Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 12, 2012

Θαύματα του Αγίου Σπυρίδωνα κατά τον 19ο και 20ο αιώνα!



O Ιωάννης Πάλλιος, μονάκριβος γιος του Σπυρίδωνος καί της Αικατερίνης Ζ. Βρίκου,Όρθοδόξων Ελλήνων εγκατεστημέ­νων από χρόνια στην πόλη της μεσημβρι­νής Ιταλίας Βαρλέττα, στις αρχές Νοεμβρίου του 1861 και σε ηλικία οκτώ χρόνων, προσεβλή­θη από βαρύτατο τυφοειδή πυρετό και πήγαινε διαρκώς στο χειρότερο επί δεκαεπτά ήμερες παρ'oλα τα μέσα της ιατρικής. Το πρωί της 17ης μέρας το παιδί ήταν πολύ βαριά. Ή όψη του έδειχνε «ιπποκρατική» σύμφωνα με την ιατρική ορολογία, οι σφυγμοί νηματώδεις και σχεδόν σβησμένοι, τα άκρα ακίνητα και παγωμένα, ή φωνή ανύπαρκτη και ή αναπνοή ρογχώδης. Γενικά ή κατάσταση του παρουσίαζε όλα τα σημάδια του ετοιμοθάνατου. 
Γι' αυτό ή μητέρα του, που σ' όλο το διάστημα της αρρώστιας δεν έπαψε να κλαίει και να ικετεύει γονατιστή τον άγιο Σπυρίδωνα, την τρομερή εκείνη στιγμή πολλαπλασίασε τους θρήνους και τις δεήσεις της και ξαφνικά σαν να την παρακινούσε θεία έμπνευση φώναξε: «Θέλω να γίνει αμέσως τηλεγράφημα στους συγγενείς μου στην Κέρκυρα, ν' ανοίξουν τον άγιο και να κάμουν παράκληση για το Γιαννάκη μου. Ό άγιος βέβαια με τη μεσιτεία του προς το Θεό θα μου τον σώσει και θα μου τον χαρίσει, γιατί τον παρεκάλεσα και τον παρακαλώ μ' όλη την ψυχή και την καρδιά μου». Το τηλεγράφημα έγινε αμέσως και -ω του θαύματος!- κατά τις 11 το πρωί, τότε πού ανοίχθηκε ή λάρνακα του αγίου και έγινε ή παράκληση, ενώ το παίδι βρισκόταν στην ίδια και χειρότερη από το πρωί κατάσταση, ξαφνικά το έπιασε μια σπασμωδική κίνηση όλου του σώματος. Οι έκεϊ παρόντες γιατροί το θεώρησαν αυτό σαν την τελευταία απόπειρα ζωής. Άλλα στην πραγματικότητα ήταν ή αποτίναξη και το διώξιμο της θανατηφόρας αρρώστιας, χάρη στη μεσιτεία του αγίου προς το Θεό. Γιατί μετά άπο λίγο πέρασαν οι σπασμοί και ακολούθησαν άφθονοι ιδρώτες. Ό νέος άνοιξε αμέσως τα μάτια-τόυ,ανέλαβε και όψη και σφυγμούς και γενικά όλα τα σημεία της ζωής, ώστε όλοι, και οι γιατροί ακόμη, θαύμασαν και φώναξαν: «Πραγματικά έγινε θαύμα. Θαυμαστός ό Θεός εν τόϊς Άγίοις Αύτοϋ».
Μετά από αυτό άρχισε ή ανάρρωση, που προχωρούσε όμως κάπως αργά. Το παιδί έμενε ακόμη άφωνο και αυτό προξενούσε κάποια λύπη στους γονείς του. Άλλα ολοκληρώθηκε και ή ανάρρωση. Με τις πρεσβείες του αγίου και θαυματουργού Σπυρίδωνος, στις 11 Δεκεμβρίου, την παραμονή της γιορτής του, λύθηκε και ή γλώσσα του νέου και μίλησε. "Ετσι αποκαταστάθηκε εντελώς ή υγεία του, ώστε να δοξάζεται ό Θεός και ό πιστός Του υπηρέτης και θαυματουργός Σπυρίδων.
Το επόμενο θαϋμα διηγήθηκε ό μαθητής της Αστυνομικής Σχολής Κερκύρας Χρήστος Διαμαντούδης του Θεοχάρη, όπως το έζησε ό ίδιος. Το διηγήθηκε στην Ί. Μητρόπολη Κερκύρας και ήταν παρόντες ό Χαράλαμπος Κομνηνός του Βασιλείου, Αρχιφύλακας της Αστυνομίας Πόλεων, από τους Καββαδάδες Κερκύρας και ό Χρήστος Ί. Τσάτσαρης, μαθητής της Αστυνομικής Σχολής. Το επιβεβαίωσαν δε αυτόπτες μάρτυρες, μαθητές της Σχολής. Υπάρχει επίσης Πρακτικό της άφηγήσεως με τις υπογραφές των αυτόπτων μαρτύρων και του Χρ. Διαμαντούδη, με χρονολογία 14 Φεβρουαρίου 1935- Οι υπογραφές βεβαιώνονται με τη σφραγίδα της Σχολής και την υπογραφή του Διοικητού της Γ. Παπαδημητρίου.
Ημερομηνία 23 Φεβρουαρίου 1935. Το θαϋμα έχει ως εξής:
Στίς 12 Φεβρουαρίου 1935 ό μαθητής της Αστυνομικής Σχολής Κερκύρας Χρήστος Διαμα-ντούδης του Θεοχάρη από την Αρναία της Χαλκιδικής βρισκόταν στο μικρό καφενείο του Σπυρίδωνος Τριβυζά του Μαρίνου, κοντά στη Σχολή. Μαζί του ήταν οι μαθητές της ίδιας Σχολής Παναγιώτης Σκυλακάκης του Μιχαήλ, Σπυρίδων Καλούδης του Αλεξίου και Αριστείδης Γεωργακόπουλος του Γεωργίου. "Ολοι άκουγαν τον καφεπώλη Σπυρίδωνα Τριβυζά να διηγείται θαύματα του αγίου. Ό μαθητής Χρ. Διαμαντούδης έδειξε με όλη του τη στάση απιστία στα θαύματα που άκουγε και άνευλάβεια προς τον άγιο Σπυρίδωνα. Αμέσως όμως ένιωσε τις δυνάμεις του να παραλύουν και μια εσωτερική ταραχή τον έκανε να κινείται σπασμωδικά. Την ϊδια στιγμή ακούστηκαν στην πόρτα δυο δυνατά κτυπήματα, σαν νά'ριχνε κανείς πέτρες. Ό Χρήστος Διαμαντούδης ταραγμένος σηκώθηκε και- μπήκε στη Σχολή. Έγινε αμέσως αστυνομική ερευνά για την προέλευση των δύο κτύπων της πόρτας, αλλά δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί τίποτε. Πέτρες δεν υπήρχαν, άφοϋ δεν είχαν πέσει. Έτσι διαπιστώθηκε ότι τα κτυπήματα δεν προήλθαν από ανθρώπινο χέρι.




Ή συζήτηση, πού είχε διακοπεί, συνεχίστηκε μετά την αναχώρηση του Διαμαντούδη. Άκού

στηκαν πολλά υπέρ και κατά της αλήθειας του γεγονότος. Ό Διαμαντούδης στο μεταξύ πάνω στην ταραχή του άρχισε να περιφέρεται στο διάδρομο της Σχολής, ενώ ήταν ώρα μελέτης. Όαρχιφύλακας Χαραλάμπης Κομνηνός, πού τον συνάντησε, του έκαμε παρατήρηση γιατί αύτη την ώρα περιφερόταν στο διάδρομο. Ό Διαμαντούδης τότε του εξιστόρησε όσα έγιναν. Ό αρ­χιφύλακας μόλις άκουσε τα συμβάντα τον συμ­βούλεψε να μετανοήσει και να ζητήσει συγνώμη από τον άγιο. Ό Διαμαντούδης πέρασε άσχημα, με ανησυχία και ταραχή όλη τη νύχτα, γιατί κα­τά διαλείμματα άκουγε τους ίδιους χτύπους και δεν μπόρεσε καθόλου να κλείσει τα μάτια τουκαι να κοιμηθεί. Με ανησυχία πέρασε και το πρωινό της άλλης μέρας, 13ης Φεβρουαρίου. Άμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην πίστη και τηναπιστία, την ευλάβεια και την άνευλάβεια. Ό συμμαθητής και φίλος του Χρήστος Ί. Τσάτσαρης τον συμβούλεψε να πάει στην εκκλησία του αγίου Σπυρίδωνος, ν' ασπαστεί τη λάρνακα του αγίου, ν' ανάψει λαμπάδα και να ζητήσει συγ­γνώμη, τον συνόδεψε δε και ό 'ίδιος. Μόλις όμως μπήκαν στη θύρα του διαμερίσματος, οπού είναιή λάρνακα με το ιερό λείψανο του αγίου, ό Διαμαντούδης αισθάνθηκε κάποια ισχυρή αόρατη δύναμη να τον σπρώχνει προς τα έξω και ανα­γκάστηκε να ακουμπήσει, φοβισμένος στη θύρα. Ό συμμαθητής του Χρήστος Τσάτσαρης πού τον συνόδευε με ολοφάνερο ευλαβικό φόβο, τον παρακίνησε να προχωρήσει και ν'ασπαστεί τη λάρνακα πού περιέχει το ιερό του αγίου λείψα­νο. Άλλ' αυτό στάθηκε αδύνατο. Τότε ό ιερεύςτου ναού Κωνσταντίνος Σκαφιδάς, πού αντιλή­φθηκε τί γινόταν, έκρατησε τον Διαμαντούδη α­πό το χέρι,τον οδήγησε κοντά στην ιερή του α­γίου λάρνακα και έψαλλε παράκληση για να ξα­ναβρεί την υγεία του ό κατατρομαγμένος ασθε­νής μαθητής. Κατά την ώρα της δεήσεως ό μα­θητής Χρ. Διαμαντούδης αισθανόταν να βγαίνει από τη λάρνακα του ίερού λειψάνου μια αόρα­τη δύναμη, σαν ηλεκτρικό ρεύμα, πού περιέτρεχε το σώμα του και τον ζέσταινε. Συγχρόνως, ό­πως έπειτα διηγήθηκε ό ίδιος, άκουγε κρότο α­πό το εσωτερικό της λάρνακος. Κατά το διά­στημα της επόμενης νύχτας ό Διαμαντούδης ή­ταν κάπως ήσυχος. Τις πρωινές περίπου ώρεςαποκοιμήθηκε και είδε στον ύπνο του τον άγιο Σπυρίδωνα ασπρομάλλη να τον κοιτάζει με ιλα­ρότητα. Το άλλο πρωί με ειλικρινή μετάνοια και ευλάβεια πήγε και πάλι στο ναό και προσκύνη­σε τα πόδια του αγίου ζητώντας συγχώρηση. Ή υγεία του αποκαταστάθηκε εντελώς, χωρίς τη μεσολάβηση γιατρών, και συνέχισε να φοιτά στη Σχολή δοξάζοντας το Θεό και ευγνωμονώ­ντας τον άγιο για τη σωματική και ψυχική σω­τηρία του.-

