Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 11, 2012

Ἡ Χριστιανικὴ Οἰκογένεια εἶναι ἕνα προπονητήριο, μία παλαίστρα!



Ἡ χριστιανική οἰκογένεια, κατά τόν Ἱερό Πατέρα Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ἀποτελεῖ χῶρο πνευματικῆς προπόνησης καί ἄσκησης, παλαίστρα καί γυμναστήριο τῆς ἀρετῆς. Δίνει, ἔτσι, τήν δυνατότητα στά μέλη της -ὅταν λειτουργεῖ θεοπρεπῶς, ὡς «κατ’ οἶκον Ἐκκλησία»- νά ἀντιμετωπίσουν μέἐπιτυχία τούς πειρασμούς τῆς ζωῆς στό πλαίσιο τῆς εὐρύτερης κοινωνίας.

Μοιάζει ἡ οἰκογένεια, θά λέγαμε, μ΄ ἕνα προπονητήριο.
-Πῶς προετοιμάζονται αὐτοί πού δίνουν ἀγῶνες; Πηγαίνουν πρῶτα, μόνο μέ τόν προπονητή τους, στό στάδιο καί κάνουν προπόνηση. Κατά παρόμοιο τρόπο, λειτουργεῖ ἡ σωστή οἰκογένεια. Τό παιδί ἐντός της προπονεῖται, ὥστε νά μπορέσει μετά νά βγεῖ στόν στίβο, πού λέγεται κοινωνική ζωή, καί ἐκεῖ νά διαπρέψει κατά Θεόν.
Τό ἔργο τῆς χριστιανικῆς ἀγωγῆς, πού ἀσκοῦν οἱ γονεῖς στά παιδιά, παρομοιάζεται ἀπό τόν...

Ἱερό Χρυσόστομο μέ τήν ἀκρίβεια τῆς καλλιτεχνικῆςἐργασίας τῶν ζωγράφων καί τῶν γλυπτῶν. Αὐτοί ἀφαιροῦν τό περιττό καί προσθέτουν ἐκεῖνο πού λείπει.
Θά πρέπει ὁ γονιός, ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα, νά εἶναι σέ ἐγρήγορση. Ὀφείλουν νάἐπισημαίνουν στά παιδιά τό καλό καί τό κακό. Αὐτό πού εἶναι περιττό, θά πρέπει νά τό κόβουν· γιά παράδειγμα τά διάφορα (κατά κανόνα ἐμπαθή καί ἐγωιστικά) θελήματα.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, θά πρέπει νά προσθέτουν αὐτό πού λείπει: Μέ τήν διδασκαλία ὀφείλουν νά φωτίζουν τά παιδιά, ὥστε νά προοδεύουν στήν γνώση τοῦ Θεοῦ καί στήν ἄσκηση-πραγμάτωση τῆς ἀρετῆς.
Ὅπως λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ἀπαιτεῖται καθημερινή παρακολούθηση τῶν παιδιῶν καί ἀπό τούς δυό γονεῖς. Ἀπαιτεῖται διάθεση ὅλου τοῦ ἐλεύθερου χρόνου τους, ὥστε μέ τούς κατάλληλους παιδαγωγικούς χειρισμούς τους νά ἐπιτευχθεῖ:
α) ἡ αὔξηση τῶν φυσικῶν προσόντων τους, ἀλλά καί
β) ἡ μείωση καί τελικῶς ἡ ἐξάλειψη τῶν ἐλαττωμάτων τους.
Ἡ ἐκκοπή τῶν ἐλαττωμάτων καί ἡ διατήρηση τῆς εἰρήνης.
Οἱ γονεῖς, ὡς καλοί ἀγαλματοποιοί, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο,ἐργάζονται στίς ψυχές τῶν παιδιῶν τους.
Θά πρέπει ἐσύ, πατέρα καί μητέρα, νά τά βοηθήσεις, κατ΄ ἀρχήν νάἀνακαλύψουν τά προσόντα, τά τάλαντα, πού τούς ἔχει δώσει ὁ Θεός.
Ὅλοι ἔχουμε τάλαντα, ἰδιαίτερα χαρίσματα. Θά πρέπει ὁ γονιός, λοιπόν, μέ τοἄγρυπνο μάτι του νά ἐπισημάνει τά τάλαντα πού ἔχει τό κάθε παιδί του. Στή συνέχεια, θά πρέπει νά βοηθήσει τό παιδί, ὥστε αὐτό νά καλλιεργήσει τίς καλές του κλίσεις καί ἀπ’ τήν ἄλλη πλευρά νά ἀποβάλλει τίς ἀδυναμίες-ἐλαττώματά του.
Ὑπάρχουν παιδιά πού εἶναι τεμπέλικα. Πρέπει νά κοπεῖ αὐτό, νά ξεπεραστεῖ. Εἶναι ἄλλα πού εἶναι γκρινιάρικα, κατσούφικα ἤ εἶναι ἀνυπάκουα. Πολλές τέτοιες ἀδυναμίες καί ἐλαττώματα ὑπάρχουν.
Θά πρέπει νά τά ἐπισημαίνουν οἱ γονεῖς ἀφενός, καί ἀφετέρου σιγά-σιγά, μέ διάκριση, νά τά κόβουν. Μέ σεβασμό στήν ἐλευθερία τοῦ παιδιοῦ, ἀλλά καί μέ φροντίδα καί κάποια διακριτική στέρηση τῆς ἀπόλυτης ἐλευθερίας.
Δέν πρέπει νά λένε: «Ἄφησέ το τό παιδί νά κάνει ὅ,τι θέλει». Οὔτε ἀπ΄τήν ἄλλη πλευρά, ὅμως, νά μποῦν «ὡς ταῦρος ἐν ὑαλοπωλείῳ» καί νά τά διαλύσουν ὅλα μέσα στήν ψυχή τοῦ παιδιοῦ τους.
Θά πρέπει μέ διάκριση νά ἐνεργοῦν: νά τοῦ «κόψουν τό θέλημα», ἀλλά μέ τέχνη, μέ τρόπο. Εὔκολα, τότε, θά ὑπακούει καί δέν θά ἀντιδρᾶ, αἰσθανόμενο ὅτι τό ἀγαποῦν.
Λέγει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ: «Οἱ γονεῖς μήν παροργίζετε τά τέκνα ἡμῶν» δηλαδή, οἱγονεῖς δέν πρέπει νά παροργίζετε τά παιδιά, δέν πρέπει νά τά φτάνετε σέ κατάσταση ὀργῆς.
Ἡ ἀγωγή θέλει τρόπο, θέλει τέχνη. Εἶναι ἡ πιο μεγάλη τέχνη. Καλοῦνται οἱεἰρηνικοί γονεῖς νά βοηθήσουν τό παιδί νά εἰρηνεύσει καί αὐτό ἀληθινά. Ἡβοήθεια θά πρέπει νά δίνεται μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε τό παιδί νά μήν φτάσει νάὀργιστεῖ καί νά ἀγανακτήσει.
Συμπερασματικά.
Ἡ πηγή τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης εἶναι ὁ Χριστός. Χωρίς Αὐτόν δέν εἰρηνεύει ὁἄνθρωπος ἀλλά οὔτε καί ἡ οἰκογένεια. Χωρίς Αὐτόν δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ὀρθήἀγωγή, δηλ. ὁδήγηση τῶν ψυχῶν μας στήν Εἰρήνη καί στήν Ἀνάπαυση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἄς εὐχηθοῦμε ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νά βασιλεύει μέσα στίς σύγχρονες οἰκογένειες. Γιά νά γίνει αὐτό, θά πρέπει αὐτή νά βασιλεύει στίς ψυχές ὅλων ὅσοι τίς συναποτελοῦν (στόν πατέρα, στήν μητέρα, στά παιδιά καί σ’ ὅποιον ἄλλον ζεῖμαζί τους).
Ἡ Εἰρήνη, ὁ Χριστός, ἄς εἶναι τό πλέον ἐραστό, τό πρῶτο ζητούμενο ἀπό ὅλους μας. Τότε, ἀφ’ ἑνός θά ἐπιτύχουμε τήν σύμπηξη εὐλογημένων εἰρηνοφόρων οἰκογενειῶν -ὅσοι ἔχουμε κληθεῖ γι' αυτό-, οἱ ὁποῖες θά εἶναι ἐργαστήρια σωτηρίας· ἀφ’ ἑτέρου ὅλοι μας θά ἐπιτύχουμε τήν εἴσοδο στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦτῆς Εἰρήνης ὡς μία μεγάλη οἰκογένεια τοῦ Χριστοῦ, ὡς Ἐκκλησία.
«Ἐν εἰρήνῃ ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριο γι' αυτό».
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

Ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου καί τά στοιχεῖα τοῦ εἶναι του. Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης


πηγή


  προορισμός το νθρώπου
  
«Κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν». Ὁ ἄνθρωπος ὑπῆρχε προαιώνια στήν σκέψη τοῦ Θεοῦ. Πλάστηκε «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ».

Σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ σοφοῦ Γέροντα, τά ὁποῖα συνάδουν μέ τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, καί ὅλων τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ ἄνθρωποι δέν γεννηθήκαμε τώρα. 
Ὑπήρχαμε ἀπ' ἀρχῆς στή σκέψη τοῦ Θεοῦ. Πλαστήκαμε κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσίν Του. Ὁ Θεός μᾶς συμπεριέλαβε στήν Ἐκκλησία Του, πού εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα. Μᾶς ξαναένωσε μέ τήν Ἐκκλησία στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Καλούμαστε νά γίνουμε ἄκτιστοι κατά χάριν. Δίδασκε ὁ Γέροντας:
«Τήν αἰώνια Ἐκκλησία ἀποτελοῦν τά τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Στή σκέψη καί στήν ἀγάπη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ὑπῆρχαν ἀπ' ἀρχῆς καί οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δέν γεννηθήκαμε τώρα, μέσα στήν παντογνωσία τοῦ Θεοῦ ὑπήρχαμε πρό τῶν αἰώνων»1.
Σκοπός τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Σωτῆρος εἶναι νά ἐπανεισαγάγει τούς ἀνθρώπους στήν πρώτη Ἐκκλησία, δηλαδή στήν Ἁγία Τριάδα. Ἔλεγε: «Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔπλασε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσίν Του. Μᾶς συμπεριέλαβε στήν Ἐκκλησία παρ’ ὅτι ἐγνώριζε τήν ἀποστασία μας. Μᾶς ἔδωσε τά πάντα, γιά νά μᾶς κάνει κι ἐμᾶς θεούς κατά χάριν καί δωρεάν. 
Ἐν τούτοις ἐμεῖς, κάνοντας κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας μας, ἐχάσαμε τό ἀρχέγονον κάλλος, τήν ἀρχέγονη δικαιοσύνη καί ἀποκοπήκαμε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἔξω ἀπ’ τήν Ἐκκλησία, μακριά ἀπ’ τήν Ἁγία Τριάδα, ἐχάσαμε τόν Παράδεισο, τό πᾶν. Ἔξω, ὅμως, ἀπ’ τήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει σωτηρία, δέν ὑπάρχει ζωή. 
Γι’ αὐτό ἡ σπλαχνική καρδιά τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας δέν μᾶς ἄφησε πάλι ἔξω ἀπ’ τήν ἀγάπη Του. Ἄνοιξε γιά μᾶς πάλι τίς πύλες τοῦ Παραδείσου, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν χρόνων καί ἐφανερώθη ἐν σαρκί. 
 Μέ τήν θεία σάρκωση τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε πάλι στούς ἀνθρώπους τό προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν Τιμόθεο: «ὁμολογουμένως μέγα ἐστίν τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον· ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν,, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ. (Α' Τιμ. 3,16)»2.

Ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τό «καθ' ὁμοίωσιν», τό νά γίνει ὅμοιος κατά πάντα, «πλήν τῆς κατ' οὐσίαν ταυτότητος», μέ τόν Θεό. «Ὁ ἄνθρωπος», γράφει ὁ π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς, «εἶναι δημιουργημένος ὡς δυνάμει θεανθρώπινο ὄν, τό ὁποῖο ἔχει χρέος, ὁδηγούμενο ἀπό τή θεοειδή ψυχή του, νά ἐξομοιώσει σέ ὅλα τόν ἑαυτό του μέ τό Θεό καί ἔτσι νά γίνει ἔμπρακτα θεανθρώπινο ὄν, δηλαδή ἕνα ὄν στό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἑνώνεται μέ τέλειο τρόπο μέ τό Θεό καί ζεῖ μέσα στίς θεῖες καί ἄπειρες τελειότητές Του»3.

