Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Απριλίου 02, 2011

Ανδρέας Θεοδώρου: Εξήγηση της α΄ ωδής του κανόνος του Ακαθίστου ύμνου

Ωδή Α’. Ο Ειρμός
«Ἀνοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος και λόγον ἐρεύξομαι, τῇ βασιλίδι Μητρί· και ὀφθήσομαι, φαιδρῶς πανηγυρίζων και ἄσω γηθόμενος ταύτης τα θαύματα».
Θ’ ανοίξω το στόμα μου και θα γεμίσει από Πνεύμα άγιον και θ’ απευθύνω λόγον προς την βασίλισσα Μητέρα του Θεού· και θα με δουν να πανηγυρίζω με φαιδρότητα, ψάλλοντας με ευφρόσυνη χαρά τα θαυμαστά μεγαλεία της.
Ο προφορικός λόγος είναι η εξωτερίκευση του μυστικού ενδιάθετου λόγου. Εκφράζεται με τα όργανα ομιλίας· είναι λόγος στοματικός. Και οι δύο λόγοι – ενδιάθετος και προφορικός – είναι εκδηλώματα της πνευματικής υποστάσεως του ανθρώπου, της εικόνας του Θεού, η οποία έχει την ικανότητα να διαλέγεται εσωτερικά με τον εαυτό της και τον Θεό και να επικοινωνεί εξωτερικά με τους άλλους ανθρώπους. Τα υπόλοιπα ζώα δεν έχουν λόγους. Έχουν μονάχα ένστικτα, φυσικές κινήσεις και ορμές. 
Οι λόγοι που βγαίνουν από το στόμα του ανθρώπου εξωτερικεύουν το εσωτερικό περιεχόμενο της καρδίας του. Η ποιότητά τους εκφράζει την ποιότητα του εσωτερικού βάθους της ψυχής. Έτσι από μιά αγαθή καρδιά θα προέλθουν λόγοι καλοί και αγαθοί, λόγοι ήπιοι και ειρηνικοί, καθαροί και άγιοι- ενώ από μιά πονηρή και σαλεμένη καρδιά θα προέλθουν λόγοι αγριεμένοι και σκληροί, βρωμεροί και αναίσχυντοι. Από την ευλογημένη από τον Θεό ψυχή θ’ ακουστούν λόγια οικοδομής, παρακλήσεως και αγάπης, λόγια σεμνά και εύφημα, όσα αγνά και προσφιλή, «ει τις αρετή και ει τις έπαινος»· ενώ από μιά ψυχή κυριαρχημένη από τα πνεύματα της ακαθαρσίας, που ζει μακριά από τον Θεό, θ’ ακουστούν κατάρες και βλαστήμιες, λόγια υβριστικά και συκοφαντικά, λόγια δόλια, πικρά και μοχθηρά, που τόσα κακά συσσωρεύουν στην κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.
Ο ποιητής του Ειρμού νιώθει κι αυτός βαθιά την ανάγκη ν’ ανοίξει το στόμα του και να μιλήσει. Η καρδιά του κατακλύζεται από πλήθος ενδιάθετα λόγια, που συνωθούνται, ζητώντας να βρουν διέξοδο από το στόμα του. Επιθυμεί να εκφράσει τους εσωτερικούς του διαλογισμούς. Οι διαλογισμοί του όμως δεν είναι τυχαίοι και κοινοί. Είναι διαλογισμοί καρδιάς στην οποία κυριαρχεί το Πνεύμα του Θεού. Προτίθεμαι – λέγει – ν’ ανοίξω το στόμα μου, το οποίον θα γεμίσει από το Πνεύμα του Θεού (όπως γεμάτη από το αυτό Πνεύμα είναι εσωτερικά και η ψυχή του). Προτίθεμαι δε να πω λόγια ανυμνητικά προς τη Μητέρα του Θεού, που είναι βασίλισσα του ουρανού και της γης, αλλά και μητέρα των πιστών, της Εκκλησίας και ολόκληρης της κτίσεως. Θα πω κι εγώ λόγια ανυμνητικά, σαν κι αυτά που λέγουν οι άγγελοι στην ολόφωτη Κόρη της θείας Βασιλείας! Θα είναι δε τόση η πνευματική ευφορία της καρδιάς μου, τόσος ο συνεπαρμός της ψυχής μου, ώστε οι άνθρωποι θα διαπιστώσουν πάραυτα το σκίρτημα της χαράς μου, βλέποντάς με να πανηγυρίζω με φαιδρότητα και με ευχαρίστηση να συνθέτω ύμνους για να τραγουδήσω τα πολλά θαύματα που την στεφανώνουν, να μελωδήσω τις χάρες της στο πεδίο του χριστολογικού μυστηρίου, στο οποίον ο Υιός άξια τοποθέτησε την περίσεμνη Μητέρα!
Τροπάρια
«Χριστοῦ βίβλον ἔμψυχον, ἐσφραγισμένην σε Πνεύματι, ὁ μέγας Ἀρχάγγελος, Ἁγνή, θεώμενος, ἐπεφώνει σοι· Χαῖρε χαρᾶς δοχεῖον, δι’ ἧς τῆς προμήτορος ἀρά λυθήσεται».
Βιβλίον έμψυχο στο οποίο γράφτηκε ο Χριστός, βλέποντάς σε, Αγνή, ο μέγας Αρχάγγελος, σου εφώναζε· Χαίρε δοχείον της χαράς, δια της οποίας θα λυθεί η κατάρα που επιβλήθηκε (από τον Θεό) στην προμήτορα (Εύα).
Στο έμψυχο βιβλίο της Μαρίας, δηλαδή στην ανθρώπινη φύση της και ειδικότερα στο άχραντο και πανακήρατο σώμα της, γράφτηκε, δηλαδή καταχωρήθηκε, η ανθρώπινη φύση του Χριστού απ’ ευθείας από τη δημιουργική ενέργεια του παναγίου Πνεύματος, χωρίς την ανθρώπινη συνέργεια, που είναι απαραίτητη στη βιολογική διαδικασία κάθε άλλης φυσικής ανθρώπινης συλλήψεως. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ, ο υπηρέτης του θαύματος, είχε σταλεί από τον Θεό για να μεταφέρει το χαρμόσυνο μήνυμα στην ταπεινή Κόρη της Ναζαρέτ. Το θαύμα που αντίκρυζε ο Άγγελος ήταν μεγάλο και παράδοξο. Από τη μια μεριά, έβλεπε μια Κόρη πάναγνη, γεμάτη από καλοσύνες και χάρες, αστράφτουσαν από αρετές και χαρίσματα, θέαμα που και για τον ίδιο ήταν πρωτόγνωρο, και που υπερέβαιναν σε καθαρότητα και αυτήν την πνευματική και άϋλη φύση του· και από την άλλη, έβλεπε τον Πλάστη του, τον αχώρητο της κτίσεως δημιουργό, τον καλύπτοντα παλάμη τα σύμπαντα και συνέχοντα δρακί την κτίση, να σμικρύνεται τόσο, ώστε να χωρέσει στο φωτεινό χωρίο της Παρθένου! Μη μπορώντας δε να κατανοήσει το ακατανόητο, ξέσπασε στον ύμνο της χαράς που δονούσε την άϋλη φύση του, αναφωνώντας· χαίρε Κόρη πανύμνητε, που είσαι το δοχείο της χαράς τόσο του ουρανού, των νοερών δηλαδή ταξιαρχιών, όσο και της γης, των ανθρώπων της οδύνης, του μόχθου και της βιοτικής κακώσεως. Και ποιος είναι ο λόγος της τόσο μεγάλης χαράς; Διότι στο πρόσωπό σου, στο φωτεινό χωρίο σου, στη σκηνή σου την πνευματοΰφαντη και θεοχώρητη, θα καταργηθεί η κατάρα της προμήτορος. Θα καταργηθεί εκείνο που η πρώτη φυσική μητέρα της ζωής, η Εύα, τόσο αλόγιστα και με τα ίδια της τα χέρια έπλεξε σαν βαριά κληροδοσία για το γένος των ανθρώπων ολόκληρο· η κατάρα που πήρε από τον Θεό για τη θλιβερή συνέντευξή της με το πνεύμα της αποστασίας, με την καταπάτηση της εντολής του Θεού, την παρακοή της, που γέμισε με πόνο το ανθρώπινο, με δάκρυα και στεναγμούς. Αυτή η λύση ήταν η μεγάλη αιτία της χαράς!
«Ἀδάμ ἐπανόρθωσις, χαῖρε Παρθένε Θεόνυμφε, τοῦ Ἅδου ἡ νέκρωσις· χαῖρε, Πανάμωμε, τό παλάτιον, τοῦ μόνου Βασιλέως, χαῖρε θρόνε πύρινε, τοῦ Παντοκράτορος».
Χαίρε συ Παρθένε, που είσαι η επανόρθωση (του πταίσματος) του Αδάμ και η νέκρωση του Άδη. Χαίρε συ Κόρη Πανάμωμε, που είσαι το αστραφτερό παλάτι του μόνου Βασιλέως (του Θεού), ο πύρινος θρόνος στον οποίο κάθεται ο Παντοκράτωρ Κύριος.
Στην υπόθεση του ύμνου της χαράς προβάλλει τώρα και ο Αδάμ. Η χαρά της Παρθένου περιπτύσσεται και τον προπάτορα. Δια του ασπασμού του Αγγέλου δεν λυτρώνεται μονάχα η Εύα που πρωτοστάτησε, στην τραγωδία της Εδέμ, αλλά και ο Αδάμ, ο οποίος έμμεσα συνήργησε στο πτωτικό εκείνο δράμα. Άνδρας και γυναίκα, ο κορμός του δέντρου της ζωής, ήσαν αλληλέγγυοι στην τραγική περιπέτεια. Όπως μαζί γεννήθηκαν, έτσι μαζί και πέθαναν. Γύρω από αυτούς εκτυλίσσεται έκτοτε η τραγική υπόθεση της υπάρξεως, ο θάνατος και η ζωή, κουβαλώντας την αθλιότητα και τη φθορά της φύσεως. Διά της Παρθένου συντελείται η επανόρθωση του Αδάμ. Αυτό που χάλασε στον Προπάτορα, διορθώνεται στην ολόφωτη και ταπεινή Κόρη. Το δράμα της αρχαίας Εδέμ βρίσκει τη λύση του στη νέα Εδέμ της Χάριτος, στην περίσεμνη νύμφη του Θεού. Η φύση που τόσο τραγικά έπεσε, αποβάλλοντας τη θεοείδεια και τη θεομορφία της, αναστηλώνεται τώρα, βρίσκοντας την παλαιά της ευγένεια και εύκλεια, την προπτωτική της καθαρότητα και ομορφιά, στη θεοχώρητη μήτρα της Παρθένου, όπου ο Θεός, ντυμένος τον άνθρωπο, οδηγεί την εικόνα του στην αρχαία της καθαρότητα, την οποίαν είχε μόλις βγήκε από τα χέρια του, πριν από τη μελάνωση της φθοράς και την ασχήμια του θανάτου.
Το θαύμα της Παρθένου είναι συνάμα η νέκρωση του Άδη. Η επανόρθωση της φύσεως αντιστοιχεί στη νέκρωση του Άδη, ο οποίος, ως χωρίο υποδοχής των νεκρών, μεταφορικά σημαίνει το θάνατο, είναι προσωποποίηση του θανάτου. Αν ο θάνατος, ως φθορά και αποσύνθεση της ζωής, είναι το τίμημα της αμαρτίας, το οποίο με τη σειρά του ήταν το αποτέλεσμα της παρακοής, διά της υπακοής της Παρθένου στο πρόσταγμα του Θεού και κατ’ επέκταση της κενωτικής υπακοής του Υιού της στην προαιώνια λυτρωτική βουλή του Θεού Πατρός, καταλύεται η αμαρτία και δι’ αυτής ο θάνατος, στα νικημένα λείψανα του Άδη. Ο Άδης ηττάται και στην πένθιμή του επικράτεια φυτρώνουν τα λουλούδια της χαράς. Η μήτρα της Παρθένου γίνεται η νέα Εδέμ της χάριτος και της χαράς!
Είναι περαιτέρω το παλάτιο, το καθαρό και άμωμο, στο οποίον ευδόκησε να κατοικήσει ο μόνος Βασιλεύς. Είναι ο θρόνος ο πύρινος, ο φλογισμένος από τη φωτιά του Θεού, ο πυρωμένος από την ενέργεια της χάριτος, στον οποίο κάθεται εξουσιαστικά και αναπαύεται καταδεκτικά ο ποιητής και λυτρωτής του σύμπαντος. Δεν είναι μικρή η χαρά αυτή της Παρθένου, που έγινε το μελωδικό τραγούδι αγγέλων και ανθρώπων!
«Ρόδον τό ἀμάραντον, χαῖρε, ἡ μόνη βλαστήσασα- τό μῆλον τό εὔοσμον, χαῖρε ἡ τέξασα· τό ὀσφράδιον, τοῦ πάντων Βασιλέως· Χαῖρε ἀπειρόγαμε, κόσμου διάσωσμα».
Χαίρε συ που από τη θεοχώρητη σάρκα σου βλάστησε το ρόδον που δεν μαραίνεται· που γέννησες το μήλον που μοσκοβολά· η μυρωδιά του Βασιλέως των όλων· Χαίρε Συ, που έγινες μητέρα, χωρίς να γνωρίσεις γάμον· Συ που είσαι η σωτηρία του κόσμου.
Ο κάλαμος του υμνωδού είναι ακατάσχετος, εξυμνώντας τις χάρες της Πανάγνου. Πλημμυρίζει από αισθήματα ιερού ενθουσιασμού και χαράς. Εξακολουθεί να ψάλλει το απερινόητο θαύμα. Αλήθεια, μπορεί γλώσσα ανθρώπου να σταματήσει ποτέ, να βρει κατάληξη στην ανύμνηση των θαυμασίων της Παρθένου; Μπορεί γλώσσα, και η πιο τρανή και λάλη, να μελωδήσει επάξια τη χάρη Εκείνης; Ασθμαίνει ο νους και πληγώνεται ο λόγος στην προσπάθειά του να υφάνει ύμνους «συντόνως τεθειγμένους», κατάλληλους να εξυμνήσουν την απειρία του μητροπάρθενου κλέους!
Στο τροπάριο ο στιχουργός προσπαθεί ν’ ανυμνήσει την Παρθένο, χρησιμοποιώντας εικόνες και εκφράσεις από τη φυσική του εμπειρία. Τι άλλο μπορεί να προσφέρει η φτωχική πέννα του; Μπορεί τάχατες ο νους να δρασκελίσει το θαύμα, να φθάσει στους πυλώνες του μυστηρίου, ν’ ανοίξει το αβυσσώδες και απόκρυφο και να νοήσει το απερινόητο και ακατάληπτο; Τι κατόρθωσε τάχα ο μέγας εκείνος Μωυσής στη φανέρωση του Θεού πάνω στο Όρος; Είδε, σκεπασμένος στην πέτρα, τα οπίσθια μόνον του Θεού που περνούσε από κοντά του, ένα μικρό μέρος όχι της ακοινώνητης θείας ουσίας του αλλά της κοινωνητής δόξας του.
Την χαιρετίζει ως βλαστήσασαν «ρόδον το αμάραντον»· τον αμαράντινο βλαστό που βγήκε από την ουσία του Θεού, που γεννήθηκε αϊδίως από τον Πατέρα, του οποίου φέρει απαράλλακτη την ουσία, είναι ισοστάσιος, ισότιμος και ισοδύναμος με Εκείνον, και ποτέ δεν φθίνει ούτε μαραίνεται· ο οποίος, ως άφθιτος και αιώνιος, ζει εις τον αιώνα, εχει αθανασίαν, και της βασιλείας αυτού «ουκ έσται τέλος». Την χαιρετίζει ως τέξασαν «μήλον το εύοσμον», τον ευωδιαστό καρπό της ουσίας του Πατρός, τον Υιόν του τον Μονογενή, τον γεννηθέντα πρό πάντων των αιώνων, που είναι ο χαρακτήρ και το απαύγασμα της δόξης του Γεννήτορος, ο «ομοούσιος τφ Πατρί, δι’ ου τα πάντα εγένετο». Το οσφράδιον (το σώμα που αναδίδει ευωδίαν) του «πάντων Βασιλέως». Την χαιρετίζει ως «απειρόγαμον», που δεν γνώρισε γαμική σχέση με άνδρα, ήταν «απείρανδρος», αν και μνηστευμένη με τον Ιωσήφ, ο οποίος τηρούσε απλώς χρέη μνήστορος και όχι φυσικού συζύγου της Μαρίας.
Είναι δε, τέλος, κόσμου διάσωσμα. Όχι ότι αυτή έσωσε τον κόσμο, πράγμα που επιτέλεσε μόνον ο παντοδύναμος Θεός, αλλά διότι δευτερευόντως και έμμεσα συνήργησε στο λυτρωτικό θαύμα, ως παράσχουσα τη δυνατότητα της θείας ενανθρωπήσεως, τη μητρότητά της στον Υίόν του Θεού, τον «απάτορα εκ Μητρός» και «αμήτορα εκ Πατρός».
«Ἁγνείας θησαύρισμα, χαῖρε, δι’ ἧς ἐκ τοῦ πτώματος, ἡμῶν ἐξανέστημεν χαῖρε ἡδύπνοον κρῖνον, Δέσποινα, πιστούς εὐωδιάζον· θυμίαμα εὔοσμον, μύρον πολύτιμον».
Χαίρε Συ, που είσαι ο ακένωτος θησαυρός της αγνείας, Συ, που μας σήκωσες από τη δεινή πτώση μας στην αμαρτία. Χαίρε, Δέσποινα, που είσαι το ευωδιαστό κρίνο που μυρίζεις τους πιστούς· το εύοσμο θυμίαμα και το μύρο το πολύτιμο.
Οι εικονικές εκφράσεις του στιχουργού συνεχίζονται. Χαιρετίζει την Παρθένο ως «αγνείας θησαύρισμα». Θησαυρό χαρισμάτων ακένωτο, θήκη ακτινοβόλο αγνότητος και ομορφιάς, πρωτόγνωρης στον φθαρτό αυτό κόσμο, του κάλλους της οποίας ηράσθη ο Βασιλεύς του παντός τόσο, ώστε ν’ ανοίξει την πύλη της για να περάσει από αυτήν στον κόσμο, την οποίαν (πύλη) κανένας άλλος δεν πρόκειται ν’ ανοίξει, αλλά θα παραμείνει «κεκλεισμένη» εις τον αιώνα.
Η πάναγνη Μητέρα του Θεού μας βοήθησε, με τη θέση της στο απερινόητο θαύμα του Υιού της, να σηκωθούμε από τη δεινή πτώση μας στην αμαρτία, πράγμα που δεν μπορούσαμε να πετύχουμε με τις δικές μας δυνάμεις όλοι εμείς οι αμαρτωλοί άνθρωποι. Και η Παρθένος φυσικά ήταν άνθρωπος, φέρουσα και αυτή την αμαρτία του Προπάτορα. Η χάρη όμως που είχε από το Πνεύμα του Θεού ήταν τέτοια, ώστε έσβησε πάραυτα την επαχθή κληρονομιά του Αδάμ κατά την ώρα του Ευαγγελισμού και της χάρισε τη σχετική εκείνη αναμαρτησία που μόνη αυτή αξιώθηκε να έχει μεταξύ των θνητών ανθρώπων. Μόνο σ’ ένα τέτοιο δοχείο καθαρό και πάλλευκο μπορούσε να κατοικήσει ο Υιός του Θεού. Αν έλειπε η Μαρία, ως συνθήκη απαραίτητη της θείας ενανθρωπήσεως, θα μπορούσε άραγε να έλθει στον κόσμο ο Υιός του Θεού;
Στη συνέχεια η Θεοτόκος χαρακτηρίζεται ως «κρίνον ηδύπνοον», ως λουλούδι που σκορπίζει γλυκειά κι ευχάριστη ευωδιά, που οι μυρουδιές του κατακλύζουν και ομορφαίνουν τις ψυχές των πιστών ως «θυμίαμα εύοσμον» και «μύρον πολύτιμον», που ευφραίνουν μυστικά τις καρδιές εκείνων, που έχουν κλείσει μέσα τους το θαύμα της Παρθένου και ανυμνούν εν σιγή τα άφθαρτα μεγαλεία της· εκείνων, που λαμβάνουν στα χείλη τους το όνομα της περίσεμνης Κόρης, όχι για να το κατακλύσουν με το βορβορώδη οχετό της βρωμερής και αναίσχυντης ακαθαρσίας τους (Θεέ μου φύλαγε τον άνθρωπον όχι μόνο να μη εκστομίζει, αλλά και να μην ακούει τις δαιμονικές κατά της Πανάγνου βλαστήμιες και, χωρίς να θέλει, να ζει τις πικρές ώρες μιας τόσο μεγάλης και απύθμενης αναισχυντίας), αλλά να το τιμήσουν και να το δοξάσουν, να μεγαλύνουν το πάνσεπτο όνομα της πανακήρατης Κόρης, που είναι τιμιότερο του ονόματος των Χερουβίμ και ασυγκρίτως ενδοξότερο της λαμπρότητος και αίγλης των Σεραφείμ!
πηγή: Ανδρέα Θεοδώρου, “Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε”, εκδ. Αποστολική Διακονία-ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΤΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ



ΤΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος
==============
«Εμείς που πέσαμε, ας πολεμάμε προπαντός τον δαίμονα της απογοητεύσεως.
Διότι αυτός έρχεται κοντά μας την ώρα της προσευχής και, υπενθυμίζοντας την προηγούμενη κατάσταση της καθαρότητας, επιδιώκει να μας απομακρύνει από την προσευχή.
Μη παραξενεύεσαι λοιπόν κι’ αν ακόμη πέφτεις καθημερινά, ούτε να δραπετεύεις απ’ τον αγώνα, αλλά να στέκεσαι γενναία.
Έτσι ο άγγελος, που σε φιλάει, θα σεβασθεί την υπομονή σου.
Όταν το τραύμα είναι ζεστό και πρόσφατο, εύκολα γιατρεύεται.
Τα χρόνια όμως τραύματα, που είναι μάλιστα αφρόντιστα και διαποιημένα, δύσκολα θεραπεύονται και χρειάζονται πολύ κόπο και φάρμακα και νυστέρια και καυτηριασμούς.
Όμως πολλά που είναι ανίατα ή χρειάζονται μακροχρόνιες θεραπείες, θεραπεύονται από τον Θεό, στον Οποίο τα πάντα είναι δυνατά.
Προ της πτώσεως οι δαίμονες μας υποβάλλουν πως ο Θεός είναι φιλάνθρωπος.
Ύστερα όμως από την πτώση λένε πως ο Θεός είναι σκληρός.
Μην πιστεύεις σ’ Αυτόν που, ύστερα από πτώσεις σε μικρά ελαττώματα, σου λέει:
Αυτό δεν θάπρεπε να το κάνεις ή αυτό δεν είναι τίποτε.
Διότι πολλές φορές το θυμό του δικαστή τον εξουδετερώνουν τα μικρά δώρα».
ΠΗΓΗ:
Ιερός Ναός Αγίας Βαρβάρας Πατρών

Θεραπεία τοῦ Σεληνιαζομένου υἱοῦ; Ματθ. 17,14-21. Μᾶρκ. 9,14-29 Λουκ. 9,37~43*

undefined


«Ἐγένετο δὲ τῇ ἑξῆς ἡμέρᾳ» τὴν ἑπομένην δηλαδὴ ἡμέραν ἀπὸ τῆς μεταμορφώσεώς Του «κατελθόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους συνήντησεν αὐτῷ ὄχλος πολύς». Ὁ Κύριος μετὰ τῶν τριῶν μαθητῶν Τοῦ κατῆλθεν ἀπὸ τοῦ ὄρους εἰς τοὺς πρόποδας αὐτοῦ, ὅπου εὑρίσκοντο οἱ ἄλλοι ἐννέα μαθηταί καὶ ὁ λαός. Ὁ Κύριος κατελθών κατευθύνεται ἐκεῖ, ὅπου ἦσαν οἱ ἄλλοι ἐννέα μαθηταί. Ὁ Κύριος καὶ οἱ τρεῖς μαθηταί «ἐλθόντες πρὸς τοὺς μαθητάς εἶδον ὄχλον πολὺν περὶ αὐτοὺς καὶ Γραμματεῖς συζητοῦντας πρὸς αὐτούς». Οἱ ἐννέα Ἀπόστολοι στηριζόμενοι εἰς τὴν ἐξουσίαν, ἥτις ἐδόθη εἰς αὐτοὺς (1) νὰ ἐκδιώκωσι τὰ δαιμόνια, προσεπάθησαν νὰ θεραπεύσωσι δαιμονιζόμενόν τινα υἱόν ἀλλά δεν ἠδυνήθησαν.Οἱ Γραμματεῖς εὑρισκόμενοι ἐκεῖ καὶ ἰδόντες τὴν ἀδυναμίαν ταύτην ἐνέπαιζον πιθανὸν αὐτοὺς καὶ τὸν Διδάσκαλόν των. Οἱ ἐννέα Ἀπόστολοι συζητοῦν μετ’ αὐτῶν ὑπερασπίζοντες τὸν Διδάσκαλόν τῶν. Ὁ λαὸς συνεκεντρώθη γύρω ἀπ' αὐτούς. Κατὰ τὴν στιγμὴν ταύτην φθάνει καὶ ὁ Ἰησοῦς μετὰ τῶν τριῶν ἄλλων μαθητῶν ἐκ τοῦ ὄρους. «Εὐθύς πᾶς ὁ ὄχλος ἰδόντες Αὐτόν ἐξεθαμβήθησαν» ἐξεπλάγησαν, οἱ ἄνθρωποι, διότι ὁ Κύριος ἐνεφανίσθη ἐπικαίρως καὶ ἀπροσδο-κήτως, ὅτε οἱ 9 μαθηταὶ Του ἐπολεμοῦντο ὑπό τῶν Γραμματέων ἤ διότι κατ' ἄλλους — τὸ ὀλιγώτερον πιθανόν— ἔφερεν ἀκόμη ἀρκετὴν αἴγλην εἰς τό πρόσωπον. Αὐtoῦ ἐκ τῆς μεταμορφώσεώς Του. Ἡ αἴγλη αὕτη ὀλίγον χρόνον διήρκεσεν, διότι εὐθύς οἱ ἄνθρωποι «προστρέχοντες ἠσπάζοντο Αὐτόν».

Ὁ Κύριος ἐρωτᾷ τοὺς προστρέξαντας πρὸς Αὐτόν. «Τί συζητεῖτε πρὸς αὐτοῦ;» Ποῖον εἶναι τὸ θέμα τῆς συζητήσεως σας μὲ τοὺς μαθητάς Μου; Εἰς τὴν ἐρώτησιν ταύτην «ἰδού ἀνὴρ τοῦ ὄχλου προσῆλθεν Αὐτῷ γονυπετῶν καί ἐβόησε λέγων. Κύριε δέομαί Σου ἐπίβλεψαι καὶ ἐλέησον μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται και κακῶς πάσχει. Μονογενής μου ἐστίν». Πατήρ τις ἔχων δαιμονιζόμενον υἱόν παρακαλεῖ τὸν Ἰησοῦν νὰ τὸν θεραπεύσῃ. Aἱ διάφοροι κρίσεις τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ συμβαίνουσι κατὰ διαφόρους φάσεις τῆς σελήνης, ἐξ οὗ ἡ δαιμονοπληξία ὀνομάζεται σεληνιασμός. Ὁ πατὴρ περιγράφει τὰς κρίσεις ταύτας τοῦ υἱοῦ του ὡς ἑξῆς. «Κύριε ἤνεγκα πρὸς Σὲ τὸν υἱόν μου ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον».- Ὁ υἱός οὗτος δηλαδὴ κατείχετο ὑπὸ πονηροῦ πνεύματος, τὸ ὁποῖον ἔκαμε τὸ θῦμα του ἄλαλον, ἀνίκανον νὰ ὁμιλήσῃ. Πλὴν αὐτοῦ τὸ πονηρὸν τοῦτο «πνεῦμα λαμβάνει αὐτὸν καί ἐξαίφνης κράζει καὶ ρὴσσει» ἤτοι «σπαράσσει αὐτὸν μετὰ ἀφροῦ» τό ὁποῖον ἐξάγει ἐκ τοῦ στόματός του. «Τρίζει τοὺς ὀδόντας καί μόλις ἀποχωρεῖ απ’ αὐτοῦ ὁ δαίμων συντρίβων αὐτόν». Μετὰ τοὺς σπασμοὺς αὐτούς, τὸ τράνταγμα αὐτὸ ὁ δαιμονιζόμενος υἱός «ξηραίνεται» γίνεται ἄκαμπτος σὰν τὸ ξηρὸν ξύλον, ἀναισθητεῖ καὶ «πολλάκις πίπτει εἰς τὸ πῦρ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ» προσθέτει ὁ δυστυχὴς πατήρ. Ὁ πατὴρ γνωρίζει εἰς τὸν Ἰησοῦν, ὅτι «ἐδεήθην τῶν μαθητῶν Σου, ἵνα ἐκβάλωσιν αὐτὸ καί οὐκ ἠδυνήθησαν». Παρεκάλεσα τοὺς μαθητάς Σου νὰ θεραπεύσωσιν αὐτόν, ἀλλά δὲν ἠδυνήθησαν.

Ὁ Κύριος ἐπιπλήττων τὴν ὀλιγοπιστίαν τῶν μαθητῶν Του καὶ τοῦ πατρὸς τούτου καὶ τὴν ἀπιστίαν τοῦ λαοῦ, ἕνεκεν τῆς ὁποίας δὲν ἐθεραπεύθη ὁ υἱός οὗτος, λέγει ὦ «γενεά ἄπιστος καί διεστραμμένη, ἕως πότε ἔσομαι πρὸς ὑμᾶς; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;» Ἡ γενεὰ τοῦ Κυρίου ἐδῶ εἶναι κυρίως ἡ τῶν Φαρισαίων. Αὕτη δὲν ἦτο μόνον ἄπιστος, ἀλλά καὶ διεστραμμένη, διότι παρ' ὅλα τὰ θαύματά Του ἔμεινεν ἄπιστος εἰς Αὐτόν. Διά τοῦτο λέγει πρὸς αὐτήν: "Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας εἰς μάτην διδάσκων ὑμᾶς; ἕως πότε θὰ σᾶς ἀνέχωμαι ἀπιστοῦντας εἰς Ἐμέ καὶ εὑρισκόμενος μαζί σας;'Ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ Κυρίου ἦτο ἀνοχή! Ὁ Κύριος ἐν τῇ ἀγανακτήσει Του ταύτη συμπονῶν πατέρα καί υἱόν—, ὁποία μεγαλοπρέπεια!—λέγει πρὸς τὸν πατέρα: «φέρετε αὐτὸν πρὸς ἐμέ. Καί ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς Αὐτόν», ὠδήγησαν τὸν δαιμονιζόμενον υἱόν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. «Ἔτι δὲ προσερχομένου αὐτοῦ» πρὸς τὸν Ἰησοῦν «τὸ δαιμόνιον ἰδὼν» τὸν Ἰησοῦν διὰ τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ παιδίου «ἔρρηξε αὐτὸν» μετὰ πατάγου ἔρριψε κατὰ γῆς «συνεσπάραξεν αὐτὸν» ἐτάραξε μὲ σπασμοὺς ὅλον τὸ σῶμα του καὶ ὁ δαιμονιζόμενος υἱός «πεσών ἐπί τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων». Τὸ πονηρὸν πνεῦμα ὁμιλεῖ ἄλλοτε αὐτὸ τὸ ἴδιον καὶ ἄλλοτε διὰ τοῦ παιδίου. Ὁ Κύριος, ἵνα διδαχθῇ ὁ λαὸς τὸ μέγεθος τοῦ πονηροῦ τούτου πνεύματος καὶ αἰσθανθῇ τὴν ἐκ τῆς θεραπείας τοῦ υἱοῦ τούτου θείαν Του δὺναμιν, ἐρωτᾷ τὸν πατέρα˙ «πόσος χρόνος ἐστίν, ὡς τοῦτο γέγονε αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε˙ παιδιὸθεν. Πολλάκις καί εἰς πῦρ αὐτόν ἔβαλλεν καί εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν». Ὁ πατὴρ ἐξ αἰτίας τῆς ἀδυναμίας τῶν μαθητῶν εἰς τὸ νὰ θεραπεύσωσι τὸν υἱόν του ὀλιγοπιστῶν,καὶ εἰς τὸν Χριστόν, ἀλλά καὶ ἐν πλήρει συντριβῇ λέγει πρὸς τὸν Ἰησοῦν: «Εἰ τί δύνῃ, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθείς ἐφ’ ἡμᾶς». Ἂν δύνασαι, βοήθησέ μας!

