Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Αυγούστου 01, 2015

H ZΩΗ ΜΑΣ ΤΡΙΚΥΜΙΣΜΕΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου (Ματθ. 14,22-34) +Mητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος

Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου (Ματθ. 14,22-34)

H ZΩΗ ΜΑΣ ΤΡΙΚΥΜΙΣΜΕΝΗ ΘΑΛΑΣΣΑ 

Τοῦ Μητρ. Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

     ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΥΜΑΤΩΝΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιοεὐαγγέλιο. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο ἀποδεικνύει, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλῶς ἄν­θρωπος ὅπως ἐμεῖς, ἀλλὰ εἶνε καὶ Θεός· εἶνε Θεάνθρωπος. Τὸ κηρύττει τὸ θαῦ­μα ποὺ ἀ­κούσαμε. Ἕνα θαῦμα μεγάλο, τρισ­μέγιστο, ποὺ ἔγινε ἐν συνεχείᾳ τοῦ ἄλλου ἐ­κείνου θαύ­ματος, γιὰ τὸ ὁποῖο μιλοῦσε τὸ εὐ­αγ­γέλιο τῆς προηγουμένης Κυριακῆς. Ἐκεῖ ἔλεγε, ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια χόρτασε πέντε χιλιάδες ἀνθρώπους μέσα στὴν ἔρημο.
Μετὰ ἀ­πὸ αὐτὸ ὁ Κύριος ἀνέβηκε στὸ ὄ­ρος νὰ προσ­ευχηθῇ τὴ νύχτα μόνος. Οἱ μαθηταὶ κατ᾽ ἐντολήν του μπήκαν σ᾽ ἕ­να μι­κρὸ πλοῖο τῆς λίμνης Γεννησαρὲτ ἢ θαλάσ­σης τῆς Γαλιλαίας, γιὰ νὰ βγοῦν στὴν ἀ­πέ­ν­αν­τι ὄχθη. Ταξίδευαν μόνοι χωρὶς τὸν Κύ­ριο. Στὴν ἀρχὴ ἦταν γαλή­νη. Ἀλλ᾽ αἴφνης καὶ ἐνῷ κόν­τευε νὰ ξημερώ­σῃ, σηκώθηκε κῦμα δυνα­τό. Τὸ πλοιάριο βασα­νιζόταν καὶ κινδύνευε
νὰ καταποντιστῇ. Τότε φάνηκε ἐκεῖ ὁ Χριστὸς νὰ περπατάῃ ἐπάνω στὰ νερά. Φοβερὸ θέαμα. Μόλις τὸν εἶδαν οἱ μαθηταί, ταράχτηκαν καὶ εἶπαν ὅτι εἶνε φάντα­σμα. Δὲν ἦταν ὅμως φάντασμα· ἦταν ὁ ἴδιος.
Ὁ Πέτρος πῆρε θάρρος καὶ λέει· ―Σύ, Κύριε, εἶσαι; Ἂν εἶσαι σύ, πές μου νὰ ᾽ρθῶ κον­τά σου βαδίζοντας κ᾽ ἐγὼ πάνω στὰ νερά. Ὁ Κύ­ριος τοῦ ἔκανε τὴ χάρι. ―Ἔλα, τοῦ εἶ­πε. Κι ὁ Πέτρος ἄρχισε νὰ περπατάῃ πάνω στὰ κύματα. Βλέποντας ὅμως τὸν ἄνεμο δυνατὸ δείλιασε κι ἄρ­χισε νὰ βουλιάζῃ. ―Κύ­ριε, σῶσε με, φωνά­ζει μὲ ἀγωνία. Ὁ Χριστὸς ἁπλώ­νει ἀ­μέσως τὸ χέρι καὶ τὸν πιάνει. ―«Ὀ­λιγό­πιστε», τοῦ λέει, «εἰς τί ἐδίστασας;» (Ματθ. 14,31). Καὶ μόλις μπῆ­καν στὸ πλοῖο, ἔγινε γαλήνη. Δόξασαν ὅλοι τὸ Θεὸ καὶ ἔλεγαν στὸ Χριστό· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ», ἀληθινὰ εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ (ἔ.ἀ. 14,33).

* * *

Αὐτὸ εἶνε μὲ συντομία τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Τὸ θαῦμα αὐτὸ δείχνει, ὅτι ὁ Χριστὸς ἐξουσιάζει τὰ σύμπαντα· τὸν ἥλιο, τὸ φεγγάρι, τὰ ἄστρα, τὴ γῆ, τοὺς ἀνέμους, τὴ θάλασσα, τὶς λίμνες, τοὺς ποταμούς, τὰ δέντρα, τὰ ζῷα, τὰ πάντα. Εἶνε ὁ ἐξουσιαστὴς ὅλων.
Κ᾽ ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, μολονότι εἴμεθα πά­νω στὴν ξηρά, ἐν τούτοις ποντοποροῦμε, εἴ­μεθα μέσα σ᾽ ἕνα πλοῖο. Ποιό εἶνε τὸ πλοῖο; Ἡ ἀνθρώπινη ζωή. Ἀπ᾽ τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ γεννηθῇ ὁ ἄνθρωπος μέχρις ὅτου τελειώσῃ τὴ ζωή του, εἶνε μέσα στὸ πλοῖο αὐτό, ποὺ κινδυνεύει ἀπὸ τὰ κύματα, τὰ ἄγρια κύματα.
Ποιά εἶνε τὰ κύματα αὐτά;
Ἕνα κῦμα εἶνε ἡ ἀσθένεια· ἐνῷ εἶσαι ὑγι­ής, αἴφνης ἀρρωσταίνεις, πέφτεις στὸ κρεβάτι, κινδυνεύεις νὰ πεθάνῃς· κῦμα πελώριο αὐτό. Θέλεις ἄλ­λο; Νά, ἡ χηρεία· ἐνῷ εἶσαι παντρεμένος, χάνεις τὴ γυναῖκα σου καὶ μένεις μόνος. Τί πλῆ­γμα εἶνε καὶ γιὰ τὴ γυναῖκα νὰ χάσῃ τὸν ἄν­τρα της καὶ νὰ μείνῃ χήρα μὲ μικρὰ παιδιά! Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ παιδιὰ μεγάλο κῦμα ἡ ὀρφάνια. Κῦμα ἀκόμη ἡ ἀνεργία· νὰ εἶνε κανεὶς χω­ρὶς ἀπασχόλησι, νὰ ζητάῃ ἐργασία καὶ νὰ μὴ μπορῇ νὰ βρῇ. Κῦμα εἶνε ἡ φτώχεια· νὰ μὴν ἔ­χῃ ὁ ἄνθρωπος τὰ ἀπαραίτητα νὰ καλύψῃ τὶς ἀνάγκες του. Κύματα ὅμως δὲν εἶνε καὶ ἡ ἀδικία ἢ ἡ συκοφαντία ἢ τὸ διαζύγιο;… Γεμάτη κύματα ἡ ζωὴ αὐτή. Καὶ τέλος τὸ ἀγριώτερο κῦμα· ὁ θάνατος, τὸ ναυάγιο τῆς ζωῆς, ποὺ ἔρχεται νὰ βυθίσῃ τὸ σῶμα μας στὸν τάφο. Ἀλλὰ μιλώντας τὴ γλῶσσα τοῦ Εὐ­αγγελίου πρέπει νὰ ποῦμε, ὅτι τὸ φοβερώ­τερο ἀπ᾽ ὅλα τὰ κύματα εἶνε – ποιό; ἡ ἁμαρτία! Ὅποιος ­μέ­νει ἀμετανόητος στὴν ἁμαρτία, εἴτε ὀργὴ καὶ θυ­μὸς λέγεται αὐτὴ εἴτε ἀσέλγεια καὶ πορνεία ἢ μοιχεία εἴτε κλοπὴ εἴτε φόνος εἴτε ἄλ­λο ἔγκλημα, αὐτὸς καταποντίζεται ὄχι στὸν τάφο ἀλλὰ στὸν ᾅδη ψυχικῶς καὶ σωματικῶς.
Τί πρέπει τώρα νὰ κάνουμε, ν᾽ ἀπελπιστοῦ­με; Ὄχι, ἀγαπητοί μου. Νὰ λάβουμε κ᾽ ἐμεῖς θάρρος καὶ νὰ ἔχουμε ἀκράδαντη πίστι στὸ Θεό. Ὁ Θεὸς ἔρχεται καὶ βοηθάει τὸν ἄνθρωπο, δὲν τὸν ἀφήνει. Καὶ ὁ πιστὸς ἄνθρωπος βλέπει παντοῦ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Τὸ βλέπει διαρκῶς στὴ ζωή του· κι ὅταν εἶνε μικρός, κι ὅταν μεγα­λώνει, κι ὅταν φτάνει στὰ γεράματά του, πάν­τοτε βλέπει τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὄχι μόνο τὰ ἄτομα, ἀλλὰ καὶ σύνολα, οἰκογένειες καὶ ἔθνη καὶ κοινωνίες, βλέπουν τὴν προστασία του.
Ἡ μικρή μας πατρίδα πολλὲς φορὲς στὴν ἱ­στορία της εἶδε τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Τὸ 1922 στὴ Μικρὰ Ἀσία λ.χ. ἔγινε μεγάλη συμφορά. Ἦρ­θαν οἱ Τοῦρκοι, ἔσφαξαν, σκότωσαν, ἔκαψαν, ἀνέτρεψαν τὰ πάντα, βάφτηκε μὲ αἷμα τὸ κῦ­μα τοῦ Αἰγαίου, ἡ θάλασσα κοκκίνισε ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν θυμάτων. Ὅλοι ἦταν ἀπελπισμένοι. Ἕνας δὲν ἀπελπίστηκε· ὁ ἐπίσκοπος τῆς Σμύρ­νης, ὁ τελευταῖος ἱεράρχης τῆς πόλεως, ὁ ἐ­θνομάρτυς Χρυσόστομος. Λειτούργησε γιὰ τε­­λευταία φορὰ στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς καὶ εἶπε μὲ δάκρυα στὰ μάτια· «Ὁ Θεὸς δοκιμά­ζει τὴν πίστι μας. Θαρσεῖτε, Ἕλληνες, θὰ ξη­μερώσουν καλύτερες ἡμέρες…». Καὶ ἦρθαν πρά­γμα­τι καλύτερες ἡμέρες. Τὰ 2 περίπου ἑ­κατομμύρια τῶν προσφύγων, ποὺ ἔφυγαν τότε ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, ἦρθαν στὴν Ἑλλάδα, δούλεψαν φιλότιμα καὶ ἔκαναν τὴ γῆ νὰ τινά­ξῃ ῥόδα. Μὲ τὸ δικό τους ἱδρῶτα ἡ χώρα μας σὲ λίγο ἔγινε αὐ­τάρκης· τόσο αὐ­τάρκης, ὥστε ἄρ­χισε νὰ κά­νῃ καὶ ἐξ­αγωγὲς ἐκλεκτῶν προϊόν­των της σὲ ἄλλες χῶρες τοῦ ἐξωτερικοῦ. Καὶ μόνο ὑ­λι­κῶς; Καὶ ἐ­θνολογικῶς ἀ­κόμη πολὺ εὐ­εργετήθηκε ἡ χώρα μας. Βγῆκε καὶ ἐδῶ «ἐκ τοῦ πικροῦ γλυκύ», ἀπὸ τὴν ἐθνικὴ συμφο­ρὰ σημαντικὴ ἐ­θνι­κὴ ὠ­φέ­λεια. Βρέθηκαν δηλαδὴ ἔξω ἀπὸ τὰ ἐδάφη της καὶ Τοῦρκοι καὶ Βούλγαροι καὶ Σέρβοι καὶ ἄλλοι, καὶ ἡ Ἑλλὰς ἀπέκτησε θαυμαστὴ ὁμοιογέ­νεια, ἔγινε ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον ὁμοιογενῆ κράτη. Νά τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ.
Τὰ τίμια καὶ ἀκριβὰ τὸ ξέρουμε κινδυνεύουν.
⃝ Καὶ σήμερα ἡ πατρίδα μας δοκιμάζεται. Ὅ­πως στὰ χρόνια τῶν προγόνων μας, ἔτσι καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας δοκιμάζεται μέσα στὴ φουρτουνιασμένη θάλασσα τῶν δι­πλωματι­κῶν ἀπειλῶν καὶ παγίδων. Μόνο ἡ πίστι, ἡ ἀ­κράδαντη πίστι, μπορεῖ νὰ κάνῃ τὸ θαῦμα. Ἀρκεῖ ἡ Ἑλλὰς νὰ ἐπαναλάβῃ στὸν Κύριο τὴ φωνὴ τοῦ Πέτρου «Κύριε, σῶσόν με» (ἔ.ἀ. 14,30).
⃝ Καὶ σήμερα ἡ οἰκογένεια ὡς θεσμὸς πλήττεται ἀπὸ τὰ κύματα μοντέρνων ἀντιλήψεων, συνηθειῶν καὶ νομοθετημάτων. Ἡ παιδικὴ ἐγ­κληματικότης βρίσκεται σὲ ἔξαρσι. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ποὺ ἑορτάζει τὸν Αὔγουστο, ἔλεγε· Ὅταν δῆτε νὰ ἀδειάσουν οἱ ἐκ­κλη­­σιές, θὰ γεμίσουν οἱ φυλακές. Καὶ γέμισαν ἤδη ἀπὸ ἐγκληματίες καὶ τρομοκράτες. Αὐτὰ παθαίνει ὅποιος φεύγει ἀπ᾽ τὸ Θεό. Οἱ σύζυγοι, ποὺ βλέπουν τὸ σκάφος τους νὰ κά­νῃ νερά, ἂς γονατίσουν καὶ ἂς φωνάξουν· «Κύ­ριε, σῶ­σε τὸ σπίτι μας, ἅπλωσε τὸ χέρι σου καὶ κράτησέ μας, νὰ μὴ καταποντισθοῦμε!».
⃝ Καὶ ἡ πίστι τοῦ καθενός μας δοκιμά­ζεται σήμερα. Ἔχει ν᾽ ἀντιπαλαίσῃ μὲ ἀνέμους πλά­νης, μὲ ῥεύματα ὀρ­θολογισμοῦ, μὲ καταιγίδες αἱ­­ρέσεων, μὲ κύματα εἰρωνείας, χλεύης, ὀλιγο­πι­στίας. «Κύριε, σῶσε μας», ἂς πῇ ὁ καθένας μας, καὶ «πρόσθεσέ μας πίστι» (ἔ.ἀ. 14,30· Λουκ. 17,5).

