Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 23, 2011

Ὁ Ἐκκλησιασμός

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος



Πρόλογος

Ἡ πίστη στὸ Θεὸ καὶ ἡ συμμετοχὴ στὴ θεία λατρεία, προπαντὸς στὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη, ἀποτελοῦν γιὰ κάθε ζωντανὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας δυὸ πραγματικότητες ἀξεχώριστες. Ὁ ἀληθινὸς χριστιανὸς δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς τὴ θεία Λειτουργία. Τὰ ὑπερῷα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου καὶ τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ συνέχειά τους εἶναι οἱ ἱεροὶ ναοί, ἀποτελοῦν κατεξοχὴν τοὺς τόπους τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν διανομῆς τῶν θείων χαρισμάτων. Ἡ «ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό» προσκαρτέρηση τῶν πιστῶν ἐκφράζει τὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ποὺ ἐδῶ καὶ τώρα προγεύεται τὰ ἀγαθά της βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια ἀπηχοῦν καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Πενθέκτης Συνόδου (691), ὅταν παραγγέλλουν ν᾿ ἀποκόπτεται ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐκεῖνος πού, χωρὶς σοβαρὸ λόγο, δὲν ἐκκλησιάζεται γιὰ τρεῖς συνεχεῖς Κυριακές.

Ὁ τακτικὸς ἐκκλησιασμὸς δὲν ἀποτελεῖ γιὰ τὸν πιστὸ μίαν ἁπλὴ συνήθεια, ἕνα τυπικὸ θρησκευτικὸ καθῆκον, μιὰ κοινωνικὴ ὑποχρέωση ἢ ἔστω μία ψυχολογικὴ διέξοδο ἀπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τῆς καθημερινότητος. Ἀντίθετα, μὲ τὴν προσέλευσή του στὸ ναὸ ἐκφράζει μίαν ὑπαρξιακή του ἀνάγκη. Τὴν ἀνάγκη νὰ ζήσει ἀληθινά, αὐθεντικά. Νὰ συναντήσει τὴν Πηγὴ τῆς ζωῆς του, τὸ Δημιουργό του, καὶ νὰ ἑνωθεῖ μαζί Του. Νὰ ἐκφράσει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐλάβειά του στὴν Παναγία μας καὶ στοὺς Ἁγίους, τοῦ φίλους του Θεοῦ. Νὰ νιώσει δίπλα του τοὺς πνευματικούς του ἀδελφούς.

Τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μεταλαβαίνει στὴ θεία Λειτουργία, τοῦ χαρίζουν αὐτὴ τὴν πληρότητα, τὸν κάνουν νὰ αἰσθάνεται «συμπολίτης τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖος του Θεοῦ». Ἔτσι, ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὸ ναὸ μὲ τὴ δύναμη ν᾿ ἀντιμετωπίσει σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο θέλημα καὶ μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς αἰώνιας ζωῆς τὴ φθαρτότητα τοῦ καθημερινοῦ του βίου.

Στὶς μέρες μας, ποὺ τὸ ψεύτικο καὶ ἀπατηλὸ περισσεύει καὶ ποὺ οἱ ἀνθρώπινες ἐλπίδες ἀπὸ παντοῦ διαψεύδονται, τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ὀρθόδοξη λατρεία συνεχῶς αὐξάνεται, καθὼς πολλοὶ ἀνακαλύπτουν σ᾿ αὐτὴν τὸ νόημα τῆς ζωῆς. Ὡστόσο, εἶναι ἀλήθεια, οἱ περισσότεροι ἀδελφοί μας ἀπουσιάζουν ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες μας...

Τὸ τεῦχος τοῦτο ἀποτελεῖ μία σύνθεση ἐκλεκτῶν ἀποσπασμάτων, σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση, ἀπὸ διάφορες ὁμιλίες τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (354-407), τοῦ μεγάλου ἱεράρχου, ποὺ συνέδεσε τὸ ὄνομά του καὶ τὴ ζωή του μὲ τὴ θεία Λειτουργία. Διαβάζοντας κανεὶς τοὺς λόγους του, χαίρεται τὴ ζωντάνια τους, θαυμάζει τὴν ἐπικαιρότητά τους καὶ διαπιστώνει πὼς ὁ ἄνθρωπος στὸ βάθος τοῦ παραμένει ἀπαράλλακτος ὅλες τὶς ἐποχές.
Ἂς εὐχηθοῦμε, τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, ὁ ἱερὸς ναός, νὰ γίνει καὶ δικό μας σπίτι, ἡ θεία Λειτουργία νὰ καταστεῖ τὸ κέντρο τῆς ὑπάρξεώς μας καὶ ἡ τράπεζα τῆς Εὐχαριστίας ν᾿ ἀποβεῖ γιὰ τὸν καθένα μας «ψυχοτρόφος καὶ ζωοποιός».

