Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία και Δικτακτορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία και Δικτακτορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Απριλίου 21, 2015

1967 και 1973: Εκκλησία και χούντα – οι δυο όψεις

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
                ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!


Το ποστ αυτό χαρίζεται ειδικά στον από τροχαίο «χαμένο» – το πιθανότερο δολοφονημένο –  π. Τιμόθεο Λαγουδάκη, τον ανεξάντλητο αγωνιστή π. Γεώργιο Πυρουνάκη
pgiorg-pyrounakis-1
και τον εξορισμένο στη Γυάρο αγωνιστή Νίκο Ψαρουδάκη!
Όσοι είναι σχετικοί με τον αντιδικτατορικό αγώνα ξέρουν τι εννοώ. Βεβαίως ισχύουν και τα λόγια του π. Γ. Μεταλληνού: ««Δυστυχώς, οι ιεράρχες δεν ετήρησαν δημοκρατική στάση και δεν αφουγκράστηκαν τους παλμούς του λαού κατά την περίοδο της δικτατορίας, όπως το έπραξαν -με πολλούς τρόπους- οι απλοί παπάδες. Το μεγάλο έγκλημα της Ιεράς Συνόδου ήταν που δεν πήγε σύσσωμη στο Πολυτεχνείο. Αν το έκανε, η εξέλιξη θα ήταν βέβαια πολύ διαφορετική»[1].
ierwnymos-a-frideriki-1Νομίζω όμως είχε τόσο ο Ιερώνυμος Α΄, όσο και οι επιλεγέντες έτσι, τέτοια δυνατότητα αντίδρασης για αντίσταση, όπως ο «πλούσιος του Ευαγγελίου»,  ώστε τελικά η υπέρβαση αυτή να είναι …αδιανόητη, πλην λίγων τελικά εξαιρέσεων απ΄αυτούς…
Είναι έτσι δύσκολο από τους πολλούς να κατανοηθεί ότι οι όψεις στο ζήτημα αυτό είναιδύο τουλάχιστον. 35 ολόκληρα χρόνια πάνε λοιπόν από το κοινωνικό – πολιτικό ορόσημο του Νοέμβρη του 1973 και 41,5 από τη στυγνή δικτατορία ξημερώνοντας το Σάββατο του Λαζάρου το 1967.
Είχα μια αιτία και τρεις αφορμές για το σημερινό θέμα.
21apriliou-1967Η αιτία, που χρόνια με απασχολούσε: Η απουσία από το δημόσιο λόγο ως κυρίαρχης άποψης για το τι έκαναν πολλοί χριστιανοί (κληρικοί και λαϊκοί) στα ορόσημα 1967 και 1973. Οι πολλοί γνωρίζουν τον αρνητικό μόνο ρόλο της «θεσμικής  εκκλησίας»   της Ελλάδος. Δεν γνωρίζουν όμως το πως συγκροτήθηκε, αλλά και πως έδρασαν ή αντέδρασαν άλλα μέλη της ιεραρχίας, απλοί κληρικοί, πολύ δε περισσότερο λαϊκά μέλη.
Οι τρεις αφορμές:
α) Ο τρόπος που κάποιοι Ιεράρχες, κληρικοί και λαϊκοί σήμερα αναπολούν τον μακ. Χριστόδουλο σε σχέση με τον Αρχιεπ. Ιερώνυμο.
β) Ο τρόπος που ο γνωστός «Λασκαράτος», απογοητευμένος πρώην στρατευμένος θεολόγος και βαθύς γνώστης από μέσα του εκκλησιαστικού παρασκηνίου και πριν το 1967, φέρθηκε απέναντί μου σε τρία σχόλια (είναι τα τελευταία που έχω κάνει) στου«Ροΐδη» με θέμα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», στις 21-04-2008.
γ) Η συγκλονιστική εκπομπή «Ράδιο Παράγκα», με θέμα «τι έκανε η Εκκλησία τον καιρό της χούντας και την ώρα του Πολυτεχνείου», που άκουσα χθες(δύο φορές μερικά αποσπάσματα) από την Κυριακή 17-11-1996, από τον π. Κωνσταντίνο Στρατηγόπουλο, στον Ραδ. Σταθμό της «Εκκλησίας της Ελλάδος», που μας προσέφερε το egοlpio.gr μέσω της ….floga.gr.
Στοιχεία μπορείτε να δείτε στο πρόσφατο θέμα στο ΜτΒ 1973: Εδώ Παράρτημα Πάτρας με πολλή… ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ!
Στην εκπομπή αυτή ακούστηκαν πολλά ονόματα κληρικών με αντιστασιακή δράση, άμεση ή έμμεση. Μεταξύ αυτών με ιδιαίτερη τιμή αναφέρω τον εκτελεσθέντα από τη χούντα, με «τροχαίο» που ήταν της μόδας, π. Τιμόθεο Λαγουδάκη, που ως φοιτητής της θεολογικής το Γενάρη του 1973 απεκάλυψε την πρώτη (;) νοθεία στις φοιτητικές εκλογές στην Αθήνα, η οποία ήταν το προοίμιο της κατάληψης της Νομικής το Μάρτη του 1973. Μαζί με τον μάρτυρα αυτό αξίζει να αναφερθεί και ο τότε λαϊκός Χρήστος Χριστοδούλου. Η πράξη αυτή δημιούργησε την εξέγερση της θεολογικής από 65 φοιτητές (έμπαιναν κατ’ έτος τότε μόνο 25!).
Γιατί όμως η τότε Ιεραρχία αντέδρασε λίγο;
Θεωρώ λοιπόν ότι η υπό τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Κοτσώνη Ιεραρχία της Ελλάδος ήταν πλήρως αντικανονική[2] και πολιτικά απολύτως ελεγχόμενη[3] από τη χούντα, πλην εξαιρέσεων. Να θυμίσω ότι οι «οκτώ» που «πρόδωσαν» τόσο την κανονικότητα,  όσο και την (όποια) δημοκρατία (ως ανώτατοι κρατικοί φορείς λόγω των σχέσεων πολιτείας-ιεραρχίας) ήταν ελάχιστοι και όχι οι «άριστοι»[4]. Εκλέχτηκαν από «οκτώ» δεκαέξι Μητροπολίτες. Πρώτος ο Ιερώνυμος Κοτσώνης – ο Α΄-  με χειροτονία στις 4/05/1967, χωρίς να έχει παραιτηθεί ο κανονικός Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄ (Παπασταύρου)! Αξίζει να σημειώσουμε ότι η «παραίτηση» του,  άνω των 80 ετών[5],  Αθηνών Χρυσοστόμου Β΄ έγινε στις 11/05/1967!!!
