Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Ιουλίου 08, 2014

Σεξ στην εφηβεία



Αέναη επΑνάσταση » Σεξ στην εφηβεία (Θεόδωρου Ρηγινιώτη)

Αέναη επΑνάσταση - ΟΟΔΕ 

Η σεξουαλική δραστηριότητα στον άνθρωπο δεν ορίζεται μόνο από τη φύση (όπως στα ζώα) αλλά και από την επιθυμία. Επειδή όμως πρόκειται για ένστικτο, η διαχείρισή του μπορεί να έχει συνέπειες, είτε θετικές για τον άνθρωπο είτε αρνητικές.

Στην εποχή μας υπάρχει μια αυτόματη αντίδραση (σαν ψυχολογική αλλεργία) στην επισήμανση ότι η σεξουαλικότητα μπορεί να έχει και αρνητικές συνέπειες. Οι έφηβοι – και των δύο φύλων – υφίστανται ένα διαρκή βομβαρδισμό από σεξουαλικά ερεθίσματα, που φτάνει στα όρια της πλύσης εγκεφάλου, με αποτέλεσμα το σεξ να τους γίνεται έμμονη ιδέα και να τους απασχολεί καθημερινά.
  

Τα ερεθίσματα αυτά είναι δύο ειδών:  
α) σεξουαλικές εικόνες και μηνύματα, που βρίσκονται παντού: από την τηλεόραση και το διαδίκτυο μέχρι το ντύσιμο της μόδας, τις εκπομπές lifestyle, τα νεανικά τραγούδια κ.λ.π. κ.λ.π., 
 β) μηνύματα, επίσης από παντού, που επιμένουν ότι η επιδίωξη σεξουαλικών απολαύσεων στην εφηβική ηλικία είναι κάτι θετικό και η αποφυγή τους σημαίνει ότι «ντρέπομαι για το σώμα μου», πράγμα αφύσικο.
  

Το να παραμείνει παρθένος ένας έφηβος ή μια έφηβη – ενώ μπορεί να «χαίρεται τη ζωή» με ερωτικές εμπειρίες που κυμαίνονται από το απλό ερωτικό φιλί μέχρι την πλήρη σεξουαλική επαφή, με «προστασία» βέβαια για αποφυγή εγκυμοσύνης – προβάλλεται ως κάτι αρνητικό, αφύσικο και ακατανόητο, ως άρνηση της χαράς της ζωής, πράγμα που για το σύγχρονο άνθρωπο έχει γίνει ένα ιδιόμορφο είδος (αθεϊστικής) αμαρτίας. Ιδίως αμερικάνικες ταινίες ή τηλεοπτικές σειρές προβάλλουν αυτό το πρότυπο απελευθερωμένου έφηβου και έφηβης και εμείς, ως γνωστόν, αντιγράφουμε αυτά τα πρότυπα πλήρως και χωρίς αντίσταση, γιατί δεν υπάρχουν πια άλλα πρότυπα στη σκέψη και τη φαντασία μας. Και θα ρωτήσει εύλογα ο αναγνώστης: και γιατί να υπάρχουν ή ποια μπορεί να είναι αυτά τα «άλλα» πρότυπα;
  

Θα έλεγα ότι δύο πράγματα κυριαρχούν στη φαντασία του σημερινού έφηβου: το σεξ, σε όλες τις μορφές του, και ο θάνατος. Ο θάνατος προβάλλεται με ιστορίες τρόμου και περιπέτειες τεράτων (βρικολάκων, λυκανθρώπων, ζωντανών-νεκρών), συχνά ανακατεμένες με γοητευτικό νεανικό ερωτικό στοιχείο, ενώ για τους προέφηβους υπάρχουν και αντίστοιχα κινούμενα σχέδια με πλήρες σετ διαφημιστικών προϊόντων για το σχολείο, παιχνιδιών κ.λ.π. Εννοείται ότι στα παιχνίδια υπολογιστών κυριαρχούν οι εφιαλτικοί κόσμοι, γεμάτοι βία, τρόμο, τέρατα και θάνατο.
  

Αναρωτιέμαι αν τα δύο αυτά στοιχεία – σεξ και θάνατος – έχουν γεμίσει τόσο την εφηβική φαντασία και ψυχή συμπτωματικά ή αν συνδέονται μεταξύ τους. Θα υποθέσω μια σύνδεση: ο έφηβος καλείται να εξορκίσει το θάνατο κάνοντας σεξ, όμως αυτό το σεξ (που είναι καθαρά εμπορικό και φτηνό και δεν περιέχει αγάπη, από το φόβο της προδοσίας) οδηγεί σε ένα νέο συναίσθημα κενού, άρα θανάτου. Ακολουθεί νέα καταφυγή στο σεξ κ.ο.κ. Έτσι, οι μεν πολυεθνικές του θεάματος, και όχι μόνο, θησαυρίζουν, οι δε δυστυχισμένοι άνθρωποι αλλοτριώνονται και ναρκώνονται, παράγοντας μελλοντικούς αλλοτριωμένους και ναρκωμένους ενήλικες.
  

Τα παραπάνω, αν τα πει ένας ιερέας ή θεολόγος (καλή ώρα), θεωρούνται σκοταδιστικά κηρύγματα. Αν τα πει ένας κοινωνιολόγος ή ψυχολόγος, γίνονται σεβαστά και αποδεκτά. Είναι λογικό αυτό, όμως ας επισημάνω ότι ένας καταρτισμένος ιερέας ή θεολόγος διαθέτει επαρκές επιστημονικό υπόβαθρο για να κατανοήσει την ανθρώπινη ψυχή και κοινωνία, ακόμη κι αν χρησιμοποιεί μόνο το Ευαγγέλιο και τους Πατέρες της Εκκλησίας (δηλαδή τους αγίους διδασκάλους του χριστιανισμού, παλαιούς και σύγχρονους). Τέλος πάντων.


★  . ✿⋰⋱☆⋰⋱★⋰⋱✿  .  .  ☆  



Αυτή η πλύση εγκεφάλου που γεμίζει το νου του έφηβου και της έφηβης με δίψα για σεξουαλικές χαρές, συνυπάρχει με μια καλλιέργεια της ιδέας ότι ο άνθρωπος δεν επιτρέπεται να παντρευτεί πριν αποκατασταθεί επαγγελματικά, πράγμα που μπορεί να καθυστερήσει κι ως τα 40 χρόνια του! Έτσι, η ψαλίδα ανάμεσα στην αφύπνιση της σεξουαλικής επιθυμίας και στην θεωρούμενη ως κατάλληλη ηλικία γάμου έχει ανοίξει εκπληκτικά, προκαλώντας μια επιδημία ελεύθερων σεξουαλικών σχέσεων, που αρχίζουν στα σχολικά χρόνια και εκδηλώνονται στα διαλείμματα των μαθημάτων, στις βόλτες, στις νυχτερινές εξόδους για διασκέδαση και γενικά παντού. Ο νέος θεωρείται ανώριμος να παντρευτεί, αλλά «ώριμος» για να ζήσει ολοκληρωμένες σεξουαλικές εμπειρίες, προσέχοντας μάλιστα, όχι μόνο να μη μείνει έγκυος η κοπέλα (κι αυτό, όχι για άλλο λόγο, παρά για να μη λοξοδρομήσει από την κατευθυνόμενη εγωκεντρική ζωή, για την οποία την αναθρέφουν), αλλά και να μην αγαπήσει πραγματικά, ολοκληρωτικά και ανιδιοτελώς και «πληγωθεί»… 


Περιττεύει να πούμε πως οι οικογένειες δε λένε ποτέ τίποτα στα παιδιά τους για την αξία της ψυχικής και σωματικής αγνότητας. Οι περισσότεροι γονείς δε σκέφτονται καν ότι υπάρχει τέτοια αξία, είτε γιατί και οι ίδιοι είναι εθισμένοι στο σεξουαλικό βομβαρδισμό που υφιστάμεθα όλοι, είτε γιατί απλώς έχουν πέσει νοκ-άουτ από το σφυροκόπημα των καθημερινών υποχρεώσεων, που διαρκώς αυξάνονται έχοντας μετατρέψει στο σύγχρονο άνθρωπο σε σκλάβο (προς όφελος εκείνων που θησαυρίζουν από την εξάντλησή του, με το κατευθυνόμενο δίπολο εργασία – κατανάλωση). 


Η σεξουαλική αυτή ελευθεριότητα στην εφηβεία δεν έχει θετικές συνέπειες. Ο έφηβος αναζητά τη χαρά της ζωής. Η χαρά όμως δεν προκαλείται από τη σαρκική ηδονή, αλλά από την αγάπη. Η εμμονή στο σεξ και την ηδονή που προσφέρει, όχι μόνο δεν περιέχει αγάπη, αλλά και την αποφεύγει, γιατί η συναισθηματική επένδυση πιθανότατα δεν θα είναι αμοιβαία και θα προκαλέσει πληγές. Αλλά η αποφυγή της αγάπης προκαλεί νέες συσσωρευμένες πληγές, που γίνονται απωθημένα και τελικά οι συνέπειες όλου του πακέτου είναι μια δυστυχισμένη γενιά: από σεξουαλικό εθισμό, αναπάντεχες εγκυμοσύνες και εκτρώσεις – που, εκτός από το ίδιο γεγονός της εξολόθρευσης ενός αγέννητου παιδιού, έχουν ανυπολόγιστες ψυχικές και σωματικές συνέπειες για τις κοπέλες/μάνες – μέχρι προδοσίες, συναισθηματικά τραύματα, απελπισία, φόβο ενάντια στην εμπιστοσύνη, στην αγάπη, στον έρωτα, στη μόνιμη δέσμευση, μοναξιά.
Από το άρθρο: Οι έφηβοι μαθαίνουν τα πάντα για το σεξ στο Ίντερνετ. Ίσως όμως μάθουν κι εδώ κάτι άγνωστο ή κάτι πολύ τολμηρό, όπως η αγάπη κι ο Χριστός...


Ο σημερινός έφηβος ψάχνει τη χαρά της ζωής εκεί που δεν υπάρχει, παγιδεύεται και κατόπιν δε μπορεί καθόλου να βρει τη χαρά εκεί που υπάρχει, δηλαδή στην εμπιστοσύνη και την αγάπη. Δεν έχει αληθινούς παιδαγωγούς (το σχολείο έχει αποδυναμωθεί έντεχνα και, κατ’ εμέ, σκόπιμα), ενώ όσοι επιχειρούν να του προσφέρουν κάποια «σεξουαλική αγωγή» δε βλέπω να του λένε να αγαπά, να εμπιστεύεται, να ρισκάρει (με αυτοπεποίθηση και γενναιότητα) και να δεσμεύεται. Και φυσικά δεν τον συμβουλεύουν ποτέ να παντρεύεται!... Ή, έστω, να προσανατολίζεται προς το γάμο, να στοχεύει στο γάμο, που θα αποτελέσει τη θεραπεία όλων των παραπάνω, όταν βέβαια λειτουργεί σωστά. Αλλά πώς θα λειτουργήσει σωστά, όταν ο άνθρωπος παιδαγωγείται να έχει έναν εγωισμό φουσκωμένο σα μπαλόνι (δήθεν, για να μην τον υποτιμούν), άρα δε μπορεί να αγαπήσει, να θυσιαστεί, να υπακούσει ή έστω ν’ ακούσει τον άλλο (παρά μόνο όταν νιώθει ότι έχει εξασφαλίσει αντάλλαγμα), ενώ από κάθε μεριά όλοι βομβαρδιζόμαστε με φαντασιώσεις συζυγικής απιστίας; 


Τι περίεργο! Δε βλέπουμε καμιά Παγκόσμια Ημέρα Γάμου ή Παγκόσμια Ημέρα Κατά της Μοιχείας ή Κατά των Διαζυγίων Για Ψύλλου Πήδημα… Πώς κι έτσι;

★  . ✿⋰⋱☆⋰⋱★⋰⋱✿  .  .  ☆  


Άραγε οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού, που μελέτησαν ή και έζησαν όλες τις πνευματικές καταστάσεις και που η διδασκαλία τους είναι θεμέλιο του πολιτισμού μας, τι γνώμη έχουν για τα παραπάνω; 


Από τους αγίους (που είναι, κατ’ ουσίαν, θεραπευτές της ανθρώπινης ψυχής), αυτή η σεξουαλική επιδημία χαρακτηρίζεται πορνεία. Πριν εξοργιστείτε, να εξηγήσουμε το θέμα: οι άγιοι διδάσκαλοι της πνευματικής μας παράδοσης δεν κατακρίνουν ποτέ τον άνθρωπο, δεν τον απορρίπτουν ποτέ, αλλά χαρακτηρίζουν τις πράξεις για να μπορούν να βοηθήσουν να γιατρευτεί από τα ψυχικά του τραύματα. Μιλάω για τραύματα ηθικής προέλευσης, όχι νευρολογικής. Ο αμαρτωλός είναι θύμα της αμαρτίας, όχι εγκληματίας. 


