Θά ρθη
καρός, που ο διάβολος θά μπή μέσα σ’ ένα κουτί και θά φωνάζη. Και τα κέρατά του
θά’ ναι στα κεραμίδια.
Αγ.
Κοσμάς ο Αιτωνός
Θ.
Σιμοπούλου σ.203
Π.Β.
Πάσχου σ.191
Το σπίτι ήταν πάντα ένα ιερό
καταφύγιο αγάπης, ησυχίας και σωφροσύνης και, γιά τους χριστιανούς, μια δεύτερη
μικρή εκκλησία. Πρίν λίγα χρόνια όμως οι πόρτες των σπιτιών άνοιξαν και μπήκε
μέσα ένας δούρειος ίππος, ένα πολύ διασκεδαστικό κουτί, που σε πάει όπου θέλει
και σού δείχνει περισσότερα και μακρινότερα πράγματα απ΄ όσα οι μαγικοί
καθρέφτες των παραμυθιών, δώρο ακριβό των Δαναών της Τεχνολογίας. Μέσα απ’ αυτό το κουτί, μπήκε στα σπίτια μας ο δρόμος,
θορυβώδης και πολύφωτος, με όλα όσα έχουν οι δρόμοι, όχι μόνον οι δικοί μας
αλλά του κόσμου ολόκληρου πιά. Μπήκαν μέσα στη μέχρι τότε ήσυχη γωνιά μας, οι
φωνές των δρόμων, οι μηχανές τους, τα τραγούδια τους, οι γυναίκες του δρόμου,
οι άνδρες του δρόμου, οι θεατρίνοι, οι πολιτικοί, τα σύγχρονα κολοσσαία, οι
θηριώδεις φωνές των οπαδών, το αληθοφανές ψέμα, τα πυροτεχνήματα της
πολυποίκιλης «γνώσης», όλα όσα γοητεύουν τις αισθήσεις του συνηθισμένου
ανθρώπου και τεργιάζουν στη μέτρια νοημοσύνη του. Βάλαμε τη φωτοχυσία του
δρόμου δίπλα στό ιλαρό φώς του καντηλιού, και ο συμπυκνωμένος κόσμος εκτόπισε
τις αχνές μορφές των εικόνων, τις έσβησε μέσα στην ίδια μας την ψυχή. Από
εκκλησία το σπίτι μας έγινε κόσμος, και ο κόσμος έδιωξε τον Θεό και την χάρη
Του. Μαράθηκε η στοργή στην οικογένεια. Δεν κοιτάζει πιά η μάνα το παιδί, ο
σύζυγος τη σύζυγο, ο αδελφός τον αδελφό, το εγγόνι τη γιαγιά, όλοι κοιτάζουν το
κουτί. Αυτό είναι η εστία των σημερινών σπιτιών, το «εικονοστάσι» τους, το ιερό
τους, το επίκεντρο της καθημερινής πολύωρης λατρείας τους. Το σπίτι έγινε
κοιτώνας, εστιατόριο, αίθουσα κινηματογράφου. Η τηλεόραση έκανε και το σπίτι
δρόμο, γιά να μην έχει πιά ο άνθρωπος που να επιστρέψει όταν κουραστεί απ’ τους δρόμους. Κάθονται οι άνθρωποι μαζί
δίπλα-δίπλα και όμως πόσο ξένοι και αδιάφοροι γίνονται, μέρα με τη μέρα, ο ένας
γιά τον άλλον! Δεν συνομιλούν πιά, μιλάει μόνο το κουτί και όλοι ακούν. Οι
καρδιές κρυώνουν, οι ευκαιρίες επαφής των ψυχών λιγοστεύουν ακόμα και οι φίλοι
που έρχονται να μας δούν και να μιλήσουν μαζί μας, πιάνονται όπως κι εμείς στην
παγίδα. Η νέα γενιά βέβαια, που είναι και το μεγάλο θύμα, δεν καταλαβαίνει τι
έχασαν οι άνθρωποι, γιατί δεν γνώρισε ποιές ήταν πρίν οι ανθρώπινες σχέσεις.
Δέχεται την ψυχρή φωτοχυσία σαν το φυσιολογικό πεπρωμένο της. Τα βάζει με όλους,
και με όλα χωρίς να ξέρει ότι αυτό που της λείπει, και τόσο βίαια αναζητά,
είναι η θέρμη της αγάπης που ποτέ δεν γεύθηκε..
