Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Θεόφιλος Παραϊάν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Θεόφιλος Παραϊάν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Ιουλίου 07, 2015

Η θέση μας μέσα στην κοινωνία και η πνευματική βοήθεια προς τα κοντινά μας πρόσωπα


Η θέση μας μέσα στην κοινωνία και η πνευματική βοήθεια προς τα κοντινά μας πρόσωπα
Πεποίθησή μου είναι ότι πολλοί από αυτούς που εφαρμόζουν τις αρετές δε γνωρίζουν καθαρά μερικά πρωταρχικά πράγματα σε σχέση με τις αρετές.
Συγκεκριμένα, πολλοί από τους χριστιανούς δε προσέχουν ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, όταν μιλούσε για τη μία η την άλλη από τις αρετές, δεν αναφέρθηκε ποτέ σε μία κατηγορία ανθρώπων, αλλά έστρεψε το λόγο προς όλους τους ανθρώπους χωρίς καμία διάκριση.
Όταν είπε για παράδειγμα : «άρατε τον ζυγόν μου εφ᾿ υμάς και μάθετε απ᾿ εμού, ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταίς ψυχαίς υμών» και «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται», είπε αυτά τα λόγια προς όλους όσοι είναι σε θέση να τα γνωρίσουν. Δηλαδή άνθρωποι κάθε ηλικίας, κάθε επιπέδου μόρφωσης. Και βέβαια δεν εξαίρεσε καμία κατηγορία ανθρώπων, άνδρες η γυναίκες, παιδιά η ενήλικες, μορφωμένους η αγράμματους, ανθρώπους που ζουν σε απομόνωση και άλλους που ζουν μέσα στην κοινωνία.
Σε όλους απηύθυνε αυτά τα λόγια, χωρίς διάκριση και από όλους περιμένει την εκπλήρωσή τους. Σε μερικούς χριστιανούς που ζουν μέσα στο κόσμο και γνωρίζουν ότι υπάρχουν ομάδες ανθρώπων που ζουν στα μοναστήρια αλλά και σε μερικά μοναχικά άτομα που ζουν μέσα στον κόσμο σε μια απομόνωση χάριν του Θεού, τους φαίνεται ότι αυτοί που ζουν στην ησυχία που προσφέρεται στα μοναστήρια είναι πιο ευνοημένοι από ο,τι εκείνοι που ζουν μέσα στον κόσμο. Έτσι πιστεύουν ότι είναι πιο εύκολο στους μοναχούς να εφαρμόσουν τις αρετές. Όμως στην πραγματικότητα οι αρετές δε συνδέονται με τον τόπο που βρίσκεσαι αλλά με σένα τον ίδιο. Για να το πούμε αλλιώς, η αρετή δε συνδέεται με τον τόπο αλλά με τον άνθρωπο.
Είναι ολοφάνερο ότι, όταν βρίσκεσαι ενώπιον κάποιων ανεπιθύμητων καταστάσεων, ανάμεσα σε ανθρώπους με τους οποίους δεν μπορείς να συνεννοηθείς και οι οποίοι μερικές φορές μπορεί να ανήκουν ακόμη και στην ίδια σου την οικογένεια, όταν η ατμόσφαιρα δημιουργείται από διαφορετικό επίπεδο παιδείας, ηθικής ζωής, κοινωνικής τάξεως κ.λπ., γενικά όταν δεν είναι τα πράγματα για σένα ευνοϊκά, τότε σου έρχεται η σκέψη ότι άλλοι στη θέση σου θα ήταν πιο ευνοημένοι από ό,τι εσύ ο ίδιος. Παρά ταύτα, τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Οι μόνοι ευνοημένοι είναι οι άνθρωποι που έφτασαν σε θεμελιώδεις θρησκευτικές πεποιθήσεις, σε μια θρησκευτική-ηθική ζωή έντονη. Και τούτο, γιατί γι’ αυτούς τους ανθρώπους δεν υπάρχει πλέον εναλλαγή ή δίλημμα , αφού αυτοί γνωρίζουν να εκδηλώνονται ως «αυτοί που είναι του Χριστού», Οποίος υπάρχει πάντοτε και σε κάθε τόπο.