                                                                                                                                                         ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ



Λιμάνια πνευματικὰ οἱ ναοί

Μὲ λιμάνια μέσα στὸ πέλαγος μοιάζουν οἱ ναοί, ποὺ ὁ Θεὸς ἐγκατέστησε στὶς πόλεις· πνευματικὰ λιμάνια, ὅπου βρίσκουμε ἀπερίγραπτη ψυχικὴ ἠρεμία ὅσοι σ᾿ αὐτὰ καταφεύγουμε, ζαλισμένοι ἀπὸ τὴν κοσμικὴ τύρβη. Κι ὅπως ἀκριβῶς ἕνα ἀπάνεμο κι ἀκύμαντο λιμάνι προσφέρει ἀσφάλεια στὰ ἀραγμένα πλοῖα, ἔτσι καὶ ὁ ναὸς σῴζει ἀπὸ τὴν τρικυμία τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν ὅσους σ᾿ αὐτὸν προστρέχουν καὶ ἀξιώνει τοὺς πιστοὺς νὰ στέκονται μὲ ἀσφάλεια καὶ ν᾿ ἀκοῦνε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ γαλήνη πολλή.
Ὁ ναὸς εἶναι θεμέλιο τῆς ἀρετῆς καὶ σχολεῖο τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Πάτησε στὰ πρόθυρά του μόνο, ὁποιαδήποτε ὥρα, κι ἀμέσως θὰ ξεχάσεις τὶς καθημερινὲς φροντίδες. Πέρασε μέσα, καὶ μία αὔρα πνευματικὴ θὰ περικυκλώσει τὴν ψυχή σου. Αὐτὴ ἡ ἡσυχία προξενεῖ δέος καὶ διδάσκει τὴ χριστιανικὴ ζωὴ· ἀνορθώνει τὸ φρόνημα καὶ δὲν σὲ ἀφήνει νὰ θυμᾶσαι τὰ παρόντα· σὲ μεταφέρει ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό. Κι ἂν τόσο μεγάλο εἶναι τὸ κέρδος ὅταν δὲν γίνεται λατρευτικὴ σύναξη, σκέψου, ὅταν τελεῖται ἡ Λειτουργία καὶ οἱ προφῆτες διδάσκουν, οἱ ἀπόστολοι κηρύσσουν τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Χριστὸς βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ὁ Θεὸς Πατέρας δέχεται τὴν τελούμενη θυσία, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χορηγεῖ τὴ δική Του ἀγαλλίαση, τότε λοιπόν, μὲ πόση ὠφέλεια πλημμυρισμένοι δὲν φεύγουν ἀπὸ τὸ ναὸ οἱ ἐκκλησιαζόμενοι;

Στὴν ἐκκλησία συντηρεῖται ἡ χαρὰ ὅσων χαίρονται· στὴν ἐκκλησία βρίσκεται ἡ εὐθυμία τῶν πικραμένων, ἡ εὐφροσύνη τῶν λυπημένων, ἡ ἀναψυχὴ τῶν βασανισμένων, ἡ ἀνάπαυση τῶν κουρασμένων. Γιατί ὁ Χριστὸς λέει: «Ἐλᾶτε σ᾿ ἐμένα ὅλοι ὅσοι εἶστε κουρασμένοι καὶ φορτωμένοι μὲ προβλήματα, κι ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω» (Ματθ. 11:28). Τί πιὸ ποθητὸ ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ φωνή; Τί πιὸ γλυκὸ ἀπὸ τούτη τὴν πρόσκληση; Σὲ συμπόσιο σὲ καλεῖ ὁ Κύριος, ὅταν σὲ προσκαλεῖ στὴν ἐκκλησία· σὲ ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς κόπους σὲ παρακινεὶ· σὲ ἀνακούφιση ἀπὸ τὶς ὀδύνες σὲ μεταφέρει. Γιατὶ σὲ ξαλαφρώνει ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτημάτων. Μὲ τὴν πνευματικὴ ἀπόλαυση θεραπεύει τὴ στενοχώρια καὶ μὲ τὴ χαρὰ τὴ λύπη.