Ὁ Γέροντας Πορφύριος τό τόνιζε ὀρθοδοξότατα, ὅτι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ θέωση. Αὐτή εἶναι ἀπαίτηση τῆς ψυχῆς μας δηλ. ἡ ὁμοίωσίς μας μέ τόν Τριαδικό Θεό. Ἔλεγε: «Ὁ σκοπός μας, ὁ προορισμός μας, εἶναι νά γίνομε θεοί κατά χάριν, νά ὁμοιωθοῦμε μέ τόν Θεό τόν Τριαδικό, νά γίνομε ἕνα μέ Ἐκεῖνον καί μεταξύ μας. Αὐτά οἱ ἄλλες θρησκεῖες δέν τά γνωρίζουν. 
Ὁ ἀπώτερος σκοπός τῆς θρησκείας μας εἶναι τό «ἵνα ὦσιν ἕν». Ἐκεῖ ὁλοκληρώνεται τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ θρησκεία μας εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἔρωτας, εἶναι ἐνθουσιασμός, εἶναι τρέλα, εἶναι λαχτάρα τοῦ θείου.Εἶναι μέσα μας ὅλα αὐτά. Εἶναι ἀπαίτηση τῆς ψυχῆς μας ἡ ἀπόκτησή τους»4. Γιαυτό ἄλλωστε καί ὑποφέρει ὁ ἄνθρωπος, ἄν δέν κινηθεῖ στήν κατεύθυνση τῆς ἀπόκτησής τους. Ὁ ἄνθρωπος πού δέν ἔχει τόν Θεῖο Ἔρωτα εἶναι ἄρρωστος. 
Ὅσο δέν προσπαθεῖ νά ἀγαπήσει τόν Θεό, τόσο γεμίζει μέ τά λεγόμενα «ψυχολογικά» καί «ὑπαρξιακά» προβλήματα. «Κάθε τι ἀνθρώπινο», σημειώνει ὁ π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς, «μέχρι να ἐπιστρέψει στόν Θεάνθρωπο, μέχρι νά λογοποιηθεῖ καί νά Θεανθρωποποιηθεῖ, παραμένει παρά-λογο, ἀ-νόητο καί στή βάση του ἀπ-άνθρωπο. Διότι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀληθινός ἄνθρωπος μόνο μέ τόν Θεάνθρωπο καί στόν Θεάνθρωπο»5.

Ἡ θέωση ταυτίζεται μέ τήν τέλεια ἐν Χριστῷ ἀγάπη. Ὁ θεωμένος ἄνθρωπος νιώθει πολύ μεγάλη ἀγάπη γιά τό Θεό, ἀλλά καί γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά φτάσει σ' αὐτήν τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη, τήν ἀληθινή, τήν ἀνιδιοτελή, τήν ἀγάπη, πού δέν κάνει διακρίσεις ἀλλά ἀγκαλιάζει τούς πάντες.

Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ἕνας νά εἶναι ὁ στόχος μας, ἡ ἀγάπη στόν Χριστό, στήν Ἐκκλησία, στόν πλησίον. Ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία πρός τόν Θεό, ἡ λαχτάρα, ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό καί μέ τήν Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπί γῆς Παράδεισος. Ἡ ἀγάπη στόν Χριστό εἶναι κι ἀγάπη στόν πλησίον, σ' ὅλους, καί στούς ἐχθρούς. Ὁ χριστιανός πονάει γιά ὅλους, θέλει ὅλοι νά σωθοῦν, ὅλοι νά γευθοῦν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ χριστιανισμός. Μέσῳ τῆς ἀγάπης πρός τόν ἀδελφό, ἀγαπᾶμε τήν Ἐκκλησία, ἄρα τόν Χριστό. Μέσα στήν Ἐκκλησίας εἴμαστε κι ἐμεῖς. Ἄρα ὅταν ἀγαπᾶμε τήν Ἐκκλησία, ἀγαπᾶμε καί τόν ἑαυτό μας»6.

Προορισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά συνάψει πνευματικό γάμο μέ τόν Χριστό διά τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης.Ἡ ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου εἶναι προορισμένη νά γίνει νύμφη τοῦ Χριστοῦ. Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Νυμφίος τῆς ψυχῆς μας. Ἡ ψυχή μας, νύμφη Του, Τόν ἀκολουθεῖ σ' ὅλα. Καί στό μαρτύριο καί στό Γολγοθᾶ καί στή Σταύρωση ἀλλά καί στήν Ἀνάσταση. 
Ὅταν φθάσομε σ' αὐτή τήν ἀγάπη, τότε ὁ Χριστός θά ἐγκύψει μέσα μας καί θά γεμίσει τήν ψυχή μας... 
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Νυμφίος, εἶναι ὁ Πατέρας, εἶναι τό πᾶν. Δέν ὑπάρχει ἀνώτερο πράγμα στή ζωή ἀπό τό ν' ἀγαπᾶμε τόν Χριστό. Ὅ,τι θέλομε εἶναι στόν Χριστό. Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν. Ὅλη ἡ χαρά, ὅλη ἡ εὐφροσύνη, ὅλη ἡ παραδεισιακή ζωή. Ὅλα τά μεγαλεῖα ἔχομε, ὅταν ἔχομε τόν Χριστό μέσα μας. Ἡ ψυχή πού εἶναι ἐρωτευμένη μέ τόν Χριστό εἶναι πάντα χαρούμενη κι εὐτυχισμένη, ὅσους κόπους καί θυσίες κι ἄν τῆς κοστίσει αὐτό...Λέει στό ᾎσμα ᾀσμάτων ἡ νύμφη γιά τόν Νυμφίο Χριστό: «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ. Φωνή ἀδελφιδοῦ μου κρούει ἐπί τήν θύραν» (ᾎσμα 5, 2). Ἡ νύμφη ἀγρυπνεῖ καί ὀνειρεύεται Αὐτόν. 
Ἄν καί κοιμᾶται, στρέφεται ἡ ψυχή της πρός Αὐτόν. Ἐκφράζει, ἔτσι, τήν ἀγάπη της καί τήν πλήρη ἀφοσίωσή της. 
Τόν ἔχει συνεχῶς στό νοῦ της, στήν καρδιά της, ἀκόμη καί στόν ὕπνο. Τόν λατρεύει. Καταλάβατε; Ἡ λατρεία νά γίνεται ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας. Τί θά πεῖ αὐτό; Ἡ μόνη σας ἔννοια νά εἶναι ὁ Θεός.Ὄχι ὅπως οἱ ἄλλες ἔννοιες. Αὐτή ἡ ἔννοια νά εἶναι διαφορετική. 
Εἶναι ἕνα εἴδος λατρείας πρός τόν Χριστό. Αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια πού θέλγει καί εὐχαριστεῖ. Δέν εἶναι κάτι πού γίνεται ἀγγάρια. Νιώθετε μιά εὐχαρίστηση καί ἡδονή πνευματική. Δέν εἶναι ὅπως τό μάθημα πού διαβάζει τό παιδί, γιά νά πάει στό σχολεῖο. Εἶναι ὅπως ὁ ἔρωτας μεταξύ δύο ἀνθρώπων ἀλλά ἀνώτερος πνευματικός»7.

Αὐτός ὁ θεῖος ἔρωτας κάνει τόν ἄνθρωπο νά εἶναι ἀνίκανος νά ἁμαρτήσει. Διότι ὅποιος ἀγαπάει τόν Θεόν «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ ὄλης τῆς καρδίας, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος»8 μένει ἐν Αὐτῷ, καί ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος: «πᾶς ὁ ἐν αὐτῷ μένων οὐχ ἁμαρτάνει»9. Αὐτός ἔχει γεννηθεῖ ἀπό τόν Θεό καί δέν μπορεῖ νά ἁμαρτήσει. «Πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Θεοῦ ἁμαρτίαν οὐ ποιεῖ, ὅτι σπέρμα Αὐτοῦ ἐν αὐτῷ μένει· καὶ οὐ δύναται ἁμαρτάνειν, ὅτι ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται»10.