«Πορνεία» στη γλώσσα της Εκκλησίας (δηλ. όχι του παπά της ενορίας απλώς, αλλά εκείνων των σοφών και αγίων θεραπευτών), δεν ονομάζεται το επάγγελμα της πόρνης, αλλά η σεξουαλική δράση που δεν εντάσσεται σε μια σχέση ολοκληρωτικής αγάπης και ισόβιας δέσμευσης. Η επαγγελματίας πόρνη ονομάζεται έτσι, επειδή το επάγγελμά της περιλαμβάνει τέτοιες πράξεις. Πορνεία δεν ασκεί μόνο η πόρνη, αλλά και οι πελάτες της φυσικά. 


Λοιπόν, η αποσύνδεση του σεξ από την απόλυτη αγάπη και την πραγματική και ολοκληρωτική ενότητα με τον άλλο, και η μετατροπή του σε μέσο απόλαυσης προσωρινής ηδονής, αυτό χαρακτηρίζεται πορνεία από την Εκκλησία. Ακριβώς δηλαδή αυτό που συμβαίνει σήμερα στο μυαλό και την ψυχή κάθε έφηβου. Οι έφηβοι δεν είναι ανήθικοι (αντίθετα, αναζητούν την ηθική, αλλά δεν ξέρουν πώς), είναι θύματα μιας πονηρής προπαγάνδας. Οι ελάχιστοι που αντιστέκονται, συνήθως υφίστανται ψυχολογικό πόλεμο (100% ρατσιστικό) ως «καθυστερημένοι» και συντηρητικοί, δηλ. θεωρούνται περίπου πνευματικά ανάπηροι ή συκοφαντούνται ως υποκριτές, ιδίως αν προστατεύουν την – ψυχική και σωματική – αγνότητά τους επειδή είναι πιστοί χριστιανοί.
 


Φωτο από εδώ
Η πορνεία (μια δίψα για σεξουαλική ηδονή) εμποδίζει τον άνθρωπο να ερωτευτεί πραγματικά και μερικές φορές αυτή είναι που τον κάνει στ’ αλήθεια συναισθηματικά ανάπηρο και φοβισμένο. Εξηγώ: όταν βλέπω μια ημίγυμνη τηλεπαρουσιάστρια ή τραγουδίστρια (pop ή rock star) ή barwoman, τι βλέπω στ’ αλήθεια; Ένα κομμάτι σάρκα για κατασπάραγμα. Ή, αντίθετα (αν είμαι ηθικιστής), ένα πλάσμα άξιο για περιφρόνηση. Όχι ένα συνάνθρωπο, μια αδελφή μου, που σίγουρα έχει χαρές, λύπες, ανάγκες (όχι σεξουαλικές), πληγές, φόβους κ.τ.λ. Όχι κάποιον που με συγκινεί να του μιλήσω, να τον αγαπήσω και τελικά να τον βοηθήσω. Όταν όμως αυτή η ματιά προς τον άλλο γίνεται εθισμός (που ήδη έχει γίνει), η αγάπη εξορίζεται από τη ζωή μας. Και ήδη έχει εξοριστεί. Δε βρίσκουμε λόγο πια ν’ αγαπήσουμε τον πλησίον. Μήπως κάνω λάθος;


Αυτή η απουσία της αγάπης είναι η κόλαση. Η ανιδιοτελής αγάπη και συγχώρηση (άλλη μια λέξη που προκαλεί φρίκη στο μπερδεμένο και πελαγωμένο άνθρωπο του σήμερα) φέρνει την αληθινή και μόνιμη χαρά και είναι ο παράδεισος. Βέβαια, ο Χριστός και οι άγιοί μας είπαν πως η κόλαση και ο παράδεισος συνεχίζονται στην αιωνιότητα, σε βαθμό ασύλληπτο από κάθε φαντασία. Είπαν επίσης πως συνδέονται άμεσα με την αγάπη μας στο Θεό, δηλ. την ανταπόκρισή μας στην αγάπη που έχει έτσι κι αλλιώς ο Θεός για μας. Αυτό το θέμα (η αγάπη στο Θεό) είναι άλλος ένας στόχος, που τον πυροβολούν κάθε στιγμή εκείνοι που ελέγχουν τη ζωή μας και κατευθύνουν τη σκέψη μας. Τα παιδιά μας μεγαλώνουν χωρίς ν’ ακούσουν τίποτα για την αγάπη του Θεού ή για την αγάπη προς το Θεό – εκτός αν είναι ο απρόσωπος «θεός» του βουδισμού ή του ινδουισμού, δηλ. ένα «κομμάτι του εαυτού μας», ένα εγωιστικό είδωλο, που αυτό, μάλιστα, προωθείται με όλα τα μέσα, μαζί με τη γιόγκα και την αστρολογία… Άλλο θέμα αυτό όμως. 


Κάποιος ξένος καλλιτέχνης είπε σε μια συνέντευξη: «Αγαπάω πολύ τις γυναίκες. Όλη μου τη ζωή κολυμπάω σε γυναικείους κόλπους». Έχω να του πω ταπεινά ότι στην πραγματικότητα δεν αγαπάει, παρά μόνο τον εαυτό του και μάλιστα ένα συγκεκριμένο σημείο του εαυτού του. Φυσικά, δε θέλω να τον κατακρίνω. Αλλά πρέπει να πω πως έχει πάρει λάθος δρόμο, το δρόμο που προωθείται πλέον από όλα τα μέσα. 


Δε θα μπω στο θέμα, κατά πόσον η «σεξουαλική επανάσταση» της δεκαετίας του 1950 διαμόρφωσε τους σημερινούς γονείς, που γέννησαν τους σημερινούς έφηβους. Θυμηθείτε τις κωμωδίες της δεκαετίας του 1980: ταινίες για εφηβικό κοινό, όπου όλα τα «αστεία» ήταν σεξουαλικά. Δυο γενιές μετά το 1950 μεγαλώνουμε τους έφηβους που στρέφονται – όπως είπα – γύρω από δύο άξονες: το σεξ και το θάνατο.

★  . ✿⋰⋱☆⋰⋱★⋰⋱✿  .  .  ☆  

Θα κλείσω με λίγες χριστιανικές αναφορές, που ίσως μας εκπλήξουν.


φωτό εδώ



Α) Ο Χριστός – που αναμφίβολα ήταν ανοιχτόμυαλος, σοφός και γεμάτος αγάπη για όλους – την πορνεία τη θεωρούσε αμαρτία. Γι’ αυτό, όταν η πόρνη έπεσε στα πόδια Του ζητώντας συγχώρεση, είπε: «Συγχωρούνται οι αμαρτίες της οι πολλές, γιατί αγάπησε πολύ» (κατά Λουκάν 7, 47). Αν δε θεωρούσε αμαρτία την πορνεία, δε θα χρειαζόταν να τη συγχωρήσει.

Β) Η αγία Μαρία η Αιγυπτία ήταν διάσημη πόρνη της Αλεξάνδρειας. Όμως δεν πληρωνόταν για τις υπηρεσίες της – ήταν απλά μια γυναίκα θηρευτής ανδρών, δηλ. αυτό, για το οποίο αναθρέφονται τα κορίτσια μας (συγγνώμη, να πω κάτι: τα σύγχρονα κορίτσια αναθρέφονται από την κοινωνία για να γίνουν: α) κυνηγοί ανδρών και  β) καριερίστριες, επαγγελματίες, γιάπισσες, δηλ. αντίγραφα ανδρών – κανείς δεν τους μιλάει για αγάπη, ούτε για μητρότητα ή για συζυγική πίστη. Τ’ αγόρια αναθρέφονται με αντίστοιχους στόχους).  
Η αγ. Μαρία είχε ξεκινήσει αυτή την αναζήτηση, με ακόρεστη σεξουαλική δίψα, από 12 ετών. Κάποτε, νέα και όμορφη, ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα. Στο ταξίδι συνέχισε τη σεξουαλική της δράση. Όταν όμως πήγε να προσκυνήσει στον Άγιο Τάφο, μια αόρατη δύναμη αναπάντεχα δεν την άφηνε να μπει μέσα. Τότε έκλαψε και υποσχέθηκε στην Παναγία (που είχε το όνομά της, Μαρία) αλλαγή ζωής! 


Κατόπιν μπήκε στον Άγιο Τάφο χωρίς εμπόδια. Και αντί να γυρίσει στην Αίγυπτο, έφυγε για την έρημο του Ιορδάνη και ασκήτεψε υπό συνθήκες υπεράνθρωπες περίπου 50 χρόνια. Έζησε σε σκληρές συνθήκες, αλλά η μετάνοια έφερε τη χαρά της παρουσίας του Θεού στη ζωή της. Έφτασε σε τέτοιο ύψος αγιότητας, ώστε όταν πήγε να συναντήσει τον άγιο Ζωσιμά (στον οποίο ο Θεός είχε αποκαλύψει την ύπαρξή της και αυτός έγραψε και τη βιογραφία της), άνοιξε με μια κίνηση τα νερά του Ιορδάνη και πέρασε απέναντι με τα πόδια. Και όταν πέθανε, ήρθε κι έσκαψε τον τάφο της, μπροστά στα μάτια του αγ. Ζωσιμά, ένα λιοντάρι (υπήρχαν λιοντάρια εκεί μέχρι το Μεσαίωνα). Αυτό είναι ένα άλλο πρότυπο ζωής, κορίτσια. Και υπάρχουν πάρα πολλές μεγάλες αγίες της Ορθοδοξίας (και ασκήτριες και μητέρες, ακόμα και βασίλισσες και ιεραπόστολοι και μεγαλομάρτυρες, αλλά και γιατρίνες, όπως η αγία Ερμιόνη, κ.τ.λ.), για τις οποίες δε θα σας μιλήσουν ποτέ τα περιοδικά lifestyle ή οι σχολές modeling. Δεν τους συμφέρει.





