Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευεργετινός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευεργετινός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Φεβρουαρίου 20, 2016

''Αββά, τι να κάνω που χάνεται η ψυχή μου;''


Ένας αδελφός πήγε στο όρος της Φέρμης, στον μεγάλο γέροντα, και του είπε: «Αββά, τι να κάνω που χάνεται η ψυχή μου;».
«Γιατί, παιδί μου;» τον ρώτησε ο γέροντας. Ο αδελφός αποκρίθηκε: «Όταν ήμουν στον κόσμο, έκανα στ’ αλήθεια πολλές νηστείες και αγρυπνίες και είχα μέσα μου πολλή κατάνυξη και θέρμη. Τώρα όμως (ενν.: τώρα, που έγινα μοναχός) δεν βλέπω μέσα μου κανένα καλό».
«Πίστεψέ με, παιδί μου», του είπε ο γέροντας, «όσα έκανες όταν ήσουν στον κόσμο, τα έκανες επειδή η κενοδοξία και ο έπαινος των ανθρώπων έβαζαν μέσα σου αυτή την προθυμία, ο Θεός όμως δεν τα δεχόταν.
Γι’ αυτό ούτε ο σατανάς σε πολεμούσε, γιατί δεν τον ένοιαζε να κόψει την προθυμία σου, αφού δεν είχες καμία ωφέλεια από αυτήν...
Τώρα όμως, που είδε ότι έγινες στρατιώτης του Χριστού και βγήκες να τον πολεμήσεις, πήρε και αυτός τα όπλα εναντίον σου. Πλην όμως στον Θεό αρέσει ο ένας ψαλμός που λες τώρα με κατάνυξη, παρά οι χίλιοι που έλεγες στον κόσμο· και δέχεται ο Θεός τη λίγη τωρινή νηστεία σου περισσότερο από τις εβδομάδες που νήστευες στον κόσμο...».
Ο αδελφός απάντησε: «Καθόλου δεν νηστεύω τώρα, αλλά όλα τα καλά που είχα στον κόσμο έφυγαν από εμένα». Και ο γέροντας του είπε: «Αδελφέ, σου φτάνει αυτό που έχεις. Μόνο κάνε υπομονή, και καλά είσαι».
Καθώς όμως ο αδελφός επέμενε και έλεγε: «Αλήθεια, αββά, χάνεται η ψυχή μου», ο γέροντας του είπε: «Πίστεψε, αδελφέ, δεν ήθελα να σου το πω, για να μη βλαφτεί ο λογισμός σου. Επειδή όμως βλέπω ότι ο σατανάς σε έριξε σε αποθάρρυνση, σου λέω:
Το ότι νομίζεις πως όταν ήσουν στον κόσμο έκανες καλά και είχες καλή ζωή, είναι υπερηφάνεια. Έτσι νόμιζε και ο Φαρισαίος και έχασε όλα τα καλά που είχε κάνει.
Επίσης, το ότι τώρα πιστεύεις πως τίποτε καλό δεν κάνεις, σου φτάνει, αδελφέ, για να σωθείς, γιατί είναι ταπείνωση. Έτσι δικαιώθηκε και ο τελώνης, χωρίς να κάνει κανένα καλό.
Γιατί στον Θεό είναι πιο αρεστός ένας άνθρωπος αμαρτωλός και αμελής με συντριβή καρδιάς και ταπείνωση, παρά εκείνος που κάνει πολλά καλά και έχει την ιδέα ότι γενικά κάνει κάτι καλό».
Ο αδελφός ωφελήθηκε πάρα πολύ και έβαλε μετάνοια στον γέροντα λέγοντας:
«Σήμερα, αββά, σώθηκε η ψυχή μου με τη βοήθειά σου».



Ευεργετινός, "Η ταπεινοφροσύνη είναι εντελώς ανίκητη από τους δαίμονες", υπ. 44, τόμος Α΄, Το Περιβόλι της Παναγίας.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 19, 2016

Η πέντε αἰτίες που παραχωρεῖ ὁ Θεὸς νὰ πολεμούμαστε ἀπὸ τοὺς δαίμονες ( Μικρὸς Εὐεργετινός )


Λένε ὅτι γιὰ πέντε αἰτίες παραχωρεῖ ὁ Θεὸς νὰ πολεμούμαστε ἀπὸ τοὺς δαίμονες.

Καὶ πρώτη εἶναι, λένε, ν᾿ ἀποκτήσουμε τὴ διάκριση τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς κακίας, καθὼς μᾶς πολεμοῦν καὶ τοὺς πολεμᾶμε.

Δεύτερη, ν᾿ ἀποκτήσουμε τὴν ἀρετὴ μὲ πόλεμο καὶ κόπο, κι ἔτσι νὰ τὴν ἔχουμε βέβαιη καὶ σταθερή.

Τρίτη, νὰ μὴν ὑψηλοφρονοῦμε, καθὼς προοδεύουμε στὴν ἀρετή, ἀλλὰ νὰ μάθουμε νὰ ταπεινοφρονοῦμε.

Τέταρτη, νὰ μισήσουμε τελείως τὴν κακία, ἀφοῦ τὴ γνωρίσουμε μὲ τὰ παθήματά μας.

Πέμπτη καὶ κυριότερη ἀπ᾿ ὅλες, νὰ μὴν ξεχνᾶμε, ἀφοῦ ἀποκτήσουμε τὴν ἀπάθεια, οὔτε τὴ δική μας ἀδυναμία οὔτε τὴ δύναμη Ἐκείνου ποὺ μᾶς βοήθησε.

Τοῦ ἁγίου Μαξίμου

Μικρὸς Εὐεργετινός

πηγή

Δευτέρα, Ιουλίου 27, 2015

Τρεις είναι οι αρετές, τις όποιες όταν δει ο νους να είναι μαζί του, πιστεύει ότι έφτασε στην αθανασία…

