Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Ιουλίου 02, 2013

Αντιβλασφημικός Αγώνας

αντιβλασφ. ιστΦρικταί βλασφημίαι 
Ο Χριστός, αγαπητοί μου αναγνώσται, ο Χριστός είνε ο μεγαλύτερος ευεργέτης του κόσμου. Ο Χριστός είνει ο Ευεργέτης. Ο κορυφαίος μαθητής του, αυτόπτης και αυτήκοος της ζωής και της διδασκαλίας του, ο απόστολος Πέτρος, είπε χαρακτηριστικώς περί του Χριστού˙ «Διήλθεν ευεργετών» (Πράξ. 10, 38). Η δε ευεργετικότης του Χριστού δεν περιωρίσθη εις ωρισμένον τόπον και χρόνον. Αλλά μετά θαυμαστόν τρόπον, μυστηριώδη τρόπον, μετεδόθη, μεταδίδεται και θα μεταδίδεται μέχρι συντελείας των αιώνων εις όλην την ανθρωπότητα. Και οι άπιστοι
κατά έναν τρόπον απολαύουν της ευεργεσίας του Χριστού. Οι λόγοι του ως ακτίνες ηλίου διασκορπίζονται εις όλον τον κόσμον. «Ουκ έστιν ως αποκρυβήσεται της θέρμης αυτού» (Ψαλμ. 18, 7). Από την θεία διδασκαλίαν και ζωήν του Χριστού λαμβάνουν ιδέας πολλοί εκ των λεγομένων μεγάλων, αλλʼ αποφεύγουν νʼ αναφέρουν το όνομα του. Δεν λέγουν ένα «ευχαριστώ». Δεν υψώνουν τους οφθαλμούς των προς τα άνω. Δεν ευλογούν τον Χριστόν.
Ομοιάζουν ούτοι με τα ακάθαρτα εκείνα τετράποδα, τα οποία κατʼ αγέλας εισέρχονται εις δάσος βελανιδιών, τρώγουν και απολαμβάνουν λαιμάργως τους κατά γης ερριμμένους καρπούς, γρυλλίζουν, θορυβούν, και ουδέποτε υψώνουν την κεφαλήν των προς τα άνω, δια να ίδουν πόθεν πίπτουν οι καρποί. Η μόνη εκδήλωσις ευγνωμοσύνης προς το δένδρον είνε, ότι λερώνουν τον κορμόν, βρωμίζουν τον τόπον, και έπειτα απέρχονται! Αλλά το δένδρον και πάλι θα δώση τους καρπούς του εις τα αχάριστα τετράποδα. Δένδρον ζωής αθάνατον, ευσκιόφυλλον και αγλαόκαρπον, είνε ο Χριστός. Οι καρποί του και τα φύλλα του εις θεραπείαν των εθνών. Αχάριστα όντα οι άνθρωποι, απολαμβάνουν τα μύρια αγαθά, τα οποία σκορπίζει η μεγαλόδωρος αξία του, και ένα «ευχαριστώ» δεν λέγουν. Και όχι μόνον τούτο, αλλά και με την ακάθαρτον γλώσσαν των προσπαθούν να ρυπάνουν το αμόλυντον και ακηλίδωτον όνομα του Χριστού. Είπα προσπαθούν, διότι ουδέποτε θα το κατορθώσουν. Όπως όλα τα πτύσματα των ανθρώπων δεν δύνανται να σβήσουν τον ήλιον, ούτω και όλαι αι βρωμεραί και κακόηχοι λέξεις δεν δύνανται ουδέ κατʼ ελάχιστον να βλάψουν τον Κύριον. Το μόνον, το οποίον κατορθώνουν, είνε ότι εκδηλώνουν την κακίαν της διεφθαρμένης ψυχής των. Εκείνον, τον οποίον έπρεπε νʼ αγαπούν υπέρ πάντα, να ευχαριστούν και να δοξολογούν ημέραν και νύκτα δια τας φανεράς και αφανεις ευεργεσίας. Εκείνον αυτοί μισούν, υβρίζουν και βλασφημούν με τας χυδαιοτέρας των λέξεων.
* * *
Ουδείς άλλος ηγαπήθη τόσον, όσον ο Χριστός. Τούτο είνε αληθές. Μαρτυρούν οι ποταμοί αιμάτων δια μέσου των αιώνων. Αλλά και ουδείς άλλος εμισήθη τόσον, όσον ο Χριστός. Τούτο μαρτυρούν οι ακάθαρτοι χείμαρροι των ύβρεων και βλασφημιών, οι οποίοι εξέρχονται από τα απύλωτα στόματα των ασεβών. Όντως ο Χριστός είνε «σημείον αντιλεγόμενον», κείμενος «εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών» (Λουκ. 2, 34).
Θέλετε να ίδητε τας ύβρεις και βλασφημίας κατά του Κυρίου; Θέλετε να ίδητε οποίον δηλητήριον εξήλθεν εκ του στόματος των ανθρωπίνων εχιδνών; Αναγνώσατε εν πρώτοις την σελίδα των ιερών Ευαγγελίων. Μόλις ήρχισεν ο Χριστός, ο Ήλιος της δικαιοσύνης, να εξαποστέλλη τας ζωογόνους του ακτίνας, αμέσως αι εχιδναί εξήλθον εκ των φωλέων των και ήρχισαν να χύνουν το δηλητήριον των. Δεν υπάρχει ενέργεια του Χριστού, την οποίαν να μη κατέκριναν οι εχθροί του. Εδείκνυεν αγάπην προς τους μετανοούντας αμαρτωλούς; Ιδού, έλεγον. Είνε φίλος τελωνών και αμαρτωλών! Συνέτρωγε μετʼ αυτών; Ιδού, έλεγον. Εις οίκους αμαρτωλών ανθρώπων εισήλθε δια να καταλύση! Έτρωγε και ο Χριστός ως άνθρωπος; Ιδού, έλεγον. Άνθρωπος φάγος και οινοπότης! Εθεράπευε εν Σαββάτω; Ιδού, έλεγον. Καταλύει τον νόμον, διότι δεν σέβεται το Σάββατον! Εκήρυττε γεγωνυία τη φωνή τα ύψιστα διδάγματα του Ουρανού;Ιδού, έλεγον. Εξέστη! Ετρελλάθη! Εξέβαλλε δαιμόνια; Ιδού, έλεγον. Δαιμόνιον έχει, και εν Βεελζεβούλ, τω άρχοντι των δαιμονίων, εκβάλλει τα δαιμόνια! Αλλά τι να είπη τις δια τας ύβρεις και τας βλασφημίας τας οποίας εδέχθη κατά τας ημέρας των σεπτών παθών του; Χυδαίοι στρατιώται περιέπαιζον, ενέπτυον, έτυπτον και ερράπιζον τον Κύριον της δόξης. Όχλος δυσσεβής και παράνομος επλησίαζε μετά των γραμματέων και των φαρισαίων τα τρία ικριώματα του θανάτου, και δια μεν τους δύο ληστάς ουδέν έλεγον. Αλλά δια τον Χριστόν οι λάρυγγες αυτών έγιναν τάφοι ανεωγμένοι. «Ουά – έλεγον – ο καταλύων τον ναόν και εν τρισίν ημέραις οικοδομών!» (Μάρκ. 15, 29). Αλλά και οι δύο λησταί, οι συσταυρωθέντες με τον Χριστόν, εβλασφήμουν Αυτόν. Έπρεπε νʼ αποκορυφωθή τομαρτύριον του Ιησού δια να μετανοήση ο ένας εκ των ληστών. Τον εκέρδησεν η άκρα ανεξικακία του Χριστού.
Αλλά και εν τω τάφω ακόμη εσυκοφαντείτο ο Χριστός ως πλάνος. «Εμνήσθημεν – είπον – ότι εκείνος ο πλάνος…» (Ματθ. 27, 63).
Αλλά μήπως μετά την ένδοξον Ανάστασιν του εσίγησαν τα στόματα των ασεβών; Δια μέσου των αιώνων βλέπεις τις να ρέουν οι ακάθαρτοι ποταμοί των ύβρεων και των βλασφημιών κατά του Χριστού. Νʼ αναφέρωμεν τα ονόματα των; Ταύτα, οσονδήποτε και αν εδημιούργουν θόρυβον εις την εποχή των εν λόγω της αντιθέσεως των προς τον Χριστόν, περιήλθον εις την αφάνειαν. «Το μνημόσυνον αυτών μετʼ ήχου» (Ψαλμ. 9, 7). Που οι Κέλσοι, που οι Ιάμβλιχοι, που οι Άρειοι, που οι Ιουλιανοί, που οι Βολταίροι, που οι Ρενάν;…
Κάθε αιών έχει τους υβριστάς του Θεανθρώπου. Αλλά δεν θα υπερβάλωμεν τα πράγματα εάν είπωμεν, ότι ο εικοστός αιών διεκδικεί, μεταξύ άλλων, και το ρεκόρ της βλασφημίας. Ω! Ποιος δύναται νʼ απάριθμηση τας φρικτάς βλασφημίας του αιώνος μας; Οι άθεοι κομμουνισταί εν τη λυσσώδει προσπάθεια των να εκμηδενίσουν την επιρροήν Του επί του λαού, τι δεν είπον και δεν έγραψαν! Τα βιβλία των στάζουν δηλητήριον κατά του Θεανθρώπου. Εις θέατρα και κινηματογράφους ανεβιβάζοντο έργα των αθέων τούτων, τα οποία διεκωμώδουν το ιερόν πρόσωπον και την Θρησκείαν του. Νέοι, ανατραφέντες με το δηλητήριον της αθεΐας, διωργώνωναν κατά τας μεγάλας ημέρας της Χριστιανοσύνης αντιθρησκευτικάς διαδηλώσεις πέριξ των ιερών ναών, και αι άγριαι φωναί των εκάλυπτον τας φωνάς των θείων υμνωδιών. Εφαίνετο ότι υπερίσχυεν η βλασφημία, και ο αίνος του Χριστού ηττάτο. Αλλʼ εις τας καρδίας των ανθρώπων, όπου διεξάγεται η μεγάλη μάχη μεταξύ πίστεως και απιστίας, διετηρείτο ο σπινθήρ της πίστεως υπό την τέφραν. Και ιδού ο σπινθήρ αυτός ανάπτει πυρ, και θρησκευτική αναγέννησις συντελείται. Το «μνήσθητι μου, Κύριε» τελικώς θα υπερισχύση.
Μέγας βλάσφημος των νεωτέρων χρόνων ανεδείχθη (!) ο περιβόητος Καζαντζάκης. Αυτός έρριψε το τίμιον όνομα του Χριστού εις τον βόρβορον των βιβλίων του. Φρίττει πας πιστός αναγινώσκων τας χυδαίας ύβρεις του εναντίον του Χριστού και της αγίας του Θρησκείας. Έπρεπε ζων ν ʼαφορισθή. Και όμως εκηδεύθη με εκκλησιαστικάς τιμάς! Περί αυτού εγράψαμεν εις παλαιότερα φύλλα της «Σπίθας», και εδέχθημεν τα πυρά των θαυμαστών του, των φίλων της λογοτεχνίας! Υβρισταί του Θεανθρώπου τιμώνται. Και ο τολμών να ελέγξη τον υβριστήν ατιμάζεται και απειλείται. Δεν είνε και τούτο σημείον των καιρών;
* * *
Αλλʼ ιδού και νέα βλασφημία, φρικτοτέρα πάσης άλλης προηγουμένης βλασφημίας, ηκούσθη επί των ημερών μας. Κατά το παρελθόν έτος (Το άρθρον, ως εσημειώθη, εδημοσιεύθη το 1968), κατά μήνα Ιούλιον ή Αύγουστον, στόμα βδελυρόν, απαίσιον, στόμα της κολάσεως ήνοιξεν εν Αγγλία. Άνθρωπος – αν επιτρέπεται να ονομάζεται άνθρωπος -, ευπατρίδης Άγγλος, θέλων να δικαιολογήση το φρικτόν αμάρτημα της ακατονομάστου, της παρά φύσιν αμαρτίας, εις την οποίαν επιδίδονται ως εις σπορ κυρίως ευπατρίδαι Άγγλοι, ως κύνες ασχημονούντες εις δημοσίους χώρους, και εις τα πάρκα επʼ αυτοφώρω συλλαμβανόμενοι, το βδελυρόν τούτο αμάρτημα θέλων να δικαολογήση, ετόλμησε τόλμην σατανικήν. Τι λέγομεν; Ούτε ο Σατανάς θα εξεστόμιζε ποτέ τοιούτον τι. Ο Άγγλος αυτός ευπατρίδης υπερέβη και τον Σατανάν. Διότι είπεν, ότι ο Χριστός… Ω Χριστέ! Τρέμομεν να σημειώσωμεν τας φράσεις, τας οποίας εξεστόμισεν ο έκφυλος Άγγλος. Ω Χριστέ! Πως ανέχεσαι τοιαύτα τέρατα της γης, που δια την απιστίαν και ακολασίαν των κατήντησαν χειρότεροι δαιμόνων; Πως δεν τους ταρταρώνεις, Χριστέ μου; Ανεξίκακε και ανεξιχνίαστε Κύριε, δόξα τη μακροθυμία σου!
Και ότι τοιαύτη φρικτή πρωτάκουστος βλασφημία ηκούσθη και εδημοσιεύθη εις Αγγλικάς εφημερίδας, δεν είνε τόσον παράδοξον. Διότι η Αγγλία, το ευσεβές άλλοτε και ισχυρόν τούτο έθνος, η Αγγλία του Κρόμβελ, κατέπεσεν εις τας ημέρας μας μέχρι τοιούτου σημείου, ώστε να θεωρήται χώρα ανωμάλων τύπων, και η τρομερά αυτή αμαρτία, δια την οποίαν με πυρ ο Θεός κατέστρεψε τα Σόδομα και Γόμορρα, να αμνηστεύεται εις την χώραν αυτήν, και τα τερατώδη ζεύγη των ανωμάλων τύπων να περιπατούν εν αυτή ελεύθερα. Ως δε εκεί τα πράγματα εξελίσσονται, τα καθάρματα αυτά δεν αποκλείεται να εκδώσουν και ιδίαν εφημερίδα προς υπεράσπισιν των… δικαίων των!!! Δεν θα είνε και αυτό παράδοξον εάν συμβή. Αλλʼ εκείνο, το οποίον είνε παράδοξον και απορίας άξιον, είνε τούτο˙ Πως μία τοιαύτη βλασφημία εκ του Εξωτερικού διέλαθε την προσοχήν των αρμοδίων και εμόλυνε τον χάρτην της Ελληνικής δημοσιογραφίας; Μία αισχρά φράσις, θίγουσα το έντιμον όνομα ενός εκ των επισήμων της Πατρίδος μας, δεν θα επετρέπετο να γραφή εις εφημερίδας. Και όμως, τοιαύτη φράσις εγράφη δια το όνομα του Ιησού, το υπέρ παν όνομα. Μήπως πρέπει λοιπόν να είπωμεν δια μίαν ακόμη φοράν, μεγάλοι οι άρχοντες και μικρός ο Χριστός;
Ελπίζομεν, ότι εις το μέλλον ουδεμία βλασφημία κατά του Θείου Ιδρυτού της Χριστιανικής Θρησκείας, βλασφημία η οποία προσβάλλει βαναύσως την πίστιν, θα ευρίσκη θέσιν εις τον Ελληνικόν Τύπον. Όχι μόνον ο αήρ της Ελλάδος πρέπει να είνε καθαρός από βλασφημίας, αλλά και ο Τύπος. Η Ελλάς είνε Ορθόδοξος χώρα, και ιερά υποχρέωσις των Ελλήνων είνε, να αγωνίζωνται δια τον εξαγνισμόν και την ευπρέπειαν αυτού του τόπου. 
 Απο βιβλίο «ANTIΒΛΑΣΦΗΜΙΚΟΣ ΑΓΩΝ»του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτουσελ. . 65-70

