Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 05, 2011

Η άστεγη αγία του κέντρου της Αθήνας

Η άστεγη αγία του κέντρου της Αθήνας

Στέλλα, το σπουργιτάκι του Θεού (†3 Ιουνίου 2005)

Ίσως την είχα δει στην πλατεία Συντάγματος, όταν ήμουν πολύ νέος και πιο πολύ ανόητος απ' όσο είμαι τώρα, γιατί τώρα τουλάχιστον ξέρω πως είμαι ανόητος, ενώ τότε νόμιζα πως είμαι σοφός. Με είχε εντυπωσιάσει όπως έσκυβε και κρατούσε κάτι σακούλες που σέρνονταν πίσω της. Την είδα επίσης να κοιμάται (;) σε μια στάση τρόλλεϋ, με τα πόδια σε μια νάυλον σακούλα, για κρύο... Αν ήταν εκείνη. Αν όχι, αν ήταν μια άλλη άστεγη, ο Θεός να την αγιάσει. Έτσι κι αλλιώς, ο Θεός να την αγιάσει...Η βιογραφία της έχει κάνει το γύρο της μπλογκόσφαιρας κι έχει αγαπηθεί στο φουλ, δικαιολογημένα, με αρχική πηγή μάλλον την Παρέμβαση, το περιοδικό του π. Ιερόθεου Βλάχου και της Μητρόπολης Ναυπάκτου. Το παίρνουμε από το εξαιρετικό Ζωντανό Ιστολόγιο.


Της Μηλίτσας Πισιμίση-Λουκίδου, Νομικού-Υπαλλήλου Υπ. Εργασίας

Με την Στέλλα γνωριστήκαμε το καλοκαίρι του 1979 στην Σοκολατοποιΐα. Ήταν εργάτρια, εργαζόταν πολύ σκληρά, υπερέβαινε τις 9 ώρες καθημερινά. Όλοι την εκμεταλλευόντουσαν, όλοι την διέταζαν και αυτή υπήκουε άμεσα και με χαμόγελο. Στέλλα, εδώ, Στέλλα, εκεί. Ο ιδιοκτήτης-εργοδότης την αγαπούσε για την υπακοή της και την εργατικότητά της.
Για τους πιο πολλούς εργαζομένους ήταν «η Στέλλα η χαζή». Το πρόσωπό της έλαμπε, τα χείλη της ψέλλιζαν. Όταν την αφουγκραζόσουν άκουγες το «Δόξα σοι, ο Θεός».
Πολύ συχνά ο προϊστάμενος μας ανέθετε να διεκπεραιώσουμε από κοινού κάποια εργασία και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να δεχθώ την καλωσύνη της, την αγάπη της. Θυμάμαι ότι μονίμως έλεγε την ευχή, ξαφνικά γέλαγε, σήκωνε το κεφαλάκι της προς τους ουρανούς. Τότε έλαμπε.
«Δόξα σοι, ο Θεός» άκουγες συχνά από το στόμα της.
Η Σοκολατοποιΐα αυτή έκανε διάφορα είδη σοκολατάκια. Τα δεύτερης κατηγορίας τα εξήγαγε σε χώρες της Αφρικής. Αυτό στενοχωρούσε την Στέλλα πάρα πολύ. Κάποτε που εργαζόμασταν στην συσκευασία μαζί, θυμάμαι την Στέλλα πάνω από τα κουτιά συγκεντρωμένη να εύχεται «για τα αραπάκια που θα έτρωγαν τα σοκολατάκια».
Σε οποιαδήποτε αδικία που συνέβαινε στο χώρο της εργασίας –μας «τρώγανε» μεροκάματα– δεν απαντούσε, δεν κατέκρινε, δεν αντιδρούσε. Εκείνη την περίοδο η Στέλλα ήταν για μένα ένα λιμανάκι θαλπωρής, εγώ αντιδρούσα σε κάθε αδικία. Εκείνη στα σχόλιά μου απαντούσε με ένα γέλιο, με μια λέξη «Α! Μηλίτσα». Δεν την θυμάμαι ποτέ να έβαλε ένα σοκολατάκι στο στόμα της (υπενθυμίζω ότι εργαζόμασταν σε εργοστάσιο σοκολατοποιΐας!). Αν και οι πιο πολλοί εργαζόμενοι την θεωρούσαν «χαζή», εντούτοις την σέβονταν και διερωτώντο πως κατόρθωνε να εργάζεται τόσο αποτελεσματικά.
Η Στέλλα δεν συμμετείχε σε συζητήσεις που κάναμε· ήταν μαζί μας, αλλά συγχρόνως μακριά από σχόλια, μακριά από περιττές κουβέντες. Πολλές φορές, όταν την ρωτούσαν να πη τη γνώμη της, έκανε την παλαβή. Το είχα προσέξει ότι το έκανε επίτηδες. Για όλα τα του κόσμου ήταν τρελή, παλαβή, όταν όμως της ζητούσες βοήθεια στην εργασία, τα χεράκια της κινιόντουσαν με στοργή να βοηθήσουν, ει δυνατόν και να δουλέψουν για σένα.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον γνωριστήκαμε. Την σεβόμουν τόσο που ποτέ δεν την ρώτησα για την προσωπική της ζωή. Από μόνη της μου είπε ότι καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Μου είχε κάνει εντύπωση ότι όλοι όσοι την γνώριζαν την χαρακτήριζαν λίαν επιεικώς «τρελή», ενώ εγώ ένιωθα ότι κάνουν λάθος. Η αλήθεια είναι ότι πολύ νωρίς κατάλαβα ότι η Στελλίτσα ήθελε να την θεωρούν «τρελή». Κάποιες φορές τύχαινε να είμαστε οι δυό μας και να μιλάμε φυσιολογικά και όταν πλησίαζε κάποιος άρχιζε και έλεγε άλλα αντί άλλων. Εμένα μου δημιουργούσε αίσθημα γαλήνης και με άφηναν αδιάφορη οι κρίσεις των άλλων.
Στο εργοστάσιο αυτό της Σοκολατοποιΐας εργάσθηκα για λίγο χρονικό διάστημα. Την Στελλίτσα την συναντούσα συχνά στους δρόμους και πάντα είχε στην καρδιά της, στα χείλη της την ευχή. Συνήθιζε να την λέη εκφώνως, αλλά πολύ σιγά. Που και που ερχόταν στο σπίτι μου. Εκείνη την εποχή κατοικούσε στο πλυσταριό μιας διώροφης κατοικίας.
Τα χρόνια πέρασαν, την έχασα, μα πάντα την θυμόμουν με μια γλυκειά ανάμνηση και νοσταλγία.

Μετά παντρεμμένη πια θα την συναντούσα στην Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο. Είχαμε πάει με τον άνδρα μου και θα διανυκτερεύαμε στην Μονή για την πρωϊνή Θεία Λειτουργία. Οι μοναχές με πολλή στοργή και ευγένεια μου ζήτησαν συγγνώμη, επειδή λόγω των οικοδομικών εργασιών δεν είχαν χώρο να με φιλοξενήσουν και αναγκαστικά έπρεπε να μοιραστώ το κελλί, όπου εφιλοξενείτο «μια ιδιόρρυθμη γυναίκα». Δέχθηκα. Με οδήγησαν στο κελλί, όπου με κατάπληξη διεπίστωσα ότι «η ιδιόρρυθμη γυναίκα» ήταν η στοργική μου Στελλίτσα, που είχα χρόνια να την ιδώ. Η χαρά μου δεν περιγράφεται. Μείναμε αγκαλιασμένες για αρκετή ώρα και ξαφνικά ακούω τις αδελφές να φωνάζουν: «Ελάτε, Γερόντισσα, να δήτε την Στελλίτσα με την Μηλίτσα αγκαλιά». Όλοι χαρήκαμε. Εκείνο το βράδυ η Στελλίτσα έκανε σαν παιδάκι από την χαρά της. Χτυπούσε παλαμάκια, γελούσε, σταυροκοπιόταν…
-Μηλίτσα μου, πολύ χάρηκα που παντρεύτηκες. Ξέρεις πολύ προσευχήθηκα για να παντρευτής. Χαίρομαι, χαίρομαι. Στενοχωριέμαι που υποφέρεις από τα ποδαράκια σου. Ξέρω έχεις πρόβλημα. Υπομονή, προσευχή. (Υπ’ όψιν ότι η Στελλίτσα δεν γνώριζε ότι μου είχε εμφανισθή ένα χρόνιο επώδυνο πρόβλημα υγείας στα πόδια μου). Ο άνδρας σου θ’ αλλάξη χώρο, μην ανησυχής, θα είναι καλύτερα. (Πράγματι, τελείως ξαφνικά, αναγκάσθηκε να μεταφέρη σε άλλο χώρο το κτηνιατρείο του).
Εκείνο το βράδυ ειπώθηκαν πολλά. Την άλλη μέρα και ενώ η Στέλλα ήταν μακριά, είπα στις αδελφές ο,τι είχα αντιληφθή γι’ αυτήν, ότι επρόκειτο για αγία ψυχή… Τήν επόμενη μέρα η Στέλλα έφυγε από το Μοναστήρι. Το κατάλαβε. Δεν ήθελε να την επαινής. Όταν αργότερα συναντηθήκαμε, με αυστηρό τρόπο με επέπληξε για το ότι την επαινώ. Ξαφνιάστηκα, γιατί μπροστά της δεν είχα πη τίποτε. Κι όμως το ήξερε…
Αργότερα, κάποια άλλη στιγμή, μου είχε πη: «Δεν αντέχω την τιμή που μου κάνει η Γερόντισσα. Να, κοίτα να δης· τελευταία με έβαλε να φάω μαζί τους· με τις αγίες ψυχές! Ποιά είμαι εγώ… Πω, πω, πω, Μηλίτσα!».
Για μεγάλο χρονικό διάστημα χάσαμε τα ίχνη της. Η Γερόντισσα μας τηλεφωνούσε και μας ρωτούσε αν την είδαμε. Εκείνο το διάστημα κατάλαβα ότι, αν θέλω να τη δω δεν πρέπει να μιλώ γι’ αυτήν.
Τώρα η Στελλίτσα ήταν άστεγη, από την εργασία της είχε συνταξιοδοτηθή με το πιο μικρό ποσό της σύνταξης του ΙΚΑ (411 ευρώ μηνιαίως), τα οποία μοίραζε σε φτωχούς, φυλακισμένους, στην Εξωτερική Ιεραποστολή κ.α. Τώρα πλέον ζούσε στα παγκάκια, στα υπόστεγα, στα ερημοκκλήσια, στις σκάλες, σε οικοδομές. Μου το εμπιστεύθηκε.
Κάτω από την πίεση της Γερόντισσας και τη δική μου, ήλθε κάποιες φορές, όταν έκανε βαρυχειμωνιά, και έμεινε κοντά μας. Ζητούσε να μείνη στο πιο ταπεινό μέρος του σπιτιού.
Θυμάμαι με πολλή νοσταλγία, όταν την φιλοξενούσαμε στο σπίτι επικρατούσε γαλήνη, φως, όλα ειρηνικά. Όταν στην παρέα μας ερχόταν ο άνδρας μου, η Στελλίτσα έφευγε και όταν της μιλούσε δεν τον κοιτούσε ποτέ. Χαρά της ήταν να τρώη αλάδωτες ντοματόσουπες. Συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό και η ψυχή της ξεχείλιζε από ευγνωμοσύνη με ένα αδιάκοπο «σ’ ευχαριστώ, σ’ ευχαριστώ».