Γιατί δὲν ἐκκλησιάζεσαι;

Παρ᾿ ὅλα αὐτά, λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Τί θλιβερό! Στοὺς χοροὺς καὶ στὶς διασκεδάσεις τρέχουμε πρόθυμα. Τὶς ἀνοησίες τῶν τραγουδιστῶν τὶς ἀκοῦμε μὲ εὐχαρίστηση. Τὶς αἰσχρολογίες τῶν ἠθοποιῶν τὶς ἀπολαμβάνουμε γιὰ ὦρες, δίχως νὰ βαριόμαστε. Καὶ μόνο ὅταν μιλάει ὁ Θεός, χασμουριόμαστε, ξυνόμαστε καὶ ζαλιζόμαστε. Μὰ καὶ στὰ ἱπποδρόμια, μολονότι δὲν ὑπάρχει στέγη γιὰ νὰ προστατεύει τοὺς θεατὲς ἀπὸ τὴ βροχή, τρέχουν οἱ περισσότεροι σὰν μανιακοί, ἀκόμα κι ὅταν βρέχει ραγδαῖα, ἀκόμα κι ὅταν ὁ ἄνεμος σηκώνει τὰ πάντα. Δὲν λογαριάζουν οὔτε τὴν κακοκαιρία οὔτε τὸ κρύο οὔτε τὴν ἀπόσταση. Τίποτα δὲν τοὺς κρατάει στὰ σπίτια τους. Ὅταν, ὅμως, πρόκειται νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησία, τότε καὶ τὸ ψιλόβροχο τοὺς γίνεται ἐμπόδιο.

Κι ἂν τοὺς ρωτήσεις, ποιὸς εἶναι ὁ Ἀμὼς ἢ ὁ Ὀβδιού, πόσοι εἶναι οἱ προφῆτες ἢ οἱ ἀπόστολοι, δὲν μποροῦν ν᾿ ἀνοίξουν τὸ στόμα τους. Γιὰ τ᾿ ἄλογα, ὅμως, τοὺς τραγουδιστὲς καὶ τοὺς ἠθοποιοὺς μποροῦν σὲ πληροφορήσουν μὲ κάθε λεπτομέρεια. Εἶναι κατάσταση αὐτή;

Γιορτάζουμε μνῆμες ἁγίων, καὶ σχεδὸν κανένας δὲν παρουσιάζεται στὸ ναό. Φαίνεται πὼς ἡ ἀπόσταση παρασύρει τοὺς χριστιανοὺς στὴν ἀμέλεια· ἢ μᾶλλον ὄχι ἡ ἀπόσταση, ἀλλὰ ἡ ἀμέλεια μόνο τοὺς ἐμποδίζει. Γιατί, ὅπως τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ ἐμποδίσει αὐτὸν ποὺ ἔχει ἀγαθὴ προαίρεση καὶ ζῆλο νὰ κάνει κάτι, ἔτσι καὶ τὸν ἀμελῆ, τὸν ρᾴθυμο καὶ ἀναβλητικὸ ὅλα μποροῦν νὰ τὸν ἐμποδίσουν.

Οἱ μάρτυρες ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν Ἀλήθεια, κι ἐσὺ λογαριάζεις μία τόσο μικρὴ ἀπόσταση; Ἐκεῖνοι θυσίασαν τὴ ζωή τους γιὰ τὸ Χριστό, κι ἐσὺ δὲν θέλεις οὔτε λίγο νὰ κοπιάσεις; Ὁ Κύριος πέθανε γιὰ χάρη σου, κι ἐσὺ Τὸν περιφρονεῖς; Γιορτάζουμε μνῆμες ἁγίων, κι ἐσὺ βαριέσαι νὰ ἔρθεις στὸ ναό, προτιμώντας νὰ κάθεσαι στὸ σπίτι σου; Καὶ ὅμως, πρέπει νὰ ἔρθεις, γιὰ νὰ δεῖς τὸ διάβολο νὰ νικιέται, τὸν ἅγιο νὰ νικάει, τὸ Θεὸ νὰ δοξάζεται καὶ τὴν Ἐκκλησία νὰ θριαμβεύει.