Γ) Υπάρχουν άγιοι, που πήγαιναν σε πορνεία, πλήρωναν τις πόρνες και, αντί για σεξ, τους μιλούσαν και τις έπειθαν ν’ αλλάξουν ζωή. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που πραγματικά αγάπησαν τις πόρνες. Είναι ένα άλλο πρότυπο ζωής, αγόρια. Δεν τις έβλεπαν ως κρέας, αλλά ως ανθρώπους. Εσείς, όταν τις έχετε δίπλα σας, τι βλέπετε;





Δ) Το 1972, στο πολύνεκρο μαθητικό ατύχημα της Γεωργιούπολης, είχε μεταφερθεί θαυματουργικά από την Ακουμιανή Γιαλιά ο άγιος ΓέρονταςΓεννάδιος (†1983). Κατόπιν είπε πως είδε τις ψυχές των νεκρών κοριτσιών ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό κρατώντας στεφάνια και πως όλες σώθηκαν (στην αιωνιότητα) λόγω της παρθενίας τους. Δεν έχω να προσθέσω κανένα σχόλιο σ’ αυτό. Ο νοών νοείτω (όποιος δε γνωρίζει το Γέροντα Γεννάδιο, ας πάρει το βιβλίο του καθηγητή Στυλ. Παπαδογιαννάκη «Γεννάδιος και Ιωακείμ», να τον γνωρίσει).


Ὁ Ἐπίσκοπος ὡς προεστώς τῆς Εὐχαριστίας -Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης




   
Τὸ θέμα αὐτὸ ἔκρινα ὅτι ἁρμόζει κατεξοχὴν στὸν τιμώμενο σήμερα Ἱεράρχη, διότι τόσον ἐκεῖνος ὅσον καὶ ἡ ταπεινότης μου προσωπικῶς θεωροῦμε ὅτι τὸ κύριον, τὸ κατεξοχὴν ἔργον τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι ἡ προεδρία τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἀπὸ αὐτὴν πηγάζει ὅλη ἡ ἐξουσία τοῦ Ἐπισκόπου, ὄχι μόνον ἡ ἁγιαστικὴ ἀλλὰ καὶ ἡ ποιμαντικὴ καὶ ἡ λεγομένη διοικητική. Εὐχαριστία χωρὶς Ἐπίσκοπον δὲν ὑπάρχει, ἀλλ' οὔτε καὶ Ἐπίσκοπος χωρὶς Εὐχαριστίαν.   Τὰ δυὸ αὐτὰ εἶναι ἀλληλένδετα καὶ συνιστοῦν τὸν ἄξονα αὐτοῦ τούτου τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας : "ὅπου ἂν φανεῖ ὁ Ἐπίσκοπος, ἐκεῖ καὶ τὸ πλῆθος- δηλαδὴ ὁ λαὸς - ἔστω, ὥσπερ ὅπου ἂν εἴη Χριστὸς Ἰησοῦς ἐκεῖ καὶ ἡ καθολικὴ Ἐκκλησία" γράφει ὁ Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος ἤδη στὶς ἀρχὲς τοῦ 2ου μ.Χ. αἰῶνος. Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο τονίζει ὅτι "αὕτη βεβαία Εὐχαριστία ἡγείσθω, ἡ ὑπὸ τὸν Ἐπίσκοπον οὔσα".


         Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διαμέσου τῶν αἰώνων παρέμεινε πιστὴ στὴν ἀρχὴ αὐτὴ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποστῆ ἀπὸ αὐτὴν ἂν θέλει νὰ παραμείνει ὀρθόδοξος. Καταστρατηγήσεις τῆς ἀρχῆς αὐτῆς ἀπὸ ὅσους τελοῦν τὴ Θεία Εὐχαριστία χωρὶς τὴν ἄδεια τοῦ τοπικοῦ Ἐπισκόπου ἤ, τὸ φοβερότερο, χωρὶς τὸ μνημόσυνο τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἐπισκόπου, ὅπως συμβαίνει μὲ μερικοὺς λεγομένους ζηλωτάς εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος, μὲ καμία δικαιολογία δὲν ἐπιτρέπεται, ἐφόσον ὁ τοπικὸς Ἐπίσκοπος δὲν ἐπάφθη ἤ ἀντικατεστάθη ἀπὸ ἄλλον, πάντοτε καὶ μόνον ὑπὸ Ἐπισκοπικῆς Συνόδου, γι' αὐτὸ καὶ κάτι τέτοιο ἀποτελεῖ ἐκτροπὴ σοβαροτάτη ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μεγίστη αἵρεση ἐν τῇ πράξει ἔστω καὶ ἂν τὴν καλύπτει ὁ μανδύας τοῦ ζήλου ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας.


         Ὁ Ἐπίσκοπος, λοιπόν, ἔχει ὡς κύριον ἔργον του καὶ πρωταρχικὸν τὸ νὰ ἡγεῖται τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ὅλα τὰ ἄλλα ἔργα του εἶναι δευτερεύοντα, γιατί ὅλα τὰ ἄλλα νοηματίζονται ἀπὸ τὴ σχέση τους μὲ τὴ Θεία Εὐχαριστία. Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ ὅτι στὴν Ἀρχαία Ἐκκλησία ὅλα τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ἐτελοῦντο μέσα στὴ Θεία Εὐχαριστία. Ὅπως ἔδειξε μὲ μία μελέτη του ὁ ἀείμνηστος διδάσκαλός μας διαπρεπὴς λειτουργιολόγος Παναγιώτης Τρεμπέλας τὸ Βάπτισμα, τὸ Χρῖσμα, ὁ Γάμος κ.λ.π. ἐτελοῦντο ἐντὸς τῆς Θείας Λειτουργίας. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ Ἐπίσκοπος ἀπέκτησε τὴν ἐξουσία νὰ παρέχει τὴν ἄδεια γιὰ τὴν τέλεση ὄχι μόνο τῆς Θείας Λειτουργίας ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν Μυστηρίων. Τὴν ἐξουσία αὐτὴ τὴν ἄντλησε ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι αὐτὸς προΐστατο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ κατὰ συνέπειαν καὶ ὅλα ὅσα ἐτελοῦντο ἐντὸς τῆς Εὐχαριστίας ἐτελοῦντο μὲ τὴν εὐλογίαν του.


         Ὁ Ἐπίσκοπος συνεπῶς ὅταν διοικεῖ δὲν ἀσκεῖ διοίκησιν, ὅπως λέμε, ἀλλὰ προεκτείνει σὲ ὅλους τους τομεῖς τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας τὴ χάρη καὶ τὴν εὐλογία τῆς Θείας Εὐχαριστίας τῆς ὁποίας προΐσταται. Χωρὶς τὴ Θεία Εὐχαριστία δὲν ὑπάρχει ἁγιασμὸς καὶ εὐλογία στὴ ζωὴ τῶν πιστῶν. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἅγιος χωρὶς τὴ συμμετοχή του στὸν Ἕνα Ἅγιον, Ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ ὁποῖος προσφέρει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του λύτρον ἀντὶ πολλῶν εἰς τὴ Θεία Εὐχαριστία. Ἀκριβῶς διότι μόνον στὴ Θεία Εὐχαριστία ὑπάρχει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅλη ἡ χάρις καὶ ὁ ἁγιασμὸς στὴ ζωή μας πηγάζουν ἀπὸ ἐκεῖ. Δεδομένου, ὅμως, ὅτι ἡ Θεία Εὐχαριστία χωρὶς Ἐπίσκοπον εἶναι ἀδιανόητη, οὔτε χάρις καὶ ἁγιασμὸς στὴ ζωή μας εἶναι δυνατὴ χωρὶς τὴν εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου.


         Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ὅλα στὴν Ἐκκλησία γίνονται μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου. Εἶναι ἡ θέση του στὴ Θεία Εὐχαριστία καὶ τίποτε ἄλλο. Ὁ Ἐπίσκοπος στὴν οὐσία δὲν εἶναι διοικητής, εἶναι λειτουργός. Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ κατανοήσουν πρῶτα οἱ ἴδιοι οἱ Ἐπίσκοποι καὶ κατόπιν ὅλος ὁ κλῆρος καὶ ὁ λαὸς γιὰ νὰ μὴν παρεισφρύουν στὴν Ἐκκλησία ἀντιλήψεις κοσμικὲς περὶ διοικήσεως, ἐξουσίας καὶ τὰ τοιαῦτα.


         Ἀλλὰ τί σημαίνει ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι πρώτιστα πάντων καὶ κατεξοχὴν λειτουργὸς καὶ προεστώς τῆς Εὐχαριστίας; Ποιὸ εἶναι τὸ βαθύτερο θεολογικὸ νόημα αὐτῆς τῆς ἀλήθειας καὶ πῶς ἐκδηλώνεται στὴν πράξη;


         Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, στὸν ὁποῖον ἀναφερθήκαμε ἤδη, βλέπει τὸν Ἐπίσκοπο μέσα στὴ Θεία Εὐχαριστία ὡς καθήμενον εἰς τόπον ἤ τύπον Θεοῦ περιστοιχούμενον ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους, οἱ ὁποῖοι λειτουργοῦν εἰς τύπον τῶν Ἀποστόλων. Ἡ εἰκόνα αὐτὴ ἐπεκράτησε σὲ ὅλη τη διαδρομὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διαμέσου τῶν αἰώνων καὶ ἐκφράζεται μὲ τὴ δομὴ τῶν ἱερῶν ναῶν καθὼς καὶ τὴ δομὴ τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἀξίζει νὰ τὰ δοῦμε αὐτὰ ἀπὸ πιὸ κοντά.


         Ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶναι εἰκόνα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Στὴ Θεία Λειτουργία βιώνουμε καὶ προγευόμεθα τῆς καταστάσεως στὴν ὁποία θὰ ζεῖ ὁ κόσμος ὅταν ἐπικρατήσει ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποίαν ὅλοι οἱ πιστοὶ προσδοκοῦμε καὶ γιὰ τὸν ἐρχομὸ τῆς ὁποίας προσευχόμεθα κάθε φορὰ ποὺ λέμε στὴν Κυριακὴ Προσευχὴ "ἐλθέτω ἡ Βασιλεία σου". Τὰ χαρακτηριστικά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ περιλαμβάνουν ὅλα ὅσα παρατηροῦμε στὴν Ὀρθόδοξη Θεία Λειτουργία, δηλαδὴ

α)     τὴ σύναξη τοῦ διεσκορπισμένου κόσμου ἐπὶ τῷ αὐτῷ. Στοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅπως ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης, ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης κ.ἄ., ἡ Θεία Εὐχαριστία εἶχε ἕνα μόνο ὄνομα: Σύναξις. Καὶ τοῦτο διότι στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὁ διηρημένος καὶ κατατεμαχισμένος κόσμος μας, ἡ φθορὰ καὶ ὁ θάνατος ποὺ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ διαίρεση καὶ κατατεμαχισμὸ τῆς ὑπάρξεώς μας θὰ παραχωρήσουν τὴ θέση του στὴν ἑνότητα καὶ τὴν ἀγάπη, ποὺ εἶναι συνώνυμα μὲ τὴν αἰώνια, τὴν ἀληθινὴ ζωή. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ βαθύτερος θεολογικὸς λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἀπαγορεύσει τὴν τέλεση περισσοτέρων τῆς μιᾶς Θείων Λειτουργιῶν στὴν ἴδια ἐνορία. Ὡς εἰκόνα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ Θεία Εὐχαριστία συνάγει ὅλον τὸν λαὸν ἐντὸς ἑνὸς τόπου ἐπὶ τῷ αὐτῷ.

