Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κώστας Νούσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κώστας Νούσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 22, 2012

Η Σύλληψις του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου Tου Κώστα Νούση, Θεολόγου - φιλολόγου ΑΠΘ




Σε μια εποχή που το θεϊκό θαύμα αντικαταστάθηκε στα άδυτα του
ψυχισμού του σύγχρονου ανθρώπου από το «τεχνολογικό θαύμα»
και ως εκ τούτου φαντάζει απίθανο, εξωπραγματικό έως μυθώδες, οι
μαθητές του Χριστού συνεχίζουν να πιστεύουν στους αληθινούς και
ιστορικούς αυτούς «μύθους», στους οποίους ανήκει και η μεγάλη
σημερινή εορτή του μεγίστου των Προφητών Ιωάννου, του Βαπτιστού
του Κυρίου.

Κατά το αψευδές στόμα του ίδιου του Θεανθρώπου ο Ιωάννης υπήρξε ο «μείζων εν γεννητοίς γυναικών» και «περισσότερον προφήτου» (Λουκ. ζ’ 26,28). Αυτά είναι και τα πιο θαυμαστά εγκώμια που ειπώθηκαν για άνθρωπο από τον ίδιο το Θεό. Μια ύψιστη τιμή για έναν
ουτιδανό, έναν εξουθενωμένο και ελάχιστο για τα κοσμικά δεδομένα, έναν τραχύ ερημίτη που «είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού, η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον» (Ματθ. γ’ 4). Αλλά η «λογική» του Θεού πόρρω
απέχει της ανθρωπίνης. Αυτός εξετάζει την καρδίαν του ανθρώπου και όχι το εξωτερικό ψευδές σχήμα, με αποτέλεσμα να εκλέγει τα «μη όντα ίνα τα όντα καταργήση»(Α’ Κορ. α’ 28). Πράγματι, οι μεγάλοι του Θεού συνήθως είναι αόρατοι στο κοσμικό βλέμμα, αλλά και όταν τραβούν την προσοχή του μάλλον αντιμετωπίζονται ως παράδοξον θέαμα, γραφικοί μοναχικοί τύποι, ιδιόρρυθμοι έως σαλότητας, απροσάρμοστοι και ασύμβατοι στα κοινωνικά και ψυχολογικά μας στερεότυπα. Τι άραγε από αυτά έλειπε από τον Ιωάννη; Παρ’ όλα αυτά βέβαια η χάρις του Παναγίου Πνεύματος συνηθροιζε τα πλήθη στην έρημο να τον ακούσουν και να βαπτιστούν από τα άγια χέρια του, το δε «ξένον και αγγέλοις και ανθρώποις» ο ίδιος ο Θεός κατεδέχθη τις ασκητικές παλάμες του κατά σάρκα συγγενή του επί της παναχράντου αυτού κεφαλής στον Ιορδάνη ποταμό.

Η τιμή στο πρόσωπο του Προδρόμου δε σταμάτησε εκεί. Συνεχίζεται μέσα στους αιώνες από την Εκκλησία, η οποία εορτάζει και τη θαυμαστή, τουτέστιν θαυματουργικώς διενεργηθείσα σύλληψή του από τη μητέρα του Ελισάβετ. Τρεις συλλήψεις, τρεις ευαγγελισμοί, τρεις γεννήσεις που ανέτρεψαν τη θνησιγενή πορεία και ζωή του κόσμου και μετέβαλαν τον ιστορικό ρου σε αναστάσιμη εσχατολογική πραγματικότητα. Μια από αυτές και η του Προδρόμου. Και πάλι εδώ υπουργός του μυστηρίου ο αρχάγγελος Γαβριήλ. Μια χορεία
μυστηρίων συσσωρευμένα στην αγία αυτή οικογένεια του Ζαχαρία και της Ελισάβετ. Η στειρότητα και το υπέργηρον της μητέρας του.

Η αγιότητα και το προφητικό χάρισμα του πατέρα του και αρχιερέα Ζαχαρία. Το επιτίμιο της αφωνίας του Ζαχαρία επί εννεάμηνο λόγω της απιστίας του στην αγγελική ρήση. Η θαυμαστή λύση της αφωνίας άμα τη ονοματοδοσία του βρέφους με το υπό του Θεού δοθέντος
όνομα Ιωάννης. Και να σημειωθεί ότι η εορτή της συλλήψεως του Προδρόμου είναι «πηγαία» του κύκλου και των υπολοίπων εορτών (επί παραδείγματι η μετά από έξι μήνες σύλληψη του Χριστού και ακολούθως η γέννησή του μετά από εννιά μήνες το Δεκέμβριο).

