Θνήσκων Φώτιος, ου ταράττομαι λέγει,
Προς την τελευτήν, ων προητοιμασμένος. |
Βιογραφία
Ο Μέγας Φώτιος έζησε κατά τους χρόνους που βασίλευσαν οι αυτοκράτορες Μιχαήλ (842 - 867 μ.Χ.), υιός του Θεοφίλου, Βασίλειος Α' ο Μακεδών (867 - 886 μ.Χ.) και ο Λέων ΣΤ' ο Σοφός (886 - 912 μ.Χ.), υιός του Βασιλείου. Γεννήθηκε το 810 μ.Χ. (κατά άλλους το 820 μ.Χ.) στην Κωνσταντινούπολη από ευσεβή και επιφανή οικογένεια, που αγωνίσθηκε για την τιμή και προσκύνηση των ιερών εικόνων. Οι γονείς ήταν ο Άγιος Σέργιος (βλέπε 13 Μαΐου) και Ειρήνη και καταδιώχθηκαν επί του εικονομάχου αυτοκράτορα Θεοφίλου (829 - 842 μ.Χ.). Ο Άγιος Σέργιος ήταν αδελφός του Πατριάρχου Ταρασίου (784 - 806 μ.Χ.) και περιπομπεύθηκε δέσμιος από το λαιμό ανά τις οδούς της Κωνσταντινουπόλεως, στερήθηκε την περιουσία του και εξορίσθηκε μετά της συζύγου του και των παιδιών του σε τόπο άνυδρο, όπου από τις ταλαιπωρίες πέθανε ως Ομολογητής. Ο ιερός Φώτιος διέπρεψε πρώτα στα ανώτατα πολιτικά αξιώματα. Όταν με εντολή του αυτοκράτορα απομακρύνθηκε βιαίως από τον πατριαρχικό θρόνο ο Πατριάρχης Ιγνάτιος, ανήλθε σε αυτόν, το έτος 858 μ.Χ., ο ιερός Φώτιος, ο οποίος διακρινόταν για την αγιότητα του βίου του και την τεράστια μόρφωσή του. Η χειροτονία του εις Επίσκοπο έγινε την ημέρα των Χριστουγέννων του έτους 858 μ.Χ. υπό των Επισκόπων Συρακουσών Γρηγορίου του Ασβεστά, Γορτύνης Βασιλείου και Απαμείας Ευλαμπίου. Προηγουμένως βέβαια εκάρη μοναχός και ακολούθως έλαβε κατά τάξη τους βαθμούς της ιεροσύνης. Ο ιερός Φώτιος με συνοδικά γράμματα ανακοίνωσε, κατά τα καθιερωμένα, τα της εκλογής του στους Πατριάρχες της Ανατολής και τόνισε την αποκατάσταση της ειρήνης στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Αλλά πριν ακόμα προλάβει να την παγιώσει επήλθε ρήξη μεταξύ των ακραίων πολιτικών και των οπαδών του Πατριάρχη Ιγνατίου, των «Ιγνατιανών». Οι «Ιγνατιανοί» συγκεντρώθηκαν στο ναό της Αγίας Ειρήνης, αφόρισαν τον ιερό Φώτιο και ανακήρυξαν Πατριάρχη τον Ιγνάτιο. Ο Άγιος Φώτιος συγκάλεσε Σύνοδο στο ναό των Αγίων Αποστόλων για την αντιμετώπιση του ανακύψαντος ζητήματος. Η Σύνοδος καταδίκασε ως αντικανονικές τις ενέργειες των «Ιγνατιανών» και τόνισε ότι ο Ιγνάτιος, αφού παραιτήθηκε από τον θρόνο, δεν ήταν πλέον Πατριάρχης και ότι εάν διεκδικούσε και πάλι την επιστροφή του στον πατριαρχικό θρόνο, τότε αυτόματα θα υφίστατο την ποινή της καθαιρέσεως και του αφορισμού. Ο μεγάλος αυτός πατέρας της Εκκλησίας ιερούργησε, ως άλλος Απόστολος Παύλος, το Ευαγγέλιο. Αγωνίσθηκε για την αναζωπύρωση της ιεραποστολικής συνειδήσεως, που περιφρουρεί την πνευματική ανεξαρτησία και αυτονομία των ορθοδόξων λαών από εισαγωγές εθίμων ξένων προς την ιδιοσυγκρασία τους, με σκοπό την αλλοίωση της ταυτότητος και της πνευματικής τους ζωής. Διότι γνώριζε ότι ο μέγιστος εχθρός ενός λαού είναι η απώλεια της αυτοσυνειδησίας του, η φθορά της πολιτισμικής του ιδιοπροσωπίας και η αλλοίωση του ήθους του. Ο ιερός Φώτιος γνώριζε την ιεραποστολική δραστηριότητα του ιερού Χρυσοστόμου, αφού αναφέρεται πολλές φορές στο έργο αυτό και μάλιστα επηρεάστηκε από αυτή στο θέμα της χρήσεως των επιτόπιων γλωσσών και των μοναχών ως ιεραποστόλων. Επί ημερών του εκχριστιανίσθηκε το έθνος των Βουλγάρων, το οποίο μυσταγώγησε προς την αμώμητη πίστη του Χριστού και το αναγέννησε με το λουτρό του θείου Βαπτίσματος. Ο ιερός Φώτιος διεξήγαγε μεγάλους και επιτυχείς αγώνες υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως εναντίων των Μανιχαίων, των Εικονομάχων και άλλων αιρετικών και επανέφερε στους κόλπους της Καθολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας πολλούς από αυτούς. «Ἅπαντα μὲν τὰ ἀνθρώπινα συγκαταρρεῖ τῷ χρόνῳ καὶ ἀφανίζεται. Ἀρετὴ δέ.... καὶ χρόνου καὶ παθῶν καὶ αὐτοῦ τοῦ θανάτου περιγίνεται. Εἰ δὲ ἀκριβέστερον ἴδοις, τῷ χρόνῳ καὶ τῷ θανάτῳ μᾶλλον ἀναζὴ καὶ θάλλει καὶ τὸ οἰκεῖον κλέος καὶ τὴν εὐπρέπειαν, ἐναποσβεσθέντος αὐτοὶς τοῦ φθόνου, λαμπρότερον τὲ καὶ θαυμασιώτερον ἀναδείκνυται». Ο λόγος αυτός, απόσταγμα της βαθιάς πίστεως και της κατά Θεόν σοφίας του Ισαποστόλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του Ομολογητού, «μυρίαις ἀρεταὶς ἐξανθήσαντος καὶ πάση γνώσει διαλάμψαντος», πληρέστατα εφαρμόζεται σε αυτόν τον ειπόντα, τον οποίο η αδιάφθορη συνείδηση της Εκκλησίας και του Γένους, ομολόγησαν αυτόν Άγιο και Ισαπόστολο «τοὶς οὐρανίοις ἀδύτοις ἀγκατοικιζόμενον», ως «ἀοίδιμον μὲν τοὶς διωγμοίς, δεδοξασμένον δὲ τοὶς θανάτοις». Το θεολογικό του έργο δικαίωνε τους αγώνες της Εκκλησίας, βεβαίωνε την Ορθόδοξη πίστη και ενέπνεε την Εκκλησιαστική συνείδηση για την συνεχή εγρήγορση του όλου εκκλησιαστικού Σώματος. Υπό την έννοια αυτή η εκκλησιαστική συνείδηση διέκρινε στο πρόσωπό του τον υπέρμαχο της Ορθοδόξου πίστεως και τον εκφραστή του αυθεντικού φρονήματος της Εκκλησίας. Σε οιονδήποτε στάδιο του βίου και αν παρακολουθήσουμε τον ιερό Φώτιο, είτε στην βιβλιοθήκη, επιδιδόμενο σε μελέτες, είτε ως καθηγητή της φιλοσοφίας στο πρώτο Πανεπιστήμιο της Μεσαιωνικής Ευρώπης της Μαγναύρας σε μια εποχή που η Δύση ήταν ακόμη βυθισμένη στο τέλμα των σκοτεινών αιώνων, είτε υπουργούντα σε αξιώματα μεγάλα και περιφανή της Πολιτείας, είτε κοσμούντα τον αγιότατο Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας, είτε εξασκούμενο στην ελεημοσύνη και τη φιλανθρωπία, είτε υφιστάμενο την παραγνώριση των ανθρώπων και τις σκληρές στερήσεις δύο εξοριών, παντού αναγνωρίζουμε τον μαχόμενο υπέρ της αληθούς Ορθοδόξου πίστεως, της «ἀποστολικῆς τὲ καὶ πατρικῆς παραδόσεως» και «τῆς προγονικῆς εὐσεβείας», η οποία αποτελεί και το περιεχόμενο της πατερικής διδασκαλίας αυτού. Γι' αυτό και ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Βασίλειος καταθέτοντας τη συνείδηση της Εκκλησίας περί της πρώιμης αγιοποιήσεως του μεγάλου Ιεράρχου, γράφει: «Φώτιος γὰρ ἣν ὁ μακάριος, ὁ φωτὸς ἀκτίσι φερωνύμος