Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Aφιερώματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Aφιερώματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Αυγούστου 08, 2015

8 προς 9 Αυγούστου 1823: Η Μάχη του Κεφαλόβρυσου (Καρπενήσι)! Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη


Τα μεσάνυχτα 8 προς 9 Αυγούστου του 1823, πέντε ώρες μετά το βασίλεμα του ήλιου, ο Μάρκος Μπότσαρης με 350 μπαρουτοκαπνισμένους Σουλιώτες, εκ των οποίων οι 20 Ευρυτάνες, χωρισμένοι σε μικρές ομάδες, εισβάλουν στο στρατόπεδο του Κεφαλόβρυσου από την ποταμιά.
Ως γνωστόν, η ενδυμασία των τουρκαλβανών είναι πανομοιότυπη με την φουστανέλα των Ελλήνων, επίσης ίδια είναι και η γλώσσα τους, η αρβανίτικη και αυτό το εκμεταλλεύεται ο Μάρκος με τους πολεμιστές του. Όμως, για να γνωρίζονται μεταξύ τους, φοράνε μαντίλια στο κεφάλι και ανασκουμπώνουν τα μανίκια τους...


Οι Σουλιώτες, για την αναμεταξύ τους αναγνώριση (για την αποφυγή σύγχυσης), χρησιμοποιούν το σύνθημα "τσίλι γιε τι;" (ποιός είσαι συ;) και ως παρασύνθημα το "χέκουρ" (σίδερο). Με αυτόν τον τρόπο εισέβαλαν στο κέντρο του στρατοπέδου, χωρίς να τους πάρουν είδηση. Οι περισσότεροι τουρκαλβανοί κοιμόντουσαν και οι υπόλοιποι, αμέριμνοι από την ήσυχη νύχτα του Αυγούστου, δεν υποψιάζονται το κακό που τους περιμένει. Οι Σουλιώτες, σαν τα ξωτικά της νύχτας, διαβαίνουν ανάμεσά τους και μέσα απ' τις φορεσιές τους, σιγά-σιγά, φανερώνονται τα αστραφτερά γιαταγάνια τους.

Ξάφνου, την γαλήνη της νυχτιάς την αναστατώνει η σάλπιγγα της επίθεσης. Τα σουλιώτικα γιαταγάνια δε γυαλίζουν πια από το φεγγαρόφωτο της νύχτας, αλλά από το αίμα των τρομοκρατημένων τουρκαλβανών, που προσπαθούν να κρυφτούν ακόμη και από την ίδια τους την σκιά. Το Κεφαλόβρυσο, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, μετατρέπεται σε ένα απέραντο σφαγείο ανθρώπων.

Οι Σουλιώτες, αλαλάζοντας σαν τρελοί, δεν ανασαίνουν ούτε στιγμή. Ήταν ένας αγώνας δρόμου, για να μην προλάβουν οι τουρκαλβανοί να συνέρθουν και ο κάθε Σουλιώτης έσφαζε τους εχθρούς του τον έναν πίσω από τον άλλον. 

Βλέποντας τους "αήττητους" του Μουσταή Πασά της Σκόνδρας πανικοβλημένους και πνιγμένους στο αίμα, ορμούν με ακόμα περισσότερη μανία και ατέλειωτο πάθος. Μεγάλος είναι ο πανικός και η σύγχυση που επικρατεί στους τουρκαλβανούς. Δεν ξέρουν από ποιον να φυλαχτούν και σφάζονται μεταξύ τους.


Ο Μάρκος Μπότσαρης
Ο Μάρκος, που δεν χορταίνει τον πανικό που έσπειρε, ψάχνει για αξιωματούχους προς σφαγή. Με το βλέμμα του αετού που αναζητεί το θήραμά του και με το αιματοβαμμένο σπαθί στο χέρι του, τραυματίζεται κοντά στα σκέλια του από βόλι, αλλά αδιαφορεί και απτόητος συνεχίζει. Σώνει και καλά, ψάχνει να βρει το θύμα του. Ξάφνου βρίσκεται στο "κουλούρι του Καραγιάννη" που πίστεψε, ότι υπήρχαν αξιωματικοί και γεμάτος πάθος ορμά στον μαντρότοιχο. Δεν τα κατάφερε όμως. Ένα βόλι τον βρίσκει πάνω από το δεξί του μάτι και έγειρε, γονάτισε, έπεσε καταγής. Το λιοντάρι της Ηπείρου κείτεται πια νεκρό! 


Ο Θανάσης Τούσιας Μπότσαρης, ο ξάδερφος του Μάρκου, βλέποντάς τον πεσμένο στο χώμα, τον αρπάζει στις πλάτες του και με γρήγορες κινήσεις εγκαταλείπει το διαλυμένο πλέον στρατόπεδο. Σε λίγο ξημερώνει και το σύνθημα της αποχώρησης σηματοδοτεί το τέλος της μάχης.

Καθώς οι πρώτες αχτίδες του ήλιου διαπερνούν τον αχνό της πρωινής υγρασίας, ανακατεμένον μ' εκείνον του καμένου μπαρουτιού και του αίματος που αχνίζει, οι Σουλιώτες αποχωρούν χωρίς τον κίνδυνο να τους ακολουθήσει κανείς. Εξάλλου, οι τουρκαλβανοί, δεν συνειδητοποίησαν ακόμη τι τους συνέβη και συνεχίζουν να σφάζονται μεταξύ τους. Λουσμένοι πατόκορφα απ' το εχθρικό αίμα γελούν με το κατόρθωμά τους. Μαζί τους, εκτός τα πολλά λάφυρα, σέρνουν αιχμάλωτο και τον διοικητή του στρατοπέδου, τον Άγο Βασιάρη. 

Όταν απομακρύνονται αρκετά από το διαλυμένο στρατόπεδο και χάνονται οι κραυγές του πόνου και της απελπισίας, φτάνουν σε ένα αναπάντεχο θέαμα. Σε ένα πλάτωμα του Κώνισκου, βλέπουν τον αρχηγό τους, τον Μάρκο, νεκρό. Δίπλα του, οι συνοδοί του σκυφτοί και αμίλητοι. Η χαρά της νίκης μετατρέπεται σε οδύνη και το μίσος της εκδίκησης τρελαίνει το μυαλό τους. Με μιας γονατίζουν τον αιχμάλωτο Άγο Βασιάρη μπρος στο σώμα του αρχηγού τους και τον σφάζουν.

Η είδηση του χαμού του Μάρκου Μπότσαρη ακούγεται σαν στρίγγλα και σχίζει βουνά και λαγκάδες σέρνοντας μοιρολόγια σε όλη την επαναστατημένη Ελλάδα. Ο Μάρκος Μπότσαρης, εκεί, στο Κεφαλόβρυσο, διάβηκε την πύλη της αιωνιότητας. Μαζί και 60 σύντροφοί του.



Οι συμπολεμιστές του Μάρκου τον τοποθέτησαν όρθιο επάνω εις το άλογό του, σαν να ίππευε, στήριξαν το κεφάλι του σε μία φούρκα, τον μετέφεραν κατ’ αρχάς στην μονή του Προυσσού και ακολούθως στο Μεσολόγγι, όπου έγινε μέσω γενικού πένθους η κηδεία του.

Το μίσος του Μουσταή Πασά της Σκόνδρας, έπειτα από το χαλασμό που του προξένησαν οι Σουλιώτες, δεν περιγράφεται. Περί τους χίλιους οι νεκροί αντάμα με τους τραυματίες, χώρια αυτοί που σκόρπισαν και δεν επέστρεψαν από τον πρωτόγνωρο τρόμο που έζησαν. Μα πάνω απ' όλα καταρρακώθηκε το ηθικό του στρατού του. Από τους δυο ομήρους του πασά, ο μεν Γιάννης Ράμος απαγχονίστηκε αμέσως, ο δε παπα-Γιώργης, την νύχτα του χαλασμού, κατάφερε να δραπετεύσει.




Η μάχη του Κεφαλόβρυσου στο Καρπενήσι ήταν επιτυχής. Το αποτέλεσμά της, όμως, θα ήταν καλύτερο, αν δεν υπήρχε η αδικαιολόγητη καθυστέρηση συμμετοχής στην μάχη του τμήματος από την ανατολική πλευρά. Μόνο ο Κίτσος Τζαβέλλας με τους πολεμιστές του ενήργησε έγκαιρα, πράγμα που αποδείχτηκε σωτήριο για την έκβασή της. Η σύγχυση μεταδόθηκε και στα υπόλοιπα εχθρικά στρατόπεδα, τα οποία, μη γνωρίζοντας τι συμβαίνει, καθηλώθηκαν στις θέσεις τους. Μια ιστορική παράμετρος της μάχης, ήταν ο τρόπος κρούσης αυτής. Ήταν η πρώτη μάχη στην παγκόσμια πολεμική ιστορία με τα χαρακτηριστικά των σύγχρονων καταδρομών!

Το βόλι που τραυμάτισε θανάσιμα τον Μ. Μπότσαρη
και μέρος από το ματωμένο κεφαλόδεσμο του αγωνιστή.
Ο τάφος του Μάρκου Μπότσαρη

ethnikometopo.gr
anthoulaki.blogspot.gr


το είδαμε : εδώ

Κυριακή, Αυγούστου 02, 2015

ΣΠΑΝΙΑ ΦΩΤΟ: Όταν ο Μίκης ήταν στην Πάτρα! Εκλεισε τα 90!

theodorakisΤα 90 του χρόνια γιόρτασε την Τετάρτη ο Μίκης Θεοδωράκης! Ο οποίος όπως είναι γνωστό έζησε τα μαθητικά του χρόνια στην Πάτρα. Η φωτογραφία είναι από το 1934. Ο Μίκης σε ηλικία 9 ετών στην αγκαλιά του πατέρα του, ο οποίος υπηρετούσε ως νομικός στην Νομαρχία Αχαΐας. Έμαθε μουσική στο Ωδείο Πατρών, έμενε στην Πλατεία Βουδ, φοίτησε στην Μέση Σχολή, το μετέπειτα 3ο Γυμνάσιο Αρρένων. 
Η φωτογραφία είναι του Παναγιώτη Πορφυρόπουλου.