Το μεγαλείο του συνδυασμού της παντοδυναμίας του Θεού και της ταπείνωσής του εμφανέστατο και εδώ. «Στείρα και πρεσβύτις θεία βουλή» ανακράζει μεγαλοφώνως το σιωπηλό μυστήριο της υπέρλογης αυτής σύλληψης το μεγαλυνάριο της εορτής, κάτι που εξ αφωνίας δεν μπόρεσε τότε να διαπράξει ο μέγας Ζαχαρίας. Ο Θεός θέλει και δύναται
να υπερβεί το διπλό πρόσκομμα της στειρότητας. Μας προοικονομεί έμμεσα και μας στερεώνει έτσι την πίστη στη δική του μετ’ ολίγον άφραστη και ανερμήνευτη σύλληψη στα σπλάχνα της Θεομήτορος.

Φέρνει στη ζωή το δεύτερο εξάδελφό του προγνωρίζοντας την αγιότητά του και κατά συνέπεια προορίζοντάς τον στην προδρομική διακονία της δικής του θείας οικονομίας. Ευλογεί έτσι το μυστήριο του γάμου και την ιερότητα των σαρκικών εν αυτώ σχέσεων κατακρημνίζοντας τις δυϊστικές αιρετικές θεωρίες παρελθόντος και μέλλοντος. Μαρτυρεί
παραλλήλως έμμεσα και το ύψος της αγιότητας του Ζαχαρία, ο οποίος για μια «εύλογη» αμφισβήτηση εκωφώθη επί μακρόν. Συνεπαγωγικά και η διάσταση που πήρε το παράπτωμα φανερώνει το υπερμέγεθες της χάριτος του αγίου που δεν του δίνει τα ελαφρυντικά που θα
παρείχε σε ένα κοινό θνητό. Αλλά μας πιστοποιεί ταυτόχρονα και την αποστροφή του Κυρίου προς την απιστία που και με το γεγονός αυτό παιδαγωγικώς μας οικοδομεί στον πνευματικό αγώνα.

Ο Ζαχαρίας μετά την ονοματοθεσία του γιου του άδει την υπέροχη προφητική του ωδή και υμνεί για μια ακόμη φορά δι’ αυτής ο Θεός τον Πρόδρομό του. Ο Ιωάννης μαρτυρείται ως η απαρχή της καταλλαγής, της συμφιλίωσης, της άρσης της πανάρχαιας «έχθρας» Θεού και
ανθρώπων.

Η εν λόγω όμως ιστορία πατέρα και γιου κατέληξε τραγική. Οι αγαπημένοι αυτοί και φίλοι του Χριστού «εσφάγησαν» ο μεν πρώτος «δαπέδω παρά νηού» και ο άλλος από τη λαγνεία ενός μοιχού, αδίστακτου και γλοιώδους τύραννου. Αυτή ήταν άλλωστε και η μοίρα
του Νυμφίου τους Χριστού και αυτή επέλεξαν και οι εραστές Του Ιωάννης και Ζαχαρίας, μια οδός εξάλλου γνωστή ανά τους αιώνες στους ακόλουθους του Αρνίου.

Για να μην αδικείται βέβαια στις συνειδήσεις μας ο μεγάλος προφήτης και πατέρας του κορυφαίου προφήτου, να σημειώσουμε ότι μετά τη γέννηση του Χριστού επέβαλλε στη Θεοτόκο να παραμένει στον τόπο των παρθένων μέσα στο ναό, γενόμενος έτσι ο πρώην άφωνος διαπρύσιος κήρυκας της ασυλλήπτου και υπερλόγου αειπαρθενίας
της. Είχε ήδη διδαχτεί από το παλιότερο ολίσθημά του με το δικό του γιο και αυξήθηκε η πίστη του καθιστώντας τον τέλειο και ευάρεστο ενώπιον του Θεού. Του έλειπε όμως κάτι ακόμα για να συγκαταριθμηθεί με τους κορυφαίους αγίους όλων των εποχών. Και αυτό ήταν το τίμημα της «προκλητικής» ομολογίας της αειπαρθενίας της Θεοτόκου και της γέννησης του Μεσσία που του προξένησε την τιμή του μάρτυρα. Σαν αμνός σφάχτηκε στο μέσο του ναού από τον
πόθο του να φτάσει το συντομότερο δίπλα στον Αμνό του Θεού. Τον ακολούθησε λίγο αργότερα με τον ίδιο τρόπο και ο γιος του. Αυτός που έφαγε μια ζωή στις ερημιές με προσευχές, νηστείες και κακουχίες, προσευχόμενος για όλο τον κόσμο και τη σωτηρία και των δημίων του ακόμη. Σε αντάλλαγμα πέθανε τόσο ατιμωτικώς, λες και ήταν κανένας
εγκληματίας, αυτός που ήταν πιο αθώος και αγνός και από τα βρέφη…

