Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία και Διαδύκτιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία και Διαδύκτιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Απριλίου 23, 2015

Πώς αντιμετωπίζει ο ποιμένας τον εθισμό στο διαδίκτυο

Οι άξονες γύρω από τους οποίους οφείλει να περιστρέφεται η ποιμαντική παρέμβαση του σύγχρονου ποιμένα, προκειμένου να προβεί σε κατά το δυνατόν επιτυχή ποιμαντική αντιμετώπιση του σύγχρονου αυτού προβλήματος θα έπρεπε κατά τη γνώμη μας να λαμβάνουν υπόψη τους κυρίως ότι στόχος της ποιμαίνουσας Εκκλησίας οφείλει να είναι η προσέλκυση των νέων στην ενοριακή ζωή της Εκκλησίας, η ένταξή τους στο ενοριακό έργο και η ενεργής, συνεχής και αδιάπτωτη μέριμνα του ποιμένα για τα προσωπικά, τα πνευματικά αλλά και τα υλικά προβλήματα του καθενός απ’ αυτούς.
concentration
Στοιχούμενοι στη διδασκαλία της Γραφής ότι «πίστις χωρίς έργα νεκρά εστι»[1], οι ποιμένες είναι ανάγκη να συμπληρώνουν το διδακτικό, διαφωτιστικό, καθοδηγητικό και εν γένει ποιμαντικό τους έργο προς τους νέους με το θετικό και απόλυτα έμπρακτο ενδιαφέρον τους για την καθημερινότητα, τους προβληματισμούς και τις προσωπικές ανησυχίες και αγωνίες τους. Πρέπει να διαμορφώσουν ένα ασφαλές περιβάλλον για τους νέους, το οποίο θα αφουγκράζεται τις αγωνίες και τους προβληματισμούς τους και θα συμμερίζεται η τουλάχιστον θα ακούει με σεβασμό τα οράματα και τα όνειρά τους για το κόσμο στον οποίο ζούνε.
Μ’ αυτόν τον τρόπο οι νέοι θα προσκληθούν να επαναβιώσουν την Εκκλησία ως αγαπητική κοινότητα και δημιουργικό πνευματικό εργαστήρι, που στοχεύει να καταθέσει μία άλλη πρόταση ζωής εντός του σύγχρονου κόσμου. Θα αισθανθούν την ενορία τους ως έναν δικό τους χώρο, που λειτουργεί ως συνεκτική και συσπειρωτική δύναμη των μελών του, σε αντίθεση με την αποξένωση του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος. Θα γίνουν αποδέκτες της δυνατότητας που τους παρέχεται εντός της ενοριακής ζωής να εκφράσουν ελεύθερα και ισότιμα την άποψή τους, χωρίς προαπαιτούμενα και αποκλεισμούς.
Όπως οι κατά σάρκα γονείς ανατρέφουν τα παιδιά τους με πνεύμα αγάπης, την οποία οφείλουν να εκφράζουν με κάθε τρόπο προκειμένου να μεταβιβάζουν σ’ αυτά την αίσθηση της ασφάλειας του περιβάλλοντος στο οποίο ζούνε και ανήκουν[2], έτσι και ο πνευματικός πατέρας οφείλει να εκφράζει, με τις πράξεις και τα λόγια του, την αγάπη και το αμέριστο ενδιαφέρον του για όλα ανεξαιρέτως τα πνευματικά του παιδιά. Όταν ο ποιμένας δείχνει με την ποιμαντική του πρακτική πως τα πνευματικά του τέκνα βρίσκονται συνεχώς στο κέντρο της προσοχής και ποιμαντικής διακονίας του, καθιστά αδιάκοπη την παρουσία του στο ποίμνιό του και δεν επιτρέπει στα τέκνα του να αισθανθούν παραμελημένα η να αναζητήσουν αλλού την κάλυψη αυτού του συναισθηματικού τους κενού.