Ἡ θαυματουργικὴ θεραπεία ἀπαιτεῖ καὶ τὴν πίστιν τοῦ θὲραπευομένου. Διά τοῦτο ὁ Κύριος φροντίζων νὰ διεγείρῃ τὴν πίστιν τοῦ πατρὸς καὶ ἐκ μετριοφροσύνης ἀποδίδων τὴν θεραπείαν εἰς τὴν πίστιν ταύτην λέγει τὸ «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι». Ὁ πατὴρ συγκεντρώνων τὰς ὀλίγας δυνάμεις τῆς πίστεώς του καὶ αἰσθανόμενος, ὅτι δὲν εἶναι, ὅσον ἔπρεπε, πιστός, λέγει μετὰ δακρύων πρὸς τὸν Ἰησοῦν «πιστεύω βοὴθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ» ἤτοι βοήθησον μὲ τὸν ὀλιγόπιστον. Αὐτό ἤθελε καὶ ὁ Κύριος, τὴν πίστιν ταύτην. Ἔπειτα προβαίνει εἰς τὸ θαῦμα ὡς ἑξῆς:

Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ εἰς μικρὰν ἀπόστασιν εὑρισκόμενος ὄχλος συγκεντρώνεται πλησίον τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος, ἀποφεύγων πάντοτε τὸν ἐνθουσιασμὸν τοῦ ὄχλου «ἰδών, ὅτι ἐπισυντρέχει ὁ ὄχλος» ὅτι συγκεντρώνεται ὁ λαὸς «ἐπετίμησε τῷ πνεὺματι τῷ ἀκαθάρτῳ» διέταξε τὸν διάβολον «λέγων αὐτῷ τὸ ἄλαλον καί κωφόν πνεῦμα ἐγώ ἐπιτάσσω σοι, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καί μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν». Ὀνομάζεται ὁ κατέχων τὸν υἱόν τοῦτον πνεῦμα ἄλαλον καὶ κωφόν, διότι προκαλεῖ εἰς τὸ θῦμα του κωφότητα καὶ βωβαμάραν. Τὸ πονηρόν πνεῦμα ὑπακούει εἰς τὴν ἐντολήν τοῦ Θεανθρώπου καὶ ἀφίνων τὰ τελευταῖα δείγματα τῆς κακίας του ἐπὶ τοῦ θύματός του «κράξαν» τὸ ἴδιον «καί πολλά σπάραξαν» τὸ θῦμα Του «ἐξῆλθεν». Ὁ δὲ υἱός «ἐγένετο ὡσεί νεκρός, ὥστε τοὺς πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν». Ὁ Ἰησοῦς λίαν συμπαθῶς «κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτοῦ ἤγειρεν αὐτόν». Ὁ υἱός «ἐθεραπεύθη ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης καὶ ἀνέστη» καί ἠγέρθη, ὁ Κύριος ἀφοῦ ἐθεράπευσε τὸν υἱόν τοῦτον «ἀπέδωκεν αὐτὸν τῷ πατρί αὐτοῦ» τὸν παρέδωκε εἰς τὸν πατέρα Του. Πάντες οἱ ἄνθρωποι βλέποντες ταῦτα «ἐξεπλήσσοντο ἐπί τῇ μεγαλειότητι τοῦ Θεοῦ», ἐξεπλήσσοντο διὰ τὰ μεγάλα ταῦτα ἔργα τὰ προερχόμενα ἐκ τοῦ θεοῦ.

Μετὰ ταῦτα «εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς οἶκον oἱ μαθηταί αὐτοῦ κὰτ’ ἰδίαν ἐπηρώτων αὐτόν, διατὶ ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν» δὲν μπορέσαμεν «ἐκβαλεῖν αὐτὸ» νὰ ἀποδιώξωμεν τὸ πονηρόν δηλαδὴ αὐτὸ πνεῦμα; Ὁ Ἰησοῦς ἀπαντᾷ: «διά τὴν ὀλιγοπιστίαν ὑμῶν». Οἱ Ἀπόστολοι εἶχον λάβει ἐξουσίαν νὰ ἐκδιώκωσι τὰ δαιμόνια. Πεποιθότες ὅμως εἰς τὴν ἰδίαν των δύναμιν καὶ μὴ καταφυγόντες εἰς τὴν προσευχήν, δὲν ἠδυνήθησαν νὰ θεραπεύσωσιν αὐτόν. Διά τοῦτο ὁ Κύριος λέγει πρὸς τοὺς Ἀποστόλους Του «τοῦτο τὸ γένος» τῶν δαιμόνων γενικῶς «ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν, εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ». Ὁ Κύριος δεικνύων τὴν δύναμιν τῆς πίστεως ἐνισχυόμενην ὑπό τῆς προσευχῆς σὺμπληροῖ λέγων: «ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐάν ἔχητε πίστιν ὡς κόκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ μετάβα ἔνθεν ἐκεῖ καί μεταβήσεται καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν». Πίστις ὡς κόκκος σινὰπεως εἶναι ἡ θερμὴ πίστις, ὡς θερμὸς εἶναι ὁ σιναπόσπορος. Αὕτη δύναται ὄρη νὰ μετακίνησῃ, λέγει ὁ Κύριος. Εἶναι ἀληθές, ὅτι οἱ Ἀπόστολοι δὲν μετεκίνησαν ὄρη, διότι δὲν παρέστη ἀνάγκη τοιαύτη. Ἀνέστησαν ὅμως νεκροὺς μὲ τὴν πίστιν των, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον, ὅπως ὀρθῶς παρατηρεῖ ὁ Χρυσόστομος, εἶναι ἀνώτερον τῆς μετακινήσεως τῶν ὀρέων.



Θέμα: Ἀνατροφὴ τῶν τέκνων.

Εἰς τὴν Εὐαγγελικὴν περικοπὴν τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονιζομένου υἱοῦ δίδεται ἡ ἀφορμὴ νὰ ἐξετάσωμεν τὰς ἐλλείψεις καὶ τὸν τρόπον τῆς ἀνατροφῆς τῶν τέκνων βάσει τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς ζωῆς μας. Ἂς ἴδωμεν.

Α. Ἐξωχριστιανικὴ ἀνατροφὴ τῶν παδίων:

Προκειμένου νὰ ἴδωμεν τὰς ἐλλείψεις τῆς ἀνατροφῆς τῶν παιδίων, πρέπει νὰ ἐξετάσωμεν τὸ παιδὶ καὶ τοὺς διδασκάλους του. Ἐπειδὴ δὲ διδάσκαλοι τοῦ παιδίου πλὴν τῆς κοινωνίας εἶναι ἡ οἰκογένεια, καὶ τὸ σχολεῖον, θὰ ἴδωμεν τὴν φύσιν τοῦ παιδίου, τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς διδασκάλους αὐτοῦ.

Πρῶτον. Ἡ φύσις τοῦ παιδίου: Ἐκ τῆς ἀνωτέρω εὐαγγελικῆς περικοπῆς εἴδομεν, ὅτι ὁ υἱός «κακῶς σεληνιάζεται. Πολλάκις πίπτει εἰς τὸ πῦρ, πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ καὶ ξηραὶνεται». Ἡ δὲ ζωὴ μᾶς διδάσκει, ὅτι ὁ παῖς πὰρ’ ὅλην τὴν ἀπλότητα καὶ εἰλικρίνειαν ποὺ ἔχει εἰς μικράν ἡλικίαν, ὅσον προχωρεῖ εἰς τὴν ἡλικίαν, ὁ ἐγωϊσμός, τὸ πεῖσμα, ἡ ζήλεια καὶ τὰ λοιπὰ πάθη εἶναι ψεγάδια τῆς παιδικῆς ἡλικίας ἀναντίρρητα. Ἡ εἰκών τοῦ δαιμονιζομένου υἱοῦ τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς δὲν ὑπολείπεται πολλάκις τοῦ παιδικοῦ δαιμονίου ὑγιοῦς υἱοῦ. Καὶ τὸ παιδί, ὅταν εὑρίσκεται ὑπὸ τὸ κράτος, πάθους τινός, τινάζεται, ξηραίνεται, κακῶς δαιμονίζεται. Ἡ κακία πηγάζουσα ἐκ τῶν πρωτοπλάστων Ἀδάμ—Εὔας εἶναι κληρονομικὴ ἐπομένως παρουσιάζεται καὶ εἰς τά παιδιὰ καὶ εἶναι βαθεῖα.

Δεύτερον. Οἱ γονεῖς: Ἐκ τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς μανθάνομεν, ὅτι ὁ πατὴρ ἦτο ὀλιγόπιστος καὶ ὁ Κύριος ὠνόμασε μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους καὶ τὸν πατέρα τοῦτον «γενεὰν ἄπιστον» καὶ ἐξ αἰτίας τῆς ἀπιστίας ταύτης δὲν ἐθεραπεύθη ὁ υἱός, πρὶν παρουσιασθῇ ὁ Χριστός. Πράγματι! Αἱ ἀτέλειαι τῶν γονέων ἐπιδροῦν πολὺ εἰς τὴν μὴ ὀρθήν διαπαιδαγώγησιν τῶν τέκνων των ἰδίως δὲ ἡ ἀπιστία των. Καὶ συγκεκριμένως: Ἡ ἀπρόσεκτος συμπεριφορὰ τῶν συζύγων εἰς ζητήματα αἰδημοσύνης, αἱ ἀδυναμίαι τῶν γονέων ἐνώπιον τῶν τέκνων, ἡ προσκόλλησις τῶν γονέων εἰς τὸ χρῆμα, ὥστε ἡ ἀπώλεια αὐτοῦ νὰ συντρίβῃ ψυχικῶς τοὺς γονεῖς, ἐπιδροῦν ὀλεθρίως εἰς τὰ τέκνα. Ὄχι αἱ συμβουλαὶ τῶν γονέων, ἀλλά τά ἄπρεπα λόγια τῆς στιγμῆς ἐπιδροῦν εἰς τὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα εἶναι εὔφλεκτος ὕλη εἰς τὰ λόγια ταῦτα τῆς στιγμῆς τῶν γονέων, διότι οἱ μικροὶ εἶναι κατάσκοποι τῶν μεγάλων!

Τρίτον. Τὸ σχολεῖον: Ὁ δαιμονιζόμενος υἱός δὲν ἐθεραπεύθη ὑπὸ τῶν Ἀποστόλων, διότι ὅπως ἐβεβαίωσεν ὁ Κύριος δὲν εἶχον οὗτοι τὴν ἀνάλογον πίστιν οὐδὲ τὴν προσευχήν. Ἐάν οἱ Ἀπόστολοι δὲν ἠδυνήθησαν νὰ θεραπεύσωσι τὸν υἱόν, διότι ἐστεροῦντο ἀναλόγου πίστεως, πολὺ περισσότερον δὲν θὰ δυνηθῇ νὰ διώξῃ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὰ παιδιὰ τὸ σχολεῖον, τὸ ὁποῖον ἔχει διδασκάλους ἀπίστους. Δυνατὸν οἱ μορφωμένοι διδάσκαλοι ἀλλά ἄπιστοι νὰ δώσωσιν εἰς τὰ παιδιὰ γνώσεις πολλάς. Δὲν δύνανται ὅμως νὰ διώξωσιν ἀπὸ τὰ παιδιὰ οὐδὲ ἕν δαιμόνιον. Διά τὴν ζήλειαν, τὸ ψεῦδος, τὴν ἀπάτην, τὸ πεῖσμα, τὸν θυμὸν καὶ λοιπὰ πάθη, τά ὁποῖα ἐμφωλεύουν εἰς τὴν καρδίαν τῶν παιδιῶν, δὲν καταβάλλεται φροντὶς νὰ ἐκριζωθῶσι, διότι ἡ προσοχὴ τοῦ σχολείου στρέφεται κυρίως εἰς τὰς γνώσεις ὑπό τάς δύο ὄψεις τὴν μνήμην καὶ τὴν κρίσιν. Αὐτὰ ἀναπτύσσονται καὶ βαθμολογοῦνται. Ἡ διαγωγὴ βαθμολογεῖται μόνον χωρὶς νὰ διαπαιδαγωγῆται, ὅπως παιδαγωγεῖται ἡ μνήμη καὶ ἡ κρίσις. Πῶς τὸ σχολεῖον θὰ βγάλη τὸ δαιμόνιον ἀπὸ τὸ παιδί, τὸ ὁποῖον παιδὶ ἔχει τόσην κάκιαν, τό δὲ σχολεῖον ἄνευ Χριστοῦ ἔχει τόσην ἀδυναμίαν;

Ὁ πατὴρ τοῦ δαιμονιζομένου υἱοῦ αἰσθανθεὶς τὴν ἀδυναμίαν τοῦ παιδιοῦ, τῶν Ἀποστόλων καὶ τὴν ἰδικήν του κατέφυγεν εἰς τὸν Χριστὸν. Καὶ ἡμεῖς ἔχοντες, ὑπ’ ὄψιν τὴν παιδικὴν φλόγα τῶν παθῶν, τὴν οἰκογενειακὴν καὶ σχολικὴν ἐλλιπῆ διαπαιδαγώγησιν, εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ καταφύγωμεν εἰς τὸν Χριστόν, διότι μόνον Αὐτός θὰ βγάλη τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὰ παιδιά.



Β. Ἡ Χριστιανικὴ ἀνατροφὴ  τ ῶ ν  π α ι δ ί ω ν.

Τὰ παιδιὰ θὰ εὕρουν τὴν χαρὰν των εἰς τὸν Χριστὸν, διότι ὁ Χριστὸς εἶναι ἕνα μεγάλο παιδί. Τὰ παιδιὰ κοντὰ εἰς τὸν Χριστὸν θὰ εὕρουν τὸ ἄναμμά των καὶ συμπλήρωμά των. Θὰ ἀνάψῃ ὅ,τι καλὸν ἔχουν καὶ θὰ ἀποκτήσουν ὅ,τι τοὺς λείπει. Καὶ συγκεκριμένως: Ἡ ἁπλότης τοῦ μικροῦ παιδιοῦ κοντὰ εἰς τὸν Χριστὸν θὰ συμπληρωθῇ ὑπό τῆς καθαρότητας. Τὸ παιδὶ κοντὰ εἰς τὸν Χριστὸν δὲν θὰ ἔχη μόνον τήν φυσικήν του χαράν, ἀλλά καὶ καρδίαν καθαράν. Ἡ φυσικὴ εἰλικρίνεια, ἡ ὁποία ὑπάρχει εἰς τὰ μικρὰ παιδιά, ὅταν αὐτὰ εὑρεθοῦν κοντὰ εἰς τὸν Χριστόν, θὰ εὕρῃ σπουδαῖον τρόπον ἐκδιώξεως τῶν δαιμονίων διά τοῦ μυστηρίου τῆς ἐξομολογήσεως. Ποῖος ἱερεὺς ἐξωμολόγησε μικρὰ παιδιὰ καὶ δὲν εἶδε τὴν παιδικὴν εἰλικρίνειαν πεντακάθαρη; Τὰ παιδιὰ εἶναι ἀπρόσεκτα καὶ αἱ πτώσεις των πολλαί. Ἡ εἰλικρίνειά των ὅμως ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ εἶναι τόσον φυσική, ὥστε προσφέρει ὅλο σιτάρι, κόκκους καθαρούς ἐνοχῆς ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰς ἐξομολογήσεις τῶν μεγάλων ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, οἱ ὁποῖοι ἐξομολογούμενοι προσφὲρουσι ὀλίγους κόκκους ἐνοχῆς, τὰ περισσότερα δὲ λόγια των εἶναι ἄχυρα ἀπὸ βάσανα καὶ ἱστορίες ἤ ἁμαρτίες ἄλλων. Ἑπομένως ἡ ἁπλότης, χαρὰ καὶ εἰλικρίνεια, τὰ στολίδια τῆς παιδικῆς ἡλικίας θὰ ἐνισχυθῶσι καὶ θὰ συμπληρωθῶσι ὑπό τῆς καθαρότητος καὶ τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ πατὴρ τοῦ δαιμονιζομένου υἱοῦ ὡδήγησε τὸ παιδίον του εἰς τὸν Χριστόν. Τὸ αὐτὸ πρέπει νὰ κάμωσι καί οἱ γονεῖς εἰς τά παιδιά τῶν. Πρέπει νὰ ὁδηγοῦν αὐτὰ εἰς τὸν Χριστόν. Πρέπει δηλαδὴ οἱ γονεῖς νὰ προπορεύωνται εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ὥστε νὰ ἐκκλησιάζωνται. Πρέπει οἱ γονεῖς ὄχι μόνον νὰ στέλλουν τὰ παιδιὰ των εἰς τὴν ἐξομολόγησιν, ἀλλά νὰ ἐξομολογοῦνται καὶ αὐτοί, ὅπως ἐξωμολογήθῃ καὶ ὁ πατὴρ τοῦ δαιμονιζομένου υἱοῦ τὴν ὀλιγοπιστίαν του εἰς τὸν Χριστόν. Πρέπει οἱ γονεῖς μαζὶ μὲ τὰ παιδιὰ των νὰ προσέρχωνται εἰς τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Πόσον ὡραῖον νὰ βλέπῃ τὶς γονεῖς νὰ συμπροσεὺχωνται μὲ τὰ παιδιὰ των! Πόσον συγκινητικὸν γονεῖς νὰ συμψάλλουν μὲ τὰ παιδιὰ των. Τότε θὰ φύγουν τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὰ μικρὰ παιδιά. Ἐὰν οἱ γονεῖς στέλλουν μόνον τὰ παιδιὰ των εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἐξομολόγησιν, θείαν κοινωνίαν, αὐτοὶ δὲ ἀδιαφοροῦσιν, οὐδόλως οἰκοδομοῦσιν αὐτά.

