Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βυζάντιον. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βυζάντιον. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Νοεμβρίου 04, 2012

Η άποψη του Στήβεν Ράνσιμαν για την Δ΄ Σταυροφορία


Ένας από τους κορυφαίους Βυζαντινολόγους παγκοσμίως είναι ο Στήβεν Ράνσιμαν. Στο έργο του «Ιστορία των Σταυροφοριών» (Εκδόσεις Γ.Ε.Σ. 1979) στον τρίτο τόμο αναφέρεται στην Δ’ σταυροφορία με τον τίτλο «Η σταυροφορία εναντίον χριστιανών». Τις απόψεις του Ράνσιμαν για τους σταυροφόρους αλλά και για τον Πάπα θα παραθέσουμε παρακάτω βοηθώντας τον αναγνώστη να κατανοήσει τη νοοτροπία των δυτικών, για τους οποίους θα αναφερθούμε στο κύριο μέρος του έργου μας.
Όσον αφορά την αλλαγή πορείας των σταυροφόρων και την κατεύθυνσή τους προς την Κωνσταντινούπολη, ο Ράνσιμαν αναφέρει τα εξής: «Όταν η πρόταση ετέθη ύπ’ όψη των σταυροφόρων, υπήρξαν μερικοί που αντέδρασαν, όπως ο Ρεϋνάλδος του Μονμιράιγ, ο οποίος θεωρούσε ότι είχαν πάρει το σταυρό για να πολεμήσουν εναντίον των μωαμεθανών και δεν έβλεπε καμία δικαιολογία για άλλη αργοπορία. Αυτοί λοιπόν εγκατέλειψαν το στρατό και έπλευσαν στη Συρία. Άλλοι παρέμειναν με το στρατό διαμαρτυρόμενοι, άλλοι πάλι σώπασαν με επίκαιρες ενετικές δωροδοκίες. Αλλά ο μέσος σταυροφόρος είχε διδαχθεί να πιστεύει οτι το Βυζάντιο υπήρξε συνεχώς προδοτικό έναντι της χριστιανοσύνης σε όλους του ιερούς πολέμους. Θα ήταν φρόνιμη και αξιέπαινη πράξη να του επιβάλουν τώρα τη συνεργασία του με τη βία. Οι ευλαβείς άνθρωποι μέσα στο στρατό ήταν ευτυχείς να βοηθήσουν σε μία πολιτική που θα έφερνε τους σχισματικούς Έλληνες στους κόλπους της εκκλησίας. Οι πιο κοσμικοί σκέφτονταν τα πλούτη της Κωνσταντινουπόλεως και τις ευημερούσες επαρχίες της και πρόσμεναν τη δυνατότητα λαφυραγωγίας. Μερικοί από τους βαρώνους, ένας από τους οποίους ήταν και ο Βονιφάτιος, μπορεί να περίμεναν ακόμα περισσότερα και είχαν υπολογίσει ότι τα κτήματα που υπήρχαν στις ακτές του Αιγαίου, ήσαν πιο ελκυστικά από εκείνα που θα μπορούσαν να βρεθούν στην ταλαιπωρημένη γη της Συρίας. Όλη η μνησικακία την οποία έτρεφε η δύση από μακρού εναντίον της ανατολικής χριστιανοσύνης διευκόλυνε τον Δάνδολο και τον Βονιφάτιο να παρασύρουν την κοινή γνώμη να τους υποστηρίξει».
Για τη στάση του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ όσον αφορά την αλλαγή πορείας των σταυροφόρων, ο Ράνσιμαν αναφέρει τα παρακάτω: «Η ανησυχία του Πάπα για τη σταυροφορία δεν λιγόστεψε όταν έμαθε την απόφαση που είχε παρθεί. Ένα σχέδιο που εκπονήθηκε μεταξύ των Ενετών και των φίλων του Φιλίππου της Σουηβίας ήταν απίθανο ότι θα περιποιούσε τιμή στην εκκλησία. Επιπλέον είχε γνωρίσει το νέο Αλέξιο και τον είχε ζυγίσει ως ένα ανάξιο νεαρό. Αλλά ήταν πολύ αργά γι’ αυτόν να προβεί σε αποτελεσματική διαμαρτυρία και αν η εκτροπή επρόκειτο πραγματικά να εξασφαλίσει ενεργό βυζαντινή βοήθεια εναντίον των απίστων και συγχρόνως να πετύχει την ένωση των εκκλησιών, θα ήταν δικαιολογημένη. Αρκέσθηκε στην έκδοση μιας διαταγής να μη γίνει άλλη επίθεση εναντίον χριστιανών, εκτός μόνον στην περίπτωση που θα εμπόδιζαν ενεργώς τον ιερό πόλεμο. Όπως φάνηκε από τα πράγματα, θα ήταν φρονιμότερο γι’ αυτόν να είχε εκφράσει, οσοδήποτε εις μάτην, φανερή και χωρίς συμβιβασμούς αποδοκιμασία. Στους Έλληνες, πάντοτε υποψιαζόμενους τις παπικές προθέσεις και αγνοούντες τις περιπλοκές της δυτικής πολιτικής, η χαλαρότητα της εκ μέρους του καταδίκης φάνηκε ως απόδειξη ότι αυτός ήταν η δύναμη πίσω από την όλη μηχανορραφία». Σε άλλο σημείο του έργου του παραθέτει για τον Πάπα τα εξής: «Ο Πάπας Ιννοκέντιος παρ’ όλη τη δυσπιστία που ένιωσε για την εκτροπή της σταυροφορίας προς την Κωνσταντινούπολη, στην αρχή ήταν κατευχαριστημένος. Απαντώντας σε μία εκστατική επιστολή από το νέο αυτοκράτορα Βαλδουίνο, που καυχιόταν για τα μεγάλα και πολύτιμα αποτελέσματα του θαύματος που είχε κάνει ο Θεός, ο Ιννοκέντιος έγραψε ότι “έχαιρε εν Κυρίω” και έδωσε την έγκριση του χωρίς επιφύλαξη».
Όσον αφορά την άλωση και τη λεηλασία της βασιλεύουσας ο Ράνσιμαν ιστορεί τα παρακάτω: «Η λεηλασία της Κωνσταντινουπόλεως δεν έχει το αντίστοιχό της στην ιστορία. Επί εννέα αιώνες, η μεγάλη πόλη υπήρξε η πρωτεύουσα του χριστιανικού πολιτισμού. Είχε γεμίσει με έργα τέχνης, που είχαν επιζήσει από την αρχαία Ελλάδα, και με τα αριστουργήματα των δικών της έξοχων καλλιτεχνών.
»Οι Ενετοί ήξεραν την αξία αυτών των πραγμάτων. Όπου μπόρεσαν άρπαξαν θησαυρούς και τους μετέφεραν για να στολίσουν τις πλατείες και τις εκκλησίες και τα παλάτια της πόλεώς των. Αλλά οι Γάλλοι και οι Φλαμανδοί είχαν κυριευθεί από μία μανία καταστροφής. Ξεχύθηκαν, ένας ωρυόμενος όχλος, στους δρόμους και στα σπίτια, αρπάζοντας οτιδήποτε γυάλιζε και καταστρέφοντας ο,τι δεν μπορούσαν να κουβαλήσουν, σταματώντας μόνο για να σκοτώσουν η για να βιάσουν, η για να ανοίξουν κελάρια για να πιουν. Δεν γλύτωσαν ούτε τα μοναστήρια ούτε οι εκκλησίες ούτε οι βιβλιοθήκες. Στην ίδια την Αγία Σοφία έβλεπε κανείς μεθυσμένους στρατιώτες να σχίζουν τις μεταξωτές κουρτίνες και να γκρεμίζουν και να κομματιάζουν το μεγάλο ασημένιο εικονοστάσιο, ενώ ποδοπατούσαν ασεβέστατα άγιες εικόνες και ιερά βιβλία. Ενώ έπιναν από τα ιερά σκεύη του θυσιαστηρίου, μία πόρνη πήγε και κάθισε στον πατριαρχικό θρόνο και άρχισε να τραγουδάει ένα άσεμνο γαλλικό τραγούδι. Καλόγριες βιάστηκαν μέσα στα μοναστήρια των. Παλάτια και καλύβες χωρίς καμιά διάκριση παραβιάστηκαν και καταστράφηκαν. Πληγωμένες γυναίκες και παιδιά κοίτονταν ετοιμοθάνατες μέσα στους δρόμους. Επί τρεις μέρες εξακολούθησαν οι φρικιαστικές σκηνές της λεηλασίας και της αιματοχυσίας ως που η τεράστια και ωραία πόλη έγινε ένα ερείπιο. Ακόμα και οι Σαρακηνοί θα είχαν δείξει περισσότερο οίκτο, αναφωνεί ο ιστορικός Νικήτας, και λέει την αλήθεια». Και σε ένα άλλο σημείο του έργου αναφέρει ότι: «Δεν υπήρξε ποτέ μεγαλύτερο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας από την τέταρτη σταυροφορία. Όχι μόνο προκάλεσε την καταστροφή η τον διασκορπισμό των θησαυρών του παρελθόντος, που το Βυζάντιο είχε με ευλάβεια αποθηκεύσει, και τον θανάσιμο τραυματισμό ενός πολιτισμού που ήταν ακόμα ενεργός και μεγάλος, αλλά υπήρξε επίσης μια πράξη γιγαντιαίας πολιτικής ανοησίας».
Για τις εστίες αντίστασης του Ελληνισμού και συγκεκριμένα για τη Νίκαια παραθέτουμε τις απόψεις του Ράνσιμαν αποσπασματικά: «Το πιο ισχυρό από τα τρία κράτη ήταν η αυτοκρατορία που ιδρύθηκε στη Νίκαια από τη θυγατέρα του Αλέξιου Γ’, Άννα και το σύζυγο της Θεόδωρο Λάσκαρη». «Έτσι στα μάτια των Ελλήνων η Νίκαια έγινε η πρωτεύουσα της νόμιμης αυτοκρατορίας». «Η ιστορία της αυτοκρατορίας της Νίκαιας δείχνει ότι οι Βυζαντινοί δεν είχαν χάσει την αλκή των».
Πηγή: Ιωάννης Α. Αρσάκης, «Ιωάννης Γ΄Δούκας Βατάτζης, Ο Άγιος Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»

Κυριακή, Αυγούστου 26, 2012

Ο Ρωμανός του Ματζικέρτ και η αρχή του κακού.



Όταν ο Πιστός Εν Χριστώ Τω Θεώ  Βασιλεύς Αυτοκράτωρ Των Ρωμαίων Βασίλειος Β' έκλεινε τα μάτια και και περνούσε στην Αιωνιότητα, άφηνε πίσω του ένα κράτος υπερδύναμη, με πανίσχυρο στρατό και οικονομία, που κανείς δεν μπορούσε ούτε να σκεφτεί να το απειλήσει.
Η απέραντη Αυτοκρατορία, που τότε τα σύνορά της έφταναν από το σημερινό Ιράν μέχρι λίγα χιλιόμετρα πριν την Ρώμη της Ιταλίας και από την σημερινή Ουκρανία μέχρι το σημερινό Λίβανο, είχε φτάσει στο απόγειο της δύναμής της και κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι 46 χρόνια μετά οι μετέπειτα Αυτοκράτορες του Βασιλείου, οι λόγιοι και οι αριστοκρατία θα την οδηγούσαν στην καταστροφή του Ματζικέρτ.