γιά το εκπληκτικό θαύμα που ακολουθεί έ­γραψε ή εφημερίδα «Κέρκυρα» στις 14 Σεπτεμβρίου 1937, χωρίς να αναφέρει ήμερομηνία κατά την οποία έγινε το θαϋμα. Το καλοκαίρι του 1937 είχε πάει από την Τεργέστη στο Μάριεμπαντ της Αυστρίας, όπου και παρα­θέριζε, ή οικογένεια Άφεντούλη, πρώην πολιτευτού της Θεσσαλίας. "Εμενε δε σ' ένα από τα με­γάλα ξενοδοχεία της πόλης, περιφραγμένο με κάγκελα. Μια μέρα (τέλος Ιουλίου ϊσως, ή τον Αύγουστο), ό μικρός γιος τους, δεκαετής περί­που, ζήτησε άδεια από τη μητέρα του να πάει σ'ένα κοντινό ζαχαροπλαστείο μ'ένα συνομήλι­κο του. Μόλις βγήκε τρέχοντας από την καγκελόπορτα, βρέθηκε μπροστά σ'ενα αυτοκίνητο που έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα. Το αυτοκίνητο τον ανέτρεψε, πέρασε από πάνω του και χάθηκε. Ό μικρός έμεινε αναίσθητος στο δρόμο. "Ε­νας διαβάτης τον βρήκε και τον μετέφερε στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Σύμφωνα με τη διά­γνωση των γιατρών είχε πάθει κάταγμα του με­τωπιαίου όστοϋ με έκχυση εγκεφαλικής ουσίας. Φώναξαν αμέσως τους γονείς και τους ανακοί­νωσαν ότι το κάταγμα ήταν πάρα πολύ σοβαρό και ή κατάσταση του παιδιού απελπιστική. Οι γονείς κάλεσαν αμέσως τους πιο διακεκριμέ­νους κρανιολόγους του Βερολίνου, της Βιέννης και των Παρισίων, και ήρθαν αυθημερόν αερο­πορικώς. Ή διάγνωση τους όμως ήταν ή ίδια, δ­τι ή κατάσταση του παιδιού ήταν απελπιστική. Βρισκόταν τότε εκεί και ή μητέρα της γυναί­κας του Άφεντούλη Μαρία, σύζυγος του Κερκυ­ραίου Σπυρίδωνος Μάρμορα. Μόλις ακούσε ότι ή επιστήμη δεν μπορεί να θεραπεύσει το μικρό εγγονό της, λυπήθηκε υπερβολικά. Ξαφνικά θυ­μήθηκε τον άγιο Σπυρίδωνα και μάλιστα έλεγε πώς τη διαβεβαίωνε ότι θα θεραπευτεί το παιδί. Αμέσως μ'αύτό το συναίσθημα τηλεγράφησε στην πεθερά της στην Κέρκυρα ν'άνοιχτεί ή λά­ρνακα του αγίου και να ψάλει δέηση. Έτσι κι έ­γινε. Το ίδιο απόγευμα και κατά την ώρα της παρακλήσεως -θαϋμα παράδοξο!- ό μικρός Άφεντούλης, αν και ήταν σε αφασία και ετοιμο­θάνατος, άνοιξε τα μάτια του, είδε τη μητέρα του, της ψιθύρισε λίγες λέξεις και της άπλωσε τα χέρια του. Οι γιατροί πού τον παρακολου­θούσαν έμειναν κατάπληκτοι. Δεν πίστευαν στα μάτια τους. Γιατί είχαν αναγνωρίσει την αδυνα­μία της επιστήμης να επέμβει και ότι μόνο με θαύμα θα ήταν δυνατή ή θεραπεία του παιδιού. Πραγματικά. Ή κατάσταση του από κείνη τηστιγμή διαρκώς καλυτέρευε και χωρίς επέμβα­ση της επιστήμης θεραπεύτηκε, χάρη στη θαυ­ματουργική επέμβαση του αγίου Σπυρίδωνος. 

