«…νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων»
Ἡ ἔναρξη τῆς Θείας Λειτουργίας γίνεται μέ τήν ἐκφώνηση τοῦ ἱερουργοῦ γιά τή δοξολόγηση τῆς Βασιλείας τοῦ Πατρός και τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτελεύτητους αἰῶνες. Ἔχει ἰδιαίτερη σημασία τό τέλος τῆς ἐκφώνησης, πού προτρέπει ἡ δοξολόγηση νά πραγματοποιεῖται «νῦν καί ἀεί», τώρα καί πάντοτε. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία χαρακτηρίζεται ἀπό πολλούς ὡς «παραδοσιακή» μέ τήν ἔννοια πώς εἶναι προσκολλημένη στό παρελθόν μ’ ἕνα στεῖρο καί ὀπισθοδρομικό τρόπο. Εἶναι δηλαδή προσηλωμένη σέ παλιές καί ξεπερασμένες ἀντιλήψεις καί πρακτικές καί ἔτσι στέκεται ἐμπόδιο στήν πρόοδο καί γενικῶς στό καινούργιο, πού ἔρχεται. Στήν κατηγορία αὐτή ὑπάρχει μία παρεξήγηση, πού ἀδικεῖ τήν ἀλήθεια.
Βεβαίως ἡ Ἐκκλησία εἶναι «παραδοσιακή» καί τοῦτο, γιατί στό παρελθόν βρίσκονται οἱ «ρίζες» καί τά «θεμέλιά της». Ἐκεῖ γιά πρώτη φορά διατυπώθηκαν καί θεμελιώθηκαν οἱ ἀλήθειές της καί ἑπομένως δέν εἶναι δυνατόν νά τό ἀρνηθεῖ ἤ νά τό ὑποτιμήσει αὐτό τό παρελθόν της. Θεμελιωμένη σ’ αὐτό τό θησαυρό τοῦ παρελθόντος της ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀντιμετωπίζει τό «νῦν», δηλαδή τό παρόν καί πρσβλέπει στό «ἀεί», πού εἶναι καί ἡ ἐσχατολογική προοπτική της. Ἄλλωστε μέ τόν τρόπο αὐτό βιώνεται ἡ αἰώνια ἀλήθειά της καί ἐπαληθεύεται μέσα στήν καθημερινότητα πώς ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή ὁ Ἀρχηγός, ὁ Κυβερνήτης της, εἶναι: «Χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας». (1) Δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἴδιος χτές, σήμερα καί γιά πάντα.
Κάμνει ἐντύπωση πώς ὁ λειτουργικός χρόνος, δηλαδή ὁ χρόνος στήν ἐκκλησιαστική λατρευτική πράξη, δέ λειτουργεῖ μέ τή συμβατική διάκριση σέ παρελθόν, παρόν καί μέλλον, ἀλλά ὡς «συμπεπυκνωμένος λειτουργικός χρόνος». Αὐτό ὑποβοηθᾶ τόν πιστό νά ζεῖ τά γεγονότα τοῦ παρελθόντος ὡς παρόντα καί σημερινά καί νά προγεύεται τά ἐρχόμενα τοῦ μέλλοντος. Ἔτσι δίδεται ἡ αἴσθηση τῆς αἰωνιότητας, πού εἶναι τό συνεχές καί διαρκές παρόν. Ἐντυπωσιακές εἶναι σέ πολλά λατρευτικά κείμενα οἱ ἐνεστωτικές ἐκφράσεις μέ τή διατύπωση τοῦ «σήμερον». Στό ἐκκλησιαστικό ἔτος τά γεγονότα τοῦ παρελθόντος, κατά ἕνα τρόπο, τά ζοῦμε ὡς σημερινά. Ἐνδεικτικά στίς μεγάλες ἑορτές ἀκούγεται: «σήμερον ὁ Χριστός ἐν Βηθλεέμ γεννᾶται…..», «σήμερον τῶν ὑδάτων ἁγιάζεται ἡ φύσις….», «σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου…» κ.τλ. Τά παρελθόντα γίνονται παρόντα, ὡσάν νά τελοῦνται «νῦν» - τώρα. Ἀλλά καί ἐκεῖνα, πού θά συμβοῦν στό μέλλοντα αἰῶνα, στά ἔσχατα, ὁ λειτουργικός χρόνος τά προετοιμάζει καί δίδει μιά «πρόγευσή» τους. Ἰδιαίτερα ἡ μετοχή καί κοινωνία τοῦ πιστοῦ στό μυστήριο τῆς Θείας Μεταλήψεως, τοῦ προσφέρει τή δυνατότητα «τοῦ ἀρραβῶνος τῆς μελλούσης ζωῆς καί Βασιλείας», ὅπως χαρακτηριστικά ἀναφέρεται στή σχετική ἀκολουθία. Ἔχει δηλαδή ὁ πιστός στό μυστήριο αὐτό μία «γεύση», ἐμπειρία, βίωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα ἄλλωστε