Όταν ο Ρωμανός Δ' Διογένης στέφθηκε Αυτοκράτορας, ο στρατός μας ήταν διαλυμένος και τίποτα δεν θύμιζε τις ένδοξες μεραρχίες του Βουλγαροκτόνου, του Τσιμισκή και του Νικηφόρου Φωκά.
Οι σελτζούκοι, ένα τουρκικό φύλο ληστών από τις στέπες της Μογγολίας, που περιπλανιώταν απο 'δω και από 'κει κλέβοντας και λεηλατώντας, είχαν καταλάβει την αμυντική ανυπαρξία του Βυζαντίου και ανενόχλητοι εφορμούσαν στα ανατολικά σύνορά μας, αλλά και στη Μικρασιατική ανυπεράσπιστη ενδοχώρα σκορπώντας τον όλεθρο.
Μετά από μια σειρά καταστροφικών αυτοκρατόρων, ο Ρωμανός βρέθηκε ανέλπιστα στο θρόνο της Βασιλεύουσας και η αλήθεια είναι ότι προσπάθησε να κάνει όσα δεν είχαν κάνει όλοι οι άλλοι μαζί.
Ο στρατός του Βυζαντίου είχε καταντήσει ένα θλιβερό θέαμα με αγύμναστους, άσχετους και άτολμους στρατιωτικούς παραμελλημένους και αποδυναμωμένους επίτηδες (από την αριστοκρατία και τους λόγιους) με στολές σκισμένες και λειψές.
Ο Ρωμανός προσπαθώντας να σταματήσει τις σφαγές και τα ποτάμια αίματος ξεκίνησε με αυτόν τον στρατό που παράλαβε και η αλήθεια είναι, θα είχε καλύτερη κατάληξη, αν δεν τον είχαν προδώσει σε εκείνη την τελευταία μάχη στο Ματζικέρτ.
Ενώ κέρδιζε στην αρχή και οι τούρκοι πανικόβλητοι έτρεχαν να σωθούν εγκαταλείποντας το πεδίο της μάχης, ο Ρωμανός έκανε το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του, ένα λάθος που το πληρώνουμε μέχρι σήμερα.
Πιστεύοντας ότι παρόλη την υποχώρηση των σελτζούκων κάπου υπήρχε κρυμμένη τουρκική εφεδρεία, ο Ρωμανός έδωσε διαταγή οπισθοχώρησης.
Έκπληκτοι οι στρατιώτες και το ιππικό υπάκουσαν παραξενεμένοι μη μπορώντας να καταλάβουν, τι συνέβαινε.
Την ίδια ώρα ο μοχαμέτ μπιν νταούντ τσαγκρί, ο σουλτάνος των σελτζούκων, βλέποντας αυτό το ανέλπιστο δώρο έδωσε διαταγή αντεπίθεσης.
Οι βυζαντινοί, που τώρα οπισθοχωρούσαν, είδαν τους τούρκους να αντεπιτίθενται και η απορία για την εντολή του Αυτοκράτορά τους μετατράπηκε σε πανικό.
Βλέποντας τώρα το λάθος του ο Ρωμανός έδωσε εντολή στην βυζαντινή εφεδρεία, που περίμενε λίγο πιο πίσω, να επέμβει και να σώσει την μάχη, όμως ο επικεφαλής αυτός στρατηγός της εφεδρείας είχε πάρει άλλες εντολές από τους εχθρούς του Ρωμανού (τους ίδιους, που είχαν καταστρέψει όλα αυτά τα χρόνια την Αυτοκρατορία). Δίνοντας εντολή να μην επέμβουν και αφήνοντας μόνο του το στρατό, που τώρα υποχωρούσε πανικόβλητος, έφυγε με την εφεδρεία προδίδοντας την Πατρίδα και τον Αυτοκράτορα.
Λίγο μετά, όλα είχαν τελιώσει.
Οι τούρκοι θα έμεναν στα κατακτημένα αυτά εδάφη και δημιουργώντας διάφορα εμιράτα θα πολλαπλασιάζονταν μέχρι την τελική τους επικράτηση τέσσερις αιώνες μετά.

Τρίτη, Ιουλίου 03, 2012

Ιστορίες από το Βυζάντιο....



  • Κατά λάθος

    Ο Ιοβιανός (Jovianus, 363-364) εκλέχτηκε δια βοής από το στρατό μετά το θάνατο του Ιουλιανού. Η εκλογή του ήταν μεγάλη έκπληξη, επειδή ήταν σχετικά χαμηλόβαθμος και δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός. Ο ιστορικόςAmmianus Marcellinus πιθανολόγησε ότι οι στρατιώτες νόμισαν ότι επρόκειτο για έναν άλλο Ιοβιανό που ήταν αρχιγραμματέας (primicerius notariorum).

    Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της εκλογής, το πλήθος παράκουσε και νόμισε ότι άκουσε Ιουλιανός αντίΙοβιανός, και πίστεψε ότι ο αποθανών Αύγουστος είχε γίνει ως εκ θαύματος καλά και είχε επιστρέψει, οπότε ξέσπασαν σε επευφημίες.
  • Σωστή Επιλογή

    ManuelΟ Αναστάσιος Α’ (491-518) δυσκολευόταν να αποφασίσει ποιος από τους 3 ανιψιούς του θα τον διαδεχθεί. Για να αποφασίσει, έβαλε ένα σημείωμα κάτω από ένα ανάκλιντρο και κάλεσε τους ανιψιούς του σε μια αίθουσα όπου υπήρχαν άλλα δύο ανάκλιντρα Ο ανιψιός που θα καθόταν σ’ αυτό με το σημείωμα, θα ήταν ο εκλεκτός. Όμως δυο από τους ανιψιούς κάθισαν στο ίδιο ανάκλιντρο και αυτό με το σημείωμα έμεινε κενό.

    Τότε ονομάτισε ότι όποιος έμπαινε πρώτος στην αίθουσα το επόμενο πρωί, αυτός θα γινόταν αυτοκράτορας. Αυτός που μπήκε ήταν οΙουστίνος, ο αρχηγός της φρουράς.
    Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή πάντως, ο Ιουστίνος έγινε αυτοκράτορας δωροδοκώντας τους πατρικίους που τον εξέλεξαν μετά το θάνατο του Αναστασίου. Όπως και να ‘χει, ο Ιουστίνος Α’ αποδείχτηκε καλός ηγέτης και είχε έναν ακόμα πιο άξιο διάδοχο, τον Ιουστινιανό Α’.
  • Απροθυμία

    Ο Θεοδόσιος Γ’, (715-717), είχε εξαναγκασθεί από το στρατό να πάρει το στέμμα, πιθανόν επειδή οι στρατιωτικοί ήθελαν έναν αχυράνθρωπο για να αναλάβει την ευθύνη, αν η στάση τους αποτύγχανε. Ο Θεοδόσιος που ήταν φοροεισπράκτορας, δεν ήταν καθόλου ενθουσιασμένος μ’ αυτήν την προοπτική.

    Βέβαια, ήταν σχεδόν έθιμο όταν ένας αυτοκράτορας εκλεγόταν, να προσποιείται με σεμνοτυφία ότι δεν ήταν άξιος της τιμής, ότι υπήρχαν άλλοι καλύτεροι και ότι τάχα δεν επιθυμούσε την εξουσία. Στην περίπτωση όμως του Θεοδοσίου, φαίνεται πως η απροθυμία του ήταν ειλικρινής, δεδομένου ότι 5 αυτοκράτορες πριν από αυτόν είχαν εκθρονιστεί με βίαιο τρόπο και είχαν ακρωτηριασθεί

    Σύμφωνα με τον χρονικογράφο Θεοφάνη τον Εξομολογητή, προσπάθησε να κρυφτεί στα δάση του Ανδραμυττίου,στη Μικρά Ασία, για να αποφύγει το αξίωμα, αλλά τον βρήκαν και τον έκαναν δια τη βίας αυτοκράτορα. Ήταν καλός άνθρωπος και όχι κακός ηγέτης, αλλά πάντα έψαχνε ευκαιρία για να αποχωρήσει, και τελικά τη βρήκε όταν στασίασε ο στρατηγός Λέων (ο Ίσαυρος). Πολύ πρόθυμα, τότε, παραιτήθηκε και αποσύρθηκε ευτυχής σε μοναστήρι.
  • Στέψη με αλυσίδες

    Ο Μιχαήλ Β’ ο εξ Αμορίου (820-829) ελευθερώθηκε από τη φυλακή από τους υποστηρικτές του που είχαν σκοτώσει τον προκάτοχό του Λέοντα Ε’ τον Αρμένιο. Για να αποφύγουν τυχόν αντιδράσεις από το λαό, επέσπευσαν τη στέψη του, και καθώς δεν έβρισκαν το κλειδί, ο άρτι αποφυλακισθείς Μιχαήλ εστέφθη και «ενεδύθη της πορφύραν» ενώ ήταν ακόμα αλυσοδεμένος. 
  • Χαμένοι στη μετάφραση

    Το 519, ο Πάπας Ορμίσδας έστειλε μια αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη για να συζητήσουν το Ακάκιο σχίσμα. Οι Λεγάτοι του Πάπα πήραν μαζί τους για διερμηνέα ένα διάκο, Έλληνα από την Αλεξάνδρεια, ονόματι Διόσκουρο, Η διάσκεψη παρά λίγο να ναυαγήσει όταν ο Ιουστίνος απέρριψε την απαίτηση των Δυτικών να διορίσει τον Διόσκουρο πατριάρχη Αλεξανδρείας.

    Θεωρείται βέβαιο ότι ο Πάπας δεν είχε ιδέα για αυτήν την απαίτηση. Απλά ο Διόσκουρος εκμεταλλεύθηκε τη θέση του σαν διερμηνέας και προσπάθησε να πάρει μια καλή θέση.
  • Αλαζονεία

    Μετά την επανάκτηση του Τιμίου Σταυρού από τους Πέρσες, οΗράκλειος επέμενε να μεταφέρει ο ίδιος το σταυρό μέσα στην Ιερουσαλήμ (παρά τις συμβουλές του πατριάρχη περί του αντιθέτου). Αρχικά, ενόσω ήταν έφιππος, το φορτίο ήταν πολύ βαρύ και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Όταν ξεπέζεψε και έβγαλε το στέμμα του, ο Σταυρός ως εκ θαύματος έγινε πολύ ελαφρύς και η πύλη της πόλης άνοιξε μόνη της για να μπει ο θριαμβευτής βασιλιάς.
  • Λαθραία

    Ο Ιουστινιανός πλήρωσε δύο Πέρσες μοναχούς, που είχαν ζήσει στην Κίνα, για να βρουν αυγά μεταξοσκώληκα. Πράγματι, οι μοναχοί κατόρθωσαν να μεταφέρουν λαθραία τα αυγά, κρυμμένα στο μπαστούνι τους. Έτσι το Βυζάντιο απέκτησε τη δυνατότητα να αρχίσει της παραγωγή μεταξιού γύρω στο 550 και το μετάξι έπαψε να είναι μονοπώλιο των Κινέζων. Όλη η μεταγενέστερη παραγωγή μεταξιού στην Ευρώπη προέρχεται από απογόνους των σκωλήκων που μετέφεραν οι μοναχοί εκείνοι.

πηγή

Δευτέρα, Ιουλίου 02, 2012

Παράξενες Βυζαντινές Ιστορίες...


Η Κακή ζαριά
Ο Δαίμων
Το Μεγάλο Γλέντι
Υδροφοβία
Μυστικός Αυτοκράτωρ
Καλόγερος-Αυτοκράτωρ
Βασίλισσα της Ομορφιάς
Παλικάρι
Μανιακός με την καθαριότητα
Πένθος

  • Κακή ζαριά

    Ο Ζήνων (474-475 & 476-491) συνήθιζε να παίζει τάβλι (Tabula, πολύ παρόμοιο με το σύγχρονο παιχνίδι). Κάποτε του έτυχε ένα ζάρι τόσο κακό, που έβαλε να γράψουν ένα επίγραμμα γι’ αυτό, ώστε να απαθανατιστεί η ατυχία του (στο τάβλι).

    Το επίγραμμα αυτό διασώθηκε σε μεταγενέστερα συγγράμματα, πράγμα που έκανε δυνατή την αναπαράσταση του παιχνιδιού κατά τον 19ο αιώνα.
  • Δαίμων

    Όπως ο προκάτοχός του ο Λέων ο Σοφός, ο αυτοκράτωρ Αλέξανδρος (912-913), είχε μια κλίση προς τη μαγεία και τα παραφυσικά φαινόμενα. Ανάμεσα στις άλλες τρέλες του, είχε πειστεί πως ένα αρχαίο χάλκινο άγαλμα στην Αγορά, που απεικόνιζε ένα αγριογούρουνο, ήταν το δαιμόνιό του.

    Έτσι το άγαλμα αντιμετωπίσθηκε με μεγάλη ευλάβεια και τιμές: του φόρεσαν καινούργιους χαυλιόδοντες και άλλα στολίδια, και διοργανώθηκε μεγάλη γιορτή για την μετεγκατάστασή του στον Ιππόδρομο, που περιλάμβανε άσεμνες παραστάσεις και παρωδίες θρησκευτικών τελετών. Ο λαός του Βυζαντίου γενικά διασκέδαζε με κάτι τέτοια, αλλά είναι βέβαιο ότι η Εκκλησία δεν πρέπει να ενθουσιάστηκε ιδιαίτερα...
  • Μεγάλο Γλέντι

    Για να εορτάσει τα θυρανοίξια της νέας εκκλησίας της Αγια-Σοφιάς το 537, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός διοργάνωσε ένα μεγάλο γλέντι στο οποίο καταναλώθηκαν 6,000 πρόβατα, 1,000 βόδια, 1,000 χοίροι, 1,000 κοτόπουλα, και 500 ελάφια.
    Hagia Sofia
  • Υδροφοβία

    Ο Ηράκλειος (610-641) προς το τέλος της βασιλείας του, φοβόταν τόσο πολύ το νερό που του πήρε μήνες για να βρει το κουράγιο να διασχίσει τον Βόσπορο. Τελικά κατάφερε να το κάνει μόνο αφού χτίστηκε μια ξύλινη γέφυρα πάνω σε βάρκες που τα πλαϊνά της ήταν πλήρως καλυμμένα με σανίδες για να μη φαίνεται η θάλασσα.
  • Μυστικός Αυτοκράτωρ

    Ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός (886-912) μιμούμενος τον χαλίφη Χαρούν-αλ-Ρασίντ, έβγαινε καμιά φορά στους δρόμους της Πόλης μόνος και μεταμφιεσμένος για να δει πώς ζει ο λαός του και να ανακαλύψει περιπτώσεις αδικίας και διαφθοράς.

