ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
12 Αυγούστου 2007
Κάθε μέρα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, προσευχόμαστε καὶ λέμε τὸ Πάτερ ἡμῶν. Λέμε,
λοιπόν, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου. Τί εἶναι ὅμως αὐτὴ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μᾶς τὸ λέγει ἐδῶ
παραβολικῶς ὁ Χριστός μας στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Ὡμοιώθη, μοιάζει, λέγει ἡ Βασιλεία τοῦ
Θεοῦ μὲ ἕναν βασιλέα ποὺ ζήτησε λογαριασμὸ ἀπὸ τοὺς δούλους του. Φανερὸ εἶναι ἐδῶ ὅτι
ὁμιλεῖ γιὰ τὴν μέλλουσα Κρίση κατὰ τὴν ὁποία ὅλοι θὰ δώσουμε λόγο στὸ Χριστὸ γιὰ ὅσα
Ἐκεῖνος μᾶς ἐμπιστεύθηκε. Πῶς θὰ μᾶς κρίνει; Ἐπιφυλάσσει ἄραγε ὀργὴ καὶ κακία γιὰ τὴν
ἡμέρα ἐκείνη; Μοιάζει μὲ δικαστήριο ἀνθρώπινο, θυμίζει κοσμικοὺς ὑπολογισμούς; Ὄχι, ἀλλὰ
ὡμοιώθη ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ ἐκεῖνον τὸν Βασιλέα ποὺ χάρισε τὸ δάνειο μυρίων
ταλάντων (ἀμύθητου ποσοῦ )στὸ δοῦλο ἐκεῖνο ποὺ τὸν παρακαλοῦσε νὰ μὴ τιμωρηθῆ ἐκεῖνος,
νὰ μὴ πωληθοῦν ἡ γυναίκα καὶ τὰ παιδιά του, «μακροθύμησον Κύριε καὶ θὰ στὰ ξεπληρώσω».
Καὶ ὁ καλὸς Βασιλιὰς ὄχι μόνο τὸν ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν τιμωρία ἀλλὰ τοῦ χαρίζει ὅλο τὸ
ὀφειλόμενο ποσόν. Εἶναι λοιπὸν Βασιλεία ἀγάπης, εὐσπλαχνίας καὶ συγχωρητικότητος. Ὁ
δοῦλος ἐκεῖνος ὅμως ἀποδεικνύεται τελικὰ πονηρὸς καὶ ἀνάξιος νὰ γίνη μέτοχος τῆς χαρᾶς τῆς
Βασιλείας . Ἀφοῦ ἔλαβε γιά τόν ἑαυτό του τήν ἄφεσι, βρίσκει ἕνα σύνδουλό του ποὺ τοῦ
χρώσταγε ἕνα ἑκατοστάρικο. Τὸν κράτησε καὶ τὸν ἔπνιγε λέγοντας δός μου ὅ,τι ὀφείλεις. Καὶ
ἐνῶ ὁ σύνδουλός του τὸν παρακαλοῦσε μὲ τὰ ἴδια ἀκριβῶς λόγια ποὺ καὶ ἐκεῖνος προηγουμένως
εἶχε πεῖ στὸν ἴδιο τὸν Βασιλέα, «μακροθύμησον ἐπ’ἐμοί...», ὁ πονηρὸς δοῦλος δὲν ἔδειξε
παρόμοια εὐσπλαχνία ἀλλὰ ἔβαλε τὸν σύνδουλό του στὴ φυλακή. Ὅταν τὰ ἔμαθε αὐτὰ ὁ
βασιληᾶς, τὸν κάλεσε καὶ τοῦ εἶπε « δοῦλε πονηρέ, μὲ παρεκάλεσες καὶ σοῦ ἄφησα ὅλο ἐκεῖνο
τὸ χρέος. Δὲν ἔπρεπε καὶ σὺ νὰ ἐλεήσεις τὸν σύνδουλό σου ὅπως καὶ ἐγὼ σὲ ἐλέησα;» Καὶ τὸν
παρέδωσε τότε στοὺς βασανιστὲς νὰ τιμωρηθῆ γιὰ ὅ,τι χρωστοῦσε. Ἐνῶ ὁ βασιλέας
παραιτήθηκε κατὰ κάποιο τρόπο ἀπὸ τὸ δικαστικό του δικαίωμα, ὁ πονηρὸς δοῦλος
συμπεριφέρθηκε μὲ σκληρότητα ἄτεγκτου κριτὴ πρὸς τὸν συνάνθρωπό του. Αὐτὴ ἡ στάση ζωῆς
εἶναι ποὺ τοῦ στέρησε τὴ συμμετοχὴ στὴ χαρὰ τῆς Βασιλείας.
Στὴ θεία λειτουργία, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἀκοῦμε τὰ ἱερὰ λόγια πού μᾶς προτρέπουν:
«Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν...». Γιὰ νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη
μας εἰς Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα πρέπει νὰ ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους. Καὶ αὐτὸ σημαίνει
εἰδικότερα, νὰ συγχωρήσωμε ὅσους μᾶς ἔχουν βλάψει. Εἶναι βασικὴ προϋπόθεση αὐτὸ γιὰ νὰ
συμμετέχουμε στὸ Ποτήριον τῆς Ζωῆς, νὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς θείας λειτουργίας. Γιατί τί εἶναι
ἀδελφοί μου ἡ θεία λειτουργία, εἶναι ἁπλῶς μία θρησκευτικὴ τελετὴ ἢ κάτι περισσότερο; Εἶναι,
ὅπως ἐξηγοῦν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἡ φανέρωσις τῆς ἐρχομένης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς Δευτέρας
καὶ ἐνδόξου του Χριστοῦ Παρουσίας καὶ τῆς ζωῆς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος ποὺ προσδοκοῦμε.