Τό θαύμα πού ακολουθεί έγινε στις 11 Αύγουστου 1946, κατά το τέλος της λιτανείας του ίερού λειψάνου του αγίου. Το μεταφέρουμε όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Άγιοι Ιάσων και Σωσίπατρος». «Ή αληθινή και γνήσια πίστις είναι προσόν και γνώρισμα καρδίας, ή οποία απαραιτήτως σέβεται και εύλαβείται τον Θεόν, υπακούουσα δε εις τον Νόμον Του αγωνίζεται εναντίον των πειρασμών και των δοκιμασιών δια να μη διαφθαρη και διαστραφή, δια να διατήρηση την ή-θικήν της έλευθερίαν από την δουλείαν της αμαρτίας και να συμμορφώνεται με το θεϊον θέλημα. Τοιαύτη πίστις αληθινή και γνήσια, θερμή και σταθερά, ήτο εδραιωμένη και εις την καρδίαν της Αικατερίνης συζύγου Βασιλείου Υφαντή εξ Ιωαννίνων, οδός Καβάσιλα 16. Και ή πίστις αυτή δια της χάριτος του αγίου Σπυρίδωνος εκ της παντοδυναμίας του Θεοϋ έθαυματούργησε προχθές την 11ην Αυγούστου, κατά την Λιτανείαν του ιερού λειψάνου του αγίου, και απέδωσε εις την γυναίκα αυτήν την όμιλίαν και την κίνησιν εις το παράλυτο πόδι της, τάς οποίας είχε χάσει προ πολλών ετών και τάς οποίας οι ιατροί, εις τους οποίους κατέφυγε, δεν ημπόρεσαν έπι τόσα έτη να της αποδώσουν. Ας άφήσωμεν όμως να όμιλήση ή ιδία ή θεραπευθεΐσα Αικατερίνη Υφαντή την 11ην Αυγούστου, ότε έγινε το θαΰμα. «Πρό οκτώ έτών, -διηγείται ή ίδια ή γυναίκα πού έθεραπεύθη, έπιβεβαιούν δε ό άνδρας της και άλλοι γνωστοί της από τα Ιωάννινα- έπαθα συμφόρησιν, από την οποίαν έχασα την όμιλίαν μου και μου παρέλυσε το δεξί χέρι, έπειτα δε από τέσσαρα χρόνια έπαθα πάλιν και άλλην συμφόρησιν από την οποίαν μου παρέλυσεν και το δεξί πόδι. Επί οκτώ χρόνια δεν ημπορούσα να ομιλήσω. Με πολύν κόπον και μεγάλην άγωνίαν κατόρθωνα μερικές φορές να προφέρω καμμίαν λέξιν, πού μόλις ήκούετο, και έπειτα από πολλήν ώραν πάλιν με μεγάλην στενοχώριαν κατώρθωνα να προφέρω καμμίαν άλλην, ή ο­ποία όμως δεν είχε καμμίαν σειράν με την πρώτην λέξιν, και δι' αυτό δεν ημπορούσε κανείς να καταλάβη τίποτε. Συνεννοούμην μόνον με νεύ­ματα. Μετά την δευτέραν δε συμφόρησιν έμενα συνεχώς παράλυτος εις το κρεββάτι, ακόμη και δια τάς σωματικάς μου άνάγκας, η με μετέφε­ραν με την κουβέρταν. Επήγα εις τους ιατρούς, οί όποιοι όμως με άπήλπισαν ότι δεν θεραπεύο­μαι. Και τότε πλέον βασανισμένη και απελπι­σμένη από τους ιατρούς έγύρισα εις τον Θεόν και εις αυτόν έστήριξα τάς ελπίδας μου. Τον δο­ξάζω δε και τον προσκυνώ πού μ' έλυπήθηκε. Μίαν ήμέραν αναστέναξα δυνατά, σαν να έφώναξα, και με πολλήν στενοχώρια έπρόφερα τάς λέξεις 'αγίος Σπυρίδων' έμεινα δε πάλιν αμίλη­τη όπως και πρώτα. Ό άνδρας μου πού ήτο κο­ντά και με άκουσε, έκατάλαβε ότι του έζητούσα να με φέρη να προσκυνήσω το λείψανο του αγί­ου καί, χωρίς να διστάση καθόλου, πρόθυμα μου ύπεσχέθη να ικανοποίηση την έπιθυμίαν μου. Πράγματι δε την 10ην Αυγούστου, παραμονήν της Λιτανείας, με έβαλαν με τον υίόν μου εις μίαν κουβέρταν και με μετέφεραν είς το αύτοκίνητον με το όποιον κατεβήκαμε είς Ήγουμενίτσαν, έκεί δε πάλιν με την κουβέρταν με μετέφεραν είς την βενζίναν, και το ίδιο πάλιν εδώ είς την Κέρκυραν από κάτω από το λιμάνι μέχρι εδώ είς την έκκλησίαν, πού με έφεραν χθες το απόγευμα. Από χθες το απόγευμα μέχρι σήμερα το πρωί έμεινα ξαπλωμένη κάτω εις τις πλάκες της Εκκλησίας, και άπ'αύτήν την θέσιν παρηκολούθησα τον έσπερινόν χθες το βράδυ και την Λειτουργίαν σήμερα το πρωί. Είς το Κοινωνικόν μάλιστα τους έκαμα νόημα και με επήραν βαστακτά και έκοινώνησα. Την Λιτανείαν την παρηκολούθησα είς την αρχήν όπως έβγαινε από την έκκλησίαν άπ' εδώ έξω πού είναι τα κάγκελα, όπου με επήραν ό άνδρας μου με τον υίόν μου. Από την στιγμήν δε πού άντίκρυσα τον άγιον έκλαια από συγκίνησιν και έπροσπαθοϋσα να ομιλήσω και να τον παρακαλέσω να με λυπηθή, αλλά παρ' ολην την προσπάθειαν δεν το κατωρ-θωνα. Όταν έπλησίαζε να τελείωση ή Λιτανεία και οι μουσικές ήκούοντο που έγύριζαν, έκαμα νόημα του ανδρός μου να με βάλη εμπρός εις τα σκαλιά του Πρεσβυτερίου άπ'όπου θα έπερνούσε ό άγιος. Εκείνος ποτέ δεν μου αρνήθηκε τίποτε, καί, μόλις έκατάλαβε από τα νοήματα τί του έζητούσα, ύπήκουσε αμέσως και με μετέφερε εκεί πού του έδειξα. Οι αστυφύλακες μόλις με είδαν εκεί εμπρός εις τα σκαλιά του Πρεσβυτερίου, άρχισαν να με φωνάζουν και υποχρέωναν τόν άνδρα μου να με σήκωση.Βλέποντες όμως την επιμονή μου και τα δάκρυα πού έτρεχαν από τα μάτια μου συνεκινήθησαν και με άφησαν. Ή συγκίνησης μου πλέον πού θα με αξίωνε ό Θεός να πέραση ό άγιος άπ' επάνω μου ήταν μεγάλη. Αισθανόμουν μέσα μου ότι θα άνεκουφιζόμην. Αλήθεια! Μεγάλη ή Χάρις του! Δοξασμένο το όνομα του! Σέ λίγο έτελείωσεν ή Λιτανεία. Έμβήκαν οι παπάδες εις την έκκλησίαν και συνέχεια έμβήκε και το λείψανο του αγίου, το όποιον έπέρασε από επάνω μου. Αμέσως δε μόλις έπέρασε το λείψανο έτρεξε ό άνδρας μου και βοηθούμενος από μίαν γυναίκα με έσήκωσαν δια να μη με πατήση ό κόσμος και μ'έπήραν εις το στασίδι. "Έπειτα από ένα τέταρτο όμως περίπου, άφού πλέον είχον τελειώσει όλα και είχον φύγει αρκετοί από την έκκλησίαν, αισθάνθηκα ότι έλύθηκε ή γλώσσα μου και ότι έγινε το πόδι μου καλά. Έδοκίμασα αμέσως να ομιλήσω και χωρίς να στενοχωρηθώ καθόλου τα κατάφερα αμέσως. Έδοκίμασα και το πόδι μου και παραδόξως το εκίνησα. Αμέσως χαρούμενη έπροσπάθησα να πατήσω και να σηκωθώ, στηριζομένη δε εις το στασίδι έσηκώθηκα ορθή και στηρίχθηκα εις το πόδι που είχα ακίνητο και παράλυτο τέσσαρα χρόνια. Ό άγιος με εγιανε. Τον προσκυνώ και τον δοξάζω'. Πράγματι ό άγιος Σπυρίδων, τον όποιον έπροσκύνησε με εύλάβειαν και με κατάνυξιν ψυχικήν και συντριβήν έδοξολόγησε, την έθεράπευσε. Ή επίμονος και σταθερά πίστις της έθαυματούργησε. Ό Θεός πού δέχεται πάντοτε την δέησίν μας, όταν τον παρακαλοϋμεν με πίστιν, δια πρεσβειών του αγίου Σπυρίδωνος εδέχθη και την δέησίν της ταπεινής δούλης του και της απέδωσε την όμιλίαν πού είχε χάσει προ οκτώ ετών, και της έθεράπευσε ακόμη και το πόδι πού είχε άκίνητον και παράλυτον έπι τέσσερα έτη.Το θαύμα είχε συντελεσθη πλέον και είναι ήδη γεγονός. Έβεβαιώθησαν περί αύτού πολλοί άνθρωποι από όλας τάς τάξεις και τα επαγγέλματα, απλοϊκοί και αγράμματοι, και συγχρόνως πολλοί εγγράμματοι και επιστήμονες και με μεγάλα αξιώματα, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. "Ολοι σχεδόν οι προσκυνηται πού είχαν έλθει άπο τα περίχωρα, από τα χωριά, από την Ήπειρον και από άλλα μέρη, έκτος από τους κατοίκους της πόλεως, πληροφορούμενοι το γεγονός ήρχοντο καθ' όλην την ήμέραν εις τον ναόν του αγίου και περικυκλουντες την θεραπευθείσαν γυναίκα ύπέβαλλον αυτήν και τον άνδρα της καθώς και άλλους γνωστούς της εις λεπτομερή άνάκρισιν. Κατάπληκτοι δε ήκουον την ιδίαν την γυναίκα να διηγείται την προηγουμένην θλίψιν της, θαυμάζοντες δε δια την θεραπείαν της έδόξαζον τον Θεόν και τον άγιον, αποδίδοντες εις την Θείαν παντοδυναμίαν το θαύμα».

ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ-Ι.Ν.Υπεραγίας Θεοτόκου Μεσοχωριτίσσης Δουκάδων
Γιά το επόμενο θαύμα υπάρχει στο αρχείο του ίεροΰ ναού του αγίου πρακτικό της 14ης Δεκεμβρίου 1948. Ή Αγγελική Παπαφλωράτου είχε γεννηθεί στο Αργοστόλι τηςΚεφαλλονιάς. Το 1948, σε ηλικία 42 χρόνων,ζοϋσε στην Πάτρα και ήταν άγαμος. Προ δεκαετίας είχε προσβληθεί από δαιμόνιο και, βασανιζόταν αρκετό καιρό. Οι γιατροί δεν μπόρεσαν να τη θεραπεύσουν. Την οδήγησαν όμως οι δικοί της στο ναό του αγίου Γερασίμου, όπου βρίσκεται και το σεπτό του λείψανο και θεραπεύτηκε. Ίσως μερικοί ακούγοντας αυτά να τα θεωρήσουν αστεία και ανάξια προσοχής αλλά είναι σύμφωνα με όσα το Ιερό Ευαγγέλιο λέει ότι έκαμε ό Χριστός, που είπε: «Αμήν, αμήν λέγω ύμιν, ό πιστεύων εις έμέ, τα έργα α εγώ ποιώ κάκείνος ποιήσει, και μείζονα τούτων ποιήσει». Δηλαδή: «Σάς βεβαιώνω ότι όποιος πιστεύει σε μένα τα θαυμαστά έργα που κάνω εγώ θα τα κάμει κι εκείνος και μεγαλύτερα ακόμη από αυτά θα κάμει». Και μόνο ή παραφροσύνη της απιστίας του ορθολογισμού αρνείται την αλήθεια του αγίου Ευαγγελίου. Τον Όκτώβρη λοιπόν του 1947 προσέβαλε την Αγγελική Παπαφλωράτου ή ίδια δαιμονική νευρική κρίση. Υπέφερε σοβαρά και μόνο κατά μικρά διαλείμματα ησύχαζε κάπως. Την οδήγησαν και πάλι στο ναό του αγίου Γερασίμου, στην Κεφαλλονιά, όπου έμεινε αρκετές μέρες χωρίς όμως να θεραπευτεί. Ξαφνικά μια μέρα, πού τηνέπιασε πάλι ή κρίση, φώναξε τους συγγενείς της πού την συνόδευαν: «Δε θα μείνουμε εδώ. Στό Σπύρο θα πάμε». Οι συγγενείς της την οδήγησαν στο σπίτι της στην Πάτρα χωρίς να θεραπευτεί. Στίς 11 Δεκεμβρίου όμως, πού αρχίζει στην Κέρκυρα ή τριήμερη γιορτή του αγίου Σπυρίδωνος, έφθασε πολύ πρωί στο νησί. Τη συνόδευαν ή μητέρα της και άλλοι συγγενείς της. Την έφεραν στο ναό του αγίου καί, επειδή ήταν ήρεμη, εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία και τήν οδήγησαν στον ιερέα. Εξομολογήθηκε και κοινώνησε τα άχραντα Μυστήρια. Το απόγευμα της ίδιας μέρας και όλη τη νύχτα έμεινε στο ναό και παρακολούθησε την αγρυπνία. Την άλλη μέρα 12 Δεκεμβρίου, ή Αγγελική Παπαφλωράτου με την επίβλεψη της μητέρας και των συγγενών της παρακολουθούσε την αρχιερατική Θεία Λειτουργία. Ήταν πεσμένη δεξιά στο βάθος του ναοϋ. Την ώρα της Μεγάλης Εισόδου, μόλις οι ιερείς βγήκαν με τα Άγια από τη θύρα του Αγίου Βήματος, ξαφνικά την έπιασε ή δαιμονική νευρική κρίση και φώναξε με φοβερές κραυγές: «Φεύγω, Σπύρο! Φεύγω, Σπύρο!» Ταυτόχρονα βγήκε από το στόμα της σαν λευκός καπνός δυνατή πνοή ανέμου.Ή Αγγελική θεραπεύτηκε. Αμέσως δε πήγε με τα γόνατα μαζί με τη μητέρα της και προ­σκύνησε τα πόδια του αγίου πού ήταν εκτεθει­μένος όρθιος για προσκύνηση, όπως συνηθίζεται αυτές τις μέρες. Το εκκλησίασμα παρακολούθη­σε με έκπληξη όσα έγιναν. Κατάλαβαν όλοι ότι έγινε θαύμα και με δάκρυα και φωνές συγκινή­σεως επικαλούνταν το όνομα του αγίου. Το θαϋμα διαπιστώθηκε και άπο τον Μητροπολίτη πού λειτουργούσε την ώρα εκείνη. Γιατί οι άγρι­ες φωνές της Παπαφλωράτου συντάραξαν όλο το εκκλησίασμα. Άπο τότε ή γυναίκα έμεινε ε­ντελώς υγιής.

