Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Κωνσταντίνος Καλλιανός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Κωνσταντίνος Καλλιανός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 10, 2012

Προεόρτιος τῶν Χριστουγέννων λόγος...


Μνῆμες ἱερὲςμνῆμες τοῦ σεπτοῦ Δωδεκαημέρουποὺ φρεσκάρουν τὴν ψυχὴκαὶ τῆς μεταδίδουν τὴν οὐράνια ἐκείνη χάρηκαθὼς μεριμνοῦν γιὰ τὸἀνάκλημα ἡμερῶν ἀρχαίωνποὺ ἐδῶ καὶ μισό αἰῶνα  φρόντισαν καὶ μᾶςπροσκόμισαν ὡς περιούσιο προνόμιο οἱ Πατέρες μαςστὸ νὰ συνεχίζουμε νὰστοχαζόμαστε καί ν᾿ ἀγρυπνοῦμε,  μέσα σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνήλιαγους καὶἀφρόντιστους καιροὺς.
 
Παλιό Κλήμα

Παράλληλα ὑπάρχουν καὶ «τὰ λείψανα κατοικίας ἀνθρώπων» ποὺ διατηροῦνται μέχρι σήμερα στό παλιό μας τό χωριό, ὅσο, δηλαδή, καιρὸ μείνει ἀνέπαφος αὐτὸς ὁ χῶρος ἀπό βάρβαρες ἐπεμβάσεις ποὺ τὸν ἀλλοιώνουν τόσο. Μέ τή σιωπὴ καί τή νοσταλγία μονάχα νὰ κυριαρχοῦν καὶ νὰ μεριμνοῦν, ὥστε νὰ μὴν πάψει ἡ εὐαισθησία νὰ ζωντανεύει μέσα μας μὲ ρυθμοὺς ποιητικοὺς καὶ πανίερα βιώματα. Βιώματα ποὺ λειτουργοῦν ἀνασχετικὰ στὴ λήθη καὶ στὴν ἀποστασιοποίησή μας ἀπό αὐτά τὰ ταπεινὰ καὶ λιτὰ  τεκμήρια ἑνὸς ἀνόθευτου βίου. Ἀνόθευτου ἀπὸ αἰσχρὰ καὶ ἀβέβαια μηνύματα, τὰ ὀποῖα μέσα στὰ χρόνια ἐτοῦτα ἀποκαθηλώνουν ἀξίες καὶ ἦθος γιὰ νὰ ἐπιβάλλουν ἐτσιθεληματικὰ τὸ ὀμιχλώδες καὶ καχεκτικὸ προσωπεῖο τους.
 
Χριστός στο Κάστρο σήμερα - Ο πολυέλαιος

Μέρες φορτισμένες ἀπό συγκίνηση οἱ μέρες αὐτές τοῦ Δωδεκαημέρου, δηλώνουν μέ παρρησία τήν εὐλογία πού κομίζεται ἀπό μιά σπηλιά καί κάποιους φτωχούς, ἁπλoύς καί μακράν τοῦ κόσμου βοσκούς, πού συντροφεύουν τήν Παναγιά μας, τόν Ἰωσήφ καί τό Νέο Παιδίον. Μιά εὐλογία ταπεινότητος καί συνειδητῆς πτωχείας, πού ἀνοίγει τὀ δρόμο γιά τήν πραγματική ἑορτή: αὐτή δηλαδή πού τή ραίνει, κατά τόν ποιητή, τὸ Ὑπερουράνιο (Τ.Κ. Παπατσώνης). Ποιό ἄλλο ἀπό «τό Φῶς τό τῆς Γνώσεως».
π. Κων. Ν. Καλλιανός

Δευτέρα, Νοεμβρίου 19, 2012

Τὰ ἄλλα γενέθλια...



(Ἤ, ἑορτάζοντας τὴν 33η ἐπέτειο τῆς εἰσόδου στὸν Κλῆρο)