β)     Ἡ σύναξη τοῦ διασκορπισμένου κόσμου ἐπὶ τῷ αὐτῷ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θὰ ἔχει ἕνα συγκεκριμένο κέντρο καὶ μία συγκεκριμένη κεφαλή, τὸν Βασιλέα Ἰησοῦ Χριστόν, ὁ ὁποῖος καθήμενος ἐπὶ θρόνου εἰς τύπον καὶ τόπον Θεοῦ θὰ συναγάγει τὰ διασκορπισμένα εἰς ἕν καὶ θὰ θρέψει τὸν κόσμον μὲ τὴν αἰώνια ζωὴ ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸ Σῶμα Του.
Αὐτὸν τὸν Βασιλέα Χριστόν, ὅπως θὰ ἔλθει στὴ Βασιλεία Του, εἰκονίζει στὴν Ἐκκλησία ὁ προεστώς τῆς Εὐχαριστίας Ἐπίσκοπος. Γι' αὐτὸ καὶ κάθεται ἐπὶ θρόνου, ὄχι βέβαια αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα Δεσποτικὸ Θρόνο, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ εἶναι πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ λέγεται Σύνθρονο, κάτι ποὺ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία ἦταν ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ στοὺς ναοὺς καὶ ποὺ ἔχει ἀτυχῶς σήμερα ἀτονήσει. Ὁ θρόνος τοῦ Ἐπισκόπου στὸ Σύνθρονο εἶναι εἰκόνα τῆς ἐγκαθιδρύσεως τοῦ Χριστοῦ στὴ Βασιλεία Του, μὲ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους νὰ τὸν περιστοιχοῦν καθήμενοι καὶ αὐτοὶ κατὰ τὴ φράση τοῦ Κυρίου "ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τάς δώδεκα φυλάς τοῦ Ἰσραήλ", κάτι ποὺ εἰκονίζεται ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους στὴν Ἐκκλησία κατὰ τὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως.


         Δὲν εἶναι συνεπῶς χωρὶς σημασία τὸ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος καὶ οἱ λειτουργοὶ στὴ Θεία Εὐχαριστία φέρουν λαμπρὲς στολές. Κακῶς σκανδαλίζονται πολλοὶ σήμερα ἀπὸ τὴ λαμπρότητα τῶν ἀμφίων τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ θέλουν δῆθεν νὰ τὰ ἁπλοποιήσουν. Ὅλα στὴ Θεία Εὐχαριστία εἶναι λουσμένα στὸ φῶς καὶ τὴ λαμπρότητα γιατί μ' αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Ἐκκλησία μας θέλησε νὰ δείξει ὅτι στὴ Θεία Λειτουργία ζοῦμε στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἤμαστε παιδιὰ στὰ χρόνιά μου, θυμοῦμαι ὅτι ἦταν ἀδιανόητο νὰ πᾶμε στὴ Λειτουργία ἂν δὲ φορούσαμε τὰ καλύτερά μας ροῦχα. Καὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος, τὴν πιὸ αὐθεντικὴ ἔκφραση τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ, ἐκεῖ ὅπου ἡ στέρηση, ἡ ἄσκηση καὶ ἡ ἁπλότητα τοῦ βίου βιώνονται στὸ ἔπακρον δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ ὅτι βρίσκονται τὰ πολυτελέστερα ἄμφια τῶν λειτουργῶν. Ἡ ταπείνωση καὶ ἁπλότητα τοῦ καθημερινοῦ βίου τῶν μοναχῶν δὲν μπορεῖ νὰ συνεχιστεῖ καὶ ἐπεκταθεῖ στὴ Θεία Εὐχαριστία. Γιατί στὴ Θεία Εὐχαριστία ζοῦμε τὴν ὑπέρβαση τοῦ Σταυροῦ καὶ τὸ δοξασμό του στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀπαγορεύσει τὴν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας σὲ ἡμέρες νηστείας, μὲ δυὸ μόνον ἐξαιρέσεις ποὺ ἐπιβεβαιώνουν τὸν κανόνα. Εὐχαριστία καὶ νηστεία εἶναι ἀσυμβίβαστα, ἀκριβῶς διότι ἡ Εὐχαριστία εἶναι χαρὰ καὶ πανηγύρι, "κλάσις τοῦ Ἄρτου ἐν ἀγαλλιάσει" κατὰ τοὺς πρώτους Χριστιανούς.


         Ὅλα στὴ Θεία Εὐχαριστία καὶ στὸν ναὸ εἶναι λαμπρά. Οἱ εἰκόνες ἔχουν φόντο χρυσό, οἱ πολυέλαιοι εἶναι ἀναμμένοι, τὰ πρόσωπα τῶν πιστῶν λάμπουν ἀπὸ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση καὶ φυσικὰ ὁ προεστώς τῆς Εὐχαριστίας Ἐπίσκοπος, ὡς εἰκὼν τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, τί φυσικότερον ἀπὸ τὸ νὰ ἔχει λαμπρὰ στολὴ καὶ ἀμφίεση.



         Ὅλα αὐτὰ ἀκούγονται σήμερα κάπως περίεργα. Καὶ τοῦτο διότι χάσαμε πλέον τὴ γλῶσσα τῆς εἰκόνας στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή μας. Ἔτσι, ὅταν λέμε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι στὴ Θεία Εὐχαριστία εἰκὼν Χριστοῦ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κατανοήσουμε. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὅμως ἐντελῶς ἀδιανόητη χωρὶς τὴν ἔννοια τοῦ εἰκονισμοῦ.


         Τί εἶναι εἰκόνα καὶ πῶς ἐφαρμόζεται στὴ Θεία Εὐχαριστία; Ὁ εἰκονισμὸς εἶναι πρῶτα ἀπ' ὅλα διάχυτος στὸν Ὀρθόδοξο ναὸ ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς εἰκονομαχίας. Ἔτσι στὴ βυζαντινὴ εἰκονογραφία ὁ τροῦλος εἶναι ὁ χῶρος ὅπου παριστάνεται ἡ Οὐράνια Ἐκκλησία ἐνῶ ἡ ἀμέσως ἀπὸ κάτω ζώνη διακόσμησης εἶναι ἀφιερωμένη στὴν ἐξεικόνιση τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας. Ἕνας χορὸς ἀπὸ Ἁγίους, ὅπως καὶ ἡ ἡμερολογιακὴ σειρὰ τῆς μνήμης τους εἶναι κατανεμημένος σ' ὁλόκληρο τὸ ναό. Οἱ πατριάρχες, οἱ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ ἱερεῖς ἔχουν θέση στὴν κύρια ἁψίδα, στὸ ἱερὸ βῆμα καὶ στοὺς παραπλεύρους χώρους, ἤ στοὺς ἀμέσως κάτω ἀπὸ τὸν τροῦλο εὐρισκομένους θόλους. Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες σὲ ὁμαδικὴ διάταξη σκεπάζουν τὰ κύρια τόξα τοῦ τρούλου, τοὺς τοίχους, τὶς κολῶνες καὶ τοὺς ὑπόλοιπους θολωτοὺς χώρους τοῦ ναοῦ, ἐνῶ οἱ ἀσκητές, οἱ ἁπλοὶ μοναχοὶ καὶ οἱ τοπικοὶ Ἅγιοι καταλαμβάνουν τελικὰ τὸ δυτικὸ τμῆμα τοῦ ναοῦ δίπλα στὴν εἴσοδο. Ὅλα αὐτὰ σημαίνουν ἕνα πράγμα : ὅτι στὴ Θεία Λειτουργία οἱ πιστοὶ πρέπει νὰ αἰσθάνονται ὅτι βρίσκονται στὴν κοινωνία τῶν Ἁγίων, στὴν ὁποία βασιλεύει ὁ Χριστός, ὅπως θὰ συμβεῖ ἀκριβῶς στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.


         Ἀλλὰ ὁ εἰκονισμὸς δὲν περιορίζεται στὸν ναὸ καὶ τὶς εἰκόνες ποὺ τὸν διακοσμοῦν. Ἐπεκτείνεται καὶ στὰ τελούμενα ἐν τῷ ναῷ καὶ σὲ ἐκείνους ποὺ τὰ τελοῦν, δηλαδὴ στοὺς λειτουργούς. Ἔτσι, ἀκολουθώντας πιστὰ τὸν Ἅγιο Μάξιμο καὶ ἀπηχώντας τὸν Ἅγιο Ἰγνάτιο Ἀντιοχείας, ὁ Ἅγιος Γερμανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τὸν 8ο αἰώνα, στὸ ἑρμηνευτικό του ὑπόμνημα στὴ Θεία Λειτουργία γράφει γιὰ τὸ Σύνθρονο τοῦ Ἐπισκόπου ὅτι εἶναι "τόπος καὶ θρόνος ἐν ὅπερ ὁ Παμβασιλεύς Χριστὸς προκάθηται μετὰ τῶν αὐτοῦ Ἀποστόλων". Ὑποδεικνύει δὲ καὶ τὴν Δευτέραν Αὐτοῦ Παρουσίαν "καθ' ἥν ἐλθών ἐν δόξῃ" - σημειῶστε τὸ στοιχεῖο τῆς δόξας καὶ λαμπρότητος - "ἀποδοὺς ἐκάστω κατὰ τὸ ἔργον αὐτοῦ καὶ πάντα κόσμον κρινεῖ".


         Ὅλα λοιπὸν καὶ ὅλοι μέσα στὴ Θεία Εὐχαριστία εἰκονίζουν κάτι. Ὁ λαὸς τὸν κόσμο ὁλόκληρο, ὁ Ἐπίσκοπος τὸν Χριστὸ Βασιλέα, οἱ ἱερεῖς τοῦ Ἀποστόλους, οἱ διάκονοι τοὺς Ἀγγέλους, τὰ λειτουργικὰ πνεύματα "τὰ εἰς δικανονίαν ἀποστελλόμενα" κατὰ τὴν ἔκφραση τῆς Γραφῆς. Ἡ ἀναπαράσταση τῆς Θείας Λειτουργίας μὲ τὸν Ἐπίσκοπο ὡς Χριστὸ Βασιλέα, τοὺς διακόνους ὡς Ἀγγέλους κλπ. εἶναι ἐμφανὴς στὴ βυζαντινὴ ἁγιογραφία τῶν ναῶν. Ὅποιος ἀρνεῖται τὸν εἰκονισμὸ στὴν Ἐκκλησία, ἀρνεῖται ὅλη τὴν ἱστορία τῆς Σωτηρίας, ἰσχυρίζεται ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης.


         Ἀλλὰ τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ εἰκόνα μέσα στὴ θεολογία τῆς Λειτουργίας καὶ γιατί εἶναι ἀπαραίτητη; Τί σημαίνει ὡς πρὸς τὸ θέμα μας ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι εἰκὼν Χριστοῦ καὶ γιατί δὲν μποροῦμε νὰ παρακάμψουμε τὴν εἰκόνα καὶ νὰ φθάσουμε ἀπευθείας στὸ πρωτότυπο; Γιατί μὲ ἄλλα λόγια δὲν μποροῦμε νὰ προσευχόμεθα ἀπευθείας στὸ Χριστό, ἀλλὰ πρέπει νὰ παρεμβάλλεται ἡ εἰκόνα του, ὁ Ἐπίσκοπος; Μάλιστα, πολλοὶ θὰ προτιμοῦσαν νὰ μὴν παρεμβάλλεται τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο, τὸ ὁποῖο ἐνίοτε μᾶς ἐμποδίζει νὰ προσευχηθοῦμε νοερὰ καὶ πνευματικά, ὅπως λέμε, ὄχι σπάνια ἀκριβῶς ἐξαιτίας τῆς λαμπρᾶς ἀμφίεσης.