Και οι χριστιανοί τι κάνουν μπροστά σ’ αυτήν την
κατάσταση; Αυστηροί νηστευτές, ικανοί να κεραυνοβολήσουν όποιον τολμήσει να
γευθεί λάδι σε νηστήσιμη μέρα, κάθονται μπροστά στην τηλεόραση και τρώνε με τα
μάτια και τ’ αυτιά ότι τους προσφέρει χωρίς να τους περνάει από το μυαλό ότι
αυτό είναι κατάλυση μιας άλλης νηστείας πολύ σπουδαιότερης και παντοτινής. Και
το χειρότερο γίνεται όταν απαγορεύουν στα παιδιά τους να δούν αυτό που βλέπουν
αυτοί. Τα παιδιά πονηρεύονται, εκνευρίζονται, αγανακτούν για την αδικία, δεν
καταλαβαίνουν πώς είναι δυνατόν κάτι να είναι καλό γιά τους γονείς αλλά κακό
γι’ αυτά, χάνουν λίγο-λίγο κάθε εκτίμηση
πρός τους γονείς τους και φυσικά, αναζητούν το απαγορευμένο θέαμα στό κουτί της
γιαγιάς ή του φίλου. Ύστερα απορούμε γιατί από τα παιδιά, χάθηκε ο σεβασμός,
γιατί είναι εκνευρισμένα, ευέξαπτα, σκληρά, γιατί έχουν τη νύχτα εφιάλτες. Πώς
ν’ αντέξει το νευρικό σύστημα των παιδιών σ’ αυτή τη δοκιμασία των θεαμάτων της
βίας, της πονηρίας, της κακίας, της έντονης εντύπωσης και της δυνατής
συγκίνησης; Μα, άραγε, κι μείς οι μεγάλοι έχουμε μήπως καλύτερον ύπνο με όλες
αυτές τις εικόνες να στριφογυρίζουν στό μυαλό μας; Ή, παθαίνουμε λιγότερο αυτό
που παρατηρούμε στα παιδιά μας; Κι άς μη μιλήσουμε γιά την ποιότητα της
προσευχής μας, μόνον να συνεχίσουμε να διδάσκουμε τους άλλους περί νήψεως,
φυλακής των αισθήσεων και καθαρότητος καρδίας..!
ΤΑ
ΞΥΛΟΚΕΡΑΤΑ ΤΗΣ «ΓΝΩΣΗΣ»
Διαβάζοντας ένα βιβλίο δημιουργούμε! Το μυαλό μας
αποκρυπτογραφεί τα ψηφία σε λέξεις και νοήματα. Η φαντασία μας αναπαράγει
εικόνες, τοπεία, πρόσωπα, χαρακτήρες, γεγονότα ιστορίες. Η σκέψη μας κάνει
συνδυασμούς και συλλογισμούς. Ο νούς μας δουλεύει εντατικά και πλάθει έναν
ολόκληρο κόσμο, έναν κόσμο που κτίζουμε, μέν πάνω σε σχέδια του συγγραφέα αλλά
με δικά μας προσωπικά υλικά από τα μέχρι τώρα βιώματα, τις εμπειρίες και τις
γνώσεις μας. Η ανάγνωση ενός βιβλίου δεν ειναι παθητική αποδοχή. Είναι πράξη,
ελεύθερη, υπεύθυνη, ενεργητική. Δημιουργούμε κι εμείς μαζί με τον συγγραφέα
έναν κόσμο που είναι μισός του συγγραφέα και μισός δικός μας. Στην τηλεόραση
όμως την εικόνα δεν την δημιουργούμε εμείς. Μας δίνεται έτοιμη. Τα πρόσωπα
εισβάλλουν στην συνείδησή μας ολοζώντανα. Η ιστορία είναι σειρά από γεγονότα
που γίνονται μπροστά στα μάτια μας. Το νόημα μας το επιβάλλουν τα πράγματα
αυτόματα. Εμείς απλώς δεχόμαστε παθητικά και αφομοιώνουμε ανελεύθερα ότι μας
προσφέρουν οι άλλοι, χωρίς να έχουμε τον χρόνο και την δυνατότητα να
επεξεργασθούμε αυτά που μας δίνουν. Δεν κάνουμε προσπάθεια να κατακτήσουμε το
προσφερόμενο, όπως στό βιβλίο, αντίθεται αυτό εισβάλλει και κατακτά την ψυχή
μας. Οι διανοητικές σου δυνάμεις μένουν αργές, η υποβλητική μουσική παραλύει
κάθε δύναμη αντίστασης. Δεν έχεις καμιά δυνατότητα άμυνας. Κάτω από την επήρεια
ενός ναρκωτικού της ψυχής, υφίστασαι παθητικά έναν πνευματικό βιασμό. Κάποιοι
