Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παναγιώτης Ν. Τρεμπέλας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παναγιώτης Ν. Τρεμπέλας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Απριλίου 23, 2019

Εξήλθεν αίμα και ύδωρ… Η τρυπημένη πλευρά του Ιησού. Ερμηνεία του γεγονότος

(Υπόμνημα Π.Ν. Τρεμπέλα στο κατά Ιωάννην)

Ιω. 19,34 ἀλλ᾿ εἷς τῶν στρατιωτῶν(1) λόγχῃ(2) αὐτοῦ τὴν πλευρὰν(3) ἔνυξε(4), καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ(5).(=αλλά ένας στρατιώτης, δια κάθε ενδεχόμενον, του ετρύπησε την πλευράν με την λόγχην• και αμέσως έτρεξε από εκεί αίμα και νερό).
(1) «Επειδή λοιπόν για λίγο έδειξαν δυσπιστία για το αν είχε ήδη πεθάνει, τον χτυπούν με λόγχη στην πλευρά» (Κύριλλος Αλεξανδρείας). Η γλώσσα του κειμένου υπονοεί ότι ο στρατιώτης επιζητούσε να διαπιστώσει με βεβαιότητα ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός (β). Αν και τα πεπειραμένα τους μάτια είδαν, ότι ήταν ήδη νεκρός, δεν προσπέρασαν, αλλά κατέστησαν το γεγονός του θανάτου του απολύτως βέβαιο με τον αναφερόμενο τρόπο (ο).
Ο Ωριγένης στο Ματθ. κζ 54 φαίνεται να λέει, ότι το τρύπημα με τη λόγχη δινόταν μερικές φορές αντί για τη δική μας χαριστική βολή, για να επισπεύσει το θάνατο των εσταυρωμένων.
(2) Λέγεται μία φορά. Δόρυ με σίδερο οπλισμένο (G). Μακρύ ελαφρύ ακόντιο όχι τόσο βαρύ όσο ο ύσσος (pilum), ο οποίος ήταν το συνηθισμένο όπλο των Ρωμαίων στρατιωτών (β). Τρύπησε με την αιχμή του όπλου δηλαδή με το τριγωνικό σιδερένιο κεφάλι της λόγχης (ο), η οποία δεν θα έθιγε τα οστά του Ιησού (b).
(3) Πιθανώς είχε σκοπό να πλήξει την καρδιά, διότι δεν μπορούμε να υποθέσουμε, ότι η θέση του τραύματος προήλθε από τυχαίο πλήγμα ή ότι τρύπησε την αριστερή πλευρά του Ιησού, διότι πλησίασε το σώμα από εκείνο το μέρος (ο). Η Αιθιοπική όμως μετάφραση (ΣΤ΄ αιώνας) λέει ότι τρυπήθηκε η δεξιά πλευρά, και αυτό ήταν ευρύτατα δεκτό κατά τους αρχαίους χρόνους (δες και Acta Pilati B XI).
Και στη λειτουργία του Χρυσοστόμου (στην Προσκομιδή) συναντιέται η διάταξη: νύττει αυτόν στο «δεξιό» μέρος με λόγχη (β). Μολονότι το δεξί του λειτουργού που νύττει αντιστοιχεί προς το αριστερό του νυττομένου αμνού. Τίποτα παρόλ’ αυτά δεν είναι βέβαιο ως προς το ποια πλευρά τρυπήθηκε.
(4) Λέγεται μία φορά. Συχνά λέγεται στον Όμηρο για βαρύτερα καθώς και για θανάσιμα τραύματα, τα οποία επιφέρονται εναντίον κάποιου (G). Γενικώς όμως χρησιμοποιείται για ελαφρά αγγίγματα. Δες Σοφία Σειράχ κβ 19 και Γ΄ Μακαβ. ε 14. Από το Ιω. κ 25 φαίνεται ότι το τραύμα υπήρξε ευρύ (β). Λιγότερο μαρτυρημένη γραφή, που συναντιέται και στη Βουλγάτα aperuit (=άνοιξε)=
«με την έννοια ότι η οδός της ζωής άνοιξε, από την οποία απέρρευσαν τα μυστήρια της εκκλησίας, χωρίς τα οποία δεν υπάρχει κάποια είσοδος στη ζωή, η οποία είναι η αληθινή ζωή» (Αυγουστίνος).
Η γραφή προήλθε από παραφθορά (ήνυξε, ένοιξε) της αυθεντικής.
(5) «Είναι υπερφυσικό το πράγμα, και ξεκάθαρα διδάσκει, ότι αυτός που τρυπήθηκε είναι κάτι ανώτερο από άνθρωπος. Διότι από νεκρό άνθρωπο, και αν ακόμη μύριες φορές τρυπήσει κάποιος δεν θα βγει αίμα» (Ζιγαβηνός).