Πολλές φορές το βράδυ, προφασιζόμενη ότι είμαι κουρασμένη, της ζητούσα να κάνη αυτή το Απόδειπνο. Αδύνατον να περιγράψω τι συνέβαινε, όταν άρχιζε την προσευχή. Σιγά-σιγά αλλοιωνόταν η έκφρασή της, το προσωπάκι της φωτιζόταν, ξεχνιόταν στην δοξολογία του Θεού. Την άφηνα και πήγαινα για ύπνο.
Κάποια φορά, ενώ την σκεπτόμουν με συμπόνοια «πως γυρνάει σαν σπουργιτάκι στους δρόμους» ξαφνικά με κοιτάζει και μου λέει: -«Μη στενοχωριέσαι, θέλημα Θεού είναι να κοιμάμαι στα παγκάκια. Είμαι πολύ καλά, είμαι ευτυχισμένη. Ξέρεις εκεί στα παγκάκια ράβω και τα ρούχα μου. (Η Στέλλα ήταν και πολύ καλή ράπτρια). Να, το Πάσχα πέρασα πολύ ωραία. Το Μ. Σάββατο πήγα και πήρα λίγο αρνάκι, το έβαλα σε ένα ταψάκι από μπακλαβά, το έδωσα στο φούρνο και μου το έψησαν. Το έκρυψα στο παγκάκι και την άλλη μέρα έκανα Πάσχα στο παγκάκι μου, χαρούμενη και ευτυχισμένη, γιατί ο Ιερέας μου είχε δώσει κι ένα κόκκινο αυγό. Μη στενοχωριέσαι για μένα. Όχι, όχι, γιατί είμαι υπό την σκέπη της Παναγίας μας».
Μια άλλη φορά, όπως μου διηγήθηκε, πήγε και λούστηκε στην τουαλέτα των Ιατρείων του Δήμου. Την είδαν οι εργαζόμενοι και την επέπληξαν αυστηρά. Η Στέλλα δεν δέχθηκε την παρατήρηση λέγοντάς τους ότι δεν κλέβει τίποτα, ούτε νερό, ούτε σαπούνι, γιατί όλα αυτά τα έχει πληρώσει εισφορές στο ΙΚΑ ως εργαζόμενη. Τους μίλησε άσχημα και αυτοί κάλεσαν την Αστυνομία κι έτσι η Στέλλα οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα. Κάπως έτσι μου διηγήθηκε τον διάλογο με τον Διοικητή:
«Κύριε Διοικητά, συγχωρέστε με που σας κουράζω, αλλά ακούστε με, σας παρακαλώ. Είμαι άστεγη, δεν έχω τίποτα δικό μου. Να μόνο αυτό το βιβλιάριο ασθενείας του ΙΚΑ, που βεβαιώνει ότι έχω πληρώσει εισφορές. Τα Ιατρεία που λούστηκα είναι του ΙΚΑ, άρα ανήκουν και σε μένα. Όταν βρίσκομαι μέσα στο ΙΚΑ, νιώθω ότι είμαι μέσα στο σπίτι μου. Συγχωρέστε με».
Διοικητής: «Πήγαινε τώρα, αλλά την άλλη φορά που θα λουστής να προσέξης να μη σε δουν. Άντε στο καλό».
Έφυγε δοξάζοντας τον Θεό και ευγνωμονώντας τον Διοικητή.
Πολλά βράδια κοιμόταν σε σαλόνια Νοσοκομείων, καλύτερα να πούμε προσποιόταν ότι κοιμόταν, γιατί όταν ησύχαζε το Νοσοκομείο, έτρεχε κοντά σε μοναχικούς ασθενείς, που είχαν ανάγκη βοηθείας και τους συνέτρεχε, αλλά, όταν καταλάβαινε ότι κάποιο τρίτο πρόσωπο την αντιλαμβανόταν, τότε άρχιζε τα «παλαβά» της.
Πολλά πρωϊνά πηγαίνοντας για την εργασία μου (γύρω στις 6,30-7π.μ.) την συναντούσα να βγαίνη από το Νοσοκομείο ΚΑΤ και στην επιμονή μου γιατί δεν έρχεται να κοιμηθή στο σπίτι μας μου ομολόγησε: Αγαπούσε πολύ τους Αγίους, τους θεωρούσε φίλους της, συγγενείς της, έτρεχε στην εορτή τους, στα πανηγύρια, χαιρόταν όταν μοίραζαν και φαγητό, όπως μου έλεγε. Καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους γύριζε σε διάφορα προσκυνήματα. Την Κυριακή των Μυροφόρων στο Μανταμάδο για την εορτή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, της Αγίας Παρασκευής στην Ναύπακτο κ.α. Ενδεικτικά αναφέρω το εξής: Μια φορά της Αγίας Παρασκευής πήγε στην Ναύπακτο και έκανε σαν μικρό παιδί, όπως μου το διηγήθηκε. Αγαπούσε τον Σεβασμιώτατο Ιερόθεο, τον θεωρούσε δικό της άνθρωπο, χαιρόταν που τον έβλεπε να χοροστατή με τα λαμπρά του άμφια και να μιλάη τόσο ωραία. Του είχε μεγάλο σεβασμό. Καμάρωνε πολύ που της είχε μιλήσει και της έδωσε την ευχή του στο μοναστήρι στο Ακραίφνιο. Τον χαιρόταν, όπως έλεγε.
Όλες οι διηγήσεις της Στελλίτσας ήταν για μένα απόλαυση, ξεκούραση. Έβλεπα μια μεγάλη γυναίκα να νιώθη και να εκφράζεται σαν μικρό παιδί.
Κάποτε είχαμε γιορτή στο σπίτι μας με αρκετούς καλεσμένους. Ξαφνικά ήλθε η Στελλίτσα. Κάθισε και ακριβώς δίπλα της εγώ. Μεταξύ των καλεσμένων και ένα ζευγάρι με πολλά προβλήματα, τα οποία γνώριζα. Η Στελλίτσα «στον κόσμο της» ψιθύριζε την ευχή και συγχρόνως πολύ χαμηλόφωνα έλεγε τι συμβαίνει με αυτό το ζευγάρι, τι φταίει, ενώ στους άλλους έλεγε άσχετα η τους χαμογελούσε. Πάντα όμως συγκεντρωμένη στην ευχή. Οι πιο πολλοί την θεώρησαν «παλαβή», άλλο που δεν ήθελε η Στέλλα, για να μην την καταλαβαίνουν.

Πλατεία Ομονοίας. Δυστυχισμένες υπάρξεις αλλά και αγιασμένες ψυχές κατοικούν εκεί, αθέατες από τα τυφλά, εγωιστικά ή/και φοβισμένα μάτια μας. Εκεί έζησε κι ο Γέροντας Πορφύριος. Πάρε ένα φαναρι, κάνε το σταυρό σου και ψάξε. Θα εκπλαγείς - αν τολμάς.

Ήταν 12 Αυγούστου 2004, ήμουν στο γραφείο μου και εκείνη την ημέρα ήταν να ταξιδέψω για Λέσβο για τις καλοκαιρινές διακοπές μου. Από το πρωΐ βασανιζόμουν από μια ασήμαντη σκέψη, κοινώς είχα «κολλήσει». Δεν είχα ένα μπρελόκ να βάλω τα κλειδιά που θα άφηνα στους γείτονες να ποτίζουν τον κήπο. Ξαφνικά γύρω στο μεσημέρι ανοίγει η πόρτα και εμφανίζεται η Στελλίτσα, καταϊδρωμένη, κουρασμένη, ασθμαίνουσα και μου λέει: «Να, πάρτο. Ήμουν στην Ομόνοια και μου είπε να σπεύσω να σου φέρω το μπρελόκ». Τα έχασα. Στην ερώτηση ποιός της είπε να μου το φέρη στην αρχή ψέλλισε «η Παναγία», μετά άρχισε τα δυσνόητα, τα «παλαβά» της. Το μπρελόκ το είχε αγοράσει από το μοναστήρι και παρίστανε το γενέσιο της Παναγίας μας. Στην επιμονή μου να μείνη λίγο κοντά μου να ξεκουραστή, να πιή κάτι, να δροσιστή κάθισε στον καναπέ και άρχισε να μιλάη για τον εαυτό της. Και τότε μου είπε: «Μηλίτσα μου, εγώ θα πεθάνω στους δρόμους μόνη μου. Κανένας δεν θα το μάθη, κανείς, κανείς». Αυτό με πόνεσε πολύ και της είπα με απαίτηση: «Στελλίτσα μου, σε παρακαλώ θέλω να το μάθω. Θέλω να μάθω το φευγιό σου». Και την αγκάλιασα. Μετά από αυτό σταμάτησε να μιλάη για αρκετά λεπτά. Ξαφνικά με κοιτάζει με ένα στοργικό βλέμμα γεμάτο αγάπη και μου λέει: «Μηλίτσα μου, θα το μάθης, θα το μάθης».
Για τελευταία φορά έμεινε στο σπίτι μου τον Οκτώβριο του 2004. Τότε της πονούσε το πόδι και αναγκάσθηκε να περιορίση τις πεζοπορίες. Έτυχε τότε να χρειασθή να φιλοξενήσω κάποιο πρόσωπο που δυσκολευόταν από την παρουσία της και ιδιαίτερα από την βραδινή προσευχή, διότι έπεφτε για ύπνο νωρίς και σηκωνόταν αργά τη νύχτα και προσευχόταν ψάλλοντας δυνατά. Πολλές φορές ακούγαμε να επαναλαμβάνη το: «Ζη Κύριος ο Θεός».
Εν όψει αυτού του προβλήματος, λοιπόν, προσφέρθηκε μια φίλη μας, η Χρυσούλα, να της παραχωρήση ένα διαμερισματάκι, που ήταν άδειο μετά τον θάνατο των γονέων της. Χάρηκε που έμενε σε σπιτάκι κοντά σε ανθρώπους με αγάπη και κατανόηση, τώρα μάλιστα που δυσκολευόταν από τους πόνους των ποδιών της. Εκεί έμεινε μέχρι τον Μάϊο του 2005. Την 1η Ιουνίου 2005 η Χρυσούλα την είδε να φεύγη από το σπίτι. Από την ημέρα εκείνη χάθηκαν τα ίχνη της.
Αργότερα ανησυχήσαμε, αλλά επειδή συνήθιζε να εξαφανίζεται, πιστεύαμε ότι θα εμφανισθή. Κάθε τόσο επικοινωνούσαμε με την Γερόντισσα η Χρυσούλα και εγώ για να μάθουμε για την Στέλλα. Η Γερόντισσα έλεγε συνέχεια: «Ψάξτε να την βρήτε». Εμείς όμως πιστεύαμε ότι είχε φύγει για κάποιο ταξίδι και ότι θα επέστρεφε.
Μετά το Πάσχα του 2006 ένα βράδυ, πολύ αργά και ενώ η οικογένειά μου είχε αποκοιμηθή, ξάπλωσα κι εγώ και αποκοιμήθηκα αμέσως, πράγμα παράδοξο για μένα, και ξύπνησα αμέσως (το διεπίστωσα βλέποντας το ξυπνητήρι) από ένα δυνατό όνειρο: Είδα την Στελλίτσα κάτω από ένα ωραίο δένδρο, όρθια να ακουμπάη ελαφρά στον κορμό του, σε νεανική ηλικία, πανέμορφη, γλυκύτατη και με κοιτούσε με ένα βλέμμα γεμάτο απέραντη θαλπωρή. Ένιωσα την ψυχή μου να βγάζη μια ουρανομήκη κραυγή, που αισθανόμουν να μου ξεσχίζη το στέρνο: «Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου…» Κι έτρεξα να την αγκαλιάσω, προτείνοντας τα χέρια μου, αλλά όταν έφτασα στο δένδρο εξαφανίστηκε και στην θέση της έκαιγε μια ολόλευκη πασχαλιάτικη λαμπάδα, που έχυνε γύρω ένα υπέροχο φως και η φλόγα της ανέβαινε ολόϊσα στον ουρανό. Αμέσως βλέπω στο χώμα, δίπλα στη λαμπάδα, ένα απόκομμα εφημερίδας που έδειχνε ένα εξαιρετικά κακοποιημένο σώμα σαν από τρομακτικό αυτοκινητικό δυστύχημα.
Ένα βαρύ μήνυμα κατέκλυσε το είναι μου: «Η Στέλλα πέθανε!». Ξύπνησα κυριευμένη από αμφιθυμία αισθημάτων: Χαρά μεγάλη από την παρουσία της Στέλλας και το φως της λαμπάδας και φόβο από την φωτογραφία της εφημερίδας. Ήθελα να ξυπνήσω τον Δημήτρη, τον άνδρα μου, να του πω για την Στέλλα, «το σπουργιτάκι», όπως τη λέγαμε, όχι μόνον επειδή ζούσε «ως στρουθίον μονάζον επί δώματος», αλλά και επειδή το βάδισμά της θύμιζε σπουργίτι. Κάτι δυνατό όμως με απέτρεψε να τον ξυπνήσω. Την επομένη τηλεφώνησα στην Γερόντισσα και στην Χρυσούλα και τους είπα το όνειρο. Και οι δυό μου συνέστησαν να ψάξουμε για την Στέλλα. Από εκείνη την στιγμή άρχισε η αγωνιώδης αναζήτηση. Τροχαία, Νοσοκομεία, Στρατονομία, Νεκροτομεία….
Η Χρυσούλα έμαθε ότι στις 3 Ιουνίου 2005 και ώρα 6,10 μ.μ. κοντά στο σπίτι της σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό μία γυναίκα αγνώστων στοιχείων. (Τα πουλιά δεν έχουν όνομα!). Ο θάνατος ήταν ακαριαίος. Όλη η έρευνα απέδειξε ότι η γυναίκα αυτή ήταν η Στελλίτσα. Ενώ διέσχιζε τον δρόμο, την παρέσυρε ένα αυτοκίνητο με οδηγό αξιωματικό του στρατού, ο οποίος έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα ["Νεκρός": ο Θεός να τον συγχωρέσει, με τις πρεσβείες της οσίας μητέρας μας Στέλλας]. Την συνέθλιψε. Μόνο το προσωπάκι της ήταν ευδιάκριτο (όπως έδειξαν οι φωτογραφίες της Τροχαίας).
Η Στελλίτσα παρέμεινε μέχρι τις 18 Ιουνίου 2005 στο Νοσοκομείο «Ασκληπιείον» και μετά το πτώμα της μεταφέρθηκε στο Κεντρικό Νεκροτομείο του Λαϊκού Νοσοκομείου, όπου παρέμεινε στα αζήτητα μέχρι τις 20 Ιουλίου 2005, οπότε και δόθηκε για ενταφιασμό. Το Γραφείο που την ενταφίασε μας πληροφόρησε ότι Νεκρώσιμη Ακολουθία δεν εψάλη, μόνο ένα Τρισάγιο επί του τάφου.
Πρέπει να τονισθή ότι όλοι όσοι ασχοληθήκαμε με την ανεύρεσή της, στην προσευχή μας της μιλούσαμε και της λέγαμε: «Εάν μας ακούς, εάν έχης παρρησία στο Θεό, οδήγησέ μας, βοήθησέ μας». Και πράγματι μας βοήθησε και φθάσαμε μέχρι τον χορταριασμένο «ανύπαρκτο» τάφο της, στην ανατολική άκρη του Νεκροταφείου του Ζωγράφου, με το νούμερο 8915.
Την ημέρα της αποδόσεως της εορτής του Πάσχα, ένα χρόνο μετά την κοίμησή της, εψάλη η Νεκρώσιμη Ακολουθία της Στέλλας, στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, όπου συνήθιζε να εκκλησιάζεται κατά την Πασχάλιο Περίοδο. Ο Ιερέας είπε για την Στέλλα: «Έκανε τα παλαβά της, αλλά έλεγε σωστά πράγματα και πάντα ερχόταν γεμάτη τρόφιμα για τους πτωχούς, πρόσφορο, λάδι, νάμα για την Θεία Λειτουργία… Μάλιστα έχει παραγγείλει να αγιογραφηθή η Αγία Μαρίνα στον Ναό μας…..».
Στις 3 Ιουνίου 2006 έγινε το ετήσιο μνημόσυνό της χοροστατούντος του λίαν προσφιλούς της Επισκόπου, π. Ιεροθέου, στο Μοναστήρι του Γενεθλίου της Θεοτόκου (Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο.
Σε μια από τις τελευταίες μας συναντήσεις μου είπε: «Νιώθω γεμάτη από αυτή τη ζωή. Όλα μου τα έχει δώσει ο Κύριος. Μόνο μια επιθυμία μου δεν έχει εκπληρωθή: Ήθελα να βαπτίσω δυό παιδάκια, που να τους έδινα το όνομα του Αγίου Νεκταρίου και της Παναγίας μας, αλλά κανείς δε με θέλησε για κουμπάρα». Όταν της πρότεινα ότι θα προσπαθήσω να βαπτίσω εγώ τα δυό παιδάκια στη θέση της και μάλιστα, όταν μεγαλώσουν θα τους μιλήσω για την «πραγματική νονά τους», καταχάρηκε και αναφώνησε: «Τώρα ησύχασα. Είμαι έτοιμη να φύγω».–