Ακολούθησαν 15 «εκλογές» σε όντως κενές θέσεις ή δημιουργηθείσες από υποχρεωτικές «παραιτήσεις» λόγω ορίου ηλικίας, που είχαν προσφύγει στο Σ. της Ε. – χειροτονίες Μητροπολιτών, η πλειοψηφία τους οργανωσιακοί (κυρίως ζωϊκοί)[6] και ενός Τιτουλάριου[7]. Θεωρώ ότι, παρότι μερικοί υπήρξαν εξαίρετοι[8] ή αργότερα ήλθαν σε ρήξη με το καθεστώς[9] σε εκκλησιολογικά ζητήματα, ήταν «ηθικά και πολιτικά» δέσμιοι της επιλογής της χούντας.
ieraxia-1967
Δεν επιλέχτηκαν ή δεν ενέδωσαν, με καθαρά πολιτικά ή ευσεβιστικά[10] κριτήρια παρότι δεν αντέδρασαν δημόσια και άμεσα, 44 ιεράρχες. Από αυτούς οι 32 ήταν στην Ιεραρχία και αποτέλεσαν ΜΟΝΟ ΑΥΤΟΙ το εκλεκτορικό σώμα (Ιερά Σύνοδο) που επέλεξαν (12-01-1974) τον Αρχιεπ. Σεραφείμ[11] (Ιωαννίνων) νέο αρχιεπίσκοπο, αφού είχε ήδη παραιτηθεί από το Δεκέμβριο του 1973 ο Ιερώνυμος Α΄, οπότε βάσει της 3ης Συντακτικής Πράξης[12], ήταν οι μόνοι κανονικοί, πριν την 21η Απριλίου 1967[13].
Θα κάνω λοιπόν μόνο μερικές παρατηρήσεις και θα κατατίθενται τα στοιχεία από  τον καθένα σας, στα σχόλια.
α) Αποδέχομαι, παρά την αντίθετα διαδεδομένη αντίληψη, τη βασική εκκλησιολογική επισήμανση του Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου ότι[14]: «…Όσοι ομιλούν για λάθη της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της Επταετίας έχουν μια βατικανοποιημένη αντίληψη περί της Εκκλησίας, αφού θεωρούν ότι η Εκκλησία ταυτίζεται με την Ιεραρχία των Επισκόπων ή την Ιερά Σύνοδο. Όμως, Εκκλησία είναι το σύνολο κληρικών και λαϊκών, οι οποίοι ζουν μέσα στη μυστηριακή ατμόσφαιρά της. Και μέσα από αυτήν την προοπτική,κυρίως τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας, αλλά και πολλοί κληρικοί, με τον ιδιαίτερο τρόπο του ο καθένας, αντιδρούσαν στο τότε καθεστώς. Και τότε πράγματι πολλά μέλη της Εκκλησίας διώχθηκαν, φυλακίσθηκαν, εξορίσθηκαν και ταλαιπωρήθηκαν ποικιλοτρόπως. Βεβαίως, υπήρξαν και αρνητικά παραδείγματα, αλλά το κύρος της Εκκλησίας διαφυλάχθηκε στα πρόσωπα αυτά που αντιδρούσαν στην καταπάτηση των ελευθεριών του λαού… ».
gpapadopoulos-1
β) Συμφωνώ με την διαπίστωση του Δ. Φ. Παναγιώτη Ν. Πανταζάκου[15], ότι: «…Το δεύτερο πλήγμα εναντίον της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας καταφέρθηκε από την ξενοκίνητη απριλιανή δικτατορία το έτος 1967 μεσούντος του ψυχρού πολέμου και του χωρισμού των ευρωπαϊκών λαών σε στρατόπεδα και σφαίρες επιρροής. Τότε η δικτατορία με τη συγκρότηση «αριστίνδην Συνόδου» εξέλεξε αντικανονικά αρχιεπίσκοπο της αρεσκείας της, με απώτερο σκοπό να χρησιμοποιήσει την Εκκλησία για να καπηλευτεί την αγάπη του Ελληνικού λαού για την πατρίδα του και τις παραδόσεις του. Με τον τρόπο αυτό αξίες, όπως η πατρίδα ή η παράδοση, την σπουδαιότητα των οποίων αναγνωρίζουν οι περισσότεροι από εμάς, κατάντησαν να μας φαίνονται ύποπτες, αφού ένα μέρος των συμπολιτών μας εξακολουθεί σε πείσμα των καιρών να μεταχειρίζεται την Ορθοδοξία με όρους πολιτικούς παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι η Εκκλησία θα έπρεπε να μένει στο απυρόβλητο έξω από κάθε κομματική διαμάχη…».
Συμπέρασμα: Δεν μπορούμε ποτέ στη ιστορία να περιμένουμε με βατικάνεια αντίληψη ότι τα υποδείγματα θα είναι οπωσδήποτε θεσμικά  κορυφαία πρόσωπα, αλλά κορυφαία στη ζωή. «Όστις θέλει πρώτος είναι, έστω έσχατος»…, έστω και αν είναι μερικές φορές θεσμικά πρώτος…
Σημείωση: μετά την  κοίμηση  του πρώην Πατρών (από Ζίχνης και Νευροκοπίου, 22-11-1965) Νικοδήμου (Βαληνδρά) στις 16-11-2008,
nikodimos-patrwn_001
από τους ιεράρχες πριν το 1974,  απομένουν  εν ζωή οι:
1)Ο Λαγκαδά Σπυρίδων (26-6-1967)
2) Πολυανής καί Κιλκισίου Απόστολος (από Ζακύνθου, ένας των 12) 27-6-1967
3) ο  Καρυστίας καί Σκύρου Σεραφείμ (24-11-1968) και
4) 0  Σταγών καί Μετεώρων Σεραφείμ (31-5-1970)
UPDATE, 18-11-08, ώρα 07.30: κατόπιν παρατήρησης σχολιαστή προσθέτω στοιχεία και για τον αντιστασιακό πρώην Αθηνών (1962) Μεγαρίδος Ιακώβου  (βαβανάτσου)(παραιτήθηκε όχι γιατί αποδέχτηκε κατηγορίες των ευσεβιστών, αλλά για την ανάμειξη της Πολιτείας).
……………………………….