Άγιος Στέφανος ο Μεγάλος Ηγεμόνας της Μολδαβίας (1434-1504)

Άγιος Στέφανος ο Μεγάλος Ηγεμόνας της Μολδαβίας (1434-1504)
Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΗΓΕΜΟΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΛΔΑΒΙΑΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ
(1434-1504)
Η μνήμη του τιμάται στις 2 Ιουλίου
(Υπό μητροπολίτου Κράγιοβας Νέστορος) 
Ο πανένδοξος ηγεμών της Μολδαβίας Στέφανος, γεννήθηκε το 1434 από ευσεβείς χριστιανούς, τον Μπογδάνο Βόντα, γιο του Αλεξάνδρου του Καλού, από το γένος των Μουσάτ, και από την Όλτεα Μαρία, που καταγόταν από το γένος των Μπασαράμπ. Η μητέρα του Μαρία, μετά τον απάνθρωπο θάνατο του ανδρός της στο Ρεουσένι, εφόρεσε μαύρα ρούχα και παρακαλούσε αδιάκοπα τον Θεό για την μακαρία ανάπαυσι του ευσεβούς ηγεμόνος και ανδρός της και για την προστασία του γιου της Στεφάνου.
Ο νεαρός Στέφανος ως άξιο βλαστάρι ηγεμονικής οικογενείας, έλαβε από την νεότητά του μία θεμελιώδη παιδεία στο κατάλληλο πνεύμα της πατροπαραδότου πίστεως, του σεβασμού στις μνήμες των ηρώων και στα έθιμα του έθνους, και εκπαιδεύτηκε στον χειρισμό των όπλων εκείνης της εποχής. Σαν γόνος «μακαρίων βλαστών», που προήρχοντο από τα γένη των Μουσάτ και των Μπασαράμπ, είχε, λοιπόν, άγιες ρίζες και αξιώθηκε να έχη και καλούς παιδαγωγούς, από τους οποίους διδάχθηκε τον «Νόμο» της θρησκείας και του έθνους. Στηρίχθηκε επάνω σ’ αυτόν τον «Νόμο» με εμπιστοσύνη και τον εκράτησε σ’ όλη την ζωή του.
Η παράδοσις λέγει ότι ο μέλλων να γίνη ηγεμών της Μολδαβίας επήγαινε από την νεότητά του ακόμη στον όσιο Δανιήλ τον Ησυχαστή -μερικές πηγές λέγουν ότι ήτο και μακρινός συγγενής του-, γεγονός το οποίο εξηγή σαφώς την εμπιστοσύνη που είχε ο Στέφανος στον όσιο Δανιήλ, από τον οποίο είχε πάρει εκλεκτή διδασκαλία και σοφές πνευματικές συμβουλές. Πάνω από όλα όμως διδάχθηκε από το παράδειγμα του Οσίου, την αρετή των αρετών, τον φόβο του Θεού, που ταξίδευσε από το βάθος των αιώνων και έφθασε μέχρι την εποχή του.
Μετά τη φοβερή εκείνη νύκτα στην πόλι Ρεουσένι, όπου εσκότωσαν άνανδρα τον πατέρα του Αλέξανδρο, παρέμεινε ο Στέφανος ορφανός από πατέρα. Όπως ήταν ταραγμένος και αβοήθητος, επήγε μόνος του στον ησυχαστή Δανιήλ για να τον εμψυχώση και να τον διδάξη την δυνατή πίστι στον Θεό και την ελπίδα ότι θα έλθουν στην ζωή του καλύτερες ημέρες. Μετά από μία δύσκολη περιπλάνησι προς τα σύνορα της Μολδαβίας, σε κατάλληλο καιρό, με την βοήθεια του Θεού επανήλθε στην πατροπαράδοτη περιοχή του και, μετά από δύο πολεμικές επιχειρήσεις, κατέλαβε τον ηγεμονικό θρόνο της Σουτσεάβας το έτος 1457. Στον δρόμο προς την πόλι-έδρα του, επέρασε από το χωριό Μπορζέστι, όπου έζησε στην παιδική του ηλικία, και δέχθηκε την επίδρασι των νεανικών του οραματισμών, για να υπηρετήση το έθνος και την πατροπαράδοτη πίστι. Τότε μητροπολίτης Σουτσεάβας ήτο ο σοφός Θεόκτιστος, ο οποίος τον εμύρωσε στο Όνομα του Θεού Παντοκράτορος ενώπιον του λαού και των μελών της ηγεμονίας του. Όλοι, όσοι ήσαν τότε κοντά του, μεγάλοι σύμβουλοι, κληρικοί, έμποροι και όλος ο λαός, εφώναξαν με μία φωνή: «Εις πολλά έτη από τον Θεό να ηγεμονεύση η μεγαλειότης σου». Και πράγματι, πολλά και ευλογημένα ήσαν τα χρόνια που ηγεμόνευσε, περίπου μισός αιώνας, με σοφία και θυσίες υπέρ της πίστεως και του λαού του.
Στην μακροχρόνια και καρποφόρα περίοδο της ηγεμονίας του, ο Στέφανος ο Μέγας απέδειξε με ακρίβεια ότι προοριζόταν να γίνη από τον Θεό δικό Του σκεύος εκλεκτό. Από το ένα μέρος σεβάσθηκε με ευλάβεια το παρελθόν, παρά τους κόπους και τις ταραχές που είχε. Από το άλλο μέρος άφησε ανοικτή στον κόσμο την καρδιά του και τους εχάρισε τον χρόνο του. Υιοθέτησε και άλλους πρίγκηπες για την ηγεμονία του, γνωρίζοντας ότι δεν θα έφθανε χωρίς αυτούς η συμβουλή του στους κυβερνήτες του. Έτσι, θα μπορούσε να ικανοποιή καλύτερα τις ανάγκες του απλού λαού, οι οποίοι στις δύσκολες στιγμές αποδεικνύονταν σπουδαίοι στρατιώτες υπερασπίζοντας την πατρίδα. Εγγύησις σ’ όλα τα πράγματα δεν μπορούσε να είναι άλλο τίποτε, παρά η ακλόνητη πίστις του στον Θεό και ο σεβασμός στο καθήκον του να υπηρετή το έθνος.
Ο ευλαβής ηγεμών Στέφανος ήτο ένας συνετός φύλακας της μνήμης των ιστορικών γεγονότων του έθνους. Ακόμη αναδείχθηκε ένας μεγάλος κτίτορας και ανακαινιστής ιδρυμάτων της χώρας. Εξ ίσου θυσιάσθηκε για την πατρώα Ορθόδοξη Εκκλησία και για την διαφύλαξι των προγονικών συνόρων του έθνους. Για όλα αυτά, η χριστιανική κοινότης της Μολδαβίας και οι χρονογράφοι της εποχής του ετοποθέτησαν με ταπέινωσι και ευγνωμοσύνη στην κεφαλή του το φωτοστέφανο της αγιότητος, προσφέροντάς του την πρέπουσα δόξα, μετά το τέλος της ζωής του.
Όχι μόνο για την χώρα της Μολδαβίας, αλλά και για ολόκληρη την νοτιοανατολική Ευρώπη, το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνος, όταν αυτό το εκλεκτό σκεύος του Θεού, κυβερνούσε με ανεξάντλητες ικανότητες, ήτο μία ιστορική περίοδος ταραγμένη από απειλητικές επαναστάσεις. Τέσσερα χρόνια πριν από την άνοδο του Στεφάνου του Μεγάλου στον θρόνο της Μολδαβίας, δηλ. το 1453, η κατάκτησις της Κωνσταντινουπόλεως από τους μουσουλμάνους, δημιουργούσε μία πληγή στο πρόσωπο και στην καρδιά του Χριστιανισμού, και ένα κίνδυνο, ο οποίος δεν ημπορούσε να αφήση αναπαυμένο τον λογισμό αυτού που ήθελε να αγρυπνή με τον τίμιο σταυρό στο χέρι και με την σπάθη στο άλλο. Ο κίνδυνος ήδη είχε χτυπήσει στην «Πόρτα του Χριστιανισμού».
Στην αρχή της ηγεμονίας του ευσεβούς ηγεμόνος Στεφάνου, οι ρουμανικές χώρες, και ιδιαίτερα η Μολδαβία, αποτελούσαν ένα βασικό στήριγμα για την ενίσχυση της Ορθοδοξίας. Ο μολδαβός ηγεμών προσέφερε ουσιαστική βοήθεια και πολλές δωρεές στο Άγιον Όρος και σ’ ολόκληρο τον Χριστιανισμό της Ανατολής. Η ιστορία μνημονεύει με λεπτομέρεια τις ευεργετικές σχέσεις που είχε με την Οχρίδα, την Σερβία, το Κίεβο και την Μόσχα.
Υποστηριζόμενος από τον μητροπολίτη της Μολδαβίας Θεόκτιστο, από τον «Γέροντα» τον Γεώργιο, από τους εντοπίους επισκόπους, τους κληρικούς και ολόκληρο τον λαό, ο Μέγας Στέφανος κατέβαλε μεγάλες και κοπιαστικές προσπάθειες, για να διατηρήση και να μεταλαμπαδεύση την πατρογονική κληρονομία, την Ορθοδοξία, την πνευματικότητα, τον πολιτισμό, την τέχνη αλλά και την πολιτική οργάνωσι. Η αυτόχθονη κληρονομιά, αλλά ακόμη και η ανώτερη πνευματική κληρονομιά του Βυζαντίου, διά της αρετής και της ορθοδόξου πνευματικής ζωής του ηγεμόνος της Μολδαβίας αγίου Στεφάνου, μεταπλάσθηκε και μεταμορφώθηκε σε ένα δεύτερο «Βυζάντιο», διατηρώντας τα αναμφίβολα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της.