Πολλοί ἀντιμετωπίζουν τό δίλημμα: Γάμος ἤ μοναχισμός; Ὅμως προορισμός τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ὁ γάμος οὔτε ἡ κατά Χριστόν ἀγαμία, ἀλλά ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό. Ὁ Γέροντας, πού ἦταν ἀληθινά ἐλεύθερος ἀπό ὅλες τίς κοσμικές «σταθερές»- προκαταλήψεις-στερεότυπα ἔλεγε, ὅτι δέν ὑπάρχουν μόνο δύο δρόμοι (γάμος ἤ μοναχισμός). Σώζεται καί ὁ ἄγαμος, μένοντας στό σπίτι του, ἀρκεῖ νά ἀγαπάει τόν Χριστό. Διηγεῖται πνευματικό του παιδί:

«Σ' ἕνα φίλο, πού ἀντιμετώπιζε δίλημμα γάμου ἤ παρθενίας, ὁ Γέροντας πρόσφερε πολλές προοπτικές σωτηρίας καί τόν ἀπάλλαξε ἀπό τό ἄγχος τοῦ διλήμματος, πρίν ἀκόμη διαλέξει ὁτιδήποτε, λέγοντάς του: «Μήν ταλαιπωρεῖσαι ἄδικα, καταπιέζοντας τόν ἑαυτό σου ν' ἀποφασίσεις τώρα νά διαλέξεις. Ἄφησε τόν ἑαυτό σου ἐλεύθερο ἀπό τή ἐπίμονη αὐτή σκέψη καί δῶσε ὅλη τήν προσοχή σου, πῶς νά ἀγαπήσεις τό Χριστό, πού σέ ἀγαπᾶ. Ὅλα τοῦ Χριστοῦ εἶναι, παρελθόν, παρόν, καί μέλλον μας, ὅπου φανερώνεται ἡ Πρόνοιά Του, μέχρι τήν τελευταία λεπτομέρεια τῆς ζωῆς μας. Μπορεῖ νά κάνεις οἰκογένεια, μπορεῖ νά πᾶς ὅπου σοῦ ἀρέσει νά ἀφιερωθεῖς. Μπορεῖ ὅμως καί νά μήν κάνεις τίποτε ἀπ' αὐτά, νά μείνεις στό σπίτι σου, ὅπως εἶσαι τώρα. Πάλι σώζεσαι, φτάνει ν' ἀγαπᾶς τό Χριστό. Ὁ Χριστός θά φέρει τή λύση πού σοῦ ταιριάζει περισσότερο, πού θά μιλήσει καθαρά στήν ψυχή σου. Μή στενοχωρεῖσαι. Καί τώρα ἐπάνω στό δρόμο τοῦ Χριστοῦ εἶσαι» 11. (Στό βιβλίο τοῦ Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στό Γέροντα Πορφύριο, Ἀθῆναι 1995, σελ. 367).

Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, εἶναι νά γίνει ὅ,τι καί ὁ Θεός, ἐκτός τῆς «κατ' οὐσίαν ταυτότητος»12 (ἄκτιστος, αἰώνιος, Θεός κατά Χάριν). Ἡ διδασκαλία τοῦ π. Πορφυρίου συστοιχεῖ μέ αὐτήν τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ἡ θέωσή μας, ἀπ’ αὐτήν τή ζωή- καί ὄχι μόνο στά ἔσχατα-προβάλλει ὡς ὁ σκοπός τῆς ὕπαρξής μας, στά ἑπόμενα λόγια τοῦ Γέροντα: «Ὁ Θεός ἐν τῇ ἀπείρῳ ἀγάπῃ Του μᾶς ἕνωσε πάλι μέ τήν Ἐκκλησία Του στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
 Μπαίνοντας στήν ἄκτιστη Ἐκκλησία, ἐρχόμαστε στόν Χριστό, μπαίνομε στό ἄκτιστον. Καλούμαστε, δηλαδή, κι ἐμεῖς οἱ πιστοί νά γίνομε ἄκτιστοι κατά χάριν, νά γίνομε μέτοχοι τῶν θείων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, νά μποῦμε μέσα στό μυστήριο τῆς θεότητος, νά ξεπεράσομε τό κοσμικό μας φρόνημα, νά ἀποθάνομε κατά “τόν παλαιόν ἄνθρωπον“ (Κολ. 3,9· Ρωμ. 6,6· Ἐφ. 4,22) καί νά γίνομε ἔνθεοι. 
Ὅταν ζοῦμε στήν Ἐκκλησία, ζοῦμε τόν Χριστό. Αὐτό εἶναι πολύ λεπτό θέμα, δέν μποροῦμε νά τό καταλάβομε. Μόνο τό Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νά μᾶς τό διδάξει»13.

Ἡ πραγματοποίηση τοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου τόν γεμίζει μέ τήν ἀληθινή ἡδονή. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό τότε ἔχει τήν μέγιστη ἡδονή. Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Γέρων: «Ὁ Θεός εἶναι τῶν τελείων ἡ ἀκρότης, τό ἄκρον ἀγαθόν. Τά ἔχει ὅλ' αὐτά ἡ ἕνωση μέ τόν Θεό. Μία πλήρης εὐχαρίστηση γίνεται μ' αὐτή τήν ἕνωση. Καμία ἄλλη ἡδονή δέν εἶναι πιό πάνω ἀπό ἐκείνη, πού δίδει ἡ ἕνωση μέ τόν Θεό. Γίνονται ὅλ' αὐτά μέ τή θεία βοήθεια»14.

Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε «δυνάμει» ἀθάνατος. Μπαίνοντας στήν Ἐκκλησία γίνεται «ἐνεργεία» ἀθάνατος, αἰώνιος. Ἔλεγε: «Ὅποιος μπαίνει στήν Ἐκκλησία, σώζεται, γίνεται αἰώνιος. Μία εἶναι ἡ ζωή, εἶναι ἀτελείωτη συνέχεια, δέν ἔχει τέλος, δέν ὑπάρχει θάνατος. Ὅποιος ἀκολουθεῖ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, δέν πεθαίνει ποτέ. Πεθαίνει κατά τήν σάρκα, κατά τά πάθη καί ἀξιώνεται νά ζεῖ ἀπ' τήν ἐδῶ ζωή μές στόν Παράδεισο, στήν Ἐκκλησία μας, καί κατόπιν στήν αἰωνιότητα. Μέ τόν Χριστό ὁ θάνατος γίνεται ἡ γέφυρα, πού θά τήν περάσομε σέ μιά στιγμή, γιά νά συνεχίσομε νά ζοῦμε ἐν τῷ ἀνεσπέρῳ φωτί»15.

Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἐλεύθερος. Πλάστηκε «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν» τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀπείρως ἐλευθέρου Θεοῦ. Γιαυτό ἔλεγε ὁ σεβαστός Γέρων: «Ὁ ἄνθρωπος ἐν τῇ ἐλευθερίᾳ τῆς βουλήσεώς του- δῶρο πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός καί τό διαστρέβλωσε- ἐνεργεῖ αὐτοβούλως»16.