Έργω λοιπόν και ουχί μόνον λόγοις προοικονόμησαν οι δυο τους με την αιματηρή αυτή πρόρρησή τους και την άδικη σφαγή του Ιησού. Αυτή λοιπόν την προφητική τριάδα, Ζαχαρία, Ελισάβετ και Ιωάννη τιμούμε σήμερα. Μια οικογένεια που πάνω και πέρα από τη σαρκική
απέκτησε την πνευματική συγγένεια με το Χριστό. Άνθρωποι που αγάπησαν το Θεό εξ όλης καρδίας καθιερώνοντας εαυτούς ως πρότυπα σε όλα τα επίπεδα της ατομικής και κοινωνικής διάστασης της ανθρώπινης ζωής, ειδικά σε μέρες σαν αυτές που διανύουμε και στις
οποίες τέτοιες προσωπικότητες και τέτοια γεγονότα ανάγονται από τη συντριπτική πλειοψηφία στη σφαίρα του μυθικο

Κυριακή, Απριλίου 15, 2012

Ανάσταση: ένα παραμύθι για μεγάλους (;)



Του Κώστα Νούση
Διαλεγόμενος με τους γυμνασιόπαιδες – και δι’ αυτών με  τα οικογενειακά τους περιβάλλοντα ως κατ’ εικόνα εκείνων παράγωγα – για το θέμα της Ανάστασης, δεν αποφεύγεις πολλές φορές τη θλιβερά τραγική διαπίστωση πως αυτή δε συνιστά πλέον για τον σύγχρονο άνθρωπο γεγονός πίστης, αλλά μάλλον μύθο (εθνικής προέλευσης και παραδοσιακής κατανάλωσης κυρίως) στην καλύτερη των περιπτώσεων, να μην πω παραμυθάκι που κυκλοφορεί με μια διάθεση θυμηδίας και με κάποια ειρωνικής απόχρωσης ευτραπελία. Όταν, μάλιστα, πληροφορείσαι πως τέτοια και τόση αγνωστικιστική ρευστότητα κυκλοφορεί στις ψυχές ουκ ολίγων παλαιότερων Νεοελλήνων, ανθρώπων πιο «φυσικών» και όμορων εξ επόψεως χρονικής και ψυχοσυνθετικής στις ελληνοχριστιανικές μας ρίζες – διότι, όπως και να το κάνουμε, οι νεότερες γενιές αποτελούν φωτοκόπιες της παγκοσμιοποίησης και προκάτ του εξαμερικανισμένου και γενικότερα του δυτικού τρόπου ζωής – τότε στ’ αλήθεια καταθλίβεσαι. Και αναπόφευκτα σου ’ρχεται στον νου το προφητικό παράπονο του Κυρίου: «πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης» (Λουκ. 18:8);
Το ρητορικό ερώτημα του Χριστού φαίνεται να βιάζεται να επαληθευθεί σήμερα, διότι αν ένας κατά παράδοση ορθόδοξος λαός έχει τόσο απομακρυνθεί από την πίστη του – αγνοώντας την ουσία της, τουτέστιν την ανάσταση – εύκολα κανείς φαντάζεται το χάλι που επικρατεί στις εκκοσμικευμένες «χριστιανικές» κοινωνίες της Εσπερίας. Δεν είναι τυχαία εξάλλου η ευρύτατη απήχηση σε αυτές μιας πληθώρας ανατολικών φιλοσοφιών, παραθρησκευτικών μυστικισμών και  χιλιαστικών αιρέσεων, τα οποία υπόσχονται τα δύο βασικά υποκατάστατα της ανάστασης: την ατομική σωτηρία και τον εγωτικό φωτισμό τα πρώτα και μια θριαμβολογική υλιστικής διάστασης εσχατολογική ενθαδική αποκατάσταση οι τελευταίες.
