Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 13, 2013

Τὶς ὁ νοῦς τῆς Θείας Λειτουργίας Ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας




α΄
Στὴν τελετουργία τῶν ἁγίων καὶ ἱερῶν Μυστηρίων διακρίνουμε, ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ τὸ ἔργο τῆς λειτουργίας, ποὺ εἶναι ἡ μεταβολὴ τῶν τιμίων δώρων σὲ θεῖο σῶμα καὶ αἷμα, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ σκοπό, ποὺ εἶναι ὁ ἁγιασμὸς τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι, μεταλαμβάνοντας, κατορθώνουν νὰ κερδίσουν τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους καὶ ν' ἀποχτήσουν σὰν κληρονομία τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, μαζὶ μὲ ὅλα τ' ἀγαθὰ ποὺ ἀκολουθοῦν.

β'
Ὡς προπαρασκευὴ δὲ καὶ τελείωμα, στὸ ἔργο καὶ στὸ σκοπὸ ποὺ ἀναφέραμε, πρέπει νὰ ἰδοῦμε τὶς εὐχές, τὶς ψαλμωδίες, τὶς ἀναγνώσεις τῶν θείων Γραφῶν καὶ ὅλα γενικά, ὅσα τελοῦνται ἤ λέγονται μὲ ἱεροπρέπεια πρὶν καὶ μετὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν τιμίων δώρων. Καί, ἂν καὶ ὁ Θεὸς μᾶς δίνει δωρεὰν ὅλα τὰ ἅγια καὶ τίποτε ἀπ' αὐτὰ δὲν προσφέρουμε πρῶτοι ἐμεῖς σὰν δικό μας — γιατί ὅλα εἶναι εὐεργεσίες του — ὅμως, μᾶς δεσμεύει μὲ τὴν ἀπαίτησή του, πὼς πρέπει πρῶτα νὰ γίνουμε ἱκανοὶ γιὰ νὰ τὰ δεχτοῦμε καὶ ἔπειτα, κατ' ἀνάγκη, νὰ τὰ διατηρήσουμε. Καὶ σὲ κανέναν δὲν θὰ μετάδινε τὸν ἁγιασμὸ του ἂν δὲν πλησίαζε τὰ ἄχραντα Μυστήρια μ' αὐτὴ τὴ διάθεση. Ἔτσι ἀκριβῶς ἔχουμε τὴ δυνατότητα νὰ βροῦμε τὸν ἁγιασμό μας στὸ βάπτισμα, στὸ χρῖσμα καὶ στὸ δεῖπνο του, τὴν ἁγία καὶ φρικτὴ Τράπεζά του.

γ'
Κι αὐτὸ ἴσα - ἴσα μᾶς φανέρωσε μὲ τὴν παραβολή του γιὰ τὸ σπορέα, ὅπου λέει: βγῆκε ὁ σποριάς, ὄχι νὰ ὀργώσει τὴ γῆ, μὰ γιὰ νὰ «σπείρει» (Ματθ. ιγ' 3)· γιατί τὸ ὄργωμα καὶ κάθε ἄλλη προπαρασκευὴ πρέπει νὰ γίνει πρὶν ἀπὸ μᾶς τοὺς ἴδιους.

δ'
Ἐπειδή, λοιπόν, ἦταν ὑποχρεωτικὸ στὴ σειρὰ τῶν ἁγίων μυστηρίων νὰ γίνεται ἔτσι, δηλ. νὰ εἴμαστε προετοιμασμένοι κατάλληλα καὶ πλήρως προπαρασκευασμένοι γιὰ νὰ προϋπαντήσουμε τὸν Κύριο, ἔπρεπε νὰ ὑπάρχουν μέσα στὴν ἱερὰν ἀκολουθία τῆς λειτουργίας καὶ αὐτὰ τὰ κείμενα — ὅπως ὑπάρχουν. Σ' αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς βοηθοῦν οἱ εὐχές, οἱ ψαλμωδίες καὶ ὅ,τι ἄλλο μὲ ἱεροπρέπεια γίνεται ἤ λέγεται κατὰ τὴ διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας. Γιατί, ὁλ' αὐτά, μᾶς ἁγιάζουν καὶ μᾶς προδιαθέτουν μὲ τὸν καλύτερο τρόπο, πρῶτα νὰ δεχτοῦμε, ὅπως πρέπει, τὸν ἁγιασμὸ καὶ μετὰ νὰ τὸν κρατήσουμε σίγουρα μέσα μας, μὲ τὴν πιὸ δυνατὴν ἀσφάλεια.

ε'
Ὁ ἁγιασμός μας ἀπὸ τὴ Θεία Λειτουργία γίνεται μὲ δύο τρόπους. Στὸν πρῶτο τρόπο, τὸν βλέπουμε νὰ μπαίνει μέσα μας ὡς ὠφέλεια ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς εὐχές, τοὺς ψαλμοὺς καὶ τὰ ἁγιογραφικὰ ἀναγνώσματα. Οἱ εὐχές, ποὺ σὰν προσευχὴ ἀναπέμπουμε, ἐπιστρέφουν στὸ Θεὸ καὶ προξενοῦν τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας∙ ὅπως ἀκριβῶς καὶ οἱ ψαλμωδίες μας, ποὺ ἐξιλεώνουν τὸν Κύριο καὶ τὸν κάνουν νὰ στρέψει γλυκὰ τὸ βλέμμα του πρὸς ἐμᾶς. «Θῦσον γὰρ - λέγει ὁ ψαλμωδὸς - τῷ Θεῷ θυσίαν αἰνέσεως, καὶ ἐξελοῦμαι σε καὶ δοξάσεις με» (Ψαλμ. μθ', 14-15).

Μετά, τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ μᾶς φανερώνουν καθαρώτατα τὴν ἐπιείκεια καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, καθὼς ἐπίσης τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν ἀποφασιστικὴ κρίση του∙ ἀκόμα, σταλάζουν ἐπάνω στὶς ψυχές μας τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, ἤ ἀνάβουν μέσα μας τὴν ἀγάπη γιὰ Κεῖνον, κ' ἔτσι σιγὰ - σιγὰ μᾶς βάζουν σὲ μεγάλη προθυμία νὰ ἐφαρμόζουμε τὶς ἐντολές του. Κι ὃλ' αὐτὰ βοηθοῦν καὶ τὸν ἱερέα καὶ τὸ λαὸ νὰ κάνουν ὡραιότερη καὶ θειότερη τὴν ψυχή τους, ἱκανώνοντάς τους νὰ δεχτοῦν μέσα τους καὶ νὰ κρατήσουν ἄξια τὰ τίμια δῶρα, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς θείας λειτουργίας∙ ἰδιαίτερα, ὅμως, προπαρασκευάζουν τὸν ἱερέα νὰ ἀξιωθεῖ νὰ τελέσει τὴν ἀναίμακτη θυσία, ποὺ εἶναι τὸ ἔργο τῆς μυσταγωγίας, ὅπως εἴπαμε πιὸ πάνω.

Αὐτὸ ἀκριβῶς βρίσκουμε πολλὲς φορὲς μέσα στὶς εὐχές, ὅπου ὁ ἱερεὺς προσεύχεται νὰ μὴ φανεῖ ἀνάξιος νὰ κρατήσει τὰ προκείμενα δῶρα, ἀλλὰ μὲ καθαρὰ χέρια καὶ ψυχὴ καὶ γλῶσσα νὰ διακονήσει τ' ἄχραντα Μυστήρια. Ἔτσι, μ' αὐτὸ τὸν τρόπο, μπαίνει μέσα μας ἡ ὠφέλεια ἀπὸ τὴ δύναμη τῶν θείων ρημάτων, ποὺ λέγονται καὶ ψάλλονται στὴν ὅλη τελετουργία τῆς θείας λατρείας.

ς'
Ὁ ἄλλος τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον ἁγιαζόμαστε ἀπὸ αὐτά, κι ἀπ' ὅλα τ' ἄλλα ὅσα τελοῦνται στὴ θεία λειτουργία, εἶναι αὐτὸς ἐδῶ: σ' ὅλ' αὐτὰ βλέπουμε τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ τοῦ ἴδιου κι ὅσα Ἐκεῖνος ἔκαμε ἤ ἔπαθε γιά μᾶς. Γιατί, στὶς ψαλμωδίες καὶ στ' ἀναγνώσματα, καθὼς καὶ σ' ὅλα ἐκεῖνα ποὺ τελεῖ ὁ ἱερεὺς μέσα στὴ θεία λατρεία, φανερώνεται ἡ θεία οἰκονομία τοῦ Σωτῆρος μας: στὴν ἀρχὴ τῆς λειτουργίας φανερώνονται οἱ πρῶτες φάσεις τοῦ θείου ἔργου του∙ στὸ δεύτερο μέρος, σημαίνεται ἡ συνέχεια τοῦ ἔργου του∙ καὶ στὸ τελευταῖο, ὅ,τι θ' ἀκολουθήσει. Καὶ πρέπει, ἐκεῖνοι ποὺ παρακολουθοῦν καὶ βλέπουν ὅλ' αὐτά, νὰ φέρνουν πάντα μπρὸς στὰ μάτια τους ὅλα ἐκεῖνα ποὺ σημαίνονται μ' αὐτά.

Ἔτσι, ὁ καθαγιασμὸς τῶν τιμίων δώρων, ἡ ἀναίμακτη θυσία ἡ ἴδια, «τὸν θάνατον αὐτοῦ καταγγέλλει» (Α' Κορ. ια' 26) καὶ τὴν Ἀνάσταση μὲ τὴν Ἀνάληψή του, γιατί μεταβάλλει τὰ τίμια δῶρα σὲ πραγματικὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, τὸ ὁποῖο δέχτηκε ὅλ' αὐτά, δηλ. πού σταυρώθηκε, ποὺ ἀναστήθηκε καὶ ποὺ ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανούς. Ἐνῶ, ὅσα τελοῦνται πρὶν ἀπὸ τὴ θυσία, σημαίνουν τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ πρὶν ἀπ' τὴ σταύρωση, δηλ. τὴν παρουσία του, τὴν δράση του, τὴν πλήρη φανέρωσή του. Τελευταῖα, ὅσα τελοῦνται καὶ λέγονται μετὰ τὴ θυσία, σημαίνουν «τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρός», ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε (Λουκ. κδ' 49∙ Πράξ. α' 4), τὴν κάθοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἐθνῶν — μὲ τὸ ἀποστολικὸ κήρυγμα — στὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν ἕνωσή τους μ' Αὐτόν.

ζ'
Ἡ ὅλη μυσταγωγία παρουσιάζεται ἀκριβῶς σὰν μία εἰκόνα ἑνιαία του μοναδικοῦ σώματος τῆς ζωῆς τοῦ Σωτῆρος, βάζοντας τάξη σὲ ὅλα τὰ γεγονότα, ἀπ' τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος, κ' ἐναρμονίζοντάς τα μεταξύ τους.