καί μέ τή διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ πώς εἶναι δυνατόν νά εἶναι καί «ἐντός ἡμὼν», μέσα μας καί γύρω μας ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τό «νῦν» καί τό «σήμερον» μέσα στή λατρευτική ζωή, ἐπειδή δέ δηλώνουν ἁπλῶς μόνο τό παρόν, ἀλλά ἐμπεριέχουν μέσα τους κάτι καί ἀπό τό παρελθόν καί κάτι ἀπό τό μέλλον, ἔχουν βαρύτητα ἀπό ἐκκλησιαστική ἄποψη. Κατά τήν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική θεώρηση τό «ἀεί», τό πάντοτε, κερδίζεται ἀπό τό κατά πόσον κάνουμε καλή χρήση καί ἀξιοποίηση τοῦ «νῦν», τοῦ ἐδῶ καί τώρα. Ἀπό τό «νῦν» χάνεται ἤ κερδίζεται τό «ἀεί», τό διαρκές παρόν, πού εἶναι ἡ αἰωνιότητα. Ἡ παροῦσα στιγμή, ὁ παρών χρόνος, ἡ παροῦσα ζωή καί ὁ παρών κόσμος δέν ὑποτιμῶνται ἀπό τούς πιστούς. Ἀντίθετα ἔχουν καθοριστική σημασία καί νοηματοδοτοῦν τήν ὅλη ἀνθρώπινη πορεία τους πάνω στή γῆ. Εἶναι ἐν προκειμένῳ χαρακτηριστικό τό αἴτημα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ στόν Πατέρα Του γιά τούς μαθητές Του: «Οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρης αὐτούς ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλ’ ἵνα τηρήσης αὐτούς ἐκ τοῦ πονηροῦ».(2) Σέ παρακαλῶ, ὄχι νά τούς πάρεις ἀπό τόν κόσμο, ἀλλά νά τούς προστατέψεις ἀπό τό διάβολο. Ἀλλά καί τά ἁγιογραφικά κείμενα εἶναι διαφωτιστικά γιά τή σημασία τοῦ «νῦν» καί τοῦ ἐδῶ καί τώρα : «Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρας σωτηρίας», νά τώρα εἶναι ὁ καιρός τῆς Χάρης, τώρα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς σωτηρίας (3). Καί τό: «Νῦν γάρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἤ ὅτε ἐπιστεύσαμεν», γιατί τώρα ἡ τελική σωτηρία βρίσκεται πιό κοντά μας, παρά τότε πού πιστέψαμε (4).
Εἶναι, λοιπόν, βασική ἀλήθεια τῆς πίστης μας, πώς «τό ἐδῶ» ὡς χῶρος καί τό «τώρα» ὡς χρόνος, συνθέτουν καί πλάθουν τήν ἱστορία τῆς παρούσης ζωῆς, ἀλλά καί τήν προσωπική ζωή τοῦ καθενός. Τό «ἐδῶ» καί τό «τώρα» προδικάζουν ἀποφασιστικά τήν αἰώνια κατάληξή μας. Αὐτά τά δύο ἀποτελοῦν πολύτιμα κεφάλαια γιά τή ζωή, τήν πρόοδο καί τή σωτηρία τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Προσφέρονται ὡς ὕψιστα προσωπικά δῶρα τοῦ Θεοῦ σέ κάθε ἄνθρωπο, γιά νά μπορεῖ νά ἐπιτύχει καί τόν ἐπίγειο, ἀλλά καί τον οὐράνιο προορισμό του. Κατά τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ τό πρόσκαιρο καί τό αἰώνιο, τό «νῦν» καί τό «ἀεί» συνυπάρχουν καί ἀλληλοπεριχωροῦνται. Τό «νῦν» προετοιμάζει το «ἀεί» καί τό «ἀεί» νοηματοδοτεῖ τό «νῦν». Ὅλα τά τῆς ἐδῶ ζωῆς γιά τό πιστό μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ λειτουργοῦν ὑπό τό πρῖσμα τῆς αἰωνιότητας. (5)
(1) Ἑβραίους 13, 8
(2) Ἰωάννου 17, 15
(3) Β᾿ Κορινθίους 6 , 2
(4) Ρωμαίους 13, 11
(5) Ἐπιλεκτικές περικοπές ἀπό τά βιβλία:
(α) «Ἡ θεολογική μαρτυρία τῆς Ἐκκλησιαστικῆς λατρείας» τοῦ π. Γ. Μεταλληνου
(2) Ἰωάννου 17, 15
(3) Β᾿ Κορινθίους 6 , 2
(4) Ρωμαίους 13, 11
(5) Ἐπιλεκτικές περικοπές ἀπό τά βιβλία:
(α) «Ἡ θεολογική μαρτυρία τῆς Ἐκκλησιαστικῆς λατρείας» τοῦ π. Γ. Μεταλληνου