Μετά την παραίτησή του έλαβε από τη Σύνοδο τον τίτλο του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος και καταστάθηκε Πρόεδρος της Μητρόπολης Αττικής και Μεγαρίδος, επιστρέφοντας στο εκεί ποιμαντικό του έργο[i]. Το Συνοδικό Δικαστήριο, ασχολούμενο με τις εναντίον του καταγγελίες και εξετάζοντας 70 μάρτυρες, εξέδωσε ομόφωνη απόφαση, συνοδευόμενη από πόρισμα 135 σελίδων, με την οποία αθώωνε τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο.
Με την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 και τη σύσταση αριστίδην Συνόδου διοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος ζήτησε να συναντηθεί[ii]με τον Ιάκωβοο πραξικοπηματίας στρατηγός Σπαντιδάκης, που του δήλωσε πως έπρεπε να παραιτηθεί από το θρόνο της Μητρόπολης Αττικής γιατί οι θέσεις του για τις σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας ήταν αντίθετες με αυτές της «επαναστάσεως».
Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε την παραίτηση επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου προς τον έπαρχο Μόδεστο. Από εκείνη τη στιγμή τέθηκε σε παρακολούθηση μέχρι και τη δημοσίευση του νόμου 214/67[iii]. με τον οποίο μπόρεσε η δικτατορία να τον καταδικάσει αφαιρώντας του και τη διαποίμανση της επαρχίας του. Ακόμα θεσπίστηκε ειδική διάταξη στη ΛΣΤ’/968 Συντακτική Πράξη, πουπροέβλεπε φυλάκισή του σε Ι. Μονή εντός της χώρας, οριζόμενης από απόφαση του «υπουργικού συμβουλίου».
Παρά τις προσωπικές διώξεις του ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος συμπαραστάθηκε ενεργά στους πολιτικούς κρατούμενους και εξόριστους από τη Χούντα και σε προσωπικότητες της αντίστασης. Συνάμα στήριξε και τους νέους της οργάνωσης «Ρήγας Φεραίος», που οδηγήθηκαν σε δίκη το 1971[iv].
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην Ι. Μονή Παναγίας Φανερωμένης Σαλαμίνας όπου και εκοιμήθη στις 25 Οκτωβρίου 1984. Η κηδεία του τελέστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ ενώ συμμετείχαν πολλοί αρχιερείς της ελλαδικής και άλλων εκκλησιών. Ο τάφος του βρίσκεται στη Μονή Παναγίας Φανερωμένης.

[i] Η κύρωση της απόφασης της Ι. Συνόδου από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων έγινε το 1966.
[ii] Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο κτίριο του Πενταγώνου.
[iii] Νόμος, που αφορούσε την απώλεια της «έξωθεν καλής μαρτυρίας» και χρησίμευσε για την αποβολή από το σώμα της Ιεραρχίας Αρχιερέων ανεπιθύμητων στο δικτατορικό καθεστώς.
[iv] Ο Γιάννης Ρέγκας, αγωνιστής του αντιδικτατορικού αγώνα, σε συνέντευξή του στην εκπομπή του Στέλιου Κούλογλου Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα (Ημερομηνία προβολής 14/11/2005) ανέφερε σχετικά με τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο: «Μας ζήτησε να μας γνωρίσει ο τέως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιάκωβος ο Βαβανάτσος, γύρω από τον οποίο είχαν υπάρξει προδικτατορικά σοβαρά προβλήματα και ο οποίος ήταν και μια εξέχουσα προσωπικότητα της αντίστασης. Την επαφή με τον Ιάκωβο είχα την τιμή να την κάνω εγώ. Ζήτησε εμένα ο Ιάκωβος. Κρατούσε επαφή μαζί μας, ζήτησε την γυναίκα του Λεωνίδα και ζήτησε ο Ιάκωβος να συναντηθεί με τα παιδιά της δίκης. Ο Κώστας, ο Φώτης, ο Σπηλιώτης είχαν πάει στην φυλακή και την συνάντηση την έκανα εγώ μαζί του. Και διατήρησα αυτές τις σχέσεις μαζί του μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο οποίος ήταν ένα πρόσωπο, αυτό το κομμάτι της ζωής του δεν έχει αναδειχθεί, όλος ο παράνομος μηχανισμός του ΕΛΑΣ των υπολοίπων, Μεγαρίδος και των υπολοίπων της Αττικής ήταν σε εκκλησίες τις οποίες τις κάλυπτε ο Ιάκωβος ο Βαβανάτσος. Ήταν ένα πρόσωπο εξαιρετικών δυνατοτήτων και πολύ μεγάλου κύρους και είναι και ο μοναδικός Μητροπολίτης γιατί είχε πια παραιτηθεί από Αρχιεπίσκοπος ο οποίος δεν δέχτηκε να παραιτηθεί στην χούντα. Ο Σπαντιδάκης τον επισκέφθηκε και ζήτησε την παραίτησή του. Ο μοναδικός που δεν παραιτήθηκε και τον έδιωξε λέγοντάς του ότι πηγαίνετε κύριοι, εγώ έχω Ιερά Σύνοδο, εσείς να πάτε στον στρατό σας, όλοι οι άλλοι Μητροπολίτες παραιτηθήκανε.»

[1] ΠΗΓΗ: ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ – 11/11/2001,
http://www.enet.gr/online/online_print?id=62735724, όπου επιπλέον γράφονται περιληπτικά, όσα αναλυτικά θα εκθέσω: «…Οι εξαιρέσεις, Της ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗ
Πάντως, και στην Εκκλησία υπήρξε πραξικόπημα.
Και ενώ η πλειοψηφία των αρχιερέων «βυσσοδομεί» εναντίον των δημοκρατών και της δημοκρατίας, κάποιοι -ελάχιστοι- μητροπολίτες σώζουν ίσως την τιμή της Ιεραρχίας.
* Πρωτεύουσα θέση μεταξύ τους έχει ο τότε μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος, ο οποίος είχε διαμάχη με τον Σπαντιδάκη με αποτέλεσμα όχι μόνον να τον απειλεί ότι θα τον στείλει δεμένο στο Αγιον Ορος, αλλά πέτυχε να τον σύρει στα στρατοδικεία «επί εξυβρίσει». Ο θαρραλέος κληρικός ετέθη τελικά σε κατ’ οίκον περιορισμό.
* Ενοχλητικός για άλλους λόγους ήταν και ο Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης. Οι δικτάτορες επιδίωξαν να τον κλείσουν σε… ψυχιατρείο για να ησυχάσουν απ’ αυτόν.