το είδαμε εδώ

Κυριακή, Ιουλίου 26, 2015

Ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος Μακρὴς (1888-1970)


Ἁγιογραφία Ἱ.Μ.Εὐαγγελισμοῦ – Πάτμος 
(φωτὸ Ρωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ)
Ἡ κοίμηση τοῦ ὁσίου Ἀμφιλοχίου 
καὶ σημεῖα τῆς ἁγιότητός του 
Ἀπὸ τὸ βιβλίον «Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ» τοῦ Ἀρχιμ. Παύλου Νικηταρᾶ. 
Σ' ὅλη του τὴ ζωὴ ἐβασανίζετο ἀπὸ ἀρρώστιες, ἦταν εὐαίσθητος στὰ κρυολογήματα καὶ κάθε χρόνο τὸν ἐπισκέπτετο ἡ γρίππη... Τέλη Μαρτίου 1970 προσεβλήθηκε ἀπὸ πνευμονία· ἦταν Μ. Τεσσαρακοστὴ καὶ μὲ δυσκολία δέχθηκε νὰ πάρη λίγο γάλα. Ἔδωσε σὲ ὅλους τὶς συμβουλὲς ποὺ ὁ καθένας εἶχε ἀνάγκη. Εἶχε τὸ προορατικὸ χάρισμα. Στὴν προσπάθεια τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν νὰ τὸν κρατήσουν μὲ ὀροὺς λίγες μέρες στὴν ζωή, παρακαλοῦσε κι ἔλεγε: ἀφῆστε με καλά μου παιδιὰ νὰ φύγω, ἦρθε ἡ ὥρα μου. Γιατί, Γέροντα, τούλεγα, δὲν μένεις μαζί μας τοῦτο τὸ Πάσχα; Δίσταζε νὰ μοῦ ἀπάντηση, καὶ δεύτερη καὶ τρίτη φορὰ τὸν παρεκάλεσα νὰ μοῦ πῆ πῶς ξέρει ὅτι θὰ φύγη σύντομα κι ἐκεῖνος μὲ δυσκολία μοῦ ἀπεκάλυψε: εὐλογημένε Παῦλε, εἶδα τὴν Παναγία καὶ τὸν Θεολόγο πρὸ ὀλίγου καὶ τοὺς παρεκάλεσα νὰ μείνω κοντὰ στὰ παιδιά μου κι αὐτὸ τὸ Πάσχα, ἀλλά μοῦ εἶπαν: «Δὲν γίνεται ἄλλο, ἐλήφθη ἡ ἀπόφασις, Πάσχα θὰ κάμης στοὺς Οὐρανοὺς μαζί μας» κι αὐτὸ τὸ λέγω σὰν ἐξομολόγηση, ἐπειδὴ μὲ βιάζεις, μὴ τὸ εἰπεῖς σὲ ἄλλους.
Κι ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς ματαιότητος, ἀφοῦ ἔδωσε τὴν ζωήν του γιὰ τοὺς ἄλλους, ἀφοῦ ἐργάσθηκε σὰν καλὸς ἐργάτης στὸν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου, ἀφοῦ ἀρίστευσε στὶς ἐξετάσεις του στὸ στάδιο τῶν πνευματικῶν ἀσκήσεων, ἀφοῦ ὑπηρέτησε καὶ Ἐκκλησία καὶ Πατρίδα σὰν καλὸς χριστιανὸς καὶ ἀκέραιος Ἕλληνας. Κοιμήθηκε στὶς 16 Ἀπριλίου 1970 σὲ πλήρη...
Δεῖτε ἀποκλειστικὲς φωτογραφίες τοῦ Ρωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ, τῶν ἁγιογραφιῶν καὶ τοῦ λειψάνου τοῦ Ὁσίου Γέροντος Ἀμφιλοχίου ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Πάτμου…
διαύγεια τῶν αἰσθήσεών του. Τὸ λείψανό του πῆρε μορφὴ οὐράνια, ὄψι χαρούμενη κι εἰρηνική, ἀπέραντη γαλήνη βασίλευε στὸ ἀσκητικό του πρόσωπο, πράγματι ἁγιασμένου ἀνθρώπου ἔκφραση, ποὺ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω.... 

Ἀξίζει νὰ προσθέσω ἕνα γεγονὸς ποὺ δείχνει πὼς ἐδέχετο μυστικὲς κλήσεις γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἄλλων καὶ ποὺ θυμίζει τὸν μεγάλο Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν ποὺ ἤκουσε τὴν φωνὴν τοῦ Μακεδόνος «διαβᾶς βοήθησον ἠμίν». Ὁ ἀείμνηστος γέροντας ἐνῶ εὐρίσκετο στὸ κελλί του στὴν Μονὴ τῆς Πάτμου, ἀκούει κάποια Ἑλένη ἀπὸ τὴν Ἰκαρία νὰ τὸν καλεῖ νὰ σπεύση νὰ τὴν σώση. Δὲν χάνει καιρό, κατεβαίνει στὸ λιμάνι τοῦ νησιοῦ καὶ ὡς ἐκ θαύματος εὑρίσκει ἱστιοφόρο ποὺ ἔφευγε γιὰ τὴν Ἰκαρία. Θαλασσοδαρμένος φθάνει στὸν προορισμό του καὶ ἀμέσως ἐρωτᾶ ἂν ὑπάρχει κάποια Ἑλένη χήρα καὶ πληροφορεῖται ὅτι πρὸ ἥμερων ἔχασε τὸν ἄνδρα της· ἀμέσως ρώτησε νὰ μάθη τὸν δρόμον ποὺ ὠδηγοῦσε στὸ σπίτι τῆς χήρας γυναικός. Δὲν ἐζήτησε νὰ ἀνάπαυση τὸ κουρασμένο σαρκίο του, ἀλλὰ σπεύδει χωρὶς καθυστέρηση, ἡ φωνὴ τῆς Ἑλένης τὸν ἐνοχλεῖ. Ἐκεῖ ποὺ βάδιζε βλέπει μία ἔξαλλη γυναίκα νὰ τρέχη ἀπελπισμένη, τὴν φωνάζει μὲ τὸ ὄνομά της καὶ λέγει: «Ἑλένη ποὺ πηγαίνεις, γιὰ σένα ἦλθα». Καὶ ἡ πονεμένη γυναίκα συνέρχεται, βλέπει τὸν πνευματικό, σκέπτεται αὐτὸ ποὺ θὰ ἔκαμνε καὶ ἐξομολογεῖται ὅτι τὴν στιγμὴ ἐκείνη ἐπήγαινε νὰ πνιγὴ στὴν θάλασσα. Ἡ γυναίκα ἐσώθη, τὸ θαῦμα ἔγινε, ὅπως ἡ ἴδιά μου τὸ ἐξιστόρισε... 

Ἡ ἀδελφὴ Εὐφροσύνη μὲ ἐβεβαίωσε ὅτι ὅταν πῆγε νὰ ἀσπασθῆ τὸν τάφο τοῦ Γέροντα, ἠσθάνθη τέτοια εὐωδία, ὥστε στὴν συνείδησή της στέκει σὰν ἕνας πατερικὸς ἅγιος, ὁ ὁποῖος πράγματι ἔχει ἁγιάσει. 
Ἕνα ἄλλο πνευματικό του τέκνο, ἡ Μ.Κ. μοῦ διηγήθη ὅτι τὸν Νοέμβριο τοῦ 1954 ἐπισκέφθηκε τὸν Γέροντα στὴν Πάτμο καὶ τὴν φιλοξένησε στὸ ἱ. Κοινόβιο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἐπὶ δύο ἡμερες παρέμενε στὸν πύργο τοῦ Μοναστηριοῦ· τὴν τρίτη ἡμέρα ὁ ἀείμνηστος ἐπέμενε νὰ μὴ κοιμηθῆ πλέον στὸ μέρος αὐτό, πράγμα ποὺ ἔγινε. Τὴν νύκτα ἐκείνη ἔπεσε ἀκριβῶς σὲ αὐτὸ τὸ κρεββάτι κεραυνός. Ἠμπορεῖ νὰ θεωρηθῆ τυχαῖο γεγονὸς ἡ σωτηρία ἑνὸς ἀνθρώπου μὲ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ πνευματικοῦ πατρός;

Τελευταῖες ὑποθῆκες τοῦ ἀειμνήστου Πατρὸς Ἀμφιλοχίου
14 Ἀπριλίου 1970, 10η μ.μ. 
Στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν βασιλεύει ἡ εἰρήνη καὶ ἡ χαρὰ παιδί μου. 
Νὰ ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας, νὰ παρακαλῆτε τὸν Θεὸν νὰ μὲ συγχωρήση, διότι δὲν σᾶς ἔδωσα τίποτε ὡς πατέρας... (Γερόντισσα συγκεκινημένη). Τὸ πᾶν, Γέροντα, μᾶς ἔδωσες. 
Τὴ Γερόντισσα ν' ἀγαπᾶτε. Ὁ Θεὸς νὰ σᾶς ἐνισχύη νὰ ὁδηγήσητε καλῶς τὸ ποίμνιον ποὺ σᾶς ἔδωκε νὰ διευθύνετε. Θὰ αἰσθάνομαι πολλὴν χαρὰν ὅταν σᾶς βλέπω νὰ προχωρῆτε. Νὰ παρακαλῆτε νὰ μὲ βάλη καὶ μὲ ὁ Κύριος εἰς τὴν θέσιν σας. Πάντα θὰ εὔχωμαι νὰ ζήσουμε ἀεννάως εἰς τὴν δόξαν τοῦ Παραδείσου. Θέλω νὰ συνέχισης πιστὰ τὸ ἔργον μου ὅταν θὰ φύγω. Θὰ χαίρωμαι ὅταν θὰ βλέπω ὅτι προχωρεῖτε εἰς τὶς ἅγιες γραμμὲς τοῦ Μοναχισμοῦ....