Τρεις είναι οι αρετές, τις όποιες όταν δει ο νους να είναι μαζί του, πιστεύει ότι έφτασε στην αθανασία…
του αββά Ησαΐα
Αν είσαι νέος και δεν έκανες ακόμη την εργασία του σώματος, και ακούσεις για τις υψηλές αρετές των πατέρων, μην ορμίσεις σε αυτές θέλοντας να τις φτάσεις με ανάπαυση. Γιατί δεν έρχονται σ’ εσένα, αν δεν καλλιεργήσεις κατάλληλα το έδαφος, αν όμως το κάνεις αυτό, θα σου έρθουν από μόνες τους.
Τρεις είναι οι αρετές, τις όποιες όταν δει ο νους να είναι μαζί του, πιστεύει ότι έφτασε στην αθανασία: η *διάκριση, το να ξεχωρίζει δηλαδή το ένα από το άλλο, η πρόβλεψη όλων πριν συμβούν, και το να μη συγκατατίθεται σε κάποιον άπρεπο λογισμό.
Υπάρχουν άλλες τρεις αρετές, οι όποιες διαρκώς χορηγούν φως στον νου: το να μη βλέπουμε κακία σε άνθρωπο, το να κάνουμε καλό σε εκείνους που μας κάνουν κακό, και το να υπομένουμε ατάραχα όσα μας έρχονται.
Οι τρεις αυτές αρετές γεννούν άλλες τρεις, μεγαλύτερες από αυτές. Το να μη βλέπουμε κακία σε άνθρωπο γεννά την αγάπη, το να κάνουμε καλό σε εκείνους που μας κάνουν κακό οδηγεί στην απόκτηση της ειρήνης, και το να υπομένουμε ατάραχα όσα μας έρχονται προξενεί την πραότητα, σε αυτές τις αρετές αναπαύεται το Πνεύμα του Θεού.
Είναι και άλλες τέσσερις αρετές που εξαγνίζουν την ψυχή: η σιωπή, η τήρηση των εντολών, η στενόχωρη ζωή και η ταπεινοφροσύνη.
Είναι ακόμη τέσσερις αρετές, τις όποιες ο νους χρειάζεται συνεχώς και οι όποιες τον φυλάγουν: το να πέφτει μπροστά στον Θεό και να προσεύχεται αδιάλειπτα, το να ρίχνει τον εαυτό του μπροστά στον Θεό, το να μην τον νοιάζει για κανέναν άνθρωπο, έτσι ώστε να μην κρίνει κανέναν, και το να γίνει κουφός προς τα πάθη που του μιλούν, δηλαδή προς τους εμπαθείς λογισμούς. Όλα αυτά τα φυλάγει το να αντιστέκεται ο νους στη λησμοσύνη.
Από τέσσερα πράγματα σκοτίζεται η ψυχή: από το να μισήσει τον συνάνθρωπο και να τον περιφρονήσει και να γογγύσει και να φθονήσει.
Η ψυχή ερημώνεται από τα εξής τέσσερα: από το να γυρίζει από τόπο σε τόπο, από το να αγαπήσει τον περισπασμό, από το να ποθήσει τα υλικά και από τη φιλαργυρία.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Υπόθεση ΚΔ΄ 24 , ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ λόγοι και διδασκαλίες αγίων πατέρων Τόμος Δ΄ 261-262, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Μαρτίου 11, 2015

Είναι ο πλούτος πάντα σωτηρία; Να μην ζητάμε παράλογα πράγματα από τον Θεό.

παναγία των αμαρτωλών η Εγγυήτρια

Ενας λατόμος, έξω από την Αλεξάνδρεια,ονόματι Ευλόγιος, ήταν πάμπτωχος. Είχε όμως την καλή συνήθεια να γυρνάει κάθε νύχτα με ένα φανάρι στον δρόμο και να ζητά ξένους να φιλοξενήσει και μάλιστα μοναχούς της ερήμου.Καλός του φίλος και συχνός επισκέπτης ήταν ένας ασκητής, ο οποίος αγαπούσε τον Ευλόγιο, αλλά θλίβοταν για την φτώχεια του λατόμου. 

Κάποτε λοιπόν έκανε μεγάλη προσευχή να πλουτίσει ο φίλος του ο Ευλόγιος, με το σκεπτικό πώς αν γίνοταν έξαφνα πλούσιος, θα μπορούσε να ωφελήσει περισσότερους και να ελεήσει ακόμα πιό πολλούς.

Βλέπει λοιπόν τότε κατ' όναρ, πώς βρίσκοταν στα Ιεροσόλυμα, στον Πανάγιο Τάφο και δύο λαμπρόμορφοι νέοι τον άρπαξαν και τον παρουσίασαν σε έναν τρίτο φοβερό στην όψη νέο, πού δεν ήταν άλλος από τον Χριστό. Ο Κύριος τότε ρώτησε τον ασκητή, πού έτρεμε και έστεκε σαν απονεκρωμένος, αν εγγυάται για την ψυχή του Ευλογίου, εφ όσον Αυτός εκπληρώσει τις προσευχές του. Και εκείνος ο ασυλλόγιστός είπε: Ναι. Εγγυώμαι. Ευθύς τότε, του φάνηκε πώς μέσα από φωτιές κυλούσε απέραντο χρυσάφι και σκέπαζε τον Ευλόγιο. Τότε, ο ασκητής ξύπνησε , με την ενθύμηση όμως και τον φόβο αυτής της θεωρίας.

Εντωμεταξύ, ο Ευλόγιος πήγε στο λατομείο, όπως κάθε μέρα και με το πρώτο χτύπημα, ανακάλυψε μεγάλη ποσότητα χρυσών νομισμάτων! Και επειδή φοβήθηκε μήπως ο άρχοντας του τόπου τον θεωρήσει καταχραστή και κλέφτη, αρπάζει τα νομίσματα, κατεβαίνει στην Αλεξάνδρεια και από κει με ένα καράβι, φεύγει για την Βασιλεύουσα. Εκεί αγόρασε τίτλο τιμής και ένα πολυτελέστατο παλάτι και γρήγορα αναρριχήθηκε στα δημόσια αξιώματα. Ο πλούτος όμως σκλήρυνε την καρδιά του, και από ελεήμων και φιλάνθρωπος, κατάντησε άπληστος, σκληρόκαρδος και υπερήφανος.

Ο ασκητής πίσω στην Αίγυπτο, έχασε τον φίλο του και κατάλαβε ευθύς πώς ο Ευλόγιος μάλλον πλούτισε , κατά την υπόσχεση του Κυρίου και εγκατέλειψε την ταπεινή του θέση και παρέμεινε έτσι ικανοποιημένος και αμέριμνος. Ώσπου, μετά από πολύ καιρό βλέπει πάλι στον ύπνο του ο ασκητής, πώς μεταφέρθηκε στον Πανάγιο Τάφο, στο φοβερό δικαστήριο και πώς ο Κύριος εξοργισμένος και απειλητικός,διέτασσε βασανιστήρια και τιμωρία για τον άθλιο, πού εγγυήθηκε για την χαμένη ψυχή του Ευλογίου. Ο ασκητής κατάλαβε την μεγάλη πτώση του φίλου του και την ασυλλόγιστη εγγύηση πού έδωσε γι αυτόν και άρχισε να εκλιπαρεί για έλεος και για να του δοθεί καιρός να επανορθώσει. Ώσπου, μέσα σε φωτοχυσία και δόξα είδε την Υπεραγία Θεοτόκο να μεσιτεύει και να εγγυάται Εκείνη και για τον ασκητή τον ίδιο και για τον Ευλόγιο.