Μητροπολίτου Χαλκίδος κυροῦ Χρυσοστόμου (Βέργη), υἱκό μνημόσυνο

Κάθε φορὰ ποὺ θ᾿ ἀνατείλει  18η Νοεμβρίουμιὰ περίεργη νοσταλγίαἀλλὰ κι ἕνασφίξιμο ἀνεβαίνουν ἀπό τὰ βαθύτερα τὰ θεμέλια τοῦ εἶναι  καὶ συλλαβίζουνμαζὶ μὲτὰ ὅσα εὐχετήριαστιγμὲς περιούσιες καὶ ὁριακέςΑὐτὲς τῆς χειροτονίας σου καὶ φυσικὰ τῶν πρώτων σου βηματισμῶν στὸ Χορὸ καὶ τὸ Χῶρο τῆς Ἱερωσύνης.  Στιγμὲς καὶ ὧρες ποὺ σήμερα, ἐπετειακὰ, τὶς τιμᾶς ὡς ἄλλα γενέθλια. Γενέθλια ποὺ μνημειώνουν ἕνα καὶ μόνο γεγονός:  τοῦ εἰσοδικοῦ στὴν Ἱερωσύνη. Κι ἀσφαλῶς δὲν εἶναι καὶ λίγο αὐτό. 

Ἄν ἡ Νοσταλγία, λοιπόν, τοῦτες τὶς στιγμὲς κλωθογυρίζει μέσα σου μὲ ρυθμοὺς καὶ ἤχους παλιοὺς, ὡστόσο γνώριμους, αὐτὸ γίνεται, ἐπειδὴ τὰ Πρόσωπα καὶ τὰ γεγονότα ποὺ τὰ σφράγισαν φίλοι, γνωστοί, ἐπίτροποι, ἱεροψάλτες, ἱερόπαιδες, ἀλλὰ καὶ συλλειτουργοί, ὁ Ἐπίσκοπος ποὺ σοῦ φίλεψε τὸ μέγιστο αὐτὸ διακόνημα, συνυπάρχουν. Μόνο ποὺ πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς ἔχουν ἀναχωρήσει γιὰ τὴ Χώρα τῶν Ζώντων. Καὶ τοῦτες τὶς ὧρες τοὺς ἀναθυμᾶσαι μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ μέσ᾿ ἀπ᾿ τὸ σύθαμπο, ποὺ οἱ φωτεινὲς αὐτὲς στιγμὲς ἐμφανίζουν, τοὺς ἀνακαλεῖς. Νὰ συμπορευτεῖτε, ὅπως κάποτε,  σὲ πανηγύρεις, ἑορτὲς, προσπάθειες εὐπρεπισμοῦ τοῦ ναοῦ. Κι ἐπειδὴ τοῦτο εἶναι ἀδύνατο καταθέτεις, μὲ τὸ κερὶ ποὺ ἀνάβεις γιὰ τὶς ὡραῖες τους ψυχὲς, τὸν ἰκέσιο λόγο σου, ὅπως εἶναι ἀναπαυμένοι πάντοτε.

Ὡστόσο στὴν ψυχὴ ἀνεβαίνει καὶ κεῖνο τὸ παράξενο σφίξιμο, ποὺ ἀσφαλῶς σχετίζεται μὲ τὴν ἀνείπωτη πίκρα ποὺ σὲ κατέχει, καθὼς συνειδητοποιεῖς, ἀφοῦ ἡ μέρα αὐτὴ σὲ προτρέπει -ὅπως ἡ ἀρχιχρονιὰ- σὲ μιὰν προσπάθεια ἀπολογισμοῦ. Νὰ παρατηρήσεις μὲ προσοχὴ δηλαδὴ τὰ λάθη καὶ τὶς ἀτέλειές σου ὡς ποιμένα καὶ πατέρα μιᾶς  κοινότητας πιστῶν. Ἔτσι, στὸ βάθος τῶν τριανταδύο χρόνων βλέπεις πολλὰ καὶ ποικίλα λάθη, ποὺ ἄφησαν κάποια κενὰ στὴ διακονία σου. Καὶ τὸ συνειδητοποιεῖς αὐτὸ πασχίζοντας νὰ φανεῖς τώρα πιὸ χρήσιμος καὶ χωρὶς πολλὲς παραλείψεις. Καὶ φυσικὰ ἀναθέτεις ὅλα τοῦτα στὸ ἀμέτρητο ἔλεός Του, τὸ μόνο ποὺ ὑπολογίζεις.