Ἁγιογραφία Ἱ.Μ.Εὐαγγελισμοῦ – Πάτμος 
(φωτὸ Ρωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ)
15 Ἀπριλίου 1970 
Πρέπει νὰ εἶσθε παιδιὰ τῆς ἀγάπης. Δὲν θὰ φοβῆσθε τὸν διάβολον. 
Νὰ ἔχης ὑπομονήν, ταπείνωσιν καὶ ἀγάπην. Θὰ ἔχετε ἀρχαίαν ἀνάμνησιν γιὰ τὴν συνάντησιν μὲ τὸν Γέροντά σας.
Ὁ Θεὸς εὐλόγησε νὰ ἔλθουν ὅλα τὰ παιδιά μου.
Δὲν ἔχω ἄλλην χαρὰν καὶ ἄλλον πόθον, νὰ σᾶς δῶ μέσα στὸν Παράδεισον. Ὁ Θεὸς νὰ σᾶς ἀξιώση τῆς δόξης Του. Ἔχω μεγάλην συγκίνησιν ποὺ ἔχω πλάι μου ὅλα μου τὰ παιδιά. Ἄλλη χαρὰ δὲν ἔχει ὁ πατέρας. 
(Πνευματικὸ παιδί: πολὺ τὸν ἀγαπᾶς, Γέροντα, τὸν Θεολόγον).
Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ τὸν ἔβλεπα, τὸν ἀγαποῦσα, προσευχόμην καὶ παρακαλοῦσα νὰ γίνω ἕνας μαθητής του καὶ ὀπαδός του. Καὶ ἔγινε. 
Νὰ ζήσετε βίον εἰρηνικὸν καὶ ἅγιον, νὰ κρατήσετε τὶς γραμμὲς τῶν πατέρων σας, νὰ ζήσετε τὸν χριστιανικὸν καὶ ἑλληνικὸν βίον... 
Ἀνδρίζεσθε καὶ κραταιοῦσθε, γιὰ νὰ μὴν ἔλθετε εἰς πειρασμόν. Μὴ δίδετε σημασίαν εἰς τὸν κόσμον. Ὁ κόσμος ἐξ ἀρχῆς καὶ τοὺς Ἀποστόλους καὶ ὅλους τούς Ἁγίους τούς ἒπιασε γιὰ τρελλοὺς: «...καὶ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν». Νὰ ἔχωμεν τὴν ὁμόνοιαν καὶ τὴν εἰρήνην. Αὐτὰ εὐλογεῖ ὁ Θεός. 
Ὁ Θεὸς νὰ σᾶς εὐλογήση, νὰ εἶναι πάντα κοντά σας στὶς ἐργασίες σας, στὶς σκέψεις σας. Νὰ μὴν ἀναμιγνύεσθε οὔτε στὰ κομματικά, οὔτε στὰ προσωπικά. Πάντοτε νὰ λέγετε: Ὁ Θεὸς νὰ σᾶς φωτίζη νὰ κάνετε ὅ,τι εἶναι καλύτερον γιὰ τὸν τόπον μας. 
Ἠμῶν τὸ πολίτευμα ἐν «οὐρανοῖς ὑπάρχει». Ἐδῶ ψευτοζοῦμε, λοιπὸν νὰ μὴ στενοχωρούμεθα ὅ,τι καὶ νὰ μᾶς συμβῆ... 
Δόξα τῷ Θεῶ πάντων ἕνεκεν. Ἐμεῖς αὐτὸ πρέπει νὰ λέγωμε εἴτε καλὰ ἔχομε εἴτε κακά. 
Ὅπου ἐγωισμὸς ἐκεῖ Πνεῦμα Θεοῦ δὲν ὑπάρχει. 
Δὲν ἠμπορεῖ νὰ λέγεται Χριστιανὸς ἐκεῖνος ὅπου δὲν ἔχει ἀγάπην. Προσποιεῖται τὸν Χριστιανόν... 

16η Ἀπριλίου, 12η μεσημβρινὴ (Εἰς τὸν ἰατρὸν τῆς Πάτμου)
Τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ εἶναι πάντοτε μαζύ σας, ὅλες οἱ διαγνώσεις σας νὰ εἶναι φωτισμένες. Νὰ εἶσαι εὐχάριστος καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους καὶ εἰς τὸν Θεόν. Εὔχομαι ἐκ καρδίας νὰ γίνης ἕνας Ἱεραπόστολος ἰατρός, διότι τὸ πλησίασμα τοῦ Χριστιανοῦ ἰατροῦ εἰς τὸν ἄρρωστον παίζει σπουδαῖον ρόλον. Ἐγὼ σὲ ἀγαπῶ διότι ἔχεις ἐντός σου ἐθνικότητα καὶ θρησκευτικότητα. Δὲν σὲ θεωρῶ ὡς ἰατρόν, ἀλλ' ὡς ἰδικόν μου πρόσωπον.
 
Τεμάχιο τιμίου λειψάνου Ὁσίου Γέροντος Ἀμφιλοχίου - Ἱ.Μ.Εὐαγγελισμοῦ - Πάτμος 
(φωτὸ Ρωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ)
Ἐκοιμήθη μετ' ὀλίγον (2.15 μ.μ.) ἐν Κυρίω.
Ὁποία ὄντως πνευματικὴ διαύγεια!
(Ἀναδημοσίευσις ἀπὸ τὸ περιοδικὸν «Ἅγιος Νεκτάριος» Θεσ/νίκης τοῦ 1982)
Ψυχοσωτήρια Διδάγματα Συγχρόνων Γερόντων
Ἐκδόσεις "Ὀρθόδοξος Κυψέλη"
Θεσσαλονίκη
το είδαμε εδώ

Σαν σήμερα: Η μάχη στα Δερβενάκια : 26 Ιουλίου 1822 «..Στα Δερβενάκια κείτονται κορμιά δίχως κεφάλια...»