τοῦ ὀνόματος πλήθει διδασκαλιῶν καταλάμψας τὰ πέρατα, ὁ ἐξ αὐτῶν σπαργάνων ἀφιερωθεῖς τῷ Χριστῷ, ὡς ὑπὲρ τῆς αὐτοῦ εἰκόνος δημεύσει καὶ ἐξορία, τούτοις δὴ τοὶς ἀθλητικοὶς ἐκ προοιμίου ἀγώσι συγκοινωνήσας τῷ γεννήτορι, οὐ καὶ ἡ ζωὴ θαυμαστὴ καὶ τὸ τέλος ἐπέραστον, ὑπὸ Θεοῦ τοὶς θαύμασι μαρτυρουμένη». Η ζωντανή Ορθόδοξη πίστη, κατά τον ιερό Πατέρα, η πίστη της αληθείας, είναι η αρχή της Χριστιανικής μας υποστάσεως και επιβάλλει την συνεχή προσπάθεια για το «ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοὶς οὐρανοὶς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς», για την πραγμάτωση της «καινῆς κτίσεως», που επιτυγχάνεται με τη δυναμική γεφύρωση, σύνδεση και αλληλοπεριχώρηση του θείου και ανθρώπινου στοιχείου. Ο Χριστός ενώνει στο πρόσωπό Του τη θεία με την ανθρώπινη φύση. Αυτό σημαίνει ότι η θεότητα και η ανθρωπότητα έχουν εν Χριστώ ένα κοινό τρόπο υπάρξεως και αυτός ο τρόπος είναι η ενότητα, η αλληλοπεριχώρηση των προσώπων, η κοινωνία της αγάπης. Η ένωση της θείας με την ανθρώπινη φύση στο πρόσωπο του Χριστού δεν είναι μία αφηρημένη αρχή. Φανερώνεται σε εμάς, όπως φανερώνεται πάντοτε η φύση: μόνο ως τρόπος υπάρξεως, δηλαδή ως δυνατότητα ζωής. Είναι η δυνατότητα να ζήσουμε, να πληρωθεί η απύθμενη δίψα για ζωή που βασανίζει την ύπαρξή μας, να ζήσουμε όλες τις δυνατότητες της ζωής νικώντας την αναπηρία και τον θάνατο της τεμαχισμένης υπάρξεως. Αρκεί να αποδεχθεί ο άνθρωπος την αμαρτία και αποτυχία του και να ζήσει την κένωση του Χριστού, τη ζωή του Θεού. Η αληθινή Χριστιανική ζωή είναι η γέφυρα που συνδέει τον ουρανό με την γη, η συνεχής πηδαλιούχηση του πορθμείου εκείνου, το οποίο, όπως λέγει ο ιερός Φώτιος, έρχεται από τον ουρανό και «διαπορθμεύει ἠμὶν τὴν ἐκεῖθεν ἀγαθοειδὴ καὶ θείαν εὐμένειαν» και Χάρη. Αυτό ακριβώς είναι το αληθινό ήθος της Ορθοδοξίας: η αναγέννηση, ένωση, μετοχή και κοινωνία με τον Χριστό διά του Αγίου Πνεύματος. Το Ορθόδοξο, λοιπόν, ήθος, που είναι η κοινωνία του προσώπου με τον Θεό Πατέρα εν Χριστώ διά του Αγίου Πνεύματος και ο αγιασμός του όλου ανθρώπου στην οδό της θεώσεως αρχίζει να υπάρχει μόνο όταν έχουμε ως προϋπόθεση την ορθή πίστη, την ορθοδοξία. Γι' αυτό ουδέποτε ο Άγιος ανέχθηκε οποιαδήποτε παρασιώπηση ή παραφθορά της αλήθειας. Γράφει χαρακτηριστικά ο ιερός Φώτιος προς τον Πάπα Νικόλαο: «τὰ οἰκουμενικαὶς καὶ κοιναὶς τυπωθέντα ψήφοις πάσι προσήκει φυλάττεσθαι». Διότι, διά της επιμελούς φυλάξεως της διδασκαλίας των Οικουμενικών Συνόδων, «πᾶσα καινοτομία καὶ αἵρεσις ἀπελαύνεται, τὸ δὲ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀκήρατον καὶ ἀρχαιοπαράδοτον φρόνημα ταὶς εὐσεβούντων ψυχαὶς εἰς ἀδίστακτον σεβασμιότητα καθιδρύνεται». Έτσι η μία γενεά, μετά φόβου Θεού, παραδίδει στην επερχόμενη τα της πίστεως πολύτιμα κεφάλαια που έλαβε, με πλήρη συναίσθηση ότι και η επερχόμενη θα διατηρήσει αλώβητη την πίστη. Σε μία ομιλία του ο Άγιος εξαίρει τη σπουδαιότητα της συνεχιζόμενης ανελλειπώς διαδοχής: «Πρὸ τῆς ἑβδόμης Συνόδου, ἔσχε πρὸ ταύτης ἡ Πρώτη πολλῶν ἐν μέρει τᾶς πράξεις μιμήσασθαι. Ἡ Δευτέρα τὴν Πρώτην ὑπογραμμὸν καὶ τύπον ἐδέξατο, τῆς δὲ Τρίτης αὐτὴ μετὰ τὴν πρώτην ὑπῆρξε παράδειγμα, ναὶ δὴ καὶ Τετάρτην ταυταὶς ἐπλούτει μιμήσασθαι καὶ ταὶς ἐφεξῆς ὑπῆρχον αἳ προλαβούσαι διδάσκαλοι». Η απαρίθμηση εδώ των Συνόδων δεν είναι συμπτωματική. Για τον Άγιο, τον της απλανούς γνώσεως κανόνα, το παρελθόν, η παράδοση, τα γενόμενα στο άγιο Σώμα της Εκκλησίας του Χριστού δεν αποτελούν απλά ιστορικά γεγονότα. Μάλλον αποτελούν υπόδειγμα, τύπο για το μέλλον του Κυριακού Σώματος. Γι' αυτό και δεν επιμένει μόνο στην ιστορική παράδοση ή μετάδοση, ούτε μόνο για τον κληρονομικό χαρακτήρα της διδασκαλίας, αλλά προ παντός για την πληρότητα της αλήθειας, για την ταυτότητα και την συνέχεια της καθολικής εμπειρίας της Εκκλησίας, για τη ζωή της μέσα στη χάρη, για το παρόν μέσα στο οποίο κατοικεί ήδη το μέλλον, για το μυστήριο της πίστεως. Η ενότητα, η αγιότητα και η καθολικότητα της Εκκλησίας συμπληρώνονται και καταξιώνονται με την αποστολικότητά της. Στην αρχιερατική προσευχή του Ιησού ο αγιασμός και η καθολική ενότητα της Εκκλησίας συνδέονται άμεσα με την αποστολικότητα: «Ἶνα ὁ κόσμος πιστεύση, ὅτι Σὺ μὲ ἀπέστειλας». Έτσι η αποστολικότητα γίνεται οντολογικό γνώρισμα της Εκκλησίας, που εκφράζει και τα άλλα γνωρίσματά της. Η Εκκλησία είναι αποστολική, γιατί συνεχίζει την αποστολή του Χριστού και των Αποστόλων Του μέσα στον κόσμο. Ο ιστορικός σύνδεσμός της με τους Αποστόλους και η βεβαίωση του συνδέσμου αυτού με την αναγωγή των κατά τόπους Εκκλησιών και των Επισκόπων στους Αγίους Αποστόλους αποτελούν τα εξωτερικά τεκμήρια της αποστολικής ιδιότητας και διαδοχής. Το ηθικό δε αίτημα της αποστολικότητας της Εκκλησίας είναι η υποχρέωση για πιστότητα στην αποστολική παράδοσή της, η οποία εξασφαλίζει την ταυτότητα και ενότητα του ζώντος Σώματος. «Τοῦτο γὰρ τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, τοῦτο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τὸ φρόνημα». Αγωνιζόμενος ο Άγιος Φώτιος υπέρ «τῆς πίστεως ἠμῶν τῶν Χριστιανῶν...., τῆς ἀχράντου καὶ εἰλικρινοῦς λατρείας, καὶ τῶν περὶ αὐτὴν μυστηρίων», στην εγκύκλιο επιστολή του, το 867 μ.