Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Απριλίου 15, 2011

Μήνυμα Πατριάρχη Ιεροσολύμων Θεοφίλου για το Πάσχα

«Χριστός εγερθείς εκ νεκρών, ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος Αυτού ουκέτι κυριεύει»  (Ρωμ. 6, 9 ).
Ποία αύτη η των Ορθοδόξων ευσεβής και πολυπληθής μεσονύκτιος ομήγυρις; Προς τι αύτη η λειτουργική σύναξις τιμίων μελών της Σιωνίτιδος Εκκλησίας και ευλαβών προσκυνητών, αθρόως προστρεξάντων «εκ δυσμών και βορρά και θαλάσσης και εώας;» Τίνα ζητούμεν; Τίνα αναμένομεν ιδείν;  Τι τα μύρα συμπαθώς τοις δάκρυσι κιρνώμεν;
Ως εικός εξήλθομεν και ημείς, όρθρου βαθέος, δίκην μυροφόρων γυναικών, ζητούντες ιδείν «Ιησούν τον Ναζαρηνόν, τον εσταυρωμένον» (Μαρκ. 16, 6),  Ούτινος τον τάφον τούτον οι άρχοντες των Ιουδαίων «ησφαλίσαντο σφραγίσαντες τον λίθον μετά της κουστωδίας» (Ματθ.27, 66)  Προ τούτου ιστάμενοι έκπληκτοι και έκθαμβοι, ακούομεν νοερώς υπό του εν αυτώ καθίσαντος λαμπροφόρου αγγέλου: «ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε, ίδε ο τόπος όπου έθηκαν Αυτόν» (Μαρκ. 16, 6), «ούτος προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν, εκεί Αυτόν όψεσθε, καθώς είπεν υμίν» (Μαρκ. 16, 7).
Όντως, αύτη είναι η πάνσοφος  οικονομία του Θεού δια την σωτηρίαν ημών. Αύτη η οικονομία Αυτού δια την απαλλαγήν ημών από του διαβόλου και του θανάτου, από της αμαρτίας και της φθοράς αυτής, η Ανάστασις του δι’ ημάς ενανθρωπήσαντος και σταυρωθέντος  Μονογενούς Υιού Αυτού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Ούτος την προσληφθείσαν  ανθρωπίνην φύσιν  ημών έφερε μεθ’ Εαυτού εις τον Σταυρόν και εις τον Άδην και ανέστησε και εις τον ουρανόν ανεβίβασε  και εκ δεξιών του Ανάρχου Πατρός Αυτού εις το διηνεκές εκάθισεν.
Ω σοφίας και δυνάμεως, ω ευσπλαχνίας και αγάπης  Θεού ! Ο πλάσας ημάς, εν τω Σταυρωθέντι και Αναστάντι  Υιώ Αυτού ανέπλασε  και ανεμόρφωσε και εζωοποίησε και ανεκάλεσεν, ίνα ζώμεν εν κοινωνία μετ’ Αυτού και μεθ’ ημών εν τω σώματι του Μονογενούς  Υιού Αυτού, εν τη αενάω και σωτηριώδει οάσει και τω τερπνώ και μυριπνόω παραδείσω  της Εκκλησίας.
Αυτού αναληφθέντος εις τους ουρανούς και του Παρακλήτου επιφοιτήσαντος επί τους αγίους μαθητάς και αποστόλους, η Εκκλησία  ανά την Οικουμένην και ανά τους αιώνας αποτελεί φανέρωσιν του έργου της δυνάμεως και της δόξης Αυτού.
Εν τη Εκκλησία  τα τέκνα του Θεού, τα πριν διεσκορπισμένα, συνηγμένα νυν εις εν,  ευσεβούν, σωφρονούν, ομονοούν, ειρηνεύουν, εργάζονται και συνεργάζονται και δημιουργούν  έργον θαυμαστόν, επιτελούν  «όσα εύφημα, όσα άγια, όσα δίκαια, ει τις αρετή και ει τις έπαινος πρέπει τοις αγίοις» (Φιλιππ. 4, 8). Τα μέλη της Εκκλησίας αποτελούν την μικράν ζύμην, ήτις  αθορύβως μεν και ανεπαισθήτως, δυναμικώς δε, ποιοτικώς και αυξητικώς όλον το φύραμα της κοινωνίας ζυμοί (Α  Κορ. 5, 7).
Το έργον τούτο, ποιμαντικόν, φιλανθρωπικόν, κοινωνικόν προσκυνηματικόν και ειρηνευτικόν, επιτελεί ανά τους αιώνας και η Εκκλησία των Αγίων Τόπων, η οποία  ανοικταίς αγκάλαις υποδέχεται υμάς, ω  ευλαβείς προσκυνηταί, η Εκκλησία, η ζώσα και ποιμαίνουσα μετά της Αγιοταφιτικής Αυτής Αδελφότητος εις τους τόπους τούτους της κατά σάρκα  εμφανείας, της σταυρώσεως και της αναστάσεως  του ιδρυτού Αυτής.
Αύτη η Εκκλησία δέεται καθ’ εκάστην επί του Παναγίου και Ζωοδόχου  τούτου Τάφου και επί πάντων των Παναγίων προσκυνημάτων, υπέρ των εμπεπιστευμένων αυτή πιστών τέκνων αυτής και των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών, προσκυνητών, Επιτρόπων και συνδρομητών, υπέρ υγιείας, ευσταθείας, ευημερίας, προκοπής, προόδου και σωτηρίας.
Εν τη χαρά, όθεν, και ελπίδι και δυνάμει της Αναστάσεως, αναφωνήσωμεν: «Χριστός Ανέστη», δόξα τη Αυτού τριημέρω εγέρσει.

Εν  τή  Αγία  Πόλει  Ιερουσαλήμ   ΠΑΣΧΑ   2011.
Μετά Πατρικών ευχών και Πατριαρχικών Ευλογιών,
Διάπυρος προς Κύριον Ευχέτης,
ΘΕΟΦΙΛΟΣ Γ’
Πατριάρχης Ιεροσολύμων

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2011

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2011
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Πατέρες καί ἀδελφοί, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !
Ἑμεῖς οἱ Νεοέλληνες, ζοῦμε πολύπλευρα τό Ἅγιον Πάσχα. Εἶναι ἀπό τίς μεγάλες ἐκεῖνες στιγμές μας πού σύγκορμα καί πολύπλευρα δεχόμαστε τόν πνευματικόν ἐρεθισμό καί τόν ἀποδίδουμε, πρέπει νά τόν ἀποδίδουμε σωστά.
Ἔχουμε καί ζοῦμε μέσα σέ μιά φύση πού ἀνασταίνεται πάγκαλη μέσα σέ θεῖο κι ἄτρεμο φῶς, φύση πού πλημμυρίζει τόν ἐσωτερικό πλέον κόσμο τοῦ ἀνθρώπου ἀπό φῶς, πού τοῦ μεταμορφώνει τά ὑλικά ὁράματα σέ πνευματικά, πού τοῦ ἐξάπτει τόν ἐνθουσιασμό νά ξαναπαλέψει μέ τόν ἑαυτό του καί τίς ἐναντιότητες τοῦ βίου, πού τόν ἐμπνέει νά νικήσει τόν κόσμο αὐτό καί νά τόν μεταπλάσει, νά τόν σφραγίσει μέ τό δικότου ὅραμα. Ἔχοντας αὐτές τίς καταβολές καί τίς δυνατότητες, γιορτάζει τό Πάσχα τό Ἔθνος μας, σάν ἕνα γεγονός ἀκένωτης ἐλπίδας : τήν νίκη τοῦ θανάτου καί τόν θρίαμβο τῆς πνευματικῆς αἰωνιότητας τοῦ ἀνθρώπου.
Μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου ὅλη ἡ φύση «συνωδύνει καί συστενάζει» μέ τόν ἄνθρωπο, γιά νά βγεῖ μαζί Του, μαζί μέ τόν Νικητή Θεό, σ’ ἕνα φῶς τέλειο καί μόνιμο, δίνοντας ἔτσι νόημα στίς πέντε πρῶτες μέρες τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό. Ἐδῶ ἡ φύση, λυρική, δωρική, τραγική, σ’ αὐτούς τούς βράχους, ποτέ δέν στάθηκε ξένη πρός τίς περιπέτειες τῶν Ἑλλήνων. Ἄλλοτε τούς συνοδεύει σιωπηλά, ὑπομνηματίζει τά δεινά ἤ τίς χαρές τους, ἄλλοτε μέ τρόπο μυστηριώδη, συμπρωταγωνιστεῖ. Καί πρέπει κάποτε κάποιος ἀφοσιωμένος μελετητής, μέ τέτοιο πρίσμα νά ξαναδεῖ ὅλη τή νέα μας λογοτεχνία, καί τόν Σολωμό, καί τόν Κάλβο, καί τόν Παπαδιαμάντη.
Κάτω ἀπό τέτοιους κανόνες βαθύτερης ἁρμονίας διεμόρφωσε ὁ Ἕλληνας τήν νεώτερη ἱστορία του. Ἀνάσταση στή φύση - ἀνάσταση στήν ψυχή - ἀνάστααση στό γένος : ἧταν ἕνας κανόνας τετράγωνος σάν ἀγκωνάρι, ἱκανός νά χωρέσει καί νά στηρίξει ἀκόμη καί τήν πιό ἀπλή ἑλληνική καρδιά. Κι’ αὐτός ὁ κανόνας, τετρακόσια χρόνια βαρειᾶς σκλαβιᾶς, τηρήθηκε μέ αἷμα, μέ Μάρτυρες, μέ θυσίες.
Ἡ Ἀνάσταση, ἡ ριζωμένη ἀπό τό Χριστιανισμό, ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέσα στίς ψυχές, μεγάλωνε τόν καημό τῆς ἐλευθερίας πού ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ Γένους. Ἡ ζωή ἔπρεπε νά ἐναρμονιστεῖ μέ τό φῶς καί τό ἄνθισμα τῆς γῆς, νά ἐναρμονιστεῖ μέ τό φῶς καί τήν ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο, διά τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Ὅσο ἡ φύση ἀνθοβολεῖ, ὅσο ἡ ψυχή πανηγυρίζει τήν σφραγισμένη μέ τό θεῖο γεγονός αἰωνιότητά της, τήν κατανίκηση τοῦ θανάτου καί τό σπάσιμο τῶν δεσμῶν τοῦ σκότους, τόσο ὁ Νεοέλληνας πού ἀπό καταβολῆς τῆς πατρίδας του λαχταρᾶ γιά φωτεινά καί ἁρμονικά βιώματα, ἀγωνίζεται νά ἐπιβάλει τόν ἴδιο νόμο τῆς ἐλευθερίας καί τοῦ πνευματικοῦ θριάμβου πάνω στήν ἐθνική του ζωή. Μᾶς συγκινεῖ καί μᾶς ἐντυπωσιάζει, ἐμᾶς τούς ἄσωτους καί τούς ἀμαρτωλούς τοῦ αἰώνα, ὅταν διαβάζουμε σέ ἀπομνημονεύματα ἀγωνιστῶν τοῦ Εἰκοσιένα πώς ὄχι μονάχα συναρτοῦν τήν ἐλευθερία τοῦ Γένους μέ τό θέλημα τοῦ ἀναστημένου Κυρίου ἀλλά καί καθορίζουν τήν ἔναρξη τῶν ἀγώνων τους, συχνά, ἐκεῖ κοντά στό Πάσχα, τότε πού θριαμβεύει στίς καρδιές ἡ Ἐλευθερία.
Ὑπάρχει κάποιο βαθύ, ἀνέγγιχτο, καί ὑποβλητικό μυστήριο ἐδῶ. Ἡ Ὁρθοδοξία κράτησε ὡς κύρια γιορτή της τό Ἅγιον Πάσχα. Εἶναι Ἐκκλησία ὀδύνης καί θριάμβου, θανάτου καί ἀναστάσεως. Ἡ Ἀδιαίρετη Ὁρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία τήν κράτησε, ὄχι μονάχα γιατί ἁρμόζει στό κλίμα καί στό φῶς τῶν τόπων ὅπου φέγγει πνευματικά αὐτή, ἀλλά γιατί ταιριάζει στό ὕφος καί στό ἦθος της, γιατί ἐναρμονίζεται οὐσιαστικά μέ τά δόγματά της. Τήν κράτησε ἀκόμη γιατί σάν νά ἤθελε νά ἐναρμονίση τό παρελθόν μέ τό μέλλον της ἡ Ἁγιωτάτη μας Ἐκκλησία τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, σά νά προϊδέαζε τό μέλλον της, τό μαρτυρικό, περιπετειῶδες, ποτισμένο μέ δάκρυα, σά νά ἔκαμε μιά ξεχωριστά, μοναδικά βαρυσήμαντη πρόβλεψη διαλέγοντας τό αἱματοβαμμένο Πάσχα σάν σύμβολο ἀκραῖο καί ὕψιστο τῆς πνευματικῆς της ὑποστάσεως – καί σέ ἀντίθεση μέ τόν εὐδαίμονα, τόν συχνά χωρίς νεῦρο, ἀποκεκομμένο έκ τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας Χριστιανισμό τῆς Δύσεως.
Τά Χριστούγεννα εἶναι γιορτή χαμηλόφωνη, ἁπαλή, βελουδένια, ὅπου ὅλα εἶναι τρυφερά καί λευκά. Τό Πάσχα εἶναι ἡ ἀκμή τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ ἀνδρεία τοῦ πνεύματος, ἡ μεγάλη μάχη, οἱ πληγές καί τά αἵματα, οἱ ὀδύνες, ἡ κάθοδος στόν Ἅδη, ἡ ἄνοδος στό αἰώνιο πνευματικό φῶς τῆς νίκης καί τῆς μοναδικῆς χαρᾶς τοῦ ἀνθρώπου : τῆς χαρᾶς πώς ἀποκαλύφτηκε καί βεβαιώθηκε ἡ αἰωνιότητά του. Τά Χριστουγεννα εἴμαστε τρυφεροί καί ὑπομονετικοί. Τό Πάσχα ὅμως λαχταροῦμε γιά ἐλευθερία πού μᾶς ὑποσχέθηκε ἡ ἔλευση τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, πού τώρα πρέπει νά παλέψουμε καί νά λάβουμε. «Συνεσταυρώθημεν τῷ Χριστῷ ἵνα μετ’ αὐτοῦ συνεγερθῶμεν». Γιορτή κορυφαία, γιά ἀλύγιστες ραχοκοκαλιές, γιά μέτωπα σεμνά καί καθάρια, «πανήγυρις πανηγύρεων». Τέτοια ἀναστήματα ὕψωσε κι ἀτσάλωσε, τέτοια μέτωπα ἐφώτισε τό Γένος μέσα στή σκλαβιά.
Ὁ πόνος του, ἡ δοκιμασία του, ἡ ταπείνωσή του ἀπό τόν βλάσφημο καταχτητή, ἦταν ὁμόλογα πρός τήν ταπείνωση τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἐξουθένωσή του ἀπό τήν ὕβρι τοῦ θανάτου, ὁμόλογα μέ τά πάθη τά ἄχραντα τοῦ Χριστοῦ. Μέ τέτοιαν ἁρμονία, μέ τέτοιο νόημα πνευματικό, χωρίς πολλές κι ἀνούσιες φιλοσοφίες, ἐνοραματικά θά ’λεγα, ἔζησε ὁ Ἕλληνας τίς δοκιμασίες του καί ἡ Ἄνάσταση τοῦ Χριστοῦ γαλβάνισε τό πνεῦμα του μέ τήν βεβαιότητα καί τῆς ἐθνικῆς του ἀναστάσεως κι’ ἐλευθερίας. Τό Πάσχα ἦταν ὅραμα καί βίωμα, καί μέ τό μέτρο τῆς Ἀναστάσεως, σά νίκης κατά τοῦ σκότους τῆς δουλείας καί θριάμβου τῆς ἐλεύθερης καί ὑπεύθυνης ζωῆς, ἔζησε καί πάλεψε ὁ Νεοέλληνας. Ἡ Ὁρθοδοξία, Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως, στάθηκεν ἡ τροφός του.
Ὅλο τό Εἰκοσιένα εἶναι πλασμένο στόν ἡρωικό τόνο τῆς Ἀναστάσεως. Περήφανη ἄρνηση τῆς ὑποταγῆς στό σκότος, πόνος καί πάθος ἐλευθερίας, ἀψηφησιά τοῦ θανάτου ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ πού κατατρόπωσε τόν θάνατο, πίστη στήν ἀθανασία. Ὁλόκληρος ὁ Νεοελληνισμός εἶναι καρπός μιᾶς τέτοιας, Χριστιανικῆς καθάρσεως πού συντελέστηκε ὅταν τό θεῖο δρᾶμα ἔφτασε στήν Ἀνάσταση κι ἀπό ’κεῖ στήν δόξα τῆς Ἀναλήψεως.
Στήν ἀρχαιότητα ὁ θάνατος ἦταν δεινή ὕβρις∙ καί ἡ δουλεία εἶναι γιά τό Ἔθνος δεινή, ἐπίσης, ὕβρις, γιατί ἰσοδυναμεῖ μέ τόν θάνατο. Κι ἀφοῦ ὁ θάνατος νικήθηκε ἀπό τόν Χριστό, πρέπει καί ἡ δουλεία νά νικηθεῖ ἐν ὁνόματί Του. Ἡ ἀρετή ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν συνοδεία τῶν πράξεων. Καί οἱ πράξεις εἶναι ὑπεύθυνες ὅταν γίνονται ἐλεύθερα, μέσα σέ ζωή πού κινεῖται κι ἀναπτύσσεται ἐλεύθερα. Καμιά ἀρετή δέν ἔχει ἀξία ὅταν εἶναι προϊόν βίας∙ γιατί ἡ ἀρετή ζεῖ μονάχα ἐν ἐλευθερία. Ἔτσι, ἡ ἐλευθερία συνάπτεται ἀξεχώριστα μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί γίνεται Ἐκεῖνος ὁ πατέρας τοῦ Νεοελληνισμοῦ, καί τό Πάσχα, πηγή ἐμπνεύσεων καί ἐξάρσεων τοῦ Γένους.
Καθώς τά μάτια καί ἡ καρδιά μας γεμίζουν πασχαλιάτικο φῶς, δέ θέλουμε νά ξεστομίσουμε δυσάρεστη κουβέντα, θέλουμε νά παραμερίσουμε ὅλα τά σύνεφα, νά λησμονήσουμε τήν ὑλοφροσύνη πού ἐκθηλύνει τήν νεοελληνική ζωή, πού τήν προδίδει καί πού γίνεται νέα, ἐξολοθρευτική δουλεία, νά λησμονήσουμε γιά λίγο τήν ἀπιστία, πού ὅσο πάει νεκρώνει τίς ψυχές καί τίς στερεῖ ἀπό τό θεμέλιο ἐκεῖνο πού πάνω του στηρίχτηκε τό Εἰκοσιένα καί ἡ νεοελληνική μας ζωή.
Ἀναμφισβήτητα, καί σήμερα, στήν πολυδύναμη κρίσι, τό Πάσχα εἶναι, πρέπει νά εἶναι τό μοναδικό νεοελληνικό ὅραμα καί βίωμα, κανόνας ζωῆς καί δράσης, ἀφοῦ σημαίνει ἐλευθερία, καί ἁρμονία, ἀφοῦ ἀποδίδει τήν ἀρετή ἀπαραχάραχτη, ἀφοῦ ἐκφράζει ὅ,τι πιό μύχιο, λυτρωτικό, ἀρρενωπό, καίριο ἔχει τό Ἔθνος μας. Πάνω στίς δυνατές καρδιές στέκεται ὁ Χριστός, στέκεται καί πατεῖ ἡ Ἐλευθερία.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Ἡ εὐτυχία νὰ εἶσαι γονιὸς