Αμέσως ξύπνησε ο ασκητής και έτρεξε μετά φόβου και αγωνίας να βρεί τον Ευλόγιο. Με τα πολλά, τον εντόπισε στην Κων/πολη,μεγάλο και τρανό άρχοντα, τον οποίο μάλιστα είδε κάποτε από μακρυά(πάντα από μακρυά), με μεγάλη φαντασία και συνοδεία , σαν να ήταν κάποιος βασιλιάς. Όμως όσο και αν παρακαλούσε τους υπηρέτες και τους δούλους, να τον δεχτεί σε ακρόαση ο Ευλόγιος, τόσο εκείνοι τον απόδιωχναν και μάλιστα τον χτύπησαν. Δεν μπορεσε να μπεί στο παλάτι του πρώην φιλόξενου ανθρώπου, ο ασκητής! Τόσο μεγάλη ήταν η πωρωση και η ακαταδεξιά του πρώην ελεήμονα Ευλόγιου και αυτή ήταν η επίδραση του άθλιου και άκοπου πλούτου! Οπότε καταπονημένος και δυστυχής ο ασκητής ξαναγύρισε στον τόπο του.

Ο Θεός όμως δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου, δεν άφησε τον Ευλόγιο και τον ασκητή να χαθούν.Ο Ευλόγιος συνωμότησε κατά του αυτοκράτορα, η συνωμοσία έγινε φανερή και εν μιά νυχτί, έχασε και την θέση και την περιουσία του!Με πολλές προφυλάξεις και κινδύνους κατάφερε να ξεφύγει από τους διώχτες του και ξαναγύρισε με πολλά βάσανα για να κρυφτεί στο ταπεινό του λατομείο.

Εκεί τον βρήκε μετά από λίγο ο ασκητής, ταπεινωμένο και εξαθλιωμένο, να έχει πάρει και πάλι το φανάρι του και να ψάχνει ξένο να φιλοξενήσει και να αναπαύσει. Με δάκρυα στα μάτια τότε, ο αββάς διηγήθηκε στον λατόμο την όλη υπόθεση και εκείνος αφού μετανόησε και έκλαψε πικρά, έλαβε την συγχώρηση. Με τον καιρό εξελίχτηκε ο Ευλόγιος στον πιό ταπεινό και ελεήμονα άνθρωπο του καιρού του . Αλλά και ο ίδιος ο ασκητής ωφελήθηκε και διδάχτηκε να μην ζητά ανόητα και επικίνδυνα πράγματα από τον Θεό.

( Από το Γεροντικό και τον Ευεργετηνό)


πηγή

Κυριακή, Αυγούστου 03, 2014

ΜΝΗΜΗ ΘΑΝΑΤΟΥ – ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ

                                       

Ο Άγιος Αντώνιος έλεγε στους μαθητές του : Για να μην πέφτουμε σε αμέλεια και αφήνουμε την άσκηση, καλό είναι να μελετάμε πάντα τον αποστολικό λόγο: «Καθ΄ ημέραν αποθνήσκω» (Α΄ Κορ. 15,31).

Γιατί αν έτσι ζούμε κι εμείς, με καθημερινή δηλαδή την αίσθηση τού θανάτου, δεν θ' αμαρτήσουμε.

Αυτό πού λέω, σημαίνει τούτο: Κάθε πρωί πού ξυπνάμε, να πιστεύουμε πως δεν θα ζήσουμε μέχρι το βράδυ. Και όταν πέφτουμε για ύπνο, να πιστεύουμε πως δεν θα σηκωθούμε. Γιατί είναι άγνωστη, φυσικά, η διάρκεια της ζωής μας και μετριέται καθημερινά από τη θεία πρόνοια.

Αν λοιπόν είμαστε έτσι τοποθετημένοι εσωτερικά, ούτε θ' αμαρτήσουμε, ούτε καμιά κακή επιθυμία θα έχουμε, ούτε θα οργιστούμε εναντίον κανενός, ούτε θα μαζέψουμε θησαυρούς πάνω στη  γη.

Αλλά, περιμένοντας καθημερινά το θάνατο, θα γίνουμε φτωχοί, και σε όλους θα τα συγχωρούμε όλα. Μα ούτε και γυναίκα θα ποθήσουμε, ούτε κάποιας άλλης αισχρής ηδονής την απόλαυση θα κυνηγήσουμε, αλλά, σαν φευγαλέα πού είναι, θα τη σιχαθούμε, ζώντας συνεχώς με την αγωνία της φρικτής απολογίας μας και έχοντας μπροστά στα μάτια μας την ημέρα της κρίσεως του Θεού και του το γιατί ο μεγάλος φόβος και η ταλαιπωρία των βασάνων διαλύει τη γλυκύτητα της ηδονής και ανασταίνει την ψυχή όταν αρχίσει να πέφτει.

ΠΗΓΗ : ΜΙΚΡΟΣ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, εκδ. ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ, ΑΤΤΙΚΗ 2001. 

Παρασκευή, Ιουνίου 27, 2014

Η ταπεινοφροσύνη είναι εντελώς ακατανίκητη

 
 
Η ταπεινοφροσύνη είναι εντελώς ακατανίκητη από τους δαίμονες. Πώς γεννιέται και ποια είναι η δύναμή της.


Από το Γεροντικό
Ρώτησαν τον Αββά Λογγίνο:
- Ποια αρετή είναι η μεγαλύτερη απ΄ όλες;
Και απάντησε:
- Σκέφτομαι, ότι, όπως η υπερηφάνεια είναι το μεγαλύτερο απ΄ όλα τα πάθη, αφού και από τον ουρανό μπόρεσε να ρίξει κάποιους (δηλαδή τον Εωσφόρο και το τάγμα του), έτσι και η ταπεινοφροσύνη είναι η μεγαλύτερη απ΄ όλες τις αρετές, γιατί κι απ΄ αυτά τα τάρταρα μπορεί ν΄ ανεβάσει ένα άνθρωπο, ακόμα κι αν είναι αμαρτωλός σαν δαίμονας.
Να γιατί ο Κύριος πριν απ΄ όλους μακαρίζει τους «πτωχούς τώ πνεύματι», (δηλαδή τους ταπεινούς) (Ματθ. 5:3).
Ένας γέροντας είπε:
- Προτιμώ ήττα πού θα συνοδεύεται από ταπεινοφροσύνη, παρά νίκη πού θα συνοδεύεται από υπερηφάνεια.
Ένας (άλλος) γέροντας είπε:
- Πολλές φορές η ταπείνωση έσωσε πολλούς, και μάλιστα άκοπα.
Κι αυτό το αποδεικνύουν ο τελώνης και ο άσωτος υιός, πού είπαν μόνο λίγα λόγια και σώθηκαν (βλ. Λουκ. 18:13 - 15:21).
Ο αββάς Ησαΐας είπε:
- Περισσότερο απ΄ όλα έχουμε ανάγκη από την ταπεινοφροσύνη.
Γι αυτό ας είμαστε πάντα έτοιμοι, σε κάθε λόγο πού ακούμε ή εργασία (πού κάνουμε), να λέμε (στον πλησίον):
«Συγχώρεσέ με».
Γιατί με την ταπεινοφροσύνη καταστρέφονται όλα τά (πονηρά έργα) του εχθρού.
Η αγία Θεοδώρα έλεγε, πώς ούτε η άσκηση ούτε η κακουχία ούτε οι οποιοιδήποτε κόποι σώζουν (τον άνθρωπο), παρά μόνο η γνήσια ταπεινοφροσύνη. (Και για επιβεβαίωση διηγόταν το εξής
- Ήταν κάποιος αναχωρητής, πού έδιωχνε τους δαίμονες. Και τους εξέταζε, για να μάθει με ποιόν τρόπο βγαίνουν (από τον άνθρωπο). «Με τη νηστεία;» τους ρωτούσε. «Εμείς ούτε τρώμε ούτε πίνουμε», απαντούσαν εκείνοι.
«Με την αγρυπνία;». «Εμείς δεν κοιμόμαστε καθόλου», έλεγαν.
«Με την αναχώρηση (από τον κόσμο);». Εμείς ζούμε στις ερήμους», αποκρίνονταν.