Τί νὰ εἴπῃ τις διὰ τοὺς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐμποδίζουσιν ἤ εἰρωνεύονται τὰ παιδιὰ των, ὅταν αὐτὰ θρησκεύωσι; Αὐτοὶ πρῶτοι θὰ πληρώσωσι τὰ ἐπίχειρα τῆς κακίας των, διότι τὰ δαιμόνια τῶν παιδιῶν αὐτῶν θὰ στραφοῦν κατὰ τῶν γονέων των καί θὰ ποτίσουν αὐτοὺς μὲ δηλητήριον. Ἰδοὺ ἡ φύσις τοῦ παιδίου μακρὰν καὶ πλησίον τοῦ Χριστοῦ. Ἰδοὺ αἱ ἀτελεῖς διαπαιδαγωγήσεις σχολικαὶ καὶ οἰκογενειακαὶ καὶ αἱ συμπληρώσεις αὐτῶν.

Ποίαν σημασίαν ἔχει ἡ θρησκευτικὴ διαπαιδαγώγησις τῶν παιδιῶν φαίνεται ἐκ τοῦ ἑξῆς: Ὁ βαθύπλουτος Κροῖσος ἠρώτησε τὸν σοφὸν Σόλωνα, ποῖος εἶναι ὁ εὐτυχέστερος τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Σόλων ἀπαντᾷ: Ὁ Βίτων καὶ ὁ Κλέοβις, διότι θησκευτικῶς παιδαγωγηθέντες ὑπό τῆς μητρὸς των ἐφάνησαν εὐγνώμονες εἰς αὐτὴν κατὰ τὸν ἑξῆς τρόπον. Ἡ μήτηρ τῶν δύο αὐτῶν υἱῶν μετέβαινε τακτικὰ εἰς τὸν ναόν. Ἡμέραν τινά, ἐπειδὴ ἔλειψαν οἱ ἵπποι τοῦ ὀχήματος, ἐζεύχθησαν οἱ δύο οὗτοι υἱοὶ καὶ ἔφερον ἐγκαίρως τὴν μητέρα των εἰς τὸν ναόν. Ἐκεῖ κοιμηθέντες οἱ δύο υἱοί κατόπιν προσευχῆς τῆς μητρὸς των, ὅπως ἐπιτύχωσιν οὗτοι τὸ μέγιστον ἀγαθόν, ἀπέθανον ἐν τῷ ναῷ! Ἐὰν τοιαύτην ἰδέαν εἶχον οἱ πρὸ Χριστοῦ διὰ τὴν θρησκευτικὴν ἀνατροφήν, ποίαν σημασίαν πρέπει νὰ δίδωμεν ἡμεῖς διὰ τὰ παιδιὰ εἰς τὴν Χριστιανικὴν ἀνατροφήν; Ἂς ὁδηγήσωμεν λοιπόν τὰ παιδιὰ εἰς τὸν Χριστόν!


(1) Μάρκ. 6,7-13





B.  Δευτέρα πρόρρησις τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου. Ματθ. 17,22-23. Μάρκ. 9,30—32-, Λουκ. 9,43β—45.


Ὁ Κύριος καὶ οἱ μαθηταὶ Του «ἐξελθόντες ἐκεῖθεν» ἐκ τῶν μερῶν δηλ. τῆς Καισαρείας τῆς Φιλίππου, ὅπου ἐθεραπεύθη ὁ σεληνιαζόμενος υἱός «παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας καί οὐκ ἤθελεν, ἵνα τις γνῷ». Ὁ Κύριος δηλαδή, ἵνα ἀποφύγῃ τὸν κοσμικὸν ἐνθουσιασμὸν καὶ ἵνα εὑρίσκεται μόνος μετὰ τῶν μαθητῶν Του παρασκευάζων αὐτοὺς διὰ τὸ πάθος του «παρεπορεύετο» ἤτοι διήρχετο πόλεις καὶ κώμας χωρὶς νὰ σταματήσῃ ἤ ἐπορεύετο διὰ τῶν μὴ κεντρικῶν ὁδῶν τῶν πόλεων.

«Πάντων δὲ θαυμαζόντων ἐπί πᾶσι, οἷς ἐποίει καί συστρεφομένων αὐτῶν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ». Ἐνῷ δηλαδὴ ὅλοι ἐθαύμαζον διὰ τὸ θαῦμα τοῦ δαιμονιζομένου υἱοῦ καὶ τὰ ἄλλα θαύματα, τὰ ὀποῖα ἔκαμνε καὶ ἐνῷ περιεφέρετο ὁ Κύριος μετὰ τῶν μαθητῶν Τοῦ ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ, «ἐδίδασκε» συνεχῶς καὶ κατ' ἐπανάληψιν ἐτόνιζεν εἰς «τοὺς μαθητάς αὐτοῦ καί ἔλεγεν αὐτοῖς˙ θέσθε ὑμεῖς εἰς τὰ ὦτα ὑμῶν τοὺς λόγους τούτους», δέσατε κόμπον καλὰ εἰς τὸ μυαλό σας, ὅτι «ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδίδεται» ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων «εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καί ἀποκτενοῦσιν Αὐτὸν» θὰ τὸν φονεύσωσι «καί ἀποκτανθείς τῇ τρίτῃ ἡμέρα ἐγερθήσεται» καὶ φονευθείς θὰ ἀναστηθῇ τὴν τρίτην ἡμέραν. Οἱ μαθηταὶ ἀκούσαντες ταῦτα «ἐλυπήθησαν σφόδρα». Ὁ Κύριος μετὰ τὴν ἐπί τοῦ ὄρους μεταμόρφωσίν Του στρέφει τὸ βλέμμά Του εἰς τὸν Γολγοθάν, διότι ὁ καιρὸς πλησιάζει, κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ ἀναβῇ εἰς Ἱεροσόλημα, ἵνα σταυρωθῇ. Οἱ μαθηταὶ ἀδυνατοῦν νὰ συνδέσουν τὰ δύο ταῦτα ὄρη, διότι ἀδυνατοῦν νὰ συνδυάσωσι μεταμόρφωσιν καὶ σταύρωσιν. Δία τοῦτο ὁ Λουκᾶς λέγει δι΄ αὐτούς. «Οἱ δὲ ἠγνόουν τὸ ρῆμα τοῦτο» τῆς σταυρώσεως. Δὲν ἐνόουν τὴν σταύρωσίν Του, διότι ἦσαν πλήρεις πολιτικῶν μεσσιανικῶν ἀντιλήψεων. Ὁ Λουκᾶς προσθέτει καὶ ἄλλο τί: «τὸ ρῆμα τοῦτο ἦν παρακεκαλυμμένον ἀπ’ αὐτῶν, ἵνα μὴ αἴσθωνται αὐτὸ καί ἐφοβοῦντο ἐρωτῆσαι Αὐτὸν περί τοῦ ῥήματος τούτου». Ἡ ἀλήθεια δηλαδὴ τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου, ἦτο ἀκατανόητος, πολὺ βαρεῖα διὰ τὸν νοῦν τῶν Ἀποστόλων. Ἡ θεία πρόνοια, ἵνα μὴ συντριβῶσιν οἱ Ἀπόστολοι ὑπὸ τὸ βάρος τῆς ἀληθείας ταύτης καὶ ὦσι ἐν διαρκεῖ κατηφείᾳ ἐπέτρεπε νὰ μὴ ἐννοῶσι τὴν φρικτὴν ὄψιν τοῦ σταυροῦ πλήρως. Ἐφοβοῦντο δὲ νὰ ἐρωτήσωσι καὶ τὸν Ἰησοῦν, ἵνα μὴ λυπήσωσιν Αὐτὸν καὶ ἐπιτιμηθῶσιν ὑπ' Αὐτοῦ, ὡς ἐπετιμήθη καὶ ὁ Ἀπόστ. Πέτρος, ἴσως δὲ καὶ ἵνα μὴ ἀκούσωσι τρομερώτερα πράγματα.

Οἱ Ἀπόστολοι δὲν ἐνόησαν «τὸ ρῆμα» τὸν λόγον περὶ τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου. Ἐνόησαν ὅμως κάποιο ἄλλο σπουδαῖον σημεῖον, τὸ ἑξῆς. Προλέγων ὁ Κύριος τὸ πάθος Του, δηλοῖ, ὅτι ἐκουσίως πάσχει, εἶναι κύριος τοῦ πάθους Του. Ἑπομένως ὁ πειρασμὸς τοῦ ἀπροσδόκητου τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου δὲν πρόκειται νὰ ἐπηρεάσῃ τελικῶς τοὺς μαθητάς Του περὶ δῆθεν ἀποτυχίας τοῦ ἔργου Του,

Ἡ πρόρρησις αὕτη τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου θεωρεῖται δευτέρα, ἄν καὶ πρό ταύτης ὑπῆρξαν δύο ἄλλαι ἐν Ματθ. 16,21 καὶ 17,12, διότι ἡ πρώτη 16,21 θεωρεῖται κύρια πρόρρησις. Ἡ ἄλλη ἐν 17,12 ἦτο συμπτωματική. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἦτο ἀκατανόητος ὑπὸ τῶν Ἀποστόλων, διότι ἐθεωρεῖτο ἐσχάτη ἀδυναμία διὰ τὸν Ἀρχηγὸν των καί ἀπελπισία διὰ τὸν ἑαυτὸν των. Καί ὅμως ὁ Σταυρὸς εἶναι δύναμις καί ἐλπίς.



Θέμα: Ὁ Σταυρὸς δύναμις – Ἐλπὶς

Α. Ὁ Σταυρός δύναμις. Ὁ Σταυρὸς εἶναι δὺναμι.ς πρός τὸν Ἰησοῦν, τὸν ὑλικὸν κόσμον και τoν ἔμψυχον κόσμον ἀνθρώπων καὶ δαιμόνων.

α) Ὁ Σταυρός δύναμις τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν βλέπωμεν τὸν Ἰησοῦν ἐγκαταλελειμμένον εἰς τήν μανίαν τῶν σταυρωτῶν του καὶ παραδίδοντα τὴν ἁγίαν Του ψυχὴν ἐν μέσῳ τόσων σκληρῶν βασάνων μὴ φαντασθῶμεν, ὅτι περιῆλθεν εἰς τὴν ἀξιοθρήνητον ταύτην θέσιν ἀπὸ ἀδυναμίαν. Δὲν εἶναι ἡ σκληρότης τῶν βασανιστηρίων, τὰ ὁποῖα τὸν κάμνουν καί ἀποθνήσκει, εἶναι ἡ θέλησίς Του.Ὁ θάνατος πὰρ’ ἡμῖν προέρχεται ἐξ ἀδυναμίας, ἀπὸ ἐξάντλησιν. Ὁ Κύριος ἀποθνῄσκει, διότι τὸ θέλει. Ὁ Κύριος πρὶν σταυρωθῇ ὁμολογεῖ: «ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι τὴν ψυχήν μου καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν». Ἰωάν. 10,18. Κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴν Ἰωάννην ὁ Κύριος ἐξηπλωμένος ἐπί τοῦ σταυροῦ ἐξετάζει διὰ τῆς σκέψεως Του τά ὑπό τῶν προφητῶν περὶ ἐαυτοῦ γραφέντα καὶ «εἰδώς ὁ Ἰησοῦς, ὅτι τὰ πάντα τετέλεσται» ἐννοήσας, ὅτι ἅπασαι αἱ προφητεῖαι ἐξεπληρώθησαν πλὴν τοῦ πικροῦ ποτίσματος, ἵνα πληρωθῇ ἡ γραφὴ εἶπε «διψῶ». (1)

Μετὰ ταῦτα ἰδών, ὅτι οὐδὲν ἄλλο Τὸν κρατᾷ εἰς τὸν κόσμον, ὑψώνει τὴν φωνήν Του καὶ παραδίδει τὸ πνεῦμα μετὰ τοσαύτης ἠρεμίας, ὥστε εἶναι εὔκολον νὰ συμπεράνῃ τις, ὅτι οὐδεὶς δύναται νὰ τοῦ ἀφαίρεσῃ τὴν ζωήν. Ποῖον ἄλλον εἴδομεν νὰ κοιμᾶται μετὰ τοιαύτης γλυκύτητος, μεθ’ ὅσης ἀποθνῄσκει ὁ Ἰησοῦς ἐπὶ τοῦ σταυροῦ; Οὐδένα! Ποῖος ἄλλος ὁρίζει τόσον ἀκριβῶς τὴν ὥραν τοῦ ὕπνου, καθ' ἥν θὰ κλείσουν τὰ βλέφαρά του, ὡς ὁρίζει ὁ Χριστὸς τὴν ὥραν τοῦ θανάτου Του; Οὐδείς! Τὶς τῶν ἀνθρώπων μελετῶν ταξίδιον ὁρίζει τόσον ἐπακριβῶς τὴν ὥραν τῆς ἀναχωρήσεως καὶ ἀφίξεως, ὅσον ὁ Χριστός τὴν ὥραν τοῦ θανάτου Του; Οὐδείς! Δία τοῦτο ὁ Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος, ὁ ὁποῖος ζῶντος τοῦ Κυρίου οὐδόλως συνεκινήθη ἐκ τῆς τοῦ Κυρίου τύχης, ὅταν ὅμως ἀπέθανεν ὁ Κύριος, ὡμολόγησεν ἐκεῖνος τὴν θεότητα Του εἰπών «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός ἦν οὗτος.

Διατί; Διότι εἶδεν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ταύτῃ ἀδυναμίᾳ καὶ ἑξαντλήσει δύναμιν ἠρεμίας καὶ ἐλευθερίαν αὐτοδιαθέσεως. Ἰδοὺ ἡ πρώτη δύναμις τοῦ Ἐσταυρωμένου; Ἀποθνήσκει κατά τον Αὐγουστῖνον ἐκ δυνάμεως, ἐπειδὴ τὸ θέλει καί οὐχὶ ἐξ ἀδυναμίας παρὰ τὴν θέλησιν Του:Ὦ δύναμις Τοῦ Ἐσταυρωμένου!

β) Ὁ Σταυρός δύναμις πρός τό ὑλικόν σύμπαν.
Ὁ Σταυρικὸς θάνατος ἔχει τὴν δύναμιν νὰ σείσῃ ἐκ θεμελίων τὸν Οὐρανόν καὶ τὴν γῆν, διότι ὁ ἥλιος ἐσκοτίσθη «σκὸτος ἐγένετο ἐφ’ ὅλην τήν γῆν, τὰ μνημεῖα ἡνεῴχθησαν καί πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη καί τὸ καταπέτασμα» τὸ τέμπλον τοῦ Ναοῦ, ἂς εἴπωμεν σήμερον,«ἐσχίσθη εἰςδύο ἀπὸ ἄνω ἕως κάτω». Γενικῶς ὁ σταυρὸς δίδει ἕνα μάθημα, δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν εἰς τὴν ἄψυχον φύσιν νὰ μὰθῃ ποῖον ἦτο τό χάος; ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐξῆλθε καί εἰς τὸ ὁποῖον θὰ κατὴντα, ἂν δὲν συνετηρεῖτο ὑπό τῆς θείας προνοίας. Πόση εἶναι ἡ δύναμις τοῦ Σταυροῦ!

γ) Ὁ σταυρός πρός τόν ἄνθρωπον καί δαίμονας.
Ὁ σταυρὸς συνταράσσει ὄχι μόνον τὴν ἄψυχον φύσιν, ἀλλά τους δαίμονας καὶ τὸν ἐγωισμόν τῶν ἀνθρώπων. Ἰδοὺ πῶς. Μεγαλυτέρα νίκη εἶναι ἡ καθυπόταξις τῶν δαιμόνων καὶ τοῦ ἐγωισμοῦ τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν συντριβὴν ὁλοκλήρου τῆς φύσεως, διότι οὐδὲν ἐν τῇ φύσει «ῥοῶδες καὶ ἀνυπότακτον ὅσον ἡ ἀνθρώπινη καρδία καὶ οὐδὲν ἄκαμπτον ὅσον ἡ τῶν δαιμόνων ὑπεροψία. Ὁ ἐγωϊσμὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἐχθρὸς τοῦ θεοῦ διότι ἀνῆλθε μέχρι τοῦ Θείου θρόνου καὶ ἐκρήμνισεν ἐκεῖθεν μερίδα ἀρκετήν καὶ ἐκλεκτήν τῶν Οὐρανίων πνευμάτων, τοὺς ἀγγέλους, κατὸπιν κατῆλθεν εἰς τὴν γῆν καὶ ἀφοῦ μετέβαλε τοὺς ἀνθρώπους εἰς ἐγωϊστάς καὶ ἀντάρτας κατὰ τοῦ θείου θελήματος, ἔκαμε αὐτοὺς δούλους τοῦ κακοῦ.