Από τα πρώτα ακόμη χρόνια της ηγεμονίας του ο Μέγας Στέφανος, έβλεπε ότι οι κίνδυνοι στα σύνορα της χώρας του ήσαν απειλητικοί. Μετά την πτώσι της Κωνσταντινουπόλεως, ο τουρκικός στρατός επλησίασε τις όχθες του ποταμού Δουνάβεως ζητώντας να ανοίξη δρόμο για την ημισέληνο προς το βάθος της Ευρώπης. Τον ίδιο ζήλο επέδειξαν και για τις πόλεις της Ιταλίας, της Γαλλίας, τις πεδιάδες του Ρήνου, και για τα τείχη της Βιέννης. Από πλευράς γεωγραφικής η Μολδαβία κινδύνευε από τους οθωμανούς περισσότερο από όσο οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οπότε ήτο φυσικό ότι, όχι μόνο το έδαφος της χώρας μας εκινδύνευε, αλλά και η χριστιανική μας πίστις, η Ορθόδοξη Εκκλησία του Έθνους μας. Η ευλογία του Θεού ενσαρκώθηκε στην μορφή αυτού του ηγεμόνος, χάρις στην χριστιανική του πίστι και αρετή, και χάρις στην ανδρεία και στην δύναμι του γενναίου μολδαβικού στρατού του. Αυτός αναδείχθηκε τέλειος χριστιανός, μέγας ηγεμών και λαμπρός διοικητής του στρατού, και ακούραστος προστάτης του θείου καθιδρύματος, που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία του έθνους μας. Προστατεύοντας την χώρα από τους Τούρκους και μαχόμενος για την ανεξαρτησία της Μολδαβίας, προστάτευσε και την πατροπαράδοτη Εκκλησία μας και την Ορθόδοξη Πίστι.
Το γεγονός ότι ο Μέγας Στέφανος έφερε εις πέρας μία σειρά νικηφόρων πολέμων δεν αποτελεί κατηγορία για την προσωπικότητά του. Αντίθετα, παρουσίασε την ανεκτίμητη αξία του και τις αρετές του, διότι σε όλες τις μάχες ήτο υποχρεωμένος να προστατεύση την χώρα του από τις επιθέσεις, τις άτακτες εφορμήσεις και τα κατακτητικά σχέδια των Τούρκων, που απέβλεπαν στην ερήμωσι της χώρας και στον αφανισμό του λαού μας. Ακόμη και οι συγκρούσεις των Τούρκων με τους μικρούς ορεσίβιους ηγεμόνες μας εστρέφοντο στην πραγματικότητα εναντίον του ηγεμόνος της Μολδαβίας. Οι μικροί αυτοί ορεσίβιοι κυβερνήτες επιθυμούσαν να συνάψουν συμμαχία μεταξύ τους, για να αντισταθούν δυναμικά στις δυνάμεις του εχθρού.
Ο ηγεμών της Μολδαβίας απέδειξε σε κάθε κίνησί του και  σε κάθε δραστηριότητά του την αγάπη του για το έθνος και την τιμή των προγόνων του. Θεμελιώδης επιδίωξί του ήτο η Ορθόδοξη Εκκλησία να είναι δίπλα στους χριστιανούς, δίπλα στον στρατό και ολόκληρο τον λαό. «Ο Στέφανος ο ελέω Θεού ηγεμών της Χώρας της Μολδαβίας, εφλέγετο από την αγία πίστι και ήτο εραστής των λόγων του Κυρίου…». Το απόσπασμα αυτό είναι ένα από αναρίθμητα όμοια κείμενα της εποχής του, και περιέχεται στους λόγους του ερημίτου Αββά Δωροθέου του έτους 1475. Το έτος 1479, κατασκευάζει δυνατά τείχη για την προστασία του φρουρίου Άλμπα. Η σκέψις του κτίτορος είναι να αφιερωθή το έργο αυτό στον Θεό. «Στις ημέρες του αξιοτίμητου και εραστού του Χριστού και Θεού, αξίου ηγεμόνος Στεφάνου… άρχισε και ετελείωσε το κτίσιμο αυτού του φρουρίου». Στην επιγραφή της μεγάλης εκκλησίας της μονής Νεάμτς, που ανάγεται στο 1497, διαβάζουμε: «Κύριε Χριστέ, δέχου αυτή την εκκλησία, την οποία έκτισα με την βοήθειά Σου προς δόξαν και τιμήν της αγίας και ενδόξου Αναλήψεώς Σου από την γη στον ουρανό. Και Συ, Δέσποτα, σκέπασέ μας με το έλεός Σου από τώρα και στους αιώνας των αιώνων. Στέφανος ηγεμών…». Ανάλογη είναι και η σημείωσις από το περίφημο Τετραυάγγελο του 1502: «Στέφανος ο ηγεμών… και εραστής των λόγων του Χριστού, για την αγάπη του Οποίου γράφθηκε αυτό το Τετραυάγγελο και επικαλύφθηκε με μέταλλο και προσφέρθηκε για αιώνια προσευχή… στο Άγιον Όρος…».
Σε μια σελίδα ανθολογίας πανηγυρικών λόγων ενός ορθοδόξου ρουμανικού βιβλίου διαβάζουμε: «Αλλά γι’ αυτό τον ζήλο τον οποίο είχε ο ηγεμών Στέφανος για την ενίσχυσι της Πίστεως, τι έχουμε να ειπούμε; Διότι δεν έδωσε ύπνο στους οφθαλμούς του. Αυτός σκεπτόταν, αυτός εδίκαζε, προς αυτόν ήρχοντο για κάθε βοήθεια· διότι ήθελε η Εκκλησία του Χριστού να μεγαλυνθή και να εξαπλωθή παντού…». Τι μας χρειάζονται όμως αυτά τα λόγια, όταν δεν υπάρχη καμία αμφιβολία για την πίστι του, με την οποία ποτίσθηκε από τις καθαρές και ανόθευτες πηγές της ενδόξου Εκκλησίας από την παιδική του ηλικία; Και ούτε οι απατηλές αιρέσεις, ούτε η φλόγα της νεανικής ηλικίας, δεν ημπόρεσαν να τον κλονίσουν, καθώς ήτο στερεωμένος επάνω στην πέτρα, που είναι ο Χριστός. Τον Σταυρό του Χριστού πάντοτε αγκάλιαζε στα νεανικά του στήθη, ασπαζόμενος την ζωή Του, είχε δε ακατάπαυστη την ελπίδα του στον αιώνιο Πατέρα, διά του Οποίου κατέβαλε, ενίκησε και κατέστρεψε όλους τους εχθρούς του.
Ο Στέφανος ο Μέγας εγνώριζε και ζούσε εις βάθος την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Απέδειξε ότι κατανοούσε το βαθύ περιεχόμενό της με την δημιουργία τόσων χριστιανικών έργων, μοναστηριών και εκκλησιών. Η πίστις χωρίς τα έργα, είναι όπως το σώμα δίχως την ψυχή. Γνωρίζοντας λοιπόν την σημασία των έργων, επιδόθηκε με πόθο στα χριστιανικά έργα και κατέβαλε σκληρούς κόπους για να τα αποτελειώση. Και, όσος ήτο ο πόθος για την σωτηρία του, τόση ήτο και η φλογερή προσπάθειά του να αναζητή πάντοτε κατάλληλους τόπους, για να  εγκαταστήση τα ιερά καθιδρύματα του Θεού. Αυτός εγνώριζε με σύνεσι ότι τα χριστιανικά έργα είναι σπουδαιότερα από τα κοσμικά. Αλλά εάν ο ηγεμών Στέφανος ήθελε να κριθή και εκτιμηθή από την ιστορία μόνο για τα κοσμικά έργα του, λίγη θα ήτο η δόξα του· γιατί θα περνούσε ταχέως μέσα στο σκοτάδι της λησμονιάς και θα χανόταν για πάντα. Αλλά η δόξα του, που είναι αιώνια και ολόφωτη, άγνωστη μέσα στην ζωή του κόσμου, γίνεται μεγαλύτερη με την εκπλήρωση των εντολών του Χριστού. Έτσι, λοιπόν, όλα τα έργα του Στεφάνου του Μεγάλου είναι θαυμαστά. Ιδιαίτερα είναι καταπληκτικές οι δωρεές του προς τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της Εκκλησίας μας. Στην πύλη του παλατίου του υπήρχε η παράσταση της δικαιοσύνης που καθόταν σαν βασίλισσα στον θρόνο και ήτο χάρισμα του Θεού. Αυτή η δικαιοσύνη του Θεού, κυβερνούσε το παλάτι του και όλοι οι άλλοι, και ολόκληρη η χώρα, με πρώτο τον ηγεμόνα, έπρεπε να υποτάσσονται σ’ αυτήν. Εγνώριζε ο Ηγεμών πόσο δύσκολο είναι ένας κυβερνήτης να είναι δίκαιος, αλλ’ επειδή ακριβώς είναι τόσο δύσκολο, είναι και πολύ ένδοξο.
Ο Στέφανος ο Μέγας απέδειξε ότι εγνώριζε να νικά την υπερηφάνεια, αλλά και να συντρίβη τους εχθρούς με το φυσικό του σθένος. Από το άλλο μέρος εγνώριζε ότι όχι με το σπαθί, αλλά με την προσευχή, όχι με τα στρατόπεδα, αλλά με την Εκκλησία πρέπει να νικάται ο κακός λογισμός. Ποιος θα ημπορούσε να πιστεύση, εάν δεν είχαν έτσι τα πράγματα, ότι μία μικρή χώρα, όπως η Μολδαβία, θα ημπορούσε να νικήση εκείνη την αυτοκρατορία των Τούρκων, η οποία πολλούς θρόνους κατέβαλε; Δεν φαίνεται καθαρά, όπως στο φως της ημέρας, ότι αυτή η νίκη προέρχεται από τη καλωσύνη του Ουρανίου Βασιλέως Χριστού;