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Οι κατά Χριστόν σαλοί ανήκαν σε μια κατηγορία ανθρώπων που αποφάσιζαν να ακολουθήσουν μια δύσκολη οδό. Ζώντες στις πόλεις, προσεποιούντο τον τρελλό. Έκαναν πράξεις που θα έκανε ένας τρελλός, αλλά όμως οι πράξεις αυτές είχαν ουσιαστικό περιεχόμενο. Οι κατά Χριστόν σαλοί είχαν σε ύψιστο βαθμό νοερά ενέργεια, είχαν ακόμη σώας τας φρένας, διάλεγαν όμως έναν σκληρό δρόμο και τρόπο ζωής…
Η ζωή των κατά Χριστόν σαλών ήταν μια τέλεια, ίσως και ακραία εφαρμογή της μωρίας κατά Χριστόν, που είναι η πεμπτουσία όλου του πνεύματος του Ευαγγελίου. Δεν μπορούν, βέβαια, όλοι να παριστάνουν τον κατά Χριστόν σαλό, όπως το είδαμε προηγουμένως, γιατί αυτό είναι ένα ιδιαιτερο χάρισμα και μια ιδιαίτερη ευλογία του Θεού, αλλά όλοι μπορούν να βιώσουν την κατά Χριστόν σαλότητα σε μετριότερη μορφή και ανάλογη προσαρμογή. Και αυτό γίνεται αντιληπτό από το ότι η ζωή που έχει η Εκκλησία, ζωή της αγάπης, της πίστεως, της εγκρατείας αποβλέπει και εμπνέεται από ένα άλλο πολίτευμα, που είναι σαφώς αντίθετο από τα ανθρώπινα πολιτεύματα. Όλη αυτή η ζωή που έχει η Εκκλησία δεν μπορεί να γίνη εύκολα αντιληπτή από τους ανθρώπους, που κέντρο τους έχουν την λογική και τις αισθήσεις. Η χριστιανική ζωή, χωρίς να καταργή την λογική και τις αισθήσεις, κινείται πέρα από αυτές.

Ο παπάς που τα έβαλε με τις βιομηχανίες

 

 

ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΠΑΠΑΣ που δεν σπούδασε θεολογία αλλά μαθηματικά. Είναι ακτιβιστής αλλά δεν ξεπήδησε από οικολογική οργάνωση. Κηρύσσει την ειρήνη αλλά βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο. Γι’ αυτό, άλλωστε, βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών: «Για πράξεις κοινωνικής αρετής και ανθρωπισμού… σε τομέα που η μέριμνα της πολιτείας ήταν ανύπαρκτη ή ανεπαρκής»! Για αγώνα, δηλαδή, όσο η πολιτεία κοιμάται.

 
Με όπλο μία φωτογραφική μηχανή, έστηνε καρτέρι μέσα στις λάσπες και στο ποτάμι, προκειμένου να φωτογραφήσει τα φορτηγά να αδειάζουν ή να θάβουν τα απόβλητά τους στις χωματερές. Όλοι οι φύλακες των εργοστασίων και οι οδηγοί των φορτηγών ήξεραν πλέον τον παπά με τη φωτογραφική μηχανή. Όσο οι βιομήχανοι και η τοπική αυτοδιοίκηση το αρνούνταν, τόσο εκείνος τους φωτογράφιζε.

Ο πατήρ Ιωάννης Οικονομίδης, από τα Οινόφυτα Βοιωτίας, έγινε παπάς το 1999, κατόπιν προτροπής της γιαγιάς του, Ειρήνης. Λίγα χρόνια αργότερα, έκανε αυτό που κανείς άλλος δεν τόλμησε από το 1969. Να τα βάλει με τις βιομηχανίες, που ακόμα και τώρα μολύνουν με τα τοξικά απόβλητά τους όλη την περιοχή που διαπερνά ο Ασωπός ποταμός.

Στην αρχή ο αγώνας ήταν μοναχικός, με εξαίρεση τον εμπνευστή του, χημικό Αθανάσιο Παντέλογλου. Λίγες γνώσεις εναντίον πολλών εχθρών και τεράστιων οικονομικών συμφερόντων. Όταν οι αντίπαλοι άρχισαν να τον παίρνουν στα σοβαρά, κινητοποίησαν όλον τον βρόμικο μηχανισμό τους. Η τοπική κοινωνία άρχισε να βομβαρδίζεται από παραπληροφόρηση και εγκληματικά διλήμματα: «Ή πιστεύετε ότι σας δηλητηριάζουμε ή κλείνουμε τα εργοστάσια και μένετε άνεργοι». 
 
Το αυτονόητο και ο φόβος είναι δύο αντίπαλοι που μπροστά τους ο Γολιάθ φαντάζει παιχνιδάκι. Ο πατήρ Οικονομίδης ξέρει πως τα 700 ευρώ ενός εργάτη δύσκολα ρισκάρονται. Η μόνη λύση ήταν η απόδειξη της αλήθειας: «Τα απόβλητα τους σκοτώνουν».

Καθημερινά μιλούσε στους κατοίκους. Πέρασαν σχεδόν τέσσερα χρόνια προσπαθώντας να πείσει. Κάποιοι θύμωναν, κάποιοι συμφωνούσαν, αλλά το αποτέλεσμα ήταν η αδιαφορία. Κανείς δεν είχε τη διάθεση να συγκρουστεί με κανέναν, παρά μόνο με τον ίδιο.

«Το ράσο δεν εμπόδισε κανέναν να στραφεί εναντίον μου. Οι άνθρωποι στην κόντρα είναι εξαιρετικά καλοί». Όσο κι αν τον ρωτήσεις, ποτέ δεν θα παραδεχθεί τις ακρότητες που έγιναν εναντίον του. Αυτολογοκρίνεται και συνεχίζει στην ουσία. Η Νομαρχία Βοιωτίας και τα εργοστάσια ήταν στο στόχαστρό του, αλλά τα βόλια του ήταν άσφαιρα.

Σοκ και δέος
 
Οι βιομηχανίες είχαν δύο εξαιρετικούς συμμάχους. Το πολιτικό σύστημα και τον φόβο των εργατών και των κατοίκων. Κι αυτό το γνώριζε καλά ο ιερέας. Άλλωστε ο πατέρας του ήταν εργάτης σε αυτά τα εργοστάσια. Οι πρώτοι κάτοικοι που ενοχλήθηκαν από τους αγώνες του ήταν οι αγρότες: «Ακόμα και σήμερα οι περισσότεροι αγρότες προτιμούν να μη μιλήσουν για το πρόβλημα κι έτσι να κινδυνεύουν και οι ίδιοι και οι καταναλωτές παρά να συγκρουστούν με τις βιομηχανίες. Θα έπρεπε να έχουν οργανωθεί, να ζητούν τρελές αποζημιώσεις και να ζουν από αυτές». Ελάχιστους μπορεί να πείσει!

Χρειάστηκε να κατεβάσει τον πήχη. Του εξήγησαν ότι ο δρόμος είναι μακρύς και ότι η «σωτηρία» δεν μπορεί να είναι μαζική. Αυτό τον πλήγωσε, αλλά το κατανόησε. Επρεπε να γίνει μεθοδικός. Το όπλο του ήταν η αλήθεια και η γνώση του συμπολεμιστή του Θανάση Παντέλογλου. Οι αποδείξεις ήταν η μόνη λύση κι επειδή οι εικόνες πείθουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ο πατήρ Ιωάννης δεν δίστασε να λερώσει το ράσο του.

Με όπλο μία φωτογραφική μηχανή, έστηνε καρτέρι μέσα στις λάσπες και στο ποτάμι, προκειμένου να φωτογραφήσει τα φορτηγά να αδειάζουν ή να θάβουν τα απόβλητά τους στις χωματερές. Όλοι οι φύλακες των εργοστασίων και οι οδηγοί των φορτηγών ήξεραν πλέον τον παπά με τη φωτογραφική μηχανή. Όσο οι βιομήχανοι και η τοπική αυτοδιοίκηση το αρνούνταν, τόσο εκείνος τους φωτογράφιζε. Η μάχη είχε πλέον ανάψει για τα καλά:

«Όλοι οι δήμαρχοι έχουν παίξει πολύ αρνητικό ρόλο. Έλεγαν ψέματα ότι ο βιολογικός καθαρισμός δούλευε. Μάλιστα μαζί με τα βοθρατζίδικα άδειαζαν και βιομηχανικά λύματα. Μόλις πρόσφατα ξεθάψαμε τον κρυμμένο μέσα στην κοίτη του ποταμού αγωγό, από τον οποίο αδειάζανε τα επικίνδυνα λήμματα. Αυτά δεν είναι εγκλήματα άγνοιας».

Τα πρώτα στοιχεία
 
Όταν... έσκασαν οι πρώτες αναλύσεις, το κλίμα άρχισε να αλλάζει. Η άρνηση του προβλήματος από τους βιομήχανους άρχισε να μεταμορφώνεται σε δικαιολογίες και δικονομικούς ελιγμούς. Άλλωστε το «σύστημα» στην Ελλάδα είναι βούτυρο στο ψωμί ενός παράνομου. Με τον καιρό, άρχισαν να του συμπαραστέκονται νομικοί κι επιστήμονες. Η ακρίβεια των επιστημόνων και το κλείσιμο των παραθύρων από τους νομικούς στένεψαν τα περιθώρια ελιγμών των αντιπάλων του.

Δυστυχώς, όσο ο χρόνος λειτουργούσε υπέρ του ιερέα και της ομάδας του, η ρύπανση πότιζε τα νερά και τα χώματα της περιοχής. Οι καρκίνοι αυξάνονταν και το κράτος απλώς συμμαχούσε με τους βιομήχανους, αγνοώντας τις αυξανόμενες καταγγελίες. Τα φωτογραφικά πειστήρια γεννούσαν συνεχώς νέες μετρήσεις και οι αποδείξεις γιγαντώνονταν.

«Η μελέτη της Λινού για τους καρκίνους στην περιοχή ταρακούνησε τους κατοίκους. Από την άλλη μεριά, σχεδόν κάθε σπίτι έχει έναν καρκίνο. Θα περίμενες όλοι αυτοί να μάχονται. Δεν το κάνουν. Ευτυχώς κάποια πράγματα τα καταλάβαμε νωρίς. Το έγκλημα, όμως, είναι τόσο μεγάλο, που ούτε ο νομοθέτης δεν το είχε προβλέψει. Το πρώτο πρόβλημα είναι στην αδειοδότηση, μετά στους ελέγχους από το κράτος και στο τέλος στη Δικαιοσύνη, η οποία σέρνεται. Πάντως, αν πας οργανωμένος και μεθοδικός σ’ ένα δικαστήριο, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα δικαιωθείς», λέει στην Real planet ο πατήρ Ιωάννης.

Η μεγάλη νίκη στο ΣτΕ
 
ΠΡΟΣΦΑΤΑ η ομάδα του πατέρα Ιωάννη κατάφερε μία μεγάλη νίκη. Το ΣτΕ, για πρώτη φορά, θέτει τέρμα στη σκόπιμη αδράνεια της διοίκησης, καθώς κάθε φορά που απειλείται σοβαρά η ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον -ιδιαίτερα το πόσιμο και το αρδευτικό νερό- δεν μπορεί πλέον να κρύβεται πίσω από την προσχηματική επιβολή προστίμων ή άλλων ημιμέτρων, αλλά είναι υποχρεωμένη να λαμβάνει ριζικά και, κυρίως, αποτελεσματικά μέτρα.

Σε όλον αυτόν τον αγώνα, πάντοτε υπήρξε και ο προσωπικός φόβος. Αλλωστε ο πατήρ Ιωάννης έχει τρία παιδιά. Η βράβευση από την Ακαδημία Αθηνών του έδωσε το μεγαλύτερο δώρο: το κύρος και την ασφάλεια που δεν είχε παλαιότερα.

Πηγή: real.gr-ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΤΙΛΚΕΡΙΔΗ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΕΝ ΝΙΚΑΙΑ 318 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


ο Λόγος του Θεού ο Εσαρκωμένος




π Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Χριστιανοί μου,

Σήμερα Κυριακή των τριακοσίων δέκα οκτώ Θεοφόρων Πατέρων της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, απαγγείλαμε σαν Ευαγγελικό Ανάγνωσμα ένα μέρος από την λεγομένη Αρχιερατική Προσευχή. Και είναι αυτή που απηύθυνε ο Χριστός στο Θεό Πατέρα, λίγο πριν απ’ το πάθος της Σταυρικής Του Θυσίας.
Αρχίζει δε την προσευχή Του ο Κύριος με μια συγκινητική λεπτομέρεια. «Ταύτα ελάλησεν ο Ιησούς και επήρε τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν», Ιωάννου 17, 1. Σήκωσε δηλαδή τα μάτια Του στον Ουρανό και είπε: «Πάτερ ελήλυθεν η ώρα».