Επειδή ο γέροντας επέμενε και έλεγε, «Με ποιόν λοιπόν τρόπο βγαίνεται;», εκείνοι ομολόγησαν:
«Τίποτα δεν μας νικάει, παρά μόνο η ταπεινοφροσύνη».
Ο αββάς Σισώης έλεγε, ότι ο δρόμος που οδηγεί στην ταπεινοφροσύνη είναι η εγκράτεια, η αδιάλειπτη προσευχή στο Θεό και ο αγώνας να βάζουμε τον εαυτό μας πιο κάτω από κάθε άνθρωπο.
Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Κρόνιο:
- Με ποιόν τρόπο φτάνει ο άνθρωπος στην ταπεινοφροσύνη;
- Με το φόβο του Θεού, απάντησε ο γέροντας.
- Και με ποιόν τρόπο φτάνει στο φόβο του Θεού; ξαναρώτησε ο αδελφός.
- Κατά τη γνώμη μου, είπε ο γέροντας, με το να περιμαζέψει τον εαυτό του από κάθε περισπασμό και με το να καταβάλλει σωματικούς κόπους και με το να θυμάται, όσο μπορεί, την έξοδο (της ψυχής του) από το σώμα και την κρίση του Θεού.
Ένας γέροντας είπε:
- Όποιος έχει ταπείνωση, ταπεινώνει τους δαίμονες, και όποιος δεν έχει ταπείνωση, χλευάζεται από τους δαίμονες.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
- Γιατί χτυπιόμαστε τόσο πολύ από τους δαίμονες;
- Επειδή πετάμε τα όπλα μας, απάντησε εκείνος, εννοώ την ατιμία, την ταπείνωση, την ακτημοσύνη και την υπομονή.
Μια φορά ήρθαν κάποιοι στη Θηβαΐδα, σ΄ ένα γέροντα, και του έφεραν ένα δαιμονισμένο για να τον θεραπεύσει. Και ο γέροντας, (μολονότι αρχικά δεν δεχόταν, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο, τελικά), επειδή πολύ τον παρακάλεσαν, λέει στο δαίμονα:
- Βγες από το πλάσμα του Θεού!
- Βγαίνω, αποκρίθηκε ο δαίμονας. Αλλά σε ρωτάω ένα πράγμα και απάντησέ μου: Ποιοι είναι τα «ερίφια» και ποιοι τα «πρόβατα» (Ματθ. 25:31-33);
- Τα «ερίφια» είμαι εγώ, απάντησε ο γέροντας. Όσο για τα «πρόβατα», ο Θεός τα γνωρίζει.
Μόλις άκουσε (αυτά τα λόγια) ο δαίμονας, κραύγασε:
- Να, για την ταπείνωσή σου βγαίνω!
Και βγήκε (από τον άνθρωπο) την ίδια ώρα.
Μικρός Ευεργετινός

Πέμπτη, Ιουνίου 26, 2014

Αυτή είναι η τέλεια εργασία του μοναχού, το να έχει πάντοτε τον νου στραμμένο στον Θεό, χωρίς να περισπάται.


Κάποιος αδελφός έκανε σε έναν γέροντα τις ακόλουθες ερωτήσεις.

Ερώτηση: Ποιά εργασία οφείλει να έχει η καρδιά και να είναι αφοσιωμένη σε αυτήν;

Απόκριση: Αυτή είναι η τέλεια εργασία του μοναχού, το να έχει πάντοτε τον νου στραμμένο στον Θεό, χωρίς να περισπάται.

Ερώτηση: Όμως οι κακοί λογισμοί δεν αφήνουν τον νου να είναι διαρκώς στραμμένος στον Θεό. Πως λοιπόν οφείλει να τους διώχνει;

Απόκριση: Καθόλου δεν μπορεί να το κάνει αυτό ο νους από μόνος του, γιατί δεν έχει τέτοια δύναμη. Όταν όμως του επιτίθενται οι λογισμοί, αμέσως οφείλει να καταφεύγει στον Θεό, και εκείνος τους λιώνει σαν κερί. Γιατί ο Θεός μας είναι φωτιά που κατακαίει.

Ερώτηση: Πως λοιπόν οι πατέρες της Σκήτης χρησιμοποιούσαν τη μέθοδο του αντίλογου στους λογισμούς;

Απόκριση: Και εκείνη η πνευματική εργασία είναι σπουδαία και εξαιρετική, όμως έχει κόπο και δεν είναι ασφαλής για όλους.

Ερώτηση: Γιατί δεν είναι ασφαλής για όλους;

Απόκριση: Όταν επιτεθεί στην ψυχή ένας λογισμός και εκείνη μπορέσει με πολύν αγώνα να τον διώξει, επιτίθεται άλλος και την πιάνει. Έτσι η ψυχή, καθώς όλη τη μέρα αντιλέγει στους λογισμούς που έρχονται, ποτέ δεν έχει καιρό για τη θεωρία του Θεού.

Ερώτηση: Με ποιόν τρόπο λοιπόν καταφεύγει ο λογισμός στον Θεό;

Απόκριση: Αν σου έρθει, ας πούμε, λογισμός πορνείας, αμέσως απόσπασε από εκεί τον νου και ύψωσε τον με βιασύνη στον Θεό. Μην αργοπορήσεις, γιατί η αργοπορία σημαίνει συγκατάθεση.

Ερώτηση: Αν όμως έρθει λογισμός κενοδοξίας, δεν οφείλει ο λογισμός μας να προβάλει αντίλογο;

Απόκριση: Οποιαδήποτε ώρα αντιλέγει κανείς στον λογισμό, εκείνος αμέσως γίνεται πιο ισχυρός και πιο ραγδαίος, γιατί βρίσκει να πει περισσότερες αντιλογίες από εσένα. Επιπλέον το Πνεύμα το άγιο δεν σε βοηθά και τόσο, γιατί παρουσιάζεσαι σαν να καυχιέσαι και να νομίζεις ότι μπορείς μόνος σου να πολεμήσεις τα πάθη. Μάλλον λοιπόν πρέπει να καταφεύγεις στον Θεό.