Χ., που απευθυνόταν προς τους κατά Ανατολάς Επισκόπους και Πατριάρχες, στρέφεται στην καταπολέμηση της αιρέσεως, «κατὰ πάσης αἱρέσεως», που αποτελεί την ενότητα και την ακεραιότητα της Ορθοδοξίας και συγχρόνως καλεί όλους να είναι άγρυπνοι εναντίων κάθε δυσέβειας. Ο Μέγας Φώτιος, γνωρίζοντας ότι κάθε εκτροπή από την αληθή πίστη έχει ως συνέπεια την έκπτωση από την πνευματικότητα, κατακρίνει «τὸ τῆς γνώμης ἠρρωστηκὸς καὶ ἀστήρικτον» και καταδικάζει, ως «ἁμαρτίαν πρὸς θάνατον», κάθε εκτροπή από την Ορθοδοξία και την «τῶν παραδοθέντων ἀθέτησιν» ή «καταφρόνησιν» από εκείνους που «κατὰ τῶν ἰδίων ποιμένων ὑπερήφανον ἀναλαμβάνουν φρόνημα, ἐκεῖθεν δὲ κατὰ τοῦ κοινοῦ Ποιμένος καὶ Δεσπότου παρατείνουν τὴν ἀπόνοιαν». Επί της βάσεως αυτής αντέκρουσε όχι μόνο τους εικονομάχους αλλά και τις παπικές αξιώσεις και το γερμανοφραγκικό δόγμα του filioque, το οποίο διασαλεύει την κοινωνία των αγιοπνευματικών προϋποθέσεων και ενεργειών και δεν έχει θέση μέσα στην κοινωνία του Σώματος της Εκκλησίας και της κοινότητος των αδελφών. Γι' αυτό και η Σύνοδος, η οποία συνήλθε τον Ιούλιο ή Αύγουστο του 867 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, καθαίρεσε τον Πάπα Νικόλαο για τις αντικανονικές του ενέργειες, ενώ αποδοκίμασε τη διδασκαλία του filioque και τα ρωμαϊκά έθιμα. Μάλιστα η εγκύκλιος επιστολή του ιερού Φωτίου για τα θέματα αυτά, μετά τη συνοδική κατοχύρωση του περιεχομένου της, κατέστη ένα σταθερό πλέον κριτήριο για την αξιολόγηση των σχέσεων Ανατολής και Δύσεως. Η δολοφονία του αυτοκράτορα Μιχαήλ του Γ', στις 24 Σεπτεμβρίου 867 μ.Χ., από τον Βασίλειο Α' τον Μακεδόνα, συνοδεύτηκε και με κρίση στην Εκκλησία. Ο νέος αυτοκράτορας τάχθηκε υπέρ της προσεγγίσεως Κωνσταντινουπόλεως και Ρώμης και αναζήτησε ερείσματα στοςυ «Ιγνατιανούς». Ο ιερός Φώτιος υπήρξε το θύμα αυτής της νέας πολιτικής σκοπιμότητας του αυτοκράτορα, ο οποίος εκθρόνισε τον Άγιο Φώτιο και αποκατέστησε στον θρόνο τον Πατριάρχη Ιγνάτιο, στις 23 Νοεμβρίου 867 μ.Χ. Η Σύνοδος του έτους 869 μ.Χ., που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, στο ναό της Αγίας Σοφίας, αναθεμάτισε τον Άγιο Φώτιο, όσοι δε Επίσκοποι χειροτονήθηκαν από αυτόν ή παρέμεναν πιστοί σε αυτόν καθαιρέθηκαν και όσοι από τους μοναχούς ή λαϊκούς παρέμειναν οπαδοί του αφορίσθηκαν. Ο ιερός Φώτιος καθ' όλη την διαδικασία και παρά την προκλητική στάση των αντιπροσώπων του Πάπα τήρησε σιγή, τους υπέδειξε να μετανοήσουν και αρνήθηκε να δεχθεί την αντικανονική ποινή. Στη συνέχεια εξορίστηκε και υποβλήθηκε σε ποικίλες και πολλαπλές στερήσεις και κακουχίες. Επακολούθησε βέβαια η συμφιλίωση των δύο Πατριαρχών, Φωτίου και Ιγνατίου, αλλά ο θάνατος του Ιγνατίου, στις 23 Οκτωβρίου του 877 μ.Χ., επέτρεψε την αποκατάσταση του ιερού Φωτίου στον πατριαρχικό θρόνο μέχρι το έτος 886 μ.Χ. κατά τον οποίο εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από το διαδεχθέντα τον αυτοκράτορα Βασίλειο δευτερότοκο υιό του Λέοντα ΣΤ' τον Σοφό. Ο Άγιος Φώτιος κοιμήθηκε οσίως το έτος 891 μ.Χ. όντας εξόριστος στην ιερά μονή των Αρμενιανών, όπως άλλοτε ο θείος και ιερός Χρυσόστομος στα Κόμανα του Πόντου. Το ιερό και πάντιμο σκήνωμα του Αγίου και Μεγάλου Φωτίου εναποτέθηκε στην λεγόμενη μονή της Ερημίας ή Ηρεμίας, που ήταν κοντά στην Χαλκηδόνα. Παλιότερα η Σύναξή του ετελείτο στο Προφητείο, δηλαδή στο ναό του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, που βρισκόταν στη μονή της Ερημίας, ενώ τώρα τελείται στην ιερά πατριαρχική μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη, όπου ιδρύθηκε και η Θεολογική Σχολή της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. |
Ἀπολυτίκιον Ὡς τῶν ἀποστόλων ὁμότροπος καὶ τῆς οἰκουμένης διδάσκαλος, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων ἱκέτευε, Φώτιε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρίσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον. Τῆς σοφίας ἐκφάντωρ λαμπρὸς γενόμενος, Ὀρθοδοξίας ἐδείχθης θεοπαγῆς προμαχών, τῶν Πατέρων καλλονὴ Φώτιε μέγιστε, οὐ γὰρ αἱρέσεων δεινῶν, στηλιτεύεις τὴν ὀφρύν, Ἐώας τὸ θεῖον σέλας, τῆς Ἐκκλησίας λαμπρότης, ἣν διατηρεῖ Πάτερ ἄσειστον. |
Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.
Τρίτη, Φεβρουαρίου 05, 2013
Άγιος Φώτιος ο Μέγας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Τυπικόν της 6ης Φεβρουαρίου 2013
Τετάρτη: Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν καί Ἰσαποστόλου
Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Ὁμολογητοῦ
(858-867, 877-888)
καί τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Βουκόλου, Ἐπισκόπου Σμύρνης.
|
Ἡ μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Φωτίου τελεῖται
πανηγυρικῶς ἐν τῇ
Ἱερᾷ Πατριαρχικῇ καί Σταυροπηγιακῇ Μονῇ
τῆς Ἁγίας Τριάδος Χάλκης, ἧς, κατά τήν παράδοσιν,
ὑπῆρξεν ὁ ἱδρυτής. Κατά τά ἔκπαλαι κρατοῦντα ἡ
ἡμέρα αὕτη ἑορτάζεται ὡς «Ἡμέρα τῶν Ἀποφοίτων»
τῆς ἐν τῇ Ἱ. Μονῇ στεγαζομένης γεραρᾶς Ἱερᾶς
Θεολογικῆς Σχολῆς.
Ὁ ἀείμνηστος Κωνσταντῖνος, Μητροπολίτης
Σταυρουπόλεως, ὁ Τυπάλδος συνερανίσθη ἐξ ἀρχαιοτέρων
τῆς Ἐκκλησίας ὕμνων καί συνέθεσε ἰδιαιτέραν
Ἀκολουθίαν, ἥτις καί ψάλλεται τήν ἡμέραν αὐτήν.
Ὅπου τελεῖται ἡ μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός
ἡμῶν Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως,
ἀκολουθεῖται ἡ κατωτέρω τάξις.
Τῇ Τρίτῃ ἑσπέρας: Θ΄ ΩΡΑ
Ἀπολυτίκιον: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη...».
Κοντάκιον: «Ὁ μήτραν παρθενικήν...».
Ἀπόλυσις: Μικρά· «Ὁ ἐν ἀγκάλαις...».
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
Προοιμιακός – Ψαλτήριον.
Εἰς τό· «Κύριε, ἐκέκραξα...».
Ἑσπέρια: 1.– Τά 3 Στιχηρά Προσόμοια τῆς Ἑορτῆς·
«Ὁ Ποιητής τῶν ἁπάντων... – Ὁ Συμεών ἐν ἀγκάλαις...
– Τόν ἐπ’ ἐσχάτων τεχθέντα...» καί
2.– Τά 3 Στιχηρά Προσόμοια τοῦ Ἁγίου· «Ὅτε ἐπινεύσει θεϊκῇ...
– Ὅτε παρ’ ἀνόμων δικαστῶν... – Ὅτε ἐκοιμήθης ἱερῶς...».
Δόξα: Τό Ἰδιόμελον τοῦ Ἁγίου· «Ὅσιε τρισμάκαρ...».
Καί νῦν: Τό ὁμόηχον Ἰδιόμελον τῆς Ἑορτῆς· «Ἀνοιγέσθω ἡ πύλη...»,
ζήτει τοῦτο εἰς τό Δόξα, Καί νῦν, τῶν Ἑσπερίων τῆς Ἑορτῆς.
Εἴσοδος: «Φῶς ἱλαρόν...».Τό Προκείμενον τῆς ἡμέρας καί
τά Ἀναγνώσματα.
Ἀπόστιχα: Τά 3 Στιχηρά Προσόμοια τοῦ Ἁγίου·
«Χαίροις, Ἀρχιερεῦ τοῦ Χριστοῦ... – Χαίροις, Ἱεραρχῶν ὁ κανών...
– Χαίροις, Πατριαρχῶν καλλονή...», μετά τῶν πρό αὐτῶν
στίχων εἰς τά δύο τελευταῖα: α΄.– «Τό στόμα μου λαλήσει σοφίαν,
καί ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου σύνεσιν».
β΄.– «Στόμα δικαίου μελετήσει σοφίαν, καί ἡ γλῶσσα αὐτοῦ λαλήσει
κρίσιν».