Γεμάτη από πνευματικά νοήματα είναι η παράκλησις του αγίου Στεφάνου του Μεγάλου, στο κάτω μέρος της σημαίας με την οποία νικούσε τους Τούρκους. Η σημαία αυτή είχε ζωγραφισμένη την μορφή του αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου να σκοτώνη με το δόρυ του ένα πολυκέφαλο δράκοντα. Ιδού λοιπόν τι έχει γραφτεί κάτω από την μορφή του αγίου Γεωργίου: «Ω, τροπαιοφόρε και γενναιόψυχε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, ο οποίος στις ανάγκες και δυστυχίες είσαι ταχύς προστάτης και βοηθός, και χαρά ανεκλάλητη στους εν θλίψεσι ευρισκομένους, δέξου και από μένα αυτή την προσευχή του ταπεινού δούλου Σου, κυρίου Στεφάνου Ηγεμόνος, που είναι με το έλεος του Θεού ηγεμών της χώρας της Μολδαβίας…».
Εκτός από τους γενναίους βραχίονες και την σοφία των σκέψεών του, πάντοτε εστολίζετο με τις αρχές της δικαιοσύνης, της καλωσύνης και της ταπεινώσεως. Ουδέποτε λυπήθηκε ή φοβήθηκε την ζωή του. Με το σπαθί στο χέρι στεκόνταν ατρόμητος μπροστά στον θάνατο, για να υπερασπίση την πατρίδα και την θρησκεία των προγόνων του. Και με τα πόδια του στεκόταν επάνω στην πέτρα, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Μετά από κάθε μάχη, έτρεχε με τα χέρια υψωμένα σε κάποιο Ιερό Βήμα του Θεού, γονάτιζε και έκραζε από τα βάθη της καρδιάς του: «Συ ενίκησες, Κύριε. Σε Σένα ανήκει η νίκη…». Ο γενναίος Στέφανος γινόταν γενναιότερος έχοντας την προσευχή του Ιησού στα χείλη του. Ακόμη και σε περίπτωση ήττας, στον Θεό έτρεχε, στον απάτητο τόπο από τα ανθρώπινα ίχνη… Στον Γέροντά του, τον ησυχαστή Δανιήλ, λαχταρούσε να φθάση. Και ξεκινώντας με τον γενναίο στρατό του μέσα από βουνά και ρουμάνια, με δάκρυα στα μάτια, ερχόταν στον Γέροντά του, που κατοικούσε τότε στην πέτρινη σπηλιά του, έξω από το χωριό Πούτνα: «Πάτερ, προσευχήσου να νικήσουμε». Και φεύγοντας είχε την πληροφορία μέσα του ότι η νίκη δεν θα είναι των εχθρών, αλλά δική του, του Γέροντά του, του Χριστού…
Ο όσιος Γέρων, κάθε φορά που προσέτρεχε σ’ αυτόν ο ηγεμών ανήσυχος για το μέλλον της χώρας του, λόγω του τουρκικού επεκτατισμού, τον ενεθάρρυνε και τον συμβούλευε να προστατεύη την χώρα και τον Χριστιανισμό από τα χέρια των απίστων. Μάλιστα, μετά από προσευχή, του επιβεβαίωσε ότι, εάν θα κτίζη, μετά από κάθε μάχη και μία εκκλησία ή ένα μοναστήρι, πάντοτε, σε όλους τους πολέμους θα νικά. Έκανε υπακοή ο Μέγας Στέφανος στον Γέροντά του. Έτσι, στην μακροχρόνια περίοδο της ηγεμονίας του διεξήγαγε 47 νικηφόρους πολέμους και έκτισε 48 εκκλησίες και μοναστήρια στην Μολδαβία, τα οποία διατηρούνται μέχρι σήμερα, σαν ισχυρά προπύργια και αδιάψευστοι μάρτυρες της συμμαχίας του Θεού, ανέπαφα από την φθορά του χρόνου. Μερικοί ιεράρχες της Εκκλησίας υπεγράμμισαν το γεγονός ότι οι ανυψούμενες προς τον ουρανό προσευχές των λειτουργών τόσων ιερών Θυσιαστηρίων διά μέσου τόσων αιώνων, ασφαλώς θα εχάρισαν και την άφεσι των αμαρτιών του αξιομακαρίστου κτίτορός των, του αγίου Στεφάνου του Μεγάλου.
Ο Στέφανος ο Μέγας και άγιος, με την πίστι και την προσευχή του στον Χριστό και με την γενναιότητά του, προστάτευσε την χώρα του από τους Τούρκους, που δεν έπαυσαν σ’ όλη την μακρά περίοδο της ηγεμονίας του να κάνουν πολέμους και ακάθεκτες εφορμήσεις για να καταλάβουν την πλούσια χώρα του. Κυβέρνησε το κρατίδιό του με σοφία και σύνεσι και, όσο ζούσε, η ευτυχία του λαού του ήτο εμφανής και όλα τα έργα του τα επεσφράγιζε με την πίστι του στον Χριστό.
Στο μοναστήρι Πούτνα διατηρούνται με περισσή ευλάβεια μερικά ιερά αντικείμενα του ενδόξου παρελθόντος του ηγεμόνος Στεφάνου. Ένας σταυρός με χειρολαβή, η τρίπτυχη Δέησις, τρεις άγιες εικόνες, ιερά λειτουργικά αντικείμενα, τα οποία μετέφερε οπωσδήποτε στα ταξίδια του, εντός και εκτός της χώρας του, και στις πεδιάδες των μαχών, χωρίς ποτέ ν’ αποχωρίζεται απ’ αυτά.
Τα χρονικά και οι τοπικές παραδόσεις μαρτυρούν ότι ο ηγεμών Στέφανος από καιρού εις καιρόν μετέβαινε από την πρωτεύουσα της χώρας του Σουτσεάβα, στη μονή Πούτνα, που ήτο δικό του κτιτορικό έργο, συνοδευόμενος από μερικούς αυλικούς του. Εκεί έμενε λίγο καιρό ή περνούσε σαν προσκυνητής. Προσευχόταν μυστικά ή συμμετείχε στην Θεία Λειτουργία με την αδελφότητα της μονής. Ενήστευε στον καιρό των εκστρατειών και μαχών του, ζητώντας από τους αυλικούς, τους συμβούλους και στρατιώτες του να κάνουν το ίδιο… Με βαθειά ευλάβεια και θείο φόβο ελάμβανε τα πανάχραντα και ζωοποιά άγια Μυστήρια. Ήτο ελεήμων και ακούραστος σύμβουλος των υπηκόων του, βοηθώντας τους στις δυστυχίες τους και ανορθώνοντάς τους στις αδυναμίες τους.
Τα  έργα του τον ανέδειξαν μέγα, διότι εγνώριζε πλήρως τον ρόλο του «ως προστάτου της Ορθοδοξίας» στην Μολδαβία και, ακόμη, έξω από τα σύνορά της. Αυτά διαβάζουμε με μεγάλη σαφήνεια στην επιστολή που απηύθυνε στις 25 Ιανουαρίου 1475 σε μερικούς χριστιανούς πρίγκηπες της Ευρώπης, μετά από κάποια νίκη του εναντίον των Τούρκων, δίπλα στην πόλη Βάσλουϊ. Στην μάχη αυτή η μητέρα του Σουλτάνου έλεγε: «Οι Τούρκοι στρατιώτες, δεν έπαθαν πουθενά αλλού μια τέτοια καταστροφή, όπως στην μάχη αυτή». Ο Τούρκος χρονικογράφος Σεδ Εντίν έγραφε: «Ήτο μία φοβερή πολεμική σύρραξι και λίγο έλειψε να κοπούν οι στρατιώτες μας κομμάτια κομμάτια. Μόνο ο Σουλεϊμάν πασάς κατώρθωσε με μεγάλη δυσκολία και γλίτωσε δια της φυγής». Σ’ αυτή την επιστολή ομολογεί την πίστι και τα έργα, την βαθειά του αγάπη για τον Χριστό και ζητεί την βοήθειά τους για μελλοντικές αντιστάσεις κατά των Τούρκων προς διάσωσι και διαφύλαξι γενικά του Χριστιανισμού. «Εμείς, ο ηγεμών Στέφανος, σας λέγομεν ότι ο ανάξιος βασιλεύς των Τούρκων ήτο πολύ καιρό, και είναι ακόμη, ο καταστροφεύς ολοκλήρου του Χριστιανισμού, και κάθε ημέρα σκέπτεται πώς θα ημπορέση να μας υποτάξη και να εκμηδενίση τελείως τον Χριστιανισμό… Ο πασάς έστειλε στην χώρα μας και εναντίον μας μία μεγάλη στρατιά… Ακούοντας και βλέποντας εμείς όλα αυτά, επήραμε το σπαθί στο χέρι και με την βοήθεια του Κυρίου και Θεού μας Παντοκράτορος, εβαδίσαμε εναντίον των εχθρών του Χριστιανισμού. Τους νικήσαμε και τους καταπατήσαμε με τα πόδια μας. Γι’ αυτή την νίκη, ας είναι δοξασμένος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Η χώρα μας είναι η πόρτα του Χριστιανισμού, την οποία ο Θεός εφύλαξε μέχρι τώρα. Αλλά, εάν αυτή η πόρτα, που είναι η πατρίδα μας, θα καταστραφή -ο Θεός να μας φυλάξη από κάτι τέτοιο- τότε όλος ο Χριστιανισμός της Ευρώπης θα είναι σε μεγάλο κίνδυνο… Εμείς, από την πλευρά μας, υποσχόμεθα μπροστά στην Χριστιανική μας Πίστι και στον όρκο της ηγεμονίας μας ότι θα σταθούμε ανδρείοι και θα πολεμήσουμε μέχρι θανάτου για την Χριστιανική μας Πίστι, δίδοντες και την ζωή μας…».