    Σε μια από αυτές τις εξορμήσεις του συνελήφθη από τους φύλακες της Πόλης. Δωροδοκώντας με 12 νομίσματα, κατόρθωσε να γλυτώσει από δύο περιπόλους όχι όμως και από τρίτη, που τον συνέλαβε και τον φυλάκισε. Όταν έντρομος ένας φρουρός τον αναγνώρισε το άλλο πρωί, ο επικεφαλής αξιωματικός ανταμείφθηκε ενώ οι άλλοι απολύθηκαν και τιμωρήθηκαν.
  • Καλόγερος-Αυτοκράτωρ

    ΦωκάςΟ Νικηφόρος Β’ Φωκάς (963-969) ήταν πολύ θρήσκος και ασκητικός. Έλεγαν ότι κάτω από τα βασιλικά ρούχα φορούσε ράσο. Επίσης είχε ασκήσει πιέσεις για να αγιοποιηθούν όλοι οι στρατιώτες που σκοτώθηκαν στους πολέμους εναντίον των Σαρακηνών, αλλά η Εκκλησία βρήκε αυτήν την ιδέα κάπως υπερβολική.
  • Βασίλισσα της Ομορφιάς

    Η Ζωή (1028-1050) ήταν 50 ετών όταν έγινε αυτοκράτειρα και παντρεύτηκε για πρώτη φορά. Παρά την ηλικία της και παρά το γεγονός ότι ήταν παρθένα μέχρι τότε, απέκτησε στη συνέχεια τρεις συζύγους και πολλούς εραστές.

    Ήταν πολύ όμορφη και ήθελε να διατηρήσει την ομορφιά της όσο περισσότερο μπορούσε. Χρησιμοποιώντας μυστικά φίλτρα και συνταγές κατόρθωσε να μείνει νέα και να διατηρήσει το πρόσωπό της χωρίς ρυτίδες μέχρι τα εξήντα.

    Προς το τέλος της ζωής της όμως, φαίνεται ότι έχασε κάθε φιλαρέσκεια και κάθε ενδιαφέρον για καλλωπισμούς. Το μόνο που την ενδιέφερε και το μόνο στο οποίο ξόδευε όλη της την ενεργητικότητα ήταν να φτιάχνει αρώματα, να τα επινοεί, να τα επεξεργάζεται. Σύμφωνα με τον Μιχαήλ Ψελλό «ο ιδιαίτερος κοιτώνας της δεν είχε καλύτερη εμφάνιση από τα εργαστήρια της αγοράς, όπου χειρώνακτες και σιδεράδες δουλεύουν τη φωτιά, γιατί και στο δωμάτιό της έκαιγαν γύρω γύρω πολλά μαγκάλια, και από τις υπηρέτριες η μια μετρούσε τις ποσότητες των αρωμάτων, η άλλη τα ανακάτευε, και όλες έκαναν κάτι σχετικό».
  • Παλικάρι

    Ο Μανουήλ Α’ Κομνηνός (1143-1180) ήταν φιλοδυτικός. Μεταξύ άλλων, του άρεσαν πολύ οι ιπποτικές μονομαχίες και μάλιστα διοργάνωνε και σχετικούς αγώνες κατά τα δυτικά πρότυπα. Πολλές φορές συμμετείχε και ο ίδιος σε αυτούς. Manuel

    Σύμφωνα με τους θρύλους που περιβάλλουν τη βασιλεία του -άγνωστο κατά πόσο είναι αληθινοί- ήταν γιγαντόσωμος και πολύ δυνατός. Ο ηγέτης της Αντιόχειας Ραϊμόνδος προσπάθησε κάποτε να σηκώσει τα όπλα του Μανουήλ και δεν μπόρεσε. Σε ένα τουρνουά είχε νικήσει δύο από τους πιο ξακουστούς Ιταλούς ιππότες. Μέσα σε μια μέρα κάποτε σκότωσε με τα χέρια του 40 Τούρκους. Σε μια άλλη μάχη είχε περάσει καλπάζοντας μέσα από μια ομάδα εκατοντάδων Τούρκων χωρίς ούτε μια αμυχή.
  • Μανιακός με την καθαριότητα

    Ο Ισαάκιος Β’ Άγγελος (1185-1195) είχε ένα τρόπο ζωής γεμάτο εκζήτηση και πολυτέλεια που σόκαρε τους συγχρόνους του. Ένα από τα πράγματα που προκαλούσαν εντύπωση ήταν πόσο συχνά έκανε μπάνιο: μέρα παρά μέρα...
  • Πένθος

    Ο Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος (1392-1425) ήταν πολύ μεγαλοπρεπής, με λαμπρό παρουσιαστικό. Σπουδαίος ηγέτης που είχε την ατυχία να γεννηθεί σε δύσκολους καιρούς. Τις περισσότερες φορές ντυνόταν στα ολόλευκα -το χρώμα του πένθους για τους Βυζαντινούς- σαν ένδειξη του σπαραγμού του για την κατάσταση της χώρας του.
ΠΗΓΗ

Κυριακή, Ιουλίου 01, 2012

Παράξενες Βυζαντινές Ιστορίες . Αιματηρή Προφητεία, Οι Προφητείες του Λέοντος του Σοφού.


Οι Προφητείες του Λέοντος του Σοφού.
Η Σύντομη Βασιλεία.
Η Αιματηρή Προφητεία.

  • Οι Προφητείες του Λέοντος του Σοφού

    Ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός (886-912), που δεν ήταν και τόσο σοφός, ήταν αυθεντία σε θέματα μαγείας και αστρολογίας. Οι επόμενες γενιές τον θεωρούσαν προφήτη. Μια συλλογή από προφητικούς στίχους, γνωστή σαν Προφητείαι Λέοντος Σοφού, βασισμένη εν μέρει σε προγενέστερες ελληνικές πηγές, κυκλοφορούσε στο Βυζάντιο και στη Δύση τουλάχιστον από το 1200.
    Οι στίχοι προβλέπουν το μέλλον του κόσμου και τη μοίρα της ελληνικής αυτοκρατορίας για πολλές εκατοντάδες χρόνια. Από αυτούς προήλθαν και οι διάσημες προφητείες του Ψευδο-Ιωακείμ του Φιόρε για τους μελλοντικούς Πάπες (διάσημες επειδή ο τελευταίος Πάπας που αναφέρεται από τον Ιωακείμ, είναι ο τωρινός).

    Η πιο εντυπωσιακή προφητεία ήταν αυτή που προέβλεπε την πτώση της Πόλης και την απελευθέρωσή της 320 χρόνια μετά. Δηλαδή, το 1773. Δυστυχώς δεν επαληθεύτηκε.
  • Σύντομη Βασιλεία

    Ο Αλέξανδρος (912-913), πέθανε 13 μήνες μετά την ανάρρησή του στο θρόνο (μετά από ένα ματς πόλο). Όταν πέθανε, οι Βυζαντινοί θυμήθηκαν πως ένα από τα στιχάκια του αδελφού του, Λέοντα ΣΤ’, είχε προβλέψει πως ο Αλέξανδρος θα βασίλευε μόνο για 13 μήνες.
  • Αιματηρή Προφητεία

    Η προφητεία «AIMA» ήταν μια προφητεία που την έπαιρναν πολύ σοβαρά στον καιρό του Μανουήλ Κομνηνού (1143-1180).

    Σύμφωνα με αυτήν, το αρχικό γράμμα των ονομάτων των αυτοκρατόρων της δυναστείας των Κομνηνών θα σχημάτιζαν τη λέξη «αίμα». Οι αυτοκράτορες με τη σειρά ήταν ο Αλέξιος Α’ , ο Ιωάννης Β’, και ο Μανουήλ Α’ (που η ανάρρησή του ήταν απρόσμενη δεδομένου ότι ήταν ο 4ος γιος του Ιωάννη).

    Εξαιτίας της πεποίθησής του, λόγω της προφητείας, ότι το όνομα του διαδόχου του θα έπρεπε να αρχίζει με "άλφα", ο Μανουήλ ανάγκασε τον πρώτο μνηστήρα της κόρης του να αλλάξει το όνομά του σε Αλέξιος και βάφτισε με αυτό το όνομα τουλάχιστον έναν από τους εξώγαμους γιους του, και τελικά το νόμιμο γιο -από το δεύτερο γάμο του- και διάδοχό του.

    Η βασιλεία του Αλεξίου Β’ κράτησε μόνο τρία χρόνια. Εκτοπίσθηκε και δολοφονήθηκε από τον ξάδελφό του, Ανδρόνικο Α’ Κομνηνό, με τον οποίο, προφανώς, η σειρά της προφητείας του αίματος ξανάρχισε. Σύμφωνα με την προφητεία, τον Ανδρόνικο θα διαδεχόταν κάποιος που το όνομα του θα άρχιζε από ιώτα. Για το λόγο αυτό φοβόταν έναν άλλο ξάδελφο του, τον Ισαάκιο Κομνηνό, Δεσπότη της Κύπρου. Στην πραγματικότητα, ο Ανδρόνικος εκθρονίστηκε βίαια το 1185 και τον διαδέχθηκε ένας άσχετος, ο ο Ισαάκ Άγγελος...
  • ΠΗΓΗ

Τρίτη, Μαΐου 29, 2012

Ένας Οθωμανός εθελοντής υπερασπίζεται την πολιορκούμενη Κωνσταντινούπολη (1453)



γράφει ο Νίκος Νικολούδης, Διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (σε πρώτη διαδικτυακή δημοσίευση στοhttp://www.istorikathemata.com/ )

Στα γεγονότα της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, το 1453, δεν πολέμησαν μόνο οι Έλληνες εναντίον των Τούρκων, όπως ίσως πιστεύεται γενικότερα, αλλά και αρκετοί ξένοι. Ορισμένοι πολέμησαν στο πλευρό των Οθωμανών καταναγκαστικά, όπως ένα σερβικό απόσπασμα, σταλμένο από τον δεσπότη της μεσαιωνικής Σερβίας Γεώργιο Μπράνκοβιτς που ήταν υποτελής των Οθωμανών. Άλλοι πάλι, όπως ο Ούγγρος (ή Ρουμάνος) κατασκευαστής κανονιών Ουρβανός, συντάχθηκαν με τους Οθωμανούς με την προσδοκία του κέρδους (ο Ουρβανός πληρώθηκε αδρά για να κατασκευάσει τη μεγάλη βομβάρδα που χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι κατά την πολιορκία, η οποία αξιοποιήθηκε κυρίως για να καταστρέψει τα τείχη στον τομέα της πύλης του Αγίου Ρωμανού). Οι περισσότεροι ξένοι όμως βρέθηκαν στο αντίπαλο στρατόπεδο, στο πλευρό των Βυζαντινών. Ως γνωστόν, μέσα ή κοντά στην Κωνσταντινούπολη ζούσαν πολλοί ξένοι, κυρίως Ιταλοί, οι οποίοι διατηρούσαν επιχειρηματικά συμφέροντα στην πόλη. Αναπόφευκτα, λοιπόν, υποχρεώθηκαν να συμμετάσχουν στην άμυνά της, προκειμένου να διατηρήσουν την προνομιακή επιχειρηματική τους θέση. Σ’ αυτούς συγκαταλέγονταν, Βενετοί, Αγκωνίτες και Καταλανοί, ενώ και οι Γενοβέζοι που είχαν υπό τον έλεγχό τους το γειτονικό προάστιο του Πέραν (τον σημερινό Γαλατά) τήρησαν ευνοϊκή στάση προς τους Κωνσταντινουπολίτες μετά την έναρξη της τελευταίας πολιορκίας. 

Ορισμένοι άλλοι ξένοι κατέφθασαν εθελοντικά στην Κωνσταντινούπολη, στο πλευρό των υπερασπιστών, για να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις είτε από «σταυροφορική διάθεση», είτε από τυχοδιωκτισμό, είτε από την προσδοκία κάποιου απροσδιόριστου κέρδους. Οι πιο γνωστοί μεταξύ τους είναι ο κοντοτιέρος Ιωάννης Τζιουστινιάνι, επικεφαλής ενός μισθοφορικού σώματος 700 κατάφρακτων στρατιωτών που αποτέλεσαν τη «δύναμη κρούσης» των αμυνόμενων, και οι τρεις αδελφοί Μποκιάρντι, επικεφαλής ενός μικρότερου σώματος, στους οποίους καταλογίζεται το ατύχημα της ξεχασμένης Κεκόπορτας, που βρισκόταν στον τομέα των τειχών που υπερασπίζονταν. Ενδεικτικό της σημασίας που απέδιδε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στη συμμετοχή των ξένων εθελοντών στην άμυνα, είναι το γεγονός ότι τον μεν Τζιουστινιάνι διόρισε πρωτοστράτορα (αρχιστράτηγο) και του υποσχέθηκε να του παραχωρήσει τη Λήμνο, εάν τελικά απωθούνταν οι Οθωμανοί, ενώ σε άλλους εθελοντές ανέθεσε την άμυνα συγκεκριμένων τμημάτων των τειχών. Μεταξύ τους, τέσσερεις διαπρεπείς Βενετοί ανέλαβαν την ευθύνη της άμυνας αντίστοιχων κύριων πυλών των χερσαίων τειχών παραλαμβάνοντας από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο τα αντίστοιχα κλειδιά τους καθώς, σύμφωνα με την κατάθεση ενός αυτόπτη μάρτυρα της πολιορκίας, ο αυτοκράτορας είχε ομολογήσει ότι η Κωνσταντινούπολη ανήκε πια περισσότερο στους Βενετούς παρά στους Βυζαντινούς.

