ ἀγαθή διάθεση τά προσεγγίζεις σοῦ ἀποκαλύπτεται Αὐτός πού βρίσκεται πίσω ἀπό τίς λέξεις. Δέν εἶναι ἁπλό συντακτικό ἤ ποιητικό σχῆμα λόγου αὐτό μέ τό ὁποῖο οἱ προφῆτες ξεκινοῦν τά λεγόμενά τους.
Τό «Τάδε λέγει Κύριος…» δηλώνει ὅτι πράγματι ὁ Θεός εἶναι αὐτός πού μιλᾶ διά τοῦ στόματός τους. Αὐτόν καλούμαστε νά ἀναγνωρίσουμε καί σέ Αὐτόν νά ἐντρυφύσουμε. Ὅμως, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς μᾶς ἀποκαλύπτει ὄχι μόνον τόν Χριστό πού φανερώνεται στήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά καί τήν σωστή ἑρμηνεία τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς μας.
Στό βιβλίο προφήτης Ἠσαΐας γίνεται ἀναφορά στήν κοινωνική κατάσταση πού βίωνε ὁ προφήτης τόν 8ο αἰώνα π.Χ. Εἶναι ὁ χρόνος πού ἔζησε καί ἔδρασε. Ξαφνιαζόμαστε ὅμως ἀπό τήν ὁμοιότητα! Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται μέ διαφορετικά πρόσωπα. Λέει ὁ προφήτης: «Ἡ γῆ ὑμῶν ἔρημος, αἱ πόλεις ὑμῶν πυρίκαυστοι× τήν χώραν ὑμῶν ἐνώπιον ὑμῶν ἀλλότριοι κατεσθίουσιν αὐτή, καί ἠρήμωται κατεστραμμένη ὑπό λαῶν ἀλλοτρίων».[1] « Ἡ γῆ σας ἔγινεν ἔρημος, αἱ πόλεις σας ἔχουν κατακαῆ ἀπό πυρκαϊάς× τήν καλλιεργημένην χώραν σας καί τούς καρπούς μπροστά στά μάτια σας τά κατατρώγουν ξένοι καί ἔχει ἐρημωθῆ καταστρεμμένη ἀπό ξένους λαούς».[2]Πόσο ποιό ἐπίκαιρος θά μποροῦσε νά εἶναι ὁ προφητικός αὐτός λόγος γιά τήν πατρίδα μας; Μιά πλούσια χώρα πού θέλουν νά τήν παρουσιάζουν ὁπωσδήποτε πτωχή! Μιά χώρα πού δέν ἔχει τούς ἄρχοντες αὐτούς γιά νά τήν ὑπερασπίσουν καί νά τήν ἀναδείξουν. Μιά ὄντως πλούσια χώρα σέ φῶς, χρῶμα, πολιτισμό, τέχνες, φιλότιμο, λεβεντιά, ἀρχοντιά παρουσιάζουν ὡς ζητιάνα ἄν –καί αὐτό εἶναι τό παράδοξο- αὐτή τούς δίδαξε τίς μεγάλες καί πανανθρώπινες ἀξίες καί ἀλήθειες. Μά δέν γίνεται αὐτό μόνο γιά τήν Ἑλλάδα ἀλλά καί γιά τήν οἰκουμένη ὁλόκληρη. Ὑπάρχει ἡ βούληση γιά προγραμματισμένη καί ὀργανωμένη πορεία στό σκότος.
Ὁ προφήτης μας διδάσκει πολλά ἀπό τά κείμενά του. Κάνει καί κάτι ἰδιαιτέρως σπουδαῖο× ψυχογραφεῖ τίς παθογένειες τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς καταγράφοντας τήν σημερινή πραγματικότητα περίπου δύο χιλιάδες καί ὀκτακόσια χρόνια π.Χ. Ἄς δοῦμε πῶς κυβερνοῦσαν οἱ ἡγεμόνες στήν ἐποχή του; Πῶς φέρονταν οἱ δικαστές;
«Οἱ ἄρχοντες σου ἀπειθοῦσι, κοινωνοί κλεπτῶν, ἀγαπῶντες δῶρα, διώκοντες ἀνταπόδομα, ὀρφανοῖς οὐ κρίνοντες καί κρίσιν χηρῶν οὐ προσέχοντες».[3]
«Ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι λέγουν καί παριστάνουν τό κακόν ὡς καλόν καί τό καλόν ὡς κακόν καί οἱ ὁποῖοι διά τῶν πράξεών των παρουσιάζουν τό σκότος ὡς φῶς καί τό φῶς ὡς σκότος, οἱ ὁποῖοι πείθουν μέ τό παράδειγμά των καί τούς ἄλλους, ὅτι τό πικρόν εἶναι γλυκύ καί τό γλυκύ εἶναι πικρόν».[4]
Θά ἔλεγε κάποιος ὅτι μέ τίς δύο αὐτές περικοπές τοῦ βιβλίου του καταγράφει τήν σημερινή πραγματικότητα.
Ἐκτός τῶν προαναφερομένων, ὁ προφητικός λόγος ἔχοντας καί ἄλλες ἐκφάνσεις προσφέρει σημαντικά μηνύματα. Γίνεται προτρεπτικός ὅταν διαβάζουμε: « Λούσασθε, καθαροί γένεσθε, ἀφέλετε τάς πονηρίας ἀπό τῶν ψυχῶν ὑμῶν, ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπό τῶν πονηριῶν ὑμῶν».[5]Γίνεται ὅμως καί προειδοποιητικός: «Ἐάν δέ μή θέλητε, μηδέ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται×τό γάρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε ταῦτα».[6]
Κορυφαῖο ὅμως γεγονός στήν προφητική του διδασκαλία εἶναι ὁ πόθος μιᾶς κοινωνίας πραγματικῶν ἀνθρώπων μέ κοινό τήν ἀγάπη, τήν συναδέλφωση καί τήν εἰρήνη τῶν λαῶν.
«Καί θά κρίνη μεταξύ τῶν ἐθνῶν ἀναγνωριζόμενος ὑπ᾽αὐτῶν ἀνώτατος νομοθέτης καί κριτής καί θά ἐλέγξῃ ὡς κυρίαρχος πολύν λαόν. Καί ὅλοι αὐτοί θά μετατρέψουν τάς μαχαίρας των εἰς ἀλέτρια καί τά δόρατά των εἰς δρεπάνια καί δέν θά πάρη ἔθνος ἐναντίον ἔθνους μάχαιραν διά νά πολεμήσῃ κατ᾽αὐτοῦ καί δέν θά μάθουν πλέον τήν τέχνην νά πολεμοῦν ὁ εἷς κατά τοῦ ἄλλου».
Τάδε λέγει Κύριος…

