Κυριακή της Πεντηκοστής σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί, και η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει τα «γενέθλιά» της. Μας θυμίζει την μεγάλη εκείνη ημέρα, την πρώτη της ιστορίας της, τότε που το Πανάγιο Πνεύμα, ο Αγαθός Παράκλητος, κατήλθε «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καί ἐπλήρωσεν ὅλον τόν οἶκον» όπου οι μαθητές ήταν συγκεντρωμένοι με ομοψυχία, πλημμυρίζοντάς τους με τη Χάρη Του. Έτσι το Αποστολικό ανάγνωσμα που πριν λίγο διαβάστηκε -και που προέρχεται από το ιερό βιβλίο Πράξεις Αποστόλων της Καινής Διαθήκης- μας διηγείται αυτό ακριβώς το περιστατικό. Ας το ξανακούσουμε όμως στην καθημερινή μας γλώσσα για να μπορέσουμε στη συνέχεια να εμβαθύνουμε στα υψηλά και ωφέλιμα μηνύματά του.
Γράφεται λοιπόν στο ιερό κείμενο: «Εκείνες τις ημέρες, όταν έφτασε η ημέρα της Πεντηκοστής, ήταν όλοι μαζί συγκεντρωμένοι με ομοψυχία στο ίδιο μέρος. Ξαφνικά ήρθε από τον ουρανό μια βοή σαν να φυσούσε δυνατός άνεμος, και γέμισε όλο το σπίτι όπου έμεναν. Επίσης τους παρουσιάστηκαν γλώσσες σαν φλόγες φωτιάς, που μοιράστηκαν και κάθισαν από μία στον καθένα απ’ αυτούς. Όλοι τότε πλημμύρισαν από Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Πνεύμα. Στην Ιερουσαλήμ βρίσκονταν τότε ευσεβείς Ιουδαίοι από όλα τα μέρη του κόσμου. Όταν ακούστηκε αυτή η βουή, συγκεντρώθηκε πλήθος απ’ αυτούς και ήταν κατάπληκτοι, γιατί ο καθένας τους άκουγε τους αποστόλους να μιλάνε στη δική του γλώσσα. Είχαν μείνει όλοι εκστατικοί και με απορία έλεγαν μεταξύ τους: «Μα αυτοί όλοι που μιλάνε δεν είναι Γαλιλαίοι; Πώς, λοιπόν, εμείς τους ακούμε να μιλάνε στη δική μας μητρική γλώσσα; Πάρθοι, Μήδοι και Ελαμίτες, κάτοικοι της Μεσοποταμίας, της Ιουδαίας και της Καππαδοκίας, του Πόντου και της Ασίας, της Φρυγίας και της Παμφυλίας, της Αιγύπτου, και από τα μέρη της λιβυκής Κυρήνης, Ρωμαίοι που είναι εγκατεστημένοι εδώ, Κρητικοί και Άραβες, όλοι εμείς, είτε ιουδαϊκής καταγωγής είτε προσήλυτοι, τους ακούμε να μιλούν στις γλώσσες μας για τα θαυμαστά έργα του Θεού»(Πράξεων, κεφ. 2, στίχ. 1-11).
Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψουν με ακρίβεια τα όσα είχαν ζήσει οι μαθητές του Ιησού τον τελευταίο καιρό! Είχαν γευθεί όλα τα συναισθήματα: την αγωνία για την τύχη τη δική τους και του Διδασκάλου τους καθώς όδευαν προς τα Ιεροσόλυμα· τον θαυμασμό από το ανεπανάληπτο θαύμα της ανάστασης του τετραήμερου νεκρού Λαζάρου· τον ενθουσιασμό από τη μεγαλειώδη υποδοχή τους στην αγία πόλη· το ξάφνιασμα στο άκουσμα της επικείμενης προδοσίας· τη θλίψη του αποχαιρετισμού στο τελευταίο εκείνο δείπνο· τον φόβο από τη σύλληψη στον κήπο των Ελαιών· την απογοήτευση από την εγκατάλειψη και άρνηση του αγαπημένου τους Κυρίου από αυτούς τους ίδιους· τον πόνο από τα νέα της καταδίκης· τον τρόμο από τη Σταύρωση και τον ατιμωτικό Του θάνατο· την λύπη από την Ταφή· την απιστία στο άκουσμα της Ανάστασης· την έκπληξη στη θέα του κενού μνημείου· την καιόμενη καρδιά της κοινής πορείας προς Εμμαούς· την ανείποτη χαρά της έλευσης ανάμεσά τους του Αναστημένου Ιησού· την παρηγοριά της υπόσχεσης της παντοτινής συμπόρευσης· την ορφάνια στη θέα της Ανάληψης· την ελπίδα της έλευσης του Αγίου Πνεύματος και την αγωνία της προσμονής Του. Είχαν δει και είχαν νιώσει τα πάντα...
Μα αυτό που τους συνέβη τελικά, όταν ο αναμενόμενος Παράκλητος ήλθε, ούτε καν το είχαν φανταστεί. Τι κι αν ο Διδάσκαλος τους είχε μιλήσει στο τελευταίο τους δείπνο για την αποστολή Του; Τότε δεν καταλάβαιναν και πολλά γιατί η θλίψη είχε καταλάβει τις καρδιές τους. Τώρα όμως ήξεραν. Τον αισθάνθηκαν σαν δυνατό άνεμο, Τον άκουσαν σαν βοή, Τον είδαν σαν πύρινες γλώσσες, Τον ένιωσαν να τους πλημμυρίζει με τη Χάρη Του και να τους δίνει ικανότητες που μέχρι τότε δεν είχαν διανοηθεί. Και ανεδείχθησαν εκείνοι οι λίγοι φοβισμένοι και αδύναμοι μαθητές, πάνσοφοι αλιείς, που με το πνευματικό δίχτυ του Ευαγγελίου, σαγήνευσαν την οικουμένη ολόκληρη, καθιστώντας την ψαριά ευλογημένη της Βασιλείας του Θεού.
Έκτοτε το Άγιο Πνεύμα έμεινε για πάντα στο πλευρό της Εκκλησίας, ακοίμητος φρουρός και σύνδεσμος της, ακάματος συνοδοιπόρος της, ακούραστος διδάσκαλός της, χορηγός χαρισμάτων, θησαυρός αγαθών αιωνίων. Αυτό υποδέχθηκε τον κάθε έναν από εμάς -την ημέρα της βαπτίσεώς μας- στην Εκκλησία του Χριστού, καθιστώντας μας τίμια μέλη της. Στόλισε τη ψυχή μας με τα χαρίσματά Του, αγίασε τις αισθήσεις και τα σώματα, δίνοντάς μας έτσι όλα εκείνα τα αναγκαία εφόδια και όπλα για τον πνευματικό αγώνα που ανοίχθηκε μπροστά μας. Μα και σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας, Αυτό θα μας συντροφεύει πιστά οδηγώντας μας «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν», θα σκηνώσει μέσα μας, θα μας καθαρίσει από κάθε κηλίδα, μέχρι την ευλογημένη εκείνη στιγμή που θα διαβούμε το κατώφλι της Βασιλείας του Θεού. Είθε να φανούμε πραγματικά αντάξιοι αυτής της μεγάλης τιμής που μας επεφύλαξε η πρόνοια του Θεού. Αμήν.
αρχιμ.Διονύσιος Ανθόπουλος
το είδαμε εδώ