Όπως εκείνος που έχει πνευματικό πατέρα, στον πατέρα τα αναθέτει όλα και ο ίδιος είναι αμέριμνος, έτσι και εσύ: αφού παρέδωσες τον εαυτό του στον Θεό, καθόλου δεν πρέπει να έχεις φροντίδα για τον λογισμό η να προβάλεις αντίλογο η γενικά να τον αφήσεις να μπει μέσα. Αν όμως μπει, πάρε τον επάνω στον Πατέρα σου λέγοντας στον λογισμό: «Εγώ δεν έχω δουλειά μ΄ εσένα να ο Πατέρας μου, αυτός ξέρει». Και την ώρα που θα τον οδηγείς επάνω, θα σε αφήσει στα μισά του δρόμου και θα φύγει, γιατί δεν μπορεί να έρθει μαζί σου σε εκείνον ούτε να σταθεί μπροστά του.

Από αύτη την πνευματική εργασία ανώτερη και πιο αμέριμνη δεν υπάρχει σε όλη την Εκκλησία.

Ερώτηση: Πως λοιπόν οι Σκητιώτες ευαρέστησαν στον Θεό με το να αντιλέγουν στους λογισμούς;

Απόκριση: Επειδή εκείνοι το έκαναν με απλότητα και φόβο Θεού, γι’ αυτό ο Θεός τους βοηθούσε. Και αργότερα ήρθε σε αυτούς αυτή η εργασία της θεωρίας, επειδή ευδόκησε ο Θεός, για τον μεγάλο τους κόπο και την αγάπη τους προς αυτόν.

Αυτό το διαπίστωσα και εγώ ο ίδιος. Κάποτε, που πήγα στη Σκήτη, επισκέφτηκα έναν άγιο που είχε χρόνια εκεί. Αυτός σηκώθηκε, με ασπάστηκε, και μόλις καθίσαμε, δεν μου είπε τίποτε, άλλα συνέχισε να κάνει το εργόχειρο του χωρίς διόλου να σηκώνει κεφάλι η να με προσέχει. Και εγώ καθόμουν σιωπηλός και αφοσιωμένος στη θεωρία. Έτσι πέρασε η μέρα, και ούτε να φάμε μου είπε, άλλα έμεινε όλη την ήμερα κοιτώντας κάτω και πλέκοντας, αν και είχε έξι μέρες νηστικός.

Την άλλη μέρα κατά τις τέσσερις το απόγευμα γύρισε και με ρώτησε: «Αδελφέ, από που έμαθες αύτη την πνευματική εργασία;» «Εμείς από παιδιά διδαχτήκαμε αυτή την εργασία από τους πατέρες μας», του απάντησα, και αυτός συνέχισε: «Εγώ τέτοια εργασία δεν παρέλαβα από τους πατέρες μου, άλλα όπως με βλέπεις τώρα, έτσι έμεινα όλα τα χρόνια μου: λίγο εργόχειρο και λίγη μελέτη και, όσο μπορώ, να κρατώ καθαρό τον λογισμό μου και να αντιλέγω στους λογισμούς που έρχονταν. Και έπειτα ήρθε το πνεύμα της θεωρίας, χωρίς εγώ να ξέρω και ούτε καθόλου να μάθω ότι μερικοί είχαν τέτοια εργασία». «Εγώ όμως», του είπα, «από παιδί τη διδάχτηκα».

Ερώτηση: Με ποιόν τρόπο οφείλει να έχει τον νου στη θεωρία αυτός που ασχολείται με αυτή;

Απόκριση: Όπως μας διδάσκουν οι άγιες Γραφές: ο Δανιήλ κατά τη θεωρία έβλεπε τον Θεό ως τον “Παλαιό των ήμερων” (τον Προαιώνιο), ο Ιεζεκιήλ τον έβλεπε επάνω σε χερουβικό άρμα, ο Ησαΐας επάνω σε θρόνο ψηλό και μεγαλόπρεπο, ενώ ο Μωυσής πρόσμενε καρτερικά τον αόρατο σαν να τον έβλεπε.

Ερώτηση: Πως μπορεί ο νους να θεωρεί αυτό που ποτέ δεν είδε;

Απόκριση: Ποτέ δεν είδες βασιλιά στον θρόνο του, όπως απεικονίζεται σε πίνακες;

Ερώτηση: Πρέπει όμως ο νους να αναπαριστά τον Θεό;

Απόκριση: Δεν είναι καλύτερο να τον αναπαριστά και να μη δίνει συγκατάθεση στους ακάθαρτους λογισμούς;

Ερώτηση: Μήπως αυτό θεωρηθεί αμαρτία;

Απόκριση: Για την ώρα κράτα αυτό που είδαν και περιέγραψαν οι προφήτες, και το ίδιο το τέλειο έρχεται έπειτα, όπως λέει ο απόστολος: «Τώρα βλέπουμε θαμπά, σαν μέσα από καθρέφτη τότε όμως θα δούμε τον Θεό πρόσωπο με πρόσωπο». Το “τότε” είναι φανερό ότι ο απόστολος το εννοεί μετά τη διάλυση του σώματος ωστόσο, όταν ο λογισμός φτάσει στην τελειότητα, και εδώ βλέπει με παρρησία.

Ερώτηση: Αυτό όμως δεν προκαλεί σάλεμα του νου;

Απόκριση: Αυτό αποκλείεται, αν κανείς αγωνίζεται αληθινά. Εγώ θυμάμαι μια φορά που πέρασα όλη την εβδομάδα και δεν θυμήθηκα άνθρωπο. Και κάποιος άλλος μου διηγήθηκε: «Κάποτε περπατούσα στον δρόμο και είδα δύο αγγέλους να περπατούν μαζί μου από τη μια πλευρά και από την άλλη, και δεν τους έδωσα προσοχή».

Ερώτηση: Γιατί δεν τους έδωσε προσοχή;

Απόκριση: Επειδή, όπως λέει η Γραφή, ούτε άγγελος ούτε πνεύμα θα μπορέσουν να μας χωρίσουν από την Αγάπη του Θεού.

Ερώτηση: Ο νους πάντοτε μπορεί να ασχολείται με τη θεωρία;


Απόκριση: Αν και όχι πάντοτε, όμως όταν ο λογισμός καταδυναστεύεται από τα πάθη, ας μην καθυστερεί να καταφεύγει στον Θεό με τη "θεωρητική προσευχή. Σε βεβαιώνω ότι, αν ο λογισμός φτάσει στην τελειότητα ως προς αυτό το έργο, είναι πιο εύκολο να μετακινήσεις ένα βουνό, παρά να απομακρυνθεί από εκεί ο λογισμός. Όπως δηλαδή ένας φυλακισμένος στο σκοτάδι, όταν απολυθεί και δει το φως, δεν θέλει πια να θυμάται το σκοτάδι, έτσι και ο λογισμός όταν αρχίζει να βλέπει το δικό του φως, δεν θέλει να απομακρυνθεί από αυτό ούτε για λίγο.