Ἀπό τό πῶς ὁ ἄνθρωπος θά χρησιμοποιήσει αὐτήν τήν ἐλευθερία του, θά ἐξαρτηθῆ ἄν θά εἶναι στή ζωή ἤ στό θάνατο. Κόλαση εἶναι ἡ μή ἀγάπη. Ἔλεγε: «Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή, ἡ πηγή τῆς ζωῆς, ἡ πηγή τῆς χαρᾶς, ἡ πηγή τοῦ φωτός τοῦ ἀληθινοῦ, τό πᾶν. Ὅποιος ἀγαπάει τόν Χριστό καί τούς ἄλλους, αὐτός ζεῖ τή ζωή. Ζωή χωρίς Χριστό εἶναι θάνατος, εἶναι κόλαση, δέν εἶναι ζωή. Αὐτή εἶναι ἡ κόλαση, ἡ μή ἀγάπη. Ζωή εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἤ θά εἶσαι στή ζωή ἤ στό θάνατο. Ἀπό σένα ἐξαρτᾶται νά διαλέξεις»17.



____________________________________________________________________________


1 Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 193.

2 Ὅ. π. σελ. 194.

3 Ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος, Ε’ Ἔκδ. Ἀστήρ, Ἀθήνα, 1987, σελ. 106.

4 Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 206.

5 Ἀρχ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος, Ε’ Ἔκδ. Ἀστήρ, Ἀθήνα, 1987, σελ. 37.

6 Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 216.

7 Ὅ. π. σελ. 231- 233.

8Μρ. 12, 30.

9 Ἰω. Α΄ 3, 6.

10Ἰω. Α΄ 3, 9.

11 Γέροντος Πορφυρίου ἱερομονάχου, Ἀνθολόγιο συμβουλῶν, Α' ἔκδοση, 2002, σελ. 257.

12 ΤLGWork #001 22.36 to Work #001 22.46 (Ἁγίου Μαξίμου ὁμολογητοῦ), «Εἰ γὰρ αὐτὸς τῆς ἐπὶ τῷ ἀνθρωπισθῆναι μυστικῆς ἐνεργείας εἴληφε πέρας͵ κατὰ πάντα τρόπον χωρὶς μόνης ἁμαρτίας ἡμῖν ὁμοιωθεὶς καὶ εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς καταβάς͵ ἔνθα τὸν ἄνθρωπον ἀπεώσατο τῆς ἁμαρτίας ἡ τυραννίς͵ πάντως καὶ τῆς ἐπὶ τῷ θεωθῆναι τὸν ἄνθρωπον μυστικῆς ἐνεργείας λήψεται πέρας͵ κατὰ πάντα τρόπον͵ χωρὶς μόνης δηλονότι τῆς πρὸς αὐτὸν κατ΄ οὐσίαν ταυτότητος͵ ὁμοιώσας ἑαυτῷ τὸν ἄνθρωπον καὶ ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν ἀναβιβάσας͵ ἔνθα τὸ τῆς χάριτος φύσει μέγεθος ὑπάρχον προσκαλεῖται διὰ τὴν ἀπειρίαν τῆς ἀγαθότητος τὸν κάτω κείμενον ἄνθρωπον».

13 Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 194-5.

14 Ὅ. π. σελ. 346-347.

15 Ὅ. π. σελ. 199

16 Ὅ. π. σελ. 405-406.

17 Ὅ. π. σελ. 215.

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3.blogspot.com
Ἀπόσπασμα ἀπό τή μελέτη: Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Γέροντος Πορφυρίου τοῦ Ἁγιορείτου
Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσ. Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.

Είναι μεγάλο φυλακτό ο Σταυρός

Ας γίνεται το σημείο του Σταυρού
Με τα δάκτυλα επάνω στο μέτωπο
Και επάνω σε όλα, στα ψωμιά που τρώμε
Και στα ποτά που πίνουμε
Όπου μπαίνουμε και όπου βγαίνουμε
Πριν από τον ύπνο
Όταν είμαστε στο κρεβάτι και όταν σηκωνόμαστε
Όταν βαδίζουμε και όταν αναπαυόμαστε.
Είναι μεγάλο φυλακτό ο Σταυρός
Δίδεται δωρεάν στους φτωχούς, χωρίς κόπο στους ασθενείς
Και επειδή αυτή η Χάρη έρχεται από τον Θεό
Είναι σημάδι των πιστών και φόβος για τους δαίμονες.
Διότι τους κατανίκησε επάνω στον Σταυρό, σύροντας τους στην θριαμβευτική πομπή του.
Όταν λοιπόν, βλέπουν οι δαίμονες τον Σταυρό, θυμούνται τον Εσταυρωμένο
Φοβούνται Αυτόν που τσάκισε τα κεφάλια του δράκοντα.
Να μην περιφρονείς το σημείο του Σταυρού που το έχουμε δωρεάν
Αλλά ακριβώς γι΄ αυτό να τιμάς πιο πολύ τον ευεργέτη Χριστό.

Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων

πηγή /αντιγραφή

Της αρετής η στάσις, κακίας έστιν αρχή




«Της αρετής η στάσις, κακίας έστιν αρχή».Ιωαν. Κορναράκη, Ομοτ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών


     Πολλοί καλοπροαίρετοι χριστιανοί και ίσως πραγματικοί πνευματικοί αγωνιστές κυριαρχούνται συχνά από την αίσθηση μιας πνευματικής αυτάρκειας.

     Ίσως ο αστικοποιημένος τρόπος εκκλησιαστικής ζωής αλλά και άλλοι ασφαλώς παράγοντες, προσδιοριστικοί πάντως  του είδους και της ποιότητας της ατομικής πνευματικότητος και ευσέβειας, συντελούν συχνά σε μια αίσθηση ικανοποιητικού, κατά περίπτωση, τρόπου πνευματικής μας ζωής.

      Σκεπτόμαστε δηλ σε πολλές περιπτώσεις (ενσυνείδητα ή «λεληθότως»), ότι με τις πνευματικές μας προσπάθειες, που έχουμε ήδη καταβάλει, έχουμε προχωρήσει σε κάποιο ανώτερο επίπεδο πνευματικής ζωής. Εξάλλου η τάση να αντιλαμβανόμαστε την εικόνα του εαυτού μας σε σύγκριση με τους άλλους ανθρώπους, μας δίνει, επίσης συχνά την αίσθηση ενός βαθμού «υπεροχής»! Έτσι καταλήγουμε σε κάποιο είδος πνευματικής αυτοσυνειδησίας, το οποίο, όπως νομίζουμε, μας ταιριάζει «αναπαυτικά»! Μας ικανοποιεί στο βαθμό μιας αυτάρκειας αγωνιστικής!