* * *

Αὐτὰ τὰ λίγα εἶχα νὰ πῶ, ἀγαπητοί μου.
Ὅλοι στὴ ζωὴ αὐτὴ δοκιμάζουμε θλίψεις. Οἱ θλίψεις εἶ­νε τὰ κύματα, ποὺ χτυποῦν τὸ πλοῖο τῆς ζωῆς μας καθημερινῶς. Ταξιδεύου­με σὲ τρικυμισμένη θάλασσα. Ἀλλὰ μὴ ἀπελπισθοῦμε· στὸ τέλος μᾶς περιμένει τὸ λιμάνι.
Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῆς περιφερείας μας συνέβη θάνατος. Πέθανε ὄχι κάποιος γέρος ἀλλὰ μία νέα κοπέλλα εἴκοσι ἐτῶν, στὸ ἄν­θος τῆς ἡλικίας της. Ἦρθε ὁ θάνατος καὶ πῆρε τὴν εὐλογη­μένη αὐ­τὴ κόρη, γιὰ τὴν ὁποία οἱ γονεῖς της ἔπλεκαν χρυσᾶ ὄνειρα· τὴν πῆρε, καὶ θλίβεται τώρα ὅλο τὸ χωριό. Θὰ πᾶμε νὰ ψάλουμε ἐκεῖ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία, τὴν κηδεία, καὶ νὰ παρηγορήσουμε τοὺς πενθοῦντας. Παρηγορία μας εἶνε ἡ πίστι στὴν κοινὴ ἀνάστασι.
Ὅσοι θέλουμε νὰ σωθοῦμε, ἐδῶ σ᾽ αὐτὴ τὴ γῆ θὰ περάσουμε θλίψεις, πολλὲς θλίψεις. Δὲν τὸ λέω ἐγώ, τὸ λέει ὁ θεόπνευστος λόγος· «Διὰ πολ­λῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 14,22)· γιὰ ν᾽ ἀξιωθοῦμε δηλαδὴ τῆς οὐρανίου βασιλείας, πρέπει νὰ περάσουμε ἀπὸ θύελλα θλίψεων. Ἀλλ᾽ ἂς μὴ ἀ­πελπιζώμεθα. Ὅποιος ἀγαπᾷ τὸ Θεὸ καὶ μένει πιστὸς σ᾽ αὐτόν, στὸ τέλος καὶ ἀπὸ τὶς θλίψεις θὰ βγῇ ὠφελημένος.
Γι᾽ αὐτὸ ἂς ὑπομένουμε τὶς θλίψεις μὲ ἐλ­πί­δα στὸ Θεὸ καὶ θάρρος στὴ νίκη. Ἕνας πιστὸς ποιητὴς ἔγραψε·
«Κι ἂν δὲν μοῦ μείνῃ ἐντὸς τοῦ κόσμου
ποῦ ν᾽ ἀκουμπήσω, νὰ σταθῶ,
ἐκεῖ ψηλὰ εἶν᾽ ὁ Θεός μου·
πῶς ἠμπορῶ ν᾽ ἀπελπισθῶ;».
Κι ἂν ὑποτεθῇ ὅτι μὲ ἐγκατέλειψαν ὅλοι, καὶ συγγενεῖς καὶ φίλοι καὶ γνωστοί, καὶ βρίσκομαι σὲ δύσκολη θέσι καὶ δὲν ἔχω ποῦ νὰ στηριχθῶ καὶ ποῦ νὰ σταθῶ, ἐκεῖ ψηλὰ εἶνε ὁ Θεός μου, πῶς μπορῶ νὰ ἀπελπιστῶ;
Στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ λοιπόν, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας, νὰ ἔ­χουμε τὴν ἐλ­πίδα μας, τὴν πίστι μας, καὶ ὁ Θεὸς δὲ θὰ μᾶς ἐγκαταλείψῃ ποτέ· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Γεωργίου Τριποτάμου – Φλωρίνης 16-8-1992)

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς:Ποιός είναι ο σκοπός της πίστεως;