Γανωτῆς Κωνσταντῖνος



Ὅταν εἶδε ὁ Θεός, τὸν κόσμο, ποὺ δημιούργησε, εἶδε ὅτι εἶναι καλὸς καὶ μάλιστα, ὅταν τὸν εἶδε μετὰ τὴ δημουργία τοῦ ἄνθρωπου, ὁ κόσμος ἦταν "καλὸς λίαν", πολὺ ὡραῖος.

Μέσα στὰ "λίαν καλά" τῆς δημιουργίας, ἀσφαλῶς καὶ ἡ γονικὴ λειτουργία τῶν ἀνθρώπων. Κι ἐπειδὴ ἡ θέα τοῦ καλοῦ κόσμου τοῦ Θεοῦ κινεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ, ἡ δωρεὰ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο νὰ γίνεται γονιὸς εἶναι αἰτία χαρᾶς, ἰσόβιας χαρᾶς, δηλαδὴ εὐτυχίας.

Ὅπως ὅλες ὅμως οἱ δωρεὲς τοῦ Θεοῦ, κρατοῦν τὴν ἀλήθειά τους καὶ κάνουν τὴ ζωὴ μας ὡραία, ὅταν λειτουργοῦν μέσα στὰ πλαίσια τοῦ θείου νόμου, ἔτσι καὶ ἡ γενικὴ λειτουργία μπορεῖ νὰ εἶναι ἀληθινὴ καὶ χαροποιός, μπορεῖ ὅμως καὶ νὰ διαστραφεῖ καὶ νὰ γίνει δαιμονική.

Ὅταν ὁ γονιὸς ζεῖ ἀληθινὴ χριστιανικὴ ζωή, αἰσθάνεται καὶ τὴ δική του εὐτυχία νὰ εἶναι μέσα στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐτυχία νὰ ἀνατρέφει τὰ τέκνα του μέσα στὴν χαρὰ καὶ στὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

Ὅσοι νέοι ἀποφεύγουν τὸ γάμο προβάλλουν τὸ ἐπιχείρημα τῆς πεζότητας ποὺ ἔχουν οἱ ἀσχολίες τῶν ἐγγάμων καὶ ἰδιαίτερα τῶν γονέων. Βέβαια σχεδὸν κανεὶς ἀπ’ αὐτοὺς δὲν θυσιάζει οὔτε ἀπαξιώνει τὴ σεξουαλικότητα.

Ἔτσι ἀπομονώνουν ἀπ' ὅλη τὴ λειτουργία τῆς συζυγίας τὴν ἐπιδερμικὴ ἡδονὴ καὶ παίρνουν μόνον αὐτή. Δὲν μποροῦν ὅμως νὰ ἐξηγήσουν γιατί σ’ αὐτὲς τὶς σχέσεις τῆς ἀποκλειστικῆς σεξουαλικότητας παρατηροῦνται οἱ περισσότερες ἀποτυχίες, τὰ περισσότερα καὶ ἀγριότερα δράματα. Ἐμεῖς ξέρομε ὅτι ὅλες αὐτὲς οἱ δραματικὲς ἀποτυχίες ὀφείλονται στὴν ἔξοδο ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ Θεοῦ, στὸ σπάσιμο τῆς φυσικότητας.

Ἡ οἰκογένεια μὲ τὸ συζυγικὸ καὶ γονικὸ λειτούργημα ὄχι μόνο ἔχει τὴν ἀξιοπρέπεια καὶ τὴ χαρὰ τῆς αὐθεντικῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ καὶ τὸν ἔρωτα τὸν καταξιώνει, τὸν ὡριμάζει καὶ τὸν συντηρεῖ ὥς τὰ βαθιὰ γεράματα.

Βέβαια ἡ περιπέτεια, στὴν ὁποία πέφτει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ νὰ γίνει γονιός, ἔχει τὸ χαρακτήρα τοῦ μαρτυρίου· πονάει σωματικὰ καὶ ψυχικά, στερεῖται ὁρισμένες ἀπολαύσεις τῶν μοναχικῶν ἀνθρώπων, ἀγωνιᾶ, φοβᾶται, τελικὰ θυσιάζεται γιὰ τὴν εὐτυχία τῶν παιδιῶν του. Ἡ γονικὴ ἰδιότητα ἔχει τὰ στοιχεῖα τοῦ μαρτυρίου. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Ἐκκλησία μας βάζει στὸ ψηλότερο βάθρο τοὺς μάρτυρες, οἱ γονεῖς ἔχουν καὶ τὴν ἀξία μαρτύρων ἀλλὰ καὶ τὴ χαρὰ τῶν μαρτύρων, αὐτὴ τὴ χαρά, ποὺ εἶπε γι' αὐτὴν ὁ Χριστός μας: "καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν, οὐδεὶς αἴρει ἀφ ὑμῶν".

Ἐκεῖνο ποὺ φέρνει περισσότερο πόνο ἀπὸ τὴ λειτουργία τοῦ γονιοῦ, εἶναι ἡ ἀποτυχία του νὰ παίξει τὸ ρόλο του σωστά, ἡ διαπίστωση τῆς ἀνωριμότητάς του μπροστᾶ στὰ σύγχρονα προβλήματα. Ὅταν εἶναι ταπεινὸς ὅμως καὶ ὁμολογεῖ τὴν ἀνεπάρκειά του, αὐτὸ διασώζει τὴ γλυκιὰ σχέση τοῦ γονιοῦ μὲ τὰ παιδιά του. Ἔτσι ὁ γονιὸς ἀφίνει χῶρο μέσα στὴν οἰκογένειά του, ἀνάμεσα σ' αὐτὸν καὶ στὰ παιδιά του νὰ παρουσιαστεῖ μυστικὰ ὁ Χριστὸς καὶ νὰ ἀρωματίσει τὴν οἰκογενειακὴ ἀτμόσφαιρα.

Ὅταν ὁ γονιὸς μὲ τὴ συμπεριφορὰ του ἀφίνει νὰ φανεῖ στὰ παιδιὰ πὼς εἶναι ὁ Χριστὸς κι ὄχι πὼς εἶναι ὁ ἴδιος, ὅτι προβάλλει τὸ κῦρος τοῦ Χριστοῦ κι ὄχι τὸ δικό του, ὅταν κατανοηθεῖ τελικὰ ὅτι ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ παιδιὰ κι ὄχι γιὰ τὴ δική του προβολή, τότε καὶ τὰ παιδιὰ μερώνουν καὶ ὡριμάζουν καὶ ὁ γονιὸς ἄθελά του στολίζεται μὲ τὰ διάσημα τῆς ἁγιότητος.

Τὰ παιδιὰ ὅμως εἶναι ἐλεύθεροι ἄνθρωποι καὶ μποροῦν νὰ ἀθετήσουν καὶ τὴν καλύτερη ἀγωγή. Καὶ τότε ὁ γονιὸς θὰ ἀντλήσει ἀπ' αὐτὸ τὴ μεγαλύτερη δυστυχία. Ὅταν μοῦ προβάλλουν αὐτὴ τὴ δύσκολη ἀντίρρηση, ἀπαντῶ ὅτι σ' αὐτὴ τὴ θέση βρέθηκε καὶ ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἀνταρσία τῶν ἀγγέλων καὶ τὴν παρακοὴ τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ ὅμως ἦταν ὁ Σταυρὸς τοῦ Υἱοῦ του καὶ ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ, ὅσο κι ἂν στὰ μάτια τοῦ κόσμου (τὰ κοσμικὰ) φαίνεται σὰν ὀνειδισμός.

Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη εὐτυχία στὸ κόσμο ἀπὸ τὴν εὐτυχία τοῦ γονιοῦ, ποὺ βλέπει τὰ παιδιά του νὰ ἀντιγράφουν τὶς ἀρετές του. Ἔτσι αἰσθάνεται ὅτι παραδίδει μία κληρονομιὰ ὄχι μόνο στὰ παιδιὰ του ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα καὶ γιὰ τώρα καὶ γιὰ τοὺς αἰῶνες, ποὺ ἔρχονται.

Πάντως δὲν μπορεῖ νὰ εὐτυχήσει οὔτε ἡ οἰκογένεια οὔτε ὁ γονιός, ἂν δὲν καλλιεργηθεῖ μέσα στὴν οἰκογένεια ἡ ἄσκηση τῆς ὀλιγάρκειας, τῆς φιλαλληλίας, τοῦ φιλότιμου. Αὐτὰ ὅλα εἶναι σχετικὰ εὔκολα στὴν πολύτεκνη οἰκογένεια. Ἔτσι καὶ ὁ πολύτεκνος γονιὸς ἀντίθετα μὲ τὴν κοσμικὴ λογικὴ εἶναι ὁ εὐκολότερα εὐτυχισμένος γονιός. Γιατί ξέροντας ὅτι δὲν εἶναι ἐπαρκεῖς οἱ δικές του δυνάμεις, καταφεύγει στὴν προσευχὴ καὶ τότε γίνεται δυνατός

Ἡ ἀληθινὴ καὶ ἡ ἀπατηλὴ ζωή

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))




Θὰ ἤθελα νὰ βάλω πλάι-πλάι δύο ρητὰ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ τὰ ὁποῖα διευρύνουν καὶ ρίχνουν φῶς τὸ ἕνα στὸ ἄλλο: στὴν ἐπιστολή του πρὸς Ἐφεσίους (5. 18) ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει: «μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία, ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν Πνεύματι, λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ὠδαῖς πνευματικαῖς». Τὴ μέρα πάλι τῆς Πεντηκοστῆς ὅταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε στοὺς Ἀποστόλους κι ἐκεῖνοι βγῆκαν ἀπὸ τὸ ὑπερῶο γεμᾶτοι δέος καὶ θαυμασμὸ γιὰ τὴν ἔμπνευση ἐκείνη, ἔμπνευση ἀληθινή, γεμᾶτοι μὲ τὸ ἴδιο τὸ πνεῦμα τῆς ζωῆς, τὸ πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας, τῆς ἀγάπης, τῆς χαρᾶς, οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς ἔβλεπαν καὶ τοὺς ἄκουγαν τοὺς πῆραν γιὰ μεθυσμένους ἐφ' ὅσον τοὺς ἔβλεπαν σὲ μία τέτοια ἔξαρση μὲ κατάπληξη καὶ μὲ ἀμφιβολία εἶπαν: «γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί» (Πρ. 2.13). Ἂν συνδέσουμε τὰ δύο αὐτὰ ρητὰ ἔχουμε μπροστὰ μας ὁλόκληρο τὸ πρόβλημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

Ὅταν ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει: «μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία» δὲν ἐννοεῖ ἁπλῶς ὅτι ὁ μεθυσμένος συμπεριφέρεται χωρὶς ντροπή· ἀναφέρεται σὲ κάτι πολὺ πιὸ οὐσιῶδες καὶ σημαντικό: τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἕνα εἶδος ἔμπνευσης, τὸ ἕνα εἶδος μέθης εἶναι δυνατὸ νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ ἄλλο. Καλούμαστε στὴ ζωὴ αὐτὴ νὰ εἴμαστε φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ χαρὰ τῆς αἰώνιας ζωῆς θὰ πρέπει νὰ ξεχειλίζει ἀπὸ μέσα μας καὶ νὰ προσφέρεται μὲ ἀγάπη, ἡ Θεϊκὴ ζωὴ θὰ πρέπει νὰ λάμπει μέσα μας καὶ νὰ μᾶς γεμίζει μὲ δημιουργικὴ ἔμπνευση παρ' ὅλ' αὐτὰ ὅμως πόσο συχνὰ δὲν ψάχνουμε ἄλλου γιὰ ἔμπνευση: στὸ ἐπίπεδο τῶν φυσικῶν ἐμπειριῶν, στὸ κρασὶ τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ δώσει σὲ κάποιον τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ὅλα πᾶνε καλά, ὅτι εἶναι δυνατός, ὅτι οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς εἶναι ἕνα τίποτα, ὅτι ἡ θλίψη ἔχει περάσει, ὅτι ἔχει μπεῖ σὲ ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο τὰ πάντα εἶναι στὸ χέρι του καὶ στὸν ὁποῖο εἶναι βασιλιὰς καὶ κύριος.