Εμείς αδελφοί μου, διδαχθήκαμε από τον ίδιο τον Χριστό να επικαλούμαστε και να φωνάζουμε τον Θεό Πατέρα μας. «Πάτερ ημών», λέμε. Όπως και το φωνάξαμε πριν από λίγο όλοι μαζί. «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά Σου», και λοιπά…
Ο Χριστός όμως δεν είπε «Πατερ ημών», αλλά «Πάτερ», σκέτο. Και αυτό διότι άλλη είναι η σχέση η δική μας προς τον Θεόν, και άλλη η δική Του.
Το πρώτον, η δική μας είναι σχέσις εξάρτησης. Από τον Θεόν δημιουργηθήκαμε, αυτός μας έπλασε, αυτός μας έδωσε τη ζωή, αυτός μας έφερε από την ανυπαρξία και το μηδέν στο Είναι. Υπάρχουμε δηλαδή από τον Θεόν, που μας έπλασε μάλιστα κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση δική Του. Μας έδωσε δηλαδή μυαλό, λογικό, νου, θέληση, κρίση, ελευθερία, αίσθημα δικαιοσύνης, αγάπης, κρίση για να διαλέγουμε ανάμεσα στο καλό και στο κακό, ανάμεσα στο δίκαιο και στο άδικο, ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα.
Άρα είναι ο Πατέρας μας. Ο φυσικός Πατέρας και Δημιουργός μας. Οι δε γονείς μας είναι απλοί γεννήτορες και τίποτε περισσότερο. Ο Θεός Πατέρας μας δεν μας έπλασε όμως μόνον κατ’ εικόνα αυτού και καθ’ ομοίωσιν, αλλά και διπλούς στη φύση. Δηλαδή από σώμα υλικό και ψυχή άυλη, πνευματική. Το δε κατ’ εικόνα του Θεού, αναφέρεται μόνο στο νοερό μέρος του ανθρώπου, δηλαδή στην ψυχή. Γι’ αυτό και έχει τρομερές δυνατότητες δημιουργίας ο νους, - ή και καταστρεπτικές, αν διαλέξει να διαπράττει συνεχώς το κακό.
Δεύτερον. Η σχέση όμως του Χριστού προς τον Θεόν Πατέρα, είναι και σχέση ενότητος. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού, ο μοναδικός κατά φύσιν του Θεού Πατρός, ομοούσιος προς αυτόν και τέλειος Θεός. Είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, και γεννάται αϊδίως και αχρόνως προ πάντων των αιώνων. Άμα ο Πατήρ, άμα και ο Υιός. Ο Ένας Θεός. Αυτό θέσπισαν και εδογμάτησαν οι τριακόσοι δέκα οχτώ Πατέρες της πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, - που γιορτάζουμε σήμερα,- ότι δηλαδή ο Χριστός είναι και τέλειος Θεός. Υιός και Λόγος του Θεού, και Θεός. Όχι ομοιούσιος προς τον Πατέρα, όπως ισχυριζόταν ο Άρειος, και εξακολουθούν πολλοί ακόμα να Τον θεωρούν έτσι, αλλά ομοούσιος προς Αυτόν. Βλέπουν δηλαδή τον Χριστό σαν κτίσμα. Όχι. Είναι τέλειος Θεός, έχει την ίδια ουσία και την ίδια φύσιν με τον Πατέρα.
Έγινε όμως και άνθρωπος στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, χωρίς να πάψει να είναι ποτέ συγχρόνως και τέλειος Θεός, ο Θεάνθρωπος Κύριος, και αυτό για τη Σωτηρία μας. Αυτή ακριβώς η αδιαίρετη και προαιώνια ενότητα του Ιησού Χριστού προς τον Θεόν Πατέρα, διατυπώνεται πολλές φορές μέσα στην Καινή Διαθήκη. Όπως παραδείγματος χάριν «εγώ και ο Πατήρ εν εσμέν». «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος». «Ο εωρακώς εμέ εώρακε και τον Πατέρα». «Τα εμά πάντα σα εστί και τα σα εμά», και άλλα πολλά.
Εμείς όταν απευθυνόμαστε στον Θεό, συνήθως ζητάμε υλικά αγαθά και θαύματα, θαύματα στις αρρώστιες μας, λύση στα βάσανα και τα προβλήματά μας, λύση στο να διορθώνει Εκείνος τις δικές μας στραβωμάρες και πονηριές, παράπονα και γογγυσμοί για ό,τι στραβό μας έρχεται στη ζωή ενώ τα λάθη είναι δικά μας, καμιά φορά ζητάμε και ευγενικά και την καταστροφή των εχθρών μας λέγοντας, «εγώ Θεέ μου τον συγχωρώ αλλά συ τιμώρησέ τον για να μάθει». Το ό,τι ζητάμε από τον Θεόν τις περισσότερες φορές πράγματα παράλογα και ανόητα, το φανερώνει ο ίδιος λέγοντας: «Αιτείτε, -με την προσευχή σας,- αιτείτε και ου λαμβάνετε, διότι κακώς αιτείσθε». Οφείλουμε να ζητάμε την Βασιλεία του Θεού, την μετάνοια, την συντριβή, την διόρθωση και τον φωτισμό.
Για ακούστε τι ζήτησε ο Χριστός απ’ τον Θεόν Πατέρα. Δεν το ζητάει όπως θα ακούσετε τίποτα το γήινο, το πρόσκαιρο και το τιποτένιο, ούτε και την άφεσιν των αμαρτιών, διότι ήτο ο αναμάρτητος Κύριος, ο Θεάνθρωπος, ο τέλειος Θεός όπως είπαμε και τέλειος άνθρωπος.
Τι είναι όμως αυτό που ζητάει ο Χριστός, από τον Θεό Πατέρα; Την Δόξα! «Δόξασόν σου τον Υιόν», λέει. Η Δόξα όμως του Χριστού δεν είναι η θριαμβευτική Του είσοδος στα Ιεροσόλυμα, ούτε και ο θριαμβευτικός ύμνος των αγγέλων, στη Βηθλεέμ, με το «Δόξα εν Υψίστοις Θεόν και επι γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία», αλλά Δόξα του Χριστού είναι ο Σταυρός, ο Γολγοθάς, η Σταυρική Θυσία. Και γιατί η Σταυρική Του Θυσία; Για να σωθεί ο άνθρωπος. Για να συγχωρηθεί ο αμαρτωλός.
Αλλά δόξα του ανθρώπου είναι η άφεσις των αμαρτιών του, και η δικαίωσίς του όταν αυτός ο άνθρωπος πιστεύει στην θεότητα του Ιησού Χριστού, και στο απολυτρωτικό Του έργο, βαπτίζεται στο όνομα της Αγίας Τριάδος, εξομολογείται με συντριβή και μετάνοια τις αμαρτίες του στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως, και τρέφεται από το Σώμα και το Αίμα του Χριστού στο μυστήριο της Θειας Κοινωνίας. Έτσι η Δόξα του Σωτήρος Χριστού γίνεται και δική μας Δόξα. Σταυρώθηκε Εκείνος για να δοξασθούμε εμείς. Και τώρα που υπάρχουμε σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο για όσο ζούμε, αλλά κυρίως μετά το θάνατό μας στη βασιλεία των Ουρανών.
Και τώρα τίθεται το ερώτημα. Ποιος ήταν ο Χριστός πριν έρθει στον κόσμο και πάρει σάρκα και οστά μέσα από τα σπλάχνα της Μαρίας της Παρθένου; Τι είχε πριν κατέβη στην γη; Την απάντηση την δίνει ο ίδιος στη συνέχεια της Αρχιερατικής Του Προσευχής.
«Και νυν δόξασόν με συ Πάτερ, παρά σε αυτώ τη δόξη, ή είχον, προτού τον κόσμον είναι παρά σοι», δηλαδή, και τώρα δόξασέ με και Συ Πάτερ, πλησίον σου με την Δόξα, που είχα κοντά Σου προ του να γίνει ο κόσμος. Άρα Χριστός αδελφοί μου, είχε θεϊκή δόξα στον Ουρανό μαζί με τον Πατέρα, ως ομοούσιος προς αυτόν, πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος, και ο πνευματικός και ο υλικός. Δηλαδή προ πάντων των αιώνων. Ήτο τέλειος αληθινός Θεός.
Ο πρώτος στίχος του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου αρχίζει με τις φράσεις «εν αρχή ην ο Λόγος» που σημαίνει στην αρχή που δημιουργήθηκε ο κόσμος, οι άγγελοι, ο ουρανός, η γη και οι άνθρωποι, προϋπήρχε ο λόγος, ο Υιός του Θεού, ο Θεός Λόγος, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Όσοι δε από μας τους Ορθοδόξους πιστούς αγωνιζομένους χριστιανούς, αξιωθούν από τον Σωτήρα Χριστόν να βρεθούν στον Παράδεισο, θα λάμπουν σαν τον ήλιο και θα έχουν δόξα μεγάλη.
Ο Χριστός όμως τη δόξα, την άκτιστη και άπειρη, την είχε πάντοτε, διότι είναι ένα με τον Πατέρα, και ομοούσιος προς αυτόν. Μία φύσις με τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα. Μία ουσία, η ίδια πάντοτε, μία τιμή, μία δόξα, μία σύνταξις, μία προσκύνησις της Αγίας Τριάδος, όπως θα ψάλουμε την Πεντηκοστή.

Ας προχωρήσουμε όμως σε δύο ακόμα φράσεις που θέλουν προσοχή, και τελειώνουμε.
«Παρά σου εξήλθον». Δηλαδή από σένα, τον Πατέρα, στάλθηκα και βγήκα στον κόσμο, χωρίς καμιά στιγμή να είμαι χωρισμένος από σένα, γιατί ως Υιός είμαι και τέλειος Θεός. Και τώρα έρχομαι πάλι σε σένα. «Καγώ προς σε έρχομαι», μόνο που δεν έρχομαι μόνος, κουβαλάω μαζί μου ολόκληρη την ανθρωπότητα, κουβαλάω ολόκληρη και τελεία την ανθρώπινη φύση. Φέρνω μαζί μου τον άνθρωπον, τον λυτρωμένο και σεσωσμένο, τον θεωμένο και δοξασμένο. Σου φέρνω τον άνθρωπο για τον οποίον εγώ ο Υιός και Θεός έγινα άνθρωπος. Άρα κουβαλάει μέσα στην θεωμένη και σεσωσμένη ανθρώπινη φύση, πού είναι και αδιαίρετα ενωμένη με την θεότητα του Ιησού Χριστού, και σένα, και σένα, και σένα, και μένα και όλους μας. Αυτό όμως είναι μια βεβαιωμένη ελπίδα και αίσθησις ψυχής όταν κοινωνούμε των Αχράντων Μυστηρίων. Δηλαδή η ψυχή μας θεώνεται, Χριστοφορείται και συγχρόνως αναλαμβάνεται στα ύψη της θείας ευφροσύνης και της θείας δόξης. Προγεύεται τρόπον τινά και κατά δύναμιν την αιωνιότητα της Βασιλείας του Θεού.
Όλα αυτά όπως καταλαβαίνετε μας τα βεβαιώνουν οι εμπειρίες των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, που σε κάθε γιορτή είναι και λίγο πιο διαφορετική. Άλλη αίσθησις στη γέννηση του Χριστού, άλλη στα Θεοφάνεια και στην φανέρωση της Αγίας Τριάδος, άλλη στην Σταυρική Του Θυσία την Μεγάλη Παρασκευή, άλλη στην Ανάστασή Του εκ νεκρών το Πάσχα, άλλη την Πεντηκοστήν, άλλη στην Υπαπαντή του κυρίου, και άλλη σε κάθε γιορτή.

Είθε αδελφοί μου, πάντα ταύτα να γίνουν πριν πεθάνουμε, και δικές μας πτωχές εμπειρίες και βιώματα, έστω και για λίγα μόνον δευτερόλεπτα.
Το εύχομαι με όλη μου την καρδιά,
Αμήν.

Κυριακή των 318 Πατέρων της Α' Οικουμενικής Συνόδου

Οι «μονοθεϊστικές» θρησκείες: Έχουμε τον ίδιο Θεό με τους μη Χριστιανούς;

 



ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ (δες σημείωση στο τέλος)

«Οι Εβραίοι και οι Ισλαμικοί λαοί και οι Χριστιανοί... αυτές οι τρεις εκφράσεις του ίδιου μονοθεϊσμού, ομιλούν με τις αυθεντικότερες και αρχαιότερες, κι ακόμα με τις τολμηρότερες και πειστικότερες φωνές. Γιατί να μην είναι δυνατό, το όνομα του ίδιου Θεού, αντί να προκαλεί αδιάλλακτη εναντιότητα, να οδηγεί μάλλον σε αμοιβαίο σεβασμό, κατανόηση και ειρηνική συνύπαρξη; Δεν θα έπρεπε η αναφορά στον ίδιο Θεό, στον ίδιο Πατέρα, χωρίς προκαταλήψεις στή θεολογική συζήτηση, να μας οδηγήσει μάλλον να ανακαλύψουμε μια ημέρα αυτό που είναι τόσο προφανές, αλλά και τόσο δύσκολο - ότι είμαστε όλοι παιδιά του ίδιου Πατέρα κι ότι γι’ αυτό είμαστε όλοι αδέλφια;»
(Πάπας Παύλος ΣΤ’, «La Croix», 11.8.1970)

* Στις 2 Απριλίου 1970, έλαβε χώρα στη Γενεύη μια μεγάλη θρησκευτική εκδήλωση.
Μέσα στο πλαίσιο εργασιών της Δεύτερης Συνδιάσκεψης του «Συνδέσμου Ενωμένων Θρησκειών», οι αντιπρόσωποι δέκα μεγάλων θρησκειών είχαν προσκληθεί να συνγκεντρωθούν στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Πέτρου.
Αυτή η «κοινή προσευχή» βασιζόταν στο ακόλουθο κίνητρο: «Οι πιστοί όλων αυτών των θρησκειών είχαν προσκληθεί να συνυπάρξουν στη λατρεία του ίδιου Θεού!».
Ας δούμε αν αυτός ο ισχυρισμός είναι έγκυρος στο φως της Αγίας Γραφής.
Με σκοπό να εξηγήσουμε καλύτερα το θέμα, θα περιοριστούμε στις τρεις θρησκείες που έχουν ιστορικά ακολουθήσει η μία την άλλη με αυτή τη σειρά: Ιουδαισμός, Χριστιανισμός, Ισλάμ.