         Τέτοιες σκέψεις ὁδήγησαν τὸν προτεσταντισμὸ στὴν ἀπόρριψη τοῦ εἰκονισμοῦ, τόσο στὴ διακόσμηση τοῦ ναοῦ ὅσο καὶ στὴν ἀντίληψη περὶ λειτουργῶν καὶ ἱεροσύνης. Τὸ ἴδιο ἔκανε περίπου καὶ ἡ δευτέρα Σύνοδος τοῦ Βατικανοῦ κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ προτεσταντισμοῦ καὶ λόγω του ὅτι στοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς ἡ ἔννοια τῆς εἰκόνας εἶχε πρὸ πολλοῦ μετατραπεῖ σὲ ἁπλὴ διακοσμητικὴ τέχνη χωρὶς ἐσχατολογικὸ καὶ ὀντολογικὸ περιεχόμενο.


         Μεταξὺ τῶν ὀρθοδόξων ἐπεκράτησε στὸν καιρό μας σύγχυση καὶ ἀντιφατικότητα σὲ βαθμὸ ἄκρως ἐπικίνδυνο. Ἔτσι ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος οἱ πιστοί μας δέχονται τὸν εἰκονισμὸ ὡς πρὸς τὶς ἱερὲς εἰκόνες τὶς ὁποῖες προσκυνοῦν μὲ εὐλάβεια ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος διστάζουν νὰ προσεγγίσουν μὲ τὸν ἴδιο λατρευτικὸ ρεαλισμό, μὲ τὴν ἴδια εὐλάβεια, τοὺς λειτουργοὺς καὶ τὸν Ἐπίσκοπο. Ὑπάρχουν, βέβαια, ἀκόμη πολλοὶ ποὺ βλέπουν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἐπισκόπου τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ ἀλλὰ ὁ ἀριθμὸς τους μειώνεται διαρκῶς καὶ περισσότερο καὶ χάνεται ἡ εἰκονολογικὴ ἀντίληψη τῶν δρωμένων τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Πόσοι βλέπουν πλέον τὸν προεστώτα τῆς Εὐχαριστίας Ἐπίσκοπο ὡς εἰκόνα Χριστοῦ;


         Ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ἀρχίζει νὰ ἐκλείπει ἡ ἀντίληψη αὐτὴ εἶναι διττός. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ὀφείλεται στὸ ὅτι ἀγνοοῦμε τὸ τί σημαίνει "εἰκόνα", "εἰκονισμός" καὶ "εἰκονίζω" στὴ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος δὲν φαίνεται νὰ κατανοοῦμε πιὰ τὴν ἀνάγκη τοῦ εἰκονισμοῦ στὴ λατρεία.


         Ἂς ἀναλύσουμε σύντομα αὐτὰ τὰ δυὸ στοιχεῖα. Εἰκόνα εἶναι, θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανεὶς ἐπιγραμματικά, ἡ προσωπικὴ ἡ ὑποστατικὴ παρουσία χωρὶς τὴν παρουσία τῆς οὐσίας ἡ φύσεως. Ἔτσι, ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης, ὁ ὑπέρμαχος τῶν ἱερῶν εἰκόνων εἶναι σαφὴς : «Οὐχ ἄλλο τι ἐστὶν ἡ τοῦ Χριστοῦ εἰκών, ἤ Χριστός, παρὰ τὸ τῆς οὐσίας, δηλαδή, διάφορον.» Γι' αὐτὸ καὶ δὲν διστάζει νὰ γράψει : «καὶ Χριστὸν τὴν τοῦ Χριστοῦ εἰκόνα λέγομεν».


         Μὲ ἄλλα λόγια στὴν εἰκόνα ὑπάρχει προσωπικὰ τὸ πρωτότυπο γι' αὐτὸ καὶ ἡ προσκύνησίς της "ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει" κατὰ τὴν γνωστὴν φράσιν τοῦ Μ. Βασιλείου. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι χωρὶς θεολογία τοῦ προσώπου δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε τὴν ἔννοια τῆς εἰκόνας.


         Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος τείνει πρὸς τὴν ἀτομοκρατία καὶ δυσκολεύεται νὰ κατανοήσει τὴν εἰκόνα. Ἔτσι βλέπει τὸν ἄλλον ὡς ἄτομο, παρασύρεται ἀπὸ τὶς φυσικές του ἰδιότητες καὶ ἀδυνατεῖ νὰ ἀναχθεῖ πέρα ἀπὸ αὐτὲς σὲ κάτι ποὺ παραπέμπει προσωπικὰ ἡ εἰκόνα.


         Γιὰ νὰ περιορίσουμε τὸ πρόβλημα στὸ θέμα τῆς ὁμιλίας μας, τὸ νὰ λέμε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι εἰκὼν Χριστοῦ ξενίζει τὸν ἄνθρωπο σήμερα, ὁ ὁποῖος συνηθίζει νὰ βλέπει ὅλα καὶ τὸν συγκεκριμένο Ἐπίσκοπο ὡς ἄτομο, οἱ φυσικὲς ἰδιότητες τοῦ ὁποίου, τὸ σῶμα, ἡ μορφή, τὰ χαρακτηριστικά τῆς προσωπικότητός του, θετικὰ ἤ ἀρνητικά, ἐγκλωβίζουν τὴ σκέψη του καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπουν νὰ ἀναχθεῖ πρὸς κάτι πέρα ἀπὸ τὸ ὁρώμενο ἄτομο.


         Γιατί ὅμως εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἔννοια τῆς εἰκόνας στὴ Θεία Εὐχαριστία; Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ὁ Ὁμολογητὴς καὶ ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης δίνουν στὴν εἰκόνα τὸ προβάδισμα ἔναντι τοῦ λόγου γιὰ δυὸ κυρίως λόγους. Ὁ ἕνας εἶναι ὅτι, ὁ λόγος μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ παρανοήσεις ἐνῶ ἡ εἰκόνα δυσκολότερα. Ὁ ἄλλος, ὁ καὶ κυριότερος κατ' αὐτούς, εἶναι διότι ἡ εἰκόνα προσεγγίζει περισσότερο πρὸς τὸ ἐσχατολογικὸ ὅραμα. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ θέα τῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ πρόγευση τῆς ἐσχατολογικῆς θέας. "Εἴ τις οὐ προσκυνεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, μὴ ἴδει ἐν τῇ Δευτέρᾳ Παρουσία τὴν Τούτου μορφήν".


         Ἂν δὲν ἔχουμε ἔννοια εἰκόνας τότε δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε πῶς ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ μᾶς προσεγγίσει διαμέσου τῆς ἱστορίας, παραμένουμε ἐγκλωβισμένοι στὴν ἱστορία, σ' αὐτὸ ποὺ βλέπουμε μὲ τὶς αἰσθήσεις μας. Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι γιὰ μᾶς ὁ κύριος τάδε μὲ τὶς ἰδιότητες τῆς ἀτομικῆς ὑπάρξεώς του, καλὲς ἤ κακές, χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ ἀναχθοῦμε διαμέσου του πρὸς τὴν Βασιλεία. Ἡ ἐπικοινωνία μας μὲ τὸ Θεὸ παρακάμπτει ἔτσι τὸν ἄνθρωπο καὶ πραγματοποιεῖται μέσω τῆς φαντασίας. Ὁ πιστὸς ποὺ πηγαίνει στὴν Θείαν Εὐχαριστία καὶ κλείνει τὰ μάτια του ἤ διαβάζει τὸ βιβλίο τῆς Θείας Λειτουργίας ἐπικοινωνεῖ - μᾶλλον νομίζει πὼς ἐπικοινωνεῖ - νοερὰ μὲ τὸ Θεὸ καὶ θεωρεῖ τοὺς ἀνθρώπους δίπλα του ἐμπόδιο στὴν ἐπικοινωνία του αὐτή. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς θὰ μποροῦσε κάλλιστα νὰ καθίσει στὸ σπίτι του καὶ νὰ προσευχηθεῖ νοερὰ - τώρα μάλιστα ἔχει στὴ διάθεσή του καὶ τὴ ραδιοφωνικὴ ἤ τηλεοπτικὴ μετάδοση τῆς Θείας Λειτουργίας - χωρὶς νὰ ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὸ διπλανό του ἤ νὰ σκανδαλίζεται ἀπὸ τὸ λειτουργό.


        Ἡ εἰκόνα μᾶς προσφέρει παραδόξως τόσο μία καταξίωση τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ πλησίον μας, ὅσο καὶ μία ὑπέρβαση καὶ ἀναφορά τους στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεώρηση τοῦ Ἐπισκόπου ὡς εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ ἔχει σπουδαῖες συνέπειες στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο τελεῖ τὴ Θεία Λειτουργία. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀμφίεση γιὰ τὴν ὁποίαν ἤδη ἔγινε λόγος ὑπάρχουν μέσα στὸ τυπικό τῆς τελέσεως τῆς Θείας Λειτουργίας ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, σημαντικὰ στοιχεῖα ποὺ εἰκονίζουν τὴν ἔλευση καὶ ἐγκαθίδρυση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ διαμέσου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Θὰ περιορισθῶ σὲ μερικὰ ἀπὸ αὐτά.

α)     Ἡ εἴσοδος τοῦ Ἐπισκόπου. Στὶς ἀρχαῖες λειτουργίες ἡ εἴσοδος αὐτὴ ταυτίζεται μὲ τὴ λεγομένη Μικρὰ Εἴσοδο. Πρὶν ἀπὸ αὐτὴν ὁ Ἐπίσκοπος δὲν εὐρίσκετο στὸν ναό. Ἐνεδύετο τὰ ἄμφιά του στὸ σκευοφυλάκιο καὶ εἰσήρχετο στὸν ναὸ ὅπου τὸν ἀνέμενεν ὁ λαὸς γιὰ νὰ τὸν ὑποδεχθεῖ ὡς τὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Ἐντεῦθεν καὶ ἡ ψαλμωδία "δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ" συνοδευόμενη προφανῶς ἀπὸ μία προσκύνηση τοῦ λαοῦ πρὸς τὸν εἰκονίζοντα τὸν Χριστὸν Ἀρχιερέα. Σήμερα ἡ συνήθεια τῶν Ἐπισκόπων, μόνο στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη - εὐτυχῶς - νὰ ἐνδύονται τὰ ἄμφιά των ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ γελοιοποιεῖ, ἂν δὲν ἐξαφανίζει, τὴν ἔννοια τῆς εἰσόδου ἀφοῦ ὁ Ἐπίσκοπος ξαναμπαίνει ἐκεῖ ποὺ ἤδη εἶχε εἰσέλθει. Τοῦτο συντελεῖ στὴν ἀπώλεια τοῦ εἰκονισμοῦ τοῦ Χριστοῦ ὡς ἐρχομένου στὸν κόσμο, ὅπως τὴν ἔβλεπεν ὁ Ἅγιος Μάξιμος, ὁ Ἅγιος Γερμανὸς κ.ἄ.