Η πιο ασυνήθιστη, πάντως, περίπτωση μεταξύ των ξένων εθελοντών ήταν αναμφίβολα εκείνη του Οθωμανού πρίγκιπα Ορχάν, οι πληροφορίες για τον οποίο είναι  περιορισμένες και ασαφείς. Ο πρίγκιπας Ορχάν ήταν μακρινός συγγενής του Μωάμεθ Β΄, κατά μία άποψη δεύτερος εξάδελφός του. Σύμφωνα με αυτή τη γενεαλογική προσέγγιση, ο Ορχάν ήταν εγγονός του Σουλεϊμάν Τσελεμπί, μεγαλύτερου αδελφού του σουλτάνου Μωάμεθ Α΄ (1413-1421). Οι δύο αδελφοί, όπως και ένας τρίτος, ο Μουσά, είχαν καταλάβει διαδοχικά τον οθωμανικό θρόνο μετά την αναπάντεχη αιχμαλωσία του πατέρα τους, Βαγιαζήτ Α΄(1389-1402) από τον Ταμερλάνο στη μάχη της Αγκύρας. Ως αποτέλεσμα της ατυχούς για τους Οθωμανούς κατάληξης αυτής της μάχης, το κράτος τους περιέπεσε στη δίνη ενός μακροχρόνιου εμφυλίου πολέμου. Πρώτος κατέλαβε τον θρόνο ο Σουλεϊμάν (1403-1411), ο οποίος όμως ανατράπηκε και σκοτώθηκε από τον πολεμοχαρή αδελφό του Μουσά, που κυβέρνησε με τη σειρά του επί δύο χρόνια (1411-1413). Οι εχθρικές διαθέσεις του τελευταίου προς τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχαν ως αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος να εξωθήσει σε εξέγερση εναντίον του τον τρίτο επιζώντα αδελφό, τον Μωάμεθ, ο οποίος και τελικά επικράτησε.

Κατά τη εξέλιξη αυτών των γεγονότων, προφανώς οι απόγονοι του Σουλεϊμάν βρήκαν καταφύγιο στην «ουδέτερη» Κωνσταντινούπολη, όπου οι Βυζαντινοί τους προφύλαξαν για να τους χρησιμοποιήσουν ως «αντίπαλο δέος», προκαλώντας έναν εμφύλιο πόλεμο στο οθωμανικό κράτος, εφόσον οι συνθήκες θα το επέτρεπαν (το ίδιο είχαν κάνει και οι Οθωμανοί με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατά το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, ενισχύοντας διάφορους γόνους της δυναστείας των Παλαιολόγων στις επιδιώξεις τους να καταλάβουν τον αυτοκρατορικό θρόνο). Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο πρίγκιπας Ορχάν έζησε στην Κωνσταντινούπολη από την παιδική του ηλικία. Προκειμένου, μάλιστα, να μην του επιτραπεί να απομακρυνθεί από την πόλη, ο πατέρας του Μωάμεθ Β’, ο σουλτάνος Μουράτ Β’, είχε συμφωνήσει να καταβάλει στους Βυζαντινούς ως «λύτρα» 3.000 άσπρα, από τα εισοδήματα των πόλεων κατά μήκος του νοτιότερου ρου του Στρυμόνα.

Κατά μία ειρωνεία της τύχης, η μη καταβολή αυτών των λύτρων αποτέλεσε την αφορμή για την έναρξη των εχθροπραξιών που οδήγησαν στην άλωση της Κωνσταντινούπολης. Συγκεκριμένα, κατά την άνοδό του στον θρόνο, τον Φεβρουάριο του 1541, ο Μωάμεθ Β’ είχε δεσμευθεί να συνεχίσει να τα καταβάλει, αλλά μέχρι το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου δεν το είχε κάνει, καθώς αγωνιζόταν να καταστείλει μια εξέγερση στα μικρασιατικά εδάφη του κράτους του. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος θεώρησε ότι αυτή η συγκυρία του ευνοούσε μια επίδειξη πυγμής, και απείλησε τον Μωάμεθ ότι, εάν δεν τα έστελνε τα χρήματα, οι Βυζαντινοί θα άφηναν ελεύθερο τον πρίγκιπα Ορχάν. Αυτή η έλλειψη διπλωματικής διορατικότητας εκ μέρους του επρόκειτο να αποδειχθεί μοιραία, παρέχοντας στον Οθωμανό σουλτάνο το πρόσχημα που αναζητούσε για την έναρξη του πολέμου.

Κατά την έναρξη της πολιορκίας, ο πρίγκιπας Ορχάν προθυμοποιήθηκε να αναλάβει με τους άνδρες του την άμυνα ενός τομέα των τειχών, γεγονός ιδιαίτερα τιμητικό, εάν μάλιστα το αντιδιαστείλει κανείς με τη στάση πολλών κατοίκων που προτίμησαν να παρακολουθούν παθητικά την εξέλιξη των γεγονότων. Έτσι, του ανατέθηκε η φύλαξη ενός τμήματος των τειχών της Προποντίδας στα οποία περιλαμβανόταν και το λιμάνι του Επτασκαλίου. Τον τομέα αυτό υπερασπίστηκε με γενναιότητα στις λίγες περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οθωμανικός στόλος προσπάθησε να δημιουργήσει αντιπερισπασμούς στους αμυνόμενους από την πλευρά της Προποντίδας. Κατά την είσοδο των εισβολέων στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με τη χαρακτηριστική διατύπωση του Ράνσιμαν, «ο πρίγκιπας Ορχάν και οι Τούρκοι του συνέχισαν να μάχονται, γνωρίζοντας την τύχη που τους περίμενε εάν έπεφταν στα χέρια του σουλτάνου» (Η άλωση της Κωνσταντινούπολης, σελ. 211). 

Η άλωση όμως σφράγισε και τη δική του τύχη. Αν και όλες οι πηγές αναφέρουν ότι σκοτώθηκε, δεν συμφωνούν ως προς τον ακριβή τρόπο. Κατά τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη (βιβλίο Η΄), αυτοκτόνησε πηδώντας από έναν πύργο για να μη συλληφθεί, αφού προηγουμένως είχε μεταμφιεστεί σε καλόγερο. Κατά τον Κριτόβουλο (βιβλίο Α΄, κεφ. 64, παρ. 1-2), μεταμφιέστηκε σε απλό στρατιώτη και προσπάθησε να διαφύγει αξιοποιώντας την γνώση του των Τουρκικών, αλλά αναγνωρίστηκε και αυτοκτόνησε πηδώντας από το τείχος. Στη συνέχεια, οι Τούρκοι στρατιώτες έκοψαν το κεφάλι του και το μετέφεραν στον Μωάμεθ. Τέλος, κατά τον Δούκα (κεφ. XL, παρ. 4), ο οποίος βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη λίγο καιρό μετά την Άλωση και ενδεχομένως συνέλεξε προφορικές μαρτυρίες, προδόθηκε στον ναύαρχο Χαμζά μπέη από έναν αιχμάλωτο (με αντάλλαγμα τη δική του ελευθερία), ενώ είχε ήδη συλληφθεί προσπαθώντας να διαφύγει από τον πύργο «των Φράγκων» μεταμφιεσμένος σε καλόγερο. Στη συνέχεια, αποκεφαλίστηκε από εκείνον.
Με τον θάνατο του Ορχάν, ο Μωάμεθ αποκόμισε διπλό όφελος: όχι μόνο κατέκτησε τη «βασίλισσα των πόλεων» αλλά και απαλλάχθηκε από τον μοναδικό εν ζωή ανταπαιτητή του θρόνου του. Η σύντομη στρατιωτική σταδιοδρομία του μάλλον άγνωστου Οθωμανού πρίγκιπα, όμως, τον κατατάσσει στα πιο ενδιαφέροντα ιστορικά παράδοξα!

Βιβλιογραφία
-              Στήβεν Ράνσιμαν, Η άλωση της Κωνσταντινούπολης (μετάφραση: Νίκος Νικολούδης), Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2002.
-              Franz Babinger, Mehmed the Conqueror and his Time, Princeton University Press, 1978.
-              Τα κείμενα των Λαόνικου Χαλκοκονδύλη, Κριτόβουλου και Δούκα για την άλωση (σε νεοελληνική απόδοση των Νίκου Νικολούδη, Φάνη Καλαϊτζάκη και Παύλου Νιαβή, αντίστοιχα), με κοινό τίτλο Βυζαντίου Άλωσις, από τις Εκδόσεις Δημιουργία, Αθήνα 1997, 1999 και 2000, αντίστοιχα (το κείμενο του Χαλκοκονδύλη και σε δεύτερη έκδοση, από τις Εκδόσεις Αντώνη Σταμούλη, Θεσσαλονίκη, 2006)

Ένας Μάρτυρας της Αλώσεως…


Κάθε πού ζύγωνε 29 Μαΐου ό Γερο-Ζαχαρίας δεν είχε αναπαμό. Έπρεπε να ετοιμάσει το στάρι για το κόλλυβο των «Μαρτύρων της “Αλωσης». Ξάκρινε το καθαρό σπυρί – σπυρί και το ‘βαζε να βράσει ήσυχα μέχρι ν’ ανοίξει σαν το ρόδο. Ύστερα το στέγνωνε κι έπιανε κατόπιν να το στολίζει χωρίς βιάση. Μάστορας δουλεμένος στην Αγιογραφία, έπιανε το χέρι του. Πάνω στη χιονάτη ζάχαρη θα ‘φτιαχνε το δικέφαλο αετό μέσα σε στολίδια απίστευτα.
«Μνήσθητι Κύριε ως αγαθός των δούλων Σου…», μονολογούσε καί τα δάκρυα του τρέχανε ποτάμι.
Μετά τη λειτουργία γίνηκε το τρισάγιο για τους κεκοιμημέμηνους».Κι άμα ο γέρο-Τρύφωνας πήρε να λέει το ”αιωνία η μνήμη” ό Γερο-Ζαχαρίας σήμανε μονοκάμπανο λυπητερό όπως αρμόζει. Μετά πήρε το δίσκο κι άρχισε να μοιράζει το στάρι. Πρώτα στους πατέρες, έπειτα στους λαϊκούς. Άμάθητοι οι ξένοι από τέτοια έθιμα τον ρώτησαν για όλα τούτα τα παράδοξα. Ό Γερο-Ζαχαρίας τους πήρε παράμερα στο μεγάλο χαγιάτι κι άρχισε να τους μιλάει για τη Μεγάλη Τρίτη του 1453, για το κούρσεμα της Πόλης καί τη θυσία του τελυταίου αυτοκράτορα. Ένιωθε χρέος ό σεβαστός Γέροντας να τους μνημονεύει όλους μέσα στη Θ. λειτουργία καί να μιλά γι’ αυτούς σ’ όσους ρωτούσαν να μάθουν.
Κάθε τόσο ό παππούς έκοβε τη διήγηση στη μέση καθώς ή φωνή τσάκιζε από το κλάμα. Μα εκεί πού βαλάντωνε ό γέροντας ήταν όταν μιλούσε για την ιστορία του άρχοντα Λουκά του Νοταρά πού κρύφθηκε ή θυσία του γιατί τη σκέπασε εκείνη του Παλαιολόγου.
- Το λοιπόν… είπε ό Γερο-Ζαχαρίας. Μετά το τριήμερο κούρσεμα της Πόλης καί τη μοιρασιά των λαφύρων, ό σουλτάνος έκανε συμπόσιο για τη νίκη. Κάποιος τότε μπιστικός του για να φανεί καλός, τον συμβούλεψε να ζητήσει από το Νοταρά να του στείλει πεσκέσι το δεκατετράχρονο γιο του
στο παλάτι. Κι αν τον έδινε με τη θέληση του, θα ‘δινε όΣουλτάνος στο Νοταρά θέση ζηλευτή. Αλλιώς θα παίρνε σ’όλους το κεφάλι.
Ποιος ήταν ό Λουκάς ό Νοταράς; Ήταν ό πρώτος Βυζαντινός άρχοντας, από τίς πιο μεγάλες μορφές στα τελευταία ελεύθερα χρόνια της Βασιλεύουσας.
Με ψυχή παιδιού, μα φρόνημα λιονταρίσιο. Ό Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος κρίνοντας άξια, τον έκαμε Πρωθυπουργό, Ύπατο του Κράτους, λειτουργό καί Μέγα Δούκα. Νους λαμπερός ό Νοταράς είχε δει νωρίς τη λατινική απειλή καί αντιστάθηκε σθεναρά.
Τώρα ό γίγαντας αυτός ήταν φυλακισμένος.
Ό Νοταράς στην “Αλωση φρουρούσε τον Κεράτιο από το Πετρίο μέχρι την πύλη της Αγίας Θεοδοσίας με 100 Ιππείς καί 500 σφενδονήτες καί τοξότες. Οί Τούρκοι είχαν μπει στην Πόλη, μα εκείνος αγωνιζόταν ακόμη. Καί σαν τον κύκλωσαν ήρθε ή αιχμαλωσία. Οί δυο γιοι του είχαν πέσει στα τείχη υπερασπίζοντας τον τόπο κι εκείνος πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με την Κυρά του, την κόρη, τον γαμπρό του κι ελπίδα στερνή το δεκατετράχρονο βλαστάρι του.
Καί τώρα τούτο το αγγελούδι του το ζητούσε ό σουλτάνος.- Δεν είναι συνήθεια σε μας, απάντησε ό Βυζαντινός άρχοντας, να δίνουμε με τα χέρια μας τα παιδιά μας στίς ακολασίες σας. Θα ήταν καλύτερα ό ηγεμόνας να μας πάρει το κεφάλι.Ό Νοταράς έστρεψε στοργικά το βλέμμα του στο παιδί του πού στεκόταν ήρεμο, γεμάτο εμπιστοσύνη καί σεβασμό προς τον πατέρα του. Ή σκέψη του άρχοντα έτρεξε μακριά. Καμάρωσε το γιο του μικρό καί τον φανταζότανε μεγάλο. Μα δεν γινόταν αλλιώς, Για να ‘ναι σίγουρος πώς το παιδί του θα φύγει άκηλίδωτο ζήτησε το πρώτο αίμα να είναι του γιου του.
Ό πέλεκυς έπεσε. Ό Νοταράς στάθηκε μάρτυρας στο θάνατο του γιου του! Ακολούθησε ο γαμπρός του. Κι υστέρα εκείνος. Έλυσε την ασημένια πόρπη της χλαμύδας καί πρότεινε περήφανα τον τράχηλο πού στιγμή δεν είχε σκύψει στη ζωή του!
Ή φύτρα των Νοταράδων πέρασε στον Παράδεισο.Οί προσκυνητές στο άκουσμα της ιστορίας σταυροκοπήθηκαν. Ταπεινά φίλησαν το σεβάσμιο χέρι του Γέροντα κι έφυγαν.
Κι ό παππούλης πήρε δύο σπυριά για να συχωρέσει. Ό Θεός να σας αναπαύσει, αδέλφια μου, είπε.
Πειραική Εκκλησία
 πηγή

