Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 05, 2012

ΓΙΑΤΙ ΛΙΒΑΝΙΖΟΥΜΕ-ΤΑ ΙΕΡΑ ΣΚΕΥΗ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ




ΓΙΑΤΙ ΛΙΒΑΝΙΖΟΥΜΕ-ΤΑ ΙΕΡΑ ΣΚΕΥΗ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
ΘΥΜΙΑΤΗΡΙΟ - ΘΥΜΙΑΜΑ - ΚΑΡΒΟΥΝΑΚΙΑ
Αυτά τα ιερά αντικείμενα βρίσκονται στα περισσότερα Ορθόδοξα σπίτια.
Οι πιστοί όταν προσεύχονται, μαζί με το καντηλάκι που θα ανάψουν θυμιατίζουν το χώρο και τα εικονίσματα...
Το πρόβλημα παρουσιάζεται όταν έχουμε να κάνουμε με αιρετικούς οι οποίοι όταν μας ρωτούν για ποιό λόγο θυμιατίζουμε δεν γνωρίζουμε την σημασία του.

Δυστυχώς αρκετοί από τους πιστούς που προσφέρουν στον Κύριο επιμελώς και με ευλάβεια θυμίαμα, όταν βρεθούν αντιμέτωποι με άνθρωπο αιρετικό, δεν γνωρίζουν τί να του απαντήσουν.
Αν παραδείγματι ένας αιρετικός μας ρωτήσει:
''Για ποιό λόγο θυμιατίζετε στην εκκλησία σας;
Είπε ο Χριστός να θυμιατίζουμε;
Γράφει πουθενά στη Γραφή ότι ο Χριστός θυμιάτιζε;''


Τί θα απαντήσουμε αλήθεια;
Όπως είναι γνωστό οι αιρετικοί δέχονται μόνο όσα γράφονται στην Αγία Γραφή.
Οτιδήποτε άλλο τους παρουσιάσετε ως επιχείρημα θα σας το απορρίψουν.

Για το λόγο αυτό, το σημερινό μας άρθρο απαντά στους αιρετικούς για το θυμίαμα μέσα από την Αγία Γραφή και επιπλέον διευρύνει τις γνώσεις των Ορθοδόξων σε ότι αφορά στη χρήση, τις κατασκευές και τους συμβολισμούς του θυμιατίσματος.

Το θυμιατήριο λοιπόν είναι ένα από τα αρχαιότερα σκεύη!

Είναι σε χρήση από την εποχή που ο Αδάμ δίδαξε στα παιδιά του να προσφέρουν θυσία στον Θεό.
Ο καπνός που ανεβαίνει προς τα επάνω, από τα γεννήματα ή από τα ζώα που καίονταν, γινόταν προσφορά στον Θεό.
Πλήρης περιγραφή για την κατασκευή του θυσιαστηρίου των θυμιαμάτων δίνεται στον προφήτη Μωϋσή από τον ίδιο τον Θεό.

''και ποιήσεις θυσιαστήριο θυμιάματος εκ ξύλων''
Παλαιά Διαθήκη Έξοδος Κεφ. 30, Στίχοι 1 - 10..

Διαβάζουμε στο βιβλίο του Λευϊτικού της Παλαιάς Διαθήκης:
''Εάν δε ψυχή προσφέρη δώρον θυσίαν τω Κυρίω, σεμίδαλις έσται το δώρον αυτού, και επιχεει επ΄ αυτό έλαιον και επιθέσει επ΄ αυτό λίβανον ' θυσία εστι,... θυσία, οσμή ευωδίας τω Κυρίω''
(Λευϊτ. Κεφ. 2, Στίχοι 1 - 2)
Αρχικά οι προσφορές του θυμιάματος γίνονταν σε κλίβανο, ''θυσίαν εψημένην εν κλιβάνω''
Παλαιά Διαθήκη Λευϊτικό Κεφ. 2, Στίχος 4..

Αυτός ο κλίβανος ήταν άλλοτε σταθερός και άλλοτε μετακινούμενος, φορητός.

Μέσα σε αυτόν έριχναν τα προσφερόμενα προς θυσία είδη.

Ήταν κατασκευασμένος από μάρμαρο, πηλό ή πολύτιμα μέταλλα:

Καινή Διαθήκη Προς Εβραίους Κεφ. 9, Στίχος 4..
''Eκεί υπήρχε ένα χρυσό θυμιατήρι..''

Το θυμιάμα χρησιμοποιούσαν για να θυμιάσουν την Σκηνή του Μαρτυρίου και τα Άγια των Αγίων.

Κατά Λουκά Κεφ. 1, Στίχος 9..
''σύμφωνα με τη συνήθεια του ιερατείου, έπεσε σ’ αυτόν ο κλήρος να μπει στο ναό του Kυρίου για να θυμιατίσει''.

Τα φορητά τα κρατούσαν από τη βάση ή είχαν κάποια λαβή ή ήταν κρεμασμένα από αλυσίδες με μεταλλικά ελάσματα.

Η χρήση των θυμιατών και του θυμιάματος στα χριστιανικά χρόνια γενικεύτηκε.

Εκτός από το Ιερό Θυσιαστήριο, θυμιάζουμε τις εικόνες, τα ιερά αντικείμενα, τα ιερά λείψανα, ακόμη και πρόσωπα προς ένδειξη τιμής.

Τον συμβολικό χαρακτήρα του θυμιάματος τον αποτυπώνει στην Αποκάλυψη του ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος:
''Kι ο καπνός, μαζί με τις προσευχές των πιστών, ανέβηκε από τα χέρια του αγγέλου μπροστά στον Θεό''.
Αποκάλυψη Κεφ. 8, Στίχος 4..

Αλλά τα θυμιάματα είναι και οι προσευχές των χριστιανών:
''Kι όταν πήρε το βιβλίο, τα τέσσερα όντα και οι εικοσιτέσσερις πρεσβύτεροι έπεσαν μπροστά στο Aρνί κρατώντας ο καθένας από μια κιθάρα και φιάλες χρυσές γεμάτες με θυμιάματα, που είναι οι προσευχές των πιστών''.
Αποκάλυψη Κεφ. 5, Στίχος 8..

Τα τρία στοιχεία από το κάρβουνο συμβολίζουν:

α) Η στάχτη, το Σώμα του Χριστού,

β) το κάρβουνο, την ψυχή του Χριστού και,

γ) το αναμμένο κάρβουνο, την Θεότητα του Χριστού.

Τα σκεύη στα οποία βάζουμε το θυμίαμα λέγονται θυΐσκες..

''και ποιήσεις και τας θυΐσκας..''
Π.Διαθήκη Έξοδος Κεφ. 25, Στίχος 28..

Σήμερα προς χρήση έχουμε:

α) Το κρεμαστό θυμιατήρι, το οποίο κρέμεται από αλυσίδες που έχουν επάνω κουδουνάκια.

Όταν είναι δώδεκα , συμβολίζουν τους Αποστόλους και το κήρυγμά τους.

Όταν είναι τέσσερα τους Ευαγγελιστές.

Το πάνω μέρος όταν έχει σχήμα θόλου, συμβολίζει τον ουρανό και όταν έχει σχήμα ναού, συμβολίζει την θριαμβεύουσα Εκκλησία ή την άνω Ιερουσαλήμ.

Η βάση όπου τοποθετούνται τα κάρβουνα, συμβολίζει τον επίγειο κόσμο, που δια των προσφορών των θυμιαμάτων ανεβάζει τις προσευχές και τα δίκαια αιτήματα προς τον Θεό.

''Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου''
Παλαιά Διαθήκη Ψαλμός 140, Στίχος 2..

Το κρεμαστό θυμιατό με τα κουδουνάκια το χρησιμοποιούν οι κληρικοί των τριών βαθμίδων, επίσκοπος, πρεσβύτερος, διάκονος, οι οποίοι έχουν το λειτουργικό και κηρυκτικό προνόμιο.
β) Το κατζίο είναι φορητό και χρησιμοποιείται στις λατρευτικές συνάξεις εντός του Ναού όταν ψάλλονται ύμνοι από την Παλαιά Διαθήκη ή αναγινώσκονται οι Μεγάλες Ώρες.
Το χρησιμοποιούν οι μοναχοί που έχουν το διακόνημα του εκκλησιαστικού.
Είναι μεταλλικό με μακριά χειρολαβή και κουδούνια, τα οποία συμβολίζουν τα βήματα του Θεού στον Παράδεισο και προτρέπουν τους μοναχούς σε εγρήγορση '

''Και άκουσαν τη φωνή του Κυρίου του Θεού, να περπατάει στον παράδεισο προς το δειλινό''
Παλαιά Διαθήκη Γένεση Κεφ. 3, Στίχος 8..

Όταν οι εκκλησιαστικοί θυμιάζουν με το κατζίο φέρουν στον ώμο τους ένα τετράγωνο ύφασμα που λέγεται ''αήρ'' ΄ συνήθως είναι χρυσοποίκιλτο και δηλώνει το αγγελικό τάγμα που εξέπεσε από τη πατρώα δόξα και που αντικαταστάθηκε από τους μοναχούς.

Ο εκκλησιαστικός κρατά το κατζίο με το ''χειρομανδήλιον'', το οποίο είναι μικρότερο από τον ''αέρα''.
Ο συμβολισμός του απορρέει από την απάντηση του Αναστημένου Κυρίου ''μη μου άπτου'' (μην με αγγίζεις), στην Μαρία την μυροφόρο, όταν αυτή από την χαρά της ήθελε να Τον αγγίξει.
Κατά Ιωάννη Κεφ. 20, Στίχος 17..

Επειδή το θυμιατήριο συμβολίζει τις δύο φύσεις, ανθρώπινη και θεϊκή, και τις τρείς υποστάσεις Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα και επειδή ο εκκλησιαστικός δεν έχει ιεροσύνη, πιάνει το κατζίο με το ''χειρομάνδηλο'' από ευλάβεια και σεμνότητα.

γ) Το φορητό είναι το θυμιατό που χρησιμοποιείται εκτός του Ναού για το θύμιασμα των σπιτιών και των τάφων.

Χρησιμοποιείται από λαϊκούς και κληρικούς.

Στο μέγεθος είναι μικρό, χωρίς κουδούνια και ιδιαίτερες διακοσμήσεις και με μικρή χειρολαβή.
Συνήθως είναι μεταλλικό ή πήλινο.

δ) Το ιδιότυπο θυμιατήριο, το οποίο χρησιμοποιείται στα μνημεία των ηρώων, έχει ως βάση τρία όπλα και το στρατιωτικό κράνος, μέσα στο οποίο καίγεται το θυμίαμα, σε ένδειξη τιμής προς τους πεσόντες υπέρ πατρίδος.

ε) Τα τιμητικά θυμιατήρια, που τοποθετούνται μπροστά ή πλάγια στις ιερές εικόνες και στα ιερά λείψανα, είναι πάνω σε ορθοστάτες.

Το θυμιατήριο ονομάζεται και λιβανιστήρι από το λιβάνι, θυμίαμα, που καίγεται.

Την ονομασία αυτή την πήρε από ''τας κέδρους του Λιβάνου''.

Ο λίβανος είναι δέντρο που, όταν το χαράζουν, βγάζει ένα υγρό σαν το ρετσίνι, το λιβάνι.

Όταν μέσα σε αυτό προστεθούν αρωματικά έλαια, γίνεται το μοσχοθυμίαμα.