«Μὰ εἶμαι ἀμαρτωλός», λές, «καὶ δὲν τολμῶ ν᾿ ἀντικρύσω τὸν ἅγιο». Ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶσαι ἁμαρτωλός, ἔλα ἐδῶ, γιὰ νὰ γίνεις δίκαιος. Ἢ μήπως δὲν γνωρίζεις, ὅτι καὶ αὐτοὶ ποὺ στέκονται μπροστὰ στὸ ἱερὸ θυσιαστήριο, ἔχουν διαπράξει ἁμαρτίες; Γι᾿ αὐτὸ οἰκονόμησε ὁ Θεὸς νὰ ὑποφέρουν καὶ οἱ ἱερεῖς ἀπὸ κάποια πάθη, ὥστε νὰ κατανοοῦν τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καὶ νὰ συγχωροῦν τοὺς ἄλλους.

«Ἀφοῦ, ὅμως, δὲν τήρησα ὅσα ἄκουσα στὴν ἐκκλησία», θὰ μοῦ πεῖ κάποιος, «πῶς μπορῶ νὰ ἔρθω πάλι;». Ἔλα νὰ ξανακούσεις τὸν θεῖο λόγο. Καὶ προσπάθησε τώρα νὰ τὸν ἐφαρμόσεις. Ἂν βάλεις φάρμακο πάνω στὸ τραῦμα σου καὶ δὲν τὸ ἐπουλώσει τὴν ἴδια μέρα, δὲν θὰ ξαναβάλεις καὶ τὴν ἑπόμενη; Ἂν ὁ ξυλοκόπος, ποὺ θέλει νὰ κόψει μία βελανιδιά, δὲν κατορθώσει νὰ τὴ ρίξει μὲ τὴν πρώτη τσεκουριά, δὲν τὴ χτυπάει καὶ δεύτερη καὶ πέμπτη καὶ δέκατη φορά; Κάνε κι ἐσὺ τὸ ἴδιο.

Ἀλλά, θὰ μοῦ πεῖς, σ᾿ ἐμποδίζουν νὰ ἐκκλησιαστεῖς ἡ φτώχεια καὶ ἡ ἀνάγκη νὰ ἐργαστεῖς. Ὅμως δὲν εἶναι εὔλογη καὶ τούτη ἡ πρόφαση. Ἑφτὰ μέρες ἔχει ἡ ἑβδομάδα. Αὐτὲς τὶς ἑφτὰ μέρες τὶς μοιράστηκε ὁ Θεὸς μαζί μας. Καὶ σ᾿ ἐμᾶς ἔδωσε ἕξι, ἐνῷ γιὰ τὸν ἑαυτό Του ἄφησε μία. Αὐτὴ τὴ μοναδικὴ μέρα, λοιπόν, δὲν δέχεσαι νὰ σταματήσεις τὶς ἐργασίες;

Καὶ γιατί λέω γιὰ ὁλόκληρη μέρα; Ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε στὴν περίπτωση τῆς ἐλεημοσύνης ἡ χήρα του Εὐαγγελίου, τὸ ἴδιο κάνε κι ἐσὺ στὴ διάρκεια αὐτῆς τῆς μιᾶς μέρας. Ἔδωσε ἐκείνη δυὸ λεπτὰ καὶ πῆρε πολλὴ χάρη ἀπὸ τὸ Θεό. Δάνεισε κι ἐσὺ δυὸ ὧρες στὸ Θεό, πηγαίνοντας στὴν ἐκκλησία, καὶ θὰ φέρεις στὸ σπίτι σου κέρδη ἀμέτρητων ἡμερῶν. Ἂν ὅμως δὲν δέχεσαι νὰ κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ᾿ αὐτή σου τὴ στάση χάσεις κόπους πολλῶν ἐτῶν. Γιατὶ ὁ Θεός, ὅταν περιφρονεῖται, γνωρίζει νὰ σκορπίζει τὰ χρήματα ποὺ συγκεντρώνεις μὲ τὴν ἐργασία τῆς Κυριακῆς.