Πιὸ συχνὰ ὅμως μεθᾶμε μὲ ὁ,τιδήποτε ἀντικαθιστοῦμε τὸ Θεό, μὲ ὁ,τιδήποτε χρησιμοποιοῦμε σὰν ὑποστήριγμα τῶν ζωῶν μας ἐφ' ὅσον πρέπει ἀπὸ κάπου νὰ παίρνουμε τὴ ζωή. Εἶναι ἀδύνατο νὰ ζεῖ κανεὶς χωρὶς τὴν ἔμπνευση, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ μεθύσουν μὲ ὁ,τιδήποτε ἔχουν στὴ διάθεσή τους προσπαθώντας νὰ γεμίσουν τὸ κενὸ ὅταν τοὺς λείπει ἡ ἀληθινὴ ἔμπνευση.

Στὴν προσευχὴ αὐτὸ συμβαίνει συχνὰ στὴν περίπτωση ποὺ τὸ πρόσωπο δὲν ἀναζητᾶ μὲ πόθο καὶ μὲ ἐλπίδα τὸν Κύριό του, ἀλλὰ κάποιο εἶδος ἱκανοποίησης, ἕνα γαλήνεμα τῆς καρδιᾶς ἤ ἕνα σπινθήρα ζωῆς· συμβαίνει ἔτσι συχνὰ ἐνῶ προσευχόμαστε νὰ παρερχόμαστε τὸ Θεὸ καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ χρησιμοποιοῦμε τὸ ὄνομά Του, τὴν παρουσία Του, τὸ πλησίασμα τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μᾶς δώσουν ἕνα στιγμιαῖο ἐνθουσιασμό, γιὰ νὰ μᾶς κάνουν νὰ αἰσθανθοῦμε ζωντανοὶ ἔστω καὶ γιὰ μιὰ στιγμή. Μὴν ἐπιτρέψετε στοὺς ἑαυτούς σας νὰ μεθύσουν μὲ ὁ,τιδήποτε, διότι αὐτὸ θὰ εἶναι ἕνα ἀντικατάστατο.

Ὑπάρχουν βέβαια καὶ διαφορετικὰ εἴδη μέθης. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος εἶναι μεθυσμένος μὲ τὴν αἰωνιότητα εἶναι δυνατὸ γιὰ μία στιγμὴ νὰ φανεῖ στοὺς ἄλλους μεθυσμένος μὲ κρασὶ αὐτὸ ὅμως εἶναι μόνο μιὰ ψευδαίσθηση καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς προειδοποιεῖ γι' αὐτὸ τὸ πράγμα: μᾶς λέει νὰ εἴμαστε προσεκτικοί, νὰ ἔχουμε ἀπόλυτη αὐτοκυριαρχία, αὐτοκυριαρχία μέχρι τέλους γιατί τὸ νὰ μεθᾶς μὲ τὴ γῆ ἐνῶ ἀναζητᾶς τὸν οὐρανὸ εἶναι ἀσωτία καὶ προδοσία.

15 Απριλίου Συναξαριστής

15 Απριλίου Συναξαριστής

Κρήσκεντος Μάρτυρος, Λεωνίδου Ἐπισκόπου, Ἀναστασίας καὶ Βασιλίσσης, Θεοδώρου καὶ Παυσολυπίου Μαρτύρων, Σουκίου καὶ τῶν σὺν αὐτῶ δέκα ἐννέα Μαρτύρων, Μαξίμου καὶ Ὀλυμπιάδος Μαρτύρων, Πατέρνου, Μστισλάβου-Θεοδώρου πρίγκιπα, Βασιλείου Θαυματουργοῦ, Διονυσίου Ὁσίου, Ἀνανίου Ἱερομάρτυρα.


Ὁ Ἅγιος Λεωνίδης Ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν (Ἑορτὴ Λεωνίδας)


Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ἅγιος Λεωνίδης, Ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 250 μ.Χ. Σὲ κάποιους ἀπὸ τοὺς Κώδικες ἀναφέρεται ὡς Μάρτυς, γεγονὸς ὅμως ποὺ δὲν ἀποδεικνύεται.




Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ποιμὴν ἱερώτατος, καὶ Ἱεράρχης σοφός, τῆς πόλεως γεγονός, τῶν Ἀθηνῶν τῆς κλεινῆς, Λεωνίδα μακάριε, ὅθεν ἱερατεύσας, τῷ Σωτήρι ὁσίως, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, καὶ τὴν πλάνην καθεῖλες. Καὶ νῦν Πάτερ ἱκέτευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.




Οἱ Ἁγίες Ἀναστασία καὶ Βασίλισσα μαθήτριες τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου

Οἱ Ἁγίες Βασίλισσα καὶ Ἀναστασία, οἱ Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, κατάγονταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἤσαν εὐγενεῖς καὶ πλούσιες. Ὑπῆρξαν μαθήτριες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου καὶ ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Νέρωνος (54-68 μ.Χ.). Μετὰ τὸν θάνατο τῶν δυὸ Ἀποστόλων περισυνέλεξαν νύχτα τὰ τίμια λείψανά τους καὶ τὰ κήδευσαν.
Ἔγιναν ὅμως ἀντιληπτὲς καὶ κατηγορήθηκαν καὶ οἱ ἴδιες στὸν ἀσεβῆ καὶ παράφρονα Νέρωνα ὡς Χριστιανές. Αὐτὸς ἀμέσως ἔστειλε στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι τὶς συνέλαβαν καὶ τὶς ὁδήγησαν ἐνώπιόν του δεμένες μὲ ἁλυσίδες. Ὁ αὐτοκράτορας προσπάθησε νὰ τὶς ἐξαναγκάσει μὲ τὴ βία νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό.
Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τὶς ἔπεισε, τὶς ἔκλεισε στὴν φυλακή. Ἀργότερα, ἀφοῦ τὶς ἔβγαλε ἀπὸ τὴ φυλακή, τὶς τιμώρησε μὲ διάφορους τρόπους. Ἀπέκοψε τοὺς μαστοὺς καὶ τὶς γλῶσσες τους καί, ἀφοῦ τὶς κρέμασε, τὶς ἔγδαρε καὶ τὶς κατέκαψε μὲ ἀναμμένες δᾴδες. Στὸ τέλος δὲ μὲ μαχαίρια ἀπέκοψε τὶς τίμιες κεφαλές τους καὶ ἔτσι οἱ δυὸ Ἁγίες ἀξιώθηκαν τῶν μαρτυρικῶν στεφάνων.


Οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος ὁ Πρεσβύτερος καὶ Παυσολύπιος οἱ Μάρτυρες

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδωρος καὶ ὁ Ἅγιος Μάρτυς Παυσολύπιος τελειώθηκαν διὰ ξίφους στὴ Θρᾴκη κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἀδριανοῦ (117-138 μ.Χ.). Ἡ Σύναξη αὐτῶν ἐτελεῖτο στὸ γηροκομεῖο τοῦ Μελοβίου.



Ὁ Ἅγιος Σούκιος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῶ δέκα ἐννέα Μάρτυρες

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σούκιος καὶ οἱ Χριστιανοὶ ποὺ μαρτύρησαν μαζί του, ἄθλησαν κατὰ τὸν 2ο αἰῶνα μ.Χ. στὴ Γεωργία.











Ὁ Ἅγιος Κρήσκης ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κρήσκης καταγόταν ἀπὸ τὰ Μύρα τῆς Λυκίας. Προερχόταν ἀπὸ ἔνδοξη καὶ περιφανῆ γενεὰ καὶ ἀνατράφηκε μὲ εὐσέβεια. Σὲ μεγάλη ἡλικία εὑρισκόμενος πλέον καὶ βλέποντας πολλοὺς νὰ προσκυνοῦν τὰ εἴδωλα, εἰσῆλθε στὸ μέσο αὐτῶν συμβουλεύοντάς τους νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ νὰ προσέλθουν στὸν Χριστὸ γιὰ νὰ σωθοῦν. Ἡ φλόγα τῆς πίστεως τοῦ ἔδωσε τὴ δύναμη τῆς νεότητας καὶ τοῦ ἀγῶνος.
Ὁ ἡγεμόνας, ὅταν ἔμαθε τί εἶχε συμβεῖ, τὸν συνέλαβε καὶ τὸν ὁδήγησε μπροστά του, καὶ ἐκεῖ τὸν ρώτησε γιὰ τὸ γένος, τὴν πατρίδα καὶ τὸ ὄνομά του. Ὁ Ἅγιος ὅμως δὲν ἔλεγε τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο ὅτι εἶναι Χριστιανός. Ὁ ἡγεμόνας τότε τοῦ πρότεινε νὰ θυσιάσει στοὺς θεοὺς μόνο ἐξωτερικά, νὰ προσκυνᾷ δὲ τὸν Θεὸ στὴν ψυχή του. Ὁ Ἅγιος ὅμως δὲν ἀποδέχθηκε μία τέτοια πρόταση καὶ ὁμολόγησε μὲ μεγάλη φωνὴ τὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἐλέγχοντας καὶ περιφρονώντας τὰ εἴδωλα. Ἔτσι, ἀκολούθησε τὸ μαρτύριο.

Τὸν κρέμασαν σὲ ξύλο, τὸν ἔγδαραν καὶ μὲ ἀναμμένες δᾴδες τοῦ κατέκαψαν τὰ πλευρά. Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ τὸν κατέβασαν ἀπὸ τὸ ξύλο, τὸν ἐξανάγκαζαν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ πάλι ἀρνήθηκε, οἱ δήμιοι ἄναψαν φωτιὰ καὶ τὸν ἔριξαν μέσα σὲ αὐτή, καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν ψυχή του πρὸς τὸν Θεό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῷ τῆς πίστεως ζήλω πτερωθεῖς τὴν διάνοιαν, πρὸς ἀθλητικὸς ἀριστείας ἀνδρικῶς προσεχώρησας, καὶ ὤφθης τοῦ Σωτῆρος κοινωνός, βασάνους ὑπὲρ φύσιν ἐνεγκῶν διὰ τοῦτο ἐδοξάσθης παρὰ Θεοῦ, Κρήσκη Θεομακάριστε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.

Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος καὶ Ὀλυμπιάδα οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Μάξιμος καὶ Ὀλυμπιάδα μαρτύρησαν στὴν Περσία κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.).



Ὁ Ἅγιος Πατέρνος

Ὁ Ἅγιος Πάτερνος γεννήθηκε στὴ Βρεττάνη τὸ ἔτος 500 μ.Χ. καὶ ἀκολούθησε, ὅπως καὶ ὁ πατέρας του, τὸν μοναχικὸ βίο. Ἵδρυσε μονὲς καὶ ναοὺς καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Βάννες τῆς Βρεττάνης. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 565 μ.Χ.




