Ἡ Κυριακή τῆς Τυρινῆς εἶναι ἡ πύλη πού μᾶς εἰσάγει στό στάδιο τῶν ἀρετῶν, στήν πνευματικότερη περίοδο τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους, τήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ἤ, καλύτερα, εἶναι ἡ πύλη πού μᾶς εἰσάγει στόν Παράδεισο. Διότι σκοπός τῶν πνευματικῶν ἀγώνων τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι ἀκριβῶς ἡ κατάκτηση τοῦ Παραδείσου. Γι᾿ αὐτόν τό λόγο ἡ Κυριακή τῆς Τυρινῆς ἔχει ὡς περιεχόμενό της τήν ἀνάμνηση τῆς ἐξορίας τῶν Πρωτοπλάστων ἀπό τόν Παράδεισο. Ἕνα περιεχόμενο θλιβερό! Στούς ὕμνους τῆς ἡμέρας ἀντηχεῖ ὁ θρῆνος τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. «Ἐκάθισεν Ἀδάμ ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου καί τήν ἰδίαν γύμνωσιν θρηνῶν ὠδύρετο». Ὁ Ἀδαμιαῖος θρῆνος εἶναι θρῆνος ὅλης τῆς κτίσεως. Μᾶς ὑπενθυμίζει τί εἴχαμε καί τί χάσαμε! Μᾶς παρακινεῖ νά χύσουμε δάκρυα πικρά καί νά πενθήσουμε. Νά πονέσουμε βαθιά πού προσβάλαμε τόν πολυεύσπλαχνο Κύριο καί νά τόν ἱκετεύσουμε λέγοντας: «Ἐλεήμων, ἐλέησόν με τόν παραπεσόντα»!
Μέσα σ᾿ αὐτήν τήν προοπτική τῆς ἐπιστροφῆς στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα καί τῆς ἀναβάσεως γιά τήν κατάκτηση τοῦ Παραδείσου τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα μᾶς ὑποδεικνύει τόν ἀνηφορικό δρόμο πού καλούμαστε μέ αὐταπάρνηση νά ἀκολουθήσουμε, τή θεία κλίμακα τῶν ἀρετῶν πού καλούμαστε μέ προθυμία νά ἀνεβοῦμε. Τρία σκαλοπάτια αὐτῆς τῆς κλίμακος προβάλλουν ἐνώπιόν μας: Ἡ συγχώρηση, ἡ νηστεία καί ὁ ἀληθινός θησαυρισμός τῆς ψυχῆς.
Ἡ συγχώρηση εἶναι τό πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἀνόδου μας πρός τό Θεό, τό δυσκολότερο ἴσως, ἀλλά καί τό πιό ἀποφασιστικό. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι γιά νά εἰσέλθουμε στόν Παράδεισο εἶναι ἀναγκαῖο νά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας. Πῶς, ὅμως, θά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας; Γιά νά μᾶς δοθεῖ ἡ συγχώρηση, εἶναι ἀπαραίτητο νά συγχωρήσουμε κι ἐμεῖς αὐτούς πού μᾶς ἔφταιξαν. Ὁ Κύριος δίνει τόσο μεγάλη σημασία στή συγχώρηση πού τήν θέτει ὡς ὅρο, γιά νά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας: «Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος». Καί γιά νά δείξει πόσο ἀπόλυτη ἰσχύ ἔχει ὁ ὅρος αὐτός, τόν διατυπώνει καί ἀρνητικά:«Ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν». Ἄν συγχωρεῖτε, μᾶς λέει, θά συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες σας. Ἄν δέν συγχωρεῖτε, οὔτε οἱ δικές σας ἁμαρτίες θά συγχωρηθοῦν.
Νά συγχωροῦμε, λοιπόν, γιά νά μᾶς συγχωρήσει κι ἐμᾶς ὁ Θεός. Νά ἀγαποῦμε, γιά νά μᾶς ἀγαπήσει κι ἐμᾶς ὁ Θεός. Νά μακροθυμοῦμε, γιά νά μακροθυμήσει καί σέ μᾶς ὁ Θεός. Νά μήν ἐκδικούμαστε, γιά νά μήν τιμωρηθοῦμε ἀνάλογα μέ τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Τό δεύτερο σκαλοπάτι τῆς ἀνόδου μας πρός τό Θεό εἶναι ἡ νηστεία. Ὄχι, ὅμως, ὅπως τήν ἐννοοῦν οἱ πολλοί, νηστεία μόνο τῶν τροφῶν, ἀλλά καί τῶν παθῶν. Δέν νηστεύει μόνο τό στόμα, ἀλλά νηστεύουν καί τά μάτια, ὅταν δέν περιεργάζονται τά ξένα κάλλη, καί τά πόδια, ὅταν μένουν μακριά ἀπό τούς δρόμους πού ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία, καί τά χέρια, ὅταν μένουν καθαρά ἀπό τήν ἁρπαγή καί τήν πλεονεξία, καί τά λοιπά μέλη τοῦ σώματός μας.