Είναι γνωστό ότι αυτοί που επιδιώκουν να φτάσουν στην πνευματική τελείωση πρέπει κατ’ εξοχήν να προσέχουν δύο αρετές: την αγάπη, «ἐπὶ πᾶσιν δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην» και την ταπείνωση, αφού ελέχθη ότι «τελειότητα είναι βυθός ταπείνωσης» ( Αγ. Ισαάκ ο Σύρος). Αν σκεφτούμε ότι τα μέτρα με τα οποία βιώνονται αυτές οι αρετές είναι πολύ διαφορετικά και αν σκεφτούμε ότι ο Χριστός μας όρισε κάποιες αρχές ανώτερες από αυτές που μπορούμε εμείς να σκεφτούμε και να εφαρμόσουμε – «τέλειοι γίνεσθε, καθώς και ο ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειός εστι»- και ότι ικανοποιείται και με το ελάχιστο που μπορούμε να προσφέρουμε σύμφωνα με τις δυνάμεις μας, έχουμε λόγους να ελπίζουμε στο έλεος και τη βοήθεια του Θεού.
Το σημαντικό είναι να ξέρουμε πώς θα ακολουθήσουμε τις αρετές μέσα στις συνθήκες που έχουμε ο καθένας. Έτσι, για παράδειγμα, σε σχέση με την ταπείνωση είναι καλό να ξέρουμε ότι σύμφωνα με το λόγο ενός στοχαστή του Θεού ( Άγιος Φραγκίσκος de Sales) «η ταπείνωση είναι η αρετή που δε φαίνεται». Δηλαδή η αρετή που δεν προβάλλει τον εαυτό της, της οποίας όμως η ύπαρξη είναι αναμφισβήτητη μέσα στη ζωή αυτού που την έχει. Πιστεύω ότι δε χρειάζεται να μπω σε λεπτομέρειες , λέγοντας ότι άλλο είναι η ταπείνωση της Θεοτόκου ή του Πατριάρχη Αβραάμ και άλλο είναι η ταπείνωση του Τελώνη και του Φαρισαίου ή της αμαρτωλής γυναίκας στο σπίτι του φαρισαίου Σίμωνα. Αυτό που μας ενδιαφέρει τώρα είναι πώς είναι δυνατόν να εκδηλωθεί μέσα στην κοινωνία, στον κοινωνικό περίγυρο, ένας ταπεινός χριστιανός, τηρώντας το καθήκον και τις πραγματικές υποχρεώσεις του.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να έχει υπ’ όψιν του ένας αληθινός πιστός, που επιδιώκει να στολιστεί με την ταπείνωση, είναι το να ζει μια ομαλή ζωή, κατά την οποία με τη θέλησή του να μην επιδεικνύεται ούτε ως καλός ούτε ως κακός. Δεν είναι υποχρεωμένος να λογοδοτήσει σε κανέναν ως προς το ποιο μέτρο ταπείνωσης έφτασε και πόσο ακόμη του απέμεινε για το απόγειο της ταπείνωσης. Γι’ αυτό θα πρέπει να αποφεύγει οποιονδήποτε λόγο τον εμφανίζει ως αμαρτωλό ή ως ενάρετο. Προσωπικά είμαι αντίθετος με τον τρόπο που εκδηλώνονται ιδιαίτερα κάποιοι μοναχοί, οι οποίοι , όταν συστήνονται, κοντά στο όνομά τους επιμένουν να προσθέτουν το «ο αμαρτωλός» ή «η αμαρτωλή» .
Επομένως, να αποφεύγεται οποιοσδήποτε ασυνήθιστος τρόπος ομιλίας, κάθε τρόπος ομιλίας που θα μας πρόβαλλε στους γύρω μας. Το ίδιο να αποφεύγεται και οποιαδήποτε συμπεριφορά θα μας έβγαζε στη θέα και την προσοχή των γύρω μας. Επομένως, να αποφεύγονται τα άκρα και οι εκκεντρικότητες οποιασδήποτε μορφής.
Πάρα πέρα, οι ταπεινοί χριστιανοί ή όσοι αγωνίζονται να στολιστούν με την ταπείνωση να μην παραβλέπουν ποτέ την πραγματικότητα με την οποία συνδέεται η ύπαρξή τους, δηλαδή να μην έχουν αναστολές, όταν καλούνται να φανερώσουν την διανοητική τους καλλιέργεια, τη συνέπεια και τις επαγγελματικές δεξιότητες. Δε λέω να επαίρονται γι’ αυτά, αλλά να τα εκδηλώνουν αποφασιστικά, όταν αυτό απαιτείται.