άλλοι, υποβάλλουν στην αλυσοδεμένη ψυχή σου αυτό που θέλουν αυτοί, με τέτοιο
τρόπο ώστε να αποδεχθείς την άλωση αδιαμαρτύρητα, ή ακόμη και ηδονικά. Αυτός ο
πνευματικός βιασμός αφ’ ενός και το ψέμα, η υποκρισία της παράστασης και της
σκηνοθεσίας αφ’ ετέρου ήταν, νομίζω, οι βασικοί λόγοι για τους οποίους οι
χριστιανοί απέρριψαν, το θέατρο και δεν πίστεψαν στην δυνατότητα χριστιανικού
θεάτρου. Η τηλεόραση τα έφερε όλα αυτά τα ειδωλολατρικά θεάματα, που απέκρουσε
η Εκκλησία, μέσα στό ίδιο μας το σπίτι, θεάματα για κάθε γούστο και για κάθε
διανοητικό επίπεδο: στάδια, ιπποδρόμια, θέατρα, ό,τι βγάζει το νού μας από το
ενδότερο ταμείο της καρδιάς μας, όπου κατοικεί ο Θεός, και τον σκορπίζει στον
μάταιο κόσμο, θεάματα που όταν είναι κακής ποιότητος διαφθείρουν και όταν είναι
καλής αιχμαλωτίζουν. Όσο όμως καλή και αν είναι η ποιότητα του θεάματος, όση
ποίηση και αν υποτεθεί ότι περιέχει, πράγμα εξ
άλλου τόσο σπάνιο, δεν τρέφει παρά μόνο με την επιφάνεια των πραγμάτων,
με ό,τι μπορεί να πιάσει το μάτι και το αυτί σε μια γρήγορη κίνηση και
αλληλουχία φωτογραφιών, που εντυπώνονται βαθιά χωρίς να αφήνουν δυνατότητα
επεξεργασίας στην συνείδηση που τα δέχεται. Έτσι όμως η ουσία των πραγμάτων
χάνεται και τα αόρατα νήματα που συνδέουν τα πράγματα και τις καταστάσεις
μένουν ασύλληπτα από το νού μας, που παρασύρεται στό γρήγορο ρυθμό των εικόνων
και των εντυπώσεων που, τον βομβαρδίζουν, αδυνατώντας να εισδύσει σε βάθος. Η
ταχύτητα άλλωστε, η εξωστρέφεια και η έλλειψη βάθους χαρακτηρίζουν την εποχή
μας. Οι έξω αισθήσεις υπερτροφούν και οι έσω ατροφούν. Γίναμε σαν τα είδωλα που
«οφθαλμούς έχουσι και ου όψονται, ώτα έχουσε και ου ακούσονται». Βλέπουμε και
ακούμε πάρα πολλά, αλλά είμαστε κουφοί και τυφλοί για την ουσία των πραγμάτων,
για όσα έχει ανάγκη ο άνθρωπος για να ζήσει αληθινά. Η τηλεόραση προσφέρει
στους ανθρώπους πλήθος γνώσεων που, όμως, παίρνουν τη θέση και αντικαθιστούν
την πραγματική γνώση, σαν τα ξυλοκέρατα που μας χορταίνουν χωρίς να μας τρέφουν
κάνοντάς μας ανόρεχτους για αληθινή τροφή. Δίνει γνώσεις, μάταιες ή και
παραπλανητικές εξ‘ αιτίας της μεγάλης αληθοφάνειας του σκηνοθετημένου ψεύδους.
Ο αληθινός κόσμος ωχριά μπροστά στην φαντασμαγορία της οθόνης. Ένας άλλος
κόσμος τεχνητός παίρνει τη θέση του, ένας κόσμος που μοιάζει με τον πραγματικό
χωρίς να είναι, ένα σύμπαν ξαναπλασμένο από λίγους για τους πολλούς, με υλικά
του πραγματικού κόσμου, αλλά θρυμματισμένα και ξανακολλημένα με εξωπραγματικό
αποτέλεσμα που, όμως, δίνει την ψευδαίσθηση του πραγματικού γιατί αποτελείται
από φωτογραφίες. Συνηθίζουμε σ’ αυτήν την εύκολη και εντυπωσιακή τροφή. Το
μυαλό μας γίνεται όλο και πιο δυσκίνητο στην πραγματική και βαθιά σκέψη και όλο
και πιο ευκίνητο στην επιφανειακή τη ρηχή. Τα βιβλία δεν μας συγκινούν πιά,
εκτός από τα ελαφρά. Μας φαίνονται όλο και πιο βαριά, όλο και πιο κουραστικά.