Ας μη ξεχνάμε πως το συναίσθημα διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη ψυχική ζωή του εφήβου και εκφράζεται ποικιλοτρόπως [3]: Πρώτα, πρώτα με τη διάθεσή του να απομονωθεί από το προσκήνιο της κοινωνικής ζωής αλλά και την ταυτόχρονη επιθυμία του να επικοινωνήσει με τους συνομήλικούς του, οι οποίοι βρίσκονται στην ίδια ψυχική αστάθεια, αλλά διακατέχονται και από την ίδια αγωνία ταυτοποίησης. Έπειτα με την ανάγκη του να προσελκύσει το ενδιαφέρον των άλλων, προς υπέρβαση του συναισθήματος κατάθλιψης και μειονεξίας που αισθάνεται.
Ακόμα, με την επιθυμία διεύρυνσης της κοινωνικότητάς του στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο και την τάση του να αποχωριστεί το γονεϊκό πρότυπο και  ν’ ασκήσει αυστηρή κριτική στους γονείς του, την αυθεντία των οποίων αμφισβητεί έντονα. Διέρχεται μία ηλικία που χαρακτηρίζεται για την κορύφωση των υπαρξιακών προβληματισμών του, τον παρορμητισμό του και την εξιδανίκευση των διαπροσωπικών σχέσεών του. Πρόκειται τελικά για μία σύνθετη και επώδυνη διεργασία, κατά την οποία ο νέος στρέφεται προς τα ενδότερα του εαυτού του και προβαίνει σε ανακατάταξη των σχέσεών του. Ως επαναστάτης θέλει ν’ αλλάξει τον κόσμο και να τον θεμελιώσει επί τη βάσει των εξιδανικευμένων οραμάτων η ιδεών του. Θέλει να φωνάξει αλλά αισθάνεται απομονωμένος και εγκλωβισμένος στις παραδοσιακές νόρμες του σύγχρονου κόσμου.
Αν οι νέοι εθίζονται στη χρήση του διαδικτύου, ίσως αυτό να συμβαίνει διότι επιχειρούν να ικανοποιήσουν τις ποικίλες αναζητήσεις τους, οι οποίες διαψεύδονται από την κατάπτωση των διαχρονικών αξιών που διέπουν τη λειτουργία του σύγχρονου κόσμου. Ίσως η αέναη περιπλάνησή τους στο κόσμο του διαδικτύου να πηγάζει από την απογοήτευση που εισπράττουν από τον πραγματικό κόσμο, ο οποίος δεν ανταποκρίνεται στις υψηλές τους προσδοκίες. Ίσως η επιθετική συμπεριφορά τους στο διαδίκτυο, όπως εκφράζεται με όλους τους τρόπους που επιδείξαμε παραπάνω, να αποτελεί απότοκο της προσπάθειας αντιρρόπησης εκ μέρους τους του βιώματος της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας, με το οποίο τους τροφοδοτεί η σύγχρονη κοινωνία. Δεν αποκλείεται η προσπάθειά τους να οικοδομήσουν μία άλλου είδους κοινωνικότητα να οφείλεται στη κρίση που διέρχεται σήμερα ο θεσμός της οικογένειας η τη διάβρωση του θεσμού της φιλίας, τον οποίο οι έφηβοι εξιδανικεύουν.
Ως μυσταγωγός των λογικών προβάτων του Χριστού, ο ποιμένας έχει την ποιμαντική ευθύνη να μυήσει τους νέους στην ενοριακή ζωή της εκκλησιαστικής κοινότητας, εντός της οποίας όλα τα παραπάνω γνωρίσματα του κοινωνικού βίου βρίσκουν η οφείλουν να βρίσκουν την πραγματική και αυθεντική τους έκφραση. Όταν η παραπάνω ποιμαντική προσπάθεια στεφθεί με επιτυχία, τότε εύλογα, συνειδητά η ασυνείδητα, η απρόσωπη κοινωνικότητα του διαδικτύου θα αντιπαρατεθεί στην συνείδηση των νέων με το κοινοτικό πνεύμα, που διέπει τη ζωή της εκκλησιαστικής κοινότητας. Όταν ο έφηβος, ο οποίος πιστεύει σε διαχρονικές και αναλλοίωτες αξίες διαπιστώσει πως η ενορία του αποτελεί μία ανοιχτή αγκαλιά, στην οποία υπάρχει χώρος και για τον ίδιο, είναι πιθανό να ευαισθητοποιηθεί.