Υπόθεση ΚΔ΄ 24 , ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ λόγοι και διδασκαλίες αγίων πατέρων Τόμος Δ΄ 254-258, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ   

Τρεις είναι οι αρετές, τις όποιες όταν δει ο νους να είναι μαζί του, πιστεύει ότι έφτασε στην αθανασία...


Του αββά Ησαΐα

Αν είσαι νέος και δεν έκανες ακόμη την εργασία του σώματος, και ακούσεις για τις υψηλές αρετές των πατέρων, μην ορμίσεις σε αυτές θέλοντας να τις φτάσεις με ανάπαυση. Γιατί δεν έρχονται σ’ εσένα, αν δεν καλλιεργήσεις κατάλληλα το έδαφος, αν όμως το κάνεις αυτό, θα σου έρθουν από μόνες τους.

Τρεις είναι οι αρετές, τις όποιες όταν δει ο νους να είναι μαζί του, πιστεύει ότι έφτασε στην αθανασία: η *διάκριση, το να ξεχωρίζει δηλαδή το ένα από το άλλο, η πρόβλεψη όλων πριν συμβούν, και το να μη συγκατατίθεται σε κάποιον άπρεπο λογισμό.

Υπάρχουν άλλες τρεις αρετές, οι όποιες διαρκώς χορηγούν φως στον νου: το να μη βλέπουμε κακία σε άνθρωπο, το να κάνουμε καλό σε εκείνους που μας κάνουν κακό, και το να υπομένουμε ατάραχα όσα μας έρχονται.

Οι τρεις αυτές αρετές γεννούν άλλες τρεις, μεγαλύτερες από αυτές. Το να μη βλέπουμε κακία σε άνθρωπο γεννά την αγάπη, το να κάνουμε καλό σε εκείνους που μας κάνουν κακό οδηγεί στην απόκτηση της ειρήνης, και το να υπομένουμε ατάραχα όσα μας έρχονται προξενεί την πραότητα, σε αυτές τις αρετές αναπαύεται το Πνεύμα του Θεού.

Είναι και άλλες τέσσερις αρετές που εξαγνίζουν την ψυχή: η σιωπή, η τήρηση των εντολών, η στενόχωρη ζωή και η ταπεινοφροσύνη.

Είναι ακόμη τέσσερις αρετές, τις όποιες ο νους χρειάζεται συνεχώς και οι όποιες τον φυλάγουν: το να πέφτει μπροστά στον Θεό και να προσεύχεται αδιάλειπτα, το να ρίχνει τον εαυτό του μπροστά στον Θεό, το να μην τον νοιάζει για κανέναν άνθρωπο, έτσι ώστε να μην κρίνει κανέναν, και το να γίνει κουφός προς τα πάθη που του μιλούν, δηλαδή προς τους εμπαθείς λογισμούς. Όλα αυτά τα φυλάγει το να αντιστέκεται ο νους στη λησμοσύνη.

Από τέσσερα πράγματα σκοτίζεται η ψυχή: από το να μισήσει τον συνάνθρωπο και να τον περιφρονήσει και να γογγύσει και να φθονήσει.

Η ψυχή ερημώνεται από τα εξής τέσσερα: από το να γυρίζει από τόπο σε τόπο, από το να αγαπήσει τον περισπασμό, από το να ποθήσει τα υλικά και από τη φιλαργυρία.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

 Υπόθεση ΚΔ΄ 24 , ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ λόγοι και διδασκαλίες αγίων πατέρων Τόμος Δ΄ 261-262, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ   

Κυριακή, Απριλίου 13, 2014

Να μην εμπιστεύεται κανείς τον εαυτό του σε τίποτε, αλλά για όλα να συμβουλεύεται τους διακριτικούς πατέρες

Posted 
ΜΙΚΡΟΣ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ
Να μην εμπιστεύεται κανείς τον εαυτό του σε τίποτε,
αλλά για όλα να συμβουλεύεται τους διακριτικούς πατέρες
και να εξομολογείται καθαρά τα μυστικά της καρδιάς του
Από το ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
Επισκεφθήκαμε κάποτε έναν από τους πατέρες και τον ρωτήσαμε: «Αν κάποιος, πού πειράζεται από έναν λογισμό και βλέπει ότι νικιέται, διαβάζει συχνά-πυκνά όσα είπαν οι πατέρες για το λογισμό αυτό και προσπαθεί να τα εφαρμόσει, χωρίς όμως να το κατορθώνει απόλυτα, τι
 
 
 