Ὁ Ἅγιος Μστισλάβος – Θεόδωρος πρίγκιπας Κιέβου

Ὁ Ἅγιος Μστισλάβος Βλαντιμίροβοτς, ὁ μετονομασθεῖς Θεόδωρος, γεννήθηκε τὴν 1η Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1076. Ὅταν ἔγινε δώδεκα ἐτῶν, στάλθηκε ἀπὸ τὸν παππού του, ποὺ ἦταν μεγάλος πρίγκιπας τοῦ Κιέβου καὶ ὀνομαζόταν Βσέβολοντ (1078-1093), γιὰ νὰ γίνει πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ.
Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Νόβγκοροντ ἀγάπησαν τὸν νεαρὸ πρίγκιπα. Καὶ τὸ ἔτος 1095 ἐκδίωξαν τὸν πρίγκιπα Δαβίδ, ὁ ὁποῖος κατέφυγε στὸ Σμολένκ, καὶ στράφηκαν πρὸς τὸν Μστισλάβο.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ παπποῦ του, ὁ Μστισλάβος κατέλαβε τὸν θρόνο τοῦ Ροστώβ. Σὲ ἡλικία δέκα ἐννέα ἐτῶν ὁ νεαρὸς πρίγκιπας κέρδισε μία μεγάλη νίκη κατὰ τοῦ θείου του Ὄλεγκ, ποὺ ἦταν πρίγκιπας τοῦ Τσέρνιγκωφ. Ὁ πρίγκιπας Ὄλεγκ εἶχε σκοτώσει τὸν ἀδελφό του Ἰζυασλάβο καὶ ἐπιτέθηκε στὸ Ροστὼβ καὶ στὴ Σουζδαλία, ποὺ ἀνῆκαν στὴ δικαιοδοσία τοῦ Μστισλάβου.
 Ὁ Ἅγιος, ὅμως, δὲν ἤθελε νὰ χυθεῖ ἀθῷο αἷμα. Ἤθελε νὰ κάνει εἰρήνη μὲ τὸν θεῖο του καὶ τὸν ἱκέτευσε νὰ συμβιβασθεῖ μὲ τὰ δικαιώματά του στὴν πόλη τοῦ Ριαζᾶν. Ἀλλὰ ὁ Ὄλεγκ εἶχε ἤδη ξεκινήσει μὲ στρατὸ ἐναντίων τοῦ Νόβγκοροντ. Ὁ πρίγκιπας Μστισλάβος τὸν νίκησε στὴ μάχη (1096) καὶ ὁ Ὄλεγκ, ἀφοῦ ἔχασε τὴ Σουζδαλία καὶ τὸ Ροστώβ, μόλις ποὺ κατάφερε νὰ κρατήσει τὸ Μούρωμ.
Ὁ Ἅγιος Μστισλάβος προσέφερε ξανὰ εἰρήνη καὶ ζήτησε μόνο τὴν ἐπιστροφὴ τῶν αἰχμαλώτων. Ὁ Ὄλεγκ προσποιήθηκε ὅτι συμφωνεῖ καὶ ἔτσι ὁ πρίγκιπας Μστισλάβος διασκόρπισε τὸν στρατό του. Τὸ πρῶτο Σάββατο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος, καὶ ἐνῷ ὁ Ἅγιος βρισκόταν στὴ Σουζδαλία, οἱ ἀγγελιοφόροι τοῦ εἶπαν ὅτι ὁ πρίγκιπας Ὄλεγκ βρίσκονταν στὸ Κλιαζμὰ μὲ στρατό.
Μέσα σὲ μία ἡμέρα ὁ πρίγκιπας Μστισλάβος ἀνακάλεσε τὸ στράτευμά του. Ὁ Ὄλεγκ τράπηκε σὲ φυγὴ στὸ Ριαζᾶν καὶ ὁ Ἅγιος Μστισλάβος ἐλευθέρωσε τοὺς αἰχμαλώτους. Στὴν συνέχεια συμφιλίωσε τὸν Ὄλεγκ μὲ τὸν μεγάλο πρίγκιπα Σβιατόπολκ (1093-1114) καὶ τὸν Βλαδίμηρο τὸν Μονομάχο.
Τὸ ἔτος 1099, εὐγνωμονώντας τὸν Θεὸ γιὰ τὸ ἔλεός Του, ὁ Ἅγιος δεσμεύτηκε νὰ χτίσει στὸ Γκορόντισα, κοντὰ στὸ Νόβγκοροντ, ἕνα ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου.
Τὸ περίφημο Εὐαγγέλιο τοῦ Μστισλάβου γράφηκε εἰδικὰ γιὰ τὴν ἐκκλησία αὐτὴ καὶ τὸ πολύτιμο στόλισμά του ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη.
Τὸ ἔτος 1114, ὁ Ἅγιος ἀνήγειρε στὸ Νόβγκοροντ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Νικόλαο. Κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς σοβαρῆς ἀσθένειας, ὁ πρίγκιπας εἶχε παρακαλέσει τὸν Ἅγιο Νικόλαο νὰ τὸν βοηθήσει. Μόλις πρὶν ἀπὸ αὐτό, τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Νικολάου εἶχαν μεταφερθεῖ στὸ Μπάρι τῆς Ἰταλίας. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἐμφανίσθηκε σὲ ὅραμα καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ στείλουν στὸ Κίεβο μία εἰκόνα του, σημειώνοντας τὸ σχῆμα καὶ τὶς διαστάσεις τῆς εἰκόνος.
 Οἱ ἄνθρωποι ποὺ στάλθηκαν νὰ φέρουν τὴν εἰκόνα καθυστέρησαν στὸ νησὶ Λίπνα, ἐξαιτίας τῆς καταιγίδας ποὺ μαινόταν στὴ λίμνη Ἴλμεν. Τὴν τέταρτη ἡμέρα βρῆκαν τὴν εἰκόνα νὰ ἐπιπλέει στὸ νερό. Ὁ ἀσθενὴς πρίγκιπας ἀσπάσθηκε τὴν εἰκόνα καὶ θεραπεύθηκε. Ἕνα μοναστῆρι μὲ πέτρινη ἐκκλησία, ἀφιερωμένη στὸν Ἅγιο Νικόλαο, χτίσθηκε ἀργότερα στὸ νησὶ τῆς Λίπνα, στὸ μέρος ὅπου ἐμφανίσθηκε ἡ εἰκόνα.
Τὸ ἔτος 1116, ὁ πρίγκιπας ἔκανε ἐκστρατεία ἐναντίων τῶν κατοίκων τοῦ Τσοὺντ καὶ μετὰ τὴ νίκη του ἐπεξέτεινε  τὴ δικαιοδοσία τῶν πριγκίπων τοῦ Νόβγκοροντ. Ἔπειτα, σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές του, ὁ δήμαρχος Παῦλος ἔχτισε ἕνα φρούριο στὴ λίμνη Λαντόγκα, ὅπου ἀνεγέρθη καὶ μία πέτρινη ἐκκλησία πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.
Τὸ ἔτος 1125, ὁ μεγάλος πρίγκιπας Βλαδίμηρος ὁ Μονομάχος πέθανε καὶ ὁ Ἅγιος Μστισλάβος ἀνῆλθε στὸ θρόνο τοῦ Κιέβου. Ἐκείνη τὴν περίοδο νίκησε σὲ μάχη τοὺς Πολόβτσους, παλαιοὺς ἐχθροὺς τῆς Ρωσίας, καὶ τοὺς ἐξώθησε πέρα ἀπὸ τὸν ποταμὸ Βόλγα.
Τὸ ἔτος 1128, ἔθεσε τὸ θεμέλιο λίθο σὲ μία ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὸν Μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο τὸν Τήρωνα, σὲ ἀνάμνηση τῆς νίκης τοῦ μεγάλου πρίγκιπα ἐπὶ τοῦ πρίγκιπα Ὄλεγκ τοῦ Τσέρνιγκωφ. Ἐπίσης, τὸ ἔτος 1131, μετὰ ἀπὸ μία ἐπιτυχημένη ἐκστρατεία ἐναντίων τῆς Λιθουανίας, ὁ Ἅγιος Μστισλάβος ἔθεσε τὸν θεμέλιο λίθο ἐνὸς ναοῦ ἀφιερωμένου στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Πιρογκό.
Ὁ Ἅγιος πρίγκιπας Μστισλάβος – Θεόδωρος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1134, κατὰ τὴν ἑβδομάδα τῆς Διακαινησίμου, καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τοῦ Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου, τὸν ὁποῖο καὶ εἶχε χτίσει.




Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Θαυματουργὸς

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος, ὁ Θαυματουργός, ἔζησε μεταξὺ τοῦ 14ου καὶ 15ου αἰῶνα μ.Χ. στὴ Μολδαβία τῆς Ρουμανίας. Τὸ ἔτος 1451 ὁ Ὅσιος ἀναφέρεται ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς Μολδοβίτα, ἐνῷ ἀξιώθηκε καὶ τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας.
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ὁ Ὅσιος Διονύσιος τοῦ Περεγιασλάβλ

Ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἔζησε στὴ Ρωσία καὶ ἀσκήτεψε ὡς μοναχὸς καὶ ἔγκλειστος στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Περεγιασλάβλ – Ζαλέσκυι. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1645.



Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ὁ Ἱερομάρτυρας Μητροπολίτης Λακεδαιμονίας

Ὁ Ἅγιος ἱερομάρτυς Ἀνανίας γεννήθηκε κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 18ου αἰῶνα μ.Χ. ἀπὸ εὐγενεῖς καὶ εὔπορους γονεῖς. Ὁ πατέρας του, Θεοφίλης, ἦταν συγγενὴς τῶν Λαμπαρδαίων καὶ ἡ μητέρα του, θυγατέρα τοῦ ἐκ Βυζικίου τῆς Γορτυνίας, Συντύχου.
Ὁ Ἅγιος σπούδασε στὴ σχολὴ τῆς Δημητσάνης καὶ ἀργότερα ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πατρίδος του. Τὸν Φεβρουάριο τοῦ ἔτους 1750 προήχθη σὲ Μητροπολίτη Λακεδαιμονίας καὶ συνέγραψε, τὸ 1755, εἰδικὴ πραγματεία περὶ Σπάρτης καὶ τῶν Μητροπολιτῶν αὐτῆς.
Διακρινόταν γιὰ τὴν παιδεία, τὶς ὑψηλὲς γνώσεις, τὸ σταθερὸ καὶ ἀκλόνητο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χαρακτῆρα, γιὰ τὴν ἀγαθότητα καὶ φιλανθρωπία του. Στοὺς μὲν Ἕλληνες προξενοῦσε ἀπαραδειγμάτιστο σέβας, στοὺς δὲ Τούρκους τρόμο καὶ ἔκπληξη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναδείχθηκε πρόεδρος ὅλων τῶν προεστώτων τοῦ Μοριά, ἔχοντας συναδέλφους τὸν Γιαννάκη Κρεββατά, τὸν Πάν. Ζαΐμη καὶ τὸν Πάν. Μπενάκη. Ὅλοι τους ἐνίσχυαν τὸ ἐθνικὸ στοιχεῖο καὶ ὑπεράσπιζαν τοὺς κατὰ τόπους ἁρματολούς.
Κατὰ τὸν ἱστορικὸ Μιχαὴλ Οἰκονόμου, ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ὅταν προάχθηκε σὲ Μητροπολίτη, διατήρησε καὶ τὴν Ἐπισκοπὴ Δημητσάνης καὶ αὐτὴν τῆς Μεθώνης, στὴν ὁποία ἐξελέγη Ἐπίσκοπος ὁ συγγενής του Ἄνθιμος Καράκαλος καὶ ἀναδείχθηκε φιλελεύθερος, μεγαλεπήβολος καὶ τολμηρός.
Κατὰ τὴν ἄνοιξη, τὸ καλοκαῖρι καὶ μέρος τοῦ φθινοπώρου διέμενε στὴ Δημητσάνα, ὅπου ἔχτισε ὑδραγωγεῖο, παγίωσε τοὺς ἐτήσιους φόρους τῆς περίφημης σχολῆς τῆς μονῆς Φιλοσόφου καὶ ἀνοικοδόμησε στὸ Μιστρά, μεγαλοπρεπῆ Μητρόπολη.
Ὅμως ἡ ἰσχὺς τοῦ Ἁγίου ἦταν πέρα τῶν ὁρίων τῆς Πελοποννήσου, διότι εἶχε ἰσχυροὺς δεσμοὺς μὲ τὰ Πατριαρχεῖα Ἀλεξανδρείας καὶ Ἱεροσολύμων, κατεῖχε δὲ τότε τὸν οἰκουμενικὸ θρόνο ὁ ἐκ Δημητσάνης Πατριάρχης Κύριλλος Ε’ ὁ Καράκαλος, φιλορῶσος καὶ ἐχθρὸς τῶν Λατίνων. Ὅταν ὁ Πατριάρχης Κύριλλος ὁ Ε’ ἐξορίσθηκε, ᾖλθε ἀπὸ τὸ Σινὰ στὴ Δημητσάνα καὶ ἐκεῖ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀνανία εὐαγγελιζόταν τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Γένους καὶ ἵδρυε σχολεῖα.
Κατὰ τὸ ἔτος 1762 ὁ Ἅγιος ἀπεστάλη στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ παραστεῖ στὸν μέγα βεζίρη καὶ νὰ περιγράψει τὶς συμφορὲς τῆς Πελοποννήσου.
Ἔτσι κατόρθωσε νὰ διατηρηθεῖ ὁ τότε Μώρα – Βαλεςῆς ὡς προστάτης τῶν Χριστιανῶν. Ὁ διάδοχος ὅμως ἐκείνου, ὁ Χαμουζῆ πασάς, ἀφοῦ κάλεσε στὴν Τρίπολη τοὺς τρεῖς προεστοὺς καὶ συνεργάτες τοῦ Ἁγίου, τοὺς ἀποκεφάλισε. Σεβάστηκε μόνο τὸν Ἅγιο, ποὺ ἦταν πανίσχυρος. Ἐκείνη τὴν περίοδο μὲ πρωτοβουλία τοῦ Ἁγίου χτίστηκε καὶ μεγάλο κτήριο γιὰ τὴν σχολὴ τῆς Δημητσάνης, στὸ ὁποῖο διέμεναν οἱ ἄποροι μαθητὲς ποὺ συνέρρεαν ἐκεῖ ἀπὸ ὅλη τὴν Πελοπόννησο.
Τότε ἄρχισαν νὰ κατέρχονται στὴν Ἑλλάδα οἱ ἀπόστολοι τῆς Μεγάλης Αἰκατερίνης καὶ μάλιστα ὁ φίλος τοῦ Ὀρλὼφ Παπάζωλης, ὁ ὁποῖος τὸ ἔτος 1766 ᾖλθε καὶ στὴ Μάνη μὲ σκοπὸ νὰ ἐξεγείρει πρώτη τὴν Πελοπόννησο. Στὴν περίφημη συνέλευση, ποὺ ἔγινε στὴν Καλαμάτα, κλήθηκε ἀπὸ τοὺς πρώτους καὶ ὁ Ἅγιος Ἀνανίας.
Μὲ τὴν εὐλογία του καταρτίσθηκε τὸ λεγόμενο «συνυποσχετικόν» τῶν Πελοποννησίων, τὸ ὁποῖο μετέφερε στὴν αὐτοκράτειρα ὁ Παπάζωλης.
Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας, μετὰ ἀπὸ αὐτά, συνεννοήθηκε μὲ τοὺς καπεταναίους καὶ ἁρματολοὺς τῆς Πελοποννήσου καὶ τῆς Μάνης, καθὼς καὶ μὲ τοὺς προύχοντες καὶ Ἀρχιερεῖς τῶν ἐπαρχιῶν καὶ τῶν τριῶν νησιῶν Ὕδρας, Σπετσῶν καὶ Ψαρῶν, γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδος. Μὲ φροντίδα δὲ καὶ δαπάνη τοῦ Ἁγίου ἱδρύθηκαν στὴ Δημητσάνα καὶ δυὸ πυριτιδόμυλοι.
Ἡ κίνηση αὐτὴ προδόθηκε στὸν Μώρα – Βαλεσῆ, στὸν ὁποῖον καταγγέλθηκε ὅτι ὁ Ἅγιος συμμαχεῖ μὲ τὴ Ρωσία γιὰ τὴν ἀνατροπὴ τῆς Τουρκίας. Πολλοὶ πρότειναν τότε στὸν Ἅγιο τὴν ἔνοπλη ἀντίσταση, ἀλλὰ αὐτὸς ἀντιπρότεινε νὰ πέσει μόνο ὁ ἴδιος θῦμα, γιὰ νὰ μὴν καταλάβουν οἱ Τοῦρκοι τὸ σχεδιαζόμενο κίνημα. Κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ ἀμέσως δέχθηκε τοὺς στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι τὸν συνέλαβαν. Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας γονάτισε καὶ μὲ ἀπίστευτη προθυμία κάλεσε τὸν δήμιο νὰ τὸν πλήξει. Τὸ αἷμα ποὺ ἀναπήδησε ἀπὸ τὴν πληγωμένη καρδιά του ἔχρισε τὴν παραστάδα τῆς μικρῆς πρὸς δυσμᾶς θύρας τῆς Μητροπόλεως Μιστρᾶ.
Οἱ Τοῦρκοι ἔσυραν κατόπιν τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Ἱερομάρτυρα στοὺς δρόμους καὶ τὸ ἄφησαν ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες ἄταφο. Μόλις οἱ Τοῦρκοι ἔφυγαν, οἱ Χριστιανοὶ τὸ περισυνέλεξαν καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ μεγαλοπρέπεια.

