Αμέσως μετά την Μεταμόρφωσή Του ο Κύριος, κατεβαίνοντας με τους τρεις μαθητές, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, από το Θαβώρ, συναντά τους υπόλοιπους εννέα περιστοιχισμένους από κόσμο. Μαζί τους βρίσκεται κι ένας πατέρας, ο οποίος έχει φέρει το παιδί του να το θεραπεύσει ο Χριστός από το δαιμονικό πνεύμα, το οποίο τον διακατέχει. Ο πατέρας ζήτησε πρώτα από τους υπόλοιπους μαθητές να κάνουν καλά το παιδί του, αλλά αυτοί δεν μπόρεσαν. Έτσι, έρχεται στον ίδιο το Χριστό. Ο Κύριος, αφού λέει ότι η γενιά των ανθρώπων είναι άπιστη στο Θεό και αναρωτιέται μέχρι πότε θα την ανέχεται, ζητά να του φέρουν το παιδί. Μόλις το πνεύμα βλέπει το Χριστό, κάνει το παιδί να ταράζεται και να κυλιστεί βγάζοντας αφρούς. Αυτό το έκανε από την μικρή του ηλικία. Άλλοτε το έριχνε στη φωτιά και άλλοτε στο νερό. Ο πατέρας ζητά από τον Κύριο να τον ευσπλαχνισθεί και να τον βοηθήσει. Ο Χριστός του ζητά να πιστέψει. Και ο πατέρας απαντά: «Πιστεύω Κύριε! Αλλά βοήθησέ με, γιατί η πίστη μου δεν είναι δυνατή». Τότε ο Χριστός, βλέποντας ότι συγκεντρωνόταν κόσμος, προστάζει το ακάθαρτο πνεύμα να βγει από το παιδί και να μην ξαναμπεί μέσα του. Το πνεύμα θα φύγει και το παιδί θα μοιάσει με νεκρό. Όμως ο Χριστός θα το σηκώσει και θα δείξει σε όλους τη δύναμη του Θεού. Στο ερώτημα, μάλιστα, των μαθητών Του, γιατί οι ίδιοι δεν μπόρεσαν να βγάλουν το πνεύμα από το παιδί, ο Χριστός θα απαντήσει ότι το γένος των δαιμόνων δεν μπορεί να φύγει από τον άνθρωπο, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία (
Μάρκ. 9, 17-31).
Ας αναλογιστούμε το δράμα του πατέρα να έχει ένα παιδί που δεν μπορούσε να έχει τον εαυτό του ακέραιο. Να βλέπει το παιδί του να έχει καταληφθεί από ένα ακάθαρτο πνεύμα, το οποίο δέσμευε την ελευθερία του, δεν το άφηνε να ακούσει και να μιλήσει και έκανε απόπειρες να το οδηγήσει στο θάνατο, είτε στη φωτιά είτε στο νερό. Όταν άκουσε για το Χριστό ο πατέρας έσπευσε να ζητήσει ελπίδα και βοήθεια. Αλλά, επειδή είχε αγωνία, δεν περίμενε τον ίδιο τον Κύριο. Ζήτησε από τους μαθητές Του να θεραπεύσουν το παιδί του. Η αγωνία και η αναζήτηση λύσης τον κάνουν να μην τον νοιάζει ποιος, αρκεί να γίνει η θεραπεία. Και γι’ αυτό ο Χριστός μιλά για άπιστη γενιά. Δεν καταλαβαίνει ο κόσμος ποιος είναι ο Θεός, αλλά προσπαθεί να βρει ελπίδα και νόημα σε όποιον φαίνεται να είναι κοντά στο Θεό. Δεν απορρίπτει ο Χριστός τους μαθητές Του. Απορρίπτει την στάση εκείνων οι οποίοι δεν βλέπουν πού βρίσκεται αληθινά ο Θεός, αλλά ψάχνουν τα υποκατάστατά του, δε ζητούν από τον ίδιο το Θεό βοήθεια, αλλά από εκείνους που τους νομίζουν εκπροσώπους του. Και γι’ αυτό εκείνοι δεν έχουν τη δύναμη. Γιατί η θεραπεία δεν δίνεται στο όνομά τους, ούτε από τους ίδιους, αλλά από τον Θεό.
Το ακάθαρτο πνεύμα, ο διάβολος που είναι μακριά από τον Θεό, καταλαμβάνει τον άνθρωπο σε κάθε εποχή. Και οι συνέπειες της παρουσίας του ακαθάρτου πνεύματος στον άνθρωπο είναι οι ίδιες. Πρωτίστως του στερεί την ελευθερία του. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να σκεφτεί και να δράσει ελεύθερα, αλλά δεσμεύεται από το κακό και την αμαρτία που εκφράζει ο πονηρός. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να χρησιμοποιήσει τις αισθήσεις του για να δει ποιος είναι ο Θεός, ποιος είναι ο κόσμος, ποιος είναι ο συνάνθρωπος. Δεν μπορεί δηλαδή να επικοινωνήσει, να συνυπάρξει, να συμβιώσει μέσα από την αγάπη και το άνοιγμα της καρδιάς ο άνθρωπος που έχει καταληφθεί από το ακάθαρτο πνεύμα. Και οδηγείται κατ’ αυτόν τον τρόπο στον θάνατο, πρωτίστως τον πνευματικό, αλλά και τον σωματικό. Το πνεύμα της αμαρτίας οδηγεί τον άνθρωπο στη φθορά, στην απουσία νοήματος ζωής, στο άγχος και την αγωνία, στον χωρισμό από το Θεό, τον συνάνθρωπο, τον κόσμο.