Ἐπίσης στόν ἀγώνα τῆς νηστείας καί τῆς καθάρσεώς μας ἀπό τά πάθη λαμβάνονται ὑπόψη καί τά ἐλατήρια μέ τά ὁποῖα ἀγωνιζόμαστε. Δέν νηστεύουμε, γιά νά φανοῦμε στούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά νά ξεριζώσουμε ἀπό τήν ψυχή μας «πᾶσαν κακίαν». Ὁ θεῖος Διδάσκαλος μᾶς διδάσκει νά ἀγωνιζόμαστε ταπεινά, νά ἐπιτελοῦμε ἀθόρυβα τά ἔργα μας τά πνευματικά. «Ἐν τῷ κρυπτῷ»! «Σύ δέ νηστεύων ἄλειψαί σου τήν κεφαλήν καί τό πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μή φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλά τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ, ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ». Τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή καλούμαστε νά μετανοήσουμε βαθύτερα, νά νηστέψουμε, νά προσευχόμαστε θερμότερα, νά προσερχόμαστε συχνότερα στό Ποτήριο τῆς ζωῆς. Πολύ ὡραῖα αὐτά τά παλαίσματα! Ἀλλά δέν τά κάνουμε, «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις». Νά ἀγαπήσουμε «τήν κρυπτήν τῶν ἀρετῶν ἐργασίαν καί Θεῷ φαινομένην μόνῳ», μᾶς προτρέπει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Πόσο πλανᾶται ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος πού θέλει νά φαίνεται! Ἡ ἁγιότητα ἀγαπᾶ νά κρύβεται. Καί ὁ Κύριος « ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ» θά ἀποδώσει τήν ἀμοιβή Του «ἐν τῷ φανερῷ».
Τό τρίτο σκαλοπάτι τῆς ἀνόδου μας πρός τό Θεό εἶναι ὁ ἀληθινός θησαυρισμός τῆς ψυχῆς. Πολλοί ἀρέσκονται νά θησαυρίζουν «θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς». Δίνουν τήν ἀγάπη τους στόν πλοῦτο, λησμονώντας πόσο ἐπισφαλεῖς εἶναι οἱ ἐπίγειοι θησαυροί. Ἄλλοτε ὁ «σής», ὁ σκόρος, ἄλλοτε ἡ «βρῶσις», ἡ σκουριά τούς κατατρώγουν καί τούς ἀχρηστεύουν. Κι ἄλλοτε «κλέπται διορύσσουσι καί κλέπτουσι». Τούς κλέβουν καί τούς ἐξαφανίζουν ἐπιτήδειοι κλέφτες.
Τί κρίμα, νά δίνουμε τήν καρδιά μας γιά πράγματα πρόσκαιρα πού ἐξαφανίζονται, ὅπως ὁ ἀτμός! Τή στιγμή πού ὑπάρχουν θησαυροί ἄφθαρτοι, θησαυροί ἀσύλητοι, οὐράνιοι! Εἶναι ἡ γνωριμία μας μέ τόν Σωτήρα Χριστό, οἱ ἀγῶνες τῆς ἀρετῆς, τά ἔργα τῆς ἀγάπης, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁ χορτασμός τῆς ζωῆς τῆς μακαρίας καί αἰωνίου! Σ᾿ αὐτούς τούς θησαυρούς νά δίνουμε τήν ἀγάπη μας. Διότι «ὅπου ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν», ἐπιλέγει ὁ Κύριος.
Ὅσοι δέν γεύθηκαν τούς οὐράνιους θησαυρούς, αἰσθάνονται ἱκανοποίηση ἔχοντας κτήματα πολλά, περιουσία μεγάλη! Ἐνῶ ἀντίθετα ὅσοι γεύονται τούς οὐράνιους θησαυρούς, ἀπολαμβάνουν πνευματικές καὶ θεῖες ἀπολαύσεις, προγεύονται τὸν γλυκύτατο παράδεισο, ἀναπαύονται πλήρως στό θεϊκό πλοῦτο. Ἀδελφοί, ὅσοι παράδεισό τους ἔχουν ἀναδείξει τούς ἐπίγειους θησαυρούς καί τίς φθηνές χαρές τῆς γῆς, ματαίως κοπιάζουν, ματαίως ἐλπίζουν, ματαίως περιμένουν τή χαρά τοῦ Παραδείσου! Ἐδῶ στή γῆ θά σβήσουν οἱ χαρές τους. Καί θά μείνουν γιά πάντα ἔξω «τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς». Μακριά ἀπό τή χαρά τῆς θείας Βασιλείας.
Ἐνῶ ἀντίθετα ὅσοι παράδεισό τους ἔχουν τούς οὐράνιους θησαυρούς, ἡ ψυχή τους ἑλκύεται ἀδιάκοπα πρός τά ἄνω! Ἀλλά γιά νά χαιρόμαστε τήν κοινωνία τοῦ Θεοῦ στήν ἀτελεύτητη μακαριότητα τοῦ Παραδείσου, ὀφείλουμε νά ὑπερνικήσουμε τήν ἐμπαθῆ μνησικακία, τήν ἀπατηλή κενοδοξία καί τήν ἀκόρεστη φιλοπλουτία! Ἔτσι θά βιώσουμε τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή ὡς περίοδο πνευματικότερου ἀγῶνος, περίοδο ψυχικῆς ἀνατάσεως καί ὡς ἀνοδική πορεία πρός τήν εὐλογημένη Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.