Τὰ χρόνια ποὺ πέρασαν εἶναι πολλὰ καὶ μάλιστα εἶναι ἐκεῖνα ποὺ τὰ χαρακτηρίζει ὁ ἐνθουσιασμὸς καὶ  ἡ νεότητα. Τώρα, λοιπόν,  ποὺ πέρασαν ὅλ᾿ αὐτὰ καὶ ἡ ἐμπειρία μαζὶ μὲ τὴ σιωπὴ σὲ συντροφεύουν στὸ τρίτο σκαλοπάτι τῆς τέταρτης δεκαετίας ποὺ ἄρχισες νὰ περπατᾶς, ἕνα πράγμα κρατᾶς ὡς βακτηρία καὶ ἐλπιδόφεγγο φῶς. Τὸν ὑπέρκαλλο καὶ σημαδιακὸ στίχο: «Βοηθὸς καὶ σκεπαστὴς, ἐγένετό μοι εἰς σωτηρίαν, οὗτος μου Θεὸς καὶ δοξάσω Αὐτόν...».  Δοξάσω Αυτὸν, ὅσο τὰ μάτια ἀπομένουν ἀνοιχτὰ κι ἡ καρδιὰ συνηδιετοποιεῖ τὴν ἀναξιότητα τοῦ εἶναι σου.  Ἀμήν. 

(Ἱ.Ν. Αγ. Παντελεήμονος, 18-11-2011, σὲ ὥρα ἥσυχη, ἑσπερινή)

π. Κων. Ν. Καλλιανός

Τετάρτη, Οκτωβρίου 24, 2012

«Και δος ημίν Δέσποτα προς ύπνον απιούσιν...»




Καί δός ἡμῖν Δέσποτα πρός ὕπνον ἀπιοῦσιν..."

Τό σύνορο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου τό προγεύεσαι καθημερινά τήν
 ὥρα ἐκείνη, ὅπου μετά τή βραδυνή σου ἐπιστροφή ἀναζητᾶς τήν 
εὐλογημένη ἡσυχία, ἀλλά περισσότερο τό σφάλισμα τῶν
 κουρασμένων ὀφθαλμῶν σου: κουρασμένων ἀπό ἔνα πλῆθος 
εἰκόνων πού ἀποθηκεύουν μέ τήν, ἐν εὐθέτω καιρῶ, προοπτική
 τῆς ἐπεξεργασίας. (Μέ τά χρόνια ἀρχίζεις νά κατανοεῖς πώς οἱ
 εἰκόνες πού ξαποσταίνουν τήν ψυχή σου ὅλο καί λιγοστεύουν, 
καθώς τό Ὡραῖο καί Κόσμιο ὅλο καί χάνονται ἀπό τήν κοινωνία 
τῶν ἀνθρώπων. Δυστυχῶς.)

Οἱ στιγμές λοιπόν ἐκεῖνες μεταξύ τοῦ ξύπνιου καί τοῦ ὕπνου 
ἔχουν μιά ἰδιαίτερη καί πολύ σημαντική δύναμη: δύναμη
 λυτρωτική πού ἀσφαλῶς σέ φέρνει μέχρι τό βάθος τῆς ψυχῆς σου, 
καθώς μέ τρόπο ἁπλό, ἀλλά ἀμέτρητα ἐπώδυνο ἐξετάζεις τή 
συνειδησή σου. Εἶναι ἔνα ἔσχατο κοίταγμα στόν καθρέφτη της, 
ὅπου φαίνεται ὄχι τό εἴδωλό σου, ἀλλά ἡ πολιτεία σου.
 Μιά πολιτεία, πού μονάχα ἐσύ κι ὀ Θεός γνωρίζετε.
Γι᾿ αὐτό καί τήν ὤρα ἐκείνη, πού στά μάτια κατεβαίνει ὁ νυσταγμός
 πασχίζεις νά κάμεις κάποια δειλά βήματα μετανοίας. 
Νά ξαναδέσεις τό νῆμα τῆς συνάντησής σου μέ Ἐκεῖνον,
 γιατί τό θεωρεῖς ἀπαραίτητο, καθώς ὁ λόγος τοῦ Νηπτικοῦ 
Πατρός, πού συμβουλεύει ὄτι ἡ κλίνη μπορεῖ νά εἶναι ὁ τάφος μας,
 ἀφοῦ ὀ ὕπνος εἶναι "εἰκών θανατου" (Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος), 
ἀνακαλεῖται στό νοῦ.