* Ο μητροπολίτης Κορίνθου, Παντελεήμων Καρανικόλας, είναι γνωστός για την αντιδικτατορική του δράση και τους αγώνες του με τον μητροπολίτη Πειραιώς Χρυσόστομο Ταβλαδωράκη για την αποκατάσταση της Κανονικής Τάξης της Εκκλησίας.
* Ο Αλβανίας, Αναστάσιος Γιαννουλάτος, ήταν τότε επίσκοπος Ανδρούσης όταν συμμετείχε στο πλευρό των φοιτητών της Νομικής, στα γεγονότα που προηγήθηκαν του Πολυτεχνείου.
Φοιτητές της Θεολογικής Σχολής, ακόμη θυμούνται τον ιεράρχη να κρύβει στα ράσα του τρόφιμα και φάρμακα για τους εγκλείστους φοιτητές της Νομικής.
Βασανιστήρια
Μεγάλος, όμως, είναι ο κατάλογος των τότε απλών κληρικών που συμμετείχαν με κάθε τρόπο ακόμη και σε αντιστασιακές πράξεις.
* Ο νυν μητροπολίτης Κοζάνης Αμβρόσιος, διάκος τότε, συνελήφθη λόγω της δράσης του και υπέστη βασανισμούς στο περίφημο ΕΑΤ-ΕΣΑ.
* Γνωστός βέβαια για την αντιστασιακή του δράση ο πατήρ Γεώργιος Πυρουνάκης, ενώ στον Αγιο Κωνσταντίνο του Πειραιά λειτουργεί ακόμη και σήμερα ο πατήρ Χρήστος Χριστοδούλου που μαζί με τους επίσης φοιτητές της Θεολογικής Σχολής, Ευάγγελο Δασκαλάκη και Τιμόθεο Λαγουδάκη, διαμαρτυρήθηκαν για τη νοθεία στις φοιτητικές εκλογές.
Οπως λέει στην «Κ.Ε.» ο πατήρ Χρήστος Χριστοδούλου, η παρουσία του, τόσο στη Νομική όσο και αργότερα στο Πολυτεχνείο, είχε ως αποτέλεσμα ακόμη και αναφορές εναντίον του με τις οποίες ζητούσαν την κεφαλήν του επί πίνακι από τον «προϊστάμενό» του μητροπολίτη Πειραιώς Χρ. Ταβλαδωράκη.
* Διώξεις υπέστη ο πατήρ Γεώργιος Δημητριάδης, γνωστός και ως «ρακοσυλλέκτης» που φυλακίστηκε, προκαλώντας την κατακραυγή των πιστών, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί να παρέμβει ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος για να αποφυλακιστεί…».
[2] Εισήγηση Σεβ. Κορίνθου Παντελεήμονα «περί των λαβόντων μέρος εις την ονομασθείσαν Αριστίνδην Σύνοδον την συγκροτηθείσαν δια του Α (νγκαστικού) Ν(όμου) 3/10-5-1967» στις 5-3-1974. Του ιδίου, κείμενα Εκκλησιαστικά – Αγωνιστικά 1965 – 1975, σελ. 426-429.
[3] Γράφει σχετικά ο Μάριος Πλωρίτης στις 23-07-2000, Αντιστάσεως μη ούσης: «…ΞΕΡΕΙ λ.χ. πως ένας από τους πρώτους άθλους των πραξικοπηματιών ήταν το πραξικόπημα μέσα και εναντίον της Εκκλησίας. Έτσι ­ μετράτε:
1) Με τον Αναγκαστικό Νόμο 3/10.5.1967, κήρυξαν «χηρεύοντα» τον αρχιεπισκοπικό θρόνο, και ανάγκασαν τον 87χρονο και άρρωστο αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο να «παραιτηθεί»,
2) Διόρισαν στη θέση του τον αρχιμανδρίτη Ιερώνυμο Κοτσώνη, ιερέα των Ανακτόρων και «πνευματικό» του Κωνσταντίνου (Αν δεν ταιριάζανε, δεν θα συμπεθεριάζανε οι πραξικοματίες της 21.4.67 με τον πραξικοπηματία της 15.7.64)
3) Κατάργησαν την αιρετή Ι. Σύνοδο και την αντικατέστησαν με διορισμένη εννεαμελή Αριστίνδην Σύνοδο.
4) Η οποία διόρισε 21 Μητροπολίτες που, πολλοί τους, ήταν μέλη των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων «Ζωή» και «Σωτήρ» ­ ο Ιερώνυμος ήταν διαπρεπής «Ζωϊκός».
5) Με τον Α.Ν. 214/7.12.67, σύστησαν πενταμελές Συνοδικό Δικαστήριο (ανάλογο με τα χουντικά Στρατοδικεία), για να δικάζει όσους κληρικούς είχαν «χάσει την έξωθεν καλήν μαρτυρίαν», δηλ. την εύνοια της χούντας. Και το εκκλησιαστικό στρατοδικείο καθαίρεσε μερικούς απ’ αυτούς τους «απείθαρχους».
6) Με το Διάταγμα 126/10.2.69, επέβαλαν νέον Χάρτη της Εκκλησίας, που έδινε απόλυτες εξουσίες στον Ιερώνυμο και τους συν αυτώ…».
[4] Για την ιστορία, πρόκειται για τους: 1. Ναυπακτίας και Ευρυτανίας Δαμασκηνό, Νικοπόλεως και Πρεβέζης Στυλιανό, Ξάνθης Αντώνιο, Διδυμοτείχου Κωνσταντίνο, Κασσανδρείας Συνέσιο, Τρίκκης και Σταγών Διονύσιο, Κυθήρων Μελέτιο και Πατρών Κωνσταντίνο (που έκανε και τον πρόεδρο).
[5] Ορίστε τι γράφει φιλο-χουντική «παπδοπουλική» ιστοσελίδα: «… Η Επαναστατική Κυβέρνησις της 21ης Απριλίου 1967, εισήγαγεν Αναγκαστικόν Νόμον, δι’ ού εθεσπίζετο το 80ον έτος ως όριον ηλικίας διά τον προκαθήμενον της Εκκλησίας. Εις εφαρμογήν τούτου, εθωρήθη ότι ο τότε Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος απεχώρησεν αυτομάτως της θέσεώς του, και ούτω ο Αρχιεπισκοπικός Θρόνος εκηρύχθη εν χηρεία τον Μάιον του 1967. Συγκροτηθείσα επταμελής αριστίνδην Ιερά Σύνοδος, εξέλεξε τον Καθηγητήν του Πανεπιστημίου και πρωθιερέαν των Ανακτόρων Ιερώνυμον (Κοτσώνην) ως νέον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος… »,
[6]2.  01/06/1967: Εκλογή Φωκίδος Χρυσοστόμου (από Κερνίτσης). [Εκκλησία της Ελλάδος].