β)     Ἡ ἐγκατάστασις τοῦ Ἐπισκόπου εἰς τὸ Σύνθρονον, βασικὴ ὅπως εἴδαμε εἰκόνα τοῦ ἐσχατολογικοῦ Χριστοῦ στὴν ὁποία τόσο πολὺ ἐπέμειναν οἱ Πατέρες ποὺ ἑρμήνευσαν τὴ Θεία Λειτουργία. Καὶ αὐτὸ τείνει νὰ ἀτονήσει. Σημειωτέον ὅτι μόνον ὁ τοπικὸς Ἐπίσκοπος κάθεται εἰς τὸ Σύνθρονόν του διότι μόνον αὐτὸς εἶναι κεφαλὴ τῆς συγκεκριμένης τοπικῆς Ἐκκλησίας.

γ)     Τὸ κήρυγμα τοῦ λόγου μόνον εὐθὺς μετὰ τὰ ἀναγνώσματα, διότι, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος Μάξιμος, "μετὰ ταῦτα ὅλα πλέον συντελοῦνται στὰ ἔσχατα", στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου τὸ κήρυγμα εἶναι ἀδιανόητο. Καὶ αὐτὸ δυστυχῶς πολὺ συχνὰ πλέον καταστρατηγεῖται καὶ ἔτσι ἀνατρέπεται ἡ ἔννοια τῆς Εὐχαριστίας ὡς εἰκόνα τῆς Βασιλείας.

δ)     Ἡ Μεγάλη Εἴσοδος ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι εἰκὼν Χριστοῦ, διότι μόνον αὐτὸς δὲν λαμβάνει μέρος στὴν ἱερὰν πομπὴ τῶν Τιμίων Δώρων καὶ ἀναμένει πρὸ τῆς Ἁγίας Πύλης γιὰ νὰ τὰ παραλάβει. Εἶναι ἄκρως σημαντικὴ αὐτὴ ἡ λεπτομέρεια ὅταν μάλιστα ληφθεῖ ὑπόψιν ὅτι στὴν Ἀρχαία Ἐκκλησία ὁ Ἐπίσκοπος δὲν ἐπλησίαζε καθόλου στὴν Πρόθεση καὶ δὲν μετεῖχε στὴν Προσκομιδή, ὅπως συμβαίνει σήμερα. Ὡς εἰκὼν Χριστοῦ παραλαμβάνει τὰ δῶρα διὰ νὰ τὰ ἀναφέρει εἰς τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὰ ἁγιάσει. Πρόκειται γιὰ μία κατεξοχὴν χριστολογικὴ πράξη.

ε)     Ἡ εὐχὴ τῆς Ἀναφορᾶς, ἡ ὁποία ἀρχίζει μὲ τὸ "Εὐχαριστήσομεν τῷ Κυρίῳ" καὶ τελειώνει μὲ τὰ Δίπτυχα λέγεται ὅλη ἀπὸ τὸν προεστώτα Ἐπίσκοπο διότι εἶναι ἑνιαῖο καὶ ἀδιάσπαστο ὅλον. Τὰ Δίπτυχα, ποὺ ἀποτελοῦσαν ἄλλοτε οὐσιαστικὸ στοιχεῖο τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι διπλὰ : τῶν κεκοιμημένων καὶ τῶν ζώντων • καὶ τῶν μὲν κεκοιμημένων ἔχουν ἐπικεφαλῆς τὴν Παναγίαν, "ἐξαιρέτως", τῶν δὲ ζώντων τὸν προεστώτα Ἐπίσκοπον, "ἐν πρώτοις". Τὸ σημεῖον αὐτὸ ἀποδεικνύει ὅτι χωρὶς τὸ μνημόσυνον τοῦ Ἐπισκόπου ἡ Εὐχαριστία εἶναι οὐσιαστικὰ ἀνύπαρκτος. Πρόκειται γιὰ τὸ πλέον καίριο στοιχεῖο, ποὺ ἀναδεικνύει τὴν Θεία Εὐχαριστία ἐπισκοποκεντρικὸ γεγονὸς στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι οἱ ζῶντες ἀναγνωρίζουν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὡς κεφαλὴ τοὺς ἐν πρώτοις τὸν Ἐπίσκοπο. Γι' αὐτὸ καὶ ἐνέχει ἀποφασιστικὴ σημασία γιὰ τὴν ἐγκυρότητα τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἡ ὀρθὴ μνημόνευση τὴ στιγμὴ ἐκείνη τοῦ κανονικοῦ Ἐπισκόπου ἤ ἐκείνου "ὧ ἂν αὐτὸς ἐπιτρέψει" κατὰ τὴν φράσιν τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου.


         Ὅταν τῆς Θείας Λειτουργίας προΐσταται Ἀρχιερεὺς ἀναγινώσκονται τὰ Δίπτυχα μὲ τὰ ὀνόματα τῶν κεφαλῶν ὅλων τῶν ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ἐκκλησιῶν μετὰ τῶν ὁποίων εὑρίσκεται σὲ εὐχαριστιακὴ κοινωνία. Τοῦτο εἶναι σημαντικό, καὶ κακῶς κατὰ τὴν ταπεινή μου γνώμη ἔχει πλέον περιορισθεῖ μόνον κατὰ τὶς μεγάλες πανηγύρεις. Διότι τὸ νόημά του δὲν εἶναι τελετουργικὸ ἀλλὰ βαθύτατα ἐκκλησιολογικό. Μὲ αὐτὸ δηλώνεται ὅτι κάθε Θεία Εὐχαριστία, ἡ ὑπὸ τὸν Ἐπίσκοπον οὔσα, δὲν εἶναι ἀληθινὴ καὶ ἔγκυρη ἂν δὲν ἀποτελεῖ κοινωνίαν μὲ τὴν Εὐχαριστίαν ὅλων τῶν ἄλλων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν.

         Ὁ Ἐπίσκοπος, ὡς προεστώς τῆς τοπικῆς Εὐχαριστίας ἀποτελεῖ κρίκον ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς μὲ ὅλες τὶς ἀνὰ τὸν κόσμον Ἐκκλησίες. Ὁ Ἐπίσκοπος δὲν εἶναι μόνον τὸ κέντρο ἑνότητος τῆς δικῆς του τοπικῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ ὁ κρίκος ποὺ συνδέει μεταξὺ τους ὅλες τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες σὲ μία ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ἐκκλησία. Γιὰ τὸ λόγο ἄλλωστε αὐτὸ καὶ ὑπάρχει τὸ συνοδικὸ σύστημα στὴν Ἐκκλησία, στὸ ὁποῖο μετέχουν μόνον Ἐπίσκοποι. Πρόκειται γιὰ ἕνα σύστημα ἑνότητος ὅλων τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν διαμέσου τῶν προεστώτων τῆς Θείας Εὐχαριστίας κάθε Ἐκκλησίας. Ἔτσι, ἐμμέσως, κάθε Σύνοδος ἀποτελεῖ εὐχαριστιακὸ γεγονός, ἔκφραση τῆς μιᾶς ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Θείας Εὐχαριστίας.


         Στὸ σημεῖο αὐτό, τῆς ἐκφωνήσεως δηλαδὴ τῶν Διπτύχων πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι τοῦτο ἀποτελεῖ σημεῖο οὐσιαστικό τῆς Εὐχαριστίας, διότι ἔχει σχέση μὲ τὴν Εὐχαριστία ὡς ἀνάμνηση, ὡς μνημόσυνο ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ στὴ Βασιλεία Του. Τὴν ὥρα ἐκείνη τῆς φρικτῆς Ἀναφορᾶς ὁ λειτουργὸς μνημονεύει ὅλων ἐκείνων, νεκρῶν καὶ ζώντων, τοὺς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία θέλει νὰ θυμηθεῖ ὁ Θεὸς στὴ Βασιλεία Του : "Μνήσθητι Κύριε" τούτων ἤ ἐκείνων τῶν προσώπων. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ὀρθῶς ὁ Σεβασμιώτατος Ἅγιος Πατρῶν, ὁ τιμώμενος ἀπόψε, εἰσηγεῖται νὰ ἀπαλειφθεῖ ἀπὸ τὰ Δίπτυχα ἡ φράση "πολλὰ τὰ ἔτη" ἡ ὁποία παρεισέφρησε προφανῶς ἐξ' ἐπιδράσεως τῶν ἀρχιερατικῶν φημῶν. Πρόκειται γιὰ σημαντικὴ πρόταση, ἡ ὁποία ἐλπίζω νὰ ληφθεῖ ὑπόψιν ἀπὸ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες πρωτοστατοῦντος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.


        Δὲν θὰ ἀναφερθοῦμε σὲ ἄλλες πτυχὲς τῆς Θείας Λειτουργίας, οἱ ὁποῖες καταδεικνύουν τὴ θέση τοῦ Ἐπισκόπου στὴ Θεία Εὐχαριστία. Θὰ μποροῦσε νὰ ἀναφέρει κανεὶς πολλὲς λειτουργικὲς λεπτομέρειες, σημαντικὲς ἀπὸ ἐκκλησιολογικῆς ἀπόψεως. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἱερεὺς ὅταν πρόκειται νὰ τελέσει τὴ Θεία Εὐχαριστία λαμβάνει καιρὸν ὄχι μόνον ἀπὸ τὶς ἱερὲς εἰκόνες τοῦ εἰκονοστασίου, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν θρόνον τοῦ Ἐπισκόπου, ἔστω καὶ ἂν αὐτὸς εἶναι κενὸς - ἔτσι τουλάχιστον ἔκαναν οἱ παλαιοὶ ἱερεῖς - καὶ ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ τελέσει τὴ Θεία Εὐχαριστία παρὰ ἐπάνω σὲ Ἀντιμήνσιο ὑπογεγραμμένο ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ὅλα αὐτὰ μαζὶ μὲ τὸ μνημόσυνο τοῦ Ἐπισκόπου τὴν ὥρα τῆς Ἀναφορᾶς μαρτυροῦν ὅτι καὶ ὅταν ἀκόμη δὲν λειτουργεῖ ὁ Ἐπίσκοπος, αὐτὸς εἶναι τὸ κέντρον τῆς Θείας Εὐχαριστίας.


        Σεβασμιώτατοι καὶ ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Ὁ αἰὼν ὁ ὁποῖος δύει ἔχει χαρακτηρισθεῖ ὡς αἰώνας τῆς ἐκκλησιολογίας. Πράγματι, πολλὲς μελέτες ἔχουν γραφεῖ γιὰ τὴν Ἐκκλησία στὴν ἐποχή μας. Ἀλλά, ἡ ἐκκλησιολογικὴ συνείδηση, ἀκόμη καὶ τῶν Ὀρθοδόξων, ἔχει πολλὴν ἀνάγκη καλλιεργείας. Στὴν ὁμιλία μου αὐτὴ θέλησα νὰ ὑπογραμμίσω ἰδιαιτέρως τὸ βαθύτερο νόημα τοῦ λειτουργικοῦ τυπικοῦ σὲ ὅτι ἀφορᾶ στὴ θέση τοῦ Ἐπισκόπου ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστία. Συνηθίζομε νὰ θεωροῦμε τὸ τυπικὸ ὡς κάτι δευτερεῦον, ἀλλὰ στὴν Ἐκκλησία μας τὴν Ὀρθόδοξο δὲν ὑπάρχουν τύποι καὶ τυπικὸν χωρὶς βαθὺ ἐκκλησιολογικὸ περιεχόμενο.


         Τὸ λειτουργικό μας τυπικὸ πηγάζει ἀπὸ τὴ θεολογικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν εἶναι νεκρὸν γράμμα, οὔτε τυπολατρία. Ὁ σεβασμὸς του ἀποτελεῖ καθῆκον ἰσάξιο πρὸς τὸ σεβασμὸ ποὺ ὀφείλουμε πρὸς τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας.