«Μυστήριο απόρρητο τελούνταν· διότι βγήκε νερό και αίμα» (Χρυσόστομος). «Των μεν άλλων λοιπόν νεκρών το αίμα πήζει και δεν τρέχει νερό καθαρό. Το παράδοξο όμως με το νεκρό σώμα του Ιησού ήταν ότι χύθηκε από τις πλευρές αίμα και νερό» (Ωριγένης).

Το αίμα εκείνο που έρευσε ήταν παράδοξο· αλλά και το νερό που βγήκε ακόμη περισσότερο παράδοξο. Ότι όμως και τα δύο βγήκαν κατά τον ίδιο χρόνο και όμως χωρισμένα μεταξύ τους υπήρξε το πιο καταπληκτικό από όλα. Από ποιό μέρος του σώματος το αίμα και το νερό βγήκε, από το στήθος ή από την καρδιά ή από κάποιο άλλο; Ποιός μπορεί να καθορίσει; Το νερό υπήρξε διαυγές και πραγματικό· όπως και το αίμα υπήρξε καθαρό και πραγματικό… Η διαβεβαίωση του ευαγγελιστή, ο οποίος υπήρξε συγχρόνως θεατής και μάρτυρας, δείχνει τόσο την αλήθεια, όσο και το μεγαλείο του θαύματος και του μυστηρίου (b).

Ότι το να εκρεύσει αίμα από νεκρό σώμα είναι αφύσικο αναγνωρίστηκε γενικά. Για αυτό το φαινόμενο προτάθηκαν διάφορες φυσικές εξηγήσεις από κάποιους από τους νεώτερους ερμηνευτές. Έτσι η λόγχη ίσως έπληξε διάφορα αιμοφόρα αγγεία, και ενδέχεται να ήλθε σε επαφή με σημεία, στα οποία από εσωτερική αιμορραγία είχε συσσωρευτεί αίμα, και όπου ο ορρός και ο πλακούντας ήταν σε κατάσταση χωρισμού· και κατ’ αρχάς μεν έρρευσε ο ορός μόνος, όταν όμως η λόγχη μπήκε βαθύτερα ίσως έθιξε και σημεία, όπου το αίμα ήταν ρευστό (Ebrard).
Αλλά όταν πληγεί ένα μεγάλο αιμοφόρο αγγείο κάποιου νεκρού, μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να εκρεύσει από το τραύμα αίμα μελανωπό καλυμμένο από στρώμα ορρού. Είναι όμως ελάχιστα πιθανό ότι κάτι τέτοιο θα χαρακτηριζόταν από τον Ιωάννη ως αίμα και νερό (g).

Ο W. Stroud εισηγήθηκε ότι ο θάνατος του Ιησού προήλθε από διάρρηξη της καρδιάς, το οποίο εξηγεί γιατί επήλθε ο θάνατος τόσο σύντομα, και ότι το αίμα και νερό ήταν τα χωρισμένα μεταξύ τους θρόμβος και ορρός της ποσότητας του αίματος που διέφυγε στον περικάρδιο σάκκο, τον οποίο η λόγχη τρύπησε. Αλλά αυτό προϋποθέτει, ότι το τραύμα δόθηκε στην αριστερή πλευρά, για το οποίο όμως δεν έχουμε καμία βέβαιη ένδειξη, αλλά τελείως αντίθετα η παράδοση μιλά για τη δεξιά πλευρά.