  84027

Ποιός είναι ο σκοπός της πίστεως; Η σωτηρία της ψυχής. Ποιος είναι ό καρπός της πίστεως; Η σωτηρία της ψυχής. Επομένως, δεν προσκολλώμεθα στην πίστη για την πίστη, αλλά για τη σωτηρία των ψυχών μας. Κανείς δεν ταξιδεύει χάριν του δρόμου, αλλά επειδή κάποιος ή κάτι τον περιμένει στην άλλη άκρη του δρόμου. Κανείς δεν πετάει ένα σχοινί στο νερό, μέσα στο οποίο κάποιος πνίγεται, χάριν του σχοινιού αλλά χάριν εκείνου ο οποίος πνίγεται. Ο Θεός μας έδωσε την πίστη σαν ένα δρόμο, στο τέλος του οποίου οι ταξιδιώτες θα λάβουν τη σωτηρία των ψυχών τους. Ο Θεός εξέτεινε την πίστη σαν ένα σχοινί σ’ εμάς, οι οποίοι πνιγόμαστε στα μαύρα νερά της αμαρτίας, της άγνοιας και των παθών, ώστε με τη βοήθεια της πίστεως να σώσουμε τις ζωές μας.
Αυτός είναι ο σκοπός της πίστεως. Όποιος γνωρίζει την αξία της ανθρώπινης ψυχής, πρέπει να παραδεχθεί ότι δεν υπάρχει στον κόσμο τίποτε πιο απαραίτητο ή πιο ωφέλιμο από την πίστη. Ένας έμπορος που μεταφέρει πολύτιμους λίθους σ’ ένα πήλινο σκεύος, συντηρεί επιμελώς το σκεύος και το διαφυλάσσει, το κρύβει και το επιτηρεί. Μήπως ο έμπορος μεριμνά και επιβλέπει με τόση φροντίδα το σκεύος, χάριν του σκεύους; Όχι, φροντίζει για τους πολύτιμους λίθους που αυτό περιέχει.
Όλος ο επίγειος βίος μας είναι σαν ένα πήλινο σκεύος στο οποίο κρύβεται ένας ανεκτίμητος θησαυρός. Αυτός ο ανεκτίμητος θησαυρός είναι η ψυχή μας! Ένα σκεύος είναι κάτι ευτελές, αλλά ένας θησαυρός είναι πολύτιμος. Πρέπει να έχει κανείς πίστη, πρώτον στην ανθρώπινη ψυχή· δεύτερον, στη μέλλουσα λάμψη και ένδοξη ζωή της ψυχής στη Βασι­λεία του Θεού· τρίτον στον Ζωντανό Θεό που προσκαρτερεί την επιστροφή της ψυχής, την οποία Εκείνος μάς έδωσε· τέταρτον, στην πιθανότητα μία ψυχή να χαθεί στη δίνη αυτού του κόσμου. Όποιος έχει πίστη στα τέσσερα αυτά στοιχεία θα γνωρίζει πώς να προστατεύσει την ψυχή του κι επιπλέον θα γνωρίζει ότι η σωτηρία της ψυχής του είναι το τέλος του δρόμου του – ο σκοπός της πίστεώς του, ο καρπός της ζωής του, ο σκοπός της υπάρξεώς του επάνω στη γη, και η δικαί­ωση όλων των βασάνων του.
Πιστεύουμε χάριν της σωτηρίας των ψυχών ημών. Όποιος έχει αληθινή πίστη πρέπει να γνωρίζει πως η πίστη υπάρχει χάριν της σωτηρίας της ψυχής. Όποιος νομίζει πως η πίστη εξυπηρετεί άλλον σκοπό, διαφορετικό από τη σωτηρία, αυτός δεν έχει αληθινή, πίστη – ούτε γνωρίζει την αξία της ψυχής του.
Ω Πανθαύμαστε Κύριε Ιησού, Συ ο Οποίος μας έδωσες τη φωτοφόρο και νικηφόρο Πίστη: δυνάμωσε και διατήρησέ την μέσα μας, ώστε να αξιωθούμε ανεπαισχύντως να στα­θούμε προ της Κρίσεώς σου, με τις ψυχές μας αγνές και λαμπροφόρες.
Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος, Ιούλιος, εκδ. Άθως, σ. 44-46).

το  είδαμε εδώ

Θυμηθείτε τα λόγια μου, η κοινή αγορά θα γίνει ο τάφος της Ελλάδας Δπ. Αυγουστινοςέν έχουμε ανάγκη ούτε από κομμουνισμό, ούτε από σοσιαλισμό, ούτε από την Κοινή Αγορά. Οι πολιτικοί μας αναμένουν τη σωτηρία της Ελλάδος από την Κοινή Αγορά. Εγώ διαφωνώ. Δεν είμαι πολιτικός, αλλά σας το λέω καθαρά και σημειώσατέ το· Η Κοινή Αγορά θα είνε ο τάφος της Ελλάδος. Το καπιτάλ (=κεφάλαιο, χρήμα) θα κυβερνήση. Θα σβήσουν τα μικρά επαγγέλματα. Θα ᾿ρθούν στην Ελλάδα οι μεγάλοι καρχαρίες, Ιταλιάνοι, Γάλλοι, Άγγλοι…, και θ᾿ ανοίξουν μεγάλα καταστήματα. Επί παραδείγματι θα γίνη ένα μεγάλο παπουτσάδικο, που θα τροφοδοτή τον κόσμο. Αυτοί θα κερδίζουν εκατομμύρια των εκατομμυρίων· και όλα τα πτωχαδάκια, τα σπουργιτάκια, τα οποία τώρα ζούν και πετούν και τρώνε λίγα σποράκια, θα ψοφήσουν. Θα ζήσουν οι γύπες και οι κόρακες και οι μεγάλοι καρχαρίες· αυτοί θα κυβερνήσουν. Αφήνω δε ότι και ηθικώς η Κοινή Αγορά θα είνε ο τάφος της Ελλάδος. Θα μαζευτούν οι Ευρωπαίοι και θα κουβαλήσουν εδώ όλη τη διαφθορά. Τώρα τελευταία ζητούν από την κυβέρνησι, να τους παραχωρήση ένα νησάκι, για να το κάνουν καθαρώς νησί γυμνιστών, και να φύγουν οι κάτοικοι απ᾿ αυτό. Αυτή η κατάστασι διαμορφώνεται. Μπαίνουμε καθαρά στην εποχή του αντιχρίστου. Δεν χρειάζεται Κοινή Αγορά· φτάνει το Ευαγγέλιο, για να μας κυβερνήση. Καί ότι φτάνει φαίνεται από το ότι και οι άθεοι το χρησιμοποιούν. Αν πάτε στο Κρεμλίνο, είνε γραμμένο με χρυσά γράμματα, σαν ταμπέλλα, το ρητό· «Ει τις ου θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω». Θα το δούμε παρακάτω. Μόνο που αυτοί το άλλαξαν λίγο και λένε· Όποιος δεν εργάζεται, ούτε και να τρώη. Το έγραψαν αυτοί, αλλά δεν το εφαρμόζουν Αυτός είνε παγκόσμιος νόμος· δουλειά, και να σού δίνουν ο,τι χρειάζεσαι για να ζήσης. Όχι προνόμια. Επειδή σπούδασες γιατρός, πρέπει να παίρνης μέσα στην Αθήνα 500.000 δραχμές την ημέρα και να οργιάζης τη νύχτα με τις πόρνες; Κ᾿ επειδή έγινες μηχανικός η καθηγητής η δεσπότης η νομάρχης, πρέπει να παίρνης πιο πολλά; Δεν έχεις εσύ στομάχι μεγάλο, και ο άλλος καναρινιού. Ένα στομάχι έδωσε ο Θεός, σ᾿ όλους το ίδιο. Τι σημασία έχει αν εσύ σπούδασες, κι ο άλλος δουλεύει στους δρόμους; Όλοι οι άνθρωποι έχουν ίση αξία. Ποιός τα παραδέχεται αυτά; Θέλεις εσύ Ιησούν τον Ναζωραίον η τον Βαραββάν; Βαραββάν ζητάς; Οι Βαραββαδες θα κυβερνήσουν… Θα τα γράψω αυτά. Το τι θ᾿ ακούσω δεν περιγράφεται. Ο ένας θα μου πη ότι είμαι σοσιαλιστής, ο άλλος θα με πη κομμουνιστή. Όχι, κύριε, δεν είμαι τίποτε απ᾿ αυτά· είμαι μόνο Χριστιανός. Δεν με ακούς; Τότε θα έρθη ο αντίχριστος για να σε κυβερνήση και θα γίνουν αυτά που είπαμε. Και άλλη φορά ο Γέροντας (στην Αθήνα το 1972) με το προφητικό του μάτι είδε την καταστροφή της Ελλάδος από την ΕΟΚ, ακούστε τον.. πηγη


PROGHTEIA
Θυμηθείτε τα λόγια μου, η κοινή αγορά θα γίνει ο τάφος της Ελλάδας
π. Αυγουστινος
έν έχουμε ανάγκη ούτε από κομμουνισμό, ούτε από σοσιαλισμό, ούτε από την Κοινή Αγορά.
Οι πολιτικοί μας αναμένουν τη σωτηρία της Ελλάδος από την Κοινή Αγορά. Εγώ διαφωνώ. Δεν είμαι πολιτικός, αλλά σας το λέω καθαρά και σημειώσατέ το· Η Κοινή Αγορά θα είνε ο τάφος της Ελλάδος.
Το καπιτάλ (=κεφάλαιο, χρήμα) θα κυβερνήση. Θα σβήσουν τα μικρά επαγγέλματα. Θα ᾿ρθούν στην Ελλάδα οι μεγάλοι καρχαρίες, Ιταλιάνοι, Γάλλοι, Άγγλοι…, και θ᾿ ανοίξουν μεγάλα καταστήματα. Επί παραδείγματι θα γίνη ένα μεγάλο παπουτσάδικο, που θα τροφοδοτή τον κόσμο. Αυτοί θα κερδίζουν εκατομμύρια των εκατομμυρίων· και όλα τα πτωχαδάκια, τα σπουργιτάκια, τα οποία τώρα ζούν και πετούν και τρώνε λίγα σποράκια, θα ψοφήσουν. Θα ζήσουν οι γύπες και οι κόρακες και οι μεγάλοι καρχαρίες· αυτοί θα κυβερνήσουν.
Αφήνω δε ότι και ηθικώς η Κοινή Αγορά θα είνε ο τάφος της Ελλάδος. Θα μαζευτούν οι Ευρωπαίοι και θα κουβαλήσουν εδώ όλη τη διαφθορά. Τώρα τελευταία ζητούν από την κυβέρνησι, να τους παραχωρήση ένα νησάκι, για να το κάνουν καθαρώς νησί γυμνιστών, και να φύγουν οι κάτοικοι απ᾿ αυτό. Αυτή η κατάστασι διαμορφώνεται. Μπαίνουμε καθαρά στην εποχή του αντιχρίστου.
Δεν χρειάζεται Κοινή Αγορά· φτάνει το Ευαγγέλιο, για να μας κυβερνήση. Καί ότι φτάνει φαίνεται από το ότι και οι άθεοι το χρησιμοποιούν.
Αν πάτε στο Κρεμλίνο, είνε γραμμένο με χρυσά γράμματα, σαν ταμπέλλα, το ρητό· «Ει τις ου θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω». Θα το δούμε παρακάτω. Μόνο που αυτοί το άλλαξαν λίγο και λένε· Όποιος δεν εργάζεται, ούτε και να τρώη. Το έγραψαν αυτοί, αλλά δεν το εφαρμόζουν