Ο ''ιερός λιβανωτός'', που περιγράφεται στο βιβλίο της Εξόδου της Παλαιάς Διαθήκης, γίνεται κατόπιν εντολής του Θεού προς τον Μωϋσή ΄

''λάβε σεαυτῷ ἡδύσματα, στακτήν, ὄνυχα, χαλβάνην ἡδυσμοῦ καὶλίβανον διαφανῆ, ἴσον ἴσῳ ἔσται· καὶ ποιήσουσιν ἐν αὐτῷ θυμίαμα, μυρεψικὸν ἔργον μυρεψοῦ, μεμιγμένον, καθαρόν, ἔργον ἅγιον.
Έξοδος Κεφ. 30, Στίχοι 34 - 35..

Όπως είδαμε λοιπόν μόνον τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας χρησιμοποιεί το θυμίαμα.

Παρόλα αυτά, είναι πολύ δύσκολο να πείσει κανείς έναν αλλόθρησκο κι ας επιχειρηματολογεί μέσα από την Αγία Γραφή.

Όταν παρουσιάσαμε όλα αυτά τα επιχειρήματα σε έναν Πεντηκοστιανό, δεν δίστασε να μας πει ότι:

''τα χωρία τα οποία χρησιμοποιείτε είναι της Παλαιάς Διαθήκης και όχι της Καινής''.

Συμπεραίνουμε από αυτό ότι οι αιρέσεις χρησιμοποιούν την Παλαιά Διαθήκη μόνο όταν υπάρχει κάποιο εδάφιο που να βολεύει τις διαστρεβλώσεις τους.
Αν και του είχαμε παρουσιάσει επιχειρήματα και από την Καινή Διαθήκη, ισχυρίζονταν ότι παρερμηνεύουμε.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να χάνουμε το θάρρος μας.

Η γνώση στα πράγματα του Θεού, ωφελεί κυρίως εμάς τους ιδίους και ποτέ δεν ξέρει κανείς, ίσως οι γνώσεις αυτές κάποια στιγμή ωφελήσουν κάποιον από τους συνανθρώπους μας, ακόμη και αιρετικό.

Ο Θεός να μας προστατεύει από την πλάνη των αιρέσεων!

Πηγή Αρχιμανδρίτου Ισαάκ Τσάπογλου του Ιεροκήρυκος
Βιβλίο : Ηγάπησα, Κύριε, ευπρέπειαν οίκου σου...
Πηγή : antixiliastikos.blogspot.gr /αντιγραφή

Στις φυλακές της Ρουμανίας είδα τον Ιησού Χριστό




Το Ημερολόγιο της Ευτυχίας

Το Ημερολόγιο της Ευτυχίας κατασχέθηκε από την πολιτεία σε καιρούς ταραχώδεις. Ο συγγραφέας του Νικολάε Στάινχαρτ θεωρείται ο «Παπαδιαμάντης» της σημερινής Ρουμανίας. Ήταν Ρουμάνος εβραϊκής καταγωγής, μεγάλος ουμανιστής και κάτοχος τεράστιας φιλοσοφικής και λογοτεχνικής παιδείας. Πνεύμα ανήσυχο, στράφηκε μετά από πολλές αναζητήσεις στην Ορθοδοξία.





 
Φυλακίστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα όταν αρνήθηκε να υποταχθεί στις υποδείξεις του καθεστώτος και να καταθέσει σε βάρος αντιφρονούντων διανοουμένων. Σαν άλλος Ντοστογιέφσκι, μετέτρεψε τη φυλακή του σε σπουδή στην ανθρώπινη ψυχολογία. Η οδυνηρή εμπειρία του από τις ανακρίσεις, τα βασανιστήρια, το συγχρωτισμό με κάθε είδους ανθρώπους γονιμοποίησε τις ευρύτατες γνώσεις του με πείρα στην κοινωνιολογία, την πολιτική, την εγκληματολογία. Πέρασε τα στερνά του χρόνια ως μοναχός στη μονή της Ροχίας, και θεωρείται οδηγητική μορφή για τη σύγχρονη ρουμανική διανόηση.
Στο βιβλίο καταγράφει την πνευματική του περιπέτεια και αναζήτηση, τα βιώματά του, και στιγμές της ιδιαίτερα έντονης και ενίοτε τραγικής καθημερινότητάς του σε στενή συνάρτηση με ευρύτατες αναφορές σε όλη την ευρωπαϊκή γραμματεία. Στις σελίδες του, εξάλλου, περνούν και σκιαγραφούνται πολλές σκοτεινές σελίδες της πολιτικής ιστορίας της ανατολικής Ευρώπης του 20ού αι. και αποκαλύπτεται το μυστικό ενός επώδυνου δρόμου που οδηγεί στην ολοκλήρωση και την ευτυχία.
Από εκεί είναι το παρακάτω απόσπασμα. Το αλιεύουμε από ένα blog κυριολεκτικά θησαυροφυλάκιο, τα Άπαντα Ορθοδοξίας.

... Τη δεύτερη νύχτα κοιμάμαι τσακισμένος από την κούραση. Και τότε, εκείνη την νύχτα, αξιώνομαι να δώ ένα θαυμαστό όνειρο, μια οπτασία. Βλέπω τον Κύριο Ιησού Χριστό όχι προσηλωμένο στον σταυρό, άλλα σαν γιγάντιο φως —κατάλευκο και εκθαμβωτικό— και νιώθω ανείπωτα ευτυχισμένος. Το φώς με κατακλύζει από όλες τις μεριές, είναι μια τέλεια ευτυχία και εξαλείφει τα πάντα. Λούζομαι από εκτυφλωτικό φώς, πλέω σε φώς, βρίσκομαι μέσα στο φώς και σε έκσταση. Νιώθω πως θα διαρκεί αιώνια. «Εγώ είμαι», ακούω να μου λέει το φώς, όχι όμως με λόγια άλλα με τη σκέψη. «Εγώ είμαι», και το νιώθω με το νου και τις αισθήσεις. Νιώθω ότι είναι ο Κύριος και ότι βρίσκομαι κατάμεσα στο φώς του Θαβώρ. Δεν βλέπω απλώς το φώς, ζω μέσα στο φώς.

Μα πάνω απ' όλα νιώθω ευτυχισμένος, ευτυχισμένος, ευτυχισμένος. Είμαι ευτυχισμένος και το νιώθω και το λέω στον εαυτό μου. Και το φώς αυτό λες και είναι πιο λαμπρό από το φώς που εμείς ξέρουμε, λες και το φώς αυτό μιλάει και μου λέει ποιος είναι. Το όνειρο μου φαίνεται πως διαρκεί πολύ, πάρα πολύ. Η ευτυχία που νιώθω όχι μόνο διαρκεί συνεχώς, αλλά αυξάνεται ολοένα και περισσότερο. Αν το κακό δεν έχει τέλος, τότε ούτε και το καλό έχει όρια, ο κύκλος του φωτός που με περιβάλλει γίνεται ολοένα και πιο πλατύς, ενώ η ευτυχία, που στην αρχή με τύλιξε σαν μεταξένιο πέπλο, ξαφνικά αλλάζει τακτική, γίνεται δυνατή, πετάγεται και κατρακυλά πάνω μου σαν χιονοστιβάδα, η οποία (ενάντια στο νόμο της βαρύτητας) με σηκώνει ψηλά και κατόπιν ξανά αλλάζει τρόπους: Mε 
 νανουρίζει τρυφερά και στο τέλος αμείλικτα με αντικαθιστά. Δεν υπάρχω πια. Αλλά όχι, υπάρχω. Μα τόσο δυνατός, που δεν αναγνωρίζω πλέον τον εαυτό μου.

Από τότε ντρέπομαι ανείπωτα για τον εαυτό μου. Για τις ανοησίες που έχω κακίες για τις βρομιές, για τις ιδιοτροπίες, για τις δολιότητες. Ντροπή. [...]
Σχόλιο του blog μας: Είναι, κατ' εμέ, φανερό πως ο συγγραφέας γεύτηκε την όραση του Ακτίστου Φωτός. Η εμπειρία του περιέχει όλα τα στοιχεία της όρασης αυτής, όπως περιγράφεται από τους αγίους διδασκάλους της Ορθοδοξίας. Το ίδιο Φως είδε και ο Αμερικανός βουδιστής ιερέας Nilus Stryker, ο οποίος στη συνέχεια ερεύνησε τη φύση του οράματός του και έγινε ορθόδοξος.
Για το Φως γράφουν: «Είμαι κορεσμένος από ηδονή και θεϊκή τρυφερότητα. Μοιράζομαι το Φως. Μετέχω κι εγώ στη δόξα. το πρόσωπό μου λάμπει σαν το πρόσωπο του αγαπημένου μου και όλα μου τα μέλη γίνονται φορείς του Φωτός» (άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος - από εδώ). Και: "Ενίοτε δυνάμεθα να παρουσιάσωμεν το Φως τούτο προς νεφέλην καλύπτουσαν την κορυφήν όρους, επί του οποίου ιστάμεθα: Η νεφέλη καθ' εαυτήν είναι έμπλεος Φωτός, αλλ' ημείς ουδέν βλέπομεν, ει μη μόνον αυτήν. Άπας ο λοιπός κόσμος δεν οράται. Κατά τον αυτόν τρόπον το Θείον Φως, αποκαλύπτον ημίν νέαν μορφήν πνευματικού είναι, αποκρύπτει από των οφθαλμών ημών την θέαν του υλικού κόσμου. Το Φως τούτο είναι ομοιόμορφον, ακέραιον, πλήρες βαθείας ειρήνης. Εν αυτώ η ψυχή θεωρεί την Αγάπην και την Αγαθότητα του Θεού. Όταν τούτο εκχέηται αφθόνως επί τον άνθρωπον, παύει ούτος να αντιλαμβάνηται την υλικότητα του περιβάλλοντος αυτόν χώρου, έτι δε και την του σώματος αυτού. Επί πλέον βλέπει εαυτόν ως φως. Το Φως τούτο έρχεται ιλαρώς, τρυφερώς, ούτως ώστε να μη παρατηρώμεν πως τούτο περιέβαλεν ημάς. Ουχί αίφνης, αλλ' ηρέμα ο κόσμος συνήθως "λησμονείται". Το φαινόμενον τούτο ομοιάζει προς ήρεμον επέλευσιν ύπνου εις φυσιολογικώς υγιά άνθρωπον. όμως, βεβαίως, δεν πρόκειται περί ύπνου, αλλά περί πληρώματος ζωής" (Γέροντας Σωφρόνιος, σε αυτό το αναλυτικό άρθρο για το Άκτιστο Φως). Δείτε & την ενότητά μας Ιστορίες Φωτός.

Και τώρα αξίζει να διαβάσετε ολόκληρη την αφήγηση του Ν. Στάινχαρτ, που περιγράφει συνθήκες μοναδικού & τραγικού μεγαλείου:

ΓΚΕΡΛΑ, Μάιος 1963

ΕΓΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟΣ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ, τρομερά αδύνατος, μόλις που στέκεται στα πόδια του, δεν μπορεί να αρθρώσει δυο λέξεις, όλη την ήμερα ξαπλωμένος και σκεπασμένος με μια κουρελιασμένη κουβέρτα, βυθισμένος στην προσευχή, ο π. Χαραλάμπιε προσμένει το θάνατο.

Πού και πού όμως βρίσκει τον τρόπο και το κουράγιο να απαντά όταν τον ρωτούν κάτι. Ως μοναχός, φτάνει στο τέλος του επίγειου ταξιδιού του γεμάτος γαλήνη, αλλά όχι δίχως φροντίδες. Ως σώφρων άνθρωπος, που ετοιμάζεται για το άλλο, το μεγάλο ταξίδι, ξέρει πως για ένα τέτοιο ταξίδι πρέπει κανείς να φροντίσει για όλα από πριν, να ετοιμάσει τα απαραίτητα και να εφοδιαστεί με τη σκέψη ότι εκεί όπου θα πάει θα είναι καλύτερα να περισσέψει παρά να λείψει κάτι, όταν φτάσει στο τέρμα. Αφιερώνει και σ' εμένα λίγο χρόνο.
 