3.  07/06/1967: Χειροτονία Σιδηροκάστρου Ιωάννου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
4. 08/06/1967: Χειροτονία Αλεξανδρουπόλεως Κωνσταντίου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
5.  08/06/1967: Χειροτονία Θηβών Νικοδήμου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
6. 11/06/1967: Χειροτονία Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανού. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
7. 20/06/1967: Εκλογή Νικαίας Γεωργίου (από Τριμυθούντος). [Εκκλησία της Ελλάδος].
08.  25/06/1967: Χειροτονία Εδέσσης Καλλινίκου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
9.  25/06/1967: Χειροτονία Φλωρίνης Αυγουστίνου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
10.  25/06/1967: Χειροτονία Χίου Χρυσοστόμου. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
11.  25/06/1967: Χειροτονία Περιστεράς Ηλία. [Εκκλησία της Ελλάδος].
12.  26/06/1967: Χειροτονία Λαγκαδά Σπυρίδωνος. [Εκκλησία της Ελλάδος – Νέες Χώρες].
13. 26/06/1967: Χειροτονία Κερκύρας Πολυκάρπου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
14. 26/06/1967: Χειροτονία Ύδρας Ιεροθέου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
15. 27/06/1967: Χειροτονία Ζακύνθου Αποστόλου. [Εκκλησία της Ελλάδος].
[7] 16. 17/09/1967: Χειροτονία Βρεσθένης Δημητρίου. [Εκκλησία της Ελλάδος], τώρα Αρχιεπισκόπου Αμερικής και υποψήφιου για την Εκκλησία της Ελλάδος μετά την κοίμηση του μακ. Σεραφείμ (Τίκα).
[8] Εδέσης καλλίνικος, σε κενή θέση, βλ. Σεβ. Ναυπάκτου Ιεροθέου:
[9] Αναφέρω τον πρώην Φλωρίνης Αυγουστίνο (Καντιώτη) που μαζί με τον μακ. Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιο, μακ. Κορίνθου Παντελεήμονα για την απόσχιση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικ. Πατριαρχείο!
[10] Χρ. Γιανναράς, 03-02-08: «…Έτσι, όταν η δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967 συγκροτεί «αριστίνδην» σύνοδο επισκόπων, η οποία εκλέγει αρχιεπίσκοπο Αθηνών το κορυφαίο στέλεχος των ευσεβιστικών οργανώσεων Ιερώνυμο Κοτσώνη και ο Ιερώνυμος επιχειρεί σαρωτική «ηθική κάθαρση» του επισκοπικού σώματος, ό,τι και αν λέμε για λόγους «αντιστασιακούς» εκ των υστέρων, το γενικό αίσθημα λαϊκής ανακούφισης ήταν περισσότερο και από έκδηλο…»,
Θεωρώ ότι η άποψη αυτή είναι σχετικά ορθή ως διαπίστωση, αφού στις πόλεις η ευσεβιστική θεολογία ήταν κυρίαρχη. Λόγω της κυριαρχίας των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, οι οποίες ταυτόχρονα είχαν άκρως συντηρητικές μέχρι και ακροδεξιές απόψεις. Όμως είναι άλλο πράγμα η αντίσταση που έγινε αργότερα και φυσικό άλλο πράγμα ο σχεδιασμός της «Παπαδοπουλικής» χούντας!
[11] ΠΗΓΗ: (ΤΟ ΚΑΛΑΜΙ) ΣΕΡΑΦΕΙΜ: Ο Αρχιεπίσκοπος που νίκησε τα γεγονότα, Δημοσιογραφικό οδοιπορικό στην αρχιεπισκοπία Σεραφείμ για συγκρίσεις με την αρχιεπισκοπία Χριστόδουλου, Γράφει ο Β.Α. ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ,http://www.kalami.net/2005/arthra/serafeim.html.
[12] Είναι όμως τελείως διαφορετικά τα πράγματα από τη χούντα του Ιωαννίδη. Αυτή «έφερε» την προδοσία τςη Κύπρου και έδωσε την αφορμή για την τουρκική κατοχή της βόρειας Κύπρου, που φυσικά οδήγησε και στην κατάρρευση της επτάχρονης τυρρανίας…
[13] Στις 28-3-2-1974, λόγω αποδοχής της κανονικότητας και της νέας κανονικής τάξης, οι Μητροπολίτες Φωκίδος, Θηβών και Λεβαδείας, Χίου, Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης, Λευκάδος και Ιθάκης, Καρυστίας και Σκύρου, Γόρτυνος και Μεγαλουπόλεως,  Νικαίας, Λαγκαδά, Φλωρίνης, Δρυϊνουπόλεως-Πωγωνιανής και Κονίτσης, Εδέσης και Πέλλης, Κερκύρας και Παξών, Βεροίας και Ναούσης, Ηλείας και Σπάρτης. Τιμής ένεκεν πρώτος ο Φλωρίνης Αυγουστίνος για τους αγώνες του. 12 όμως μητροπολίτες αρνήθηκαν την κανονική ταξη και έχασαν τις θέσεις τους. Κάποιοι απ’ αυτούς αργότερα άλαξαν γνώμη και τοποθετήθηκαν σε νεές Μητροπόλεις (Κιλκισίου Απόστολος). Ο μόνος εν ζωή από τους 12 είναι ο σε ακοινωνησία πρώην Μεγαρίδος Νικόδημος.
Στη συνέχεια του 1974  εκλέχτηκαν 22 Μητροπολίτες, ανάμεσά τους και ο (ως Δημητριάδος) μακ. Χριστόδουλος (Παρασκευαΐδης). Από το 1975 έως το 1981 εκλέχτηκαν άλλοι 13, ανάμεσα στους οποίους και ο από Θηβών νυν Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος (Λιάπης).