Η μόδα του αποχριστιανισμού μας – έχοντας κατά νου  πάντοτε την αυθεντική μορφή πνευματικότητας, αυτήν της Ορθοδοξίας – ανερυθρίαστα προβάλλεται πλέον μέσα και από την τηλεόραση, διαπερνώντας ύπουλα τον τρυφερό και απροστάτευτο ψυχισμό της νέας γενιάς. Να θυμηθώ εδώ ένα γνωστό σήριαλ του Mega που δομείται πάνω στη βουδιστική φιλοσοφία του κάρμα; Ή μήπως να προσπαθήσω να χωνέψω το βασικό δόλωμα της προσηλυτιστικής εκστρατείας των μαρτύρων του Ιεχωβά, που επαγγέλλονται σε βαπτισμένους Ορθοδόξους (;) την ανάσταση των νεκρών, οπότε θα ξαναδούν τους κεκοιμημένους οικείους τους; Το αβίαστα εξερχόμενο συμπέρασμα – πέρα από το ότι η θεσμική Εκκλησία δεν κάνει καλά τη δουλειά της – είναι πως χάθηκε η πίστη στον νοηματικό πυρήνα, στην καρδιά του χριστιανισμού: την Ανάσταση.
Ο Παύλος το λέει ξεκάθαρα: «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις υμών» (Α΄ Κορ. 15:14). Γιατί, όμως, τόσο έντονη η επισήμανσή του εδώ; Απλούστατα, διότι χωρίς την Ανάσταση του Κυρίου, που συνεπάγεται την εκ νεκρών ανάσταση όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπων (Ιω. 5:28-29), δεν έχει κανένα νόημα η νέα αυτή θρησκεία του Ναζωραίου, αλλά κάλλιστα θα μπορούσε να καταχωρηθεί ως μια ακόμα ιουδαϊκή αίρεση επινοημένη από μερικούς επικίνδυνους ή ευφάνταστους ψυχωτικούς και απευθυνόμενη σε γραφικούς, ρομαντικούς και ονειροπόλους. Φυσικά, η οικουμενική διασπορά της νέας θρησκείας με το κήρυγμα του Σταυρού και της μη αντίστασης στο κακό πιστοποιεί, κατά την εύστοχη παρατήρηση του Χρυσοστόμου, αυτήν ακριβώς την παρουσία και τη δύναμη του Αναστάντος. Τι σημαίνει, όμως, για μας προπαντός, η Ανάσταση του Χριστού; Δε θα επεκταθούμε, βέβαια, εδώ πέρα από μια απλή σκιαγράφηση της πολύπτυχης αξιακής σημαντικής της για τον άνθρωπο.Eνδεικτικά και επιγραμματικά: ο θάνατος, ο αμείλικτος αυτός εχθρός μας, που ευτελίζει κάθε ιδανικό και ομορφιά και αποδομεί κάθε μορφή ηθικής, δεν υφίσταται κατ’ ουσίαν πλέον. Η ματαιότητα της ζωής, η αμηχανία και η αδυναμία μπροστά στον πόνο και την ερμηνεία του, βρίσκουν επιτέλους διέξοδο νοηματοδοσίας. Η αποκατάσταση της φθοράς και η ανάπλαση του σώματος είναι η αρχή μιας νέας και αιώνιας μορφής ζωής - είναι σε συμπαντικό επίπεδο. Η ανάσταση του ανθρώπου (Χριστού), καθ’ έλξιν της πτώσης στην αμαρτία του πρώτου Αδάμ και των κοσμογονικών παρεπομένων της, συνεπάγεται και την ανακαίνιση του σύμπαντος (Ρωμ. 8:20-21). Κινούμαστε ήδη στον χώρο μιας εν Χριστώ καινής ανθρωπολογίας και κοσμολογίας. Αυτό, όμως, που θα ήθελα να τονίσω περισσότερο αμέσως παρακάτω είναι κάποιοι μύθοι που κυκλοφορούν αναφορικά με την ανάσταση και που συνέβαλαν στην «απομύθευσή» της στις συνειδήσεις των χριστιανών.
Όταν μιλάμε για ανάσταση, εξάπαντος αναφερόμαστε σε αυτήν του σώματος. Η ψυχή του ανθρώπου, αυτό το μυστηριώδες αόρατο στις επιστημονικές μετρήσεις πνευματικό στοιχείο της ανθρώπινης ταυτότητας, παραμένει αθάνατη (όχι φύσει αλλά με τη θεία θέληση και ενέργεια) και λειτουργεί τρόπον τινα ως καλούπι για την εξανάσταση του ίδιου συγκεκριμένου ανθρώπου (κατά την άριστη παρατήρηση του αγίου Γρηγορίου Νύσσης) ακυρώνοντας την ιδέα μιας ριζικής επαναφοράς του στο είναι από τον χώρο της ανυπαρξίας, στον οποίο περιέρχεται υποθετικά κάποιος μετά το θάνατο, όπως πρεσβεύουν και σήμερα αιρέσεις θνητοψυχιτικού τύπου (π.