Τόν ίδιο χρόνο 1948, στις 11 Δεκεμβρίου, την παραμονή της γιορτής του αγίου Σπυρίδωνος ήρθε στην Κέρκυρα ή σύζυγος του Κωνσταντίνου Δεμίρη άπο το Ζαγόρι της Ηπείρου και έφερε το γιο τους Γεώργιο 11 ε­τών, για να τον θεραπεύσει ό άγιος. Ό μικρός Γεώργιος είχε γεννηθεί άλαλος. Οι γονείς του εί­χαν καταφύγει σε πολλούς γιατρούς, αλλά ή επιστήμη δεν μπόρεσε να τον θεραπεύσει. Πριν να έρθουν στην Κέρκυρα είχαν επισκεφτεί για προσκύνημα τις περισσότερες εκκλησίες της Ηπείρου και παρακαλούσαν το Θεό για τη θεραπεία του παιδιού τους. Το 1948, λίγες μέρες πρίν από τη γιορτή του αγίου Σπυρίδωνος, ή μητέρα του παιδιού είδε στο όνειρο της ότι ό άγιος θεράπευσε το παιδί της. Διηγήθηκε στο σύζυγο της το όνειρο και εξέφρασε την επιθυμία να φέρει το παίδι στην Κέρκυρα, στην εκκλησία του αγίου, όπου έρχονται και τόσοι άλλοι άρρωστοι για θεραπεία. "Ετσι, με τη συγκατάθεση του συζύγου της, ή μητέρα πήρε το βουβό παιδί τους Γεώργιο και πεζοπορώντας από το Ζαγόρι έφθασαν κοντά στην Ηγουμενίτσα. Μόλις τότε βρήκε μέσο συγκοινωνίας. Άλλα δεν έχασε την ελπίδα της. Στις 11 Δεκεμβρίου, πού αρχίζει ό τριήμερος εορτασμός για τη μνήμη του αγίου, ήταν στην Κέρκυρα. Ήρθαν στο ναό του αγίου και προσευχήθηκαν με πίστη και στίς δύο αγρυπνίες και τη Θεία Λειτουργία της 12ης και 13ης Δεκεμβρίου.
Στις 4 το απόγευμα αυτής της μέρας, πού γίνεται μέσα στο ναό λιτάνευση με τρεις περιφορές του ιερού λειψάνου του αγίου, πρίν τον τοποθετήσουν και πάλι στη Λάρνακα και τελειώσει το προσκύνημα, ή μητέρα έβαλε το παίδι να πέσει κάτω για να περάσει από πάνω του το ίερό και σεβάσμιο λείψανο. Και τότε, μόλις το ιερό του αγίου λείψανο που κρατούσαν οι ιερείς, πέρασε από πάνω του, ό άλαλος Γεώργιος Δεμίρης, σηκώθηκε γεμάτος χαρά και φώναξε στο εκκλησίασμα: «Γεια σας! Γεια σας!». Από το πλήθος, πού κατάλαβε αμέσως ότι έγινε θαύμα, ακούστηκαν φωνές συγκινήσεως, δοξολογίας και ευχαριστίας προς το Θεό και τον άγιο. Μερικοί ναύτες πού βρέθηκαν κοντά στο παιδί, το σήκωσαν στην αγκαλιά τους για να το οδηγήσουν στην Αστυνομία, άφοϋ τον περιφέρουν στην αγορά. Άλλα ό πριν άλαλος και τότε θεραπευμένος Γεώργιος φώναξε: «"Οχι στην Αστυνομία! Στου Πετεινού! Στοΰ Πετεινού!». Εννοούσε δε γνωστό άνθρωπο μ' αυτό το επίθετο, πού φιλοξένησε αυτόν και τη μητέρα του. Εξαιτίας αυτού του θαύματος το πλήθος του λαού αντί να διαλυθεί συγκεντρωνόταν περισσότερο στο ναό θέλοντας να δει το παίδι πού είχε θεραπευτεί. Τότε ό ιερεύς Κωνσταντίνος Σκαφιδας σήκωσε το Γεώργιο στην αγκαλιά του, ανέβηκε στα σκαλιά της Ωραίας Πύλης και τον έδειξε στο πλήθος, ενώ ό θεραπευμένος μικρός γεμάτος χαρά χαιρετούσε το πλήθος με το χέρι του και συγχρόνως έλεγε: «Γεια σας! Γεια σας!» Ευτυχισμένος δε για τη θεραπεία του γύρισε στο χωριό του με τη μητέρα του και παρέμεινε υγιής. Παρόμοιο με το προηγούμενο είναι, και το έξης θαύμα, πού δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα των Ειδήσεων» της 5ης Απριλίου 1951 Στις 30 Μαρτίου στο χωρίο Καστρί της Ηπείρου, στην περιοχή της Ηγουμενίτσας, πέθανε ή μητέρα της Ευθυμίας Χίσα του Δονάτου. Από την ώρα εκείνη ή Ευθυμία, ηλικίας 32 χρόνων, έχασε τη φωνή της και δεν μπορούσε να μιλήσει. Ό αδελφός της Απόστολος Χίσας 25 ετών έφερε τη βουβή αδελφή του στην Κέρκυρα για να την εξετάσει γιατρός. Άλλα ή βουβή Ευθυμία με χειρονομίες και νεύματα έδειξε στον αδελφό της ότι ήθελε να την οδηγήσει στην εκκλησία του αγίου Σπυρίδωνος. Ήταν Τρίτη 3 Απριλίου και ώρα 8.30' βραδινή. Ή επιθυμία της έγινε. Ό ιερεύς Κωνσταντίνος Σκαφιδάς έκαμε σύντομη παράκληση και ζήτησε τη βοήθεια του αγίου. Διάβασε τη σχετική ευχή και σφράγισε την άρρωστη με τον Τίμιο Σταυρό, τον όποιο της έδωσε κατόπιν να ασπαστεί. Αμέσως ή βουβή Ευθυμία ξαναβρήκε τη φωνή και την ομιλία της. Και την άλλη μέρα, 4 Απριλίου, άφοϋ ασπάστηκε τα πόδια του αγίου έφυγε υγιής για την πατρίδα της. Αύτός, ευλογημένοι Χριστιανοί, είναι ό βίος. Αυτά είναι τα πιο γνωστά από τα αναρίθμητα θαύματα του άγιου Σπυρίδωνος. Γιατί ποιος μπορεί στ'άλήθεια ν'άπαριθμήσει το πλήθος των θαυματουργηματων του; Ή Κέρκυρα είναι θεατής των απείρων θαυμάτων, πού ό άγιος με τη δύναμη του Χρίστου εξακολουθεί να κάνει. "Ολοι οι Όρθόδοξοι, και οι Δυτικοί ακόμη, μαρτυρούν και κηρύττουν τη θαυματουργική του χάρη. Ιδιαίτερα όσοι ταξιδεύουν στη θάλασσα και όσοι ζουν σε θλίψεις και ανάγκες στον άγιο καταφεύγουν. Τα πολλά και πολύτιμα αφιερώματα πού βρίσκονται στο ναό του είναι περίτρανη απόδειξη των μεγάλων θαυμάτων του. "Οσοι με πίστη και κατάνυξη προσφεύγουν σ'αύτόν δε μένουν χωρίς απάντηση.Γι'αύτό ας αναπέμψουμε όλοι οι Κερκυραίοι ομόφωνη δόξα και ευχαριστία προς τον πανάγαθο Θεό, πού παρεχώρησε στην αγαπημένη πατρίδα μας τέτοιον ιερό θησαυρό, το θαυμαστό και μέγιστο προστάτη μας άγιο Σπυρίδωνα, και ας ψάλλουμε: «Θαυμαστός ό Θεός εν τοις Άγίοις Αύτού». Σ' Αυτόν ανήκει ή δόξα και, ή δύναμη, ή τιμή και ή προσκύνηση στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. πηγή-«Ο Άγιος Σπυρίδων ο θαυματουργός- Εκδοση Ιεράς Μονής Παντοκράτορος Σωτήρος Χριστού Κερκύρας επιμέλεια-

18 χρόνια χωρίς τον Σεβαστιανό



Της Ηλέκτρας Κίκη, Δικηγόρου 

12 Δεκεμβρίου 1994! Σαν σήμερα, μια διαφορετική μέρα ξεπρόβαλε στην ηπειρωτική γη. Ήταν η ηλιόλουστη ημέρα, που ο ενάρετος κληρικός ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ εγκατέλειψε την πολυκύμαντη ποιμενική ζωή του και άνοιξε τα μάτια στο ανέσπερο φως της αιωνιότητας. Μετά από πολλούς αγώνες αφιερωμένους στην ορθοδοξία και στα εθνικά μας θέματα, αναχώρησε για την Ουράνια Βασιλεία. Ουδείς μπορούσε να πιστέψει πως ο άνθρωπος αυτός με το επιβλητικό παράστημα και την δυνατή ψυχή του θα έκλεινε τα μάτια του στον πρόσκαιρο κόσμο μας.