Όταν αντιληφθεί πως η αλληλεγγύη, η αλληλοϋποστήριξη, το ανιδιοτελές ενδιαφέρον, η αυτοπροσφορά, η έμπρακτη υπέρβαση της ατομικότητας, η η συμπόρεση αποτελούν τις συνεκτικές δυνάμεις λειτουργίας αυτού του σώματος δεν αποκλείεται να ανταποκριθεί θετικά σ’ αυτήν την πρόσκληση. Όταν βιώσει τη διαφορετικότητα του κάθε μέλους της Εκκλησίας ως πηγή έμπνευσης και εμπλουτισμού της ζωής αυτού του σώματος, ίσως αισθανθεί και ο ίδιος ζωντανό μέλος του. Όταν αντιληφθεί πως η αμαρτία του κάθε μέλους, δεν αποτελεί λόγο οριστικής και αμετάκλητης αποβολής του από το σώμα του Χριστού, αλλά αφετηρία πνευματικού αγώνα και πρόοδου, ενδεχομένως να καταθέσει και ο ίδιος αβίαστα τις προσωπικές του ανησυχίες και τα υπαρξιακά του αδιέξοδα.
Η λειτουργία της ενορίας ως ζώσας κοινότητας και ζωντανού κυττάρου [4], εντός της οποίας θα ενσωματωθεί, θα του επιτρέψει να βρει απαντήσεις στα αγωνιώδη ερωτήματά του, να αποκαταστήσει τη κλονισμένη κοινωνικότητά του και να ενεργοποιήσει τις δημιουργικές του δυνάμεις, τις οποίες θα ανακαλύψει. Στους κόλπους της Εκκλησίας θα του δοθεί η δυνατότητα να αναπτύξει αυθεντικές πρωτογενείς σχέσεις με το κοινωνικό του περιβάλλον και να βιώσει έμπρακτα ο, τι συνεπάγεται η επικοινωνία με τον πατέρα, τον φίλο η τον αδελφό.
Ίσως τότε απομυθοποιήσει, συνειδητά η ασυνείδητα, τη σημασία της καταχρηστικής συμμετοχής του σε διαδικτυακές κοινότητες προς επίτευξη των παραπάνω στόχων και παράλληλα ανακαλύψει τη χρηστική σημασία του διαδικτύου. Απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση για να συμβούν όλα τα παραπάνω καθίσταται αυτονόητο πως αποτελεί η αναβίωση του κοινοτικού πνεύματος της ενορίας. Στην περίπτωση κατά την οποία ο έφηβος διαπιστώσει πως η λειτουργία της ενορίας συνίσταται απλώς και μόνο στην ικανοποίηση του θρησκευτικού συναισθήματος των ανθρώπων και στην τήρηση ενός πιθανότατα δυσνόητου γι’ αυτούς λειτουργικού τυπικού, δεν αποκλείεται να εκφράσει έντονες επιφυλάξεις και αρνητισμό για τη συμμετοχή του σε μία τέτοιου είδους ενοριακή ζωή.
[1] Ιακ. 2, 17.