Παντοτινή προστασία ήτο η αόρατος Δεξιά του Υψίστου Θεού, η οποία ευλόγησε πάντοτε την ζωή και τα έργα του ευσεβεστάτου ηγεμόνος της Μολδαβίας. Οι παλαιές ιστορικές παραδόσεις της Μολδαβίας μάς μαρτυρούν ότι στην μάχη με την Πολωνία, στα δάση Κοσμίνου, στις 26 Οκτωβρίου 1497, η ευλογία των όπλων ήτο με τον στρατό του μεγάλου ηγεμόνος Στεφάνου. Εκείνη την ημέρα, (ήτο Πέμπτη) πριν από την έναρξι της μάχης, οι ιερείς που συνώδευαν τον στρατό, ελειτούργησαν πρώτα δίπλα στην ηγεμονική σημαία, και τους αποκαλύφθηκε ότι η νίκη θα είναι του Μεγάλου Στεφάνου. Τους φανερώθηκε σε όραμα, ο Μέγας Μυροβλήτης Δημήτριος, καβάλα στο άλογό του και αρματωμένος σαν ένας γενναίος οπλίτης, για την περιφρούρησι του μολδαβικού στρατού. Άλλη φορά στην πόλι Ρίμνικου-Βίλτσεα, ο Μέγας Στέφανος δέχθηκε παρόμοια ουράνια βοήθεια, με την εμφάνισι του αγίου Μεγαλομάρτυρος Προκοπίου. Η επιγραφή της εκκλησίας του χωριού Μιλισαούτσι της Σουτσεάβας, λέγει τα εξής: «Το έτος 1481, στις 8 Ιουλίου, ημέρα της μνήμης του αγίου Μεγαλομάρτυρος Προκοπίου, Στέφανος ο ηγεμών… έκαμε πόλεμο στο Ρίμνικου με τον Μπασαράμπ, τον νέο ηγεμόνα… και ο Θεός εβοήθησε τον ηγεμόνα Στέφανο και ενίκησε… Γι’ αυτό ο Μέγας Στέφανος έκτισε από ευγνωμοσύνη αυτή την εκκλησία στο όνομα του αγίου Μεγαλομάρτυρος Προκοπίου…». Η παράδοσις, σημειώνει ο χρονικογράφος Γρηγόριος Ουρέκε, αναφέρει ότι στον καιρό εκείνου του πολέμου, ο Μέγας Στέφανος είδε σε θαυμαστή εμφάνισι τον Μεγαλομάρτυρα Προκόπιο να πετά στον αέρα με το άλογό του και αρματωμένος σαν ένας γενναίος οπλίτης και βοηθός του ηγεμόνος Στεφάνου, δίνοντας την νίκη στους στρατιώτες του.
Ο Τίμιος Σταυρός ήτο πάντοτε το ανίκητο όπλο του ηγεμόνος Στεφάνου και όχι το σπαθί, το οποίο χωρίς στον Σταυρό του Χριστού, δεν ημπορεί να προστατεύση τον στρατό. Αυτό το γεγονός ενέπνευσε τον ηγεμόνα να κτίση εκκλησία στο Πάτραουτς Σουτσεάβας προς τιμήν του Τιμίου Σταυρού, τα έτη 1500-1502.
Με σκοπό την προστασία της Ορθοδόξου Πίστεως και της πατρίδος, ο άγιος ηγεμών Στέφανος έστειλε μία επιστολή στον μεγάλο αυτοκράτορα της Ρωσίας Ιβάν τον 3ο, στην Μόσχα, στην οποία διαφαίνονται οι πόθοι και οι ανησυχίες του. Υπενθυμίζει στον βασιλέα Ιβάν την ανάγκη μιας σταθεράς ενότητος των χριστιανικών κρατών, για να αντιμετωπίσουν ενωμένοι τον μουσουλμανικό κίνδυνο, που προέρχεται από την Τουρκία και τους Τατάρους. Ο Ηγεμών γράφει με εύλογη ανησυχία ότι η Μολδαβία είναι σε μεγάλο κίνδυνο εξ αιτίας της τουρκικής εισβολής. Κλαίει για την πτώσι της Κωνσταντινουπόλεως, λόγω των αμαρτιών μας, και κλείνει την επιστολή του με μία θλιβερή διαπίστωση: «Σ’ αυτά τα μέρη εγώ παρέμεινα μόνος, ενώπιον ενός τόσο μεγάλου κινδύνου. Αλλά ο Παντοκράτωρ Θεός δεν μ’ εγκατέλειψε ποτέ».
Το βάρος των ετών, οι αφάνταστες δυσκολίες τόσων πολέμων, η αθεράπευτη πληγή που του δημιουργήθηκε ακόμη από την νεότητά του, σε μια μάχη στο φρούριο Άλμπα, που ονομάζεται ποδάγρα, τον εβασάνιζαν, μα πολύ περισσότερο, δύο χρόνια πριν περάση στην αιωνιότητα, το έτος 1504. Ετελείωσε την ζωή του στην ηλικία των 70 ετών, περιτριγυρισμένος από τους αγαπητούς συγγενείς του, τους συμβούλους του, τους στρατιώτες και ολόκληρο τον λαό, ο οποίος τον τιμούσε σαν Μεσσία. Σε μία ανάγλυφη εικόνα που ευρίσκεται στην ιερά μονή Βατοπεδίου Αγίου Όρους -διότι και εκεί ο Μέγας Στέφανος αριθμείται μεταξύ των κτιτόρων- παρουσιάζεται σαν ένας πρίγκηπας σε νεαρή ηλικία, που στην μορφή του διαφαίνονται οι περιπέτειες μιας ταραγμένης ζωής. Αλλά ολόκληρη η ζωή και η πολυχρόνια ηγεμονία του, την οποία του εχάρισε ο Θεός, ήτο μία συνεχής προσφορά και εκπλήρωσις των καθηκόντων του κατά τον καλύτερο τρόπο.
Όταν αισθάνθηκε ότι πλησιάζει το τέλος του, στις 2 Φεβρουαρίου 1503, ο ευσεβέστατος ηγεμών Στέφανος έγραψε ένα χρυσόβουλλο με την διαθήκη του: «Στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Τριάδος ομοουσίου και αδιαιρέτου. Ιδού εγώ, ο δούλος του Δεσπότου μου Ιησού Χριστού, Στέφανος, ο ηγεμών της Μολδαβίας με το έλεος του Θεού, κάνω γνωστή τη διαθήκη μου αυτή, σ’ όλους εκείνους που θα την διαβάσουν ή θα την ακούσουν διαβάζοντάς την από άλλους. Ευδόκησε η ηγεμονία μου με ιδική μου καλωσύνη και την βοήθεια του Θεού και, για μνημόσυνο των αγίων προγόνων μου, πατέρων και προπάππων και για την υγεία και σωτηρία των παιδιών μου, και ενίσχυσα με αυτό το προνόμιο (που περιέχεται στη διαθήκη) το μοναστήρι Πούτνα, που τιμάται στην Κοίμησι της Υπεραγίας Θεοτόκου…».
Η αγάπη του για τον λόγο του Θεού φαίνεται και από την αφιέρωσι σε ένα Τετραυάγγελο στα τέλη της ζωής του. «Στέφανος ο Ηγεμών… κυριευμένος από θείο ζήλο και από αγάπη των λόγων του Χριστού, με ζήλο έδωσε εντολή και γράφτηκε αυτό το βιβλίο». Ο γιος του ηγεμών Μπογδάνος, το Τετραυάγγελο αυτό το επεκάλυψε με περίτεχνο μεταλλικό κάλυμμα, και το έδωσε στην εκκλησία του Χιρλάου, τον Νοέμβριο του 1504. Επέρασε στην Βασιλεία του Θεού, «ο ήλιος της Μολδαβίας» ο άγιος Στέφανος ο Μέγας, στις 2 Ιουλίου 1504.
Αφού τοποθετήθηκε η πλάκα στον τάφο του, που ευρίσκεται μέσα στην κεντρική εκκλησία της μονής Πούτνα, και αφού ανάφθηκε εκεί ακοίμητη κανδήλα, η οποία φωτίζει από τότε μέχρι σήμερα, δηλαδή 500 χρόνια, ο σεβασμός προς τον Μέγα Στέφανο εκδηλώνεται, από τον καιρό που ζούσε ακόμη, με την ονομασία «Τροπαιοφόρος της Πίστεως» και «Αθλητής του Χριστού». Αυτή η ονομασία παραμένει και έγινε γνωστή σ’ ολόκληρο τον ρουμανικό λαό.
Η Ιερά Σύνοδος του Ρουμανικού Πατριαρχείου, το 1992, μετά την πτώσι του κομμουνιστικού καθεστώτος, προέβη στην επίσημη αναγνώρισι Αγίων της, τους οποίους και συναρίθμησε στο συναξάριο της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι Άγιοι, που δεν είχαν επισήμως αναγνωριστεί, ήσαν 19. Ο όσιος Γερμανός της Δακίας, ο άγιος ιεράρχης Γελάσιος από το Ριμέτς, ο όσιος Δανιήλ ο Ησυχαστής, ο άγιος ιεράρχης Λεόντιος από του Ράνταουτς, ο όσιος Ιωάννης από το Πρισλόπ, οι άγιοι Μάρτυρες, ο ηγεμών Κωνσταντίνος Μπρινκοβεάνου με τους τέσσερις μάρτυρες γιους του, τον Κωνσταντίνο, τον Στέφανο, τον Ράδο και τον οκταετή Ματθαίο και τον σύμβουλό του Γιαννάκη. Συνεχίζουμε με τον άγιο ιερομάρτυρα Άνθιμο τον Ιβηρίτη, τον άγιο ιεράρχη και ομολογητή Ιωσήφ από το Μαραμούρες, τους αγίους ιερείς και ομολογητές Ιωάννη από το Γκάλες και Μωυσή από το Σιμπιέλ. Τον όσιο Αντώνιο από την Ιέζερ-Βίλτσεα, τον άγιο ιεράρχη Ιωσήφ τον ελεήμονα, μητροπολίτη Μολδαβίας, και τον όσιο Ιωάννη Ιακώβου από την μονή Νεάμτς, ο οποίος ασκήτευσε πολλά χρόνια στην έρημο του Ιορδάνου ποταμού και εκοιμήθηκε στην σπηλιά του το έτος 1960. Το άφθαρτο λείψανό του ευρίσκεται στην μονή του αγίου Γεωργίου του Χοζεβίτου. Μεταξύ αυτών συγκαταλέχθηκε και ο ευσεβέστατος ηγεμών Στέφανος ο Μέγας.

ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΛΗΡΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΤΩΝ ΕΣΧΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ

 




Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός
«Οι κληρικοί θα γίνουν οι χειρότεροι και ασεβέστεροι των όλων» προφητεύει για τα έσχατα χρόνια ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. 

(«Ο Πατροκοσμάς», Προφητεία 57η , σελ. 39)


Ο Άγιος Ιππόλυτος 
«Οι ποιμένες ως λύκοι γενήσονται. Οι ιερείς το ψεύδος ασπάσονται. Οι μοναχοί τα του κόσμου ποθήσουσιν...» γράφει για την εποχή του Αντιχρίστου ο άγιος Ιππόλυτος

 (Άγιος Ιππόλυτος ΒΕΠΕΣ 6, 278)


Ο Άγιος Νείλος ο Αγιορείτης

«Όταν πλησιάση ο καιρός της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα σκοτισθή ηδιάνοια των ανθρώπων από τα πάθη της σαρκός και θα πληθυνθή σφόδρα η ασέβεια και η ανομία... Οι ποιμένες των Χριστιανών Αρχιερείς και ιερείς θα είναι άνδρες κενόδοξοι, μη γνωρίζοντες παντελώς την δεξιάν οδόν από τηναριστεράν... Αι εκκλησίαι δε του Θεού θα στερηθούν ευλαβών και ευσεβών Ποιμένων και αλλοίμονον τότε εις τους εν τω κόσμω ευρισκομένους Χριστιανούς οι οποίοι θα στερηθούν τελείως την πίστιν, διότι δεν θα βλέπουναπό κανένα φως επιγνώσεως...» προφητεύει ο άγιος Νείλος ο Αγιορείτης και Μυροβλύτης.