Μὰ κι ἂν ἀκόμα ἔβρισκες ὁλόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο ἀπὸ χρυσάφι καὶ ἐξ αἰτίας του ἀπουσίαζες ἀπὸ τὸ ναό, θὰ ἦταν πολὺ μεγαλύτερη ἡ ζημιά σου· καὶ τόσο μεγαλύτερη, ὅσο ἀνώτερα εἶναι τὰ πνευματικὰ ἀπὸ τὰ ὑλικά. Γιατί τὰ ὑλικὰ πράγματα, κι ἂν ἀκόμα εἶναι πολλὰ καὶ τρέχουν ἄφθονα ἀπὸ παντοῦ, δὲν τὰ παίρνουμε στὴν ἄλλη ζωή, δὲν μεταφέρονται μαζί μας στὸν οὐρανό, δὲν παρουσιάζονται στὸ φοβερὸ ἐκεῖνο βῆμα τοῦ Κυρίου. Ἀλλὰ πολλὲς φορές, καὶ πρὶν ἀκόμα πεθάνουμε, μᾶς ἐγκαταλείπουν. Ἀντίθετα, ὁ πνευματικὸς θησαυρὸς ποὺ ἀποκτοῦμε στὴν ἐκκλησία, εἶναι κτῆμα ἀναφαίρετο καὶ μᾶς ἀκολουθεῖ παντοῦ.

«Ναί, ἀλλὰ μπορῶ», λέει κάποιος ἄλλος, «νὰ προσευχηθῶ καὶ στὸ σπίτι μου». Ἀπατᾷς τὸν ἑαυτό σου, ἄνθρωπε. Βεβαίως, εἶναι δυνατὸν νὰ προσευχηθεῖς καὶ στὸ σπίτι σου· εἶναι ἀδύνατον ὅμως νὰ προσευχηθεῖς ἔτσι, ὅπως προσεύχεσαι στὴν ἐκκλησία, ὅπου ὑπάρχει τὸ πλῆθος τῶν πατέρων καὶ ὅπου ὁμόφωνη κραυγὴ ἱκεσίας ἀναπέμπεται στὸ Θεό. Δὲν σὲ ἀκούει τόσο πολὺ ὁ Κύριος ὅταν Τὸν παρακαλεῖς μόνος σου, ὅσο ὅταν Τὸν παρακαλεῖς ἑνωμένος μὲ τοὺς ἀδελφούς σου. Γιατὶ στὴν ἐκκλησία ὑπάρχουν περισσότερες πνευματικὲς προϋποθέσεις ἀπ᾿ ὅσες στὸ σπίτι. Ὑπάρχουν ἡ ὁμόνοια, ἡ συμφωνία τῶν πιστῶν, ὁ σύνδεσμος τῆς ἀγάπης, οἱ εὐχὲς τῶν ἱερέων. Γι᾿ αὐτό, ἄλλωστε, οἱ ἱερεῖς προΐστανται τῶν ἀκολουθιῶν· γιὰ νὰ ἐνισχύονται μὲ τὶς δυνατότερες εὐχὲς τοὺς οἱ ἀσθενέστερες εὐχὲς τοῦ λαοῦ, κι ἔτσι ὅλες μαζὶ ν᾿ ἀνεβαίνουν στὸν οὐρανό.

Ὅταν προσευχόμαστε ὁ καθένας χωριστά, εἴμαστε ἀνίσχυροι· ὅταν ὅμως συγκεντρωνόμαστε ὅλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιὸ δυνατοὶ καὶ ἑλκύουμε σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Κάποτε ὁ ἀπόστολος Πέτρος βρισκόταν ἁλυσοδεμένος στὴ φυλακή. Ἔγινε ὅμως θερμὴ προσευχὴ ἀπὸ τοὺς συναγμένους πιστούς, κι ἀμέσως ἐλευθερώθηκε. Τί θὰ μποροῦσε, ἑπομένως, νὰ εἶναι πιὸ δυνατὸ ἀπὸ τὴν κοινὴ προσευχή, ποῦ ὠφέλησε κι αὐτοὺς ἀκόμα τοὺς στύλους τῆς Ἐκκλησίας;




Ἡ προσέλευσή μας στὸ ναό

Σᾶς παρακαλῶ, λοιπόν, καὶ σᾶς ἱκετεύω, ἂς προτιμᾶτε ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἀσχολία καὶ φροντίδα τὸν ἐκκλησιασμό. Ἂς τρέχουμε πρόθυμα, ὅπου κι ἂν βρισκόμαστε, στὴν ἐκκλησία.