π. Γεώργιος Μεταλληνός - Ἐκεῖνον τὸν Ἀπρίλιο... (Ἡ ἅλωση τοῦ 1204)

Περιοδικό Ῥεσάλτο, τεῦχος Ἀπριλίου 2009



Ἂν ἡ 29η Μαΐου εἶναι ἡμέρα πένθους γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, διότι φέρνει στὴ μνήμη μας τὴν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς τὸ 1453, ἄλλο τόσο ἀποφρὰς εἶναι γιὰ τὸ Γένος μας καὶ ἡ 13η Ἀπριλίου, διότι κατ᾿ αὐτὴν ἔπεσε ἡ Πόλη τὸ 1204 στοὺς Φράγκους. 
Τὸ δεύτερο γεγονὸς δὲν ὑστερεῖ καθόλου σὲ σημασία καὶ συνέπειες ἔναντι τοῦ πρώτου. Αὐτὴ εἶναι σήμερα ἡ κοινὴ διαπίστωση τῆς ἱστορικῆς ἔρευνας. Ἀπὸ τὸ 1204 ἡ Πόλη, καὶ σύνολη ἡ Αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ῥώμης, δὲν μπόρεσε νὰ ξαναβρεῖ τὴν πρώτη της δύναμη.
Τὸ φραγκικὸ χτύπημα ἐναντίον της ἦταν τόσο δυνατό, ποὺ ἔκτοτε ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν «μία πόλη καταδικασμένη νὰ χαθεῖ» (Ἑλ. Ἀρβελέρ). Ἀξίζει, συνεπῶς, μία θεώρηση τοῦ γεγονότος αὐτοῦ ἔστω καὶ στὰ περιορισμένα ὅρια ἑνὸς ἄρθρου.


1. Στὶς 12/13 Ἀπριλίου 1204, ἔπειτα ἀπὸ μία πεισματικὴ καὶ μακρόχρονη πολιορκία, κατελάμβαναν οἱ Φραγκολατίνοι Σταυροφόροι τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἡ χριστιανικὴ αὐτοκρατορία τῆς Ῥωμανίας/ Βυζαντίου ἔσβηνε κάτω ἀπὸ τὸ θανάσιμο πλῆγμα τῆς φραγκικῆς Δύσεως.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἦταν σημαντικότατο σὲ δύο κατευθύνσεις: α) ἐσωτερικά, διότι σφράγισε καθοριστικὰ τὴν περαιτέρω πορεία τῆς αὐτοκρατορίας, καὶ β) ἐξωτερικά, διότι καθόρισε ἐπίσης τελεσίδικα τὶς σχέσεις μὲ τὴν Δύση, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀνερχόμενη δύναμη τῶν Ὀθωμανῶν.

Ἡ τραγικὴ ἱστορικὴ ἐπιλογὴ τοῦ Ῥωμαίικου, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὸν γνωστὸ ἐκεῖνο λόγο «κρεῖττον (…) φακιόλιον (…) Τούρκων ἢ (παρὰ) καλύπτρα λατινική», ὑποστασιώνεται στὰ 1204, ὅταν πλέον ἀποκαλύπτονται ἀδιάστατα οἱ διαθέσεις τῆς Φραγκιᾶς ἔναντι τῆς Ῥωμαίικης Ἀνατολῆς.

Ἀπὸ τὸ 1095 ἀρχίζουν οἱ σταυροφορίες, ἐκστρατεῖες δηλαδὴ τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου τῆς Εὐρώπης, μὲ σκοπό, κατὰ τὶς ἐπιφανειακὲς διακηρύξεις, τὴν ἀπελευθέρωση καὶ ὑπεράσπιση τῶν Ἁγίων Τόπων.
Στὶς ἐπιχειρήσεις αὐτές, ποὺ κράτησαν ὡς τὸν 15ο αἰώνα, πρωτοστατοῦσαν οἱ ἑκάστοτε Πάπες, διότι ἦσαν «ἱεροὶ πόλεμοι» κατὰ τῶν ἀπίστων. Βέβαια ἡ ἔρευνα ἔχει ἐπισημάνει στὶς ἐκστρατεῖες αὐτὲς καὶ ταπεινὰ ἐλατήρια, λ.χ. τυχοδιωκτισμό, δίψα πλουτισμοῦ κ.ἄ. Εἶναι ὅμως σήμερα πέρα ἀπὸ κάθε ἀμφιβολία ὅτι οἱ σταυροφορίες κύριο σκοπὸ εἶχαν τὴν φραγκικὴ κυριαρχία στὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολὴ καί, τελικά, τὴν διάλυση τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ῥώμης, ποὺ ἦταν τὸ ἐμπόδιο στὸν ἐπεκτατισμὸ καὶ τὰ μονοκρατορικὰ σχέδια τῆς μετακαρλομάγνειας Φραγκοσύνης. Τὸ 1204, ἡ ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Φράγκους, ἡ διάλυση τῆς «Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας» καὶ ἡ ἐπακολουθήσασα Φραγκοκρατία ἐπιβεβαιώνουν τὴν ἐκτίμηση αὐτή.

2. Τὰ γεγονότα τοῦ 1204 συνδέονται μὲ τὴν Δ´ σταυροφορία. Ἡ σχετικὴ βούληση γι᾿ αὐτὴν ἐκφράσθηκε τὸ 1199 μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πάπα Ἰννοκεντίου Γ´ (1198-1216), «πνευματικοῦ πατέρα» τῶν δύο βασικῶν ἐπεκτατικῶν μέσων της φραγκοπαπικῆς ἐξουσίας, τῆς «Ἱερᾶς Ἐξετάσεως» (Inquisitio) καὶ τῆς Οὐνίας (ὡς ἰδέας). 
Συνεργάτης αὐτόκλητος παρουσιάσθηκε ὁ δόγης (δούκας) τῆς Βενετίας Δάνδολος μὲ τὸ στόλο του. Σπουδαῖο ἱστορικὸ πρόβλημα εἶναι ἡ ἐκτροπὴ τῆς Δ´ σταυροφορίας ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Τόπους πρὸς τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἦταν σκοπὸς ἀνομολόγητος ἢ τραγικὴ σύμπτωση; Ἡ πλειονότητα τῶν ἱστορικῶν, καὶ μάλιστα τῶν ἀδέσμευτων, δέχεται τὸ πρῶτο.

Ἐπρόκειτο γιὰ καλὰ ὀργανωμένο σχέδιο, ποὺ ἀποσκοποῦσε στὸ νὰ δοθεῖ ἰσχυρὸ κτύπημα στὴν Ὀρθόδοξη Αὐτοκρατορία, ποὺ περνοῦσε περίοδο κάμψεως λόγω τῆς ἐντάσεως τοῦ τουρκικοῦ κινδύνου. Κατὰ τὰ δυτικὰ χρονικά, μάλιστα, κάποιοι λατίνοι ἄρχοντες ἀρνήθηκαν νὰ συμμετάσχουν, ὅταν ἔμαθαν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ σκοποῦ τῆς σταυροφορίας.
Οἱ περισσότεροι ὅμως συμβιβάσθηκαν ἀπὸ οἰκονομικὴ ἀνάγκη. Ἔμειναν κυρίως οἱ «μυημένοι» στὴ συνωμοσία κατὰ τῆς Νέας Ρώμης κάτω ἀπὸ τὴν «πνευματικὴ» ἡγεσία τοῦ Πάπα καὶ τὴν στρατιωτικὴ τοῦ Δόγη, ποὺ μετέβαλε τὴν Βενετία σὲ θαλασσοκράτειρα δύναμη μὲ τὴν ἐκμηδένιση τοῦ «Βυζαντίου».
Ὁ βενετικὸς στόλος μετέφερε στὴν Προποντίδα ἄγριες μάζες Φλαμανδῶν, Φράγκων, Γερμανῶν - τὰ χειρότερα στρώματα τῆς δυτικῆς κοινωνίας, κακοποιούς, ἐγκληματίες, καιροσκόπους. Ἡ ἀμοιβὴ τοῦ Δόγη: ἡ μισὴ λεία ἀπὸ τῇ λεηλασία τῆς πλουσιότερης πρωτεύουσας τοῦ τότε κόσμου.

3. Βέβαια, τὰ φραγκοπαπικὰ σχέδια διευκολύνθηκαν ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἀρρυθμία τῆς Ἀνατολικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἀπὸ τὸν ια´ αἰώνα ἄρχισε προοδευτικὰ ἡ παρακμή της. Τὸ 1071 στὸ Ματζικὲρτ ὁ «βυζαντινὸς» στρατὸς δέχθηκε μεγάλη ἥττα ἀπὸ τοὺς Σελτζούκους Τούρκους, μὲ συνέπεια τὴν ἀπώλεια μεγάλου τμήματος τῆς Μ. Ἀσίας.

Παράλληλα (1071) χάθηκε τὸ τελευταῖο ἔρεισμα τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὴν Ἰταλία, ἡ Βάρις (Bari), πέφτοντας στὰ χέρια τῶν Νορμανδοφράγκων. Οἱ ἀνορθωτικὲς προσπάθειες τῶν Κομνηνῶν δὲν εἶχαν σημαντικὰ ἀποτελέσματα καὶ τὸ κράτος ὑποχωρεῖ σταδιακὰ στὴν οἰκονομικὴ ἰσχὺ τῶν ἰταλικῶν πόλεων. Ἡ αὐτοκρατορία παραχωρεῖ σημαντικὰ προνόμια στὴ Βενετία, Πίζα καὶ Γένουα μὲ ἀντάλλαγμα στρατιωτικὴ βοήθεια. Τὸ ἀποτέλεσμα ὅμως ἦταν νὰ δημιουργηθοῦν ἀκμαῖες δυτικὲς παροικίες στὴν Ἀνατολή, μεταβάλλοντας τὸ ἔδαφος τῆς αὐτοκρατορίας σὲ δικό τους ἐμπορικὸ χῶρο. Οἱ Ἰταλοφράγκοι ἑδραιώθηκαν στὴν Ἀνατολὴ καὶ ἐνίσχυσαν τὴν βουλιμία τῆς εὐρύτερης φραγκικῆς οἰκογένειας.

Ἀλλὰ καὶ τὸ κοινωνικὸ κλίμα τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦταν τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἀρκετὰ ἀντίξοο. Ἡ Πόλη ἔχει πιὰ ἀπομονωθεῖ καὶ ἀναπτύσσονται φυγόκεντρες τάσεις λόγω τῆς δυσαρέσκειας τῶν ἐπαρχιῶν. Διοίκηση καὶ πολίτες συναγωνίζονται μεταξύ τους σὲ διαφθορά. Οἱ φορολογίες εἶναι δυσβάστακτες καὶ βαρύνουν τοὺς πολίτες τῶν ἐπαρχιῶν.
Ἡ κεντρικὴ ἐξουσία ἀμφισβητεῖται καὶ σημειώνονται ἐπαναστατικὰ κινήματα. Ἡ φήμη γιὰ τὴν μυθώδη πολυτέλεια τῆς Πόλης καὶ τῶν κατοίκων της εἶχε διαδοθεῖ καὶ στὴ Δύση μὲ εὔλογες συνέπειες. Τὰ ἀμύθητα πλούτη τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔτρεφαν τὴν φαντασία τῶν πολλῶν καὶ διευκόλυναν τὰ ἐπεκτατικὰ σχέδια τῶν λίγων, τῆς φραγκικῆς ἡγεσίας.
Βέβαια, οἱ ἀνύποπτοι ἐπαρχιῶτες τῆς αὐτοκρατορίας εἶδαν στὴν ἀρχὴ ὡς θεία τιμωρία τὴν καταστροφὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους, ὁ δὲ ὄχλος της ἔλαβε μέρος στὴ λεηλασία. Ἀργότερα ὅμως θὰ συνειδητοποιηθοῦν οἱ σκοποὶ τῶν Φράγκων καὶ θὰ ἐκτιμηθοῦν σωστὰ τὰ γεγονότα.

4. Ἡ ὀργάνωση τῆς σταυροφορίας ἄρχισε τὸ 1201. Σημαντικοὶ φράγκοι φεουδάρχες δήλωσαν συμμετοχή: ὁ κόμης τῆς Φλάνδρας Βαλδουΐνος, ὁ κόμης τῆς Καμπανίας Τιμπῶ, ὁ ἱστορικὸς Γοδεφρεῖδος Βιλλεαρδουΐνος καὶ ὁ μαρκήσιος Βονιφάτιος Μομφερατικός. Ἡ συγκέντρωση τοῦ στρατοῦ ἔγινε τὸν Ἰούνιο τοῦ 1202 στὴ Βενετία.
Τὸ Νοέμβριο τοῦ 1202 καταλήφθηκε γιὰ λογαριασμὸ τῶν Βενετῶν ἡ δαλματικὴ πόλη Ζάρα, ποὺ εἶχε ἀποστατήσει καὶ ὑπαχθεῖ στὸ βασίλειο τῆς Οὐγγαρίας. Οἱ δυναστικὲς ἔριδες στὴν Κωνσταντινούπολη («Ἄγγελοι») διευκόλυναν - ὡς συνήθως - τὰ δυτικὰ σχέδια. Οἱ σταυροφόροι στὶς 24.5.1203 ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν Ζάρα καὶ μέσῳ Κερκύρας κατευθύνθηκαν γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἡ θέα τῆς πόλεως τοὺς ἄφησε κατάπληκτους. 

«Δὲν μποροῦσαν νὰ φαντασθοῦν πῶς ὑπῆρχε στὸν κόσμο τόσο ἰσχυρὴ πόλη»-σημειώνει ὁ Γ. Βιλλεαρδουΐνος στὴν ἱστορία του. Στὶς 6 Ἰουλίου ἄρχισε ἡ πρώτη πολιορκία, μὲ λεηλασίες στὰ προάστια καὶ τὶς ἀκτὲς τῆς Προποντίδας. Προσπάθεια τῶν πολιορκουμένων, τὴν νύκτα τῆς Πρωτοχρονιᾶς τοῦ 1204, νὰ πυρπολήσουν τὸν ἐχθρικὸ στόλο, ἀπέτυχε.
Ἐπεκράτησε τότε ἀναρχία. Στὶς 25 Ἰανουαρίου ὁ λαὸς ἀνεκήρυξε αὐτοκράτορα τὸν Νικόλαο Καναβό, ἐνῶ ὁ αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Δ´ συνελήφθη καὶ ἐκτελέστηκε (8.2.1204). Νέος αὐτοκράτορας ἐκλέχθηκε ὁ Ἀλέξιος Ε´ ὁ Μούρτζουφλος. Μάταια προσπάθησε νὰ ὀργανώσει τὴν ἄμυνα καὶ νὰ περιορίσει τὶς λεηλασίες.
Οἱ σταυροφόροι ἤδη τὸ Μάρτιο τοῦ 1204 εἶχαν ὑπογράψει συνθήκη γιὰ τὴν τύχη τῆς αὐτοκρατορίας μετὰ τὴν πτώση τῆς πρωτεύουσας. Βασικὲς ἀποφάσεις: θὰ ἐκλεγόταν λατίνος αὐτοκράτορας καὶ λατίνος πατριάρχης. Ἔτσι φάνηκαν καὶ οἱ ἀληθινοὶ σκοποὶ τῆς ἐκστρατείας. Ἐπίσης καθορίσθηκε ὁ τρόπος διανομῆς τῆς λείας καὶ τῶν ἐδαφῶν τῆς αὐτοκρατορίας.