η'
Γι' αὐτὸ καὶ οἱ ψαλμοί, ποὺ σὰν προοίμια ψάλλονται, κι ἀκόμη πιὸ πρὶν ἀπ' αὐτούς, τὰ ὅσα γίνονται καὶ λέγονται στὴν πρόθεση τῶν τιμίων δώρων, φανερώνουν τὸν πρῶτο καιρὸ τοῦ θείου ἔργου τῆς οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐνῶ ὅσα ἀκολουθοῦν τοὺς ψαλμούς, δηλ. τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα ἀπὸ τὶς Γραφὲς καὶ τ' ἄλλα, σημαίνουν τὴν περίοδο τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀκολούθησε μετά.

θ'
Ἂν κ' ἔχει λεχθεῖ, πὼς γι' ἄλλο λόγο ἔχουν εἰσαχθεῖ τὰ ἀναγνώσματα κ' οἱ ψαλμωδίες, ὅτι δηλ. εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε γιὰ νὰ μᾶς προδιαθέτουν γιὰ τὸν ἐνάρετο βίο καὶ νὰ μᾶς βοηθοῦν στὸ νὰ ἐξιλεώνουμε τὸ Θεό, ὅμως, τίποτε δὲν ἐμποδίζει νὰ μποροῦν καὶ τὰ δυὸ νὰ συμβοῦν: τὰ ἴδια ἱερὰ ἄσματα καὶ ἀναγνώσματα, καὶ τοὺς πιστοὺς νὰ ὁδηγοῦν στὴν ἀρετή, καὶ τὴ θείαν οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ νὰ σημαίνουν.

Ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει μὲ τὰ ἐνδύματα: μᾶς ἐξυπηρετοῦν στὴν ἀνάγκη τοῦ σώματος, γιὰ νὰ τὸ ντύνουμε ἤ νὰ τὸ καλύπτουμε, μ' αὐτὰ ἤ μ' ἐκεῖνα τὰ ροῦχα, ἀνάλογα μὲ τὴν περίσταση, ἀλλὰ κάποτε, ὅταν βλέπουμε τὰ ἐνδύματα, καταλαβαίνουμε τὸ ἐπάγγελμα, τὸ βίο ἤ τὸ ἀξίωμα ἐκείνου ποὺ τὰ φορεῖ. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὸ θέμα μας. Διότι, μὲ τὸ νὰ περιέχουν οἱ ἅγιες Γραφὲς θεόπνευστα λόγια καὶ ὕμνους τοῦ Θεοῦ, τὰ ὁποῖα συμβάλλουν στὴν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς, ἁγιάζουν ἐκείνους ποὺ τὰ μελετοῦν ἤ τὰ ψάλλουν.

Ὅμως, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἔχουν διαλεχτεῖ, κι ὅπως ἔχουν μπεῖ στὴ σειρά, ἔχουν καὶ τὴν ἄλλη δυνατότητα, νὰ βοηθοῦν δηλ. στὸ ἄγγελμα τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ζωῆς του. Κι ὄχι μονάχα τὰ ὅσα ψάλλουμε ἤ ὅσ' ἀναγινώσκουμε, μὰ καὶ ὅλα ὅσα τελετουργουνται ἐκεῖ ἔχουν τὸν ἴδιο χαρακτῆρα. Καὶ γίνεται μὲν τὸ κάθε τί γιὰ τὴν ἀναγκαίουσα περίπτωση τῆς στιγμῆς ὅπου παρουσιάζεται, ἀλλὰ στὸ βάθος πάντα κρύβει μιὰ σημασία ποὺ συμβολίζει κάτι ἀπὸ τὰ ἔργα, τὰ θαύματα ἤ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως π.χ. εἶναι ἡ εἴσοδος τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου στὸ θυσιαστήριο καὶ ἡ εἴσοδος τῶν τιμίων δώρων. Τὸ καθέν' ἀπ' αὐτὰ ἔχει μία χρησιμότητα: ἡ πρώτη εἴσοδος εἶναι γιὰ νὰ διαβαστεῖ τὸ Εὐαγγέλιο, ἡ δεύτερη γιὰ νὰ τελεστεῖ ἡ θυσία. Ὅμως, σημαίνουν καὶ οἱ δύο τὴν παρουσία καὶ τὴν πλήρη φανέρωση: ἡ μία, τὴν ἀρχὴ τῆς παρουσίας του, μὲ ἀμυδρὴ καὶ ἀτελῆ ἀκόμη τὴ μορφή, του∙ ἡ ἄλλη, τὴν τελειότητα καὶ ὑπέρτατην εἰκόνα τοῦ προσώπου του.

Ἀκόμα, ὑπάρχουν μερικὰ ἀπ' ὅσα γίνονται ἐδῶ, ποὺ δὲν ἔχουν καμμιὰ φανερὴ χρησιμότητα, μὰ ποὺ γίνονται μονάχα γιὰ νὰ δηλώσουν συμβολικὰ κάτι - ὅπως π.χ. ὅταν ὁ ἱερεὺς λογχίζει τὸν ἄρτο, ἡ γράφει ἐπάνω του τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ- ἤ, ἀκόμη, τὸ μαχαίρι ποὺ κεντᾶ τὸν ἄρτο καὶ ποὺ φέρει τὸ σχῆμα τῆς λόγχης- καί, τελευταῖα, ὅταν ὁ ἱερεὺς προσθέτει στὸ ἅγιο Ποτήριον τὸ ζεστὸ νερό.
ι'
Ἀνάλογα παραδείγματα θὰ μποροῦσες νὰ βρεῖς καὶ στ' ἄλλα Μυστήρια∙ ὅπως π.χ. στὸ Βάπτισμα, ὅπου, ὑποχρεωτικά, πρὶν βαπτιστοῦν ἔβγαζαν τὰ ὑποδήματα καὶ τὰ ροῦχα τους, ἅπλωναν τὰ χέρια τους καὶ φυσοῦσαν. Ἀλλά, βέβαια, ἐδῶ δὲν ὑπάρχει καμμιὰ χρησιμότητα, παρὰ ὁ συμβολισμὸς τῶν κινήσεων, ποὺ μᾶς διδάσκει τὸ μῖσος γιὰ τὸ δαίμονα − ὅσο μῖσος πρέπει νὰ ὑπάρχει μέσα μας − καὶ ὅτι εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸν διώξει πολὺ μακριά του, ὅποιος θέλει νὰ γίνει ἀληθινὸς χριστιανὸς μετὰ τὸ βάπτισμα. Καί, φυσικά, ὅπου ὑπάρχουν τέτοιες πράξεις καὶ στ' ἄλλα μυστήρια θὰ ἔχουν πάντα καὶ τὴν ἀνάλογη σημασία τους.

ια'
Ὅσα τελοῦνται τὴν ὥρα τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν τιμίων δώρων, ἔχουν ὅλα σχέση μὲ τὸ ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας τοῦ Σωτῆρος∙ γιὰ νὰ τὴν ἔχουμε καθαρὰ ἐμπρὸς στὰ μάτια μας κ' ἔτσι ν' ἁγιάζει τὶς ψυχές μας, ποὺ θὰ γίνονται μ' αὐτὸ τὸν τρόπο ἄξιες νὰ δεχτοῦν τ' ἄχραντα Μυστήρια. Γιατί, ὅπως ἀκριβῶς τότε, ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ πραγματοποιήθηκε τὸ θεῖο ἔργο του, ἀνάστησε τὸν πεσμένο κόσμο τῆς οἰκουμένης, ἔτσι πάντα κάνει ὡραιότερη καὶ θειότερη τὴν ψυχὴ ὅλων ἐκείνων ποὺ τὸ βλέπουν ἐσωτερικὰ νὰ πραγματοποιεῖται καὶ πάλι. Ἂς προστεθεῖ ἀκόμη, πὼς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ δώσει καμμιὰν ὠφέλεια ἂν δὲν τὸ ἐνστερνίζονταν μὲ τὴ μέσα θεωρία καὶ τὴν πίστη. Κ' εἶναι γι' αὐτὸ ποὺ ἔχει κηρυχτεῖ καὶ πού, γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε, χρησιμοποίησε χίλιους δυὸ τρόπους καὶ μέσα ὁ Θεός. Καὶ τοῦτο γιατί, τὸ ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας δὲν θὰ μποροῦσε νὰ καρποφορήσει καὶ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους, ἂν ἡ πραγματοποίησή του ἔμενε ἄγνωστη στοὺς ἀνθρώπους ποὺ περίμεναν νὰ σωθοῦν. Βέβαια, τότε ποὺ πρωτοφανερωνόταν μὲ τὸ κήρυγμα, γεννοῦσε μέσα στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων τὸ σεβασμό, τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη γιὰ τὸ Χριστὸ - πράγματα ὡς τότε ἄγνωστα γι' αὐτούς∙ σήμερα, ὅμως, ὅταν θεωρεῖται ἐσωτερικὰ καὶ μὲ θέρμη ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ἤδη χριστιανούς, δὲν γεννᾶ βέβαια κεῖνα τὰ εὐλογημένα αἰσθήματα μέσα τους, ἀλλὰ βρίσκοντάς τα μέσα τους τὰ διατηρεῖ, τ' ἀναγεννᾶ καὶ τὰ δυναμώνει. Κ' ἔτσι, τοὺς στηρίζει πιὸ πολὺ στὴν πίστη, καὶ τοὺς κάνει πιὸ θερμοὺς στὴν εὐσέβεια καὶ στὴν ἀγάπη. Γιατί, ἐκεῖνα ποὺ δημιούργησε ἀπ' τὴν ἀνυπαρξία τότε, θὰ εἶναι πολὺ εὐκολώτερο νὰ τὰ διασώσει, νὰ τὰ διατηρήσει καὶ νὰ τ' ἀνανεώσει σήμερα. Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, πάντα μ' αὐτὰ τὰ αἰσθήματα νὰ πλησιάζουμε τὰ ἅγια Μυστήρια∙ γιατί ἡ εὐλάβεια, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, μᾶς ζεσταίνει ἐσωτερικὰ καὶ πολύ μᾶς ἀνυψώνει∙ ἐνῶ, χωρὶς ὅλ' αὐτά, καὶ ἁπλῆ ματιὰ ἔστω νὰ ρίξουμε στ' ἅγια Μυστήρια, βρισκόμαστε σὲ μεγάλην ἀσέβεια.