[1]Ἠσ.1,7.
[2]Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ καθηγητοῦ Παναγιώτου Τρεμπέλα βλ. Ὑπόμνημα εἰς τόν Προφήτην Ἠσαΐαν, Ἀθῆναι 1990, σ.22.
[3]Ἠσ.1,23.
[4]Τρεμπέλα Παν.,  Ὑπόμνημα εἰς τόν Προφήτην Ἠσαΐαν, Ἀθῆναι 1990, σ.80.

[5]Ἠσ.1,16
το είδαμε  εδώ

Τετάρτη, Ιουλίου 22, 2015

Ἐπιθυμία



Ἡ ὑπέρτατη τελειότητα γιὰ τὸ βουδισμὸ εἶναι ἡ «κατάπνιξη τῆς ἐπιθυμίας». Πόσο μακριὰ ἀπ' αὐτὸ τὸ ὄνειρο βρίσκονται οἱ ἄνθρωποι τῆς Βίβλου, ἀκόμα καὶ οἱ πλησιέστεροι στὸ Θεό! Ἀντίθετα, ἡ Βίβλος εἶναι γεμάτη ἀπὸ τὴν ταραχὴ καὶ τὴ διαμάχη ποὺ προκαλεῖ κάθε μορφὴ ἐπιθυμίας. Βέβαια, δὲν τὶς ἀποδέχεται ὅλες, καὶ οἱ πιὸ ἁγνὲς ἐπιθυμίες πρέπει νὰ ἐξαγνιστοῦν ριζικά, γιὰ νὰ πάρουν ὅλη τους τὴ δύναμη καὶ ν' ἀποδώσουν στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ὅλη της τὴν ἄξια.