«..Στα Δερβενάκια κείτονται κορμιά δίχως κεφάλια...»
Σαν σήμερα: Η μάχη στα Δερβενάκια : 26 Ιουλίου 1822
Όπως έχει επισημανθεί και στο παρελθόν , το βιβλίο δόξας της Ελληνικής ιστορίας- αρχαίας και σύγχρονης- διαθέτει αναρίθμητες σελίδες. Και όλες τους τόσο χρυσές και τόσο ξεχωριστές και ιδιαίτερες. Με δεδομένο όμως το γεγονός ότι πανάρχαια  χαρακτηριστικά της ελληνικής φυλής  όπως η απροθυμία της να πειθαρχήσει και συνταχθεί με τα οράματα και τις επιταγές  του Ηγέτη , παρά μόνο στην περίπτωση που επέρχεται απειλή των ατομικών κεκτημένων ,  καθιστούσαν εξαιρετικά επίπονη την απόπειρα διαχείρισης πλήθους υπό τη μορφή όχλου, η κάθε μία από αυτές τις σελίδες αποκτά ιδιαίτερη λαμπρότητα και ανασύρει ξεχασμένες θύμησες του παρελθόντος, ελέγχει νεοελληνικές συνειδήσεις , λειτουργώντας ως παράδειγμα για το επερχόμενο αύριο.
Και πιο ανάγλυφη απεικόνιση όλων των παραπάνω δεδομένων δε θα μπορούσε να υπάρχει στην ολόλαμπρη σελίδα της μάχης των Δερβενακίων , μια μέρα σαν σήμερα, στις 26 Ιουλίου του 1822.
Η προετοιμασία των Τούρκων και η στάση των υπόλοιπων «πολιτισμένων» Ευρωπαίων
Ο ελληνικός αγώνας , στα πρώιμα στάδια μετά  το ξέσπασμά του, σε αντίθεση με το ρεύμα  των ρομαντικών ιδιωτών υποστηρικτών που βρήκε στα κράτη της υπόλοιπης οικουμένης , αντιμετωπίστηκε με ιδιαίτερη βαρβαρότητα από τις επίσημες κρατικές αυλές, τις θελήσεις των οποίων ενορχήστρωνε ο κύριος εκφραστής του ανθελληνισμού , αυστριακός καγκελάριος Μέττερνιχ , ο οποίος δεν έχανε την ευκαιρία να προτρέπει τον σουλτάνο Μαχμούτ να τελειώνει το ταχύτερο δυνατό με αυτή τη ενοχλητική εξέγερση, ειδάλλως  θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά στο μέλλον τη στάση των ευρωπαϊκών κρατών σε βάρος των Οθωμανών.
Υπό τις ευλογίες της επίσημης «χριστιανικής» Ευρώπης και μετά το ξεμπέρδεμα με την πληγή  που λεγόταν Αλή Πασάς, που ταλαιπωρούσε την Υψηλή Πύλη, κατά τον Ιούνιο του 1822, ο Μαχμούτ Δράμαλης (καταγόταν από την Δράμα, εξ΄ ου πήρε και το όνομά του) , ο οποίος προϊστατο μιας τεράστιας στρατιάς (30-35.000 ανδρών)  ξεκίνησε από τη Λάρισα με σκοπό να καταπνίξει την ελληνική ανταρσία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εσωτερικές διαμάχες και φιλοδοξίες που επικρατούσαν στην τουρκική πλευρά, ιδίως μετά τη δολοφονία του Αλή Πασά, είχαν  ως κύριο αποτέλεσμα την ανάθεση  της εκστρατείας στον υποδεέστερο  σε ικανότητες Δράμαλη (σε σχέση με τον Χουρσίτ Πασά) μιας και η πιθανή επιτυχία της επιχείρησης θα αύξανε το κύρος του Χουρσίτ, ο οποίος είχε ήδη περιέλθει στη δυσμένεια του σουλτάνου , ιδίως μετά τη διανομή της αμύθητης περιουσίας του δολοφονηθέντος Αλή Πασά.
Προς επίρρωση της επιχείρησής του, όπως προειπώθηκε, είχε στη διάθεσή του έναν εντυπωσιακό αριθμό στρατού , ο οποίος αποτελείτο από 20.000 πεζοπόρους στρατιώτες, πάνω από 10.000 ιππείς, κανόνια αλλά και αμέτρητο αριθμό ζώων (μουλάρια, καμήλες κλπ).
Για το μόνο που δεν υπήρξε προίδεασμός και που –εκ του αποτελέσματος- αποδείχθηκε καταλυτικό για την μελλοντική καταστροφή, ήταν η παράβλεψη (ίσως να ήταν και δολιοφθορά εκ μέρους του ανταγωνιστή Χουρσίτ)  ως προς τα αποθέματα νερού.
Παρόλαυτα η κάθοδος του Δράμαλη προς το επαναστατημένο νότο άρχισε (Ιούνιος του 1822) ξεκίνησε χωρίς κανένα αξιόλογο εμπόδιο από τις ελληνικές δυνάμεις
Η  αντίδραση  της επίσημης ελληνικής κυβέρνησης
Η «νεογνή» ελληνική κυβέρνηση του επαναστατημένου κράτους, διαθέτοντας απειρία αλλά και ανικανότητα , πέραν των όποιων ιδιωτικών πρωτοβουλιών ορισμένων οπλαρχηγών (όπως του Οδυσσέα Ανδρούτσου, κατά την κίνηση του Δράμαλη ), σε καμιά περίπτωση ,δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Άλλωστε , όπως η επίσημη αλλά κυρίως η ανεπίσημη Ιστορία έχει αποδείξει, από τα πρόσωπα που φρόντισαν να καταλάβουν τις κυρίαρχες θέσεις στο πρώτο κυβερνητικό σχήμα , όπως ο Κωλέττης, ο Μαυροκορδάτος, ο Κανακάρης ( μέλη του Εκτελεστικού) , η Πατρίδα δεν είχε να περιμένει τίποτα το ιδιαίτερο , τόσο εξαιτίας της αναξιότητας τους όσο και των ύπουλων ατομικιστικών κινήτρων τους, κατά τη διάρκεια που διοίκησαν, εγκλωβίζοντας το πολυπόθητο όνειρο τόσων γενεών για απελευθέρωση.
Η ανικανότητα της επίσημης κυβέρνησης να προκαλέσει και το παραμικρό ίχνος αντίστασης στον Δράμαλη και η αρχομανία των  μελών της, προκάλεσε την οργή και την απογοήτευση   του Στρατηγού Μακρυγιάννη , η οποία αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στα απομνημονεύματά του:
«Ετοιμάζαμε τά καράβια. Μάθαμε μπήκε ο Δράμαλης εις Κόρθο αντουφέκηγος, ότι οι κάτοικοι πήγαν νά κρύψουν τίς φαμελιές τους. Εις τά Ντερβένια (Δερβενοχώρια βορείως τών Μεγάρων,) τούς χτύπησαν. Κι' αφού τούς είδε τούς Τούρκους από μακρυά ο Αχιλλέας, (ενν. ο λιποτάκτς και δειλός φρούραρχος του κάστρου της Ακροκορίνθου, Ιάκωβος Θεοδωρίδης που εγκατέλειψε ατάκτως το κάστρο της Ακροκορίνθου στο άκουσμα της έλευσης Δράμαλη) ο νέος αξιωματικός τής κυβερνήσεώς μας, άφησε 'φοδιασμένο κάστρο καί πήρε τόσο ασκέρι κ' έπιασε τά βουνά. Κι' ύστερα σκοτώθηκε. Τέτοιους αξιωματικούς θέλει η κυβέρνησή μας νά λευτερώση τήν πατρίδα, νέους. Τούς παλιούς σκότωμα. (Ειρωνεύεται τήν κυβέρνηση Μαυροκορδάτου, Νέγρη καί Κωλέτη γιατί όρισε ανίκανους αξιωματικούς νά αντιμετωπίσουν τόν εχθρό, ενώ τούς έμπειρους οπλαρχηγούς επιχειρούσε ακόμα καί νά τούς δολοφονήσει). 
Ο Δράμαλης πού πέρασε ατουφέκιστος από τή Λαμία μέχρι τήν Κόρινθο, όχι μόνο οικειοποιήθηκε τούς αμύθητους θησαυρούς τού Κιαμήλ μπέη (που δολοφόνησε   ο υποχωρήσας φρούραρχος της Ακροκορίνθου ) και πήρε στο χαρέμι του, τήν πανέμορφη χήρα του. Οι θησαυροί τού Κιαμήλ ήταν κρυμμένοι μέσα σέ ένα πηγάδι καί ανέρχονταν σέ είκοσι εκατομμύρια γρόσια. Η χήρα ξέχασε γρήγορα τόν προηγούμενο σύζυγο καί παρηγορήθηκε μέ τόν νέο κάτοχο τής περιουσίας τού μακαρίτη μπέη τής Κορινθίας. Γιά γαμήλιο δώρο ο Δράμαλης έδωσε στή νύφη, έλληνες αιχμαλώτους, τούς οποίους η Τουρκάλα τούς έχτισε στά τείχη, γιά νά πάρει εκδίκηση γιά τήν ατίμωσή της από τόν φρούραρχο τού κάστρου.
Εν τω μεταξύ , ο Δράμαλης έσπευσε  να προεξοφλήσει την νίκη του και  τη διάλυση της ελληνικής εξέγερσης, γνωστοποιώντας το, στην Υψηλή Πύλη , όπου στήθηκαν γλέντια και πανηγύρια. Ανάλογα συναισθήματα ανακούφισης ένιωσαν και οι κλεισμένοι Τούρκοι στο κάστρο του Παλαμηδίου στο Ναύπλιο ,στο άκουσμα της προέλασης του Δράμαλη, μιας και ο κλοιός , λόγω της έλλειψης εφοδίων , είχε σφίξει επικίνδυνα.
Ο ελληνικός όχλος πανικοβάλλεται
Ο ερχομός του Δράμαλη έσπειρε  τον πανικό στις τάξεις του απλού  λαού. Η κραυγή «έρχονται οι Τούρκοι» δημιούργησε τέτοιο φόβο ώστε σημειώθηκε η δίχως προηγούμενο εγκατάλειψη  των χωριών , ιδίως της Αργολίδας.  Ως περιπλανώμενοι νομάδες, άρπαζαν ό,τι προλάβαιναν και μπορούσαν να κουβαλήσουν (κότες, φλοκάτες, μικρά μπαούλα) αφήνοντας ερημωμένα τα σπίτια και τις πατρογονικές τους εστίες. Η επικρατούσα αλλοφροσύνη οδηγούσε πολλούς , στην περιοχή των Μύλων, στην προσπάθειά τους να γαντζωθούν σε κάποιο καϊκι που θα τους οδηγούσε στη σωτηρία σε άλλα νησιά, να πέφτουν στη θάλασσα και να πνιγούν .
Ενώπιον αυτής της άτακτης φυγής , παρουσιάστηκαν φαινόμενα βιαιπραγίας  μεταξύ των αλλοφρόνων ηττοπαθών  αλλά  και λεηλασίας (πλιάτσικο) στα  εγκαταλελειμένα σπίτια, στοιχεία που καταμαρτυρούν τον φιλοτομαρισμό της φυλής , ως έναν από τους παράγοντες που οδήγησαν στη σημερινή μας καθημερινότητα.
Η επίσημη ηγεσία, πιστή στη στάση  της, όπως αναμενοταν, δε  μπορούσε σε καμιά περίπτωση να εμπνεύσει  θάρρος , σεβασμό και αξιοπιστία στον αλαλάζοντα όχλο ,  ήταν η πρώτη που φρόντισε να δώσει το «παράδειγμα» θάρρους. Πιο συγκεκριμένα , στη γολέτα "Τερψιχόρη" φρόντισε να επιβιβαστεί η  κυβέρνηση μέ πρώτους τόν Ιωάννη Κωλέτη .Είχαν εξαντλήσει όλες τίς ραδιουργίες δίδοντας αξιώματα σέ ανίκανους ανθρώπους πού δέν είχαν ασχοληθεί ποτέ με τη στρατιωτική τέχνη , ενώ ως επιστέγασμα , ο Κωλέτης  διέταξε τον σκανδαλοποιό (όπως τον αποκαλούσε) Κολοκοτρώνη,(τον οποίο προηγουμένως είχε απομακρύνει από τα καθήκοντά του) να συνεχίσει την πολιορκία στη Πάτρα.
΄Ιδια εικόνα , με αυτή της Αργολίδας, επικράτησε και στην προ μηνών  απελευθερωμένη αλλά πλέον ερημωμένη  Τριπολιτσά, στην οποία , είχαν παραμείνει ελάχιστα  μόνο μέλη της Πελοποννησιακής  Γερουσίας (Δημήτριος Καλαμαριώτης , Ασημάκης Φωτήλας , Διονύσιος Δεληγιάννης).
Μοναδική εξαίρεση στη γενικότερη ολιγοψυχία που κυριαρχούσε αποτέλεσε  ο Δημήτριος Υψηλάντης , ο οποίος δεν έπαψε στιγμή να προσπαθεί να συγκροτήσει αξιόμαχο σώμα , φωνάζοντας «Όσοι πιστοί δια την Πατρίδα, προσέλθετε», εις μάτην όμως.

Η ώρα του Κολοκοτρώνη
Σε αυτές τις ώρες, που η  Επανάσταση ψυχορραγούσε και κινδύνευε  να σβήσει πριν καλά καλά αρχίσε, καμιά  άλλη προσωπικότητα δε μπορούσε να παρέμβει για να αποτρέψει το ηττοπαθές  κλίμα και την διαγραφόμενη αποτυχία , από το Γέρου του Μοριά. Η ηγετική μορφή  του Γέρου δε θα άφηνε κανένα περιθώριο στο να πιστέψουμε ότι ίσως να πήγαινε στην Πάτρα για τη συνέχεια της πολιορκίας. Η ερήμωση της Τριπολιτσάς, ο τιτάνιος αγώνας για την απελευθέρωσή της αλλά και η αδιαμφισβήτητη αγάπη του για την Τριπολιτσά, οδήγησε τον Κολοκοτρώνη αποκλειστικά στην καρδιά της Πελοποννήσου. Και είναι αλήθεια ότι κανένας άλλος δε θα μπορούσε να ανορθώσει το καταρρακωμένο ηθικό του άτακτου όχλου.
Παροιμιώδης έμεινε ο λόγος του προς το πλήθος που συνάντησε, λέγοντας:
"Βρέ Έλληνες, τούτοι οι Περσιάνοι καί οι Κακλαμάνοι πού ήρθαν είναι πολύ χειρότεροι πολεμιστές από τούς ντόπιους πού νικήσαμε, Φέρανε καί πολλά πλούτη μαζί τους. Καί ξέρετε ποιοί θά τά πάρουν; Όσοι τρέξουν πρώτοι. Οι ύστεροι δέν θά προφθάσουν." , κάνοντας αναφορές στις μεγαλειώδεις μέχρι τότε μάχες στην Τριπολιτσά, στο Βαλτέτσι κ.α, επιχειρώντας έτσι να μετατρέψει το άτακτο πλήθος σε θερμούς πολεμιστές.
Αναθέτει σε εμπειροπόλεμους στρατιωτικούς  καίρια καθήκοντα,  συγκαλεί στρατιωτικά συμβούλια με άλλους έμπιστους συμπολεμιστές (Υψηλάντης, Μαυρομιχάλης, Παπαφλέσσας, Πάνος Κολοκοτρώνης, Ανδρέας Μεταξάς) προκειμένου να αποφασιστεί η καταλληλότερη θέση για τον αιφνιδιασμό του Δράμαλη ενώ και ο ίδιος αναλαμβάνει την διοίκηση τμήματος  , επικεφαλής 1.500 Γορτυνίων από την Καρύταινα .
Πρώτη τους ενέργεια ήταν να στήσουν μικρά στρατόπεδα ώστε να ελέγχουν τά στενά περάσματα τής Αργολίδος. Ο Αντώνης Κολοκοτρώνης μέ τόν Δημήτριο Πλαπούτα είχαν στρατοπεδεύσει στη Νεμέα. Κατόπιν θά οχύρωναν τό κάστρο τού 'Αργους καί τέλος θά ζητούσαν από τά πλοία τών Σπετσών καί τής Ύδρας νά στείλουν τρόφιμα καί πολεμοφόδια στούς Μύλους. 
Επιθυμία του ήταν να αναγκάσει τον Δράμαλη να παραμείνει στόν αργίτικο κάμπο πού γνώριζε μια θανατηφόρα ξηρασία  καί οχυρωσε τήν ακρόπολη τού 'Αργους, ώστε νά τήν χρησιμοποιήσει σάν δόλωμα. Ο Δράμαλης έπρεπε νά παραμείνει στό 'Αργος, καί νά μήν προχωρήσει πρός τούς Μύλους ή τήν Τρίπολη, τήν καρδιά δηλαδή τής επανάστασης.