     Το αποτέλεσμα τέτοιων ενδόμυχων σκέψεων και διαλογισμών ή αισθημάτων αντανακλά ένα στερεοποιημένο τύπο πνευματικής ζωής, με εσώτερο συναισθηματικό πυρήνα την αυτάρκεια. Σε μια τέτοια περίπτωση φαίνεται σαν να σταματήσαμε τον αγώνα μας σε κάποιο σημείο της πνευματικής μας πορείας. Σαν να κάναμε κάποια στάση διαρκείας, με το δικαίωμα που (δήθεν) μας δίνει η αίσθηση των πνευματικών αγώνων και κόπων, που έχουμε ήδη καταβάλει!

     Για μια τέτοια περίπτωση ακριβώς, ο άγιος Μάξιμος θα σημειώσει· «Της αρετής η στάσις κακίας εστίν αρχή». Αφορμή για τη διατύπωση της βασικής αυτής αξιωματικής αρχής της ορθοδόξου πνευματικότητας έδωσε στον άγιο Μάξιμο ερώτηση του μαθητού του αββά Θαλασσίου, σχετικά με μια απορία σε χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης.

      Η γραφική απορία του αββά Θαλασσίου ανεφέρετο στο Έξοδ. δ’ 25 εξ. όπου σημειώνεται ότι, πορευόμενος ο Μωϋσής προς τον Φαραώ, για να μεταφέρει τις εντολές του Θεού, σχετικά με την απελευθέρωση των Ισραηλιτών από τη δουλεία των Αιγυπτίων και ενώ ευρίσκετο σε κάποιο κατάλυμα, στο οποίο στάθμευσε για να αναπαυθεί από την κόπωση της πορείας, «άγγελος Κυρίου εζήτει αυτόν αποκτείναι».

      Η απορία του αββά Θαλασσίου είναι εύλογη· εφόσον ο Θεός απέστειλε τον Μωϋσή σε επιτέλεση έργου τόσο σπουδαίου, πώς «άγγελος Κυρίου» ζητούσε να τον φονεύσει μέσα στο κατάλυμα;

      Ο άγιος Μάξιμος, διά της μεθόδου της αναγωγής των ιστορικών γεγονότων σε σχήματα και διαδικασίες πνευματικής ζωής, «ως προκάλυμμα περιαιρών το γράμμα του πνεύματος», μας βοηθεί να κατανοήσουμε «νοεροίς όμμασιν» την «εν πνεύματι δύναμιν» της ιστορίας.

      Ο Μωϋσής, κατά τον άγιο Μάξιμο, είναι στην προκειμένη περίπτωση «ο νους»! Ο τελευταίος, εφόσον αγωνίζεται εναντίον των αισθητών και δημιουργεί ήθος ψυχικής καθαρότητας, όπως είναι «η παθών εστερημένη έξις», γίνεται επιδεκτικός μιας παιδαγωγίας εκ μέρους του Θεού, αποτέλεσμα της οποίας είναι η μετοχή του στη θεωρία των όντων. Σ’ αυτή την κατάσταση επιτρέπει ο Θεός στο νουν να μεταλάβει γνώσεως «κρυφίας τε και μυστικής, κατά το αφανές της καρδίας».

      Αλλά ο προικισμένος με τη χάρη αυτής της γνώσεως νους, «ως διατελών οπωσδήποτε εισέτι υπό την κυριαρχία της ανθρωπείας φύσεως», εφόσον δηλ. φορεί ακόμη σάρκα και ευρίσκεται «καθ’ οδόν» προς την απόκτηση της αρετής διά της εργασίας των εντολών, καλείται «να εξέλθη εκ της γης της Αιγύπτου», από τη δουλεία στη σάρκα και την αίσθηση.

       Κατά τον άγιο Μάξιμο, ο χαριτωθείς με την μετοχή του στη θεωρία των όντων νους είναι κάτοχος «των θείων νοημάτων», τα οποία, στην περίπτωση αυτή, είναι εγκλωβισμένα στον πηλό της σάρκας, «ανοήτως πονούμενα». Όπως οι Ισραηλίτες καταπονούνταν και ταλαιπωρούνταν, κάτω από τη δουλεία των Αιγυπτίων και αναζητούσαν την ελευθερία τους, έτσι και τα θεία αυτά νοήματα, βιούμενα υπό τη δεσποτεία της «υλικής συνθέσεως της υπάρξεως», τρόπον τινά, ταλαιπωρούνται και υποφέρουν, χωρίς νόημα λυτρωτικό.

      Για τον τελευταίο αυτό λόγο, ο νους καλείται να αγωνίζεται για την έξοδό του από τη δουλεία των παθών, με τη συνεργεία και βοήθεια πρώτον της σοφίας, που έχει αποκτήσει από τη γνώση της θεωρίας των όντων και δεύτερον «του εξ’ αυτής γεννηθέντος ευγενούς τρόπου τε και λογισμού, της κατά τον βίον σεμνής πολιτείας». Με αυτούς τους ορούς καλείται να βαδίσει την οδόν της αρετής «την μηδαμώς επιδεχομένην των εν αυτή βαδιζόντων στάσιν αλλ’ αεικίνητον και οξύν εχόντων κατά σκοπόν της ψυχής, προς το βραβείον της άνω κλήσεως τον δρόμον. Επειδή της αρετής η στάσις, κακίας εστίν αρχή…»!

      Στην ιστορική αφήγηση της στάσεως του Μωϋσή στο κατάλυμα, ως λόγος απειλής θανάτου του, εκ μέρους του αγγέλου του Θεού, προβάλλεται η ακροβυστία του υιού της Σεπφώρας, της γυναίκας του Μωϋσή. Ο τελευταίος, πριν  αναλάβει το έργο της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, είχε προσταχθεί από το Θεό «να καθαρθεί διά περιτομής». Αλλά στο κατάλυμα (κατά τη «στάση») «απέκτησε υιόν ακρό­βυστο».

     Αναγωγικά, δηλ. ως προς τον καθαρθέντα από τα πάθη νουν, ο λόγος της απειλής του με θάνατο, είναι η απόκτηση, κατά τη στάση του στην οδό των αρετών, εμπαθούς λογισμού («ακροβύστου υιού»).

     Ο νους, εφόσον σταματήσει, κατά την πορεία του στην οδό των αρετών, μοιραίως, (κατ’ αναπόφευκτο τρόπο) ελκύεται από τα εκατέρωθεν της οδού υλικά πράγματα και επομένως ασχολείται εμπαθώς με τα αισθητά. Στην περίπτωση αυτή «τον καθαρόν και διόλου (τελείως) περιτετμημένον τρόπον τε και λογισμόν της ευσεβούς διαγωγής», καθιστά ακρόβυστο (εμπαθή) και βέβηλο.

     Τότε ακριβώς ο λόγος (η δημιουργική αιτία του νου), ο οποίος παρακολουθεί και ελέγχει την πορεία του νου στην οδό των αρετών, ως «άγγελος κατά συνείδησιν», απειλεί θάνατο, για το γεγονός ότι «η κατ’ αρετήν στάσις» γίνεται αιτία αποκτήσεως εμπαθούς λογισμού.