[2] Τα παιδιά αισθάνονται την ανάγκη να προβάλλονται με αγάπη από τους γονείς τους προκειμένου να βιώνουν την ασφάλεια και την προστασία του περιβάλλοντός τους. Η ικανοποίηση αυτής της ανάγκης τα καθιστά ικανά να διαμορφώσουν ένα εσωτερικό μοντέλο τόσο για τον ίδιο τους τον εαυτό, που προάγει τα συναισθήματα της αυτάρκειας, της αυτοαξίας και της αυτοπεποίθησης, όσο και για τους άλλους, που αναδεικνύονται ως άξιοι εμπιστοσύνης και φίλα προσκείμενοι προς αυτά. Βλ. σχ. Μπαλογιάννης Σ., όπ. παρ. σ. 11 και Hannush J. M., Becoming Good Parents: an Εxistential Journey,  New York 2002, σ. 137.
[3] Μπαλογιάννης Σ., Ψυχιατρική και Ποιμαντική Ψυχιατρική, Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 73 – 90.
[4] π. Μεταλληνός Γ., Ενορία:  ο Χριστός εν τω μέσω ημών, Αθήνα 2006, σ. 51.

Τετάρτη, Απριλίου 22, 2015

Ο εθισμός στο Διαδίκτυο ως πρόκληση για την πνευματική ζωή

Η συνεχής και ακατάπαυστη χρήση του διαδικτύου από τον έφηβο επιφέρει μεταβολές στη ψυχολογική του κατάσταση, αφού καλλιεργεί σ’ αυτόν κλίμα κατάθλιψης [1], το οποίο μεταφέρει στην ζωή του και το οποίο μπορεί να τον οδηγήσει μέχρι και στην αυτοκτονία. Όπως προκύπτει από τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις στις οποίες προέβη ο κ. Μανώλης Σφακιανάκης, προϊστάμενος του τμήματος δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματοςστα πλαίσια του δεύτερου συνεδρίου ασφαλούς πλοήγησης στο διαδίκτυο που διοργανώθηκε στην Αθήνα, τα στοιχεία είναι σοκαριστικά: «Έχουμε σώσει 700 παιδιά από την αυτοκτονία στο παρά ένα!». Στη συνέχεια μοιράστηκε με το κοινό ένα περιστατικό: «Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που ήρθε και με βρήκε στο γραφείο ο πατέρας μίας κοπέλας 18 ετών, την οποία σώσαμε τελευταία στιγμή. Και μου μετέφερε συγκινημένος ότι η κόρη του κάποια στιγμή του είπε: «Πατέρα, αν δεν υπήρχε ο κ. Σφακιανάκης, εγώ δεν θα ήμουν τώρα εδώ να σου μιλάω»[2].
Πηγή: www.alltreatment.com -
Πηγή: www.alltreatment.com -
Η ατέρμονη ενασχόληση του νέου με το διαδίκτυο τον καθιστά νευρικό, ευέξαπτο, ευερέθιστο και επιθετικό, που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με νηφαλιότητα τις αντιξοότητες της ζωής του[3]. Το αίσθημα χαμηλής αυτοεκτίμησης, το άγχος και η κοινωνική φοβία υποκαθιστούν τις έμφυτες δημιουργικές δυνάμεις του παιδιού και αναστέλλουν με αποφασιστικό τρόπο τη διαδικασία της κοινωνικοποίησής του. Ο έφηβος καθίσταται φοβικός και ανίκανος να αντιμετωπίσει με πρόσφορο τρόπο τις δυσχέρειες της ζωής.
Αν λοιπόν ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο δημιουργεί και ενισχύει αυτοκτονικές τάσεις, τότε αναδεικνύεται αναμφισβήτητα και απ’ αυτήν την πλευρά, σε μείζον ποιμαντικό πρόβλημα, που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης. Η αυτοκτονία ως πράξη απελπισίας και απογνώσεως φανερώνει συν τοις άλλοις και απιστία προς το Θεό και συνιστά κορυφαία αντιχριστιανική πράξη[4]. Η πρόθεση αυτοκτονίας κάποιου χριστιανού αποτελεί την πιο σοβαρή ένδειξη διασάλευσης της χριστιανικής αυτοσυνειδησίας και πνευματικότητάς του. Αποδεικνύει με κατηγορηματικό τρόπο πως ο άνθρωπος αυτός έπαψε να βιώνει την ελπίδα του Χριστού, που είναι η πιο δυνατή ελπίδα.