ιβ'
Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖον ἔπρεπε νὰ μπεῖ αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ θεωρία μέσα στὴν τάξη τῆς θείας Λειτουργίας, ποὺ μᾶς τοποθετεῖ συμβολικά, μὲ τὴν βοήθεια ὅλων τῶν προηγουμένων, μπροστὰ στὸ ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας. Κι αὐτό, γιὰ νὰ μὴ μένουμε μονάχα μὲ τὴ σκέψη πρὸς τὰ τελούμενα, ἀλλὰ γιὰ νὰ βλέπουμε μὲ τὰ ἴδια μας τὰ μάτια, κατὰ κάποιον τρόπο, τὴ μεγάλη φτώχεια τοῦ Πλουσίου∙ τὴν ξενητιὰ καὶ τὸν ἐρχομό σ' ἐμᾶς, Ἐκείνου, ποὺ κατοικοῦσε δικαιωματικὰ τὸν κάθε τόπο∙ τοὺς ἐξευτελισμοὺς τοῦ Εὐλογημένου κ' ἐγκωμιαζόμενου ἀπ' ὅλους∙ τὰ πάθη Ἐκείνου, ποὺ δὲν γνώρισε κανένα πάθος∙ γιὰ νὰ βλέπουμε πόσο μισήθηκε καὶ πόσον ἀγάπησε∙ πόσο ψηλὰ βρισκότανε καὶ πόσο ταπεινώθηκε γιὰ χάρη μας∙ πόσα χρειάστηκε νὰ κάμει καὶ πόσα νὰ πάθει, γιὰ νὰ ἑτοιμάσει αὐτὸ τὸ θεῖο τραπέζι, ποὺ ἔχουμε μπροστά μας. Κ' ἔτσι, θαυμάζοντας τὴν ἀνανέωση τοῦ σωτηρίου ἔργου του κι ἀναμετρώντας συγκλονισμένοι τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν του, νὰ δείξουμε τὴν εὐλάβειά μας σ' Ἐκεῖνον, ποὺ μὲ τόση φιλανθρωπία μᾶς σπλαχνίστηκε καὶ μᾶς ἔσωσε: μὲ τὸ νὰ τοῦ ἐμπιστευτοῦμε τὴν ψυχή μας, νὰ τοῦ παραδώσουμε ὁλάκερη τὴ ζωή μας καὶ ν' ἀνάψουμε τὶς καρδιές μας μὲ τὴ φωτιὰ τῆς ἀγάπης του. Κι ὅταν πιὰ φτάσουμε σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο, τότε θὰ μποροῦμε νὰ πλησιάσουμε τὴ φωτιὰ τῶν ἁγίων Μυστηρίων μὲ οἰκειότητα καὶ δίχως κανέναν κίνδυνο.

ιγ'
Ἂς προστεθεῖ ἀκόμη, πὼς δὲν ἀρκεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι μάθαμε κάποτε τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἤ τὸ ὅτι πιὰ τὴν ξέρουμε, γιὰ ν' ἀποχτήσουμε τὴν πνευματικὴ κατάσταση, τὴν ὁποία πρὶν λίγο ἀναφέραμε. Ἀλλὰ εἶναι ἀπόλυτη ἀνάγκη, ἐκείνη τὴν ὥρα, νὰ ἔχουμε καρφωμένα τὰ μάτια τοῦ νοῦ μας ἐκεῖ καὶ νὰ θεωροῦμε ἐσωτερικὰ τὰ γινόμενα, διώχνοντας ἀποτελεσματικὰ κάθε ξένο λογισμό, ἂν βέβαια θέλουμε νὰ καλλιεργήσουμε στὴν ψυχὴ μας ἐκεῖνες τὶς διαθέσεις καὶ τὰ αἰσθήματα ποὺ ἀναφέραμε, προκειμένου νὰ δεχτοῦμε τὸν ἄνωθεν ἁγιασμό. Γιατί, κι ἂν τύχει καὶ ξέρουμε καλά τούς λόγους τῆς θρησκείας μας, κατὰ τρόπο πού, ἂν μᾶς ρωτήσει κάποιος κάτι νὰ τοῦ ἀπαντήσουμε σωστά, ὅμως αὐτὴ ἡ γνώση δὲν θὰ μᾶς ὠφελήσει σὲ τίποτε ἀπολύτως, ἂν τὴν ὥρα τῆς μυσταγωγίας δὲν προσέχουμε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας ἐκεῖ, ἀλλ' ἀφήνουμε τὸ νοῦ μας νὰ τρέχει σ' ἄλλα πράγματα - τέτοια ξερὴ γνώση, δὲν μπορεῖ ν' ἀφήσει κανέν' ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ προαναφέραμε νὰ εἰσέλθει μέσα μας. Γιατί, οἱ διαθέσεις μας δημιουργοῦνται ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς σκέψεις ἐκείνης τῆς ὥρας∙ ἑπομένως, καὶ τὰ πάθη κ' αἰσθήματα ποὺ δοκιμάζουμε εἶναι ἀποτέλεσμα, ποιοτικά, ἀνάλογο πάντα μὲ τοὺς λογισμοὺς ποὺ τὰ γέννησαν.

ιδ’
Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐπινόησαν αὐτὸν τὸ συμβολικὸ τύπο στὴ θεία λειτουργία γι' αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο: γιατί δὲν ἀρκεῖται στὸ νὰ μᾶς μιλήσει μὲ λόγια μόνο, ἀλλὰ φέρνει τὰ πάντα μπρὸς στὰ μάτια μας, φανερώνοντας ὅλο τὸ ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας κατὰ τὴ διάρκεια τῆς λειτουργίας. Κι αὐτό, γιατί θέλουν, ἀπ' τὴ μιὰ μεριά, νὰ ἐπιδράσει εὐκολώτερα πάνω στὴν ψυχὴ καὶ νὰ μὴ μείνει μία ἁπλῆ θεωρία μονάχα, γιὰ νὰ χαράξει μέσα μας ἐκεῖνο τὸ βαθὺ πάθος κ' αἴσθημα, ἔτσι πού, αὐτὰ ποὺ φανταζόμαστε, μὲ τὴν πρόσθετη αὐτὴν αἴσθηση τῆς ὁράσεως, νὰ τυπωθοῦν καὶ νὰ μείνουν καθαρώτερα μέσα μας. Ἀπ' τὴν ἄλλη μεριά, θέλουν ἀκόμη, αὐτὸς ὁ τύπος τῆς λειτουργίας νὰ μὴν ἀφήσει τὴν παραμικρὴ λαβὴ στὴ λήθη, μήτε ν' ἀφήσει νὰ στραφεῖ ὁ λογισμὸς πρὸς ὁ,τιδήποτε ἄλλο, ὥσπου νὰ ὁδηγηθοῦμε στὸ οὐράνιο τραπέζι. Κ' ἔτσι πιά, γεμᾶτοι ἀπὸ τὶς ἱερὲς αὐτὲς ἔννοιες κ' ἔχοντας ἀνθισμένη τὴ μνήμη ἀπὸ θεῖες εἰκόνες, νὰ μεταλάβουμε τ' ἄχραντα Μυστήρια, προσθέτοντας στὸν ἁγιασμὸ μας ἕνα νέον ἁγιασμὸ - δηλ. στὸν ἁγιασμὸ τῆς ἐσωτερικῆς μας θεωρίας προσθέτουμε τὸν ἁγιασμὸ τῆς τελετουργίας — καὶ «μεταμορφούμενοι ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν» (Β' Κορ. γ' 18), ἀπὸ τὴν κατώτερη στὴ μεγαλύτερη καὶ ὑψηλότερην ἀπ' ὅλες τὶς δόξες.


πηγή

Ἡ Ἁγία Λουκία ἡ παρθένος



Ἡ μεγάλη της πίστη ἔκανε θαύματα, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια βραβεύτηκε ἀνάλογα. Ἡ Λούκια ἔζησε στὰ μέσα τοῦ 3ου μ.Χ. αἰῶνα καὶ γεννήθηκε στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας. Ἦταν μοναχοκόρη, ποὺ εἶχε χάσει νωρὶς τὸν πατέρα της καὶ ἡ εὐσεβὴς μητέρα της ἔπασχε ἀπὸ αἱμόῤῥοια. Ἡ βοήθεια τῶν γιατρῶν δὲν στάθηκε ἱκανὴ νὰ τὴν γιατρέψει, γι᾿ αὐτὸ καὶ περίμενε τὴν γιατρειά της μόνο ἀπὸ τὴν θεία βοήθεια.

Στὴν Κατάνη βρισκόταν τὸ λείψανο τῆς ἁγίας Ἀγαθῆς καὶ μητέρα μαζὶ μὲ τὴν κόρη πῆγαν νὰ τὸ προσκυνήσουν. Τὴ νύχτα ποὺ ἔφτασαν, ἡ Λουκία προσευχήθηκε μὲ ὅλη της τὴν δύναμη, ποὺ ἔβγαινε ἀπὸ τὴν μεγάλη πίστη ποὺ φώλευε στὴν καρδιά της, γιὰ τὴν θεραπεία τῆς μητέρας της. Κατόπιν κοιμήθηκε καὶ στὸν ὕπνο της εἶδε τὴν ἁγία Ἀγαθή, ποὺ τῆς εἶπε ὅτι ἡ μητέρα της θὰ θεραπευόταν καὶ ἡ ἴδια θὰ πέθαινε μαρτυρικὰ γιὰ τὸ Χριστό.

Τὴν ἑπομένη μέρα, πράγματι ἡ μητέρα της θεραπεύτηκε καὶ οἱ δυὸ μαζὶ τότε εὐχαρίστησαν τὸ Θεὸ καὶ τὴν Ἁγία. Ὅταν ἐπέστρεψαν στὶς Συρακοῦσες, ἡ Λούκια ἔπεισε τὴν μητέρα της καὶ διαμοίρασαν ὅλη τους τὴν περιουσία στοὺς φτωχούς.

Ἔπειτα ἡ ἴδια ἡ Λουκία κατέβαλλε κάθε προσπάθεια, γιὰ νὰ μεταδίδει τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ σ᾿ ἄλλες κοπέλες, ποὺ βρίσκονταν στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης. Καταγγέλθηκε ὅμως γι᾿ αὐτό, ἐπὶ τοῦ διώκτου βασιλιᾶ Δεκίου καὶ δικάστηκε. Ἀφοῦ ἀπέῤῥιψε μὲ γενναιότητα ὅλες τὶς προτροπὲς γιὰ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Καὶ ἔτσι ἡ νεαρὴ ἀλλὰ γενναία παρθένος, ἀποκεφαλίστηκε γιὰ τὴν πίστη της.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Παρθενίας φοροῦσα χλαῖναν ὑπέρλαμπρον, παρθενικῶς ἐμνηστεύθης τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ ἀγάπην γεηροὺ μνηστῆρας ἔλιπες ὅθεν ὡς δῶρα νυμφικά, προσενήνοχας αὐτῶ, τὰ ρεῖθρα τῶν σῶν αἱμάτων, Λούκια Παρθενομάρτυς, ὦ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἠμῶν.