χ. οι μάρτυρες του Ιεχωβά), κάτι που εγείρει και εύλογες ενστάσεις αν πρόκειται όντως για την ανάσταση του ίδιου ακριβώς ανθρώπου. Ιδιαίτερα αξιοπρόσεχτη επίσης διαπίστωση είναι η θεία επανακατάφαση της ύλης, της σάρκας. Ανίσταται ο άνθρωπος όπως είναι, όπως τον έπλασε εξαρχής ο Θεός, ως σωματοψυχή (φράση του κορυφαίου σύγχρονου δογματολόγου π. Νικολάου Λουδοβίκου) και όχι μια μονοφυσιτίζουσας υποτροπής σπιριτουαλιστική έκδοση της ανθρώπινης φύσης εν είδει αερικού και φαντάσματος (Λουκ. 24:39-40). Αποδεικνύει και πάλι ο Θεός πως δε λάθεψε στην πρώτη δημιουργία του, εφόσον στην ανάσταση (:αναδημιουργία) διατηρεί τα ίδια στοιχεία, τα οποία όμως μεταμορφώνει. Είναι σημαντικό εδώ να παρατηρήσουμε την απορρέουσα ισχυρή εν(από)δειξη της δυνατότητας της ύλης να μετάσχει στη ζωή του Πνεύματος, του Θεού. Κανένας μανιχαϊσμός ή γνωστικισμός (συνήθεις αιρετικές τάσεις των σημερινών χριστιανών), καμιά υποτίμηση της ύλης δε χωράει εδώ. Η προσπάθεια των σύγχρονων διαλογιστών εξ Ανατολής να περικλείσουν τον άνθρωπο στον χώρο του νου και να τον απογυμνώσουν από την υπόλοιπη πραγματικότητά του, πέφτει στο κενό. Η Ανάσταση, τα προεόρτια και οι απαρχές της προσδοκώμενης Βασιλείας του Θεού, είναι βεβαίως κατά κύριο λόγο μια εσωτερική, «μυστική» κατάσταση της ψυχής (Λουκ. 17:21). Παράδεισος εξάλλου είναι ο ίδιος ο Χριστός. Γι’ αυτό και ψάλλουμε για την Παναγία το «μυστικός ει, Θεοτόκε, παράδεισος». Όμως αυτή η παραδείσια κατάσταση τελείται εν τόπω, χρόνω και σώματι.
Ο αναστημένος Χριστός ηγέρθη εν πρώτοις στον γνωστό μας κόσμο της φθοράς. Δεν αναλήφθηκε άμεσα. Δεν επίσπευσε την εσχατολογική του έλευση και Βασιλεία. Δεν υποσχέθηκε ταχεία ενδοϊστορική αποκατάσταση των αδικιών, καθαίρεση του κακού και παγκόσμια επικυριαρχία, ούτε δόξα (κενή), τιμές (κούφες), σαρκικές απολαύσεις και ιμπεριαλιστικά οράματα. Δεν έταξε υλιστικές ψευτοχαρές εκ φύσεως μάταιες, θνησιγενείς και ανίκανες να συντηρήσουν την ευτυχία μας στην απερινόητη διαδρομή μιας αιωνιότητας. Τόνιζε, αντιθέτως, πως η ατέρμονη Βασιλεία του είναι κατ’ ουσίαν ειρήνη και χαρά εν Αγίω Πνεύματι (Ρωμ. 14:17). Αυτή ταυτόχρονα είναι και η οντολογική πρόκληση της Ανάστασής του στον θνητό και ασθενή (: αμαρτωλό) άνθρωπο και η πρόσκλησή της στη μετοχή της θείας Τριαδικής ζωής. Για τον λόγο, άλλωστε, αυτόν σαρκώθηκε ο Κύριος, για να ενώσει το σύνολο του κτιστού με τον άκτιστο εαυτό του και έτσι να το διατηρήσει ακέραιο – σώο (: σώσει στην εκκλησιαστική γλώσσα) για πάντα. Δεν υπήρχε άλλη οδός, μάλλον δεν υπήρχε πιο φιλάνθρωπα τιμητικός, σοφός και τέλειος τρόπος.