Το είδαμε εδώ
[14] ΠΗΓΗ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 28/05/2001, Η συγγνώμη της Εκκλησίας για την Επταετία,
[15]ΠΗΓΗ: Οι σχέσεις εξουσίας – Εκκλησίας υπό το φως της φιλοσοφίας της θρησκείας, Δ.Φ. Παναγιώτη Ν. Πανταζάκου,

48 ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ: «ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ» Όταν η νύμφη δεν ήτο «εθνικόφρων»… Τα «κοινωνικά φρονήματα» και το μυστήριο του γάμου επί Επταετίας

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
            ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

48 ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ: «ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ» 
Όταν η νύμφη δεν ήτο «εθνικόφρων»… 
Οι περιπτώσεις των γάμων στρατιωτικών υπό προϋποθέσεις 
Του Χάρη Ανδρεόπουλου* 
Σήμερα μοιάζει με αστείο. Οι κάποιας ηλικίας - 60ρηδες, ας πούμε, και άνω – μάλλον θα γελάσουν, καγχάζοντας και διακωμωδώντας το θέμα για το όποιο «κάτι έχουν ακούσει, κάτι θυμούνται…». Αλλοι – οι της νεώτερης γενιάς - θ΄ αναρωτηθούν και θα διαπορήσουν: συνέβαιναν τέτοια πράγματα, είναι δυνατόν; Κι, όμως! Υπήρχε περίοδος που στη χώρα μας η διενέργεια του ιερού μυστηρίου του γάμου (το κατά τον Απ. Παύλο «μέγα μυστήριον», Εφεσ. 5, 25-32) τελούσε, όχι υπό τους δεδομένους για τη χριστιανική θρησκεία θεολογικούς όρους και προϋποθέσεις, αλλά πολιτικούς! Γυρνάμε 48 χρόνια πίσω, στη θλιβερή επέτειο της εγκαθιδρύσεως της δικτατορίας της 21η Απριλίου 1967. Μιλάμε για την περίοδο της «εθνοσωτηρίου» Επταετίας (1967 – 1974), κατά τη διάρκεια της οποίας για να δημιουργήσει οικογένεια ένας αξιωματικός (ένας «ένστολος» των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, ευρύτερα), κάνοντας το πρώτο βήμα που λέγεται γάμος, θα έπρεπε προηγουμένως να ελέγξει το πολιτικό «ποιόν» της αγαπημένης του, διότι σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της τότε εποχής όταν η νύμφη δεν ήτο «εθνικόφρων» (σύμφωνα με τη φαλκιδευμένη, προπαγανδιστικού χαρακτήρα εκδοχή της εθνικοφροσύνης) το «Ησαϊα χόρευε…» καθίστατο απαγορευτικό καθώς η «Υπηρεσία» ηρνείτο να εγκρίνει την τέλεση γάμου και οι επιμένοντες να νυμφευθούν απειλούντο με απόταξη. Οι παρεμβάσεις της δικτατορίας και στη προκειμένη περίπτωση υπήρξαν κατάφωρα αντίθετες προς το κανονικό δίκαιο και την τάξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αυτό, όμως, δεν ήταν τόσο περίεργο. Το πραγματικά περίεργο ήταν ότι στις αντικανονικές αυτές παρεμβάσεις συνέδραμε και η ίδια η υπό τον τότε Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α’ (Κοτσώνη) διοίκηση της Εκκλησίας. 
ΚΩΛΥΜΑ ΓΑΜΟΥ ΤΟ «ΑΡΙΣΤΕΡΟ» ΦΡΟΝΗΜΑ 
Τη περίοδο της Επταετίας, όπως τεκμαίρεται από τα σχετικά έγγραφα που συνοδεύουν το παρόν άρθρο, εάν, μετά τη σχετική αίτηση που υποχρεώνονταν να υποβάλλουν προς την Στρατιωτική Υπηρεσία τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, διεπιστώνετο από τις Υπηρεσίες Ασφαλείας («Α2») ότι η μνηστή του μόνιμου αξιωματικού ή υπαξιωματικού διέκειτο φιλικά η ίδια, ή οι γονείς της προς την παράταξη της Αριστεράς (ακόμη και του Κέντρου), τότε καθίστατο de facto απαγορευτική η τέλεση του μυστηρίου του γάμου! Σύμφωνα, λοιπόν, με τις - απολύτως και κραυγαλέα ασύμφωνες με τη σχετική δογματική διδασκαλία της Χριστιανικής Εκκλησίας - αντιλήψεις του (ψευδωνύμου, όπως αποδεικνύεται) «ελληνοχριστιανικού» καθεστώτος της δικτατορίας, τα αριστερά πολιτικά φρονήματα, αποτελούσαν κώλυμα για τη τέλεση ενός θρησκευτικού μυστηρίου, όπως αυτό του γάμου. Το δικτατορικό καθεστώς μάλιστα με το πέρασμα του χρόνου αυστηροποιώντας τις προϋποθέσεις για τη παροχή αδείας συνάψεως γάμου θα απαιτήσει «αφοσίωσιν εις τα εθνικά ιδεώδη» όχι μόνο για τη μέλλουσα σύζυγο του ενστόλου (η τον μέλλοντα σύζυγο, αναφορικώς με το θήλυ προσωπικό), αλλά μέχρι και του δευτέρου βαθμού των εξ αίματος συγγενών αυτού / αυτής. Το γεγονός αυτό είχε σαν επακόλουθη συνέπεια να χωρίσουν εξαναγκαστικώ τω τρόπω οι δρόμοι ανθρώπων που αγαπήθηκαν και θέλησαν να ενώσουν με την ευλογία της Εκκλησίας και δια του μυστηρίου του γάμου τις ζωές τους «εις σάρκαν μίαν» κατά το πρότυπο της ενώσεως του Χριστού με την Εκκλησία, πλήν, όμως, δεν είχαν υπολογίσει ότι εκείνη τη περίοδο η βούλησή τους να συζευχθούν δεν υπαγόταν, όπως προβλέπει η χριστιανική διδασκαλία και παράδοση, στην ευλογία της Εκκλησίας, αλλά στις διαθέσεις της δικτατορίας. Κι΄ όλα αυτά παρά το γεγονός ότι σύμφωνα την ορθόδοξη θεολογική θεώρηση, η ποιμαίνουσα Εκκλησία ευλογεί το γάμο και τον συνδέει με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, σχετικοποιώντας τον δε ως κοινωνικό θεσμό, ή ως θεσμό φυσικού δικαίου, τον εντάσσει στη λειτουργική αναφορά του ανθρώπου προς το Θεό (Μαντζαρίδη, Γ., Κοινωνιολογία του Χριστιανισμού, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1999, σ. 283). Ετσι ο γάμος τοποθετείται πέρα από τη φυσική νομοτέλεια και αποκτά εκκλησιολογικό και εσχατολογικό νόημα: «Ούτω το μυστήριον της εκ σωμάτων συναφείας εις μιαν σάρκα συμβολής όντως μέγα εστίν, αλλά εις Χριστόν και εις Εκκλησίαν» (βλ. «Γρηγορίου Παλαμά, Περί θείας και θεοποιού μεθέξεως 22», Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, επιμ. Παν. Χ ρ ή σ τ ο υ, τ. 2, Θεσσαλονίκη, 1966, σ. 136). 


Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ «ΕΠΙΣΗΜΗΣ» ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 
Για τις αντιχριστιανικές αυτές συμπεριφορές η τότε, υπό τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α΄ (τον και καθηγητή Κανονικού Δικαίου), διοικούσα Εκκλησία, ενώ θα όφειλε, ασφαλώς, να ορθώσει το ανάστημά της και υπερασπίζοντας το Ευαγγέλιο και τους Ιερούς Κανόνες, ν’ αντιδράσει δυναμικά στην συγκεκριμένη ωμή πολιτική παρέμβαση - η οποία στραγγαλίζοντας το συγκεκριμένο βασικό ατομικό δικαίωμα και εισχωρώντας στον πυρήνα της ανθρώπινης συνειδήσεως καταδυνάστευε το (δογματικά κατοχυρούμενο, βάσει της χριστιανικής διδασκαλίας) αυτεξούσιο της ανθρώπινης βουλήσεως που παρεχώρησε στον άνθρωπο ο Θεός (βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί κατασκευής ανθρώπου, P.G. 44, 184B) - εν τούτοις αδράνησε αντιμετωπίζοντας την εν λόγω αντιχριστιανική παρέμβαση με «στωϊκή απάθεια». Αλλά και, επί της ουσίας, συνέδραμε στο έργο της δικτατορίας καθώς τις αντισυνταγματικές και προδήλως αντιχριστιανικές προϋποθέσεις της «εθνικοφροσύνης» που εθέσπιζε το καθεστώς για να παραχωρήσει άδεια γάμου σε μελλονύμφους στρατιωτικούς, η Εκκλησία τις ενσωμάτωνε σε «οδηγίες» και εγκυκλίους της, συνεργώντας στη κατάφωρη παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας. Ο ίδιος ο Ιερώνυμος Α’ αν και ανεγνώριζε και διεκήρυττε, εξ αφορμής της προθέσεως της δικτατορίας το 1968 να καθιερώσει το θεσμό του «αυτομάτου διαζυγίου», ότι εξ επόψεως θεολογικής «η Εκκλησία, ως φύλαξ των μυστηρίων, έχει χρέος ιερόν και αμετακίνητον να αρνηθή άνευ συζητήσεως και άνευ συμβιβασμών οιανδήποτε κατά του θείου μυστηρίου του γάμου παρέμβασιν» (βλ. Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών Ιερωνύμου, «Το δράμα ενός Αρχιεπισκόπου», σσ. 113 – 119), εν τούτοις για το θέμα της πολιτικοποιήσεως του ιερού μυστηρίου του γάμου εσιώπησε, προφανώς, για να μη τραυματισθούν οι φιλικές και μη διαταραχθούν οι ιδεολογικοπολιτικές σχέσεις της Εκκλησίας με το δικτατορικό καθεστώς. Ο ίδιος μάλιστα, ως Αθηνών, συνέδραμε στο έργο της δικτατορίας δίδοντας εντολές στους ιερείς της Αρχιεπισκοπής, για τις περιπτώσεις των μελλονύμφων που ήταν στρατιωτικοί να ζητούν την «άδεια της Υπηρεσίας τους που τους επιτρέπει να κάνουν το γάμο τους» (βλ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου, 1829 ημέραι (17 Μαϊου 1967 – 16 Μαϊου 1972) εις το πηδάλιον, τ. Α’ («Το έργον της Αρχιεπισκοπής Αθηνών»), εν Αθήναις, 1972, σ. 195). Για τον ίδιο λόγο – για να μη τα «χαλάσουν» - εσιώπησε στη εξ επόψεως χριστιανικής εφάμαρτη εξωσυζυγική σχέση που διατηρούσε ο (κατά τ΄ άλλα διαπρύσιος κήρυκας του Χριστιανισμού) δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος καθώς και για το 24ώρου διαρκείας (!) διάταγμα που εψήφισε το 1969 προκειμένου να επιτύχει εκβιαστικά την έκδοση του διαζυγίου με την γυναίκα του Νίκη Παπαδοπούλου (με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά) προκειμένου να παντρευθεί τη Δέσποινα Γάσπαρη.
Ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος με τη σύζυγό του Δέσποινα Γάσπαρη

Χαρακτηριστικές είναι οι παρατιθέμενες κατωτέρω περιπτώσεις αρνήσεως της Στρατιωτικής Υπηρεσίας να χορηγήσει άδεια τελέσεως θρησκευτικού γάμου, σε στελέχη των Ε.Δ. επειδή οι υποψήφιες σύζυγοι αυτών «βαρύνονταν», οι ίδιες - ή ακόμη και συγγενικά τους πρόσωπα – υπό πολιτικών φρονημάτων «αριστεράς» αποκλίσεως. Φρονήματα τα οποία υπό του καθεστώτος, σύμφωνα με τις ιδεολογικές του αντιλήψεις και θεωρίες, εθεωρούντο ως μη συμβατά για τη σύναψη θρησκευτικού γάμου των στρατιωτικών - των οποίων έτσι οι σχετικές αιτήσεις χορηγήσεως αδείας απορρίπτονταν, ή εγκρίνονταν αν διαπιστωνόταν ότι η οικογένεια της ελεγχομένης μελλονύμφου είχε «αποχαρακτηρισθεί» και, άρα, δεν εθεωρείτο πλέον «αριστερή». Τα σχετικά έγγραφα – ντοκουμέντα έχουν εκδοθεί υπό του Τμήματος Ασφαλείας του 2ου Επιτελικού Γραφείου της 28ης Τακτικής Αεροπορικής Δυνάμεως (του νυν Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίας / Α.Τ.Α.) και είναι δεκάδες.
ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΓΑΜΟΥ ΤΟ «ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ» 
Τα περισσότερα εκ των εγγράφων αυτών κατεστράφησαν, παραδοθέντα στη πυρά, ίσως για να μην υπάρχουν τα ίχνη τους στη μετά τη δικτατορία εποχή. Εκ των διασωθέντων, όμως, μπορεί κάλλιστα να αντιληφθεί κανείς τη σκοπιμότητα που υπηρετούσε το περιεχόμενό τους καταλύοντας κάθε έννοια ελευθερίας ακόμη και αυτή της θρησκευτικής και μάλιστα με τις εντολές ενός καθεστώτος, το οποίο επαίρονταν για τη θρησκευτικότητά του και τη προσήλωσή του στις χριστιανικές αρχές, μόνο που στη πράξη όλα αυτά αποδείχθηκαν δήθεν… 
Τι αναφερόταν στα έγγραφα αυτά; Eνδεικτικά, στο έγγραφο Φ.144/200/Α582/αριθ. σχεδ. 83 / 8 Μαϊου 1973, με θέμα «Εξακρίβωσις ποιού μελλονύμφου» αφού σημειώνεται ότι «...ο πατήρ αυτής συναναστραφείς μετά κομμουνιστού πιστεύεται ότι επηρεασθείς υπ΄ αυτού, εξεδηλώθη υπέρ της Κεντροαριστεράς παρατάξεως....» και πως «ο αδελφός αυτής προ της Επαναστάσεως εξεδηλούτο υπέρ του Α. Παπανδρέου, πολλάκις δε εντός καφενείου του χωρίου του κατεφέρθη κατά του Βασιλέως...» και εν τέλει κρίνεται ότι «Κατόπιν των ανωτέρω φρονούμεν ότι δεν δύναται να παρασχεθεί η υπό του Ασμίου (.....) αιτουμένη έγκρισις...». Στο σχετικό Φ.144/100/Α176/Αριθ. σχεδ. 41/ 9 Φεβ. 1973, με θέμα «Κοινωνικά φρονήματα μελλονύμφου», αφού σημειώνεται ότι «ο πατήρ της ειρημένης κατά την περίοδο της Κατοχής παρασυρθείς ανεμίχθη εις την ΕΠΟΝ άνευ δράσεως» και ότι «έκτοτε και μέχρι του έτους 1961 δεν απησχόλησε τας Αστυνομικάς αρχάς δι΄ ο και απεχαρακτηρίσθη αυτοδικαίως» καθώς και πως «από της αποκαταστάσεώς του και μέχρι σήμερον διάγει νομιμοφρόνως» κρίνεται ότι «κατόπιν των ανωτέρω και δοθέντος ότι η μελλόνυμφος δεν επηρεάζεται υφ΄ οιουδήποτε προσώπου έχοντος δυσμενή εις βάρος του στοιχεία εισηγούμεθα την παροχήν της υπό του εν λόγω Αξ/κού αιτουμένης εγκρίσεως». Πρόκειται για περίπτωση θετικής εκβάσεως, χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει ότι δικαιολογείται ο ένας τέτοιου τύπου έλεγχος, για το απλούστατο λόγο ότι δεν συνάδει με τη χριστιανική διδασκαλία, αλλά ούτε με το κατοχυρούμενο διεθνώς ατομικό ανθρώπινο δικαίωμα θρησκευτικής ελευθερίας η θεώρηση του πολιτικού φρονήματος ως κωλύματος γάμου! Σήμερα – μεσούσης της Δημοκρατίας και παρά τα όποια της προβλήματα – το θέμα φαντάζει «κωμικό», αλλά τότε ήταν πράγματι τραγικό, καθώς με την απαγόρευση της τελέσεως θρησκευτικών γάμων στρατιωτικών με Ελληνίδες που εφέροντο ως εμφορούμενες οι ίδιες ή συγγενικά τους πρόσωπα «υπό αριστερών φρονημάτων», το καθεστώς είχε υπεισέλθει στο εσώτερο – μυστηριακό χώρο της θρησκείας, αδιαφορώντας τόσο για τις αρνητικές συνέπειες που προκαλούσε στο σώμα της Εκκλησίας δια της εισχωρήσεώς του στα εσωτερικά – interna corporis – θέματα αυτής, όπως το μυστήριο του γάμου όσο και και τη βλάβη που προκαλούσε στη θρησκευτική συνείδηση των θιγομένων ανθρώπων, στερώντας τους – με ποιό δικαίωμα άρα γε;... - την θεόθεν ευλογία της συζυγίας. Θα χρειασθεί να περάσει μια ολόκληρη επταετία από τη πτώση της δικτατορίας για να εκδοθεί, επί αρχιεπισκοπείας Σεραφείμ (Τίκα), εγκύκλιος της Εκκλησίας βάσει της οποίας η έκδοση επισκοπικής αδείας για τη τέλεση του μυστηρίου του γάμου «καθίσταται δυνατή άνευ της προσκομίσεως αδείας στρατιωτικής αρχής, ευθυνομένου μόνον του ενδιαφερομένου» (βλ. Α.Π. 1272/999/03.06.1981 εγκύκλιο της Δ.Ι.Σ., η οποία εξεδόθη κατόπιν σχετικής αποφάσεως της Ι.Σ.Ι. ληφθείσης στη τακτική συνεδρίαση του Οκτωβρίου του 1980). Ενώ για την άρση των ιδίων πρoϋποθέσεων «εθνικοφροσύνης» περί την τέλεση του γάμου και την υποβολή της εγκριτικής αδείας εκ μέρους της Στρατιωτικής Υπηρεσίας - αν και στη πράξη οι προϋποθέσεις αυτές περιήλθαν σταδιακά σε αχρησία - θα χρειασθεί για τις κυβερνήσεις της μεταπολιτεύσεως να παρέλθουν, τα διπλάσια - σε σχέση με την Εκκλησία, χρόνια – και συγκεκριμένα δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, όταν με το άρθρο 18 του ν. 1848/1989 θα καταργηθούν οι σχετικές υποχρεώσεις των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Από εκεί και πέρα αρκούσε αυτό που προβλέπουν οι Κανόνες της Εκκλησίας μας, ήτοι η άδεια του επιχωρίου Μητροπολίτου, η πιστοποιούσα για το ζευγάρι ότι πρόκειται περί βεβαπτισμένων χριστιανών, δυναμένων (αφ΄ ης στιγμής δεν υφίστανται σχετικά κανονικά κωλύματα όπως π.χ. της ετεροθρησκείας, της συγγενείας, της αώρου ηλικίας, κ.λ.π.), να έλθουν εις κοινωνίαν γάμου. 
Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι θεολόγος καθηγητής Β/θμιας Εκπαίδευσης (http://religiousnet.blogspot.com).
Το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...