Αυτός είνε παγκόσμιος νόμος· δουλειά, και να σού δίνουν ο,τι χρειάζεσαι για να ζήσης. Όχι προνόμια. Επειδή σπούδασες γιατρός, πρέπει να παίρνης μέσα στην Αθήνα 500.000 δραχμές την ημέρα και να οργιάζης τη νύχτα με τις πόρνες; Κ᾿ επειδή έγινες μηχανικός η καθηγητής η δεσπότης η νομάρχης, πρέπει να παίρνης πιο πολλά; Δεν έχεις εσύ στομάχι μεγάλο, και ο άλλος καναρινιού. Ένα στομάχι έδωσε ο Θεός, σ᾿ όλους το ίδιο. Τι σημασία έχει αν εσύ σπούδασες, κι ο άλλος δουλεύει στους δρόμους; Όλοι οι άνθρωποι έχουν ίση αξία. Ποιός τα παραδέχεται αυτά; Θέλεις εσύ Ιησούν τον Ναζωραίον η τον Βαραββάν; Βαραββάν ζητάς; Οι Βαραββαδες θα κυβερνήσουν…
Θα τα γράψω αυτά. Το τι θ᾿ ακούσω δεν περιγράφεται. Ο ένας θα μου πη ότι είμαι σοσιαλιστής, ο άλλος θα με πη κομμουνιστή. Όχι, κύριε, δεν είμαι τίποτε απ᾿ αυτά· είμαι μόνο Χριστιανός.
Δεν με ακούς; Τότε θα έρθη ο αντίχριστος για να σε κυβερνήση και θα γίνουν αυτά που είπαμε.
Και άλλη φορά ο Γέροντας (στην Αθήνα το 1972) με το προφητικό του μάτι είδε την καταστροφή της Ελλάδος από την ΕΟΚ, ακούστε τον..

Άγιοι Επτά Μακαβαίοι, η μητέρα τους Σολομονή και ο διδάσκαλός τους Ελεαζάρος




«Αὐτοκράτωρ ἐστὶ τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισμός» (Δ. Μακκαβαίων, α' 7, θ'4). Ο ευσεβής λογισμός είναι κυρίαρχος και εξουσιαστής επί των παθών. Αυτό με περίσσια ανδρεία απέδειξαν οι επτά αδελφοί Μακκαβαίοι με τη στάση τους απέναντι στο βασιλιά της Συρίας Αντίοχο (περί το 5327 από κτίσεως κόσμου ή 173 π.Χ.), όταν αυτός τους έταξε δόξες, τιμές και επίγειες απολαύσεις, αν αυτοί καταπατούσαν το Μωσαϊκό νόμο και έτρωγαν από τα απαγορευμένα φαγητά που τους πρόσφερε. Προηγήθηκε ο ενενηκονταετής διδάσκαλος τους, Ελεάζαρος, που εφάρμοσε στο έπακρο το νόμο που τους δίδασκε, με αποτέλεσμα ο Αντίοχος να τον ρίξει στη φωτιά. Εμπνεόμενα από τη θυσία του γέροντα διδασκάλου τους, τα επτά αδέλφια κράτησαν την ίδια γενναία στάση απέναντι στο βασιλιά, όταν τους κάλεσε μπροστά του. Στην αρχή ο Αντίοχος προσπάθησε να τους κολακεύσει με διάφορα εγκώμια για τη νιότη τους. Τους είπε ότι αν έτρωγαν από τα ειδωλόθυτα που τους πρόσφερε, θα απολάμβαναν μεγάλες τιμές, και φυσικά θα τους έσωζε από το θάνατο. Τότε οι επτά αδελφοί απάντησαν στον Αντίοχο: «χαλεπώτερον γὰρ αὐτοῦ τοῦ θανάτου νομίζομεν εἶναι σοῦ τὸν ἐπὶ τὴ παρανομῶ σωτηρία ἠμῶν ἔλεον». Δηλαδή, είναι περισσότερο επιβλαβής και απ' αυτόν το θάνατο, νομίζουμε, η συμπάθεια σου για την παράνομη σωτηρία μας. Εξοργισμένος τότε ο Αντίοχος, με τροχούς, φωτιά και ακόντια, έναν-έναν τους σκότωσε όλους. Όταν είδε αυτό η μητέρα τους Σολομονή, ρίχτηκε μόνη της στη φωτιά και έτσι όλοι μαζί πήραν το στεφάνι του μαρτυρίου.
Τα ονόματα των Επτά Μακαβαίών είναι: Αβείμ (ή Άβιβος), Αντώνιος (ή Αντωνίνος) ,Γουρίας, Ελεαζάρος, Ευσέβωνας, Αχείμ, Μάρκελλος (ή Σάμωνας, ή Εύλαλος ή Μάρκος).


Ἀπολυτίκιον
 
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.


Τῶν Μακκαβαίων τὸν ἐπτάριθμον δῆμον, σὺν τὴ μητρὶ Σολομονὴ τὴ ἁγία, καὶ Ἐλεάζαρ ἅμα εὐφημήσωμεν οὗτοι γὰρ ἠρίστευσαν, δι' ἀγώνων νομίμων, ὡς φρουροὶ καὶ φύλακες, τῶν τοῦ Νόμου δογμάτων καὶ νῦν ὡς καλλιμάρτυρες Χριστοῦ, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, ἀπαύστως πρεσβεύουσι.

Ο Σατανάς εμποδίζει το καλό και φέρνει σύγχυση σην προσευχή

Ο Σατανάς εμποδίζει το καλό και φέρνει σύγχυση σην προσευχή
Στη Σκήτη των Καυσοκαλυβίων, στην Καλύβα «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» ασκήτευε ό Γέροντας Αγάπιος Μοναχός με τη συνοδεία του, το Μοναχό Πηγάσιο, πού περνούσαν πολύ φτωχικά και στερημένα.
Κατά το έτος 1935 - 6, ο υποτακτικός Πηγάσιος, θύμισε στον Γέροντα του Αγάπιο, πώς καλά θα ήταν, άμα τελειώσει την άλλη μέρα το πρωί ή προσευχή της Ακολουθίας, να γυρίσει με ένα γράμμα, της Κυριάρχου Μονής Μεγίστης Λαύρας, πού το λένε «Απανταχούσα» στα άλλα Καλύβια της Σκήτης για να μαζέψει ελεημοσύνες και οικονομική ενίσχυση να μπορέσουν να διορθώσουν το Καλύβι τους πού ήταν ερειπωμένο.
Ο Γέρο - Αγάπιος βρήκε καλή τη γνώμη του υποτακτικού του, κι ετοιμάστηκε να φύγει, αφού τελείωσε ή Ακολουθία του Όρθρου. Ο αδελφός Πηγάσιος θα συνέχιζε την προσευχή, με την ανάγνωση των Ωρών, των Τυπικών, της Παρακλήσεως και λοιπής Ακολουθίας.

αφού τελείωσε την πρώτη, τρίτη και έκτη Ώρα, ό αδελφός Πηγάσιος του φάνηκε πώς κινιόταν μια σκιά μέσα στο ιερό, ή οποία πολλές φορές κοιτούσε προς το αναλόγιο. Πρόσεξε λίγο και του φάνηκε πώς ήταν ό Γέροντας του, προς τον όποιο είπε ό Πηγάσιος: «Καλά Γέροντα δεν έφυγες; Γιατί δε θέλεις να πας, αφού ξέρεις πώς είναι ανάγκη, έφ' όσον όμως δεν θέλεις να πας για την Απανταχούσα, τι να σου ειπώ, κάτσε φτού, αφού σου αρέσει να είσαι φυλακή». Κι όταν είπε αυτά, συνέχισε την προσευχή του.

Όταν τελείωσε όλη την Ακολουθία κι ετοιμαζότανε να βγει από την εκκλησία, ο Μοναχός Πηγάσιος βλέπει και πάλι τη σκιά να είναι προσηλωμένη στη θέση της, πού από την αρχή του φάνηκε πώς είδε. Τότε πλησίασε να βεβαιωθεί περί τίνος πρόκειται, και είδε πώς δεν ήταν ό Γέροντας του και το φαινόμενο μεγάλωνε τόσο πολύ, πού έφτασε στο ύψος το ταβάνι της εκκλησίας.

Ό αδελφός Πηγάσιος κατάλαβε πώς δεν ήταν ό Γέροντας του, αλλά ήταν ακάθαρτο πνεύμα και τον κατέλαβε αόρατος φόβος και τρόμος τόσο πολύ, πού άρχισε να τρέμει και να παρακαλεί τον Κύριο να τον απαλλάξει από την παρουσία του. Με τη χάρι του Θεού, το μεν ακάθαρτο πνεύμα εξαφανίστηκε, ό δε Πηγάσιος έφυγε από την εκκλησία κι από το σπίτι ακόμη και πήγε στο γείτονα του, τον Γέρο - Νικόδημο στην Καλύβα πού είναι δίπλα από τον Ευαγγελισμό «Μεταμόρφωσις του Σωτήρος».