(Προφητεία Αγίου Νείλου. Πιστόν αντίγραφον από το Βιβλίον  «Ευαγγελικός Κήπος», τηςΙεράς Μονής Σταυροβουνίου Κύπρου)



Ο Αββάς Μωϋσής

«Εν ταις ημέραις εκείναις... θέλουν προχειρίζεσθαι ηγούμενοι και ποιμένεςάνδρες αδόκιμοι αρετήςάπιστοι... μη διακρίνοντες την δεξιάν οδόν εκ τηςαριστεράςαμελείς, φιλομέριμνοι, τα πρωτεία με δώρα αρπάζοντες... μη γνωρίζοντες κατηχείν και νουθετείν το ποίμνιον... εκ της τοιαύτης δε αμελείαςκαι καταφρονήσεως των ποιμένων απολούνται οι αδελφοί...» προφητεύει και ο Αββάς Μωϋσής.

(Δ. Παναγόπουλου, «Άγιοι και Σοφοί περί των μελλόντων να συμβώσι»,  Προφητεία ΑββάΜωϋσέως, σελ. 6).



Ο  Άγιος Κύριλλος

«Αλλά ζητάμε δικό μας σημείο της παρουσίας του Κυρίου. Εμείς οιεκκλησιαστικοί ζητάμε εκκλησιαστικό σημείο, και ο Κύριος λέγει· “και τότε θα σκανδαλισθούν πολλοί και θα παραδώσουν ο ένας τον άλλο και θα μισήσουν ο ένας τον άλλο” (Ματθ. Κ’ , ις’ ). Αν ακούσεις ότιεπίσκοποι στρέφονταιεναντίον επισκόπων, και κληρικοί εναντίον κληρικών, και λαοί εναντίονλαών, και φτάνουν μέχρι να χυθεί αίμα, να μην ταραχθείς. Διότι κάτι τέτοιο είναι ήδη γραμμένο», λέγει για την εποχή του Αντιχρίστου και της Δευτέρας Παρουσίας ο Άγιος Κύριλλοςυ Ιεροσολύμων.


(Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, ΕΠΕ 2, 130)

Κυριακή Β Ματθαίου Ἡ κλήση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου Ἀρχιμανδρίτης Νικάνωρ Καραγιάννης


Ὁ Χριστὸς ἀναζητᾶ καὶ καλεῖ τοὺς πρώτους μαθητὲς Του «παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας», μέσα σὲ ἕνα περιβάλλον καθημερινὸ καὶ ἁπλό, μὲ ἐλεύθερο φυσικὸ ὁρίζοντα. Οἱ πρῶτοι στοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται εἶναι ἄνθρωποι τοῦ καθημερινοῦ μόχθου, γνήσιοι καὶ ἀληθινοὶ καί, ὡς ἐκ τούτου, ἀνεπιτήδευτοι, ἂν καὶ μὲ διαφορετικὴ ἰδιοσυγκρασία μεταξύ τους.


Ἡ κλήση τοῦ Χριστοῦ

Ὁ Θεὸς μᾶς καλεῖ στὴν ὕπαρξη, ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπᾶ, πρὶν ἀκόμη μᾶς δημιουργήσει, γι' αὐτὸ καὶ μᾶς γνωρίζει, πρὶν μᾶς φέρει στὴ ζωή. Αὐτὸς ποὺ μᾶς καλεῖ εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Δὲν μᾶς καλεῖ στὴν ὕπαρξη, γιὰ νὰ γεννηθοῦμε καὶ νὰ πεθάνουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ ζήσουμε καὶ νὰ σωθοῦμε, δηλαδὴ γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του σὲ μία ἀτέλειωτη ζωή. Ἡ κλήση τοῦ Χριστοῦ στὸ γεγονὸς τῆς Ἐκκλησίας, στὴν πραγματικότητα τῆς σωτηρίας, εἶναι ἕνα μυστήριο, ἔργο τοῦ θελήματος καὶ τῆς πρόγνωσης τοῦ Θεοῦ. «Οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς» (Ἰω. 15,16), δὲν μὲ διαλέξατε ἐσεῖς, ἀλλὰ ἐγὼ σᾶς διάλεξα. Αὐτὸ τὸ κάλεσμα ἀπευθύνεται στὸν κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά, μὲ διαφορετικὸ τρόπο, ἀλλὰ μὲ κοινὸ σκοπό, τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ Θεὸς μᾶς διαλέγει καὶ μᾶς ἐκλέγει, ὅταν Ἐκεῖνος μᾶς καλεῖ, σέβεται τὴν ἰδιαιτερότητα τῆς προσωπικότητάς μας. Δὲν παραβλέπει τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς εἶναι μοναδικὸς καὶ ἀνεπανάληπτος. Γι' αὐτὸ καὶ δὲν καταργεῖ τὴν ἐλευθερία μας, δὲν μᾶς ἰσοπεδώνει καὶ δὲν μᾶς ἐξισώνει, γιατί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν κατασκευάζει πανομοιότυπους ἁγίους.

Μέσα στὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καλούμαστε νὰ χωρέσουμε ὅλοι, κλειστοὶ καὶ ἀνοιχτοὶ τύποι χαρακτήρων, πρόσχαροι καὶ σοβαροί, ἐπιεικεῖς καὶ αὐστηροί, εὐαίσθητοι καὶ δυναμικοί, ὅποιοι καὶ ἂν εἴμαστε ἐμεῖς, ὅποιοι καὶ ἂν εἶναι oι ἄλλοι, oἱ διαφορετικοὶ ἀπὸ ἐμᾶς. Οἱ μαθητὲς δέχθηκαν ἀμέσως τὴν κλήση τοῦ Χριστοῦ, ἀνταποκρίθηκαν αὐθόρμητα καὶ ὁλοκληρωτικά. Γιατί, ἄραγε; Ἐπειδὴ ἦταν καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι. Ἡ ἀπάντησή τους στὴν κλήση τοῦ Χριστοῦ ἦταν πράξη ὑπακοῆς.

Ἐμπιστεύθηκαν τὸν Χριστὸ καὶ παραδόθηκαν στὸ θέλημά Του καὶ στὴν ἀγάπη Του. Ἐδῶ, λοιπόν, ὁ δρόμος πρὸς τὸν Χριστὸ εἶναι ἕνας καὶ μοναδικός, ἡ ὑπακοὴ στὴν κλήση Του.

Ἡ κλήση τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντα βαθύτατα προσωπική. Ἀγγίζει τὸ κέντρο τοῦ ἑαυτοῦ μας, τὸν πυρήνα τῆς ὕπαρξής μας. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι μία νεφελώδης φιλοσοφία οὔτε μία ἀκατανόητη, ὑψηλὴ καὶ φλύαρη θεολογία, ὅπως, δυστυχῶς, κάποτε τὸν παραμορφώνουμε καὶ τὸν κακοποιοῦμε ἐμεῖς. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἔχει πάντοτε ἀμεσότητα μὲ τὰ ἐνδιαφέροντα καὶ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἀναφέρει πολλὲς φορὲς τὸ Εὐαγγέλιο. Ἀρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε ὅτι στοὺς ἀκροατές Του ποὺ σκέφτονται τὸν θερισμό, μιλᾶ γιὰ τὸν πνευματικὸ θερισμό. Στὴ Σαμαρείτιδα ποὺ πῆγε γιὰ νερὸ στὸ πηγάδι, κάνει λόγο γιὰ τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν». Στοὺς ψαράδες ποὺ τοὺς ἀπασχολεῖ ἡ ἐργασία τους, τοὺς μιλᾶ γιὰ μία διαφορετικὴ παράδοξη καὶ θαυμαστὴ ἁλιεία.


Ἡ ἀπάντηση στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐλευθερία

«Οἱ δὲ ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν τὸν Χριστό». Ἐγκατέλειψαν τὰ πάντα καὶ ἀκολούθησαν τὸν Χριστό. Δὲν ἦταν μὲ κανέναν καὶ μὲ τίποτε στὸν κόσμο τόσο δεμένοι ὅσο μπόρεσαν νὰ δεθοῦν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ παραδοθοῦν στὴν ἀγάπη Του. Γι' αὐτὸ καὶ ὅποιος ἀκολουθεῖ πραγματικὰ τὸν Χριστὸ δὲν προτρέχει οὔτε στέκεται μακριά του, ἀλλὰ ἀπελευθερώνεται ἀπὸ κάθε δέσμευση μὲ πρόσωπα, πράγματα καὶ καταστάσεις καὶ ζεῖ μιὰ καινούργια πραγματικότητα. Βιώνει τὴν ἐσωτερικὴ ἐλευθερία, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀκλόνητη πίστη καὶ βεβαιὸτητα ὅτι ἔχει βρεῖ τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐλευθερώνει ἀπὸ ὅλα ὅσα καθημερινὰ τὸν περικυκλώνουν.

Πράγματι, ὅσο ὡριμάζουμε καὶ ὁλοκληρωνόμαστε ἐσωτερικά, συνειδητοποιοῦμε ὅτι ἡ πολυσυζητημένη ἐλευθερία τὴν ὁποία ὁ κόσμος ἐπιδιώκει καὶ ὁ πολιτισμὸς προβάλλει ὡς βασικὸ σύνθημα εἶναι ἐξωτερική, σχετικὴ καὶ περιορισμένη. Γιατί εἴμαστε αἰχμάλωτοι τῶν περιστάσεων καὶ τῶν συνθηκῶν μέσα στὶς ὁποῖες ζοῦμε, τῆς κληρονομικότητας καὶ τῆς ἰδιοσυγκρασίας μας, τοῦ περιβάλλοντός μας, ἀλλὰ καὶ ὁτιδήποτε ἄλλου μᾶς δεσμεύει καὶ μᾶς ὑποτάσσει σ' αὐτό. Ἄλλωστε, δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι δὲν εἴμαστε ἐλεύθεροι στὰ σύνορά τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Κανεὶς δὲν μᾶς ρωτᾶ πότε, ποῦ καὶ ἀπὸ ποιοὺς θὰ ἔρθουμε στὴ ζωή, ἀλλὰ οὔτε πότε, ποῦ καὶ μὲ ποιὸ τρόπο θὰ φύγουμε ἀπὸ αὐτὴν.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μόνο ὅταν θεληματικὰ ὑποταχθοῦμε στὴν κλήση τοῦ Χριστοῦ, μποροῦμε νὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπὸ κάθε δουλεία στὴν ὁποία εἴμαστε φυλακισμένοι, γιὰ νὰ ζήσουμε τὴν «ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ». Ἀμήν.

