Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 09, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ του π. Γεωργίου Δορμπαράκη

πηγή



Ἔχει ὀρθά τονιστεῖ ὅτι ἡ σχέση τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς μέ τήν ἑορτή τῶν ῾Αγίων Πάντων στήν ᾽Εκκλησία μας ἀποτελεῖ σχέση αἰτίου καί αἰτιατοῦ, δηλαδή ἐκεῖνο πού δημιουργεῖ τό γεγονός τῆς ἁγιότητας εἶναι τό Πανάγιον Πνεῦμα, τό Ὁποῖο ἀπέστειλε ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός, μετά τήν ἔνδοξη ἀνάληψή Του εἰς τούς οὐρανούς, τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μέ ἄλλα λόγια οἱ ἅγιοι συνιστοῦν τά ἔργα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, κάτι πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν κατανόηση ὅτι μιλώντας γιά τούς ἁγίους μιλᾶμε γιά γεγονός πού ὑπερβαίνει τήν ὁριζόντια ἀνθρώπινη μόνο κατανόησή τους. Οἱ ἅγιοι, ὅπως πιστεύουμε ὅτι θά δείξουμε καί στή συνέχεια, φανερώνουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, συνιστοῦν τήν προέκταση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου μέσα στά πλαίσια τοῦ ἐδῶ καί τοῦ τώρα. Εἶναι οἱ ῾ἐν σαρκί περιπολοῦντες Θεοί᾽, κατά γνωστή ἔκφραση ἐκκλησιαστικοῦ Πατέρα. Ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων Πάντων λοιπόν θέτει κάθε φορά αὐτό τό ἐρώτημα, τό ὁποῖο κάθε χριστιανός πρέπει νά τό θέτει καί στόν ἑαυτό του: ῾Ποιός εἶναι ὁ ἅγιος;᾽ Νά ἐξηγήσουμε λίγο περισσότερο τήν παραπάνω περί ἁγίων τοποθέτηση. 

Κατά πρῶτον θά πρέπει νά ὑπερβοῦμε τήν ἁπλή ἀντίληψη πολλῶν συνανθρώπων μας, ἀκόμη καί χριστιανῶν, πού τήν ἁγιότητα τήν ἐξαρτοῦν ἀπό συνθῆκες μόνον τοπικές, δηλαδή ὅτι ἕνα συγκεκριμένο πλαίσιο ζωῆς ὁδηγεῖ καί στήν ἁγιότητα, εἴτε μέ τήν ἔννοια ὅτι ἅγιος γίνεται ἐκεῖνος πού ἀπομακρύνεται ἀπό τόν κόσμο, σάν ἕνα εἶδος ὑπερανθρώπου ἀσκητῆ, εἴτε μέ τήν ἔννοια ἐκείνου πού ἀγωνίζεται μέσα στόν κόσμο, σάν ἕνα εἶδος κοινωνικοῦ ἐργάτη. Ὁ ἅγιος εἶναι πέρα ἀπό τέτοιες ἁπλουστεύσεις καί ῾ἀγκυλώματα᾽. Ὅπως τό ὑπονοήσαμε καί παραπάνω καί τό τονίζει διαρκῶς ἡ ἐκκλησιαστική μας παράδοση, ἅγιος εἶναι ἁπλῶς ὁ συνεπής πιστός: αὐτός πού προσπαθεῖ νά ζεῖ σωστά ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας, πού σημαίνει προσπαθεῖ νά κρατάει ἀνοιχτή τή θύρα τῆς ψυχῆς του ἀπέναντι στόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. Κι αὐτό μπορεῖ νά γίνει εἴτε κανείς πηγαίνοντας σ᾽ ἕνα μοναστήρι εἴτε μένοντας στόν κόσμο, διότι ἀκριβῶς τό ζητούμενο εἶναι ἡ διακράτηση τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ πού ὁ ἄνθρωπος παίρνει μέ τήν εἴσοδό του στήν ᾽Εκκλησία διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τοῦ ἁγίου χρίσματος καί ὄχι ὁ τόπος στόν ὁποῖο κάποιος θά ἐπιλέξει νά μείνει.
 Ὁ πιστός λοιπόν χριστιανός, πού λειτουργεῖται καί λειτουργεῖ στό σῶμα τῆς ᾽Εκκλησίας, εἶναι ὁ ἅγιος. Γι᾽ αὐτό καί στούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες ἡ λέξη ῾ἅγιος᾽ ἦταν ἡ φυσιολογική προσφώνηση γιά τούς χριστιανούς. Καί τί σημαίνει χριστιανός; Ὅπως ἐπιγραμματικά μᾶς τό λέει καί ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος ῾Χριστιανός ἐστι μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ᾽. Χριστιανός εἶναι ὅποιος ῾μιμεῖται᾽ τόν Χριστό, μέσα στά πλαίσια τῶν ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων. Συνεπῶς ἅγιος εἶναι καί γίνεται κάθε χριστιανός πού βαδίζει πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, αὐτός πού ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, ὅπως διαρκῶς τό ζητοῦσε ὁ ῎Ιδιος - ῾ἀκολούθει μοι᾽ (Ματθ. 8, 22 κ.ἀ.) ἦταν πάντοτε ἡ κλήση Του πρός κάθε μαθητή Του – κι ὅπως προέτρεπαν στή συνέχεια καί οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ὅλους τούς ἀνθρώπους:῾ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε᾽ (Κολ. 2, 6). Τό ἴδιο ἀκριβῶς ἐπισημαίνουμε καί στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς: ῾ἰδού ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καί ἠκολουθήσαμέν σοι᾽ (Ματθ. 19, 27).
Ἡ ἀκολουθία αὐτή τοῦ Χριστοῦ δημιουργεῖ σχέση φιλίας καί ἀγάπης ἀνάμεσα στόν Χριστό καί τούς πιστούς καί ἐξηγεῖ, ἀφενός, τή δύναμη τήν ὁποία ἔχουν στόν κόσμο, δύναμη στήν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ πού ἐνεργεῖ μέσω αὐτῶν, καί, ἀφετέρου, τήν τιμή, τήν ὁποία ἀπολαμβάνουν στήν ᾽Εκκλησία μας, κάτι πού δέν φαίνεται νά κατανοοῦν ὁρισμένες ὁμάδες αἱρετικῶν, γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχουν ὀρθές θεολογικές προϋποθέσεις, μή ἀποδεχόμενοι δηλαδή τό μυστήριο τῆς σχέσης ταύτισης πού δημιουργεῖ ὁ Χριστός μέ τούς ἴδιους τούς πιστούς Του. ῾Ὑμεῖς φίλοί μού ἐστε, ἐάν ποιῆτε ὅσα ἐντέλλομαι ὑμῖν᾽ (᾽Ιωάν. 15, 14), εἶπε ὁ Κύριος, ῾ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα᾽ (15,5 ), ἐνῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει τό ἀποτέλεσμα τῆς σχέσης μέ τόν Χριστό: ῾πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ᾽ (Φιλ. 4, 13). Μέ τούς ὅρους αὐτούς, χαρακτηριστικά τοῦ ἁγίου, ὅπως τά ἐπισημαίνουμε γενικῶς ἀπό αὐτά πού ἔχει πεῖ ὁ Κύριος καί ἔχουν διδάξει οἱ ἀπόστολοι, εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ὑπακοή στόν Θεό, ἡ χωρίς ὅρια ἀγάπη στόν συνάνθρωπο, ἡ ταπείνωση, ὡς συναίσθηση τῆς μηδαμινότητας καί ἁμαρτωλότητας τοῦ ἑαυτοῦ.
Ὁ ἅγιος ἑπομένως δέν εἶναι μία αὐτονομημένη καί ἀτομοκεντρική ὕπαρξη. ᾽Αντιθέτως, εἶναι ὁ πλήρως ἐξαρτημένος ἀπό τόν Θεό, αὐτός πού ἀναφέρει ῾ἑαυτόν καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν αὐτοῦ Χριστῷ τῷ Θεῷ᾽. ῞Αγιος μ᾽ ἕναν λόγον εἶναι, ὅπως ἤδη εἴπαμε, ὁ ἐνεργούμενος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐνέργεια αὐτή τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ ὅμως ἐξαρτᾶται ἀπό τή δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Ανάλογα μέ τή δεκτικότητα αὐτοῦ, ἄρα ὄχι ἀπό τήν προσφορά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι χωρίς ὅρια - ῾οὐκ ἐκ μέτρου δίδωσιν ὁ Θεός τό Πνεῦμα᾽ (᾽Ιωάν. 3, 34) – λαμβάνει ὁ πιστός τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού θά πεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εὐθύνεται ἀποκλειστικά γιά τήν πνευματική του κατάσταση. ῎Ανθρωπος πού ἀνταποκρίνεται ἐν ἀγάπῃ πρός τό ἄνοιγμα ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ῾βλέπει᾽ πλούσια καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ στήν ὕπαρξή του. ῎Ανθρωπος, ἀπό τήν ἄλλη, πού διστάζει καί ἀπιστεῖ πρός αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, βιώνει τήν ἀπουσία τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ ἤ τήν ὀλιγότητά της στήν ὕπαρξή του. Κι αὐτό αἰτιολογεῖ καί τή διαβάθμιση πού ὑπάρχει στήν ἁγιότητα. Δέν εἶναι ὅλοι οἱ ἅγιοι στό ἴδιο ὕψος ἁγιότητας. ῾᾽Αστήρ ἀστέρος διαφέρει᾽ (Α´ Κορ. 15, 41) βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος, ἐνῶ καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς ἀποκάλυψε ὅτι ῾ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός του πολλαί μοναί εἰσι᾽ (᾽Ιωάν, 14, 2). Ὑπάρχει, λοιπόν, ὅπως πολύ ὀρθά ἔχει εἰπωθεῖ ῾ἅγιος μέ ἄλφα μικρό καί ῞Αγιος μέ ἄλφα κεφαλαῖο᾽.
Τί προσδιορίζει τή δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ὁποία μιλᾶμε; ᾽Από τί ἐξαρτᾶται αὐτή; Κατά τήν πίστη μας, ἀπό τόν βαθμό τῆς ταπείνωσης τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο πιό μεγάλη εἶναι ἡ ταπείνωση, τόσο μεγαλύτερος εἶναι ὁ χῶρος πού ἀνοίγεται στήν καρδιά του γιά τή λήψη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὅσο λιγότερη ταπείνωση ὑπάρχει, τόσο καί λιγότερο Πνεῦμα Θεοῦ δέχεται ἡ ὕπαρξή του. Καί τοῦτο γιατί ῾ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν᾽ (Α´Πέτρ. 5,5). Κι εἶναι εὐνόητο: ἡ ἀνυπαρξία τῆς ταπείνωσης δηλώνει τήν ὑπερηφάνεια καί τόν ἐγωϊσμό τοῦ ἀνθρώπου, ἄρα καί τήν ἔλλειψη στήν καρδιά του χώρου γιά τόν Θεό. Τό ἀνθρώπινο ἐγώ εἶναι ἀδηφάγο καί κυριαρχικό. Ποῦ νά σταθεῖ λοιπόν ἐκεῖ ὁ Θεός; ῎Ετσι ἡ ταπείνωση, ὡς ἀγώνας ἐξαλείψεως τοῦ ἐγωϊσμοῦ καί δημιουργίας συνθηκῶν ἀγάπης, ῾συντονίζει᾽ τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, φανερώνει δηλαδή καί τόν βαθμό κάθαρσης τῆς καρδιᾶς του, γι᾽ αὐτό καί ἡ ταπείνωση θεωρεῖται κατά τούς ἁγίους μας καί τό κριτήριο γιά τή γνησιότητα τῆς πίστης στόν Θεό καί τῆς ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπο. Μέ ἄλλα λόγια, βάση ὅλων τῶν ἀρετῶν - ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη χαρακτηρίζονται ὡς ἡ συμπύκνωση ὅλων τῶν ἀρετῶν – θεωρεῖται ἡ ταπείνωση. Ἡ ταπείνωση εἶναι τελικῶς τό κριτήριο τῆς ἁγιότητος.
 ῾Κάποτε – μᾶς διηγεῖται ἡ ἀσκητική παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας -ἐπισκέφθηκαν τόν ἅγιο ᾽Αντώνιο ὁρισμένοι μοναχοί. Εἶχαν μεταξύ τους καί ἕναν νεαρό μοναχό, πού τόν ἐπαίνεσαν ὡς καλό ἀδελφό. Ὁ ᾽Αντώνιος τόν πρόσβαλε ἐπίτηδες καί διαπίστωσε ὅτι ἐκεῖνος ἀντέδρασε καί ἄρχισε τίς δικαιολογίες. Τότε ὁ ᾽Αντώνιος τόν συμβούλευσε νά προσέχει, γιατί ἐξωτερικά μέν φαίνεται ὡς ὡραία πόλη, πού ὅμως τή λυμαίνονται ἀπό πίσω ληστές᾽. Οἱ δικαιολογίες δηλαδή τοῦ νεαροῦ μοναχοῦ ἦταν καίριο σημάδι γιά τόν ὅσιο ὅτι αὐτός δούλευε ἀκόμη στόν ἐγωϊσμό του, ἀφοῦ εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ταπεινός ἄνθρωπος ἀποφεύγει τίς δικαιολογίες, συχνά κι ἄν ἀκόμη ἔχει δίκιο.
 ῞Αγιος λοιπόν δέν εἶναι τόσο ὁ ἐνάρετος, ὅσο ὁ ταπεινός. ᾽Αρετή χωρίς ταπείνωση δέν σημαίνει τίποτε. ῾᾽Απούσης ταπεινοφροσύνης πάντα τά ἡμέτερα ἕωλα᾽ σημειώνει καί πάλι ὁ τῆς Κλίμακος ἅγιος. ᾽Ενάρετοι μπορεῖ νά βρεθοῦν σέ πολλούς χώρους, ἀκόμη καί ἐξωχριστιανικούς, μά ταπεινοί μόνο στό χῶρο τοῦ χριστιανισμοῦ καί μάλιστα στήν ᾽Ορθόδοξη ᾽Εκκλησία. ῾Ἡ ταπείνωση εἶναι κατόρθωμα μόνον τῶν ὀρθοδόξων. Στούς ἑτεροδόξους, ὅσο καί νά ψάξεις, δέν πρόκειται ποτέ νά τήν βρεῖς᾽ (᾽Ιωάννης Κλίμακος). Βεβαίως, ὁ ταπεινός, ὅπως εἴπαμε, εἶναι γεμᾶτος ἀπό ἀρετές, γιά τίς ὁποῖες ὅμως δέν καυχιέται, γιατί τίς ἀνάγει στόν χορηγό αὐτῶν, τόν ἴδιο τόν Θεό. Ἡ ἀρετή δηλαδή εἶναι καρπός τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι μίας δικῆς του αὐτονομημένης προσπάθειας.
Μετά τά παραπάνω εἶναι πιά πασιφανές ὅτι δέν ὑπάρχει ἰδιαίτερη ὁμάδα ἀνθρώπων, γιά τήν ὁποία καί μόνο νά θεωρεῖται προνόμιο ἡ ἁγιότητα. Τό νά γίνουμε ἅγιοι εἶναι ἐντολή καί προτροπή τοῦ Κυρίου γιά ὅλους μας. ῾῞Αγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι᾽ (Α´ Πέτρ. 1,16). ῾Ο εἰκονισμός τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ θεολογική βάση γι᾽ αὐτόν τόν κοινό κλῆρο. ῾῞Α λέγω ὑμῖν, πᾶσι λέγω᾽ (Μάρκ. 13, 37) βεβαίωνε ὁ Κύριος ἐπίσης τούς μαθητές Του. ῞Ολοι λοιπόν εἴμαστε κλημένοι στήν ἁγιότητα. Οἱ ἀποστροφές: ῾Αὐτά εἶναι γιά τούς καλόγερους καί τούς παπάδες᾽ ἤ ῾ἅγιοι θά γίνουμε;᾽ εἶναι διαστροφές καί δείχνουν, τό λιγότερο, ἀνευθυνότητα καί ἄγνοια τῆς Γραφῆς καί τῆς Παράδοσης τῆς ᾽Εκκλησίας μας. Βεβαίως, χρειάζεται καί πάλι νά τονιστεῖ ὅτι πηγή τῆς ἁγιότητας εἶναι ὁ Τριαδικός Θεός καί χῶρος φανέρωσής της ἡ ᾽Εκκλησία. ᾽Εμεῖς μόνον κατά μετοχή στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νά γίνουμε ἅγιοι. ῾Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, ᾽Ιησοῦς Χριστός᾽ ψέλνουμε στή Θεία Λειτουργία, ἐνῶ ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὅτι πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. ᾽Επειδή δηλαδή εἶναι ἁγία ἡ κεφαλή ὀντολογικά, γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς ὡς ἐνταγμένα στό σῶμα μέλη γινόμαστε ἅγιοι.
 Ἡ ἁγιότητα ἔτσι ὡς ζωντανή σχέση προσώπων, Θεοῦ καί ἀνθρώπου, δέν κρίνεται ἀπό ἐξωτερικά τυπικά σημεῖα: ἐνδυμασία, κόμμωση κλπ. ῎Αν κρινόταν ἔτσι, δέν θά ἐπρόκειτο γιά ζωντανή πραγματική σχέση, ἀλλά γιά νομική –τυπική. Εἶναι πολύ γνωστό τό πρωτοχριστιανικό κείμενο τῆς ἐπιστολῆς πρός Διόγνητον, πού τονίζει πολύ καθαρά τήν πραγματικότητα αὐτή. ῾Οἱ χριστιανοί δέν διαφέρουν ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους οὔτε στήν ἐπίγεια πατρίδα οὔτε στήν ὁμιλία οὔτε στά ἔθιμα. Γιατί πουθενά δέν κατοικοῦν σέ ἰδιαίτερες πόλεις οὔτε χρησιμοποιοῦν κάποια διαφορετική γλῶσσα... Πλήν ὅμως, ἐνῶ κατοικοῦν σέ πόλεις ἑλληνικές καί βαρβαρικές - ἐκεῖ πού βρέθηκε ὁ καθένας – καί ἀκολουθοῦν τά ἐγχώρια ἔθιμα στήν ἐνδυμασία, τή διατροφή καί τίς ἄλλες πλευρές τῆς ζωῆς, ὁ τρόπος τῆς ζωῆς τους εἶναι στ᾽ ἀλήθεια θαυμαστός καί παράδοξος᾽.

 Τελειώνοντας: ὁ ἅγιος εἶναι ὁ ὁρατός τόπος πού φανερώνεται ὁ Θεός στόν κόσμο, εἶναι ἡ αἰσθητή παρουσία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τόν Θεό ἔτσι Τόν βρίσκουμε στά πρόσωπα τῶν ἁγίων Του, πού καί σήμερα ὑπάρχουν πάρα πολλοί, ἀρκεῖ νά ἔχουμε ἀνοικτά τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, γιά νά τούς ῾ἀφουγκραζόμαστε᾽. ῎Αν ὁ ἀρχαῖος ῞Ελληνας φιλόσοφος ῾Ηράκλειτος εἶχε ἐπισημάνει ὅτι ῾ἡ ἀλήθεια κρύπτεσθαι φιλεῖ᾽: ἡ ἀλήθεια ἀγαπᾶ νά κρύβεται, πολύ περισσότερο τοῦτο ἰσχύει στή χριστιανική μας πίστη. Ἡ ἁγιότητα δηλαδή δέν εἶναι ἕνα προϊόν πρός διαφήμιση, ἀλλά μία ἐσωτερική πραγματικότητα τῆς καρδιᾶς, πού τήν φανερώνει ὁ Θεός στόν κόσμο μέ τόν τρόπο πού ᾽Εκεῖνος ἐπιλέγει. Ἡ Κυριακή τῶν ἁγίων Πάντων ἔτσι μᾶς προβληματίζει κάθε φορά πάνω στήν κλήση μας αὐτή τῆς ἁγιότητας, χωρίς τήν ὁποία δέν πρόκειται κανείς νά δεῖ τόν Κύριο (πρβλ. ῾Εβρ. 12,14 ). ᾽Ιδιαιτέρως σήμερα, μέ ὅ,τι συμβαίνει στόν κόσμο καί τήν πατρίδα μας, ἡ ἁγιότητα ὡς προοπτική καί σκοπός μας εἶναι ὅ,τι πιό ἀπαραίτητο μπορεῖ νά ὑπάρξει γιά ἐμᾶς. Εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα στή ζωή μας.