Αυτές οι τρεις θρησκείες για την ακρίβεια, προβάλλουν αξιώσεις για κοινή καταγωγή: ως λάτρεις του Θεού του Αβραάμ. Έτσι είναι μια πολύ διαδεδομένη γνώμη και καθώς όλοι αξιώνουμε ότι είμαστε απόγονοι του Αβραάμ (οι Εβραίοι και οι Μουσουλμάνοι κατά σάρκα και οι Χριστιανοί πνευματικά), έχουμε όλοι ως Θεό τον Θεό του Αβραάμ και λατρεύουμε και οι τρεις μας (ο καθένας με το δικό του τρόπο, φυσικά) τον ίδιο Θεό. Και αυτός ο ίδιος Θεός συνιστά με κάποιο τρόπο το σημείο ενότητας και «αμοιβαίας κατανόησης» κι αυτό μας προσκαλεί σε μια «αδελφική σχέση», όπως τόνισε ο Μεγάλος Ραβίνος Δρ. Safran, παραφράζοντας τον Ψαλμό: «Ιδού δη τικαλόν ή τι τερπνόν, αλλ’ η το κατοικείν αδελφούς επί το αυτό...» (Ψαλμ. ρλδ’ 1).
Μ’ αυτή την οπτική είναι φανερό, ότι ο Ιησούς Χριστός, Θεός και Άνθρωπος, ο Υιός ο Αιώνιος και Συνάναρχος με τον Πατέρα, η Ενσάρκωσή Του, ο Σταυρός Του, η ένδοξη Ανάστασή Του και η Δευτέρα και τρομερή Παρουσία Του - γίνονται δευτερεύουσες λεπτομέρειες που δεν μπορούν να μας εμποδίσουν από το να «συναδελφωθούμε» με αυτούς που τον θεωρούν ως «ένα απλό προφήτη» (σύμφωνα με το Κοράνι) ή ως «το γιό μιας πόρνης» (σύμφωνα με συγκεκριμένες Ταλμουδικές παραδόσεις)!
(Στην φωτογραφία ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄φιλάει το Κοράνι!)
Έτσι θα βάζαμε τον Ιησού το Ναζωραίο και τον Μωάμεθ στο ίδιο επίπεδο. Δεν ξέρω ποιος Χριστιανός άξιος του ονόματός του μπορεί να το δεχτεί αυτό στη συνείδησή του.
Κάποιος μπορεί να πει ότι σ’ αυτές τις τρεις θρησκείες, αν βάλουμε στην άκρη το παρελθόν, μπορεί κανείς να συμφωνήσει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ένα εξαιρετικό πλάσμα κι ότι είχε σταλεί από το Θεό. Όμως για μας τους Χριστιανούς, αν ο Ιησούς Χριστός δεν είναι Θεός, δεν μπορούμε να τον θεωρήσουμε ούτε ως «προφήτη», ούτε ως «απεσταλμένο του Θεού», παρά μόνο ως ένα μεγάλο απατεώνα χωρίς σύγκριση, αφού διακήρυξε ότι ήταν «υιός του Θεού», κάνοντας έτσι τον εαυτό Του ίσο με το Θεό (Μάρκ. 14:61-62).
Σύμφωνα με αυτή την οικουμενιστική λύση του υπέρ-ομολογιακού επιπέδου, ο Τριαδικός Θεός των Χριστιανών θα ήταν το ίδιο με το μονοθεϊσμό του Ιουδαϊσμού, του Ισλάμ, του αρχαίου αιρετικού Σαβελλίου, των συγχρόνων αντιτριαδικών, και διαφόρων αιρέσεων τύπου «Πεφωτισμένων». Δεν θα υπήρχαν Τρία Πρόσωπα σε Μία Θεότητα, αλλά ένα Πρόσωπο, αμετάβλητο για κάποιους, ή που αλλάζει με επιτυχία «μάσκες» (Πατήρ – Υιός – Άγιο Πνεύμα) για άλλους! Και εν τούτοις κάποιος θα μπορούσε να υποκριθεί ότι αυτός ήταν «ο ίδιος Θεός».
Να κάτι που κάποιος θα μπορούσε να προτείνει αφελώς: «Παρά ταύτα υπάρχει για τις τρεις θρησκείες ένα κοινό σημείο: και οι τρεις ομολογούν Θεό Πατέρα!» Αλλά σύμφωνα με την αγία Ορθόδοξη πίστη, αυτό είναι παράλογο. Πάντα ομολογούμε: «Δόξα στην Αγία, Ομοούσιο, Ζωοποιό και Αδιαίρετο Τριάδα». Πώς μπορούμε να χωρίσουμε τον Πατέρα από τον Υιό όταν ο Ιησούς Χριστός διαβεβαιώνει ότι «Εγώ και ο Πατέρας ένα είμαστε»; (Ιωαν. 10:30). Και ο άγιος απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, ο απόστολος της αγάπης, επιβεβαιώνει ξεκάθαρα: «Αυτός που αρνείται τον Υιό, αυτός δεν έχει ούτε τον Πατέρα» (Α’ Ιωαν. 2:23).
Αλλά ακόμα κι αν και οι τρεις μας καλούμε το Θεό Πατέρα: τίνος είναι πραγματικά Πατέρας; Για τους Εβραίους και τους Μουσουλμάνους είναι ο Πατέρας των ανθρώπων στο επίπεδο της δημιουργίας• ενώ για μας τους Χριστιανούς είναι, πρώτα απ’ όλα, «πριν από τη θεμελίωση του κόσμου» (Ιωαν. 17:24) «ο Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (Εφεσ. 1:3) και μέσω του Χριστού είναι Πατέρας μας «κατ’ υιοθεσίαν» (Εφεσ. 1:4-5) στο επίπεδο της λύτρωσης. Τι ομοιότητα υπάρχει, λοιπόν ανάμεσα στη Θεϊκή Πατρότητα στο Χριστιανισμό και στις άλλες θρησκείες;

Άλλοι μπορεί να πουν: «Αλλά ο Αβραάμ λάτρευε τον αληθινό Θεό• και οι Εβραίοι μέσω του Ισαάκ και οι Μουσουλμάνοι μέσω της Άγαρ είναι οι απόγονοι αυτού του γνήσιου λάτρη του Θεού». Εδώ κάποιος θα πρέπει να ξεκαθαρίσει πολλά πράγματα: ο Αβραάμ καθόλου δε λάτρευε το Θεό στη μορφή του απρόσωπου μονοθεϊσμού που τον λάτρευαν οι άλλοι, αλλά στην μορφή της Αγίας Τριάδας. Διαβάζουμε στην Αγία Γραφή: «Και ο Κύριος εμφανίστηκε σ’ αυτόν στη βελανιδιά του Μαμβρή… κι αυτός υποκλίθηκε μέχρι το έδαφος» (Γένεσις 18:1-2). Υπό ποια μορφή λάτρευε ο Αβραάμ το Θεό; Με την απρόσωπη μορφή, ή με τη μορφή της Θεϊκής Ενιαίας Τριάδας;
Εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί τιμούμε αυτή τη φανέρωση της Αγίας Τριάδας στην Παλαιά Διαθήκη κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, όταν στολίζουμε τους ναούς μας με κλαριά που συμβολίζουν τις αρχαίες βελανιδιές, κι όταν τιμούμε στο μέσο τους την εικόνα των Τριών Αγγέλων, όπως την τίμησε ο Πατέρας μας ο Αβραάμ! Η κατά σάρκα καταγωγή από τον Αβραάμ μας είναι άχρηστη αν δεν είμαστε αναγεννημένοι στο νερό του Βαπτίσματος, στην πίστη του Αβραάμ. Και η πίστη του Αβραάμ ήταν η πίστη στον Ιησού Χριστό, όπως έχει πει ο ίδιος ο Κύριος: "Ο πατέρας σας ο Αβραάμ αισθάνθηκε αγαλλίαση διότι έμελλε να δει την ημέρα μου" (Ιωαν. 8:56)

"Νεκρός για τον κόσμο": H oρθόδοξη εικόνα της Αγίας Τριάδας, δηλ. του επεισοδίου της φιλοξενίας του Αβραάμ. Η συγκεκριμένη είναι το πασίγνωστο έργο του μεγάλου Ρώσου αγιογράφου αγίου Ανδρέα Ρουμπλιώφ. Εκτενής σχολιασμός εδώ. Με παρόμοιο τρόπο εμφανίστηκε η Αγία Τριάδα και στον άγ. Αλέξανδρο τους Σβιρ (δες εδώ, από τη μέση του post). Δεν πρόκειται για φαντασίες, ούτε για "δαιμονικές απάτες", όπως λένε οι προτεστάντες. Οι άγιοί μας έχουν πείρα και από το ένα και από το άλλο, και ξεχωρίζουν τις καταστάσεις. Οι αιρετικοί όμως;

Τέτοια ήταν επίσης η πίστη του προφητάνακτα Δαβίδ, ο οποίος άκουσε τον Ουράνιο Πατέρα να λέει στον Ομοούσιο Υιό Του: «Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου» (Ψαλμ. 109:1• Πράξ. 2:34). Τέτοια ήταν η πίστη των «τριών παίδων εν τη καμίνω», όταν σώθηκαν από τον «Υιό του Θεού» (Δαν. 3:25)• τέτοια και η πίστη του αγίου προφήτη Δανιήλ, ο οποίος είδε το όραμα των δύο φύσεων του Ιησού Χριστού στο μυστήριο της ενσάρκωσης, όταν ο Υιός του ανθρώπου ήρθε στον Αρχαίο των Ημερών (Δαν. 7:13). Γι’ αυτό και ο Κύριος, απευθυνόμενος στους (βιολογικά αδιαφιλονίκητους) απογόνους του Αβραάμ, είπε: «Αν ήσασταν τα παιδιά του Αβραάμ, θα κάνετε τα έργα του Αβραάμ» (Ιωαν. 8:39), και τα έργα αυτά είναι «να πιστέψουν σ’ Αυτόν που έστειλε ο Θεός» (Ιωαν. 6:29).
Ποιοι λοιπόν οι απόγονοι του Αβραάμ; Οι κατά σάρκα γιοι του Ισαάκ, ή οι γιοι της Άγαρ της Αιγύπτιας; Είναι ο Ισαάκ ή ο Ισμαήλ οι απόγονοι του Αβραάμ; Τι διδάσκει η Αγία Γραφή με το στόμα του θείου Αποστόλου; «Στην περίπτωση του Αβραάμ, οι υποσχέσεις δόθηκαν σ’ αυτόν και στον απόγονό του. Δεν λέει, «και στους απογόνους», σαν να επρόκειτο περί πολλών, αλλά περί ενός• «και στον απόγονό σου», ο οποίος είναι ο Χριστός» (Γαλ. 3:29). Είναι εκεί, στον Ιησού Χριστό, που ο Αβραάμ έγινε πατέρας πολλών εθνών (Γεν. 17:5• Ρωμ 4:17). Μετά από τέτοιες υποσχέσεις και τέτοιες διαβεβαιώσεις, τι νόημα έχει η σαρκική καταγωγή από τον Αβραάμ;
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, ο Ισαάκ θεωρείται ως το σπέρμα ή ο απόγονος, αλλά μόνο ως εικόνα του Ιησού Χριστού. Αντίθετα με τον Ισμαήλ, (το γιο της Άγαρ. Γεν 16:1), ο Ισαάκ γεννήθηκε στην θαυματουργική «ελευθερία» μιας στείρας μητέρας, σε μεγάλη ηλικία και ενάντια στους νόμους της φύσης, παρόμοια με το Σωτήρα μας, ο οποίος γεννήθηκε από μια Παρθένο. Ανέβηκε το λόφο του Μορία όπως ο Ιησούς ανέβηκε το Γολγοθά, κουβαλώντας στους ώμους του τα ξύλα της θυσίας. Ένας άγγελος έσωσε τον Ισαάκ από το θάνατο, ακριβώς όπως ένας άγγελος κύλισε την πέτρα του μνημείου για να μας δείξει ότι ο τάφος ήταν άδειος, ότι ο αναστημένος δεν βρισκόταν πια εκεί. Την ώρα της προσευχής, ο Ισαάκ συνάντησε τη Ρεββέκα στο λιβάδι και την οδήγησε στη σκηνή της μητέρας του Σάρας, όπως και ο Ιησούς θα συναντήσει την Εκκλησία Του στα σύννεφα για να τη φέρει στα ουράνια σκηνώματα, τη Νέα Ιερουσαλήμ, την πολυπόθητη πατρίδα.

Όχι! Δεν έχουμε τον ίδιο Θεό με τους μη Χριστιανούς! Το απολύτως ουσιώδες – εκ των ων ουκ άνευ – για να γνωρίσουμε τον Πατέρα, είναι ο Υιός: «Αυτός που έχει δει εμένα, έχει δει τον Πατέρα• κανείς δεν έρχεται προς τον Πατέρα, παρά μόνο μέσω εμού» (κατά Ιωάννην 14:6,9). Ο Θεός μας είναι ένας Θεός ενσαρκωμένος, τον οποίο «έχουμε δει με τα μάτια μας κι έχουμε αγγίξει με τα χέρια μας» (Α’ Ιω. 1:1). Ο άυλος έγινε υλικός για τη σωτηρία μας, όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, κι έχει αποκαλυφθεί σε μας. Αλλά πότε αποκαλύφθηκε στους σημερινούς Εβραίους και Μουσουλμάνους, έτσι ώστε να υποθέσουμε πως γνωρίζουν το Θεό; Αν έχουν μια πλήρη κατανόηση του Θεού έξω από τον Ιησού Χριστό, τότε ο Χριστός ενσαρκώθηκε, πέθανε και αναστήθηκε ματαίως!
Σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού, δεν έχουν ακόμα έρθει πλήρως στον Πατέρα. Έχουν κάποια ιδέα περί Θεού, αλλά αυτή η ιδέα δεν περιλαμβάνει την πλήρη αποκάλυψη του Θεού που δόθηκε στον άνθρωπο δια του Ιησού Χριστού. Για μας τους Χριστιανούς, ο Θεός είναι ασύλληπτος, ακατανόητος, απερίγραπτος και άυλος, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος. Για τη σωτηρία μας έγινε (στο βαθμό που είμαστε ενωμένοι μαζί Του) συνειλλημένος, περιγραπτός και υλικός, εξ αποκαλύψεως στο μυστήριο της ενσάρκωσης του Υιού Του. Σ’ Αυτόν ας είναι η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. Και γι’ αυτό ο άγιος Κυπριανός της Καρχηδόνας λέει ότι όποιος δεν έχει την Εκκλησία για Μητέρα, δεν έχει το Θεό για Πατέρα!
Μακάρι ο Θεός να μας διαφυλάξει από την αποστασία και από τον ερχομό του Αντιχρίστου, τα προκαταρκτικά σημεία του οποίου πολλαπλασιάζονται μέρα με τη μέρα. Μακάρι να μας προστατέψει από τη μεγάλη θλίψη, την οποία ούτε και οι εκλεκτοί δεν θα είναι σε θέση να υπομείνουν δίχως τη χάρη Εκείνου που θα μικρύνει αυτές τις ημέρες. Και μακάρι να μας προστατέψει διατηρώντας μας στο «μικρό ποίμνιο», το «υπολειπόμενο σύμφωνα με την εκλογή της χάρης», έτσι ώστε σαν τον Αβραάμ να μπορέσουμε να αναγαλλιάσουμε στο φως του προσώπου Του, με τις πρεσβείες της Παναγίας Μητέρας του Θεού και Αειπαρθένου Μαρίας, όλων των κατοίκων του ουρανού, των νεφών των μαρτύρων, προφητών, ιεραρχών, ευαγγελιστών, και ομολογητών που έμειναν πιστοί μέχρι θανάτου, που έχυσαν το αίμα τους για το Χριστό, που μας απέκτησαν με το ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού στα νερά του Βαπτίσματος.
Είμαστε τα παιδιά τους – οπωσδήποτε αδύναμα, αμαρτωλά και ανάξια• αλλά δεν θα τείνουμε τα χέρια μας προς ένα ξένο θεό! Αμήν.