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ Λάτριο ὄρος


Πότε ἀκριβῶς ἔζησε δὲν μᾶς εἶναι γνωστό. 
Πάντως ἀπὸ τὰ βιογραφικά του στοιχεῖα συμπεραίνουμε ὅτι ἦταν μεταξὺ τοῦ 8ου καὶ 9ου αἰῶνα. 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ πλούσια καὶ ἐπίσημη οἰκογένεια. Ὁ ἴδιος ἦταν πατρίκιος καὶ στρατηγός, τῶν Κιβυῤῥαιωτῶν καὶ ἔπειτα στὸν Βυζαντινὸ στόλο. 

Κάποτε ὅμως, σὲ μία φοβερὴ τρικυμία, ὁ στόλος καταποντίσθηκε καὶ διασώθηκε μόνο αὐτός. Τότε ἀφιέρωσε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του στὸ Θεό, ἀφοῦ ἔγινε μοναχὸς καὶ ζοῦσε μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή. Ποῦ πρῶτα μόνασε δὲν τὸ γνωρίζουμε. 

Ἀργότερα κατέφυγε σὲ τόπο ἀπομονωμένο, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν τοποθεσία Ἱερὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Λάτριο ὄρος, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Ἀπὸ ἐκεῖ κλήθηκε νὰ διοικήσει τὴν Μονὴ Κελλιβάρων, ἀλλ᾿ ἐνοχλούμενος καὶ ἐπιζητῶντας τὴν ἡσυχία, ἀναχώρησε καὶ κλείστηκε μέσα σὲ μία τρῦπα ταλαιπωρῶντας τὸ σῶμα του. 

Ἀλλ᾿ οἱ μοναχοί της Μονῆς τὸν βρῆκαν καὶ τὸν ἐπανέφεραν στὴ Μονή, ὅπου ζοῦσε σ᾿ ἕνα κελὶ καὶ μόνο μία φορὰ τὴν ἑβδομάδα, τὴν Κυριακή, ἔβλεπε τοὺς ἀδελφοὺς καὶ συνέτρωγε μ᾿ αὐτούς. 

Προαισθάνθηκε τὸ τέλος τῆς ζωῆς του καὶ κάλεσε ὅλους τοὺς μοναχοὺς τῆς Μονῆς καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε κατάλληλες πνευματικὲς συμβουλές, ἀπεβίωσε εἰρηνικά

Συναξαριστής της 13ης Δεκεμβρίου

Οἱ Ἅγιοι Εὐστράτιος, Αὐξέντιος, Εὐγένιος, Μαρδάριος καὶ Ὀρέστης

 


Μαρτύρησαν κατὰ τὸ σκληρὸ διωγμὸ τῶν χριστιανῶν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ.

Ὁ Εὐστράτιος, ποὺ ἦταν ἀνώτερος ἀξιωματικός, συνελήφθη ἀπὸ τὸν δούκα Λυσία. Αὐτός, ἀφοῦ τὸν βασάνισε μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο, ἔπειτα τὸν ἔστειλε στὸν ἔπαρχο Ἀγρικόλα. Φημισμένος αὐτὸς γιὰ τὴν ὠμότητά του ἀπέναντι στοὺς χριστιανούς, ἔβαλε τὸν Εὐστράτιο νὰ βαδίσει μὲ σιδερένια παπούτσια, ποὺ εἶχαν μέσα μυτερὰ καρφιά. Κατόπιν τὸν ἀποτελείωσε, ἀφοῦ τὸν ἔριξε μέσα στὴ φωτιά.

Τὸν Αὐξέντιο, ποὺ ἦταν ἱερέας καὶ συμπολίτης τοῦ Εὐστρατίου, ὁ ἡγεμόνας τὸν πίεσε νὰ ἀλλαξοπιστήσει μὲ πολλὲς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις. Ἀλλὰ ὁ ἄξιος λειτουργός του Χριστοῦ ἀπάντησε: «Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ λέω πολλὰ λόγια Λυσία. Στὴ ζωὴ αὐτὴ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ εἶμαι δικός Του μέχρι θανάτου. Καὶ ἂν ἀναρίθμητους δαρμοὺς καὶ πληγές μου δώσεις, καὶ ἂν μὲ φωτιὰ καὶ σίδερο μὲ λιώσεις, ὁ Χριστός μου εἶναι παντοδύναμος καὶ ὁ Σταυρός Του ἀκαταμάχητος. Αὐτὸς καθ᾿ ἑαυτὸν ὁ Αὐξέντιος εἶναι ἀδύνατος. Ἀλλὰ τοῦ χριστιανοῦ Αὐξεντίου τὸ φρόνημα δὲ θὰ κάμψεις ποτέ». Ἐξαγριωμένος ὁ ἡγεμόνας ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, ἀμέσως τὸν ἀποκεφάλισε.

Τὸ Μαρδάριο, ἀφοῦ τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους του τὸν κρέμασαν μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω καὶ τὸν ἔκαψαν.

Ὁ ἀξιωματικὸς Εὐγένιος, ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα καὶ τὰ χέρια καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ πόδια, ἐξέπνευσε.

Τὸν δὲ στρατιώτη Ὀρέστη τὸν θανάτωσαν, ἀφοῦ τὸν ξάπλωσαν σὲ πυρακτωμένο κρεβάτι.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἡ πενταυγὴς τῶν ἀθλοφόρων χορεία, τῇ τῶν ἀγώνων νοητῇ δαδουχίᾳ, τὴν οἰκουμένην ἅπασαν αὐγάζει νοητῶς· ὁ σοφὸς Εὐστράτιος, σὺν Αὐξεντίῳ τῷ θείῳ, Ὀρέστης καὶ Μαρδάριος καὶ Εὐγένιος ἅμα, οὗς εὐφημοῦντες εἴπωμεν πιστοί· χαίροις μαρτύρων πεντάριθμε σύλλογε.

Κοντάκιον 
Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Φωστὴρ ἐφάνης λαμπρότατος Χριστοκήρυξ, τοῖς ἐν σκότει τῆς ἀγνωσίας καθημένοις· πίστιν ὡς δόρυ δὲ περιθέμενος, τῶν δυσμενῶν τὰ θράση, οὐκ ἐπτοήθης Εὐστράτιε, Ῥητόρων ὑπάρχων εὐγλωττότερος.

Ὁ Οἶκος Τὸ ζοφερὸν Χριστὲ τῆς ψυχῆς μου διασκέδασον, ὅπως ἀνυμνήσω λαμπρῶς χορὸν Μαρτύρων πεντάριθμον, Αὐξέντιον, τὸν ἐν αὐξήσει θεϊκῆς πολιτείας ἀνατραφέντα, καὶ τὸν σοφὸν καὶ γενναῖον ἐν τοῖς ἄθλοις Εὐγένιον, σὺν τούτοις καὶ τὸν Ὀρέστην, τὸν τοῖς θείοις διαιτώμενον ὄρεσι, Μαρδάριον τὸν ἁπλούστατον, οὗ ὑπῆρξεν Εὐστράτιος καθηγητής, Ῥητόρων ὑπάρχων εὐγλωττότερος.

Κάθισμα 
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Της Τριάδος τῇ πίστει ὀχυρωθείς, ἀληθείας σφενδόνῃ καθοπλισθείς, τῆς πλάνης κατέβαλες, τὸ ἀλλόφυλον θράσος, καὶ τοῦ ἐχθροῦ ἁρπάσας, τῶν λόγων τὴν μάχαιραν, ἐν αὐτῇ ἀπέτεμες, τοῦ ψεύδους τὴν ἔνστασιν· ὅθεν τοῖς τροπαίοις, θριαμβεύων τῆς νίκης, τῷ σώματι τέθνηκας, τῷ δὲ πνεύματι ἔζησας, Ἀθλοφόρε Εὐστράτιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἄγίαν μνήμην σου.

 
Ἡ Ἁγία Λουκία ἡ παρθένος

 


Ἡ μεγάλη της πίστη ἔκανε θαύματα, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια βραβεύτηκε ἀνάλογα. Ἡ Λούκια ἔζησε στὰ μέσα τοῦ 3ου μ.Χ. αἰῶνα καὶ γεννήθηκε στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας. Ἦταν μοναχοκόρη, ποὺ εἶχε χάσει νωρὶς τὸν πατέρα της καὶ ἡ εὐσεβὴς μητέρα της ἔπασχε ἀπὸ αἱμόῤῥοια. Ἡ βοήθεια τῶν γιατρῶν δὲν στάθηκε ἱκανὴ νὰ τὴν γιατρέψει, γι᾿ αὐτὸ καὶ περίμενε τὴν γιατρειά της μόνο ἀπὸ τὴν θεία βοήθεια.

Στὴν Κατάνη βρισκόταν τὸ λείψανο τῆς ἁγίας Ἀγαθῆς καὶ μητέρα μαζὶ μὲ τὴν κόρη πῆγαν νὰ τὸ προσκυνήσουν. Τὴ νύχτα ποὺ ἔφτασαν, ἡ Λουκία προσευχήθηκε μὲ ὅλη της τὴν δύναμη, ποὺ ἔβγαινε ἀπὸ τὴν μεγάλη πίστη ποὺ φώλευε στὴν καρδιά της, γιὰ τὴν θεραπεία τῆς μητέρας της. Κατόπιν κοιμήθηκε καὶ στὸν ὕπνο της εἶδε τὴν ἁγία Ἀγαθή, ποὺ τῆς εἶπε ὅτι ἡ μητέρα της θὰ θεραπευόταν καὶ ἡ ἴδια θὰ πέθαινε μαρτυρικὰ γιὰ τὸ Χριστό.

Τὴν ἑπομένη μέρα, πράγματι ἡ μητέρα της θεραπεύτηκε καὶ οἱ δυὸ μαζὶ τότε εὐχαρίστησαν τὸ Θεὸ καὶ τὴν Ἁγία. Ὅταν ἐπέστρεψαν στὶς Συρακοῦσες, ἡ Λούκια ἔπεισε τὴν μητέρα της καὶ διαμοίρασαν ὅλη τους τὴν περιουσία στοὺς φτωχούς.