Τον κοιτάζω, του μιλάω και μέσα μου πλημυρίζει η πεποίθηση πως ο πόνος τελικά έχει νόημα, πως η ζωή ολόκληρη δεν μπορεί να μην έχει νόημα. Όπως πάντα με βασανίζει η φράση που είπε κάποτε ο Σαρτρ: «Είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε ελεύθεροι», φράση η όποια δεν στερείται δύναμης ούτε και αλήθειας, ακόμα και θεολογικής. Ο Μερλώ Ποντύ συμπληρώνει: «Είμαστε καταδικασμένοι να δίνουμε στα πράγματα νόημα. Ο Σορίν Βασίλιε είπε: «Σημασία δεν έχει η πραγματικότητα άλλα η αλήθεια (η οποία είναι άλλο πράγμα) και το νόημα». Ο πατριάρχης Αθηναγόρας τέλος είπε: «Από τι πράγμα πεινάει ο σημερινός άνθρωπος; από αγάπη και από νόημα στη ζωή του».

Στον π. Χαραλάμπιε —σαν σε άγιο— σκέφτομαι να εκμυστηρευθώ (θα είναι ο πρώτος) δυο όνειρα που είχα δει στις φυλακές της Ζιλάβας, εδώ και ενάμιση  χρόνο στο κελί είκοσι πέντε.

Την πρώτη φορά είδα στο όνειρο μου τη μητέρα (πήγαινε πάντοτε στην εκκλησία του χωριού και μιλούσε τόσο τέλεια και γοητευτικά τα ρουμανικά) να με παίρνει από το χέρι και να με οδηγεί σ' έναν τοίχο μιας εκκλησίας του Κυρίου, έναν τοίχο πελώριο, ζωγραφισμένο ολόκληρο με αγίους και καλυμμένο με εικόνες. Με οδηγούσε προς τις ζωγραφισμένες μορφές και τις εικόνες και με προέτρεπε  να τις ασπαστώ.
Το δεύτερο όνειρο ήταν πιο συγκλονιστικό, και το λέω όνειρο, διότι δεν τολμώ να το πω αλλιώς.

Ήταν χειμώνας του '62, ένας χειμώνας πολύ άγριος, με το βοριά να λυσσομανά και τα χωριά αποκλεισμένα από το χιόνι. Ο συγγραφέας Οντομπέσκου στο βιβλίο του "Κυρία Κιάζνα" γράφει κάποια στιγμή: «Είναι θλιβερός και άγριος ο χειμώνας στην επαρχία». Άγριος και θλιβερός ήταν και ο χειμώνας στις φύλακα  της Ζιλάβας. Στο κελί εικοσιπέντε, στον δεύτερο τομέα, έκανε πολύ κρύο ["Ν": στη Ζιλάβα βρήκε φρικτό θάνατο και ο μεγαλομάρτυρας φιλόσοφος Κωνσταντίν Οπρισάν]. 

 
Ο Νικ. Στάινχαρτ (από εδώ)
Η μικρή ξυλόσομπα έχει ξεχαρβαλωθεί, δεν γίνεται να ανάψουμε ούτε μια τόση δα μικρή φωτίτσα με τα δυο τρία ξυλαράκια που καταφέραμε να βρούμε από τις 15 Δεκεμβρίου έως την 1η Μαρτίου. Η καπνιά μέσα στο κελί τυλίγει τα πάντα με ένα παχύ στρώμα, με μια παγωμένη μαυρίλα, η όποια συνεχίζει να απλώνεται και να σε τραβάει κοντά της. Τρεμουλιάζουμε από το κρύο, νιώθουμε πνιγμένοι από την βρόμα και πεινάμε φοβερά. Εξαιτίας του χιονιού έχει διακοπεί ό ανεφοδιασμός της φυλακής. Μας δίνουν ένα μικρό κομμάτι παγωμένη σούπα μια φορά την ήμερα και αυτό όποτε το θυμούνται. Νερό δεν υπάρχει άλλο. Το μικρό βαρέλι που χρησιμοποιούμε για τουαλέτα είναι ξεχειλισμένο.  

Παραδόξως το κρύο, αντί να εξουδετερώσει την οσμή των περιττωμάτων, την εξαγριώνει. Παραμονεύουμε να δούμε πότε θα φτάσει το φαγητό, σαν τα άγρια φυλακισμένα ζώα, των οποίων η τροφή και η τύχη είναι στα χέρια ενός ξεχασιάρη αφέντη. Το φαγητό, που φτάνει κάποια στιγμή τελικά, είναι από καλαμποκάλευρο, άβραστο και παγωμένο από το κρύο.

Σε μια ατμόσφαιρα παγωμένη, θλιβερή και λερωμένη καταφέρνω να παραμείνω ήρεμος. Το κελί είναι γεμάτο με κρατούμενους ευγενικούς και καθωσπρέπει. Δεν βλέπαμε όμως τα πράγματα τραγικά, σαν ευγενείς και εύθυμοι άνθρωποι που ήμασταν. Τέτοιους ανθρώπους μόνο στις φυλακές μπορούσε να συναντήσει κανείς εκείνη την εποχή, όπως για παράδειγμα ο βεσαραβιανός μεγαλοτσιφλικάς Τσιμποϊέσκου και άλλοι. 
 
Δίπλα μου κοιμάται ένας σοφέρ (είναι ο σοφέρ του Τσιμποϊέσκου). Τον έκλεισαν κι αυτόν στη φυλακή μαζί με το αφεντικό του και μάλιστα τον καταδίκασαν σε πολλά χρόνια φυλακή (όπως και τον Κέρτσιου, οδηγό του Αλιμανεστεάνου, γιατί πήγαινε τρόφιμα στον κύριο του, όταν εκείνος βρισκόταν σε κατ' οίκον περιορισμό στο Μπαραγκάν). Στο δικαστήριο φέρθηκε πολύ όμορφα, παραδέχθηκε ότι πιστεύει στον χριστιανισμό και ακολούθησε τον κύριό του στη φυλακή, έτσι όπως ακολουθούσαν τους σταυροφόρους οι ασπιδοφόροι σωματοφυλακές τους, στις σταυροφορίες, στους πολέμους και στους κινδύνους. 
Την καθημερινή ζωή της φυλακής πάντως με δυσκολία την υπομένει. Νευριάζει εύκολα και (όπως οι περισσότεροι απλοί άνθρωποι) υποφέρει από τον συνωστισμό, τη βρόμα και τις ελλείψεις, πιο πολύ απ' ότι οι διανοούμενοι και γενικά οι ευκατάστατοι. Τον ενοχλεί το τρομερό ροχαλητό του διπλανού. Με δισταγμό με παρακαλεί ν' αλλάξουμε θέσεις: να περάσω εγώ στη θέση του, πιο κοντά στην πηγή του ροχαλητού, και να 'ρθει εκείνος στη δική μου. Η απόσταση που κερδίζει απ' αυτή τη μετακίνηση είναι ασήμαντη από κάθε άποψη, άλλα ο άνθρωπος σε παρόμοιες καταστάσεις δημιουργεί αυταπάτες και, όταν τα πάντα εκτυλίσσονται στα όρια αντοχής του νευρο-ψυχικού κόσμου, τότε ακόμη και μια μικρή  μετακίνηση λίγων εκατοστών μπορεί να συμβάλει στον καθησυχασμό ενός ανθρώπου. Αλλάζουμε θέσεις.

(Για μένα είναι πιο εύκολο, γιατί στο κελί 80 στις φυλακές της Γκέρλας συνάντησα έναν μορφωμένο άνθρωπο, τον συνταγματάρχη Κ. Τσαράνου, το ροχαλητό του οποίου δεν πιστεύω να συναγωνίζεται κανείς σ' αυτό τον κόσμο. Ο θόρυβος που έβγαζε όταν ροχάλιζε ήταν τόσο τρομερός και ακαταμάχητος, που δεν υπήρχε περίπτωση να κοιμηθεί κανείς στο ίδιο δωμάτιο. Δεν ήταν θόρυβος ομοιόμορφος και συνεχής, άλλα μια σειρά από ανεξάντλητα μπουμπουνητά πάντοτε διαφορετικά, μια αληθινή γκάμα ενός καλλιτέχνη, του οποίου το στυλ ανανεώταν συνεχώς. Ύστερα από αρκετές εβδομάδες συμβίωσης κατάφερνες να κλείσεις για λίγο τα μάτια, άλλα στα κλεφτά, σαν τους καπετάνιους των πλοίων που δεν μπορούν να γλιτώσουν τελείως από τη ναυτία ακόμα κι αν περάσουν χρόνια από το τελευταίο τους μπαρκάρισμα.)
 
Τη δεύτερη μέρα, προς το βράδυ, ο σοφέρ κατευθύνεται και πάλι προς το μέρος μου και με περισσότερο δισταγμό αυτή τη φορά μου ζητά και πάλι να αλλάξουμε θέσεις. Θέλει να ξαναγυρίσει στην αρχική του θέση. Εκεί όπου κοιμήθηκε δεν του άρεσε, υπέφερε. Αλλάζουμε και πάλι θέσεις.
Την επόμενη μέρα, η κίνηση επαναλαμβάνεται.
Τη νύχτα φέρνουν στο κελί ένα νέο γκρουπ κρατουμένων, ένα πλήθος φύρδην μίγδην, το ένα κακό πάνω στ' άλλο. Αυτοί έλειπαν από δω μέσα. Πόσο θλιμμένα κοιτάζουν όλοι τους τριγύρω. Γιατί όμως; Έρχονται μήπως από φυλακές καλύτερες!
Φωτο: ο συγγραφέας του παρόντος Ν. Στάινχαρτ ως μοναχός

Δεν περίμεναν πάντως να τους δεχτούμε όπως τους δεχτήκαμε. Τους καλωσορίσαμε με ηρεμία και γελάσαμε όλοι με τα χάλια μας. Πού να τους βάλουμε όλους όμως να κοιμηθούν; Στριμωχνόμαστε όλοι μας για να εξοικονομήσουμε λίγο χώρο και γι' αυτούς. Ένας χώρος που τις πιο πολλές φορές υπάρχει μόνο μέσα στη φαντασία μας, σαν κι αυτόν που συναντά κανείς στη γεωμετρία. Μερικοί το μόνο που καταφέρνουν είναι να λαγοκοιμούνται σε κάτι πάγκους. Σε έναν κρατούμενο ογκώδη και εξοργισμένο (το πρόσωπο του οποίου φανερώνει κούραση και αρκετά βασανιστήρια) προσφέρω τη θέση μου, μιας και μαζί είναι αδύνατον να χωρέσουμε, αλλά και όσο να 'ναι στην κατάσταση που βρίσκεται έχει πιο πολύ ανάγκη τον ύπνο έστω και για δυο τρεις ώρες ανάπαυσης. Περνώ την υπόλοιπη νύχτα σ' έναν πάγκο.

Τη δεύτερη νύχτα κοιμάμαι τσακισμένος από την κούραση. Και τότε, εκείνη την νύχτα, αξιώνομαι να δώ ένα θαυμαστό όνειρο, μια οπτασία. Βλέπω τον Κύριο Ιησού Χριστό όχι προσηλωμένο στον σταυρό, άλλα σαν γιγάντιο φως —κατάλευκο και εκθαμβωτικό— και νιώθω ανείπωτα ευτυχισμένος. Το φώς με κατακλύζει από όλες τις μεριές, είναι μια τέλεια ευτυχία και εξαλείφει τα πάντα. Λούζομαι από εκτυφλωτικό φώς, πλέω σε φώς, βρίσκομαι μέσα στο φώς και σε έκσταση. Νιώθω πως θα διαρκεί αιώνια. «Εγώ είμαι», ακούω να μου λέει το φώς, όχι όμως με λόγια άλλα με τη σκέψη. «Εγώ είμαι», και το νιώθω με το νου και τις αισθήσεις. Νιώθω ότι είναι ο Κύριος και ότι βρίσκομαι κατάμεσα στο φώς του Θαβώρ. Δεν βλέπω απλώς το φώς, ζω μέσα στο φώς.