Σκιαγραφώντας την προσωπικότητά του, ο αοίδιμος ιεράρχης ήταν ο στοργικός πατέρας, ο ακάματος διδάσκαλος, ο χαρισματικός άνθρωπος, ο πεφωτισμένος επίσκοπος, ο σπάνιος κληρικός, ο σθεναρός αγωνιστής των δικαίων του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Υπηρέτησε με πίστη την Ορθοδοξία, την Εκκλησία του Χριστού και διατράνωσε τη φωνή του για τα εθνικά θέματα της πατρίδος μας. 

Δύσκολο καιρό διάλεξε ο χάρος να τον πάρει. Έφυγε σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο για το εθνικό θέμα της Βορείου Ηπείρου, για το οποίο αφιέρωσε τα χρόνια της ζωής του. Ήταν ο κληρικός που θυσιάστηκε «υπέρ πίστεως και πατρίδος» δίνοντας ελπίδα στις αποσταμένες ψυχές. Με τον ξεχωριστό μεστό του λόγο στα εθνικά μηνύματα, μας έδειχνε τον δρόμο του χρέους και της θυσίας. Με την εύγλωττη σιωπή του έδιωχνε τα σκοτάδια του φόβου, δίνοντάς μας δύναμη να ανταπεξέλθουμε στις δύσκολες καταστάσεις που βιώναμε.

Με την ατσάλινη θέλησή του, την άκρα ταπεινότητά του και με παραδειγματική παρρησία έκανε γνωστό το βορειοηπειρωτικό ζήτημα σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Ο αγώνας του ήταν γεμάτος εμπόδια από την λυσσώδη πολεμική, που του ασκούσαν οι εν Ελλάδι «εθνοπατέρες» και μη. Δεν ήταν όμως από εκείνους που το έβαζε στα πόδια. Απτόητος και αμετανόητος συνέχιζε τον αγώνα του για τους αδελφούς Βορειοηπειρώτες, όπως μας αποκαλούσε. Αγωνιζόταν για την προάσπιση και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας στους όπου γης Έλληνες. Ο αβάσταχτος πόνος του για το «δράμα» του βορειοηπειρωτικού λαού τον κρατούσε «εγκλωβισμένο» σε έναν διαρκή αγώνα. Με την απαράμιλλη αποφασιστικότητά του και έχοντας κατά νου το εθνικό του χρέος βρισκόταν συνεχώς σε εγρήγορση.

Με την θεοφώτιστη σκέψη του μας επισήμαινε τους κινδύνους που ελλόχευαν στο εθνικό μας θέμα. Οραματιζόταν μια διαφορετική Βόρειο Ήπειρο. Οραματιζόταν την εθνική της αποκατάσταση, που θα επερχόταν μέσα από την εφαρμογή των διεθνών συνθηκών στα πλαίσια ενός κράτους δικαίου.

Όσοι είχαμε το ευτύχημα να συνομιλήσουμε με τον Εθνάρχη Σεβαστιανό, αναγνωρίζουμε την πραότητά του ύφους του, την καθαρή ψυχή, την ανυποχώρητη αποφασιστικότητα, τον πειστικό λόγο, τη σμιλεμένη προσωπικότητα, την επιμονή και υπομονή του. 

Ο αείμνηστος Σεβαστιανός άνοιξε διάπλατα τις θύρες της ακριτικής Μητρόπολης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, αγκαλιάζοντας τους Βορειοηπειρώτες που εγκατέλειψαν τις δύσκολες συνθήκες, που βίωναν σε καιρούς διωγμού και καταπίεσης. Αγκάλιασε τους νέους, που στο πρόσωπό του έβλεπαν τον πνευματικό ταγό. Ως αγωνιστής της αλήθειας έγινε πόλος έλξης των νεανικών ψυχών.

Τα ουσιαστικά μηνύματα που έστελνε ο ακούραστος Εθνάρχης για ενότητα, ομόνοια, σωφροσύνη και συσπείρωση είναι πάντα επίκαιρα. Ας βαδίσουμε στο δρόμο των διδαγμάτων που χάραξε.

Είναι χρέος μας να εφαρμόσουμε την παρακαταθήκη που μας κληροδότησε!

πηγή

Γιατρός, Ψυχίατρος, ήρθε να καλογερέψει


55890052799553054528620
ΓΙΑΤΡΟΣ. ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ, ΗΡΘΕ ΝΑ καλογερέψει, και πήγαμε να πάρει την ευχή του παππού μας του παπά Εφραίμ. Και στον γυρισμό , πήραμε ευλογία να προσκυνήσουμε στις σπηλιές της Άγιας Άννας, εκεί πού έζησε ό Γέρο Ιωσήφ μέχρι το 1956. Τώρα είμαστε στο 1984, Τρίτη των Μυροφόρων, της Διακινήσεως.
Πήγαινα μπροστά. Μόνο ή κάσσα από το έμπα όρθια. Στα δεξιά γκρεμός χάος κάτω ή θάλασσα. Αριστερά εκκλησάκι, ένα τζάμι σπασμένο στο παράθυρο. Κοιτάζω μέσα και ή ευωδία γλυκεία, σαν μέλι σαν κερί, λες και μόλις άναψε το καρβουνάκι. Δεν λέω τίποτα, γιατί ό ψυχίατρος όλα τα ζύγιζε με την λογική.
Προχώρησα, και τον ακούω να φωνάζει ευωδιάζει, ευωδιάζει, μέσα από το εκκλησάκι έρχεται ευωδία. Ποιος να ήρθε; Κανένας δεν είχε περάσει- τα χορτάρια τα χτυπούσαμε για να σκίσουμε.
Δεν απάντησα και προχώρησα προς τα κελιά πού δεν ακουμπούσαν στον βράχο, για την υγρασία. Σε μία γρεντιά, μία αρμαθιά κλειδιά. Ποιό να ανοίγει το δωμάτιο; Βάζω ένα και με την πρώτη, άνοιξε. Λες και χθες μετακόμισε ό νοικοκύρης. Και εκεί πού έβαζε το κεφάλι του, ευωδία… Ή ίδια, σαν στο εκκλησάκι. Ελάτε,γιατρέ. Μυρίστε και εδώ. – Μυρίζει το ίδιο σαν έξω.
Αργότερα, ρώτησα και έμαθα πώς αυτό ήταν το κελί τού Γέρο Ιωσήφ.
Μέλι γλυκύτατου ησυχίας τρυγήσας, έρημίαις πλανώμενος έρασμιάις του Άθω, Μέλι ουράνιον εν Εδέμ σε ευφραίνει όπερ, παμμάκαρ, Ιωσήφ σπηλαιώτα, ως οσμή αιώνια εκ Λειψάνων σου πνέει.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΠΟΡΦΥΡΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ. «ΓΙΑΥΤΟ ΚΛΑΙΩ ΚΙ ΕΓΩ»
Πηγή: apantaortodoxias.blogspot.gr