Ἡ μεγάλη ἐπίθεση κατὰ τοῦ θαλασσίου τείχους ἔγινε στὶς 9 Ἀπριλίου. Ἡ τελικὴ ὅμως ἐπίθεση ἔλαβε χώρα στὶς 12 καὶ ξημερώνοντας 13 ἔπεσε ἡ Πόλη. Ἡ ἡγεσία εἶχε ἤδη διαλυθεῖ. Αὐτοκράτωρ καὶ εὐγενεῖς ἐγκατέλειψαν τὴν πόλη καὶ μόνο οἱ κληρικοὶ ἔμειναν, γιὰ νὰ προϋπαντήσουν τοὺς σταυροφόρους καὶ νὰ τοὺς δηλώσουν τὴν ὑποταγὴ τῆς Βασιλεύουσας. Ὁ λαὸς πίστευε στὰ χριστιανικὰ αἰσθήματα τῶν νικητῶν, ἀλλὰ διαψεύσθηκε οἰκτρά.

5. Ἡ συμπεριφορὰ τῶν σταυροφόρων ἀπεκάλυψε στοὺς ἀνατολικοὺς τὴν φραγκικὴ Δύση, ἑκατὸν πενήντα χρόνια μετὰ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σχίσμα. ΄Ἔγιναν ἀπὸ τοὺς Φράγκους ἀκατονόμαστες πράξεις ἀγριότητας καὶ θηριωδίας. Φόνευαν ἀδιάκριτα γέροντες, γυναῖκες καὶ παιδιά. Λεηλατοῦν καὶ διαρπάζουν τὸν πλοῦτο τῆς «βασίλισσας τῶν πόλεων τοῦ κόσμου». 

Στὴ διανομὴ τῶν λαφύρων μετέσχε, κατὰ συμφωνία καὶ ὁ Πάπας. Τὸ χειρότερο: πυρπόλησαν τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς Πόλης καὶ ἐξανδραπόδισαν ἕνα τμῆμα τοῦ πληθυσμοῦ της. Σ᾿ αὐτὰ πρέπει νὰ προστεθοῦν οἱ βιασμοὶ τῶν γυναικῶν καὶ τὰ ἄλλα κακουργήματα. Μόνο τὴν πρώτη μέρα φονεύθηκαν 7.000 κάτοικοι τῆς Πόλης.

Ἰδιαιτέρως δὲ στόχος τῆς θηριωδίας ἦταν ὁ Κλῆρος. Ἐπίσκοποι καὶ ἄλλοι κληρικοὶ ὑπέστησαν φοβερὰ βασανιστήρια καὶ κατασφάζονταν μὲ πρωτοφανῆ μανία. Ὁ Πατριάρχης μόλις μπόρεσε ξυπόλητος καὶ γυμνὸς νὰ περάσει στὴν ἀπέναντι ἀκτή. Ἡ Κωνσταντινούπολη ἀπογυμνώθηκε ἀπὸ τοὺς θησαυρούς της. Ἐσυλήθηκαν οἱ ναοὶ καὶ αὐτὴ ἡ Ἁγία Σοφία, μάλιστα μέσα σὲ σκηνὲς φρίκης. Στὴ λεηλασία πρωτοστατοῦσε ὁ λατινικὸς κλῆρος. 

Κανεὶς δὲν φανταζόταν ὅτι ἡ Πόλη θὰ ἔκρυβε τόσο ἀνεκτίμητους θησαυρούς. Ἐπὶ πολλὰ χρόνια τὰ δυτικὰ πλοῖα μετέφεραν θησαυροὺς στὴ Δ. Εὐρώπη, ὅπου καὶ σήμερα κοσμοῦν ἐκκλησίες, μουσεῖα καὶ ἰδιωτικὲς συλλογές, π.χ. Ἅγιος Μᾶρκος, Βενετία. 
΄Ἕνα μέρος τῶν θησαυρῶν (κυρίως χειρόγραφα) καταστράφηκε. Μέγα μέρος ἀπὸ τοὺς «βυζαντινοὺς» θησαυροὺς τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἐκποιήθηκε τὸ 1795 ἀπὸ τὴν Βενετικὴ Δημοκρατία γιὰ πολεμικὲς ἀνάγκες.

6. Βαθύτερα ἴχνη ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν καταστροφὴ «τῆς πόλης τῶν Πόλεων» χαράχθηκαν μέσα στὶς ψυχὲς τῶν Ὀρθοδόξων. Γιὰ τοὺς Ῥωμηοὺς ἦταν πιὰ ἀπόλυτα βεβαιωμένο ὅτι ἡ Δ´ σταυροφορία εἶχε ἀπ᾿ ἀρχῆς στόχο τὴν ἅλωση τῆς Πόλης καὶ τὴν διάλυση τῆς Ῥωμαίικης Αὐτοκρατορίας. 
Καὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι οἱ δυτικὲς πηγὲς βλέπουν τὴν καταστροφὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὡς τιμωρία τῶν «αἱρετικῶν» (Γραικῶν), ποὺ ἦσαν «ἀσεβεῖς καὶ χειρότεροι ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους».
Τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὴν βλέπουν ὡς «νίκη τῆς Χριστιανοσύνης». 
Τὸ χάσμα, συνεπῶς, μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ποὺ εἶχε ἀνοίξει μὲ τὸ σχίσμα (1054), γίνεται τώρα ἀγεφύρωτο. Οἱ «Βυζαντινοὶ» εἶχαν τὴν εὐκαιρία, ἄλλωστε, νὰ ζήσουν τὸ μίσος τῶν Φράγκων ἐναντίον τους. Κατὰ τὸν ἱστορικὸ Νικήτα Χωνιάτη, αὐτόπτη μάρτυρα τῆς ἁλώσεως, ἡ ἁρπακτικότητα καὶ βαρβαρότητα τῶν σταυροφόρων δὲν συγκρίνεται μὲ τὴν ἠπιότητα τῶν μουσουλμάνων, οἱ ὁποῖοι μόλις κατέλαβαν τὰ Ἱεροσόλυμα ἀρκέσθηκαν ἁπλῶς στὴν ἐπιβολὴ μικροῦ φόρου, ἀποφεύγοντας κάθε βιαιότητα. 

Οἱ «Βυζαντινοὶ» συνειδητοποίησαν ὅτι μετὰ τὸ 1204 οἱ Λατίνοι - Φράγκοι ἦσαν ὁ οὐσιαστικὸς ἐχθρός τους, γιατί μόνο ἀπ᾿ αὐτοὺς κινδύνευε ἡ ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἡ παράδοση τοῦ Γένους. Ἔτσι, διαμορφώθηκε ἡ στάση τῶν ἀνθενωτικῶν, ποὺ προέκριναν τὴν πρόσκαιρη συνεργασία μὲ τοὺς Ὀθωμανοὺς ἀπὸ τὴν «φιλία» τῶν Φράγκων, ἐπιλέγοντας μεταξὺ δύο κακῶν. Μία στάση ποὺ θὰ ἐκφρασθεῖ θεολογικὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ κατὰ τὸν 18ο αἰώνα.

Ἡ ἅλωση τοῦ 1204 ὅμως εἶχε καὶ εὐεργετικὲς συνέπειες σὲ μία ἄλλη διάσταση. Ὁ μέσος Ῥωμηὸς θὰ συνειδητοποιήσει τὴν σημασία τῆς διαλύσεως τῆς αὐτοκρατορίας. Ὅσο μάλιστα θὰ παρατείνεται ἡ φραγκοκρατία, ἡ ἀντιπάθεια ἐναντίον τῶν Λατίνων θὰ μεταστοιχειωθεῖ σὲ ὁμοψυχία. Λόγω δὲ τῆς διασπάσεως τῆς ἑνότητας τῶν ἐπιμέρους ἐθνοτήτων τῆς αὐτοκρατορίας μετὰ τὸ 1204, θὰ ἀρχίσει ὁ τονισμὸς τῆς ἐθνικότητας, μὲ ἐμφάνιση τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως.

Ὁ τραυματισμὸς δὲ τοῦ ἐθνικοῦ γοήτρου θὰ γεννήσει τὴν Μεγάλη Ἰδέα, ὡς πόθο ἐπανακτήσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀνασυστάσεως τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἡ πορεία τῶν πραγμάτων ὁδήγησε τὴν χώρα μας νὰ καταλήξει, ἀπὸ τῇ σχέση «προστασίας» σὲ συμμαχίες μὲ τὶς μεγάλες δυτικὲς δυνάμεις καὶ σήμερα σὲ «νομαρχία» τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης. Τὸ Εὐρωπαϊκὸ «Διευθυντήριο» ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ συνεχίζει τὴν ἅλωση τοῦ Γένους / Ἔθνους μας μὲ ἄλλους τρόπους.
Πόσο τὸ συνειδητοποιοῦν αὐτὸ οἱ Πολιτικοί μας στὶς συναλλαγές τους μὲ τὴν Δυτικὴ Ἡγεσία; Τουλάχιστον, γιὰ νὰ μετριάζεται ἡ ἄκρατη αἰσιοδοξία μας καὶ νὰ μὴ πορευόμαστε μὲ αὐταπάτες...

Ἡ κυρὰ τῶν Μαρασίων

Ἡ κυρὰ τῶν Μαρασίων εἶναι 105 ἐτῶν καὶ φυλάττει ἀκόμη "Θερμοπύλες". Τὸ βίντεο ποὺ ἀκολουθεῖ  εἶναι ἀφιερωμένο στὴν Μαρασιώτισα Βασιλικὴ Λαμπίδου. Λίγα μέτρα χωρίζουν τὸ φτωχόσπιτο ἀπὸ τὰ συρματοπλέγματα τῶν συνόρων. Ἀπὸ τὴν πολυθρόνα της ἡ ὑπερήλικη γυναίκα κοιτάζει μὲ ἀνυπομονησία πρὸς τὸ παράθυρο. Τὸ σῶμα τῆς εἴναι105 χρόνων, στὴ δύση τῆς ζωῆς, ἀλλὰ τὸ βλέμμα τῆς βγάζει σπίθες. Σὰν 20χρονο κορίτσι. Εἶναι πρωὶ καὶ περιμένει τὰ "παιδιά" της, τοὺς φαντάρους, ποὺ "φυλᾶνε Θερμοπύλες", νὰ ἔρθουν νὰ τὴ βοηθήσουν γιὰ νὰ ὑψώσει τὴν ἑλληνικὴ σημαία στὸ φυλάκιο τῶν Μαρασίων. Στὸ Δῆμο Τριγώνου, στὸν βόρειο Ἔβρο. Εἶναι τὸ καθῆκον της, ἡ δουλειά της. Αὐτὸ ποὺ κάνει ἐδῶ καὶ 50 χρόνια. Τῆς ἀρέσει νὰ τὴ βλέπουν οἱ Τοῦρκοι στρατιῶτες τῆς ἄλλης πλευρᾶς. "


Πάντα ἔχει παρέα μέσα στὸ σπίτι της. Ἀκόμη καὶ ὁ Διοικητὴς τῆς Μονάδας πίνει μαζί της τὸ καφεδάκι του. Τὸ 2007 ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν τὴ βράβευσε γιὰ τὴν πολυετῆ προσφορά της στὰ στρατευμένα νιάτα. Ἡ πρόταση γιὰ τὴ βράβευση ἔγινε ἀπὸ γυναικεία σωματεῖα τῆς Θεσσαλονίκης καὶ τὸ δήμαρχο Τριγώνου Ἔβρου, κ.Μᾶν.Χατζηπαναγιώτου."Ἡ τιμὴ ποὺ ἔγινε στὸ πρόσωπό της ἀποτέλεσε τιμὴ πρὸς ὅλες τὶς γυναῖκες καὶ τοὺς ἄνδρες τοῦ Τριγώνου Ἔβρου, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ ζωντανὸ προμαχώνα τῆς πατρίδας μας στὴν πιὸ νευραλγικὴ περιοχὴ τῶν συνόρων μας" λέει ὁ δήμαρχος Τριγώνου Ἔβρου. "Γιὰ νὰ φαίνεται ἡ σημαία ἀπέναντι, ἐκεῖ ὅπου γεννήθηκα", λέει ἡ ἴδια. Συμβολίζει τὴ Μάνα. Ὅσοι ἔκαναν τὴ στρατιωτικὴ θητεία τους στὸν Ἔβρο, οἱ σημερινοὶ σαραντάρηδες καὶ πενηντάρηδες, τὴ θυμοῦνται μὲ λατρεία καὶ εὐγνωμοσύνη. Στὸ σπίτι τῆς ἔβρισκαν καταφύγιο. Τοὺς μαγείρευε, τοὺς ἐπλένε, τοὺς συμβούλευε. Ἔβλεπε τὰ φανταράκια σὰν δικά της παιδιά.Ἡ Βασιλικὴ Λαμπρίδου - Φωτάκη γεννήθηκε τὸ 1904 στὸ Μεγάλο Ζαλούφι τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Ἀπὸ παιδὶ γνώρισε τὴν....
Ακολουθεί το βίντεο...

 ὀρφάνια καὶ τὴν πίκρα τῆς προσφυγιᾶς, καθὼς οἱ προστάτες - συγγενεῖς της μετακινήθηκαν κυνηγημένοι ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὴν Ἀδριανούπολη. Μία γέφυρα μόλις 100 μέτρων - στὸ φυλάκιο Μαρασίων- χωρίζει Ἕλληνες καὶ Τούρκους. Νέοι ὑπηρετοῦν τὴν θητεία τους. Ἡ γιαγιὰ τῆς περιοχῆς, ἡ γιαγιὰ ὅλης της Ἑλλάδας. Μὲ τὴν ἀνταλλαγὴ τῶν πληθυσμῶν ἐγκαταστάθηκε προσωρινὰ στὸ Ἑλληνοχώρι Διδυμότειχου καὶ ἔπειτα στὸ Σάκο τῆς Νέας Ὀρεστιάδας. Παντρεύτηκε δύο φορὲς καὶ ἀπέκτησε τέσσερα παιδιά. Καὶ ὅταν ἔχασε τὰ τρία σὲ νεαρὲς ἡλικίες, ἄρχισε νὰ ἀντιμετωπίζει σὰν δικά της παιδιὰ ὅλα τὰ Ἑλληνόπουλα καὶ ἰδιαίτερα τὰ στρατευμένα. Τὸ 1962 ἐγκαταστάθηκε ὁριστικὰ στὰ Μαράσια. Τὸ σπίτι τῆς εἶναι τὸ τελευταῖο του οἰκισμοῦ, δίπλα στὸ ἀκριτικὸ φυλάκιο."Εἶναι μία εὐγενικὴ καὶ ὑπερήφανη γυναίκα. Καὶ οἱ 7.000 κάτοικοι τοῦ Τριγώνου τὴ σέβονται καὶ τὴν ἐκτιμοῦν.