Ὁ σταυρὸς ὅμως εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ὑπέταξε τοσαὺτας καὶ τοιαύτας καρδίας ἀνθρωπίνας, οἵας οὐδεμία ἄλλη δύναμις τοῦ κόσμου. Γύρω τοῦ σταυροῦ βασιλεῖς ἐναπέθεσαν τὰ σκῆπτρα καὶ τὰς βασιλικὰς ἀλουργίδας, παρθένοι ἀφιέρωσαν τὸ ἄνθος τῆς ζωῆς των. Μάρτυρες ἔδωκαν τὸ αἷμα των, πλῆθος δὲ ὁσίων, ἀσκητῶν, ἱερομαρτύρων ἔζησαν τὸν σταυρὸν ὑποτάσσοντες τὸν ἐγωϊσμόν των. Ποῖα ὅπλα ἐχρησιμοποίησεν ὁ Κύριος κατὰ τῶν ἐχθρῶν τούτων; Μήπως κεραυνούς, ἀστραπάς ἤ τὴν μεγαλοπρεπῆ Του ἐμφάνισιν ἐνώπιον τῆς ὁποίας, τὰ ὑψηλότερα ὄρη τρέμουν, διαρρέουν ὡς τηκόμενος κηρός; Ὄχι! Ἀλλά αἱματωμένην καθέδραν, ὀνοζομένην σταυρόν, αἱμα χυνόμενον μετὰ σκληρότητος, θάνατον ἄτιμον, στέφανον ἐξ ἀκανθῶν. Καὶ πολὺ σοφὴ εἶναι ἡ ἐκλογὴ αὕτη. Θὰ ἔκαμεν ὁ Θεὸς τὸν ἐγωϊσμὸν μεγαλύτερον καὶ τὸν ἐγωϊστήν δαίμονα ὑπερόπτην, ἐὰν ἤθελεν ἐπέλθει κατ' αὐτοῦ μετὰ δυνάμεως. Ἡ ἀδυναμία πρέπει νὰ τὸν νικήσῃ, ἵνα ἡ ἧττα του εἶναι καὶ ταπείνωσίς του! Πρέπει νὰ ἡττηθῇ διὰ μέσου τινός, τὸ ὁποῖον περιφρονεῖ! Ὑψώθης ὦ Σατανᾶ, ἐναντίον τοῦ Θεοῦ μεθ' ὅλης σου τῆς δυνάμεως. Κατῆλθεν ὁ Θεὸς ἐναντίον σου μετὰ πάσης ἀδυναμίας, ἵνα δείξῃ πόσον περιφρονεῖ τὰ σχέδια σου. Ἠθέλησες νὰ γίνῃς Θεός τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνας κατὰ τὸ φαινόμενον ἄνθρωπος ἐπὶ τοῦ σταυροῦ γίνεται Θεός σου! Ὦ δύναμις τοῦ σταυροῦ! Ἡ ἐσχάτη ἀδυναμία ἔφερε τοιαῦτα ἀποτελέσματα, οἵα οὐδεμία ἄλλη δύναμις. Πολὺ καλὰ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καυχᾶται οὐχὶ εἰς τὰ θαύματα καὶ ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, ἀλλά εἰς τὸν σταυρόν Του. «Ἐμοί μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰμή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου». Ὦ δύναμις τοῦ Σταυροῦ! Εἰς μάτην προσπαθοῦν οἱ δήμιοι Ρωμαῖοι στρατιῶται σταυρώνοντες τὸν Χριστὸν νὰ ξηράνουν τὸ ποταμὸν τῆς ζωῆς. Ὅσα περισσότερα πλήγματα καταφέρουν κατὰ τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου καὶ περισσότερον αἷμα χύνεται, τόσον ἀφθονωτέρα ἡ ζωὴ ἀναβρύει ἐκ τῶν πληγμάτων! Ὁ Χριστὸς εἶναι κεφαλάρι ὕδατος ζῶντος. Κάθε κτύπημα καὶ ζωή! Κτυπήσατε λοιπὸν σεῖς, δήμιοι σταυρωταί, μεθ’ ὅλης τῆς σωματικῆς σας δυνάμεως καὶ τῆς ψυχικῆς σας ἀγριότητος! Ἀνοίξατε πληγάς, θύρας καὶ παράθυρα ἀπό ὅλας τὰς πλευράς τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου, ἵνα διαρρεύσῃ ἡ ὡραία Του ζωή! Ματαιοπονεῖτε. Δὲν θὰ ῥεύσῃ, ἐὰν δὲν θελήσῃ Αὐτὸς ὁ ἴδιος. Μάλιστα! Ὅ,τι δὲν ἠδυνήθητε νὰ ἐπιτύχητε διὰ τῆς ἀγριότητάς σας τὸ ἐπέτυχεν Ἐκεῖνος διὰ τῆς ἀγάπης Του, διότι ἀπὸ ἀγάπην Του ἠθέλησε καὶ ἀπέθανε! Ἀφοῦ τοιαύτη εἶναι ἡ δύναμις τοῦ Σταυροῦ, αὐτὸς εἶναι ἡ ἐλπίς μας.


Β.' Ὁ Σταυρός—Ἐλπίς.

Οὗτος εἶναι ἡ ἐλπίς μας. Πράγματι. Ἡ πληθὺς τῶν ἁμαρτημάτων μας εἶναι μεγάλη. Εἰς ποίαν ἀπελπισίαν θὰ περιεπίπτομεν, ἀφοῦ ὁ στενὸς δρόμος, τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς διατάσσει νὰ βαδίσωμεν, τὸ εὐόλισθον τοῦ δρόμου τούτου, τὸ ἀσθενές τῆς κυμαινόμενης καὶ ἀσταθοῦς θελήσεώς μας θὰ μᾶς ὠδήγουν εἰς ἀπείρους πτώσεις; Ὅταν ῥίψω ἕν βλέμμα εἰς τὰ μυστικὰ πάθη τῆς ἀνθρωπίνης καρδίας ἱκανῆς νὰ κρύψῃ τόσας καὶ τόσας πτυχάς στρεβλάς διεφθαρμένων κλίσεων, τῶν ὁποίων οὐδεμίαν γνῶσιν οὐδὲ κἄν ὑποψίαν ἔχω, φρίττω. Φρικιῶ, ὅταν συλλογισθῶ, ὅτι καὶ εἰς αὐτὰ τὰ ἀθῶα λόγια καὶ ἔργα ὑπάρχουν τὰ μολύσματα τοῦ κακοῦ! Ἐὰν ἕνας Ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγεν«οὐδέν ἐμαυτῷ σύνοιδα, ἀλλ’ οὐκ ἐν τούτῳ δεδικαίωμαι» «δὲν αἰσθάνομαι συγκεκριμένον τι ἁμάρτημα καὶ ὅμως δὲν εἶμαι ἀπηλλάγμενος ἁμαρτιῶν» τί δύναμαι νὰ εἴπω ἐγώ, νὰ εἴπωμεν ἡμεῖς οἱ ἄθλιοι καὶ ἁμαρτωλοί; Ἔχομεν ὅμως ἐλπίδα τὸν Ἐσταυρωμένον, ὁ ὁποῖος ἐνισχύει τὴν ἀσθενῆ ἀνθρώπινην φύσιν, συγχωρεῖ τὰς πτώσεις..

Ὦ Σταυρὲ Πανσεβάσμιε, σὺ χύνεις μέσα εἰς τὴν ψυχὴν μας ἠρεμίαν. Ἐφ' ὅσον δύναμαι νὰ ἀγκαλιάσω τὸν σταυρόν, οὐδέποτε θὰ χάσω τὴν ἐλπίδα μου. Ἐφ' ὅσον βλέπω εἰς τὰ δεξιά τοῦ Οὐρανίου Πατρός, τοῦ Θεοῦ, τὸν ἐσταυρωμένον Ἰησοῦν φέροντα τὴν ἀνθρώπινην φύσιν σημαδεμένην εἰς τὰς χεῖρας, τοὺς πόδας καὶ τὴν καρδίαν, τὴν κεφαλὴν μὲ τὰ σημάδια ἐκεῖνα τῆς ἀγάπης, τὰς πληγάς τὰς ὁποίας ἔπαθεν ὑπὲρ ἡμῶν, οὐδόλως ἀπελπίζομαι, ὅτι ὁ Θεὸς ἀποστρέφεται τὸ ἀσθενὲς ἀνθρώπινον γένος. Οὐδόλως ὁ τρόμος τῆς θείας μεγαλειότητος μὲ ταράσσει, ὥστε νὰ μὲ ἐμποδίζῃ νὰ πλησιάσω καὶ νὰ σκεπασθῶ εἰς τὴν θείαν εὐσπλαγχνίαν. Ἡ σταυρωμένη θεία σὰρξ εἶναι ἄσυλον τῆς ἀνθρωπίνης μου ἀδυναμίας. Ὁ Σταυρὸς μὲ βεβαιοῖ, ὅτι θὰ ἐλεηθῶ. Ὁποία ἐλπίς!

Ποίαν δύναμιν παρηγορίαν καὶ ἐλπίδα ἔχει ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ, φαίνεται ἀπὸ τὴν δύναμιν, παρηγορίαν καὶ ἐλπίδα ποὺ δίδει καὶ αὐτὸ τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ εἰς τοὺς διαφόρους ἁγίους καὶ ἀσκητάς. Εἷς ἐξ αὐτῶν εἶναι ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος. Οὗτος ἐν ἐρήμῳ εὐρισκόμενος ὑφίστατο πολλούς πειρασμοὺς ὁμοίους πρὸς τοὺς τοῦ Κυρίου, ὅταν ἐπειράζετο ὑπό τοῦ Σατανᾶ ἐν ἐρήμῳ ἐπὶ 40 ἡμέρας· ἐνεφανίζετο δηλαδή ὁ Σατανᾶς ὑπὸ μορφὴν ὄφεων καὶ ἀγρίων θηρίων. Ὅταν ἔκαμνε τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ ὁ Ἅγιος, οἱ δαίμονες ἔφευγον. Ἔλεγε δὲ πρὸς τοὺς μαθητάς του. Τὸ ὅπλον τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι ὁ σταυρός. Ὅπως φεύγει τὸ σκυλὶ πρὸ τῆς μάστιγος, κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ὁ διάβολος πρὸ τοῦ Σταυροῦ. Ἰδοὺ λοιπὸν διατὶ ὁ σταυρὸς εἶναι δύναμις καὶ ἐλπίς ἡμῶν

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 3 Απριλίου 2011.

 

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 3 Απριλίου 2011.

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Αγίου Ιωάννου της Κλίμακας).

(Μάρκου κεφ. θ' στίχοι 17-31).


Κείμενο:


«Τω καιρώ εκείνω άνθρωπός τις προσήλθε τω Ιησού γονυπετών αυτώ και λέγων διδάσκαλε, ήνεγκα τον υιόν μου προς σε, έχοντα πνεύμα άλαλον. Και όπου αν αυτόν καταλάβη, φήσσει αυτόν, και αφρίζει και τρίζει τους οδόντας αυτού, και ξηραίνεται· Kαι είπον τοις μαθηταίς σου ίνα αυτό εκβάλωσι, και ουκ ίσχυσαν. ο δε αποκριθείς αυτώ λέγει ώ γενεά άπιστος, έως πότε προς υμάς έσομαι; έως πότε ανέξομαι υμών; φέρετε αυτόν προς με. Και ήνεγκαν αυτόν προς αυτόν. Και ιδών αυτόν ευθέως το πνεύμα εσπάραξεν αυτόν, και πεσών επί της γης εκυλίετο αφρίζων. Και επηρώτησε τον πατέρα αυτού· πόσος χρόνος εστίν ως τούτο γέγονεν αυτώ; ο δε είπε· παιδιόθεν. Και πολλάκις αυτόν εις το πυρ έβαλε και εις ύδατα, ίνα απολέση αυτόν αλλ’ ει τι δύνασαι, βοήθησαν ημίν σπλαγχνισθείς εφ' ημάς. ο δε Ιησούς είπεν αυτώ το εί δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι. Και ευθέως κράξας ο πατήρ του παιδιού μετά δακρύων έλεγε- πιστεύω, κύριε βοήθει μου τη απιστία. Ιδών δε ο Ιησούς ότι επισυντρέχει όχλος επετίμησε τω πνεύματι τω ακαθάρτω λέγων αυτώ· το πνεύμα το άλαλον και κωφόν, εγώ σοι επιτάσσω, έξελθε εξ' αυτού και μηκέτι εισέλθης εις αυτόν. Και κράξαν και πολλά σπαράξαν αυτόν εξήλθε, και εγένετο ωσεί νεκρός, ώστε πολλούς λέγειν ότι απέθανεν. ο δε Ιησούς κρατήσας αυτόν της χειρός ήγειρεν αυτόν και ανέστη. Και εισελθόντα αυτόν εις οίκον οι μαθηταί επηρώτων αυτόν κατ' ιδίαν, ότι ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν αυτό. Και είπεν αυτοίς· τούτο το γένος εν ουδενί δύναται εξελθείν ει μη εν προσευχή και νηστεία. Και εκείθεν εξελθόντες παρεπορεύοντο δια της Γαλιλαίας και ουκ ήθελεν ίνα τις γνώναι. εδίδασκε γαρ τους μαθητάς αυτού ότι ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις χείρας ανθρώπων, και αποκτενούσιν αυτόν, και αποκτανθείς τη τρίτη ήμερα αναστήσεται».

Μετάφραση:


Εκείνο τον καιρό ένας άνθρωπος πλησίασε τον Ιησού, γονάτισε μπροστά του και είπε· Διδάσκαλε,· σου έφερα το γιο μου, που έχει πνεύμα άλαλο· Και όπου τον πιάσει τον ρίχνει κάτω, και αφρίζει και τρίζει τα δόντια του και ξεραίνεται· και είπα στους μαθητές σου για να το βγάλουν και δεν μπόρεσαν. Και ο Ιησούς του αποκρίθηκε και λέγει· Ω γενεά άπιστη, ως πότε θα είμαι μαζί σας ως πότε θα σας βαστάξω; Φέρτε μου εδώ το παιδί. Και του το έφεραν. Και όταν το παιδί είδε τον Ιησού, αμέσως το πονηρό πνεύμα το τράνταξε και έπεσε στη γη και κυλιόταν αφρίζοντας. Και ο Ιησούς ρώτησε τον πατέρα του· Πόσος καιρός είναι από τότε που το έπαθε; Και ο πατέρας είπε· Από τότε που ήταν παιδί. Και πολλές φορές και στη φωτιά τον έριξε και στο νερό για να τον ξεκάμει· μα αν κάτι μπορείς, λυπήσου μας και βοήθησε μας. Και ο Ιησούς του είπε· Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σ' εκείνον που πιστεύει. Και αμέσως έβαλε φωνή ο πατέρας του παιδιού με δάκρυα και είπε· Πιστεύω Κύριε· βόηθα με στην απιστία μου. Και όταν είδε ο Ιησούς πως μαζεύεται κόσμος, μίλησε αυστηρά στο ακάθαρτο πνεύμα και του λέγει: Πνεύμα άλαλο και κουφό, εγώ σε διατάζω, να βγεις από το παιδί και να μην ξαναμπείς σ' αυτό. Και το πνεύμα, αφού έβαλε μεγάλη φωνή και τράνταξε δυνατά το παιδί, βγήκε· και το παιδί έγινε σαν νεκρό, ώστε πολλοί να λέγουν πως πέθανε. Και ο Ιησούς το ‘πιασε από το χέρι και το σήκωσε και εκείνο στάθηκε ορθό. Και όταν ο Ιησούς πήγε στο σπίτι οι μαθητές του τον πήραν κατά μέρος και τον ρωτούσαν: Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε το πονηρό πνεύμα; Και τους είπε· Τα πονηρά πνεύματα με κανέναν τρόπο δε βγαίνουν παρά μόνο με προσευχή και με νηστεία. Και αφού βγήκαν από εκεί διάβαιναν κρυφά μέσα από τη Γαλιλαία και κανείς δεν ήθελε να το ξέρει. Γιατί δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε πως ο υιός του ανθρώπου παραδίνεται στα χέρια των ανθρώπων και θα τον σκοτώσουν και αφού πεθάνει την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.