Αν ένας πιστός κατέχει μία υπεύθυνη θέση, έχοντας την ευθύνη να δίνει εντολές, τότε πρέπει να συντονίζει , να ανταποκρίνεται στα καθήκοντά του, χωρίς να αναλογίζεται καμία προσωπική αναξιότητα. Οι αναξιότητές του αναφέρονται στη σχέση του με το Θεό , ενώ η εκπλήρωση του καθήκοντος που επιβάλλεται από την υπηρεσιακή θέση που κατέχει είναι μία υπόθεση που σχετίζεται με την κοινωνία και την καλή πορεία της. Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι υπάρχουν μερικοί ιερείς που δεν αφήνουν τους χριστιανούς να τους φιλούν το χέρι, σαν να θεωρούν ότι δεν είναι άξιοι να τους φιλούν το χέρι. Οι χριστιανοί φιλούν το χέρι του ιερέα ως σημείο τιμής για την ιεροσύνη που έχει, αφού οι χριστιανοί γνωρίζουν ότι οι ιερείς είναι «οι άνθρωποι του Θεού». Δεν είναι σωστό κάποιος , όντας ιερέας, να εκδηλώνει επιφύλαξη ή να αποφεύγει να δέχεται την τιμή που του αποδίδουν.
Εδώ στο μοναστήρι μας είχαμε συμμοναστή επί 27 χρόνια τον Πανοσιολογιότατο Αρχιμανδρίτη Ιωάννη Ντίνου. Από αυτόν έμεινε ως παρακαταθήκη ο λόγος «ταπεινός είναι αυτός που κρατάει τη θέση του», αυτή που του έδωσε η εκκλησία ή η κοινωνία. Η τεκμηρίωση ήταν ότι «αν δεν κρατάς εσύ τη θέση σου, τότε ούτε αυτός που στέκει δίπλα σου δεν ξέρει τι να κάνει», πράγμα που σημαίνει ότι έτσι δημιουργείται μία αταξία.
Επομένως, δεν είναι αξεπέραστη η δυσκολία του να είσαι ταπεινός μέσα στην κοινωνία, μέσα στις συνθήκες που επιβάλλει η θέση σου, αλλά η μεγάλη στενοχώρια είναι ότι δεν έχουμε μία διάκριση για τα πράγματα. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι δεν ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε . Μας φαίνεται ότι δεν είμαστε στις θέσεις μας και μέσα στους στόχους μας, αν δεν έχουμε μία επιφύλαξη, αν δεν βγάζουμε το ανικανοποίητο για τη συγκεκριμένη θέση που κατέχουμε. Όμως κάτι τέτοιο δεν είναι σωστό και ούτε αυξάνει την ταπείνωση. Να στέκεσαι στη θέση σου, στο ρόλο που έχεις, όπου σε τοποθέτησε η εκκλησία και η κοινωνία και τότε να είσαι σίγουρος ότι όχι μόνο δεν θα χάσεις την ταπείνωση αλλά θα την αυξήσεις.
Ακόμη, υπάρχουν κάποιοι χριστιανοί που πιστεύουν ότι υπηρετούν την προσωπική τους ταπείνωση, όταν αρχίζουν και αμφισβητούν τα καλά που κάνουν. Ούτε αυτό υπηρετεί την ταπείνωση. Ασφαλώς τα καλά έργα πρέπει να τα σκεπάζουμε με την ταπείνωση, δηλαδή να μην επαινούμαστε γι’ αυτά .Αλλά όμως αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε το δικαίωμα να τα αμφισβητούμε. Για παράδειγμα, μερικοί χριστιανοί δεν έχουν το θάρρος να ομολογήσουν ότι νηστεύουν και, αντί να πουν ότι νηστεύουν, δικαιολογούνται ότι κάνουν δίαιτα. Είναι μία εσφαλμένη σκέψη να φαίνεσαι αλλιώς τη στιγμή που θα έπρεπε να πεις καθαρά ότι νηστεύεις, ότι είσαι αποφασισμένος να κάνεις αυτό το πράγμα πάντοτε, γιατί αυτή είναι η πεποίθησή σου.
Δε χρειάζεται απαραίτητα να δίνουμε εξηγήσεις, αλλά πρέπει να έχουμε απόψεις καθαρές και πνευματικά τεκμηριωμένες, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον στο οποίο η έμπρακτη θρησκευτική ζωή είναι κάτι το αδιάφορο ή θεωρείται κάτι κατώτερο. Το ίδιο πρέπει να σκεφτόμαστε και για την αρετή της αγάπης και για οποιαδήποτε αρετή.
Πηγή: «Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν
Χωρίς φως, φωτισμένος»
Μετάφραση- επιμέλεια:
Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης
Εκδόσεις ΑΘΩΣ