Προσέξτε, ὅμως, κανεὶς νὰ μὴν μπεῖ στὸν ἱερὸ αὐτὸ χῶρο, ἔχοντας βιοτικὲς φροντίδες ἢ περισπασμοὺς ἢ φόβους. Ἀλλὰ ἀφοῦ τ᾿ ἀφήσουμε ὅλα τοῦτα ἔξω, στὶς πύλες τοῦ ναοῦ, τότε ἂς περάσουμε μέσα. Γιατὶ ἐρχόμαστε στὰ ἀνάκτορα τῶν οὐρανῶν, πατᾶμε σὲ τόπους ποὺ ἀστράφτουν.

Ἂς διώξουμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας πρῶτα-πρῶτα τὴ μνησικακία, γιὰ νὰ μὴν κατακριθοῦμε, ὅταν παρουσιαστοῦμε μπροστὰ στὸ Θεὸ καὶ προσευχηθοῦμε λέγοντας: «Πάτερ ἡμῶν..., ἅφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοὶς ὀφειλέταις ἡμῶν».

Διαφορετικά, πῶς θέλεις νὰ φανεῖ ὁ Δεσπότης Χριστὸς γλυκὸς καὶ πρᾶος ἀπέναντί σου, ἀφοῦ ἐσὺ γίνεσαι στὸν συνάνθρωπό σου σκληρὸς καὶ δὲν τὸν συγχωρεῖς; Πῶς θὰ μπορέσεις νὰ ὑψώσεις τὰ χέρια σου στὸν οὐρανό; Πῶς θὰ κινήσεις τὴ γλῶσσα σου σὲ λόγια προσευχῆς; Πῶς θὰ ζητήσεις συγγνώμη; Ἀκόμα κι ἂν θέλει ὁ Θεὸς νὰ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες σου, δὲν Τὸν ἀφήνεις ἐσύ, ἐπειδὴ δὲν συγχωρεῖς τὸν πλησίον σου.


Ἡ ἀμφίεσή μας

Μὰ καὶ ἡ ἐνδυμασία μας στὸ ναὸ νὰ εἶναι καλὴ ἀπὸ κάθε πλευρά. Νὰ εἶναι κόσμια καὶ ὄχι ἐξεζητημένη. Γιατί τὸ κόσμιο εἶναι σεμνό, ἐνῷ τὸ ἐξεζητημένο εἶναι ἄσεμνο.
Αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς παραγγέλλει καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέει: «Θέλω νὰ προσεύχονται οἱ ἄνδρες σὲ κάθε τόπο, σηκώνοντας πρὸς τὸν οὐρανὸ χέρια ὅσια, χωρὶς ὀργὴ καὶ δισταγμὸ ὀλιγοπιστίας. Ἐπίσης καὶ οἱ γυναῖκες νὰ προσεύχονται μὲ ἀμφίεση σεμνή, στολίζοντας τὸν ἑαυτό τους μὲ σεμνότητα καὶ σωφροσύνη, ὄχι μὲ περίτεχνες κομμώσεις καὶ χρυσὰ κοσμήματα ἢ μαργαριτάρια ἢ ἐνδύματα πολυτελῆ, ἀλλὰ μὲ ὅ,τι ταιριάζει στὶς γυναῖκες ποὺ λένε ὅτι σέβονται τὸ Θεό, δηλαδὴ μὲ καλὰ ἔργα» (Α´ Τιμ. 2:8-10). Ἄν, λοιπόν, ἀπαγορεύει στὶς γυναῖκες ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπόδειξη πλούτου, πολὺ περισσότερο ἀπαγορεύει ὅσα κινοῦν τὴν περιέργεια, ὅπως τὰ φτιασίδια, τὸ βάψιμο τῶν ματιῶν, τὸ κουνιστὸ βάδισμα, τὰ παράξενα ροῦχα καὶ τὰ παρόμοια.