Σχόλια:

ΠΟΥ ΟΔΗΓΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ «Διδάσκαλε, ήνεγκα τον υιόν μου προς σε....» ΜΕΓΑΛΗ ΥΠΗΡΞΕ η αγάπη και απέραντη η στοργή του Κυρίου μας προς τα παιδιά και τους νέους κατά την επίγεια ζωή Του. Όταν κάποτε στην πόλη της Καπερναούμ ρωτήθηκε από τους μαθητές Του, ποιός θα είναι ο μεγαλύτερο και πιο διακεκριμένος στη Βασιλεία των ουρανών, ο Κύριος προσκάλεσε ένα παιδί, το έστησε ανάμεσα τους και είπε: «Εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών» (Ματθ. 18, 3). Ο ευαγγελιστής Μάρκος μας διασώζει μια χαρακτηριστική λεπτομέρεια της συμπεριφοράς του Κυρίου: «Και εναγκαλισάμενος αυτό» (Μαρκ. 9, 36). Έκφραση απέραντης στοργής και τρυφερής αγάπης προς την αθώα παιδική ηλικία. Άλλοτε πάλι μητέρες του έφεραν τα μικρά παιδιά τους για να τα ευλογήσει. Οι μαθητές τις επέπληξαν και τις εμπόδισαν. Ο Κύριος τότε θα παρέμβει αγανακτισμένος για την πράξη τους και θα πει: «Άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς εμέ, και μη κωλύετε αυτά. Των γαρ τοιούτων εστί η βασιλεία του Θεού» (Μαρκ. 10,14). Την αγάπη του Χριστού για τα παιδιά και τους νέους φανερώνουν και τα θαύματα Του. Ανέστησε τη νεκρή κόρη του αρχισυναγωγού Ιαείρου (Λουκ. 8, 40-42 & 49-56). Απάλλαξε την κόρη της Χαναναίας από το ακάθαρτο πνεύμα που τη βασάνιζε (Ματθ. 15, 21-28). Θεράπευσε τον άρρωστο γιο του βασιλικού στην Κανά της Γαλιλαίας (Ιω. 4, 46-54). Ανέστησε τον μονάκριβο γιο της χήρας στη Ναΐν (Λουκ. 7, 11-17). Και ακόμη θεράπευσε, όπως μας ιστορεί η σημερινή ευαγγελική περικοπή, το δυστυχή εκείνο σεληνιαζόμενο νέο. Ο πονεμένος πατέρας του ευαγγελίου ΠΟΝΕΜΕΝΟΣ ΒΑΘΙΑ ο πατέρας του δυστυχούς νέου πλησιάζει τον Κύριο. Πέφτει στα γόνατα και λέει: «Διδάσκαλε, ήνεγκα (= έφερα) τον υιόν μου προς σε...». Ιστορεί την τραγική κατάσταση του παιδιού του. Περιγράφει με φρίκη τα όσα έκανε κάτω από την επήρεια του δαιμονίου. Αναφέρει την αδυναμία των μαθητών, στους οποίους είχε καταφύγει, να το θεραπεύσουν. Και, τέλος, παρακαλεί να τον σπλαχνιστεί και να τον βοηθήσει. Ο Κύριος θα ζητήσει πίστη. Και ο δυστυχισμένος πατέρας θα φωνάξει: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία». Ο πόνος και τα δάκρυα του πατέρα, το φρικτό θέαμα του κυριευμένου από το δαιμόνιο νέου, θα συγκινήσουν τον Κύριο. Επιτιμά, λοιπόν, το ακάθαρτο πνεύμα και το διατάσσει να φύγει από το παιδί. Το δαιμόνιο κάτω από τη παντοδύναμη προσταγή του Κυρίου αναχωρεί. Ο νέος ελευθερώνεται και θεραπεύεται. Για μια ακόμη φορά ο Κύριος Ιησούς αναδεικνύεται ο ιατρός και ο σωτήρας μιας δυστυχισμένης υπάρξεως, που βρισκόταν στο άνθος της ηλικίας της. Είναι αξιοσπούδαστη η στάση του πατέρα. Αναζητεί τον Κύριο με λαχτάρα. Και πιστεύοντας πως μόνο Εκείνος μπορούσε να θεραπεύσει το παιδί του, το οδηγεί κοντά Του. Εκφράζει όλο τον πόνο της ψυχής του. Γονατίζει. Ομολογεί την ακλόνητη πίστη του. Θερμοπαρακαλεί. Η στάση αυτή του πατέρα του δυστυχούς εκείνου νέου θέτει ένα πολύ σημαντικό ερώτημα και για τους σημερινούς γονείς. Τους γονείς των παιδιών κάθε εποχής. Που οδηγούν άραγε τα παιδιά τους; Προς τα που τα κατευθύνουν; Με ποιές αρχές τα διαπαιδαγωγούν; Αλλά και κάτι άλλο ακόμη: Αν τα παιδιά παρεκκλίνουν, αν εμπλακούν στα γρανάζια της ποικιλώνυμης διαφθοράς των καιρών μας, πού προσφεύγουν για βοήθεια; Που τα οδηγούν για να τα σώσουν; Οι αδιάφοροι γονείς ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ κατηγορία γονέων αδιαφορεί. Μένει ανυποψίαστη για τις τεράστιες ευθύνες που έχει για την ηθική θωράκιση και την ψυχική καλλιέργεια των παιδιών μας. Όλο το ενδιαφέρον τους εξαντλείται στην εξασφάλιση υλικών μέσων και ανέσεων. Τα παιδιά να μεγαλώσουν χωρίς να τους λείψει τίποτε. Να τραφούν και ντυθούν καλά. Να μορφωθούν. Να καταλάβουν κάποιο σημαντικό πόστο. Να έχουν άφθονα χρήματα. Η στάση όμως αυτή υποδηλώνει ότι βλέπουμε τα παιδιά μας σαν σάρκες μόνο. Μας διαφεύγει ότι μέσα τους κρύβουν και μιαν αθάνατη ψυχή, που έχει κι εκείνη τις δικές της ανάγκες, ανάγκες πνευματικές. Λησμονούμε ότι το πρώτιστο καθήκον μας είναι να τα οδηγήσουμε κοντά στο Χριστό. Να φυτέψουμε στις αθώες καρδιές τους την αγάπη και τον φόβο του Θεού. Να οπλίσουμε τα αδύναμα σκαριά τους με την άγκυρα της πίστεως. Να τα εμπνεύσουμε να ακολουθήσουν τον ευλογημένο δρόμο της χριστιανικής ζωής. Να τα προφυλάξουμε από ποικίλες ιδεολογίες που επιδιώκουν να τα παγιδεύσουν ή τρομακτικούς ηθικούς κινδύνους που – ιδιαίτερα στις μέρες μας – τα απειλούν. Και, δυστυχώς, την εγκληματική αμέλεια των γονέων της κατηγορίας αυτής σπεύδει να ολοκληρώσει το πεζοδρόμιο. Ο σωματέμπορος. Ο έμπορος ναρκωτικών. Ο ξεσκολισμένος συμμαθητής. Η συμμαθήτρια με τα χαλκαδιασμένα μάτια. Η «ντισκοτέκ». Το μπαράκι με τα χαμηλωμένα φώτα. Όλα αυτά τα κανάλια του ξεπεσμού και της διαφθοράς των παιδιών μας. Οι «προοδευτικοί» γονείς ΜΙΑ ΑΛΛΗ κατηγορία γονέων: Είναι οι λεγόμενοι μοντέρνοι και προοδευτικοί γονείς που πιπιλίζουν την καραμέλα της ελευθερίας και του προοδευτικού πνεύματος και που θεωρούν αναχρονιστικό το να οδηγήσουν τα παιδιά τους κοντά στο Χριστό και την Εκκλησία. Είναι αντίθετοι τα παιδιά τους να λάβουν χριστιανική αγωγή. Ούτε τη δίνουν οι ίδιοι, ούτε το έργο της Εκκλησίας βοηθούν. Ειρωνεύονται τον θεσμό των Κατηχητικών Σχολείων. Αρνούνται να δώσουν στα χέρια των παιδιών ένα χριστιανικό έντυπο. Τα εμποδίζουν να προσέλθουν στο μυστήριο της Εξομολογήσεως. Άτακτοι οι ίδιοι στη ζωή τους πολλές φορές, δεν έχουν το κύρος και το ηθικό σθένος για να μιλήσουν στις καρδιές των παιδιών τους. Προσανατολισμένοι σφαλερά, οδηγούν και τα παιδιά τους σε επικίνδυνα μονοπάτια. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Η καθημερινή πραγματικότητα επιβεβαιώνει το λόγο της Γραφής: «Οι μακρύνοντες εαυτούς από σου απολούνται» (Ψαλμ. 72,27). Την απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Θεό και το θέλημα Του αργά ή γρήγορα ακολουθεί η απώλεια. Την περιφρόνηση και την ασύστολη καταπάτηση των κανόνων της ευαγγελικής ηθικής διαδέχεται ο ξεπεσμός! Οι υπεύθυνοι γονείς ΚΑΙ Η ΤΡΙΤΗ κατηγορία: Είναι οι γονείς εκείνοι που συναισθάνονται το χρέος τους. Που αναμετρούν καθημερινά τις ευθύνες τους. Που έχουν συνείδηση και του μεγαλείου και του βάρους της αποστολής τους. Πρώτ’ απ’ όλα πιστεύουν στον Θεό. Αγωνίζονται να ζήσουν κατά το θέλημα Του. Βλέπουν την οικογένεια τους ως «κατ’ οίκον εκκλησία», ένα κομμάτι της Βασιλείας του Θεού. Είναι οι γονείς που γνωρίζουν τι είδους θησαυρό εμπιστεύτηκε ο Θεός στα χέρια τους. Πόσο βαθιά τους τίμησε αξιώνοντας τους να φέρουν στον κόσμο νέες ανθρώπινες υπάρξεις. Και γι’ αυτό αγωνιούν και παλεύουν όχι μόνο για την υλική αλλά προπάντων για την πνευματική ανάδειξη των παιδιών τους. Σαν καλοί άγγελοι επαγρυπνούν νύχτα και μέρα, παρακολουθώντας με αγάπη και στοργή τα παιδιά τους. Ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή και στην κοινωνία που ζούμε με τους τόσους κινδύνους και τους πολλούς και ύπουλους εχθρούς. Και ως υπεύθυνοι χριστιανοί γονείς αγωνίζονται για τη χριστιανική ανατροφή και την ορθή διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Με την συνεπή ζωή και το διδακτικό τους λόγο σπέρνουν το σπόρο της πίστεως και ανάβουν τη φλόγα της αγάπης του Χριστού στις αθώες ψυχές των παιδιών που τους χάρισε ο Κύριος. Η βαθύτερη δίψα των σημερινών παιδιών ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΚΑΤΑ βάθος έχουν ανάγκη και αναζητούν σήμερα τα παιδιά μας είναι ο Θεός. Απογοητευμένα από τους διάφορους ψευδομεσσίες και την αναρχούμενη θάλασσα των ποικιλώνυμων συστημάτων και ιδεολογιών αναζητούν τον ζώντα και αληθινό Θεό. Ποθούν την αγάπη Του. Διψούν τη δικαιοσύνη Του. Έχουμε ιερή υποχρέωση όλοι μας και ιδιαίτερα οι γονείς στην ώρα αυτή της αναζήτησης να σταθούμε κοντά τους. Και να γίνουμε οι έμπειροι χειραγωγοί τους στην ανακάλυψη του αληθινού Θεού. Ο απόστολος Παύλος μας δίνει έναν υπέροχο κανόνα ορθής αγωγής: «Οι πατέρες μη παροργίζετε τα τέκνα υμών, αλλ’ εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» (Εφ. 6, 4). Ο πατέρας του νέου του σημερινού ευαγγελίου μας δίνει φωτεινό παράδειγμα. Η σωτηρία και η προκοπή των παιδιών μας υπάρχει μόνο κοντά στον Χριστό. Γι’ αυτό και αποτελεί χρέος μας να τα οδηγήσουμε κοντά Του

Δημήτρης Νατσιός, Γήπεδο: η νέα «Μεγάλη του Γένους Σχολή»