Η στρατιωτική του ιδιοφυία
Ο Κολοκοτρώνης αποφάσισε να στερήσει από τη στρατιά του Δράμαλη κάθε μορφής πρόσβαση σε ανεφοδιασμό , εφαρμόζοντας την τακτική της καμμένης γής. Ο κάμπος του Άργους κάηκε από άκρη σε άκρη ενώ  τα πηγάδια που πρόσφεραν νερό στο Δράμαλη, γέμισαν με ψόφια ζώα. Ο τούρκικος ανεφοδιασμός από τη Ρούμελη δεν έφτασε ποτέ μιας και ο Ανδρούτσος και οι οπλαρχηγοί του , είχαν αποκόψει κάθε επαφή.
Ο Ανδρούτσος γράφει χαρακτηριστικά στον Κολοκοτρώνη, αποτυπώνοντας τη διχόνοια που μάστιζε το Μοριά:
"Σας στέλνω τριάντα χιλιάδες Τούρκους γιά νά μονοιάσετε. Κάμετέ τους ό, τι θέλετε. Εγώ υπόσχομαι νά μην αφήσω νά περάσουν άλλοι καί παίρνω πάνω μου τον σερασκέρ Χουρσίτ πασά." 
Αν και εξαντλημένος από τις κακουχίες, με την πείνα αλλά και τις αρρώστιες να μαστίζουν τα στρατό του Δράμαλη, ο Δράμαλης πολιόρκησε την ακρόπολη του Άργους με σκοπό να μπορέσει να βρει πηγές ανεφοδιασμού , την ίδια στιγμή που οι Έλληνες επιχείρησαν προσπάθειες αντιπερισπασμού , με επικεφαλής τον Δημήτριο Πλαπούτα .  Στις συρράξεις που ακολούθησαν στα χωριά της Αργολίδας και ιδίως στην Εκκλησία της Παναγίας του Άργους από το ένοπλο τμήμα του  Πλαπούτα, ο οποίος  παραλίγο να σκοτωθεί, έριξαν ακόμα περισσότερο το ήδη πεσμένο ηθικό των Ελλήνων, καθώς ο αριθμός των απωλειών ήταν μεγάλος σε συνδυασμό με την αποτυχία να σπάσουν την πολιορκία του Δράμαλη στο Άργος και να βοηθήσουν τον απεγκλωβισμό των πολιορκημένων, από τους οποίους είχαν καταφέρει να διαφύγουν ελάχιστοι .
Το βράδυ τής 23ης Ιουλίου 1822, ο Κολοκοτρώνης επιχείρησε νυχτερινή επίθεση στούς πολιορκητές Τούρκους από τέσσερα σημεία. Με αυτό τον τρόπο, απελευθερώθηκαν και οι τελευταίοι πολιορκημένοι από το κάστρο του Άργους, στο οποίο όταν εισήλθαν οι Τούρκοι όμως, δε βρήκαν τα πολυπόθητα εφόδια που τόσο είχαν ανάγκη. Πήρε την ταπεινωτική απόφαση, αποκομμένος και από την ανεφοδιασμό της Στερεάς Ελλάδας, 
, ενώ στην Πόλη ο σουλτάνος πανηγύριζε την καταστροφή των γκιαούρηδων. Ούτε και οι αγγελιοφόροι πού έστελνε στόν Χουρσίτ δέν κατάφερναν νά περάσουν τίς ενέδρες πού έστηνε ο Ανδρούτσος στήν Ρούμελη μέ αποτέλεσμα να μένει τελείως απληροφόρητος γιά τίς κινήσεις τού τουρκικού στόλου, μέ τον οποίο είχαν ορίσει τόπο συνάντησης το Ναύπλιο.
Πρόθεσή του όμως ήταν να ξεγελάσει τους Έλληνες , αφήνοντας  να διαρρεύσει μέσω ενός χριστιανού γραμματέα  του,  του  Μανούσου , που έπεσε σκοπίμως στα χέρια των Ελλήνων προκειμένου να σπείρει την ψεύτικη πληροφορία ,ότι θα συνεχίσει κατά την Τριπολιτσά , ενώ ο σκοπός του ήταν να ξαναφύγει προς την Κόρινθο και να πάρει το δρόμο της σωτηρίας προς τη Ρούμελη. Από όλους τους οπλαρχηγούς , μόνο ο Κολοκοτρώνης δεν  έπεσε στην παγίδα του Δράμαλη, μη διστάζοντας να συγκρουστεί με τους υπόλοιπους (ο Μαυρομιχάλης με τους δικούς του, πιστός στον εγωκεντρισμό του αποχώρησε) σχετικά με το ποια τοποθεσία έπρεπε να επιλεγεί για να τη σύγκρουση με το Δράμαλη. Και κατά την κρίση του Γέρου,  το μεγάλο ασκέρι του Δράμαλη θα περνούσε από καλόστρωτο δρόμο και όχι από απάτητα μονοπάτια. Αυτός ήταν ο λόγος που επέλεξε να τον περιμένει στα Δερβενάκια.