Κυριακή Β Ματθαίου Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας 'Ιωὴλ


«Ἐκάλεσεν αὐτοὺς»

Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ὁ Χριστὸς προσκαλεῖ τοὺς τέσσερις πρώτους μαθητὲς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν, τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα ἀλλὰ καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, τοὺς ἀδελφούς. Στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια δυὸ φορὲς φαίνεται νὰ καλεῖ ὁ Χριστὸς τοὺς μαθητὲς αὐτούς. Ἡ πρώτη κλήση ἦταν δοκιμαστική, ἐνῶ ἡ δεύτερη ὁριστικὴ καὶ γίνεται στὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶχε δολοφονηθεῖ ἀπὸ τὸν Ἡρώδη. Ἡ σημερινὴ κλήση ποὺ περιγράφεται στὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἡ δεύτερη, ποὺ ὅπως εἴπαμε εἶναι καὶ ἡ ὁριστική.


Ἡ ποιότητα ζωῆς τῶν Ἀποστόλων

Τί ἄνθρωποι ἦταν αὐτοὶ οἱ ψαράδες ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος γιὰ νὰ γίνουν μαθητές του; Ἦταν ἄνθρωποι ταπεινοί, ἀγράμματοι καὶ ἀφανεῖς κοινωνικά. Δὲν ἀνῆκαν στὴν τάξη τῶν Φαρισσαίων καὶ τῶν νομικῶν. Ὁ Βασίλειος ὁ Σελευκείας παρατηρεῖ: «ζητώντας ὁ Κύριος ἀνθρώπους νὰ παιδεύσουν τὴν οἰκουμένη παρέβλεψε πόλεις, δήμους καὶ βασιλεῖες. Ἀπεστράφη τοὺς ἀνθρώπους τοῦ πλούτου, τοὺς ρήτορες, «ἐμίσησε κράτος ρητόρων»... «Ὁ Κύριος μὲ τὸν τρόπο τῆς κλήσεως τῶν πρώτων εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε στοὺς ἀνθρώπους: «ἁλιεῖς, οὐ βασιλέας ζητῶ». Ὁ Ματθαῖος γράφει πὼς ὁ Κύριος τοὺς βρῆκε «ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν» (Ματθ. 4,21). Διόρθωναν τὰ δίχτυά τους «μὴ δυνάμενοι ὠνήσασθαι ἕτερα», δηλ. δὲν μποροῦσαν νὰ ἀγοράσουν ἄλλα, κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο. Ἦσαν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὅλοι μαζὶ ψάρευαν, ὅλοι μαζὶ διόρθωναν τὰ δίχτυα. Πατέρας καὶ παιδιὰ ἐργαζόντουσαν μαζὶ κι εἶχαν χαρακτηριστικὸ γνώρισμα «τὸ ἀπὸ δικαίων τρέφεσθαι πόνων», νὰ τρέφονται μὲ τὸν ἱδρώτα καὶ τὸν κόπο τους (Χρυσόστομος). Μπορεῖ νὰ μὴν εἶχαν μόρφωση ἀλλὰ τοὺς διέκρινε ἡ ἀρετὴ τῆς ἀγάπης. Ἕνας σύγχρονος θεολόγος θὰ προσθέσει πὼς ὁ Κύριος δὲν κάλεσε ἀνέργους στὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν λαῶν, ἀλλ’ ἀνθρώπους ποὺ ἐργάζονταν. Τὰ παράτησαν ὅλα, γιατί εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.


Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν δείχνει τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ

Αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσε ὁ κόσμος, αὐτοὺς διάλεξε γιὰ Ἀποστόλους Του ὁ Κύριος.Ὁ Παῦλος τὸ σημειώνει αὐτὸ χαρακτηριστικά: «Τὰ μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρὰ» (Α’ Κορ. 1,27). Αὐτοὺς ἐπέλεξε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ φανεῖ στὸν κόσμο πὼς ἡ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα δυνάμεως καὶ σοφίας ἀνθρώπινης, ἀλλ’ ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς δυνάμεως καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, «ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (ὅπ.π. στίχ. 29). Ἡ ἀνταπόκριση τῶν μαθητῶν εἶναι αὐθόρμητη καὶ ὁλοκληρωτική. «Ἄφησαν τὰ δίχτυα, τὰ πλοῖα καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν» (Ματθ. 4,22) καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Δὲν εἶχαν δεῖ ἀπὸ τὸ Χριστὸ μεγάλα θαύματα ἢ δὲν ἄκουσαν σπουδαίους λόγους κι ὅμως ἀντελήφθησαν καὶ κατανόησαν τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ θυσίασαν τὰ πάντα γι’ Αὐτόν.


Οἱ πιστοὶ μόνο μὲ τὸ Χριστὸ δένονται ἄρρηκτα

Ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ δένεται μὲ κανένα πράγμα ἢ πρόσωπο τῆς παρούσης ζωῆς τόσο, ὅσο μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τὸν πρῶτο λόγο στὴ ζωή μας τὸν ἔχει ὁ Κύριος. Δὲν μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία μας νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ σπίτια μας, τὰ ὑπάρχοντά μας καὶ τὶς οἰκογένειές μας. Θέλει ὅμως περισσότερο ἀπὸ τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ ἀγαπημένα μας πρόσωπα νὰ ἀγαπᾶμε τὸ Χριστό. Νὰ ἔχουμε ζωντανὴ σχέση μὲ τὸ Χριστό. Ὁ σύνδεσμός μας μὲ τὸν Ἰησοῦ νὰ μὴν περιορίζεται σὲ μία διανοητικὴ σχέση, σ’ ἕνα ἰδεολόγημα. Νὰ εἶναι ζωντανὸς καὶ νὰ ἐκφράζεται στὴν προσευχή, στὴ συμμετοχή μας στὰ μυστήρια καί, ἂν παραστεῖ ἀνάγκη, στὴ δημόσια ὁμολογία καὶ στὴ θυσία ὁρισμένων προσφιλῶν μας πραγμάτων.

Στὶς ἡμέρες μας ἀνθεῖ ἡ ἁλιεία τῶν ἀνθρώπων γιὰ διαφόρους σκοπούς. Ἁλιεύονται μὲ πολλὴ τέχνη ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν πολιτικούς, κοινωνικούς, ἰδεολογικούς, παραθρησκευτικοὺς κι ἀκόμα καὶ αἰσχροὺς σκοπούς. Ἀνθεῖ στὶς ἡμέρες μας μία στρατολόγηση ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ἰδιοτέλεια καὶ τὸ κέρδος. Παρουσιάζονται πολλοὶ «μεσσίες» μὲ ἀξιώσεις ὑποταγῆς σ’ αὐτοὺς ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων. Οἱ προσωπικὲς φιλοδοξίες εἶναι στὴν ἡμερήσια διάταξη. Ζητᾶμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀφοσίωση καὶ ὑπακοὴ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὰ πάθη μας ποὺ πολλὲς φορὲς εἶναι καὶ ποταπά. Μόνον ἡ ὑπακοὴ στὸ Χριστὸ ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο πολλαπλῶς. Τὸν κάνει εἰρηνικὸ ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, χωρὶς μικροσυμφέροντα καὶ ὑλικὲς ἀπολαβές. Τὸν καταξιώνει ὡς ἄνθρωπο καὶ ἀναδεικνύει τὰ χαρίσματά του καὶ τὶς ἀρετές του. Τὸν προάγει στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ζήσει αἰώνια κοντὰ στὸ Χριστὸ ποὺ ἀγάπησε ὁλοκληρωτικὰ καὶ ἐγκάρδια.

Όταν φεύγει (;) ή όταν έρχεται (;) ένας Άγιος



Όταν κάποιος φεύγει από τούτον τον κόσμο και του είναι προορισμένο -εκ του βίου του και εκ του θείου ελέους- να αγιάσει, νομίζω πως μαζί του αποδημεί και ολίγη παρηγοριά ή μήπως σφραγίζεται η δωρεά του Κυρίου στον κόσμο;

Σαν σήμερα, έφυγε ο Άγιος Ιωάννης ο Μαξίμοβιτς και η φτώχεια των ανθρώπινων οφθαλμών πλουτίστηκε με μια παράξενη χρυσόσκονη, γιατί πώς αλλιώς να καταγραφεί στην ίριδα το θαύμα;
Σαν σήμερα, απέκτησαν άραγε λίγη ακόμη ένδεια τα ανθρώπινά μας ή ιερουργήθηκαν τα χωμάτινα στους κλειστούς οφθαλμούς του Αγίου;
Ένα αεράκι που φυσάει -στις αναφορές μας γιαυτόν- είναι παρηγοριά για την κάψα του Ιουλίου ή τα χαιρετίσματα της ευσπλαχνίας από τον Παράδεισο;
Έχουμε γράψει για τούτον τον εξαίσιο. 
Διαβάστε αν θέλετε και προσευχηθείτε του και για μας:


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...