Κυριακή των Αγίων Πάντων - Ὁμολογία καὶ Ἁγιότητα Ἀρχιμανδρίτης Νικάνωρ Καραγιάννης






Στὴ ζωντανὴ ὁμολογία πίστεως ὅλων τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, «πάντων τῶν Ἁγίων» κάθε χρόνου καὶ τόπου, ἀναφέρεται ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Ἐπειδὴ ἡ μαρτυρία τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ προϋπόθεση τῆς γνήσιας χριστιανικῆς ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ὁμολογία καὶ μαρτυρία πίστεως συνίσταται σὲ λόγια, ἔργα καὶ συμπεριφορές. Ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα τῆς καθημερινότητάς μας μέχρι τὰ μεγάλα καὶ βαρυσήμαντα, τὰ δύσκολα διλήμματα, τὶς μεγάλες ἀποφάσεις καὶ τὶς καθοριστικὲς ἐπιλογές μας.


Γνωρίσματα ὁμολογίας «πίστεως»

Ἡ αὐθεντικὴ ὁμολογία πίστεως δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐπίδειξη καὶ τὴ μισαλλοδοξία. Δὲν εἶναι ὑπεράσπιση μιᾶς ἰδεολογίας μὲ ἐμπάθεια καὶ φανατισμὸ πρὸς καθετὶ ἀντίθετο μὲ τὴν ἀλήθεια ποὺ πιστεύουμε. Δὲν καταδικάζει καὶ δὲν ἀπορρίπτει τὸν ἄλλον, ἔστω καὶ ἂν βρίσκεται στὴν πλάνη καὶ στὴν ἄρνηση. Ὅποιος ὁμολογεῖ τὸν Χριστὸ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα ἀγαπᾶ πραγματικὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰκόνα Του, τὸν ἄνθρωπο, γιατί γνωρίζει καλὰ ὅτι γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο «Χριστὸς ἀπέθανε». Ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο μὲ μία ἀγάπη ποὺ δὲν εὐχαριστεῖ, ἀλλὰ ὠφελεῖ τὸν ἄλλο, γι' αὐτὸ καὶ συχνὰ τὸν δυσαρεστεῖ ἐν ἀλήθειᾳ. Ὑπομένει καὶ περιμένει τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἄλλου. Ὅποιος ὁμολογεῖ τὸν Χριστὸ δὲν συμβιβάζεται κάθε φορὰ ποὺ ἡ ἀλήθεια παραμερίζεται καὶ ποικίλες ἀρνητικὲς ἰδεολογίες κλονίζουν τὴν πίστη. Ὅταν οἱ σταθερὲς ἀξίες τῆς ζωῆς ὑπονομεύονται, ἐνῶ ἡ διαφθορὰ καὶ ἡ διαπλοκὴ ἀποθρασύνονται, ὅπως συχνὰ συμβαίνει στὶς μέρες μας.

Ἴσως, βέβαια, στὶς σημερινὲς συνθῆκες ζωῆς ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως νὰ μὴν ἀπαιτεῖ μαρτύρια καὶ θάνατο. Ὅμως καὶ σήμερα κοστίζει πολλὰ σὲ ὅποιον δὲν ἐφησυχάζει νωχελικὰ στὴ βολεμένη ζωή του. Ὁ πιστὸς καλεῖται πάντα νὰ ἀντιστέκεται καὶ νὰ διαφοροποιεῖται ἀπέναντι σὲ πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις καὶ σχέσεις ποὺ εἶναι διαβρωμένες ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀντιστρατεύονται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὸ θάρρος τῆς ὁμολογίας πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὸ φωτισμὸ τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τονίζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι πάντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν» (Λκ. 21,15), γιατί ἐγὼ θὰ σᾶς δώσω λόγια καὶ σοφία καὶ σ' αὐτὰ δὲν θὰ μπορέσουν νὰ ἀντισταθοῦν καὶ νὰ τὰ ἀντικρούσουν οἱ ἀντίπαλοί σας. Αὐτὸ σημαίνει διάκριση καὶ σύνεση, γιὰ νὰ ξέρουμε πότε καὶ τί πρέπει νὰ λέμε, ἀλλὰ καὶ πότε καὶ ποῦ πρέπει νὰ σιωποῦμε, ἂν αὐτὸ ὠφελεῖ περισσότερο, μὲ μιὰ σιωπὴ δυνατή, ποὺ λέει πιὸ πολλά.


Μαρτυρία «πίστεως» καὶ ἁγιότητα

Ἂν ὁμολογία πίστεως εἶναι νὰ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστὸ καὶ στὴ Γεθσημανὴ καὶ στὸ Γολγοθά, τότε μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴ βεβαιότητα τῆς συνάντησης μαζί Του στὴν Ἀνάσταση. Ὅμως πρὶν ἀπὸ τὸ ἔπαθλο ὑπάρχει ὁ ἀγώνας καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνάσταση ὁ σταυρός. Ἐδῶ ἡ δύναμη τοῦ πιστοῦ «τελειοῦται ἐν ἀσθενείᾳ». Αἰσθάνεται ἀδύναμος στὶς σκληρὲς ἀπαιτήσεις τοῦ Εὐαγγελίου, γι' αὐτὸ καὶ ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του στὴν ἀγαπώσα ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Σηκώνει μὲ αὐταπάρνηση τὸν προσωπικό του καθημερινὸ σταυρὸ καὶ συσταυρώνεται ἐσωτερικὰ μὲ τὸν Χριστό. Ὁμολογεῖ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα του, γιατί ζεῖ τὴ μετάνοια, τὴν ἀφάνεια καὶ τὴν ταπείνωση. Αὐτὸ καταδεικνύουν τὰ συναξάρια καὶ τὰ μαρτυρολόγια ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Δὲν ἔκαναν ὅλοι θαύματα, ἀγάπησαν, ὅμως, ὅλοι τὸν Χριστὸ καὶ ἀγωνίσθηκαν σιωπηλὰ καὶ ὑπομονετικὰ στὸ ὄνομά Του. Τὸν ὁμολόγησαν γενναῖα μὲ τὸ λόγο τους καί, κυρίως, μὲ τὸ παράδειγμά τους. Δὲν τελείωσαν ὅλοι τὴ ζωὴ τους μαρτυρικὰ γιὰ τὸν Χριστό, ἔζησαν, ὅμως, ὅλοι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὸν Χριστό. «Ἰδοὺ ἀφήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι» (Ματθ. 19,27), ἀφήσαμε τὰ πάντα καὶ σὲ ἀκολουθήσαμε, ἀκοῦμε νὰ λέει ὁ ἀπόστολος Πέτρος καὶ μέσω αὐτοῦ ὅλοι οἱ Ἅγιοι ποὺ προσπαθοῦν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν κλήση τους. Ἂς προσέχουμε, γιατί ἀξιώματα, χρήματα, περιουσίες, συγγενικοὶ δεσμοὶ καὶ ἀνθρώπινες σχέσεις γίνονται κάποτε ἐμπόδια σ' αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς ζητᾶ ἀπὸ ἐμᾶς. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι δὲν ἔγιναν γνωστοί, πλούτισαν, ὅμως, ὅλοι τὴ χριστιανικὴ ἐμπειρία καὶ φώτισαν τὸ δρόμο τοῦ ἀγώνα μας. Ἔπεσαν στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ παραδόθηκαν μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημά Του, γι' αὐτὸ καὶ μπόρεσαν νὰ πετύχουν τὰ ἀκατόρθωτα.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ μαρτυρία πίστεως φανερώνει τὴν οὐσιαστική μας σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸ βάθος τῆς χριστιανικῆς μας συνείδησης. Ἂς προσπαθοῦμε νὰ τὴν ἐπιβεβαιώνουμε καθημερινὰ μὲ τὴ ζωὴ καὶ μὲ τὸν ἀγώνα μας. Ἀμὴν

Κυριακή των Αγίων Πάντων - Σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς



 


Ὁ Πρόλογος καί ὁ Ἐπίλογος εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων»

Πρό τῆς ἐλεύσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ εἰς τόν ἐπίγειόν μας κόσμον, ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἠξεύραμεν μόνον τόν θάνατον· καί ὁ θάνατος ἡμᾶς. Κάθε τί τό ἀνθρώπινον ἦτο διαπεποτισμένον μέ τόν θάνατον, αἰχμαλωτισμένον καί κατανικημένον ἀπ᾽ αὐτόν. Ὁ θάνατος μᾶς ἦτο πλησιέστερος καί ἀπό τόν ἑαυτόν μας καί περισσότερον πραγματικός ἀπό ἡμᾶς τούς ἰδίους.δυνατώτερος, ἀσυγκρίτως δυνατώτερος, ἀπό κάθε ἄνθρωπον χωριστά καί ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους μαζί. Ἡ γῆ ἦτο μία φρικαλέα φυλακή τοῦ θανάτου καί ἡμεῖς ἀνίσχυροι δέσμιοι καί δοῦλοι του (πρβλ. Ἑβρ. 2, 14-15). Μόνον μέ τήν ἔλευσιν τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ «ἡ ζωή ἐφανερώθη»· ἐφανερώθη «ἡ ζωή ἡ αἰώνιος» εἰς τούς ἀπηλπισμένους θνητούς, τούς ἀθλίους δούλους τοῦ θανάτου, ἡμᾶς (πρβλ. 1 Ἰωάνν. 1, 2). Αὐτήν τήν «ζωήν αἰώνιον» «ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν»· αὐτήν ἡμεῖς οἱ χριστιανοί «μαρτυροῦμεν καί ἀπαγγέλλομεν» πρός πάντας (1 Ἰωάνν. 1, 1-2). Διότι ζῶντες ἐν κοινωνίᾳ μέ τόν Σωτῆρα Χριστόν, ζῶμεν ἤδη ἐδῶ εἰς τήν γῆν τήν αἰωνίαν ζωήν (πρβλ. 1 Ἰωάνν. 1, 3). Ἀπό προσωπικήν μας ἐμπειρίαν τό γνωρίζομεν: Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι «ὁ ἀληθινός Θεός καί ζωή αἰώνιος». Διά τοῦτο καί ἦλθεν Αὐτός εἰς τόν κόσμον: διά νά μᾶς δείξῃ τόν ἀληθινόν Θεόν καί ἐν Αὐτῷ τήν αἰωνίαν ζωήν (1 Ἰωάνν. 5, 11). Εἰς τοῦτο καί μόνον ἔγκειται ἡ ἀληθινή, ἡ πραγματική φιλανθρωπία: «ὅτι τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν Μονογενῆ ἀπέσταλκεν ὁ Θεός εἰς τόν κόσμον ἵνα ζήσωμεν δι᾽ Αὐτοῦ» (1 Ἰωάνν. 4, 9) καί ἐν Αὐτῷ τήν αἰωνίαν ζωήν. Δι᾽ αὐτό «ὁ ἔχων τόν Υἱόν ἔχει τήν ζωήν.ὁ μή ἔχων τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ τήν ζωήν οὐκ ἔχει» (1 Ἰωάνν. 5, 12), ἀλλ᾽ εὑρίσκεται ὅλος ἐν τῷ θανάτῳ. Ἡ μόνη ἀληθινή ζωή μας, εἶναι ἡ ζωή ἐν τῷ μόνῳ ἀληθινῷ Θεῷ καί Κυρίῳ Ἰησοῦ Χριστῷ, ἐπειδή εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου αἰωνία καί ἰσχυροτέρα τοῦ θανάτου. Διότι, πῶς δύναται νά ὀνομασθῆ ζωή ἐκείνη, πού εἶναι μολυσμένη ἀπό τόν θάνατον καί τελειώνει εἰς τόν θάνατον; Ὅπως τό μέλι, ὅταν ἀναμιχθῆ μέ τό δηλητήριον δέν εἶναι πλέον μέλι, διότι μεταβάλλεται ὅλον εἰς δηλητήριον, ἔτσι καί ἡ ζωή, ἡ ὁποία τελειώνει μέ τόν θάνατον, δέν εἶναι πλέον ζωή.

Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ δέν ἔχει ὅρια καί τέλος. Διότι, διά νά ἀποκτήσωμεν ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι τήν αἰωνίαν ζωήν, τήν ἐν Αὐτῷ καί νά τήν ζήσωμεν, δέν μᾶς ζητεῖται οὔτε μόρφωσις, οὔτε δόξα, οὔτε πλοῦτος, οὔτε τίποτε ἀπό ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἠμπορεῖ κάποιος ἀπό ἡμᾶς νά μή ἔχη, ἀλλ᾽ ἀπαιτεῖται ἐκεῖνο μόνον, τό ὁποῖον δύναται καθένας μας νά ἔχη: ἡ πίστις εἰς τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Διά τοῦτο Αὐτός - ὁ Μόνος Φιλάνθρωπος - ἀνήγγειλε εἰς τό ἀνθρώπινον γένος τό θαυμαστόν εὐαγγέλιον: «Οὕτω ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν Μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον... Ὁ πιστεύων εἰς τόν Υἱόν ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάνν. 3, 16, 36). Ἀπό ὁλόκληρον τό ἀνθρώπινον γένος, μόνος ὁ Χριστός, ὡς μόνος ἀληθινός Θεός, πού δίδει εἰς τόν ἄνθρωπον ἐκεῖνο τό ὁποῖον κανείς ἐκ τῶν ἀγγέλων ἤ τῶν ἀνθρώπων δέν δύναται νά δώσῃ, Αὐτός μόνος εἶχε τήν ἐξουσίαν καί τό κῦρος νά δηλώσῃ: «Ἀμήν, ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ ἔχει ζωήν αἰώνιον» (Ἰωάνν. 6, 47) καί «μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν» (Ἰωάνν. 5, 24) ἀκόμη καί εἰς αὐτήν τήν ζωήν.

Ἡ πίστις εἰς τόν Χριστόν «ἑνώνει τόν ἄνθρωπον μέ τόν αἰώνιον Κύριον, ὁ Ὁποῖος κατά τό μέτρον τῆς πίστεως τοῦ ἀνθρώπου πληροῖ τήν ψυχήν του μέ τήν αἰωνίαν ζωήν καί τότε αἰσθάνεται καί κατανοεῖ τόν ἑαυτόν του ὡς αἰώνιον. Αὐτό γίνεται τόσον περισσότερον, ὅσον ὁ ἄνθρωπος ζῆ κατ᾽ αὐτήν τήν πίστιν, ἡ ὁποία ἁγιάζει βαθμηδόν τήν ψυχήν του, τήν καρδίαν του, τήν συνείδησίν του, ὅλον τό εἶναι του μέ τάς θείας ἐνεργείας τῆς χάριτος. Ἀνάλογα πρός τήν πίστιν τοῦ ἀνθρώπου αὐξάνει καί ὁ ἁγιασμός τῆς φύσεώς του· καθώς γίνεται ἁγιώτερος ὁ ἄνθρωπος, ἀποκτᾶ ὁλονέν καί περισσότερον δυνατήν, περισσότερον ζωντανήν αἴσθησιν τῆς προσωπικῆς του ἀθανασίας.ἀποκτᾶ ἐπίγνωσιν τῆς ἰδικῆς του καί τῆς τῶν πάντων αἰωνιότητος. Πράγματι, ἡ ἀληθινή ζωή τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζει μέ τήν πίστιν του εἰς τόν Χριστόν, ἡ ὁποία πίστις παραδίδει εἰς τόν Κύριον ὅλην τήν ψυχήν, ὅλην τήν καρδίαν, ὅλον τόν νοῦν, ὅλην τήν δύναμίν του, - Αὐτός δέ ἁγιάζει, μεταμορφώνει καί θεώνει ὅλα αὐτά βαθμιαίως. Δι᾽ αὐτοῦ τοῦ ἁγιασμοῦ, τῆς μεταμορφώσεως καί θεώσεως, διαχέει ὁ Κύριος εἰς τόν ἄνθρωπον τάς θείας ἐνεργείας τῆς χάριτος, αἱ ὁποῖαι τοῦ δίδουν τήν παντοδύναμον αἴσθησιν καί ἐπίγνωσιν τῆς προσωπικῆς του ἀθανασίας καί αἰωνιότητος. Πραγματικῶς: Ἡ ζωή μας εἶναι τόσον ζωή, ὅσον εἶναι ζωή ἐν Χριστῷ. Πόσον δέ εἶναι ἐν τῷ Χριστῷ; Αὐτό φανερώνεται ἀπό τήν ἁγιότητά της.ὅσον περισσότερον ἁγία ἡ ζωή, τόσον περισσότερον ἀθάνατος καί αἰωνία.

Τό ἀντίθετον πρός αὐτό συμβαίνει μέ τόν θάνατον. Τί εἶναι ὁ θάνατος; Θάνατος εἶναι ἡ «ἀποτελεσθεῖσα» ἁμαρτία (Ἰακ. 1, 15).ἡ «ἀποτελεσθεῖσα» ἁμαρτία εἶναι ὁ χωρισμός ἀπό τόν Θεόν, εἰς τόν Ὁποῖον καί μόνον εὑρίσκεται ἡ ζωή καί ἡ πηγή τῆς ζωῆς. Εὐαγγελική, θεία ἀλήθεια εἶναι: Ἡ ἁγιότης εἶναι ἡ ζωή, ἡ ἁμαρτωλότης θάνατος· ἡ εὐσέβεια εἶναι ζωή, ἡ ἀσέβεια θάνατος.ἡ πίστις εἶναι ζωή, ἡ ἀπιστία θάνατος· ὁ Θεός εἶναι ζωή, ὁ διάβολος εἶναι θάνατος. Ὁ θάνατος εἶναι χωρισμός ἀπό τόν Θεόν, ἡ δέ ζωή ἐπιστροφή πρός τόν Θεόν καί ζωή ἐν τῷ Θεῷ. Τοῦτο ἀκριβῶς εἶναι ἡ πίστις: ἡ ἀναζωοποίησις τῆς ψυχῆς ἀπό τήν νέκραν, ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάστασις τῆς ψυχῆς: «νεκρός ἦν, καί ἀνέζησε» (Λουκ. 15, 24). Αὐτήν τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν τῆς ψυχῆς, τήν ἔζησεν ὁ ἄνθρωπος διά πρώτην φοράν μέ τόν Θεάνθρωπον Χριστόν· καί τήν ζῇ διαρκῶς εἰς τήν ἁγίαν Ἐκκλησίαν Του, διότι ὁ Θεάνθρωπος ὅλος εὑρίσκεται εἰς αὐτήν, μεταδίδων Ἑαυτόν εἰς ὅλους τούς πιστούς διά τῶν ἁγίων μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν. Ὅπου εἶναι Αὐτός, ἐκεῖ πλέον δέν ὑπάρχει θάνατος, ἐκεῖ ὁ ἄνθρωπος μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν, ἐκεῖ ζῇ ἤδη τήν αἰωνίαν ζωήν. Μέ τήν ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ ἡμεῖς «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν»1.