Ἔπειτα ἡ ἴδια ἡ Λουκία κατέβαλλε κάθε προσπάθεια, γιὰ νὰ μεταδίδει τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ σ᾿ ἄλλες κοπέλες, ποὺ βρίσκονταν στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης. Καταγγέλθηκε ὅμως γι᾿ αὐτό, ἐπὶ τοῦ διώκτου βασιλιᾶ Δεκίου καὶ δικάστηκε. Ἀφοῦ ἀπέῤῥιψε μὲ γενναιότητα ὅλες τὶς προτροπὲς γιὰ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Καὶ ἔτσι ἡ νεαρὴ ἀλλὰ γενναία παρθένος, ἀποκεφαλίστηκε γιὰ τὴν πίστη της.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Παρθενίας φοροῦσα χλαῖναν ὑπέρλαμπρον, παρθενικῶς ἐμνηστεύθης τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ ἀγάπην γεηροὺ μνηστῆρας ἔλιπες ὅθεν ὡς δῶρα νυμφικά, προσενήνοχας αὐτῶ, τὰ ρεῖθρα τῶν σῶν αἱμάτων, Λούκια Παρθενομάρτυς, ὦ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἠμῶν.

 
Ὁ Ὅσιος Ἄρης

Ἕνας ἀπὸ τοὺς Ὅσιους καὶ σοφοὺς ἀσκητὲς τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, τοῦ ὁποίου ἀποφθέγματα ὑπάρχουν στὸν Εὐεργετινό. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

 
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ Λάτριο ὄρος

Πότε ἀκριβῶς ἔζησε δὲν μᾶς εἶναι γνωστό.
Πάντως ἀπὸ τὰ βιογραφικά του στοιχεῖα συμπεραίνουμε ὅτι ἦταν μεταξὺ τοῦ 8ου καὶ 9ου αἰῶνα.

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ πλούσια καὶ ἐπίσημη οἰκογένεια. Ὁ ἴδιος ἦταν πατρίκιος καὶ στρατηγός, τῶν Κιβυῤῥαιωτῶν καὶ ἔπειτα στὸν Βυζαντινὸ στόλο.

Κάποτε ὅμως, σὲ μία φοβερὴ τρικυμία, ὁ στόλος καταποντίσθηκε καὶ διασώθηκε μόνο αὐτός. Τότε ἀφιέρωσε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του στὸ Θεό, ἀφοῦ ἔγινε μοναχὸς καὶ ζοῦσε μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή. Ποῦ πρῶτα μόνασε δὲν τὸ γνωρίζουμε.

Ἀργότερα κατέφυγε σὲ τόπο ἀπομονωμένο, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν τοποθεσία Ἱερὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Λάτριο ὄρος, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Ἀπὸ ἐκεῖ κλήθηκε νὰ διοικήσει τὴν Μονὴ Κελλιβάρων, ἀλλ᾿ ἐνοχλούμενος καὶ ἐπιζητῶντας τὴν ἡσυχία, ἀναχώρησε καὶ κλείστηκε μέσα σὲ μία τρῦπα ταλαιπωρῶντας τὸ σῶμα του.

Ἀλλ᾿ οἱ μοναχοί της Μονῆς τὸν βρῆκαν καὶ τὸν ἐπανέφεραν στὴ Μονή, ὅπου ζοῦσε σ᾿ ἕνα κελὶ καὶ μόνο μία φορὰ τὴν ἑβδομάδα, τὴν Κυριακή, ἔβλεπε τοὺς ἀδελφοὺς καὶ συνέτρωγε μ᾿ αὐτούς.

Προαισθάνθηκε τὸ τέλος τῆς ζωῆς του καὶ κάλεσε ὅλους τοὺς μοναχοὺς τῆς Μονῆς καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε κατάλληλες πνευματικὲς συμβουλές, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

 
Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Πεκίου Σερβίας

Ὁ Γαβριὴλ ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας. Μὲ ἄδεια τῶν Τούρκων, εἶχε πάει στὴ Βλαχία καὶ Ῥωσία γιὰ νὰ μαζέψει χρήματα, γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τότε κατηγορήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίτροπό του στὴν Ἀρχιεπισκοπή, Βούλγαρο Μάξιμο, ὅτι ἐπιβουλεύεται τὴν Τουρκικὴ ἐξουσία.

Ἔτσι, ὅταν ὁ Γαβριὴλ ἐπέστρεψε ἀπ᾿ τὴν Ῥωσία, βρῆκε στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τὸν Μάξιμο. Ἀμέσως τότε ὁ Γαβριὴλ προέβη σὲ ἐνέργειες γιὰ τὴν ἔξωσή του. Ὁ Μάξιμος ὅμως πῆγε στὴν Προῦσα, ὅπου βρισκόταν ὁ Σουλτάνος καὶ ὁ Βεζίρης καὶ ἐπανέλαβε τὶς συκοφαντίες ἐναντίον τοῦ Γαβριήλ.

Τότε ὁ Βεζίρης κάλεσε τὸν Γαβριὴλ ἀπὸ τὴν Σερβία στὴν Προῦσα. Ἐκεῖ, ἀφοῦ τὸν ἀνέκρινε, πείστηκε μὲν ὅτι πρόκειται γιὰ συκοφαντία, ἀλλ᾿ ἀξίωσε ἀπὸ τὸν μάρτυρα ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ ἔχει τιμὲς καὶ ἀξιώματα. Ὁ ἱεράρχης ἀπέκρουσε τὶς προτάσεις καὶ παρέμεινε ἀκλόνητος στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἔτσι, ἀφοῦ σκληρὰ τὸν βασάνισαν, δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου μὲ ἀπαγχονισμὸ στὶς 13 Δεκεμβρίου 1659.

Ὁ Otto Meinardus τοποθετεῖ τὸ μαρτύριο τοῦ νέου ἱερομάρτυρα αὐτοῦ, στὶς 13 Ὀκτωβρίου 1681.

 
Οἱ Ἅγιοι Ἰουβενάλιος καὶ Πέτρος ὁ Ἀλεούτιος καὶ πάντων τῶν Ἁγίων τῶν ἐν Ἀλάσκᾳ

Λεπτομέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῶν τῶν ἁγίων τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο « Ἀλάσκα-Ὀρθόδοξο Συναξάρι», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἔκδ. «Παρουσία», Ἀθῆναι.
 

“Ζωντάνεψε η εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ μπροστά μου!”

“Ζωντάνεψε η εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ μπροστά μου!”

Ένα άλλο θαυμαστό περιστατικό , που δείχνει πόσο ζωντανή είναι παρουσία του Αρχαγγέλου  Μιχαήλ , είναι και το ακόλουθο:
Ένα ανδρόγυνο προχωρημένης ηλικίας από την Θεσσαλονίκη, στολισμένο με ευλάβεια και θεοσέβεια, ήρθαν και προσκύνησαν τον Ιούλιο του 2008 την Παναγία μας. Στην μετέπειτα συζήτηση ο ηλικιωμένος κύριος είπε τα εξής εντυπωσιακά.
“Ένα καλοκαίρι εγώ πήγα κοντά σ’ έναν Γέροντα που ασκείται σ’ ένα μοναστήρι της Μυτιλήνης και μ’ έμαθε να προσεύχομαι. Μ’ έμαθε όλες τις προσευχές και επειδή του είπα πως θα πάω να προσκυνήσω και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ στο Μανταμάδο, μ’ έβαλε και έμαθα το απολυτίκιό του, “Όπου επισκιάσει η Χάρις σου, Αρχάγγελε…”
 
 
 
Ο γυιός μου εκείνη την εποχή υπηρετούσε στρατιώτης στην Μυτιλήνη. ¨Ήθελε έξι μήνες για να τελειώσει. Τότε παρουσιάστηκε μια θέση σε μία μεγάλη εταιρεία ηλεκτρικών συσκευών. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να περιμένει η θέση έξι μήνες κενή. Εγώ όμως πίστευα πως ο Αρχάγγελος θα βοηθήσει!
Πρέπει όμως να ομολογήσω πως παλιότερα ήμουν πολύ δύσπιστος. Μου έλεγε η μητέρα μου:
-     Παιδάκι μου, μην είσαι δύσπιστος. Όταν οι Βούλγαροι απαγόρευαν να λειτουργήσουμε ένα εκκλησάκι των αγίων Αναργύρων στην γιορτή τους, οι άγιοι δάκρυσαν. Εγώ, με το χέρι μου, με το δάχτυλό μου σκούπισα το δάκρυ τους από την εικόνα!
Από την ημέρα όμως αυτή που πήγα να προσκυνήσω τον αρχάγγελο και να προσευχηθώ για τον γυιό μου, όλα άλλαξαν.
Ενώ ήμουν γονατιστός, μπροστά στην εικόνα του και του έλεγα “κάνε κάτι, Αρχάγγελε, να τακτοποιηθεί το παιδί μου, να πάρει τη θέση αυτή”, μετά σηκώθηκα για ασπαστώ την εικόνα του. Καθώς το βλέμμα μου έπεσε στο πρόσωπό του, ταράχτηκα και συγκινήθηκα μαζί. Η εικόνα είχε ζωντανέψει μπροστά μου! Τα μάτια του ανοιγόκλειναν και τα χείλη του εκινούντο!
Αυθόρμητα φώναξα την γυναίκα μου που ήταν εκεί κοντά. Αλλά ώσπου να έρθη εκείνη, δεν είδε τίποτε.
Από τότε κοιτάω με δέος την κάθε εικόνα. Όταν θέλει ο Θεός, κι αυτές ζωντανεύουν!
Όσο για την θέση στην εταιρεία, κατά θαυμαστό τρόπο κρατήθηκε κενή για έξι μήνες και την πήρε  ο γυιός μου!”
“τ δνατα παρ νθρποις
δυνατ παρ τ Θε στιν”
  ( Λουκ. 18, 27 )
Ας είναι δοξασμένος εις τους αιώνες.



Από το βιβλίο: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Ουράνια μηνύματα
Θαυμαστά γεγονότα»
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
ΔΩΡΙΔΑ 2009

Μια αφανής Αγία…


Σε μια κωμόπολη της βορείου Ελλάδος ζούσε μια κοπέλα τυφλή , ονόματι Ασπασία. Ήταν ορφανή, πολύ φτωχή και εγκαταλελειμμένη απ’ όλους γι’ αυτό και μεγάλωσε χωρίς να μπορέσει να μάθη γράμματα. 
Ήταν περίπου 18-20 ετών , όταν πέρασε κάποιος ιεροκήρυκας της μητροπολιτικής περιφερείας και την είδε, την πήρε μαζί του και την έβαλε στη Σχολή Τυφλών στη Θεσσαλονίκη κι έτσι έμαθε ανάγνωση δια της αφής κατά το σύστημα των τυφλών. Εν συνεχεία, αφού έμαθε καλώς να διαβάζει, της χάρισε και μια Καινή Διαθήκη , γραμμένη στην ίδια γλώσσα, στη γλώσσα των τυφλών. Άρχισε λοιπόν η κοπέλα να τη διαβάζει ψηλαφώντας τη με τα δάχτυλα. Κι όσο τη μελετούσε, τόσο και μάθαινε τι ήταν ο Χριστός και τι έκανε γι’ αυτήν προσωπικά καθώς και για ολόκληρο τον κόσμο. Και όσο μάθαινε, τόσο γαλήνευε και τόσο ειρήνευε η ταραγμένη της καρδιά. 