Δεν είναι, επομένως, η Α(α)νάσταση ένας ακόμα προνεωτερικός θρησκευτικός μύθος, αλλά η διαχρονική της επικαιρικότητα συνιστά και τη θεραπεία της μετανεωτερικής αγωνίας και την απάντηση της διιστορικής απορίας. Η ανάσταση  (πρέπει να) βιώνεται από τη ζωή αυτή – η αίσθησή της με τη Χάρη του Πνεύματος είναι μια πραγματικότητα, για τους αγίους ειδικότερα, όπως διαφαίνεται για παράδειγμα στη λαχτάρα του Παύλου να πεθάνει και να βρεθεί με τον Χριστό (Φιλ. 1:23)· εκπληκτικές σχετικές αναλύσεις βρίσκουμε επίσης στον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο – και βεβαιώνεται εμπειρικά μέσα από την αφθαρσία, τη θαυματουργία και την ευωδία των ιερών λειψάνων.   
Η Ανάσταση του Χριστού κατοχύρωσε (στα μάτια μας) την αλήθεια της Θεότητάς του. Φανέρωσε μια καινή (Αποκ. 21:5), την τελική και τέλεια μορφή ύπαρξης – αν και αρχικώς υφιστάμενη στο προαιώνιο σχέδιό του – τον θεανθρώπινο τρόπο του υπάρχειν. Δεν έχει να περιμένει η ανθρωπότητα κάτι περισσότερο από αυτό, διότι απλούστατα δεν υφίσταται ούτε ως πραγματικότητα, αλλά ούτε και ως δυνατότητα. Ίσως μερικοί ονειρεύονται το ελιξήριο της εδώ ζωής, για να διαιωνίσουν τη μίζερη πολιτεία τους και τα ακόρεστα πάθη τους. Ο Θεός, όμως, προτείνει την κτήση της όντως ζωής – της προσωπικής του, η οποία με τον εν Χριστώ πνευματικό αγώνα χορηγείται και σε μας ως ίδιον κτήμα και κατηγόρημα του είναι - και της δικής του ευτυχίας που υπερβαίνει τα διανοητικά, συναισθηματικά, ενσυναισθητικά, επιθυμητικά και όποια άλλα αντιληπτικά μας όρια, εν ολίγοις πέραν πάσης προσδοκίας. Η αντιπρόταση του Θεού είναι ξεκάθαρη και γεμάτη φως (Ιω. 11:25-26). Αυτό, όμως, που σε καμιά περίπτωση δε θέλει ο Θεός είναι η νόθευση της ελευθερίας μας. Μιλάμε, επομένως, μόνο για ανάσταση φύσεως, αλλά όχι και προαιρέσεωςΗ επιλογή από κει και πέρα του ποιοτικού τρόπου της αιωνιότητας του καθενός επαφίεται αποκλειστικά στην προσωπική του επιλογή (Ιω. 5:29, Ματθ. 25:46). Πρόκειται για το «σκάνδαλο» της ατελεύτητης κόλασης.
Η Ανάσταση είναι εγγυητικό γεγονός – πιστοποίηση της κοινής ανάστασης του ανθρώπινου γένους (Κολ. 1:18). Τον αναστημένο Χριστό τον είδαν, του μίλησαν, τον ψηλάφησαν. Δεν μπορεί όσοι τον έβλεπαν σαράντα μέρες – και αμέσως μετά να αναλαμβάνεται στους ουρανούς – να είχαν πάθει ομαδική παράκρουση. Αυτά τα φαινόμενα εξάλλου είναι πολύ περιορισμένα χωροχρονικά και εύκολα αναγνωρίσιμα. Τον Χριστό, όμως, συνεχίζουν να τον βλέπουν αγιασμένοι άνθρωποι και να επικοινωνούν μαζί του, όπως καταγράφει πλειστάκις η εκκλησιαστική ιστορία. Άλλωστε, η Ευχαριστία, το κεντρικό εκκλησιαστικό μυστήριο, είναι αυτό το ίδιο το αναστημένο σώμα του Κυρίου υπό τα «αντίτυπα» του άρτου και του οίνου. Είναι η διαχρονική μαρτυρία της Εκκλησίας για τον ζώντα Κύριο, την ένσαρκη παρουσία του σε αυτήν. Όλοι καλούνται να τον δουν (sic), να συναναστηθούν με τον Κύριο ήδη από αυτήν τη ζωή. Αυτή είναι η πραγματικότητα, η οντολογία της ζωής στην Εκκλησία, ασχέτως αν στην εκκοσμικευμένη μεταχριστιανική μας εποχή φαντάζει μυθολογία.