Ό Γέρο - Νικόδημος, άμα είδε τρομαγμένο τον αδελφό Πηγάσιο, πήγε μαζί του στην εκκλησία της Καλύβης τους και διαπίστωσαν και οί δυο, πώς δεν υπήρχε τίποτα, γιατί είχε εξαφανιστεί ό Δαίμονας, πού με τη μηχανή του αύτη, θέλησε να συγχύσει τον αδελφό, να διακόψει την προσευχή του και να αφαιρέσει το νου του Μονάχου από τη θεία θεωρία και πνευματική προσήλωση, αλλά και να του δημιουργήσει αίσθημα φοβίας, πράγμα πού σε πολλούς μοναχούς επιχειρεί και μάλιστα στους αρχάριους κάνει θορύβους με φανταστικές κινήσεις, αλλόκοτους κρότους και άναρθρες κραυγές, στις όποιες δεν πρέπει ποτέ να δίνομαι σημασία, διότι ό Δαίμονας χωρίς την άδεια και παραχώρηση του Θεού δεν μπορεί ποτέ να βλάψει το πλάσμα του Θεού τον άνθρωπο.

Η Θεοτόκος και το μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας στην ερμηνεία των νηπτικών πατέρων

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΟΜΑΝ 
Η Θεοτόκος και το μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας στην ερμηνεία των νηπτικών πατέρων
Θα μου επιτρέψετε μια πιο προσωπική, πιο ανθρώπι­νη προσέγγιση του θέματος, παρ' όλο που βρισκόμαστε σ' ένα αυστηρά επιστημονικό συνέδριο. Έχω ιδιαίτε­ρους λόγους να το κάνω. Ο σημαντικότερος απ' αυτούς είναι η ίδια η επαφή με τους νηπτικούς πατέρες, με τα συγγράμματά τους, που μου υπαγόρευσε κατά κάποιο τρόπο αυτό το προσωπικό τόνο στην διαπραγμάτευση του θέματος.

Γι' αυτό ακριβώς, πριν περάσω στην διαπραγμάτευ­ση του θέματος, θα ήθελα να εκφράσω την βαθειά συγκί­νηση την οποία αισθάνομαι βρισκόμενος για πρώτη φο­ρά στους Αγίους Τόπους, στα Θεοβάδιστα αυτά μέρη, ό­που βάδισαν όχι μόνο τα ουράνια βήματα του Αρχαγγέ­λου Γαβριήλ, τα άχραντα βήματα της Παναγίας και των άλλων προσωπικοτήτων της Ιεράς Βιβλικής Ιστορίας, αλλά ακόμη εκείνα του Ιδίου του Θεανθρώπου, του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Δοξάζω τον Πανάγαθο Θεό για το μεγάλο αυτό δώρο και ευχαριστώ θερμότατα τους οργανωτές του παρόντος πανορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου.

Ο λόγος που με οδήγησε στην επιλογή αυτού του θέματος υπήρξε η επιθυμία μου να εκφράσω, με την ευ­καιρία του πρώτου προσκυνήματος στους Αγίους Τό­πους, την ευλάβεια και την ευγνωμοσύνη μου, της οικο­γενείας μου και των πιστών της ενορίας μου προς την Μητέρα του Θεού, προς την Δέσποινα του κόσμου για τις πλούσιες ευλογίες και ευεργεσίες Της προς εμάς. Και είχα την διαίσθηση ότι καταλληλώτερα και εκφραστικώτερα λόγια απ' αυτό το σκοπό δεν θα έβρισκα άλ­λα απ' εκείνα των νηπτικών πατέρων.

Και πράγματι, αυτά που βρήκα για την Θεοτόκο και την Μητέρα του Θεού στους νηπτικούς φιλοκαλικούς πατέρες ξεπέρασαν κατά πολύ τις προσδοκίες μου.

Σ' αυτό το σημείο οφείλω μια διευκρίνιση. Με τον όρο νηπτικοί ή φιλοκαλικοί πατέρες, εννοώ όχι μόνο ε­κείνους τους Πατέρες των οποίων τα συγγράμματα απο­τελούν την γνωστή Φιλοκαλία, αλλά όλους τους Πατέ­ρες της Εκκλησίας που εντάσσονται στη συνεχή αγιοπνευματική θεολογική παράδοση, η οποία αρχίζει με την πρώτη Εκκλησία, με τα ίδια τα βιβλία της Καινής Διαθήκης και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Θα ήταν ίσως καλύτερα να μιλήσουμε για μια νηπτική ή φιλοκαλική θεολογία, εννοώντας εκείνη την θεολογία η οποία πηγά­ζει από την βίωση της Θείας Χάριτος και προσπαθεί να εκφράσει την εμπειρία της μέθεξης στον κόσμο του Θε­ού, στη Βασιλεία των ουρανών.

Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι η πρώτη συλλογή φιλοκαλικών κειμένων διευρύνθηκε κατά καιρούς. Θα αναφέ­ρω μόνο το γεγονός ότι η ρουμανική έκδοση της Φιλοκαλίας -η οποία οφείλεται στον μακαριστό μεγάλο φιλοκαλικό θεολόγο π. Δημήτριο Στανιλοάε- έχει δώδε­κα τόμους. Ενώ, προσωπικά, πιστεύω ότι, κείμενα συγ­χρόνων νηπτικών πατέρων μπορούν να εισαχθούν χωρίς καμία επιφύλαξη στην καθιερωμένη μεν, αλλά όχι κλει­στή, σειρά των φιλοκαλικών κειμένων. Αναφέρω ενδει­κτικά τα βιβλία του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη, του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού, καλούμενον Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας και του ανωνύμου ησυχαστού, Νηπτική Θεωρία, το οποίο είχα την ευλογία να μετα­φράσω στην ρουμανική γλώσσα.

  Επανέρχομαι και σημειώνω το πραγματικά ξεχωρι­στό ενδιαφέρον που δείχνουν οι νηπτικοί πατέρες στο πρόσωπο της Μητέρας του Θεού και στο ρόλο Της στο μυστήριο της ενσάρκου θείας οικονομίας. 
Ταυτόχρονα, διαπιστώνει κανείς μία ιδιαίτερη οικειότητα αυτών των αγίων Πατέρων προς το πρόσωπο της Παναγίας. Εξάλ­λου, είναι γνωστό ότι στην ορθόδοξη ανατολική θεολο­γική παράδοση δεν γίνεται διαχωρισμός ανάμεσα στο πρόσωπο και το έργο του ίδιου προσώπου. Αυτό εξηγεί γιατί, η θεώρηση και η εκτίμηση του έργου του Χριστού, της Παναγίας ή των αγίων της Εκκλησίας, οδη­γούν τον ερευνητή σε ένα έντονο ενδιαφέρον για το πρό­σωπο εκείνων και τελικά στην επιθυμία μιας προσωπι­κής αγαπητικής σχέσης μ' αυτούς. Η προσοχή των φιλοκαλικών πατέρων επικεντρώνεται, πρώτα απ' όλα στο ίδιο το πρόσωπο της Παναγίας, γι' αυτό κάθε αναφορά σ' Αυτήν προϋποθέτει μια προσωπική σχέση και μια προσωπική τοποθέτηση. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι μοναχοί της αθωνικής πολιτείας αισθάνονται εκεί σαν το Περιβόλι της Παναγίας και ότι όλοι οι ορθόδο­ξοι μοναχοί έχουν την Θεοτόκο ως Προστάτισσα.


Την ίδια ευλάβεια και οικειότητα προς το πρόσωπο της Μητέρας του Θεού συναντάμε στην ζωή των απλών πιστών μας. Ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους ρουμάνους πνευματικούς, ο π. Παΐσιος Ολάρου, έλεγε ότι ο πατέρας του, απλός αγρότης, ήξερε απ' έξω τον πα­ρακλητικό κανόνα προς την Θεοτόκο και τον έλεγε κα­θημερινά, ενώ ο ίδιος ο πατήρ Παΐσιος συμβούλευε όλους τους πιστούς να ζουν κάθε μέρα με την συνείδηση ότι βρίσκονται στην αγκαλιά της Παναγίας. Αυτή η ι­διαίτερη ευλάβεια των πιστών προς την Παναγία είναι μία φυσιολογική συνέπεια, και συνέχεια ταυτόχρονα, της λειτουργικής ζωής της Εκκλησίας, όπου η Θεοτό­κος κατέχει μια κεντρική θέση, αλλά είναι και μια βέβαιη απήχηση της φιλοκαλικής νηπτικής θεολογίας και πνευματικότητας(1).

Οι φιλοκαλικοί πατέρες αναπτύσσουν μία πλουσιό­τατη μαριολογία ή, μάλλον σωστότερα, μία πλουσιότα­τη θεοτοκολογία(2) παρ' όλο που όπως είναι γνωστό και λέχθηκε κιόλας εδώ, οι βιβλικές αναφορές στην Πανα­γία είναι λίγες. Θα περιορισθούμε σε μερικές μόνο πτυ­χές του θέματος, για να κλείσουμε με σύντομα συμπερά­σματα.

Καταρχήν, μπροστά στο μυστήριο του Προσώπου της Μητέρας του Θεού, οι πατέρες ομολογούν την αδυ­ναμία τους να εκφράζουν αυτά που αισθάνονται και βιώνουν και δεν βρίσκουν άλλη κατάλληλη γλώσσα παρά την υμνολογική, την δοξολογική.

 Γράφει ενδεικτικά ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ο οποίος και ανακεφαλαιώνει, συνοψίζει και αυξάνει την μέχρι αυτόν αντίστοιχη νηπτική παράδοση:
  ''Εις την υπόθεσιν της ανωτέρας πάντων των αγίων Μητρός του Θεού... όχι μόνο ένας ρήτωρ, ο πλέον δια­λεκτός από όλους, δεν ήθελε φθάσει να εγκωμιάση κατ' αξίαν, αλλά αν ήταν δυνατόν να ευρεθούν και να γενούν ένα στόμα όλοι όσοι εσώθησαν με τον άφθορον τόκον της, πάλι δεν ήθελε φθάσουν ουδέ εις το ελάχιστον.
 Διό­τι, ανίσως και όλη η κτίσις δεν είναι ικανή να προσφέρη εις Αυτήν καν σήμερον δοξολογίαν, ωσάν έγινε μήτηρ του Κτίστου των απάντων, πώς ήθελε είναι ικανή η δύναμις μόνων των ανθρώπων, καν και ολονών είπης, να δοξολογήση τα μεγαλεία της;
Και δεν ήθελε φανή ωσάν μικροτάτη ρανίδα έμπροσθεν εις μίαν άβυσσον δόξης; Ποίος νους ήθελε δυνηθή, δεν λέγω να χωρήση μέσα εις το βάθος αλλ' ουδέ όλως να παρακύψη, καν εις τα προαύλια της θείας ταύτης σκηνής, δηλαδή της Παρθένου, εις την οποίαν εκατοίκησεν ο υπεράνω πάντων των ό­ντων Θεός. ο των ουρανών Βασιλεύς(3)...