Ἡ ἀληθινή ζωή ἐπί τῆς γῆς ἀρχίζει ἀκριβῶς ἀπό τήν ἀνάστασιν τοῦ Σωτῆρος, διότι εἶναι ζωή πού δέν τελειώνει μέ τόν θάνατον. Ἄνευ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀνθρωπίνη ζωή δέν εἶναι ἄλλο παρά ἕνα ἀργόν ψυχομάχημα, πού καταλήγει ἀναπόφευκτα εἰς τόν θάνατον. Ἀλλά ἀληθινή ζωή εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία δέν τελειώνει μέ τόν θάνατον. Καί μία τοιαύτη ζωή ἔγινε δυνατότης ἐπάνω εἰς τήν γῆν, μόνον διά τῆς ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ἡ ζωή εἶναι ἀληθινή ζωή μόνον ἐν τῷ Θεῷ. Διότι αὐτή εἶναι ἁγία ζωή καί ὡς ἐκ τούτου ἀθάνατος ζωή. Ὅπως μέσα εἰς τήν ἁμαρτίαν εὑρίσκεται ὁ θάνατος, οὕτω καί εἰς τήν ἁγιότητα ἡ ἀθανασία. Μόνον διά τῆς πίστεως εἰς τόν Ἀναστάντα Χριστόν ὁ ἄνθρωπος ζῇ τό περισσότερον ἀποφασιστικόν θαῦμα τῆς ὑπάρξεώς του: τήν μετάβασιν ἀπό τόν θάνατον εἰς τήν ἀθανασίαν, ἀπό τό πεπερασμένον εἰς τήν αἰωνιότητα, ἀπό τόν ᾅδην εἰς τόν παράδεισον. Μόνον τότε εὑρίσκει ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτόν του, τόν ἀληθινόν, τόν αἰώνιον ἑαυτόν του: «ἀπολωλώς ἦν, καί εὑρέθη», διότι - «νεκρός ἦν, καί ἀνέζησε» (Λουκ. 15, 24).

Τί εἶναι οἱ χριστιανοί; Οἱ χριστιανοί εἶναι χριστοφόροι, καί ἑπομένως φορεῖς καί κάτοχοι τῆς αἰωνίου ζωῆς.τοῦτο δέ κατά τό μέτρον τῆς πίστεώς των καί κατά τό μέτρον τῆς ἁγιότητός των, ἡ ὁποία εἶναι καρπός τῆς πίστεως. Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ περισσότερον τέλειοι χριστιανοί, διότι ἔχουν ἁγιασθῆ εἰς τόν μέγιστον, κατά τό δυνατόν, βαθμόν διά τῆς ἀσκήσεως τῆς πίστεως εἰς τόν Ἀναστάντα καί αἰωνίως ζῶντα Κύριον Ἰησοῦν. Πράγματι, αὐτοί εἶναι οἱ μοναδικοί καί ἀληθινοί ἀθάνατοι μέσα εἰς τό ἀνθρώπινον γένος, διότι μέ ὅλον τό εἶναι των ζοῦν ἐν τῷ Ἀναστάντι καί διά τόν Ἀναστάντα Χριστόν, καί οὐδείς θάνατος ἔχει ἐξουσίαν ἐπάνω των. Ἡ ζωή των ὁλόκληρος εἶναι ἐκ τοῦ Χριστοῦ, καί δι᾽ αὐτό ὅλη εἶναι χριστο-ζωή· ἡ σκέψις των εἶναι χριστο-σκέψις· ἡ αἴσθησίς των χριστο-αἴσθησις. Ὅ,τι εἶναι ἰδικόν των εἶναι πρῶτα τοῦ Χριστοῦ καί κατόπιν ἰδικόν των. Ἄν εἶναι ἡ ψυχή, αὐτή εἶναι πρῶτα τοῦ Χριστοῦ καί μετά ἰδική των. Εἰς αὐτούς δέν εἶναι αὐτοί, ἀλλά τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός Κύριος2.

Δι᾽ αὐτό οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων δέν εἶναι ἄλλο, παρά ἡ ζωή τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἡ ἐπαναλαμβανομένη εἰς κάθε ἅγιον, ὀλίγον ἤ πολύ, κατά τοῦτον ἤ ἐκεῖνον τόν τρόπον. Ἤ ἀκριβέστερον, εἶναι ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ παρατεινομένη διά τῶν ἁγίων.ἡ ζωή τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Λόγου, τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ, ὁ Ὁποῖος δι᾽ αὐτό καί ἔγινεν ἄνθρωπος, διά νά μᾶς δώσῃ καί μεταδώσῃ («παραδώσῃ») ὡς ἄνθρωπος τήν θείαν ζωήν Του· διά νά ἁγιάσῃ καί ἀπαθανατίσῃ καί αἰωνοποιήσῃ μέ τήν ζωήν Του ὡς Θεός, τήν ἰδικήν μας ἀνθρωπίνην ζωήν ἐπί τῆς γῆς. «Ὅ τε γάρ ἁγιάζων καί οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνός πάντες» (Ἑβρ. 2, 11). Ὅλα αὐτά τά κατέστησε δυνατά καί πραγματοποιήσιμα διά τόν ἀνθρώπινον κόσμον ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ἀπό τότε πού ἔγινεν ἀνθρωπος καί «κεκοινώνηκε σαρκός καί αἵματος», δηλαδή ἔγινε κοινωνός τῆς ἀνθρωπίνης μας φύσεως καί τοιουτοτρόπως ἀδελφός τῶν ἀνθρώπων, ἀδελφός κατά σάρκα καί αἷμα (πρβλ. Ἑβρ. 2, 14, 17). Γενόμενος ἄνθρωπος ἀλλά παραμένων Θεός, ὁ Θεάνθρωπος ἔζη τήν ἁγίαν, ἀναμάρτητον, θεανθρωπίνην ζωήν ἐπί τῆς γῆς καί διά τῆς ζωῆς Του, τοῦ θανάτου Του καί τῆς ἀναστάσεώς Του, κατήργησε τόν διάβολον καί τό κράτος τοῦ θανάτου. Τοιουτοτρόπως ἔδωσε καί δίδει συνεχῶς εἰς ὅλους ὅσοι πιστεύουν εἰς Αὐτόν τάς ἐνεργείας τῆς χάριτος, διά νά καταργοῦν καί αὐτοί τόν διάβολον καί κάθε θάνατον καί κάθε πειρασμόν (πρβλ. Ἑβρ. 2, 14, 15, 18). Αὐτή ἡ θεανδρική ζωή ὑπάρχει ὅλη εἰς τό θεανθρώπινον σῶμα τοῦ Χριστοῦ - τήν Ἐκκλησίαν – καί βιοῦται συνεχῶς ἀπό αὐτήν, καί ἀπό τό ἐπίγειον –ἐπουράνιον πλήρωμά της καί ἀπό τά ἐπί μέρους μέλη της, κατά τό μέτρον τῆς πίστεώς των. Ἡ ζωή τῶν ἁγίων εἶναι εἰς τήν πραγματικότητα αὐτή ἡ ζωή τοῦ θεανθρώπου Χριστοῦ, ἡ ὁποία διοχετεύεται εἰς τούς ἀκολουθοῦντας Αὐτόν καί βιοῦται ἀπό αὐτούς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ Του. Διότι, ἀκόμη καί τό κάθε τι αὐτῆς τῆς ζωῆς ἔρχεται πάντοτε ἐκ τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή Αὐτός εἶναι ἡ ζωή (Ἰωάνν. 14, 6. 1, 4), ζωή ἄπειρος καί ἀτελεύτητος καί αἰωνία, πού μέ τήν θείαν δύναμίν της ἀνιστᾷ ἀπό κάθε θάνατον καί νικᾷ ὅλους τούς θανάτους. Ὅπως ἀκριβῶς λέγει τό παναληθές Εὐαγγέλιον τοῦ Παναληθοῦς Κυρίου: «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή» (Ἰωάνν. 11, 35). Ὁ θαυμαστός Κύριος, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὅλος «ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή», κατοικεῖ μέ ὅλον τό εἶναι Του, ὡς θεανθρωπίνη πραγματικότης, εἰς τήν Ἐκκλησίαν Του. Δι᾽ αὐτό καί δέν ὑπάρχει τέλος εἰς τήν διάρκειαν τῆς πραγματικότητος αὐτῆς. Ἡ ζωή Του συνεχίζεται εἰς ὅλους τούς αἰῶνας.κάθε χριστιανός εἶναι σύσσωμος τοῦ Χριστοῦ (Ἐφ. 3, 6), καί δι᾽ αὐτό εἶναι χριστιανός διότι ζῇ τήν θεανθρωπίνην ζωήν αὐτοῦ τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὀργανικόν κύτταρόν του.

Τί εἶναι ὁ χριστιανός; Ὁ χριστιανός εἶναι ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ζῇ διά τοῦ Χριστοῦ καί ἐν τῷ Χριστῷ. Διά τοῦτο ἡ θεία ἐντολή τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ λέγει: «Περιπατεῖτε ἀξίως τοῦ Κυρίου» (Κολ. 1, 10), ζῆτε, δηλαδή, ἀξίως τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἐσαρκώθη καί παρέμεινε ὡς Θεάνθρωπος ὅλος εἰς τήν Ἐκκλησίαν Του, ἡ ὁποία δι᾽ Αὐτοῦ ζῇ καί ὑπάρχει αἰωνίως. Τότε ζῇ κανείς «ἀξίως τοῦ Θεοῦ», ὅταν ζῇ κατά τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. Διά τοῦτο εἶναι αὐτονόητον νά ὑπάρχῃ καί ἡ ἑπομένη εὐαγγελική ἐντολή: «Ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε» (Φιλ. 1, 27).

Ἡ ζωή κατά τό Εὐαγγέλιον, ἡ ἁγία ζωή, ἡ θεία ζωή – αὐτή εἶναι ἡ φυσική καί κανονική ζωή διά τούς χριστιανούς. Διότι οἱ χριστιανοί κατά τήν κλῆσιν των εἶναι ἅγιοι. Αὐτή ἡ καλή ἀγγελία καί ἐντολή ἀκούεται μέσα ἀπό ὁλόκληρον τό Εὐαγγέλιον τῆς Καινῆς Διαθήκης. Τό νά ἁγιασθῶμεν ὁλοτελεῖς, καί κατά τήν ψυχήν καί κατά τό σῶμα, αὐτή εἶναι ἡ κλῆσις μας (πρβλ. 1 Θεσ. 5, 22-23). Καί τοῦτο δέν ἀποτελεῖ θαῦμα, ἀλλά κανόνα, τόν κανόνα τῆς πίστεως, τήν φύσιν καί τήν λογικήν τῆς εὐαγγελικῆς πίστεως. Εἶναι πρόδηλος καί σαφής ἡ ἐντολή τοῦ θείου Εὐαγγελίου: «Κατά τόν καλέσαντα ὑμᾶς Ἅγιον καί αὐτοί ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ γενήθητε» (1 Πετρ. 1, 15). Τοῦτο δέ σημαίνει: Κατά τόν Χριστόν = τόν Ἅγιον, ὁ Ὁποῖος σαρκωθείς καί ἐνανθρωπήσας ἔδειξεν ἐν Ἑαυτῷ τήν ἀπολύτως ἁγίαν ζωήν, καί ὡς τοιοῦτος δίδει ἐντολήν εἰς τούς ἀνθρώπους: «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι» (1 Πετρ. 1, 16). Αὐτός ἔχει τό δικαίωμα νά ἐντέλλεται αὐτά, διότι γενόμενος ἄνθρωπος, δίδει δι᾽ Ἑαυτοῦ ὡς Ἁγίου, πάσας τάς θείας δυνάμεις («ἐνεργείας») εἰς τούς ἀνθρώπους τάς ἀναγκαίας «πρός ζωήν καί εὐσέβειαν» εἰς αὐτόν τόν κόσμον (πρβλ. 2 Πετρ. 2, 3). Καί οἱ χριστιανοί, ἑνούμενοι πνευματικῶς καί κατά χάριν διά τῆς πίστεως μέ τόν Ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν, λαμβάνουν ἀπό Αὐτόν αὐτάς τάς θείας δυνάμεις διά νά ζήσουν τήν ζωήν τήν ἁγίαν.

Ζῶντες ἐν Χριστῷ οἱ ἅγιοι κάνουν τά ἔργα τοῦ Χριστοῦ, διότι δι᾽ Αὐτοῦ γίνονται ὄχι μόνον δυνατοί ἀλλά καί παντοδύναμοι: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλ. 4, 13). Κατ᾽ αὐτόν τόν τρόπον γίνεται πραγματικότης ὁ λόγος τῆς Αὐτοαληθείας, τοῦ Χριστοῦ, ὅτι οἱ πιστεύοντες εἰς Αὐτόν θά κάνουν ἔργα τά ἰδικά Του καί ἀκόμη μεγαλύτερα: «Ἀμήν, ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τά ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καί μείζονα τούτων ποιήσει» (Ἰωάνν. 14, 12). Καί ὄντως ἡ σκιά τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου θεραπεύει τούς ἀρρώστους.ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος μέ τόν λόγον του μετακινεῖ τό ὄρος καί πάλιν τό σταματᾶ... Ὅταν ὁ Θεός ἔγινεν ἄνθρωπος, τότε ἡ Θεία Ζωή ἔγινε καί τοῦ ἀνθρώπου ζωή· ἡ Θεία Δύναμις ἔγινε καί δύναμις τοῦ ἀνθρώπου.ἡ Θεία Ἀλήθεια καί τοῦ ἀνθρώπου ἀλήθεια καί ἡ Θεία Δικαιοσύνη καί τοῦ ἀνθρώπου δικαιοσύνη.ὅλα τά τοῦ Θεοῦ, ἔγιναν καί τοῦ ἀνθρώπου.

Τί εἶναι «Πράξεις τῶν ἁγίων Ἀποστόλων»; - Εἶναι τά ἔργα τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα κάνουν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι μέ τήν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ, ἤ μᾶλλον τά κάνουν διά τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ζῆ ἐν αὐτοῖς καί ἐνεργεῖ δι᾽ αὐτῶν. Καί ἡ ζωή τῶν ἁγίων Ἀποστόλων τί εἶναι; - Ἡ βιώσις τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ζωή μεταδίδεται μέσα εἰς τήν Ἐκκλησίαν, εἰς ὅλους τούς πιστούς ἀκολούθους Του καί συνεχίζεται ἐσαεί δι᾽ αὐτῶν μέσῳ τῶν ἁγίων μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν.

Οἱ δέ «Βίοι τῶν Ἁγίων» τί εἶναι; Τίποτε ἄλλο παρά ἕνα εἶδος συνεχίσεως τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων». Μέσα εἰς αὐτούς τούς «Βίους» συναντᾶ κανείς τό ἴδιον Εὐαγγέλιον, τήν ἰδίαν ζωήν, τήν ἰδίαν ἀλήθειαν, τήν ἰδίαν δικαιοσύνην, τήν ἰδίαν ἀγάπην, τήν ἰδίαν πίστιν, τήν ἰδίαν αἰωνιότητα, τήν ἰδίαν «δύναμιν ἐξ ὕψους», τόν ἴδιον Θεόν καί Κύριον. Διότι «Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13, 8): ὁ αὐτός δι᾽ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν αἰώνων, διαμοιράζων τά ἴδια χαρίσματα καί τάς ἰδίας θείας ἐνεργείας εἰς ὅλους τούς πιστεύοντας εἰς Αὐτόν. Αὐτή ἡ συνέχισις ὅλων τῶν θείων δυνάμεων καί ζωοποιῶν ἐνεργειῶν, τῶν παραμενουσῶν καί παρατεινομένων εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ διά μέσου τῶν αἰώνων καί ἀπό γενεᾶς εἰς γενεάν, ἀποτελεῖ ἀκριβῶς τήν ζῶσαν Ἱεράν Παράδοσιν. Ἡ ἁγία αὐτή Παράδοσις συνεχίζεται ἀδιακόπως ὡς ζωή χαρισματική εἰς ὅλους τούς χριστιανούς, μέσα εἰς τούς ὁποίους διά τῶν ἁγίων μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν ζῆ ἐν χάριτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὅλος παρών εἰς τήν Ἐκκλησίαν Του, οὕτως ὥστε νά εἶναι αὐτή τό πλήρωμά Του. «Τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου (Ἐφ. 1, 23). Ὁ Θεάνθρωπος Χριστός εἶναι τό ὑπερτέλειον πλήρωμα τῆς Θεότητος: «ὅτι ἐν Αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς Θεότητος σωματικῶς» (Κολ. 2, 9). Οἱ δέ χριστιανοί πρέπει, διά τῶν ἁγίων μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν, νά πληρωθοῦν «εἰς πᾶν τό πλήρωμα τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. 3, 19). Οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» ἐμφανίζουν ἀκριβῶς αὐτά τά πρόσωπα, τά πεπληρωμένα διά Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, πρόσωπα χριστοφόρα, ἅγια, εἰς τά ὁποῖα διαφυλάσσεται καί διά τῶν ὁποίων μεταδίδεται ἡ ἁγία παράδοσις αὐτῆς τῆς ἐν χάριτι ζωῆς. Διαφυλάσσεται καί μεταδίδεται διά τῆς εὐαγγελικῆς πολιτείας των. Διότι οἱ βίοι τῶν ἁγίων δέν εἶναι ἄλλο, παρά αἱ εὐαγγελικαί θεῖαι ἀλήθειαι μεταφερθεῖσαι εἰς τήν ἀνθρωπίνην ζωήν μας διά τῆς χάριτος καί τῶν ἀσκήσεων. Δέν ὑπάρχει εὐαγγελική ἀλήθεια, ἡ ὁποία νά μή ἠμπορῇ νά μεταβληθῇ εἰς ζωήν. Ὅλαι αἱ ἀλήθειαι αὐταί ἐδόθησαν ἀπό τόν Χριστόν δι᾽ ἕνα σκοπόν: διά νά γίνουν ζωή μας, πραγματικότης μας, κτῆμα ἰδικόν μας, χαρά μας. Καί οἱ ἅγιοι, ὅλοι των μέχρις ἑνός, ζοῦν αὐτάς τάς θείας ἀληθείας ὡς τό κέντρον τῆς ζωῆς των καί ὡς τήν οὐσίαν τοῦ εἶναι των. Ἀκριβῶς, δι᾽ αὐτό «οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων» ἀποτελοῦν ἀπόδειξιν καί μαρτυρίαν ὅτι ἡ καταγωγή μας εἶναι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ.ὅτι ἡμεῖς δέν εἴμεθα ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά ἐκ τοῦ ἄλλου.ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀληθινός ἄνθρωπος μόνον ἐν τῷ Θεῷ.ὅτι ζῶμεν ἐπί τῆς γῆς διά τοῦ οὐρανοῦ.ὅτι «ἡμῶν τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλ. 3, 20) καί ὅτι ὁ σκοπός μας εἶναι νά οὐρανώσωμεν τόν ἑαυτόν μας, τρεφόμενοι μέ τόν «οὐράνιον ἄρτον», τόν καταβάντα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ εἰς τήν γῆν (πρβλ. Ἰωάνν. 6, 33, 35, 51). Ὁ οὐράνιος αὐτός ἄρτος κατέβη εἰς τήν γῆν διά νά μᾶς τρέφῃ μέ τήν αἰωνίαν Θείαν Ἀλήθειαν, μέ τήν αἰωνίαν Θείαν ἀγαθότητα, τήν αἰωνίαν Θείαν Δικαιοσύνην, τήν αἰωνίαν Θείαν Ἀγάπην, τήν αἰωνίαν Θείαν Ζωήν, - διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας, διά τῆς ζωῆς μας ἐν τῷ μόνῳ ἀληθινῷ Θεῷ καί Κυρίῳ Ἰησοῦ Χριστῷ (πρβλ. Ἰωάνν. 6, 50-51, 53-57). Μέ ἄλλους λόγους, ἡ κλῆσις μας εἶναι: νά πληρωθῶμεν μέ τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, μέ τάς θείας καί ζωοποιούς ἐνεργείας Του, νά φθάσωμεν εἰς τήν ἐνχρίστωσιν καί χριστοποίησίν μας. Ἐάν ἐργάζεσαι δι᾽ αὐτό, τότε εὑρίσκεσαι ἤδη εἰς τόν οὐρανόν, παρ᾽ ὅλον ὅτι περιπατεῖς ἐπί τῆς γῆς}· εἶσαι ἤδη ὅλος ἐν τῷ Θεῷ, μολονότι τό εἶναι σου παραμένει εἰς τά ὅρια τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ὁ ἄνθρωπος χριστοποιούμενος ξεπερνᾷ τόν ἑαυτόν του ὡς ἄνθρωπον, τόν ξεπερνᾷ διά τοῦ Θεοῦ, διά τοῦ Θεανθρώπου, ἐν τῷ Ὁποίῳ ἐδόθη ὁ τέλειος τύπος τοῦ ἀληθινοῦ, τοῦ πλήρους, τοῦ θεοειδοῦς ὄντως ἀνθρώπου. Ἐν Αὐτῷ ἀκόμη ἐδόθησαν παντοδύναμοι θεῖαι ἐνέργειαι διά τῶν ὁποίων ἀνυψώνεται ὁ ἄνθρωπος ὑπεράνω κάθε ἁμαρτίας, κάθε θανάτου, κάθε κολάσεως.καί τοῦτο, μόνον ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν» (Ματθ. 16, 18), διότι ἐν αὐτῇ ζῇ ὅλος ὁ θαυμαστός Θεάνθρωπος Κύριος μέ ὅλας Του τάς θείας δυνάμεις, τάς ἐνεργείας, τάς ἀληθείας, τάς πραγματικότητας, τάς τελειότητας, τάς ζωάς καί τάς αἰωνιότητας.

Οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» εἶναι ἱεραί μαρτυρίαι περί τῆς θαυματουργικῆς δυνάμεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἰς τήν πραγματικότητα, αὐτοί δέν εἶναι ἄλλο παρά αἱ ἴδιαι αἱ μαρτυρίαι τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων συνεχιζόμεναι διά μέσου τῶν αἰώνων. Ἐπειδή καί οἱ ἅγιοι δέν εἶναι ἄλλο, παρά μάρτυρες ἅγιοι, ὅπως καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, πού εἶναι οἱ πρωτομάρτυρες. Τίνος μάρτυρες; - Τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Αὐτοῦ: Τοῦ σταυρωθέντος, τοῦ ἀναστάντος, τοῦ ἀναληφθέντος, τοῦ αἰωνίως ζῶντος.μάρτυρες τοῦ Εὐαγγελίου τῆς σωτηρίας, τό ὁποῖον συνεχίζει νά γράφεται ἀδιάκοπα μέ τά ἅγια εὐαγγελικά ἔργα, ἀπό γενεᾶς εἰς γενεάν. Διότι ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ αὐτός εἰς τούς αἰῶνας, θαυματουργεῖ συνεχῶς μέ τήν ἰδίαν θείαν δύναμιν, διά τῶν ἁγίων μαρτύρων του. Οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι εἶναι οἱ πρῶτοι ἅγιοι μάρτυρες τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καί τῆς θεανθρωπίνης Του οἰκονομίας τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου (Πρβλ. Πράξ. 1,8,22. 2, 32. 3, 15. 4, 33. 5, 32. 10, 39, 41-42. 13, 31. 22, 15. 26, 16. Ἰωάνν. 21, 24-25. Λουκ. 24, 48.).καί οἱ βίοι αὐτῶν ἀποτελοῦν τάς ζωντανάς καί αἰωνίας μαρτυρίας περί τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Σωτῆρος, ὡς νέας ζωῆς, ζωῆς κεχαριτωμένης, ζωῆς ἁγίας, θείας, θεανδρικῆς καί ἑπομένως ζωῆς θαυματουργικῆς καί ἀληθινῆς, ὅπως εἶναι θαυματουργική καί ἀληθινή ἡ ἰδία ἡ ζωή τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Καί οἱ χριστιανοί; - Εἶναι οἱ ἄνθρωποι, διά τῶν ὁποίων συνεχίζεται ἡ ἁγία θεανθρωπίνη ζωή τοῦ Χριστοῦ ἀπό γενεᾶς εἰς γενεάν μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ὅλοι τους ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ = τήν Ἐκκλησίαν, καί εἶναι σύσσωμοι τοῦ Χριστοῦ καί μέλη μεταξύ των (1 Κορ. 12, 27, 12-14. 10, 17. Ρωμ. 12, 5. Ἐφ. 3, 6.). Ὁ ποταμός τῆς ἀθανάτου θείας ζωῆς ἄρχισε νά ρέη, νά κυλᾶ ἀκατάπαυστα ἀπό τόν Θεάνθρωπον Χριστόν.καί οἱ χριστιανοί εἰσέρχονται δι᾽ αὐτοῦ εἰς τήν αἰωνίαν ζωήν. Οἱ χριστιανοί εἶναι τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ συνεχιζόμενον διά μέσου ὅλων τῶν αἰώνων τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» ὅλα εἶναι συνηθισμένα, ὅπως καί εἰς τό εὐαγγέλιον, ἀλλά καί ὅλα εἶναι παράδοξα, ὅπως εἰς τό Εὐαγγέλιον.ἐν τούτοις καί εἰς τάς δύο περιπτώσεις εἶναι ὅλα πραγματικά καί ἀληθινά, κατά ἕνα μοναδικόν τρόπον. Ἀληθινά δέ καί πραγματικά κατά τήν ἰδίαν θεανθρωπίνην ἀλήθειαν καί τήν ἰδίαν θεανδρικήν πραγματικότητα, καί μεμαρτυρημένα μέ τήν ἰδίαν ἁγίαν δύναμιν – θείαν καί ἀνθρωπίνην – κατά τρόπον θεϊκῶς καί ἀνθρωπίνως τέλειον.

Λοιπόν, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων»; - Ἰδού, εὑρισκόμεθα εἰς χῶρον οὐράνιον, διότι ἡ γῆ γίνεται οὐρανός διά τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ. Ἰδού ὅτι εὑρισκόμεθα μεταξύ τῶν ἐν σώματι ἀγγέλων, μεταξύ τῶν χριστοφόρων. Ὅπου δέ εἶναι αὐτοί, ἐκεῖ καί ὅλος ὁ Κύριος ὁ Θεός, ἐν αὐτοῖς καί μεθ᾽ αὐτῶν καί ἐν μέσῳ αὐτῶν («ὁ Θεός ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος», «Θεός ἐν μέσῳ θεῶν»).ἐκεῖ καί ὅλη ἡ αἰωνία Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί ὅλη ἡ αἰωνία Δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί ὅλη ἡ αἰωνία Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ὅλη ἡ αἰωνία Ζωή τοῦ Θεοῦ.

Οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων»! - Ἰδού εὑρισκόμεθα εἰς τόν παράδεισον, ὅπου φυτρώνει καί αὐξάνει ὅ,τι τό θεῖον, τό ἅγιον, τό ἀθάνατον, τό αἰώνιον, τό δίκαιον, τό ἀληθινόν, τό εὐαγγελικόν. Διότι εἰς κάθε ἕνα ἅγιον ἤνθησε διά τοῦ Σταυροῦ τό δένδρον τῆς ζωῆς, τῆς αἰωνίας, θείας καί ἀθανάτου ζωῆς, καί ἐκαρποφόρησε πολλούς καρπούς. Ὁ δέ Σταυρός εἰσάγει εἰς τόν παράδεισον, εἰσάγει καί ἡμᾶς μετά τόν ληστήν, ὁ ὁποῖος, πρός ἐνθάρρυνσίν μας, εἰσῆλθεν πρῶτος εἰς τόν παράδεισον μετά τόν Πανάγιον Θεῖον Σταυροφόρον, τόν Χριστόν.εἰσῆλθε δέ μέ τόν σταυρόν τῆς μετανοίας.

Οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων»! - Ἰδού εὑρισκόμεθα εἰς τήν αἰωνιότητα.χρόνος δέν ὑπάρχει πλέον: «Χρόνος οὐκέτι ἔσται» (Ἀποκ. 10, 7), διότι εἰς τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ βασιλεύει ἡ αἰωνία Θεία Ἀλήθεια, ἡ αἰωνία Θεία Δικαιοσύνη, ἡ αἰωνία θεία Ἀγάπη, ἡ αἰωνία Θεία Ζωή. Καί «ὁ θάνατος οὐκ ἔστι ἔτι» εἰς αὐτούς, διότι ὅλον τό εἶναί των εἶναι γεμᾶτον ἐκ τῶν ἀναστασίμων θείων δυνάμεων τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, τοῦ μοναδικοῦ Νικητοῦ τοῦ θανάτου καί ὅλων τῶν θανάτων εἰς ὅλους τούς κόσμους. Δέν ὑπάρχει θάνατος δι᾽ αὐτούς – τούς ἁγίους ἀνθρώπους, διότι ὅλον τό εἶναί των εἶναι πεπληρωμένον ἀπό τόν Μόνον Ἀθάνατον – τόν Ὑπεραθάνατον Κύριον καί Θεόν μας Ἰησοῦν Χριστόν. Εὑρισκόμενοι μεταξύ αὐτῶν ἡμεῖς ἐπάνω εἰς τήν γῆν, εὑρισκόμεθα μεταξύ τῶν μοναδικά ἀληθινῶν ἀθανάτων, οἱ ὁποῖοι ἐνίκησαν κάθε ᾅδην. Ὅταν εἴμεθα μέ αὐτούς κανένα εἶδος θανάτου δέν ἠμπορεῖ νά μᾶς βλάψῃ, διότι οἱ ἅγιοι εἶναι σάν ἀλεξικέραυνα τοῦ θανάτου.

Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἐπί τῆς γῆς ζοῦν τάς ἁγίας, αἰωνίας, θείας ἀληθείας. Δι᾽ αὐτό καί οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» ἀποτελοῦν εἰς τήν πραγματικότητα τήν ἐφηρμοσμένην Δογματικήν, ἐπειδή ἔχουν βιωθῆ ἀπό αὐτούς ὅλαι αἱ ἅγιαι καί αἰώνιαι δογματικαί ἀλήθειαι, εἰς ὁλόκληρον τήν ζωογόνον καί δημιουργικήν δύναμίν των. Εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» καταδεικνύεται κατά τόν πλέον ὀφθαλμοφανῆ τρόπον, ὅτι τά δόγματα δέν εἶναι μόνον ὀντολογικαί ἀλήθειαι καθ᾽ ἑαυτάς καί δι᾽ ἑαυτάς, ἀλλ᾽ ὅτι τό κάθε δόγμα εἶναι πηγή τῆς αἰωνίου ζωῆς καί τῆς ἁγίας πνευματικότητος, σύμφωνα μέ τό παναληθές Εὐαγγέλιον τοῦ μοναδικοῦ καί ἀναντικατάστατου Σωτῆρος καί Κυρίου: «Τά ρήματά μου πνεῦμά ἐστι καί ζωή ἐστι» (Ἰωάν. 6, 63). Διότι, κάθε «ρῆμα Κυρίου, κάθε λόγος τοῦ Θεοῦ, προχέει μίαν δύναμιν σωστικήν, ἁγιαστικήν, ἡ ὁποία χαριτώνει, ζωοποιεῖ καί μεταμορφώνει.

Ἄνευ τῆς ἁγίας δογματικῆς ἀληθείας περί τῆς Ἁγίας Τριάδος, δέν θά εἴχομεν τάς θείας ἐνεργείας ἀπό τήν Ἁγίαν Τριάδα, τάς ὁποίας ἀντλοῦμεν διά τῆς ὀρθῆς πίστεως, καί αἱ ὁποῖαι μᾶς ζωοποιοῦν, μᾶς ἁγιάζουν, μᾶς σώζουν καί μᾶς θεώνουν. Ἄνευ τῆς ἁγίας ἀληθείας περί τοῦ Θεανθρώπου, δέν ὑπάρχει σωτηρία διά τόν ἄνθρωπον, διότι ἀπό τήν ἀλήθειαν αὐτήν, ὅταν τήν ζῇ ὁ ἄνθρωπος, πηγάζει ἡ θεία δύναμις, πού σώζει ἀπό τήν ἁμαρτίαν, ἀπό τόν θάνατον, ἀπό τόν διάβολον. Καί αὐτή ἡ δογματική ἀλήθεια περί τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ μήπως δέν ἔχει μαρτυρηθῆ σαφέστατα καί ἐμπειρικώτατα εἰς τούς βίους ἀναριθμήτων ἁγίων; Ἐπειδή, δι᾽ αὐτό ἀκριβῶς οἱ ἅγιοι εἶναι ἅγιοι, διότι ζοῦν ὅλον τόν Θεάνθρωπον Κύριον Ἰησοῦν ὡς τήν ψυχήν τῆς ψυχῆς των, ὡς τήν συνείδησιν τῆς συνειδήσεώς των, τόν νοῦν τοῦ νοῦ των, τήν ὕπαρξιν τῆς ὑπάρξεώς των, τήν ζωήν τῆς ζωῆς των. Τοιουτοτρόπως κάθε ἕνας ἀπό αὐτούς βροντοφωνεῖ μαζί μέ τόν θεῖον Ἀπόστολον τήν ἀλήθειαν: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20). - Ἐμβαθύνατε εἰς τούς βίους τῶν ἁγίων: Ἰδού, ἀπό ὅλους αὐτούς ἀκτινοβολεῖ ἡ χαρισματική, ἡ ζωοποιός καί σωστική δύναμις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἡ Ὁποία τούς ὡδήγησεν ἀπό ἄσκησιν εἰς ἄσκησιν, ἀπό ἀρετήν εἰς ἀρετήν, ἀπό νίκην κατά τῆς ἁμαρτίας εἰς τήν νίκην κατά τοῦ θανάτου, ἀπό τήν νίκην κατά τοῦ θανάτου εἰς τήν νίκην κατά τοῦ διαβόλου. Αὐτή τούς εἰσάγει εἰς τήν πνευματικήν χαράν, ὅπου δέν ὑπάρχει ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός, ἀλλά «εἰρήνη καί χαρά ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Ρωμ. 14, 17)· χαρά καί εἰρήνη ἀπό τήν κερδισμένην νίκην ἐναντίον κάθε ἁμαρτίας, κάθε πάθους, κάθε θανάτου, κάθε πονηροῦ πνεύματος. Ὅλα αὐτά ἀναμφιβόλως, μαρτυροῦν βιωματικῶς καί ἐμπειρικῶς τό ἀληθές τοῦ ἁγίου δόγματος περί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ὄντως «τιμιωτέρας τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρας ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ». Αὐτό τό δόγμα τό φυλάσσουν εἰς τήν καρδίαν των οἱ ἅγιοι διά τῆς πίστεως καί μέ φλογεράν ἀγάπην ζοῦν δι᾽ αὐτοῦ. - Ἐάν δέ πάλιν θέλετε μίαν ἤ δύο χιλιάδας ἀναμφισβητήτους μαρτυρίας περί τῆς ζωηφόρου καί ζωοποιοῦ δυνάμεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Κυρίου, πού νά εἶναι συγχρόνως καί ἐμπειρικαί ἀποδείξεις τῆς ἀληθείας τοῦ δόγματος τοῦ σωτηριώδους σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου, ξεκινήσατε μέ τήν πίστιν εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων». Θά ἰδῆτε τότε καί θά αἰσθανθῆτε ὁπωσδήποτε ὅτι δι᾽ ἕκαστον ἅγιον καί δι᾽ ὅλους μαζί, ἡ δύναμις τοῦ Σταυροῦ ἀποτελεῖ τό ἀήττητον ὅπλον μέ τό ὁποῖον αὐτοί νικοῦν ὅλους τούς ὁρατούς καί ἀοράτους ἐχθρούς τῆς σωτηρίας των. Θά ἰδῆτε, ἀκόμη, τόν Σταυρόν παντοῦ ἐντός των: εἰς τήν συνείδησίν των, εἰς τόν νοῦν των, εἰς τήν θέλησίν των, εἰς τό σῶμά των.θά τόν ἰδῆτε ὡς ἀστείρευτον πηγήν σωστικῶν καί ἁγιαστικῶν δυνάμεων πού τούς ὁδηγοῦν ἀσφαλῶς ἀπό τελειότητα εἰς τελειότητα, ἀπό χαράν εἰς χαράν, μέχρις ὅτου τούς φέρουν εἰς τήν αἰωνίαν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, «ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καί ἡ ἀνέκφραστος ἡδονή τῶν καθορόντων τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου τό κάλλος τό ἄρρητον».

Ἀλλά μέ τήν ἁγίαν ζωήν των καί μέ τά ἅγια πρόσωπά των οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, ἐπιβεβαιώνουν κατά τρόπον πειστικόν καί ἀληθινόν καί ὅλα τά ἄλλα δόγματα, ὅπως: περί τῆς Ἐκκλησίας, περί τῆς χάριτος, περί τῶν ἁγίων μυστηρίων, περί τῶν ἁγίων ἀρετῶν, περί τοῦ ἀνθρώπου, περί τῆς ἁμαρτίας, περί τῶν ἱερῶν λειψάνων, περί τῶν ἁγίων εἰκόνων, περί τῆς μελλούσης ζωῆς, περί ὅλων τῶν ἄλλων, πού ἀποτελοῦν τήν θεανθρωπίνην οἰκονομίαν τῆς σωτηρίας. Ναί, οἱ «βίοι τῶν Ἁγίων» εἶναι ἡ ἐμπειρική Δογματική. Εἶναι ἡ βιωματική Δογματική, Δογματική ἡ ὁποία ἔχει γίνει βίωμα μέσα εἰς τήν ἁγίαν ζωήν τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπων.

Ἐκτός αὐτῶν, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» περιέχουν καί ὅλην τήν ὀρθόδοξον Ἠθικήν, - τό ὀρθόδοξον ἦθος, εἰς ὁλόκληρον τήν λάμψιν τοῦ θεανθρωπίνου μεγαλείου του καί τῆς ἀκαταβλήτου δυνάμεώς του. Εἰς τούς βίους τῶν ἁγίων ἀποδεικνύεται καί καταδεικνύεται κατά τρόπον πειστικόν καί πραγματικόν, ὅτι τά ἅγια μυστήρια εἶναι αἱ πηγαί τῶν ἁγίων ἀρετῶν, αἱ δέ ἅγιαι ἀρεταί, καρποί τῶν ἁγίων μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἐξ αὐτῶν γεννῶνται, δι᾽ αὐτῶν ἀναπτύσσονται καί τρέφονται καί ζοῦν, δι᾽ αὐτῶν τελειοποιοῦνται καί αἰωνίζονται. Ὅλοι οἱ θεῖοι ἠθικοί νόμοι πηγάζουν ἐκ τῶν ἁγίων μυστηρίων καί πραγματοποιοῦνται διά τῶν ἁγίων ἀρετῶν. Δι᾽ αὐτό καί οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» ἀποτελοῦν τήν βιωματικήν Ἠθικήν, τήν ἐφηρμοσμένην Ἠθικήν. Ἐξ ἄλλου, αὐτοί πάλιν οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» βεβαιώνουν ἀναμφισβήτητα ὅτι ἡ Ἠθική δέν εἶναι ἄλλο, παρά μία ἐφηρμοσμένη Δογματική. Ὁλόκληρος ἡ ζωή τῶν ἁγίων συντίθεται ἀπό τά ἅγια μυστήρια καί τάς ἁγίας ἀρετάς, τά δέ ἅγια μυστήρια καί αἱ ἅγιαι ἀρεταί εἶναι καρποί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ ἐνεργοῦντος τά πάντα ἐν πᾶσι (1 Κορ. 12, 4, 6, 11).