(ἐπί τῆ ἑξηκονταετηρίδι
τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πατρῶν κ. Νικοδήμου
Διακίδειος Σχολή Λαοῦ
15 Ιανουαρίου 1999)

Ποιος ο λόγος για την ατεκνία;

Ποιος ο λόγος για την ατεκνία;

Αν και η φύσις εργάζεται, δεν εργάζεται με τη δική της δύναμη, αλλά υπακούοντας στο πρόσταγμα του δημιουργού, και ποτέ να μη στεναχωριούνται οι γυναίκες όταν δεν γεννούν, αλλά ας καταφεύγουν στο δημιουργό της φύσεως, αποδεικνύοντας αγαθή διάθεση και ας ζητούν από εκείνον, που είναι ο Κύριος της φύσεως, και...
ας μη αποδίδουν τη γέννησι των παιδιών, ούτε στη συνουσία των συζήγων, ούτε σε κάποιον άλλο, αλλά στο δημιουργό όλων, που από το μηδέν έφερε τη ζωή στο ανθρώπινο γένος και μπορεί να το διορθώσει πάλι, όταν παρουσιάζη κάποια αδυναμία.
Αξίζει να εξετάσουμε πρώτα το εξής: Για ποιο λόγο αυτή ήταν στείρα, ενώ η ζωή τους ήταν θαυμαστή και αυτή και ο άνδρας της φρόντιζαν πολύ για τη σωφροσύνη. Δεν μπορούμε να πάρουμε σαν αιτία τη ζωή τους και να πούμε ότι η στείρωσις ήταν αποτέλεσμα των αμαρτημάτων τους. Και για να καταλάβης το παράξενο αυτό, λέγω ότι δεν ήταν μόνο αυτή στείρα, αλλά και η Σάρα, η μητέρα του δικαίου, και όχι μόνο η μητέρα του, αλλά και η νύφη του, η γυναίκα του Ιακώβ, η Ραχήλ εννοώ.
Τί θέλει να μας διδάξη το πλήθος αυτό των στείρων γυναικών; Όλοι ήσαν δίκαιοι, όλοι ήταν ενάρετοι, όλοι μνημονεύονται από το Θεό. Διότι γι’ αυτούς έλεγε: «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ, ο Θεός του Ιακώβ». Και ο μακάριος Παύλος λέγει: «Γι’ αυτό και δεν ντρέπεται ο Θεός να λέγεται Θεός τους»(Εβρ.11,6). Πολλά είναι τα εγκώμιά τους στην Καινή Διαθήκη, και πολλοί οι έπαινοι στην Παλαιά. Από παντού λοιπόν ήταν λαμπροί και θαυμαστοί και όλοι είχαν γυναίκες στείρες και ήταν άτεκνες για πολύ χρόνο.
Όταν λοιπόν ιδής άνδρα και γυναίκα να ζουν ενάρετη ζωή και να μη έχουν παιδιά, όταν ιδής να είναι ευσεβείς και ευλαβείς και να είναι άτεκνοι, να μη νομίσης ότι αυτό είναι αποτέλεσμα των αμαρτιών. Διότι είναι πολλοί οι λόγοι της οικονομίας του Θεού και άγνωστοι σε μας και πρέπει να ευχαριστούμε για όλα και να λέμε, ότι είναι δυστυχισμένοι μόνο εκείνοι που ζουν στην αμαρτία και όχι εκείνοι που δεν έχουν αποκτήσει παιδιά. Διότι ο Θεός ρυθμίζει πολλές φορές πολλές φορές πολλά πράγματα σύμφωνα με το συμφέρον μας. Εμείς αυτό πρέπει να θαυμάζουμε παντού τη σοφία Του και να δοξάζουμε την απερίγραπτη φιλανθρωπία Του.
Αλλά αυτά λέχθηκαν από μας για τη δική σας ωφέλεια, ώστε να δείχνετε μεγάλη ευγνωμοσύνη και να μην εξετάζετε τα σχέδια του Θεού.
Πρέπει όμως να πούμε και την αιτία για την οποία οι γυναίκες εκείνες ήταν στείρες. Ποια λοιπόν είναι η αιτία; Για να μην απιστήσης όταν δης την Παρθένο να γεννά τον Κύριό μας.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

ΑΓΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑ Η ΑΡΑΒΙΣΣΑ, ή ΑΡΑΠΙΣΣΑ.






ΑΓΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑ Η ΑΡΑΒΙΣΣΑ, ή ΑΡΑΠΙΣΣΑ


[12Χ12 ΠΑΝΩ ΣΕ ΜΟΥΣΑΜΑ ,ΓΙΑ ΛΕΙΨΑΝΟΘΗΚΗ]


Η γερόντισσα Κωνσταντία έζησε το πρώτο μισό του 19ου αιώνος και ήταν Αφρικανή στην καταγωγή. Πιθανόν να είχε αιχμαλωτισθεί από πειρατές που την πούλησαν ως δούλα σε κάποιον Τούρκο , ο οποίος ήταν κάτοικος της παλαιάς πόλεως της Ζαβέρδας . Κατά την αποχώρηση των Τούρκων από την Ζαβέρδα (Πάλαιρος) εγκαταλείφθηκε στην τύχη της ή μπόρεσε να δραπετεύσει με ιδία μέσα . Βρήκε καταφύγιο στην Ιερά Μονή Αγίου Δημητρίου Ζαβέρδας (νυν Παλαίρου Αιτωλ/νίας) η οποία εκείνη την εποχή, ήταν έρημη από μοναχούς.


Στην Μονή του Αγίου Δημητρίου έλαβε το Ιερό βάπτισμα και στην συνέχεια το αγγελικό σχήμα. Έζησε σε αυτή για πολλές δεκαετίες , ασκητικά στολίζοντας τον βίο της με αρετές και βοηθώντας τον πλησίον της με κάθε δυνατό τρόπο. Ανέδειξε την Μονή σε πνευματική όαση στην οποία έβρισκε καταφύγιο κάθε κατατρεγμένος .
Η σωματική και η πνευματική της άσκηση έφτανε στα μέτρα μεγάλων 

ανδρών ασκητών. Και ο Θεός την χαρίτωσε με πολλά χαρίσματα όπως το διορατικό και αυτό της θαυματουργίας. Αλλά και ο Άγιος Δημήτριος ο έφορος και προστάτης της Ιεράς Μονής την αξίωσε ώστε οφθαλμοφανώς να παρουσιάζεται σε αυτήν και να την κατευθύνει στον πνευματικό της προσωπικό αγώνα αλλά και στον αγώνα της για την ορθή λειτουργία του Μοναστηριού του μέσα από την οποία ωφελούνταν πνευματικά , πλήθος λαού της περιοχής της Ζαβέρδας .


Ετελειώθη ειρηνικά σε βαθύ γήρας στην Μονή που τόσο αγάπησε και ετάφη σε αυτή. Λίγα είναι τα στοιχεία που διασώζονται για την γερόντισσα Κωνσταντία. και αυτά διατηρημένα από την προφορική παράδοση. Πολλοί μελετητές αμφισβητούν ακόμα και το όνομα της. Και αυτό γιατί διατηρήθηκε στην μνήμη του κόσμου ως " αραπίνα" κατά τοπικό ιδιωματισμό. Είναι αδιαμφισβήτητο όμως γεγονός ότι κατέλειπε φήμη οσίας γυναικός, η οποία διατηρείται μέχρι τις ημέρες μας.


Ας έχουμε την ευχή της και ας ευχαριστήσουμε τον Πανάγιο Τριαδικό Θεό ο Οποίος μας χάρισε από τα βάθη της αφρικανικής γης, αυτό το πνευματικό ανάστημα, που καθαγίασε την ακαρνανική γή.

Τὰ γυαλιά σου, γιὰ λίγο ψωμί - Ἀρχιμανδρίτης Βαρνάβας Λαμπρόπουλος



Ὁ ἀμερικανός συγγραφέας Τζέι Μάκ Ἴνερνι στό βιβλίο του «Φῶτα Ὁλόφωτα – Πόλη Μεγάλη» μέ ἐμπνευσμένο τρόπο ‘κουρελιάζει’ τούς μύθους τῆς δῆθεν ‘ἐλεύ­θε­ρης’ καί δῆθεν ‘γλυκιᾶς’ ζωῆς τῆς σύγχρονης νεολαίας στήν Νέα Ὑόρκη. Τό βιβλίο τελειώνει μέ μιά σκηνή, πού λέει πολλά:

Ὁ πρωταγωνιστής σέρνει τά πόδια του γιά τό σπίτι του, Κυριακή πρωί, μετά ἀπό ἕνα διήμερο πάρτυ, πλούσιο σέ ἀλκοόλ καί ναρκωτικά. Πεινάει σάν λύκος, για­τί ἔχει νά φάει ἀπό τήν Παρασκευή τό βράδυ. Παρ’ ὅλη τήν αἱμορραγία στήν μύ­τη, πλησιάζοντας σέ κάποιο φοῦρνο, μυρίζεται φρέσκο ψωμί. Ζητιανεύει λίγο ψω­μί, ἀφοῦ οἱ τσέπες του εἶναι ἀδειανές. Τελικά τοῦ πετᾶνε λίγο ψωμί, ἀφοῦ τοῦ πά­ρουν τό μόνο πρᾶγμα κάποιας ἀξίας πού ἔχει ἐπάνω του: τά γυαλιά του!... Ἀρχί­ζει νά τρώει μέ βουλιμία. Ἡ πρώτη μπουκιά κολλάει στό στόμα του καί πνίγεται.

Καί ὁ συγγραφέας καταλήγει μέ τήν φράση: «Θά πρέπει νά φάει πιό ἀργά. Θά πρέπει νά τά μάθει ὅλα ἀπό τήν ἀρχή».
 

* * *
 
Στίς 8 Ἰουλίου γιορτάζουμε τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Προ­κο­πίου. Πρίν γίνει Χριστιανός, ὡς νεαρός στήν Ἀντιό­χεια, γλεντοῦσε τήν ζωή του. Εἶχε γίνει ἀξιωματικός, ἀφοῦ ἡ μαμά του «λάδωσε» μέ πολύ χρυ­σά­φι τόν βασιλιά. Καί αὐτός, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ βασιλιά, κυνηγοῦσε τούς Χριστιανούς. Μόνο πού, ἐπειδή – σάν μαμόθρεφτο - δέν ἄντεχε τήν ζέστη τῆς ἡμέρας, ἔβγαινε γιά καταδίωξη τήν νύχτα...

Κάποια νύχτα, ἔξω ἀπό τήν Ἀπάμεια τῆς Συρίας εἶχε μιάν ἀπροσδόκητη συνάν­τηση. «Σκόνταψε» μπροστά σ’ Ἑκεῖνον πού κυνηγοῦσε! Τοῦ φανερώθηκε ἕνας φωτεινός Σταυρός. Καί ἄκουσε τήν φωνή τοῦ Χριστοῦ νά τοῦ συστήνεται: «Ἐγώ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ἐσταυρωμένος, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ»!