Δευτέρα, Ιουλίου 07, 2014

Τι πρέπει να κάνω για να έχω την εύνοια του Θεού


Τι πρέπει να κάνω για να έχω την εύνοια του Θεού


Ένα προτεινόμενο πνευματικό πρόγραμμα

Στους νέους , και ειδικά στους διανοούμενους , προτείνω στη συνέχεια, κατά την εξομολόγηση, ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει πέντε σημεία:

α ) παρακολούθηση των ιερών ακολουθιών,
β) προσευχή πρωί και βράδυ,

γ) ανάγνωση δύο κεφαλαίων της Καινής διαθήκης καθημερινά,
δ ) επανάληψη όλο και πιο συχνά και πιο έντονα της προσευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν» και
ε) τήρηση νηστειών.


Θα ήθελα να αναλύσουμε ξεχωριστά κάθε σημείο αυτού του προγράμματος:

α ) Φυσικό θα ήταν όσοι εξομολογούνται να παρουσιάζουν μόνοι τους τον εαυτό τους με την αμαρτωλότητά του και να εξομολογούνται τα αμαρτήματά τους. Όμως κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια. Οι περισσότεροι από αυτούς που έρχονται στην εξομολόγηση περιμένουν να ερωτηθούν και αυτό το κάνουν και μερικοί που εξομολογήθηκαν ήδη αρκετές φορές.

Μάλιστα πριν αρχίσουν να εξομολογούνται κάποιο αμάρτημα , συνηθίζω να ρωτώ στην αρχή ποιο είναι το βαπτιστικό όνομα αυτού που προσέρχεται. Έπειτα ρωτώ ποια είναι η ηλικία, η κοινωνική, οικογενειακή και επαγγελματική του κατάσταση.

Ακολούθως πότε εξομολογήθηκαν για τελευταία φορά , αν είχαν κάποιο επιτίμιο και αν το εκπλήρωσαν. Μετά από αυτά η πρώτη πιο ειδική ερώτηση είναι: «Πηγαίνεις στην εκκλησία;». Από την απάντηση που θα λάβω εξαρτάται η συνέχεια της εξομολόγησης. Στην περίπτωση κατά την οποία ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν πάτησε το πόδι του στην εκκλησία για μακρό χρονικό διάστημα, χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία (αρρώστια, εργασιακός περιορισμός ) τότε του λέω με αποφασιστικό τόνο: «Αν θέλεις να πεις τίποτε άλλο, εγώ θα σε ακούσω. Όμως να ξέρεις ότι εγώ δε δίνω άφεση αμαρτιών σ’ αυτούς που δεν συμμετέχουν στις ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στη θεία λειτουργία». Μπροστά σε αυτή τη στάση οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι χωρίς να πηγαίνεις στην Εκκλησία δεν μπορείς να φτάσεις στη συγχώρηση των αμαρτημάτων και βέβαια αυτό θα το εφαρμόσουν, όχι μονάχα για μερικούς μήνες αλλά για ολόκληρη τη ζωή τους, όσο ο κάθε χριστιανός είναι υγιής και έχει δυνάμεις.