Μα πάνω απ' όλα νιώθω ευτυχισμένος, ευτυχισμένος, ευτυχισμένος. Είμαι ευτυχισμένος και το νιώθω και το λέω στον εαυτό μου. Και το φώς αυτό λες και είναι πιο λαμπρό από το φώς που εμείς ξέρουμε, λες και το φώς αυτό μιλάει και μου λέει ποιος είναι. Το όνειρο μου φαίνεται πως διαρκεί πολύ, πάρα πολύ. Η ευτυχία που νιώθω όχι μόνο διαρκεί συνεχώς, αλλά αυξάνεται ολοένα και περισσότερο. Αν το κακό δεν έχει τέλος, τότε ούτε και το καλό έχει όρια, ο κύκλος του φωτός που με περιβάλλει γίνεται ολοένα και πιο πλατύς, ενώ η ευτυχία, που στην αρχή με τύλιξε σαν μεταξένιο πέπλο, ξαφνικά αλλάζει τακτική, γίνεται δυνατή, πετάγεται και κατρακυλά πάνω μου σαν χιονοστιβάδα, η οποία (ενάντια στο νόμο της βαρύτητας) με σηκώνει ψηλά και κατόπιν ξανά αλλάζει τρόπους: Mε 
 νανουρίζει τρυφερά και στο τέλος αμείλικτα με αντικαθιστά. Δεν υπάρχω πια. Αλλά όχι, υπάρχω. Μα τόσο δυνατός, που δεν αναγνωρίζω πλέον τον εαυτό μου.

Από τότε ντρέπομαι ανείπωτα για τον εαυτό μου. Για τις ανοησίες που έχω κακίες για τις βρομιές, για τις ιδιοτροπίες, για τις δολιότητες. Ντροπή.

Ο π.  Χαραλάμπιε με ακούει με προσοχή, δεν χαμογελάει, δεν ξαφνιάζεται. Mου απαντά λέγοντάς μου πως δεν πιστεύει ότι τα δύο αυτά όνειρα είναι [...]. Αντίθετα, με μακαρίζει. Μου ζητά όμως πολλή εχεμύθεια και ταπεινή αυτοκυριαρχία.
Κυρίως όμως μου ζητά (είναι δύσκολο, παραδέχεται κι εκείνος, να το καταλάβει αυτό κανείς, μα πρέπει, μου λέει, να προσπαθήσω) να τα δώ όλα ως φυσιολογικά, ως κάτι μη ξεχωριστό, κάτι το όποιο δεν πρέπει να με εμποδίσει και να με βγάλει από το δρόμο που έχω διαλέξει. Μου ζητά το πρώτο όνειρο το δώ σαν μια καλή σκέψη για τη μητέρα, σαν ένα χαιρετισμό. Όσο για το δεύτερο, μου λέει πως το έλεος του Κυρίου μας είναι αμέτρητο. Όταν περνά, συμβαίνει  η άκρη του μανδύα Του να αγγίξει κάποιον που κάνεις δεν περιμένει.

Κάνουμε κατόπιν και σχέδια για το μέλλον, ο π. Χαραλάμπιε όντας σίγουρος εκατό τοις εκατό πως θα πεθάνει κι εγώ εκατό τοις εκατό πεπεισμένος πως θα ζήσει...
Δεν περνούν όμως λίγες μέρες και προκαλείται μια δυνατή αιμορραγία, η οποία  τον ρίχνει κάτω ξανά. Ο γιατρός, που κρατείται κι αυτός στη φυλακή και κλήθηκε επίμονα, έφτασε δύσκολα και, αφού τον εξέτασε, μας κουνά αρνητικά το κεφάλι. Ο υπεύθυνος του κελιού τυλίγει τον Ιερέα με μια κουβέρτα, ενώ εγώ μαζί κάποιον άλλο κρατούμενο τον μεταφέρουμε μέχρι την πόρτα του κελιού απ' όπου (εμείς με πρόσωπο προς τον τοίχο και κρατώντας με τις παλάμες τα πρόσωπα  μας) οι φρουροί της φυλακής τον σηκώνουν από το χώμα και τον μεταφέρουν στο νοσηλευτήριο. Αργότερα μάθαμε πως πέθανε τη δεύτερη μέρα.

Το βίωμα του Ν. Στάινχαρτ για το βάπτισμά του ως ορθόδοξου στη φυλακή
(Από εδώ)

Όποιος βαφτίστηκε μικρός δεν ξέρει και δεν μπορεί να φανταστεί τι σημαίνει βάπτισμα. Πάνω μου έρχονται κάθε τόσο όλο και πιο συχνά κύματα ευτυχίας. Τελικά είναι αλήθεια ότι το βάπτισμα είναι άγιο μυστήριο, γιατί όντως υπάρχουν άγια μυστήρια. Διαφορετικά αύτη η ευτυχία που με κατακλύζει, με κυριεύει, με ντύνει, με νικά, δεν θα μπορούσε να είναι τόσο απίστευτα θαυμαστή και πλήρης. 

Ησυχία και τέλεια απάθεια. Για όλα. Αλλά και μια γλυκύτητα. Στο στόμα, στους μυς, σεόλο το σώμαΚαι ταυτόχρονα μια καρτερίαμια αίσθηση πως θα μπορούσα να κάνω οτιδήποτε, ένα κίνητρο για να συγχωρέσω τον οποιονδήποτε, ένα χαμόγελο ανεκτικότητας που υπάρχει παντού (όχι μόνο στα χείλη). Κι ένα είδος τρυφερού αέρα τριγύρω, μια ατμόσφαιρα όμοια μ' εκείνη των βιβλίων που διάβαζα στα παιδικά μουχρόνιαΜια αίσθηση απόλυτης σιγουριάς και μια ατέλειωτη απομάκρυνση στην ηρεμία. Ένα χέρι που μου απλώνεται, ένα χέρι γεμάτο σοφία και καλοσύνη.

Είναι κι αυτή η αίσθηση του καινούργιου... Είμαι καινός [=καινούργιος] άνθρωπος. Από πού να έρχεται τόση φρεσκάδα και ανανέωση; Επιβεβαιώνεται στην Αποκάλυψη (21,5) «ιδού καινά ποιώ πάντα», δηλαδή, και τώρα όλα τα κάνω καινούργια, αλλά ο Παύλος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όταν κάποιος είναι με τον Χριστό, είναι καινή ύπαρξη. Τα παλιά πέρασαν, όλα τώρα έγιναν καινούργια». 
 
Καινούργια έγιναν, μα δεν εκφράζονται με λόγια. Δεν βρίσκω παρά λέξεις συνηθισμένες, χιλιοειπωμένες, σαν κι αυτές που πάντα χρησιμοποιώ. Με περιβάλλει ένας κύκλος από  γνωστές λέξεις και από ιδανικά που βγαίνουν από την καθημερινότητα. Αν ρωτούσαν την κυρίαΚοττάρ του Προύστ τι θαεπιθυμούσε στη ζωή τηςθα ζητούσε σίγουρα να γίνει η πιο πλούσια κυρία στη γειτονιά της. Ούτε που θα περνούσε από το μυαλό της να γίνει δούκισσα του Μορτεμάρ. Τα όνειρά μας πηγαίνουν μέχρι τον αμέσως επόμενο ουρανό. Υπάρχουν όμως κι αλλά ψηλότερα και ασύλληπτα πιο όμορφα όπως η θάλασσα του Ξενοφώντα όπως η στεριά του του. Τελικά το βάπτισμα είναι μια ανακάλυψη.
 
ΑΛΛΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
 
Ο Χριστός δε φαίνεται πουθενά ιδεαλιστής (Από εδώ)


Ο Χριστός δεν φαίνεται πουθενά ιδεαλιστής, σε όσα μας δίδαξε. Λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Τις πόρνες τις λέει πόρνες και την πορνεία, πορνεία. Ποτέ δεν προσπάθησε να μιλήσει με πλάγιο τρόπο και με μισόλογα. Έλεγε πάντα την αλήθεια, όσο σκληρή κι αν ήταν, σε οποίον κι αν απευθυνόταν. Αντιμετώπιζε τα ρήγματα, όπως τα αντιμετωπίζουμε μπροστά στο κρεβάτι του χειρουργείου ή μπροστά στο ικρίωμα. Καμία παρέκκλιση, καμία αυταπάτη, κανένα κουκούλωμα. Διότι, μόνο όταν έχουμε τη σκληρή πραγματικότητα μπροστά μας, μπορούμε να τρεμουλιάσουμε κι έτσι να της ξεφύγουμε και να αλλάξουμε ζωή.  

Για τον χριστιανό τα πάντα (τα λόγια, οι σκέψεις, οι πράξεις) είναι σαν να καταγράφονται σε μια ταινία, σ' ένα φιλμ. Η ταινία είναι μία και σ' αυτή καταγράφονται τα πάντα. Στο ξετύλιγμα της, στο τέλος, καθετί που ήταν σκεπασμένο, κρυμμένο, θα φανερωθεί, θα βγει στο φως και θα κάνει τον διάβολο να χαμογελάει, εκτός κι αν το έλεος του Κυρίου του έχει ετοιμάσει κάποια έκπληξη, ώστε να δουν όλοι μια ταινία στην οποία η μετάνοια και η συγχώρεση έσβησαν όλες τις αμαρτίες.

Και αφού τα πράγματα είναι έτσι, θα ήταν πολύ παράξενο κάθε συμπεριφορά, όσο ασήμαντη κι αν είναι, κάθε παράδειγμα (στο κελί μιας φυλακής, στο μπουντρούμι της Ασφάλειας κάτω από τη φοβερή λάμπα του ανακριτικού γραφείου), να μην έχει αξία απόλυτη.
 
***
Αλίμονό μας αν δεν υπήρχε στο ευαγγέλιο η παραβολή των εργατών του Αμπελώνα(από εδώ)


Αλίμονό μας, αν δεν υπήρχε στο Ευαγγέλιο η «παραβολή των εργατών του αμπελώνα»(Ματθ. 20).
Το γεγονός ότι δεν έχουμε να κάνουμε με έναν άδικο κριτή ούτε καν μ' ένα δίκαιο, αλλά με τον πιο μεγαλόψυχο κριτή, μας το δείχνει αυτή ακριβώς η παραβολή. Προσοχή, όμως, διότι πολλές φορές μπαίνουμε στον πειρασμό και προτιμάμε να μη δεχτούμε την πληρωμή, επειδή δεν θέλουμε να πληρωθεί το ίδιο και εκείνος που μπήκε στον αμπελώνα την τελευταία στιγμή. Κι όμως θα έπρεπε να δεχτούμε να πάρουμε αυτό που συμφωνήσαμε και να χαρούμε που μπόρεσε και κάποιος άλλος να πάρει μισθό, έστω και την τελευταία στιγμή.