I. Ἡ ἐπιθυμία ζωῆς

Στὴ ρίζα κάθε ἐπιθυμίας τοῦ ἄνθρωπου ὑπάρχει ἡ οὐσιαστική του ἔνδεια καὶ ἡ βασική του ἀνάγκη νὰ κατέχει τὴ ζωὴ μέσα στὴν πληρότητα καὶ στὴν ἀνάπτυξη τῆς ὑπάρξεώς του. Αὐτὸ τὸ φυσικὸ δεδομένο βρίσκεται στὴν τάξη τῶν πραγμάτων, καὶ ὁ Θεὸς τὸ καθιερώνει. Τὸ ἀξίωμα τῆς Σοφίας Σειράχ, «μὴ ἀφυστερήσῃς ἀπὸ ἀγαθῆς ἡμέρας, καὶ μερὶς ἐπιθυμίας ἀγαθῆς μὴ σε παρελθάτω» (Σειρ 14,14), δὲν ἐκφράζει βέβαια τὴν πιὸ ὑψηλὴ βιβλικὴ σοφία. Ἂν δὲν μπορεῖ νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς ἰδανικό, προϋποτίθεται ὅμως ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ σὰν μία φυσικὴ ἀντίδραση, γιατί, ἂν θυσιάζει ἐκεῖνος τὴ ζωή του, τὸ κάνει ὥστε τὸ ποίμνιό του «ζωὴν ἔχῃ καὶ περισσὸν ἔχῃ» (Ἰω 10,10).

Τὰ κείμενα τῆς Γραφῆς ἐπιβεβαιώνουν αὐτὴ τὴ φυσικὴ παρουσία καὶ τὴ θετικὴ σημασία τῆς ἐπιθυμίας. Πολλὲς συγκρίσεις μαρτυροῦν τὶς πιὸ σφοδρὲς ἐπιθυμίες: «ὅν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων» (Ψλ 41,2), «ὡς ὀφθαλμοὶ δούλων εἰς χεῖρας τῶν κυρίων αὐτῶν» (122,2), ἤλπισεν ἡ ψυχή μου ἐπὶ τὸν Κύριον ἀπὸ φυλακῆς πρωίας μέχρι νυκτός» (129,6), «ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην» (50,10). Συχνὰ οἱ προφῆτες καὶ τὸ Δευτερονόμιο στηρίζουν τὶς ἀπειλές τους ἤ τὶς ἐπαγγελίες τους στὶς μόνιμες ἐπιθυμίες τοῦ ἀνθρώπου: νὰ φυτεύει, νὰ οἰκοδομεῖ, νὰ παντρεύεται (Δτ 28,30• 20,5 ἑξ• Ἀμ 5,11• 9,14• Ἠσ 65,21). Ἀκόμα καὶ ὁ ἡλικιωμένος, ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδειξε «θλίψεις πολλὰς καὶ κακὰς», δὲν πρέπει νὰ πάψει νὰ περιμένει ὅτι Ἐκεῖνος «ἐπιστρέψας ζωοποιήσει αὐτόν... καὶ παρακαλέσει αὐτόν» (Ψλ 70,20 ἑξ).

II. Οἱ διαστροφὲς τῆς ἐπιθυμίας

Ἐπειδὴ ἡ ἐπιθυμία εἶναι κάτι οὐσιαστικὸ καὶ ἀνεκρίζωτο, μπορεῖ ν' ἀποτελέσει γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἕνα μόνιμο καὶ ἐπικίνδυνο πειρασμό. Ἂν ἡ Εὔα ἁμάρτησε, εἶναι γιατί ἀφέθηκε νὰ γοητευθεῖ ἀπὸ τὸ ἀπαγορευμένο δέντρο, ποὺ ἦταν «καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖον τοῦ κατανοῆσαι» (Γεν 3,6). Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ὑπέκυψε στὴν ἐπιθυμία της, ἡ γυναίκα θὰ γίνει ἀπὸ τότε θύμα τῆς ἐπιθυμίας ποὺ τὴν ὠθεῖ πρὸς τὸ σύζυγό της καὶ θὰ ὑποστεῖ τὸ νόμο τοῦ ἄνδρα (3,16). Γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα, ἡ ἁμαρτία εἶναι σὰν μιὰ ἄγρια ἐπιθυμία, ἕτοιμη νὰ σκιρτήσει, καὶ ποὺ πρέπει μὲ τὴ βία νὰ κρατηθεῖ ὑποταγμένη (4,7). Αὐτὴ ἡ ἀχαλίνωτη ἐπιθυμία εἶναι ἡ πλεονεξία ἤ ἡ φιληδονία, «ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου» (1 Ἰω 2,16• βλ Ἰακ 1,14 ἑξ), καὶ ἡ ἐπικράτειά της πάνω στὴν ἀνθρωπότητα εἶναι ὁ κόσμος, βασίλειο τοῦ Διαβόλου.