Αποδίδω μεγάλη σημασία στο να πηγαίνουν οι άνθρωποι στην εκκλησία, γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι εκκλησία ιερών ακολουθιών , είναι εκκλησία της θείας λειτουργίας, εκκλησία που δοξολογεί το Θεό με τους ιερείς και τη μεσολάβηση της ιεροσύνης.
Θεωρώ ότι δεν μπορεί κάποιος να είναι ορθόδοξος, ν’ ανήκει στην Ορθόδοξη Εκκλησία , χωρίς να συμμετέχει στις ιερές ακολουθίες, στη θεία λειτουργία , χωρίς να έχει σχέση με το Θεό δια της μεσιτείας των ιερέων. Όλα αυτά είναι ουσιώδη χαρακτηριστικά της Ορθοδοξίας και απαρτίζουν αυτό το ιδιαίτερο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο ορθόδοξος χριστιανός μέσα στη θεία λειτουργία εικονίζει τα χερουβείμ∙ «προσάδει» τον τρισάγιο ύμνο στην Παναγία Τριάδα∙ ψάλλει «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ» μαζί με τους αγγέλους∙ ακούει το θείο λόγο δια του Ιερού Ευαγγελίου (το Ευαγγέλιο είναι «ο Χριστός εν τω μέσω ημών»)∙ κοινωνεί ουράνιων ευλογιών∙ ζει στη γη στιγμές της βασιλείας του Θεού∙ διακονεί τον Θεό στον ουρανό ή από δω από τη γη (αυτό είναι η εκκλησία, τόπος προσκύνησης αγιασμένος ειδικά για τα πράγματα του Θεού, σύμφωνα με τα λόγια: «Ἐν τῷ Ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν, Θεοτόκε, πύλη ἐπουράνιε, …» ).

Οι χριστιανοί μας πρέπει να έχουν υπ’ όψιν τους ότι στις ιερές ακολουθίες όλοι «ιερουργούμε», ο καθένας κατά το μέτρο της διακονίας που βρίσκεται. Με άλλα λόγια, στις ιερές ακολουθίες – επομένως και στη θεία λειτουργία- δεν ιερουργεί μόνος του ο ιερέας, αλλά ο ιερέας ιερουργεί μαζί με όλους τους παρόντες και ακόμη μαζί και με τις μακάριες ουράνιες δυνάμεις. Και τούτο, γιατί δεν μπορεί να γίνει θεία λειτουργία χωρίς την παρουσία των χριστιανών, αφού και αυτοί έχουν αγιαστική αποστολή. Αυτό φαίνεται από το ότι ο καθιερωμένος ιερουργός τους καλεί να επιτελέσουν αυτό το έργο τους με τα λόγια: «Ὑπὲρ τῶν προτεθέντων τιμίων Δώρων, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», «Ὑπέρ τῶν προσκομισθέντων καὶ ἁγιασθέντων τιμίων δώρων, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».


Έτσι έχουν τα πράγματα. Οι χριστιανοί που έχουν ασθενική πίστη, δε συμμετέχουν στη θεία λειτουργία και δεν εκπληρώνουν κάποιες βασικές και ουσιαστικές πνευματικές υποχρεώσεις δεν μπορούν ν’ αξιωθούν των δωρεών του Θεού. Εξαιρούνται μόνο όσοι είναι ασθενείς και ανήμποροί των οποίων η ελευθερία είναι περιορισμένη και δεν μπορούν να ενεργήσουν από μόνοι τους. Γι’ αυτό λοιπόν ζητώ επίμονα και αμετάκλητα τη συμμετοχή των χριστιανών στις ιερές ακολουθίες. Χωρίς αυτή την προϋπόθεση δε δίνω άφεση των αμαρτημάτων.

Δε διαβάζω συγχωρητική ευχή επίσης και στην περίπτωση που η απόφαση είναι αβαθής, τυπική. Αλλά επιμένω να είναι πραγματική, αληθινή, συνεχής για όλο το διάστημα που ορίστηκε για την κάθε περίπτωση, γνωρίζοντας καλά ότι ο άνθρωπος δεν είναι μια στατική ύπαρξη, ώστε να μπορεί κανείς να χειρίζεται τον καθένα με χειρισμούς καλουπωμένους.

β) Τον κανόνα της πρωινής και βραδινής προσευχής τον θεωρώ απόλυτα αναγκαίο, καθόσον η πίστη στο Θεό πρέπει να υλοποιηθεί με κάτι συγκεκριμένο.