Ορθότατα παρατηρεί ο Παύλος την κενότητα μιας πίστης χωρίς ανάσταση. Ο Χριστός, εάν δεν εγείρετο, θα ήταν ένας καλός, ίσως ο καλύτερος άνθρωπος, αλλά όχι ο Θεός και σωτήρας μας. Οι καλές προθέσεις και οι υψηλές διδασκαλίες εξάπαντος δεν επαρκούν για τη λύση της πανανθρώπινης τραγωδίας, του θανάτου. Η ματαιότητα που θα κάλυπτε τη ζωή του κόσμου θα ήταν άκρως κατανοητή και η δίκαιη οργή των όντων για την κρατούσα τυχαιότητα απόλυτα δικαιολογημένη. Αποδείχθηκε, όμως, εμπράγματα – τουλάχιστον για όσους πιστεύουν – πως ο κεντρικός συμπαντικός νόμος δεν είναι η ορώμενη φυσιοκρατική αναγκαιότητα, αλλά το αγαπητικό θέλημα του προσωπικού Θεού. Χωρίς την ανάσταση η επιτέλεση του αγαθού θα εξέπιπτε σε μια ναρκισσιστική αυτοϊκανοποίηση μιας τραγικά ψευδαισθητικής αυτοθέωσης ή, στην καλύτερη περίπτωση, σε μια άγονη εμμονή ουμανιστικής φυσιολογίας. Όλα αυτά, όμως, δεν έχουν πια σημασία· ήρθε ο Θεός και αποκάλυψε ποιο ήταν (είναι) το οντολογικό του σχέδιο για τον άνθρωπο: η αγάπη, η ακηλίδωτη και αέναη ευφροσύνη, η αθανασία και η κατά θείο νομοτελειακό τρόπο σύνδεση της (εν Χριστώ) ανάστασης του ανθρώπου με τη θέωσή του, όπερ και το «τετέλεσται» του καθ’ ομοίωσιν.
Τελικά, είναι δυνατό να πραγματωθεί η ανάσταση και με ποιο τρόπο; Το αδύνατο για μας είναι φυσικότατο και υπεραπλούστατο για την άπειρη και ασύλληπτη παντοδυναμία του Θεού (Λουκ. 1:37, 18:27). Το σώμα του ανθρώπου σπέρνεται στο χώμα (η ομορφιά αυτής της συμβολικής πράξης της Εκκλησίας θα καταστρεφόταν με την καύση των νεκρών), όπως τα μικροσκοπικά σπέρματα των φυτών και των δέντρων που εφεξής γιγαντώνονται. Και θα εξέλθει μια μέρα από κει μέσα ένδοξο, άφθαρτο, μεταμορφωμένο. Θα αναστηθώ εγώ ο ίδιος που πέθανα, όπως ήμουν – αλλά και όχι ακριβώς, διότι θα έχω αποβάλει τα στοιχεία της φθοράς, της ατέλειας, του θανάτου. Θα ανασυρθούν από τη λήθη της ανθρώπινης ιστορικής κακεντρέχειας τα εκατομμύρια των εκτρωθέντων εμβρύων και όσοι δεν πρόλαβαν για ποικίλους λόγους να δουν ποτέ το φως του ήλιου· θα αναπλασθούν πλήρεις άνθρωποι τα αναρίθμητα στίφη των «ελλειμματικών»  αδικημένων είτε από φυσικούς είτε από ηθικούς λόγους. Εκείνη τη μέρα θα συνειδητοποιήσουν άπαντες πως το αίτιο του παγκόσμιου «κακού» δεν ήταν τελικά ο Θεός αλλά οι αστοχίες (: αμαρτίες) της ανθρωπότητας.
 Ίσως η εικόνα του σπόρου που χρησιμοποίησε η Εκκλησία και η Βίβλος στις αγροτικές τότε κοινωνίες να μην ηχεί ευχάριστα και πειστικά σήμερα. Προφανώς μια αναφορά στη δύναμη ενός Θεού, ο οποίος έκτισε δισεκατομμύρια γαλαξίες ως προαπαιτούμενη για την απιστία μας ενδεικτική προκαταβολή της ικανότητάς του να αναστήσει τα τρισεκατομμύρια των πεθαμένων και να ανακαινίσει το σύμπαν (ή τα σύμπαντα), θα είναι πιο συμβατή στις παραστάσεις του μετανεωτερικού κοσμοειδώλου. Η πιο σίγουρη οδός, όμως, παραμένει πάντοτε αυτή που προτείνει η Εκκλησία, μάλλον ο ίδιος ο Κύριος: «έρχου και ίδε» (Ιω. 1:47).
 