* Άρθρο του π. Βασιλείου Σακκά από το περιοδικό “La Foi Transmise”, 5 Απριλίου 1970, το οποίο περιέχεται στο βιβλίο του ιερομόναχου Σεραφείμ Ρόουζ «Η Ορθοδοξία και η Θρησκεία του Μέλλοντος», εκδόσεις «Εγρήγορση», Αθήνα 2000. Εγώ [σ.σ. ο "Κόκκινος Ουρανός"] το βρήκα στο βιβλίο «Η Πατερική Στάσις έναντι του Διαθρησκειακού Συγκρητισμού – Ιερός Χρυσόστομος και Ιουδαίοι» από την σειρά «Συμβολή στην Αντι-Οικουμενιστική Θεολογία», της Ιεράς Συνόδου των Ενισταμένων. Το άρθρο υπάρχει και ΕΔΩ [ενώ ΟΛΟΚΛΗΡΟ το ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ βιβλίο του π. Σ. Ρόουζ εδώ (και κάποια βασικά κεφάλαια στ' αγγλικά εδώ)].

Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου

.
Η έκτη κατά σειρά Κυριακή μετά το Άγιο Πάσχα είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στην μνήμη των 318 Αγίων Πατέρων, οι οποίοι έλαβαν μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. Η σύνοδος συνήλθε κατά πρόσκληση του Μέγα Κωνσταντίνου κατά το εικοστό έτος της βασιλείας του.
Διακριθείσες μορφές της συνόδου ήταν ο Αλέξανδρος ο Κωνσταντινουπόλεως, ο Αλέξανδρος ο Αλεξανδρείας, ο Μέγας Αθανάσιος, ο Ευστάθιος ο Αντιοχείας, ο Μακάριος ο Ιεροσολύμων, ο Παφνούτιος, ο Άγιος Σπυρίδων, ο Άγιος Νικόλαος, κ.α...

Η Α' Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τον Άρειο και τον Αρειανισμό. Διατύπωσε τους πρώτους όρους ορθού Χριστιανικού δόγματος και ιδιαίτερα τα περί του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τον Ιησού Χριστό, ως ομοούσιον τω Θεώ Πατρί.

Συνέταξε τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως.Επίσης αποφάσισε τους κάτωθι ιερούς Κανόνες:

Κανών Α': Καταδικάζει τη συνήθεια του οικειοθελούς ευνουχισμού και απαγορεύει τη χειροτονία ευνουχισμένων, πλην όσων για ιατρικούς λόγους ή λόγω βασανιστηρίων εξετμήθησαν.

Κανών Β': Απαγορεύει τη χειροτονία ως κληρικών στα νέα μέλη (νεόφυτοι) της εκκλησίας.

Κανών Γ': Καταδικάζει την συνήθεια των κληρικών όλων των βαθμών να συζούν με νεαρές γυναίκες τις οποίες δεν είχαν παντρευτεί (συνείσακτοι).

Κανών Δ' - Ε': Εισάγεται το «μητροπολιτικό σύστημα», το οποίο ίσχυε στην οργάνωση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και καθορίζουν την αρμοδιότητα της επαρχιακής συνόδου στη χειροτονία των επισκόπων.

Κανών ΣΤ': Αναγνωρίζει κατ' εξαίρεση το αρχαίο έθος της συγκεντρωτικής δικαιοδοσίας του επισκόπου της Αλεξάνδρειας στις εκκλησίες της Αιγύπτου, Λιβύης και Πεντάπολης —όπως συνέβαινε και με την εκκλησία της Ρώμης—, ενώ εξαιρεί τη Ρώμη και την Αντιόχεια από το γενικό μέτρο του μητροπολιτικού συστήματος.

Κανών Ζ': Ορίζεται ότι ο επίσκοπος Αιλίας (δηλ. Ιερουσαλήμ) να είναι ο επόμενος στη σειρά απόδοση τιμών.

Κανών Η': Ορίζει τον τρόπο επιστροφής στην εκκλησία της Αιγύπτου των λεγόμενων «Καθαρών» (Μελιτιανό σχίσμα).

Κανών Θ': Αναφέρεται στην συνήθη περίπτωση χειροτονίας πρεσβυτέρων των οποίων δεν εξετάστηκαν τα προσόντα ή οι οποίοι δεν παραμένουν άμεμπτοι.

Κανών Ι': Καταδικάζει τη χειροτονία πεπτωκότων.

Κανών ΙΑ' - ΙΒ': Καθορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων, με αυστηρότερα κριτήρια.

Κανών ΙΓ': Δέχεται ότι είναι δυνατόν να παρασχεθεί Θεία Ευχαριστία επί της επιθανατίου κλίνης.

Κανών ΙΔ': Ορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων κατηχουμένων.

Κανών ΙΕ' - ΙΣΤ': Καταδικάζεται η επιδίωξη κληρικών για μετάθεση σε άλλες εκκλησίες.

Κανών ΙΖ': Καταδικάζει την πλεονεξία και αισχροκέρδεια των κληρικών που προέρχεται από τον έντοκο δανεισμό.

Κανών ΙΗ': Απαγορεύει στους διακόνους να μεταδίδουν και να αγγίζουν τη Θεία Ευχαριστία πριν από τους πρεσβυτέρους, και δεν επιτρέπεται το να κάθονται μεταξύ των πρεσβυτέρων.

Κανών Κ': Απαγορεύει τη γονυκλισία στη Θεία Λειτουργία της Κυριακής και την ημέρα της Πεντηκοστής.

Επιπρόσθετα καθορίστηκε η κοινή ημέρα εορτασμού του Πάσχα.

Τα συμπεράσματα τις συνόδου υπογράφηκαν από περισσότερους από 318 και ο αριθμός αυτός επικράτησε για συμβολικούς λόγους. Οι επίσκοποι που ήταν παρόντες στη σύνοδο συνοδεύονταν από κατώτερους κληρικούς.

Στο ιερό Ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ακούμε ένα τμήμα της λεγομένης αρχιερατικής προσευχής του Κυρίου μας. Μιας προσευχής συγκλονιστικής που έκανε ο Κύριος μπροστά στους μαθητές του τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ. Εκεί στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μετά το Μυστικό Δείπνο ο Κύριος, αφού ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, είπε:

Πάτερ, ήλθε η ώρα να θυσιασθώ για τη σωτηρία του κόσμου. Δέξου τη θυσία μου αυτή και δόξασε τον Υιό σου, για να Σε δοξάσει και ο Υιός σου, για να λυτρώσει όσους πίστεψαν σ’ Αυτόν και να τους προσφέρει την αιώνια ζωή. Και αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι πιστοί Εσένα τον μόνο αληθινό Θεό και Εμένα που με έστειλες στον κόσμο.

Εγώ Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία που θα προσφέρω σε λίγο πάνω στο σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω. Και τώρα που θα φύγω από τον κόσμο αυτό, δόξασέ με και ως άνθρωπο εσύ, Πάτερ, με την δόξα την οποία είχα κοντά σου πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος.

Μέσα στη συγκλονιστική αυτή αρχιερατική προσευχή ακούμε τον Κύριο πολλές φορές να μιλάει για τη δόξα Του. Σε ποια όμως δόξα αναφέρεται; Όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο, ο Κύριος αναφέρεται στη δόξα της σταυρικής του θυσίας που θα ακολουθήσει. Βέβαια ο Κύριος δοξάστηκε και με τα εκπληκτικά θαύματά Του, με την αγία ζωή Του, με την απαράμιλλη διδασκαλία Του, με την Ανάστασή του και την Ανάληψή του.

Όμως η μεγαλύτερη δόξα του Κυρίου μας δεν πραγματοποιήθηκε σ’ αυτές τις στιγμές του θριάμβου, αλλά στις τραγικότερες και πιο ταπεινωτικές στιγμές της ζωής του. Ο Κύριός μας ανήλθε στην κορυφή του μεγαλείου του όταν ανυψώθηκε στην κορυφή του Γολγοθά και αποκάλυψε στους ανθρώπους το ανυπέρβλητο ύψος της αρετής Του. Μιας αρετής που ακτινοβόλησε στον ουρανό, στη γη και τα καταχθόνια. Διότι ο Κύριός μας πάνω στο σταυρό αποκάλυψε στο μεγαλύτερο βαθμό την τέλεια αγάπη Του για τα πλάσματά του. Εκεί στην τρομερή αγωνία του Πάθους έδειξε τη βασιλική του μεγαλειότητα. Με ανεξικακία και υπομονή δοκίμασε όχι μόνο τους αφόρητους πόνους του μαρτυρίου, αλλά και σήκωσε με εγκαρτέρηση το αβάστακτο βάρος των αμαρτιών μας. Ο Σταυρός του έγινε το υψηλότερο βήμα της ανθρωπότητας, που διακηρύττει μία δόξα άφθαστη. (Επιγραφή σε Σταυρό: Ο Βασιλεύς της δόξης).

Σε τέτοιου είδους δόξα όμως ο Κύριος καλεί και όλους εμάς. Διότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι για τη δόξα. Δυστυχώς όμως αναζητούμε την καταξίωσή μας σε λάθος δρόμο: στη ματαιότητα, στα τάλαντα, στην εξουσία, στην αναγνώριση. Αυτή όμως η κοσμική καταξίωση είναι ψεύτικη, φευγαλέα. Η αληθινή δόξα βρίσκεται στο δρόμο της θυσίας, στην κοινωνία των παθημάτων του Κυρίου μας. Υψωνόμαστε όταν θυσιαζόμαστε, όταν υπομένουμε πειρασμούς, περιφρονήσεις, συκοφαντίες, αδικίες, όταν ξέρουμε να συγχωρούμε και να ευεργετούμε, όταν σταυρώνουμε καθημερινά τον εαυτό μας και τα πάθη του.

Η ενότητα των πιστών.

Στην συνέχεια της αρχιερατικής του προσευχής ο Κύριος προσεύχεται για τους μαθητές του και για όλους του πιστούς. Πάτερ άγιε, λέει, εγώ φανέρωσα το όνομά Σου στους ανθρώπους που μου εμπιστεύθηκες. Απεκάλυψα σ’ αυτούς τις αλήθειες που μου έδωσες. Και αυτοί δέχθηκαν τον λόγο σου και πίστεψαν ότι όλα όσα έχω από Σένα προέρχονται και ότι εγώ από Σένα γεννήθηκα. Τη στιγμή αυτή Σε παρακαλώ για εκείνους που μου έδωσες. Εγώ δεν θα είμαι πλέον σωματικώς στον κόσμο. Αυτοί όμως θα είναι. Όσο ήμουν μαζί τους τους φύλαξα. Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική σου δύναμη, ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους. Να είναι ενωμένοι, όπως κι εμείς είμαστε ένα.

Στο δεύτερο αυτό τμήμα της αρχιερατικής προσευχής του ο Κύριος προσεύχεται για όλους τους μαθητές του, ώστε να έχουν μεταξύ τους ενότητα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη επιθυμία του Κυρίου κατά τη συγκλονιστική αυτή ώρα. Να μένουμε όλοι οι πιστοί ενωμένοι μαζί του και μεταξύ μας μέσα στην αγία του Εκκλησία. Και γιατί το επιθυμεί αυτό ο Κύριος τόσο πολύ; Διότι γνώριζε ότι οι αιρετικοί ως λύκοι άγριοι θα ορμήσουν να καταπληγώσουν το σώμα της και θα το κομματιάσουν. (σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα). Και προσεύχεται για την ενότητα των πιστών, διότι γνωρίζει ότι όταν οι Χριστιανοί χάσουν την ενότητα της πίστεως, χάνουν και τη Χάρη του Θεού, συγκεκριμένα ότι όλοι οι αιρετικοί, Παπικοί, Προτεστάντες και τόσοι άλλοι, δεν είναι μέλη της μίας αγίας Εκκλησίας, και γι’ αυτό δεν έχουν τη Χάρη του Θεού, δεν έχουν πραγματικά Μυστήρια, δεν ανήκουν στην Εκκλησία, αλλά είναι αιρετικές ομάδες. Όλοι αυτοί έχουν απομακρυνθεί από τον Χριστό και την αλήθεια του. Και δεν μπορούν να φθάσουν στον αγιασμό και στη θέωση έξω από τη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία.

Την αλήθεια αυτή τη γνώριζαν πολύ καλά οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Γι’ αυτό και πολέμησαν δυναμικά τον αιρεσιάρχη Άρειο. Διότι κατανοούσαν ότι όποιος δεν είναι ενωμένος με την Εκκλησία, είναι στην πλάνη, είναι στο σκοτάδι, είναι επικίνδυνος. Αυτή την παρακαταθήκη άφησαν και σε μας: να μένουμε άρρηκτα ενωμένοι με τον Χριστό μας και την Εκκλησία του. Διότι ή είσαι ενωμένος με τον Χριστό και ανήκεις στη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία ή είσαι αιρετικός, οπότε είσαι εκτός της Εκκλησίας.