Ἡ Βίβλος, ὡς ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι γεμάτη ἀπ' αὐτὲς τὶς ἐπιθυμίες ποὺ παρασύρουν τὸν ἁμαρτωλό, ὡς λόγος τοῦ Θεοῦ, περιγράφει τὶς ὀλέθριες συνέπειές τους. Στὴν ἔρημο, ὁ Ἰσραήλ, ὅταν ὑποφέρει ἀπὸ τὴν πείνα, ἀντὶ νὰ τραφεῖ μὲ τὴν πίστη στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ (Δτ 8,1-5), ἄλλο δὲν κάνει παρὰ νὰ θρηνεῖ ποὺ ἔχασε τὰ κρέατα τῆς Αἰγύπτου καὶ νὰ ὁρμᾶ στὰ ὀρτύκια — ἀλλὰ οἱ ἔνοχοι βρίσκουν τὸ θάνατο, θύματα τῆς πλεονεξίας τους (Ἀρ 11,4.34). Ὁ Δαβὶδ ὑποκύπτει στὴν ἐπιθυμία του καὶ ἀποκτᾶ τὴν Βηρσαβεὲ (2 Βασ 11,2 ἑξ), προκαλῶντας ἀλλεπάλληλες καταστροφὲς καὶ ἁμαρτίες. Ὁ Ἀχαάβ, ὑποκύπτοντας στὴν ἐπιθυμία του, ὕστερα ἀπό τὴ συμβουλὴ τῆς Ἰεζάβελ, καὶ παίρνοντας ἀπὸ τὸ Ναβουθαὶ τὸν ἀμπελώνα του, καταδικάζει σὲ θάνατο τὴ δυναστεία του (3 Βασ 21). Οἱ δυὸ πρεσβύτεροι ἐπιθυμοῦν τὴν Σωσάννα σὲ τέτοιο βαθμὸ ὥστε νὰ «διαστρέψουν τὸν ἑαυτῶν νοῦν» (Δν, Σωσάννα 8.9.20) καὶ πληρώνουν μὲ τὴ ζωὴ τους τὴν ἁμαρτία τους.

Ὁ Νόμος, ἀκόμα πιὸ κατηγορηματικά, ἀποβλέποντας στὴν καρδιά, τὴν πηγὴ τῆς ἁμαρτίας, ἀπαγορεύει τὴν ἔνοχη ἐπιθυμία: «οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα... τὴν οἰκίαν τοῦ πλησίον σου» (Ἐξ 20,17). Ὁ Ἰησοῦς ἀποκαλύπτει τὴ σημασία αὐτῆς τῆς ἐπιθυμίας, δὲν τὴν ἐπινοεῖ (Μτ 5,28).

III. Ἡ μεταστροφὴ τῆς ἐπιθυμίας

Ἡ καινοτομία τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἀρχικὰ ὅτι ἀποκαλύπτει μὲ ἀπόλυτη σαφήνεια ὅ,τι ἦταν ἀκόμα καλυμμένο στὴν ΠΔ: «τὰ δὲ ἐκπορευόμενα ἐκ τοῦ στόματος ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχεται, κάκεῖνα κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον» (Μτ 15,18). Ἐπίσης ἡ καινοτομία αὐτὴ εἶναι κυρίως ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο διακηρύττει ὡς βεβαιότητα τὴν ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες ποὺ κρατοῦσαν δέσμιο τὸν ἄνθρωπο. Οἱ ἐπιθυμίες αὐτές, αὐτὸ «τὸ φρόνημα τῆς σαρκός», εἶναι ὁ θάνατος (Ρωμ 8,6), ἀλλὰ ὁ χριστιανὸς ποὺ κατέχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἱκανὸς νὰ ἀκολουθήσει τὴν «ἐπιθυμίαν τοῦ πνεύματος», νὰ «σταύρωσῃ τὴν σάρκα σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλ 5,24• βλ Ρωμ 6,12• 13,14• Ἐφ 4,22) καὶ νὰ ἀφεθεῖ «Πνεύματι περιπατεῖν» (Γαλ 5,16).