Αλλού, ο ίδιος Πατήρ λέγει, θαυμάζοντας το έργο που τελείται από τον Ίδιο τον Θεό μέσα από το πρόσω­πο της Παναγίας:

''Αλλ' ω Θεομήτωρ Παρθένε, και ποίος λόγος δύνα­ται να επαινέση το θείον σου κάλλος; Επειδή τα ειδικά σου χαρίσματα δεν περιορίζονται από λόγους και νοή­ματα, διότι υπερβαίνουν κάθε λόγον και διάνοιαν... Έτσι εσκήνωσε σ' αυτήν απορρήτως και από αυτήν προήλθε σαρκοφόρος ο Λόγος του Θεού, θεουργώντας την φύση μας και χαρίζοντάς μας κατά τον θείον απόστολο αγαθά «στα οποία επιθυμούν να παρακυττάζουν άγγελοι». Κι αυτό είναι το υπερφυές εγκώμιο και η υπέρδοξη δόξα αυτής της αειπαρθένου, ενώπιον της ο­ποίας ηττάται κάθε νους και λόγος, ακόμη και αγγελικός αν είναι. Τα δε μετά την απόρρητη γέννηση ποίος λόγος θα μπορέσει να εκφράσει(4);

Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, βλέποντας ότι κάθε «ύμνος ηττάται συνεκτείνεσθαι σπεύδων»απέναντι στα μεγαλεία της Θεοτόκου, καταλήγει:

Έστι μεν ανθρώπων ουδείς, ος κατ' αξίαν την θεομήτορα ευφημήσαι δυνήσεται, ουδ' ει μύριαι γλώσσαι συνέλθοιεν, των καθηκόντων επαίνων εφίκοιντο. Πάντα γαρ αυτή θεσμόν εγκωμίων υπέρκειται...(5)

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο οποίος και έ­γραψε χιλιάδες σελίδες για την Μητέρα του Θεού, γρά­φει και τα παρακάτω, τα οποία απηχούν την θεολογία των μεγάλων φιλοκαλικών πατέρωνΜαξίμου του Ομολογητού, Ανδρέου Κρήτης και Γρηγορίου Παλαμά, και εξηγεί ότι αυτός ο θαυμασμός μπροστά στα μεγαλεία της Παναγίας οφείλεται στο μοναδικό Της ρόλο στην ένσαρκον οικονομία του Θεού:

''Αν τα εννέα τάγματα των αγγέλων ήθελον κρημνισθή από τους ουρανούς, και να γενούν δαίμονες. Αν όλοι οι άνθρωποι εγένοντο κακοί. Αν όλα τα κτίσματα, ουρανός, φωστήρες, ιερείς, ζώα, ήθελον αποστατήσει κατά του Θεού. Όλαι αυταί αι κακίαι των κτισμάτων συγκρινόμεναι με το πλήρωμα της Αγιότητος της Θεο­τόκου δεν εδύναντο να λυπήσουν τον Θεόν. 
Διότι μόνη η Κυρία Θεοτόκος ήτο ικανή να τον ευχαρίστηση κατά πάντα. Αυτή μοναχή, σταθείσα ανάμεσον Θεού και αν­θρώπων, τον μεν Θεόν υιόν ανθρώπου εποίησε, τους δε ανθρώπους υιούς Θεού. Χωρίς την μεσιτείαν αυτής κανέ­νας, ούτε άγγελος, ούτε άνθρωπος, δύναται να πλησίαση εις τον Θεόν, επειδή και αυτή ευρίσκεται μόνον μεθόριον αναμεταξύ της ακτίστου και κτιστής φύσεως. Αυτή μόνη είναι θεός αμέσως μετά τον Θεόν και έχει τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος, ως ούσα Μήτηρ αληθώς του Θεού. και Αυτή μοναχή είναι, όχι μόνον ο θησαυροφύλαξ όλου του πλούτου της θεότητος, αλλά και ο διαμοιραστής εις όλους, και αγγέλους και ανθρώπους, όλων των από Θεού διδομένων εις την κτίσιν υπέρ φυσικών ελλάμψεων και θείων και πνευματικών χαρισμάτων. 
Και δεν είναι τινάς που να την επεκαλέσθη με πίστιν και να μην του υπήκουσε με ευσπλαχνίαν. Αυτός ο Υιός του Θεού και αγαπητός Υιός της Παρθένου έδωκε τη μητέρα Του δια μητέρα μας και συνήγορον να μας βοηθή προς σωτηρίαν μας.

Μια, πράγματι, τολμηρή γλώσσα, η οποία προκαλεί την αντίδραση των θεολόγων της εποχής και αναγκάζει τον Άγιον Νικόδημο να απαντήσει με μια απολογία. Στην απολογία αυτή θεμελιώνει τις απόψεις του πάνω σε κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, ανάμεσα στους ο­ποίους σημαντική θέση κατέχει ο Άγιος Γρηγόριος Πα­λαμάς.
 Από τον εκτεταμένο δεύτερο Λόγο του εις τα Εισόδια της Θεοτόκου αναφέρει και το έξης κείμενο του μεγάλου ησυχαστή θεολόγου.

''Αύτη πρώτη δεχόμενη το πλήρωμα του τα σύμπαντα πληρούντος καθίστησε τοις πάσι χωρητόν κατά το μέτρον της εκάστου καθαρότητος, ώστε προς αυτήν οράν τας ανωτάτω Χερουβικάς Ιεραρχίας, απλώς πάσι τε και πάσαις κατά το μέτρον του προς αυτήν απαθούς και θείου πόθου και του αΰλου και αλήκτου έρωτος έψεται και η του θείου φωτισμού τανότης... Ουκούν αυτή μόνη μεθόριον έστι κτιστής και ακτίστου φύσεως και ουδείς αν έλθοι προς Θεόν ειμή δι' αυτής. Και ουδέν των εκ Θε­ού δωρημάτων, ειμή δι' αυτής.

 Η θεολογική και υμνολογική αυτή τόλμη των νη­πτικών πατέρων βασίζεται όχι μονάχα στην διδασκαλία και στις ιστορικές πληροφορίες περί της Θεοτόκου, αλ­λά κυρίως στην προσωπική εμπειρία της σχέσεώς τους με την ίδια την Μητέρα του Θεού. 
Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς αισθάνεται δειλίαν μπροστά στην δόξα, το κάλλος και τα μεγαλεία της Θεοτόκου, αλλά παίρνει θάρρος ενθυμούμενος τις εμφανίσεις της Παναγίας προς αυτόν και τις πλούσιες δωρεές της, τις οποίες ομολογεί με ευγνωμοσύνη, αφού όταν έγραφε, ήταν νωπές στην μνήμη του.

Και οι χάριτες -γράφει ο άγιος- όπου έλαβον από Αυτήν έως τώρα, και προς τούτας η ακένωτος της Παρ­θένου φιλανθρωπία υπόσχονται να μοι συγχωρήσουν δια τούτο. Επειδή και Αυτή ωσάν μια ψυχή, συγκρατεί ό­λους της τους υπηκόους, και ευρισκομένη πάντοτε κο­ντά εις όλους όπου την επικαλούνται, τελεί πάντα προς το συμφέρον με την ακατάπαυστον προς τον Υιόν της πρεσβείαν, καθώς ημείς εμπράκτως εγνωρίσαμεν, και έχομεν την πίστιν βεβαιοτέραν από τα αγαθά όπου αυτή μας εχάρισεν(8).

Αναφέρουμε ως προς αυτό και μια συγκινητική ενός συγχρόνου νηπτικού πατρός μαρτυρία. Πρόκειται για τον Όσιο Σιλουανό, ο οποίος γράφει σχετικά:

 Δεν ψεύδομαι, λέγω την αλήθειαν ενώπιον του Θεού, ότι εν τω πνεύματι γνωρίζω την άχραντον Παρθένον. Δεν είδον Αυτήν, αλλά το Πνεύμα το Άγιον έδωκεν εις εμέ να γνωρίσω Αυτήν και την αγάπην της δι' ημάς. Άνευ της ευσπλαχνίας της, η ψυχή μου θα απώλετο προ πολλού. Εκείνη όμως ηυδόκησε να με επισκεφθή και να με νουθετήση, ίνα μη αμαρτάνω. Είπεν εις εμέ «Δεν εί­ναι αρεστόν εις εμέ να βλέπω τα έργα σου». 
Οι λόγοι Αυτής ήσαν ευχάριστοι, ήρεμοι, πράοι, και συνεκίνησαν την ψυχήν. Παρήλθον υπέρ τα τεσσαράκοντα έτη, αλλ' η ψυχή μου δεν δύναται να λησμονήση εκείνην την γλυκείαν φωνήν και δεν γνωρίζω πώς να ευχαριστήσω την αγαθήν ελεούσαν Μητέρα του Θεού. Και. Τί να α­νταποδώσω εγώ εις την Υπεραγίαν Δέσποιναν, Ήτις δεν με απεστράφη βεβυθισμένον εις την αμαρτίαν, αλλά επεσκέφθη εμέ ελεημόνως και με εσυνέτισε.