     Είναι άξιο προσοχής το γεγονός ότι ως ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό της «στάσεως», κατά την πορεία του πνευματικού αγωνιστή, στην οδό των αρετών, ο άγιος Μάξιμος επισημαίνει την ανεπίγνωστη (ασυνείδητη) υποκλοπή του νου από τους εμπαθείς λογισμούς.

     Η στάση, ενώ μερικές φορές  κατανοείται εύλογα ως ανάπαυση από τους κόπους των πνευματικών αγώνων και ως αναγκαία αναψυχή για την περαιτέρω συνέχιση των αγώνων αυτών, εντούτοις, κατά την πατερική αντίληψη, έχει πάντοτε τον κίνδυνο της επιστροφής στην αιχμαλωσία των εμπαθών λογισμών.

     Ο κίνδυνος αυτός είναι συχνά θανάσιμος, επειδή ακριβώς «λεληθότως» διολισθαίνει ο πνευματικός αγωνιστής στο «κατά διάνοιαν πάθος», κατά την στάση της αρετής. Η εμφατική χρησιμοποίηση από τον άγιο Μάξιμο δύο φορές του επιρρήματος «λεληθότως», για την επισήμανση της ανύποπτης αυτής επιστροφής στην κυριαρχία εμπαθών λογισμών, ύστερα από κάποιες πνευματικές κατακτήσεις στην περιοχή της ψυχικής καθαρότητας, υπογραμμίζει την ανάγκη της εγρηγόρσεως και της νήψεως, ως υπέρβαση ασυνείδητων παθογόνων ενδοψυχικών διεργασιών, που απειλούν άμεσα τον αναπαυόμενο στις πνευματικές δάφνες του…πνευματικό αγωνιστή!
πηγή

ΠΡΟΦΑΣΕΙΣ Α­ΠΙ­ΣΤΙΑΣ





ΠΡΟΦΑΣΕΙΣ  Α­ΠΙ­ΣΤΙΑΣ



«Τον μη βουλόμενον πιστεύσαι 

τις κύριος αναγκάσαι;»[1]

(Ιω. Χρυσόστομος).


Πολύ ορθά ειπώθηκε πως ο άνθρωπος ευκολότερα μπορεί να κου­ραστεί αμαρτάνοντας, παρά να βρίσκει δικαιολογίες (βλ. μηχανι­σμό εκλογίκευσης), που με αυτές νομίζει ότι ελαφρώνει τα αμαρτή­ματά του. Η πρώτη λέξη, που βγήκε από το στόμα των πρώτων αμαρ­τωλών ―Αδάμ και Εύας― μετά την αμαρτία, ήταν λέξη πρόφασης και δικαιολογίας. Κανένας άνθρωπος δεν βρίσκεται στον κόσμο, που να μην προφασίζεται για τις αμαρτίες του (εκτός των λιγοστών εξαι­ρέσεων αγίων μορφών). Μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες, όποτε εισέρχεται ο λόγος τού Θεού στην καρδιά μας, και μας ξυπνά τον έλεγχο της συνείδησης, καθη­συχάζουμε την ταραχή της με τις προφάσεις. Ο Ιησούς πάντοτε μας προ­σκαλεί: «έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμά έτσι πάντα»[2]. Και μείς απαντούμε: Ναι, Κύ­ριε, θέλουμε και επι­θυμούμε να έλθουμε σε Σένα τον φιλάνθρωπο Πατέρα και Θεό μας, και να αξιωθούμε των επουρανίων Σου δωρεών, αλλ’ η ασθένεια της σάρκας, η ματαιότητα του κόσμου και οι πειρασμοί τού διαβόλου μάς εμποδίζουν από το άγιό Σου θέλημα. 


Για να αποδεί­ξουμε όμως ότι όλα αυτά και αναρίθμητα άλλα, όπως λ.χ. τής Παραβο­λής τού μεγάλου δείπνου[3], δεν είναι ανίκητα εμπόδια, αλλά γυμνές προφά­σεις, δεν θα προβάλουμε ούτε το αναρίθμητο πλήθος των Αγίων ―ανδρών και γυναικών―, ούτε την αυτεξούσια δύναμη του ανθρώπου, ούτε την ενέργεια της Θείας Χάρης, που, όταν εμείς και μόνο αληθινά θελή­σουμε, διαλύει κάθε δυσκολία, αλλά θα προτείνουμε μόνο το εξής παράδειγμα: Αν κάποιος Υπουργός, γνωστός καλλιτέχνης, ή γενικά διά­σημο πρόσωπο μάς προσκαλούσε στην οικία του, υποσχόμενός μας υψη­λές θέσεις, δημοσιότητα, αξιώματα και γενικά συμμετοχή στην εξουσία, θα τον απο­φεύγαμε, προβάλλοντας ως δικαιολογία αδυναμίες, εμπόδια, πειρα­σμούς ή οτιδήποτε άλλο; Τουλάχιστον οι περισσότεροι θα επέκρι­ναν όσους θα μεταχειρίζονταν διάφορα τέτοια προσχήματα, χάνοντας μία τέτοια ευκαιρία: «Λέγω γαρ υμίν ότι ου­δείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου»[4]. Στον Θεό δεν «χωράει» ούτε ευλο­γοφανής, ούτε παράλογη πρόφαση. Οι προφάσεις γι’ Αυτόν δεν εί­ναι δικαιολογίες, αλλά πονηρολογίες. «Μη εκκλίνης την καρδίαν μου εις λόγους πονηρίας του προφασίζεσθαι προφάσεις εν αμαρτίαις»[5], ικέτευε ο προφητάναξ Δαυίδ. Όσο ισχυρά και αν είναι τα περιστατικά, που μας παρέσυραν στην αμαρτία, πά­ντως την τελευταία λέξη τη λέει η δική μας θέληση.
Οι προφάσεις προέρχονται πάντα από Χριστιανούς, που δεν γεύ­τηκαν τη γλυκύτητα της Θείας Χάρης και δεν εκτίμησαν την αξία τής χριστιανικής ζωής. Επειδή βλέπουν ότι η πνευματική εργασία είναι κο­πιαστική, προτι­μούν τον εύκολο και άνετο βίο. Βαδίζουν προς την Ημέρα τής Κρί­σεως, βασισμένοι πάνω σε αστήρικτες και μάταιες δικαιολογίες. Από τους ανθρώπους αυτούς λείπει η αγάπη προς τον Δημιουργό και Πα­ντοδύναμο Θεό για τις αμέτρητες δωρεές Του, γιατί «μεμισήκασι και εμέ και τον πατέρα μου»[6], όπως βεβαιώνει ο Κύριος, αφού «ο μη αγα­πών με τους λόγους μου ου τηρεί»[7]. Αλλά, δυστυχώς, υπάρχουν άνθρω­ποι, που και το μυστήριο ακόμα τής ιεράς Εξομολογήσεως μολύνουν πάλι με τις προφάσεις τους, νομίζοντας ότι, αφού ξεγέλασαν έτσι τον Πνευματικό ιερέα, θα παραπλανήσουν και…τον Θεό! 