Τότε ὁ νεαρός εἰδωλολάτρης ξύπνησε! Καί ὅταν «μυρίστηκε» ὅτι βρῆκε «τόν Ἄρτον τόν Ζῶντα τόν ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάντα», ἔδωσε ὅ,τι εἶχε καί δέν εἶχε ...γιά νά Τόν ἀγοράσει! Πῶς; Ἔδωσε κατ’ ἀρχήν ἕνα μεγάλο ποσό, γιά νά φτιάξει ἕνα ὁλόχρυσο Σταυρό. Ἔτσι ἔβγαλε ἀπό τά μάτια του τά παραμορφωτικά «γυαλιά» τῆς φιλαργυρίας καί τῆς φιλοδοξίας, Πέταξε τά «γυαλιά», πού τόν τύφλωναν καί δέν τόν ἄφηναν νά ἰδῆ καθαρά τό ἀληθινό Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καί κοιτώντας τόν Σταυρό ἄρχισε νά συνειδητοποιεῖ

• τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ γιά τούς ἀνθρώπους·

• καί τήν ὀλέθρια δύναμη τῆς ἁμαρτίας.

Καί μέ τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ ἀπαρνήθηκε, ὄχι μόνο τίς ἐπίγειες ἡδονές, ἀλλά καί τό ἴδιο τό σῶμα του. Ὑπέφερε φρικτά μαρτύρια γιά τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Καί μετά τόν ἀποκεφάλισαν ἔξω ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης.
 

* * *
 
• Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πού καταλαβαίνει ὅτι τά πάθη του εἶναι τά χειρότερα παραμορφωτικά «γυαλιά», πού τόν ἐμποδίζουν νά ἰδῆ καθαρά τόν Χριστό καί νά δεχθῆ τόν λόγο Του.

• Ἀκόμη πιό μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, πού κατάλαβε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ζωή τοῦ κόσμου. Καί ὅτι μόνον Αὐτός εἶναι ὁ Ζωντανός Ἄρτος, πού μπορεῖ νά χορτάσει τόν ἄνθρωπο καί νά γεμίσει τήν καρδιά του.

• Τρισμακάριος – τέλος - εἶναι ἐκεῖνος, πού θυσιάζει τά πάντα, γιά νά μπο­ρεῖ νά τρέφεται συνεχῶς μέ τόν Ἄρτο τῆς Ζωῆς, μέσα στόν Μυστικό Δεῖπνο τῆς Θείας Λειτουργίας.

Ο Άγιος ένδοξος Μεγαλομάρτυρας Προκόπιος (+ 8 Ιουλίου)

Ο μέγας αυτός και περιβόητος ανάμεσα στους μάρτυρες Προκόπιος, έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού κατά το έτος 290. Καταγόταν από την πόλι Αιλία, δηλαδή την Ιερουσαλήμ, γεννημένος από πατέρα ευσεβή και Χριστιανό. Χριστοφόρο στο όνομα, από μητέρα όμως ασεβή και που προσκυνούσε τα είδωλα και λεγόταν Θεοδοσία. Αφού λοιπόν ο πατέρας του Αγίου πέθανε, τον ανέτρεφε η μητέρα του με την ελληνική θρησκεία. Όταν ο Άγιος έ­γινε άνδρας στην ηλικία, τότε τον πρόσφερε η μητέρα του στο βα­σιλιά Διοκλητιανό, ο όποιος τότε ζούσε στην Αντιόχεια, και αφού τον παρεκάλεσε και του έδωσε πολλά χρήματα, κατέπεισε τον βασι­λιά και έκανε τον υιό της δούκα της Αλεξάνδρειας.
prokop2
Αμέσως λοιπόν έδωσε στον Προκόπιο ο βασιλιάς εντολές για να καταδιώκει και να τιμωρεί τους Χριστιανούς Και λοιπόν πήγαινε νύκτα ο Άγιος στην Αλεξάνδρεια, επειδή ήταν δύσκολη η οδοιπορία κατά την ήμερα, για την υπερβολική ζέστη που υπάρχει σ’ εκείνα τα μέρη. Όταν έφθασε σε απόσταση τριάντα μιλίων από την πόλη Απάμεια, που βρίσκε­ται στην Κοίλη Συρία και ονομάζεται από τους Τούρκους Χαμάν, Μητρόπολις όντας υπό τον Αντιόχειας, ενώ τον ακολουθούσαν και οι δυο νούμεροι, δηλαδή δυο άρχοντες αξιωματικοί, τότε έγινε σει­σμός και αστραπές. Ακούει ακόμη φωνή, που ήλθε από τον Ουρανό καλώντας τον με το όνομά του Νεανία, (διότι έτσι λεγόταν προη­γουμένως ο Άγιος).
Και η θεία φωνή κατηγορούσε τον δρόμο που έκαμνε και τον απειλούσε, ότι θα τον θανατώσει, επειδή πηγαίνει να κάνει κατά των Χριστιανών πόλεμο. Ο Άγιος από την καλή διάθεση της ψυχής του κινούμενος, αμέσως ονόμασε Κύριο αυτόν που τον κάλεσε. Οπότε και ο Κύριος καθαρώτερα του εμφανίσθηκε. Διότι του εμφανίσθηκε Σταυρός κρυστάλλινος στο είδος και από τον Σταυρό βγήκε φωνή που έλεγε· «Εγώ είμαι ο εσταυρωμένος Ιησούς, ο του Θεού Υιός». Από την οπτασία λοιπόν αυτή, αφού καθοδηγήθηκε ο Άγιος, διδάχθηκε όλο το της ενσάρκου οικονομίας μυστήριο και έλαβε βέβαιη επίγνωση της πίστεως.
Οπότε επιστρέφοντας στην Σκυθόπολι πού βρίσκεται στην Κοίλη Συρία, που προηγουμένως λε­γόταν Νύσσα, λέγεται όμως από τους Εβραίους Βεθοάν, τιμημένη με Μητροπολίτη υπό τον Ιεροσολύμων· σ’ αυτήν, λέω, ο Άγιος βρισκόμενος κατασκεύασε ένα Σταυρό από χρυσάφι και ασήμι σύμφωνα με τον τύπο, που του εμφανίσθηκε. Και μόλις τελείωσε ο Σταυ­ρός, του εμφανίσθηκαν τυπωμένες τρεις εικόνες έχοντας γράμματα εβραϊκά, που φανέρωναν τίνος είναι οι εικόνες. Διότι από επάνω έγραφε Εμμανουήλ, από το ένα μέρος έγραφε Μιχαήλ και από το άλλο μέρος Γαβριήλ.
Αφού ασπάσθηκε λοιπόν ο Προκόπιος και προσκύνησε τον Σταυρό και τις άγιες εικόνες που είναι σ’ αυτόν, επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. Και επειδή εκεί έκανε νίκες και τρόπαια κατά των Σαρακηνών, οι οποίοι πολεμούσαν και λήστευαν τα εκεί περίχωρα, γι’ αυτό παρακινήθηκε από την μητέρα του να προσφέρει θυσίες στα είδωλα για την νίκη. Ο Άγιος όμως έλεγε, πως έκανε την νίκη αυτή με την δύναμη του Χριστού. Οπότε από την αιτία αυτή δι­έβαλε τον Άγιο η μητέρα του στον βασιλιά, ότι είναι Χριστιανός. Και ο βασιλιάς πρόσταξε τον ηγεμόνα της Καισαρείας στην Παλαι­στίνη, Ούλκιο λεγόμενο, να κάνει την κατά του Αγίου εξέταση. Και λοιπόν, επειδή ο Μάρτυρας δεν πείσθηκε να θυσιάσει στα εί­δωλα, γι’ αυτό δάρθηκε δυνατά.
Έπειτα ρίχθηκε στην φυλακή, όντας μισαποθαμένος. Εκεί όμως εμφανίσθηκε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και, αφού έλυσε από τα δεσμά τον πρώην Νεανία, τον μετονόμασε Προκόπιο. Φανέρωνε το όνομα αυτό, ότι θα προκόψει και θα τελειώσει στο μαρτύριο. Κοντά σ’ αυτά, έβαλε ο Κύριος και στην καρ­διά του Αγίου ανδρεία και θάρρος, για να υπομείνει τις τιμωρίες, με τις οποίες τον φοβέρι­ζαν. Έπειτα πήγαν οι Έλληνες τον Μάρτυ­ρα μέσα στον ναό των ειδώλων. Εκεί δε όντας με την προσευχή του σύντριψε τα είδω­λα, τα όποια, αφού παραδόξως μεταβλήθη­καν σε νερό, χύθηκαν έξω από την πόρτα.
Αυτό το θαύμα βλέποντας οι στρατιώ­τες των δυο νουμέρων και οι δύο τριβούνοι, Νικόστρατος και Αντίοχος ονομαζόμενοι, πίστεψαν στον Χριστό και βαπτίσθηκαν από τον Επίσκοπο Λεόντιο, οι οποίοι με προσταγή του βασιλιά αποκεφαλίσθηκαν και έλαβαν τους στεφάνους του μαρτυρίου. Συνελήφθησαν ακόμη και δώδεκα γυναίκες συγκλητικές μαζί με την Θεοδοσία, την μητέρα του Αγίου, οι οποίες πίστεψαν στον Χριστό με το παραπάνω θαύμα.
Τότε, αφού πρώτα τις έδειραν άσπλαγχνα, στην συνέχεια έκοψαν τους μαστούς τους και με σιδερένιες σφαίρες πυρακτωμένες έκαψαν τις μασχάλες τους, τελευταία δε τις αποκεφάλισαν και έτσι έλαβαν της αθλήσεως τους στεφάνους. Μετά από αυτά έγινε άλλος ηγεμό­νας, Φλαβιανός ονόματι, ο οποίος έφερε τον Άγιο για εξέταση, και ε­πειδή ο Μάρτυρας δεν πείσθηκε να αρνηθεί τον Χριστό, γι’ αυτό τον λόγο πρόσταζε έναν υπηρέτη, Αρχέλαο λεγόμενο, να τον κτυπήσει με το σπαθί στην κοιλιά. Μόλις όμως εκείνος σήκωσε το χέρι κατά του Αγίου, έπεσε κατά γης και ξεψύχησε.
Στην συνέχεια, αφού τέντωσαν τον Μάρτυρα με σχοινιά, τον έδειραν με ωμά νεύρα και τον έκαψαν με αναμμένα κάρβουνα. Επά­νω δε στα καμένα μέλη του έχυσαν ξύδι. Έπειτα έβαλαν στο χέρι του κάρβουνα με λιβάνι. Ο δε γενναίος του Κυρίου αγωνιστής, κρά­τησε ακίνητο το χέρι του, έως ότου κατακάηκε όλο. Δηλαδή δεν σκόρπισε το λιβάνι, για να μη φανεί με τον σκορπισμό του στους ασεβείς, ότι πρόσφερε θυσία στα είδωλα. Υστέρα όμως από όλα, κρέμασαν τον αθλητή και έδεσαν τα χέρια του. Και ενώ επρόκειτο να μπει μέσα σε ένα φούρνο αναμμένο, τον καταψύχρανε με την σφραγίδα και τον τύπο του τιμίου Σταυρού. Τελευταία όμως δέχεται την διά ξίφους απόφαση και έτσι αφού αποκεφαλίσθηκε, προς τον Κύριο αποδήμησε.
Τελείται δε η Συναξις και εορτή του στον μαρτυρικό του Ναό, που είναι κοντά στην Χελώνα και λέγεται Κονδύλιο.
(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής τ. ΣΤ΄, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη Άγιος Σπυρίδων, Νέα Σκήτη Άγιον Όρος σ. 46-49)

Η Εκκλησία δεν με ξεχνά ποτέ...

  αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος Με παρρησία (Ιερά Μητρόπολη Βεροίας)  -  εικ . Μέσα στην ησυχία του Αγίου Βήματος  αρχίζει το αόρατο μυστήριο· ...