 Το βασικό κίνητρο της προσωπικής αυτής σχέσεως και της θεολογίας ή μάλλον υμνολογίας των νηπτικών πατέρων είναι ο απαθής πόθος τους, που τους ελκύει προς την Παναγία. 
Χαίροις, Μαρία, γλυκύτατον της Άννης θυγάτριον -γράφει ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός- προς σε γαρ αύθις ο πόθος ανθέλκει με... 
Ο Άγιος Γρη­γόριος Παλαμάς μιλάει και αυτός περί του απαθούς και θείου πόθου και περί του αΰλου και αλήκτου έρωτος. 
Ο Άγιος Νικόδημος γράφει πάλι.:Ω, γλυκυτάτη και πράγ­μα και όνομα Μαριάμ, τί πάθος είναι τούτο, όπου αισθά­νομαι εις τον εαυτόν μου; εγώ δεν ημπορώ να χορτάσω τους επαίνους των μεγαλείων σου. Όσον γαρ περισσότερον τα επαινώ, τόσο περισσότερον τα ορέγομαι, και ο πόθος μου επ' άπειρον προβαίνει, και η επιθυμία μου ακόρεστος γίνεται. διό και πάλιν επιθυμώ να τα επαινέσω.

Πρόκειται για μια αγαπητική σχέση παρόμοια μ' ε­κείνη που ποθούν οι πατέρες οι φιλοκαλικοί να έχουν με τον Ίδιο τον Θεόν και στην οποία η Παναγία ανταπο­κρίνεται χωρίς καθυστέρηση. Η ψυχή μου ούτως έλκε­ται προς Αυτήν δια της αγάπης ώστε και μόνον η επίκλησις του ονόματός της γλυκαίνη την καρδίαν μου.

Άλλος σύγχρονος αγιορείτης μοναχός, ο Αθανά­σιος Ιβηρίτης, εκφράζει με τους ίδιους όρους την χάριν που λαμβάνει η ψυχή του μπροστά στην θεωρία του μυ­στηρίου της ενσάρκου οικονομίας:

Τρυφή ουράνια και απόλαυσις υπερκόσμιος η στιγ­μή, καθ' ην ο άνθρωπος σκέπτεται το μυστήριον της εν­σάρκου οικονομίας με όργανον την Παναγίαν Παρθέ­νον. Η Μαρία με τον Ιησούν, ο Ιησούς με την Μαρίαν, τα δύο αυτά πάνσεπτα και γλυκύτατα ονόματα, ιδού ο Παράδεισος.

Από αυτή τη βιωματική εμπειρία των νηπτικών πα­τέρων πηγάζει η αναφερόμενη πλουσιότατη θεοτοκολο­γία ή μαριολογία, η οποία εκφράζεται σε γλώσσα αποφατική, υμνολογική, ποιητική. Η αγάπη τους προς την Παναγία είναι εκείνη που ανοίγει τους πνευματικούς ο­φθαλμούς να γνωρίζουν το μυστήριο. Αδυνατούμε να συλλάβουμε τούτο, διότι ολίγη είναι η αγάπη ημών... λέγει πάλι ο Άγιος Σιλουανός. 
Η αγάπη είναι το μοναδικό κίνητρο που ωθεί τους πατέρες να γνωρίζουν το μυ­στήριο και να θεολογούν, επειδή η γνώση και η θεολο­γία γι' αυτούς είναι μέθεξη, είναι συμμετοχή, κοινωνία, αγαπητική σχέση. Απ' εδώ και ο πόθος να γνωρίζουν.

Παρατηρώντας, με κάποιο παράπονο, ότι η Γραφή μας προσφέρει πολύ πενιχρές πληροφορίες για την Πα­ναγία, ο ίδιος όσιος πατήρ γράφει:

 Αι ψυχαί ημών έλκονται να γνωρίσουν περί της ζω­ής Σου μετά του Κυρίου επί γης, Συ δε δεν ηυδόκησας να παραδώσης πάντα ταύτα τη Γραφή, αλλ' εκάλυψας δια της σιγής το μυστήριόν Σου. Και συνεχίζει χαρα­κτηριστικά. Η Θεοτόκος δεν παρέδωσε τη Γραφή ούτε τας σκέψεις Της, ούτε την αγάπην της προς τον Θεόν και Υιόν Αυτής, ούτε τας οδύνας της ψυχής Της κατά τον καιρόν της σταυρώσεως, διότι και τότε πάλιν δεν θα ηδυνάμεθα να συλλάβωμεν αυτά.

Η ταπεινοφροσύνη τους από την μια πλευρά, και ο απαθής πόθος τους, από την άλλη πλευρά, οδηγούν τους νηπτικούς πατέρες στην τόλμη να προσεγγίσουν το μυ­στήριο και να το γνωρίσουν, χάρη στην αποκάλυψη την οποία προϋποθέτει η μέθεξη στην θεία πραγματικότητα. Ενδεής είναι ο νους μου και πτωχή και αδύνατος η καρ­δία μου, αλλ' η ψυχή μου χαίρει, και έλκομαι να γράφω έστω και ολίγους λόγους δι' Αυτήν, γράφει ο Άγιος Σιλουανός, εκφράζοντας όλην την νηπτική παράδοση.

Πολύ σημαντικό είναι και το τι ποθούν οι νηπτικοί πατέρες να μάθουν και να γνωρίζουν για την Παναγία. Τίποτα άλλο παρά την αγάπη Της προς αυτούς και προς τους συνανθρώπους τους. Οι νηπτικοί πατέρες δεν ανα­ζητούν θεωρητικές γνώσεις, πληροφορίες, ούτε απαντή­σεις σε επιστημονικές ερωτήσεις. Ως πρόσωπα που αγα­πούν θέλουν να γνωρίσουν και να ζουν την αγάπη του α­γαπημένου προσώπου. Και λαμβάνουν την απάντηση στον πόθο τους αυτό κατά το μέρος της αντίστοιχης πνευματικής τους προετοιμασίας μέσα από μια συνεχή προσωπική θεία αποκάλυψη.

Το μόνο που γράφει και ομολογεί με κάθε βεβαιότη­τα για την Παναγία ο Άγιος Σιλουανός είναι η αγάπη Της για όλο τον κόσμο:

Και παρ' όλον ότι ή ζωή της Θεοτόκου, ως εάν εκαλύπτετο υπό αγίας σιγής, όμως ο Κύριος εφανέρωσεν εις την Εκκλησίαν ημών, ότι Αυτή περιβάλλει όλον τον κόσμον και εν Πνεύματι Αγίω βλέπει όλους τους λαούς της γης, και ως και ο Υιός Της, τους πάντας σπλαχνίζεται και ελεεί. Και κλείνει. Ω, εάν θα γνωρίζομεν ποτέ, οπόσον αγαπά η Παναγία πάντας, όσοι φυλάττουν τας εντολάς του Χριστού, και πόσον λυπείται και θλίβεται δι' εκείνους, οι οποίοι δεν μετανοούν. Τούτο εδοκίμασα εκ πείρας μου.

Η αγαπητική σχέση με την Παναγία την οποία τό­σον ποθούν οι νηπτικοί πατέρες μεταφράζεται σε θεία μέθεξη και κοινωνία. Για όλους, ανεξαιρέτως, η Πανα­γία είναι η πηγή θείας Χάριτος. Ιδού τι γράφει ο Θεο­φάνης ο Ομολογητής:

Την Θείαν Χάριν προμηθεύει και μοιράζει στον κό­σμο ο Παράκλητος. Και έχει ως πρώτον δοχείον την αν­θρώπινή μας φύση που ο Σωτήρας παρέλαβε εκ της Παρ­θένου. Ενώ η ουράνια σκηνή της Μητέρας του Θεού εί­ναι το δεύτερο, αμέσως μετά απ' Εκείνο. Επειδή ο Θείος Λόγος, ο δωρητής δια της φύσεως του Πνεύματός Του γεμίζει μ' Αυτό πρώτο το δικό Του το σπίτι και ναό και έπειτα, από εκεί, το Πνεύμα το Άγιο, πηγάζοντας σαν από πηγή, περνά και στο δεύτερό Του σπίτι και ναό, που είναι η Μήτηρ Του.

Ένας σύγχρονος μακαριστός ρουμάνος μοναχός, ο π. Δοσίθεος Μοράριου, σε σημαντικότατο βιβλίο του περί της θείας Χάριτος, που κυκλοφόρησε πρόσφατα, γράφει αναφορικά με τον ουσιαστικό ρόλο της Πανα­γίας στην συνεχή σωτήρια θεία οικονομία:

Είναι αδύνατον, και για μας τους ανθρώπους και για τους αγγέλους να γινόμαστε μέτοχοι των δωρεών του Θεού, με άλλο τρόπο, έκτος από την μεσιτεία της Πανα­γίας Θεοτόκου, επειδή η ανθρώπινη σάρκα του Υιού του Θεού είναι ενωμένη με την σάρκα Της. Γι' αυτό και οι Πατέρες της Εκκλησίας λέγουν ότι καθώς ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι' Υιού, το ίδιο και προς τον Υιόν, την πηγή της Χάριτος, ουδείς έρχεται ει μη δια της Μητρός Αυτού.