Ἡ τελευταία ὁμιλία πρὸς τὸν λαόν Κωνσταντῖνος ΙΑ´ Παλαιολόγος



 



(ὀλίγον πρὸ τῆς Ἁλώσεως)

Ἐμεῖς μέν, εὐγενέστατοι Ἄρχοντες καὶ ἐκλαμπρότατοι δήμαρχοι καὶ στρατηγοὶ καὶ γενναιότατοι στρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός, καλὸς οἴδατε ὅτι ἔφθασεν ἡ Ὥρα καὶ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεως ἡμῶν βούλεται ἵνα μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς ἰσχυροτέρως στενοχωρήσῃ ἡμᾶς καὶ πόλεμον σφοδρὸν μετὰ συμπλοκῆς μεγάλης καὶ συρρήξεως ἐκ τῆς χέρσου καὶ θαλάσσης δώσῃ ἡμῶν μετὰ πάσης δυνάμεως, ἵνα, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις τὸν ἰὸν ἐκχύσῃ καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπίῃ ἡμᾶς. Διὰ τοῦτο λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἵνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τὸν Ἐχθρῶν τῆς πίστεως ἡμῶν. Παραδίδωμι δὲ ὑμῖν τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην πόλιν καὶ πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων. Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερά τινα ὀφείλεται κοινῶς ἐσμεν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρῶτον μὲν ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὅπερ πατρίδος, τρίτον ὅπερ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου, καὶ τέταρτον ὅπερ συγγενῶν καὶ φίλων. Λοιπόν, ἀδελφοί, ἐὰν χρεῶσταί ἐσμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἐκ τῶν τεσσάρων ἀγωνίζεσθαι ἕως θανάτου πολλὰ μᾶλλον ὅπερ πάντων ἡμεῖς, ὡς βλέπετε προφανῶς, καὶ ἐκ πάντων μέλλομεν ζημιωθῆναι.

Ἐὰν διὰ τὰ ἐμὰ πλημμελήματα παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς τὴν νίκην τοῖς ἀσεβέσιν, ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν τῆς Ἁγίας, ἣν Χριστὸς ἐν τῷ οἰκείῳ αἵματι ἡμῖν ἐδωρήσατο, κινδυνεύομεν, ὅ ἐστι κεφάλαιον πάντων. Καὶ ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδίσῃ τις καὶ τῶν ψυχῶν ζημιωθῇ, τί τὸ ὄφελος; Δεύτερον πατρίδα περίφημον τοιούτως ὑστερούμεθα καὶ τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν. Τρίτον βασιλείαν τήν ποτε μὲν περιφανῆ, νῦν δὲ τεταπεινωμένην καὶ ἐξουθενωμένην ἀπωλέσαμεν, καὶ ὑπὸ τοῦ τυράννου καὶ ἀσεβοῦς ἄρχεται. Τέταρτον δὲ καὶ φιλτάτων τέκνων καὶ συμβίων καὶ συγγενῶν ὑστερούμεθα. Αὐτὸς δὲ ὁ ἀλιτήριος ὁ ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ἡμᾶς ἐλθὼν ἀπέκλεισεν καὶ μετὰ πάσης μηχανῆς καὶ ἰσχύος καθ᾿ ἡμέραν τε καὶ νύκτα οὐκ ἐπαύσατο πολιορκῶν ἡμᾶς καὶ χάριτι τοῦ παντεπόπτου Χριστοῦ Κυρίου ἡμῶν ἐκ τῶν τειχῶν μετὰ αἰσχύνῃς ἄχρι τοῦ νῦν πολλάκις κακῶς ἀπεπέμφθη. Τὰ νῦν δὲ πάλιν, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσητε, ἐὰν καὶ τοῖχος μακρόθεν ὀλίγον ἐκ τῶν κρότων καὶ τῶν πτωμάτων τῶν ἐλεπόλεων ἔπεσε, διότι, ὡς ὑμεῖς θεωρεῖτε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἐδιορθώσαμεν πάλιν αὐτό. Ἡμεῖς πᾶσαν τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν τοῦ Θεοῦ ἀνεθέμεθα, οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὖτοι ἐν ἵπποις καὶ δυνάμει καὶ πλήθει, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν πεποίθαμεν, δεύτερον δὲ καὶ ἐν ταῖς ἡμετέραις χερσὶ καὶ ῥωμαλεότητι, ἣν ἐδωρήσατο ἡμῖν ἡ θεία δύναμις. Γνωρίζω δὲ ὅτι αὕτη ἡ μυριαρίθμητος ἀγέλη τῶν ἀσεβῶν, καθὼς ἡ αὐτῶν συνήθεια, ἐλεύσονται καθ᾿ ἡμῶν μετὰ βαναύσου καὶ ἐπηρμένης ὀφρῦος καὶ θάρσους πολλοῦ καὶ βίας, ἵνα διὰ τὴν ὀλιγότητα ἡμῶν θλίψωσι καὶ ἐκ τοῦ κόπου στενοχωρήσωσι, καὶ μετὰ φωνῶν μεγάλων καὶ ἀλαλαγμῶν ἀναριθμήτων, ἵνα ἡμᾶς φοβήσωσι. Τὰς τοιαύτας αὐτῶν φλυαρίας καλῶς οἴδατε, καὶ οὐ χρῇ λέγειν περὶ τούτων. Καὶ ὥρα ὀλίγοι τοιαῦτα ποιήσωσι, καὶ ἀναριθμήτους πέτρας καὶ ἕτερα βέλη καὶ ἐλεβολίσκους, ὡσεὶ ἄμμον θαλασσῶν ἄνωθεν ἡμῶν πτήσουσι, δι᾿ ὧν, ἐλπίζω γάρ, οὐ βλάψωσι, διότι ὑμᾶς θεωρῶ καὶ λίαν ἀγάλλομαι καὶ τοιαύταις ἐλπίσι τὸν λογισμὸν τρέφομαι, ὅτι εἰ καὶ ὀλίγοι πάνυ ἐσμέν, ἀλλὰ πάντες ἐπιδέξιοι καὶ ἐπιτήδειοι ῥωμαλέοι τε καὶ ἰσχυροὶ καὶ μεγαλήτορες καὶ καλῶς προπαρασκευασμένοι ὑπάρχετε. Ταῖς ἀσπίσιν ὑμῶν καλῶς τὴν κεφαλὴν σκέπεσθε ἐπὶ τῇ συμπλοκῇ καὶ συρρήξει. Ἡ δεξιὰ ὑμῶν ἡ τὴν ῥομφαῖαν ἔχουσα μακρὰν ἔστω πάντοτε. Αἱ περικεφαλαίαι ὑμῶν καὶ οἱ θώρακες καὶ οἱ σιδηροῖ ἱματισμοὶ λίαν εἰσὶν ἱκανοὶ ἅμα καὶ τοῖς λοιποῖς ὅπλοις, καὶ ἐν τῇ συμπλοκῇ ἔσονται πάνυ ὠφέλιμα, ἃ οἱ ἐνάντιοι οὐ χρῶνται, ἀλλ᾿ οὔτε κέκτηνται.

Καὶ ὑμεῖς ἔσωθεν τῶν τειχῶν ὑπάρχετε σκεπόμενοι, οἱ δὲ ἀσκεπεῖς μετὰ κόπου ἔρχονται. Διό, ὦ συστρατιῶται γίγνεσθε ἕτοιμοι καὶ στερεοὶ καὶ μεγαλόψυχοι διὰ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ. Μιμηθῆτε τούς ποτε τῶν Καρχηδονίων ὀλίγους ἐλέφαντας, πὼς τοσοῦτον πλῆθος ἵππων Ῥωμαίων τῇ φωνῇ καὶ θέᾳ ἐδίωξαν, καὶ ἐὰν ζῷον ἄλογον ἐδίωξε πόσον μᾶλλον ἡμεῖς ἡ τῶν ζῴων καὶ ἀλόγων ὑπάρχοντες κύριοι, καὶ οἱ καθ᾿ ἡμῶν ἐρχόμενοι ἵνα παράταξιν μεθ᾿ ἡμῶν ποιήσωσιν ὡς ζῷα ἄλογα καὶ χείρονές εἰσιν. Οἱ πέλται ὑμῶν καὶ ῥομφαῖοι καὶ τὰ τόξα καὶ ἀκόντια πρὸς αὐτοὺς πεμπέτωσαν παρ᾿ ἡμῶν. Καὶ οὕτως λογίσθητε ὡς ἐπὶ ἀγρίων χοίρων καὶ πληθὺν κυνήγιον, ἵνα γνώσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι οὐ μετὰ ἀλόγων ζῴων ὡς αὐτοί, παράταξιν ἔχουσιν, ἀλλὰ μετὰ κυρίων καὶ αὐθεντῶν αὐτῶν καὶ ἀπογόνων Ἑλλήνων καὶ Ῥωμαίων. Οἴδατε καλῶς ὅτι ὁ δυσσεβὴς αὐτὸς ὁ ἀμηρᾶς καὶ ἐχθρὸς τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως χωρὶς εὔλογον αἰτίας τινος τὴν ἀγάπην ἣν εἴχομεν ἔλυσεν, καὶ τοὺς ὅρκους αὐτοῦ τοὺς πολλοὺς ἠθέτησεν ἀντ᾿ οὐδενὸς λογιζόμενος καὶ ἐλθὼν αἰφνιδίως φρούριον ἐποίησεν ἐπὶ τὸ στενὸν τοῦ Ἀσωμάτου, ἵνα καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν δύνηται βλάπτειν ἡμᾶς. Τοὺς ἀγροὺς ἡμῶν καὶ κήπους καὶ παραδείσους καὶ οἴκους πυριαλώτους ἐποίησε, τοὺς ἀδελφοὺς ἡμῶν τοὺς Χριστιανοὺς ὅσους εὗρεν, ἐθανάτωσε καὶ ἠχμαλώτευσε, τὴν φιλίαν ἡμῶν ἔλυσεν. Τοὺς δὲ τοῦ Γαλατᾶ, ἐφιλίωσε, καὶ αὐτοὶ χαίρονται, μὴ εἰδότες καὶ αὐτοὶ οἱ ταλαίπωροι τὸν τοῦ γεωργοῦ παιδὸς μῦθον, τοῦ ἐψήνοντος τοὺς κοχλίας καὶ εἰπόντος. Ὦ ἀνόητα ζῷα, καὶ τὰ ἐξῇς.