Από τα θαυμάσια του Αγ. Σπυρίδωνος

πηγή



Τιμώντας την μνήμη, ενός των μεγίστων Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, του Αγίου Σπυρίδωνος, παραθέτουμε δύο από τις πολλές, θαυματουργικές του επεμβάσεις για την σωτηρία της νήσου Κερκύρας της οποίας έγινε προστάτης αλλά και της διαφυλάξεως της ακεραιότητος της Ορθοδόξου Πίστεως. Ας θυμηθούμε πως ο Άγιος αποδοκίμασε με τον πιό σαφή και κατηγορηματικό και συνάμα δυναμικό τρόπο την αιρετική πίστη των Λατίνων.
Ο Άγιος διασώζει την Κέρκυρα από τους Τούρκους.
.
Το 1715 ο Καπουδάν Χοντζά πασάς, αφού κατέκτησε την Πελοπόννησο κατά διαταγή του σουλτάνου προχωρεί για να καταλάβει και τα Επτάνησα. Και πρώτα – πρώτα βαδίζει προς την Κέρκυρα, που τόσο αυτή, όσο και τα άλλα νησιά βρισκόντουσαν κάτω από την Ενετική κυριαρχία.
.
Ένα πρωί της 24ης Ιουνίου 1716 η τουρκική στρατιά με επικεφαλής τον σκληρό στρατηγό της επέδραμε και πολιόρκησε την πόλη κι απ’ την ξηρά κι από τη θάλασσα. Επί πενήντα μέρες το αίμα χυνόταν ποτάμι κι από τις δύο μεριές. Οι υπερασπιστές Έλληνες και Βενετσιάνοι αγωνιζόντουσαν απεγνωσμένα για να σώσουν την πόλη. Τα γυναικόπαιδα, μαζεμένα στον ιερό ναό του αγίου μαζί με τους γέρους κι όσους δεν μπορούσαν να πάρουν όπλα προσεύχονται στα γόνατα και με στεναγμούς λαλητούς εκζητούν του προστάτη αγίου τη μεσιτεία. Σάν πέρασαν οι πενήντα μέρες οι εχθροί αποφάσισαν να συγκεντρώσουν όλες τις δυνάμεις τους και να κτυπήσουν με πιο πολλή μανία την πόλη.
.
Το επόμενο πρωινό ένας Αγαρηνός με τηλεβόα κάνει προτάσεις στους μαχητές να παραδοθούν, προβάλλοντας δελεαστικές υποσχέσεις αλλά αραδιάζοντας παράλληλα κι ένα σωρό απειλές σε περίπτωση, που οι υπερασπιστές δεν θα δεχόντουσαν τη γενναιόδωρη πρόταση του.
.
Περνούν οι ώρες. Η αγωνία κι ο φόβος συνέχει τις ψυχές. Οι Αγαρηνοί ετοιμάζονται για το τελειωτικό κτύπημα. Η πρώτη επίθεση αποκρούεται με πολλά τα θύματα κι από τις δύο μεριές. Η πόλη της Κέρκυρας περνά τρομερά δύσκολες στιγμές.
.
Ξημέρωσε η 10η Αυγούστου. Κάτι ασυνήθιστο για την εποχή παρατηρείται την ήμερα αυτή από το πρωί. Ο ουρανός είναι σκεπασμένος με μαύρα πυκνά σύννεφα. Πολύ πριν από το μεσημέρι μια βροχή, καταρρακτώδης, βροχή κατακλυσμιαία αρχίζει να πέφτει στη γη. Μοναδική η περίπτωση. Νύχτωσε κι ακόμη έβρεχε. Σαν αποτέλεσμα της κακοκαιρίας αυτής καμιά επιθετική προσπάθεια δεν αναλήφθηκε εκείνη την ήμερα. Η νύχτα περνά ήσυχα. Περί τα ξημερώματα της 11ης Αυγούστου συνέβη κάτι το εκπληκτικό, το αναπάντεχο. Μια Ελληνική περίπολος που έκαμνε αναγνωριστικές επιχειρήσεις, για να εξακριβώσει από που οι εχθροί θα επιτίθεντο, βρήκε τα χαρακώματα των Τούρκων γεμάτα νερό από τη βροχή και πολλούς Τούρκους στρατιώτες πνιγμένους μέσα σ’ αυτά. Νεκρική σιγή βασίλευε παντού. Στο μεταξύ ξημέρωσε για καλά.
.
Όλη τη νύχτα ο θαυματουργός εκείνος υπερασπιστής της νήσου, ο άγιος Σπυρίδωνας της Κύπρου με ουράνια στρατιά συνοδεία κτύπησε άγρια τους Αγαρηνούς, και τους διέλυσε και τους διασκόρπισε. Αυτά ομολογούσαν οι ίδιοι οι Αγαρηνοί το πρωί που έφευγαν «χωρίς διώκοντος». Σωρεία τα πτώματα στην παραλία. Τα απομεινάρια της τούρκικης στρατιάς μαζεμένα στα λίγα πλοία που απέμειναν, φεύγουνεντροπιασμένα για την Κωνσταντινούπολη.
.
Η Κέρκυρα πανηγυρίζει. Ο πιστός λαός, μαζεμένος στην εκκλησία του Αγίου δοξολογεί με μία φωνή τον Κύριο.
.
Η ανέλπιστη σωτηρία της νήσου από την εκστρατεία των Τούρκων ανάγκασε κι αυτή την αριστοκρατία των Ενετών, να αναγνωρίσει ως ελευθερωτή της Κέρκυρας τον άγιο Σπυρίδωνα. Και προς τούτο ως εκδήλωση ευγνωμοσύνης, με ψήφισμα, προσέφεραν στον ναό μια ασημένια πολύφωτη κανδήλα της οποίας το λάδι θα γινόταν δημοσία δαπάνη καθώς και καθιερώθηκε από την Ενετική διοίκηση η 11 Αυγούστου, ως ημέρα εορτής του αγίου και λιτανεύσεως του ιερού Του Σκηνώματός.
.
Το θαύμα αυτό της σωτηρίας της νήσου, ακολούθησε κι άλλο θαύμα πολύ μεγάλο κι εξαιρετικό, αλλά και φοβερό στην όλη του εμφάνιση και παρουσία.
.
Η αποδοκιμασία του Λατινικού θυσιαστηρίου.
.
Ο αρχιναύαρχος του Ενετικού στόλου και διοικητής της νήσου Κερκύρας, Ανδρέας Πιζάνης, θέλοντας κατά ένα τρόπο πιο φανερό και πιο θεαματικό να εκδηλώσει την ευγνωμοσύνη του στον άγιο για τη σωτηρία,αποφάσισε να στήσει μέσα στον ορθόδοξο ναό του Αγίου δίπλα στην Αγία Τράπεζα, ένα φράγκικο θυσιαστήριο (αλτάριο κατά τους Λατίνους) στο οποίο και θα τελείτο θ. λειτουργία με άζυμα! Την ιδέα αυτή ενίσχυσε και ένας Λατίνος θεολόγος, σύμβουλος του αρχιναύαρχου, ονόματι Φραγκίσκος Φραγγιπάνη. Μετά τη γνωμοδότηση, που πήρε από τον σύμβουλο του ο διοικητής Ανδρέας Πιζάνης, κάλεσε τους ιερείς του Ναού και τους ζήτησε κατά κάποιο τρόπο τη συγκατάθεση τους. Εκείνοι, όπως ήτο φυσικό, αρνήθηκαν κι υπέδειξαν, πώς αυτό θα ήταν μια καινοτομία ασύγγνωστη και επιζήμια και γι’ αυτό δεν έπρεπε να γίνει. Στην άρνηση των ιερέων να συγκατατεθούν στην τοποθέτηση του αλταρίου, ο διοικητής τους απείλησε κι αποφάσισε να προχωρήσει στην εκτέλεση του σχεδίου του χωρίς την άδεια τους. Οι ιερείς στην επιμονή του κατέφυγαν με δάκρυα στον άγιο τους και ζήτησαν με θερμή προσευχή, τη βοήθεια και την προστασία του. Ο Άγιος για να προλάβει μια τέτοια απαράδεκτη πράξη, παρουσιάστηκε δύο κατά συνέχεια νύκτες στον ύπνο του με το ένδυμα ορθόδοξου μονάχου και του συνέστησε να παραιτηθεί από την απόφαση του, διαφορετικά θα το μετάνιωνε πολύ πικρά. Τρομαγμένος ο διοικητής κάλεσε τον σύμβουλο του και του φανέρωσε και τις δύο φορές την απειλή του αγίου. Ο θεολόγος σύμβουλος γέλασε κι υπέδειξε πώς δεν έπρεπε αυτός ένας μορφωμένος άρχοντας να βασισθεί στα όνειρα, που είναι έργο, όπως του είπε, του διαβόλου και που σκοπό έχουν να παρεμποδίσουν και να ματαιώσουν ένα θεάρεστο έργο.
.
Τα λόγια του συμβούλου διασκέδασαν τον φόβο του διοικητού, ο οποίος μάλιστα την 12 Νοεμβρίου 1718 ακολουθούμενος από τη συνοδεία του πρωί-πρωί ξεκίνησε για την εκκλησία του αγίου φέρνοντας τα απαραίτητα εργαλεία και υλικά. Οι ιερείς κι ένας αριθμός πιστών έμειναν εκεί, συνεχίζοντας με δάκρυα τις παρακλήσεις τους μπροστά στην ανοικτή λάρνακα, που περιείχε το σεπτό λείψανο.
.
Πέρασε η μέρα. Νύχτωσε. Κοντά στα μεσάνυχτα, όπως μας διηγείται ο υπέροχος χρονικογράφος Αθανάσιος ο Πάριος, στο βιβλίο του «ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ», βροντές και κεραυνοί συνταράζουν την πόλη. Ο σκοπός, που βρισκόταν στην είσοδο του φρουρίου κοντά στην πυριτιδαποθήκη βλέπει κάποιο μοναχό να προχωρεί μ’ ένα δαυλό αναμμένο στο χέρι και να μπαίνει στο Φρούριο. Πρόφτασε και του φώναξε:
-Ποιός είσαι; Πού πάς;
.
Μια φωνή του απήντησε.
.
- Είμαι ο Σπυρίδων.
.
Την ίδια ώρα τρείς φλόγες βγήκαν από το καμπαναριό της εκκλησίας ενώ ένα χέρι άρπαξε τον σκοπό και τον πέταξε στην άλλη μεριά του κάστρου. Ο σκοπός έπεσε όρθιος χωρίς να πάθει τίποτα. Ταυτόχρονα μια δυνατή, εκκωφαντική έκρηξη ακούστηκε. Και το φρούριο τινάχτηκε στον αέρα με όλα τα γύρω σπίτια. Η καταστροφή υπήρξε τρομερή. Χίλια περίπου πρόσωπα σκοτώθηκαν. Ο διοικητής Ανδρέας Πιζάνης βρέθηκε νεκρός με τον τράχηλο ανάμεσα σε δύο δοκάρια. Και ο θεολόγος σύμβουλος του, νεκρός έξω από το τειχόκαστρο μέσα σε ένα χαντάκι, στο οποίο έτρεχαν τα ακάθαρτα νερά των αποχωρητηρίων της πόλεως. Το ασημένιο πολύφωτο κανδήλι, που έκανε δώρο ο άρχοντας στην εκκλησία του αγίου, κατέπεσε με αποτέλεσμα να καταστραφεί η βάση του. Το κανδήλι κρεμάστηκε πάλι στο ίδιο μέρος, όπου βρέθηκε πεσμένο. Έτσι με αλάλητη φωνή μαρτυρεί ως σήμερα τη συμφορά, που έγινε. Και στη Βενετία, εκεί μακριά στη Βενετία, την ίδια στιγμή έπεσε κεραυνός στο μέγαρο του Ανδρέα Πιζάνη, τρύπησε τον τοίχο κι έκαψε το πορτραίτο του άρχοντα. Την εικόνα του. Μόνο την εικόνα του.
.
Ή τιμωρία παραδειγματική. Και το δίδαγμα από το περιστατικό μοναδικό. Η Ορθοδοξία δεν μπορεί να συγχέεται με τον παπισμό. Η Ορθοδοξία είναι φως, αλήθεια, ζωή. Ο παπισμός σκοτάδι, αίρεση και πλάνη.
.
Την άλλη μέρα, μετά από αυτά που συνέβησαν, ο Λατίνος επίσκοπος διέταξε να ματαιώσουν άμεσα το έργο που σκέφθηκαν να εκτελέσουν. Την ίδια μέρα ο λαός της Κέρκυρας, μαζεμένος στον ιερό ναό του αγίου ψάλλει με αγαλλίαση και χαρά στον ακοίμητο προστάτη της νήσου:
.
“Ως των Ορθοδόξων υπέρμαχον, και των κακοδόξων αντίπαλον, Παμμακάριστε Σπυρίδων, ευφημούμεν oι πιστοί και υμνούμέν σε, και δυσωπούμέν σε, φυλάττειν τον λαόν και την πάλιν σου, πάσης κακοδοξίας και επιδρομής βαρβάρων απρόσβλητον…”
.
Οι κάτοικοι της Κέρκυρας σε κάθε δυσκολία δεν παραλείπουν από του να καταφεύγουν στον άγιο και να εκζητούν με πίστη φλογερή τη μεσιτεία του. Σ’ αυτή τους τη ζηλευτή συνήθεια ας τους μιμηθούμε κι εμείς. Μεγάλο θα είναι το κέρδος μας. Το μαρτυρεί η πίστη μας. Το βεβαιώνει η ιστορία του αγίου