Συναντᾶς ξανά λοιπόν πρόσωπα πού ἀντάμωσες ὅλη τήν ἡμέρα, 
ἤ σέ κάποιους ἄλλους καιρούς καί διαπιστώνεις μέσα στήν 
ψυχή σου ἕνα νυγμό, καθώς προβάλλεται στήν ὀθόνη τοῦ νοῦ
 ἡ συμπεριφορά σου, ὁ ἀργός σου λόγος, ἡ βιαστική - ἀπορριπτική
 φυγή σου καί κάποια ἄλλα ἀτοπήματά σου. Πασχίζεις 
νά ταχτοποιήσεις τά ὅσα ἄτακτα συσσώρευσες μέσα σου
 καί παρατηρᾶς, πώς δέν ἔχεις τή δυνατότητα τῆς ἐπιλογῆς,
 γιατί μιά ἐσωτερική σύγχυση ἐπικρατεῖ ἀκόμα μέσα σου, 
λές καί ταράχτηκε ἡ ἥρεμη ἡ δεξαμενή καί θόλωσε τό νερό.

Ἔτσι, παρακαλεῖς Ἐκεῖνον, πού εἶναι "ἡ ὄντως Εἰρήνη", ὅπως 
σοῦ χαρίσει ἀνάπαυση, γιατί μόνον ἔτσι θά ἔχεις ὕπνο "πάσης
 σατανικῆς φαντασίας ἀπηλλαγμένον". Γιατί ὁ ὔπνος ἄν καί εἶναι
 τό μυστηριῶδες τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς στοιχεῖο, ἐν τούτοις 
ἀναπαύει καί ἀναζωογονεῖ τόν ἄνθρωπο. Τόν καθιστᾶ κάθε πρωΐ 
καινούριο, ἀνανεωμένο, δημιουργικό καί ἐλπιδοφόρο, καθώς 
διαπιστώνει πώς τοῦ ἔχει δώσει ὁ Θεός καιρό μετανοίας. 
Μιάν ἄλλη δηλαδή εὐκαιρία, ὥστε νά ζωντανέψει μέσα του ἡ 
λαχτάρα γιά ἐπιστροφή καί ἀληθινή μετάνοια. Ἄλλωστε, τό αἴτημα ὅπως,
 "Τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καί μετανοίᾳ 
ἐκτελέσαι..." ἔ
χει ἀναμφίβολα τή σημασία του καί ὁπωσδήποτε τόν 
συμβουλευτικό - σωτηριολογικό χαρακτῆρα του.

Λίγο πρίν τά βλέφαρα σφαλίσουν, πρίν ἀρχίσει τό σῶμα νά δέχεται
 τήν παραμυθία τοῦ ὕπνου, διαπιστώνεις γι᾿ ἄλλη μιά φορά τήν
 ἀνάγκή νά παραδοθεῖς στά χέρια τοῦ Θεοῦ, γιατί τό θεωρεῖς καί
 ἀπαραίτητο, ἀλλά καί φυσικό. Συντονίζεις λοιπόν τό εἶναι σου μέ
 τήν παρακάτω εὐχή κι ἀρχίζεις νά περνᾶς τό μεσότοιχο, ἀπό τό
 νυσταγμό στόν ὕπνο, πού ἀναμφίβολα εἶνα "ἀργία τῶν αἰσθήσεων" 
(Ἁγ. Ἰωάννης Σιναΐτης).
"Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου 
τό Πνεῦμα τό Ἅγιον· Τριάς Ἁγία δόξα σοι". Ἀμήν.

π. Κων. Ν. Καλλιανός/πηγή

Δευτέρα, Ιανουαρίου 09, 2012

Ἡ σιωπὴ τοῦ Θεοῦ...




Κείμενο-φωτογραφίες: π. Κωνσταντίνος Ν. Καλλιανὸς
Ταξιδεύουμε ἀπάνου στὴ στιγμή. Μιὰ στιγμὴ ποὺ ξεκινάει ἀπό τὴ σιωπὴ καὶ, πρὶν προφτάσει νὰ ζήσει, ξαναπέφτει στὴ σιωπή. Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος

Μεσονύχτιες στιγμές, μέσα στῶν οἰκτιρμῶν Του τὸ πέλαγος καὶ τὴ βεβαιωμένη Του παρουσία, ποὺ ἐξατμίζει κάθε ἴχνος φόβου καὶ ἀνησυχίας καὶ κραταιώνει τὴν ψυχὴ γιὰ τὸ ἐπερχόμενο, κι ἴσως ὀδυνηρό, ξημέρωμα: αὐτὸ τὸ προαύλιο τῆς καθημερινότητας.
Ἀπὸ μακρυὰ ἀκούγονται ποικίλες μουσικές, κρωγμοὶ ἀπὸ τὰ νυχτοπούλια, ἄλλοι ἦχοι παράξενοι τῆς νύχτας, πού ὑφαίνουν γύρω σου τὸ χιτώνα τῆς ἀγωνίας καὶ κάποτε τῆς ἀπελπισίας. Γιὰ τὴν ὅποια ἀβεβαιότητα ὑπάρχει γύρω ἤ καὶ μέσα σου. Γιατὶ τὴν ἐλπίδα τὴν ἀνέθεσες σ᾿ Ἐκείνη, ποὺ ὡς ἄλλη Μάνα σοῦ παραστέκει μὲ τὴν γνησιότητα τῆς Ἀγάπης καὶ τῶν πρεσβειῶν Της τὴν προστασία. Ἐπειδὴ σ᾿ αὐτὴ στηρίζεσαι μέσα σὲ τοῦτο τὸν ἄσπλαχνο κόσμο.
Σ᾿ ὅλ᾿ αὐτὰ, λοιπὸν, ἔρχεται νὰ προστεθεῖ κι ἡ Σιωπὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ ποικίλους τρόπους διαθλᾶται μέσα καὶ γύρω σου. Σιωπὴ αἰνιγματική, ἀλλὰ καὶ πρὸς παιδαγωγίαν· μὲ ἐρωτήματα, ἀλλὰ καὶ μὲ στέρεες ἀπαντήσεις, ποὺ χαρακτηρίζουν καίρια καὶ κορυφαία ἐτούτη Του συμπεριφορά. Μιὰ συμπεριφορά, δηλαδή, ποὺ γιὰ νὰ τὴν κατανοήσεις, νὰ τὴ σπουδάσεις καὶ ἐνδεχομένως νὰ τὴν ἐξετάσεις, μελετώντας την μὲ εἰλικρίνεια, ἀπαιτεῖται νὰ περπατήσεις δρόμους παράλληλους: δρόμους διαδοχῆς καὶ μαθητείας ποὺ σοῦ προσφέρονται μέσα στὴν ἴδια τὴν ἐμβιωμένη πραγματικότητα, ἀλλὰ καὶ μέσα στὴν ἀδίσταχτη τὴν καθημερινότητα. Γιατὶ ἡ Σιωπὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅπως ἡ σιωπὴ τοῦ γονιοῦ, τοῦ κάθε γονιοῦ, σὲ ὧρες φαρμακωμένες καὶ ἀνήλιαγες, ὅταν μέσα σὲ στιγμὲς ταραχῆς καὶ κλυδωνισμοῦ σφίγγει τὰ χείλη, χαμηλώνει τὰ μάτια καὶ σφιχτοδένει τὰ χέρια, λὲς καὶ κρατεῖ τὸ εἶναι του ὅλο σὲ ἐγρήγορση, ὅπως σὲ ὥρα καταποντισμοῦ ὁ καπετάνιος περιμαζεύει ὅλες του τὶς δυνάμεις καὶ κοιτάζει νὰ σώσει τὸ πλοῖο καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ. Παραδειγματικὴ ἔκφραση αὐτῆς τῆς θείας Σιωπῆς, ἡ Σιωπὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐνώπιον τοῦ Ἡγεμόνος . «Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐσιώπα» (Μτθ. 26,63). Ἡ σιωπὴ τῶν Ἁγίων ποὺ καθημερινὰ τοὺς ἐμπαίζουμε, μὲ ποικίλους τρόπους καὶ συμπεριφορές….
Σπουδάζοντας τὴ Σιωπὴ τοῦ Θεοῦ βρίσκεις ἀπαντήσεις στὰ ἐρωτήματὰ σου, γιατὶ συνυπολογίζεται αὐτὴ ἡ σιωπὴ μὲ τὴ δικὴ σου προσπάθεια γιὰ ἐπανεύρεση τοῦ ἑαυτοῦ σου, γιὰ τὸν ἐπανακαθορισμὸ τοῦ «χαμένου κέντρου» τῆς ζωῆς σου, τὸ ὁποῖο ἀνακαλύπτεις σιγὰ-σιγὰ σκαβοντας μέσα σὲ δεδομένα ἀποστασίας καὶ μικροπρέπειας ἀπέναντὶ Του. Ἀνακαλύπτεις τότε στιγμὲς ἐπισκέψεών Του μέσα σου, ὅταν ἐσὺ δὲν ἤσουν ἕτοιμος, ἐνῶ Ἐκεῖνος ἐπέμενε: «Ἰδοὺ ἔστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω....» (Ἀποκ.3,20). Καὶ τότε σκέφτεσαι πόσος χρόνος πῆγε χαμένος δίχως τὴν παρουσία Του, ἔστω καὶ τὴ σιωπηλὴ παρουσία Του, μέσα στὸν κόσμο ποὺ φρονεῖ πάντα τὰ δικὰ του καὶ ἐπιμένει στὸ θελημὰ του, ποὺ, ὅσο περνᾶνε τὰ χρόνια, ὅλο καὶ χειροτερεύει, γιατὶ ἐκπληρώνεται ἡ Προφητεία τοῦ Μ. Ἀντωνίου, ποὺ ἀναφέρει ὅτι θἄρθει καιρὸς ὅπου οἱ ἄνθρωποι θὰ παρανοήσουν, κι ὅταν δοῦν κάποιο λογικὸ θὰ τοῦ λένε ὅτι ἐκεῖνος εἶναι ὁ παρανοικὸς κι αὐτοί οἱ λογικοί. Κι ὄχι ἁπλῶς ἐκπληρώνεται, ἀλλὰ πιστοποιεῖται ὡς μιὰ θεμελιωμένη ἀξία τῆς ἐμβιωμένης Σιωπῆς τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μὲ κόπους, εὐχὲς, ἀγρυπνίες, πειρασμῶν ἐπιδρομὲς καὶ ἀνθρώπων διαβολὲς, ἀποκρυπτογραφήθηκε καὶ μᾶς δόθηκε μὲ τὸ βέβαιο τῆς ἑρμηνείας της στέλεχος: παρακαταθήκη καὶ κληρονομία εἰς αἰῶνας αἰώνων.

Ἡ Σιωπὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι συν-ομιλία μὲ τὸν προσευχόμενο, τὸν ἐν ἀνάγκαις εὑρισκόμενο, τὸν ἀπελπισμένο μὲ τὸν κόσμο καὶ τὰ τοῦ κόσμου, τὸν ἀναβαίνοντα τὸν προσωπικὸ του Γολγοθᾶ ἀναζητώντας, εἰς μάτην, κάποτε, τὸν Σίμωνα τὸν Κυρηναῖο. Ἡ Σιωπὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ προοίμιο τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀσθενείας. Τότε δηλαδὴ ποὺ μέσα στὴ δοκιμασία ἔρχεται ἡ Παρουσία τοῦ Θεοῦ. «…καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς· κακεῖ Κύριος» (Γ᾿ Βασ.19,12).
Συγχωρέστε με ποὺ δὲν κατάφερα μέχρι σήμερα ν᾿ ἀποκρυπτογραφήσω τὴ Σιωπὴ τοῦ Θεοῦ «ἔτι καὶ ἔτι». Ὅ, τι γράφω εἶναι σημεῖα ποὺ μοῦ πρόσφεραν κάποιοι ἀδελφοὶ, ἔμπιστοι Ἐκείνου καὶ δαψιλῶς εὐεργετούμενοι, μὲ ἰχνογραμμένη πάνω τους τὴν ἐλπιδοφόρο σκέπη καὶ συνδρομή: ἐξάπαντος μαθητεία ὅλων μας...
Ἐπισημείωση: Εἶχε γραφεῖ τὸ παραπάνω, ὅταν διάβασα τὸ σενάριο τῆς ταινίας τοῦ Ἴγκριντ Μπέρκμαν, «Οἱ Μεταλαμβάνοντες». Ἐκεῖ κατάλαβα πὼς ἡ σιωπὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πίκρα Του ποὺ διαρκεῖ, ἐξ αἰτίας τῆς ἀτολμίας μας, τὶς σκοτεινὲς μας ψυχὲς καὶ, φυσικά, γιὰ μᾶς τοὺς κληρικούς, ἡ ἀπουσία τοῦ γνήσιου λόγου μας ποὺ θὰ παιδαγωγήσει, θὰ περιθάλψει, θὰ νοηματοδοτήσει τὴ ζωή μας. Γιατὶ καθημερινὰ φορτώνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ ποικιλία ἐνασχολήσεων, μεριμνῶν καὶ ναρκισσισμοῦ. Ὁ Θεὸς, νοιώθουμε, ὅτι εἶναι ὑποχρεωμένος ἀπέναντί μας, ὄπως ὁ κάθε γονιός, κι ἐμεῖς ἔχουμε μόνο δικαιώματα, καὶ καμμιὰ ὑποχρέωση γιὰ εὐγνωμοσύνη ( πρβλ. Λκ. 17, 11-19), τὰ ὁποῖα καὶ μὲ γκρίνια διεκδικοῦμε συνεχῶς.
Φυσικὰ τὰ πράγματα εἶναι διαφορετικὰ καὶ διαμετρικὰ ἀντίθετα μὲ αὐτά, τὰ ὁποῖα ζοῦμε καὶ πράττουμε. Νομίζουμε, δηλαδή, ὅτι ὁ βίος μας εἶναι πεδίο ἀνταγωνισμῶν, ὅπου ἐμεῖς ἀπομένουμε θεατὲς καὶ κάποιοι ἄλλοι ἐπιμένουν ν᾿ ἀγωνίζονται. Γιατὶ πιστεύουμε, πὼς, ὅπως ἐξαπατοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας, θὰ κάνουμε τὸ ἴδιο καὶ στὸ Θεὸ, ὁ ὁποῖος ἐνῶ ἀκούει σωπαίνει διακριτικὰ καὶ μὲ σημασία, ἀφοῦ μᾶς δίνει καιρὸ… Τὸν ὅποιο καιρὸ γιὰ νὰ βροῦμε τὶς παραμέτρους ἐκεῖνες ποὺ θὰ μᾶς ξανατοποθετήσουν σιμὰ Του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀναζητώντας τὸ κλειδὶ ποὺ θ᾿ ἀνοίξει τὴ θύρα τῆς κατοικίας τοῦ Θεοῦ, ὅπου καὶ θὰ κατορθώσουμε νὰ Τὸν ἐπισκεφθοῦμε καὶ νὰ συνομιλήσουμε μαζὶ Του, θρυμματίζοντας τὴν πολύμηνη ἤ πολυετῆ Σιωπή Του, ἀπαιτεῖται ὑπομονὴ καὶ ταπείνωση. Καὶ στὶς μέρες μας, ἀλλοίμονο, ποῦ καὶ πῶς νὰ βρεθοῦν...