Αυτά είναι και τα χαρακτηριστικά ενός πολιτισμού μακριά από τον Θεό. Αυτά είναι και τα χαρακτηριστικά της εποχής μας. Το ακάθαρτο πνεύμα του αιώνος τούτου μας δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι μέσα στις ηδονές, στην παντογνωσία, στην επιστήμη, στις τέχνες του κόσμου είμαστε αυτάρκεις και ελεύθεροι. Αλλά δεν μπορούμε να νικήσουμε τον χρόνο και τον θάνατο, γιατί ο Θεός δεν υπάρχει στη ζωή μας. Κι έτσι, μέσα στην αμαρτωλότητά μας, μέσα στο γεγονός ότι είμαστε χωρισμένοι από το Θεό, ενώ μας δόθηκε η ελευθερία, δεν είμαστε ελεύθεροι. Το ακάθαρτο πνεύμα του αιώνος τούτου μας εγκλωβίζει στον εαυτό μας. Μας κάνει να μην μπορούμε να ακούσουμε το Θεό, τον συνάνθρωπο, τον κόσμο ολόκληρο. Μας κάνει αναίσθητους μπροστά στον πλησίον μας, στις ανάγκες του, στους προβληματισμούς του, στις θλίψεις του. Μας κάνει άλαλους, εγκλωβισμένους στην οθόνη της τηλεόρασης και του υπολογιστή, αφοσιωμένους στην εργασιομανία μας, ανίκανους να μοιραστούμε συναισθήματα, προβληματισμούς, αγωνίες με τους άλλους, γιατί δεν έχουμε χρόνο και διάθεση, ούτε και για παιδιά μας πολλές φορές. Το ακάθαρτο πνεύμα του αιώνος τούτου μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον θάνατο, γιατί μας κάνει να θανατώνουμε την καρδιά μας, παραδομένοι σε ένα πνεύμα στενού ορθολογισμού, που μας καθιστά ανίκανους να αγαπήσουμε και να το δείξουμε στο Θεό, στον συνάνθρωπο, στον κόσμο. Όταν μόνη έγνοια είναι ο εαυτός μας, τότε έχουμε κλειστεί σ’ αυτόν και δεν μπορούμε να ανοιχτούμε. «Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον, είμαστε κιόλας νεκροί», όπως λέει ο ποιητής (Τ. Λειβαδίτης).
Ο Χριστός είναι ο μόνος που μπορεί να θεραπεύσει τον άνθρωπο, τον καθέναν μας από το ακάθαρτο πνεύμα του αιώνος τούτου. Αρκεί να διακρίνουμε ότι υπάρχει και μας έχει καταλάβει. Γιατί αυτό είναι το παράδοξο του ανθρώπου σήμερα. Δεν βλέπει, δεν ακούει, δεν πιστεύει ότι υπάρχει ακάθαρτο πνεύμα. Και η ζωή μας κινείται στη δούλεψή του, χωρίς εκείνο να αποκαλύπτεται. Η πορεία στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η πνευματική αυτή στάση αποτελεί για τον καθέναν μας μία πρόκληση να δούμε πόσο επηρεασμένοι από το ακάθαρτο πνεύμα είμαστε και πώς μπορούμε να αντισταθούμε. Κι αυτή η αντίσταση γίνεται στη ζωή της Εκκλησίας. Όχι όμως βάζοντας άλλους να προσεύχονται, να μιλούν, να αγωνιούν για μας, αλλά απευθυνόμενοι ο καθένας μας προσωπικά στο Χριστό. Γιατί δεν συναντάμε εκπροσώπους στην Εκκλησία, αλλά τον Χριστό. Εκκλησία είμαστε όλοι μας. Αν δεν προσπαθούμε ο καθένας μας να μιλήσει στο Χριστό, θα επαναπαυόμαστε στο ότι κάποιοι προσπαθούν για μας, αλλά εμείς θα παραμένουμε άλαλοι και κωφοί. Και το ακάθαρτο πνεύμα φεύγει μόνο με την δική μας συνάντηση, την προσωπική, με τον Κύριό μας. Ας είναι αυτό το μήνυμα το κλειδί για να εντείνουμε τις πνευματικές μας προσπάθειες στο δεύτερο μισό της Τεσσαρακοστής. Και ο Κύριος θα μας ανεχθεί, θα μας βοηθήσει στην αδυναμία της πίστης μας και θα μας θεραπεύσει.