Επιπλέον ο C. Creighton παρατήρησε, ότι το αίμα που διέφυγε σε κάποια κοιλότητα εσωτερική από ρήγμα ενός μεγάλου οργάνου δεν εκδηλώνει τάση χωρισμού σε θρόμβο και ορρό αλλά μένει παχύ σκοτεινό κόκκινο αίμα (β). Οι εξηγήσεις αυτές παραμένουν αρκετά απίθανες.

Η φράση αίμα και νερό δηλώνει με τρόπο φυσικό δύο ουσίες που έρρευσαν συγχρόνως, αλλά χωριστές, για τα μάτια του θεατή. Δεν απομένει μπροστά μας παρά μία εξήγηση· να δεχτούμε, ότι το γεγονός αυτό το μυστηριώδες συνέβη παρά τους νόμους της κοινής φυσιολογίας και ότι σχετίζεται με την εξαιρετική φύση σώματος, το οποίο η αμαρτία δεν αλλοίωσε ποτέ, και το οποίο βάδιζε προς την ανάσταση, χωρίς να πρόκειται να διέλθει πρώτα από την αποσύνθεση.
Από τη στιγμή του θανάτου αρχίζει γενικώς η πρόοδος της αποσύνθεσης. Το σώμα του Ιησού έπρεπε από τη στιγμή αυτή να πάρει διαφορετικό δρόμο. Μπήκε στην οδό της δόξας. Εκείνος ο οποίος υπήρξε ο άγιος του Θεού, με την απόλυτη έννοια της λέξης, εξαιρέθηκε επίσης από την διαφθορά (Ψαλμ. ιε 10). Αυτή είναι η έννοια την οποία ο ευαγγελιστής θέλησε να προσδώσει στο μοναδικό αυτό και χωρίς κάποιο προηγούμενο φαινόμενο (g).
Έτσι νέα διαθήκη επικυρώθηκε. Η προς Εβραίους επιστολή υπενθυμίζει στους αναγνώστες της, ότι η πρώτη διαθήκη βεβαιώθηκε με αίμα και νερό και ύσσωπο (Εβρ. θ 19) (χ).

Ο θάνατος του Κυρίου υπήρξε τελείως διαφορετικός από το θάνατο όλων των υπόλοιπων ανθρώπων και φανέρωσε την καλυπτόμενη από την ανθρώπινη φύση θεία προσωπικότητά του με το γεγονός, ότι η διαφθορά και η σήψη, η οποία για μας αρχίζει αμέσως από την πρώτη στιγμή του θανάτου μας, υπήρξε ξένη με το άχραντο σώμα του. Υπήρχε θεία ζωή στο ανθρώπινο σώμα του Ιησού Χριστού, πάνω στην οποία ο θάνατος δεν είχε κάποια εξουσία ή δύναμη. Η νίκη του θανάτου πάνω του υπήρξε προσωρινή και σύντομη, όμοια με τις καλοκαιρινές νύχτες των βορείων περιοχών της γης, στις οποίες το λυκόφως δεν παύει να φωτίζει μέχρι τη στιγμή κατά την οποία το λυκαυγές διαδέχεται αυτό.

Εκτός από την εξήγηση αυτή υπάρχουν στους Πατέρες και συμβολικές εξηγήσεις του μυστηριώδους φαινομένου. Η επικρατούσα, την οποία κάποιοι από τους νεώτερους (χ,τ) θεωρούν ότι επιβεβαιώνεται και από τον ίδιο τον ευαγγελιστή (Α΄ Ιωάννου ε 16) είναι: «Αυτές οι πηγές δεν βγήκαν από το σώμα του απλώς και ως έτυχε, αλλά επειδή από αυτά τα δύο συστάθηκε η Εκκλησία. Και το γνωρίζουν αυτοί που μυούνται στα μυστήρια, που αναγεννιούνται μεν με νερό, τρέφονται δε με αίμα και σάρκα. Από εδώ λαμβάνουν αρχή τα μυστήρια, ώστε, όταν προσέρχεσαι στο φρικτό ποτήριο, να προσέρχεσαι έτσι, σαν να πίνεις από αυτήν την πλευρά» (Χρυσόστομος).