Αὐτὴ ἡ «ἐπιθυμία τοῦ πνεύματος», ἀπελευθερωμένη χάρη στὸ Χριστό, ὑπῆρχε ἤδη στὸ Νόμο, ποὺ εἶναι «πνευματικός» (Ρωμ 7,14). Ὅλη ἡ ΠΔ διαπνέεται ἀπὸ μιὰ βαθιὰ ἐπιθυμία γιὰ τὸ Θεό. Κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία γιὰ ἀπόκτηση σοφίας (Παρ 5,19• Σειρ 1,20), κάτω ἀπό τὴ νοσταλγία τῆς Ἱερουσαλὴμ (Ψλ 136,5), κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία ν' ἀνεβεῖ κανεὶς στὴν ἁγία πόλη (127,5) καὶ στὸ Ναὸ (121,1), κάτω ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ ὅλες τὶς μορφὲς του (118,20.131.174), κυλᾶ στὸ βάθος μιὰ ἐπιθυμία ποὺ μαγνητίζει ὅλες τὶς ἐνέργειες, ποὺ δίνει τὴν ἱκανότητα νὰ ξεσκεπάζει κανεὶς τὶς αὐταπάτες καὶ τὶς παραποιήσεις (βλ Ἀμ 5,18- Ἠσ 58,2), νὰ ὑπερνικᾶ ὅλες τὶς ἀπογοητεύσεις, ἡ μοναδικὴ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ: «Τί γὰρ μοι ὑπάρχει ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ παρὰ σοῦ τί ἠθέλησα ἐπί τῆς γῆς; ἐξέλιπεν ἡ καρδία μου καὶ ἡ σάρξ μου, ὁ Θεὸς τῆς καρδίας μου καὶ ἡ μερίς μου ὁ Θεὸς εἰς τὸν αἰῶνα» (Ψλ 72,25 ἑξ• βλ 41,2- 62,2).

IV. Ἐπιθυμία κοινωνίας

Ἡ δυνατότητά μας νὰ ἐπιθυμοῦμε τὸ Θεὸ περισσότερο ἀπὸ καθετὶ στὸν κόσμο συνδέεται στενὰ μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἰησοῦς κατέχεται ἀπὸ μιὰ διάπυρη καὶ ἀγωνιώδη ἐπιθυμία ποὺ θὰ τὴν κατευνάσει μόνο τὸ βάπτισμά του, τὸ Πάθος του (Λκ 12,49 ἑξ), τὴν ἐπιθυμία νὰ "δοξάσει τὸν Πατέρα του (Ἰω 17,4) καὶ νὰ δείξει στὸν κόσμο ὥς ποιὸ σημεῖο μπορεῖ νὰ τὸν ἀγαπᾶ (14,30 ἑξ). Αὐτὴ ὅμως ἡ ἐπιθυμία τοῦ Υἱοῦ ποὺ κατευθύνεται πρὸς τὸν Πατέρα του εἶναι ἀδιαχώριστη ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία ποὺ τὸν φέρνει πρὸς τοὺς δικούς του καὶ πού, ἐνῶ προχωροῦσε πρὸς τὸ Πάθος του, τὸν ὠθοῦσε νὰ ἐπιθυμεῖ «ἐπιθυμίᾳ... τὸ Πάσχα φαγεῖν» μαζί τους (Λκ 22,15).