Πράγματι, μέσα στην Εκκλησία ο χριστιανός καλείται να ζήσει το μήνυμα της αναστάσεως του Χριστού. Εντάσσεται στο σώμα του Χριστού και με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ζει μέσα στην προοπτική της αναστάσεως και της καινής κτίσεως [5]. Ζει ως μέτοχος της ζωής του Θεού, με την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη [6]. Το πνεύμα του δεν είναι πνεύμα δειλίας και φόβου, αλλά πνεύμα δυνάμεως και ελπίδας [7]. Ζει την παρουσία του Θεού μέσα στον κόσμο, αισθάνεται την αγάπη του, δέχεται ως παρόντα τα μέλλοντα και εμπιστεύεται στην πρόνοια του. Αναμφισβήτητα οι χριστιανοί είναι άνθρωποι της ελπίδας. Η ελπίδα τους είναι σταθερή και ασφαλής. Δεν αναφέρεται στο πιθανό η το ενδεχόμενο, αλλά στο βέβαιο και αιώνιο, δηλαδή στο Θεό [8]. Η ελπίδα αυτή νικά την εφημερότητα του παρόντος βίου και συνδέει αυτή με την αιωνιότητα της παρουσίας του Θεού.
Σ’ αυτά τα πλαίσια ο χριστιανός καλείται να οπλιστεί με δύναμη, ελπίδα και αισιοδοξία για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του βίου του. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση, το καθημερινό άγχος και η κοινωνική φοβία αντικαθίστανται από την ασφάλεια της ειρήνης του Χριστού. Η έννοια της ειρήνης στην Εκκλησία υπερβαίνει τη κοσμική ψυχολογική κατάσταση της ηρεμίας και προσλαμβάνει νέο περιεχόμενο: Συνδέεται πλέον με τη κατάσταση κοινωνίας με το Θεό μετά την απαλλαγή του ανθρώπου από την αμαρτία. Δεν πρόκειται πλέον για μια συμβατική ειρήνευση, αλλά για οντολογική απαλλαγή από τη φθορά και το θάνατο [9]. Ο χριστιανός βιώνει την ειρήνη με τον εαυτό του και ολόκληρο τον κόσμο και απαλλάσσεται από κάθε ταραχή και ανησυχία.
Διατηρεί την εσωτερική του ειρήνη ακόμα και στις μεγαλύτερες ακαταστασίες και ταραχές της ζωής και υιοθετεί  πνεύμα πραότητας και ανεξικακίας που πηγάζει από την εμπειρική βίωση της αγάπης του Θεού. Αυτό το φρόνημα  μεταφέρει στον υπόλοιπο κόσμο, τον οποίο καλείται να μεταμορφώσει και να ανακαινίσει. Ο χριστιανός βλέπει  τον πλησίον του αλλά και ολόκληρο τον κόσμο μέσα στο φως της αναστάσεως του Χριστού. Μέσα στα πλαίσια της καθολικής μεταμόρφωσης του κόσμου αποκτά ουσιαστικό νόημα η ανακαίνιση των διαπροσωπικών και κοινωνικών του σχέσεων. Δέχεται την αγάπη του Θεού, που είναι η πηγή της χαράς του, η οποία δεν αποτελεί καρπό ευδαιμονιστικής αναζητήσεως, αλλά έχει πνευματικό περιεχόμενο [10].
Αν λοιπόν ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο ασκεί αρνητικές επιδράσεις  στον ψυχικό τους κόσμο, καλλιεργώντας πνεύμα απαισιοδοξίας, επιθετικότητας, νευρικότητας, σύγκρουσης, αυτοκαταστροφής η φοβικότητας, τότε αναμφισβήτητα λειτουργεί ως αντίρροπη δύναμη στο έργο του ποιμένα, ο οποίος αποσκοπεί να εμφυσήσει τη γνήσια χριστιανική ελπίδα και βεβαιότητα στα πνευματικά του τέκνα.