«Διότι το άγιο βάπτισμα είναι όντως του Χριστού και από το Χριστό και η δύναμη της μυστικής ευλογίας (=της Θείας Ευχαριστίας) γεννήθηκε ξανά σε εμάς από την αγία του σάρκα» (Κύριλλος).

«Εκείνο το αίμα χύθηκε για την άφεση των αμαρτιών· το νερό εκείνο… χορηγεί μία και μόνη φορά το λουτρό του βαπτίσματος» (Αυγουστίνος).
Άλλη αλληγορία λιγότερο διαδεδομένη: «Αναβλύζει αίμα και νερό εγκαινιάζοντας δύο βαπτίσματα, αυτό του αίματος, του μαρτυρίου, και αυτό του νερού, της αναγέννησης» (Ζιγαβηνός).

Ερμηνεύεται αλληγορικά επίσης και το τρύπημα της πλευράς: «Τρυπιέται με τη λόγχη στην πλευρά ο Σωτήρας λόγω της τρυπημένης από την αμαρτία πλευρά του Αδάμ, δηλαδή την Εύα, θεραπεύοντας με την πληγή της πλευράς την πληγή της πλευράς» (Ζιγαβηνός).

«Ο δεύτερος αυτός Αδάμ έγυρε το κεφάλι και κοιμήθηκε πάνω στο σταυρό, έτσι ώστε μία σύζυγος [η εκκλησία] να φτιαχτεί για Αυτόν από εκείνο, το οποίο έρρευσε από την πλευρά αυτού που κοιμόταν. Ω θάνατε, μέσω του οποίου οι νεκροί αναστήθηκαν ξανά στη ζωή! Τι μπορεί να είναι καθαρότερο από το αίμα αυτό; Τι ιαματικότερο από το τραύμα αυτό;» (Αυγουστίνος).

(Υπόμνημα Π.Ν Τρεμπέλα στο κατά Ιωάννην, μετάφραση στα νέα ελληνικά π. Νικόλαος Πουλάδας)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 18, 2012

Παιδί μου, δός μου τὴν καρδιά σου




Ζητεῖ ὁ Κύριος τὰς καρδίας μας. Δὲν εἶναι λοιπὸν ἰδικαί του; Ἰδικαί του εἶναι. Διότι αὐτὸς μᾶς τὶς ἔδωκε. Δὲν μᾶς ἔπλασεν αὐτός; Καὶ δὲν ἔδωκεν εἰς τὸν καθένα μας ὅλα ὅσα ἔχει; Καὶ ὅπως ὁρίζει αὐτὸς τὰ πάντα, δὲν ὁρίζει λοιπὸν καὶ ἡμᾶς, καὶ δὲν ἔχει ἐξουσίαν καὶ δύναμιν, ὅταν θελήσῃ, μὲ ἕνα πάλιν λόγον νὰ μᾶς ἐκμηδενίσῃ καὶ νὰ μᾶς ἀφανίσῃ ὁλοτελῶς;

Ναί· ἔτσι εἶναι. Ἀλλὰ βλέπεις, ὅτι ὁ Ὕψιστος Θεὸς συγκαταβαίνει τόσον πολὺ εἰς τὴν μικρότητα τοῦ σκώληκος αὐτοῦ τῆς γῆς, ποὺ ὀνομάζεται ἄνθρωπος, ὥστε νὰ τοῦ λέγῃ: Ἰδικά μου εἶναι ὅλα. Καὶ τίποτε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀντισταθῇ εἰς τὸ κυρίαρχον θέλημά μου. Μὲ ὅλον δὲ ὅπου ὁρίζω καὶ σέ, ὅπως ὁρίζω ὅλα τὰ πλάσματά μου, σὲ ἀφίνω ἐλεύθερον. Καὶ μένει εἰς τὴν ἐξουσίαν σου καὶ εἰς τὴν διάθεσίν σου νὰ μοῦ δώσῃς ἢ νὰ μὴ μοῦ δώσῃς τὴν καρδίαν σου. Ἐγὼ σὲ ἀγαπῶ. Τόσον πολύ, ὥστε καὶ τὸν μονάκριβον Υἱόν μου παρέδωκα εἰς θάνατον διὰ σέ. Σὺ δὲν θὰ μὲ ἀγαπήσῃς; Καταδέχομαι νὰ ζητῶ τὴν καρδίαν σου. Δὲν θὰ μοῦ τὴν δώσῃς; Θὰ μοῦ τὴν ἀρνηθῇς; Εἰς τὴν ἐξουσίαν σου μένει. Δὲν σὲ ἀναγκάζω. Σοῦ τὴν ζητῶ, χωρὶς νὰ σὲ βιάζω.

Κύτταξε, ἀδελφέ μου, πόσον προνομιοῦχοι εἴμεθα! Ὁ Θεὸς ὁ ἄπειρος, ποὺ δὲν τοῦ λείπει τίποτε, ὁ ὁποῖος τὰ ἔχει ὅλα, ζητεῖ τὴν πτωχήν, τὴν ἀκάθαρτον, τὴν ρυπαρὰν καρδίαν μας! Μὲ ὅλην τὴν καρδίαν του ἕνας ἕκαστος Ἄγγελος τὸν λατρεύει καὶ τὸν ἀνυμνεῖ. Μὲ ὁλόκληρον τὴν ὕπαρξίν του εἶναι προσκολλημένος εἰς αὐτόν. Τὸ μεγαλεῖον δὲ καὶ ἡ ἁγιότης τοῦ Ὑψίστου ἔχει ἀπορροφήσει κάθε Ἄγγελον τόσον πολὺ καὶ τόσον βαθειά, ὥστε τίποτε ἄλλο δὲν τὸν ἀπασχολεῖ, παρὰ μόνον ὁ ὕμνος καὶ ἡ δοξολογία καὶ ἡ ἀπόλαυσις καὶ ὁ ἔρως τῆς ἀπείρου τοῦ Θεοῦ τελειότητος.

Οὕτω πως καὶ ἡμεῖς. Τὀ ὅτι πρέπει νὰ εἴμεθα εὐγνώμονες εἰς τὸν Θεόν, ἀναγνωρίζεται ἀπὸ κάθε συνετὸν ἄνθρωπον. Ὡσαύτως καθένας ποὺ σκέπτεται λογικὰ καὶ χωρὶς προκατάληψιν, θὰ εὕρισκεν ἐξ ὁλοκλήρου δίκαιον καὶ ἐπιβεβλημένον νὰ ἀποδίδῃ καὶ ὁ τόσον εὐεργετούμενος ἄνθρωπος εἰς τὸν εὐεργέτην του Θεὸν τὸν φόρον τῆς εὐχαριστίας του καὶ τῆς λατρείας του. Ἀλλὰ «τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίῳ περὶ πάντων ὦν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν;» ἐρωτᾷ ὁ ψαλμῳδός.

Τόσον πολὺ μᾶς ἀγαπᾷ ὁ Κύριος, ὥστε λόγῳ τῆς πρὸς ἡμᾶς ἀγάπης του καὶ στοργῆς του τὰς ἀναριθμήτους δωρεὰς καὶ εὐεργεσίας, ποὺ μᾶς παρέχει, μᾶς τὰς ἀνταποδίδει σἂν νὰ μᾶς τὰς χρεωστῇ καὶ σἂν νὰ εἶναι ὁφειλή του καὶ χρέος του πρὸς ἡμᾶς. Τί λοιπὸν θὰ τοῦ ἀνταποδώσωμεν καὶ ἡμεῖς; Ποίαν θυσίαν ἀναγνωρίσεως καὶ εὐχαριστίας, ποῖον δῶρον λατρείας καὶ προσκυνήσεως θὰ τοῦ προσφέρωμεν;

Ἰδού, τί λέγει ὁ ἴδιος διὰ στόματος τοῦ Δαβὶδ πρὸς τὸν ἐκλεκτὸν λαόν του, τοὺς Ἰσραηλίτας. Δὲν θὰ δεχθῶ, λέγει, «ἐκ τοῦ οἴκου σου μόσχους οὐδὲ ἐκ τῶν ποιμνίων σου» τράγους. Ὅλα εἶναι ἰδικά μου. «Ἐμά ἐστι πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ», καθὼς καὶ τὰ ἥμερα «κτήνη», ποὺ βόσκουν «ἐν τοῖς ὄρεσι καὶ οἱ βόες». Ὁλόκληρος «ἡ οἰκουμένη καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς» ἰδική μου εἶναι. Καὶ ἐπὶ πλέον μήπως ἔχω ἀνάγκην ἐγὼ νὰ φάγω κρέατα ταύρων ἢ νὰ πίω αἵματα τράγων; «Υἱέ μου, δός μου τὴν καρδίαν σου». Ὅ,τι ἅλλο καὶ ἂν μοῦ προσφέρῃς, δὲν εἶναι ἰδικόν σου. Ἀπὸ τὸ βασίλειόν μου καὶ ἀπὸ τὴν δημιουργίαν μου θὰ τὸ πάρῃς. Ἐκεῖνο, ποὺ ἐγὼ ὁ Πλάστης σου ἀφῆκα εἰς τὴν ἐξουσίαν σου καὶ τὸ ἀνεγνώρισα ὡς ἰδικόν σου, εἶναι ἡ καρδία σου. Αὐτὴν σοῦ ζητῶ. Δὲν θὰ μοῦ τὴν δώσῃς;

Σοῦ τὴν ζητῶ. Ὄχι διὰ τὸν ἑαυτόν μου. Ὅχι διότι θὰ προσθέσῃς κάτι εἰς τὴν δόξαν καὶ εἰς τὸ μεγαλεῖον μου μὲ τὴν δοξολογίαν καὶ τὴν λατρείαν, ποὺ θὰ ἀποδώσῃς εἰς ἐμέ. Χίλια καὶ μύρια καὶ ἀναρίθμητα στόματα, ἐὰν ἀπὸ συμφώνου ὅλα μαζῆ μὲ ἀνυμνήσουν, δὲν θὰ προσθέσουν τίποτε εἰς τὴν δόξαν μου. Ὅπως δὲν θὰ ἀφαιρέσῃ τίποτε ἀπὸ τὴν μακαριότητά μου ἡ ἀδιαφορία ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἢ ἡ καταφρόνησίς των ἢ καὶ ἡ ἀγνωμοσύνη των, ἀκόμη δὲ καὶ ἡ ἀσέβειά των πρὸς ἐμέ. Αὐτούς, καὶ μόνον αὐτούς, θὰ βλάψῃ.

Ναί. Εἶναι γεγονός, ποὺ μόνον τυφλοὶ δὲν εἰμποροῦν νὰ τὸ ἵδουν, ὅτι ἐκεῖνος, ποὺ δὲν λατρεύει τὸν Θεὸν καὶ δὲν ἐκδηλώνει τὴν εὐγνωμοσύνην του πρὸς αὐτόν, μένει ἀναίσθητος πρὸ τοῦ μεγαλείου του καὶ τῆς ἀγαθότητός του. Μὲ τὴν ἀσυγχώρητον δὲ αὐτὴν ἀδιαφορίαν του ἀποξενοῦται βαθμηδὸν τελείως ἀπὸ τὸν Κύριον. Καὶ ἀποδεικνύεται ἀνάξιον δημιούργημά του, ὕπαρξις δυστυχής, ποὺ θὰ ἐγκαταλειφθῇ ἀπὸ τὸν οὐράνιον Πατέρα, διότι εἰς μάτην καὶ χωρὶς ἀποτέλεσμα δεικνύεται πρὸς αὐτὸν ἡ τόση ἀγαθότης καὶ πατρικὴ στοργὴ τοῦ Ὑψίστου. Τί λέγεις, λοιπόν, ἀναγνῶστα μοῦ; Ἀφοῦ ὁ Θεὸς μᾶς τὰς ζητεῖ, δὲν θὰ τοῦ δώσωμεν καὶ ἡμεῖς τὰς καρδίας μας;



Ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον Λατρείαν μας
Παν. Ν. Τρεμπέλας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...