Μας κάνει και αγανακτούμε πολλές φορές, όπως και τον μεγάλο γιο της παραβολής του Άσωτου, η στάση του Θεού απέναντι στους δικαίους. Για τον φρόνιμο και εργατικό γιο της παραβολής του Άσωτου, ποτέ ο πατέρας δεν θυσίασε ένα μοσχάρι σιτευτό γι' αυτόν και τους φίλους του, ποτέ δεν τους έδωσε την ευκαιρία για ένα τραπέζι, για μια διασκέδαση. Όλα τα θυσίασε, όλα τα έδωσε για τον άσωτο υιό.
Όλοι οι δίκαιοι αυτού του κόσμου, με το να διαμαρτύρονται, αποδεικνύουν πως δεν έχουν προσέξει τί διαβάζουν στην παραβολή του Άσωτου. Είναι αλήθεια πως γι' αυτούς δεν υπήρξε ποτέ ούτε μόσχος σιτευτός, ούτε τραπέζι, ούτε γλέντι, ούτε δακτυλίδι στο δάκτυλο... Μόνο που υπήρχε και που υπάρχει κάτι άλλο, κάτι πού αναφέρεται ξεκάθαρα στον 31° στίχο του 15ου κεφαλαίου του Κατά Λουκάν: «πάντα τα έμά σά έστιν», δηλαδή, ό,τι είναι δικό μου είναι και δικό σου.

Κάτι έχουν και οι δίκαιοι. Δεν είναι λοιπόν σωστό να κλαίγονται: έχουν ό,τι και ο Πατέρας.
 
***
Ο Χριστός δε μας ζητά να εργαζόμαστε με ωράριο, λες και είμαστε τράπεζα... (από εδώ)


Ο Χριστός δεν μας ζητά να εργαζόμαστε με ωράριο, λες και είμαστε τράπεζα. Δεν έχω χρόνο, λένε σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι. Ωραία δικαιολογία. Οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να κάνει κάποιος το καλό. Όπως η βασιλεία του Θεού θα έρθει εκεί που κανείς δεν το περιμένει, έτσι και οι πράξεις που την προαναγγέλλουν δεν λογαριάζουν όρους και συμφωνίες.

Δεν είναι αρκετό για μια φιλία να πει κανείς "θα σε βοηθήσω αν μπορέσω"! Φίλος αληθινός είναι εκείνος που βοηθάει χωρίς το ρήμα βοηθάω να χρειάζεται προσδιορισμούς επιρρηματικούς, χρονικούς, τροπικούς ή χρονικούς. Πόσο άρεσε στον Κύριο να μας αποκαλεί φίλους Του!

Από την παραβολή των ταλάντων προκύπτει ότι ό άνθρωπος, που έφυγε για ταξίδι μακρινό και κάλεσε τούς δούλους του και τούς παρέδωσε την περιουσία του, είναι ο ίδιος ο Θεός. Στον δούλο που, επιστρέφοντας το ένα τάλαντο (όσο ακριβώς είχε πάρει), είπε στον κύριο του: «κύριε, έγνων σε ότι σκληρός ει άνθρωπος, θερίζων όπου ουκ έσπειρας και συνάγων όθεν ου διεσκόρπισας», δηλαδή, Κύριε σε ήξερα άνθρωπο σκληρό, που θερίζεις εκεί όπου δεν έσπειρες και μαζεύεις εκεί όπου δεν σκόρπισες, ο Κύριος άπαντα επιβεβαιώνοντας και επαναλαμβάνοντας το χαρακτηρισμό. (Ματθ. 25, 24) Αμέσως μετά όμως ακολουθεί η έξης παράδοξη φράση: «τω γαρ έχοντι παντί δοθήσεται και περισσευθήσεται, από δε του μη έχοντος και ό έχει άρθήσεται απ' αυτού», δηλαδή, στον καθένα που έχει θα του δοθούν και άλλα και θα περισσέψουν, από εκείνον όμως που δεν έχει θα του αφαιρεθεί κι αυτό που έχει.

Προκύπτει λοιπόν ότι με τον Θεό δεν μπορούμε να βασίζουμε τη σχέση μας πάνω σε ιδέες που έχουμε φτιάξει εμείς οι ίδιοι οι άνθρωποι σχετικά με το τί είναι δίκαιο και τί σωστό. Προκύπτει επίσης ότι η σχέση μας με τον Θεό δεν πρέπει να βασίζεται σ' ένα λογιστικό duut des στο οποίο εμείς θα πιστεύουμε εσαεί και στο οποίο μάλιστα θα είμαστε οι παθητικοί αποδέκτες.

Ο Θεός θερίζει εκεί oπου δεν έσπειρε, κι αυτό σημαίνει oτι πρέπει να δώσουμε κι εμείς κάτι από τον εαυτό μας, πρέπει με άλλα λόγια να παίρνουμε πρωτοβουλίες για να κάνουμε το καλό. Το να λέει κάποιος: "γιατί, τί κακό έκανα; δεν έκανα κακό σε κανέναν, κάνω ό,τι μπορώ", αυτό δεν είναι παρά στάση χασμουρητού, η οποία βρίσκεται σε τελεία αντίθεση με αυτό που ζητά ο Κύριος στην παραβολή των ταλάντων και φανερώνει ότι δεν καταλάβαμε πόσο βαρύ αμάρτημα είναι να είναι κανείς τεμπέλης, πόσο σοβαρή είναι για τον Θεό η προτροπή: ο ουρανός καταχτιέται, ούτε πόσο επίμονη προσπάθεια και πόθος απαιτείται για το «αδύνατον» ακόμα και γι' αυτό το πραγματικά αδύνατον.

Ο Θεός δεν αστειεύεται: «Έξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενείας σου, και δεύρο εις γην ην άν σοι δείξω», «Άρον τον σταυρόν σου», «Ακολουθεί μοι», «Αγρυπνείτε», «Άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει».

Ο Θεός δεν μας θέλει ξάπλα. Δεν θέλει το βόλεμα, τις ανέσεις, την καλοπέραση, το ονειροπόλημα. Ούτε μπορεί να αποτελέσει πρόφαση η ασθένεια και η τρέλα. (Ακόμα και η συκιά δεν αποτέλεσε εξαίρεση.)

Η Μάρθα τότε γιατί επιπλήττεται; Διότι την απασχολούν τα ευτελή πράγματα. Μοχθεί ματαίως και είναι ανήσυχη. Ο Κύριος μας καλεί σε πράγματα σοβαρά. Ο Χάρος είναι πάνω από το κεφάλι μας, κι εμείς είμαστε με το τσιγάρο στο χέρι, ή ρίχνουμε όλο το βάρος μας σε πράγματα ασήμαντα, όπως η Μάρθα ["Ν": εννοεί την Μάρθα, αδελφή του Λαζάρου, που, όταν τους επισκέφθηκε ο Χριστός, δεν κάθησε ν' ακούσει τα λόγια Του, αλλά μπαινόβγαινε συνεχώς για να Τον περιποιηθεί - και μάλιστα μάλωσε και την αδελφή της,τη Μαρία, που είχε καθήσει ν' ακούσει].

Προγαμιαῖες σχέσεις μεταγαμιαίων ἀνθρώπων π.Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος






Τὸ ἐρωτικὸ πλάσμα

Ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴ φύση του εἶναι πλάσμα ἐρωτικό. Ἔχει τὴν τάση νὰ κινεῖται πρὸς ἕνωση. Τὸ ἐπίπεδο στὸ ὁποῖο πραγματοποιεῖται ἡ ἕνωση αὐτὴ εἶναι τριπλό. Κινεῖται πρὸς ἕνωση μὲ τὸ Θεό, μὲ τὸ συνάνθρωπο, καὶ ἑνώνει μὲ τὰ ψυχικὰ καὶ διανοητικά του χαρίσματα ὅλες τὶς δυναμικὲς ποὺ χαρακτηρίζουν τὴν προσωπικότητά του. Πιὸ πρακτικὰ δοσμένο αὐτὸ τὸ σχῆμα θέλει τὸν ἄνθρωπο

α’) Νὰ ἔχει ἀναζητήσεις γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο καὶ γιὰ τὰ πέρα ἀπὸ τὴν ὁριζόντια πραγματικότητα

β’) Νὰ θέλει νὰ ἔχει κοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους

γ’) Νὰ προσπαθεῖ νὰ ξεπεράσει τοὺς ἐσωτερικοὺς διχασμοὺς ποὺ τὸν ταράσσουν καὶ τὸν κομματιάζουν.

Ἡ προσπάθεια γιὰ τὸ κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ προηγούμενα εἶναι ἐρωτική. Ἡ ἐρωτικὴ πορεία κρύβει πάντα μέσα της μία ἔξοδο. Ἔξοδο πρὸς τὸ Θεό, τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀπὸ τὴν ἐγωιστικὴ αὐταρέσκειά μας.


Ἡ βίωση τοῦ ἔρωτα διὰ τοῦ γάμου 

Χωρὶς τὴν ἀνακάλυψη καὶ βίωση τοῦ προαναφερομένου τριπλοῦ ἐρωτικοῦ ἐπιπέδου, ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μία πρακτικὴ βαθιὰ ἀναπηρία. Ἂν ἀναπτύσσει μέρος μόνο ἀπὸ τὶς ἐρωτικές του δυνατότητες, ζεῖ ἐλλιπεῖς καὶ ἀρρωστημένες τὶς πτυχὲς τῆς προσωπικότητάς του. Ἂν π.χ. κοινωνικοποιεῖται χωρὶς ταυτόχρονη ἀναζήτηση ἐρωτικῆς μορφῆς πρὸς τὸ Θεό, καταλήγει σὲ καρκινογόνο κοινωνικότητα. Ἂν πάλι προσπαθεῖ νὰ ἰσορροπήσει τὶς ἐσωτερικές του ἀντίρροπες δυνάμεις χωρὶς ἔξοδο πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους, καταλήγει σὲ ἕνα διαλογιζόμενο ὂν ποὺ ψάχνοντας νὰ βρεῖ τὸν ἑαυτὸ του χάνει τὸν ὁρίζοντα τοῦ περιβάλλοντός του.

Ὁ ἔρωτας, ἐπειδὴ εἶναι πράξη ζωῆς τριττῶς ἐκφραζομένη, μόνο μὲ ἑνιαία τριπλῆ ἀντιμετώπιση μπορεῖ νὰ βιωθεῖ. Ὅταν λέμε «ἑνιαία τριπλῆ ἀντιμετώπιση» ἐννοοῦμε ἕνα γεγονὸς ποὺ μπορεῖ νὰ ἀναπτύξει ταυτόχρονα καὶ νὰ γιατρέψει τρία παράλληλα καὶ ὁμοειδῆ στοιχεῖα πού, ἐνῶ εἶναι διακρινόμενα στὶς ἐκδηλώσεις τους, ἔχουν κοινὸ παράγοντα ποὺ τὰ τρέφει καὶ τὰ καλλιεργεῖ.

Αὐτὸς ὁ κοινὸς παράγοντας ποὺ ἐνεργοποιεῖ ἰσορροπημένα ὅλα τὰ στοιχεῖα τοῦ ἔρωτα εἶναι ὁ «γάμος». Τὴ λέξη «γάμος» σήμερα τὴν κατανοοῦμε ἀποσπασματικά, ὡς σχέση τοῦ ἀνδρὸς μὲ τὴ γυναίκα. Ἡ γλώσσα ὅμως τῆς Γραφῆς εἶναι πολὺ εὐρύτερη. Ὁ γάμος ὁρίζεται ὡς σχέση Χριστοῦ καὶ Ἐκκλησίας. Εἶναι ἕνα μυστήριο πρακτικὸ καὶ ταυτόχρονα ἀκατανόητο. Εἶναι ἡ παρουσία τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ «ὅλως συγκροτεῖ» τὸν ἄνθρωπο σὲ ἐρωτικὴ ἰσορροπία. Ἡ ἀποδοχὴ αὐτοῦ τοῦ δεδομένου τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κάνει τὸν ἄνθρωπο προσωπικότητα ποὺ ζεῖ μέσα ἀπὸ τὸ γάμο. Ποὺ ἀποδέχεται τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκείνη ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἐκχύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἔρωτας εἶναι γεγονὸς γαμικὸ καὶ μόνο ὡς τέτοιο προσεγγίζεται. Εἶναι, δηλαδή, γεγονὸς ἰσχυρῆς ἑνώσεως ποὺ μόνο ἀκατάλυτα δεσμὰ μποροῦν νὰ τὸ συγκρατήσουν. Χωρὶς αὐτὲς τὶς δυνάμεις τοῦ γάμου ὁ ἔρωτας δὲν μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὶς ἀναζητήσεις τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ὑπέρβαση, κοινωνία καὶ ἐσωτερικὴ ἰσορροπία.

Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, εἶναι, μαζὶ μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ ἐρωτικοῦ, καὶ πλάσμα γαμικό. Ἡ σχέση του μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὸν χαρακτηρίζει. Κανεὶς μέσα στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀνέραστος ἢ ἀγαμικός. Ὁ μοναχὸς καὶ ὁ παντρεμμένος μέσα ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτὸ τοῦ συνεκτικοῦ δεσμοῦ τοῦ γάμου μποροῦν νὰ εἶναι ὄντως μοναχοὶ καὶ ὄντως ἔγγαμοι. Ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ὁμιλεῖ γιὰ προγαμιαῖες σχέσεις. Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει τέτοιο γεγονός. Εἶναι ἀνυπόστατο. Τὸ προγαμιαῖο καταργεῖ τὴ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νὰ ζεῖ ὡς ἄνθρωπος.

Ὁ ὁρισμὸς «προγαμιαῖες σχέσεις» θέλει νὰ προσδιορίσει σήμερα τὴν ὕπαρξη γενετησίων σχέσεων ἔξω ἀπὸ τὸ γάμο. Τέτοιοι ὅμως διαχωρισμοὶ εἶναι ἀδύνατοι. Οἱ γενετήσιες σχέσεις ὑπηρετοῦν στὴν πράξη ὡς βιολογικὲς λειτουργίες τὸ ἐρωτικὸ καὶ γαμικὸ στοιχεῖο ὅπως τὸ προσδιορίσαμε. Στὴ μελέτη τοῦ μακρόκοσμου ἕνας ἀστροφυσικὸς θὰ ἔλεγε πὼς εἶναι ἀδύνατο ἕνας κουὰρκ (τὸ μικρότερο τεμάχιο ὕλης ποὺ ὑπάρχει) νὰ βρεθεῖ μόνο του. Εἶναι πάντα δεσμευμένα. Τὸ ἴδιο θὰ λέγαμε συμβαίνει μὲ τὶς γενετήσιες σχέσεις. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὶς ἀποδεσμεύσει ἀπὸ τὸ γάμο καὶ τὸν ἔρωτα. Κάθε προσπάθεια γιὰ ἀποδέσμευση ἑνὸς κουὰρκ ἀπὸ τὴ δομὴ ἑνὸς πρωτονίου θὰ χρειαζόταν ὑποθετικὰ τόση ἐνέργεια ὅση χρειάζεται γιὰ νὰ καταστρέψουμε τὸ γαλαξία μας, καὶ μπορεῖ, τὸ σύμπαν. Στὴν ἀστροφυσικὴ οἱ ἔννοιες γίνονται κατανοητές.

Στὸ χῶρο ὅμως τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς τὰ πράγματα δὲν φαίνονται καὶ τόσο δύσκολα. Κι ὅμως, εἶναι ἀρκετὴ μία ἀπογυμνωμένη ἀπὸ ἔρωτα καὶ γάμο γενετήσια σχέση νὰ διαλύσει τὶς ἰσορροπίες λειτουργίας τοῦ μυστηρίου ποὺ λέγεται ἄνθρωπος κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πλασμένος.


Τὸ πρόβλημα 

Ἡ ἐλλιπὴς βίωση τοῦ ἔρωτα καὶ ἡ ἀδυναμία κατανοήσεως τοῦ βαθύτερου καὶ εὐρύτερου νοήματος τοῦ γάμου ὁδηγεῖ σὲ μία βαθμιαία διάβρωση τοῦ ἐρωτικοῦ χαρακτήρα τοῦ ἀνθρώπου, γίνεται ἀνέραστος, ἐξαρθρώνονται οἱ βασικὲς ἐρωτικές του λειτουργίες στὴν τριπλῆ τους ἔκφραση καὶ ἀναφύονται ποικίλα προβλήματα ἐσωτερικῶν ἀνισορροπιῶν πού, ἐπειδὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαπιστωθοῦν μὲ ἁπλὲς ψυχολογικὲς διαδικασίες, περιγράφονται μὲ λανθασμένη διαγνωστικὴ καὶ φυσικὰ ἀποπροσανατολισμένη θεραπευτική.

Νὰ προσπαθήσουμε νὰ προσεγγίσουμε μὲ λίγα καὶ ἁπλὰ λόγια κάποιους βασικοὺς τομεῖς ποὺ νοσοῦν ἀπὸ τὴν ἔλλειψη ἐρωτικῆς καὶ γαμικῆς ἀγωγῆς καὶ θεραπευτικῆς.


Ἡ συναισθηματικὴ προσέγγιση

Στὸ χῶρο τῶν διανθρωπίνων σχέσεων ἡ ἰσορροπία ἀνδρὸς-γυναικὸς προβάλλεται ὡς συναισθηματικὸ γεγονός. Τολμοῦν μάλιστα νὰ ὁμιλοῦν γιὰ αἰσθήματα καὶ ἀγάπη. Κανεὶς φυσικὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἀντίρρηση γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ κόσμου τῶν ἀνθρωπίνων αἰσθημάτων καὶ συναισθημάτων προκειμένου νὰ ἔχουμε ὁλοκληρωμένες προσωπικότητες.

Τὸ λάθος βρίσκεται στὸν ἀνεπαρκῆ καὶ ἐπιδερμικὸ προσδιορισμὸ τῶν συναισθηματικῶν κινήσεων. Χωρὶς τὸ σχῆμα «ἔρωτα –γάμου» ποὺ προαναφέραμε, τὸ συναισθηματικὸ στοιχεῖο, καὶ ἂν ἀκόμη κρύβει κάποια κύτταρα ἀλήθειας, εἶναι ἐπισφαλὲς καὶ χωρὶς θεμέλια. Πίσω ἀπὸ τὸ συναισθηματικὸ στοιχεῖο μπορεῖ νὰ κρύβεται ἕνα ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἄλλον λόγω ἐξωτερικῶν σχημάτων. Μπορεῖ νὰ κρύβεται ἡ ἀνάγκη νὰ ὑπάρχει κάποιος γιὰ νὰ νοιώθεις πὼς καταξιώνεσαι ὡς ἄνδρας ἢ γυναίκα. Μπορεῖ νὰ ὑποκρύπτεται ἡ ἀνάγκη γιὰ ξεπέρασμα τῆς κοινωνικῆς μοναξιᾶς. Ξεχνοῦν βέβαια πὼς τὸ ξεπέρασμα τῆς κοινωνικῆς μοναξιᾶς δὲν γιατρεύεται ἂν προσπαθεῖς νὰ τὸ ἱκανοποιήσεις διὰ τῆς «χρήσεως» κάποιου προσώπου, ἀλλὰ θεραπεύεται ἂν κατανοήσεις τὴν ἀποτυχία σου. Ἀποτυχία ποὺ ἦλθε ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὸ κλείσιμο στὸν ἑαυτὸ καὶ τὴ μὴ ἀπαντοχὴ τοῦ ἄλλου. Μόνο ὅταν καταλάβεις τὴν ἀποτυχία σου εἶναι δυνατὸν νὰ προχωρήσεις πρὸς τὸν ἄλλον χωρὶς νὰ τὸν χρησιμοποιήσεις.

Μπορεῖ, τέλος, πίσω ἀπὸ τὸ συναίσθημα νὰ κρύβεται ἡ ἀνάγκη γιὰ «χρήση» τοῦ ἄλλου πρὸς ἱκανοποίηση σωματικῶν ἀναγκῶν. Πολλοὶ ἐνθουσιώδεις «ἔρωτες» ἔπεσαν σὰν χάρτινος πύργος ὅταν κάποτε ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο δὲν θέλησε νὰ χρησιμοποιεῖται σεξουαλικά. Ἡ χρησιμοποίηση τοῦ ἄλλου γιὰ σεξουαλικὴ κατανάλωση τινάζει στὸν ἀέρα ὁποιαδήποτε μορφὴ ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς». Ἂν τὸ σὲξ ἔλθει ὡς καρπὸς τῆς πορείας μέσα ἀπὸ τὸ σχῆμα «ἔρωτας-γάμος» εἶναι ἀποτέλεσμα ἁγιοπνευματικῆς ἀναπτύξεως καὶ ἔχει ἐλαχιστοποιήσει τὸν κίνδυνο καταναλωτικῆς προσεγγίσεως τοῦ ἄλλου προσώπου. Ἕνας σπόρος πάντα θέλει πορεία γιὰ νὰ γίνει καρπός. Μόνο τὰ ὁρμονικὰ προϊόντα ἀναπτύσσονται γρήγορα. Μόνο ποὺ εἶναι καρκινογόνα.

Ἡ πορεία μέσα ἀπὸ ἕνα σχῆμα ποὺ λέγεται σωματικὴ ἀνάγκη – σὲξ - ἱκανοποίηση καταστρέφει τὶς πτυχὲς τὶς λεπτές τοῦ συναισθηματικοῦ πεδίου τοῦ ἀνθρώπου. Λειτουργοῦν μόνο τὰ ζωώδη καὶ καταπατοῦνται τὰ ἀνθρώπινα. Διαταράσσεται ὁλόκληρη ἡ ἰσορροπία τῶν δομῶν τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ποὺ εἶναι φτιαγμένη νὰ λειτουργεῖ τὴν ἀγάπη ὡς ἔρωτα-γάμο ἁγιοπνευματικὴς δωρεᾶς.


Ἡ ψυχολογικὴ προσέγγιση 

Ἐὰν οἱ τροχοὶ ἑνὸς αὐτοκινήτου δὲν ἀκολουθοῦν τὶς ὁδηγίες ποὺ δίνονται ἀπὸ τὸν ὁδηγό, τότε ἡ καταστροφὴ εἶναι σίγουρη. Ὁ συναισθηματικὸς παράγοντας, ἐὰν δὲν ἐξομαλυνθεῖ καὶ σμιλευθεῖ κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση τῶν ροπῶν τῆς ψυχῆς, τότε ἀποπροσανατολίζεται σύμφωνα μὲ τὶς προτάσεις ποὺ διαγράψαμε στὸ προηγούμενο κεφάλαιο.

Τὰ λεγόμενα συναισθήματα εἶναι ἐκφράσεις τῆς κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασμένης ἀνθρώπινης ὑποστάσεως. Ἡ ψυχή, ἐνεργοποιούμενη ἀπὸ τὴ δυναμικὴ κίνηση «ἔρωτος-γάμου» καλλιεργεῖ χαρίσματα καὶ ἐκφράσεις αἰώνιας προοπτικῆς. Αὐτὸ τὸ «αἰώνιο» δομικὸ ὑλικὸ ποὺ ζυμώνεται μέσα στὸν ἄνθρωπο ἀποτελεῖ μία ἀσφαλιστικὴ δικλείδα ἀντιμετωπίσεως τῶν διακυμάνσεων τοῦ βίου. Αὐτὸ τὸ «αἰώνιο» ὑλικὸ νικάει καὶ τὸν ἴδιο τὸ θάνατο ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζήσει τὴν τραγωδία τῆς διαστάσεως σώματος καὶ ψυχῆς τὴν ὥρα τοῦ θανάτου. Ἂν ἡ καλλιέργεια αὐτοῦ τοῦ δομικοῦ ὑλικοῦ δὲν γίνεται κάτω ἀπὸ σωστὲς προϋποθέσεις, διαταράσσεται, καὶ ἀκολουθεῖ ἀποσύνθεση καὶ ἐξάρθρωση ὅλων τῶν ἐπὶ μέρους ἐκδηλώσεων τῆς προσωπικῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.