Γιατί να τυραννιόμαστε αφού «όλα» μπορούμε να τα ακούσουμε, και να τα δούμε
στην τηλεόραση, εύκολα και ευχάριστα;.. Όλα.. εκτός από τα σπουδαιότερα, όλα..
εκτός από τον άρτο της ζωής.
Όσο η οίησή μας μεγαλώνει, όσο η ιδέα που έχουμε για τις
πολλές δήθεν γνώσεις μας φουσκώνει, τόσο η άγνοιά μας βαθαίνει. Η «γνώση» μας
είναι η ημιμάθεια, η χειρότερη δηλαδή μορφή αμάθειας.
ΗΛΘΟΝ
ΒΑΛΕΙΝ ΜΑΧΑΙΡΑΝ
Ένα από τα θανάσιμα αμαρτήματα της ανθρωπότητος είναι ότι
αφέθηκε να δουλωθεί στην Τεχνολογία. Ό,τι είναι ο δουλωμένος στό χρήμα το ίδιο
είναι και ο δουλωμένος στη μηχανή. Εξ’ άλλου αυτές οι δύο δουλείες είναι
αλληλένδετες. Προέρχονται από την επιδίωξη της καλοπέρασης, που είναι παγίδα,
γιατί η χαρά, δεν βρίσκεται στον εύκολο αλλά στον δύσκολο δρόμο, στον κόπο, στη
στέρηση, στη σκληρή ζωή, στην ολιγάρκεια, την αυτάρκεια και την αμεριμνησία.
Ξεγελασθήκαμε από τις υπηρεσίες της μηχανής και τώρα θυσιάζουμε καθημερινά στό
βωμό της κόπους, χρήματα, χρόνο, ζωές, την ίδια τη γη μας που, σιγά-σιγά,
δηλητηριάζουμε. Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Επειδή ο άνθρωπος ρέπει πρός το
πονηρό και δέχεται πολύ πιο εύκολα την επίδραση του κακού παρά την επίδραση του
καλού, γι΄ αυτό ο Θεός χώρισε τα έθνη και τις γλώσσες δημιουργώντας έτσι
στεγανά διαμερίσματα και αντιπυρικές ζώνες που το κακό δεν μπορεί εύκολα να
διαπεράσει. Η μηχανή κατέστρεψε τα εμπόδια αυτά, κατάργησε τα σύνορα και τις
αποστάσεις και τώρα, το κακό που γεννήθηκε στην άκρη της γης έρχεται στην άλλη
άκρη γρήγορα και αποτελεσματικά. Όλοι είμαστε θύματα, αυτής της κατάστασης. Και
ο μεν κόσμος, αόμματος καθώς είναι πνευματικά, την χαίρεται και την επικροτεί.
Οι χριστιανοί όμως, που θάπρεπε να είναι το άλας της γής, τι κάνουν; Έβαλαν τις
μηχανές να βουϊζουν και μέσα στο ίδιο το περιβόλι της Παναγίας στον πάλαι ποτέ
παράδεισο της ησυχίας. Όταν το άλας μωραίνεται τι καλό να περιμένεις για τον
κόσμο;
Η κοινή συμβουλή των Πατέρων, για να γλυτώσουμε από τα
πάθη της ψυχής μας, είναι να σταματήσουμε να τα τροφοδοτούμε με την ύλη που τα
τρέφει. Αν θέλεις να σβύσει μια φωτιά πάψε να της ρίχνεις ξύλα. Οι αγώνες οι
πνευματικοί δεν γίνονται με ημίμετρα και με συμβιβασμούς. «Μη νομίσητε ότι
ήλθον βαλείν ειρήνη επί την γην^ ούκ ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν»
(Ματθ. Ι΄34). Όμως, στην τρισάθλια εποχή μας, στόμωσαν τα «μαχαίρια» των
χριστιανών, αυτά ακριβώς που τους έδωσε ο ίδιος ο Χριστός γιά να πολεμήσουν. Οι
χριστιανοί, στις μέρες μας, συνθηκολογούν σε όλους τους τομείς. Ο πόλεμος που
μας κάνει ο διάβολος είναι πολυμέτωπος,
πονηρός, κρυφός και ύπουλος. Δεν θα επιβιώσουν πνευματικά παρά μόνον όσοι έχουν
την αποφασιστικότητα να κόβουν: σχέσεις κοινωνικές, σχέσεις συγγενικές, σχέσεις
με όσους έχουν κοινωνία εκκλησιαστική με την αίρεση, την εξάρτησή τους απ’ τις μηχανές (απ’ όσες είναι δυνατό φυσικά,