Πηγη: http://www.youtube.com/user/EllinikoDNA

Τότε το θέλημα του Θεού καλύπτεται καθώς ο ήλιος από τα σύννεφα! (κατά την διδασκαλία του Οσ. Ιωσήφ του Ησυχαστού)

 


undefined
Η επιθυμία μας συγκεντρωνόταν στην γνώση του θείου θελήματος. Με ποιό τρόπο μπορεί κάποιος να γνωρίσει το θείο θέλημα; Μας έλεγε· «γι’ αυτό ρωτάτε, παιδιά, που είναι το βασικότερο πράγμα;». Εμείς τον προκαλούσαμε με περισσότερη περιέργεια· «μα, Γέροντα, δεν είναι πλήρως γνωστό το θέλημα του Θεού διαμέσου των Γραφών και όλης της θείας αποκαλύψεως; Τί άλλη απορία πρέπει να έχουμε εμείς ως μοναχοί, αφού τα πάντα είναι στη ζωή μας κανονισμένα;». Και ο Γέροντας απαντούσε: «Ο Θεός να σας δώσει “σύνεσιν εν πάσιν”. Ο όσιος Νείλος ο Καλαβρός ευχόταν να του δοθεί “νοείν και λέγειν κατά το θείο θέλημα”. Περιεκτικά, η αγαθοεργία και κάθε άλλη εντολή είναι θέλημα του Θεού, αλλά η λεπτομέρεια που το συνοδεύει είναι άγνωστη· “τίς γαρ έγνω νουν Κυρίου;” και πάλι· “τα κρίματα Κυρίου ωσεί άβυσσος πολλή”. Το θείο θέλημα δεν διακρίνεται μόνο από τον χρόνο, αλλά και από τον τόπο, τα πρόσωπα, τα πράγματα, καθώς και από την ποσότητα, τον τρόπο και, την περίσταση. Και μόνον αυτό; Ο ίδιος ο άνθρωπος, όταν αλλάζει διάθεση, μεταβάλλει πολλές φορές και την θεία απόφαση. Ως εκ τούτου δεν είναι αρκετό να γνωρίζει κάποιος την γενική έκφραση του θείου θελήματος. Χρειάζεται να έχει και την ειδική κρίση του θέματος που απασχολεί, γιατί μόνο έτσι είναι βέβαιη η επιτυχία. Ο κύριος στόχος του θείου θελήματος είναι η έκφραση και εκδήλωση της θείας αγάπης, γιατί ο σκοπός όλων των κινήσεων μας είναι να γευθούμε το πλήρωμα της αγάπης Του. Εφόσον “καν τε ζώμεν καν τε αποθνήσκωμεν του Κυρίου εσμέν”, άρα το θέλημα που ζητάμε -όσο και αν φαίνεται ότι είναι προσωπικό ή κάποιου από τους γνωστούς μας- έχει το κέντρο του βάρους του στο θείο Πρόσωπο, για χάρη του οποίου “ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν”. Ξεχνάτε την Κυριακή προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή. “ει δυνατόν παρελθέτω… πλην ουχ ως εγώ θέλω αλλ’ ως Συ”. Κάθε προσπάθεια που γίνεται με σκοπό την υπακοή στο προσκυνητό θείο θέλημα, αν δεν έχει ως βάση την αγάπη προς Αυτόν, κινδυνεύει να είναι ανθρώπινη ενέργεια, ή καλύτερα αδυναμία! Αν κατά τον Παύλο οφείλουμε “υποτάσσειν παν νόημα εις την υπακοήν του Χριστού”, γιατί “ουκ εσμέν εαυτών”, πώς θα γίνει συνειδητό στον υπήκοο, αν δεν γίνει με ακρίβεια γνωστό το θέλημα του Θεού για την περίπτωση αυτή; Άλλωστε και η θεία Χάρις που ακολουθεί, προς την οποία και σπεύδουμε, φανερώνεται μόνο στην τελεία υπακοή.
Όταν λοιπόν θέλετε να μάθετε το θέλημα του Θεού, θα αφήσετε τελείως το δικό σας μαζί με κάθε άλλη σκέψη ή πρόγραμμα, και με πολλή ταπείνωση θα ζητήσετε στην προσευχή σας την επίγνωσή του και ό,τι θα φανερωθεί ή θα βαρύνει στην καρδιά σας κάντε το και θα είναι το θέλημα του Θεού. Όσοι έχουν περισσότερη παρρησία και καλή συνήθεια να προσεύχονται γι’ αυτό, ακούν μέσα τους ευκρινέστερα την “πληροφορία”, γίνονται προσεκτικότεροι στη ζωή τους και δεν κάνουν τίποτε χωρίς θεία πληροφορία.
Υπάρχει και άλλος τρόπος επιγνώσεως του θελήματος του Θεού που χρησιμοποιεί γενικά η Εκκλησία: η συμβουλή διαμέσου των πνευματικών πατέρων ή εξομολόγων. Η μεγάλη ευλογία της υπακοής, που επισκιάζει ευεργετικά όσους την εκτιμούν, γίνεται γνώση σε ό,τι αγνοούν και σκέπη και δύναμη να εφαρμόσουν την συμβουλή-εντολή, γιατί ο Θεός αποκαλύπτεται στους υπηκόους με την πατρική του ιδιότητα. Η τελειότητα της υπακοής, ως παναρετής, εξομοιώνει τους οπαδούς της με τον Υιό του Θεού, ο οποίος έγινε “υπήκοος μέχρι… σταυρού”. Και όπως δόθηκε στον Ιησού μας κάθε εξουσία και όλη η ευδοκία του Θεού Πατέρα, έτσι δίνεται και στους υπηκόους η πληροφορία του θείου θελήματος και η Χάρις προς την επιτυχή και τέλεια εκτέλεσή του.
Όσοι ρωτούν πνευματικούς ανθρώπους, για να μάθουν το θείο θέλημα, ας γνωρίζουν την εξής λεπτομέρεια. Το θέλημα του Θεού δεν αποκαλύπτεται μαγικά, ούτε έχει θέση σχετικότητας, αφού δεν περικλείεται στα στενά πλαίσια της ανθρώπινης λογικής. Συγκαταβαίνει ο πανάγαθος Θεός στην ανθρώπινη αδυναμία και πληροφορεί τον άνθρωπο, που κατ’ αρχάς πιστεύει απόλυτα και ύστερα ταπεινώνεται διψώντας με πόθο την πληροφορία και έχοντας την διάθεση να την εκτελέσει. Γι’ αυτό με πίστη και ευγνωμοσύνη αποδέχεται τον πρώτο λόγο του πνευματικού οδηγού που τον συμβουλεύει. Όταν όμως οι προϋποθέσεις της πίστεως, της υπακοής και της ταπεινώσεως δεν συμβαδίζουν και αντιλέγει ή αντερωτά και, το χείριστο, σκοπεύει να ρωτήσει και άλλους, τότε το θέλημα του Θεού καλύπτεται καθώς ο ήλιος από τα σύννεφα. Το θέμα αυτό είναι λεπτό και χρειάζεται πολλή προσοχή. Λέει ό άββάς Μάρκος-“άνθρωπος υποτίθεται τω πλησίον, καθ’ α επίσταται· Θεός δε ενεργεί τω ακούοντι, καθ’ α επίστευσεν”. Απαραίτητη προϋπόθεση στην αναζήτηση του θείου θελήματος είναι να καταστεί αυτός που το ζητάει δεκτικός αυτής της αποκαλύψεως, γιατί όπως προανέ­φερα, το θείο θέλημα με τον υπερφυσικό του χαρακτήρα, δεν περιέχεται ούτε εισέρχεται μαγικά σε θέσεις και τόπους και όργανα, αλλά αποκαλύπτεται μόνο στους άξιους αυτής της θείας συγκαταβάσεως».
Τώρα θυμάμαι τί συνέβαινε και σε μας, όταν ρωτούσαμε τον Γέροντα να μάς πει το θέλημα του Θεού. Είχαμε συνηθίσει από την προηγούμενη πείρα και δεχόμασταν τον πρώτο λόγο του ως απόλυτο, χωρίς αντίρρηση. Έτσι όλα γίνονταν “κατ’ ευχήν”, ακόμα και εκεί που υπήρχαν κάποιες αμφιβολίες στηριζόμενες στην ανθρώπινη λογική. Ξέραμε ότι, αν προβάλλαμε κάποια αντιλογία με εύλογες προφάσεις κατά την κρίση μας, ο Γέροντας θα υποχωρούσε λέγοντας «κάνετε όπως νομίζετε», αλλά η μυστηριώδης δύναμη και σκέπη της επιτυχίας χανόταν από εμάς. Άρα ο “πρώτος λόγο;” του πνευματικού πατέρα όταν γίνεται αποδεκτός με πίστη και υπακοή, εκφράζει το θειο θέλημα. Στην γενικότερη μορφή του το θέμα είναι πολύπλοκο και δυσδιάκριτο, γιατί όπως γνωρίζουμε, και στους τελείους ακόμα δεν είναι πάντοτε γνωστό το θείο θέλημα, ιδίως όταν το απαιτεί ο άνθρωπος μέσα σε περιορισμένα χρονικά όρια. Άλλοτε προκύπτει δυσχέρεια και από την κατάσταση του ανθρώπου που ενδιαφέρεται. Ανάλογα με τον βαθμό που είναι ελεύθερος από εμπαθείς τάσεις και επιθυμίες που επηρεάζουν τις κινήσεις και τις αποφάσεις του, επιβάλλεται και υπομονή.
Εγώ προσωπικά άκουσα από πνευματικό πρόσωπο και κατά πάντα αξιόπιστο, ότι παρακάλεσε τον Θεό να του φανερώσει το θέλημά Του για ένα ζήτημα της προσωπικής του ζωής, και πήρε την πληροφορία που ζητούσε μετά σαράντα δύο χρόνια! Και εγώ με την ραθυμία μου τρόμαξα, θαυμάζοντας την δική του σιδηρά υπομονή.
Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η διάγνωση του θείου θελήματος είναι ένα από τα λεπτότερα και πολυπλοκότερα θέματα στην πνευματική ζωή. Ιδιαίτερα ισχύει αυτό για όσους προσπαθούν να γνωρίσουν το θέλημα του Θεού με την βοήθεια της προσευχής. Αυτό αν και ενδείκνυται σύμφωνα με το «κρούετε, ζητείτε και αιτείτε και δοθήσεται υμίν», εν τούτοις προϋποθέτει υπομονή, δοκιμασίες, πειρασμούς και πείρα, για να εκλείψουν τα πάθη και το “ίδιον” θέλημα, που αποστρέφεται η άκρα λεπτότητα και ευαισθησία της θείας Χάριτος. Πάντως, είτε είναι κοπιαστικό είτε χρειάζεται υπομονή, η προσευχή παραμένει απαραίτητη ως το μοναδικό μέσο κοινωνίας με τον Θεό και ο μόνος τρόπος να γνωρίσουμε το θείο θέλημά Του.

(Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής», εκδ. Ι.Μ.Βατοπαιδίου-Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 1)


Πρόσχωμεν

 



του αρχιμ. Δανιήλ Αεράκη 



Δυό είναι τα άκρα ως προς τη μετοχή των χριστιανών στη θεία Κοινωνία. Το ένα άκρο: Να μή προσέρχωνται. Μέχρι πριν από εξήντα περίπου χρόνια επικρατούσε στη χώρα μας η κακή «παράδοσις», να κοινωνούν μόνο τρείς ή τέσσερις φορές το χρόνο!

Είχαν άγνοια οι πολλοί. Δέν ζούσαν τη θεία Κοινωνία ως καθημερινή τροφή, κατά το: «Τον άρτον ημών τον επιούσιον δός ημίν σήμερον». Άλλοι δε, εκκλησιαστικότεροι αυτοί, είχαν σύγχυσι ως προς τη σχέσι θ.Κοινωνίας και νηστείας. Δεν κοινωνούσαν τακτικά, διότι δεν μπορούσαν να τηρήσουν νηστείες, που δεν καθορίζονται από την Εκκλησία.

Ακόμα και στο Άγιον Όρος, μέχρι το 1970 περίπου, δεν μετελάμβαναν οι μοναχοί την Κυριακή ημέρα, επειδή την προηγουμένη, το Σάββατο, είχαν γευτή φαγητό με λάδι!

● Ξεπεράστηκαν οι προκαταλήψεις και οι εσφαλμένες αντιλήψεις. Παντού τώρα, σε όλους σχεδόν τους ναούς, έχουμε πιστούς, που κοινωνούν τακτικά.

● Είναι βέβαια λίγοι σε σύγκρισι με τα πλήθη των «ορθοδόξων», που έχουν συνδυάσει τη θεία Κοινωνία με κάποια ημερομηνία ήμεγάλη γιορτή. Έτσι παρατηρείται, πριν τις μέρες του Πάσχα, να εισορμούν στίφη χριστιανών στους ναούς, απαιτώντας να κοινωνήσουν, εικῇ και ως έτυχε! Οι δε ευλαβείς λειτουργοί της Εκκλησίας ζουν κυριολεκτικά ένα συνειδησιακό μαρτύριο.

● Πότε άραγε θα αποσπαστή η μετοχή στο Ποτήριο της ζωής από την εθιμοτυπία μερικών μεγάλων γιορτών; Ξέρουμε πόσο δύσκολο είναι, αφού πρόκειται για έθιμο, που κρατάει από τα χρόνια ακόμα των μεγάλων Πατέρων. Ακούστε τι λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος:
«Πολλούς ορώ του σώματος του Χριστού μετέχοντας απλώς και ως έτυχε, και συνηθεία μάλλον και νόμω, ή λογισμώ και διανοία. Αν επιστή, φησίν, ο της αγίας Τεσσαρακοστής καιρός, οίος εάν ᾖτις, μετέχει των μυστηρίων, αν επιστή των Επιφανείων η ημέρα. Καίτοι καιρός προσόδου ουκ Επιφάνια ουδέ Τεσσαρακοστή, αλλά ψυχής ειλικρίνεια και καθαρότης. Μετά ταύτης αεί πρόσιθι, χωρίς ταύτης μηδέποτε» (Ε.Π.Ε.20,484). Μετάφρασις: Βλέπω πολλούς να συμμετέχουν στην κοινωνία του σώματος του Χριστού, αλλ’ όπως έτυχε, από συνήθεια περισσότερο και για το νόμο, παρά με το νου και την καρδιά. Λένε: Αν έρθη ο καιρός της αγίας Τεσσαρακοστής, σε όποια κατάστασι και αν βρίσκεται κάποιος, μπορεί να συμμετέχη στα μυστήρια. Το ίδιο όταν έρθη η ημέρα των Χριστουγέννων. Και όμως δεν είναι ο καιρός, δηλαδή η γιορτή των Χριστουγέννων ἤ ἡ Μεγ.Σαρακοστή, που καθιστά τους ανθρώπους άξιους να προσέρχωνται στα μυστήρια, αλλ΄η ειλικρίνεια και η καθαρότητα της ψυχής. Με τέτοια ψυχή να προσέρχεσαι πάντα. Χωρίς αυτήν ουδέποτε.