Τρίτη, Ιανουαρίου 03, 2012

εἰσοδεύοντας στό νέο ἐνιαυτό



Ἀνάμεσα στά ἐρείπια τόπων ἀγαπημένων, στά σιωπηλά τά σπίτια, στά σκοτεινά τά ξωκκλήσια, στά ἄδεια κελλιά παλιῶν μοναστηριῶν, ὅπως ἐπίσης καί στά κρύα δωμάτια κάποιων σπιτιῶν πού τά κατέχουν μοναχικοί ἄνθρωποι, μιά παλιά μουσική σέρνεται ἀπόψε· μουσική μελαγχολική καί συνάμα ταυτισμένη μέ τό βουβό τό κλάμα κάποιων παλιῶν ἀρχοντικῶν Μορφῶν πού ἡ δυστυχία τἄφερε νά κρατήσουν ἀπ' ὅλα τους τά καλά, μόνο τήν ἀξιοπρέπεια καί τήν ἀρχοντιά τους. Μουσική μακρυνή, κρυμμένη στούς ξεθωριασμένους τούς τοίχους, στ' ἀνοιχτά κι ἄδεια ντουλάπια, κι ἀκόμα στούς χορταριασμένους τούς δρόμους καί στά παγερά, σκονισμένα δωμάτια. Καί δέν εἶναι διόλου εὔκολο τούτη τή μουσική νά τήν ἀκούσεις, ἤ ἄν τυχόν τήν ἀκούσεις ν' ἀποκρυπτογραφήσεις τούς φθόγγους της, οἱ ὁποῖοι κρύβουν μέσα τους ὅλη ἐκείνη τή σιωπηλή ἱστορία τῶν ὅσων κατοίκησαν τούτους τούς χώρους: χώρους μικρῶν κοινοτήτων -ὅπως ἐκείνου τοῦ Κάστρου τῆς Σκιάθου, ἀλλά καί τοῦ χωριοῦ τὴς Σκοπέλου Κλῆμα-, ἱερέων, ἱερομονάχων, συνοδιῶν, οἰκογενειῶν, ἐπιτρόπων... Μιά σειρά ἀπό ἀνθρώπινα πρόσωπα, τά ὁποῖα στελέχωναν αὐτούς τούς τόπους καί τούς χώρους, δίχως νά νοιάζονται ἄν ἡ ζωή τους ἐκεῖ ἦταν σκέτη ἀμάχη καί πυκνωμένα σύγνεφα· τό μόνο δηλαδή σκηνικό τοῦ καθημερινοῦ τους βίου. Γιατί οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ἦταν οἱ Εἰκόνες τοῦ τόπου τους καί ὁ τόπος τους τό τέμπλο, τό εἰκονοστάσι ὁπού τοποθετοῦνταν.