μια και η ζωή μας έχει ζυμωθεί πιά μ’ αυτές) κι απ’ τις ευκολίες του
πολιτισμού, κάθε συμπαράταξη με κόμματα και πολιτικούς και κάθε συμπάθεια προς
την οποιαδήποτε κρατική εξουσία, την οπωσδήποτε αντίχριστη, οποιαδήποτε κι αν
είναι η επιφανειακή ιδεολογία της, μ’ ένα λόγο τη φιλία τους με τον κόσμο. Ο
κόσμος θα ακολουθήσει τον δρόμο του και οι μαθητές του Χριστού τον δικό τους
όσο λίγοι και αν μείνουν. Αν θέλουμε να είμαστε με τους τελευταίους πρέπει να
ξαναγίνουμε πολεμιστές. Έχουμε να κόψουμε πολλά έτσι κι αρχίσουμε. Είμαστε
δεμένοι με τα σχοινιά και τα καλώδια του δυτικού «πολιτισμού» και της
καταναλωτικής μανίας, που γέμισαν τη ζωή μας ψεύτικες ανάγκες και περιττές
μέριμνες, και ένα συνεχή μόχθο για να τα προφθάσουμε όλα, ώστε να μη μας μένει
καιρός να επιστρέψουμε στον εαυτό μας και να βρούμε τον Θεό. Η μηχανή μας έδωσε
μια ψεύτικη ανάπαυση, που μας κούρασε, όσο ποτέ δεν κουράστηκε ο άνθρωπος στό
παρελθόν. Το άγχος έγινε η μόνιμη κατάστασή μας και τα ηρεμιστικά δηλητήρια το
καθημερινό ψωμί μας. Και ενώ γνωμίζουμε και θρηνούμε την πνευματική αυτή
δουλεία, δε μας έμεινε δύναμη να την αποτινάξουμε. Έχουμε παραλύσει και
ναρκωνόμαστε όλο και περισσότερο. Ο κόσμος, βέβαια, είναι καταδικασμένος, γι’
αυτόν δεν υπάρχει επιστροφή. Οι Χριστιανοί όμως έχουν την δύναμη, φθάνει να
επικαλεσθούν τον Ελευθερωτή, και να πάρουν στα χέρια τους το ξίφος Του. Έχουμε
να κόψουμε πολλά αλλά, το πρώτο που έχει σειρά, είναι αυτό που μας ήθρε
τελευταίο. Άς μη ξεγελιόμαστε. Δεν υπάρχουν «καλά προγράμματα» στην τηλεόραση,
ούτε καλές κυβερνήσεις για να τα δώσουν. Όλα είναι ζυμωμένα με το ίδιο κοσμικό
πνεύμα και την ίδια αντίχριστη νοοτροπία, καπιταλιστική ή μαρξιστική, αδιάφορο.
Και, όσο πιο άοσμο και άγευστο είναι το δηλητήριο, τόσο πιο επικίνδυνο. Οι
λίγοι που κατευθύνουν τις τύχες του κόσμου ακολουθούν μια, δοκιμασμένης
αποτελεσματικότητας, μέθοδο: δίνουν ένα και παίρνουν πίσω δύο, μια δόση ζάχαρη,
δύο δόσεις φαρμάκι. Έτσι κανείς δεν καταλαβαίνει τίποτε, ενώ η ηθική και
νοητική αντίστασή μας μειώνεται προοδευτικά. Γινόμαστε ανίκανοι να αντιδράσουμε
και μεταβαλλόμαστε, σιγά και ανεπαίσθητα, από ελεύθερα πρόσωπα σε υπηκόους.
Δεν χωρούν ημίμετρα. Ο Χριστός μας κάλεσε στην ελευθερία.
Η λύση είναι μία και μόνη: να κόψουμε τα «καλώδια» της συνήθειας και να
πετάξουμε το χαζοκούτι στα σκουπίδια. Αυτή ας γίνει η κήρυξη της επανάστασης, η
αρχή του πολέμου καταπάνω στον Άρχοντα του Κόσμου τούτου. Αυτός είναι αγώνας
για την πραγματική ελευθερία και την αληθινή Ειρήνη, την εντός. Άς αφήσουμε πιά
τα ποτά του θανάτου κι’ άς τρέξουμε στό Νερό της Αιώνιας Ζωής. Είναι καιρός.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΙ ΡΙΖΕΣ
Χειμώνας 1985-1986 Τεύχος 16
Copyright ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΕΦΥΡΟΣ