Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατριδογνωσία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατριδογνωσία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Δεκεμβρίου 23, 2017

Πως η Δύση έπεισε ότι το βυζαντινό κράτος δεν ήταν ελληνικό

Πως η Δύση έπεισε ότι το βυζαντινό κράτος δεν ήταν ελληνικό

Η Δύση επί αιώνες εχθρεύονταν το Βυζάντιο τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία. Το όνειρο των δυτικών πάντοτε ήταν να κόψουν την συνέχεια του Ελληνισμού από την ένδοξη αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Επιδίωκαν λοιπόν να εμφανίσουν τον λαμπρό μεσαιωνικό Ελληνισμό του Βυζαντίου ως κάτι ξένο και αποκομμένο από τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό και την ρωμαϊκή κληρονομιά.

Οι Ρωμαίοι μεγαλούργησαν πάνω στον δικό μας πολιτισμό. Και εκεί οικοδόμησαν την Αυτοκρατορία τους. Από την στιγμή που η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, η κληρονομιά της Αυτοκρατορίας πέρασε σε ελληνικά χέρια. Επειδή οι καιροί είναι πονηροί και οι νεοταξιτες της Δύσεως χτυπούν ανελέητα Ελληνισμό και Ορθοδοξία, υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν κατανοητά ως προς την χιλιόχρονη Αυτοκρατορία, την οποία ζήλεψε και ο Αδόλφος Χίτλερ, ο οποίος ήθελε να φτιάξει το "χιλιόχρονο Ράιχ"
O Clifton R. Fox Καθηγητής Ιστορίας στο Tomball College, USA επισημαίνει: “Οι άνθρωποι που ζούσαν στη ‘Βυζαντινή Αυτοκρατορία’ ποτέ δεν ήξεραν ούτε και χρησιμοποίησαν τη λέξη ‘Βυζαντινός’. Αυτοί ήξεραν για τον εαυτό τους ότι είναι Ρωμαίοι, τίποτα παραπάνω και απολύτως τίποτα λιγότερο.
Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη του Τίβερη στη Νέα Ρώμη του Βοσπόρου, τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο 1ος μετέφερε την πραγματική ταυτότητα της Ρώμης σε καινούργια τοποθεσία.
Πολύ πριν τον Κωνσταντίνο τον 1ο, η ιδέα της ‘Ρώμης’ είχε αρχίσει να διαχωρίζεται από την Αιώνια Πόλη του Τίβερη. Έτσι που το Ρωμαίος σήμαινε τον Ρωμαίο πολίτη, όπου κι αν ζούσε. Πριν την Αυτοκρατορική περίοδο (89 π.Χ.), το Ρωμαϊκό Δίκαιο χορήγησε δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Ιταλίας. (σ.σ. και άρα και στους υπόλοιπους Έλληνες της Μ. Ελλάδος).
Κατόπιν, το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη προσφερόταν σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων παντού στην Αυτοκρατορία. Το 212, ο αυτοκράτορας Καρακάλας διακήρυξε ότι όλοι οι ελεύθεροι πολίτες της Αυτοκρατορίας μπορούσαν να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αυτοαποκαλούνται Ρωμαίοι, και όχι απλά υποτελείς των Ρωμαίων.
Σε μερικές δεκαετίες οι άνθρωποι αναφερόμενοι στην Αυτοκρατορία άρχισαν να χρησιμοποιούν σπανιότερα (το Λατινικό) ‘Imperium Romanorum’ (Κράτος των Ρωμαίων) και συχνότερα το ‘Ρωμανία’ (Χώρα των Ρωμαίων)” (http://www.tc.nhmccd.cc.tx.us/people/crf01/romaion/, «Celator», Τόμος 10, Αριθμός 3: Μάρτιος 1996. Μετάφραση στα Ελληνικά, του ξενόγλωσσου άρθρου, στο:www.romanity.org ).

Ο Lorenz Gyomorey, λέει:
“Στην ονομασία της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ διαψεύστηκε και διαψεύδεται κάθε δυτική προσπάθεια να επικαλείται μια νεφελώδη ‘ελληνορωμαϊκή’ κληρονομιά σαν υψηλή αποστολή της Δύσης. Η ύπαρξη της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ αποκαλύπτει την ‘Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους’ ως φάρσα και αποδείχνει ότι η Αναγέννηση τίποτα άλλο δεν αναγέννησε παρά ένα φάντασμα, που ούτε καν υπήρχε. Έτσι, η ύπαρξη της Ρωμηοσύνης βεβαιώνει ότι κάθε επίκληση της αρχαίας Ελλάδας, της αρχαίας Ρώμης, της Αυτοκρατορίας, του πολιτισμού, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ιδεολογική συγκάλυψη κατακτητικών, αποικιοκρατικών δυναστικών προσπαθειών” (Lorenz Gyomorey, «Η δύση της Δύσης», εκδ. Παπαζήση).

- Ο ιστορικός Otto Mazal, γράφει:
“Οι ρίζες της αρνητικής τοποθέτησης των Δυτικών, που ήθελαν να βλέπουν τη βυζαντινή περίοδο μόνο ως μια διαρκή πορεία κατάπτωσης μετά την ένδοξη εποχή της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, βρίσκονται στους χρονογράφους του Μεσαίωνα, για τους οποίους οι δυτικοί αυτοκράτορες ήταν οι νόμιμοι συνεχιστές του Imperium Romanum,ενώ το κατά την αντίληψη της Δύσης, αιρετικό ανατολικό κράτος, είχε χάσει ως ‘βασίλειο των Γραικών’ (Regnum Graecorum) την οικουμενικότητά του και είχε αποκλεισθεί από τη σκηνή της ιστορίας.Για πρώτη φορά η Βυζαντινολογία του παρόντος δείχνει και πάλι με σαφήνεια την μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) και δίνει ώθηση για μια αναθεώρηση” (“Byzanz und das Abendland”, Wien 1981, s. 8,11).

Στην Εγκυκλοπαίδεια Britannica, διαβάζουμε:
“Η ονομασία της αυτοκρατορίας συνδέεται κατά τη βυζαντινή περίοδο μόνο με την πρωτεύουσά της, που είχε ιδρυθεί στον χώρο της μικρής πόλης Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία ονομαζόταν Ρωμαϊκή, οι πολίτες της Ρωμαίοι και ο αυτοκράτορας ήταν imperator Romano rum. Η σύνδεση της ονομασίας Βυζάντιο με την αυτοκρατορία έγινε στους νεώτερους χρόνους, με την έκδοση από τον Ιερώνυμο Wolf έργων των Βυζαντινών ιστορικών (“Corpus Byzantinae Historiae”, 1562) και καθιερώθηκε γενικά, αδιάφορα από τις μερικότερες κατά καιρούς επιλογές (Ελληνική Αυτοκρατορία ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος).
Μερική επίσης, ήταν η χρήση της ονομασίας Γραικού σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της αυτοκρατορίας, παρά το γεγονός ότι από τον 9ο αιώνα στις λατινικές πηγές κυρίως του φραγκικού κράτους γίνεται συστηματική χρήση της για ολόκληρη την αυτοκρατορία, με σκοπό την εξουδετέρωση της ονομασίας Ρωμαίου και Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος) (…) και την αποκλειστική οικειοποίησή τους για το φραγκικό κράτος.
Η συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η νομιμότητα της συνέχειας αυτής, συνδεόταν άρρηκτα με τις ονομασίες που θεμελίωναν τη νόμιμη χρήση του τίτλου αυτοκράτωρ Ρωμαίων (imperator Romanorum) και εξασφάλιζαν τη μοναδικότητα και την αποκλειστικότητα της νόμιμης αυτοκρατορίας στην Οικουμένη” (Εγκυκλ. Britannica, «Βυζάντιο»).

Λέει ο Κολοκοτρώνης στον Στρατηγό Hamilton:
“Εμείς, καπετάν Άμιλτον, δεν εκάμαμε ποτέ συμβιβασμό με τους Τούρκους. Άλλους έκοψαν, άλλους σκλάβωσαν με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, ζήσαμε ελεύθεροι από γενεά σε γενεά. Ο βασιλιάς μας (ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος) εσκοτώθη, δεν έκαμε καμιά συνθήκη με τους Τούρκους. Η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήσαν ανυπόταχτα. Η φρουρά του είναι οι κλέφτες και τα φρούρια η Μάνη, το Σούλι και τα βουνά.” (Θ. Κολοκοτρώνη, «Aπομνημονεύματα», εκδ. Αφών Τολίδη)
.
“Στο 16ο Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο της Βιέννης, ο ίδιος ο πρόεδρος της Αυστριακής Δημοκρατίας, Rudolf Kirschlger κατά την επίσημη έναρξη των εργασιών του συνεδρίου, συνεχάρη τον καθηγητή Hunger, πρόεδρο της Αυστριακής Ακαδημίας των Επιστημών, της Διεθνούς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου και ιδρυτή και οργανωτή της Βυζαντινολογικής Σχολής της Βιέννης, διότι, όπως είπε, απέδειξε ότι ο όρος ‘βυζαντινισμός’ δεν έχει καμμία σχέση με την βυζαντινή πραγματικότητα, αλλά προήλθε από ελλιπή κατανόηση του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) εκ μέρους των ιστοριογράφων της Αναγέννησης. Επανειλημμένα τονίστηκε από τον καθηγητή Hunger, ότι δεν πρέπει να γίνεται πλέον διάκριση μεταξύ ‘Byzantinistik’ και ‘Neogrzistik’, μεταξύ δηλαδή βυζαντινολογίας και νεοελληνικής φιλολογίας, διότι Βυζάντιο (σ.σ διάβαζε: Ρωμανία) και Νέος Ελληνισμός αποτελούν ενότητα”» («Επομένοι τοις θείοις πατράσι, αρχές και κριτήρια της πατερικής “θεολογίας”», εκδ. Βρυέννιος, Θεσ/κη 1997).

“Δεν είναι εκκλησία αυτό που νομίζουμε”.
“Μας πήραν μωρά παιδιά από το μαστό της μάνας μας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μας έμαθαν άλλα. Μας έδωσαν να πιούμε γάλα κονσέρβας. Μας έκοψαν από τις ρίζες. Μας χώρισαν από την Παράδοση. Μας απομάκρυναν από το σπίτι μας. Μας έκαμαν αλλοδαπούς στον τόπο μας. Βάλθηκαν να μας ξεμάθουν τη μητρική μας γλώσσα, τη γλώσσα της Ορθοδοξίας, τη μητρική γλώσσα του ανθρώπου. Ποιοί; Όσοι θέλησαν δια της βίας να μας σώσουν: οι διαφωτιστές, προπαγανδιστές, Βαυαροί, μασόνοι… μέχρι σήμερα. Μαζί μ’ αυτούς όλοι όσοι θεωρήσαμε τα φώτα τους φώτα, τον πολιτισμό τους πρόοδο. Και έτσι στα τυφλά, χωρίς διάκριση πνευματική, πήραμε το κάθετί απ’ αυτούς σαν ανώτερο, καλύτερο, πολιτισμένο (σε τέχνη, δίκαιο, διοργάνωση ζωής, αρχιτεκτονική, μουσική…).
Και βασανίζεται το ΄είναι΄ μας. Απορρίπτει ο οργανισμός μας ένα ένα τα μεταμοσχευθέντα ξένα μέλη. Και συνέχεια μας μεταμοσχεύουν βιαίως νέα, τα οποία αποβάλλονται και φανερώνεται με την προσωπική συμπεριφορά ποιός είναι ο βαθύτερος χαρακτήρας του λειτουργημένου λαού μας.
Δεν είναι η Εκκλησία αυτή που νομίζουμε. Δεν είναι αυτή που χτυπάμε, αυτή που βαλθήκαμε να καταστρέψωμε. Δεν έχει σχέση η Ορθοδοξία με ‘μεσαιωνισμούς’, ‘μυστικισμούς’, ‘κληρικαλισμούς’, ‘σχολαστικισμούς’ που ακούμε. Τόσοι δυτικοθρεμμένοι νομίζουν, ότι σε Δύση και Ανατολή, όλοι οι όροι έχουν το ίδιο περιεχόμενο. Και προσπαθούν να μας ελευθερώσουν από αρρώστιες που δεν περάσαμε. Και μας αρρωσταίνουν με τις θεραπείες τους. Και μας περιπλέκουν με τις λύσεις τους.
Δεν αρνούμαστε ότι υπήρξαν και υπάρχουν ανθρώπινες αδυναμίες. Υπήρξαν και υπάρχουν αδύνατοι, με πτώσεις και ελαττώματα. Αυτό κάνει ακόμα πιο συμπαθή την ίδια την Ορθοδοξία και αναδεικνύει την ανοχή της αγάπης της και την αλήθεια του μηνύματός της”».


ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

O Victor Berard ήταν Γάλλος περιηγητής, ιστορικός, Καθηγητής Πανεπιστημίου και πολιτικός, ο οποίος κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνος (δηλαδή έναν ακριβώς αιώνα μετά τον θάνατο του Pήγα Φεραίου στο Βελιγράδι (24-6-1798)) ταξίδεψε στα Βαλκάνια. Τις εντυπώσεις του και τα σχόλιά του για τα τότε ανακινούμενα ζητήματα, όπως το Mακεδονικό, η εμφάνιση αλβανικού έθνους, ο Πανσλαβισμός κ.ά. κατέγραψε σε βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε το 1987 και στα ελληνικά με τίτλο: “Τουρκία και Ελληνισμός – Οδοιπορικό στη Μακεδονία” (Εκδ. Tροχαλία). Από την σελίδα 211 της ελληνικής εκδόσεως, διαβάζουμε το παρακάτω απόσπασμα, το οποίο μας δείχνει πως οι ιδέες του Pήγα Φεραίου, δεν ήταν ουτοπία, αλλά ήταν σε μεγάλο βαθμό διαδεδομένες:
(…) Mέ την ιδιότητά μας ως Γάλλων, είμαστε στο Mοναστήρι προστατευόμενοι του Έλληνα προξένου. Aπ’ αυτό ίσως να υποφέρει λίγο η εθνική μας φιλοτιμία αλλά ωφελείται η παιδεία μας. Zούμε παρέα με τον Mεγαλέξανδρο και τον Aριστοτέλη, γνήσιους Mακεδόνες. Σήμερα το πρωί ο πρόξενος μας διάβαζε τον Θούριο του Pήγα, του μέν Pήγα του Mακεδόνα (σημ. ο Bernard προφανώς δέχεται την ερμηνεία ότι ο Pήγας γεννήθηκε στο Bελεστίνο, αλλ’ από γονείς προερχομένους από το χωριό Περιβόλι της Δυτικής Mακεδονίας), του εταιριστή του περασμένου αιώνα, που ήθελε να ξεσηκώσει τις παραδουνάβιες επαρχίες και πέθανε προδομένος από την Aυστρία στον Tούρκο δήμιο” (http://www.perivoli.gr/istoria.html):
Σουλιώτες και Mανιάτες, λιοντάρια ξακουστά…
Mαυροβουνιού καπλάνια, Oλύμπου σταυραετοί…
Kι Aγράφων τα ξεφτέρια, γενήτε μια ψυχή!…
Aνδρείοι, Mακεδόνες, ορμήσατ’ ως θεριά…
Tου Σάβου και Δουνάβου αδέλφια χριστιανοί…
Nα σφάξωμεν τους λύκους, που τόν ζυγόν βαστούν,
καί Έλληνας τολμώσι σκληρά να τυραννούν.
Ήταν ένας καιρός όπου, από τον Kάβο - Mαταπά μέχρι το Δούναβη και από την Aδριατική ως τη Mαύρη Θάλασσα, Xριστιανός και Έλληνας ήταν λέξεις συνώνυμες. Oι σταυραετοί της Mάνης και τα καπλάνια του Mαυροβουνιού, τα ξεφτέρια του Σάβου και οι Mακεδόνες δέχονταν το όνομα Έλληνες πολύ καιρό ακόμη μετά τον θάνατο του Pήγα, του οποίου τους στίχους παραθέσαμε πιό πάνω…”

Η περιγραφή του Γάλλου (ιστορικού και περιηγητή) που μιλάει για την Oρθόδοξη Kοινοπολιτεία των Βαλκανικών λαών είναι χαρακτηριστική. Αυτή η κατάσταση είχε διαμορφωθεί υπό την εθναρχική και πνευματική καθοδήγηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στα πλαίσια του Γένους των Ρωμηών (Pούμ μιλλέτ). Αυτή την Ελληνιστική υπερδύναμη ήθελε να αναστήσει και ο Καποδίστριας, αλλα και ο Μακρυγιάννης, ο οποίος έλεγε: “Να αναλάβομεν και να γένομεν και ένα όλοι οι ομόθρησκοι” (Στρατηγού Μακρυγιάννη “Οράματα και Θάματα”, Αθήνα 1983, σελ 177) καθώς και “Θα κάμωμεν το Ρωμαίικο” («Απομνημονεύματα», εκδ Μπάϋρον, σ.174).

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ “ΕΛΛΗΝ” ΚΑΙ “ΕΛΛΑΔΑ”
Οι λέξεις “Ελλην” και “Ελλάδα”, ήταν πλέον περιγραφικές της εθνότητας ΟΛΩΝ των κατοίκων των Βαλκανίων! Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είχαν ελληνιστικό υπόβαθρο, αλλά εμείς, με την εμμονή στον εθνικισμό (λόγω της ηγεμονίας των ξένων, οι οποίοι δεν ήθελαν αναβίωση της Ρωμανίας), αναγκάσαμε τους υπόλοιπους λαούς να αυτονομηθούν, χάνοντας ίσως για πάντα την πολιτισμική ηγεσία των Βαλκανίων.
Το όνομα Ελλάδα στην αρχή της επανάστασης του 1821 βεβαίως ουδεμία σχέση είχε με τις φαντασιώσεις των σημερινών “αρχαιόπληκτων”. Ελλάδα σήμαινε τα Βαλκάνια. “Ο Μωρέας, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Σερβία, η Βουλγαρία, τα νησιά του Αρχιπελάγους, εν ένι λόγω η Ελλάς άπασα έπιασε τα όπλα δια να αποτινάξει τον βαρύν ζυγόν των βαρβάρων”, λέει στην προκήρυξή του στο Ιάσιο (24-2-1821) ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι είναι “Έλληνες”. Το ίδιο λέει κι ο Θ. Νέγρης στο “Ανάπτυξις του νόμου της Επιδαύρου” στα 1824».
Ρωμανού Ξενοφάνουc Ανδρούτσου*
*Από το υπό έκδοση βιβλίο του:

πηγή

TΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ

Κυριακή, Φεβρουαρίου 26, 2017

Η Αμυγδαλιά στην Λαογραφία και την Μυθολογία

Ο μύθος της Αμυγδαλιάς

Ήταν κάποτε στη Θράκη, μια πανέμορφη πριγκίπισσα, η Φυλλίς, η οποία ερωτεύτηκε το γιο του Θησέα, τον Δημοφώντα. Οι δύο νέοι γνωρίστηκαν όταν το καράβι του νεαρού Αθηναίου Δημοφώντα επέστρεφε από την Τροία.

Παντρεύτηκαν αλλά μετά από λίγο καιρό ο νεαρός Αθηναίος νοστάλγησε την πατρίδα του και η ερωτευμένη πριγκίπισσα μην αντέχοντας να τον βλέπει στεναχωρημένο,  τον άφησε να γυρίσει πίσω και αν την αγαπούσε πραγματικά θα ξαναγύριζε και τότε θα ήταν πραγματικά και ειλικρινά δικός της. Έτσι κι έγινε, και η ερωτευμένη Φυλλίς έμεινε μόνη να περιμένει τον εκλεκτό της για χρόνια ώσπου μαράζωσε και πέθανε από τη θλίψη της.
Όμως οι θεοί που ήξεραν την ιστορία της την μεταμόρφωσαν σε δέντρο για να μπορεί να περιμένει για περισσότερα χρόνια τον αγαπημένο της.Έτσι η ερωτευμένη γυναίκα δεν πέθανε αλλά έγινε το δέντρο, που έμελλε να γίνει σύμβολο της ελπίδας : η Αμυγδαλιά.

Έλεγαν λοιπόν ότι μετά από χρόνια και όταν ο Δημοφώντας επέστρεψε στη Θράκη βρήκε την αγαπημένη του και πιστή γυναίκα, όχι περιστοιχισμένη από μνηστήρες αλλά ένα ξερό δέντρο δίχως φύλλα στη μέση του παγωμένου τοπίου.Απελπισμένος και γεμάτος τύψεις αγκάλιασε τον κορμό της και τότε εκείνη πλημμύρισε ανθούς στη μέση του χειμώνα νικώντας το θάνατο.

Μια άλλη εκδοχή του μύθου για την αμυγδαλιά αναφέρει ότι η Φυλλίς έμεινε πίσω περιμένοντας τον, στον τόπο της τελετής του γάμου της. Τα χρόνια περνούσαν και ο Δημοφώντας δεν επέστρεφε. Απελπισμένη η βασιλοπούλα που τον έχασε για πάντα πήγε και κρεμάστηκε σ΄ ένα δέντρο. Το δέντρο κράτησε την ψυχή της κι από τότε δεν ξανά έβγαλε φύλλα ούτε άνθισε.

Κάποτε με τα χιόνια του Γενάρη γύρισε ο γιος του Θησέα. Σαν έμαθε τον τραγικό χαμό της αγαπημένης του πήγε, αγκάλιασε το δέντρο και αυτό άρχισε να βγάζει τρυφερά φύλλα και άνθη. Η ψυχή της βασιλοπούλας ένιωσε χαρά με το γυρισμό του Δημοφώντα μα δεν ξαναπήρε την ανθρώπινη μορφή της. Έμεινε δέντρο και κάθε χρόνο το Γενάρη, στολίζεται με κάτασπρα λουλούδια.

Έτσι η αμυγδαλιά, έγινε σύμβολο της ελπίδας, δείχνοντας ότι η αγάπη δεν μπορεί να νικηθεί από το θάνατο.

Λαογραφική ιστορία της αμυγδαλιάς


Η Αμυγδαλιά ήταν ένα νέο, πανέμορφο, ροδαλό κορίτσι. Η μητέρα της την αγαπούσε πολύ, φοβόταν όμως τις κρύες μέρες του χειμώνα να την αφήσει να βγει έξω για να μην κρυώσει. Γι’ αυτό το χειμώνα την κλείδωνε στο δωμάτιό της. Μια μέρα όμως ο Βοριάς πέρασε έξω από το παράθυρό της, την είδε και την ερωτεύτηκε.

Πώς όμως θα ερωτεύονταν και αυτή το Βοριά; Τριγυρνούσε θλιμμένος έξω από το παράθυρό της. Ώσπου μια νύχτα σκέφτηκε να μεταμορφωθεί σε πρίγκηπα. Ο Βοριάς παρουσιάστηκε στην Αμυγδαλιά σαν όμορφος νεαρός άντρας και της ζήτησε αμέσως να παντρευτούν. Εκείνη μόλις τον αντίκρισε τον ερωτεύτηκε και δέχτηκε την πρότασή του.

Μια μέρα λοιπόν, που έλειπε η μητέρα της από το παλάτι, βγήκε έξω τρέχοντας και αγκάλιασε το Βοριά. Δεν άντεξε την παγωνιά και απ’ το κρύο του ξεψύχησε.  Από τότε ντύνεται νυφούλα και δέχεται το άγγιγμα του αγαπημένου της Βοριά κάθε χειμώνα.

Η αμυγδαλιά ανθίζει νωρίτερα από όλα τα δέντρα, μέσα στον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο.
Παλιότερα  θεωρούσαν πως αν η αμυγδαλιά ανθίσει τον Ιανουάριο ο χειμώνας θα συνεχιστεί βαρύς και με χιόνι και κρύο.

Χλέτσος Βασίλης


Πηγή

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 16, 2017

Τσικνοπέμπτη: 20 παραδόσεις, έθιμα και άλλα που (ίσως) δε γνωρίζατε


«Ότι τσικνίζει, να…γυρίζει», αυτό είναι το μότο της ημέρας, η οποία απαιτεί κρέας, κρέας και ακόμα περισσότερο κρέας. Το αλκοόλ ρέει άφθονο (για να γλιστράει το κρεατάκι εξάλλου) και η διασκέδαση (ασχέτως κρίσης για τους περισσότερους) είναι must.
Η Τσικνοπέμπτη αποτελεί (αν και πρόκειται για αυθαίρετο συμπέρασμα) την ημέρα που μισούν οι …χορτοφάγοι. Ωστόσο, εκτός από το γεγονός, ότι αφού υπάρχει φαγητό, ποτό και διασκέδαση είμαστε καλυμμένοι, μήπως πρέπει να μάθουμε (αν όχι όλοι, οι περισσότεροι) γιατί γιορτάζουμε την Τσικνοπέμπτη; Τι το ιδιαίτερο έχει αυτή η μέρα τελικά;
1. Η Τσικνοπέμπτη είναι μια ετήσια ως γνωστόν τελετή, που η ιστορία της χάνεται στους αιώνες. Σήμερα, έχει καθιερωθεί ως η ημέρα που τρώμε κρέας.
2. Γιορτάζεται 11 ημέρες πριν την Καθαρά ∆ευτέρα, την Πέμπτη της 2ης εβδομάδας της Αποκριάς, γνωστή και ως Κρεατινή.
3. Οι άλλες εβδομάδες είναι η Προφωνή και η εβδομάδα της Τυροφάγου.
4. Το όνομά της (φυσικά) προέρχεται από τις λέξεις «τσίκνα», η μυρωδιά δηλαδή του καμένου ψημένου κρέατος και την ημέρα Πέμπτη.
5. Για τους Ελληνορθόδοξους προμηνύει την έναρξη της Σαρακοστής. Της σαρανταήμερης περιόδου νηστείας πριν από το Πάσχα.
6. Βέβαια, παρόμοιες γιορτές με την Τσικνοπέμπτη έχουν ακόμα οι Γερμανοί, την «Weiberfastnacht» και οι Γάλλοι, την «Mardi Gras», δηλαδή τη «Λιπαρή Τρίτη», η οποία ωστόσο αντιστοιχεί στην Ορθόδοξη Καθαρά Δευτέρα. Η «Mardi Gras» γιορτάζεται με ιδιαίτερη χλιδή και σε παλιές γαλλόφωνες περιοχές, όπως είναι η Νέα Ορλεάνη.
7. Λέγεται, ότι επιλέχτηκε η Πέμπτη ως ημέρα κρεατοφαγίας, καθώς παραδοσιακά οι ημέρες νηστείας των Ελληνορθόδοξων είναι η Τετάρτη και η Παρασκευή.
8. Στη σημερινή εποχή, θεωρείται, ότι η Τσικνοπέμπτη είναι η «επίσημη» ημέρα έναρξης της αποκριάτικης περιόδου.
9. Η «Τσικνοπέφτη», όπως είναι επίσης γνωστή, ήταν η μέρα που ετοίμαζαν σε παλαιότερες εποχές, το «παστό». Έβραζαν δηλαδή το λίπος με λίγο νερό και το ράντιζαν ταυτόχρονα (με νερό), πριν το σουρώσουν.
10. Μια εβδομάδα πριν από την Τσικνοπέμπτη, ξεκινούσε η διαδικασία της σφαγής των γουρουνιών, τα λεγόμενα «χοιροσφάγια». Γι’ αυτό, η εβδομάδα αυτή ονομαζόταν και σφαγαριά. Κάθε οικογένεια έτρεφε για έναν ολόκληρο χρόνο από ένα γουρούνι, το οποίο κατέληγε …θύμα της αποκριάτικης κρεατοφαγίας.
11. Σε όλη την περιφέρεια της Πελοποννήσου, την Τσικνοπέμπτη σφάζουν χοιρινά από τα οποία φτιάχνουν διάφορα άλλα τρόφιμα, μεταξύ των οποίων πηχτή, τσιγαρίδες, λουκάνικα, γουρναλοιφή και παστό.
12. Στις Σέρρες πάλι, το έθιμο της Τσικνοπέμπτης επιβάλλει μεγάλες φωτιές, στις οποίες, αφού ψήσουν το κρέας, οι πιο τολμηροί πηδούν ανάμεσα από τις φλόγες. Τα «προξενιά» έρχονται στο τέλος, όπου κάποιος αναλαμβάνει να αναμείξει τα κάρβουνα με ένα ξύλο.
13. Λίγο πιο ψηλά, στην Κομοτηνή, πρωταγωνιστής είναι μία κότα, την οποία οι νοικοκυρές σχεδόν καίνε (καψαλίζουν στην ουσία) για να τη φάει η οικογένεια την Κυριακή της Αποκριάς. Η παράδοση μάλιστα αναφέρει, ότι την Τσικνοπέμπτη τα αρραβωνιασμένα ζευγάρια πρέπει να ανταλλάξουν φαγώσιμα δώρα. Ο άντρας πρέπει να στείλει τον «κούρκο», δηλαδή μία κότα και η γυναίκα μπακλαβά και μια κότα γεμιστή.
14. Στην Πάτρα από την άλλη, υπάρχει το έθιμο της Κουλούρας. Καθόλου παράδοξο για την ελληνική παράδοση και αυτό το συγκεκριμένο έθιμο έχει να κάνει με τον γάμο. Η «ιστορία» αναφέρει, ότι η Γιαννούλα η Κουλουρού, θεωρούσε, ότι Ναύαρχος Ουίλσων ήταν τόσο τρελά ερωτευμένος μαζί της, που είχε σκοπό να την παντρευτεί. Έτσι, εκείνη ντύνεται νύφη και κατεβαίνει στο λιμάνι να τον υποδεχτεί με τη συνοδεία των συμπατριωτών της, οι οποίο διασκεδάζουν και χορεύουν.
15. Τα «Κορφιάτικα Πετεγολέτσια» ή αλλιώς «Κουτσομπολιά» ή «Πέτε Γόλια» είναι μία παράδοση της Τσικνοπέμπτης, που ανήκει στην παλιά πόλη της Κέρκυρας. Η πετεγολέτσα ή πετεγουλιό, σύμφωνα με τους ντόπιους, είναι η προσφιλής, σε πολλούς, συνήθεια του κουτσομπολιού. Στην Κέρκυρα βέβαια, παραδοσιακά πραγματοποιείται με δόξα και καμάρι στην Πιάτσα της πόλης της Κέρκυρας, την Τσικνοπέμπτη το βράδυ. Στην ουσία, στήνεται κάτι σαν «θεατρικό», όπου οι ντόπιοι υποδύονται τους κουτσομπόληδες με σπαρταριστικές ιστορίες.
16. Στην Ιο, το βράδυ της Τσικνοπέμπτης μασκαράδες ζωσμένοι με κουδούνια προβάτων διασχίζουν τη Χώρα και επισκέπτονται σπίτια και καταστήματα, ενώ στον Πόρο, η παράδοση επιβάλλει στους νέους να κλέψουν ένα…μακαρόνι, το οποίο θα βάλουν κάτω από το μαξιλάρι τους για να δουν ποια θα παντρευτούν.
17. Το ίδιο έθιμο ισχύει και την Ήπειρο, αλλά οι νέοι βάζουν στο μαξιλάρι τις κορδέλες από το παραδοσιακό γαϊτανάκι, οι οποίες κόβονται στον τελευταίο (απογευματινό) χορό την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς.
18. Πιστοί στο γλέντι που θέλει η Τσικνοπέμπτη, οι κάτοικοι της Σκοπέλου δίνουν ραντεβού κάθε χρόνο στο Πεύκο, για να συνεχίσουν το γλέντι και το φαγοπότι όλοι μαζί.
19. Η Νάουσα φημίζεται για την αποκριάτικη παράδοσή της. Με πρωταγωνιστές τους «Γενίτσαρους» και τις «Μπούλες», η Τσικνοπέμπτη για της πόλη σημαίνει ραντεβού στην πλατεία Καρατάσου, με εκδηλώσεις από πολιτιστικούς συλλόγους.
20. Μία από τις πιο σύγχρονες παραδόσεις της Τσικνοπέμπτης είναι αυτή του Δήμου Θεσσαλονίκης, ο οποίος τα τελευταία τέσσερα χρόνια, πηγαίνοντας... κόντρα στις απαιτήσεις των κρεατοφαγικών καταχρήσεων, διοργανώνει «Ποδηλατικό Καρναβάλι». Φέτος το θέμα είναι «Ό, τι λάμπει δεν είναι χρυσός».

Σόφη Ζιώγου

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 01, 2017

Φεβρουάριος – Έθιμα του Τριωδίου


ethima_feb_titlos copy
Ο μήνας Φεβρουάριος είναι ο τελευταίος μήνας του χειμώνα. Σηματοδοτεί το τέλος της χειμερινής περιόδου και ταυτόχρονα παίρνει το ρόλο του αγγελιοφόρου», που μας ανακοινώνει ότι σε λίγο θα έρθει η άνοιξη. Λέγεται από τον λαό μας και Φλεβάρης, γιατί τα υπόγεια νερά («φλέβες της γης»), αναβλύζουν εκείνη την περίοδο λόγω των πολλών βροχών.
Όμως, ο Φεβρουάριος είναι και ο μήνας που αρχίζει η περίοδος του Τριωδίου, των τριών αυτών εβδομάδων κατά τις οποίες οι χριστιανοί προετοιμάζονται για τη νηστεία της μεγάλης Τεσσαρακοστής. Κατά την έναρξη του Τριωδίου, θα ακούσουμε στην εκκλησία την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου και θα θυμηθούμε μέσω του Ευαγγελίου την αξία της ταπείνωσης και τις συνέπειες της έπαρσης. Αυτή η εβδομάδα, που τελειώνει με την Κυριακή του Ασώτου, της γνωστής αυτής παραβολής, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, διότι παλιά «προφωνούσαν», δηλαδή διαλαλούσαν εκείνη την περίοδο ότι αρχίζουν οι Απόκριες.
0_tsiknopemptiΗ δεύτερη εβδομάδα ονομάζεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου, διότι αποτελεί την τελευταία εβδομάδα πριν τη Τεσσαρακοστή, κατά την οποία επιτρέπεται το κρέας. Σ΄ αυτήν τη βδομάδα λοιπόν, ανήκει και η Τσικνοπέμπτη, η οποία πήρε το όνομά της από τη λέξη «τσίκνα», δηλαδή τη μυρωδιά του ψημένου κρέατος και από την ημέρα Πέμπτη. Σε κάποιες περιοχές ονομάζουν τη 0_xoirosfagiaβδομάδα πριν την Τσικνοπέμπτη «σφαγαριά», γιατί λίγες μέρες πριν αρχίζει η διαδικασία σφαγής των γουρουνιών, τα λεγόμενα «χοιροσφάγια». Κάθε οικογένεια έτρεφε για έναν χρόνο ένα γουρούνι, το οποίο θα αποτελούσε το φαγητό της Τσικνοπέμπτης. Στις Σέρρες, το γλέντι μετά το φαγητό συνεχίζεται, καθώς οι πιο τολμηροί νέοι πηδάνε ανάμεσα από τις φλόγες που είχε ψηθεί το κρέας.
Στην Πάτρα, υπάρχει το έθιμο της «κουλούρας». Η παράδοση λέει ότι μια κοπέλα, η Γιαννούλα η Κουλουρού, είχε διαδώσει ότι ένας ναύαρχος ονόματι Ουίλσον, ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί της και θα πήγαινε η ίδια στο λιμάνι ντυμένη νύφη να τον υποδεχτεί. Εκείνη τη μέρα, γίνεται αναπαράσταση αυτής της ιστορίας, καθώς η «νύφη» κατεβαίνει στο λιμάνι, συνοδευόμενη από φίλους και γείτονες, οι οποίοι χορεύουν και διασκεδάζουν. Στην παλιά πόλη της Κέρκυρας, πραγματοποιείται το έθιμο των «Κουτσομπολιών», ή «Πετεγολέτσα», το βράδυ της Τσικνοπέμπτης. Στην Πιάτσα της πόλης, στήνεται ένα μικρό θεατρικό, όπου οι ντόπιοι υποδύονται τους κουτσομπόληδες και ψιθυρίζουν ο ένας στο αυτί του άλλου, διάφορες ιστορίες.
0_tyriniΗ τρίτη εβδομάδα ονομάζεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή απαγορεύεται το κρέας και καταναλώνονται μόνο γαλακτοκομικά προϊόντα. Τα πιο παλιά χρόνια υπήρχε η παράδοση, την Κυριακή της τελευταίας αυτής βδομάδας να μαζεύονται όλες οι οικογένειες σε κάποιο συγγενικό σπίτι, συνήθως των πιο ηλικιωμένων, για να φάνε όλοι μαζί και να διασκεδάσουν και να χορέψουν ως το ξημέρωμα. Το κατεξοχήν φαγητό εκείνης της ημέρας ήταν τα μακαρόνια, τα οποία τα έφτιαχναν οι νοικοκυρές με μεγάλη προσοχή και επιδεξιότητα. Το βράδυ οι ανύπαντρες κοπέλες έπαιρναν ένα μακαρόνι και το έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι τους για να δουν αυτόν που θα παντρευτούν.
Το τραπέζι εκείνης της μέρας ήταν κάποτε πολύ σημαντικό για την οικογένεια. Οι πιο 0_syxgorisiηλικιωμένοι σήκωναν το φαγητό ψηλά και έλεγαν: «άξια η τάβλα μας (το τραπέζι μας), άξια και τιμημένη!». Το τραπέζι δεν έπρεπε να συμμαζευτεί παρά μόνο το επόμενο πρωί αλλιώς θεωρούνταν γρουσουζιά. Όμως η πιο σημαντική λεπτομέρεια αυτής της παράδοσης ήταν ότι πριν αρχίσει το φαγητό, οι συγγενείς ζητούσαν συγχώρεση από τους πιο ηλικιωμένους κι αλληλοσυγχωρούνταν, ώστε να αρχίσουν τη Σαρακοστή με καθαρή καρδιά και ήσυχη συνείδηση. Η διαδικασία αυτή έδινε δύναμη στους χριστιανούς για την περίοδο της νηστείας που θα ακολουθούσε.
0_Katanyxi_proseyxiΓενικότερα, το Τριώδιο αποτελεί περίοδο προετοιμασίας για τη Τεσσαρακοστή. Μέσα από τις κοινές τους συνήθειες, τα έθιμα, αλλά και την κοινή τους πίστη, οι χριστιανοί παίρνουν κουράγιο και δύναμη, έρχονται πιο κοντά ο ένας με τον άλλον, ανακουφίζονται ψυχικά από τον λόγο του Ευαγγελίου και περιμένουν πιο γαλήνιοι και πιο «καθαροί» την Ανάσταση του Κυρίου.
Παρακάτω, μπορείς να ακούσεις μια παραδοσιακή μελωδία που έχει τις ρίζες της στο χωριό Μέλανες της Νάξου. Παίζεται τη Δευτέρα της εβδομάδας της Τυρινής, γι΄ αυτό και οι κάτοικοι του χωριού ονόμασαν το κομμάτι αυτό «Τυρινή Δευτέρα».

Σάββατο, Ιανουαρίου 07, 2017

Οι παροιμίες αγαπούν τον Γιάννη - Χρόνια πολλά στο Γιάννη και την Ιωάννα

Οι παροιμίες αγαπούν τον Γιάννη - Χρόνια πολλά στο Γιάννη και την Ιωάννα Τα γνωμικά και οι παροιμίες του λαού για ένα από τα πιο δημοφιλή ονόματα
 
Τα γνωμικά -ακόμη και με διαχρόνική ισχύ- και οι παροιμίες του λαού για ένα από τα πιο δημοφιλή ονόματα, τον Γιάννη, είναι πολλά. Χωρίς αυτόν προκοπή δεν κάνουμε, συνήθως θα τον βρούμε να σπέρνει κουκιά κι ενίοτε τον καίμε και τον αλείφουμε με λάδι. Ποιος είναι;
Φυσικά ο Γιάννης. Όλοι έχουμε έναν Γιάννη κι όλοι έχουμε πει κάποια στιγμή μια παροιμία που αναφέρεται σε αυτόν. Ο αγαπημένος των ελληνικών παροιμιών, Γιάννης έχει την τιμητική του κι εμείς τον τιμάμε συγκεντρώνοντας τις παροιμίες που ακούνε στο όνομά του.
Διαβάστε μερικές από τις πάρα πολλές που έχει γράψει για αυτούς ο ελληνικός λαός παρακάτω:
1. Γιάννη είχα, Γιάννη έχω κι αν ποτέ μου θα χηρέψω, πάλι…
Γιάννη θα γυρέψω!
2. Ακόμα δεν τον είδαμε Γιάννη τον βαπτίσαμε!!!
3. Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δε κάνει.
4. Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι να γιάνει
5. Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι
6. Κόψε κέδρο, φτιάξε Αντώνη και από πλάτανο Θανάση,
εάν πεις και για το Γιάννη, όποιο ξύλο να ‘ναι κάνει
7. Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω
8. Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη
9. Όχι Γιάννης…Γιαννάκης
10. Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα..
11. Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει
12. Πότε ο Γιαννης δεν μπορει , ποτε ο κώλος του πονεί
13. Σαραπέντε Γιάννηδες ενος κοκκόρου γνώση
14. Τα καλά του Γιάννη τα θέμε, και τον Γιάννη δεν τον θέμε
15. Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη
16. Αν είχαν οι Γιάννηδες γνώση, να μας δάνειζαν καμπόση.
17. Τρέξε Γιάννη γύρευε και Νικολό καρτέρει.
18. Άλλη καμιά δε γέννησε μόνο η Μαριώ το Γιάννη
19. Κάνε Γιάννο μ’ τη δουλειά σου, κι ύστερα και πάλι θεια σου.
Είναι απορίας άξιο, γιατί υπάρχουν τόσες παροιμίες για το Γιάννη.
«Οι Γιάννηδες είναι ο αγαπημένος στόχος λοιπόν αυτών των παροιμιακών φράσεων. Γιατί; Ίσως επειδή το όνομα Γιάννης είναι κοινότατο, κατά πάσα πιθανότητα το πιο κοινό όνομα στα ελληνικά, επόμενο είναι να γίνεται στόχος, όλων των άλλων που δεν λέγονται Γιάννηδες.
Έτσι, γιαννάκης λέγεται ο αγαθούλης, ο άπειρος, τόσο στην πολιτική ζωή όσο και στο στρατό όπου οι νεοσύλλεκτοι λέγονται γιαννάκια, στραβόγιαννοι, γιάννηδες. Όπως κατέθεσε ο φίλος Τιπούκειτος σε σχετικό νήμα για τη στρατιωτική γλώσσα, (σχόλιο 46) πρόσφατα άκουσε να χρησιμοποιείται στο κυπριακό ραδιόφωνο το «Γιαννής» σαν συνώνυμο του χαζού.
Ας δούμε μαζεμένες τις παροιμίες και φράσεις με Γιάννηδες. Είμαι τυχερός γιατί ο Γιάννης βρίσκεται στο εκδομένο τμήμα των παροιμιών του Ν. Πολίτη, οπότε μπορώ να παραθέσω και τα σχόλιά του.
Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση. Η συνηθέστερη παροιμία απ’ όσες διασύρουν τους Γιάννηδες, λέει ο Πολίτης, που αναφέρει και έναν μύθο κεφαλονίτικο για 45 Γιάννηδες που πνίγηκαν προσπαθώντας να ξεριζώσουν ένα δέντρο. Ωστόσο, ο Πολίτης δεν λέει ότι η έκφραση προέρχεται από τον μύθο, μάλλον το αντίστροφο θα συμβαίνει. Δίνει μάλιστα ο Πολίτης και γαλλικό ανάλογο (Deux Jean et un Pierre font un âne entier, Δυο Γιάννηδες κι ένας Πέτρος κάνουν ολάκερο γάιδαρο) καθώς και ισπανικό ίδιο με το γαλλικό.
Όχι Γιάννης, Γιαννάκης. Τη λέμε όταν κάποιος προσπαθεί να παραστήσει ως διαφορετικά μεταξύ τους δυο πράγματα ομοιότατα ή όταν κάποιος λεπτολογεί και επιχειρεί να επιφέρει μεταβολές ασήμαντες, λέει ο Πολίτης. Κατά τον Κ. Κάσση, στη Μάνη συνηθιζόταν να υπάρχουν αδέρφια με τ’ όνομα Γιάννης ο ένας και Γιαννάκης ο άλλος, οπότε όταν ένας Γιαννάκης παρουσιάστηκε στο στρατό και τον είπαν Γιάννη, απάντησε έτσι. Όμως η έκφραση είναι πανελλήνια και πιθανότατα πριν από το νεοελληνικό κράτος.
Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω. Για αυτούς που απαντούν άλλα αντ’ άλλων, σαν υπόδειγμα ασυνάρτητης συζήτησης. Μερικοί το συνεχίζουν: Κι η συντέκνισσά σου; Εφτά μετρήματα χωρεί. Η παροιμία υπάρχει στον Βάρνερ, άρα είναι από τον 17ο αιώνα.
Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει. Για όσους στα λόγια φροντίζουν για το κοινό καλό ενώ στην πραγματικότητα κοιτάζουν το δικό τους συμφέρον. Η παροιμία χρησιμοποιήθηκε πολύ στην εθνοσυνέλευση του 1829 από τους αντικαποδιστριακούς, επειδή οι αντιπρόσωποι ευπειθώς ψήφιζαν ό,τι τους έστελνε ο Καποδίστριας, αλλά είναι παλιότερη. Μάλιστα, ο Πολίτης δίνει και βουλγάρικο αντίστοιχο, με το όνομα Γκάνι στη θέση του Γιάννη.
Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα. Για κάποιον που παραμένει στην ίδια (κακή ή μέτρια) κατάσταση. Και για τους αδιόρθωτους. Και για τη μη αλλαγή της κατάστασης παρά την αλλαγή της κυβέρνησης. Την έχει ο Βάρνερ (Τι έχεις Γιάννη; Τα έχω πάντα).
Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τονε βγάλαμε. Για όσους προαναγγέλλουν και προεξοφλούν μελλοντικά σχέδια βασισμένοι σε αβέβαιες προσδοκίες. Κάποιοι λένε ότι το είπε ο Κολοκοτρώνης όταν τον κάλεσαν να βαφτίσει παιδί πριν ακόμα γεννηθεί, αλλά η παροιμία είναι παλιότερη, αφού την αναφέρει ο Βάρνερ, οπότε ο Κολοκοτρώνης απλώς επανέλαβε υπάρχουσα παροιμία. Εδώ κατά τον Πολίτη υπάρχει μύθος, με την αφελή κοπέλα που της έφεραν προξενητή και άρχισε να συλλογιέται πως θα παντρευτεί, θα κάνει γιο, θα τον βγάλει Γιάννη, θα της αρρωστήσει και θα της πεθάνει, οπότε έβαλε τα κλάματα. Παρεμφερής παροιμία υπάρχει και σε άλλες γλώσσες. Για την έκφραση αυτή έγραψε πρόσφατα ο ηλληνιστεύκων Νίκος Νικολάου.
Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί. Για τους φιλάσθενους ή για όσους προφασίζονται ασθένεια.
Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι (ή λάδι· προσθέτουν μερικοί: να γιάνει). Τη λέμε σε κάποιον που μας παρηγορεί ή προσπαθεί να μας περιθάλψει ενώ ο ίδιος έχει προκαλέσει το κακό που πάθαμε.
Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη. Σε μια αντιπαράθεση όπου ο φόβος είναι αμοιβαίος· λέγεται συχνά σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, όταν καμιά ομάδα δεν ανοίγεται.
Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει. Απάντηση στον… αντιγιαννισμό άλλων εκφράσεων. Ο Πολίτης έχει κι άλλες «φιλογιαννικές» παροιμίες, που δεν είναι τόσο γνωστές, όπως όπου Γιάννης και του Θεού η χάρη.
Τα καλά του Γιάννη τα θέμε, τον Γιάννη δεν τον θέμε.
Υπάρχουν κι άλλες παροιμίες με Γιάννη, όχι και τόσο γνωστές, τις παραλείπω γιατί δεν θα τελειώσουμε ποτέ. Αν ξέρετε άλλη «γιαννική» παροιμία-φράση-έκφραση, ευχαρίστως να την προσθέσετε στα σχόλια. Ή μάλλον θα προσθέσω μία ακόμα έκφραση με τον Γιάννη, αλλά και με άλλα ονόματα.
Κόψε ξύλο κάμε Αντώνη
κι από πλάτανο Μανώλη
κι αν ρωτάς και για τον Γιάννη,
ό,τι ξύλο κόψεις κάνει.
Χρόνια πολλά στους Γιάννηδες και στις Ιωάννες!!!!

Πέμπτη, Ιανουαρίου 05, 2017

Τὰ Θεοφάνεια στὴν ἱστορία, τὴν τέχνη, τὴν παράδοση





Μὲ τὴ σημερινὴ ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων ἢ Ἐπιφανείων καὶ Φώτων, κλείνει καὶ ὁ κύκλος τοῦ λεγομένου Δωδεκαημέρου, ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Δεσποτικὴ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων καὶ περιλαμβάνει καὶ τὶς ἄλλες ἐνδιαμέσους ἑορτές.

Ὁ κύκλος αὐτὸς τῶν ἑορτῶν, εἶναι αὐτούσιος Χριστιανικὸς διότι ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα προέρχεται καὶ σχετίζεται ἐν μέρει μὲ τὸν Ἑβραϊκὸ ἑορτασμό, μὲ διαφορετικὴ ὅμως ἔννοια. Καὶ τὸ μὲν Ἑβραϊκὸ Πάσχα συσχετίζεται μὲ τὴν διέλευση τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας, δηλ. ἀπὸ τὴ δουλεία πρὸς τὴν ἐλευθερία, τὸ δὲ Χριστιανικὸ Πάσχα μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου δηλ. «ἐκ τοῦ θανάτου πρὸς τὴν ζωὴν καὶ τὴν ἐκ γῆς πρὸς Οὐρανὸν διαβίβασιν τῶν πιστῶν ὑπὸ τοῦ Ἀναστάντος», κατὰ τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων ἦταν κατ’ ἀρχὰς ἑνωμένη μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων καὶ συνεορτάζονταν καὶ στὴν Ἀνατολὴ καὶ στὴ Δύση τὴν ἴδια ἡμέρα, ὁ δὲ διαχωρισμὸς προῆλθε ἀπὸ τὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία ἐπὶ Πάπα Ρώμης Ἰουλίου (336-352 μ.Χ.). Αὐτὸς ὁ διαχωρισμὸς ἐπικράτησε ἔκτοτε καὶ στὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία μὲ διάφορη ὅμως τυπικὴ διάταξη καὶ ἑορταστικὴ ὑμνολογία.

Ἐπεκράτησε δὲ νὰ ἀποκαλεῖται καὶ ἑορτὴ τῶν Φώτων καὶ τοῦτο διότι οἱ Κατηχούμενοι βαπτίζονται ὁμαδικῶς, καὶ σὲ μεγάλη ἡλικία, τὴν παραμονὴ τῶν Θεοφανείων στοὺς ποταμούς, τὴν θάλασσα, τὶς κολυμβῆθρες καὶ πολλοὶ κατὰ προτίμηση στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ ὅπως ὁ Κύριος. Ἐπειδὴ τὸ βάπτισμα ἐπέφερε τὸν φωτισμὸ ἀπὸ τὸ σκότος τῆς εἰδωλολατρείας, κρατοῦσαν συμβολικῶς καὶ ἀναμμένες λαμπάδες γιὰ τὸ φωτισμό τους. Κατηχούμενοι λέγονταν ὅσοι εἶχαν δεχθεῖ τὸν χριστιανισμὸ καὶ παρακολουθοῦσαν τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες ἀπὸ τὸν νάρθηκα τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς ὅμως νὰ συμμετέχουν καὶ σὲ αὐτές.

Κατ’ ἀντίθεση μὲ τὰ Χριστούγεννα τὰ ὁποῖα καὶ δανειστήκαμε ἀπὸ τὴ Δύση, τὰ Θεοφάνεια εἶναι καθαρὸς ἑλληνικὸς ἑορτασμὸς καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀρχαιότερους τῆς ἐκκλησίας μας.

Πρωτοεμφανίστηκε στὴν Αἴγυπτο μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων χριστιανῶν, καλλιεργήθηκε ἐν συνέχειᾳ στὴν Παλαιστίνη, ἀνεπτύχθη στὴν χριστιανικὴ Ἀνατολὴ καὶ διαδόθηκε ἐν συνέχειᾳ καὶ στὴ Λατινικὴ Δύση. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἑορτασμὸς τῶν Χριστουγέννων πῆρε πολὺ μεγάλη καὶ δικαίως ἑορταστικὴ μεγαλοπρέπεια καὶ ἡ ἐνδιάμεση ἑορταστικὴ κόπωση ποὺ ἐπακολούθησε μέχρι τὰ Θεοφάνεια, ὑποτίμησε κάπως τὸν ἑορτασμό τους.



Τὰ Θεοφάνεια στὴν Ἁγιογραφία

Ὁ εἰκονογραφικὸς ἑορτασμὸς τῶν Θεοφανείων παρὰ τὴν ἑλληνική τους προέλευση μὲ ὅλους τοὺς συμβολισμούς τους, διασώζεται ἀπὸ τὴν ἀρχαιότερη διατύπωσή τους ὄχι στὴν Ἀνατολὴ ἀλλὰ στὴ Δύση καὶ μάλιστα στὴ Ρώμη στὶς Κατακόμβες τοῦ Ἁγίου Καλλίστου, στὴ Ραβέννα ὅπως ἡ εἰκόνα τοῦ Βαπτιστηρίου της καὶ ἀλλοῦ.

Στὴν ἑλληνικὴ Ἀνατολὴ τὸ θέμα τῆς εἰκονογραφίας τῆς βαπτίσεως μὲ κάποια πληρότητα, μᾶς δίνει ὁ Διονύσιος ἐκ Φουρνὰ Εὐρυτανίας (1670-1746), στὸ περίφημο βιβλίο του «Ἑρμηνεία τῶν Ζωγράφων».

Ὁ Διονύσιος, ἀξιόλογος ζωγράφος καὶ ἐφάμιλλος τοῦ Πανσέληνου, μαθήτευσε τὴ ζωγραφικὴ στὸ Ἅγιο Ὄρος ὅπου καὶ διασώζονται θαυμάσια ἔργα του καθὼς καὶ στοὺς Ναοὺς τῆς ἰδιαίτερής του πατρίδος Φουρνᾶ Εὐρυτανίας.



Ὁ ἑορτασμὸς στὸ Βυζάντιο

Στὸ Βυζάντιο τὴν πρωτεύουσα τῆς Μεσαιωνικῆς μας Αὐτοκρατορίας, τὰ Θεοφάνεια ἑορτάζονταν μὲ ἐξαιρετικὴ λαμπρότητα.

Ὁ ἑορτασμὸς ἄρχιζε ἀπὸ τὴν παραμονὴ ὁπότε καὶ γινόταν ὁ καθαγιασμὸς τῶν ὑδάτων στὸν Ἱ. Ναὸ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου, μὲ τὴν παρουσία τοῦ Αὐτοκράτορα, τῶν Αὐλικῶν καὶ τῆς Συγκλήτου.

Ὁ Αὐτοκράτωρ ἦταν ἐνδεδυμένος μὲ ὁλόλευκα καὶ χρυσὰ πολυτιμότατα ἐνδύματα, εἰδικὰ γιὰ τὴν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων.

Γιὰ τὴν παρέλαση τῆς ἑπομένης, ὁ ἔπαρχος (Κυβερνήτης) τῆς πόλεως φρόντιζε γιὰ τὸν καθαρισμό, τὸν διάκοσμο καὶ τὸ στρώσιμο τῶν δρόμων μὲ πριονίδι, πευκόκλαδα, δάφνες καὶ μυρσίνες, καθὼς καὶ τὸ στρώσιμο μὲ τάπητες γιὰ τὴ μετάβαση ἐν πομπῇ τοῦ αὐτοκράτορα στὸν Ἱ. Ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας.

Κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ του ὁ λαὸς ἐπευφημοῦσε λέγοντας τὸ «Πολυχρόνιον ποιῆσαι ὁ Θεὸς τὴν Βασιλείαν», οἱ δὲ Πράσινοι καὶ Βένετοι ἔψαλλαν ἐπίκαιρα τροπάρια. Ὁ Αὐτοκράτωρ μετὰ τὴ Λειτουργία καὶ τὴν ἐπιστροφή, παρέθετε μεγάλο καὶ ἐπίσημο γεῦμα στὴν αἴθουσα τῶν «Δεκαεννέα Ἀκκουβίτων» (τράπεζα ἐπισήμων).



Ἡ ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς
Τὸ θέμα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου δὲν ἐνέπνευσε μόνο τὴν Τέχνη (Ζωγραφικὴ) ἀλλὰ καὶ τὴν ὑμνολογία. Ἀπὸ τὴν θαυμάσια ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ὕμνους τῶν Μ. Ὡρῶν, τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ τοῦ Ὄρθρου, ἡ ἐνδεικτικὴ ἀναφορὰ στὰ Τροπάρια τοῦ Μ. Ἁγιασμοῦ τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Σοφρωνίου (†638) εἶναι ἕνα ἐξαίρετο δεῖγμα τῆς θείας ἐμπνεύσεως.

Ἦχος πλ. δ΄. «Φωνὴ Κυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων βοᾶ λέγουσα. Δεῦτε λάβετε πάντες, πνεῦμα σοφίας, πνεῦμα συνέσεως, πνεῦμα φόβου Θεοῦ τοῦ ἐπιφανέντος Χριστοῦ».

«Σήμερον τῶν ὑδάτων ἁγιάζεται ἡ φύσις καὶ ρήγνυται ὁ Ἰορδάνης, καὶ τῶν ἰδίων ναμάτων, ἐπέχει τὸ ρεῦμα, Δεσπότην ὁρῶν ρυπτόμενον».

«Πρὸς τὴν φωνὴν τοῦ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου· ἦλθες Κύριε μορφὴν δούλου λαβῶν, βάπτισμα αὐτῶν ὁ μὴ γνοὺς ἁμαρτίαν».

Ἀπὸ τὰ ὑψιπετέστερα ἀκούσματα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ γνωστὸ Ἀπολυτίκιο «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε…», εἶναι καὶ ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ (†754), ἡ ὁποία ἀπαγγέλεται μεγαλοφώνως κατὰ τὴν τελετὴ τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν ὑδάτων.

«Τριὰς ὑπερούσιε, ὑπεράγαθε, ὑπέρθεε, παντοδύναμε, παντεπίσκοπε, ἀόρατε, ἀκατάλυπτε, δημιουργὲ τῶν νοερῶν οὐσιῶν καὶ τῶν λογικῶν φύσεων, ἡ ἔμφυτος ἀγαθότης, τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον, τὸ φωτίζων πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον, λάμψον κἀμοὶ τῷ ἀναξίῳ δούλῳ σου· φώτισόν μου τῆς διανοίας τὰ ὄμματα, ὅπως ἀνυμνῆσαι τολμήσω τὴν ἄμετρον εὐεργεσίαν καὶ δύναμιν…».

Καὶ ἐπισφραγίζεται ἡ ὅλη ἀκολουθία μὲ τὸ κοινωνικό.

«Ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ Σωτήριος πάσιν ἀνθρώποις».



Τὰ Θεοφάνεια στὴ Λαογραφία

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς ἐκκλησίας μας, ὅπως καὶ μερικῶς ἀναφέρθηκε, ἀξιόλογα εἶναι καὶ τὰ διάφορα καὶ κατὰ περιοχὴ Κάλαντα τῶν Φώτων.

Τὰ παλαιότερα γνωστὰ ποὺ διασώθηκαν σὲ ἕνα χειρόγραφο τῶν Ἱεροσολύμων εἶναι τὰ κατωτέρω:

Σήμερον ἡ κτίσις φωτίζεται

Καὶ πανηγυρίζει εὐφραίνεται.

Ἀπὸ τῆς ἐρήμου ὁ Πρόδρομος

ἦρθε νὰ βαπτίσει τὸν Κύριον κ.τ.λ.

……………………

Ψάλλοντες Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν.

Δέξασθε λουτήραν βαπτίσματος.

Ὁ Θεὸς τῶν ὅλων καὶ Κύριος.

Δώῃ σας ὑγείαν νὰ χαίρεσθε κ.τλ.

Οἱ ἀναμνήσεις τῶν παλαιῶν χρόνων εἶναι ἄπειρες καθὼς καὶ τὰ ἔθιμα, διαφέρουν στὶς λεπτομέρειες καὶ ἔχουν τὴν ἴδια κεντρικὴ ἄποψη.

Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ ὅτι στὶς Βόρειες ἐπαρχίες τῆς Ἑλλάδος, στὴ Βέροια, Νάουσα, Γιαννιτσᾶ, Θεσσαλία καὶ Ἁλμυρό, συνήθιζαν νὰ μασκαρεύονται τὰ Φῶτα ἀπὸ τὴν παραμονὴ καὶ νὰ λένε τὰ Κάλαντα τῆς ἑορτῆς.

Οἱ μασκαράδες ὑποδύονται πάντα τοὺς ἴδιους ρόλους: τὸν γαμπρό, τὴν νύμφη, τὴν πενθερά, τὸν γιατρό, τὸν Ἀράπη καὶ ἄλλους. Πρῶτα πηγαίνουν στὸ σπίτι τοῦ παπᾶ νὰ πάρουν τὴν εὐχή του καὶ τοῦ λένε τὰ Κάλαντα:

Αὔριο τὰ Φῶτα καὶ ὁ Φωτισμὸς

καὶ χαρὰ μεγάλη τ’ ἀφέντη μας…

Ὕστερα ἀκολουθεῖ ὁ ἔπαινος πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ ἱερέως καὶ ὁ ἔπαινος πρὸς τὴν παπαδιά.

Μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἁγιασμὸ τῶν ὑδάτων, σχετίζεται καὶ ὁ ἁγιασμὸς τῶν σπιτιῶν, τῶν ὑποστατικῶν, τῶν ἀγρῶν καὶ ὅλης τῆς φύσεως γιὰ τὸν καθαρμὸ ἀπὸ τοὺς Καλλικαντζαραίους ποὺ εἶναι φαντασιώσεις τοῦ λαοῦ καὶ ποὺ ἐμφανίζονται τὸ δωδεκαήμερο. Ἡ ἀναφορὰ στοὺς Καλλικαντζαραίους ὀφείλεται σὲ παλαιὰ εἰδωλολατρικὴ δεισιδαιμονία καὶ ἐξ αὐτῆς ἐπικράτησε ἡ ἰδέα ὅτι αὐτὲς τὶς ἡμέρες ἔμπαιναν στὰ σπίτια καὶ προκαλοῦσαν σοβαρὲς καταστροφές. Σύμφωνα μὲ τὶς παραδόσεις, οἱ Καλλικάντζαροι φοβοῦνται μόνον τὸν Ἁγιασμὸ καὶ στὸ ἄκουσμά του συγκεντρώνονται φωνάζοντας ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον «Φύγετε νὰ φύγουμε κι ἔφτασε ὁ Τρουλόπαπας μὲ τὴν ἁγιαστούρα του καὶ μὲ τὴ βρεχτούρα του!». Κατ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο καταδιωκόμενοι κατακρημνίζονταν στὰ Τάρταρα καὶ ἐλευθερώνονταν οἱ ἄνθρωποι καὶ ἡ φύση ἀπὸ τὴν καταστρεπτικὴ ἐπιρροή τους. Αὐτὴ ἡ δεισιδαιμονία τὰ τελευταῖα χρόνια σχεδὸν ἐξέλιπε.


Τετάρτη, Ιανουαρίου 04, 2017

Θεοφάνεια -Τι γιορτάζουμε – Τα έθιμα και η φυγή των καλικαντζάρων



Τα Θεοφάνεια ή Φώτα ή Επιφάνεια γιορτάζουμε την βάπτιση του  Ιησού Χριστού από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο ή Βαπτιστή. Στην Ελλάδα ο αγιασμός γίνεται για πρώτη φορά την παραμονή των Θεοφανίων και λέγεται «Μικρός Αγιασμός» ή «Πρωτάγιαση» ή «Φώτιση». Με την Πρωτάγιαση, ο ιερέας γυρίζει όλα τα σπίτια και με το Σταυρό και ένα κλωνί βασιλικό «αγιάζει» ή «φωτίζει» (ραντίζει) τους χώρους των σπιτιών για να φύγει μακριά κάθε κακό. Παλαιότερα, οι λαϊκές δοξασίες συνέδεαν τον φωτισμό των σπιτιών με την εξαφάνιση των καλικάντζαρων, τους οποίους φαντάζονταν να φεύγουν περίτρομοι με την έλευση του ιερέα…

Ο μεγάλος αγιασμός γίνεται ανήμερα τα Θεοφάνεια στις 6 Ιανουαρίου.
Μια μεγάλη πομπή σχηματίζεται και παίρνει το δρόμο που οδηγεί στη θάλασσα ή σε κάποιο ποτάμι, μπορεί και σε μια δεξαμενή. Μπροστά τα εξαπτέρυγα, πίσω οι παπάδες με τα καλά τους άμφια, ύστερα οι αρχές του τόπου και παραπίσω το πλήθος. Στις πόλεις η πομπή γίνεται πιο πλούσια με τη μουσική και τη στρατιωτική παράταξη. Όταν γίνει ο αγιασμός, ρίχνει ο παπάς το Σταυρό στο νερό, πραγματοποιώντας έτσι τον Αγιασμό των Υδάτων.
Το πιάσιμο του Σταυρού γίνεται από κολυμβητές, τους λεγόμενους Βουτηχτάδες, κατά την τελετή της Κατάδυσης του Τιμίου Σταυρού. Νεαρά κυρίως άτομα βουτούν στα παγωμένα νερά για να πιάσουν τον Σταυρό και να λάβουν την ευλογία του ιερωμένου, αλλά και να δεχθούν τις τιμές και τις ευχές των συντοπιτών τους. Οι καμπάνες ηχούν χαρμόσυνα, το ίδιο και οι σειρήνες των πλοίων. Όλοι οι πιστοί πίνουν με ευλάβεια από τον αγιασμό, συμβολικά με τρεις γουλιές, και ραντίζουν μ’ αυτόν τα σπίτια, τα δέντρα, τα χωράφια και τα ζώα τους.

Για τα Φώτα ο λαός πιστεύει πως είναι ο καιρός, η γιορτή που φεύγουν οι καλικάντζαροι γιατί φοβούνται την αγιαστούρα του παπά. Ο τρόμος τους αρχίζει από την παραμονή των Φώτων που γίνεται ο μικρός αγιασμός. Γι αυτό και το έθιμο του λαού λέει:
Στις πέντε του Γενάρη
Φεύγουν οι καλικαντζάροι
Αλλά ο μεγάλος τους τρόμος είναι τα Φώτα.
Φεύγουν τότε λέγοντας:
Φεύγετε να φεύγουμε
κι έφτασε ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του…

Η εορτή των Θεοφανίων περικλείει άλλωστε και πολλές εκδηλώσεις που αποτελούν διαιώνιση αρχαίων ελληνικών εθίμων. Ο Αγιασμός στη χώρα μας έχει και την έννοια του καθαρμού, του εξαγνισμού των ανθρώπων, καθώς και της απαλλαγής του από την επήρεια των δαιμονίων. Η τελευταία αυτή έννοια δεν είναι αυστηρά χριστιανική, αλλά έχει τις ρίζες της στην αρχαία λατρεία.
ΤΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ

Η Ελλάδα είναι πλούσια σε έθιμα των Φώτων. Ρουγκατασάρια, αράπηδες, καμήλες, μπαμπόγεροι, μωμόγεροι, φωταράδες είναι κάποια από τα έθιμα που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα και τις διονυσιακές γιορτές αλλά και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και αναβιώνουν κάθε χρόνο τις ημέρες των Θεοφανίων.

Στη Θεσσαλία ανήμερα των Θεοφανίων αναβιώνουν τα ρουγκάτσια (ρουγκατσάρια). Αυτά αποτελούνταν από ομάδες (10 – 15 μεταμφιεσμένων ατόμων) οι οποίες περιφέρονταν από σπίτι σε σπίτι παίρνοντας την ανάλογη αμοιβή. Μερικά από τα απαραίτητα μέλη του κάθε ομίλου ήταν ο γαμπρός, η νύφη (νέος μεταμφιεσμένος), ο παπάς, ο παππούς, ο γιατρός και οι “αρκουδιάρηδες”. Εντυπωσιακός είναι ο αριθμός των τραγουδιών με τα οποία οι ρουγκατσάρηδες συνόδευαν το πέρασμά τους.

Στην Καστοριά αναβιώνουν τα «Ραγκουτσάρια». Οι κάτοικοι μεταμφιέζονται και φορούν απαραιτήτως μάσκες που έχουν συμβολικό χαρακτήρα, αφού η όψη τους είναι τρομακτική και αποσκοπούν στο να ξορκίσουν το κακό από την πόλη. Οι μασκαράδες έχουν τη συνήθεια να ζητιανεύουν από τον κόσμο την ανταμοιβή τους, επειδή διώχνουν τα κακά πνεύματα. Το ίδιο έθιμο αναβιώνει και σε χωριά της Δράμας με το όνομα ροκατζάρια. Οι κάτοικοι φορούν τρομακτικές μάσκες και κάνοντας εκκωφαντικούς θορύβους με τα κουδούνια που φέρουν περιφέρονται στους δρόμους.

Τα μπαμπούγερα είναι μία από τις πιο ενδιαφέρουσες εθιμικές παραδόσεις στην Καλή Βρύση της Δράμας. Το εθιμικό πλαισίωμα της θρησκευτικής γιορτής αρχίζει το πρωί της παραμονής. Οι γυναίκες παίρνουν στάχτη και τη σκορπίζουν με το δεξί χέρι γύρω από το σπίτι προφέροντας ξορκιστικές λέξεις για να φύγουν τα καλακάντζουρα και να μην έχει φίδια το καλοκαίρι. Μετά το τέλος της τελετής του αγιασμού των υδάτων τα μπαμπούγερα συγκεντρώνονται έξω από την εκκλησία. Η αμφίεσή τους είναι ζωόμορφη και παλιότερα κρατούσαν στα χέρια ένα μικρό σακούλι με στάχτη με το οποίο, μέχρι πριν από λίγα χρόνια, χτυπούσαν όσους συναντούσαν για να φοβερίζουν τα καλακάντζουρα. Σήμερα, για αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων από τους αμύητους στο τοπικό έθιμο επισκέπτες, επειδή η στάχτη λέρωνε τα ρούχα, το σακίδιο είναι κενό. Ομάδες-ομάδες τα μπαμπούγερα ή χωριστά γυρίζουν τους δρόμους του χωριού κυνηγώντας όσους συναντούν και ζητώντας συμβολικά κάποιο φιλοδώρημα.

Οι Μωμόγεροι είναι ένα Ποντιακό έθιμο που γινόταν στον Πόντο τα αρχαία χρόνια μέχρι και τις ημέρες μας. Το έθιμο είναι σατιρικό και συνηθίζετε κατά τη διάρκεια της περιόδου των Χριστουγέννων (15 Δεκεμβρίου) μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, άλλα μερικές φορές μέχρι τον μήνα του Φεβρουαρίου. Λόγω της γεωγραφικής απομόνωσης των Ποντίων, το έθιμο ήταν μια μορφή αναγνώρισης της Ελληνικής προέλευσής τους, και επίσης ένας τρόπος να ξεχαστεί από την Τουρκική δουλεία, και τις βίαιες εξισλαμίσεις.
Το έθιμο Μωμόγεροι είναι ζωντανό ακόμα και σήμερα ιδιαίτερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας όπου οι πολύ Πόντιοι κατοικούν. Στην εβδομάδα πριν από το νέο έτος, τα άτομα θα ντυθούν με διάφορα κοστούμια, όπου κάθε κοστούμι συμβολίζει ένα μέρος του πολιτισμού και της λαογραφίας των Ποντίων. Η αρκούδα συμβολίζει τη δύναμη, η ηλικιωμένη γυναίκα ένα σύμβολο του παρελθόντος, η νύφη για το μέλλον, το άλογο για την ανάπτυξη, ο γιατρός για την υγεία, ο στρατιώτης για την υπεράσπιση, την αίγα (κατσίκα) για τα τρόφιμα και ο Άγιος Βασίλης συμβολίζει το νέο έτος που θα φτάσει σε μερικές μέρες. Σήμερα το έθιμο είναι περισσότερο ψυχαγωγικό, ενώ στο παρελθόν ήταν μαγικό.

Στο Παλαιόκαστρο της Χαλκιδικής τηρείται το έθιμο των φωταράδων. Ο «βασιλιάς» φορώντας το ταλαγάνι και φορτωμένος με κουδούνια ανοίγει το χορό ενώ ακολουθούν οι φωταράδες κρατώντας ξύλινα σπαθιά για να ξυλοφορτώσουν εκείνους που θα επιδιώξουν να πάρουν το λουκάνικο που στήνεται στη μέση του χωριού.

Στον Άγιο Πρόδρομο της Χαλκιδικής πρωταγωνιστές των Θεοφανίων είναι οι φούταροι. Την παραμονή των Φώτων νεαροί άντρες λένε τα κάλαντα μαζεύοντας κρέας, λουκάνικα και χρήματα και την ημέρα του Αϊ Γιαννιού χορεύουν στην πλατεία του χωριού. Όταν κάνουν διάλειμμα τρέχουν να πάρουν από ένα ρόπαλο και όταν ξαναμπαίνουν στο χορό πετούν τα ρόπαλα ψηλά σφυρίζοντας με όλη τους τη δύναμη για να σηματοδοτήσουν το τέλος του Δωδεκαημέρου.

Σε χωριά της Καβάλας και της Δράμας, όπως η Νικήσιανη, το Μοναστηράκι, ο Ξηροπόταμος, η Πετρούσα και ο Βώλακας αναβιώνει το έθιμο των αράπηδων. Άντρες ντύνονται με προβιές και ζώνονται κουδούνια. Λέγεται ότι οι αράπηδες ήταν πολεμιστές που μετείχαν στην εκστρατεία του Μεγαλέξανδρου και έδιωξαν με τους αλαλαγμούς τους ελέφαντες των Ινδών.

Η καμήλα που στολίζεται μετά τον αγιασμό των υδάτων είναι ένα έθιμο της Γαλάτιστας Χαλκιδικής. Συνήθως έξι άντρες μπαίνουν κάτω από το ομοίωμα μιας καμήλας βαδίζοντας ρυθμικά ή χορεύοντας, κουνώντας κουδούνια και τραγουδώντας. Πρόκειται για την αναπαράσταση ενός πραγματικού γεγονότος, την απαγωγής μιας όμορφης κοπέλας από το γιο του Τούρκου επιτρόπου που συνέβη στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο αγαπημένος της για να την ξαναπάρει πίσω έστησε γλέντι και για να μπει στο τούρκικο σπίτι έφτιαξε ένα ομοίωμα καμήλας κάτω από το οποίο κρύφτηκαν οι φίλοι του. Αφού έκρυψαν την κοπέλα κάτω από την καμήλα την έβγαλαν έξω και την επομένη τη στεφάνωσαν με τον αγαπημένο της πριν προλάβουν να την ξαναπάρουν οι Τούρκοι.

Στην Άρνισσα Πέλλας θα αναβιώσουν τα «Τζαμαλάρια». Επίκεντρο του εθίμου είναι ο γάμος. Πρωταγωνιστικό ρόλο έχει ένα ζιζάνιο, το «μπουμπάρι», που μπαίνει ανάμεσα στους νεόνυμφους και τους παρενοχλεί, τους προτείνει άλλο ταίρι. Το έθιμο περιλαμβάνει ατελείωτο γλέντι στους δρόμους του χωριού.

Στην περιοχή της Ερμιόνης έχουμε το έθιμο του ”γιάλα-γιάλα”, όπου την παραμονή των Φώτων οι νέοι, κυρίως αυτοί που θα καταταγούν στο στρατό, στολίζουν τις βάρκες στο λιμάνι με κλαδιά από φοίνικες. Τη νύχτα φορώντας παραδοσιακές στολές τραγουδούν και περνούν σπίτι – σπίτι δεχόμενοι κεράσματα, φτάνοντας το πρωί στο λιμάνι όπου ανεβαίνουν στις στολισμένες βάρκες και τις κουνούν με δύναμη συνεχίζοντας το τραγούδι ”γιάλα-γιάλα” μέχρι να γίνει ο καθαγιασμός των υδάτων, με την κατάδυση του Σταυρού και την εικόνα της Θεοτόκου στην θάλασσα που θα βουτήξουν για να τα πιάσουν.Στην κωμόπολη της Νέας Κίου, λίγα χιλιόμετρα από το Ναύπλιο, που αποτελεί ιστορική συνέχεια της Κίου της Μικράς Ασίας, αναβιώνουν Μικρασιατικά έθιμα από την Κίο, με ρίψη του νεότερου καπετάνιου στη θάλασσα και τον πυροβολισμό των γκαζοτενεκέδων.
Στην Νέα Κίο, παραμονή της εορτής αυτός που έπιασε τον Σταυρό πέρσι θα παραδώσει στον ιερέα τον τίμιο Σταυρό που όλη την χρονιά είχε στο σπίτι του για ευλογία. Ανήμερα των Φώτων μετά την Θεία Λειτουργία στο ναό της Αγίας Ειρήνης και την τέλεση του Μεγάλου Αγιασμού, κλήρος και λαός κατευθύνονται στην παραλία, όπου στην ειδική εξέδρα που έχει κατασκευάσει ο Δήμος θα γίνει η τελετή αγιασμού των υδάτων και η κατάδυση του τιμίου Σταυρού, προεξάρχοντος του Μητροπολίτη Αργολίδος κ. Ιακώβου, ο οποίος θα ρίξει τον τίμιο Σταυρό, που είναι δεμένος με βαρίδια στην θάλασσα για να πάει στο βυθό και μετά την ανάσυρσή του θα ”πάρει το μπάνιο του”, όπως προστάζει το έθιμο, ο νεότερος καπετάνιος της Κίου. Αμέσως μετά θα ακολουθήσει το έθιμο του πυροβολισμού των τενεκέδων που έχουν τοποθετηθεί ανοικτά στην θάλασσα κι επιπλέουν, ένα έθιμο που τα τελευταία χρόνια είδε την αναβίωσή του κι έχει βαθιά τις ρίζες του στην Κίο της Μ. Ασίας.




ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ

ΠΗΓΗ: www. orthodox-world.pblogs.gr

Η σπουδαιότητα της μεγάλης εορτής φαίνεται από το γεγονός ότι αυτή, μετά το Πάσχα, είναι η αρχαιότερη χριστιανική εορτή. Ιστορικές μαρτυρίες αναφέρουν ότι καθιερώθηκε νωρίτερα από το 140 μ.Χ. από την ομάδα του αιρετικού Γνωστικού Βασιλείδη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Οι Γνωστικοί εόρταζαν τη Βάπτιση του Χριστού και ταυτόχρονα την Γέννησή του στις 6 Ιανουαρίου, διότι πίστευαν πως κατά τη βάπτιση ενώθηκε ο «αιώνας» Χριστός με τον άνθρωπο Ιησού, κακοδοξία, την οποία υιοθέτησαν αργότερα και οι αιρετικοί Νεστοριανοί. Η καθιέρωσή της δεν είναι επίσης άμοιρη με την οργιαστική ειδωλολατρική εορτή του χειμερινού ηλιοστασίου των Αιγυπτίων και των Αράβων, η οποία συνέπιπτε την ίδια ημερομηνία.

Φαίνεται πως η εορτή αυτή έτυχε μεγάλης αποδοχής τόσο από τους αιρετικούς Γνωστικούς, όσο και από πολλούς χριστιανούς, καθ’ ότι η Εκκλησία δεν είχε ως τότε καθιερώσει τέτοια εορτή. Ίσως το γεγονός αυτό οδήγησε την Εκκλησία να υιοθετήσει την εορτή αυτή και να αποτρέψει τους πιστούς να συνεορτάζουν με τους αιρετικούς Γνωστικούς. Οι πηγές μας βεβαιώνουν πως η εορτή των Θεοφανίων, κατά την οποία εορτάζονταν μαζί η Γέννηση και η Βάπτιση του Κυρίου στα τέλη του 2ου αιώνα ήταν γεγονός.

Ως τα τέλη του 4ου αιώνα στη Δύση εορτάζονταν μαζί η Γέννηση και η Βάπτιση, οπότε και μεταφέρθηκε η εορτή της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου, αντικαθιστώντας την ειδωλολατρική εορτή του «Αήττητου Ηλίου».

Στην Ανατολή χωρίστηκε επί ιερού Χρυσοστόμου στις αρχές του 5ου αιώνα. Στις λεγόμενες προχαλκηδόνιες εκκλησίες (Κοπτική, Αρμενική, Νεστοριανική, κλπ), κράτησαν την αρχαία παράδοση εορτάζοντας την 6η Ιανουαρίου τη Γέννηση και τη Βάπτιση μαζί.

Το γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου ενέχει τεράστια θεολογική σημασία. Σύμφωνα με την βιβλική διήγηση όταν ο Χριστός έγινε τριάντα ετών και προκειμένου να βγει στο δημόσιο βίο Του πήγε στην έρημο του Ιορδάνη προκειμένου να λάβει το τυπικό βάπτισμα της μετανοίας από τον τίμιο Πρόδρομο. Στα μέρη εκείνα ο μέγας προφήτης Ιωάννης κήρυττε με αφάνταστη τόλμη και παρρησία τη μετάνοια, ώστε να υποδεχτούν οι άνθρωποι καθαρμένοι τον ερχόμενο Σωτήρα. Συνέρεαν κοντά του μεγάλα πλήθη για να ακούσουν τον διαπρύσιο και ελπιδοφόρο κήρυκα. Αυτός τους έβαζε στα νερά του Ιορδάνη, όπου εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Ήταν μια καθαρά συμβολική πράξη. Όπως έτρεχε το γάργαρο νερό και καθάριζε τους σωματικούς ρύπους κατά τον ίδιο τρόπο η εξομολόγηση και μετάνοια καθάριζε την ψυχή του βαπτιζομένου.

Ο Κύριος προκειμένου να δείξει ως άνθρωπος σεβασμό στην ανθρώπινη παράδοση δέχτηκε να λάβει το τυπικό βάπτισμα του Ιωάννη, χωρίς ουσιαστικά να το έχει ανάγκη, διότι ήταν απόλυτα αναμάρτητος, «ο πάσης επέκεινα καθαρότητος». Αυτό θα τον διευκόλυνε στο μεγάλο δημόσιο απολυτρωτικό έργο που θα άρχιζε κατόπιν. Ο Ιωάννης θεωρούνταν μεγάλος προφήτης από το λαό. Η υπόδειξη του Ιησού από αυτόν ως «Αμνού του Θεού, του αίροντος την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν.1:29) ήταν απαραίτητη. Η μαρτυρία του Ιωάννη για τον Χριστό στάθηκε καθοριστική, τα πλήθη πείσθηκαν και αναγνώρισαν στο πρόσωπο του Ιησού τον αναμενόμενο Μεσσία. Χάρη σε αυτή τη μεγάλη μαρτυρία σχηματίσθηκε ο πρώτος πυρήνας των συνεργατών του Κυρίου.

Εκτός από την μαρτυρία του Ιωάννη υπήρξε και ένα άλλο συγκλονιστικό και μοναδικό γεγονός. Τη στιγμή που ο Κύριος μπήκε στα νερά του Ιορδάνη άνοιξαν οι ουρανοί και παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως ο Τριαδικός Θεός στα παραβρισκόμενα πλήθη. Ο Ενανθρωπήσας Λόγος βρίσκονταν στα ιορδάνεια νάματα, το ‘γιο Πνεύμα κατέβαινε «ωσεί περιστερά» (Ματθ.3:16) και από τον ανοιγμένο ουρανό ακούστηκε η φωνή του Πατέρα «ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» (Ματθ.3:16,17). Αυτό το συγκλονιστικό γεγονός της θεοφάνειας σημαίνει ότι το έργο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους είναι συλλογική απόφαση του Τριαδικού Θεού. Η φανέρωσή Του κατά την στιγμή της Βαπτίσεως του Χριστού φανερώνει την επιβεβαίωση για την ξεχωριστή επιμέλεια του Θεού για τη λύτρωση του κόσμου και την επίσημη χρίση του Χριστού ως Μεσσία και Λυτρωτή της ανθρωπότητας και ολοκλήρου της κτίσεως. Αποτέλεσμα αυτής της επιβεβαίωσης είναι η κατοπινή δυναμική πορεία του Κυρίου στον κόσμο της πτώσεως και της φθοράς και η πανηγυρική νίκη Του κατά των δυνάμεων του σκότους, η οποία θα ολοκληρωθεί με την λαμπροφόρο Ανάστασή Του! Στην ευφρόσυνη εορτή ψάλλουμε σχετικά: «Βαπτίζεται Χριστός μεθ’ ημών ο πάσης επέκεινα καθαρότητος, ενίησι τον αγιασμόν τω ύδατι και ψυχών τούτο καθάρσιον γίνεται΄ επίγειον το φαινόμενον, και υπέρ τους ουρανούς το νοούμενον…» (4ο τροπ. των Αίνων των Φώτων).

Το γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου αποτελεί φωτεινό ορόσημο στην επί γης πορεία και δράση του Σωτήρα μας, διότι «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ.4:16). Η είσοδος του Χριστού στον κόσμο διέλυσε τα πνευματικά σκοτάδια του πτωτικού παρελθόντος, διότι είναι ο Ίδιος το «φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιωάν.1:9). Κατά τα Θεοφάνια «εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάν.1:14). Γι’ αυτό οι πιστοί ονόμασαν τη μεγάλη αυτή εορτή τα Φώτα και μάλιστα η αρχαία Εκκλησία πραγματοποιούσε την ημέρα αυτή τις βαπτίσεις των κατηχουμένων, τις οποίες ονόμαζε φωτισμούς! Ο ιερός υμνογράφος της μεγάλης εορτής μας προτρέπει: «Δεύτε λάβετε πάντες Πνεύμα σοφίας, Πνεύμα συνέσεως, Πνεύμα φόβου Θεού, του επιφανέντος Χριστού» (τροπ. Μ. Αγιασμού).

Μια άλλη σημαντική παράμετρος της εορτής των Θεοφανίων είναι ο καθαγιασμός της φύσεως. Η κάθοδος του Χριστού στα ιορδάνεια ρείθρα σημαίνει τον καθαγιασμό του υγρού στοιχείου, που είναι η βάση της ζωής σε ολόκληρη τη δημιουργία και κατ’ επέκταση ο καθαγιασμός ολόκληρης της κτίσεως, η οποία εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτίας «συστενάζει και συνωδύνει άχρι του νυν» (Ρωμ.8:22). Οι καταπληκτική ασματική ακολουθία της εορτής είναι γεμάτη από ύμνους, αναγνώσματα και ευχές, που αναφέρονται στον εξαγιασμό της φύσεως με προεξάρχουσες τις υπέροχες ευχές του Μεγάλου Αγιασμού. Ο ίδιος ο Μεγάλος Αγιασμός, που μεταλαμβάνουμε την ημέρα αυτή, είναι η απελευθέρωση της υλικής δημιουργίας από τη φθορά της πτώσεως και η μετουσίωσή της στην προπτωτική κατάστασή της. Ο προφήτης Ησαϊας προείδε αυτή την θαυμαστή εσχατολογική μεταμόρφωση του υλικού κόσμου ως εξής: «Τα γαρ όροι και οι βουνοί εξαλούνται, προσδεχόμενοι υμάς εν χαρά, και πάντα τα ξύλα του αγρού επικροτήσει τοις κλάδοις. Και αντί της στοιβής αναβήσεται κυπάρισσος, και αντί της κονύζης αναβήσεται μυρσίνη. Και έσται Κυρίω εις όνομα, και εις σημείον αιώνιον, και ουκ εκλείψει» (Ησ.55:12). Οι λαμπρές τελετές του καθαγιασμού των υδάτων, με τη ρίψη του Τιμίου Σταυρού σε αυτά, την αγία αυτή ημέρα, σημαίνουν τον αέναο εξαγιασμό της δημιουργίας, χάρη στην καθαρτική δύναμη του Χριστού, η οποία πηγάζει από τα ιορδάνεια ρείθρα. Η Ορθόδοξη ναυτική χώρα μας, η οποία ζει και μεγαλουργεί χάρη στο απλόχερο υγρό στοιχείο που την περιβάλλει, εορτάζει με ιδιαίτερη λαμπρότητα αυτή την εορτή και συμμετέχουν οι πιστοί πάνδημα στις λαμπρές τελετές του καθαγισμού των υδάτων.

Η μεγάλη εορτή των Θεοφανίων αποτελεί την απαρχή του επί γης απολυτρωτικού έργου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. «Αδάμ τον φθαρέντα αναπλάττει ρείθροις Ιορδάνου και δρακόντων κεφαλάς εμφωλευόντων διαθλάττει ο Βασιλεύς των αιώνων Κύριος» (2ο τροπ. Α΄ ωδής, του κανόνα των Φώτων). Αυτό μας κάνει να σκιρτούμε από χαρά και να γεμίζουμε τις πληγωμένες καρδιές μας από ανείπωτη ελπίδα για τη λύτρωσή μας από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του θανάτου. Το τυπικό βάπτισμα του Κυρίου στον Ιορδάνη αποτελεί για μας παράδειγμα για το ουσιαστικό μας βάπτισμα, το οποίο είναι «λουτρόν παλλιγγενεσίας» και θάνατος του παλαιού πτωτικού εαυτού μας και αναγέννηση της νέας εν Χριστώ υπάρξεώς μας. Δια του αγίου Βαπτίσματος «ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη, ίνα καταργηθή το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία» (Ρωμ.6:5). Στην καταπληκτική ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού διαβάζουμε: «Σήμερον τα των ανθρώπων πταίσματα τοις ύδασι του Ιορδάνου απαλείφονται. Σήμερον ο παράδεισος ανέωκται τοις ανθρώποις και ο ήλιος της δικαιοσύνης καταυγάζει ημίν… Σήμερον του παλαιού θρνήνου απηλλάγημεν και ως νέος Ισραήλ διασώθημεν. Σήμερον του σκότους εκλυτρούμεθα και τω φωτί της θεογνωσίας καταυγαζόμεθα. Σήμερον η αχλύς του κόσμου καθαίρεται, τη επιφανεία του Θεού ημών… Σήμερον ο Δεσπότης προς το βάπτισμα επείγεται, ίνα αναβιβάση προς ύψος το ανθρώπινον» (Ευχή Μ. Αγιασμού).

Ο Θεός της πίστεώς μας δεν είναι ένα αφηρημένο λογικό και θεωρητικό σχήμα, γέννημα ανθρώπινης φαντασίας, αλλά ο ζωντανός Τριαδικός Θεός, ο Οποίος καταδέχτηκε να εισέλθει στον κόσμο και την ανθρώπινη ιστορία, για χάρη της δική μας απολυτρώσεως. Ως σημείο δε της αέναης παρουσίας Του και της φανέρωσής Του στον κόσμο, είναι το ανεπανάληπτο γεγονός των Θεοφανείων, το οποίο εορτάζουμε με κάθε λαμπρότητα αυτή τη μεγάλη μέρα.

το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...