Δόξα: Τό Ἰδιόμελον αὐτῶν· «Ἔπρεπε τῇ βασιλίδι τῶν πόλεων...».
Καί νῦν: Τό ἕτερον ὁμόηχον Ἰδιόμελον τῆς Ἑορτῆς·
«Σήμερον ἡ ἱερά Μήτηρ...», ζήτει τοῦτο εἰς τό Δόξα, Καί νῦν,
τῶν Ἀποστίχων τῶν Ἑσπερίων τῇ 5ῃ Φεβρουαρίου.
Τρισάγιον.
Ἀπολυτίκια: 1.– Τοῦ Ἁγίου· «Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροπος...»
καί 2.– Δόξα, Καί νῦν, τῆς Ἑορτῆς· «Χαῖρε, κεχαριτωμένη...».
Ἀπόλυσις: «Ὁ ἐν ἀγκάλαις τοῦ δικαίου Συμεών βασταχθῆναι
καταδεξάμενος διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν,
Χριστός ὁ ἀληθινός Θεός ἡμῶν...».
Τῇ Τετάρτῃ πρωΐ: ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΚΟΝ
Μετά τόν Ν΄ Ψαλμόν, τά διά τήν Λιτήν Στιχηρά Ἰδιόμελα τοῦ
Ἁγίου· «Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ...», κτλ. μετά τοῦ Δόξα αὐτῶν,
Καί νῦν, τῆς Ἑορτῆς κατά βούλησιν. Τρισάγιον καί τό
Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου· «Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροπος...».
ΟΡΘΡΟΣ
Ἑξάψαλμος.
Εἰς τό· «Θεός Κύριος...».
Ἀπολυτίκια 1.– Τοῦ Ἁγίου· «Ὡς τῶν Ἀποστόλων...».
2.– Δόξα, τό αὐτό καί 3.– Καί νῦν, τῆς Ἑορτῆς· «Χαῖρε, κεχαριτωμένη...».
Καθίσματα: Τοῦ Ἁγίου τῆς α΄ καί β΄ Στιχολογίας καί τό μετά τόν
Πολυέλεον καί εἰς τό Καί νῦν, ἀντί Θεοτοκίων,
ἀνά ἕν τῆς Ἑορτῆς· «Χορός ἀγγελικός...», «Ὁ ὤν σύν τῷ Πατρί...»
καί· «Νηπιάζει δι’ ἐμέ...».
Ἀναβαθμοί: Τό α΄ Ἀντίφωνον τοῦ δ΄ ἤχου. «Ἐκ νεότητός μου...».
Προκείμενον: «Τό στόμα μου λαλήσει σοφίαν, καί ἡ μελέτη
τῆς καρδίας μου σύνεσιν».
Στίχος: «Ἀκούσατε ταῦτα πάντα τά ἔθνη· ἐνωτίσασθε πάντες
οἱ κατοικοῦντες τήν οἰκουμένην».
Εὐαγγέλιον Ὄρθρου: Τοῦ Ἁγίου· «Ἀμήν, ἀμήν λέγω
ὑμῖν, ὅτι ὁ μή εἰσερχόμενος...»(Ἰω. ι΄ 1-9), ζήτει τοῦτο τῇ 13ῃ Νοεμβρίου.
Ὁ Ν΄ Ψαλμός: (Χῦμα). Δόξα· «Ταῖς τοῦ Ἱεράρχου...».
Καί νῦν· «Ταῖς τῆς Θεοτόκου...» καί τό Ἰδιόμελον·
«Ἐξεχύθη ἡ χάρις ἐν χείλεσί σου...».
Κανόνες: 1.– Τῆς Ἑορτῆς· «Ῥανάτωσαν ὕδωρ νεφέλαι...», μετά
τῶν Εἱρμῶν αὐτοῦ καί 2.– Τοῦ Ἁγίου· «Φωστήρ θεαυγέστατε...»,
ἀμφότεροι εἰς 4.
Ἀπό γ΄ ᾨδῆς·
Μεσῴδια Καθίσματα: 1.– «Τόν Προφήτην Ἠλίαν ζηλοτυπῶν...»
καί 2.– Δόξα, Καί νῦν, τῆς Ἑορτῆς· «Ἐν τῷ ὄρει τῷ Σινᾷ...».
Ἀφ’ ς΄ ᾨδῆς·
Κοντάκιον – Οἶκος: Τοῦ Ἁγίου.
Συναξάριον: Τῆς ἡμέρας.
Καταβασίαι: «Χέρσον ἀβυσσοτόκον...».
Ἡ Τιμιωτέρα.
Εἱρμός θ΄ ᾨδῆς: «Θεοτόκε ἡ ἐλπίς... – Ἐν νόμῳ, σκιᾷ καί γράμματι...».
Ἐξαποστειλάρια: 1.– Τοῦ Ἁγίου· «Προστάτην σε θερμότατον...» καί 2.– Τῆς Ἑορτῆς·«Ἐν Πνεύματι τῷ ἱερῷ...».
Αἶνοι: Τά 4 Στιχηρά Προσόμοια τοῦ Ἁγίου· «Τῆς Ἐκκλησίας τόν θεῖον... – Τῶν ἀρετῶν σε δοχεῖον.... – Τοῖς Ἀποστόλοις συνήφθης... – Τοῦ ἐπί γῆς ἑωσφόρου...».
Δόξα: Τό Ἰδιόμελον αὐτῶν· «Ὅπου ἐπικληθῇ σου τό ὄνομα...».
Καί νῦν: Τό Ἰδιόμελον τῆς Ἑορτῆς· «Ὁ ἐν χερσί πρεσβυτικαῖς...».
Δοξολογία: Μεγάλη.
«Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροπος...».
ΕΙΣ ΤΗΝ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΝ
Ἀντίφωνα: Τῆς Ἑορτῆς.
Εἴσοδος.
Εἰσοδικόν: «Δεῦτε προσκυνήσωμεν... ὁ ἐν ἀγκάλαις...».
Ἀπολυτίκια: 1.– Τῆς Ἑορτῆς· «Χαῖρε, κεχαριτωμένη...».
2.– Τοῦ Ἁγίου· «Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροπος...» καί
3.– Τοῦ Ναοῦ.
Κοντάκιον: Τῆς Ἑορτῆς· «Ὁ μήτραν παρθενικήν...».
Τρισάγιον.
Ἀπόστολος: Τοῦ Ἁγίου· «Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπε ἀρχιερεύς...»
(Ἑβρ. ζ΄ 26-28, η΄ 1-2), μετά τοῦ οἰκείου Προκειμένου.
Εὐαγγέλιον: Ὁμοίως· «Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα...» (Ἰω. ι΄ 9-16),
ζήτει ἀμφότερα τῇ 13ῃ Νοεμβρίου.
Εἰς τό Ἐξαιρέτως: «Ἄξιόν ἐστιν...».
Κοινωνικόν: «Εἰς μνημόσυνον...».
«Εἴδομεν τό φῶς...», κτλ.
Ἀπόλυσις: Ἡ τοῦ Ἑσπερινοῦ.
Ὅπου δέν ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Φωτίου.
Ἀπόστολος:
Τῆς ἡμέρας· Τετάρτης λα΄ ἑβδομάδος Ἐπιστολῶν (Ἰακ. α΄ 1-18).
Εὐαγγέλιον:
Παραληφθέν· Σαββάτου ιγ΄ ἑβδομάδος Λουκᾶ (Λουκ. ιδ΄ 1-11).
|
Πώς να μοιράσω το ψωμί; (αληθινή ιστορία)
Τούτες τις μέρες που την πατρίδα μας τη δέρνει η φτώχεια και η πείνα, η Χρυσούλα, μεγάλη ώριμη γυναίκα με δική της τώρα οικογένεια, φέρνει στο νου της τη συγχωρεμένη τη γιαγιά της. Χρυσούλα την έλεγαν κι εκείνη, με παππού ιερέα ευλαβικό τον ονομαστό παπα-Γιώργη τον Διακουμάτο στην περιοχή της Οιτύλου στη Λακωνία.
Απ' το στόμα του παπα-Γιώργη έβγαινε πάντα χρυσάφι ο θείος λόγος του Ευαγγελίου. Αυτόν έσπερνε παντού και γλύκαινε τους πονεμένους. Στη μικρή του τη Χρυσούλα έκανε μαθήματα μέσα από την Αγία Γραφή, το Οκτωήχι και το Ψαλτήρι. Τι στιγμές ήταν εκείνες! Σμίλευε ο ακούραστος λευΐτης με τη σμίλη του Πνεύματος την άκακη και αθώα ψυχή της εγγονούλας του, την μάθαινε να αγαπά τον Θεό, να συγχωρεί τους ανθρώπους, να σκορπίζει καλοσύνες σε εχθρούς και φίλους. Ποτέ δεν ξεχνούσε -η μακαρίτισσα τώρα- γιαγιά τη μεγάλη μορφή του ιερέα παππού της που για το χωριό δεν ήταν μόνο παπάς αλλά και δάσκαλος και συμφιλιωτής και παρηγορητής, άγγελος ήταν για όλο το χωριό τους ο παπα-Γιώργης.