είναι προτιμότερο, να φανερώσει σε κάποιον από τους πατέρες το λογισμό του ή να προσπαθήσει μόνος του να εφαρμόσει όσα διάβασε και να περιοριστεί στην πληροφορία της δικής του συνειδήσεως»;
            «Έχει υποχρέωση», απάντησε ο γέροντας, «να φανερώσει το λογισμό του σε άνθρωπο πού θα μπορέσει να τον ωφελήσει, και να μη βασιστεί μόνο στον εαυτό του. Γιατί δεν μπορεί κανείς να βοηθήσει τον εαυτό του, όταν μάλιστα ταλαιπωρείται από τα πάθη. Να τι συνέβη σε μένα όταν ήμουνα νέος:
            Είχα ένα ψυχικό πάθος πού με νικούσε. Ακούγοντας λοιπόν ότι ο αββάς Ζήνων είχε θεραπεύσει πολλούς, πού ήταν σε παρόμοια κατάσταση, αποφάσισα να πάω και να του μιλήσω. Ο σατανάς όμως με εμπόδιζε, βάζοντάς μου τη σκέψη: «Αφού ξέρεις τι πρέπει να κάνεις, εφάρμοσε όσα διαβάζεις, γιατί να πας και να ενοχλήσεις το γέροντα;» Κάθε φορά που αποφάσιζα, ωστόσο, να επισκεφθώ το γέροντα και να του μιλήσω, ο πόλεμος του πάθους υποχωρούσε, με τέχνασμα του πονηρού, για να μην πάω. Και όταν έπαιρνα την απόφαση να μην πάω, κυριευόμουνα πάλι από το πάθος. Σ΄ αυτή την παγίδα μ΄ έριχνε πολύ καιρό ο εχθρός, πού δεν ήθελε να φανερώσω το πάθος στο γέροντα. Αλλά και πολλές φορές, που πήγα αποφασισμένος να του πω το λογισμό μου, ο εχθρός δεν με άφηνε, γεννώντας μέσα στη καρδιά μου ντροπή και λέγοντάς μου μυστικά:
            «Αφού ξέρεις πως πρέπει να θεραπευθείς, τι χρειάζεται να μιλήσεις σε κάποιον σχετικά; Άλλωστε εσύ δεν αδιαφορείς για τον εαυτό σου. Ξέρεις τι είπαν οι Πατέρες». Αυτά μου έβαζε στο νου ο αντίπαλος, για να μη φανερώσω το πάθος στο γιατρό και θεραπευθώ.
            Ο γέροντας, από την άλλη μεριά, ενώ καταλάβαινε ότι είχα λογισμούς, δεν μου έκανε παρατήρηση, περιμένοντας να τους φανερώσω ο ίδιος. Με δίδασκε μόνο για τον σωστό τρόπο ζωής, και με άφηνε να φύγω.
Κάποτε όμως, γεμάτος θλίψη, είπα μέσα μου: «Ως πότε, ταλαίπωρη ψυχή μου, δεν θα θέλεις να γιατρευθείς; Άλλοι έρχονται στο γέροντα από μακριά και θεραπεύονται, κι εσύ δεν ντρέπεσαι, να έχεις κοντά σου το γιατρό και να μη γίνεσαι καλά;» Ζεστάθηκε έτσι η καρδιά μου και είπα μέσα μου: «Ας πάω στο γέροντα, κι αν δεν βρω κανέναν (άλλον) εκεί, θα καταλάβω πως είναι θέλημα Θεού να του αποκαλύψω το λογισμό μου». Πράγματι, πήγα και δεν βρήκα κανέναν.
            Ο γέροντας, όπως συνήθιζε, με νουθέτησε γύρω από τη σωτηρία της ψυχής και για το πώς θα καθαρθεί κανείς απ΄ τους ρυπαρούς λογισμούς. Εγώ από ντροπή δεν του φανέρωσα πάλι τίποτα, κι ετοιμαζόμουνα να φύγω. Σηκώθηκε, έκανε ευχή και με ξεπροβόδιζε, βαδίζοντας μπροστά μου, ως την εξώπορτα. Τον ακολουθούσα από κοντά, ενώ με βασάνιζαν οι λογισμοί: Να μιλήσω ή να μη μιλήσω στο γέροντα;
            Εκείνος στράφηκε, είδε πόσο βασανιζόμουν από τους λογισμούς, με χτύπησε στο στήθος και μου είπε:
            - «Τι έχεις; Άνθρωπος είμαι κι εγώ!».
            Μόλις είπε αυτά τα λόγια, νόμισα πώς η καρδιά μου ανοίχτηκε.
            Πέφτω με το πρόσωπο στα πόδια του, παρακαλώντας τον με δάκρυα:
            - «Ελέησέ με!».
            - «Τι έχεις;», μου λέει ο γέροντας.      
            - «Δεν ξέρεις τι έχω;», αποκρίθηκα.
            - «Εσύ πρέπει να το πεις!», είπε εκείνος.
            Τότε λοιπόν, με πολλή ντροπή, του εξομολογήθηκα το πάθος μου. Και μου λέει:
            - «Γιατί ντρεπόσουνα να μου το πεις τόσον καιρό; Δεν είμαι κι εγώ άνθρωπος; Θέλεις λοιπόν να σου φανερώσω αυτό που ξέρω; Δεν έχεις ήδη τρία χρόνια, που έρχεσαι εδώ μ΄ αυτούς τους λογισμούς, και δεν τους αναφέρεις»;
            Το ομολόγησα, κι έπεσα πάλι μπροστά του, παρακαλώντας τον:
            - «Ελέησέ με, για τον Κύριο!»
            - «Πήγαινε», μου είπε, «μην παραμελείς την προσευχή σου και μην κατακρίνεις κανέναν».
            Πήγα πράγματι στο κελί μου και αφοσιώθηκα με επιμέλεια στην προσευχή μου. Με τη χάρη του Χριστού και τις ευχές του γέροντα, ποτέ πιά δεν ενοχλήθηκα από το πάθος εκείνο.