Κώστας Νούσης
Μ. Σάββατο
14/4/2012
Λάρισα 

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 05, 2011

ΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣ

altΤου Κώστα Νούση, Θεολόγου-Φιλόλογου
Είναι όντως αξιοπερίεργο να ακούγεται σήμερα λόγος παρηγοριάς από εκκλησιαστικά χείλη. Αντιθέτως, η ακοή μας βρίθει αφενός εξ εκκωφαντικών σιωπών και αφετέρου από κινδυνολογίες, καταστροφολογίες, κακώς εννοούμενες εσχατολογίες, γαρνιρισμένες με άφθονους λαϊκισμούς και παραδοξολογήματα.
Ήχησαν κάπως στα ταλαιπωρημένα μας αυτιά τα λόγια του νέου μητροπολίτη Χίου για τη βεβαιότητά του επανάκαμψης της Ελλάδας. Και πράγματι, σεβόμενος το ρόλο του ως εκπροσώπου του Χριστού στη μαρτυρική νήσο, δεν μπορούσε παρά να μιλήσει εκ στόματος Κυρίου: ‘‘μην ανησυχείτε, θέλω και μπορώ να – και θα - σας σώσω, αρκεί να μετανοήσετε και να μου το ζητήσετε’’. Τόσο απλά. Απλός ο Θεός. Αυτή είναι και η πίστη του γράφοντος. Και αναρωτιέται ο καθένας μας: πού είναι η εμπιστοσύνη και η ελπίδα μας στην αγάπη και παντοδυναμία του Κυρίου;
Πόσο δύσκολο του είναι να μας λυτρώσει από μια οικονομική κρισούλα, που ο ίδιος επέτρεψε για να συνετισθούμε από την καλπάζουσα νεοειδωλολατρία και τον άκρατο υλισμό μας;
Είναι θλιβερό να βλέπεις μιζέρια και ανασφάλεια σε όλους ανεξαίρετα τους χριστιανούς, πολύ δε περισσότερο το αίσθημα αυτό αυξάνει όσο ανεβαίνεις στην πνευματική ρασοφορούσα ιεραρχία. Αντί λόγων εν Πνεύματι παραμυθίας και εν Χριστώ αντιπροτάσεων άρσης των αδιεξόδων, βλέπεις σχεδόν όλοι μας να ζητιανεύουμε μια λέξη παρακλήσεως, μια κουβέντα καθησυχασμού, να εκβιάζουμε την εκμαίευση μιας θετικής ‘’προφητείας’’ για το αύριο.
Επιθυμίας πρόρρηση, βέβαια, υλικής επανάκαμψης και ποσώς εν διαθέσει επιστροφής στη στοιχειώδη ωριμότητα και σοβαρότητα – oύτε λόγος για μετάνοια εν Χριστώ. Χριστιανούληδες, ανθρωπάκια, θύματα μιας νοσηρής ή ανύπαρκτης πνευματικότητας. Εδώ χρειάζεται όντως μια φωνή βοώντος εν τη ερήμω της νεοπαγανιστικής μετανεωτερικότητας και παγκοσμιοποίησης.
Τελικά τι σημαίνουν όλα αυτά; Έρχεται το τέλος; Όχι ακόμα. Πρόκειται για τις κυκλικά επανερχόμενες πρόβες τζενεράλε του μυστηρίου της ανομίας για την τελική επίσημη παγκόσμια εωσφορική επικυριαρχία. Ο διάβολος μας τεστάρει και μας βρίσκει ολίγους. Φονταμανταλιστικές, ισοπεδωτικές, πρωτόγνωρα καινοτόμες εκδόσεις ‘’χριστιανισμού’’ στα έσχατα της ιστορίας.
Όμως εμείς δε φοβόμαστε τον αντίδικο και τους συνεργάτες του που βάλθηκαν να κατεξουσιάσουν οικονομίες, κράτη και συνειδήσεις. Όχι. Αυτός μας τρέμει, διότι ξέρει ότι εν Κυρίω είμαστε ήδη νικητές. Αυτό που ποτέ δεν κατάλαβε – ή αρνείται εγωιστικά να παραδεχτεί - ο διάβολος είναι πως άκων εξυπηρετεί το θείο σχέδιο. Η ψευδαίσθηση της νίκης του είναι η πιο τραγική ιστορική ειρωνεία

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...