Ἐλθὼν οὖν ἀδελφοί, ἡμᾶς ἀπέκλεισε, καὶ καθ᾿ ἑκάστην τὸ ἀχανὲς αὐτοῦ στόμα χάσκων, πῶς εὕρῃ καιρὸν ἐπιτήδειον ἵνα καταπίῃ ἡμᾶς καὶ τὴν πόλιν ταύτην, ἣν ἀνήγειρεν ὁ τρισμακάριστος ἐκεῖνος καὶ τῇ πανάγνῳ δεσποίνῃ ἡμῶν Θεοτόκῳ καὶ ἀειπαρθένῳ Μαρίᾳ ἀφιέρωσεν καὶ ἐχαρίσατο τοῦ κυρίαν εἶναι καὶ βοηθὸν καὶ σκέπην τῇ ἡμετέρα πατρίδι καὶ καταφύγιον τῶν Χριστιανῶν, ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων τὸ καύχημα πᾶσι τοῖς οὖσιν ὑπὸ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολήν. Καὶ οὖτος ὁ ἀσεβέστατος τήν ποτε περιφανῆ καὶ ὀμφακλίζουσαν ὡς ῥόδον τοῦ ἀγροῦ βούλεται ποιήσαι ὑπ᾿ αὐτόν. Ἣ ἐδούλωσε σχεδόν, δύναμαι εἰπεῖν, πᾶσαν τὴν ὑφ᾿ ἥλιον καὶ ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῆς Πόντον καὶ Ἀρμενίαν, Περσίαν καὶ Παμφλαγονίαν, Ἀμαζόνας καὶ Καππαδοκίαν, Γαλατίαν καὶ Μηδίαν, Κολχοὺς καὶ Ἴβηρας, Βοσποριανοὺς καὶ Ἀλβάνους, Συρίαν καὶ Κιλικίαν καὶ Μεσσοποταμίαν, Φοινίκην, Βακτριανοὺς καὶ Σκύθας, Μακεδονίαν καὶ Θετταλίαν, Ἑλλάδα, Βοιωτία, Λοκροὺς καὶ Αἰτωλούς, Ἀκαρνανίαν, Ἀχαΐαν καὶ Πελοπόννησον, Ἤπειρον καὶ τὸ Ἰλλυρικὸν Λύχνιτας κατὰ τὸ Ἀδριατικόν, Ἰταλίαν, Τουσκίνους, Κέλτους καὶ Κελτογαλάτας, Ἰβηρίαν τε καὶ ἕως τῶν Γαδείρων, Λιβύαν καὶ Μαυριτανίαν καὶ Μαυρουσίαν, Αἰθιοπίαν, Βελέδας, Σκούδην, Νουμιδίαν καὶ Ἀφρικὴν καὶ Αἴγυπτον, αὐτὸς τὰ νῦν βούλεται δουλώσαι καὶ τὴν κυριεύουσαν τῶν πόλεων, ζυγῷ ὑποβαλεῖν καὶ δουλείᾳ καὶ τὰς ἁγίας ἐκκλησίας ἡμῶν, ἔνθα ἐπροσκυνεῖτο ἡ Ἁγία Τριὰς καὶ ἐδοξολογεῖτο τὸ πανάγιον, καὶ ὅπου οἱ ἄγγελοι ἠκούοντο ὑμνεῖν τὸ θεῖον καὶ τὴν ἔνσαρκον τοῦ Θεοῦ Λόγου οἰκονομίαν, βούλεται ποιῆσαι προσκύνημα τῆς αὐτοῦ βλασφημίας καὶ τοῦ φληναφοῦ ψευδοπροφήτου Μωάμεθ, καὶ κατοικητήριον ἀλόγων καὶ καμήλων. Λοιπὸν ἀδελφοὶ καὶ συστρατιῶται, κατὰ νοῦν ἐνθυμηθῆτε ἵνα τὸ μνημόσυνον ὑμῶν καὶ ἡ μνήμη καὶ ἡ φήμη καὶ ἡ ἐλευθερία αἰωνίως γενήσηται.

Το Βυζάντιόν μας είναι ο διαπρύσιος έρως μας, το προς ό τείνομεν, ως λαός και ως Έθνος , Ιδεώδες μας.






…Το Βυζάντιόν μας είναι ο διαπρύσιος έρως μας, το προς ό 
τείνομεν, ως λαός και ως Έθνος , Ιδεώδες μας. 
Είναι ο αστραβής κανών της Ορθοδοξίας μας, ο ακτινοβόλος
 φάρος μας…. Εις την ψυχήν μας ζή συνεχώς. 
Το Βυζάντιον δεν απέθανε. Το δικέφαλον πτηνόν
 περιίπταται ακόμη εις τας Εκκλησίας μας, φαιδρύνει
 τας όψεις μας και στολίζει τα τέμπλα των 
ιερών Μοναστηρίων μας….

 H Κωνσταντίνου Πόλη, εις την ψυχήν μας εξακολουθεί 
να ζή, όχι μόνον ως απλούν συγκλονιστικόν όραμα μιάς
 τόσον μεγάλης, τόσον ωραίας και τόσον ποθητής Πατρίδος.
 Όχι μόνον ως αιματωμένη  ανάμνησις δόξης και πόνων 
που κατέτρωσαν την καρδίαν μας. Όχι μόνον ως φλογερά
 θεοσέβεια, περιπλακείσα ερωτικώς εις αδιάστατον ένωσιν
 με την ιδέα της Πατρίδος, αλλά ζή εντός μας, με την
 δύναμιν βιολογικής ανάγκης, ως περιβάλλον πνευματικόν, 
 «εν ώ ζώμεν και κινούμεθα», ως πόθος επιστροφής
 άσβεστος και ως ψυχή του είναι μας. Ζή εις την ψυχήν 
μας ως πραγματικότης επέκεινα των γηίνων όρων και
 απαύγασμα μυχίων ονειροπολημάτων, τόσον 
ευαρέστων και τόσον εναργών….


πηγή

Θυμόμαστε την Άλωση - Κωνσταντίνος Χολέβας



Θυμόμαστε την Άλωση , διότι η ιστορία μας διδάσκει ότι όταν οι λίγοι αποφασίσουν να αντισταθούν κατά των πολλών, μπορεί να ηττηθούν πρόσκαιρα, αλλά τελικά σε βάθος χρόνου κερδίζουν. Η αντίσταση στα τείχη της Βασιλεύουσας των 5000 χιλιάδων Ελλήνων και των2000 ξένων συμμάχων τους έμεινε στις ψυχές των υποδούλων ως τίτλος τιμής καί δέσμευση για νέους αγώνες. Η θυσία τουΚωνσταντίνου Παλιολόγου στη πύλη του Ρωμανού έθεσε τις βάσεις για το 1821. Τα δεκάδες κινήματα των υποδούλων ετράφησαν από τους θρύλους του Μαρμαρωμένου Βασιλιά και της Κόκκινης Μηλιάς. Αν είχαν παραδοθεί την 29η Μαϊου 1453, δεν θα υπήρχε αντίσταση και εθνεγερσία. Η συνθηκολόγηση θα ήταν ανεξήτηλη ντροπή. Ενώ η ηρωϊκή άμυνα γέννησε την υπομονή, την ελπίδα, την προσδοκία. Αυτή την ελπίδα εκφράζει και ο Ποντιακός θρήνος:
"...Η Ρωμανία πέρασεν, Η Ρωμανία πόρθεν,
Η Ρωμανία κι αν πέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο..."
          Άλλωστε και ο Θ. Κολοκοτρόνης έλεγε προς τους ξένους συνομιλητές του: "Ο βασιλεύς μας συνθήκην δεν έκαμε, η φρουρά του πολεμά ακόμη και το φρούριο του αντιστέκονται". Και εξηγούσε ότι αναφερόταν στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, στους κλεφταρματολούς, στο Σούλι και στην Μάνη. Οι πεσόντες κατά την άλωση μας δόρησαν το δικαίωμα στην Μεγάλη ιδέα. Και χωρίς Μεγάλες ιδέες τα έθνη δεν πάνε μπροστά.
Κωνσταντίνος Χολέβας

Θρηνητικό Συναξάρι του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, γραμμένο από τον Φώτη Κόντογλου τον Κυδωνιέα


… Κλάψετε πέτρες άψυχες. Μαρανθείτε δένδρα ανθισμένα, γιατί δεν είναι πλέον Μάιος δι’ εμάς από τότε που έκαψε τα φυλλοκάρδια μας εκείνος ο καταραμένος Μάιος. Ο πλέον καλός μήνας, ο μοσχοβολημένος
μήνας της χαράς, γίνηκε για εμάς ο πλέον ασβολερός, ξέρακας χειρότερος από τον Δεκέμβρην. Εμαράνθη το άνθος της καρδιάς μας. Έπεσεν ο στέφανος από την κεφαλήν μας. Από τότε, ωσάν να μην εξημέρωσε ποτέ, γιατί οι ημέρες μας είναι ωσάν τες νύκτες. Αηδόνια δεν λαλούν πλέον επάνω εις τα δένδρα μας, αμή μονάχα κόρακες και κουρούνες κράζουν λυπητερά. Μεγάλη εβδομάδα εγίνηκεν όλη η ζωή μας. Το σήμερον κρεμάται επί ξύλου εγίνηκε το τραγούδι μας.

Ο Χριστός νεκρός και σταυροχεριασμένος μέσα εις το μνήμα γίνηκε το εικόνισμά μας. Τα τραγούδια μας εγίνηκαν ωσάν μοιρολόγια, το χρυσοκέρινον πρόσωπον της Παναγίας είναι φαρμακωμένον, οι άγιοί μας κοιτάζουν συλλογισμένοι και παραπονεμένοι. Τα χωριά μας είναι ωσάν μοναστήρια, τα σπίτια μας ωσάν ερημοκλήσια, οι μανάδες και οι αδελφάδες μας είναι ωσάν καλογριές μαυροφορεμένες. Οι πατεράδες μας ομοιάζουνε ωσάν ασκητάδες, τα παληκάρια μας είναι καταπικραμένα…

Θρηνητικό Συναξάρι του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, γραμμένο από τον Φώτη Κόντογλου τον Κυδωνιέα


… Κλάψετε πέτρες άψυχες. Μαρανθείτε δένδρα ανθισμένα, γιατί δεν είναι πλέον Μάιος δι’ εμάς από τότε που έκαψε τα φυλλοκάρδια μας εκείνος ο καταραμένος Μάιος. Ο πλέον καλός μήνας, ο μοσχοβολημένος
μήνας της χαράς, γίνηκε για εμάς ο πλέον ασβολερός, ξέρακας χειρότερος από τον Δεκέμβρην. Εμαράνθη το άνθος της καρδιάς μας. Έπεσεν ο στέφανος από την κεφαλήν μας. Από τότε, ωσάν να μην εξημέρωσε ποτέ, γιατί οι ημέρες μας είναι ωσάν τες νύκτες. Αηδόνια δεν λαλούν πλέον επάνω εις τα δένδρα μας, αμή μονάχα κόρακες και κουρούνες κράζουν λυπητερά. Μεγάλη εβδομάδα εγίνηκεν όλη η ζωή μας. Το σήμερον κρεμάται επί ξύλου εγίνηκε το τραγούδι μας.

Ο Χριστός νεκρός και σταυροχεριασμένος μέσα εις το μνήμα γίνηκε το εικόνισμά μας. Τα τραγούδια μας εγίνηκαν ωσάν μοιρολόγια, το χρυσοκέρινον πρόσωπον της Παναγίας είναι φαρμακωμένον, οι άγιοί μας κοιτάζουν συλλογισμένοι και παραπονεμένοι. Τα χωριά μας είναι ωσάν μοναστήρια, τα σπίτια μας ωσάν ερημοκλήσια, οι μανάδες και οι αδελφάδες μας είναι ωσάν καλογριές μαυροφορεμένες. Οι πατεράδες μας ομοιάζουνε ωσάν ασκητάδες, τα παληκάρια μας είναι καταπικραμένα…

Δευτέρα, Μαΐου 28, 2012

Θρηνητική εξομολόγησις επί των ερειπίων της Πόλεως του πρώτου μετά την Άλωση Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γενναδίου