Ὅταν τὰ θεμέλια εἶναι σαθρὰ ὅλο τὸ οἰκοδόμημα εἶναι ἐπικίνδυνο. Ἡ ψυχὴ ψάχνει συνέχεια ὡς τροφὴ της τὸν «ἔρωτα-γάμο». Ἡ πορεία της μέσα στὸν κόσμο εἶναι συνεχῶς ἀναγωγικὴ στὴ σχέση μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Φεύγει μόνο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἔξω ἀπ’ αὐτὴν δὲν κλείνει δρόμους πρὸς τοὺς ἄλλους, δὲν διασπᾶ δεσμοὺς κοινωνικότητας. Δὲν φτιάχνει καὶ σπάζει δεσμοὺς κατ’ ἀρέσκειαν. Φτιάχνοντας καὶ σπάζοντας καὶ ἀνακατασκευάζοντας καὶ ἀνακαταστρέφοντας δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καλλιεργηθεῖ τὸ δομικὸ ὑλικό. Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας στερεώνει τὸ δομικὸ ὑλικὸ καὶ τοῦ δίνει δυνατότητα γιὰ κοινωνικὴ ἐργασία, ποὺ σημαίνει μία συνεχῆ ἀνάπτυξη τῆς ἑνότητας τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτὸ οἱ ἅγιοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δίνουν τὸ στίγμα τῆς πορείας τῆς ἑνότητας τοῦ κόσμου.

Σ’ ἕνα μοντέλο προγαμιαίων σχέσεων ὅλη αὐτὴ ἡ λειτουργία τοῦ δομικοῦ ὑλικοῦ τινάζεται στὸν ἀέρα. Ἐφ’ ὅσον ὁ πλησίον ἄνδρας ἢ γυναίκα εἶναι πρὸς «χρήση», ἐφ’ ὅσον δὲν δέχεσαι νὰ προσφέρεις τὸ «δομικό σου ὑλικὸ» γιὰ νὰ μποῦν τὰ πρῶτα θεμέλια της κοινωνίας καὶ νὰ συγκροτηθεῖ ὁ πρῶτος πυρήνας κοινωνίας, ἡ οἰκογένεια, οἱ σχέσεις μὲ τὸ ἄλλο πρόσωπο εἶναι ἀντικοινωνικές, δηλαδὴ τραγικές.

Οἱ ἀλλεπάλληλες ἀλλαγὲς συντρόφων ἀφήνουν βαθειὰ ρήγματα στὸ ψυχικὸ δομικὸ ὑλικό. Ὅσο πιὸ προχωρημένη εἶναι ἡ σχέση κι ὅσο πιὸ ψευτο-ὁλοκληρωμένη εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸ σχῆμα ἔρωτας-γάμος, τόσο περισσότερο καταστρέφεται βάναυσα, μπορεῖ καὶ ἀνεπανόρθωτα, ἡ μόνη ἐλπίδα τοῦ κόσμου νὰ γίνει ἡ ἀνθρώπινη μάζα ὄντως κοινωνία. Οἱ «ὁλοκληρωμένες» σχέσεις στὸ προγαμιαῖο ἐπίπεδο εἶναι μία ἀτομικὴ βόμβα στὸ σῶμα τῆς κοινωνίας. Ἄνθρωποι μὲ κατεστραμμένο δομικὸ ὑλικὸ δὲν θὰ μπορέσουν νὰ γίνουν μπροστάρηδες γιὰ κοινωνικὴ ἀναμόρφωση καὶ ἀναδόμηση. Ἡ μετάνοια βέβαια ἔχει τὴ δύναμη νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν κάνει ἀκόμη καὶ ἅγιο. Τὰ στίγματα ὅμως τῆς ἁμαρτίας ὁδηγοῦν τὸ σῶμα στὴ διάλυση «ἵνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται». Κι ἐδῶ ἀναφύεται τὸ θέμα τῆς βιολογικῆς προσέγγισης τοῦ ἔρωτα.


Ἡ βιολογικὴ προσέγγιση τοῦ ἔρωτα

Νὰ διατυπώσουμε ἁπλὲς σκέψεις: Τὸ σῶμα ἔχει αἰσθήσεις. Χωρὶς τὶς αἰσθήσεις δὲν θὰ ὑπῆρχε ἡ ἐπαφὴ μὲ τὸ περιβάλλον. Τὰ κύτταρα τῶν αἰσθήσεων ἐνεργοποιοῦν τὰ μηνύματα τοῦ ἔξω κόσμου καὶ τὰ κάνουν ὁρατές, γευστικές, ἀκουστικές, ἐπιδερμικὲς ἐμπειρίες. Τὰ κύτταρα τῆς ἁφῆς, τὰ γευστικὰ κύτταρα, τὰ ἀκουστικὰ κύτταρα κ.λπ., ἂν ὑποστοῦν μία βάναυση προσβολὴ καταστρέφονται καὶ δὲν λειτουργοῦν προσωρινὰ ἢ μερικὲς φορὲς γιὰ πάντα. Ἕνα ἔντονο φῶς μπορεῖ νὰ ἀφαιρέσει ἀπὸ τὸ ὀπτικὸ κύτταρο τὴ δυνατότητα τῆς ὁράσεως. Ὁ ἔρωτας εἶναι καὶ μία αἴσθηση. Δὲν παύει νὰ εἶναι μία αἴσθηση, καὶ μέσα στὰ πλαίσια τῆς συζυγίας ἀνδρὸς-γυναικὸς λειτουργεῖ καὶ ὡς αἴσθηση. Ποιὸς ἀσχολήθηκε ποτὲ μὲ τὰ «ἐρωτικὰ κύτταρα»;

Ἡ ἔξω ἀπὸ τὶς προϋποθέσεις «ἔρωτας-γάμος» προγαμιαία σεξουαλικὴ σχέση σύμφωνα μὲ τὶς προηγούμενες σκέψεις, ἀφοῦ θὰ καταστρέψει τὸ συναισθηματικὸ καὶ ψυχολογικὸ πεδίο, θὰ προχωρήσει καὶ στὴν καταστροφὴ τῶν ἐρωτικῶν κυττάρων. Ἡ ἀποσπασματικὴ χρήση τοῦ σὲξ ὡς βιολογικῆς ἀνάγκης διαλύει σίγουρα τὰ ἐρωτικὰ κύτταρα. Ἂν χρησιμοποιήσω τὰ κουπιὰ μιᾶς βάρκας γιὰ νὰ παίξω τέννις στὴν παραλία, τὰ κουπιὰ θὰ εἶναι σπασμένα ὅταν θὰ ἔρθει ἡ ὥρα νὰ λειτουργήσουν στὸ φυσικό τους περιβάλλον στὴν ἰσορροπία νεροῦ-βάρκας. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν εὔκολα μπορεῖ νὰ περιγραφεῖ τὸ ὑπόδειγμα τοῦ ἀνικανοποίητου σεξουαλικὰ Δὸν Ζουάν. Ὅσες περισσότερες σχέσεις, τόσο περισσότερα κατεστραμμένα «ἐρωτικὰ κύτταρα», τόσο μεγαλύτερη ἀδυναμία γιὰ ἐρωτικὴ σεξουαλικὴ σχέση.

Οἱ «εἰδικοὶ» σεξολόγοι θὰ πρέπει νὰ λάβουν ὑπ΄ ὄψιν σοβαρὰ τὸν παράγοντα αὐτὸν ἂν θέλουν νὰ βοηθήσουν τοὺς «πελάτες» τους. Ἕνας στομαχολόγος ποτὲ δὲν θὰ προτείνει φαγητὰ μὲ καρυκεύματα στὸν ἀσθενῆ του. Ἀπορῶ γιατί ἕνας σεξολόγος προτείνει περισσότερο σὲξ στὸν ἐρωτικὰ ἀνικανοποίητο «πελάτη» του. Φυσικὰ τὴ λύση δὲν τὴν περιμένουμε ἀπὸ τὸ Βιάγκρα. Μὲ χάπια δὲν φτιάχνεται ἔρωτας. Τὸ μόνο ποὺ φτιάχνεται, σίγουρα, μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἱκανοποίηση πὼς ὁ ἀσθενὴς τὰ κατάφερε. Κι ἔτσι ξαναπαίζει τὸ παιχνίδι τῆς καταστροφῆς. Τὰ κατάφερε σημαίνει πὼς μπόρεσε ν’ ἀποδείξει πὼς εἶναι ἄνδρας. Ἄρα μπόρεσε νὰ ἐκφράσει τὴ δύναμή του. Δηλαδή, ἀπέδειξε τὸν κατακτητικὸ ἐγωισμό του. Τὸ ἀποτέλεσμα ἔρχεται ὡς φαῦλος κύκλος.

Ὁ ἐγωισμὸς σπάει τὴ σχέση τῶν προσώπων. Τὰ συναισθήματα δὲν ὑπάρχουν ἐφ’ ὅσον πρέπει νὰ καταξιωθεῖς. Τὸ «δομικὸ ὑλικό» τῆς ψυχῆς καταστρέφεται περισσότερο. Τότε καὶ μόνο τότε μπορεῖ κανεὶς νὰ καταλάβει τὸ λόγο τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν πρότασή της γιὰ ἀποφυγὴ προγαμιαίων σχέσεων. Εἶναι μία πρόταση ποὺ ὄχι μόνο δὲν βδελύσσεται τὸν ἔρωτα, ἀλλὰ ἀντίθετα θέλει νὰ τὸν διασώσει καὶ ν’ ἀναδείξει τὸν ἄνθρωπο ὡς τὸ ὄντως ἐρωτικὸ πλάσμα ποὺ δημιούργησε ὁ Θεός. Ἕνα πλάσμα ποὺ ἀγαπάει τὸ Θεό, τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐναρμονίζει τὶς ἐσωτερικές του λειτουργίες μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνα πλάσμα ποὺ ζεῖ ἕνα καὶ μοναδικὸ γάμο ὡς ἑνότητα μὲ τὸ Χριστό, κι ἐκεῖ μέσα ἐντάσσει τὸ γάμο μὲ τὸ ἄλλο φύλο, τὸ γάμο μὲ τὴν ἄσκηση, τὸ γάμο μὲ τὸ μοναχισμό. Ὁ Χριστιανὸς ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι προγαμιαῖος. Βρίσκεται στὸ κέντρο τῆς ζωῆς καὶ γι’ αὐτὸ στὸ κέντρο τῆς ζωῆς τοῦ γάμου μὲ τὸ Χριστό.


Ὁ μεταγαμιαῖος ἄνθρωπος

Χωρὶς αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις, οἱ προγαμιαῖες σχέσεις εἶναι ἀδύνατες ὡς κατάσταση ζωῆς, ἀλλὰ δυνατὲς μόνο ὡς κατάσταση ἀσθένειας.

Τὸ μόνο σίγουρο εἶναι πὼς τὸ προγαμιαῖο θὰ ἀπογοητεύσει σύντομα τὸν ἄνθρωπο καὶ στὸ τέλος θὰ προσπαθεῖ νὰ βρεῖ τὸν ἑαυτό του σὲ δρώμενα ἔξω ἀπὸ τὸ γάμο. Τότε μποροῦμε νὰ μιλήσουμε γιὰ τὸ μεταγαμιαῖο ἄνθρωπο, ποὺ ψάχνει κάπου ἀλλοῦ τὴν εὐτυχία του στὰ πέρα ἀπὸ τὸ γάμο. Ἀλλὰ ὁ γάμος παραμένει ἕνα ἀξεπέραστο γεγονὸς ὡς σχέση μὲ τὸ Χριστό, μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ὅπως δὲν ὑπάρχει οὔτε προεκκλησιαστικὴ καὶ μετεκκλησιαστικὴ ἐποχή, ἔτσι δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει οὔτε προγαμιαῖος οὔτε μεταγαμιαῖος δεσμός.