Γήπεδο: η νέα «Μεγάλη του Γένους Σχολή»
Έχουμε συνηθίσει πια. Το βράδυ της Κυριακής, της πάλαι ποτέ «αθλητικής Κυριακής», θα ακούσουμε, πλην των άλλων καταθλιπτικών και τρομακτικών, τις εξής κοινότοπες – αλλοίμονο – φράσεις: «Μαύρη μέρα για τον ελληνικό αθλητισμό», «φοβερά επεισόδια στο τάδε γήπεδο», «διεθνής διασυρμός της Ελλάδας», «ανεγκέφαλοι οπαδοί έκαψαν…». Τις προσπερνούμε αδιάφοροι, σαν να πρόκειται για παιδικές, αθώες σκανταλιές. Θεωρούμε αυτό που ονομάζουμε χουλιγκανισμό, μέρος της παιδαγωγίας των νέων. Το προστάδιο, ο προθάλαμος πριν από την ενηλικίωση είναι η μαθητεία στην κερκίδα. Κουκούλα, μολότωφ και κουκουλοφορία: ιδού τα υλικά της σύγχρονης εκπαίδευσης. Το γήπεδο, είναι η νέα Μεγάλη του Γένους Σχολή. Ας μη λησμονούμε και ότι το ποδόσφαιρο υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού….
Ένας από τους τελευταίους Δασκάλους του λαού μας, ο Φώτης Κόντογλου, έγραφε πριν από 40 περίπου χρόνια: «…αλλά και τι άλλο από αδιαντροπιά φανερώνουν και τα ματς με τη θεά μπάλα, που την κλωτσάνε ένα σωρό χασομέρηδες για να διασκεδάσουνε τις μυριάδες φιλάθλους, που δεν ευρήκαν άλλο τίποτε για να νιώσουν αγωνία και χτυποκάρδι, αλλά μόνο για την μπάλα; Και γίνονται σοβαρά συνέδρια για την μπάλα, με αντιπροσωπείες, με συζητήσεις, με ανακοινωθέντα, με δημοσιογράφους. Σε τέτοιο δυσθεώρητο ύψος δεν έφτασε ποτέ η ανοησία». (Μυστικά Άνθη, εκδ. «Αστήρ», σελ. 15).
Ο Κόντογλου στηλίτευε τότε το ποδόσφαιρο, γιατί λειτουργούσε ως παραισθησιογόνο, ως λυτρωτική εκτόνωση. Όπως σημειώνει λίγο παρακάτω: «οι άνθρωποι καταντήσανε σαν άδεια κανάτια και προσπαθούν να γεμίσουν τον εαυτό τους, ρίχνοντας μέσα ένα σωρό σκουπίδια, μπάλες, εκθέσεις με τερατουργήματα, ομιλίες και αερολογίες, καλλιστεία που μετριέται η εμορφιά με τη μεζούρα, καρνάβαλους ηλίθιους…». Αν ζούσε σήμερα, ο νεοφανής αυτός ομολογητής της Ορθοδοξίας και έβλεπε τα οδοφράγματα, τους εμπρησμούς, τους λιθοβολισμούς, τα καπνογόνα, τις συμπλοκές με την αστυνομία, τις καταστροφές περιουσιών του δημοσίου και ιδιωτών, τα αιματοκυλίσματα ή άκουγε τα εμετικά και βορβορώδη συνθήματα των λεγομένων οπαδών, που συνήθως βεβηλώνουν κάθε ιερό και όσιο (από μάνα μέχρι πίστη και πατρίδα. Είναι τόσο βαθιά η διάβρωση και η αλλοτρίωση των οπαδών, που «αποθεώνουν» τις ομάδες τους άδοντας σαχλοάσματα στους ρυθμούς του εθνικού μας ύμνου), θα μιλούσε για παρανοϊκούς και παράφρονες, για «άδεια κανάτια», που γεμίζουν με βία και επιθετικότητα, για απελπισμένους και απεγνωσμένους νέους, για μια «τεράστια μάζα αδιάφορων και ουδετέρων που προοδευτικά έχει γίνει ένας τεράστιος στρατός από δυσαρεστημένους, έτοιμος να ακολουθήσει όλες τις υποβολές των ουτοπιστών και των ψευδορητόρων». (Γ. Λε Μπον, «Ψυχολογία των μαζών», εκδ. Ζήτρος).
Σχεδόν κάθε Κυριακή βλέπουμε τις εκθηριωμένες ορδές, που συνωστίζονται αγεληδόν, στις «θύρες» (ορμητήρια βανδαλισμού και βιοπραγίας), να συμπλέκονται και να κονταροχτυπιούνται -κυριολεκτικά- μεταξύ τους και, κυρίως, με την αστυνομία, η οποία απορροφά την οργή τους για την περιρρέουσα εξαθλίωση. Βλέποντας τους «γενναίους» αυτούς φιλάθλους, τα νέα παιδιά να κυριαρχούνται από αυτήν την βάναυση ορμή της «ανώνυμης καταστροφής», δεν μπορείς, παρά να σκεφτείς, με θλίψη, πως έχουμε να κάνουμε με μια νοσηρή αναπλήρωση του κενού που προκάλεσε η αδηφάγος κυριαρχία του χρήματος και η καταρράκωση όλων των αξιών. Για την κάλυψη του οδυνηρού κενού, ο «οργισμένος νέος» αναζητεί ένα υποκατάστατο. Έτσι θεοποιεί το σωματείο του, καλύπτοντας την έμφυτη μεταφυσική αγωνία του, αναγάγει σε ύψιστο ιδανικό, σε νόημα ζωής, την επιτυχή πορεία της ομάδας του και – το χειρότερο- σπαταλά την ικμάδα της νιότης του, υπηρετώντας το πιο διεφθαρμένο, σάπιο και εξαχρειωτικό φαινόμενο των σημερινών κοινωνιών, που ονομάζεται ποδόσφαιρο και δη επαγγελματικό. (Χαρακτηριστικά τα συνθήματα των αφιονισμένων αυτών οπαδών: «ΠΑΟ – θρησκεία – θύρα 13, Θρύλε – θεέ μου).
Η εξουσία, βέβαια, γνωρίζοντας πως το ποδόσφαιρο συναρπάζει τις μάζες, το χρησιμοποιεί για να εκτρέψει την προσοχή των μαζών από τα βασανιστικά και εκρηκτικά προβλήματα της καθημερινής ζωής. Προτιμότερο είναι ο άνεργος νεαρός να συγκρούεται με τον αντίπαλο άνεργο οπαδό, παρά να ξεχυθεί στους δρόμους, για να καταγγείλει τις αυθαιρεσίες της εξουσίας, το ελληνοκτόνο μνημόνιο, την κοινωνική αδικία, την ασυδοσία των ισχυρών, τους εθνικούς εξευτελισμούς, τους λεηλάτες και καταστροφείς του τόπου.
Η εξουσία, μέσω του Μεγάλου Αδελφού, των Μ.Μ.Ε., στρέφει την προσοχή των πολιτών και κυρίως της νεολαίας, όχι προς τα όντως προβλήματα, αλλά στις αναμετρήσεις των γηπέδων, με αποτέλεσμα την αποκοίμηση, την χειραγώγηση, την φίμωση του κοινωνικού σώματος, που διαπαιδαγωγείται έτσι, ώστε να θέτει πρώτο στην κλίμακα των ιεραρχήσεών του, το μέλλον, παραδείγματος χάριν του ΠΑΟΚ στο κύπελο ΟΥΕΦΑ, παρά τις επιλογές της Υπουργού «διά βίου αμάθειας» ή τα τουρκοπροσκυνήματα του Υπουργού των Εξωτερικών. (Γι’ αυτό και η πληθώρα αθλητικών αναμετρήσεων. Δεν περνάει μέρα που δεν θα προβάλλεται μια «ιστορική» αθλητική συνάντηση. Ο χρόνος των πολιτών μπαζώνεται, μην αρχίσει και σκέφτεται την κατάστασή του. Επικίνδυνα πράγματα αυτά…).
Δεν υπάρχουν στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο ηθικές αρχές και σεβαστοί κανονισμοί. Τα ποδοσφαιρικά σωματεία εξελίχθηκαν σε μεγαλοεπιχειρήσεις. Επιχειρηματίες, αμφίβολης προέλευσης, αγοράζουν ομάδες με μοναδικό στόχο την κοινωνική προβολή, την διαφήμιση, τον ύποπτο πλουτισμό. Σε περιόδους που το 1/4 του λαού ζει με μισθό κάτω από το όριο της φτώχειας, που διαλύεται ο κοινωνικός ιστός και ερημώνει η λεγόμενη αγορά, αυτοί, δαπανώντας τεράστια ποσά, αγοράζουν ποδοσφαιριστές μόνο και μόνο για να κερδίζουν την εύνοια, την ανοχή, την λατρεία των αγροίκων οπαδών.
Σήμερα το ποδόσφαιρο αντιμάχεται την ίδια την παιδεία. Δρέπουμε και τους καρπούς μιας πολύ συγκεκριμένης «Παιδείας», που διδάσκει μόνον δικαιώματα, αγνοώντας ότι στην εξοπλιστική, για παράδειγμα, ηλικία του δημοτικού, «μορφώνεις» πρωτίστως την έννοια του καθήκοντος και της πειθαρχίας. Οι μαθητές του Δημοτικού, παιδιά ανυπεράσπιστα, φανατίζονται εξαιτίας της τηλεόρασης, των χυδαίων αθλητικών εντύπων και από τις συζητήσεις των «μεγάλων». (Το πρώτο μέλημα του πατέρα σήμερα, είναι η κληροδότηση στο παιδί της ποδοσφαιρικής προτίμησης). Ο γράφων, ζήτησε από αγόρια της Ε΄ Δημοτικού να γράψουν πόσα ιστορικά πρόσωπα γνωρίζουν και πόσους ποδοσφαιριστές. Το αποτέλεσμα αποκαρδιωτικό: αγνοεί ο μαθητής του Δημοτικού τον Σωκράτη ή τον Πλάτωνα και γνωρίζει τους σύγχρονους «θεούς» της στρογγυλής θεάς. Συγκρατεί ο μαθητής τα ονόματα των σύγχρονων «θεών» (παντού η λέξη θεός) της μπάλας και ξεφορτώνεται, ως βάρος περιττό, τα ονόματα των θνητών εκείνων «γονέων της ανθρωπότης». Μπορούμε βέβαια να καυχόμαστε, γιατί τα παιδιά μας έχουν τουλάχιστον «ποδοσφαιρική παιδεία», όπως λένε οι κοτσανολογούντες αθλητικογράφοι…
Νατσιός Δημήτρης, δάσκαλος- Kιλκίς

Νικόλαος Σωτηρόπουλος, Αιρετικόν λάθος του Σεβ. Καισαριανής κ. Δανιήλ


ΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΛΑΘΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ κ. ΔΑΝΙΗΛ
Τοῦ κ. Νικ. Σωτηροπούλου, Θεολόγου – Φιλολόγου
ΑΓΑΠΗΤΕ καὶ ἀξιότιμε κ. Διευθυντά,
Χαίρετε καὶ ὑγιαίνετε καὶ ἐξακολουθεῖτε νὰ μάχεσθε τὰς μάχας Κυρίου. Προπάντων μαχητικότητος ὑπάρχει ἀνάγκη στὸν καιρὸ τοῦτο τῆς μεγάλης ἀποστασίας καὶ τῆς λυσσώδους πολεμικῆς κατὰ τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως. Παρακαλῶ νὰ δημοσιεύσετε στὴν ἀγωνιστικὴ ἐφημερίδα σας τὴν παροῦσα ἐπιστολή μου.
῾Ο Μητροπολίτης Καισαριανῆς κ. Δανιὴλ τὴν Κυριακὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας κατὰ τὴν πανηγυρικὴ Θεία Λειτουργία στὸν ῾Ι. Ναὸ τοῦ Αγίου Διονυσίου τοῦ ᾿Αρεοπαγίτου ἐξεφώνησεν ἐνώπιον τῶν ἐπισήμων καὶ τοῦ λαοῦ ὁμιλία, τὴν ὁποία ὁ «Ο.Τ.» δημοσίευσε στὸ φύλλο τῆς 18ης Μαρτίου. Τὸ θέμα τῆς ὁμιλίας ἦταν ὁ θρίαμβος τῆς ᾿Εκκλησίας.
Στὸ χαλεπὸ καιρό μας οἱ αἱρέσεις ἔχουν ὑπερπληθυνθῆ. Εἶνε χιλιάδες στὸν Προτεσταντικὸ χῶρο, καὶ ἑκατοντάδες στὴν Πατρίδα μας. ῾Υπάρχει δὲ καὶ ἡ χειρότερη ὅλων τῶν αἱρέσεων ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἡ παναίρεσι, ἀλλὰ καὶ πανθρησκεία, ποὺ ὀνομάζεται Οἰκουμενισμός. Πολλοὶ δὲ ῾Ιεράρχες εἶνε οἰκουμενισταί, καὶ ἔχουν ἁβρὲς σχέσεις μὲ τοὺς αἱρετικούς, καὶ περισσότερο μὲ τοὺς Παπικούς, καίτοι ὁ Πάπας ἔχει ἑωσφορικὲς ἀξιώσεις καὶ ἐπιδιώκει νὰ ὑποτάξῃ ὑπὸ τοὺς πόδας του ὅλο τὸν κόσμο θρησκευτικῶς καὶ πολιτικῶς, ὑβρίζει δὲ τὴν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία ὡς ἐλλειμματική, καὶ κηρύττει τὸν Παπισμὸ ὡς τὴν μόνη ἀληθινὴ ᾿Εκκλησία. Προκλητικώτατος ὁ Πάπας!
Οἱ Πατέρες πολέμησαν τὶς αἱρέσεις καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ὄχι γενικῶς καὶ ἀορίστως, ἀλλὰ συγκεκριμένως καὶ ὀνομαστικῶς. Καὶ μὲ τὸ Συνοδικὸ τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοὺς ἀναθεμάτισαν ὀνομαστικῶς. Δὲν ἔπρεπε καὶ ὁ Μητροπολίτης Καισαριανῆς κ. Δανιὴλ νὰ στηλιτεύσῃ σύγχρονες αἱρέσεις, καὶ μάλιστα τὸν Παπισμὸ
καὶ τὸν Οἰκουμενισμό; Δὲν ἔπρεπε νὰ ἐλέγξῃ συγχρόνους αἱρετικούς; Δὲν ἔπρεπεν ἐπίσης νὰ ἐλέγξῃ τὶς σημερινὲς μεγάλες προδοσίες τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ τοὺς προδότες ῾Ιεράρχες; Καλὰ τὰ λόγια τῆς ὁμιλίας τοῦ Σεβασμιωτάτου, ἀλλ᾿ ἐκτὸς χρόνου καὶ τόπου, ἐντὸς δὲ τοῦ κύκλου τοῦ ἀκινδύνου Χριστιανισμοῦ…
Καλὴ θεωρητικῶς ἡ ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου, ἀλλ᾿ ἕνα σημεῖο τῆς ὁμιλίας δὲν εἶνε καλό, εἶνε αἱρετικό. ῾Ως γνωστόν, ὁ Πέτρος, κατόπιν θείας ἀποκαλύψεως, ὡμολόγησε τὴ μεσσιακὴ ἰδιότητα καὶ τὴ θεότητα τοῦ ᾿Ιησοῦ. Μετὰ δὲ τὴν ὁμολογία τοῦ Πέτρου ὁ ᾿Ιη σοῦς εἶπε σ᾿ αὐτόν· «Σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ᾿Εκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. ιστ´ 18). ᾿Αναφερόμενος δὲ σ᾿ αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ ᾿Ιησοῦ ὁ Μητροπολίτης Καισαριανῆς εἶπε, ὅτι μὲ τὴν ἀληθινὴ πίστι, ποὺ ὡμολόγησε ὁ Πέτρος, ἔγινε «ὁ πρῶτος λίθος» τῆς πνευματικῆς οἰκοδομῆς τῆς ᾿Εκκλησίας. Δεινὴ παρερμηνεία, τὴν ὁποία κάνει ὁ Παπισμός, γιὰ νὰ ὑποστηρίξῃ ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία εἶνε δῆθεν οἰκοδομημένη πάνω στὸν Πέτρο, καὶ ὁ Πάπας, ὁ μοναδικὸς δῆθεν διάδοχος τοῦ Πέτρου, εἶνε ἡ κεφαλὴ τῆς ᾿Εκκλησίας.
Η ὀρθὴ ἑρμηνεία τοῦ λόγου τοῦ ᾿Ιησοῦ εἶνε αὐτή· ῾Η ᾿Εκκλησία δὲν εἶνε οἰκοδομημένη πάνω στὸν Πέτρο, ἀλλὰ πάνω στὴν πέτρα, στὴν ὁμολογία τοῦ Πέτρου, ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς εἶνε ὁ Χριστὸς (ὁ Μεσσίας) καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ἄρα ἐν ἐσχάτῃ ἀναλύσει ἡ ᾿Εκκλησία εἶνε οἰκοδομημένη πάνω στὸν ἴδιο τὸ Χριστό, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. «῾Ο πρῶτος λίθος» εἶνε ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος, ἐκεῖνος ὁ λίθος, ὁ ὁποῖος «ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας» (Ψαλμ. ριζ´ 22, Ματθ. κα´ 42). ῾Ο δὲ Παῦλος ρητῶς λέγει· «῾Ως σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα… Θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν ᾿Ιησοῦς Χριστός» (Α´Κορ. γ´ 10–11).
῾Ο Πάπας παραμέρισε τὸν μεγάλο θεμέλιο, τὸν ἀκρογωνιαῖο λίθο, τὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό, καὶ στὴ θέσι του ἔθεσε τὸν Πέτρο, γιὰ ν᾿ ἀνακηρύξῃ τὸν ἑαυτό του ᾿Αρχηγὸ τῆς ᾿Εκκλησίας!
῞Αγιε Καισαριανῆς! Παραμερίζει ὁ Πάπας «τὸν πρῶτον λίθον», τὸν ἀκρογωνιαῖο λίθο, τὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό, καὶ στὴ θέσι του θέτει ἄλλον. Μὴ κάνετε καὶ σεῖς τὸ ἴδιο. ᾿Αναμένουμε νὰ διορθώσετε τὸ λάθος σας.
Εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴ φιλοξενία
«Ορθόδοξος Τύπος»1/04/2011

Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος: Η εποχή μας και οι περιστάσεις απαιτούν μαχητική έκφραση

