Με μεγάλη χαρά ακούσαμε και συνεχίζουμε να ακούμε όλοι μας αυτή την, ως μία ημέρα θεωρούμενη, εβδομάδα, πολλές φορές το άγγελμα της Αναστάσεως μέσα από τους ύμνους και τα τροπάρια. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζει το γνωστότατο και ιδιαίτερα ευφρόσυνο «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν . . .» το οποίο αποκαλύπτει την εγκαθίδρυση μίας νέας πραγματικότητας στον ταλαιπωρημένο κόσμο μας, αυτήν της Αναστάσεως του Κυρίου.
Χρόνια πολλά το ακούμε συνοδευόμενο από τους ωραιότατους παλαιοδιαθηκικούς στίχους, του 67ου Ψαλμού του βασιλιά Δαβίδ, ο οποίος με πόνο ψυχής, πίστη και αγάπη προς τον Κύριό του, εκφράζει εντονώτατη επιθυμία να δει, να ζήσει την Ανάσταση.
Αυτή την έντονη επιθυμία την εκφράζει με τη χρήση προστακτικής, η οποία, σαφέστατα δεν προστάζει τον Κύριο να αναστηθεί, αλλά φανερώνει τα έντονα συναισθήματα που τον διακατέχουν, τα οποία φρονούμε ότι θα μπορούσαμε να αποδώσουμε καλύτερα και ακριβέστερα στην νέα ελληνική με τη χρήση του μορίου «ας», το οποίο εκφράζει ευχή και προτροπή από το «να», το οποίο εκφράζει εντονώτερα την επιθυμία μας, τη βούλησή μας. Η προστακτική ίσως θα ταίριαζε ακριβέστερα στην προστακτική του κειμένου της μεταφράσεως των Εβδομήκοντα που χρησιμοποιείται από την Εκκλησία. Στην πρώτη περίπτωση θα είχαμε τη μετάφραση «ας αναστηθεί» και στη δεύτερη «να αναστηθεί» ο Θεός.
Η συνέχεια του ψαλμικού στίχου θα μπορούσε να παραξενεύσει τον ακροατή ή τον αναγνώστη, καθώς παρουσιάζεται ο βασιλιάς Δαβίδ να εύχεται την καταστροφή, την απώλεια, τη φυγή από μπροστά του των εχθρών του Θεού και αυτών που τον μισούν.
Όπως ήδη σημειώσαμε ο προφήτης Δαβίδ δεν είναι δυνατό να προστάζει τον Θεό να αναστηθεί. Με την χρήση της προστακτικής «ἀναστήτω» εκφράζει την επιθυμία του να έλθει η ώρα της αναστάσεως. Το κέντρο βάρους του χωρίου και της ευχής του δεν πρέπει να εντοπιστεί στο «διασκορπισθήτωσαν» ή στο «φυγέτωσαν» ή στο «ἐκλειπέτωσαν» που ακολουθεί, αλλά στο «ἀναστήτω», το οποίο όταν πραγματοποιηθεί θα ανατρέψει τα κοσμικά και ιστορικά δεδομένα. Ο θάνατος, ο δυνάστης και εχθρός του ανθρώπου, θα πάψει να ασκεί ασφυκτική την εξουσία του σε αυτόν. Ότιδήποτε ακολουθεί το αρχικό «ἀναστήτω» περιγράφει τις ευεργετικές συνέπειες της Αναστάσεως στον κόσμο μας. Οι εχθροί του Θεού θα νικηθούν, θα λιώσουν, θα διασκορπιστούν, θα σβύσουν και μαζί τους «ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος» (Α´ Κορινθίους 15:26).
Μα θα αναρωτηθεί κάποιος: μήπως αυτή η περικοπή κρύβει στοιχεία κακίας και εμπάθειας;
Η απάντηση φρονούμε ότι πρέπει να εστιάσει στο ότι ο προφήτης περιγράφει την κατάσταση που θα επικρατήσει στη δημιουργία μετά την Ανάσταση και δεν απευθύνεται συγκεκριμένα σε κάποιον από τους εχθρούς και τους μισούντες τον Θεό. Μιλά γενικά. Δεν προσωποποιεί. Δεν στηλιτεύει. Δεν επιτίθεται.
Ο κάθε άνθρωπος που έχει νου και γνώση, και στοιχειωδώς εξετάζει με ειλικρίνεια τον εαυτό του, μπορεί να τοποθετηθεί είτε ανάμεσα στους φίλους είτε ανάμεσα στους εχθρούς του Θεού. Ο προφήτης πάντως δεν αναλαμβάνει αυτό το έργο: να πει εσύ είσαι εχθρός εσύ φίλος. Ίσως σε άλλες περιπτώσεις, καταγεγραμμένες ή μη, να το είχε κάνει, εδώ πάντως, αν και είναι βέβαιο ότι θα είχε υπόψη του κάποιους ανθρώπους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εχθροί του Θεού δεν προβαίνει σε παρόμοιο προσδιορισμό.
Φρονώ ότι ο 67ος Ψαλμός πρέπει να αναγνωστεί παράλληλα με το χωρίο 18:23 του προφήτη Ἰεζεκιήλ, το οποίο λέγει τα εξής: «μὴ θελήσει θελήσω τὸν θάνατον τοῦ ἀνόμου λέγει Κύριος ὡς τὸ ἀποστρέψει αὐτὸν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν». Σε αυτό διακρίνεται ξεκάθαρα η επιθυμία του Θεού για τη σωτηρία και όχι την απώλεια του ανόμου και του αμαρτωλού. Επιθυμία του δεν είναι να τιμωρηθεί, να ασθενήσει ή να υποστεί αλλοίωση του σώματός του, αλλά να αλλάξει τον διεστραμμένο δρόμο του, να αλλάξει πορεία στη ζωή του, να στραφεί προς τη χάρη του Θεού και εν τέλει να σωθεί.
Με πολύ χαρά διαπιστώνει ο πιστός ότι, ευτυχώς για όλους μας, στο χώρο της Εκκλησίας δεν υπάρχει θέση για μίσος. Όπου η Εκκλησία γίνεται πιο αυστηρή το κάνει για παιδαγωγικούς λόγους διατηρώντας την αγάπη της και αποφεύγοντας χαρακτηρισμούς που ίσως υποκρύπτουν, ή θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι υποκρύπτουν, εμπάθεια και αντί να οικοδομούν γκρεμίζουν.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να διατηρήσω την εντύπωση ότι το «ἀναστήτω ὁ Θεὸς καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτου» και οι υπόλοιποι θαυμάσιοι στίχοι του 67ου Ψαλμοῦ ποὺ πλαισιώνουν το τροπάριο που ξεκινά με τα λόγια «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν» όχι μόνο δεν εκφράζουν την επιθυμία της Εκκλησίας να χαθούν οι ασεβείς, αλλά αντιθέτως διακηρύττουν την πίστη της στην Ανάσταση και την καταλυτικά ευεργετική παρουσία του γεγονότος αυτού στον κόσμο μας. Για το λόγο αυτό οι στίχοι αυτοί αρμόζουν τέλεια με το «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτὸς» του αναστάσιμου κανόνα που συνεπαρμένοι από τη λαμπροφόρο Ανάσταση ψάλλουμε κατά τη διάρκεια του πασχάλιου όρθρου.
Χριστός ανέστη!