Η ΑΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (συμβολή στο «εργασιακό ζήτημα» των ημερών)



Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου

Στους αρχαίους, η κατάπαυση από την εργασία χάριν ανάπαυσης, γενικά, ήταν άγνωστη. Στους Βαβυλωνίους αναφέρονται κάποιες αργίες, όμως, όχι τακτικές. Ο Μωσαϊκός Νόμος καθορίζει, με την τετάρτη εντολή, την αργία του Σαββάτου ως ημέρα ευγνωμοσύνης προς το Θεό που ελευθέρωσε τον Ισραήλ από την δουλεία της Αιγύπτου («έξι ημέρες θα εργάζεσαι και θα πραγματοποιείς τα έργα σου, την εβδόμη ημέρα, όμως, του Σαββάτου, θα την αφιερώνεις στον Κύριο και Θεό σου»). Άλλες ιουδαϊκές εορταστικές αργίες, κινητές μέσα στο χρόνο, αποβλέπουν κυρίως στη σύσφιγξη κοινωνικών δεσμών και στην ανάπτυξη εθνικής συνειδήσεως.

Στους Ρωμαίους υπήρχαν ημέρες αργίας και σχετικοί νόμοι. Οι νόμοι αυτοί όριζαν ποιες εργασίες επιτρέπονταν και ποιές όχι στις γιορτές. Στην ουσία γιορτές θρησκευτικού περιεχομένου δεν υπήρχαν. Ήταν γιορτές ποτού, φαγητού και οργίων.

Στους Έλληνες γιορτές τύπου ιουδαϊκού Σαββάτου ή όποιου άλλου, δεν συναντάμε πουθενά. Ο Αριστοτέλης εξάλλου θεωρούσε την εργασία ασυμβίβαστη με την αρετή. Η εργασία ήταν χαρακτηριστικό του δούλου ενώ η αρετή του ελευθέρου ανθρώπου. Πίστευε ότι η αρετή δεν ευδοκιμεί όπου ευδοκιμεί η βάναυση εργασία (Πολιτικά Γ' 5, 1278 α 20-21).

Ο Απ. Παύλος θεωρεί την εργασία μεγάλο και ισχυρό παράγοντα για την καλλιέργεια των αρετών, παράλληλα όμως, οι Χριστιανοί ενθυμούμενοι ότι ο Χριστός αναστήθηκε τη «μία των Σαββάτων» δηλ. την επομένη ημέρα, και θέλοντας να την τιμήσουν, δεν την ονόμασαν ημέρα αργίας αλλά ημέρα αγιασμού, κατά την οποία συγκεντρώνονταν για να τελέσουν το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Ο Μέγας και Ισαπόστολος Κωνσταντίνος με Αυτοκρατορικό Διάταγμα της 3ης Μαρτίου 321 προς τη Ρώμη, επιβάλλει την πρώτη ημέρα της εβδομάδος ως ημέρα αργίας. Το Διάταγμα εντέλλεται όπως «όλοι οι δικασταί, ο λαός της πόλεως και αι λοιπαί εργασίαι οφείλουν να καταπαύουν κατά την αξιοσέβαστον ημέραν του Ηλίου» (C 111,12 2, in Corpus Juris Civilis τ. II, Codex Justinianus, Berlin 1927). Οι ειδωλολάτρες ονομάζουν την ημέρα «Sunday» (Sun = ήλιος) και οι Χριστιανοί «Κυριακή» επειδή ο Κύριος είναι ο ήλιος της Δικαιοσύνης.

Στη συνέχεια, σειρά από «Νεαρές» και Διατάξεις των Αυτοκρατόρων Θεοδοσίου Α', Θεοδοσίου Β', Ιουστινιανού και Λέοντος Γ', όρισαν όπως: «Δικασταί μεν και Δήμοι των πόλεων και οι εκ τεχνών βιούντες αργείτωσαν εν Κυριακή, μόνοι δε γεωργοί εργαζέσθωσαν και οι η αιτία της λύσεως της τιμής της ημέρας άλογος. Δοκεί γαρ σωτηρίας των καρπών, έστι δε αληθώς ουδέν. Ου γαρ το σπουδαίον της γεωργίας, αλλά του καρποδότου ο έλεος την ευθυνίαν παρέχεται των καρπών» (ΝΕ' ΙΙ COLL.NOV.LV).

Η ΣΤ' Οικουμενική Σύνοδος στην Ανατολή και ο Καρλομάγνος στη Δύση καθιέρωσαν τελικώς ως πλήρη αργία την Κυριακή με σκοπό την μετοχή των Χριστιανών στη λατρευτική Σύναξη στους Ναούς και την οικογενειακή ανάπαυση και γαλήνη.

Η Γαλλική Επανάσταση θέλοντας να εξαλείψει κάθε χριστιανική επιρροή στην Ευρώπη, όρισε ως ημέρα αναπαύσεως κάθε δέκατη ημέρα.

Η Ρωσική Επανάσταση κάθε έκτη με εναλλαγές. Όμως, τελικά δεν τα κατάφεραν. Σήμερα ακόμα και μουσουλμανικές χώρες, περιόρισαν την αργία της Παρασκευής στο απόγευμα της ίδιας ημέρας, με την προσέλευση στα τζαμιά και αργούν επισήμως τις Κυριακές.

Στις 20 Ιουνίου 2011 εκπρόσωποι 65 πανευρωπαϊκών οργανώσεων πολιτών, συνδικάτων, της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των άλλων Χριστιανικών Ομολογιών, που όλοι μαζί αποτελούν την «Ευρωπαϊκή Συμμαχία για την αργία της Κυριακής» συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες, με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής. Στο τέλος της συναντήσεως υπέγραψαν ανακοίνωση, με την οποία δεσμεύτηκαν να αγωνιστούν για την διατήρηση ως υποχρεωτικής της αργίας της Κυριακής και για ένα ανθρώπινο ωράριο εργασίας. Τα μέλη της Συμμαχίας στην ίδια ανακοίνωση ζητούν, η Ευρωπαϊκή Νομοθεσία, όπως επίσης και αυτές των κρατών μελών, να σέβονται τους εργαζόμενους πολίτες και την ιδιωτική τους ζωή, που περιλαμβάνει και τον ελεύθερο χρόνο που πρέπει να έχουν και να μοιράζονται με τα άλλα μέλη της οικογένειάς τους. Είναι η πρώτη φορά που υπάρχει μια τέτοια συμμαχία Εκκλησίας και συνδικάτων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Κατά τη συνάντηση, επιστήμονες ομιλητές τόνισαν ότι η Ευρώπη έχει ανάγκη από ένα κοινωνικό μοντέλο που να μη στηρίζεται μόνο στην παραγωγή και στην κατανάλωση, αλλά επίσης στον ελεύθερο χρόνο για τις προσωπικές επιλογές του κάθε πολίτη-εργαζομένου. Μεταξύ των ομιλητών ήταν ο γερμανός καθηγητής Ψυχολογίας κ. Friedhelm Nachreiner, ο οποίος επισήμανε το γεγονός ότι το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο με πρόσφατη απόφασή του κατάργησε το άνοιγμα των καταστημάτων την Κυριακή στη Χώρα. Επίσης ο κοινωνικός ερευνητής δρ. Ζιλ Έμπρεϊ παρουσίασε το αποτέλεσμα επιστημονικής έρευνας, που έδειξε ότι τα άτομα που εργάζονται την Κυριακή, επηρεάζονται αρνητικά τόσο στον τομέα της υγείας τους, όσο και σ' αυτόν της ασφάλειας στην εργασία τους. Άλλες έρευνες δείχνουν ότι το οικονομικό αποτέλεσμα από την κυριακάτικη εργασία, είναι πενιχρό έως αρνητικό, εκτός από αλυσίδες πολυκαταστημάτων, που απευθύνονται κυρίως στους τουρίστες. Αυτός είναι και ο λόγος που, παρά το νόμο στη Γαλλία και τα κίνητρα στην Αγγλία και στις ΗΠΑ, λίγα είναι τα καταστήματα που εργάζονται τις Κυριακές.

Στον κατάλογο των υποστηρικτών της αργίας της Κυριακής είναι η Ευρωπαϊκή Συνδικαλιστική Ομοσπονδία, της οποίας, από την Ελλάδα, είναι μέλη η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ. Συμμετέχουν ακόμη συνδικάτα από όλες τις χώρες μέλη της ΕΕ. Επίσης υποστηρίζει τη Συμμαχία η Επιτροπή των Ρωμαιοκαθολικών Επισκόπων της ΕΕ, η Ομοσπονδία των Καθολικών Οργανώσεων για την Οικογένεια και η Προτεσταντική Εκκλησία της Γερμανίας.

Στον κατάλογο των μελών της Συμμαχίας περιλαμβάνονται το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, στο οποίο συμμετέχουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Εκκλησία της Ελλάδος, η Εκκλησία της Κύπρου και άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Επίσης η μεγάλη Γαλλική Εργατική Συνομοσπονδία Χριστιανών Εργατών (CFTC) και συνδικαλιστικές οργανώσεις της Γερμανίας, του Βελγίου, της Αυστρίας, της Εσθονίας, του Λουξεμβούργου, της Σλοβακίας, από την Πολωνία η «Αλληλεγγύη», και άλλες οργανώσεις πολιτών.

Να αναφέρω και ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα:

Στο Bayswater, περιοχή της αγγλικής πρωτεύουσας, το Σάββατο το βράδυ τα καζίνα κλείνουν στις ένδεκα. Προσπάθησαν οι επιχειρηματίες να ανατρέψουν αυτήν την «απαρχαιωμένη» απόφαση, χωρίς αποτέλεσμα. Γιατί; Επειδή είχε σχέση με τον εκκλησιασμό των κατοίκων. Τα παλιά χρόνια όταν η περιοχή, που σήμερα έχει εκατομμύρια κατοίκους, ήταν μια αραιοκατοικημένη συνοικία, οι χριστιανοί τα Σαββατόβραδα το έριχναν στο χαρτί και στο τζόγο και το πρωί της Κυριακής οι άνδρες δεν πατούσαν στις εκκλησίες. Ο αγγλικανός επίσκοπος προσέφυγε στις αρχές και πέτυχε το όριο λειτουργίας των καζίνων στην περιοχή του. Και το μέτρο αυτό, τελείως έξω από τα πράγματα σήμερα, ισχύει. Μπορεί να έχουν βρει άλλους τρόπους να παρακάμψουν την απαγόρευση, να έχουν δώσει άλλα ονόματα στα κέντρα της χαρτοπαιξίας, αλλά η απαγόρευση είναι θεσμοθετημένη και στηρίζεται στη προσφυγή του επισκόπου που έγινε πριν 200 περίπου χρόνια. Ακόμα, στη Μεγάλη Βρετανία δεν πραγματοποιούνται την Κυριακή Εθνικές ή Δημοτικές εκλογικές αναμετρήσεις.

Κλείνω με την παλαιά ρήση: «Δύο τρόπους ξέρω να γίνει κάποιος στη ζωή του φτωχός και δυστυχισμένος. Ο ένας είναι να κλέβει κι ο άλλος να δουλεύει την Κυριακή».

✥ Ο Αλεξανδρουπόλεως ΑΝΘΙΜΟΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...