Παραθέτουμε το ποίημα του Γεωργίου Νικομηδείας, που αποτελεί κ' ένα από τά καλύτερα μαθήματα της παραδόσεως της βυζαντινής μουσικής, και που ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του τετάρτου:

Τών αγίων Πατέρων ο χορός,

εκ των της οικουμένης περάτων συνδραμών,

Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίoυ,

μίαν ουσίαν εδογμάτισε και φύσιν•

και το μυστήριον της Θεολογίας,

τρανώς παρέδωκε τη Εκκλησία.

Ους ευφημούντες εν πίστει,

μακαρίσωμεν λέγοντες•

Ω θεία παρεμβολή,

θεηγόροι οπλίται παρατάξεως Κυρίου•

αστέρες πολύφωτοι του νοητού στερεώματος•

της μυστικής Σιών οι ακαθαίρετοι πύργοι•

τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου•

τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου•

Νικαίας το καύχημα, οικουμένης αγλάϊσμα•

εκτενώς πρεσβεύσατε, υπέρ των ψυχών ημών.

Ένας ασκητής στη Σιβηρία Μία συνάντηση στα δάση



Η ζωή των ασκητών και ερημιτών προκαλεί θαυμασμό στον άνθρωπο του 21ου αιώνα, ο οποίος κάθε άλλο παρά την άσκηση και την ολιγάρκεια εφαρμόζει στην ζωή του. Η ασκητική ζωή φαντάζει σε εμάς ένας τρόπος ζωής που ανάγεται στο μακρινό παρελθόν και που ως τέτοιος θεωρούμε ότι έχει εκλείψει από την εποχή μας. Η συνάντηση που περιγράφεται παρακάτω, όμως, αποδεικνύει ότι και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται ακολουθώντας τον ερημιτισμό, παλεύοντας με τα πάθη τους αλλά και τις δυσκολίες της Φύσης.
undefined
Βρέθηκα για πρώτη φορά στην Ρωσία την περίοδο της περεστρόικα. Έβλεπε παντού κανείς εκκλησίες γκρεμισμένες και ερειπωμένες. Εκκλησίες που κάποτε κτίστηκαν με πολύ μεράκι και αρκετά χρήματα. Ο ιερομόναχος συνοδός μου κούνησε το κεφάλι του και μου είπε: «Τι λαός είμαστε! Εμείς οι ίδιοι που κτίζουμε τους ναούς, οι ίδιοι τους καταστρέφουμε». «Λαός ακροτήτων», του είπα. Συμφώνησε.
Και πράγματι. Η χώρα που πολέμησε με πρωτοφανές μίσος και μένος την Εκκλησία στον 20ο αιώνα, ανέδειξε παράλληλα χιλιάδες νεομάρτυρες. Ο ίδιος λαός που αιώνες τώρα μαστίζεται από τον αλκοολισμό, αυτός και ανέδειξε τους μεγάλους στάρετς. Ο κατάλογος είναι μακρύς. Για να επαληθευθεί και πάλι ο λόγος του αποστόλου Παύλου, «όπου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. 5,20).
Διάβαζα από παλιά για τους ασκητές της Ρωσίας που αγίασαν στα δάση της. Η ζωή τους προκαλεί τον θαυμασμό. Δεν είχαν να παλέψουν μόνο με τον εαυτό τους, με τα πάθη τους, με τον διάβολο, αλλά και με την φύση, τις καιρικές συνθήκες που είναι τόσο δύσκολες κι επικίνδυνες. Είχα την εντύπωση πως οι Ρώσοι ασκητές κι ερημίτες εξέλιπαν πλέον. Διαψεύστηκα όμως. Εντελώς απρόσμενα συνάντησα κάποιον σύγχρονό μας ασκητή, εντελώς άγνωστο στους πολλούς, χαμένο κάπου στα απέραντα δάση της Σιβηρίας.
Η πρώτη συνάντηση
Με μία παρέα φοιτητών από το Κέντρο Νεότητας της Ι. Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας ταξιδέψαμε στην βορειοδυτική Σιβηρία. Βρεθήκαμε στο Σοβέτσκι, μία νέα πόλη, όπως και όλες οι άλλες στην περιοχή. Στον ξύλινο ναό του Αγίου Νικολάου οι πιστοί προστρέχουν να προσκυνήσουν τον σταυρό με Τίμιο Ξύλο που  Ι. Μονής μας. Ο εφημέριος π. Σέργιος γύρισε και μου είπε: «Θα σου γνωρίσω έναν ασκητή, τον Βλαδίμηρο. Είναι ακόμα λαϊκός. Κατάγεται από την Αγία Πετρούπολη και ήταν καθηγητής Δασολογίας. Εδώ και δέκα χρόνια τα άφησε όλα κι εγκαταστάθηκε σε ένα δάσος, περίπου 150 χιλιόμετρα από εδώ. Ζει εντελώς μόνος του σε ένα ξύλινο σπιτάκι που κατασκεύασε ο ίδιος. Βγαίνει μία φορά τον χρόνο στον κόσμο. Έρχεται σ’ εμένα, εξομολογείται, κοινωνεί και επιστρέφει πάλι στο ασκητήριο. Δεν τρώει ποτέ κρέας. Μόνο ψάρια από τα ποτάμια, μανιτάρια και φρούτα του δάσους. Έτυχε αυτές τις μέρες να έλθει και σε λίγο θα έρθει να προσκυνήσει».
Μου κίνησε το ενδιαφέρον, αλλά και την περιέργεια. Σε λίγο διέκρινα κάποιον στην σειρά αρκετά ατημέλητο, με γένια και ακτένιστα μαλλιά. Υπολόγισα πως πρόκειται για τον Βλαδίμηρο. Ρώτησα τον π. Σέργιο και αυτός μου απάντησε: «Όχι δεν είναι αυτός, αλλά ο αμέσως επόμενος». Κοίταξα πίσω και διέκρινα έναν άνθρωπο που δεν έμοιαζε για ασκητής. Ήταν σχετικά καλά ντυμένος, με μικρό περιποιημένο γένι και χοντρά γυαλιά. Ο π. Σέργιος κατάλαβε την απορία μου. «Μην ξεγελιέσαι. Αυτός είναι. Όμως εκτός από μένα και πέντε-έξι ακόμα κανείς δεν τον γνωρίζει. Είναι πολύ απλός και ταπεινός και θέλει να ζει στην αφάνεια. Όταν βγαίνει στον κόσμο, είναι αρκετά περιποιημένος για να μην τον καταλάβει κανείς. Και πράγματι τα έχει καταφέρει. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι γύρω του, βλέποντας έναν αξιοπρεπή κύριο, δεν μπορούν να υποψιαστούν τι θησαυρός κρύβεται ανάμεσά τους».