Ἀλλά τί εἶναι ἀκόμη οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων»; Ἡ μοναδική Παιδαγωγική τῆς Ὀρθοδοξίας. Διότι μέσα εἰς αὐτούς, κατά ἀναριθμήτους εὐαγγελικούς τρόπους, τελείως δοκιμασμένους διά τῆς μακραίωνος ἐμπειρίας, ἔχει καταδειχθῆ πῶς διαπλάσσεται καί οἰκοδομεῖται τό τέλειον ἀνθρώπινον πρόσωπον, ὁ τέλειος ἄνθρωπος, καί πῶς αὐξάνει «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4, 13), διά τῶν ἁγίων μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο δέ ἀκριβῶς ἀποτελεῖ τό παιδαγωγικόν ἰδεῶδες τοῦ Εὐαγγελίου, τό μόνον παιδαγωγικόν ἰδεῶδες τό ἄξιον ἑνός θεοειδοῦς ὄντος, ὅπως εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Τό ἰδανικόν αὐτό ἔθεσεν ἀλλά καί ἐπραγματοποίησε πρῶτος ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, κατόπιν δέ Αὐτοῦ τό ἐπραγματοποίησαν καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ λοιποί ἅγιοι τοῦ Θεοῦ. Ἐν τούτοις ὅμως, ἄνευ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καί ἔξω ἀπό Αὐτόν, ὁποιονδήποτε καί ἄν εἶναι τό παιδαγωγικόν ἰδανικόν τοῦ ἀνθρώπου, αὐτός θά παραμένη διά παντός ἕνα ὄν ἀτελές, ἕνα ὄν θνητόν, ἕνα ὄν ἄθλιον καί τραγικόν, ἄξιον τῶν δακρύων ὅλων τῶν ὀφθαλμῶν, ὅσοι ὑπάρχουν εἰς τούς κόσμους τοῦ Θεοῦ.

Ἐάν θέλετε, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» εἶναι μιά ἰδιόμορφος ὀρθόδοξος Ἐγκυκλοπαιδεία. Εἰς αὐτούς δύναται νά εὕρη κανείς ὅλα ὅσα χρειάζονται εἰς μίαν ψυχήν πεινασμένην καί διψασμένην διά τήν αἰωνίαν Δικαιοσύνην καί αἰωνίαν Ἀλήθειαν μέσα εἰς αὐτόν τόν κόσμον.πεινασμένην καί διψασμένην διά τήν θείαν ἀθανασίαν καί τήν αἰωνίαν ζωήν. Ἐάν διψᾶς τήν πίστιν, θά τήν εὕρης πλουσίαν εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» καί θά χορτάσῃς τήν ψυχήν σου μέ τροφήν διά τήν ὁποίαν ποτέ δέν θά ξαναπεινάσῃς. Ἐάν ποθῇς τήν ἀγάπην, τήν ἀλήθειαν, τήν δικαιοσύνην, τήν ἐλπίδα, τήν πραότητα, τήν ταπείνωσιν, τήν μετάνοιαν, τήν προσευχήν ἤ ὁποιανδήποτε ἀρετήν καί ἄσκησιν, εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» θά εὕρῃς ἕνα πλῆθος ἁγίων διδασκάλων διά κάθε ἄσκησιν καί θά λάβῃς τήν βοήθειαν τῆς χάριτος διά κάθε ἀρετήν. Ἐάν περνᾶς μαρτύρια διά τήν πίστιν σου εἰς τόν Χριστόν, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» θά σέ παρηγορήσουν καί θά σέ ἐνθαρρύνουν, θά σέ ἐνδυναμώσουν καί θά σέ ἀναπτερώσουν, ὥστε τά μαρτύριά σου νά μεταβληθοῦν εἰς χαράν. Εἶσαι εἰς ὁποιονδήποτε πειρασμόν; Οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» θά σέ βοηθήσουν νά τόν νικήσῃς καί τώρα καί πάντοτε. Ἐάν πάλιν εὑρίσκεσαι εἰς κίνδυνον ἀπό τούς ἀοράτους ἐχθρούς τῆς σωτηρίας σου, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» θά σέ ὁπλίσουν μέ τήν «πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. 6, 11, 13) καί σύ θά τούς πολεμήσῃς καί θά τούς διαλύσῃς ὅλους, καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς ὅλην σου τήν ζωήν. Ἐάν ἐξ ἄλλου εὑρίσκεσαι ἐν μέσῳ ὁρατῶν ἐχθρῶν καί διωκτῶν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» θά σοῦ δώσουν τό θάρρος καί τήν δύναμιν τῆς ὁμολογίας, διά νά ὁμολογῇς ἄνευ φόβου τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν καί Κύριον εἰς ὅλους τούς κόσμους, τόν Ἰησοῦν Χριστόν.θά στέκης διά τήν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου Του ἀκλόνητος μέχρι θανάτου, ὁποιουδήποτε θανάτου, καί θά αἰσθανθῇς τόν ἑαυτόν σου δυνατώτερον ἀπό κάθε θάνατον καί ἀπό κάθε ἐχθρόν τοῦ Χριστοῦ. Ὑποφέρων διά τόν Χριστόν, θά ἀλαλάζῃς ἀπό χαράν, αἰσθανόμενος μέ ὅλον σου τό εἶναι, ὅτι ἡ ζωή σου εὑρίσκεται εἰς τούς οὐρανούς, πέραν ὅλων τῶν θανάτων, κρυμμένη σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ (Κολ. 3, 3).

Οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» δείχνουν πολυαρίθμους ἀλλά πάντοτε βεβαίους δρόμους σωτηρίας, φωτισμοῦ, ἁγιασμοῦ, μεταμορφώσεως, χριστοποιήσεως, θεώσεως.δείχνουν ὅλους τούς τρόπους μέ τούς ὁποίους ἡ ἀνθρωπίνη φύσις κατανικᾷ τήν ἁμαρτίαν, τήν κάθε ἁμαρτίαν.πῶς νικᾷ τό πάθος, τό κάθε πάθος.πῶς νικᾷ τόν θάνατον, τόν κάθε θάνατον.πῶς νικᾷ τόν δαίμονα, τόν κάθε δαίμονα. Ἐδῶ εὑρίσκεται φάρμακον διά κάθε ἁμαρτίαν, καί διά κάθε πάθος θεραπεία, ἀπό κάθε θάνατον ἀνάστασις, καί ἀπό κάθε διάβολον ἀπελευθέρωσις, ἀπό ὅλα μαζί τά κακά ἡ σωτηρία. Δέν ὑπάρχει πάθος, δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, πού νά μή ὑποδεικνύεται μέσα εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον νικᾶται, νεκρώνεται, ἐκριζώνεται. Εἰς αὐτούς φαίνεται ὁλοκάθαρα, ὅτι δέν ὑπάρχει πνευματικός θάνατος, ἐκ τοῦ ὁποίου δέν θά ἦτο δυνατή ἡ ἀνάστασις μέ τήν θείαν δύναμιν τοῦ Ἀναστάντος καί Ἀναληφθέντος Κυρίου Ἰησοῦ.δέν ὑπάρχει βάσανον ἤ θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ κακοπάθεια, τήν ὁποίαν ὁ Κύριος διά τήν εἰς Αὐτόν πίστιν νά μή μεταβάλλῃ βαθμηδόν ἤ διά μιᾶς εἰς μίαν ἤρεμον καί κατανυκτικήν χαράν. – Πῶς γίνεται κανείς ἀπό ἁμαρτωλός δίκαιος; Ἰδού, ὅτι ἔχομεν ἕνα πλῆθος ἀπό συγκλονιστικά παραδείγματα μέσα εἰς τούς βίους τῶν ἁγίων! Πῶς δύναται κανείς ἀπό ληστής, πόρνος, μέθυσος, ἄσωτος, φονεύς, μοιχός, νά γίνῃ ἅγιος; Δι᾽ αὐτό θά εὕρωμεν πάμπολλα παραδείγματα ἐδῶ. Ἐπίσης – πῶς ἀπό ἕναν φίλαυτον, φιλόζωον, ἰδιοτελῆ, ἄπιστον, ἄθεον, ὑπερήφανον, φιλάργυρον, ἐμπαθῆ, ἕνα κακοῦργον, ἕνα διαφθαρμένον, ὀργίλον, πονηρόν, ὕπουλον, χαιρέκακον, φθονερόν, κενόδοξον, φιλόδοξον, κακοήθη, ἅρπαγα καί ἀνελεήμονα, πῶς γίνεται ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ; Οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» θά μᾶς τό δείξουν καί ἐξηγήσουν.

Ἀλλ᾽ ἐπίσης εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» ἔχομεν παρά πολλά καί θαυμαστά παραδείγματα διά τό πῶς ἕνας νέος γίνεται ἅγιος νέος, μία κόρη γίνεται ἁγία κόρη, πῶς ἕνας γέρος γίνεται ἅγιος γέρος, πῶς μία γερόντισσα γίνεται ἁγία γερόντισσα, πῶς ἕνα παιδί γίνεται ἅγιο παιδί, πῶς οἱ γονεῖς γίνονται ἅγιοι γονεῖς, πῶς ἕνας υἱός γίνεται ἅγιος υἱός, πῶς μία θυγατέρα γίνεται ἁγία θυγατέρα, πῶς μία οἰκογένεια γίνεται ἁγία οἰκογένεια, πῶς μία κοινωνία γίνεται ἁγία κοινωνία, πῶς ἕνας ἱερεύς γίνεται ἅγιος ἱερεύς, πῶς ἕνας ἐπίσκοπος γίνεται ἅγιος ἐπίσκοπος, πῶς ἕνας βοσκός γίνεται ἅγιος βοσκός, πῶς ἕνας γεωργός γίνεται ἅγιος γεωργός, πῶς ἕνας βασιλεύς γίνεται ἅγιος βασιλεύς, πῶς ἕνας ἐργάτης γίνεται ἅγιος ἐργάτης, πῶς ἕνας δικαστής γίνεται ἅγιος δικαστής, πῶς ἕνας δάσκαλος γίνεται ἅγιος δάσκαλος, πῶς ἕνας καθηγητής γίνεται ἅγιος καθηγητής, πῶς ἕνας στρατιώτης γίνεται ἅγιος στρατιώτης, πῶς ἕνας ἀξιωματικός γίνεται ἅγιος ἀξιωματικός, πῶς ἕνας κυβερνήτης γίνεται ἅγιος κυβερνήτης, πῶς ἕνας γραμματεύς γίνεται ἅγιος γραμματεύς, πῶς ἕνας ἔμπορος γίνεται ἅγιος ἔμπορος, πῶς ἕνας μοναχός γίνεται ἅγιος μοναχός, πῶς ἕνας οἰκοδόμος γίνεται ἅγιος οἰκοδόμος, πῶς ἕνας ἰατρός γίνεται ἅγιος ἰατρός, πῶς ἕνας τελώνης γίνεται ἅγιος τελώνης, πῶς ἕνας ἐπαγγελματίας γίνεται ἅγιος ἐπαγγελματίας, πῶς ἕνας φιλόσοφος γίνεται ἅγιος φιλόσοφος, πῶς ἕνας ἐπιστήμων γίνεται ἅγιος ἐπιστήμων, πῶς ἕνας πολιτικός γίνεται ἅγιος πολιτικός, πῶς ἕνας ὑπουργός γίνεται ἅγιος ὑπουργός, πῶς ἕνας πτωχός γίνεται ἅγιος πτωχός, πῶς ἕνας πλούσιος γίνεται ἅγιος πλούσιος, πῶς ἕνας δοῦλος γίνεται ἅγιος δοῦλος, πῶς ἕνας δεσπότης γίνεται ἅγιος δεσπότης, πῶς οἱ σύζυγοι γίνονται ἅγιοι σύζυγοι, πῶς ἕνας συγγραφεύς γίνεται ἅγιος συγγραφεύς, πῶς ἕνας καλλιτέχνης γίνεται ἅγιος καλλιτέχνης.

Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐδιάβασε τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» αἰσθάνεται καί καταλαβαίνει μέ ὅλην τήν ὕπαρξίν του, ὅτι μόνον «σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» (Ἐφ. 3, 18) ἠμπορεῖ νά γνωρίσῃ Χριστόν τόν Θεόν, καί ὅλα τά ἐν Αὐτῷ καί περί Αὐτοῦ, καί ὅσα πηγάζουν ἀπ᾽ Αὐτόν (πρβλ. Ἐφ. 3, 18-19). Καί οἱ ἅγιοι; - Παίρνουν ἁγιότητα «ἐξ Ἑνός πάντες», ἀπό τόν Ἕνα τόν Μόνον Ἅγιον (πρβλ. Ἑβρ. 2, 11). Διά τάς χριστοποθήτους ἀσκήσεις των τούς δίνεται τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό μόνον πού γνωρίζει τά βάθη τοῦ Θεοῦ, τά βάθη τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Καί αὐτοί μᾶς ὁμιλοῦν διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διά τό ἄρρητον μυστήριον τοῦ Χριστοῦ καί δι᾽ ὅλα τά ἀνέκφραστα δῶρα, πού ἐδόθησαν εἰς ἡμᾶς διά Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ (πρβλ. Α’ Κορ. 2, 9-12). Ναί τό «μυστήριον τοῦ Χριστοῦ» μόνον διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀποκαλύπτεται καί μόνον εἰς τούς ἁγίους ἀνθρώπους (πρβλ. Ἐφ. 3, 3-5. Κολ. 1, 26). Δι᾽ αὐτό οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ περισσότερον τέλειοι καί οἱ γνησιώτεροι μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας.

Τώρα γνωρίζομεν ἀπό τούς βίους τῶν ἁγίων: ποιός εἶναι ὁ Θεός καί τί εἶναι ὁ Θεός.ἀκόμη ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος καί τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἤδη ἔχομεν ἀποβιβασθῆ εἰς τήν ἐπέκεινα οὐράνιον ὄχθην καί ἀντικρύζομεν ὅλον τόν κόσμον τῆς γῆς ἀπό τόν οὐρανόν. Καί κοιτάζοντες ἀπό τόν οὐρανόν, τί εἶναι ἐκεῖνο πού διακρίνομεν περισσότερον ἐπάνω εἰς τήν γῆν; - Δέν εἶναι οὔτε τά βουνά, οὔτε αἱ θάλασσαι, οὔτε αἱ πόλεις, οὔτε οἱ οὐρανοξύσται. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Διότι ἡ θεοειδής ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνας ἥλιος ἐπί τῆς γῆς. Ὅσοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι, τόσοι εἶναι οἱ ἥλιοι ἐπί τῆς γῆς. Καί καθένας ἀπ᾽ αὐτούς τούς ἡλίους εἶναι ὁρατός ἀπό τόν οὐρανόν. Ἀγαπημένο θαῦμα τοῦ Θεοῦ! Ἡ μικρούτσικη γῆ, ἕνα ἀστεράκι ἀπό τά πιό μικρά, νά χωράη δισεκατομμύρια ἡλίους! Μέσα ἀπό τό χωματένιο σῶμα τοῦ ἀνθρώπου λάμπει ὁ ἥλιος! Ὁ ἄνθρωπος! - Ἕνας μικρός θεός μέσα εἰς τήν λάσπην.

Εἶναι Εὐαγγέλιον, παναληθινόν Εὐαγγέλιον, - ὄχι ἰδικόν μου, ἀλλά τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ - ὅτι: ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα μεγάλον μυστήριον, ἱερόν μυστήριον τοῦ Θεοῦ. Τόσον μεγάλον καί τόσον ἱερόν, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔγινεν ἄνθρωπος διά νά μᾶς ἑρμηνεύσῃ ὅλον τό βάθος τοῦ ἀνθρωπίνου μυστηρίου. Ἡ ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ παναλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἔγινεν ἄνθρωπος διά νά κάμῃ τόν ἄνθρωπον θεόν κατά χάριν. Αὐτήν τήν παναλήθειαν εὐαγγελίζονται βροντόφωνα οἱ ἀρχιστράτηγοι τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Θεανθρώπου: ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας, ὁ Χρυσόστομος ὁ Παμμέγιστος, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Αὐτούς ἀκολουθοῦν καί ὅλοι οἱ ἄλλοι εὐαγγελισταί, - ὅλη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος καί Θεός καί Σωτήρ μας Ἰησοῦς Χριστός, γενόμενος ἐξ ἀμέτρου φιλανθρωπίας ἄνθρωπος, ἡγίασε τόν ἄνθρωπον, τόν ἐχριστοποίησε, τόν ἐθέωσε. Πολέμησε καί ἐνίκησε ἐν αὐτῷ καί δι᾽ αὐτόν κάθε τί ἄθεον καί ἀντίθεον: Τήν ἁμαρτίαν, τόν θάνατον καί τόν διάβολον.καί ἀνύψωσε τόν ἄνθρωπον ὑπεράνω ὅλων τῶν οὐρανῶν, μέχρι τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ὅλα αὐτά ποῖοι τά μαρτυροῦν; Ὅλοι οἱ ἅγιοι ἀπό τόν πρῶτον μεχρι τοῦ τελευταίου. Καθένας ἀπ᾽ αὐτούς, μέ ὁλόκληρον τήν ζωήν του μαρτυρεῖ δι᾽ αὐτήν τήν ἀλήθειαν: Ὅτι μέσα εἰς τήν ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν ὁ ἄνθρωπος διά τῶν ἁγίων μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν μεταμορφώνεται εἰς «θεόν κατά χάριν», εἰς κατά χάριν θεάνθρωπον.

Ἡ μεταμόρφωσις τοῦ ἀνθρώπου εἰς θεάνθρωπον κατά χάριν διά τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ἡ μετάπλασίς του εἰς θεόν κατά χάριν, εἶναι, κατά τήν διδασκαλίαν τῶν ἁγίων Πατέρων, τέχνη τεχνῶν, ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, φιλοσοφία φιλοσοφιῶν. Δι᾽ αὐτό οἱ ἅγιοι Διδάσκαλοί μας τήν κατά τό Εὐαγγέλιον ζωήν ὀνομάζουν ἀληθινήν φιλοσοφίαν, ἀληθινήν σοφίαν. Ὁ δέ ἅγιος Μακάριος ὁ Μέγας ὀνομάζει τούς ἁγίους «φιλοσόφους τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».

Τώρα, ἀπό τούς «Βίους τῶν Ἁγίων γνωρίζομεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι μία ὕπαρξις μέ τάς πλέον μεγάλας διαστάσεις: ἐκτείνεται ἀπό τόν διάβολον μέχρι τόν Θεόν, καί δύναται νά γίνῃ καί θεός κατά χάριν, καί διάβολος κατά τήν ἐλευθέραν βούλησίν του. Μέσα εἰς κάθε ἁμαρτίαν ὑπάρχει καί ὀλίγον τι τοῦ διαβόλου. Διά τῆς φιλαμαρτίας καί τῆς ἑκουσίας καί ἐπιμόνου παραμονῆς εἰς τήν ἁμαρτίαν, ὁ ἄνθρωπος βαθμιαίως διαβολοποιεῖται, μεταβάλλεται βαθμιαίως εἰς διαβολάνθρωπον καί δημιουργεῖ θεληματικῶς τήν κόλασιν διά τόν ἑαυτόν του. Διότι κάθε ἁμαρτία εἶναι μία μικρή κόλασις. Ἀντιθέτως, μέσα εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, διά τῶν ἁγίων μυστηρίων καί τῶν ἁγίων εὐαγγελικῶν ἀρετῶν, ὁ ἄνθρωπος πληροῦται μέ τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, ἐνδύεται τόν Χριστόν, καί μεταμορφώνεται βαθμιαίως εἰς ἄνθρωπον χριστοφόρον καί χριστοειδῆ, «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4, 13. Πρβλ. Κολ. 1, 28). Γίνεται βαθμηδόν θεάνθρωπος κατά χάριν, καί κατ᾽ αὐτόν τόν τρόπον ἀποκτᾶ μέσα εἰς τήν ψυχήν του τόν παράδεισον. Διότι κάθε μία ἁγία εὐαγγελική ἀρετή εἶναι μικρός παράδεισος διά τήν ψυχήν (Πρβλ. Ματθ. 5, 3-12. Λουκ. 6, 20-23. Ἰακ. 1, 25. Ἰωάνν. 13, 17).