Από την άλλη πλευρά είναι δυνατόν να λεχθεί ότι αυτός που δεν προσεύχεται στο Θεό, το κατά δύναμιν, μπορεί να λεχθεί ότι είναι χωρίς Θεό. Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει καμία ιδέα τόσο ποικίλη μέσα στο ανθρώπινο μυαλό , όσο η ιδέα του Θεού. Αλλά επίσης είναι αλήθεια ότι υπάρχει πολύ μεγάλη έλλειψη αφοσίωσης προς τον Θεό. Πέρασαν από μπροστά μου αρκετοί άνθρωποι σαν αυτούς που δηλώνουν ότι είναι πιστοί μόνο και μόνο γιατί τυπικά δεν αρνήθηκαν τον Θεό. Γι’ αυτούς τους λόγους είναι απαραίτητη μία έμπρακτη και εσωτερική προσήλωση με πρωινή και βραδινή προσευχή καθώς και προσευχή πριν και μετά το φαγητό.


γ) Καθημερινή ανάγνωση της Καινής Διαθήκης

Δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν να βρίσκεσαι σε σχέση με το Θεό, χωρίς να γνωρίζεις κάτι συγκεκριμένο για το Θεό, πιστεύω ότι έχει μεγάλη σημασία να γνωρίζεις την Καινή Διαθήκη. Γι’ αυτό, σ’ αυτούς που εμπιστεύονται την καθοδήγησή τους σ’ εμένα- όσο αυτό είναι δυνατόν- τους ορίζω ως κανόνα να διαβάζουν δυο κεφάλαια από την Καινή Διαθήκη, αρχίζοντας από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, συνεχίζοντας με το κατά Μάρκον και στη συνέχεια τα άλλα δύο, επιμένοντας γι’ αρχή να διαβάσουν από τρεις φορές το καθένα. Μετά από αυτό να περάσουν στην ανάγνωση και των υπόλοιπων βιβλίων της Καινής Διαθήκης, με την υποχρέωση να διαβαστεί κάθε βιβλίο τρεις φορές και μετά να περάσουν στο επόμενο. Μετά την ανάγνωση ολόκληρης της Καινής Διαθήκης, ο πιστός μπορεί να διαβάσει δύο κεφάλαια στη σειρά χωρίς πλέον να υπολογίζει πόσες φορές ή ποια φορά είναι που διαβάζει την Καινή Διαθήκη.

Αυτό το έργο δε γίνεται για το θεαθήναι ή για κάποια ανταμοιβή , αλλά για πνευματική ωφέλεια, για να μπορέσουμε να κοσμήσουμε το νου και να θρέψουμε την καρδιά με τα αιώνια λόγια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και των εκλεκτών Του, γνωρίζοντας καλά ότι «ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ παρελεύσονται». Συμφωνώ να αναγνωστούν και κομμάτια της Παλαιάς Διαθήκης, ιδιαίτερα οι Προφήτες και τα βιβλία της σοφιολογικής γραμματείας, αλλά βέβαια κατ’ επιλογήν και με καθοδήγηση, όχι τυχαία και κατά σειράν, όπως στην Καινή Διαθήκη. Και όχι βέβαια σε αντικατάστασή της, γιατί η Καινή Διαθήκη παραμένει σε πρώτη θέση για τη σωτηρία του κόσμου…
(συνεχίζεται)

Πηγή: «Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν
Χωρίς φως, φωτισμένος»
Μετάφραση- επιμέλεια:
Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης
Εκδόσεις ΑΘΩΣ


πηγή  το είδαμε εδώ

Πέμπτη, Αυγούστου 08, 2013

Παρουσία καὶ Ἀπουσία - Γέρων Θεόφιλος Παραϊάν





Ἕνας ἀπό τούς μεγάλους γεροντάδες τῶν τελευταίων χρόνων εἶναι καί ὁ ρουμάνος ἱερομόναχος Θεόφιλος. Παρ᾿ ὅτι τυφλός, θαυμαστός γιά τίς πολλές καί μεγάλες του ἀρετές.

Ἄς ἀκούσουμε κάτι ἀπό τόν λόγο του.
 