Μεγάλωσε κάποτε η μικρή Χρυσούλα. Έκανε τη δική της οικογένεια, και έμενε στο Ελαιοχώρι. Τέσσερα κορίτσια και ένα αγόρι της είχε χαρίσει ο Πανάγαθος. Μικρά ήταν όλα τότε. Πού να τ' αφήσει; Τα χωράφια τους είχαν απαιτήσεις. Ήθελαν χέρια δυνατά και σκληρά να τα δουλεύουν. Και κείνα άμειβαν. Και δίναν πλούσιο τον καρπό τους για να τρέφουν τη φτωχή οικογένειά τους.
Η Χρυσούλα ήταν πρώτη στο νοικοκυριό. Δεν υστερούσε όμως και στα αγροτικά. Ποτέ δεν ήθελε ν' αφήνει τον άνδρα της μόνο του. Έτρεχε και αυτή από κοντά του. Πρωί-πρωί, πριν ακόμη καλά-καλά φέξει ο ήλιος, ξεκινούσε με τη δροσιά. Από κοντά και τα παιδιά τους, μικρούλια τότε. Τ' άφηνε ξένοιαστα να παίζουν με τα χώματα ή να κυνηγάνε πεταλούδες ή άλλοτε να παίζουν κρυφτό στα χαλάσματα του φράχτη του κτήματος.
Και κατά το μεσημεράκι όταν έφθανε η ώρα του φαγητού, μάζευε γύρω τα μικρά της. Έκαναν όλοι μαζί το σταυρό τους κι έλεγαν το «Πάτερ ημών». Σε κάποιο γεύμα έβγαλε από το ταγάρι της το καλοζυμωμένο καρβέλι και κοίταξε τα παιδιά της στα μάτια. Πάντα είχε ένα μικρό λόγο σοφό να τους πει την ώρα εκείνη. Αυτή τη φορά όμως τους είπε κάτι άλλο: «Αυτό το καρβέλι είναι δικό σας! Πώς θέλετε, παιδιά μου, να σας το μοιράσω το ψωμί, σαν Θεός ή σαν άνθρωπος;».
Και κείνα μ' ένα στόμα είπαν: «Μαμά, σαν Θεός!». Γιατί ήξεραν, το 'χαν μάθει καλά το μάθημα, ότι ο Θεός είναι Πατέρας καλοκάγαθος που όλα τα μοιράζει δίκαια. Και ήθελαν να απολαύσουν τη δίκαιη μοιρασιά του Θεού.Πήρε λοιπόν το καρβέλι η μάννα, το σταύρωσε, το ασπάστηκε με ευλάβεια (έτσι έκανε πάντα) και άρχισε μετά να κόβει με το χέρι της και να δίνει στο καθένα το μερίδιό του. Τα μικρά πεινασμένα άρπαξαν με λαχτάρα το ψωμάκι και έβαλαν την πρώτη μπουκιά κιόλας στο στόμα. Όμως η μάννα φρόντισε ν' αφήσει εκείνη την ημέρα περίσσευμα το μισό καρβέλι.
Τα μικρά τρώγοντας λοξοκοιτούσαν το ένα το άλλο αν κρατούσαν όλα την ίδια μερίδα. Είδαν μετά τη μητέρα τους που καλοδίπλωσε πίσω τους το υπόλοιπο μισό καρβέλι και το 'βαλε βιαστικά πάλι μέσα στο ταγάρι. Και εκείνα απορημένα ρώτησαν: «Μαμά, γιατί μας στέρησες τη δίκαιη μοιρασιά; Εμείς σου είπαμε να μας μοιράσεις το ψωμί σαν Θεός, όχι σαν άνθρωπος».
Κι εκείνη με σοβαρότητα απάντησε: «Καλά μου παιδιά, σαν Θεός σας το μοίρασα. Ο Θεός φροντίζει για όλα τα παιδιά του κόσμου, και για κείνα που δεν έχουν να φάνε. Το υπόλοιπο καρβέλι ο Θεός θέλει να το πάμε στα φτωχά παιδάκια».
Έκπληκτα άκουσαν τα μικρά το μεγάλο μάθημα για την αγάπη. Και έτρεξαν αμέσως με χαρά να βοηθήσουν στις φτωχογειτονιές του χωριού όσα παιδάκια δεν είχαν να φάνε. Κι αυτό δεν το 'καναν μόνο μία φορά...
Πέρασαν από τότε πολλά χρόνια. Δεν ζουν κείνες οι αγιασμένες μορφές που έζησαν στη φτώχεια αλλά ήταν τόσο πλούσιες.
Έφυγαν! Έφυγαν και μας άφησαν κληρονομιά βαριά, ατίμητη σε αξία, παράδειγμα ψυχής αρχοντικής, που ξέρει να αγαπά και να σκορπίζει όπως ο Θεός δώρα και καλοσύνες με δικαιοσύνη σε όλο τον κόσμο.
Τούτες τις μέρες πού την πατρίδα μας τη δέρνει η φτώχεια και η πείνα, η Χρυσούλα, η ώριμη γυναίκα, τα θυμήθηκε όλα. Και τα λέει στις φίλες της όλα όσα ζούσαν και έκαναν τότε οι παλιοί, οι φτωχοί οι δικοί μας πρόγονοι και... η δική της γιαγιά.
Σήμερα τα θυμήθηκε όλα ξανά καθώς είδε κάτω από την πόρτα του σπιτιού της προσκλητήριο αγάπης, τυπωμένο χαρτί από τον εφημέριο της ενορίας της, που έλεγε:
«Σήμερα κανένας να μη μείνει πεινασμένος στην ενορία μας. Βοήθησε και συ όσο μπορείς».
Βούρκωσε!... Είναι και αυτή πνιγμένη στα χρέη, όμως το ψωμί στο φτωχό θα το δίνει και αυτή. Ζυμωμένο από τα δικά της τα χέρια. Κάθε μέρα θα το πηγαίνει στον καλό τους ιερέα πού γνωρίζει καλά τα ανήμπορα σπίτια!...
Περιοδικό «ο Σωτήρ», Τεύχος 2059 - Ιανουάριος 2013
Ἡ Κυρία Θεοτόκος ἐγγυᾶται τὰ σύνορα τῆς Ἑλλάδος
Η Κυρία Θεοτόκος εγγυάται τα σύνορα της ΕλλάδοςΒίντεο από επίσκεψη στρατιωτικών μονάδας τεθωρακισμένων της Βορείου Ελλάδας στις 13 Μαϊου 2012, στην Ιερά Σκήτη Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων Αγίου Όρους. Στο βίντεο ο ιερομόναχος π.Γεώργιος Αλευράς, πνευματικός της Σκήτης, από το Ιερό Κελλίον Ζωοδόχου Πηγής, μεταφέρει το μήνυμα στο στράτευμα ότι η Κυρία Θεοτόκος όπως είχε θαυμαστά αναφέρει ο Γέρων Παϊσιος είναι εκείνη που εγγυάται τα σύνορα της χώρας και πως οι Έλληνες χρειάζονται αγάπη και έχουν ανάγκη να ακολουθήσουν ένα όραμα για να υπερκεράσουν την κρίση.πηγή
Μετά την εξομολόγηση δικαιολογείται να νιώθεις βάρος;
- Γιατί να νιώθης βάρος;
Με μια σωστή εξομολόγηση σβήνουν όλα τα παλιά. Ανοίγονται νέα δεφτέρια. Έρχεται η Χάρις του Θεού και αλλάζει τελείως ο άνθρωπος. Χάνονται η ταραχή, η αγριάδα, το άγχος και έρχονται η γαλήνη, η ηρεμία.
Τόσο αισθητό είναι αυτό ακόμη και εξωτερικά, που λέω σε μερικούς να φωτογραφηθούν πριν από την εξομολόγηση και μετά την εξομολόγηση, για να διαπιστώσουν και οι ίδιοι την καλή αλλοίωση, γιατί στο πρόσωπο ζωγραφίζεται η εσωτερική πνευματική κατάσταση. Τα μυστήρια της Εκκλησίας κάνουν θαύματα. Όσο πλησιάζει κανείς στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, θεώνεται, και επόμενο είναι να ακτινοβολή και να προδίδεται από την θεία Χάρη.
- Δηλαδή, Γέροντα, μετά από μια ειλικρινή εξομολόγηση νιώθεις αμέσως χαρά;
- Όχι πάντοτε. Μπορεί και να μη χαρής αμέσως, αλλά σιγά-σιγά γεννιέται μέσα σου η χαρά. Μετά την εξομολόγηση χρειάζεται η φιλότιμη αναγνώριση. Να νιώθης όπως αυτός που του χαρίζεται ένα χρέος που έχει, και από φιλότιμο αισθάνεται ευγνωμοσύνη και υποχρέωση προς τον ευεργέτη του. Να ευχαριστής τον Θεό, αλλά συγχρόνως να ζης και το ψαλμικό: «την ανομίαν μου εγώ γινώσκω και η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστι διαπαντός», για να μην ξεθαρρεύης και επαναλαμβάνης τα ίδια σφάλματα.
- Γέροντα, διάβασα κάπου ότι οι δαίμονες θα μας βασανίσουν στην άλλη ζωή ακόμη και για έναν κακό λογισμό που δεν εξομολογηθήκαμε.
- Κοίταξε, όταν ο άνθρωπος μετανοήση και πη στον πνευματικό ό,τι θυμόταν, χωρίς να έχη την πρόθεση να κρύψη κάτι, τελείωσε· τα ταγκαλάκια δεν έχουν καμμία εξουσία επάνω του. Όταν όμως δεν εξομολογηθή εν γνώσει του μερικές αμαρτίες του, θα βασανίζεται στην άλλη ζωή γι' αυτές.
- Γέροντα, όταν κάποιος εξομολογήθηκε νεανικά του σφάλματα, αλλά πάλι τα σκέφτεται και ταλαιπωρήται, είναι σωστή αντιμετώπιση;
- Αν έχη πολλή συντριβή για τα νεανικά του σφάλματα και τα εξομολογήθηκε, δεν υπάρχει λόγος να ταλαιπωρήται, αφού ο Θεός του τα συγχώρησε από την στιγμή που τα εξομολογήθηκε. Στο εξής δεν πρέπει να σκαλίζη τα παλιά, ιδίως σαρκικά αμαρτήματα, γιατί μπορεί να πάθη ζημιά. Στον πόλεμο π.χ. πέφτει μια χειροβομβίδα δίπλα σε έναν στρατιώτη, αλλά τον φυλάει ο Θεός και δεν σκάζει. Όταν τελειώση ο πόλεμος, βρίσκει ο στρατιώτης την χειροβομβίδα που δεν έσκασε και αρχίζει να την περιεργάζεται, και τελικά ανατινάζεται στον αέρα σε καιρό ειρήνης
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ
Έχουν κάνει όλες τις αμαρτίες κι εγώ τ' αγαπώ! (Γεροντας Πορφύριος )
Μου έλεγε κάποια μέρα ο πατήρ Πορφύριος:
«Έρχονται σε μένα καμιά φορά και αγόρια και κορίτσια. Τα καημένα τα παιδιά και τι δεν έχουν κάνει, όλες τις αμαρτίες τις σαρκικές τις έχουν κάνει, μα εγώ τ'; αγαπώ».
Ο Γέροντας δε δικαιολογούσε τις πράξεις των παιδιών τις χαρακτήριζε ως σαρκικές αμαρτίες ,αλλά συγχρόνως τα αγαπούσε σαν πολύτιμες ψυχές «υπέρ ων Χριστός απέθανε».
Με την αγάπη του, τους προσείλκυε σαν μαγνήτης και τους θεράπευε σταδιακά από τη σαρκολατρεία τους.
Η πατερική αυτή στάση του Γέροντα, παρεξηγήθηκε από μερικούς πουριτανούς συντηρητικούς, που επένθησαν, και μερικούς ανεύθυνους προοδευτικούς, που πανηγύρισαν, για την ίδια αιτία: για το ότι τάχα ο Γέροντας «ανέχεται» τις σαρκικές αμαρτίες.
Δεν καταλάβαιναν, ότι η αμαρτία δεν καταπολεμείται, ούτε με τη μισαλλόδοξη καταδίκη του αμαρτωλού , ούτε με την ένοχη νομιμοποίηση της πτώσης.
Ο Γέροντας πολεμούσε αποτελεσματικά την αμαρτία, αγαπώντας τον αμαρτωλό και βοηθώντας τον στην συνειδητοποίηση της ευθύνης για τις πτώσεις του, και της δυνατότητας εν Χριστώ της απαλλαγής του και απ'; αυτές και από την ενοχή, δια της μετανοίας και της συγχωρήσεως και της εν Χριστώ ζωής.
Ήθελε να οδηγεί στην καινούργια ζωή, και όχι να ταλαιπωρεί τις ψυχές με την παλιά.
Πῶς νὰ προσέχει ὅποιος ζεῖ στὸν κόσμο Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov
Πῶς πρέπει νὰ προσέχει τὸν ἑαυτὸ του ὅποιος ζεῖ μέσα στὸν κόσμο (1)
Ψυχὴ ὅλων τῶν ἀσκήσεων, ποὺ γίνονται γιὰ τὸν Κύριο, εἶναι ἡ προσοχή. Δίχως προσοχή, ὅλες αὐτὲς οἱ ἀσκήσεις εἶναι ἄκαρπες, νεκρές. Ὅποιος ποθεῖ τὴ σωτηρία του πρέπει νὰ μάθει νὰ προσέχει ἄγρυπνα τὸν ἑαυτό του, εἴτε ζεῖ στὴ μόνωση εἴτε ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό, ὁπότε καμιὰ φορά, καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλει, παρασύρεται ἀπὸ τὶς συνθῆκες.
Ἂν ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γίνει τὸ ἰσχυρότερο ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς, τότε πιὸ εὔκολα θὰ προσέχουμε τὸν ἑαυτό μας, τόσο στὴν ἡσυχία τοῦ κελιοῦ μας ὅσο καὶ μέσα στὸν θόρυβο ποὺ μᾶς κυκλώνει ἀπὸ παντοῦ.
Στὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς πολὺ συμβάλλει ἡ συνετὴ μετρίαση τῆς τροφῆς, ποὺ μειώνει τὴ θέρμη τοῦ αἵματος. Ἡ αὔξηση αὐτῆς τῆς θέρμης ἀπὸ τὰ πολλὰ φαγητά, ἀπὸ τὴν ἔντονη σωματικὴ δραστηριότητα, ἀπὸ τὸ ξέσπασμα τῆς ὀργῆς, ἀπὸ τὸ μεθύσι τῆς κενοδοξίας καὶ ἀπὸ ἄλλες αἰτίες προκαλεῖ πολλοὺς λογισμοὺς καὶ φαντασιώσεις, δηλαδὴ τὸν σκορπισμὸ τοῦ νοῦ. Γι’ αὐτὸ οἱ ἅγιοι πατέρες σ’ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ προσέχει τὸν ἑαυτὸ του συστήνουν πρὶν ἀπ’ ὅλα τὴ μετρημένη, διακριτικὴ καὶ διαρκῆ ἐγκράτεια ἀπὸ τὶς τροφὲς (2).
Ὅταν σηκώνεσαι ἀπὸ τὸν ὕπνο πρόκειται γιὰ μιὰ προεικόνιση τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, ποὺ περιμένει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους—, νὰ κατευθύνεις τὶς σκέψεις σου στὸν Θεό. Νὰ προσφέρεις σὰν θυσία σ’ Ἐκεῖνον τοὺς πρώτους καρποὺς τῆς λειτουργίας τοῦ νοῦ σου, ὅταν αὐτὸς δὲν ἔχει ἀκόμα προσλάβει καμιὰ μάταιη ἐντύπωση.
Ἀφοῦ ἱκανοποιήσεις ὅλες τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος, ὅπως κάθε ἄνθρωπος ποὺ σηκώνεται ἀπὸ τὸν ὕπνο, διάβασε μὲ ἡσυχία καὶ αὐτοσυγκέντρωση τὸν συνηθισμένο προσευχητικό σου κανόνα. Φρόντισε ὄχι τόσο γιὰ τὴν ποσότητα ὅσο γιὰ τὴν ποιότητα τῆς προσευχῆς. Αὐτὸ σημαίνει νὰ προσεύχεσαι μὲ ἀπόλυτη προσοχή. Ἔτσι θὰ φωτιστεῖ καὶ θὰ ζωογονηθεῖ ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὴν κατάνυξη καὶ τὴ θεία παρηγοριά.
Μετὰ τὸν κανόνα τῆς προσευχῆς, προσπαθώντας πάλι μ’ ὅλες σου τὶς δυνάμεις γιὰ τὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς, νὰ διαβάζεις τὴν Καινὴ Διαθήκη, κυρίως τὸ Εὐαγγέλιο. Διαβάζοντας, νὰ σημειώνεις μὲ ἐπιμέλεια τὶς παραγγελίες καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ κατευθύνεις σύμφωνα μ’ αὐτὲς ὅλες σου τὶς πράξεις τῆς ἡμέρας, φανερὲς καὶ κρυφές.
Ἡ ποσότητα τῆς μελέτης ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς δυνάμεις σου καὶ ἀπὸ τὶς περιστάσεις. Δὲν πρέπει νὰ βαραίνεις τὸν νοῦ σου μὲ ὑπέρμετρη ἀνάγνωση προσευχῶν ἤ τῆς Γραφῆς. Δὲν πρέπει, ἐπίσης, νὰ παραμελεῖς τὶς ὑποχρεώσεις σου γιὰ νὰ προσευχηθεῖς ἤ νὰ μελετήσεις περισσότερο. Ὅπως ἡ ἄμετρη χρήση ὑλικῆς τροφῆς προκαλεῖ διαταραχὲς στὸ στομάχι καὶ τὸ ἐξασθενίζει, ἔτσι καὶ ἡ ἄμετρη χρήση πνευματικῆς τροφῆς ἐξασθενίζει τὸν νοῦ, τοῦ προκαλεῖ ἀποστροφὴ πρὸς τὶς εὐσεβεῖς ἀσκήσεις καὶ τοῦ φέρνει ἀθυμία (3).