Ο Κολοκοτρώνης εμψυχωτής
Με τα παρακάτω λόγια , απευθύνεται προς εκείνους που αποφάσισαν να πολεμήσουν στο πλευρό του:
«Έλληνες, σήμερα εγεννήθημεν καί σήμερα θά πεθάνωμεν  διά τήν σωτηρίαν τής πατρίδος μας καί διά τήν εδικήν μας. Ιδού τί πρέπει νά κάμετε, αμέσως νά πάτε στά κονάκια σας νά πάρετε τό ταΐνι (τροφή) σας. Εδιάταξα νά σάς δοθή καθώς καί τά φουσέκια, αλλά νά ήσθε έτοιμοι στό γελέκι όλοι οι δυνατοί. Τούς δέ αδύνατους καί τά περιττά πράγματα, τά ζώα καί ταίς καπόταις σας νά τά στείλετε εις τό αντικρυνό βουνό τού Αγίου Γεωργίου, όπου εδιέταξα νά πάν καί τά δικά μου πράγματα. (Σέ εκείνο τό βουνό ο Κολοκοτρώνης μετακινούσε τά μουλάρια διαρκώς ώστε νά φαίνεται από μακρυά μεγάλη δύναμη καί νά στραφούν οι Τούρκοι στίς Χρυσοκουμαριές πού τούς περίμεναν κρυμμένοι οι άντρες τού Αντώνη Κολοκοτρώνη καί τών υπολοίπων). 
Απόψε ήλθεν η Τύχη τής πατρίδος μας (εννοεί τήν Παναγία) καί μού είπεν ότι είμεθα νικηταί τόσον πολύ, όπου άλλην νίκην καλλιτέραν από τήν σημερινήν δέν εκάναμεν, αλλ' ούτε θέλομεν κάμει. Έχω τόσην βεβαιότητα νά σάς ειπώ νά μήν πάρετε ούτε τά άρματά σας, διά νά πάρωμεν τών Τούρκων. Σήμερα ο καθείς από εμάς θά καταδιώκη πολλούς, θά πάρητε λάφυρα πολλά καί τούς θησαυρούς τού Αλή πασιά θά τούς μοιράσετε μέ τό φέσι τά φλωριά. Τά χρήματα πού έχουν οι Τούρκοι είναι χρήματα χριστιανικά. Τά είχεν ο τύραννος τής Ηπείρου παρμένα από τούς αδελφούς μας. Ο Αγιος Θεός μάς τά έστειλε καί είναι κελεπούρι δικό μας. 
Αύριον αυτήν τήν στιγμήν θά σάς ιδώ όλους μέ τ' άρματα τών Τούρκων, μέ τ' άλογά τους, λαμπροφορεμένους μέ τά ρούχα τους. Ο Θεός είναι μέ ημάς νά μή σάς μέλλη τίποτε, πηγαίνετε νά ετοιμασθήτε καθώς σάς είπα καί νά ελθήτε εδώ όλοι νά ξεκινήσωμεν μαζί.» 
Η  μεγαλειώδης  νίκη στα Δερβενάκια
Για να μειώσει τις πιθανότητες αλλαγής πορείας των Τούρκων προς τη Νεμέα όπου δέν υπήρχαν μεγάλες δυνάμεις, τοποθέτησε σε ένα ύψωμα πολλά υποζύγια με τις κάπες και τα κόκκινα φέσια των αγωνιστών, τα οποία από μεγάλη απόσταση έδιναν την εντύπωση πολυάριθμου στρατεύματος. Ακολούθησε δέηση στην Παναγία και την Αγία Παρασκευή που γιόρταζε, από τον ιερέα Γεώργιο Παπαζαφειρόπουλο και έπειτα ο Έλληνας αρχιστρατηγός έδωσε αυστηρή διαταγή πρός όλα τα τμήματα να αναμένουν το δικό του σήμα για να ξεκινήσει η μάχη.
Η εμπροσθοφυλακή τού Δράμαλη μπήκε  στά Δερβενάκια καί προχώρησε  πρός τό Παληόχανο, τό απόγευμα τής  ίδιας μέρας. Οι προπορευόμενοι ήταν Αλβανοί, δηλαδή οι καλύτεροι μαχητές τού οθωμανικού στρατού, οι οποίοι καί ζήτησαν από τόν Κολοκοτρώνη νά τούς αφήσει νά περάσουν. Ο αρχηγός καθυστερούσε νά απαντήσει γιά νά πέσει λίγο ο ήλιος καί νά τόν έχουν απέναντί τους οι Τούρκοι, αλλά καί γιά νά έρθει μεντάτι ο Νικηταράς, πού βρισκόταν στό χωριό Στεφάνι.
«Τότε ο αρχηγός έβαλε τήν φωνήν. "Επάνω τους Έλληνες καί μή φοβάστε, σκοτώστε όσους θέλετε από δαύτους".
Το ασκέρι του Δράμαλη ξαφνικά , βλέποντας το τι θα ακολουθήσει χωρίζεται σε δυο τμήματα , αφήνοντας πίσω αρρώστους και πολεμικό υλικό και επιλέγει να διαβεί το μονοπάτι του Αγίου Σώστη στα Δερβενάκια ,προκειμένου να εξασφαλίζει το δρόμο προς τη σωτηρία. 
Με τους πρώτους πυροβολισμούς, οι Τουρκαλβανοί αιφνιδιάστηκαν. Δυσκίνητοι καθώς ήταν μέσα στό πλήθος τών αμαξών καί τών υποζυγίων δέν είχαν τήν άνεση νά κινηθούν μέσα στό φαράγγι. Οι Έλληνες ξεχύθηκαν μέ τά γιαταγάνια γυμνά από τίς πλαγιές τών δύο βουνών (Αγριλόβουνο καί βουνό Πανάγου) καί έκλεισαν τόν δρόμο τών Δερβενακίων, μέ αποτέλεσμα οι εχθροί νά ψάξουν γιά διέξοδο στό δρόμο πού περνούσε από τό μοναστήρι τού Αγίου Σώστη, λίγο ανατολικώτερα. Οι περισσότεροι από αυτούς χάθηκαν στή θέση Ανεμόμυλος, όπου τούς συνέτριψε τό σώμα τού Αντώνη Κολοκοτρώνη. 
Γύρω στους 10.000 Τούρκους πρόλαβαν να περάσουν από το στενό του Αγίου Σώστη και να ξεχυθούν στην πεδιάδα τής Κουρτέσας, όπου ήταν ανοιχτός ο δρόμος προς την Κόρινθο.
Κατά τη διάρκεια της προσπάθειας  σωτηρίας των Τούρκων, καταφθάνει  ο Νικηταράς  μαζί με τούς Παπαφλέσσα και τα αδέρφια του, τον Υψηλάντη, τον Παναγιώτη Κεφαλά και άλλους 1000 άντρες καί έκλεισαν καί τό στενό τού Αγίου Σώστη. Οι Τούρκοι τότε παγιδεύτηκαν σέ δύο πυρά καί η μάχη μετατράπηκε σέ σφαγή. Μόνο όταν έπεσε το σκοτάδι, σταμάτησε η σφαγή..
Ο αιφνιδιασμός των τούρκων απόλυτος. Η πλαγία στα Δερβενάκια θάβει για πάντα στη γη της πάνω από 4.000 τούρκους. Η λύσσα των Ελλήνων, τα μανιασμένα στίφη προκαλούν πανικό στους οθωμανούς, που πέφτουν στο ρέμα του Αγίου Σώστη , προτιμώντας την αυτοκτονία από το ελληνικό λεπίδι. Η οσμή του αίματος και της νεκρής σάρκας κυριαρχεί παντού.
Ο Φωτάκος γράφει:
«Καθ' όλον αυτόν  τον δρόμον μας εις την ρεμματιάν  την νύχτα ευρίσκαμεν κατάστρατα πτώματα Τούρκων και ακούαμε  εις τα πλάγια διάφοραις φωναίς πονεμέναις παιδιών πάσης ηλικίας, γυναικών καί τών πληγωμένων καί μας εκυρίευσε φόβος και τρόμος έως να περάσωμεν όλην την ρεμματιάν και εδώ και εκεί έπεφταν και τουφέκια.
Έως να περάσωμεν  και να έβγωμεν εις το Παληόχανον από το φόβον μας, από την λύπην  μας καί την πείνα μας ήλθεν  η ψυχήν μας εις τα δόντια μας. Τα άλογά μας επατούσαν τους νεκρούς και φοβισμένα και κουρασμένα από τον πολύν δρόμον τα ταλαίπωρα ζώα εβαρέθηκαν και αυτά την ζωήν των. Έβλεπαν τους ανθρώπους ξαπλωμένους κατά γής εδώ και εκεί όπου εβόγκαγαν και εξεψύχαγαν και οι πληγωμένοι ετινάζοντο από τους πόνους»
Μετά τον όλεθρο, οι πασάδες πού δέν κατάφεραν νά περάσουν γύρισαν πίσω καί πήγαν πρός την (Τίρυνθα, αφού οι Τούρκοι τού Ναυπλίου δέν τούς επέτρεψαν νά εισέλθουν στήν πόλη.
Ο Δράμαλης επέμεινε στην απόφασή  του να φτάσει στην Κόρινθο. Αυτό τό γνώριζε ο Κολοκοτρώνης καί οργάνωσε σχέδιο μέ τό οποίο θά προσπαθούσε νά αποκλείσει τούς πασάδες, τούς οποίους ήλπιζε νά τούς πιάσει καί ζωντανούς. Έστειλε αμέσως τό Νικηταρά, τόν Δημήτριο Υψηλάντη, τον Κεφάλα, τόν Χελιώτη, τους αδελφούς Φλέσσα (Παπαφλέσσα, Νικήτα καί λοιπούς) νά πιάσουν τό στενό στό χωριό Αγιονόρι Κορινθίας.

Ο ρόλος του Νικηταρά
Ο αγνότερος και πιο ανιδιοτελής αγωνιστής της Αγώνας , ο Νικηταράς έδωσε δείγματα γραφής της γενναιότητάς του τόσο στα Δερβενάκια όσο και στη μάχη που αργότερα ακολούθησε στο Αγιονόρι Κορινθίας, όπου επαναλήφθηκε το σκηνικό των Δερβενακίων. 
Στις 28 Ιουλίου 1822 εμφανίζεται η αποδεκατισμένη στρατιά του Δράμαλη στ' Αγιονόρι.
Προσπαθεί να εμψυχώσει τους έντρομους τούρκους, διατάζοντας  προσευχές στον Αλλάχ και λέγοντας τους ότι "Χίλιοι μονάχα κλέφτες είναι. Πιάστε τους μέ τά χέρια σας γενναία καί περήφανα παιδιά τού Οσμάν!" Οι άμοιροι μουσουλμάνοι , τυφλωμένοι από την παραφροσύνη και το μίσος , επιχειρούν να πιάσουν με τα χέρια τους , τους Έλληνες. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να βγουν τα γιαταγάνια από τα ελληνικά θηκάρια, με μπροστάρη τον Νικηταρά.
Από το σημείο αυτό και μετά , ξεκινάει ένας δεύτερος γύρος ανιλεούς μακελειού, πιο σκληρού από αυτό που προηγήθηκε στα Δερβενάκια. Οι ατυχείς αγαρηνοί καταφέρνουν να αφήσουν εκατόμβη κουφαριών και στο Αγιονόρι.
Ο ίδιος ο Νικηταράς λυγίζει από το μέγεθος της σφαγής.
Σφίγγει η καρδιά του, καθώς ο μέγας πατριώτης πολεμούσε για την ελευθερία της Πατρίδος, με το χαμό που έχει προηγηθεί. Τέσσερα σπαθιά σπάνε στα χέρια του , κατά τη διάρκεια της μάχης αλλά ο Νικηταράς αυτοενθαρρύνεται: «Κουράγιο Νικήτα. Τούρκους σφάζεις».
Μετά τη μάχη των Δερβενακίων, ένας ετοιμοθάνατος τουρκαλβανός  το δεν πρόλαβε να διαφύγει και έπεσε στα χέρια του Νικηταρά. Μόλις τον είδε ο Νικηταράς, ο τραυματισμένος , απογοητευμένος του είπε : «Έλα να μου πάρεις το κεφάλι» , χωρίς να ξέρει ότι αυτός που τον βρήκε ήταν ο Νικηταράς.
Και ο Νικήτας του απαντάει : «Ωρέ, εγώ είμαι πολεμιστής για την Πατρίδα μου, δεν είμαι δήμιος που παίρνει κεφάλια» και ευθύς τον φορτώνεται στον ώμο για να τον πάει στο γιατρό . Κατά τη διάρκεια της πορείας προς το γιατρό, ο τουρκαλβανός , μαθαίνει ότι αυτός που τον κουβαλάει είναι ο Νικηταράς και τρομοκρατείται. Ευθύς βγάζει ένα μικρό λεπίδι στα κρυφά και κόβει μια τούφα μαλλιών από τον Νικηταρά. Αυτός , τον αντιλαμβάνεται και του λέει «Ωρέ σκιπιτάρη, δεν έχεις μπέσα. Εγώ πάω να σε θεραπεύσω και συ ύπουλα εσκέφθεις να μου πάρεις το κεφάλι»
Και αυτός απαντάει ότι ήθελε να έχει για φυλακτό μια τρίχα από τον Καπετάν Νικήτα.
Λίγο αργότερα,  μερικές στιγμές πριν πεθάνει , έδωσε στο γιατρό τα μαλλιά του Νικηταρά, λέγοντάς του «Γιατρέ , πάρε να τα έχεις φυλακτό, είναι από τον Νικηταρά»
Συνέπειες της μάχης
Οι απώλειες των Ελλήνων  στη μάχη ήταν ελάχιστες. Μεταξύ των  πεσόντων στο πεδίο της τιμής , ήταν τρία ανήψια του Κολοκοτρώνη. Οι 2.000 άνδρες του Γέρου προξένησαν ανεπανόρθωτη ζημιά στον αλαζόνα πασά Δράμαλη , ο οποίος λέγεται είτε πέθανε από τη θλίψη του λίγους μήνες αργότερα είτε ότι αυτοκτόνησε. Η καταστροφή της στρατιάς του θα ήταν ασυγκρίτως μεγαλύτερη, αν οι απείθαρχοι Έλληνες δεν επιδίδονταν σε μια άνευ προηγουμένου λαφυραγωγία του τουρκικού πλούτου, αφήνοντας έτσι μεγάλο τμήμα του εχθρού να διαφύγει. Ο μόνος που δεν καταδέχτηκε να πάρει τίποτα σαν λάφυρο ήταν ο αγνός Νικηταράς, παρά το γεγονός ότι η οικογένειά του υπέφερε από την πείνα και την ανέχεια. Σε αυτόν , χάρισαν οι άνδρες του ένα σπαθί φτιαγμένο από την οπλοποιεία της Δαμασκού και δυο πιστόλες .
Η ελληνίδα μούσα απαγγέλει:
«Ήταν ασκέρι τούρκικο, μιά  κοσαριά χιλιάδες. 
Ήταν πασάδες ξακουστοί, πολοί ντερεμπεήδες,
δέν ετηράξανε στρατό, μηδέ καί παλληκάρια,
καί άλα - άλα κάνανε, στόν Αγιο Σώστη πάνε.
                                  -
Μά κεε τούς καρτεράγανε με δυνατό ντουφέκι,
ο καπετάν Νικηταράς κ' οι Κολοκοτρωναίοι.
Δώστε Φωτιά, μωρέ παιδιά, προσέχτε παλληκάρια.
Κ' ευθύς εξεσπαθώσανε, τούς έδωκαν ντουμάνι.
                                  -
της Ρούμελης οι μπέηδες και τού Μωριά οι λεβέντες; 
Στά Δερβενάκια κείτονται, κορμιά χωρίς κεφάλι,
στρώμα 'χουνε τη μαύρη γης, προσκέφαλο την πέτρα, 
κ' έχουνε για παπλώματα τους πάγους και τα χιόνια. 
Η νίκη στα Δερβενάκια εδραίωσε την τρεμάμενη φλόγα της Επανάστασης  που κινδύνευε να σβήσει και την  έκανε πύρινη φωτιά στους επανασταστημένους, Ταυτόχρονα όμως φανέρωσε άλλη μια φορά τα τρωτά της φυλής μας και  ξεγύμνωσε τους «επίσημους» κυβερνώντες που , μετά τη νίκη , επανήλθαν στο προσκήνιο , προκαλώντας τα όσα η Ιστορία έχει καταγράψει (φυλακίσεις ηρώων, εκτελέσεις, υποταγή στους ξένους κλπ)