Είπε ο αββάς Αντώνιος:
  Ξέρω μοναχούς, πού έπεσαν μετά από πολλούς ασκητικούς κόπους κι έφτασαν ως την παράκρουση, επειδή στήριξαν τις ελπίδες τους μόνο στον αγώνα τους και δεν έδωσαν σημασία στην εντολή Εκείνου, που είπε: «Επερώτησον τον πατέρα σου, και αναγγελεί σοι, τους πρεσβυτέρους σου, και ερουσί σοι» (Δευτ. 32:7).
Είπε ο αββάς Μωυσής:
Ο μοναχός που έχει πνευματικό πατέρα, δεν έχει όμως υπακοή και ταπείνωση, και αυτόβουλα νηστεύει ή κάνει οτιδήποτε άλλο που θεωρεί καλό, δεν θ΄ αποκτήσει ποτέ καμιάν αρετή ούτε ξέρει τι είναι μοναχός.
 Ένας γέροντας είπε:
Αν σ΄ ενοχλούν ακάθαρτοι λογισμοί, μην τους κρύψεις, αλλά πές τους αμέσως στον πνευματικό σου πατέρα και έλεγξέ τους. Γιατί όσο κρύβει ο άνθρωπος τους λογισμούς του, τόσο πληθαίνουν και δυναμώνουν. Όπως δηλαδή το φίδι, μόλις βγει από τη φωλιά του, αμέσως φεύγει, έτσι και ο πονηρός λογισμός, μόλις φανερωθεί, αμέσως χάνεται. Και όπως το σκουλήκι τρώει το ξύλο, έτσι και ο πονηρός λογισμός αφανίζει την καρδιά. Όποιος φανερώνει τους λογισμούς του, γρήγορα θεραπεύεται. Όποιος όμως τους κρύβει, πάσχει από υπερηφάνεια.
Του αββά Ισαάκ
Αδελφέ, αν σφάλεις σ΄ ένα πράγμα, μην πεις ψέματα από ντροπή, αλλά βάλε μετάνοια λέγοντας (στον πλησίον), «Συγχώρεσέ με», και το σφάλμα σου εξαφανίζεται. Μην έχεις άλλα στο στόμα σου και άλλα στην καρδιά σου, γιατί ο Θεός δεν εμπαίζεται, όλα τα βλέπει, και τα κρυφά και τα φανερά. Κάθε λογισμό λοιπόν και κάθε θλίψη και κάθε θέλημά σου και κάθε υποψία σου μην τα κρύψεις, αλλά φανέρωσέ τα ελεύθερα στο γέροντά σου. Και ό,τι ακούς απ΄ αυτόν, φρόντιζε να το εφαρμόζεις με πίστη. Έτσι ο πόλεμος γίνεται ελαφρότερος. Γιατί χαρά αλλού δεν βρίσκουνε τα πονηρά πνεύματα, παρά στον άνθρωπο πού κρατάει κρυφούς τους λογισμούς του, είτε είναι καλοί είτε κακοί.
Παράδωσε την καρδιά σου στην υπακοή των πατέρων σου, και η χάρη του Θεού θα κατοικήσει μέσα σου. Μη θεωρείς τον εαυτό σου συνετό, για να μην πέσεις στα χέρια των εχθρών σου. Το να σωπαίνεις και να μην εξαγορεύεις τους λογισμούς σου, δείχνει ότι ζητάς την τιμή του κόσμου και την άθλια δόξα του. Εκείνος όμως πού έχει το θάρρος να εξαγορεύει τους λογισμούς του στους πατέρες του, τους διώχνει μακριά του. Πάντα να παίρνει τη συμβουλή των πατέρων σου, και θα είσαι σ΄ όλη σου τη ζωή αναπαυμένος.
Του αββά Κασσιανού
Δείγμα αληθινής ταπεινώσεως είναι το να φανερώνουμε στους πατέρες όχι μόνο όσα κάνουμε, αλλά και όσα σκεφτόμαστε. Γιατί αυτός ο τρόπος προετοιμάζει το μοναχό για να βαδίσει το σωστό δρόμο χωρίς βλάβη και εμπόδιο. Είναι αδύνατον σ΄ εκείνον πού ρυθμίζει τη ζωή του σύμφωνα με την κρίση και τη γνώμη των προχωρημένων πατέρων, να πέσει σε απάτη των δαιμόνων. Και αυτή καθεαυτή, άλλωστε, η φανέρωση και η αποκάλυψη στους πατέρες των πονηρών σκέψεων, τις μαραίνει και τις εξασθενίζει. Όπως το φίδι, όταν το βγάλεις από μια σκοτεινή τρύπα στο φως, τρέχει για να σωθεί και να εξαφανιστεί, έτσι και οι πονηροί λογισμοί, όταν φανερωθούν με την ειλικρινή ομολογία και εξαγόρευση, φεύγουν από τον άνθρωπο.
Δεν υπάρχει λοιπόν άλλη οδός σωτηρίας από την εξαγόρευση των λογισμών στους πατέρες και τη μη καταφρόνηση της παραδόσεως των προγόνων. Γιατί και αυτοί δεν κινήθηκαν από τη δική τους θέληση, αλλ΄ από το Θεό και τις θεόπνευστες Γραφές για να παραδώσουν στους μεταγενέστερους (αυτή τη συνήθεια), το να συμβουλεύονται (δηλαδή) τους προοδευμένους (στην αρετή). Αυτό μπορούμε να το μάθουμε και από πολλά άλλα μέρη της θεόπνευστης Γραφής, προπαντός όμως από την ιστορία του αγίου Σαμουήλ του προφήτη. Αυτός, αν και (αφιερώθηκε) από νήπιο στο Θεό από τη μητέρα του και αξιώθηκε να συνομιλεί με το Θεό, δεν πίστεψε στο λογισμό του. Μολονότι μία και δύο φορές τον κάλεσε ο Θεός, τρέχει προς τον γέροντα Ηλεί, παίρνει οδηγίες απ΄ αυτόν και τον συμβουλεύεται πώς ν΄ αποκρίνεται στο Θεό (Α΄Βασ. 3:9). Και εκείνον, πού τον διάλεξε ο Θεός σαν άξιό Του, θέλει με τους κανόνες και τη διδαχή του γέροντα να καθοδηγείται, κι έτσι να οδηγηθεί στην ταπείνωση. Μά και τον Παύλο, πού τον κάλεσε ο ίδιος ο Χριστός και συνομίλησε μαζί του, ενώ μπορούσε αμέσως να του ανοίξει τα μάτια και να του δείξει την οδό της τελειότητος, τον στέλνει στον Ανανία και τον βεβαιώνει ότι θα μάθει απ΄ αυτόν την οδό της αλήθειας, λέγοντας: «Είσελθε είς την πόλιν, και λαληθήσεταί σοι τι σε δεί ποιείν» (Πράξ. 9:6). Με τούτα μας διδάσκει ν΄ ακολουθούμε τις οδηγίες των προοδευμένων. Αφού και ο ίδιος ο απόστολος το διδάχθηκε αυτό, το εκπλήρωνε έπειτα με τα έργα του, εφόσον γράφει για τον εαυτό του: «Ανήλθον είς Ιεροσόλυμα ιδείν Πέτρον και Ιάκωβον, και ανεθέμην αυτοίς το ευαγγέλιον ό κηρύσσω, μήπως είς κενόν τρέχω ή έδραμον» (πρβλ. Γαλ. 1:18-19, 2:2). Αλίμονο! Το «σκεύος της εκλογής», αυτός που ανυψώθηκε ως τον τρίτο ουρανό και άκουσε από τον ίδιο το Θεό «άρρητα ρήματα», αυτός, πού πάντα τον συνόδευε η χάρη του Αγίου Πνεύματος, βεβαιώνοντας το λόγο της διδαχής του με τα θαύματα που ακολουθούσαν, αυτός ομολογεί πώς είχε ανάγκη από τις συμβουλές των αποστόλων πού προηγήθηκαν. Ποιος λοιπόν είναι τόσο αλαζόνας και υπερήφανος, ώστε να μη φρίττει ακούγοντας αυτά, και να μη φοβάται ν΄ ακολουθεί τη γνώμη του όπως φοβάται τη φωτιά της γέεννας και την αιώνια κόλαση; Γιατί σε κανέναν ο Κύριος δεν αποκαλύπτει το δρόμο της τελειότητος, παρά μόνο αν οδηγηθεί σ΄αυτόν από πνευματικούς πατέρες. Όπως μας παραγγέλλει και με το στόμα του προφήτη:
«Επερώτησον τον πατέρα σου, και αναγγελεί σοι, τους πρεσβυτέρους σου, και ερουσί σοι» (Δευτ. 32:7).
Από τον άγιο Βαρσανούφιο
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Ιωάννη τον προφήτη: Για όλους τους λογισμούς, πού ξεφυτρώνουν στην καρδιά μου, πρέπει να ρωτάω τους γέροντες;
Δεν είναι ανάγκη, απάντησε ο γέροντας, να ρωτάει κανείς για όλους τους λογισμούς που περνούν από την καρδιά, γιατί φεύγουν και χάνονται. Να ρωτάει μόνο γι΄ αυτούς τους λογισμούς που επιμένουν και πολεμούν. Συμβαίνει, θα λέγαμε, με τους λογισμούς ό,τι και με έναν άνθρωπο, πού βρίζεται από πολλούς, αλλ΄ αγνοεί και προσπερνάει τις ύβρεις. Τότε δεν κάνει καμιάν ενέργεια. Αν όμως κάποιος (από τους υβριστές του) στραφεί εναντίον του και τον πολεμήσει, τότε τον καταγγέλλει στις αρχές. Έρχεται δηλαδή στον άρχοντα και υποβάλλει μήνυση εναντίον εκείνου πού τον πολέμησε. Έτσι γίνεται και με τους λογισμούς: Πρέπει να κάνουμε στους γέροντες εξαγόρευση εκείνων μονάχα πού μας πολεμούν ή μένουν μέσα μας πολύν καιρό.
 
πηγή   το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...