Τέλος, ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο σμικρύνει, όπως αποδεικνύεται,  τους πνευματικούς ορίζοντές τους, αφού οι διαδικτυακές περιπλανήσεις τους επικεντρώνονται στη χρήση παιχνιδιών και ανούσιων εφαρμογών, χωρίς μορφωτικό περιεχόμενο.
 Η συνεχής και αδιάκοπη ενασχόληση του εφήβου με όλες τις παραπάνω ανούσιες παιδαγωγικά εφαρμογές του διαδικτύου οξύνει ακόμα περισσότερο τη γλωσσική ένδεια του σύγχρονου νεοέλληνα. Ενισχύει τη λεξιπενία του κατά τρόπο ώστε να μην μπορεί να αντιληφθεί γλωσσικούς όρους και εκφράσεις που γέννησε η ίδια η γλώσσα του και οι οποίοι μετατρέπονται σε νεκρές λέξεις, που απλώς παραπέμπουν σε κάποιο ένδοξο παρελθόν. Το πρόβλημα αυτό δεν έχει απλώς και μόνο μορφωτικές συνέπειες στους νέους, οι οποίοι αδυνατούν να αναπτύξουν μία συγκροτημένη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα.
Οι έφηβοι εμφανίζουν συνάμα και γλωσσική ανεπάρκεια κατανόησης του περιεχομένου της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας. Όροι όπως «τριαδικός», «αγέννητος», «γεννητός», «αμέθεκτος», «μεθεκτός», «άκτιστος», «κτιστός», «εκπόρευση», «ενσάρκωση», «σωτηρία», «χάρη», «πίστη», «μυστήρια της Εκκλησίας» ή  «αιώνια ζωή» και άλλοι, δια των οποίων διατυπώθηκε με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια από τους Πατέρες της Εκκλησίας το περιεχόμενο της πίστεως, δεν θεωρούνται σήμερα δεδομένοι αν δεν τύχουν επαρκούς αποσαφήνισης απ’ όποιον τους χρησιμοποιεί. Στο βαθμό λοιπόν, κατά τον οποίο ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο συμβάλλει στον περιορισμό των πνευματικών οριζόντων τους και παρεμποδίζει, όπως αποδείχθηκε, τη κατανόηση όρων που διατυπώνουν το περιεχόμενο της πίστεως, συνιστά και γι’ αυτό το λόγο ποιμαντικό πρόβλημα που πρέπει να θεραπευτεί.
[1] Subrahmanyam, K., Greenfield, P., Kraut, R., & Gross, E., «The Impact of Computer Use on Children’s and Adolescents’ Development»,  Journal of Applied Developmental Psychology, σσ. 22, 7-30.
[2] http://www.newsbomb.gr/koinwnia/story/277704/nai-sto-hamogelo–nai-sto-diadiktyo–nai-stis-nees-tehnologies.
[3] Eric J. Moody, «Internet Use and Its Relationship to Loneliness», CyberPsychology & Behavior,  4 (3), 2001, σσ. 393-401.  Lemmens S. J., Valkenburg  M. P.,  Jochen P., «The Effects of Pathological Gaming on Aggressive Behavior», Journal of Youth and Adolescence 40, 2011, σσ. 38-47.
[4] Μαντζαρίδης Γ., Χριστιανική Ηθική, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 425.
[5] Οπ. παρ. σ. 37.
[6] Όπ. παρ. σ. 45.
[7] Όπ. παρ. σ. 109.
[8] Όπ. παρ. σ. 204.
[9] Για το νέο περιεχόμενο που προσλαμβάνει η έννοια της ειρήνης στον Χριστιανισμό βλ. σχ. Στογιάννος Π. Β., Πρώτη Επιστολή Πέτρου, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 103-104, 461.
[10] Μαντζαρίδης Γ., όπ. παρ. , σ. 227.
ΠΗΓΗ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...