Γίνεται ὁλοφάνερον ἀπό τούς «Βίους τῶν Ἁγίων» ὅτι οἱ ἅγιοι γνωρίζουν ὁλόκληρον τό μυστήριον τοῦ ἀνθρώπου, ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καί τό ἰδικόν μου καί τό ἰδικόν σου μυστήριον.διότι ἐγνώρισαν τό μυστήριον τοῦ Μόνου Τελείου Ἀνθρώπου, τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, καί δι᾽ Αὐτοῦ ἔλυσαν τελείως καί τελεσιδίκως τό πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου. Καί ταὐτοχρόνως ἔλυσαν τό πρόβλημα ὅλης τῆς κτίσεως. Διότι οὐσιαστικά ὅλα τά προβλήματα περιέχονται μέσα εἰς τό πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου, καί ὅλαι αἱ λύσεις εἰς τήν λύσιν τοῦ προβλήματος τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκτός τοῦ Θεανθρώπου καί χωρίς τόν Θεάνθρωπον, ὁ ἄνθρωπος εἶναι πάντοτε ὑπάνθρωπος καί μή ἄνθρωπος, δηλαδή δέν εἶναι ἄνθρωπος μέ τήν οὐσιαστική σημασίαν τοῦ ὅρου.

Ζήτησε νά εὕρῃς τόν ἑαυτόν σου μέσα εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων».θά τόν εὕρης ὁπωσδήποτε μέσα εἰς αὐτούς. Ἀκόμη θά εὕρῃς ἐκεῖ καί τά φάρμακα, μέ τά ὁποῖα ἠμπορεῖς νά τόν θεραπεύσῃς ἀπό ὅλας τάς πνευματικάς ἀρρωστίας καί νά τόν κάνῃς ὑγιῆ διά παντός. Ὑγιῆ καί εἰς τούς δύο κόσμους, εἰς τρόπον ὥστε νά μή ἠμπορέσῃ νά σέ βλάψῃ κανένας θάνατος. Θά εὕρης ἀκόμη μέσα εἰς τούς «Βίους τῶν Ἁγίων», ὅλα ὅσα χρειάζονται διά νά ζήσῃς καί εἰς τούς δύο κόσμους.ὅσα χρειάζονται εἰς ἐσέ, ὦ ἄνθρωπε, πού εἶσαι μία ἀθάνατος ὕπαρξις.μία αἰώνια ὕπαρξις, μία θεανθρωπίνη ὕπαρξις, ἄνθρωπε! ἄνθρωπε! ἄνθρωπε!


Ὑποσημειώσεις:

1. -. Κανών τοῦ Πάσχα, ᾠδή ζ’.

2. -. Πρβλ. Κολ. 3, 11. Γαλ. 2, 20. Πρβλ. τοῦ ἁγ. Συμεών Ν. Θεολόγου: «Χριστός τά πάντα ἀντί πάντων τούτοις γενήσεται» (Κατήχησις 2). Ἐπίσης τοῦ ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ «Δι᾽ αὐτῆς γάρ (τῆς ἐν χάριτι ἑνώσεως) ὅλος μέν ὅλοις τοῖς ἀξίοις ὁ Θεός περιχωρεῖ, ὅλῳ δέ ὅλοι περιχωροῦσιν ὁλικῶς οἱ ἅγιοι τῷ Θεῷ, ὅλον ἀντιλαμβάνοντες ἑαυτῶν τόν Θεόν» (ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων, 3, 1, 27).

Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων Anthony Metropolitan of Sourozh






Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σήμερα ἑορτάζουμε τὴν Ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Πάντων, ὅλων ἐκείνων ποὺ ἄκουσαν τὸν Χριστὸ νὰ ὁμιλεῖ, ποὺ οἱ καρδιὰ καὶ ὁ νοῦς τους πῆραν φωτιά, καὶ οἱ ὁποῖοι στάλθηκαν στὸν κόσμο γιὰ νὰ μεταφέρουν τὰ καλὰ νέα. Τὰ νέα αὐτὰ εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς τόσο ἀγάπησε τὸν κόσμο ὥστε ἦλθε μὲ τὴν πρόθεση νὰ μὴν τὸν ἐγκαταλείψει ποτέ, ὥστε μὲ τὴν Ἀνάσταση Του πῆρε μαζί Του τὴν οὐσία τοῦ κόσμου – στὴν Σάρκα Του ὅλο τὸν ὁρατὸ κόσμο, στὴν ψυχή Του ὁλάκερο τὸν ἀνθρώπινο κόσμο- καὶ τοὺς ἔδωσε θέση στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός.

Αὐτὸ δὲν εἶναι μόνο ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἕνα κάλεσμα ποὺ ἀπευθύνεται στὸν καθένα μας. Σήμερα καλούμαστε ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, παίρνουμε θάρρος ἀπὸ τὴν Ἐπιστολή, νὰ ἀγαπᾶμε τὸν Θεὸ τόσο πολὺ ὥστε νὰ γίνουμε πραγματικοί μαθητές Του, καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἐμπιστοσύνη μας σὲ Αὐτὸν πρέπει νὰ εἶναι καὶ νὰ γίνει, μέρα μὲ τὴ μέρα, πιὸ ἀληθινὴ, ὥστε ὁ κόσμος, βλέποντας ἐμᾶς, τὸν τρόπο ζωῆς μας, ποιοὶ εἴμαστε, νὰ πιστέψει ὅτι ὁ Θεὸς ἦρθε γιὰ νὰ σώσει τὸν κόσμο καὶ ὅτι ἀξίζει νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Θεὸ ὡς Κύριο καὶ Φίλο.

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος, μιλώντας στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του εἶπε: Ἄν θέλετε νὰ μοῦ δείξετε τὴν πίστη σας χωρὶς ἔργα, ἐγὼ θὰ σᾶς δείξω τὴν πίστη μου μέσα ἀπὸ τὰ ἔργα μου... Ἄς πᾶμε λοιπὸν στὸν κόσμο, ἕναν κόσμο ποὺ βρίσκεται σὲ ἀθλιότητα, σὲ ταραχὴ καὶ δυστυχία γιατὶ ἔχει χάσει τὸν δρόμο του, καὶ νὰ τοῦ φέρουμε τὰ χαρμόσυνα νέα. Αὐτὰ τὰ νέα δὲν εἶναι μόνο ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει ἔρθει καὶ βρίσκεται ἀνάμεσά μας, ὅτι μᾶς ἔχει δείξει την ὁδὸ τῆς σωτηρίας, ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας καὶ ἔδωσε ἕνα παράδειγμα γιὰ νὰ τὸ μιμηθεῖ ὁ καθένας μας, ὄχι δουλοπρεπῶς, οὔτε σὰν μισθωτός ἀλλὰ μὲ τὴν χαρὰ ὅτι ἀκολουθώντας αὐτὸν τὸν δρόμο σημαίνει ὅτι ἔχουμε ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολή μας, ὅτι εἴμαστε φορεῖς μιᾶς ζωῆς ποὺ μπορεῖ νὰ πλημμυρίσει τὴν ζωὴ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.

Αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. Στὶς ἑπόμενες δύο ἑβδομάδες θὰ γιορτάσουμε τοὺς Ἁγίους τῆς Ρωσσίας καὶ τοὺς Ἁγίους τούτων τῶν νήσων, ἄνθρωποι ποὺ εἶναι αἷμα καὶ σάρκα μας- συγγενεῖς μας. Ἄς τοὺς σκεφτοῦμε καὶ ἄς προσπαθήσουμε νὰ ζήσουμε μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ νὰ μποροῦν νὰ χαίρονται ποὺ ἀκολοὺθησαν τ’ ἀχνάρια τους ἄνθρωποι ἄξιοι τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς δικῆς τους ζωῆς.



Ἀπόδοση Κειμένου: www.agiazoni.gr




Πρωτότυπο Κείμενο

SUNDAY OF ALL SAINTS
June 9, 1996

In the name of the Father, the Son and the Holy Ghost.

Today we are keeping the Day of All Saints, of all those who have heard Christ speak, whose hearts and minds have been set afire, and went out into the world to bring to the whole world the good news. The news that God has so loved the world, that He has entered into it never to leave it, and that in His Resurrection He has taken all that is the world - in His Flesh the whole visible world, in His soul all the human world - and has established it on the right hand of the Father.

This is not only the glory of the Church, it is a call addressed to each of us. To-day we are called by the Gospel, we are encouraged by the Epistle, so to love God as to become truly His disciples, and that means that our faith in Him must be and become, day after day, more truly faithful, so that seeing us, seeing how we live, seeing who we are, people could believe that Christ has come to save the world and is worth following as a Master and as a Friend.

St James, speaking to people of his time said: If you want to show me your faith without your works, I will show you my faith by my works… Let us then go into the world to bring to a world which is in great misery now, in distress that it has lost its way, the good news. Not only the news that God has come and is in our midst, that He has shown us the way, that He is the way and He has given an example for everyone to follow, not in a slavish way, not as a hireling, but with the joy that following this way means that we are fulfilled and that life is deep in us and it can flow on to others.

This is the message of to-day's feast. In the next two weeks we will keep more particularly the feast of the Saints of Russia, and the feast of the Orthodox Saints of these islands, - people of our blood, our flesh, our kin. Let us think of them and let us try to live in such a way that they may rejoice that they have a following worthy of Christ and worthy of their lives. Amen.

Κυριακή των Αγίων Πάντων - Στις κορυφογραμμές της πίστης,Εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου




(Ματθ. ι΄ 32 - 33, 37 - 38, ιθ΄ 27 - 30)   (Εβρ. ια΄ 33 - ιβ΄ 2) 
Στις κορυφογραμμές της πίστης
Μάρτυρες  της αλήθειας και της σωτηρίας που προσφέρει ο Χριστός «έως εσχάτου της γης»έγιναν μετά την Πεντηκοστή οι Άγιοι Απόστολοι. Τις διόδους της φωτεινής τους πορείας ακολούθησαν και όλοι οι άγιοι που κοσμούν το στερέωμα της Εκκλησίας και τη λαμπρύνουν με τη μαρτυρία τους. Σήμερα, Κυριακή των Αγίων Πάντων, η Εκκλησία μας τιμά την ιεράν μνήμη όλων «των απ’ αιώνος ευαρεστησάντων αγίων»  Επειδή υπάρχον και πρόσωπα που δεν έγιναν γνωστά και δεν συμπεριλήφθηκαν τα ονόματά τους στο αγιολόγιο, με τη σημερινή εορτή των Αγίων Πάντων, όλες οι μορφές που καταξιώθηκαν ν’ αγιάσουν απολαμβάνουν της τιμής που προσφέρει η Εκκλησία.

Εμπειρία του μαρτυρίου  
Με το μαρτύριο που εκφράζεται μέσα από την πορεία που τη χαρακτηρίζει το θυσιαστικό ήθος και ύφος, ο Ἄγιος εκφράζει μια εμπειρία ζωής. Η θυσία του, μέσα από κόπους, ιδρώτας, θλίψη και το θάνατο ακόμα, ως έκφραση της παντοδύναμης αγάπης του Θεού “κατηγωνίσθη” τις ισχυρότερες εγκόσμιες εξουσίες. Καμία εξουσία δεν μπόρεσε να λυγίσει τις άγιες αυτές μορφές, επειδή η αγάπη τους αγκάλιασε ακόμα και τους διώκτες και τους δημίους που έστηνε κάθε φορά απειλητικά μπροστά τους.  
Ο δυναμισμός της μεγάλης πίστης των αγίων, ξεπερνούσε κάθε εμπόδιο και τους έκανε να ορθώνουν το ανάστημα τους μπροστά στα μαρτύρια των διωγμών. Όπως μας βεβαιώνει το ανάγνωσμα της ημέρας, “έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω”. Εδώ ο άνθρωπος της πίστεως ενώνεται με το Θεό και αναγκαινίζεται εν Χριστώ η ύπαρξή του. Ακόμα και στην Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε τη δύναμη της πίστης να μεγαλουργεί. Είναι γνωστή η ιστορία του προφήτη Δανιήλ, που ο βασιλλιάς Δαρείος τον έριξε στο λάκκο των λεόντων και διεσώθη με τρόπο θαυμαστό με τη ζωντανή του πίστη. Άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος διαβεβαιώνει ότι «εάν έχητε πίστιν, ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν” .
Ζωή εν Χριστώ
Το νέφος των αγίων της Εκκλησίας παραπέμπει σε μια μεγάλη αλήθεια, η οποία επιβάλλεται να διαποτίζει και τη δική μας ζωή. Ότι δηλαδή η πίστη δεν συνιστά μια αφηρημένη έννοια, αλλά μια βιωματική πραγματικότητα που εκπηγάζει από την ένωση του ανθρώπου με το Χριστό. Συνήθως από το εκκοσμικευμένο πνεύμα που επικρατεί σήμερα, αποκομίζουμε την εντύπωση ότι πίστη είναι απλώς η παραδοχή μερικών αληθειών ή ένα ιδεολογικό σύστημα το οποίο πρέπει να παραδεχθούμε και ίσως να το κατανοήσουμε διανοητικά. Βέβαια, είναι και αυτά, αλλά η αληθινή πίστη είναι κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο. υποδηλώνει μια βαθιά υπαρκτική κατάσταση. προσφέρει ένα μοναδικό βίωμα και μια εμπειρία ζωής που υφαίνεται μέσα από τη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας, που είναι το Σώμα του Χριστού. Ο Απόστολος Παύλος δίνοντας τον ορισμό της πίστεως λέγει: “Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων”. Τα κύρια γνωρίσματα της πίστεως στον ορισμό αυτόν είναι το “υπόστασις” και το “έλεγχος”. Αυτή η υπόσταση και ο έλεγχος, πέρα από
κάθε άλλη ερμηνεία, είναι ο Ίδιος ο Χριστός και ένωση μαζί του.  
Το χωρίο αυτό κάτω από το πρίσμα της διδασκαλίας των αγίων Πατέρων αποκαλύπτει και προβάλλει την πραγματική σημασία της πίστεως. Ο άγιος Ιγνάτιος λέει ότι “τελεία πίστις εστίν ο Χριστός”. Ο δε άγιος Μάξιμος επιγραμματικά λέει ότι “Χριστόν είναι φαμέν την ενυπόστατον πίστιν”.  
Αγαπητοί, μπορεί σήμερα ως μέλη της Εκκλησίας να λεγόμαστε πιστοί, αλλά πολλοί από μας όχι μόνο δεν έχουμε κοινωνία με το Χριστό, αλλά ούτε καν γνωρίζουμε τις αλήθειες που μας αποκάλυψε. Αγνοούμε βασικές διδασκαλίες της Εκκλησίας, τελούμε υπό άγνοια και ταυτόχρονα αδυνατούμε να συναισθανθούμε την αδυναμία μας αυτή. Δεν διαθέτουμε τον απαιτούμενο ζήλο για να ζήσουμε την αλήθεια που μας σώζει.  
Οι άγιοι είχαν αυτή την πίστη και γι’ αυτό διέθεταν πολλές εσωτερικές δυνάμεις, έκαναν αρκετά θαύματα, ανεδείχθησαν “ισχυροί εν πολέμω”, “επέτυχον επαγγελιών”. Ας τους παρακαλούμε λοιπόν, να πρεσβεύουν για μας για ν’ αποκτήσουμε αυτή τη ζωντανή πίστη που θα είναι ισχυρό στήριγμα του δικού μας πνευματικού αγώνα.  

Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος



 


Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες, πού μαρτύρησαν σ᾽ ὅλο τόν κόσμο


1. -. Δέν πέρασαν ἀκόμη ἑπτά μέρες, ἀπό τότε πού γιορτάσαμε τήν ἱερή πανήγυρη τῆς Πεντηκοστῆς, καί πάλι μᾶς πρόφθασε χορός μαρτύρων ἤ καλύτερα στρατιά μαρτύρων καί παράταξη, πού δέν εἶναι καθόλου κατώτερη ἀπό τή στρατιά τῶν ἀγγέλων, τήν ὁποία εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ἀλλά εἶναι ἴδιας ἀξίας καί τάξης μέ αὐτή. Γιατί μάρτυρες καί ἄγγελοι διαφέρουν μόνο στά ὀνόματα, στά ἔργα τους ὅμως ταυτίζονται. Στόν οὐρανό κατοικοῦν οἱ ἄγγελοι, στόν οὐρανό καί οἱ μάρτυρες. Αἰώνιοι καί ἀθάνατοι εἶναι ἐκεῖνοι, τό ἴδιο θά γίνουν καί οἱ μάρτυρες. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνοι ἔλαβαν καί ἀσώματη φύση; Καί τί σημασία ἔχει αὐτό; Γιατί οἱ μάρτυρες, ἄν καί ἔχουν σῶμα, ὅμως εἶναι ἀθάνατο ἤ καλύτερα καί πρίν ἀπό τήν ἀθανασία ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ στολίζει τά σώματά τους περισσότερο ἀπό τήν ἀθανασία. Δέν εἶναι τόσο λαμπρός ὁ οὐρανός, πού στολίζεται μέ τό πλῆθος τῶν ἀστεριῶν, ὅσο εἶναι τά σώματα τῶν μαρτύρων, πού στολίζονται μέ τό λαμπρό αἷμα τῶν τραυμάτων. Ὥστε ἐπειδή πέθαναν γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀνώτεροι, καί βραβεύτηκαν πρίν ἀπό τήν ἀθανασία παίρνοντας τά στεφάνια ἀπό τήν ὥρα τοῦ θανάτου τους.

«Τόν ἔκανες λίγο κατώτερο ἀπό τούς ἀγγέλους, τόν στεφάνωσες μέ δόξα καί τιμή» (Ψαλμ. 8, 6), λέει ὁ Δαυίδ, γιά τή φύση ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά καί τό λίγο αὐτό πού στεροῦνταν οἱ ἄνθρωποι σέ σχέση μέ τούς ἀγγέλους, τό συμπλήρωσε ὁ Χριστός ὅταν ἦρθε, καταδικάζοντας τό θάνατο μέ τό δικό του θάνατο. Ἐγώ ὅμως δέν ἀντλῶ ἀπ᾽ ἐδῶ τά ἐπιχειρήματά μου, ἀλλά ἀπό τό ὅτι τό μειονέκτημα αὐτό τοῦ θανάτου ἔγινε πλεονέκτημα. Γιατί ἄν δέν ἦταν θνητοί δέν θά γίνονταν μάρτυρες. Ὥστε ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος δέν θά ὑπῆρχε καί στεφάνι. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά ὑπῆρχε καί μαρτύριο. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά μποροῦσε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά λέει: «Κάθε μέρα πεθαίνω, μά τό δικό σας καύχημα, πού ἔχω στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. 15, 31). Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος καί φθορά, δέν θά μποροῦσε πάλι ὁ ἴδιος νά λέει: «Χαίρομαι στά παθήματά μου γιά σᾶς, καί ἀναπληρώνω στή σάρκα μου τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ» (Κολ. 1, 24). Ἄς μήν λυπούμαστε λοιπόν ἐπειδή γίναμε θνητοί, ἀλλά ἄς εὐχαριστοῦμε, ἐπειδή ἀπό τό θάνατο μᾶς ἀνοίχτηκε τό στάδιο τοῦ μαρτυρίου, ἀπό τή φθορά λάβαμε ἀφορμή γιά τά βραβεῖα. Ἀπό ἐδῶ ἔχουμε τήν ἀφορμή γιά ἀγωνίσματα.