Ο πόνος από τα τόσα βασανιστικά χρόνια που πέρασε, μαλάκωσε μέσα από τη μελέτη της Καινής Διαθήκης. Κι όχι μόνον αυτό, αλλά γέμισε από χαρά και ειρήνη. Πλημμύρισε από ευτυχία. «Βρήκα τη χαρά, έλεγε. Τώρα άνοιξαν τα μάτια της ψυχής μου κι αν λείπουν τα μάτια του σώματος, δεν με πειράζει. Με τα μάτια της ψυχής μπορώ να δω όλο τον κόσμο». 

Έβλεπε το φως του Θεού σε κάθε Θεία Λειτουργία και εχαίρετο. (Εμείς που είμαστε «ανοιχτομάτηδες» το βλέπουμε αυτό το Φως;…). Κάποτε όμως έπαθε μια φοβερή δερματική νόσο που επρόσβαλε ακόμη και τα χέρια της, τα οποία «κάηκαν», με αποτέλεσμα να χάση από τα δάχτυλά της την αφή. Δεν μπορούσε πλέον να ψηλαφήσει την Αγία Γραφή ούτε και κανένα άλλο Ιερό Βιβλίο. Η λύπη της και ο πόνος της ήταν απερίγραπτος. Έκλαιγε μέρα-νύχτα. Είχε χάσει τη δυνατότητα να παίρνει δύναμη και χαρά μέσα από το Άγιο Βιβλίο. Της είχε μείνει όμως η προσευχή. Διότι, όταν ήταν στη Θεσσαλονίκη, στη Σχολή τυφλών ένας Αγιορείτης μοναχός, της δίδαξε τον τρόπο πώς να λέγει την Ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». 

Έκανε λοιπόν πολλή Προσευχή , για να δώσει ο Ιησούς Χριστός μια καλή λύση. Και ο Θεός απάντησε. Μια μέρα πήρε με λαχτάρα το Ιερό Βιβλίο, την Καινή Διαθήκη, και το έφερε στο στόμα της, για να ασπαστεί τα γράμματά του, που αυτά τα γράμματα , μας μεταφέρουν τη σοφία του Θεού, τη λύτρωση και τη σωτηρία. Και τότε ανακάλυψε κάτι παράξενο: Κατάλαβε ότι μπορούσε να διαβάζει την γραφή των τυφλών με τα χείλη της! Και ξαναγέμισε η ζωή της χαρά, που της την έδινε πάλι η μελέτη του Λόγου του Θεού. 

Και μέσα απ’ αυτή την παράδοξη μελέτη, ήλθε η δοξολογία, ήλθε η ευχαριστία, ήλθε η ζώσα Προσευχή. Μελετούσε και ύστερα έκανε προσευχή μετά δακρύων για όσους είχαν τα ίδια προβλήματα με σωματικές αναπηρίες και ασθένειες και ιδιαιτέρως Προσευχή για όσους ήσαν τυφλοί στην ψυχή από την αμαρτία. Με την Προσευχή της έβλεπε το θρόνο του Θεού και Τον παρακαλούσε και Τον ικέτευε για τους πτωχούς , τα ορφανά, τους ανέργους, τους αστέγους, για όλους τους ασθενείς. Για τους καλούς και τους κακούς, για τους αγαθούς και πονηρούς, για τους δικαίους και αδικουμένους, αλλά και για εκείνους που εξακολουθούν να αδικούν τον κόσμο… για τους άρχοντας και τους αρχομένους. 
Όλοι τους να φωτιστούν κι όλοι τους να δουν το Φως το Αληθινό, τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου! Κάποτε, αρρώστησε βαριά. Εξομολογήθηκε για τελευταία φορά και Κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Και ζήτησε την Καινή Διαθήκη, είπε να την ανοίξουν και ανοιχτή να της την ακουμπήσουν στα χείλη της. Άπλωσε τα χέρια της η Ασπασία και την κράτησε γερά, αλλά ξεψυχισμένα. Οι οικείοι της κατά Θεία Πρόνοια την άνοιξαν στο Α΄ κεφάλαιο του Ευαγγελιστή Ιωάννη. Και επαναλαμβάνοντας συνεχώς το «Εν αρχή ην ο Λόγος ,και ο Λόγος ην προς τον Θεόν», πέταξε η ψυχούλα της ψηλά στον ουρανό, ενώ συγχρόνως πλημμύρισε το δωμάτιό της με άρρητη γλυκύτατη ευωδία. Είναι κι αυτή μια αφανής Αγία!!!

 πηγή:Από το βιβλίο: «ΟΙ ΑΝΑΒΑΘΜΟΙ ΣΤΗΝ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΠΟΡΕΙΑ» του ΠΡΩΤ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
πηγή

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

14. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ 4Παπαδημητρίου Απόστολος

Η οικονομική κρίση που μας ταλανίζει επί τριετία δεν μας επιτρέπει να ασχοληθούμε με νηφαλιότητα με μείζονα προβλήματα. Ένα από αυτά είναι η ταυτότητά μας. Μέχρι πρότινος οι κρατούντες πρόβαλλαν με υπερηφάνεια την εθνική μας συνοχή, αν και δεν είχαν περάσει πολλές δεκαετίες από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου! Είναι άραγε η φυλετική καθαρότητα ο κυριότερος παράγων της συνοχής; Η απάντηση υπήρξε καταφατική κατά το παρελθόν, όταν στη δυτική Ευρώπη εκδηλώθηκε έξαρση του εθνικισμού, ο οποίος ως πανώλης εισέβαλε στη Βαλκανική και επέφερε μύρια όσα δεινά στις εν τω γεννάσθαι μετά από μακραίωνη δουλεία χώρες αυτής. Ο εικοστός αιώνας σημαδεύτηκε από την κοινωνικοπολιτική αντιπαράθεση των ιδεολογιών και των οπαδών αυτών. Αυτή την αντιπαράθεση πληρώσαμε πανάκριβα με τον εμφύλιο, που ανέφερα στην εισαγωγή του άρθρου. Τώρα πλέον έχουμε εισέλθει στη μεταϊδεολογική εποχή. ΟΙ πολίτες φαίνονται αποκαμωμένοι και πρόθυμοι να υποταχθούν στα κελεύσματα της «νέας τάξης πραγμάτων», η οποία δείχνει να θριαμβεύει στον διμέτωπο αγώνα της κατά των θρησκευτικών πίστεων και των πατρίδων! Υπό τις συνθήκες αυτές έχει άραγε νόημα να γίνεται λόγος περί εθνικής συνοχής και περί εθνικής ταυτότητας; Ο πλανήτης μας έχει γίνει πλέον ένα χωριό με την ταχύτατη διακίνηση κατακλυσμού πληροφοριών και ο κοσμοπολίτικος διεθνισμός έχει θέσει στο περιθώριο τα εθνικά ονόματα!
Εκείνο που συνήθως αποφεύγουμε να θέσουμε ως ερώτημα είναι: Πόσο ικανοποιημένοι είμαστε από την τροπή αυτή των πραγμάτων και, εφ’ όσον δεν είμαστε, αν ελπίζουμε ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν και πώς; Πέρα από τους υποταχθέντες άνευ όρων και με το αζημίωτο στη λαγνεία των ψευδών συνθημάτων του συστήματος ελάχιστοι πλέον αγωνίζονται για την ανατροπή της κατάστασης δια της πολιτικής. Οι πλείστοι έχουν αποδεχθεί τη «μοίρα» τους και παλεύουν για την επιβίωση δίχως όνειρα, δίχως ελπίδα. Τί θα μπορούσε να συνεγείρει από το σκοτεινό βάραθρο της έλλειψης οράματος; Ασφαλώς η αναζήτηση νοήματος ύπαρξης.
Όλα τα κακά που μας βρήκαν ξεκινούν από την απομάκρυνσή μας από τον Θεό, η πίστη προς τον οποίο αποτελούσε την πλέον ισχυρή συνεκτική δύναμη των κοινωνιών και ιδιαίτερα της ελληνικής κοινωνίας κατά το παρελθόν. Βέβαια δεν είναι λίγοι που έχουν πεισθεί ότι τα μεγαλύτερα δεινά που βρήκαν τους λαούς στο διάβα της ιστορίας οφείλονται σε αντιπαραθέσεις θρησκευτικής ή εθνικής φύσεως. Είναι αυτό αναμφισβήτητα μεγάλη επιτυχία της νεωτερικότητας και της νέας τάξης. Όμως πίσω από την επιφανειακή εξέταση των πραγμάτων
κρύβεται η μεγάλη αλήθεια: Όλες οι συγκρούσεις είχαν ως αίτια την απληστία των ισχυρών για εξουσία, χρήμα και δόξα.
Τίθεται και ένα ερώτημα: Έχει νόημα να ερευνούμε αυτά τα θέματα; Είναι δυνατόν ο άνθρωπος να ξεφύγει από την πορεία που φαίνεται να χαράσσει η ανθρωπότητα; Είναι το πλέον οδυνηρό ερώτημα, είναι αυτό που μετρά το μέγεθος της απελπισίας και μοιρολατρείας μας! Παλαιότερα οι άνθρωποι που είχαν αρνηθεί τον Θεό είχαν βρει κάποιο υποκατάστατο, το μέλλον, τη μόνη υπερβεβαιότητα των υλιστών (Καμύ). Τώρα πλέον δεν επείγονται να επισπεύσουν την άφιξη του μέλλοντος. Ιδεολογίες και επιστήμη φαντάζουν τόσο ανήμπορες για ριζικές μεταβολές, αφού και οι λαοί των προνομιούχων χωρών βιώνουν την κατάρρευση του κράτους πρόνοιας και την αρπακτικότητα των κρατούντων.
Γιατί εμείς οι Νεοέλληνες εκδηλώσαμε τόσο ραγδαία τη μεταβολή, που μας έφερε στη δεινή σημερινή μας κατάσταση; Γιατί λησμονήσαμε τον Θεό! Τον Θεό, που σύμφωνα με τον γέρο του Μωριά έβαλε την υπογραφή του να μας ελευθερώσει και εμείς ακόμη το τάμα του έθνους δεν το εκπληρώσαμε! Βέβαια το νεοσύστατο κράτος μας έπασχε εξ αρχής από έλλειψη συνοχής. Υπήρχε χάσμα μέγα μεταξύ των κρατούντων, οι οποίοι ασκούσαν την εξουσία υπό την «κηδεμονία» των ισχυρών, και του λαού. Οι πρώτοι ήθελαν να σχηματιστεί κράτος αντίγραφο των δυτικών. Ήσαν σπουδασμένοι στην Εσπερία, είχαν ενστερνιστεί το πνεύμα των φυγάδων πριν από την άλωση της Πόλης, πους συνέστησαν την αναγεννησιακή σχολή της Φλωρεντίας, ήσαν οπαδοί του δυτικού διαφωτισμού! Περιφρονούσαν την πίστη του λαού χαρακτηρίζοντάς την προλήψεις και δεισιδαιμονίες! Ήταν αυτό που ίσως ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός να υπονοεί με τον όρο «ψευτορωμαίικο». Η δυτική κοινωνία συνταράχτηκε από το κομμουνιστικό κίνημα, το βγαλμένο από τη δυτική φιλοσοφική μήτρα, όπως και όλες ανεξαιρέτως μορφές του ολοκληρωτισμού, όμως τις συνέπειες της κοινωνικής αδικίας υπέστησαν κυρίως χώρες με ορθοδόξους λαούς με πρώτο τον ρωσικό! Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που έγραψαν ότι οι Ρώσοι πλήρωσαν για τα κρίματα τόσο της πολιτικής ηγεσίας, όσο και της διανόησης, αλλά κυρίως τα μεγάλα της διοικούσας Εκκλησίας, η οποία είχε εκκοσμικευθεί και υποταχθεί πλήρως στην τσαρική αυλή. Δυστυχώς υποταγμένη στην δυτική εξουσία υπήρξε εξ αρχής και η διοικούσα Εκκλησία στη χώρα μας με κορυφαία εκδήλωση υποτέλειας τη φυλάκιση του Παπουλάκου.
Ένας λαός δεν είναι δυνατόν να αντιστέκεται επί αιώνες χωρίς πνευματική ηγεσία που να τον στηρίζει και να τον ανακαλεί από την τάση του να λοξοδρομεί. Πάλι καλά που ο ελληνικός λαός άντεξε ως τη δεκαετία του 1950. Το τελευταίο δόλωμα, αυτό της οικονομικής ευμάρειας υπήρξε ολέθριο! Τώρα βέβαια αισθάνεται τις συνέπειες της αφροσύνης του! Πόση όμως διάθεση έχει να επιστρέψει στις ρίζες του; Πώς να
ενστερνιστεί και πάλι τις αρχές της ολιγάρκειας, της ασκητικής βιωτής, της συναντίληψης προς τον πάσχοντα πλησίον, της εναπόθεσης των ελπίδων στον Θεό; Δύσκολο ασφαλώς, όχι όμως και αδύνατο. Αν θέλουμε να επιβιώσουμε στο προσκήνιο της ιστορίας ως χώρα και λαός και όχι ως χώρος και πολίτες πρέπει να επανέλθουμε στις πατροπαράδοτες αξίες μας. Βέβαια καθώς όλα τα θεριά δεν θα πάψουν να τρώνε από μας θα πορευόμαστε στο δρόμο της επιστροφής όπως ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του. Θα τρώνε από μας, αλλά θα μένει και μαγιά (Μακρυγιάννης). Τη Ρωμηοσύνη, δηλαδή τον αναγεννημένο χάρη στην Ορθοδοξία ελληνισμό, ύμνησαν ποιητές μας. Ο Γιάννης Ρίτσος, έστω και μη δηλώνοντας μέθεξη σ’ αυτήν, έγραψε: «Τη Ρωμιοσύνη μη την κλαις να τη πετιέται. Να τη πετιέται από’ ξαρχής κι αντρειεύει και θεριεύει και καμακώνει το θεριό με το καμάκι του ήλιου». Και ο Κύπριος ποιητής Μιχαηλίδης έγραψε: «Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου, κανένας δεν εβρέθηκεν για να την-ι-ξηλείψη, κανένας, γιατί σιέπει την που τάψη ο Θεός μου. Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη!
Κατανοούμε τι μας εξασφαλίζει τη συνοχή και προσδίδει σε μας ταυτότητα;