Το 1822 εις την Ιεράν Μονήν Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετεώρων ο μακαρίτης επίσκοπος Πατρών Νικηφόρος Καλογεράς μεταξύ των άλλων εύρε και πολύτιμον χειρόγραφον περιέχον την εξομολόγησιν του Γενναδίου , του πρώτου μετά την άλωσιν πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Ο Γεννάδιος, ζήσας τα προ και μετά την άλωσιν δραματικά γεγονότα, εγνώριζεν όσον ολίγοι την ηθικήν και θρησκευτικήν κατάστασιν των χρόνων εκείνων και εν τη εξομολογήσει του, ως άλλος Ιερεμίας, θρηνών επί των ερειπίων της πόλεως, ο πατριώτης ιεράρχης λέγει τα εξής :
« Κύριε !… Πανταχού διεσπάρημεν. Όνειδος προκείμεθα ου γείτοσι μόνον, αλλά και πάσιν ανθρώποις. Μυκτηρισμός και χλευασμός τοις κύκλω ημών εγενόμεθα. Παράδειγμα συμφοράς εις τον ανθρώπινον κατέστημεν βίον. Και ίνα τι , Κύριε, ταύτα συνεχώρησας εφ’ ημίν ; Ίνα τι ο θυμός σου εφ’ ημάς εξεκαύθη ; …Διεφθάρημεν και εβδελύχθημεν εν τοις ημών επιτηδεύμασι. Πάντες εξεκλίναμεν , άμα ηχρειώθημεν. Ταις εορταις σου ητιμάσαμεν. Της δόξης σου κατεφρονήσαμεν. Τα σώματα ημών τοις πάθεσιν εξεδώκαμεν. Τας ψυχάς ημών τοις σώμασιν προσηλώσαμεν. Αι δεξιαί ημών δεξιαί αδικίας εγένοντο. Αι γλώσσαι ημών εβλασφήμησαν κατά των αγίων σου. Χείλη ημών δόλια εν τη καρδία και εν καρδία ελάλησαν κακά. Μάταια ελάλησεν έκαστος προς τον πλησίον αυτού. Ωμνύομεν τοις πλησίον ημίν και ηθετούμεν. Το αργύριον ημών επί τόκω παρείχομεν και επ’ αθώων ελαμβάνομεν δώρα. Δικαιοσύνην και κρίσιν εβδελυξάμεθα. Οι ζυγοί ημών άνισοι. Το αργύριον ημών αδόκιμον. Έκαστος την κακίαν του πλησίον αυτού ελογιζόμεθα εν ταις καρδίαις ημών. Οι ποιμένες ηπατώμεν τον λαόν του Θεού και τας τρίβους αυτού εταράττομεν και εν αρετής σχήματι πονηρίαν εδιδάσκομεν. Οι άρχοντες ηπειθούμεν τοις νόμοις σου, κοινωνοί κλεπτών, αγαπώντες δώρα, διώκοντες ανταπόδομα, ορφανοίς ου κρίνοντες και κρίσιν χηρών ου προσέχοντες.Απλώς ειπείν παρασυνεβλήθημεν τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθημεν αυτοίς.
Συ δε , Κύριε, εμακροθύμεις, ηνείχου, έμενες, ίνα ποιήσωμεν οψέ σταφυλήν, και ημείς αεί εποιούμεν ακάνθας ….Έσειες την γην, και ετρυφώμεν. Ηπείλεις και ουκ εφροντίζομεν. Εδίδασκες, και ουκ εβουλόμεθα συνιέναι του αγαθύναι. Εκέλευες μετανοείν, και ου προσείχομεν , ουδ’ επολιτευόμεθα , καθώς ενετείλω ημίν , ίνα ευ ημίν γένηται , αλλ’ εν τω βάθει των πειρασμών και της απειλής της εγκαταλείψεώς σου τοις λειψάνοις της αναιδείας ημών επεξήλθομεν , καθώς εποιήσαμεν βουλήν και ου δια Κυρίου. Και δια τούτο τοις κρημνοίς της αβουλίας περιεπέσαμεν.
Ομολογούμεν ταύτα , Θεέ , Βασιλεύ ουράνιε. Ουκ αρνούμεθα. Ομολογούμεν ,ότι εγενόμεθα σοι εις πλησμονήν, και δια τούτο ουκέτι αφήκας τας αμαρτίας ημών. Και ότε τας χείρας ημών εξετείνομεν προς σε, απέστρεφες τους οφθαλμούς σου αφ’ ημών…Πως αν εδέξω χείρας αίματος πλήρεις ; Πως αν ήκουσας χειλέων βλασφημούντων ομού και αινούντων σε ; Πως έμελλες φείδεσθαι της τοσαύτης ανελπίστου και αμετανοήτου πωρώσεως ; Ουκούν ευλογητός ει, Κύριε ο Θεός ημών, και δεδοξασμένον το όνομά σου εις τους αιώνας. Δίκαιος ει επί πάσιν οις εποίησας ημίν, εν αληθινή κρίσει εποίησας. »

“ Υπόμνημα εις τας Επιστολάς του Παύλου “ .Εκδοθέν υπό Νικηφόρου Καλογερά . Αθήναι 1887. Πρόλογος σελ. 99 – 100/

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΑΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ



 
ΔΕΥΤΕΡΑ (βράδυ) 28 ΜΑΪΟΥ 1453 «ΧΡΟΝΙΚΟ», του Γεωργίου Φραντζή

Επίσης, ο αυτοκράτορας συγκέντρωσε εκείνο το φοβερό βράδυ της Δευτέρας όλους τους άρχοντες, τους δημάρχους, τους εκατόνταρχους και τους άλλους βαθμοφόρους του στρατού, στους οποίους είπε τα παρακάτω λόγια:
«Ευγενέστατοι άρχοντες, εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί, γενναιότατοι στρατιώτες, τιμημένοι και πιστοί πολίτες, ξέρετε όλοι πολύ καλά ότι έφτασε η ώρα που ο εχθρός της πίστης μας αποφάσισε να μας πιέσει ακόμα περισσότερο με όλα τα πολεμικά μέσα και τεχνάσματα που διαθέτει.
Θέλει να αρχίσει γενική επίθεση και πόλεμο από την ξηρά κι από τη θάλασσα, έτοιμος να μας δαγκώσει σαν φαρμακερό φίδι και να μας καταβροχθίσει σαν ανήμερο λιοντάρι. Γι' αυτό το λόγο σας παρακαλώ να φερθείτε με γενναιότητα και θάρρος, όπως κάνατε μέχρι τώρα, απέναντι στους εχθρούς της πίστης μας. Αφήνω στα χέρια σας την τύχη της δοξασμένης και λαμπρής πατρίδας μας, της μεγαλοπρεπέστατης και ευγενούς βασιλεύουσας όλων των πόλεων.

  Ξέρετε πολύ καλά, αδέρφια μου, ότι για τέσσερις λόγους είμαστε υποχρεωμένοι να προτιμήσουμε το θάνατο παρά τη ζωή. Πρώτον, για την πίστη και τη θρησκεία μας, δεύτερον, για την πατρίδα, τρίτον, για το βασιλιά, τον αντιπρόσωπο του Κυρίου μας, και τέταρτον, για τους συγγενείς και τους φίλους μας. Αν λοιπόν, αδέρφια μου, πρέπει να αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου για έναν από τους παραπάνω λόγους, τότε έχουμε υποχρέωση να πολεμάμε ακόμα σκληρότερα αν πρόκειται και για τα τέσσερα μαζί, διαφορετικά θα χάσουμε τα πάντα. 


Αν ο Θεός, εξαιτίας των αμαρτιών μας, δώσει τη νίκη στους απίστους, διατρέχουμε τον κίνδυνο να χάσουμε την άγια πίστη που μας έδωσε ο Χριστός με το αίμα του και είναι το σημαντικότερο πράγμα απ' όλα. Τι όφελος μπορεί να έχει κανείς αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει την ψυχή του; Δεύτερον, θα χάσουμε την ένδοξη πατρίδα και την ελευθερία μας. Τρίτον, το άλλοτε ένδοξο κράτος μας, που τώρα πια είναι εξασθενημένο και ταπεινωμένο, θα πέσει στα χέρια του άπιστου τυράννου. Τέλος, θα χάσουμε τα αγαπημένα μας παιδιά, τις γυναίκες και τους υπόλοιπους συγγενείς μας.
Ο βάρβαρος σουλτάνος μας έχει αποκλείσει 57 μέρες τώρα με όλες τις δυνάμεις του και μας πολιορκεί μέρα νύχτα με κάθε μέσο που διαθέτει, αλλά καταφέραμε να τον αποκρούσουμε με τη βοήθεια του Κυρίου μας Χριστού που βλέπει τα πάντα. Μη δειλιάσετε λοιπόν τώρα, αδέρφια μου. Είδατε ότι, ακόμα και στα μέρη όπου έπεσε το τείχος από τα τηλεβόλα και τις πολιορκητικές μηχανές, καταφέραμε να το επισκευάσουμε με τον καλύτερο τρόπο. Έχουμε στηρίξει όλες τις ελπίδες μας στην ακαταμάχητη δόξα του Θεού.  

Οι εχθροί μας διαθέτουν όπλα, ιππικό, δύναμη και πλήθος, αλλά εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο όνομα του Κυρίου και Σωτήρα μας, στα χέρια μας και στη γενναιότητα που μας χάρισε ο Θεός. Ξέρω ότι η τεράστια αγέλη των απίστων θα επιτεθεί εναντίον μας, όπως συνηθίζει, με βάναυση ορμή, αλαζονεία και θράσος επειδή είμαστε λίγοι, ώστε να μας τρομάξουν, να μας κουράσουν και να μας κάνουν να χάσουμε το ηθικό μας με τις φωνές και τους αλαλαγμούς τους. Εσείς όμως γνωρίζετε καλά πόσο ανόητα είναι αυτά και δε χρειάζεται να σας τα θυμίσω. Σε λίγο θα επιτεθούν και θα ρίξουν εναντίον μας πέτρες και βέλη αμέτρητα σαν την άμμο της θάλασσας, αλλά ελπίζω ότι δεν θα πετύχουν τίποτα.
 Σας βλέπω και χαίρομαι επειδή, αν και λίγοι, όλοι σας είστε έμπειροι, γενναίοι, αποφασιστικοί, δυνατοί και καλά προετοιμασμένοι. Να καλύψετε καλά το κεφάλι σας με τις ασπίδες τη στιγμή της συμπλοκής και να χρησιμοποιείτε με επιτυχία το δεξί σας χέρι με το σπαθί. Οι περικεφαλαίες, οι θώρακες, οι πανοπλίες και ο υπόλοιπος οπλισμός σας είναι σε θέση να σας βοηθήσουν αποτελεσματικά σ' όλη τη διάρκεια της μάχης, επειδή οι εχθροί δεν διαθέτουν ανάλογο εξοπλισμό.
Ήρθε λοιπόν αδέρφια μου ο σουλτάνος, μας πολιόρκησε και έχει ορθάνοιχτο το τεράστιο στόμα του για να καταβροχθίσει τόσο εμάς όσο και την πόλη που έχτισε ο αείμνηστος μεγάλος αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος την αφιέρωσε στην Παναγία Δέσποινα Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, εκφράζοντας την ευχή να την έχουμε πάντα βοηθό και προστάτη της πατρίδας μας, που αποτελεί καταφύγιο των χριστιανών, ελπίδα και χαρά των Ελλήνων, και καύχημα όλου του κόσμου? 
  Αυτή λοιπόν την πόλη, τη βασίλισσα όλων των άλλων πόλεων, θέλει να υποδουλώσει και να την έχει υπό την εξουσία του. Θέλει να πάρει τις άγιες εκκλησίες μας, όπου προσκυνάμε την Αγία Τριάδα και δοξολογούμε το Άγιο Πνεύμα του Θεού, και όπου οι άγγελοι υμνούν το Θεό και την ενανθρώπισή Του, για να τις κάνει τόπο λατρείας της ψεύτικης θρησκείας του ανόητου ψευτοπροφήτη Μωάμεθ, και στάβλο για άλογα και καμήλες. Αδέρφια και συμπολεμιστές μου, θέλω να τα σκεφτείτε αυτά καλά, για να μείνει το όνομα, η δόξα και η ελευθερία σας στην αιωνιότητα».
  
  
ΔΕΥΤΕΡΑ 28 ΠΡΟΣ ΤΡΙΤΗ 29 ΜΑΪΟΥ 1453
«ΞΥΓΓΡΑΦΗ ΙΣΤΟΡΙΩΝ», του Μιχαήλ Κριτόβουλου

   
«Στη συνέχεια ο σουλτάνος με δυνατή φωνή κάλεσε κοντά του τους υπασπιστές του και τους οπλίτες του και όλο το υπόλοιπο υπ' αυτόν στρατιωτικό σώμα και είπε: «Ορμάτε, φίλοι μου και παιδιά μου, τώρα είναι που πρέπει να φανείτε παλικάρια». Κι αυτοί, με κραυγές και αλαλαγμούς που προκαλούσαν φρίκη, πέρασαν την τάφρο και έφτασαν στο εξωτερικό τείχος. Αυτό το τείχος είχε σχεδόν εξ ολοκλήρου γκρεμιστεί και, αντί γι' αυτό, υπήρχε μόνο ένας ξύλινος φράκτης από μεγάλα δοκάρια και δεμάτια από κληματσίδες, μαζί με κάτι ξύλα και πιθάρια από χώμα.
Στο σημείο αυτό έγινε μάχη δυνατή, έτσι που πιάστηκαν στα χέρια και χρησιμοποίησαν αγχέμαχα όπλα. Οι υπασπιστές και η φρουρά του σουλτάνου αγωνίζονταν να απωθήσουν τους υπερασπιστές του τείχους και να υπερκεράσουν το φράκτη, ενώ οι Έλληνες και οι Ιταλοί πάλευαν να τους αποκρούσουν και να περισώσουν αυτό το φράκτη. Κι άλλοτε οι επιτιθέμενοι κατάφερναν, πολεμώντας με πάθος και ορμή αλόγιστη, ν' ανεβαίνουν στο τείχος και να περνούν το φράκτη, άλλοτε πάλι αποκρούονταν και απομακρύνονταν. Στο μεταξύ, βέβαια, κι ο ίδιος ο σουλτάνος, προσπαθώντας να τους ενθαρρύνει, ακολουθούσε από κοντά και πολεμούσε κι ο ίδιος με γενναιότητα.
Τότε έδωσε και στους κανονιέρηδές του το σύνθημα να πυροδοτήσουν τα κανόνια. Κι αυτά, καθώς πήραν φωτιά, εξαπέλυσαν τα λιθάρια τους ενάντια στους υπερασπιστές του τείχους και σκότωσαν αρκετούς άντρες που βρέθηκαν εκεί, κι από τις δύο παρατάξεις.