Επίλογος
Η εποχή των τουρκικών σήριαλ, ο ωχαδερφισμός και η επίπονη προσπάθεια για επιβίωση , χρόνο με το χρόνο, προσπαθούν και εν πολλοίς έχουν καταφέρει να συμβάλλουν στο ξεθώριασμα της μνήμης των Δερβενακίων , όπως και των άλλων σημαντικών ιστορικών στιγμών, με πρώτη και ηχηρότερη την απουσία της επίσημης –όπως τότε - πολιτείας Ανεξάρτητα με το πόσο ο καθένας από εμάς θέλει να σκύψει με ευλάβεια ή όχι, ο αγέρωχος τύμβος του Γέρου , θα ατενίζει τον αργίτικο κάμπο στο ύψωμα των Δερβενακίων , όσοι υπάρχουν αδούλωτοι άνθρωποι και θα δείχνει δρόμο, ελέγχοντας συνειδήσεις.. 

Νικόλαος Πλαστήρας 4/11/1883 – 26/71953

Νικόλαος Πλαστήρας

Στρατιωτικός και πολιτικός, με έντονη δράση σε κρίσιμες περιόδους της νεοελληνικής ιστορίας του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, γνωστός με το προσωνύμιο «Μαύρος Καβαλάρης». Γεννήθηκε στο Βούνεσι (σημερινό Μορφοβούνι) Καρδίτσας στις 4 Νοεμβρίου 1883.

Αφού τελείωσε το Γυμνάσιο κατατάχθηκε ως εθελοντής στο στρατό με το βαθμό του δεκανέα το 1903 και πήρε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα. Συμμετείχε ενεργά στον «Στρατιωτικό Σύνδεσμο», που έκανε το Κίνημα στο Γουδί (1909) και έφερε στην εξουσία τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Το 1912, μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή Υπαξιωματικών της Κέρκυρας, ονομάσθηκε Ανθυπολοχαγός και με το βαθμό αυτό πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913). Ο Πλαστήρας διακρίθηκε σε πολλές μάχες, ιδιαίτερα στη Μάχη του Λαχανά, όπου οι συμπολεμιστές του έδωσαν το προσωνύμιο «Μαύρος Καβαλάρης». Κατά την περίοδο του Εθνικού Διχασμού (1916) συντάχθηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και προσχώρησε στο Κίνημα της Εθνικής Αμύνης. Στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έδειξε ξεχωριστά χαρίσματα, ιδιαίτερα στη Μάχη του Σκρα και προήχθη σε αντισυνταγματάρχη.

Το 1919 ανέλαβε τη διοίκηση του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων στην Ουκρανία, συμμετέχοντας στη συμμαχική εκστρατεία υποστήριξης του ρωσικού «Λευκού Στρατού», ο οποίος εμάχετο τους μπολσεβίκους του Λένιν. Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος, ο Πλαστήρας επικεφαλής της ίδιας μονάδας και με το βαθμό του συνταγματάρχη εστάλη στο Μικρασιατικό Μέτωπο.

Η δράση του κατά τη μικρασιατική εκστρατεία ενίσχυσε τη φήμη του. Οι Τούρκοι τον ονομάζουν Καρά-Πιπέρ (Μαυρόπιπερο), εξαιτίας του μελαψού του χρώματος και τη μονάδα του «Σεϊτάν Ασκέρ» (Στρατό του Διαβόλου). Ο Πλαστήρας διακρίθηκε κατά την τουρκική αντεπίθεση στο Σαγγάριο, που προκάλεσε την κατάρρευση του Μετώπου. Οδήγησε τη μονάδα του συντεταγμένα στον Τσεσμέ και από εκεί στη Χίο, σώζοντας παράλληλα χιλιάδες πρόσφυγες που τον ακολουθούσαν.

Η Μικρασιατική Καταστροφή έφερε την εξέγερση του στρατού στη Χίο και στη Μυτιλήνη τον Σεπτέμβριο του 1922 και τη δημιουργία της «Επαναστατικής Επιτροπής» υπό τους Νικόλαο Πλαστήρα, Στυλιανό Γονατά και τον αντιπλοίαρχο Φωκά. Η Επιτροπή με τελεσίγραφό της αξίωσε την παράδοση της εξουσίας, την έξωση του βασιλιά Κωνσταντίνου και την παραίτηση της κυβέρνησης Γούναρη. Με τη βοήθεια του λαού και του στρατού, ιδίως του Ναυτικού, οι εξεγερθέντες γρήγορα έγιναν κύριοι της κατάστασης, με τον Νικόλαο Πλαστήρα να έχει αρχηγικό ρόλο. Ο Κωνσταντίνος παραιτήθηκε υπέρ του υιού του Γεωργίου Β’, ενώ πρωθυπουργός ανέλαβε ο Σωτήριος Κροκιδάς.

O Στ. Γονατάς και o Ν. Πλαστήρας

Η Επαναστατική Επιτροπή είχε δύσκολο έργο να επιτελέσει. Έπρεπε να αναδιοργανώσει τον στρατό για να επιτύχει καλύτερους όρους ως ηττημένη χώρα στην επικείμενη διάσκεψη της Λωζάννης, να φροντίσει και να στεγάσει τους εκατοντάδες χιλιάδες μικρασιάτες πρόσφυγες, αλλά και να επουλώσει το τραυματισμένο λαϊκό αίσθημα, που ζητούσε την τιμωρία των υπαιτίων της Εθνικής Συμφοράς. Με μια αμφιλεγόμενη απόφασή του, προσήγαγε σε δίκη του πολιτικούς και στρατιωτικούς υπεύθυνους της ήττας («Δίκη των Έξι»), οι οποίοι καταδικάσθηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν στο Γουδί.

Ο Πλαστήρας κάλεσε από την εξορία τον Ελευθέριο Βενιζέλο για να ηγηθεί της ελληνικής αντιπροσωπείας στις διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, που οδήγησαν στη Συνθήκη της Λωζάνης (1923). Η Επαναστατική Επιτροπή αντιμετώπισε επιτυχώς το φιλοβασιλικό πραξικόπημα των υποστρατήγων Γαργαλίδη και Λεοναρδόπουλου (Οκτώβριος 1923), ενώ δεν κλονίσθηκε με το περιστατικό της Κέρκυρας, που προκάλεσε την ολιγοήμερη κατάληψη του νησιού από τους Ιταλούς.

Ο Πλαστήρας πίστευε ότι η θέση των στρατιωτικών είναι στους στρατώνες και μόνο δεινά θα προκαλούσε η άσκηση εξουσίας από αυτούς. Έτσι, οδήγησε τη χώρα στις κάλπες στις 16 Δεκεμβρίου 1923. Από τις εκλογές απείχε η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις», στην οποία είχαν συσπειρωθεί οι φιλοβασιλικοί και άλλοι αντιπολιτευόμενοι την Επαναστατική Επιτροπή. Η νέα Βουλή που προέκυψε ήταν Συντακτική και συνήλθε στις 2 Ιανουαρίου 1924, ανοίγοντας το δρόμο για τη Β’ Ελληνική Δημοκρατία. Την ίδια μέρα, ο Πλαστήρας υπέβαλε την παραίτησή του από τις τάξεις του στρατεύματος, αφού πρώτα έκανε ένα απολογισμό των πεπραγμένων της Κυβερνητικής Επιτροπής. Για τις υπηρεσίες που προσέφερε στη χώρα, με απόφαση της Βουλής προήχθη στο βαθμό του αντιστρατήγου.

Από το 1924 έως το 1933 ο Νικόλαος Πλαστήρας δεν μετείχε στα κοινά, ζώντας μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας. Όταν στις εκλογές της 6ης Μαρτίου 1933 η αντιβενιζελική «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» αναδείχθηκε νικήτρια, ο Πλαστήρας προσπάθησε να αποτρέψει την πολιτική μεταβολή μ’ ένα πραξικόπημα που απέτυχε παταγωδώς, καθώς δεν είχε ούτε τη στήριξη του Ελευθερίου Βενιζέλου, καθώς η κυβέρνησή του παραιτήθηκε το ίδιο βράδυ.

Με το ενδεχόμενο να διωχθεί ποινικά για εσχάτη προδοσία, ο Πλαστήρας αναχώρησε κρυφά για τα Δωδεκάνησα και από εκεί για τη Βηρυτό και τη Γαλλία, όπου εγκαταστάθηκε στη Νίκαια. Τελικά, δεν διώχθηκε για το πραξικόπημα της 6ης Μαρτίου 1933, αλλά για το φιλοβενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935. Αν και βρισκόταν μακριά από την Ελλάδα, καταδικάσθηκε σε θάνατο, μαζί με τον Βενιζέλο.

Κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, πρωτοστάτησε στη δημιουργία αντιδικτατορικής κίνησης, ενώ προσπάθησε μάταια να πείσει τη Γαλλία να αναλάβει ενεργό ρόλο στην κατάλυση του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου έγραψε επιστολή προς την ελληνική κυβέρνηση, με την οποία την καλούσε να συνθηκολογήσει με την Ιταλία. Η επιστολή αυτή θα του κοστίσει πολιτικά τα επόμενα χρόνια.

Μετά την Απελευθέρωση και τα «Δεκεμβριανά» (1944), που προκάλεσαν την παραίτηση της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, ο Πλαστήρας διορίζεται πρωθυπουργός στις 3 Ιανουαρίου 1945, ως πρόσωπο ευρείας αποδοχής. Στην κυβέρνησή του συμμετέχουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις εκτός των κομμουνιστών. Επί της πρωθυπουργίας του υπογράφηκε η Συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φεβρουαρίου 1945), βάσει της οποίας οι κομμουνιστές και το ΕΑΜ θα παρέδιδαν τον οπλισμό τους. Η δημοσίευση στον Τύπο τής προ πενταετίας επιστολής του που ζητούσε συνθηκολόγηση με την Ιταλία κατά τη διάρκεια του ελλληνοϊταλικού πολέμου, προκάλεσε την παραίτησή του στις 10 Απριλίου1945.

Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου παρέμεινε εκτός πολιτικής σκηνής. Κατήγγειλε τόσο την Αριστερά, όσο και τη Δεξιά, για τις μεθοδεύσεις τους που οδήγησαν στον αδελφοκτόνο σπαραγμό. Πρώτος αυτός από τους αστούς πολιτικούς τόλμησε να χρησιμοποιήσει την έκφραση «Εμφύλιος Πόλεμος», αντί του καθιερωμένου τότε όρου «Συμμοριτοπόλεμος».

Μετά τη λήξη του Εμφυλίου εμφανίσθηκε ως σημαιοφόρος της λήθης και της συμφιλίωσης. Στις 14 Ιανουαρίου 1950 ιδρύει την ΕΠΕΚ (Εθνική Προοδευτική Ένωσις Κέντρου) μαζί με τον Εμμανουήλ Τσουδερό. Στις εκλογές τις 5ης Μαρτίου 1950 κέρδισε το 16,4% των ψήφων και 45 έδρες, ελθούσα τρίτο κόμμα, μετά το Λαϊκό Κόμμα και το Φιλελεύθερο. Στις 15 Απριλίου σχηματίζει κυβέρνηση συνασπισμού με αντιπρόεδρο τον Γεώργιο Παπανδρέου, η οποία θα έχει ζωή μόλις πέντε μηνών. Πρόλαβε, όμως, να πάρει μέτρα, που στόχευαν στην άμβλυνση των συνεπειών του Εμφυλίου, περιορίζοντας τις διώξεις των Αριστερών.

Στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 η ΕΠΕΚ ήλθε δεύτερη, μετά τον Συναγερμό του Παπάγου, με το 23,5% των ψήφων και 74 έδρες. Σχηματίστηκε κυβέρνηση συνασπισμού μεταξύ ΕΠΕΚ και Φιλελευθέρων, με πρωθυπουργό τον Πλαστήρα, που κράτησε ένα χρόνο. Παρά την πολιτική συνδιαλλαγής που ακολουθεί και παρά την αντίθεσή του κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, εκτελούνται οι Μπελογιάννης, Μπάτσης, Καλούμενος, Αργυριάδης, ενώ αρχίζει η Δίκη των Αεροπόρων. Το δεξιό παρακράτος ζει και βασιλεύει. Ο Πλαστήρας λαμβάνει μέτρα για την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας με έργα υποδομής, εθνικοποιήσεις, κοινωνικές παροχές, διανομή γης στους ακτήμονες και ψήφο στις γυναίκες.

Στις 16 Νοεμβρίου 1952 προκηρύσσονται νέες εκλογές, στις οποίες κυριαρχεί ο νικητής του Εμφυλίου, στρατάρχης Παπάγος και το κόμμα του «Ελληνικός Συναγερμός». Η έκκληση του Πλαστήρα προς την Αριστερά για συστράτευση πέφτει στο κενό. «Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας, ούλοι οι σκύλοι μια γενιά» είναι η απάντηση των κομμουνιστών. Η ΕΠΕΚ ηττάται κατά κράτος και στις 3 Μαΐου 1953 διασπάται. Ο Νικόλαος Πλαστήρας, καταβεβλημένος από αλλεπάλληλα καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια, δεν εξελέγη ούτε βουλευτής. Η πολιτική του καριέρα θα λάβει τέλος, όπως και η ζωή του λίγους μήνες αργότερα. Θα αφήσει τη τελευταία του πνοή στις 26 Ιουλίου 1953, εξαιτίας ενός νέου βαρύτατου καρδιακού εμφράγματος.

Πέμπτη, Ιουλίου 23, 2015

Σαν σήμερα το 1974 η πτώση της χούντας

Σαν σήμερα το 1974 η πτώση της χούντας

Στις 23 Ιουλίου 1974 η επτάχρονη δικτατορία της 21ης Απριλίου, υπό το βάρος της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, κατέρρευσε. Οι στρατιωτικοί παρέδωσαν την εξουσία στους πολιτικούς και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ορκίστηκε πρωθυπουργός της χώρας, επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Ιουλίου. Από την ημέρα αυτή αρχίζει η εποχή της «Μεταπολίτευσης», η λαμπρότερη, ίσως, περίοδος της πολιτικής ιστορίας του ελληνικού κράτους.

Η γενική επιστράτευση που κηρύχτηκε στις 21 Ιουλίου, μία ημέρα μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ήταν χαώδης και ανοργάνωτη και κατέδειξε την τραγική κατάσταση που βρισκόταν ο Ελληνικός Στρατός, μετά από επτά χρόνια δικτατορίας. Η κυβέρνηση Ανδρουτσόπουλου, που ήταν υποχείριο του «αόρατου δικτάτορα» Δημητρίου Ιωαννίδη, ήταν ανίκανη να πάρει σοβαρές αποφάσεις. Έτσι, η προσφυγή στους πολιτικούς ήταν μονόδρομος για τη στρατιωτική ηγεσία της χώρας.
Το πρωί της 23ης Ιουλίου, ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος και οι αρχηγοί του Στρατού, αντιστράτηγος Ανδρέας Γαλατσάνος, Ναυτικού, αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης και Αεροπορίας, αντιπτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου, σε σύσκεψη με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη διατύπωσαν την άποψη ότι είναι επιτακτική ανάγκη η ανάθεση της διακυβέρνησης της χώρας στους πολιτικούς. Στη συνέχεια, ο Γκιζίκης κάλεσε τον Ιωαννίδη και του ανακοίνωσε την απόφαση της ηγεσίας του στρατεύματος, χωρίς αυτός να αντιδράσει.
Στις 2 μετά το μεσημέρι κλήθηκαν σε σύσκεψη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σημαίνουσες πολιτικές προσωπικότητες της προδικτατορικής περιόδου. Στη σύσκεψη συμμετείχαν οι αρχηγοί των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων Παναγιώτης Κανελλόπουλος της ΕΡΕ και Γεώργιος Μαύρος της «Ενώσεως Κέντρου», καθώς και οι Ευάγγελος Αβέρωφ, Σπύρος Μαρκεζίνης, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Στέφανος Στεφανόπουλος, Πέτρος Γαρουφαλλιάς και Ξενοφών Ζολώτας. Η δικτατορία της 21ης Απριλίου είχε ήδη καταρρεύσει.
Η άφιξη Καραμανλή στο αεροδρόμιο του Ελληνικού.Στη σύσκεψη αποφασίστηκε ο σχηματισμός πολιτικής κυβέρνησης υπό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, ο οποίος έλαβε προθεσμία έως τις 8 το βράδυ να ανακοινώσει τη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου. Εν τω μεταξύ, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, που προέκρινε τη λύση Καραμανλή, ήλθε σε επαφή με τον πρώην πρωθυπουργό, που ζούσε αυτοεξόριστος στο Παρίσι από το 1963, και του ζήτησε να επιστρέψει το ταχύτερο δυνατό στην Ελλάδα. Στις 6:30 το απόγευμα, ο Αβέρωφ, με υπόδειξη του Γκιζίκη, τηλεφώνησε στον Κανελλόπουλο και του ανακοίνωσε την άρση της εντολής που του είχε ανατεθεί.
Στις 8 το βράδυ επαναλήφθηκε η σύσκεψη με τους πολιτικούς αρχηγούς και επικυρώθηκε η απόφαση για την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Βαλερί Ντ’ Εστέν διέθεσε πάραυτα το προσωπικό του αεροπλάνο για την άμεση επιστροφή του Καραμανλή, ο οποίος αφίχθη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 2 το πρωί της 24ης Ιουλίου κι έγινε δεκτός από ένα τεράστιο πλήθος πολιτών, που τον χαιρετούσε κυριολεκτικά ως ελευθερωτή. Στις 4 το πρωί, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ορκίστηκε πρωθυπουργός από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σεραφείμ, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη.
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας ορκίστηκε το πρώτο κλιμάκιο της κυβέρνησής του, αποτελούμενο από πολιτικά πρόσωπα της δεξιάς και του κέντρου. Ο Καραμανλής δίσταζε να συμπεριλάβει στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» πολιτικούς της Αριστεράς, για να μην προκαλέσει τους σκληροπυρηνικούς χουντικούς, που κατείχαν ακόμα καίρια πόστα στον κρατικό μηχανισμό. Στις 26 Ιουλίου συμπληρώθηκε η σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου, με την ορκωμοσία του δευτέρου κλιμακίου της κυβέρνησης.
Αμέσως μετά ανακοινώθηκαν τα πρώτα μέτρα για την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος: κατάργηση του στρατοπέδου της Γυάρου, απόλυση όλων των κρατουμένων, αμνήστευση όλων των πολιτικών αδικημάτων και απόδοση της ιθαγένειας στους πολίτες από τους οποίους την είχε στερήσει η δικτατορία του 1967. Στις άμεσες επιδιώξεις της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας συμπεριλαμβάνονταν η αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας και η διαμόρφωση κλίματος εθνικής ενότητας, η αποδιοργάνωση του πλέγματος εξουσίας της δικτατορίας και η αποκατάσταση του πολιτικού ελέγχου στο στράτευμα, η προετοιμασία για τη διενέργεια εκλογών και η αντιμετώπιση της κρίσης στην Κύπρο.
Πηγή: sansimera.gr
το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...