Κάθομαι καί συλλογιέμαι ἀπόψε, παραμονή τῆς Πρωτοχρονιᾶς, τούς προγόνους μου τοῦ 1712, τοῦ 1812, τοῦ 1912 καί ψάχνω μέσα στά τεκμήρια πού ἄφησαν -τίς πέτρες, τά ξύλα, τόν ξεθωριασμένο τοῖχο μέ τά πολλά τά στρώματα τοῦ ἀσβέστη, νά καταλάβω κάποια πράγματα ἀπό τή ζωή τους. Δυστυχῶς οἱ φωτογραφίες δέν τούς ἤξεραν, γιά νἄχουμε τουλάχιστον κάποια ἁπτή φάση του βίου τους-, ἔστω καί μιᾶς κρυσταλλωμένης χρονικῆς στιγμῆς τήν ἔνδειξη, ἀπό τήν ἐδῶ ἐπίγεια παρουσία τους ὡς μαρτυρία· μαρτυρία μιᾶς στιγμῆς τους δηλ. πού, ὡστόσο, θά συμπύκνωνε μέσα της χῶρο, χρόνο καί βιοτή. Ἔτσι, ψάχνουμε τυφλά μέσα στό χρόνο, ὅπως κοιτάζουμε τούς διαβάτες πίσω ἀπό τά θολά τά τζάμια κι ἀναρωτιώμαστε: ποιός, ποιοί νἄναι, ἄραγε; Κι ὅλο προσπαθοῦμε, ἐντείνουμε τήν ὅρασή μας, ἐπιστρατεύουμε τή μαντική μας δεινότητα καί δέν κατορθώνουμε παρά μονάχα πολύ λιγοστά πράγματα νά μάθουμε. Τά ὑπόλοιπα μέσα μας τά κρατᾶμε, γιατί ἁπλῶς τά ὑποπτευόμαστε καί φοβόμαστε ν' ἀνακοινώσουμε κάτι πού κι ἐμεῖς δέν τό θεωροῦμε σίγουρο...


Κάτι βράδυα, λοιπόν, ὡσάν αὐτό, βράδυα μέ ἔντονη τή νοσταλγική διάθεση γιά ἕνα βύθισμα στό χρόνο πού διάβηκε, σ' αὐτό τό περίεργο τό χτές, τό συβιλλικό ἀλλά τόσο οἰκεῖο, σάν νά εἶναι ἡ χτεσινή ἡ μέρα πού τή ζήσαμε καί πέρασε, ὡστόσο κάτι φέρνει μέσα της ἀπό τήν παρελθοῦσα φρεσκάδα. Γιατί μαζί μέ τούς τόπους πού νοσταλγοῦμε τέτοιες μέρες, ἀναζητοῦμε ἐναγώνια ὄχι τόσο τήν παρουσία τῶν ἀγαπημένων μας προσώπων πού διάβηκαν τό ποτάμι, ὅσο ἐκείνη τους τήν προστασία, καθώς μᾶς σιγούρευαν πώς ἡ ζωή ἀντιμετωπίζεται μέ τήν εἰλικρίνεια τοῦ γνήσιου ἀγώνα καί μέ τήν ἀξιοπρεπῆ στάση ἀπέναντι στίς τρεῖς κινήσεις τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου: πρός τό Θεό, τόν κόσμο ἤ τόν συνάνθρωπο καί τόν ἑαυτό του. Ἄν δέν κρατηθεῖ μιά τέτοια ἰσορροπία, τότε ὅλα θρυμματίζονται, γιατί ἀρχίζει πιά νά βασιλεύει, νά κυριαρχεί στά πάντα ἡ κατάχρηση κι ὄχι λογική χρήση. Μέ λίγα λόγια ἡ ἀσυδοσία τό χάος, ἡ καταστροφή. Κύριε, εὐλόγησε τό νέο ἐνιαυτό φωτίζοντας τίς σκοτεινές συνειδήσεις μας καί τίς φοβισμένες ψυχές μας. Ἀμήν.

π. Κων. Ν. Καλλιανός

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...