Βλέπεις τή σοφία τοῦ Θεοῦ, πῶς τό πιό μεγάλο κακό τό ἀποκορύφωμα τῆς συμφορᾶς πού μᾶς ἔφερε ὁ διάβολος, ἐννοῶ τό θάνατο, τόν μετέτρεψε σέ τιμή καί δόξα μας, ὁδηγώντας μ᾽ αὐτόν τούς ἀθλητές στά βραβεῖα τοῦ μαρτυρίου; Τί θά κάνουμε ὅμως; Θά εὐχαριστήσουμε τό διάβολο γιά τό θάνατο; Ὁ Θεός νά φυλάξει. Γιατί τό κατόρθωμα δέν εἶναι ἔργο τῆς δικῆς του θελήσεως, ἀλλά εἶναι χάρισμα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος τόν ἔφερε γιά νά μᾶς καταστρέψει καί ξαναφέρνοντάς μας στή γῆ νά ξεκόψει κάθε ἐλπίδα σωτηρίας. Ὁ Χριστός ὅμως, μέ τό δικό του θάνατο ἄλλαξε τήν πορεία καί μέ τόν ἴδιο τό θάνατο μᾶς ἀνέβασε πάλι στόν οὐρανό. Κανείς σας λοιπόν ἄς μήν μέ κατηγορήσει, ἄν ὀνόμασα τό σύνολο τῶν μαρτύρων χορό καί στράτευμα, δίνοντας δυό ἀντίθετα ὀνόματα στό ἴδιο πράγμα. Γιατί χορός καί στράτευμα εἶναι ἀντίθετα πράγματα, ἐδῶ ὅμως ἔγιναν ἕνα. Ἐπειδή βάδιζαν μ᾽ εὐχαρίστηση στά βασανιστήρια, σάν νά χόρευαν καί ἔδειξαν τόση ἀνδρεία καί ἀντοχή σάν νά βρίσκονταν σέ πόλεμο καί νίκησαν τούς ἐχθρούς. Ἄν βέβαια ἐξετάσουμε τή φύση τῶν ὅσων γίνονταν, ἦταν μάχη καί πόλεμος καί παράταξη. Ἄν ὅμως ἐξετάσεις τή διάθεση αὐτῶν πού ἔπασχαν, ἦταν χοροί, ὅσα συνέβαιναν, ἦταν διασκεδάσεις καί πανηγύρια καί ἡ πιό μεγάλη ἀπόλαυση.

Θέλεις νά μάθεις ὅτι αὐτά ἦταν πιό τρομερά ἀπό τόν πόλεμο; Ἐννοῶ τά σχετικά μέ τούς μάρτυρες. Ποιό τέλος πάντων εἶναι τό φοβερό στόν πόλεμο; Στήνονται καί ἀπό τίς δυό μεριές στρατόπεδα περιφραγμένα, πού λάμπουν ἀπό τά ὅπλα καί καταυγάζουν τή γύρω περιοχή, ρίχνοντας ἀπό παντοῦ σύννεφα τά βέλη, πού μέ τό πλῆθος τους κρύβουν τόν οὐρανό, τρέχουν αὐλάκια τά αἵματα πάνω στή γῆ καί εἶναι πολλοί ὁλόγυρα οἱ νεκροί. Ὅπως ἀκριβῶς στό θερισμό πέφτουν στή γῆ τά στάχυα, ἔτσι καί ἐδῶ εἶναι οἱ στρατιῶτες, καθώς πέφτουν ὁ ἕνας πάνω στόν ἄλλο. Ἔλα λοιπόν νά σέ ὁδηγήσω ἀπό ἐκεῖνα σ᾽ αὐτή ἐδῶ τή μάχη. Καί ἐδῶ ὑπάρχουν δυό παρατάξεις, ἡ μία τῶν μαρτύρων καί ἡ ἄλλη τῶν τυράννων. Ἀλλά οἱ τύραννοι εἶναι ὁπλισμένοι τέλεια, οἱ μάρτυρες ὅμως μάχονται μέ γυμνό τό σῶμα καί ἡ νίκη ἀνήκει στούς γυμνούς καί ὄχι στούς ὁπλισμένους. Ποιός δέν θά ἀποροῦσε, μέ τό ὅτι αὐτός πού μαστιγώνεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν μαστιγώνει; Ὁ δεμένος νικάει τόν ἐλεύθερο; Αὐτός πού κατακαίγεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν καίει; Αὐτός πού πέθαινει νικάει ἐκεῖνον πού τόν σκοτώνει;

Εἶδες πώς αὐτά εἶναι πιό φοβερά ἀπό ἐκεῖνα; Ἐκεῖνα ἄν καί εἶναι φοβερά, γίνονται ὅμως μέ φυσικό τρόπο, αὐτά ὅμως ξεπερνοῦν κάθε φυσικό τρόπο καί κάθε σειρά τῶν πραγμάτων, γιά νά μάθεις ὅτι τά κατορθώματα εἶναι τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Ἄν καί τί εἶναι πιό ἄδικο ἀπό τή μάχη αὐτή; Τί πιό παράνομο ἀπό τά ἀγωνίσματα; Γιατί στούς πολέμους καί οἱ δύο πού μάχονται προστατεύονται, ἐδῶ ὅμως δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ἀλλά ὁ ἕνας εἶναι γυμνός καί ὁ ἄλλος ὁπλισμένος. Στούς ἀγῶνες πάλι ἐπιτρέπεται καί στούς δυό νά σηκώνουν τά χέρια ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου. Ἐδῶ ὅμως ὁ ἕνας εἶναι δεμένος καί ὁ ἄλλος κτυπάει ἐλεύθερος καί πληγώνει. Καί αὐτοί πού δίκαζαν σάν νά ᾽ταν ἐξουσιαστές ἐξασφάλισαν γιά τούς ἑαυτούς τους τό δικαίωμα νά κακοποιοῦν. Στούς δίκαιους μάρτυρες ὅμως ἔδωσαν τό προνόμιο νά κακοποιοῦνται. Ἔτσι μάχονται μέ τούς ἁγίους καί οὔτε ἔτσι τούς νικοῦν. Ἀλλά μετά τήν ἄνιση αὐτή μάχη, ἀφοῦ νικήθηκαν ὑποχώρησαν. Καί αὐτό μοιάζει σάν κάποιον πού φέρνει ἕνα πολεμιστή στόν πόλεμο, τοῦ κόβει τήν αἰχμή τοῦ δόρατος, τοῦ βγάζει τό θώρακα καί τόν διατάζει νά μάχεται ἔτσι μέ γυμνό σῶμα. Ἀλλά ὁ πολεμιστής ἄν καί χτυπιέται, πληγώνεται καί τραυματίζεται βαριά, τελικά στήνει τρόπαιο νίκης.

Καθώς ὁδηγοῦσαν τούς μάρτυρες γυμνούς, μέ δεμένα πίσω τά χέρια καί ἀπό παντοῦ τούς χτυποῦσαν καί τούς ξέσκιζαν, φαίνονταν πώς νικοῦνταν, ὅμως αὐτοί ἄν καί τραυματίζονταν, ἔστηναν τό τρόπαιο τῆς νίκης ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Καί ὅπως τό διαμάντι ὅταν χτυπιέται δέν σπάζει, οὔτε μαλακώνει, ἀλλά διαλύει τό σίδερο πού τό χτυπᾶ, ἔτσι ἀκριβῶς καί οἱ ψυχές τῶν ἁγίων, ἐνῶ βασανίζονταν τόσο πολύ, οἱ ἴδιες δέν πάθαιναν κανένα κακό, ἀλλά διέλυαν τή δύναμη ἐκείνων πού τούς χτυποῦσαν καί τούς ἔδιωχναν ἀπό τούς ἀγῶνες νικημένους, ντροπιασμένους καί βαριά τραυματισμένους. Γιατί ἔδεσαν τούς μάρτυρες καί στό ξύλο καί τρυποῦσαν τά πλευρά τους, ἀνοίγοντας βαθιά αὐλάκια, σάν νά ὄργωναν τή γῆ, ἀλλά δέν ἔσκιζαν τά σώματά τους. Καί μποροῦσε νά δεῖ κανείς λαγόνες ξεσκισμένες, πλευρά ἀνοιγμένα καί στήθη τσακισμένα. Οὔτε ἐδῶ ὅμως σταματοῦσαν τή μανία τους τά αἱμοβόρα ἐκεῖνα θηρία, ἀλλά, ἀφοῦ τούς κατέβαζαν ἀπό τό ξύλο, τούς τέντωναν σέ σιδερένια σχάρα πάνω σέ ἀναμένα κάρβουνα. Καί τότε μποροῦσες νά δεῖς ἀκόμη σκληρότερα θεάματα ἀπό τά προηγούμενα. Νά τρέχουν δηλαδή διπλές σταγόνες ἀπό τά σώματά τους, ἄλλες ἀπό τό αἷμα πού χυνόταν καί ἄλλες ἀπό τίς σάρκες πού ἔλειωναν. Οἱ ἅγιοι ὅμως πού ἦταν ξαπλωμένοι πάνω στά κάρβουνα σάν νά ἦταν ρόδα, παρακολουθοῦσαν μέ πολλή εὐχαρίστηση τά ὅσα γίνονταν.

2. -. Ἐσύ ὅμως ὅταν ἀκούσεις σιδερένια σχάρα φέρε στό νοῦ σου τή νοητή σκάλα, πού εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ νά ἁπλώνεται ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό. Ἀπό ἐκείνη κατέβαιναν ἄγγελοι, ἀπό αὐτήν ἀνεβαίνουν μάρτυρες, καί τίς δύο δέ τίς στηρίζει ὁ Κύριος. Δέν θά ἄντεχαν τούς πόνους αὐτοί οἱ ἅγιοι, ἄν δέν στηρίζονταν σ᾽ αὐτή τή σκάλα. Ἀπό ἐκείνη ἀνεβαίνουν καί κατεβαίνουν ἄγγελοι. Καί ἀπό αὐτή, εἶναι ὁλοφάνερο πώς ἀνεβαίνουν καί μάρτυρες. Καί γιατί αὐτό; Ἐπειδή οἱ ἄγγελοι στέλνονται γιά νά ὑπηρετήσουν αὐτούς πού θά κληρονομήσουν τή σωτηρία. Οἱ μάρτυρες ὅμως σάν ἀθλητές καί νικητές, ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς ἀγῶνες, ἔφυγαν στή συνέχεια γιά τόν ἀγωνοθέτη.

Ἀλλά ἄς μήν ἀγγίζουν μονάχα τ᾽ ἀφτιά μας τά ὅσα λέγονται. Ὅταν δηλαδή ἀκοῦμε ὅτι ὑπῆρχαν κάρβουνα, κάτω ἀπό τά καταπληγωμένα σώματα, ἄς ἀναλογιστοῦμε πῶς νιώθουμε ὅταν μᾶς πιάσει ξαφνικά πυρετός. Νομίζουμε ὅτι ἡ ζωή εἶναι ἀνυπόφορη, ταραζόμαστε, δυσανασχετοῦμε, γκρινιάζουμε σάν μικρά παιδιά, θεωρώντας ὅτι ἡ φλόγα τοῦ πυρετοῦ δέν εἶναι καθόλου μικρότερη ἀπό τήν κόλαση. Αὐτοί ὅμως, χωρίς νά τούς πιάσει πυρετός, ἀλλά ἔχοντας ὁλόγυρά τους τή φλόγα νά τούς ζώνει καί τίς σπίθες νά πηδοῦν ἐπάνω στίς πληγές καί νά δαγκώνουν τά τραύματα πιό ἄγρια ἀπό κάθε θηρίο, ἦταν σάν ἀδαμάντινοι καί ἔβλεπαν τά ὅσα γίνονταν σάν νά συνέβαιναν σέ ξένα σώματα. Ἔτσι μέ πολλή γενναιότητα καί μέ πολλή ἀνδρεία στέκονταν σταθεροί στήν ὁμολογία τους, μένοντας ἀκλόνητοι σ᾽ ὅλα τά βασανιστήρια καί κάνοντας νά λάμψει καί ἡ δική τους ἀνδρεία καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔχετε δεῖ πολλές φορές ν᾽ ἀνεβαίνει ψηλά τήν αὐγή ὁ ἥλιος καί νά στέλνει τίς χρυσές ἀκτίνες του; Ἔ, τέτοια ἦταν τά σώματα τῶν ἁγίων. Σάν χρυσές ἀκτίνες τούς περικύκλωναν ἀπό παντοῦ σάν ρυάκια μέ τό αἷμα καί ἔκαναν νά λάμπει τό σῶμα τους πολύ περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι κάνει ὁ ἥλιος τόν οὐρανό.

Βλέποντας αὐτό τό αἷμα οἱ ἄγγελοι χαίρονταν, οἱ δαίμονες φοβοῦνταν καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος ἔτρεμε. Γιατί δέν ἦταν ἁπλῶς αἷμα αὐτό πού τώρα ἔβλεπαν, ἀλλά αἷμα σωτήριο, αἷμα ἅγιο, αἷμα ἄξιο γιά τούς οὐρανούς, αἷμα πού διαρκῶς ποτίζει τά καλά φυτά τῆς Ἐκκλησίας. Εἶδε τό αἷμα καί ἔφριξε ὁ διάβολος, γιατί θυμήθηκε ἄλλο αἷμα, τό αἷμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Γιά χάρη ἐκείνου τοῦ αἵματος χύθηκε αὐτό. Γιατί ἀπό τότε πού κεντήθηκε ἡ πλευρά τοῦ Δεσπότου βλέπεις στή συνέχεια νά κεντοῦνται ἀμέτρητες πλευρές. Ποιός λοιπόν δέν θά ἔπαιρνε μέρος μ᾽ εὐχαρίστηση πολλή σ᾽ αὐτούς τούς ἀγῶνες, ὅταν πρόκειται νά γίνει μέτοχος τῶν παθημάτων τοῦ Δεσπότου καί νά ἔχει τόν ἴδιο θάνατο μέ τόν Χριστό; Εἶναι ἀρκετή αὐτή ἡ ἀνταπόδοση καί μεγαλύτερη ἡ τιμή. Ἡ ἀμοιβή ξεπερνάει τά κατορθώματα καί ἔρχεται πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἄς μήν φοβόμαστε λοιπόν ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε μαρτύρησε, ἀλλά ἄς τρομάζουμε ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε δειλίασε καί ἔπεσε, ἐνῶ μπροστά του εἶχε τέτοια βραβεῖα.

Καί ἄν θέλεις ν᾽ ἀκούσεις τί ἔγινε ὕστερα μάθε πώς αὐτά δέν μπορεῖ νά τά παραστήσει κανένας ἀνθρώπινος λόγος, ὅπως λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Οὔτε μάτι εἶδε, οὔτε αὐτί ἄκουσε, οὔτε ἀνθρώπινος νοῦς ἀναλογίστηκε αὐτά, πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν» (Α’ Κορ. 2, 9). Καί κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν ἀγάπησε τόσο τό Θεό, ὅσο οἱ μάρτυρες. Βέβαια δέν θά σιωπήσουμε, ἐπειδή τό μέγεθος τῶν ἀγαθῶν πού ἔχουν ἑτοιμαστεῖ ξεπερνᾶ καί τό λόγο καί τή σκέψη μας, ἀλλά ὅσο εἶναι δυνατόν καί ἐμεῖς νά ποῦμε καί ἐσεῖς ν᾽ ἀκούσετε, θά προσπαθήσουμε νά σᾶς δείξουμε ἀμυδρά τή μακαριότητα πού περιμένει τούς μάρτυρες στόν οὐρανό. Γιατί θά τή γνωρίσουν καθαρά μόνον αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά τήν ἀπολαύσουν προσωπικά. Καί τά μέν δεινά αὐτά καί ἀβάστακτα τά ὑποφέρουν οἱ μάρτυρες γιά λίγο χρονικό διάστημα. Μετά ὅμως ἀπό τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τή ζωή αὐτή ἀνεβαίνουν στούς οὐρανούς, ἐνῶ προπορεύονται ἄγγελοι καί τούς περιστοιχίζουν ἀρχάγγελοι. Γιατί οἱ ἄγγελοι δέν ντρέπονται τούς συνδούλους τους, ἀλλά θά ἤθελαν νά κάνουν τά πάντα γι᾽ αὐτούς, ἐπειδή καί ἐκεῖνοι προτίμησαν νά δεινοπαθήσουν γιά τό Δεσπότη τους Χριστό.

Καί ὅταν ἀνεβοῦν στόν οὐρανό, ὅλες ἐκεῖνες οἱ ἅγιες δυνάμεις τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν. Ἄν λοιπόν, ὅταν ξένοι ἀθλητές ἔρχονται στήν πόλη, ὅλος ὁ λαός τρέχει ἀπό παντοῦ καί ἀφοῦ τούς περικυκλώσουν παρατηροῦν καλά ἀπό κοντά τή δύναμη πού ἔχουν τά μέλη τοῦ σώματός τους, πολύ περισσότερο ὅταν οἱ ἀθλητές τῆς εὐσέβειας ἀνεβοῦν στούς οὐρανούς τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν οἱ ἄγγελοι καί ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Τρέχουν ἀπό παντοῦ γιά νά παρατηρήσουν τά τραύματά τους καί τούς ὑποδέχονται ὅλους καί τούς ἀσπάζονται σάν ἥρωες πού γύρισαν ἀπό τόν πόλεμο καί τή μάχη καί ὕστερα ἀπό πολλά τρόπαια καί νίκες. Ἔπειτα τούς ὁδηγοῦν μέ μεγάλη συνοδεία πρός τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν, στό θρόνο ἐκεῖνο πού εἶναι γεμάτος ἀπό πολλή δόξα, ὅπου βρίσκονται τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ. Καί ὅταν φτάσουν ἐκεῖ καί προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού κάθεται πάνω στό θρόνο, ἀπολαμβάνουν πλέον περισσότερη τιμή ἀπό τό Δεσπότη ἀπό ἐκείνη πού ἀπολαμβάνουν ἀπό τούς συνδούλους τους ἀγγέλους. Γιατί δέν τούς δέχεται σάν δούλους - ἄν καί αὐτό θά ἦταν μεγάλη τιμή καί δέν μπορεῖ κανείς νά βρεῖ ἴση μ᾽ αὐτήν - ἀλλά σάν φίλους Του. «Γιατί ἐσεῖς», λέει ὁ Κύριος, «εἴσαστε φίλοι μου» (Ἰωαν. 15, 14). Καί πολύ σωστά τό λέει, γιατί καί ἀλλοῦ εἶπε: «Μεγαλύτερη ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη δέν ἔχει κανένας, ὥστε νά δώσει τή ζωή του γιά χάρη τῶν φίλων του» (Ἰωαν. 15, 13).

Ἐπειδή λοιπόν ἔδειξαν τήν πιό μεγάλη ἀγάπη, τούς ὑποδέχεται καί ἀπολαμβάνουν ἐκείνη τή δόξα. Ἑνώνονται μέ τούς ἀγγελικούς χορούς καί παίρνουν μέρος στήν ὑπερκόσμια δοξολογία. Ἄν λοιπόν καί ὅταν εἶχαν τό σῶμα μετεῖχαν στό χορό ἐκεῖνο μέ τήν κοινωνία τῶν μυστηρίων καί ἔψαλλαν μαζί μέ τά Χερουβίμ τόν τρισάγιο ὕμνο, καθώς γνωρίζετε ἐσεῖς οἱ πιστοί, πολύ περισσότερο τώρα πού βρέθηκαν μέ τούς ἀγγέλους, παίρνουν μέρος στή δοξολογία ἐκείνη, μέ πολλή παρρησία. Ἄραγε δέν φοβόσαστε πρίν τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν ἐπιθυμεῖτε τώρα τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν λυπᾶστε τώρα, πού δέν εἶναι καιρός μαρτυρίου; Ἄς γυμναζόμαστε λοιπόν γιά τόν καιρό τοῦ μαρτυρίου. Περιφρόνησαν ἐκεῖνοι τή ζωή, περιφρόνησε ἐσύ τίς ἀπολαύσεις. Ἔρριξαν ἐκεῖνοι τά σώματά τους στή φωτιά, ρίξε ἐσύ τώρα χρήματα στά χέρια τῶν φτωχῶν. Καταπάτησαν ἐκεῖνοι τά ἀναμμένα κάρβουνα, σβῆσε ἐσύ μέσα σου τή φλόγα τῆς ἐπιθυμίας. Εἶναι ἐνοχλητικά αὐτά, ἀλλά μᾶς φέρνουν κέρδος. Μήν βλέπεις τά παρόντα πού εἶναι δυσάρεστα, ἀλλά τά μέλλοντα πού εἶναι εὐχάριστα. Ὄχι τά βάσανα πού περνᾶς τώρα, ἀλλά τά ἀγαθά πού ἐλπίζεις. Ὄχι τά παθήματα, ἀλλά τά βραβεῖα. Ὄχι τούς κόπους, ἀλλά τά στεφάνια. Ὄχι τούς ἱδρῶτες, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Ὄχι τούς πόνους, ἀλλά τίς ἀνταποδόσεις. Ὄχι τήν ἀναμένη φωτιά, ἀλλά τή βασιλεία πού σέ περιμένει. Ὄχι τούς δήμιους πού σέ περιτριγυρίζουν, ἀλλά τό Χριστό πού θά σέ στεφανώσει.