Οι προφάσεις ταιριάζουν στους «πονηρούς και οκνηρούς δού­λους»[8] τής Ευαγγελικής παραβολής και στους εγωιστές, που, σε τε­λική ανά­λυση, αποδείχνονται μωροί και αλόγιστοι, αφού α) αντιφά­σκουν με τον εαυτόν τους, κατά το παράδειγμα του οκνηρού δούλου, γνωρίζοντας και αυτοί, όπως και εκείνος ότι «σκληρός ει άνθρωπος, θερίζων όπου ουκ έσπειρας και συνάγων όθεν ου διεσκόρπισας»[9] και όμως εξακολουθώντας να αδρανούν εντελώς, και β) επειδή πάλι γνω­ρίζουν τη Δικαιοσύνη και Παντογνωσία τού Θεού, που θα τους απο­στομώσει κατά τη Δευτέρα Πα­ρουσία Του ως αδέκαστος Κριτής.
Tι πρόσχημα, αλήθεια, ή ποια δικαιολογία μπορεί να προβάλλει ένας ασθενής και ετοιμοθάνατος, όταν ο γιατρός τού παρέχει ασφαλή και πλήρη θεραπεία, και όμως εκείνος αρνείται να τη δεχτεί; Και ως γνω­στό, ο μακράν τού Θεού άνθρωπος είναι όχι μόνο ετοιμοθάνατος αλλ’ ήδη νεκρός ―πνευματικά― για τον Θεό[10].



[1] Ιω. Χρυσ., Εις Β’ Κορ.MPG 61, 418.
[2] Λουκ. 14, 17.
[3] Λουκά 14, 16-20.
[4] Λουκ. 14, 24.
[5] Ψαλμ. 140, 4.
[6] Ιω. 15, 24.
[7] Ιω. 14, 24.
[8] Ματθ. 25, 26.
[9] Ματθ. 25, 24.
[10] Λουκ. 9, 60.

Σπυρίδων  K. Τσιτσίγκος, MADDPhD
Δρ. Θεολογίας  &  Δρ. Ψυχολογίας
Blog : iorthodoxitheologia.blogspot.com

Τριαντατρεῖς Εὐχὲς γιὰ τὸ τριαντατριάρι κομποσχοίνι



Ὀρθόδοξε Χριστιανέ, Νέε καὶ Νέα!...
Πρωὶ καὶ βράδυ βγάζε τὸ κομποσχοινάκι ἀπὸ τὸ χέρι σου καὶ κάμε στὸν κάθε κόμπο μιὰ ἀπὸ τὶς παρακάτω προσευχές:

01. Μνήσθητι Κύριε ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου.

02. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὴν Ἐκκλησία μας καὶ τὴν Ὀρθοδοξία μας.

03. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὸν Ἐπίσκοπό μας καὶ τὴν συνοδεία αὐτοῦ.

04. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς ἁπανταχοῦ γῆς Ὀρθοδόξους κληρικοὺς καὶ λαϊκούς...

05. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὸν Πνευματικό μας Πατέρα καὶ τὴν συνοδεία αὐτοῦ.

06. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὸν Ἑλληνικὸ Στρατὸ καὶ τὰ Σώματα Ἀσφαλείας.

07. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς ἄρχοντες τοῦ ἔθνους μας.

08. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς μισοῦντας, ἀγαπῶντας καὶ προσευχομένους ὑπὲρ ἡμῶν.

09. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς γονεῖς, ἀναδόχους καὶ διδασκάλους μας.

10. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς κατὰ σάρκα καὶ κατὰ πνεῦμα ἀδελφοὺς καὶ συγγενεῖς μας.

11. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὰ γηρατειὰ καὶ τοὺς μοναχικοὺς ἀνθρώπους.

12. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὰ Βρέφη, τοὺς ἀπροστάτευτους καὶ ἀδυνάτους.

13. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὴν μαθητιώσα νεολαία μας.

14. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς ἔφηβους νέους καὶ νεανίδες μας.

15. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς ναρκομανεῖς, ἀλκοολικοὺς καὶ καπνίζοντες.

16. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὰς συζυγίας τῶν Ὀρθοδόξων οἰκογενειῶν.

17. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὶς κυοφοροῦσες ἀδελφές μας.

18. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά.

19. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς ἐν διαστάσει συζύγους καὶ πειραζομένους ἀδελφοὺς καὶ ἀδελφές μας.

20. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς ἀσθενεῖς, ψυχῆς καὶ σώματος.

21. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς ἐλεοῦντας καὶ ἐργαζομένους τῶν Ἱερῶν Μονῶν καὶ Ἐνοριῶν.

22. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς εὐλαβεῖς προσκυνητὰς τῶν Ἱερῶν Μονῶν καὶ Ἐκκλησιῶν.

23. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς πλέοντας, ὁδοιποροῦντας, ἱπταμένους, αἰχμαλώτους καὶ ἀπελπισμένους.

24. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς πενθοῦντας καὶ θλιμένους ἀδελφούς μας.

25. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς δικαστὰς καὶ πολιτικούς.

26. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησε τοὺς πλανεμένους καὶ βλασφημοῦντας τὴν Ὀρθοδοξία μας.

27. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησέ μας καὶ δώρησε καιρὸν εἰρηνικόν.

28. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ φύλαξέ μας ἀπὸ ἀσθένεια, ὀργή, κίνδυνο καὶ φώτιζε τοὺς γιατροὺς καὶ νοσοκόμους.

29. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ φύλαξέ μας ἀπὸ πείνα, ἀνάγκη καὶ δυστυχία.

30. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ φύλαξέ μας ἀπὸ καύσωνα, φωτιὰ καὶ σεισμό.

31. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ φύλαξέ μας ἀπὸ κατακλυσμό, καταποντισμὸ καὶ παγετό.

32. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἀνάπαυσε καὶ τὶς ψυχὲς τῶν πατέρων, μητέρων, ἀδελφῶν, συγγενῶν, πάπων πρὸ πάπων.

33. Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν.

(Κάνε καὶ μιὰ μετάνοια μὲ Σταυρὸ στὸ τέλος).
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προτρέπει στὴν Α´ πρὸς Θεσσσαλονικεῖς, ε´ 17: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε· τοῦτο γὰρ θέλημα Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς ὑμᾶς».

Εὔχεσθε, 

Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου καὶ
Ἁγίων Νεομαρτύρων Γυναικῶν Ἀκυλίνης, Κυράννης καὶ Ἀργυρῆς
Γαλήνη Ὄσσης Λαγκαδᾶ

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...