* * *

Ἐγώ ἐπιμένω σέ ὅλους, νά πηγαίνουν, ἄν ὄχι σέ ὅλες τίς ἀκολουθίες, τουλάχιστον στήν θεία λειτουργία. Καί ἄν συμβεῖ κάποιος νά μήν πηγαίνει στή θεία λειτουργία, οὔτε πού κάθομαι νά συνομιλήσω μαζί του! Γιατί δέν ἔχω νά τοῦ πῶ τίποτε! Γιά παράδειγμα:

Κάποιος, ὅταν τόν ρώτησα τί κάνει τήν ὥρα πού θά ἔπρεπε νά βρίσκεται στήν ἐκκλησία, μοῦ ἀπάντησε: «Βλέπω τηλεόραση»! Καί τότε τοῦ εἶπα: «Πρόσεξε, αὐτό σημαίνει ὅτι μπροστά σου ἔχεις τήν τηλεόραση, ἐνῶ στό Θεό ἔχεις γυρίσει τήν πλάτη σου. Ἄλλαξε λοιπόν. Πήγαινε στήν ἐκκλησία, ὥστε νά ἔχεις μπροστά σου τό Θεό, καί πίσω σου τήν τηλεόραση».

Οἱ ἄνθρωποι πολλές φορές κάνουν ἀπρόσεκτα κάποια πράγματα. Ἄν ρωτήσεις κάποιον, γιατί δέν πηγαίνει στήν ἐκκλησία, σπάνια θά ἀκούσεις ὅτι δέν πιστεύει καί γι᾿ αὐτό δέν πηγαίνει στήν ἐκκλησία. Στήν πραγματικότητα ὅμως, αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού δέν πηγαίνει στήν ἐκκλησία.

Δέν πηγαίνει, γιατί:

• δέν ἔχει τόση πίστη, ὅση τοῦ χρειάζεται, γιά νά πάει στήν ἐκκλησία·

• δέν ἔχει τόση πίστη, ὅση χρειάζεται, γιά νά παραμείνει στήν ἐκκλησία·

• δέν ἔχει τόση πίστη, ὅση χρειάζεται, γιά νά παρακολουθεῖ τίς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας.
 

* * *
 
Δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει πρόοδος πνευματική χωρίς ἔργα τῆς πίστης. Ἡ πίστη αὐξάνει μέ τά ἔργα τῆς πίστης.

• Ἄν οἱ πιστοί νηστεύουν, τότε καί οἱ λιγότερο πιστοί πρέπει νά νηστεύουν, γιά νά ἔχουν ἔμπρακτη πίστη πού θά τούς ἐνισχύει στήν πίστη.

• Ἄν οἱ πιστοί πηγαίνουν στήν ἐκκλησία, πρέπει καί ὁ λιγότερο πιστός νά πάει, γιά νά ἔχει, ἔστω, μία παρουσία στήν ἐκκλησία!

Κάποιος μοῦ εἶπε:

«Πάτερ, μοῦ λέτε νά πηγαίνω στήν ἐκκλησία. Ἀλλά δέν μπορεῖτε νά φανταστεῖτε, πόσες κακές σκέψεις, πόσα μολυσμένα πράγματα κουβαλάω μέσα μου».

Ξέρω ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἶναι πολύ διαφορετικοί.

Ἀλλά ξέρω καί ὅτι, χωρίς νά πηγαίνεις ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ δωρεά καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖς νά δεχτεῖς χάρη Θεοῦ. Ἑπομένως: Νά πηγαίνεις ὅπως εἶσαι, ὅσο καί ἄν οἱ σκέψεις σου εἶναι μολυσμένες, ὅσο καί ἄν εἶναι κατώτερες! Νά πηγαίνεις. Διότι μόνον ἔτσι μπορεῖ νά ἔλθει ὁ καιρός πού θά καθαρίσει τό μυαλό σου καί δέ θά ἔχεις πιά τίς βρώμικες σκέψεις πού ἔχεις τώρα μέσα σου.
 

* * *
 
Ἡ συμμετοχή στίς ἱερές ἀκολουθίες εἶναι μία διδασκαλία, εἶδος σχολείου! Μόνο ὅταν φοίτησα στή Θεολογική Σχολή διαπίστωσα, τί θησαυροί ὑπάρχουν στίς ἱερές ἀκολουθίες.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...