undefined
Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος:Η εποχή μας και οι περιστάσεις απαιτούν μαχητική έκφραση
Συνέντευξη στον Διονύση Μακρή
Β Μέρος
- Η πολιτική που ακολουθεί η ηγεσία της Εκκλησίας μας συμβάλλει, όπως διαπιστώνεται, στην διατήρηση η και ενίσχυση, όπως προσωπικά πιστεύουμε, των εδώ και καιρό λιμναζόντων υδάτων. Μέσα από την υπογραφή μνημονίων συνεργασίας, θεμελιώσεις κτιρίων και ευτελών κοινωνικό-φιλανθρωπικών παρεμβάσεων δίδεται η εντύπωση πως η Εκκλησία λειτουργεί ως ένα περιθωριακό υφυπουργείο άνευ χαρτοφυλακίου η επαρχιακός Δήμος! Η επίκληση του αθόρυβου, σιωπηλού έργου και η επιστράτευση της σιωπής δεν αρμόζουν στον επισκοπικό ρόλο, τουλάχιστον, όπως αυτός χαρακτηρίζεται από απτά παραδείγματα, μεγάλων αγίων όπως του Μ. Βασιλείου, του Ιωάννη Χρυσοστόμου, του Αμβροσίου Μεδιολάνων κ.α. Η Εκκλησία αποτελεί ζωντανό οργανισμό, αλλά σήμερα φαίνεται Σεβασμιώτατε, να της λείπει η ζωντάνια...
Δεν υπάρχει λόγος να αποδώσουμε ευθύνες ούτε εσείς ούτε κι εγώ, διότι σίγουρα υπάρχουν παράμετροι που εμείς αγνοούμε ως μη άμεσα υπεύθυνοι και αρμόδιοι. Η διαχείριση των θεμάτων είναι πολύ δύσκολη και λεπτή υπόθεση, ιδίως στις μέρες μας. Είναι εύκολο κανείς να κρίνει αλλά πολύ δύσκολο να προτείνει λύσεις και ακόμη δυσκολότερο να τις υλοποιεί. Μπορούμε να εκφράζουμε τις ανάγκες, τις σκέψεις, τις ανησυχίες μας, ίσως και δημόσια, καλό όμως είναι να είμαστε λίγο επιφυλακτικοί στις κρίσεις μας.
Έτσι επί παραδείγματι, το τι αρμόζει στον επισκοπικό ρόλο, δεν αποτελεί θέμα που πρέπει να το προσδιορίσουμε εσείς και εγώ σε έναν δημόσιο διάλογο. Δεν νομίζω. Εν πάση περιπτώσει, εκτός της μαχητικής μαρτυρίας των αγίων που αναφέρατε, υπάρχουν και περιπτώσεις αθόρυβου και σιωπηλού έργου, όπως αυτή του Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου. Υπάρχουν περιπτώσεις που η σιωπή μπορεί να έχει μεγαλύτερη ζωντάνια από τον λόγο. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο ο λόγος η η σιωπή, όσο ο συσχηματισμός, η δειλία και ο συμβιβασμός.
Πέραν όμως όλων αυτών, θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί σας ότι η εποχή μας και οι περιστάσεις απαιτούν δυνατό λόγο και μαχητική έκφραση.
Εσείς είστε ευχαριστημένος από τον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται ο επίσημος εκκλησιαστικός λόγος στις μέρες μας; Θεωρείτε ότι η μαρτυρία της Εκκλησίας μας στην Ελλάδα και ανά τον κόσμον είναι επαρκής; Αισθάνεστε ικανοποιημένος με την εικόνα της ζωής μας και την παρουσία μας ως Εκκλησίας;
Όχι, δεν είμαι καθόλου ικανοποιημένος. Δυστυχώς, η πραγματικότητά μας διαφέρει πολύ από την αλήθεια και το κήρυγμά μας. Προσπαθώ όμως να μην ενοχοποιώ άλλους, αλλά να εξομολογούμαι∙ να μην ψάχνω για ενόχους, αλλά για λύσεις∙ να μην αγωνίζομαι να πείσω τους άλλους τι πρέπει να κάνουν, αλλά να δω πως εγώ θα γίνω μέρος της υγιούς μαρτυρίας∙ να μην ασχολούμαι με το ως τώρα, αλλά με το από δω κι εμπρός. Δεν το καταφέρνω πάντοτε, αυτός όμως είναι ο πνευματικός μου άξονας.
Με βάση αυτά, θα σας πω με δυό λόγια πως θα ήθελα την Εκκλησία. Θα την ήθελα πιο δυναμική, πιο τολμηρή, πιο μαχητική, πιο ανατρεπτική, πιο ασκητική, πιο απόλυτη. Όπως ήταν σε όλη την ιστορία της. Η παρουσία της να θυμίζει «ρομφαία», η ζωή της «πυρ», ο λόγος της «μάχαιρα». Οι όροι αυτοί δεν είναι δικοί μου. Μίλησα για προφητικό λόγο και μαρτυρική παρουσία. Σήμερα τηρούμε τους τύπους, αλλά όλο και απομακρυνόμαστε από την ουσία. Τρώμε νηστήσιμα φαγητά, χωρίς να νηστεύουμε. Λέμε προσευχές, χωρίς να προσευχόμαστε. Διαβάζουμε χριστιανικά βιβλία, χωρίς να αγιαζόμαστε. Μιλάμε για τη δόξα άλλων εποχών, χωρίς σύγχρονα σημεία. Υποστηρίζουμε χριστιανικές αρχές, χωρίς αυθεντικά βιώματα. Κοινωνούμε, χωρίς να αλλοιωνόμαστε. Είμαστε ως «έχοντες την γνώσιν της ευσεβείας την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι». Αλήθεια, τι σχέση έχουμε με το ψαλτήρι και τα συναξάρια, με τη ζωή των πρώτων χριστιανών, με το φρόνημα των μαρτύρων και των ομολογητών, με τις επιλογές των ασκητών;
Φανταστείτε μέσα στον συμβιβασμό της σύγχρονης εποχής μια Εκκλησία με ξεκάθαρο λόγο. Μέσα στις πολιτικές ισορροπίες και την επικρατούσα σύγχυση, μια Εκκλησία με σαφήνεια. Μέσα στην ατμόσφαιρα του να τα βρούμε, μια Εκκλησία με αξιοπρεπή, ευγενική αλλά και τολμηρή ομολογία. Φοβούμαι πως έτσι που κινούμαστε δεν δίνουμε ταυτότητα ουσίας αλλά μόνο μορφής και τύπου. Κάπως χάσαμε την ουσιαστική διαφορετικότητα και την ετερότητά μας. Εμφανιζόμαστε ως μια συντηρητική ομάδα που δεν κομίζει κάτι καινούργιο ούτε κάτι άλλο, ως ένα κοσμικό σχήμα με θρησκευτικό επίχρισμα.
Θα μπορούσατε, Σεβασμιώτατε, στο σημείο αυτό να μας δώσετε ένα παράδειγμα;
Ευχαρίστως. Να αναφερθώ στη συμμετοχή μας στους οικουμενικούς διαλόγους, πράγμα που αποτελεί μοναδική ιστορικά ευκαιρία να καταθέσουμε μαρτυρία πίστεως στον σύγχρονο κόσμο. Ο τρόπος με τον οποίο διεξάγεται ο λεγόμενος διάλογος της αγάπης και της ενότητας εμφανίζει χαρακτηριστικά συμβιβασμού και όχι αγώνα, σκοπιμότητας και όχι θυσίας. Γι' αυτό και δημιουργεί σύγχυση και προκαλεί καχυποψία. Όταν στηρίζεται στο δόγμα να βρούμε τι μας ενώνει και όχι τι μας χωρίζει, αυτό ακούγεται πολύ καλά, αλλά δεν πείθει, διότι η αλήθεια, αν την κατέχουμε στο πλήρωμά της, φαίνεται από αυτό που οι άλλοι δεν έχουν, δηλαδή από τις διαφορές μας. Και αυτό μπορούμε να το διακηρύξουμε ταπεινά, αφανάτιστα και ευγενικά. Αν στόχος μας είναι η συνύπαρξη με επίγειους όρους, αυτό είναι πολιτική που δεν εμπνέει. Αν όμως είναι η συμπόρευση προς την αλήθεια του Θεού, τότε αυτό απαιτεί ανυποχώρητη μαρτυρία και συνέπεια ζωής, που πείθει. Η αλήθεια δεν συζητείται, ομολογείται.
Σε μια εποχή που ο θεός του χρήματος έχει καταρρεύσει παγκοσμίως, ο θεός του περιβάλλοντος έχει πεθάνει σε ολόκληρο τον πλανήτη, ο θεός της επιστημονικής και τεχνολογικής δύναμης συνέχεια διαψεύδεται, όπως πρόσφατα στην Ιαπωνία∙ σε μια εποχή που ο θεός της παγκόσμιας ειρήνης διαρκώς αυτοκαταργείται, που ο θεός της δημοκρατίας καθημερινά αυτοαναιρείται, που ο θεός των θρησκευτικών σχημάτων παντού αυτοδιαψεύδεται, που ο Θεός του επίγειου χριστιανισμού φαντάζει εντελώς ανεπαρκής, σε μια τέτοια εποχή, είναι τόσο μεγαλειώδες ως η «μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία» να ομολογήσουμε ότι «εις άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός» και ότι «αύτη η πίστις των αποστόλων, αύτη η πίστις των πατέρων, αύτη η πίστις των Ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν». Όχι όμως με τα λόγια, αλλά με τη ζωή μας. Το κάνουμε; η μήπως πνίξαμε την πίστη στον αληθινό Θεό μέσα στην αυταπάτη των κοινωνικών έργων, των πολιτισμικών δραστηριοτήτων, του πολιτικού μας ρόλου και των συγκρητιστικών απαιτήσεων.
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι υφίσταται μία ενορχηστρωμένη από τον μιαρό Σατάν εκστρατεία αλλαγής του τρόπου ζωής που ευθαρσώς καθορίζεται από τη σχέση του ανθρώπου με τον τριαδικό Θεό στην ελληνική και όχι μόνο κοινωνία. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, ανωμαλίες και αυταπόδεικτες ψυχασθένειες, όπως λ. χ. η ομοφυλοφιλία η ελληνιστί κιναιδισμός παρουσιάζονται προκειμένου να επιβληθούν ως ρατσιστικές συμπεριφορές η διαφορετικότητες (!!!), η μοιχεία, η πορνεία, η κλοπή (λογιζόμενη ως μίζα) και η έκτρωση (φόνος) νομιμοποιούνται, οι οικογένειες διαλύονται στο όνομα της προόδου και του εκσυγχρονισμού! Τι συμβαίνει Σεβασμιώτατε; Θα παραμείνουμε απλοί θεατές του γενικού ξηλώματος που επιβάλλει το μυστήριο της ανομίας η έφθασε η στιγμή να φωνάξουμε το "στώμεν καλώς"; Ποιός ο ρόλος της σεπτής Ιεραρχίας μας;
Θα το πω και πάλι∙ τον ρόλο της σεπτής Ιεραρχίας μας, κ. Μακρή, δεν θα τον προσδιορίσουμε οι δυό μας μέσα από την εφημερίδα σας. Δεν είναι δικός μας ρόλος να υποδείξουμε στην Ιεραρχία το καθήκον της. Αν εσείς το κάνετε είναι λάθος, που εγώ δεν θα ήθελα να διαπράξω. Εξάλλου, οι θέσεις της Εκκλησίας στα θέματα που αναφέρατε είναι σαφώς και επαναληπτικά διατυπωμένες. Τώρα, το αν η Εκκλησία πρέπει να φωνάξει με όλες της τις δυνάμεις το «στώμεν καλώς» και στα πιστά τέκνα της και στην κοινωνία και στην οικουμένη, αυτό είναι αυτονόητο, μιας και αυτή είναι η αποστολή της. Η Εκκλησία το κάνει, αλλά υπάρχουν και περιθώρια να υψώσει περισσότερο τη φωνή της. Το ερώτημα είναι πως αυτό θα γίνει. Οι κοσμικά δυναμικές κινήσεις δεν είναι πάντα συμβατές με το άγιο ήθος της. Σκοπός της Εκκλησίας δεν είναι να ανατρέψει την ορμή της αμαρτίας, αλλά να ομολογεί τον Χριστό, με βάση τον ψαλμικό λόγο «έλεος και αλήθεια συνήντησαν, δικαιοσύνη και ειρήνη κατεφίλησαν». Τι σοφός λόγος! Η αλήθεια να συμπορεύεται με το έλεος και το δίκαιο να συμβαδίζει με την ειρήνη.
Στην τοπική Εκκλησία που ο Κύριος σας όρισε να διακονείτε, παρατηρείται τον τελευταίο καιρό να διεξάγεται ένας αγώνας των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής της Κερατέας ενάντια σε μία απόφαση της Πολιτείας. Πήρατε ανοικτά, αν δεν κάνω λάθος θέση. Ωστόσο, διαπιστώνεται πως η Πολιτεία όχι μόνο κωφεύει και διαφωνεί, αλλά εφαρμόζει τακτικές επιβολής και βιαίας εφαρμογής αποφάσεων που εμφανώς πλήττουν τον πολίτη και ικανοποιούν άλλα κέντρα εξουσίας. Μήπως η Ελλάδα ζει σε καθεστώς μίας ωραιοποιημένης υποτέλειας και ως εκ τούτου αγνοεί τη γνώμη των πολιτών της;
Η δική μου τοποθέτηση δεν ήταν επί της ουσίας του προβλήματος. Η τοπική κοινωνία έχει εκλέξει τους εκπροσώπους της για να διαχειριστούν αυτοί αυτά τα θέματα. Αυτό που εγώ εξέφρασα, και μάλιστα έντονα, ήταν αφ' ενός μεν η καταδίκη της βίας είτε από την πλευρά του λαού είτε των οργάνων της τάξεως και αφ' ετέρου η διαμαρτυρία για την πείσμονα άρνηση των αρμοδίων υπουργών να συνομιλήσουν με τους εκπροσώπους του λαού. Πόση δημοκρατία υπάρχει όταν ο λαός εκλέγει εκπροσώπους για να του λύσουν τα προβλήματά του, αυτά που προσδιορίζουν τις συνθήκες της ζωής του, την υγεία του, την αξία της περιουσίας του και η Κυβέρνηση αρνείται ακόμη και να τους ακούσει. Τότε γιατί τους εκλέγουμε; Αν αρκούσε η Κυβερνητική άποψη, δεν θα μας χρειαζόταν τοπική αυτοδιοίκηση.
Ρωτάτε αν η πολιτεία αγνοεί τη γνώμη των πολιτών της. Αγνοεί όχι μόνο τη γνώμη αλλά και τα δικαιώματα των πολιτών της. Μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει με τις υποθέσεις των αστικών ακινήτων της Εκκλησίας που έχουν τελεσιδικήσει υπέρ αυτής και το κράτος αρνείται να τηρήσει τις αποφάσεις των δικαστηρίων του;
Διανύουμε την πλέον κατανυκτική περίοδο, οδεύοντας μαζί με τον Κύριο προς τον Γολγοθά, τη σταύρωση και την Ανάσταση. Στην πορεία αυτή κάθε πιστός χρειάζεται τα εφόδια της μετανοίας, χρειάζεται πνευματικό οδηγό που θα τον φέρουν με σιγουριά στο να βιώσει το θείο Πάθος και να συμμετάσχει στην χαρά της Ανάστασης. Ως Επίσκοπος και πνευματικός οδηγός τι θα συνιστούσατε; Πως θα εφοδιάζατε σήμερα τον πιστό ώστε να προχωρήσει στην προσωπική σωτήρια συνάντηση του με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό;
Στο ερώτημα αυτό δεν έχω καινούργιο, πρωτότυπο λόγο να σας πω. Τα λέει όλα η σοφή και αγία μας Εκκλησία μέσα στα υπέροχα τροπάρια και τις θαυμάσιες λατρευτικές διατάξεις της. Αυτή μας προτρέπει και εμείς επαναλαμβάνουμε τον λόγο της: «πίστει και πόθω προσέλθωμεν ίνα μέτοχοι ζωής αιωνίου γενώμεθα». Αυτό που χρειαζόμαστε είναι η πίστη ότι η Εκκλησία μας είναι η κιβωτός της σωτηρίας. Να μην την πλησιάζουμε μόνο για τη θεραπεία που ενδεχομένως προσφέρει, αλλά κυρίως για τη σωτηρία που αμετακλήτως επαγγέλλεται. Και αυτό με πόθο ιερό και άγιο. Δυστυχώς η εποχή μας προσπαθεί με κάθε τρόπο να τραυματίσει αυτή την πίστη και να αποδυναμώσει αυτόν τον πόθο. Τη Μεγάλη Σαρακοστή δεν την προσεγγίζουμε με διάθεση νηστείας αλλά πνευματικής λαιμαργίας. Μας προσφέρονται πλούσια πνευματικά εδέσματα και διαλέγουμε και παίρνουμε. Νηστεύουμε από τροφή, στερούμαστε τα υλικά για να λαχταρήσουμε τα πνευματικά. Και τότε, όποιος καταλύει πνευματικά αυτόματα γίνεται μέτοχος της αιώνιας ζωής.
Θα ήθελα παρά πολλά ακόμη ερωτήματα να σας θέσω Σεβασμιώτατε, όπως λ.χ. τι ήταν αυτό που σας έκανε να γυρίσετε την πλάτη σας σε μία αξιοζήλευτη για πολλούς καριέρα στην επιστήμη και να επιλέξετε να φορέσετε το τίμιο ράσο και να καταστείτε λειτουργός και διάκονος του Υψίστου; Να σας ζητήσω ακόμη να καταθέσετε τις εμπειρίες σας ως διάκονος του τριαδικού Θεού, να μιλήσετε για το έργο της τοπικής σας Εκκλησίας. Να σας ζητήσω να καταθέσετε απόψεις για θεολογικά, επιστημονικά και κοινωνικά ζητήματα... Βέβαια υπάρχουν τα βιβλία σας που άμεσα η έμμεσα απαντούν στα ερωτήματα αυτά και γι' αυτό το λόγο δεν επικεντρώθηκε το ενδιαφέρον μου σ' αυτά, παρά την ανίερη πολυλογία μου. Όμως, θα ήθελα ως Χριστιανός εκ μέρους των αναγνωστών μας να σας παρακαλέσω με δύο λόγια να μας πείτε τι σημαίνει για εσάς Ορθόδοξος Χριστιανός.
Απ.: Ο,τι ακριβώς είπαμε παραπάνω. Και ο,τι λέγει συνοπτικά ο Άγιος Ιωάννης στο βιβλίο της Κλίμακος: «Χριστιανός εστι μίμημα Χριστού κατά το δυνατόν ανθρώπω, λόγοις και έργοις και εννοία, εις την Αγίαν Τριάδα ορθώς και αμέμπτως πιστεύων». Αυτό τα λέει όλα. Το δε κατά το δυνατόν ανθρώπω δεν σημαίνει όσο μπορεί ο καθένας, αλλά όσο μπορεί να αντέξει η ανθρώπινη φύση. Ο Ορθόδοξος χριστιανός είναι καθολικός, αγκαλιάζει τα πάντα, είναι διαρκώς πλατυνόμενος, εκτεινόμενος, υπερβαίνων την φύση του, είναι δεκτικός της χάριτος, χωρητικός της θεότητος, αδαλείπτως κοινωνών της θείας φύσεως. Είναι ο,τι μεγαλύτερο υπάρχει.
Σας ευχαριστώ πολύ για την ευκαιρία που μου δώσατε. Σας εύχομαι καλή Ανάσταση

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...