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝ ΑΥΤΩ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΩΝ

15Γιορτάζουμε σήμερα 13 Δεκεμβρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Ευστρατίου και των συν αυτώ Μαρτυρισάντων.

Οι Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης μαρτύρησαν κατά το σκληρό διωγμό των χριστιανών επί Διοκλητιανού.

Ο Ευστράτιος, που ήταν ανώτερος αξιωματικός, συνελήφθη από το Δούκα Λυσία. Αυτός, αφού τον βασάνισε με τον πιο φρικτό τρόπο, έπειτα τον έστειλε στον έπαρχο Αγρικόλα. Φημισμένος αυτός για την ωμότητα του απέναντι στους χριστιανούς, έβαλε τον Ευστράτιο να βαδίσει με σιδερένια παπούτσια, που είχαν μέσα μυτερά καρφιά. Κατόπιν τον αποτελείωσε, αφού τον έριξε μέσα στη φωτιά.

Τον Αυξέντιο, που ήταν Ιερέας και συμπολίτης του Ευστρατίου, ο ηγεμόνας τον πίεσε να αλλαξοπιστήσει με πολλές δελεαστικές υποσχέσεις. Αλλά ο άξιος λειτουργός του Χριστού απάντησε: «Δεν είναι ανάγκη να λέω πολλά λόγια Λυσία. Στη ζωή αυτή είμαι του Χριστού και θα είμαι δικός Του μέχρι θανάτου. Και αν αναρίθμητους δαρμούς και πληγές μου δώσεις, και αν με φωτιά και σίδερο με λιώσεις, ο Χριστός μου είναι παντοδύναμος και ο Σταυρός Του ακαταμάχητος. Αυτός καθ' εαυτόν ο Αυξέντιος είναι αδύνατος. Αλλά του χριστιανού Αυξεντίου το φρόνημα δε θα κάμψεις ποτέ». Εξαγριωμένος ο ηγεμόνας από την απάντηση, αμέσως τον αποκεφάλισε.

Το Μαρδάριο, αφού τρύπησαν τους αστραγάλους του τον κρέμασαν με το κεφάλι προς τα κάτω και τον έκαψαν.

Ο αξιωματικός Ευγένιος, αφού του έκοψαν τη γλώσσα και τα χέρια και του έσπασαν τα πόδια, εξέπνευσε.

Τον δε στρατιώτη Ορέστη τον θανάτωσαν, αφού τον ξάπλωσαν σε πυρακτωμένο κρεβάτι.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Η πενταυγής των αθλοφόρων χορεία, τη των αγώνων νοητή δαδουχία, την οικουμένην άπασαν αυγάζει νοητώς, ο σοφός Ευστράτιος, συν Αυξεντίω τω θείω, Ορέστης και Μαρδάριος και Ευγένιος άμα, ούς ευφημούντες είπωμεν πιστοί, χαίροις μαρτύρων πεντάριθμε σύλλογε.

ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ, ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ, ΕΥΓΕΝΙΟΥ, ΜΑΡΔΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΟΡΕΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΛΟΥΚΙΑΣ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ

Τῌ ΙΓ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ

Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Εὐστρατίου, Αὐξεντίου, Εὐγενίου, Μαρδαρίου, καὶ Ὀρέστου, καὶ τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Λουκίας τῆς Παρθένου.
Τῇ ΙΓ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Ἄθλησις τῶν Ἁγίων ἐνδόξων τοῦ Χριστοῦ Μαρτύρων, Εὐστρατίου, Αὐξεντίου, Εὐγενίου, Μαρδαρίου καὶ Ὀρέστου.
Τὸν Εὐστράτιον καὶ συνάθλους δὶς δύω,
Ἅπαξ δύω κτείνουσι πῦρ τε καὶ ξίφος.
Τούς γε σὺν Εὐστρατίῳ δεκάτῃ τρίτῃ ἔκτανεν ἄορ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ , Μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Λουκίας τῆς Παρθένου.
Ὡς Παρθένος μέν, ἓν στέφος ἡ Λουκία.
Ὡς δ' ἐκ ξίφους καὶ Μάρτυς, ἄλλο λαμβάνει.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ , Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ ἐν τῷ Λάτρῳ.

Ὁ Ὅσιος Ἄρης ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται,

Μνήμη τοῦ Ἁγίου νέου ἱερομάρτυρος Γαβριὴλ ἀρχιεπισκόπου Σερβίας, τοῦ ἐν Προύσῃ μαρτυρήσαντος κατὰ τὸ 1659.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 12, 2013

Αγάπη, ο ύμνος του Παραδείσου !