Και πάλι, ο ίδιος πατήρ γράφει συμπερασματικά: Η Μήτηρ του Θεού, δια τον μοναδικό θεϊκό Της ρό­λο στην ένσαρκον σωτηριώδη οικονομία, με το γεγονός ότι έδωσε σάρκα εκ της σαρκός Της στον Υιό του Θεού, φτάνει στην πιο υψηλή μορφή ενότητος του ανθρώπου με τον Θεό επί της γης, είναι το πρώτο ανθρώπινο πρό­σωπο πλήρως ενωμένο με τον Θεό. Με το να είναι πλή­ρως θεοποιημένη και βρισκόμενη στην κορυφή της ιεραρχίας πάντων των αγίων, Αυτή κατέστη θησαυρός της θείας χάριτος, από τον οποίο κατά την θεία δικαιοσύνη και βουλή λαμβάνουν όλα τα κτίσματα

Όπως προέκυψε και από τις μέχρι τώρα παραπομπές σε νηπτικά κείμενα, το ενδιαφέρον των νηπτικών πατέ­ρων απέναντι στο πρόσωπο της Παναγίας αφορά όχι μό­νο την συμμετοχή Της στην ενσάρκωση του Λόγου και Υιού του Θεού, αλλά και το παρόν έργο Της στην ζωή τους και γενικά στην ζωή των χριστιανών. Η Παναγία είναι η πρώτη που οι πατέρες επικαλούνται σαν μεσίτρια στις προσευχές τους και, όπως μαρτυρούν οι ίδιοι, Αυτή ανταποκρίνεται με μεγάλη προθυμία.
 Σε συνομιλία του με τον Όσιο Μάξιμο τον Καψοκαλύβη, ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης τον ρωτάει εάν κρατεί την νοεράν προσευχήν και λαμβάνει την εξής απάντηση:

 Δεν θέλω σου κρύψη, τίμιε Πάτερ, το θαύμα της Θε­οτόκου, όπου έγινεν εις εμέ. εγώ εκ νεότητός μου είχον πολλήν πίστιν εις την κυρίαν μου Θεοτόκον και την επαρακαλούσα μετά δακρύων να μου δώση αυτήν την χά­ριν της νοεράς προσευχής. και μίαν των ημερών πηγαί­νοντας εις τον ναόν της, καθώς είχα συνήθειαν, την επαρακαλούσα πάλιν με άμετρον θερμότητα της καρδίας μου. και εκεί όπου ασπαζόμουν με πόθον την αγίαν εικόνα της, παρευθύς αγροίκησα εις το στήθος μου και εις την καρδίαν μου μίαν θερμότητα και φλόγα, όπου ήλθεν από την αγίαν εικόνα, όπου δεν έκαιεν, αλλά με εδρόσιζε και εγλύκαινε και έφερνε εις την ψυχήν μου μεγάλην κατάνυξιν. από τότε πλέον, Πάτερ, άρχισεν η καρδία μου να λέγη από μέσα την προσευχήν και ο νους μου να γλυκαίνεται εις την ενθύμησιν του Ιησού μου και της Θεοτόκου μου και να είναι πάντοτε μαζί με την ενθύμη­σιν αυτών. και πλέον από εκείνον τον καιρόν δεν έλειψεν η προσευχή από την καρδίαν μου. συγχώρησόν μοι. 

Κάθε βράδυ όπου επήγαινε δια να κοιμηθή επροσεύχετο, και άρχισε να θερμαίνεται η καρδιά του και να του έρχεται κατάνυξις και να τρέχουν από τα μάτια του, δάκρυα περισσά και να κάνη συχναίς φοραίς γονυκλισίαις πολλαίς και να λέγη και άλλας ευχάς εις την Θεοτόκον με αναστεναγμούς και με πόνον καρδίας. και του εφαίνετο πως παραστέκεται έμπροσθεν εις τον Κύριον σωματικώς...

Θα κλείσω με μερικά σύντομα συμπεράσματα.

1.Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι στην νηπτική θεολογία -η οποία είναι αντιπροσωπευτική για την ορθόδοξη θεολογία- βρίσκουμε μια πολύ αναπτυγμένη θεοτοκολογία
2.Η όλη φιλοκαλική διδασκαλία περί της Θεοτό­κου και του ρόλου Της στο μυστήριο της ενσάρκου οι­κονομίας βασίζεται μεν στις σχετικές βιβλικές διηγή­σεις, αλλά κατανοείται και επιβεβαιώνεται, εμβαθύνεται και αυξάνεται, μέσα από την αγιοπνευματική εμπειρία της προσωπικής σχέσεως των νηπτικών πατέρων με την Μητέρα του Θεού.

3.Αυτή η προσωπική σχέση εν Αγίω Πνεύματι εί­ναι σχέση αγαπητική, η οποία έχει ως κίνητρο και τέ­λος τον απαθή πόθο.

4.Ερμηνεύοντας την βιβλική ιστορία κάτω από το φως της προσωπικής θείας εμπειρίας, οι φιλοκαλικοί πα­τέρες αποδίδουν στην Μητέρα του Θεού σημαντικότατο ρόλο στο μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας, και μιλούν για την ουσιαστική συμβολή Της, πρώτα με τον ε­νάρετο βίο Της, δια του οποίου έλκυσε την αγάπη του Θεού, δεύτερον, δια την χωρίς δισταγμόν ελεύθερη συγκατάθεσή Της στην θεία βούληση, και τρίτο, δια της συνεχούς μεσιτείας Της, ως πρεσβεύουσα υπέρ ημών, αλλά και ως πηγάζουσα θείας χάριτας προς την ανθρω­πότητα. Οι πατέρες δεν έχουν καμιά απολύτως επιφύλα­ξη να χαρακτηρίζουν και να ονομάζουν την Παναγία, χάρι στο ρόλο Της στην ένσαρκο θεία οικονομία, ως με­τά Θεόν θεό.

5.Για τους φιλοκαλικούς πατέρες, η Παναγία δεν εί­ναι μόνο παρελθόν, αλλά και παρόν. Δεν είναι μια ιστο­ρική προσωπικότητα η οποία κάποτε έπαιξε ένα σπου­δαίο ρόλο στην ιστορία της ανθρωπότητας, αλλά είναι μια ζωντανή παρουσία, ένα ζωντανό πρόσωπο, πάντοτε παρόν, με το οποίο ποθούν να βρίσκονται σε συνεχή αγαπητική σχέση.

6.Η θεοτοκολογία των νηπτικών πατέρων συμφωνεί πλήρως μ' εκείνη που προβάλλουν και εκφράζουν η λει­τουργική ζωή της Εκκλησίας, η υμνολογία και η αγιογραφία της Εκκλησίας, η πνευματική ζωή των πιστών μας, αλλά δεν βρίσκει την ίδια απήχηση στην ακαδη­μαϊκή επιστημονική θεολογία, η οποία διστάζει ακόμη, με σπάνιες εξαιρέσεις, να υιοθετήσει τη νηπτική-φιλοκαλική παράδοση και τις αρχές της ως ερμηνευτικό και επιστημονικό κριτήριο.

Σημειώσεις

1.Αναφορικά με τη θέση που κατέχουν στη λατρευτική εκ­κλησιαστική και θεολογική φιλολογία, το πρόσωπο της Παναγίας και ο ρόλος της στην ένσαρκον θεία οικονομία γράφει ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης. «Διάστικτα από τους ύμνους και τις ικε­σίες προς την Θεομήτορα, σε μορφή τροπαρίων, είναι τα λειτουρ­γικά μας βιβλία. Παρακλητική, Τριώδιον, Μηναία, Ωρολόγιον, με τους Παρακλητικούς Κανόνες, τον αριστουργηματικόν Ακάθιστον και σε χιλιάδες ανέρχονται οι ποιητικοί στίχοι, που αναφέρονται στην Θεοτόκον, εκτός των αναρίθμητων θεολογικώτατων Λόγων των θείων Πατέρων, που εγκωμιάζουν την Μητέρα του Θε­ού, αφού και τα λειτουργικά κείμενα της Εκκλησίας, με το όνομα της Παναγίας αχράντου, Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας αρχί­ζουν και τελειώνουν». Από το βιβλίο Μαρία η Μητέρα του Θεού (Μέσα από την θεολογία και την Υμνολογία των αγίων Πατέ­ρων), Θεσσαλονίκη, 1988, σ. 30.2.Είναι γεγονός ότι η ορθόδοξη θεολογία αποφεύγει την χρήση του τεχνικού όρου μαριολογία με την σωστή δικαιολογία ότι αυτός μπορεί να παραπέμπει σε μια κάπως αυτόνομη περί Παρθένου διδασκαλία. Είναι και ο λόγος για τον οποίον προτεί­νουμε τον όρο θεοτοκολογία, ο οποίος αποκλείει κάθε αυτόνομη ερμηνεία και προοπτική, παρ' όλο που η συστηματική μας θεολο­γία χρησιμοποιεί, κυρίως στα δογματικά εγχειρίδια, τεχνικούς ό­ρους οι οποίοι παρουσιάζουν παρόμοιους κινδύνους. βλ. ανθρωπολογία, κοσμολογία, κλπ. Η ορθόδοξη θεολογία είναι κατ' εξοχήν χριστοκεντρική και δεν εννοείται αυτόνομη ανάπτυ­ξη της περί Παναγίας διδασκαλίας. Επιμένουμε συνειδητά να χρησιμοποιήσουμε ένα αντίστοιχο τεχνικό όρο επειδή πιστεύου­με ότι αυτός απαιτείται από την ίδια την πραγματικότητα.

3.Λόγος εις τα Εισόδια της Θεοτόκου, Γρηγορίου Παλαμά, Έργα Τόμος 9, Πατερικαί Εκδόσεις (Γρηγόριος ο Παλαμάς), Θεσσαλονίκη, 1984, σ. 117.

4.Ομιλία ΛΖ' στην Πάνσεπτη Κοίμηση της Πανυπέραγνης Δέσποινας μας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, Γρηγορίου Παλαμά, Έργα Τόμος 10, Πατερικαί Εκδόσεις (Γρηγόριος ο Πα­λαμάς), Θεσσαλονίκη, 1985, σ. 445.

5.Πολύτιμον βοηθόν στη σύνταξη αυτής της εισηγήσεως εί­χα το περιεκτικότατο και μοναδικό στο είδος του βιβλίο του γνω­στού σύγχρονου αγιορείτη μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, με τίτλο Μαρία η Μητέρα του Θεού (μέσα από την θεολογία και την Υμνολογία των αγίων Πατέρων), Θεσσαλονίκη 1988, από το οποίο και παραπέμπω αρκετά από τα πατερικά κείμενα στην μετά­φραση του συγγραφέα. Έτσι εξηγείται και η ανομοιομορφία της ελληνικής γλώσσας του κειμένου μου, και ζητώ την κατανόησή του.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ  

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...