Αὐτὴ ἡ θεϊκὴ ἐπιθυμία κοινωνίας μὲ τοὺς ἀνθρώπους, «ἐγὼ μετ' αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ' ἐμοῦ» (Ἀπ 3,20), ἔχει βαθιὰ ἀπήχηση στὴν ΚΔ. Οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου, ἰδιαίτερα, εἶναι γεμάτες ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Ἀποστόλου γιὰ τοὺς «ἀγαπητοὺς καὶ ἐπιπόθητους ἀδελφούς» (Φιλ 4,1), ποὺ τοὺς «ἐπιποθεῖ πάντας ἐν σπλάγχνοις Ἰησοῦ Χριστοῦ» (1,8), ἀπό τη χαρὰ νὰ νιώθει, χάρη στὴ μαρτυρία τοῦ Τίτου, «τὴν ἐπιπόθησιν» τῶν Κορινθίων γιὰ ἐκεῖνον (2 Κορ 7,7), βέβαιο καρπὸ τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ (7,11). Μόνο αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία εἶναι ἱκανὴ νὰ ἰσοσταθμίσει τὴ βασικὴ ἐπιθυμία τοῦ Παύλου ποὺ εἶναι γιὰ τὸ Χριστὸ καί, πιὸ συγκεκριμένα, γιὰ τὴν κοινωνία μαζί του, «τὴν ἐπιθυμίαν εἰς τὸ ἀναλῦσαι καὶ σὺν Χριστῷ εἶναι» (Φιλ 1,23), «καὶ ἐνδημῆσαι πρὸς τὸν Κύριον» (2 Κορ 5,8). Ἡ κραυγὴ τοῦ «ἀνδρὸς ἐπιθυμιῶν», ἡ κραυγὴ «τοῦ Πνεύματος καὶ τῆς Νύμφης» εἶναι: «Ἔρχου» (Ἀπ 22, 17). Γιατί, ἡ ἐπιθυμία τοῦ νέου ἀνθρώπου, ποὺ βαφτίστηκε στὸ θάνατο καὶ στὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, βρίσκει τὸ ἀποκορύφωμά της στὴν ἐλπίδα γιὰ κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ ποὺ διατρέχει ὅλη τὴ Βίβλο.
PMG & JG (ΜΣ)

Δευτέρα, Ιουνίου 29, 2015

Τό ἀρχαιότερο κείμενο τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου καί ὅλης τῆς Καινῆς Διαθήκης: Α΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή

ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ – 29 ΙΟΥΝΙΟΥ-
Α’ ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
ΜΕΛΕΤΗ Α΄-ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος ἐπισκέφθηκε γιά πρώτη φορά τή Θεσσαλονίκη γύρω στά 52 μ.Χ. Τότε πραγματοποιοῦσε τήν δεύτερη Ἀποστολική περιοδεία του. Εἶχε πρίν λίγες ἡμέρες φύγει ἀπό τούς Φιλίππους ὅπου εἶχε κακοπαθήσει πολύ καί τήν τελευταία νύκτα τήν εἶχε φυλακιστεῖ. Συνοδεύεται στό ταξίδι του πρός τήν Θεσσαλονίκη ἀπό δύο συνεργάτες του Ἀποστόλους τόν Ἅγιο Σίλαν καί τόν Ἅγιο Τιμόθεον. ­
Ὅπως διαβάζουμε στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (κεφ. ιζ΄ 1-10) ὁ θεῖος Ἀπόστολος ὅταν ἦλθε στήν Θεσσαλονίκη κατ’ ἀρχάς ἀπευθύνθηκε στούς Ἰουδαίους. Σ΄ αὐτούς μίλησε γιά τρία συνεχῆ Σάββατα. Ὁ λόγος του πού σάν περιεχόμενο εἶχε τήν σάρκωση, τήν σταύρωση καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου βασίστηκε στίς προφητεῖες τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Τό ἀποτέλεσμα τοῦ κηρύγματος καί τῆς ὅλης ἱεραποστολικῆς προσπάθειας ἦταν νά ἱδρυθεῖ ἡ Ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης. Τά μέλη της, οἱ πρῶτοι χριστιανοί τῆς Θεσσαλονίκης προερχόνταν:α)ἀπό Ἰουδαίους (μικρός ἀριθμός),
β)ἀπό προσηλύτους δηλ. ἀπό εἰδωλολάτρες πού εἶχαν ἐν τῷ μεταξύ μεταστραφεῖ στόν Ἰουδαϊσμό (αὐτοί ἦσαν πάρα πολλοί) καί
γ)ἀπό Ἐθνικούς δηλ. ἀπό εἰδωλολάτρες (καί αὐτοί ἐπίσης ἦσαν πολλοί).
Μεταξύ τῶν πρώτων χριστιανῶν ἦσαν καί ἀρκετές γυναῖκες πού ἀνῆκαν πιθανότατα στήν ἀνώτερη τάξη τῆς Θεσσαλονίκης. Τό γεγονός αὐτό ξεσήκωσε τόν φανατισμό τῶν Ἰουδαίων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι δέν ἐπίστευσαν στό κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου. Αὐτοί ὑποκίνησαν διωγμό ἐναντίον του, ὁ ὁποῖος στή συνέχεια ἐπεκτάθηκε ἐναντίον ὅλων τῶν χριστιανῶν τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος ἀναγκάσθηκε λόγῳ τοῦ διωγμοῦ νά φύγει, ὄχι μόνο ἀπό τήν Θεσσαλονίκη ἀλλά καί ἀπό τήν Βέρροια καί νά καταλήξει στήν Ἀθήνα.
Ἀπό τήν Ἀθήνα στέλνει τόν Ἅγιο Ἀπόστολο Τιμόθεο πίσω στήν Θεσσαλονίκη μέ σκοπό νά ἐνισχύσει τούς ὑπό διωγμόν εὑρισκόμενους νεοτεύκτους Θεσσαλονικεῖς χριστιανούς.Ὁ ἅγιος Τιμόθεος ἐπιστρέφοντα κομίζει στόν ἅγιο Παῦλο τίς εἰδήσεις γιά τήν πορεία τῆς νεοπαγοῦς διωκομένης ἐκκλησίας. Ἐν τῷ μεταξύ ὁ Ἅγιος Παῦλος εἶχε μεταβεῖ στήν Κόρινθο. Ἐκεῖ τόν συναντά ὁ Ἅγιος Τιμόθεος. Οἱ εἰδήσεις καί κάποιες ἀπορίες τῶν Θεσσαλονικέων κάνουν τόν Ἅγιο Παῦλο νά γράψει στούς Θεσσαλονικεῖς. Ἔτσι συντάσσει  τήν Α΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή του γύρω στό 52 μ.Χ. Εἶναι τό πρῶτο κείμενο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί ὅλης τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Σ’ αὐτήν ἐκφράζει πρός τούς ἡρωικούς Θεσσαλονικεῖς τήν χαρά του, γιά τήν σταθερότητά τους μέσα στούς διωγμούς καί στούς ποικίλους πειρασμούς. Μετά τό προοίμιο τῆς ἐπιστολῆς τούς ὑπενθυμίζει τίς συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποῖες ἦλθε στήν πόλη τους,τό γιατί πῆγε στήν Θεσσαλονίκη καθώς καί τό πόσα ὑπέφερε γιά χάρη τοῦ Κυρίου καί γιά χάρη τους. Τό κίνητρό του ἦταν ἡ ἀνιδιοτελής στοργική του ἀγάπη ἡ ὁποία ἐκφραζόταν ὡς  ἐπιθυμία τοῦ νά μεταδώσει στούς Θεσσαλονικεῖς ὄχι μόνο τή σωστική ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου ἀλλά- ἐάν ἦταν δυνατόν- καί τήν ψυχή του, «σάν τή μητέρα πού φροντίζει τά παιδιά της».