«Τις δικές μας αμαρτίες πρέπει να προσέχουμε και όχι του πλησίον μας » (Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας)



11ΔΕΚ
confes_τ
Μεγάλη και φοβερή είναι αυτή η εντολή του Χριστού. Όλοι μας, αρχίζοντας από μένα, συνεχώς κρίνουμε και κατακρίνουμε ο ένας τον άλλον και γι’ αυτό θα δώσουμε λόγο στη Φοβερά Κρίση του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού. Θα μας κρίνει Αυτός διότι και εμείς κρίνουμε τους άλλους, ψάχνουμε να βρούμε στον πλησίον μας το παραμικρό σφάλμα ενώ τις δικές μας αμαρτίες δεν τις βλέπουμε και ούτε θέλουμε να τις σκεφτόμαστε.
Ο άγιος απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του λέει το εξής: «Διό αναπολόγητος ει, ω άνθρωπε πας ο κρίνων εν ω γαρ κρίνεις τον έτερον, σεαυτόν κατακρίνεις· τα γαρ αυτά πράσσεις ο κρίνων, οίδαμεν δε ότι το κρίμα του Θεού έστι κατά αλήθειαν επί τους τα τοιαύτα πράσσοντας. Λογίζη δε τούτο, ω άνθρωπε ο κρίνων τους τα τοιαύτα πράσσοντας και ποιών αυτά, ότι συ εκφεύξη το κρίμα του Θεού» (Ρωμ. 2, 1-3).
Μεγάλη αλήθεια βρίσκεται σ’ αυτά τα λόγια του αποστόλου Παύλου. Δεν προσέχουμε τα δικά μας ελαττώματα και τις αμαρτίες, ενώ στους άλλους βρίσκουμε πολλά σφάλματα. Ψάχνουμε να τα βρούμε και όταν τα βρίσκουμε, πάμε και τα διαλαλούμε σε όλον τον κόσμο. Έγινε πλέον κακή συνήθεια, μόλις μαθαίνουμε κάτι για τον πλησίον μας, να πηγαίνουμε και να το διαλαλούμε παντού. Η γλώσσα μας καίει και σπεύδουμε να πούμε στους άλλους αυτό που είδαμε και ακούσαμε.
Ξεχνάμε ότι αν εμείς κρίνουμε τους άλλους θα μας κρίνει και εμάς ο Θεός. Ξεχνάμε ότι δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να κρίνουμε τον πλησίον διότι αυτό δεν είναι δική μας υπόθεση αλλά του Θεού, ο οποίος είναι Υπέρτατος Κριτής, ο οποίος μόνος γνωρίζει την καρδιά του ανθρώπου και μπορεί να αποδώσει δικαία κρίση. Εμείς όμως κατακρίνουμε τον πλησίον και πολλές φορές με πολύ βαριά λόγια. Δεν σκεφτόμαστε ότι ο αδελφός μας μπορεί να μετανόησε ήδη και να του αφέθηκε η αμαρτία του, επειδή μετανόησε βαθιά.
«Ώστε μη προ καιρού τι κρίνετε, έως αν έλθη ο Κύριος, ος και φωτίσει τα κρυπτά του σκότους και φανερώσει τας βουλάς των καρδιών, και τότε ο έπαινος γενήσεται εκάστω από του Θεού» (Α’ Κορ. 4, 5). Εμείς, όμως, πάντοτε βιαζόμαστε να κρίνουμε τους άλλους και δεν περιμένουμε την κρίση του Χριστού. Είμαστε κριτές του πλησίον και όχι του εαυτού μας.
Ένας σοφός του Ισραήλ, ο υιός του Σειράχ είπε: «ακήκοας λόγον; συναποθανέτω σου θάρσει, ου μη σε ρήξει» (Σειρ. 19, 10). Πολύ σπουδαία είναι αυτά τα λόγια του. Εμείς ξεχνάμε ποτέ τα σφάλματα του αδελφού μας; Πεθαίνει μαζί μας ο κακός λόγος; Όχι, ποτέ. Εμείς τον διαδίδουμε και μ’ αυτόν τον τρόπο γινόμαστε σαν τις μύγες οι οποίες κυκλοφορούν παντού και παντού μεταδίδουν την μόλυνση. Πρέπει να είμαστε όχι σαν τις μύγες αλλά σαν τις μέλισσες οι οποίες πετάνε από το ένα λουλούδι στο άλλο μαζεύοντας το μέλι. Και εμείς πρέπει να μαζεύουμε το μέλι δίνοντας σημασία μόνο στο καλό που υπάρχει στον αδελφό μας.
Γι’ αυτούς που κακολογούν και κατακρίνουν τον αδελφό τους ο ψαλμωδός και προφήτης Δαβίδ είπε: «τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών» (Ψαλ. 5, 10). Ανοίξτε έναν τάφο και θα δείτε τι ακαθαρσίες υπάρχουν μέσα του και τι δυσοσμία. Η ίδια δυσοσμία, πνευματική δυσοσμία, βγαίνει από το στόμα μας όταν κατακρίνουμε τον πλησίον. Στον ίδιο ψαλμό που διαβάζεται στην πρώτη Ώρα ο προφήτης λέει: «απολείς πάντας τους λαλούντας το ψευδός» (Ψαλ. 5, 7). Εμείς όμως διώχνουμε αυτούς που κακολογούν μπροστά μας τον πλησίον; Όχι, δεν τους διώχνουμε αν και έπρεπε να το κάνουμε.
Αυτό που πρέπει εμείς να κάνουμε είναι να δαμάσουμε τη γλώσσα μας. Όλοι είμαστε ένοχοι ενώπιον του Θεού και όλοι έχουμε πολλές αμαρτίες. Τις δικές μας αμαρτίες πρέπει να προσέχουμε και όχι του πλησίον μας. Είπε ο ψαλμωδός: «ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζων» (Ψαλ. 142, 3). Κανείς δεν είναι δίκαιος ενώπιον του Θεού, όλοι είμαστε ένοχοι. Αυτοί που κατακρίνουν τους άλλους, πολλές φορές, γίνονται και συκοφάντες επειδή τους κατηγορούν για κάτι αβάσιμο.
Ο άγιος Ιωάννης ο Ελεήμονας, Πατριάρχης Αλεξανδρείας, για να διδάξει αυτούς, που τους άρεσε να κατακρίνουν τους άλλους, διηγήθηκε μια φορά την εξής ιστορία. Σε μία πολύ μεγάλη πόλη, στην Τύρο, ζούσε κάποτε ένας μοναχός, ζούσε εκεί και μία πόρνη ονόματι Πορφυρία. Μια μέρα όταν ο μοναχός αυτός περπατούσε στο δρόμο τον πλησίασε η Πορφυρία και του είπε: «πάτερ άγιε, σώσε με όπως και ο Χριστός έσωσε κάποτε μία πόρνη». Ο άγιος εκείνος μοναχός την πήρε από το χέρι και την πήγε έξω από την πόλη. Την οδήγησε σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι για να καθαρθεί εκεί η ψυχή της με τα δάκρυα της μετανοίας. Στο δρόμο βρήκαν ένα μωρό που οι γονείς του το είχαν αφήσει και η Πορφυρία το πήρε για να το μεγαλώσει.
Όταν αυτό έγινε γνωστό μερικοί άνθρωποι που τους άρεσε πολύ να κατακρίνουν τον πλησίον τους άρχισαν να κακολογούν την Πορφυρία, λέγοντάς της: «Μπράβο, Πορφυρία, ωραίο παιδάκι κάνατε με τον μοναχό». Και τον μοναχό τον περιφρονούσαν και τον κακολογούσαν. Ο μοναχός όμως προσευχόταν αδιαλείπτως και για την Πορφυρία και για τον εαυτό του. Ήρθε η ώρα του να πάει σε άλλο κόσμο και όταν βρισκόταν στην επιθανάτια κλίνη παρακάλεσε να του φέρουν ένα θυμιατό με αναμμένα κάρβουνα. Πήρε τα κάρβουνα και τα έβαλε πάνω στο στήθος του. Η φωτιά δεν άγγιξε ούτε το σώμα του αλλά ούτε ακόμα και τα ρούχα. Τότε είπε ο μοναχός: «Να ξέρετε εσείς που κατακρίνατε την Πορφυρία και εμένα ότι είμαι αθώος. Η σαρκική αμαρτία δεν με έχει αγγίξει όπως δεν με άγγιξε τώρα η φωτιά αυτή».
Δεν αρκεί αυτό το παράδειγμα σ’ εκείνους που τους αρέσει να κατακρίνουν τους άλλους. Δε σταματάνε τις κακολογίες τους. Αλλοίμονό τους, όπως κρίνουν αυτοί τον πλησίον τους έτσι θα κριθούν από τον Θεό. Ο δικός μας μεγάλος άγιος, ο άγιος Δημήτριος, μητροπολίτης Ροστόβ, λέει το εξής, όταν αναφέρεται στην κατάκριση: «Μη κοιτάς τις αμαρτίες των άλλων αλλά πρόσεχε τη δική σου κακία. Διότι δεν θα δώσεις λόγο για τους άλλους αλλά μόνο για τον εαυτό σου. Δεν υπάρχει ανάγκη να προσέχεις τους άλλους, πως ζει ο καθένας και ποιές αμαρτίες κάνει. Εσύ πρόσεχε τον εαυτό σου, Ευαρεστείς τον Θεό; Μοιάζει η ζωή σου με την ζωή των αγίων; Ακολουθείς και εσύ την οδό που ακολούθησαν αυτοί στη ζωή τους; Είναι ευχάριστο μπροστά στον Θεό το έργο σου; Ο άνθρωπος που κατακρίνει τους άλλους μοιάζει με έναν πονηρό καθρέφτη, ο οποίος ενώ αντανακλά τους άλλους, τον εαυτό του δεν τον βλέπει. Μοιάζει επίσης και με ένα ακάθαρτο λουτρό το οποίο τους άλλους τους πλένει ενώ το ίδιο μένει άπλυτο.
Το ίδιο και αυτός που κρίνει τους άλλους. Βλέπει τι τρώει, τι πίνει και ποιές αμαρτίες κάνει ο καθένας, τον εαυτό του όμως δεν τον βλέπει. Στον πλησίον του βλέπει ακόμα και την παραμικρή αμαρτία. Η δική του όμως η αμαρτία, όσο μεγάλη και να είναι, γι’ αυτόν είναι σαν να μην υπάρχει. Θέλει να μην ξέρει κανείς την αμαρτία του και να μην λέει τίποτα γι’ αυτή. Ενώ ο ίδιος τους άλλους τους συκοφαντεί, τους κρίνει και τους κατακρίνει». Δεν είναι δική μας η εικόνα που δίνει ο άγιος Δημήτριος; Ασφαλώς για μας μιλάει εδώ ο άγιος και ιδιαίτερα γι’ αυτούς που η κατάκριση και η συκοφαντία έγινε πλέον η ζωή τους και που βρίσκονται πολύ μακριά απ’ αυτό που λέει ο Ιησούς. Είναι οι άνθρωποι που θέλουν να βγάλουν το σκουπιδάκι από το μάτι του αδελφού τους ενώ οι ίδιοι έχουν στο δικό τους το μάτι ολόκληρο δοκάρι. Να μην τους μοιάζουμε. Να προσέχουμε τον εαυτό μας και να ζητάμε τη βοήθεια του Θεού σ’ αυτό τον δύσκολο αγώνα κατά του πάθους της κατακρίσεως. Να μην κρίνουμε για να μην κριθούμε και εμείς από τον Έναν Μοναδικό και Αιώνιο Κριτή, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, του οποίου η τιμή και το κράτος μετά του Ανάρχου Αυτού Πατρός και του Παναγίου και Ζωοποιού Πνεύματος. Αμήν.
(Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας, «Λόγοι και ομιλίες», τ. Γ΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σ. 140-145)