Έτσι λοιπόν, και ενώ και οι δύο πλευρές πολεμούσαν παλικαρίσια και με πάθος, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας. Τελικά υπερίσχυσαν οι Έλληνες και ενίσχυσαν σημαντικά τη θέση τους, όπως βέβαια και ο Ιουστινιάνης και οι δικοί του, ώστε διατήρησαν και εξασφάλισαν την κατοχή του φράκτη, αποκρούοντας με γενναιότητα τους επιτιθέμενους. Έτσι εξελίχθηκαν εδώ τα πράγματα.
Στο μεταξύ, οι υπόλοιποι στρατηγοί και διοικητές με τα στρατιωτικά τους σώματα, όπως βέβαια και ο αρχηγός του στόλου, επιτέθηκαν και αυτοί στο τείχος κι από τη στεριά και από τη θάλασσα και πολεμούσαν με δύναμη, άλλοι ρίχνοντας βέλη με τους τοξότες τους και λιθάρια με τα κανόνια τους, κι άλλοι κουβαλώντας σκάλες στο τείχος και γέφυρες και ξύλινους πυργίσκους και ποικίλες άλλες πολιορκητικές μηχανές. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς, επιχείρησαν με ορμή να ανέβουν στο τείχος, ιδιαίτερα από την πλευρά που είχε παραταχθεί ο Ζάγανος και ο Καρατζίας. 

Ο ένας από αυτούς, ο Ζάγανος, αφού πέρασε χωρίς ζημιά τη γέφυρα και κουβάλησε σκάλες και άλλα αναρριχητικά μέσα, προσπάθησε να σπρώξει τους στρατιώτες του ν' ανέβουν στο τείχος με το ζόρι, ενώ ταυτόχρονα, έχοντας τους τοξότες και τους τυφεκιοφόρους που βρίσκονταν στα εντός του λιμανιού περιπλέοντα πολεμικά πλοία, χτύπησε από τα καταστρώματά τους τους υπερασπιστές των επάλξεων του τείχους από το δεξιό τους πλευρό.
Ο Καρατζίας, από την άλλη, περνώντας την τάφρο και πολεμώντας με γενναιότητα, προσπάθησε να πηδήσει στην εσωτερική πλευρά του γκρεμισμένου τείχους.

Όμως οι Έλληνες αντιστάθηκαν με επιτυχία και έδιωξαν και αυτούς τους επιτιθέμενους και γενικά πολέμησαν γενναία και αναδείχτηκαν άριστοι και υπέρτεροι μαχητές. Τίποτε δεν στάθηκε ικανό να τους αποσπάσει από το καθήκον τους, ούτε η πείνα ούτε η αγρύπνια ούτε ο ασταμάτητος πόλεμος ούτε οι τραυματισμοί ή οι σφαγές και οι θάνατοι των δικών τους, που έβλεπαν μπροστά τους, κανένα απ' όλα αυτά τα φοβερά κακά, ώστε να υποχωρήσουν κάπως και να μεταβάλουν την αρχική τους αποφασιστικότητα και ορμητικότητα. Αντίθετα διατήρησαν μέσα τους, σ' όλες τις περιστάσεις, την αρχική τους ορμητικότητα έως ότου τους πρόδωσε η πανούργα, η άδικη τύχη».
ΤΡΙΤΗ (ξημέρωμα) 29 ΜΑΪΟΥ 1453 «ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΤΟΥΡΚΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», του Μιχαήλ Δούκα

«Απ' την άλλη μεριά οι Τούρκοι, λίγο-λίγο και καλυπτόμενοι από ασπίδες, πλησίασαν τα τείχη και τοποθέτησαν σκάλες. Ωστόσο, καθώς τους εμπόδιζαν οι λιθοβολητές απ' τα τείχη, τίποτε δεν είχαν επιτύχει ακόμα. Συνεπώς η επίθεσή τους είχε αποκρουστεί. Οι Έλληνες πάλι, μαζί με τον αυτοκράτορα, είχαν αντιπαραταχθεί και πολεμούσαν τους εχθρούς. Όλη τους η προσπάθεια και ο μοναδικός στόχος τους ήταν να μην επιτρέψουν στους Τούρκους να μπουν στην Πόλη απ' τα γκρεμισμένα τείχη.

Έκαναν όμως λάθος, καθώς το θέλημα του Θεού ήταν να μπουν οι Τούρκοι στην Κωνσταντινούπολη, αλλά από άλλη ατραπό. Όταν δηλαδή οι Τούρκοι είδαν το παραπόρτι για το οποίο ήδη μιλήσαμε (η Κερκόπορτα), ανοιχτό και αφύλαχτο, περίπου πενήντα άνδρες, οι πιο φημισμένοι και οι πιο πιστοί δούλοι του Μωάμεθ, πήδησαν μέσα, ανέβηκαν στα τείχη ξεφυσώντας φωτιά, σκοτώνοντας όποιους συναντούσαν μπροστά τους και χτυπώντας τους ακροβολιστές.
Αλήθεια, τι φρικτό θέαμα ήταν εκείνο! Από τους Έλληνες και τους Λατίνους που είχαν αναλάβει την αποστολή να απωθούν όσους έστηναν τις σκάλες, άλλοι σφαγιάστηκαν, ενώ άλλοι, κλείνοντας τα μάτια έπεφταν στο κενό, συντρίβοντας τα σώματά τους και δίνοντας έτσι οικτρό τέλος στη ζωή τους. Τώρα πια οι επιτιθέμενοι έστηναν τις σκάλες, χωρίς κανένα εμπόδιο και σαν αετοί σκαρφάλωναν στο τείχος.
   
   Οι Ρωμαίοι που πολεμούσαν μαζί με τον αυτοκράτορα δεν γνώριζαν τι είχε συμβεί, καθώς ήταν μακριά απ' αυτούς το σημείο από το οποίο οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη. Άλλωστε όλη την προσοχή τους την είχαν αποσπάσει οι απέναντι εχθροί, οι οποίοι ήσαν δυνατοί και τόσοι πολλοί, ώστε αντιστοιχούσε ένας Έλληνας προς είκοσι Τούρκους, ενώ κι αυτός ο ένας Έλληνας δεν γνώριζε την πολεμική τέχνη τόσο καλά όσο ένας τυχαίος Τούρκος. Σ' εκείνους λοιπόν είχαν συγκεντρώσει όλη τη μέριμνα και τη φροντίδα τους.

Τότε ξαφνικά, βλέπουν βέλη να τους έρχονται απ' το πάνω μέρος των τειχών και να τους σκοτώνουν. Στρέφουν το βλέμμα προς τα εκεί και διαπιστώνουν ότι είναι Τούρκοι. Βλέποντάς τους, σπεύδουν να γλιτώσουν στο εσωτερικό του τείχους. Και καθώς το πλήθος που προσπαθούσε να εισέλθει από την πύλη, την επονομαζόμενη Χαρισού, ήταν μεγάλο, προκλήθηκε φοβερός συνωστισμός. Πάνω σ' αυτόν, οι σωματικά δυνατότεροι κατάφερναν να μπουν πατώντας κυριολεκτικά τους σωματικά αδύναμους.

Όταν η παράταξη του τυράννου είδε την οπισθοχώρηση των Ρωμαίων, με μια φωνή όρμησαν καταπατώντας και κατασφάζοντας τους αξιολύπητους αμύντορες της Πόλης. Φτάνοντας στην πύλη δεν μπόρεσαν να την περάσουν, καθώς αυτή είχε κλείσει απ' τα σώματα των σκοτωμένων, αλλά και των ετοιμοθάνατων. Έτσι οι περισσότεροι Τούρκοι έμπαιναν στην Κωνσταντινούπολη απ' το γκρεμισμένο τείχος και κατέσφαζαν όσους έβρισκαν μπροστά τους.
Ο αυτοκράτορας δεν έκανε πίσω, στάθηκε για λίγο κρατώντας το σπαθί και την ασπίδα και είπε: «Δεν υπάρχει κάποιος χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι»; Κι αυτό γιατί είχε μείνει ολομόναχος. Τότε ακριβώς ένας Τούρκος τον χτύπησε στο πρόσωπο, αλλά ο αυτοκράτορας ανταπόδωσε το χτύπημα. Ωστόσο, ένας άλλος Τούρκος, ερχόμενος από πίσω, του κατάφερε καίριο χτύπημα και ο Κωνσταντίνος σωριάστηκε στο έδαφος, Καθώς λοιπόν οι Τούρκοι αυτοί δεν γνώριζαν ότι ήταν ο αυτοκράτορας, αφού τον σκότωσαν σαν να ήταν ένας κοινός στρατιώτης, τον άφησαν να κείτεται στο χώμα. 

    
ΤΡΙΤΗ 29 ΜΑΪΟΥ 1453 

«ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ», του Νέστορος Ισκεντέρη


«Εκεί έπεσε ο ευσεβής καίσαρ Κωνσταντίνος υπέρ των ιερών ναών και της ορθοδοξίας, μήνας Μάιος, την 29η μέρα, αφού εσκότωσε με το χέρι του, όπως έλεγαν όσοι έμειναν ζωντανοί, πάνω από 600 Τούρκους. Κι έτσι αλήθεψε ο χρησμός: «Με Κωνσταντίνο έγινε και πάλι με Κωνσταντίνο θ' αποθάνει».

Γιατί οι αμαρτίες έρχεται η ώρα και κρίνονται από το Θεό και, καθώς λέγεται, οι κακουργίες και οι ανομίες καταλύουν τους θρόνους των ισχυρών. Μεγάλη η δύναμη του πονηρού κι άπειρα τα κακουργήματά του.

Αλίμονο σε σένα, Εφτάλοφη, τώρα που έπεσες στα χέρια των άπιστων, τόση ήταν η δόξα που σου εδώρισε η χάρη του Κυρίου, άλλοτε λαμπρύνοντάς σε και μεγαλύνοντάς σε όσο καμιάν άλλη χώρα, άλλοτε τιμωρώντας σε με μύριες όσες τιμωρίες και νουθετώντας σε με τη δοκιμασία και με περίφημα θαύματα κι άλλοτε πάλι χαρίζοντάς σου ένδοξες νίκες κατά των εχθρών ούτε μια στιγμή δεν έπαψε να σε νουθετεί και να σε καλεί στο δρόμο της σωτηρίας σου και σου εχάρισε κι όλα τα καλά του επίγειου βίου και τα πιο λαμπρά στολίδια.

Τα ίδια κι η υπεραγία Θεοτόκος, μητέρα του Χριστού και Θεού μας, με άπειρες ευεργεσίες κι αναρίθμητες δωρεές σ' ελέησε και σε υπεράσπισε σ' όλους τους καιρούς. Όμως η αφροσύνη σου αποστράφηκε τα ελέη και τα δώρα του Θεού κι ενέδωσες στις πονηρίες και ανομίες και τώρα να, σ' έπληξε η οργή του Θεού και σε παραδίνει στα χέρια των εχθρών σου και ποιος να μην κλάψει γι' αυτά, ποιος να μην θρηνήσει

Εκεί ένας Σέρβος εβγήκε μπροστά του (στον Μωάμεθ) και του έφερε το κεφάλι του καίσαρα. Αυτός καταχάρηκε κι εφώναξε αμέσως τους άρχοντες και στρατηγούς κι ερώτησε να μάθει αν αλήθεια είναι του καίσαρα το κεφάλι. Εκείνοι κατατρομαγμένοι αποκρίθηκαν: «Είναι το αληθινό κεφάλι του καίσαρα». Τότε αυτός το ασπάστηκε και είπε: «Μα την αλήθεια, ο ίδιος ο Θεός σ' έφερε στον κόσμο και σ' έκανε και καίσαρα. Γιατί λοιπόν να πας έτσι άδικα χαμένος»; Κι έστειλε την κεφαλή στον Πατριάρχη να την χρυσώσει και να την ασημώσει και να την φυλάξει καταπώς αυτός γνωρίζει. Ο Πατριάρχης επήρε την κάρα και την εκλείδωσε σε αργυρό και χρυσωμένο σκεύος και την έκρυψε στη μεγάλη εκκλησία κάτω από την αγία τράπεζα. Από άλλους όμως ακούσαμε ότι κάποιοι που εσώθηκαν, από αυτούς που ήταν μαζί με τον καίσαρα στη Χρυσή Πύλη, επήραν κρυφά το σώμα, εκείνη την ίδια νύχτα, και το επήγαν στον Γαλατά και εκεί τον έχουν θαμμένον».

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...