Ο Βλαδίμηρος πλησίασε. Προσκύνησε τον σταυρό με ευλάβεια. Ήλθε να πάρει ευχή. Δεν έχασα την ευκαιρία. Κράτησα το χέρι του. Λίγα δευτερόλεπτα σιωπής.
- Νιώθω ότι οι καρδιές μας έχουν κάτι κοινό, ψέλισα αμήχανα.
Χαμογέλασε. Με κοίταξε στα μάτια.
- Κι εγώ, απάντησε το ίδιο αμήχανα.
- Πως πάει ο αγώνας εκεί στην έρημο;
- Με την χάρη του Θεού αγωνιζόμαστε.
- Έχεις πολύ καιρό εδώ στην Σιβηρία;
- Κοντεύω τα δέκα χρόνια.
- Φαίνεσαι νέος άνθρωπος.
- Είμαι σαράντα χρονών.
- Τι σ’ έκανε να αφήσεις την Πετρούπολη, την καριέρα σου και να βρεθείς στην ερημιά της Σιβηρίας;
- Δεν μπορώ να απαντήσω εύκολα. Μία εσωτερική παρόρμηση, η χάρη του Θεού, η αγάπη για την ερημιτική ζωή. Αγαπώ πολύ την ησυχία.
- Πως περνάς την μέρα σου;
- Με την προσευχή και την μελέτη. Ζωγραφίζω και εικόνες σαν διακόνημα.
- Τι διαβάζεις κυρίως;
- Αγαπώ πολύ τον αββά Ισαάκ τον Σύρο, τον αββά Δωρόθεο και τους άλλους Πατέρες.
- Ποιές είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες ενός ερημίτη;
- Είναι πολλές. Και πρακτικές και πνευματικές. Οι πειρασμοί και οι επιθέσεις του πονηρού είναι πολλές φορές έντονες. Συχνά μου χτυπούν δυνατά την πόρτα, φωνάζουν, απειλούν. Μία μέρα κτυπούσαν την πόρτα και φώναζε μία άγρια γυναικεία φωνή. Άρχισα το «Κύριε ελέησον». Η φωνή αγρίεψε πιο πολύ. «Τι λες το “κύριε ελέησον”; Άνοιξέ μου γρήγορα». Φοβήθηκα πάρα πολύ, απ’ την κορφή ως τα νύχια.
- Πως αντέχεις;
- Κάνω υπομονή, πολλή υπομονή. Ελπίζω στο έλεος του Θεού.
- Τον χειμώνα πως αντέχεις μέσα στο πολικό κρύο;
- Το αντιμετωπίζω. Κόβω ξύλα, έχω φτιάξει μία σόμπα και ζεσταίνομαι.
Του έδωσα μία εικόνα του αγίου Νεκταρίου. Στο κάτω μέρος, σε ειδική θήκη, υπήρχε μικρό λείψανο του αγίου.
- Ευχαριστώ πολύ. Γνωρίζω τον άγιο Νεκτάριο. Είναι πολύ γνωστός σ’ όλη την Ρωσία. Και πολύ θαυματουργός. Κυρίως θεραπεύει τους καρκινοπαθείς!
- Πράγματι, έτσι είναι.
- Ευχαριστώ που μας φέρατε και τον Τίμιο Σταυρό. Όταν τον αντίκρυσα, σπαρτάρισε η καρδιά μου. Ήταν μεγάλη ευλογία για μένα να προσκυνήσω. Ήλθα έπειτα από δύο χρόνια εδώ και μόνο για τρεις μέρες. Και συνέπεσε να βρίσκεται εδώ ο Σταυρός. Ευχαριστώ τον Θεό γι’ αυτή την αγαθή σύμπτωση. Φεύγω πιο δυνατός.
- Με τα πόδια θα γυρίσεις;
- Όχι, είναι πολύ μακριά. Κάνω ωτοστόπ μέχρι ένα σημείο και από εκεί με τα πόδια.
- Χάρηκα πολύ για την γνωριμία. Ο Θεός να σε ενισχύει!
- Ευχαριστώ πολύ! Να με θυμάστε στις άγιες προσευχές σας.
- Και εσύ όλους μας. Εύχομαι να ξανασυναντηθούμε.
Ίσως η ευχή να ήταν τυπική. Πως να ξαναβρεθεί κανείς σε αυτά τα μέρη και μάλιστα στο ασκητήριο; Και όμως, πολύ σύντομα πραγματοποιήθηκε.
Στο ασκητήριο του Βλαδίμηρου
Ένα μήνα αργότερα βρέθηκα στην Μόσχα για δεκαπέντε μέρες με τον Τίμιο Σταυρό, προσκεκλημένος από τον πατριάρχη Ρωσίας κ. Αλέξιο. Οι μέρες ήταν πολλές. Η παραμονή τόσες μέρες στην Μόσχα θα ήταν πληκτική. Το κυκλοφοριακό χάος και όλα τα προβλήματα μιας μεγαλούπολης κάνουν την ζωή αφόρητη. Ευκαιρία για απόδραση. Η απόσταση για το Σοβέτσκι μόνο (!) τρεις ώρες με το αεροπλάνο. Όσο Αθήνα-Μόσχα. Τηλεφωνήσαμε στον π. Σέργιο: «Αν έλθουμε, θα μπορέσουμε να πάμε στον Βλαδίμηρο;». Ο π. Σέργιος δέχτηκε με πολλή χαρά. Με μία μόνο ένσταση. Να βοηθήσει ο καιρός, κυρίως να μην χιονίζει, γιατί η περιοχή είναι δύσβατη κι επικίνδυνη.
Ετοιμαστήκαμε γρήγορα. Ήμασταν τρεις από την Ελλάδα και ο μεταφραστής μας. Το πρώτο πρόβλημα ήταν το αεροπλάνο. Δυστυχώς ήταν κλεισμένες όλες οι θέσεις. Αναγκαστήκαμε να πάμε μέσω Τιουμέν και Χάντι Μανσίνκ. Τρεις πτήσεις, συνολικά έξι ωρών και με αεροσκάφη που θα έπρεπε πολλά χρόνια πριν να έχουν αποσυρθεί.
Ο π. Σέργιος μας φιλοξένησε στο σπίτι του, δίπλα στην εκκλησία. Την άλλη μέρα μας ξύπνησε από τις πέντε το πρωί. Έφερε παλιά ρούχα και μεγάλες ψηλές γαλότσες. Βγήκαμε στον δρόμο. Η μέρα φαινόταν καλή, αλλά το κρύο ήταν τσουχτερό. Δύο μεγάλα τζιπ μας περίμεναν. Μαζί μας ο π. Σέργιος και άλλοι πέντε ενορίτες του, συνηθισμένοι σε περιπέτειες.
Ακολουθήσαμε τον δημόσιο δρόμο ανατολικά με κατεύθυνση την πόλη Ουράμ. Το τοπίο συνηθισμένο σιβηρικό. Δάση απέραντα, συχνά καμένες εκτάσεις, ποτάμια, λίμνες, βάλτοι. Και βέβαια ο ανοιχτός ορίζοντας. Δεν υπάρχουν βουνά, ούτε λόφοι για να εμποδίζουν την θέα. Έπειτα από τρεις ώρες και εκατόν πενήντα χιλιόμετρα πορεία σταματήσαμε σε ένα ποτάμι μέσα στο δάσος. Ο Ντίμα, ένα νέο παιδί που ξεχώριζε για την ευγένεια και την καλοσύνη του, προσφέρθηκε να πάει να βρει το καλύβι του Βλαδίμηρου, γιατί είχαν τέσσερα χρόνια να τον επισκεφθούν και δεν θυμόταν που είναι ακριβώς. Όταν το εύρισκε, θα γύριζε να μας πάρει.
Μείναμε οι υπόλοιποι πίσω. Ο π. Σέργιος μας κάλεσε να μαζέψουμε μανιτάρια. Μας έδειξε ποιά είναι τα δηλητηριώδη. Όσα είναι όμορφα και πολύχρωμα. Πράγματι, ήταν σαν να τα είχε ζωγραφίσει κανείς. Μετά πήγαμε στο ποτάμι. Τρεις ψαράδες μαζεύουν τα δίχτυα, που ήταν γεμάτα ψάρια. Μας χάρισαν μάλιστα μια σακούλα ψάρια. Έπειτα από μία ώρα ο Ντίμα επέστρεψε και μας ανακοίνωσε ότι βρήκε το σπίτι, αλλά ο Βλαδίμηρος έλειπε.
Απογοήτευση! Να φτάσουμε ως εδώ και να μην τον βρούμε; Παρ’ όλα αυτά, αποφασίσαμε να πάμε. Το δάσος δύσβατο, χωρίς μονοπάτι. Συχνά γινόταν τόσο πυκνό, που αναγκαζόμασταν να σπάμε τα κλαδιά. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι οι βάλτοι που κρύβονται κάτω από τα χορτάρια. Ο ένας από την παρέα μας, άμαθος όπως όλοι μας, έπεσε σε ένα λάκκο. Βούλιαξε ως το γόνατο. Ευτυχώς οι γαλότσες ήταν ψηλές. Τον βγάλαμε με δυσκολία. Συνεχίσαμε πιο προσεκτικά. Το δάσος έγινε πιο δύσβατο. Ώρα είναι να βγει καμιά αρκούδα!
Νέο πρόβλημα παρουσιάστηκε. Ένα μικρό ποταμάκι. Οι όχθες βουλιάζουν και πρέπει να πάρεις φόρα για άλμα. Οι πιο νέοι τα κατάφεραν. Βρέθηκα σε δίλημμα. Τελικά βρήκα την λύση. Έκοψα ένα χοντρό κλαδί, το έβαλα στο ποτάμι -σχεδόν δύο μέτρα ο βυθός- και επιχείρησα… άλμα επί κοντώ! Σε πεντακόσια μέτρα περίπου, βρεθήκαμε σε ένα γαλήνιο δάσος με πανύψηλα μέτρα. Στο κέντρο του δάσους βρισκόταν το ασκητήριο, η μικρή ίζμπα του Βλαδίμηρου, φτιαγμένο από τον ίδιο με την φυσική τεχνική. Οι κορμοί ενώνονται αριστοτεχνικά και δεν υπάρχει πουθενά καρφί για να δεθούν  μεταξύ τους. Πάνω από την μικρή πόρτα η ημερομηνία κατασκευής: 1995. Μέσα, το κελλί ήταν πολύ στενό και χαμηλοτάβανο. Δεξιά ένα τραπέζι και στην γωνία το εικονοστάσι. Στο τραπέζι μπροστά από το παράθυρο απλωμένες ντομάτες. Αυτό μας έδωσε την ελπίδα ότι κάπου κοντά είναι και θα γυρίσει. Αριστερά ένα στενό κρεβάτι και πάνω ένα ράφι με λίγα βιβλία. Πήρα στα χέρια μου το πρώτο βιβλίο. Τι έκπληξη! «Στάρετς Ιάκωβος Τσαλίκης», σε ρωσική έκδοση. Βγήκαμε στην αυλή. Ο π. Σέργιος με την παρέα του άναψαν φωτιά, βρήκαν μια παλιά, καπνισμένη κατσαρόλα και έβαλαν να φτιάξουν ψαρόσουπα. Ο Ντίμα έφυγε για το άλλο καλύβι που έφτιαξε ο Βλαδίμηρος πιο βαθιά στο δάσος μήπως τον βρει εκεί. Πέρασαν δύο ώρες ακόμη. Καθήσαμε να φάμε. Ήταν όλα νόστιμα. Όμως η ώρα περνούσε.
Η δεύτερη συνάντηση
Έπειτα από προτροπή του π. Σεργίου φωνάξαμε το όνομά του όλοι μαζί. Πέρασε άλλη μια ώρα. Και τότε μέσα από τα δέντρα εμφανίστηκε ο Ντίμα με τον Βλαδίμηρο.
- Δεν το πιστεύω. Βλέπουν καλά τα μάτια μου; Είναι δυνατόν; αναφώνησε.
Έχασε τα λόγια του. Στιγμές συγκινητικές.
- Μπήκαμε στο κελλί σου και βρήκαμε φρέσκιες ντομάτες. Υπολογίσαμε ότι θα είσαι κοντά.
- Όχι, δεν είναι έτσι. Μάλλον κάποιος κυνηγός θα πέρασε και τις άφησε. Το καλοκαίρι δεν μένω εδώ, γιατί έχει φασαρία.
- Δηλαδή;
- Να, περνούν που και που κάποιοι κυνηγοί κι εγώ θέλω την ησυχία. Έχω φτιάξει κι ένα άλλο καλύβι πιο πέρα. Για να έρθει κανείς εκεί, πρέπει να έχει βάρκα για να περάσει το ποτάμι που είναι μεγάλο. Έτσι δεν με ενοχλεί κανείς. Τον χειμώνα έρχομαι εδώ.
- Κι εσύ πως ήρθες;
- Έχω μια μικρή βαρκούλα και περνάω. Άκουσα τις φωνές σας κι έτσι ήρθα. Στον δρόμο βρήκα και τον Ντίμα. Δεν τον πίστεψα ότι ήρθες. Που να το φανταστώ, από την Ελλάδα εδώ στην άκρη της γης…
Έβγαλε από το σακίδιό του φρέσκα ψάρια και παστά. Ετοιμάστηκαν κι αυτά σύντομα. Με πήρε παράμερα και μου είπε:
- Θέλω να σε ευχαριστήσω. Όπως    σου είχα πει, εδώ η ζωή είναι πολύ δύσκολη. Οι επιθέσεις των δαιμόνων είναι ώρες-ώρες έντονες. Πολλές φορές παραλύω. Δεν έχω κουράγιο για τίποτα. Ούτε έχω διάθεση για προσευχή, για μελέτη. Μία παράλυση, μία ακηδία… Από την αρχή του καλοκαιριού αρρώ­στησα.Ένας λόγος που ήρθα τότε στο Σοβέτσκι ήταν να με δει ένας γιατρός. Μου είπε ότι δεν βρίσκει κάτι, αλλά χρειάζεται να δυναμώσω, να τρώω καλά. Τι να του εξηγήσω όμως; Γύρισα πίσω με το πολύτιμο δώρο σου, την εικόνα του αγίου Νεκταρίου. Μεγάλος άγιος! Με θεράπευσε. Και μου συμπαραστέκεται στους πειρασμούς, τώρα τους αντιμετωπίζω χωρίς φόβο. Κάθε μέρα του διαβάζω τους χαιρετισμούς του.
- Υπάρχουν περίοδοι έντασης και ύφεσης;
- Ναι. Όταν κανείς προσπαθεί και αγωνίζεται περισσότερο, τότε αυξάνει και ο πόλεμος. Όταν ζει πιο απλά, ελαττώνεται.
Τόλμησα μια ερώτηση που από την πρώτη στιγμή τριγυρίζει στο μυαλό μου.
- Δεν είναι επικίνδυνο να ζει κανείς μόνος του, χωρίς πνευματικό οδηγό;
- Είναι πράγματι επικίνδυνο. Ελλοχεύει ο κίνδυνος της πλάνης. Κάποιες φορές οι δαίμονες μου εμφανίστηκαν με την μορφή του Χριστού για να με ξεγελάσουν. Με την χάρη του Θεού το κατάλαβα. Ελπίζω στο έλεος του Θεού να μην με αφήσει. Έχω βέβαια τον πνευματικό μου, αλλά δυστυχώς τον βλέπω πολύ αραιά. Έχω μερικά βιβλία από την διδασκαλία του π. Παϊσίου. Παίρνω δύναμη βλέποντας τους πειρασμούς και τις θλίψεις που πέρασε. Στο δάσος δεν μπορεί να περιμένει κανείς βοήθεια, ούτε από το κράτος, ούτε από τους ανθρώπους, παρά μόνον από τον Θεό. Ειδικά τον χειμώνα όταν είμαι εντελώς αποκλεισμένος. Η καλύβα καλύπτεται από χιόνια για 6-7 μήνες. Η θερμοκρασία κατεβαίνει πολύ χαμηλά. Το -40 είναι συνηθισμένο, αλλά μπορεί να κατέβει και πιο κάτω. Όταν δεν φυσάει, υποφέρεται. Αν όμως φυσάει, είναι ανυπόφορο το κρύο.
- Κυκλοφορούν εδώ άγρια ζώα. Δεν τα φοβάσαι;
- Όχι. Είναι ήρεμα και καλά μαζί μου. Δεν μου επιτίθενται. Τα ταΐζω κιόλας.
- Θα ήθελες να έλθεις κάποτε στην Ελλάδα;
- Πολύ θα το ήθελα, ειδικά στον Άγιον Όρος. Όμως διστάζω. Θεωρώ όχι μόνο το Άγιον Όρος, αλλά όλη την Ελλάδα σαν μία αγία χώρα. Αισθάνομαι ότι σε όποιο κομμάτι της Ελλάδας βρεθώ, θα πατήσω σ’ έναν άγιο τόπο.
Σκέφτηκα: καλύτερα να μας ακούνε παρά να μας βλέπουν. Κοίταξα το πρόσωπό του. Ξεχείλιζε από ευγένεια, αρχοντιά, καλοσύνη, σοβαρότητα. Προχωρήσαμε πιο πέρα. Είχε φτιάξει έναν τεράστιο σταυρό. Δίπλα μου έδειξε την φωλιά ενός τερμίτη, η οποία είχε ύψος ενάμισι μέτρο.
- Τον χειμώνα τι τρως;
- Παστά ψάρια, αποξηραμένα μανιτάρια, φρούτα του δάσους. Πηγαίνω και στο ποτάμι, σπάω τον πάγο και πιάνω φρέσκα ψάρια. Είναι πάρα πολλά. Τα πιάνεις με το χέρι. Νερό πίνω είτε από το χιόνι, είτε από το ποτάμι. Έχω βρει ένα σημείο που βγαίνει λιγότερο θολό.
- Πως δεν έχεις γίνει μοναχός;
- Θεωρώ τον εαυτό μου ανάξιο να ντυθώ το αγγελικό σχήμα. Όμως σιγά-σιγά ωριμάζει μέσα μου. Αλλά δεν βιάζομαι. Περιμένω το θέλημα του Θεού, να δω τι θέλει ο Θεός από μένα.
- Τι κέρδισες όλο αυτό το διάστημα εδώ;
- Μένοντας ο άνθρωπος μόνος μπορεί να καταλάβει, να γνωρίσει τον εαυτό του και τι δυνάμεις υπάρχουν γύρω μας. Αυτό είναι δύσκολο να το καταλάβεις στον κόσμο.
Γυρίσαμε πίσω. Η φωτιά έσβηνε. Η κατσαρόλα κρεμασμένη σ’ ένα κοντάρι, στηριζόταν σε δύο ξύλινες διχάλες. Μία θαυμάσια υπαίθρια και πρωτόγονη κουζίνα έκανε εξαιρτικά την δουλειά της. Ο Βλαδίμηρος χαμογέλασε.
- Πριν από λίγες μέρες είχε χαλάσει και κάθησα να την φτιάξω. Τώρα κατάλαβα γιατί. Θα ερχόσαστε εσείς για να την χρησιμοποιήσετε… Και, ξέρετε, την προηγούμενη νύχτα δεν είχα καθόλου ύπνο. Ίσως επειδή θα έβλεπα πνευματικούς αδελφούς! Πιστέψτε με, θεωρώ την επίσκεψή σας σταθμό στην ζωή μου.
Έβγαλε από το σακίδιό του μία εικόνα της Παναγίας, ζωγραφισμένη από τον ίδιο, αντίγραφο της εικόνας που είχε ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ.
- Θέλω να σου την προσφέρω, μου είπε, για να με θυμάσαι στις προσευχές σου.
Κινήσαμε για τον δρόμο της επιστροφής. Ο Βλαδίμηρος μας πήγε από άλλο μονοπάτι, για να δούμε την ομορφιά της φύσης. Αναγκαστήκαμε να περάσουμε τρία ποταμάκια με την δοκιμασμένη μέθοδο του… άλματος επί κοντώ. Σε κάποιο σημείο μας έδειξε ίχνη από την πρώτη του καλύβα. Έπειτα από μία ώρα φτάσαμε στα αυτοκίνητα. Οι στιγμές του αποχωρισμού πάντα δύσκολες και φορτισμένες.
- Μάλλον δεν θα ξαναβρεθούμε, αλλά να ευχηθούμε η χάρη του Θεού να μας αξιώσει να βρεθούμε στην βασιλεία Του.
Τα μάτια του βούρκωσαν.
- Αν προσεύχεσαι, μπορεί να μας ελεήσει ο Θεός. Είμαι αμαρτωλός και θα βρεθώ σίγουρα στην κόλαση.
- Κι εγώ για την κόλαση είμαι, Βλαδίμηρε. Λίγο γνωριστήκαμε, αλλά νιώσαμε να μας συνδέει η αγάπη του Θεού. Γι’ αυτό κι αν βρεθούμε μαζί στην κόλαση, με την αγάπη η κόλαση θα γίνει παράδεισος.
Μας ασπάστηκε συγκινημένος. Προχώρησε λίγο και κοντοστάθηκε. Το βλέμμα του, βλέμμα του ουρανού. Κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Πήρε το σακίδιό του και έφυγε για το ασκητήριο. Για να ζήσει «μόνος μόνω Θεώ», παραδομένος στην αγάπη Του.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...