Η αμαρτία έχει πέντε δάχτυλα


Δύο μας βάζει στα μάτια
Δύο στα αυτιά,κι ένα στο στόμα!
Κάνε μια αμαρτία δύο φορές
Και θα σκεφθείς ότι επιτρέπεται.
Η μεγάλη αμαρτία είναι παιδί της μικρής.
Το κακό με τις ..μικρές αμαρτίες είναι ότι...
Δεν μένουν πολύ καιρό μικρές.
Η αγάπη μιας μικρής αμαρτίας, είναι…
Μια μεγάλη αμαρτία.
Η συνήθεια της αμαρτίας αφαιρεί την συνείδηση της αμαρτίας.
Όποιον πόνο κι αν δοκιμάσει ο άνθρωπος τον ξεχνάει.
Μα τον πόνο από το δάγκωμα της συνειδήσεως, δεν τον ξεχνάει ποτέ.

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ''ΑΓΑΠΩ ΤΟΝ ΘΕΟ''





Αγαπώ τον Θεό, σημαίνει προσεύχομαι σ’ Εκείνον.

Αγαπώ τον Θεό, σημαίνει ζω σύμφωνα με το θέλημά Του.

Αγαπώ τον Θεό, σημαίνει Του εμπιστεύομαι τη ζωή μου.

Αγαπώ τον Θεό, σημαίνει αγαπώ και τα δημιουργήματά Του




Β.Ζ.

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ, ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ

15Γιορτάζουμε σήμερα 12 Δεκεμβρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Σπυρίδωνος, του Επισκόπου Τριμυθούντος Κύπρου, ας πούμε λίγα λόγια:

Ο Άγιος Σπυρίδων γεννήθηκε το 270 μ.Χ. στο τώρα κατεχόμενο χωριό Άσσια (Άσκια) της Κύπρου (και όχι στην Τριμυθούντα - σημερινή Τρεμετουσιά - όπως γράφουν πολλοί) από οικογένεια βοσκών, που ήταν κάπως εύπορη. Αν και μορφώθηκε αρκετά δεν άλλαξε επάγγελμα. Συνέχισε και αυτός να είναι βοσκός.

Σαν χαρακτήρας, ο Άγιος, ήταν απλός, αγαθός, γεμάτος αγάπη για τον πλησίον του. Τις Κυριακές και τις γιορτές, συχνά έπαιρνε τους βοσκούς και τους οδηγούσε στους ιερούς ναούς, και κατόπιν τους εξηγούσε την ευαγγελική ή την αποστολική περικοπή. Ο Θεός τον ευλόγησε να γίνεται συχνά προστάτης χήρων και ορφανών.

Νυμφεύθηκε ευσεβή σύζυγο και απέκτησε μια κόρη, την Ειρήνη. Γρήγορα, όμως, η σύζυγός του πέθανε. Για να επουλώσει το τραύμα του ο Σπυρίδων αφοσιώθηκε ακόμα περισσότερο στη διδαχή του θείου λόγου.

Μετά από πολλές πιέσεις, χειροτονήθηκε ιερέας. Και πράγματι, υπήρξε αληθινός ιερέας του Ευαγγελίου, έτσι όπως τον θέλει ο θείος Παύλος: «Ανεπίληπτον, νηφάλιον, σώφρονα, κόσμιον, φιλόξενον, διδακτικόν, τέκνα έχοντα εν υποταγή μετά πάσης σεμνότητας» (Α' προς Τιμόθεον γ' 2-7). Δηλαδή ακατηγόρητο, προσεκτικό, εγκρατή, σεμνό, φιλόξενο, διδακτικό, και να έχει παιδιά που να υποτάσσονται με κάθε σεμνότητα. Έτσι και ο Σπυρίδων, τόσο σωστός υπήρξε σαν ιερέας, ώστε όταν χήρεψε η επισκοπή Τριμυθούντος στην Κύπρο, δια βοής λαός και κλήρος τον εξέλεξαν επίσκοπο.

Από τη θέση αυτή ο Σπυρίδων προχώρησε τόσο πού στην αρετή, ώστε τον αξίωσε ο Θεός να κάνει πολλά θαύματα.

Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Άγιος Σπυρίδων με το κύρος της αγίας και ηθικής ζωής του στην Α' Οικουμενική σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας (Μικρά Ασία) και στην οποία συμμετείχε, κατατρόπωσε τους Αρειανούς και αναδείχτηκε από τους λαμπρούς υπερασπιστές της Ορθόδοξης πίστης. Μάλιστα, όπως αναφέρει η παράδοση, αφού μίλησε για λίγο, κατόπιν έκανε το σημείο του Σταυρού και με το αριστερό χέρι, που κρατούσε ένα κεραμίδι, εις τύπον της Αγίας Τριάδος είπε: «Εις τό όνομα τού Πατρός» και έκανε να φανεί προς τα επάνω απ' το κεραμίδι φωτιά, δια της οποίας είχε ψηθεί αυτό. Όταν δε είπε: «Καί τού Υιού», έρρευσε κάτω νερό, δια του οποίου ζυμώθηκε το χώμα του κεραμιδιού. Και όταν πρόσθεσε: «Καί τού Αγίου Πνεύματος» έδειξε μέσα στη χούφτα του μόνο το χώμα που απέμεινε.

Ο Άγιος Σπυρίδων κοιμήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 350 μ.Χ.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος α'. Τού λίθου σφραγισθέντος.
Της Συνόδου της πρώτης ανεδείχθης υπέρμαχος, και θαυματουργός θεοφόρε, Σπυρίδων Πατήρ ημών· διό νεκρά συ εν τάφω προσφωνείς, και όφιν εις χρυσούν μετέβαλες, και εν τω μέλπειν τας αγίας σου ευχάς, Αγγέλους έσχες συλλειτουργούντάς σοι Ιερώτατε. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ· δόξα τω σε στεφανώσαντι· δόξα τω ενεργούντι διά σού, πάσιν ιάματα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός
Με πληρ. από τον Ορθόδοξο Συναξαριστή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...