” Αγαπητοί μου αδελφοί,
Ο Θεός είναι Αγάπη. ¨Ο μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ¨, βροντοφωνεί ο απόστολος της αγάπης, Ιωάννης ο Ευαγγελιστής.
Αγάπη : Το κλειδί που ανοίγει όλες τις πόρτες της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Το φάρμακο που γιατρεύει όλες τις αρρώστιες της ψυχής και του σώματος.
“Ένας άγιος έλεγε: ” Κύριε, κάνε με να βοηθήσω κι οχι να με βοηθήσουν. Κάνε με να αγαπήσω, κι οχι να με αγαπήσουν. Κάνε με να κατανοήσω κι οχι να με κατανοήσουν “.
Η αγάπη, όπως την δίδαξε ο Κύριος, όχι παραποιημένη απο τους ανθρώπους, είναι έκφραση της θυσίας. Είναι της καρδιάς καρπός και της προαιρέσεως προσφορά.
Η αγάπη δεν φαίνεται απο το τί δίνεις αλλά απο το πώς το δίνεις.
Αγάπη δεν είναι το άπλωμα του χεριού, αλλα το δόσιμο της καρδιάς.
Άν ξέρεις ο ίδιος να μοιράζεσαι, τότε ξέρεις να αγαπάς, ” ιλαρόν γάρ δότην αγαπά ο Θεός” λέγει ο Παύλος.
Ο Θεός αγαπά τον ελεήμονα, που δίνει με προθυμία και χαρούμενο πρόσωπο αλλα και με ελεύθερη γνώμη. Ελεημοσύνη που προσφέρεται ” εκ λύπης ή εξ ανάγκης ” είναι απαράδεκτη και απόβλητη.
Η ρίζα της ελεημοσύνης βρίσκεται στην καρδιά.
Αρχίζει απο την καρδιά και τελειώνει στο χέρι μας. Η ελεημοσύνη θερμαίνει, όταν υπάρχει η φωτιά της αγάπης. Ελεημοσύνη δίχως αγάπη είναι ψυχρή και καταθλιπτική. Είναι σώμα νεκρό δίχως ήλιο και φώς. Είναι λουλούδι δίχως ομορφιά και ευωδία.
Όταν δίνεις δίχως αγάπη προσβάλλεις. Γιατι ποιά αξία έχει το ωραιότερο και ακριβότερο δώρο, όταν προσφέρεται χωρίς χαμόγελo?
Ο Ιησούς ζήτησε την προσοχή μας στο θέμα της ελεημοσύνης. Κατεδίκασε την επιδεικτική και υπερήφανη ελεημοσύνη. Πόσο και στο σημείο τούτο μας διδάσκουν οι Άγιοι!
Υπέροχη και θαυμαστή έμεινε στην ιστορία η βοήθεια των τριών φτωχών κοριτσιών απο τον Άγιο Νικόλαο, όχι τόσο για το ποσό των χρημάτων – κι αυτό βέβαια ηταν αξιόλογο – αλλά προπάντων για την διακριτικότητα της πράξεως του.
“Δεινόν η πενία “, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος. Τυφλώνει κάποτε τον άνθρωπο και κάνει τα μη πρέποντα. Ήτανε κίνδυνος λοιπόν και για τα τρία εκείνα κορίτσια να οδηγηθούν στην διαφθορά. Ο πατέρας τους έφτασε στην απελπισία. Αλλά ο άγιος Νικόλαος γεμάτος αγάπη και διάκριση σπεύδει στην κατάλληλη στιγμή. Λαμβάνει ολα τα μέτρα ώστε η πράξη του να παραμείνει άγνωστη και μυστική απο τους ανθρώπους. Εφαρμόζει το του Κυρίου ” Μή γνώτω η αριστερά σου, τί ποιεί η δεξιά σου”.
Χωρίς χρονοτριβή παίρνει ενα καλογεμισμένο σακουλάκι με χρυσά νομίσματα κι έρχεται με προφύλαξη, αργά τη νύχτα, ρίχνει το πολύτιμο δέμα απο το παραθυράκι μέσα στο σπίτι και φεύγει γρήγορα.
Ο πατέρας των κοριτσιών δεν πίστευε στα μάτια του. Όταν ο άγιος Νικόλαος πληροφορήθηκε πως ο πατέρας πάντρεψε την πρώτη του κόρη, πήγε και ξανάρριξε αλλο σακουλάκι με χρήματα με τον ίδιο τρόπο. Θερμές ησαν του φτωχού πατέρα οι ευχαριστίες και δοξολογίες στον Πανάγαθο Κύριο. Έτσι πάντρεψε και την δεύτερη.
Ωστόσο πρέπει να μην του διαφύγει ο ευεργέτης. Προαισθάνεται ότι θα ξανάρθει και αναμένει άγρυπνος ώστε μόλις ακούσει θόρυβο που θα προδώσει την παρουσία του, να τρέξει, να τον πιάσει, να δεί ποιός είναι αυτός ο τόσο καλός άνθρωπος, που έσωσε κι αυτόν και τα κορίτσια του. Έτσι κι έγινε. Δεν πέτυχε στην τρίτη μυστική του απόπειρα ο φιλόστοργος και φιλόπτωχος άγιος. Τρέχοντας ο πατέρας τον αναγνώρισε και τον ευχαρίστησε που έσωσε με την πράξη του τρείς ψυχές απο την διαφθορά. Ο Νικόλαος του μίλησε με πολλή αγάπη, δεσμεύοντας τον να μην αναφέρει το γεγονός σε κανέναν.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, ο μέγας και ασύγκριτος της αγάπης εργάτης, μελετούσε πολυ τους βίους των αγίων. Ιδιαίτερη εντύπωση του έκανε ο βίος του Αγίου Σεραπίωνα του Σιδωνίου, που πολυ τον θαύμαζε. Διηγόταν συχνά το εξής περιστατικό απο την ζωή του.
Κάποτε ο Άγιος Σεραπίων – γνωστός για την ασκητικότητα και ακτημοσύνη του – συνάντησε εναν άνθρωπο πάρα πολύ φτωχό. Τόσο δε ( = μάλιστα ) τον λυπήθηκε ώστε έβγαλε το επανωφόρι του και του το έδωσε. Προχωρώντας πιο πέρα, είδε κάποιον που έτρεμε απο το κρύο. Τί να κάμει? Χωρίς να καθυστερήσει βγάζει και το εσωτερικό του ρούχο και του το προσφέρει. Τότε έμεινε γυμνός κρατώντας στα χέρια του το Ιερόν Ευαγγέλιον. Μόλις τον είδε γυμνό κάποιος γνωστός του τον ερωτά: -Ποιός σε εγύμνωσε Άγιε του Θεού?
- Αυτό εδώ, απάντησε ο Σεραπίων δείχνοντάς του το Ιερόν Ευαγγέλιον.
Δεν άργησε ομως να πουλήσει και αυτό το Ευαγγέλιο, προσφέροντας τα χρήματα σε φτωχούς.
Κάποιος μαθητής του τον ρώτησε: – Πάτερ μου, πού είναι το μικρό Ευαγγέλιο που είχες?
Του απάντησε: – Δεν είπε ο Κύριος ” πωλησον σου τα υπάρχοντα και δός πτωχοίς?” Σ΄αυτό κι εγώ πειθάρχησα. Σκέφτηκα πως δεν έπρεπε να λυπηθώ ούτε κι αυτό το βιβλίο, οπου είναι γραμμένα τα παραγγέλματα του Κυρίου, αλλα να το πουλήσω χάριν των φτωχών.
Ένας άνθρωπος του Θεού είπε: ” κάθε ψυχή κερδισμένη απο την αγάπη, είναι κιόλας ανταύγεια του Θεού” Η αγάπη έχει φώς και μεταδίδει φώς. Είναι και φωτοφόρος και φωτοδότης. ” Ο αγαπών τον αδελφόν αυτού εν τω φωτί μένει”
Όσο πλησιάζεις τον Θεό, τόσο φωτίζεσαι και λάμπεις. Όσο περισσότερο αγαπάς τον Θεό, τόσο περισσότερο αγαπάς τον άνθρωπο. ” Είδες τον αδελφό σου? Είδες τον Θεό!” λέει ο αββάς Ισαάκ Ο Σύρος.
Τί ωφελεί στα αλήθεια η κατάκτηση του διαστήματος, άν δεν κατακτήσουμε τους αδελφούς μας με την αγάπη?
Τί ωφελεί η έρευνα και ανακάλυψη νέων γαλαξιών, αν δεν καταφέραμε να βρούμε το “αστέρι” της βηθλεέμ, τον Θεό της αγάπης?
Ποιούς νέους κόσμους περιμένουμε να μας δείξουν τα ραδιοτηλεσκόπια, οταν αγνοούμε την “καινήν εντολήν” της αγάπης?
Χωρίς την αγάπη όλα είναι μάταια, άσχημα κι αποτυχημένα.
“Συμφορά μας χωρίς την αγάπη ” αναφωνεί ο άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ. Όλα του ανθρώπου τα έργα και τα επιτεύγματα αποκτούν αξία μονάχα με την αγάπη.
Αλλά η αγάπη είναι διάκριση και η διάκριση είναι τέχνη. Άν δεν ξέρεις την τέχνη της αγάπης, δεν ξέρεις να αγαπάς.
Η αγάπη παραβλέπει τις ιδιοτροπίες του αδελφού. Συγχωρεί τα λάθη. Ανέχεται τα ελαττώματα. Υποχωρεί στο πείσμα. Αποφεύγει την κατάκριση. Αγνοεί την ειρωνία. Διαλύει τις καχυποψίες. Αρνείται τις συκοφαντίες. Δεν επικρίνει και δεν διασύρει δημόσια. Σκεπάζει όλες τις ελλείψεις με εναν τρόπο ευγενικό και μεγαλόψυχο. ” Η αγάπη τω πλησίον κακόν ουκ εργάζεται, μακροθυμεί, χρηστεύεται.. ού φησιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής.. ου λογίζεται το κακόν” βροντοφωνεί ο Παύλος.
Η αγάπη με την απλότητα και την ειλικρίνεια της δεν ξέρει τι είναι κακό. Είναι αγνή και καθάρια σαν το νερό της κρυστάλλινης λίμνης. Δεν την αναταράσσει κανένα άγριο κύμα κακίας και πονηρίας.
Ο άνθρωπος της αγάπης είναι ο πιο μεγάλος νικητής στον πνευματικό αγώνα. Νικάει με το χαμόγελο και την καλοσύνη. Άν σε άλλες περιπτώσεις η υποχώρηση είναι ήττα, της αγάπης η υποχώρηση είναι νίκη. ” Τη φιλανθρωπία νικήσωμεν ” λέγει ο Θεολόγος Γρηγόριος.
Είναι ένδοξα της αγάπης τα τρόπαια. Πανάκριβα της φιλανθρωπίας τα στεφάνια. Άλλωστε μην ξεχνάμε οτι κάθε μεγάλη αγάπη είναι σταυρωμένη αγάπη.
Περνάει με διάκριση όλα τα σκαλοπάτια του Γολγοθά. Πονάει όπως Εκείνος πόνεσε επάνω στον σταυρό. Κάθε προσφορά είναι θυσία και κάθε θυσία έχει την αξία της.
“Και ος εαν ποτίσει ενα των μικρών τούτων ποτήριον ψυχρού μόνον εις όνομα μαθητού, αμην λέγω υμίν, ου μη απολέσει τον μισθόν αυτού”, λέγει ο Κύριος.
Η αγάπη συμπεριφέρεται με διάκριση και καλοσύνη και στον πεινασμένο και στον διψασμένο και στον ξένο και στον περιφρονημένο και στον φυλακισμένο και ” εις πάσαν ψυχήν καταπονουμένην” Και οι φυλακισμένοι είναι αδελφοί μας. Γι αυτό παραγγέλλει ο Αγιος Παύλος ” Μιμνήσκεσθε των δεσμίων ως συνδεδεμένοι. Να νιώθουμε δική μας την φυλάκιση τους. Το ίδιο και για το πένθος του αδελφού μας, να το νοιώθουμε δικό μας.
Ο πόνος στον κόσμο είναι τόσο μεγάλος ωστε αν θελήσεις να μαζέψεις τα δάκρυα που χύνονται κάθε μέρα απο τα μάτια των ανθρώπων θα βρεθείς μπροστά στο μεγαλύτερο ποτάμι της γής, είπε κάποιος. Η αγάπη δεν εφαρμόζει μόνο το ” χαίρειν μετα χαιρόντων” αλλά και το ” κλαίειν μετα κλαιόντων ”
Άν κάθε κράτος έχει τον δικό του Εθνικό Ύμνο, έχει και ο Χριστιανισμός τον δικό του Ύμνο, τον Ύμνο της Αγάπης που με τον πιο αριστοτεχνικό τρόπο έχει αποδώσει ο μέγας των εθνών Απόστολος Παύλος στο ΙΓ’ κεφάλαιο της Α’ προς Κορινθίους επιστολής.
Τούτος ο μελωδικότατος ύμνος ας είναι στα χείλη και στην ψυχή μας. Αμήν.
.
Η τέχνη της Σωτηρίας – Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεϊτου.
πηγή.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...