Ἄραγε τὸ προσδοκοῦμε; Ἂν ὄντως προσδοκοῦμε ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος
αἰῶνος, ἂν πράγματι λέμε μὲ τὴν καρδιά μας στὸ Πάτερ ἡμῶν «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου», νὰ
παραδεχώμαστε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ – γενηθήτω το θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς –
καὶ τὸ θέλημά Του εἶναι ἡ καταλλαγὴ , ἡ ἀγάπη, ἡ συγχώρησις. Καὶ βασικὴ προϋπόθεσις νὰ
λάβουμε τὴ συγχώρησι ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες εἶναι νὰ συγχωρήσουμε κι ἐμεῖς ὅσους μας
ἔχουν βλάψει. Καὶ ἅφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν.
Τί σημαίνει ὅμως συγχωρῶ; Δὲ σημαίνει, ἀδελφοί μου, αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ κόσμος , συγχωρῶ ἀλλὰ
δὲ λησμονῶ. Ὁ Χριστός μας ἐδῶ εἶναι κατηγορηματικός: Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος
θὰ κάνει μ’ ἐσᾶς ἐὰν – κι ἐδῶ νὰ προσέξουμε ἰδιαίτερα – ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ
αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν. Ἡ συγχώρησις ἢ γίνεται μὲ ὅλη μας
τὴν καρδιὰ ἢ δὲν γίνεται συγχώρησις. Κι ἂν δὲν λησμονονοῦμε, τότε θυμόμαστε τὸ κακὸ πού
μᾶς ἔκαναν καὶ ἀποβαίνουμε μνησίκακοι. Γράφει ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης : Σᾶς
παρακαλῶ, νὰ ἀποφεύγωμε τὸ πονηρὸν τοῦτο καὶ ἀσυγχώρητον ἁμάρτημα τῆς μνησικακίας.
Καὶ ἂν θὲς νὰ μάθης ὅτι χειρότερη ἀπὸ κάθε ἄλλη ἁμαρτία εἶναι ἡ τύφλωσις τῆς μνησικακίας,
ἄκουσε. Κάθε ἁμαρτία ἐκτελεῖται μέσα σὲ λίγα λεπτὰ τῆς ὥρας, καὶ γρήγορα τελειώνει π.χ.
κάποιος πορνεύει καὶ μετὰ καταλαβαίνει τὸ μέγεθος τῆς ἁμαρτίας, ἔρχεται σὲ συναίσθηση τί
ἔκανε καὶ μετανοεῖ, ἐνῶ ἡ μνησικακία διατηρεῖ μία ἀκατάπαυστη πληγή σἄν φλεγμονή. Ὅπου
εἶναι ριζωμένη ἡ μνησικακία, ἐκεῖ τίποτε δὲν ὠφελεῖ, οὔτε νηστεία, οὔτε προσευχή, οὔτε δάκρυα,
οὔτε ἐξομολόγησις, οὔτε δέησις, οὔτε παρθενία, οὔτε ἐλεημοσύνη, οὔτε καμμία ἄλλη ἀρετή, ὅλα
τὰ καταστρέφει ἡ μνησίκακος στάσις πρὸς τὸν ἀδελφό. Καὶ τελειώνει ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ
Σιναΐτης λέγοντας: Ἀκούω πολλὲς φορὲς πολλοὺς νὰ λένε. Ἀλλίμονο, πῶς μπορῶ νὰ σωθῶ; Νὰ
νηστέψω δὲν μπορῶ , οὔτε νὰ κάνω ἀγρυπνία, οὔτε νὰ παραμείνω παρθένος, οὔτε νὰ
ἀναχωρήσω ἀπὸ τὸν κόσμο. Πῶς νὰ σωθῶ; Πῶς; Ἐγώ σοῦ λέγω: Ἅφες καὶ ἀφεθήσεταί σοι... ἰδοὺ
μία ὁδὸς σύντομος πρὸς σωτηρίαν. Καὶ θὰ σοῦ δείξω κι ἄλλη.Ποίαν; Μή κρίνετε, λέγει, και οὐ
μή κριθῆτε. Νά κι ἄλλη ὁδὸς χωρὶς νηστείας καὶ ἀγρυπνίας καὶ κόπου... Γιατί αὐτὸς ποὺ κρίνει
πρὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ παρουσίας εἶναι Ἀντίχριστος διότι τὸ ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ ἁρπάζει ....» Νὰ,
ἀδελφοί μου, σὲ ποιὰ δεινὴ θέση πονηροῦ καὶ ἀντίχριστου περιπίπτουμε ἐὰν δὲν συγχωροῦμε
ἀπὸ καρδίας τοὺς ἀδελφούς μας.
Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἀδελφοί, γιὰ νὰ ἔχουμε τὴ χαρὰ τοῦ Χριστοῦ πεπληρωμένην.
Γιὰ νὰ ἀναμένουμε μὲ χαρὰ τὴν Παρουσία Του ἀναφωνώντας μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων. Ναί,
ἔρχου Κύριε Ἰησοῦ! ΑΜΗΝ
π. Νικόλαος Γαρυφάλλου