Στὸν ἀρχάριο οἱ ἅγιοι πατέρες συστήνουν νὰ προσεύχεται συχνὰ ἀλλὰ σύντομα. Ὅταν ὁ νοῦς ὡριμάσει πνευματικὰ καὶ δυναμώσει, τότε θὰ μπορεῖ νὰ προσεύχεται ἀδιάλειπτα. Σὲ τέτοιους χριστιανούς, ποὺ ἔχουν γίνει ὥριμοι, φτάνοντας στὰ μέτρα τῆς τελειότητας τοῦ Χριστοῦ (4), ἀναφέρονται τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Ἐπιθυμῶ νὰ προσεύχονται οἱ ἄνδρες σὲ κάθε τόπο καὶ νὰ σηκώνουν στὸν οὐρανὸ χέρια καθαρὰ (ἀπὸ κάθε μολυσμό), δίχως ὀργὴ καὶ λογισμοὺς» (5), δηλαδὴ δίχως ἐμπάθεια, περισπασμὸ ἤ μετεωρισμό. Γιατί αὐτὸ ποὺ εἶναι φυσικὸ γιὰ ἕναν ἄνδρα, δὲν εἶναι ἀκόμα φυσικὸ γιὰ ἕνα νήπιο.
Ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος φωτιστεῖ ἀπὸ τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, μέσω τῆς προσευχῆς καὶ τῆς μελέτης, μπορεῖ νὰ ἐπιδοθεῖ στὶς καθημερινές του ἀσχολίες, προσέχοντας ὥστε σ’ ὅλα τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια του, σ’ ὅλη τὴν ὕπαρξή του νὰ κυριαρχεῖ καὶ νὰ ἐνεργεῖ τὸ πανάγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὸ ἀποκαλύφθηκε καὶ ἐξηγήθηκε στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.
Ἂν στὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας ὑπάρχουν ἐλεύθερες στιγμές, χρησιμοποίησέ τες γιὰ νὰ διαβάσεις μὲ προσοχὴ μερικὲς ἐπιλεγμένες προσευχὲς ἤ περικοπὲς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἐνισχύοντας ἔτσι τὶς ψυχικές σου δυνάμεις, ποὺ ἔχουν ἐξασθενήσει ἀπὸ τὶς διάφορες δραστηριότητες μέσα στὸν πρόσκαιρο κόσμο. Ἂν τέτοιες χρυσὲς στιγμὲς δὲν ὑπάρχουν, νὰ λυπᾶσαι γι’ αὐτό, ὅπως ἂν εἶχες χάσει θησαυρό. Ὅ,τι χάθηκε σήμερα δὲν πρέπει νὰ χαθεῖ καὶ αὔριο, γιατί ἡ καρδιὰ μας εὔκολα παραδίνεται στὴ ραθυμία καὶ τὴ λήθη. Ἀπ’ αὐτές, πάλι, γεννιέται ἡ σκοτεινὴ ἄγνοια, ποὺ καταστρέφει τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου (6).
Ἂν συμβεῖ νὰ πεῖς ἤ νὰ κάνεις κάτι ποὺ ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, τότε χωρὶς καθυστέρηση διόρθωσε τὸ σφάλμα σου μὲ τὴν εἰλικρινῆ μετάνοια. Μὲ τὴ μετάνοια νὰ ἐπιστρέφεις πάντα στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὅταν ξεφεύγεις ἀπ’ αὐτόν, καταφρονώντας τὸ θεῖο θέλημα. Μὴ μένεις γιὰ πολὺ ἔξω ἀπὸ τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ! Στὶς ἁμαρτωλὲς σκέψεις καὶ φαντασιώσεις καὶ στὰ ἐμπαθῆ αἰσθήματα νὰ ἀντιπαραθέτεις μὲ πίστη καὶ ταπείνωση τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές, λέγοντας μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο πατριάρχη Ἰωσήφ: «Πῶς μπορῶ νὰ κάνω αὐτὸ τὸ κακὸ καὶ ν’ ἁμαρτήσω μπροστὰ στὸν Θεό;» (7).
Ὅποιος προσέχει τὸν ἑαυτὸ του πρέπει ν’ ἀπαρνηθεῖ γενικὰ κάθε φαντασίωση, ὅσο ἑλκυστικὴ καὶ εὔσχημη κι ἂν φαίνεται αὐτή. Κάθε φαντασίωση εἶναι περιπλάνηση τοῦ νοῦ ὄχι στὴν περιοχὴ τῆς ἀλήθειας ἀλλὰ στὴ χώρα τῶν φαντασμάτων, ποὺ δὲν ὑπάρχουν οὔτε πρόκειται νὰ ὑπάρξουν καὶ ποὺ πλανοῦν τὸν νοῦ, ἐμπαίζοντάς τον. Συνέπειες τῶν φαντασιώσεων εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς προσοχῆς, ὁ σκορπισμὸς τοῦ νοῦ καὶ ἡ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Ἔτσι ἀρχίζει ἡ διαταραχὴ τῆς ψυχῆς.
Τὸ βράδυ, ὅταν πηγαίνεις γιὰ ὕπνο —πού, μετὰ τὴν ἐγρήγορση τῆς ἡμέρας καὶ σὲ σύγκριση μ’ αὐτήν, προεικονίζει τὸν θάνατο—, νὰ ἐξετάζεις τὶς πράξεις ποὺ ἔκανες ὅσο ἤσουνα ξύπνιος. Ἕνας τέτοιος αὐτοέλεγχος δὲν εἶναι δύσκολος γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ζεῖ προσεκτικά. Γιατί ἡ προσοχὴ ἐξαφανίζει τὴ λήθη, ποὺ εἶναι φαινόμενο τόσο συνηθισμένο σ’ ὅποιον ἔχει περισπασμούς. Ἔτσι, λοιπόν, ἀφοῦ θυμηθεῖς ὅλες τὶς ἁμαρτίες ποὺ ἔκανες στὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας, εἴτε μὲ πράξεις εἴτε μὲ λόγια εἴτε μὲ σκέψεις, ἐγκάρδια πρόσφερε γι’ αὐτὲς τὴ μετάνοιά σου στὸν Θεό, ἔχοντας τὴ διάθεση τῆς διορθώσεως. Μετὰ διάβασε τὸν κανόνα τῆς προσευχῆς σου. Τέλος, κλεῖσε τὴν ἡμέρα σου ὅπως τὴν ἄρχισες, δηλαδὴ μὲ θεϊκοὺς λογισμούς.
Τὴν ὥρα ποὺ κοιμᾶται ὁ ἄνθρωπος, ποῦ πᾶνε ὅλες οἱ σκέψεις καὶ τὰ αἰσθήματά του; Τί μυστικὴ κατάσταση εἶναι αὐτὴ τοῦ ὕπνου, κατὰ τὴν ὁποία τόσο ἡ ψυχὴ ὅσο καὶ τὸ σῶμα ζοῦν καὶ συνάμα δὲν ζοῦν, ἀποξενωμένα καθὼς εἶναι ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς ζωῆς, σὰν νεκρά; Ἀκατανόητος εἶναι ὁ ὕπνος, ὅπως καὶ ὁ θάνατος. Ὅπως στὴν αἰώνια ἀνάπαυση, ἔτσι καὶ στὴν πρόσκαιρη τοῦ ὕπνου ἡ ψυχὴ ξεχνάει ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ μεγάλες πίκρες, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ φοβερὲς ἐπίγειες συμφορές.
Καὶ τὸ σῶμα;!... Ἀφοῦ σηκώνεται ἀπὸ τὸν ὕπνο, ὁπωσδήποτε θὰ ἀναστηθεῖ καὶ ἀπὸ τοὺς νεκρούς.
Ὁ μεγάλος ἀββὰς Ἀγάθων εἶπε: «Εἶναι ἀδύνατο νὰ προκόψουμε στὴν ἀρετή, ἂν δὲν προσέχουμε ἄγρυπνα τὸν ἑαυτὸ μας» (8). Ἀμήν.
1. Συντάχθηκε γιὰ ἕναν εὐσεβῆ λαϊκὸ ποὺ ἤθελε νὰ ζεῖ προσεκτικὰ μέσα στὸν κόσμο.
2. Βλ Ὁσίου Φιλόθεού του Σιναΐτου, Νηπτικὰ κεφάλαια Μ', γ'. ιε'.
3. Πρβλ. Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, Λόγοι Ἀσκητικοί, ΚΓ', 16-17.
4. Πρβλ. Ἐφ. 4:13.
5. Α' Τιμ. 2:8.
6. Πρβλ. Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ. Ἐπιστολὴ πρὸς Νικόλαον μονάζοντα Ὁσίου Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Βιβλίον Α', Περὶ ἐμπράκτου γνώσεως.
7. Γεν. 39:9
8. Πρβλ Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ἀγάθων, ἀπόφθεγμα η'.
πηγή
Ο φόβος και η υπέρβασή του αρχιμανδρίτης Κύριλλος Κωστόπουλος
O άνθρωπος, ο οποίος δια της παρακοής του απεμακρύνθη από
τον Θεό Δημιουργό και Πατέρα του, εισήλθε στο χώρο της φθοράς
και του θανάτου και κατελήφθη από φόβο.