3. -. Αὐτός εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος καί ὁ εὐκολότερος δρόμος γιά τήν ἀρετή. Νά μήν βλέπει δηλαδή κανείς τούς κόπους μόνο, ἀλλά μαζί μέ τούς κόπους καί τά βραβεῖα. Καί ὄχι ξεχωριστά τό καθένα. Ὅταν λοιπόν πρόκειται νά δώσεις ἐλεημοσύνη, μήν σκέπτεσαι τά χρήματα πού θά ξοδέψεις, ἀλλά τήν ἀπόκτηση τῆς δικαιοσύνης. «Σκόρπισε χρήματα, ἔδωσε στούς φτωχούς. Ἡ δικαιοσύνη του μένει αἰώνια» (Ψαλμ. 111, 9). Μήν βλέπεις τόν πλοῦτο σου πού λιγοστεύει, ἀλλά τό θησαυρό πού πληθαίνει. Ἄν νηστεύεις, μήν σκέπτεσαι τήν καταβολή πού φέρνει ἡ νηστεία, ἀλλά τήν ἄνεση πού θά προέρθει ἀπό τή σωματική ἀδυναμία. Ἄν ἀγρυπνήσεις στήν προσευχή, μήν συλλογίζεσαι τήν ταλαιπωρία τῆς ἀγρυπνίας, ἀλλά τήν παρρησία πού θά ἀποκτήσεις ἀπό τήν προσευχή. Ἔτσι κάνουν καί οἱ στρατιῶτες. Δέν βλέπουν τά τραύματα, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Δέν βλέπουν τίς σφαγές, ἀλλά τίς νίκες. Οὔτε βλέπουν τούς νεκρούς στό πεδίο τῆς μάχης, ἀλλά τούς ἥρωες πού στεφανώνονται. Ἔτσι καί οἱ κυβερνῆτες βλέπουν μπροστά στά κύματα τά λιμάνια, μπροστά στά ναυάγια τά ἐμπορεύματα, μπροστά στά δεινά τῆς θάλασσας τά ἀγαθά μετά τή θάλασσα.

Ἔτσι κάμε καί ἐσύ. Σκέψου πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι μέσα στή βαθιά νύχτα, ὅταν κοιμοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί τά θηρία καί τά κατοικίδια ζῶα, ὅταν ὑπάρχει ἀπόλυτη ἡσυχία, ἐσύ μόνο νά σηκωθεῖς καί νά μιλήσεις μέ τόν Κύριό μας. Εἶναι γλυκός ὁ ὕπνος; Ἀλλά τίποτε δέν εἶναι πιό γλυκό ἀπό τήν προσευχή. Ἄν συνομιλήσεις μόνος μαζί Του, πολλά θά καταφέρεις. Δέν θά σέ ἐνοχλεῖ κανείς, οὔτε θά ἐμποδίσει τήν προσευχή σου. Ἔχεις καί τήν ὥρα σύμμαχο γιά νά ἐπιτύχεις αὐτά πού θέλεις. Ἐσύ ὅμως βαριέσαι νά σηκωθεῖς καί στριφογυρίζεις ξαπλωμένος στό μαλακό στρῶμα; Σκέψου τούς μάρτυρες πού εἶναι σήμερα ξαπλωμένοι στή σιδερένια σχάρα, χωρίς στρῶμα ἀπό κάτω, ἀλλά ἀναμένα κάρβουνα.

Ἐδῶ θέλω νά σταματήσω τό λόγο, γιά νά φύγετε ἔχοντας ἔντονη καί ζωηρή τή μνήμη ἐκείνης τῆς σχάρας καί νά τήν θυμᾶστε νύχτα καί μέρα. Γιατί, καί ἄν ἀκόμα μᾶς κρατοῦν ἄπειρα δεσμά, ὅταν ἔχουμε στό νοῦ μας αὐτή τή σχάρα, θά μπορέσουμε νά τά σπάσουμε ὅλα μέ εὐκολία καί νά σηκωθοῦμε γιά προσευχή. Ὄχι μόνο τή σχάρα, ἀλλά καί τίς ἄλλες τιμωρίες τῶν μαρτύρων ἄς τίς χαράξουμε στό βιβλίο τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς σκεφτοῦμε καί ἐμεῖς σάν αὐτούς πού λαμπροστολίζουν τά σπίτια τους καί κρεμᾶνε σ᾽ ὅλα τά σημεῖα ὄμορφες ζωγραφιές. Ἄς ζωγραφίσουμε στούς τοίχους τῆς δικῆς μας ψυχῆς τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων. Γιατί ἐκεῖνες οἱ ζωγραφιές εἶναι ἀνώφελες, αὐτές ὅμως ἐπικερδεῖς. Αὐτή ἡ ζωγραφική δέν χρειάζεται χρώματα, οὔτε ἔξοδα, οὔτε κάποια τέχνη. Ἀλλά γιά ὅλα αὐτά φτάνει νά χρησιμοποιήσει κανείς τήν προθυμία του καί τή γενναία καί νηφάλια σκέψη του καί μ᾽ αὐτή σάν χέρι ἄριστου τεχνίτη νά ζωγραφίσει τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων.

Ἄς ζωγραφίσουμε λοιπόν στή ψυχή μας ἄλλους νά εἶναι στά τηγάνια, ἄλλους ξαπλωμένους σ᾽ ἀναμμένα κάρβουνα, ἄλλους ἀναποδογυρισμένους στά καζάνια, ἄλλους νά καταποντίζονται στή θάλασσα, ἄλλους νά ξεσκίζονται, ἄλλους νά τούς γυρίζουν στόν τροχό, ἄλλους νά τούς ρίχνουν στόν γκρεμό. Ἄλλους πάλι νά παλεύουν μέ θηρία, ἄλλους νά τούς ὁδηγοῦν στό βάραθρο καί ἄλλους ὅπως ἔτυχε ὁ καθένας νά τελειώσει ἡ ζωή του. Ὥστε μέ τήν ποικιλία αὐτῆς τῆς ζωγραφικῆς, ἀφοῦ λαμπροστολίσουμε τό σπίτι τῆς ψυχῆς μας, νά τό κάνουμε κατάλληλο κατάλυμα γιά τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν. Γιατί ἄν δεῖ τέτοιες ζωγραφιές στήν ψυχή μας, θά ἔρθει μαζί μέ τόν Πατέρα καί μαζί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θά κατοικήσει μέσα μας. Καί θά γίνει στή συνέχεια ἡ ψυχή μας βασιλικό παλάτι καί κανένας κακός λογισμός δέν θά μπορέσει νά τήν πατήσει, ἀφοῦ ἡ μνήμη τῶν μαρτύρων, σάν ζωγραφιά θά ὑπάρχει πάντοτε μέσα μας καί θά σκορπᾶ πολλή λάμψη καί θά κατοικεῖ συνεχῶς μέσα μας ὁ βασιλιάς τῶν ὅλων Θεός. Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ ὑποδεχτοῦμε τό Χριστό ἐδῶ, θά μπορέσουμε μετά τήν ἀναχώρησή μας ἀπό τή γῆ νά Τόν ὑποδεχτοῦμε στίς αἰώνιες κατοικίες μας, τίς ὁποῖες εὔχομαι νά ἐπιτύχουμε ὅλοι μας μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου καί μέ τόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στόν Πατέρα καί στό ἅγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Κυριακή των Αγίων Πάντων –Ἡ ἀληθινὴ τιμὴ τῶν ἁγίων Anthony Metropolitan of Sourozh






Κυριακὴ τῶν Ἁγ. Πάντων

Ἡ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴ μέρα τῆς Πεντηκοστῆς δὲ σπαταλήθηκε μάταια καὶ ἄσκοπα ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Καρπὸς της ὑπῆρξε ἡ ἁγιότητα. Ἔχοντας δεχτεῖ τὸν Κύριο μέσα στὶς ψυχές, μέσα στὶς ζωές τους, ἔδειξαν φανερὰ στὸ Θεὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τους καὶ φανέρωσαν σ' ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη τί μπορεῖ νὰ κάνει ἡ θεϊκὴ ζωὴ ὅταν κατοικεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο.

Τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ γιορτάζουμε τὴ μνήμη ὅλων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι, ὅπως οἱ Ἀπόστολοι, δέχτηκαν τὴ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἔφεραν καρπούς, ὅλων τῶν ἅγιων γνωστῶν καὶ ἀγνώστων, ὅλων τῶν «ὑπὸ Θεοῦ γνωσθέντων», ὅλων τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἔγιναν ἄξιοι τοῦ Θεοῦ τους. Καὶ χαιρόμαστε διότι ὁ κόσμος δέχτηκε τὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ μὲ ἀγάπη.

Δὲν εἶναι ὅμως ἀρκετὸ τὸ νὰ γιορτάζουμε, νὰ χαιρόμαστε διότι στοὺς ἄλλους τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ δὲ δόθηκε εἰς μάτην.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς λέει ὅτι μόνο μὲ τὸν ὀρθὸ βίο μποροῦμε νὰ δοξολογήσουμε τὸ Θεὸ καὶ μόνο μὲ τὸν ὀρθὸ βίο μποροῦμε νὰ τιμήσουμε τοὺς ἁγίους τοὺς ὁποίους ἀγαποῦμε καὶ προσκυνοῦμε. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο εἶναι μόνο μὲ τὶς ζωές μας ποὺ θὰ δείξουμε στοὺς νεκρούς τοὺς ὁποίους ἀγαπήσαμε καὶ σεβαστήκαμε ὅτι δὲν ἔζησαν χωρὶς σκοπὸ ἐφ' ὅσον ἐμεῖς ἔχουμε ἀποδώσει τὸν καρπὸ τῶν ὅσων μᾶς δίδαξαν.

Σήμερα ὁ καθένας μας γιορτάζει ὄχι μόνο τὴ μέρα τῶν Ἁγίων Πάντων ἀλλὰ καὶ τὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἐκείνων ποὺ τοῦ εἶναι κοντινοὶ καὶ ἀγαπητοί, ὅμοιοι στὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχή. Συγκεντρῶστε τὴν προσοχή σας στοὺς βίους αὐτῶν εἰδικά, διότι ἀρχικὰ εἶχαν αἰχμαλωτίσει τὶς καρδιές σας μὲ τὴ δύναμη τῆς προσωπικότητάς τους κι ἔπειτα μὲ μιὰ κάποια συγγένεια πρὸς τὸ μυαλό σας - κι ἂν εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ στεκόμαστε μὲ δέος καὶ θαυμασμό, χαρὰ καὶ ἀγάπη μπροστὰ στὴ ζωὴ καὶ τὶς ἐπιτεύξεις κάποιου ἄνθρωπου αὐτὸ σημαίνει ὅτι μεταξὺ μας ὑπάρχει κάτι τὸ κοινό, ὅτι ἐκεῖνος ἀποκαλύπτει αὐτὸ ποὺ μποροῦμε νὰ κατορθώσουμε στὰ βάθη τῶν ψυχῶν μας καὶ τὸ ὁποῖο ἀποτυγχάνουμε νὰ κάνουμε πράξη ἀπὸ δειλία, ἀσθένεια καὶ ἀπειρία.

Ἂς συγκεντρώσει ὁ καθένας μας τὴν προσοχὴ στοὺς ἁγίους ποὺ τὸν τραβᾶνε καὶ ἂς πάρει ἀπὸ ἐκείνους τὰ μαθήματα τῆς ζωῆς. Ἡ προσκύνηση καὶ ὁ ἔπαινός τους δὲ θὰ εἶναι τότε ἄδεια λόγια ἀλλὰ μιὰ ζωντανὴ μαρτυρία γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ ταυτόχρονα μιὰ μεταμόρφωση στὶς καρδιὲς καὶ τὶς ζωές μας. Αὐτὸ ἰσχύει ὄχι μόνο γιὰ τοὺς ἁγίους τοῦ Θεοῦ τοὺς ὁποίους ἡ ἐκκλησία ἀναγνωρίζει καὶ τιμᾶ ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔχουν σφραγίσει τὶς ζωές μας μὲ τὴν εὐγένεια καὶ τὸ ὕψος τοῦ πνεύματός τους, τὴν ἁγνότητα τῆς ζωῆς τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ τιμὴ καὶ προσκύνηση τῶν ἁγίων ἀλλὰ καὶ ἡ ἀληθινὴ προσευχὴ γιὰ αἰωνία μνήμη τῶν κεκοιμημένων.

Κυριακή των Αγίων Πάντων –«Όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων…..». εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου




Αποστολικό Ανάγνωσμα: Εβρ. ια΄33-ιβ΄2
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. ι΄32-33, 37-38, ιθ΄27-30
«Όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς».
 Σήμερα  ακούσαμε στο Ευαγγέλιο τον Κύριο και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό να ζητά και να υπόσχεται. Να ζητά από ημάς πλήρη αγάπη, τέλεια αφοσίωση και θερμή πίστη, αλλά και να υπόσχεται αιώνια αγαθά, αφάνταστη μακαριότητα σ’ εκείνους που θα φανούν άξιοι μαθητές Του.
Ακούοντας τα λόγια αυτά του Κυρίου ο απόστολος Πέτρος ρώτησε τον Δάσκαλο και Κύριο του. Κύριε, του είπε, εμείς που αφήκαμε τα πάντα, συγγενείς, φίλους, πατρίδα, επάγγελμα, και σε ακολουθήσαμε τι έχουμε να κερδίσουμε; Ποια θα είναι η αμοιβή μας; Και πήρε την απάντηση από τον Κύριο; Σεις που πραγματικά αφήσατε τα πάντα και με ακολουθήσατε, θα απολάυσετε την μεγαλύτερη τιμή και δόξα στην Βασιλεία των Ουρανών. «Υμείς δε καθίσεσθε επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ», δηλαδή τους υποσχέθηκε πώς από ότι άφησαν και θυσίασαν, αυτοί θα απολαύσουν «εκατονταπλάσια», αλλά και δόξα αιώνιο.

Αλλά όλα αυτά που ζήτησε ο Κύριος και όλα αυτά που υποσχέθηκε τα είπε, όχι βέβαια μόνο για τους Αποστόλους αλλά και για όλους μας. Όλοι οι Χριστιανοί πρέπει, είναι ανάγκη να τα προσέξουμε. Σε όλους απευθύνεται η υπόσχεση του Κυρίου, ότι ο Χριστιανός που θα θυσιάσει κάτι, που θα προσφέρει κάτι στον Θεό «εκατονταπλάσια λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει».
Αλλά το σημερινό Ευαγγέλιο αποτελεί ένα βαρυσήμαντο μάθημα και για τους αιρετικούς, που δεν δέχονται, δεν αναγνωρίζουν την Παναγία και τους Αγίους μας. Ο ίδιος ο Κύριος, όπως ακούσαμε, βεβαιώνει πόσο θα τιμήσει τους Αγίους που εργάστηκαν για εκείνον, όπως οι Απόστολοι ή έδωκαν το αίμα τους για Εκείνον, όπως οι Μάρτυρες, δίνοντας σ’ αυτούς τις πιο τιμητικές θέσεις στην Βασιλεία των Ουρανών.
Αφού, λοιπόν, ο Θεός τους τιμά και τους δοξάζει και θα τους δοξάσει στην Βασιλεία των Ουρανών, με ποια λογική δεν πρέπει εμείς να τους τιμάμε; Και πριν έλθει ο Κύριος, είχε βεβαιώσει ο Θεός: «Τους δοξάζοντάς με δοξάσω».
Ότι ο Θεός τιμά και αναγνωρίζει τους Αγίους μας, φαίνεται και από τη Χάρη που τους έδωκε να κάνουν  θαύματα και τότε που ζούσαν στη γη και τώρα που βρίσκονται στους Ουρανούς.
Επίσης, πόσο τιμά τους Αγίους ο Θεός φαίνεται και από το ότι διατηρεί άφθαρτα τα λείψανα πολλών Αγίων και με τη Χάρη Του τους αξιώνει να κάνουν θαύματα.
Ο ίδιος ο Κύριος είχε πει στους Αποστόλους «Ο δεχόμενος υμάς, εμέ δέχεται». Εκείνος που τιμά τον άγιο, τιμά τον ίδιο τον Θεό, τον οποίο αυτοί υπηρέτησαν. Για τούτο και ο Μ. Βασίλειος, ερμηνεύοντας τα λόγια αυτά του Κυρίου λέγει: «Η προς τους Αγίους τιμή απόδειξη έχει της προς τον κοινόν Δεσπότην (τον Θεόν) αγάπης, ενώ απεναντίας, ο ατιμάζων Άγιον, (δηλαδή αυτός που περιφρονεί Άγιον), ατιμάζει τον Κύριον και Θεόν».
Αλλά σήμερα, καθαρά μας βεβαιώνει ο Κύριος λέγοντας: «Όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν  των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν Ουρανοίς».
Ας θυμηθούμε ότι και στην επί του Όρους Ομιλία Του, είπε ο Κύριος: «Μακάριοι έστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού• χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς». Μεγάλη τιμή για τους Αγίους μας.
Αλλά και στο βιβλίο της Αποκαλύψεως γίνεται λόγος για εικοσιτέσσαρεις τιμητικές θέσεις, θρόνους, που προορίζονται για τους Αγίους.
Η τιμή και δόξα των Αγίων φαίνεται και από τα θαύματα τα οποία τους αξιώνει ο Θεός να κάνουν και για τα οποία έχουμε μαρτυρία της Αγίας Γραφής   στο βιβλίο των Ψαλμών, το οποίον γράφει «Τους Αγίους τους εν τη γη εθαυμάστωσεν ο Κύριος».
Κατόπιν όλων αυτών των βεβαιώσεων και μαρτυριών γράφει ο σοφός Άγιος Δαμασκηνός: Πως είναι δυνατόν να μη τιμήσουμε τους Αγίους μας; «Πώς ου τιμητέον τους θεράποντας και φίλους του Θεού και υιούς Θεού χρηματίσαντας»;
Μας κατηγορούν οι αιρετικοί, που όχι μόνον δεν δέχονται τους Αγίους αλλά και τους βλασφημούν και καταστρέφουν τις εικόνες τους, όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και οι Προτεστάντες, ότι είμεθα ειδωλολάτρες, τιμώντας τους Αγίους και τα Λείψανα των Αγίων.
Εμείς δεν είμαστε ειδωλολάτρες. Δεν τιμάμε τους αγίους ως Θεούς. Απεναντίας, κηρύττουμε και  ομολογούμε ότι πιστεύουμε «εις ένα Θεόν, Πατέρα Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης… και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν τον Υιόν του Θεού τον μονογενή… Και εις το Πνεύμα το Άγιον…».
Τους Αγίους δεν τους λατρεύουμε, δεν τους τιμάμε σαν Θεούς αλλά σαν φίλους του Θεού και ζητάμε να πρεσβεύουν, να παρακαλούν τον Θεόν για μας, και να μας αξιώνουν να λατρεύουμε τον Θεό με την ίδια πίστη, με την ίδια θερμότητα, με την ίδια αφοσίωση με την οποία και αυτοί τον επίστευσαν και τον ελάτρευσαν και θυσίασαν την ζωή τους για την αγάπη του Θεού.
Η προσκύνηση των Αγίων δεν είναι λατρευτική προσκύνηση, η οποία μόνον στον Θεό ανήκει, αλλά είναι τιμητική προσκύνηση. Τιμάμε τους τιμήσαντας τον Θεό Αγίους μας και ζητάμε τις προς τον Θεό πρεσβείες τους.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...