● Για όσους αγνοούν, ότι στη λειτουργική σύναξι προσερχόμαστε κυρίως για την «κλάσι του Άρτου» (Πράξ.β΄42), για την πρόσκλησι του λειτουργού «Προσέλθετε», ισχύουν τα λόγια του Κυρίου μας. Εκείνος προσφέρει και προσφέρεται. Στα καθοριστικά Του λόγια για τη συνεχή μετοχή μας στη θεία Κοινωνία, τονίζει: «Ο τρώγων μου την σάρκαν και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον, και εγώ αναστήσω αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Η γαρ σάρξ μου αληθώς εστί βρώσις, και το αίμά μου αληθώς εστι πόσις. Ο τρώγων μου την σάρκαν και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ» (Ιωάν.στ΄54-56).

● Οικονόμησε ο Χριστός τον τρόπο «διηνεκούς» ενώσεως μαζί Του: Να κοινωνούμε συνεχώς. Ορισμένοι (λίγοι ευτυχώς πνευματικοί), ως άλλοι τροχονόμοι, καθορίζουν προθεσμίες και χρονικά διαστήματα. Σαφής ο λόγος του Χρυσοστόμου:
«Είσαι έτοιμος; Κάθε μέρα θα κοινωνής. Δεν είσαι έτοιμος; Ούτε το Πάσχα».

● Και εδώ βρίσκεται το άλλο άκρο. Πολλοί βλέπουν τους πιστούς να προσέρχωνται τακτικά στη θ.Κοινωνία, και τους… ακολουθούν! «Γιατί να μην κοινωνήσω και εγώ;» Φυσικά και συ να κοινωνήσης. Ο Χριστός προσφέρεται όλος για όλους. Αλλά με την δέουσα προετοιμασία.
Δεν κοινωνούμε γιατί είμαστε άξιοι, αλλά για να γίνουμε άξιοι. Δεν κοινωνούμε γιατί είμαστε άγιοι, αλλά γιατί θέλουμε να γίνουμε άγιοι. Κοινωνούμε, αφού καθαρίσουμε, όσο γίνεται καλύτερα την ψυχή μας, για να υποδεχτή τον Κύριο. Αν το χωρίο «Ο τρώγων μου την σάρκα…» μας ωθεί σε μετοχή, ένα χωρίο του αποστόλου Παύλου μας ωθεί σε αποχή από τη θεία Κοινωνία. Λέει: «Δοκιμαζέτω άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ του άρτου εσθιέτω και εκ του ποτηρίου πινέτω. Ο γαρ εσθίων και πίνων αναξίως κρίμα εαυτῷ εσθίει και πίνει» (Α΄Κορ.ια΄28-29).

● Να κοινωνούμε, ναι, αλλά σωστά προετοιμασμένοι. Μεμετάνοια και ευλάβεια. Ας ακούσουμε και εδώ τον ιερό Χρυσόστομο: «Πάσιν έν σώμα πρόκειται, και ποτήριον έν. Και εν ταις ευχαίς δέ πολύ τον λαόν ίδοι τις άν συνεισφέροντα. Και γαρ υπέρ των ενεργουμένων, υπέρ των εν μετανοία, κοιναί και παρά του ιερέως, και παρ’ αυτών γίνονται ευχαί, και πάντες μεν λέγουσιν ευχήν, ευχήν του ελέους γέμουσαν. Πάλιν επειδάν είρξωμεν των ιερών περιβόλων τους ου δυναμένους της ιεράς μετασχείν τραπέζης, ετέραν δει γενέσθαι ευχήν, και πάντες ομοίως επ’ εδάφους κείμεθα και πάντες ομοίως ανιστάμεθα. Όταν ειρήνης πάλιν μεταλαμβάνειν και μεταδιδόναι δέη, πάντες ομοίως ασπαζόμεθα» (Ε.Π.Ε.19,486). Μετάφρασις: Το ίδιο Σώμα βρίσκεται μπροστά σε όλους, το ίδιο, το ένα ποτήριο. Και στις προσευχές βλέπει κανείς, ότι ο λαός συμμετέχει πολύ. Διότι προσεύχονται και για όσα γίνονται, αλλά και για όλους τους ανθρώπους, τους αμαρτωλούς, τόσο ο ιερέας, όσο και ο λαός. Και όλοι λένε την ίδια προσευχή για να μας ελεήση ο Θεός. Και όταν πρόκειται να κοινωνήσουμε, ανάξιοι όντες, άλλη πρέπει να κάνουμε προσευχή. Όλοι μαζί γονατίζουμε στο έδαφος και ύστερα σηκωνόμαστε όρθιοι. Όταν επίσης πρόκειται να μεταλάβουμε, όλοι ανταλλάσσουμε ασπασμούς.

● Προσοχή στα δυό άκρα: Ούτε αδιαφορία για τη θεία Κοινωνία,ούτε καταφρόνησις της ιερότητος του μυστηρίου και της τρομακτικής μας ευθύνης.

● Οι λειτουργοί της Εκκλησίας είναι οικονόμοι των μυστηρίων, διότι είναι εμπιστευμένοι στη διακονία της χάριτος. Δεν είναιοικονόμοι, για να κάνουν… οικονομίες, που αφήνουν οποιονδήποτε να τρέχη τη Μεγ.Πέμπτη ή το Μεγ.Σάββατο ή τη νύχτα του Πάσχα προς το άγιο Ποτήριο! Δεν οικονομούν το «εις κρίμα και εις κατάκριμα». Δεν οικονομούν την απώλεια «εκ του αναξίως μεταλαμβάνειν».

● Έγκαιρη διαφώτισις των χριστιανών από το λειτουργό της Εκκλησίας προλαβαίνει ανεπιθύμητες καταστάσεις. ΄Οσοι αναβάλλουν τη θεία Κοινωνία του Πάσχα, επειδή δεν εξωμολογήθηκαν, αυτοί έχουν τόσες Κυριακές μπροστά τους. Μπορούν, σωστά προετοιμασμένοι, να κοινωνήσουν. Και κάθε φορά που κοινωνεί ο πιστός, κάνει Πάσχα. Ενώ το Πάσχα, που κοινωνούν με ασέβεια, γίνεται κόλασις!

O Aντίχριστος.(Γ. Μαντζαρίδη, Ομοτ. Καθηγητού Παν/μίου)

 

undefined
«Και νυν, αγαπητοί, ο αντίχριστος εστίν»
Ο αντίχριστος, όπως βεβαιώνουν οι απόστολοι του Κυρίου και μας υπενθυμίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, είναι παρών: «Και νυν, αγαπητοί, ο αντίχριστος έστιν». Αν μάλιστα παραδοθούμε στο πνεύμα της εποχής μας και λησμονήσουμε ότι είμαστε άνθρωποι πλασμένοι «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Θεού, αν δεχθούμε να ζούμε και να συμπεριφερόμαστε ως αριθμοί, ως άβουλα όντα, που για την άνεση ή για την επιβίωσή τους δέχονται να προσκυνούν την οποιαδήποτε γραφειοκρατία, τί άλλο απομένει; Τί περισσότερο να κάνει ο αντίχριστος; Τί περισσότερο θέλησε να επιτύχει, όταν πείραξε το Χριστό; «Και δείκνυσιν αυτώ πάσας τας βασιλείας του κόσμου και την δόξαν αυτών και λέγει αυτώ· ταύτα πάντα σοι δώσω, εάν πεσών προσκυνήσης με». Και το θηρίο της  Αποκαλύψεως, όπως σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, υποχρεώνει όλους να χαραχθούν στο χέρι ή στο μέτωπο με το όνομά του ή με τον αριθμό του ονόματός του, για να, μπορούν να συναλλάσσονται. Προσφέρει στους ανθρώπους τα αγαθά του, τις υπηρεσίες του, με τον όρο να υποταχθούν και να το προσκυνήσουν.
Ο αριθμός του θηρίου «αριθμός ανθρώπου εστί». Και ο άνθρωπος που παύει να ζει ως άνθρωπος και υπάρχει ως αριθμός, ο άνθρωπος που θυσιάζει την ψυχή του, για να ικανοποιήσει τις επιθυμίες και τις αισθήσεις του, έχει ήδη υποταχθεί στον άρχοντα του αιώνος τούτου. Έχει ήδη «το όνομα του θηρίου ή τον αριθμόν του ονόματος αυτού».
Ο αριθμός του ονόματος του θηρίου, το 666, γράφεται στο βιβλίο της Αποκαλύψεως με τα ελληνικό γράμματα Χξς’. Μια εύστοχη συμβολική ερμηνεία βλέπει στα γράμματα αυτά τα αρχικά των λέξεων: Χριστός ξένος σταυρού. Ο αντίχριστος παρουσιάζεται στον κόσμο ως ένας Μεσσίας ξένος προς το σταυρό. Δεν σταυρώνεται ο ίδιος, γιατί δεν έχει σχέση με την αγάπη και τη θυσία. Ούτε ζητάει από τους ανθρώπους να σηκώσουν το σταυρό τους. Υπόσχεται ευκολία και άνεση με μοναδικό όρο την πλήρη υποταγή τους. Αρκεί να παραδοθεί ο άνθρωπος σ’ αυτόν, για να ζήσει άνετα. Αρκεί να τον προσκυνήσει, νια ν’ απολαύσει τα αγαθά της γης.
Σήμερα ο κύριος στόχος του ανθρώπου και του πολιτισμού του είναι η άνεση και η απόλαυση των αγαθών της γης. Όλα συγκεντρώνονται σε συσκευές, σε υπηρεσίες και σε πληροφορίες που διευκολύνουν τη ζωή. Στο βωμό τους θυσιάζεται η ανθρώπινη ελευθερία. Θυσιάζεται δηλαδή ο ίδιος ο άνθρωπος. Και υπομένει τη θυσία αυτή, γιατί τη θεωρεί αναπόφευκτη. Να αρνηθεί τις ευκολίες του; Να απορρίψει τις κατακτήσεις του; Να εγκαταλείψει τον πολιτισμό του; Ένας ριζοσπαστικός ασκητισμός θα μπορούσε να είναι σε όλα αρνητικός. Άλλα η ζωή μέσα στον κόσμο είναι διαφορετική. Και η σωτηρία πρέπει να είναι προσιτή και στον κόσμο. Στο σύγχρονο κόσμο της υψηλής τεχνολογίας και της πληροφορικής.
Τί μπορεί λοιπόν να γίνει στην κατάσταση αυτή; Η απάντηση δεν είναι απλή. Ο σύγχρονος πολιτισμός δεν προέρχεται από το διάβολο. Στηρίζεται στη σκέψη και τις Ικανότητες του άνθρωπου. Ταυτόχρονα όμως ο πολιτισμός αυτός υλοποιεί τη διαβολική προτροπή για αυτόνομη χρήση και καταξίωση της γνώσεως. Είναι ο πολιτισμός του εκπεσμένου άνθρωπου στην υψηλότερη μορφή του. Ο άνθρωπος προχωρεί στις οριακές καταστάσεις της εκπτώσεως του «εν όλη τη δόξη του». Ο Θεός εξορίζεται από τα ενδιαφέροντα του. Το πνεύμα σβήνει. Η ηθική παραγκωνίζεται. Και ο άνθρωπος μένει ανυποψίαστος και ικανοποιημένος με τα αγαθά και τις ανέσεις του. Με το αλλοτριωμένο πρόσωπο και την αλλοτριωμένη ελευθερία του.
Ο αντίχριστος κατορθώνει καλύτερα το έργο του, όταν ο άνθρωπος τον λησμονεί ή πιστεύει πως δεν υπάρχει. Κι εμείς ζούμε λησμονώντας ή αρνούμενοι την ύπαρξή του, Στο μεταξύ ο αντίχριστος εξακολουθεί το έργο του. Και κινδυνεύουμε να δούμε ή και να βλέπουμε ήδη την αποκορύφωση του μυστηρίου της παρουσίας του, χωρίς καν να το υποψιασθούμε. Κινδυνεύουμε να φτάσουμε ή και να φτάσαμε στην εποχή της τελικής εμφανίσεώς του, χωρίς να το καταλάβουμε. Χωρίς να υποψιαστούμε ότι ακολουθούμε την προτροπή του και να μετανοήσουμε.
Οι άγιοι πολεμούσαν τον αντίχριστο σε ολόκληρη τη ζωή τους. Με την άσκηση και την προσευχή, με τους κοινωνικούς και τους δογματικούς αγώνες τους κτύπησαν το διάβολο και τα έργα του διαβόλου. «Πάλιν ο δεινός και αρχέκακος όφις» υψώνει το κεφάλι εναντίον μας, συνήθιζε να λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όταν κάποια καινούργια απειλή παρουσιαζόταν στην Εκκλησία. Αλλά ο σταυρός του Χριστού, πρόσθετε, συνέτριψε την κεφαλή του διαβόλου. Και ο διάβολος που χρησιμοποιεί ως κεφαλές όσους τον ακολουθούν, συντρίβεται από αυτούς που έχουν ως κεφαλή το Χριστό. Τέλος, και ο ίδιος ο διάβολος, χωρίς να το θέλει, βοηθάει στο έργο του Χριστού. «Συνεργός γαρ έστι και ο διάβολος αεί τη του Θεού βουλή, αλλ’ αυτός ου τούτο βουλόμενος, ουδέ προς τούτο βλέπων». Αποκαλύπτοντας τη γύμνια και την αθλιότητά του κάνει εμφανέστερο το μεγαλείο του Θεού.
Το μυστήριο του σταυρού του Χριστού συντρίβει και αφανίζει το μυστήριο του αντίχριστου. Και όποιος ζει το μυστήριο του σταυρού, που είναι μυστήριο αυταπαρνήσεως και νεκρώσεως για τον κόσμο, μετέχει ήδη από τη ζωή του αυτή στη νίκη κατά του αντιχρίστου και στη δόξα της Αναστάσεως του Χριστού.
Κύριος του κόσμου και της ιστορίας είναι ο Χριστός και όχι ο Αντί­χριστος. Όσο και αν προκαλούν οι αντίθετες δυνάμεις, όσο και αν φαίνεται να νικούν οι πλάνοι και οι αντίχριστοι, ο κόσμος βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Όποιος γνωρίζει και ζει την αλήθεια αυτή, δεν φοβάται ούτε απελπίζεται. Χαίρεται και προσβλέπει στον Ερχόμενο. Σ’ αυτόν που έφερε τη βασιλεία του Θεού όταν κόσμο και έρχεται ως Κύριος Παντοκράτωρ. Σ’ αυτόν που «εξήλθε νικών και ίνα νικήση». Ο Αντίχριστος έχει ήδη νικηθεί με το σταυρό του Χριστού. Η σπασμωδική αναδίπλωσή του κατά τους έσχατους καιρούς, το τελικό ξέσπασμά του, θα είναι προανάκρουσμα της τελικής φανερώσεως του Χριστού και της δόξας των πιστών.

(Γ. Μαντζαρίδη, «Και νυν αγαπητοί Αντίχριστος εστίν»-απόσπασμα. Περιοδ. Σύναξη, τευχ. 29

Η Ευρώπη ακυρώνει τα Χριστούγεννα!

Tα Χριστούγεννα είναι μια γιορτή που γιορτάζουμε όχι ως άτομα ούτε ως έθνος, αλλά ως ανθρώπινη οικογένεια [Ronald Reagan] Ένα σχεδόν σπαρακτ...