Ἀπόδειξη τοῦ μεγάλου ἐνδιαφέροντός του ἀποτελεῖ ἡ ἀποστολή τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου πρός αὐτούς καί ἡ χαρά του γιά τίς καλές εἰδήσεις πού τοῦ ἔφερε· ἐπίσης ἡ σφοδρή ἐπιθυμία του νά τούς ἐπισκεφθεῖ καί πάλι καθώς καί ἡ θλίψη του, γιατί αὐτό δέν ἦταν δυνατό νά πραγματοποιηθεῖ πρός τό παρόν. Ὁ Ἅγιος Παῦλος ἐπιμένει τόσο ἔντονα στήν ἀποσαφήνιση τῶν ἐλατηρίων τοῦ κηρύγματός του καί στήν ὑπογράμμιση τῆς στοργῆς του γι’ αὐτούς, ὥστε νά ἄρει κάθε τυχόν ὑποψία τους ὅτι ἦταν κάποιος φιλόδοξος πλανόδιος κήρυκας, πού διέδιδε τίς ἰδέες του ἀπό πόλη σέ πόλη».
Ἐπίσης ἐφιστᾶ τήν προσοχή τους ἀπέναντι σέ μερικά ὀλέθρια ὑπολείμματα ἀπό τίς προηγούμενες εἰδωλολατρικές συνήθειες καί κακίες τους. Τονίζει τήν ἠθική καθαρότητα καί τήν φιλαδελφία πού πρέπει νά ἔχουν. Ἡ νέα πίστη στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπαιτεῖ μία πλήρη ἠθική καθαρότητα ὄχι μόνο τοῦ σώματος ἀλλά καί τῶν αἰσθήσεων,  τοῦ νοός, τῶν λογισμῶν, τῆς καρδίας καί τῆς διανοίας. Πρέπει νά ἐξαγνιστοῦν καί νά ἀποφεύγουν τελείως τήν πορνεία. Ἰδίως κινδυνεύουν οἱ «ἐξ ἐθνῶν χριστιανοί» διότι ἔχουν ἁμαρτωλό παρελθόν μέ πολλές ἀνήθικες συνήθειες. Εἶναι ἀπόλυτη ἡ ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ γιά ἠθική καθαρότητα.
Κοντά σ’αὐτά ὁ Ἅγιος Παῦλος τούς διδάσκει καί περί τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν πού θά συμβεῖ κατά τήν Δευτέραν Παρουσία τοῦ Κυρίου. Τούς ὀνομάζει «κεκοιμημένους». Παρατηρεῖ ὅτι οἱ Χριστιανοί εἶναι αὐτοί πού «ἔχουν ἐλπίδα» σέ ἀντίθεση μέ τούς ὑπόλοιπους «τούς μή ἔχοντας ἐλπίδα». Ἡ ἐλπίδα τῆς ἀνάστασης τῶν κεκοιμημένων ἔγκειται στήν νίκη τοῦ Χριστοῦ μας κατά τοῦ θανάτου πού πραγματοποίησε μέ τήν ἀνάστασή Του. Ὅταν θά ἔλθει πάλι ὁ Κύριος οἱ κεκοιμημένοι «ἐν Χριστῷ» θά ἀναστηθοῦν πρῶτοι. Κατόπιν μαζί μέ τούς ζῶντες ἐκείνη τήν ὥρα δικαίους θά πορευθοῦν «στόν ἀέρα» γιά νά συναντήσουν τόν Κύριο «ἁρπαγμένοι ἐπάνω σέ νεφέλες» πού δέν εἶναι παρά τό ἄκτιστο φῶς- ἡ θεία ἐνέργεια. Τό πότε θά γίνει ἡ Β΄ Παρουσία τοῦ Κυρίου δέν εἶναι γνωστό.  Θά ἔρθει ὅμως «ὅπως ὁ κλέφτης τή νύκτα» γι΄ αυτό καί ἀπαιτεῖται ἐγρήγορση ἀπό τούς χριστιανούς. Οἱ Χριστιανοί θά πρέπει νά εἶναι πάντα «τέκνα τοῦ φωτός καί τῆς ἡμέρας».
Τέλος ὁλοκληρώνει τήν ἁγία του αὐτή ἐπιστολή ὁ ἅγιος Παῦλος μέ προτροπές γιά ἀγαθοεργία, γιά ὑπακοή στούς προϊσταμένους, γιά ἀδιάλειπτη προσευχή, γιά διατήρηση τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων κ.λ.π.
Τήν Β΄πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή του ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος τήν συνέταξε καί αὐτήν ἐνῶ βρισκόταν ἀκόμη στήν Κόρινθο, λίγους μῆνες μετά τήν σύνταξη τῆς Α’ Πρός Θεσσαλονικεῖς. Φαίνεται ὅτι ἀπαντᾶ σέ ἀπαντητική ἐπιστολή τῶν Θεσσαλονικέων πρός τήν Α’ του ἐπιστολή ἤ ἐν τῷ μεταξύ ἔλαβε νέες πληροφορίες περί τῆς κατάστασης στήν Θεσσαλονίκη.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος αἶνος καί δόξα
εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
 Ἀρχιμανδρίτης Σάββας Ἁγιορείτης
πηγή: http://www.hristospanagia.gr/
το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...