«Και ήκουσαν της φωνής Κυρίου του Θεού περιπατούντος εντω παραδείσω
το δειλινόν, και εκρύβησαν ό τε Αδάμ και η γυνή αυτού από προσώπου
Κυρίου του Θεού εν μέσω του ξύλου του Παραδείσου.
Και εκάλεσεν ο Κύριος ο Θεός το Αδάμ και είπεν αυτώ.
Αδάμ, πού εί; και είπεν αυτώ .
της φωνής σου ήκουσα περιπατούντος εν τω παραδείσω και εφοβήθην,
ότι γυμνός ειμί, και εκρύβην» 1...
Ο «κατ’ εικόνα» Θεού πλασθείς άνθρωπος έλαβε την εντολή να
κυριαρχή επί της κτίσεως, χωρίς να φοβείται κανέναν και τίποτα,
παρεκτός της παρακοής στο θέλημα του Δημιουργού του.
Λόγω, όμως, της παρακοής αμαυρώθηκε το «κατ’ εικόνα»,
κλονίσθηκε η κυριαρχική εξουσία του ανθρώπου, διαταράχθηκε
η αρμονική σχέση του μετά της κτίσεως και υποτάχθηκε στην
αναγκαιότητα του κόσμου. Τοιουτοτρόπως έχασε την Υιότητα
και ως εκ τούτου δεν είναι πλέον σε θέση να αντιμετωπίση τον
Αυτή, όμως, η εγωκεντρική σχέση είχε ως αποτέλεσμα την
υποταγή του ανθρώπου στους νόμους της αναγκαιότητος.
Ευρισκόμενος ο άνθρωπος κάτω απ’ αυτή την αναγκαιότητα και
κυριαρχούμενος από τη φθορά και τον θάνατο υποπτεύεται και
φοβείται τους πάντες και τα πάντα. Αντιμετωπίζει συνεχώς το
συναίσθημα του φόβου και της αγωνίας στη σκέψη ενός πραγματικού
ή υποθετικού κινδύνου. Εύστοχα ο Κικέρων παρατηρεί:
«Δεν μπορούμε να αγαπήσουμε ούτε εκείνους που φοβόμαστε,
ούτε εκείνους που μας φοβούνται» 2. Η ανησυχία και η δειλία
μπροστά σε οιονδήποτε κίνδυνο τον τρέπει σε φυγή και εγκατάλειψη
των προσπαθειών για καλυτέρευση της ζωής του.
Ο εν φόβω ευρισκόμενος άνθρωπός δεν φοβείται μόνο τον Θεό,
εναντίον του Οποίου επανεστάτησε, αλλά και κάθε συνάνθρωπο
και κάθε κατάσταση, που είναι δυνατόν να παρεμποδίση τους
ιδιοτελείς σκοπούς και τις επιδιώξεις του.
Τέλος, φοβείται τον ίδιο τον εαυτόν του, γιατί βιώνει την
εσωτερική διάσπαση και την ψυχική ταραχή, η οποία επικρατεί μέσα του.
Αυτός ο φόβος δεν είναι αποτέλεσμα της θελήσεως του Θεού,
αλλά καρπός της αντι-θέου στάσεως του ιδίου του ανθρώπου.
Από την κατάσταση αυτή του φόβου απαλάσσεται ο άνθρωπος μόνος
όταν οικειωθεί με τον Θεό, την πηγή της αγάπης.
«Ο Θεός αγάπη εστί… η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον,
ότι ο φόβος κόλασιν έχει . ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη…» 3.
Ο Δημιουργός Θεός μας δεν προσεγγίζει τον άνθρωπο, το πλάσμα του,
ως τιμωρός, αλλ’ ως Σωτήρας και η πηγή της αγάπης.
«Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού
τον μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται ,
αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» 4.
Τοιουτοτρόπως ο άνθρωπος, ο οποίος αποδέχεται το μυστήριο της
Θείας Οικονομίας και οικειώνεται την αγάπη του Θεανθρώπου Κυρίου,
απαλλάσσεται από τις αιτίες, οι οποίες προκαλούν φόβο.
Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος το λέγει καθαρά στους Ρωμαίους:
«Όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού.
ου γαρ ελάβετε πνεύμα δουλείας πάλιν εις φόβον, αλλ’ ελάβετε πνεύμα
υιοθεσίας…» 5.
Ο Μέγας Αντώνιος, ο οποίος αγωνίστηκε σκληρά για την απόκτηση της
αγάπης του Θεού, έφθασε να είπη: «εγώ ουκέτι φοβούμαι τον Θεόν,
αλλ’ αγαπώ αυτόν. η γαρ αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» 6.
Στην Πατερική διδασκαλία και παράδοση η πνευματική ζωή των πιστών
δεν εμφανίζεται υπό την απειλή του φόβου, αλλ’ είναι προϊόν
ανιδιοτελούς αγάπης προς τον Τριαδικό Θεό και τον πλησίον.
Ωστόσο, εκείνο το οποίο πρέπει να φοβήται ο άνθρωπος, είναι η
στέρησις της μετά Θεού κοινωνίας. Ο όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής
λέγει χαρακτηριστικά: «Υιοί δε, οι μήτε φόβω των ηπειλημένων,
μήτε πόθω των επηγγελμένων, αλλά τρόπω και έξει της προς το
καλόν κατά γνώμην της ψυχής ροπής τε και διαθέσεως μηδέποτε
του Θεού χωριζόμενοι» 7.
Ο φόβος αυτός έχει τελείως διαφορετικό περιεχόμενο.
Είναι φόβος προκαλούμενος από τον επερχόμενο κίνδυνο εκπτώσεως
και απoμακρύνσεως του ανθρώπου από τον Θεό.
Αυτό το δέος είναι φόβος δημιουργικός και οδηγεί τον
άνθρωπο στην αγάπη προς τον Θεό και την κοινωνία μετ’ Αυτού.
Λέγει χαρακτηριστικά ο Μ. Βασίλειος: «Φοβήθητε τον Κύριον
πάντες οι άγιοι αυτού, ότι ουκ έστιν υστέρημα τοις φοβουμένοις αυτόν.
Εάν μη φόβος παιδεύη ημών την ζωήν, αμήχανον κατορθωθήναι
τον αγιασμόν εν τω σώματι… οι τω θείω φόβω την ψυχήν κατειλημμένοι
πάσαν την εκ των παθών της αμαρτίας ενόχλησιν διαφεύγουσι…
ο τον τέλειον φόβον ανειληφώς… ουδέν μεν αμαρτήσηται τω μηδενός
υπεροράν. Ουχ έξει δε υστέρημα τω επί πάντα διαρκώς παρείναι αυτώ
τον φόβον» 8.
Είναι ανάγκη λοιπόν να υπερβούμε τον φόβο και να εισέλθουμε στο
χώρο της αγάπης. Αυτό είναι και το μήνυμα του Μυστηρίου
της Θείας Οικονομίας.
(Aναδημοσίευση από το βιβλίο του Αρχ. Κυρίλλου Κωστοπούλου "Θεολογικές και Φιλοσοφικές Προσεγγίσεις").
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...
-
Ο εν παντί καιρώ και πάση ώρα, εν ουρανώ και επί γης προσκυνούμενος και δοξαζόμενος Χριστός ο Θεός, ο μακρόθυμος, ο πολυέλεος, ο πο...
-
Πολύ πριν δημιουργηθεί το Ιντερνετ,οι προφητείες κυκλοφορούσαν σε βιβλία,με αναλύσεις που σήμερα θεωρούνται σημαντικές για την ακρίβεια τ...
-
Ειρήνης Αρτέμη Πτ. Θεολογίας -Φιλολογία Πανεπιστημίου Αθηνών Mphil Θεολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών υπ. διδάκτορος Θεολογίας Πανεπιστ...
-
Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...
-
Μιλώντας γενικά, εντούτοις, υπάρχει μια ευδιάκριτη αδιαφορία για την εκκλησιαστική μουσική στη βυζαντινή λογοτεχνία πριν το 10ο αιώνα. Υ...
-
ΕΙΝΑΙ ΑΤΙΜΙΑ ΣΤΟΝ ΑΝΤΡΑ ΝΑ ΑΦΗΝΕΙ ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΡΙΑ ''ούτε η φύση δεν σας διδάσκει, ότι ο άνδρας μεν αν αφήνει μακρ...
-
ΕΥΧΗ ΕΠΙ ΕΥΛΟΓΙΑ ΠΙΤΑΣ ΑΓΙΟΥ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας και Φιλαφελφείας ΤΙΜΟΘΕΟΥ Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Ουράνιος Άρτος, ο τη...
-
Τρεις ημέρες θα κρατήσει ο επιθετικός εκφοβισμός της Τουρκίας σε Ελλάδα και Κύπρο , αποκαλύπτει ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος, σ...
-
Από το 1053 μ.Χ. γνωστές οι μετά χίλια έτη εξελίξεις!!! Τι λέει το κείμενο που βρέθηκε στη Μεμβράνη… Στην «Ε.Ω.» της Πέμπτης 29 Μαΐου 20...
-
«Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο» Ὁ ἄρχοντας ποὺ πλησίασε τὸ Χριστό, δὲν ἦταν ἄνθρωπος κακῶν διαθέσεων. Ἀντίθετα ἦταν καλοπροαίρετ...