Τί λές, γυναῖκα; Ἔρχεσαι στὸ ναὸ νὰ προσευχηθεῖς, καὶ στολίζεσαι μὲ χρυσαφικὰ καὶ χτενίζεσαι ἐπιτηδευμένα; Μήπως ᾖρθες γιὰ νὰ χορέψεις; Μήπως γιὰ νὰ λάβεις μέρος σὲ γαμήλια γιορτή; Ἐκεῖ ἔχουν θέση τὰ χρυσαφικὰ καὶ οἱ πολυτέλειες· ἐδῶ δὲν χρειάζεται τίποτα ἀπ᾿ αὐτά. Ἦρθες νὰ παρακαλέσεις τὸ Θεὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Τί στολίζεις, λοιπόν, τὸν ἑαυτό σου; Αὐτὴ ἡ ἐμφάνιση δὲν εἶναι γυναίκας ποὺ ἱκετεύει. Πῶς μπορεῖς νὰ στενάξεις, πῶς μπορεῖς νὰ δακρύσεις, πῶς μπορεῖς νὰ προσευχηθεῖς μὲ θέρμη, ἔχοντας τέτοια ἀμφίεση; Θέλεις νὰ φαίνεσαι εὐπρεπής; Φόρεσε τὸ Χριστὸ καὶ ὄχι τὸ χρυσό. Ντύσου τὴν ἐλεημοσύνη, τὴ φιλανθρωπία, τὴ σωφροσύνη, τὴν ταπεινοφροσύνη. Αὐτὰ ἀξίζουν περισσότερο ἀπ᾿ ὅλο τὸ χρυσάφι. Αὐτὰ καὶ τὴν ὡραία τὴν κάνουν ὡραιότερη καὶ τὴν ἄσχημη τὴν ὀμορφαίνουν. Νὰ ξέρεις, γυναῖκα, πώς, ὅταν στολιστεῖς πολύ, γίνεσαι πιὸ αἰσχρὴ κι ἀπὸ τὴ γυμνή, γιατὶ ἔχεις ἀποβάλει πιὰ τὴν κοσμιότητα.



Προσοχὴ καὶ προσευχή

Ἀλλὰ καὶ ἡ διαγωγή μας, ὅσο βρισκόμαστε μέσα στὸ ναό, ἂς εἶναι ἡ πρέπουσα, ὅπως ἁρμόζει σὲ ἄνθρωπο ποὺ βρίσκεται μπροστὰ στὸ Θεό. Νὰ μὴν ἀσχολούμαστε μὲ ἄσκοπες συζητήσεις, μὰ νὰ στεκόμαστε μὲ φόβο καὶ τρόμο, μὲ προσοχὴ καὶ προθυμία, μὲ τὸ βλέμμα στραμμένο στὴ γῆ καὶ τὴν ψυχὴ ὑψωμένη στὸν οὐρανό.

Γιατὶ ἔρχονται πολλοὶ στὴν ἐκκλησία, ἐπαναλαμβάνουν μηχανικὰ ψαλμοὺς καὶ εὐχές, καὶ φεύγουν, δίχως νὰ ξέρουν τί εἶπαν. Τὰ χείλη κινοῦνται, ἀλλὰ τ᾿ αὐτιὰ δὲν ἀκοῦνε. Ἐσὺ δὲν ἀκοῦς τὴν προσευχή σου, καὶ θέλεις νὰ σὲ εἰσακούσει ὁ Θεός; Γονάτισα, λες· ἀλλὰ ὁ νοῦς σου πετοῦσε μακριά. Τὸ σῶμα σου ἦταν μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ ἡ ψυχή σου ἔξω. Τὸ στόμα ἔλεγε τὴν προσευχὴ καὶ ὁ νοῦς μετροῦσε τόκους, συμβόλαια, συναλλαγές, χωράφια, κτήματα, συναναστροφὲς μὲ φίλους. Κι ὅλα αὐτὰ συμβαίνουν, γιατὶ ὁ διάβολος εἶναι πονηρός· ξέρει πὼς τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς κερδίζουμε πολλά, γι᾿ αὐτὸ τότε ἐπιτίθεται μὲ μεγαλύτερη σφοδρότητα. Ἄλλες φορὲς εἴμαστε ξαπλωμένοι στὸ κρεβάτι, καὶ τίποτα δὲν σκεφτόμαστε· ᾔρθαμε ὅμως στὴν ἐκκλησία νὰ προσευχηθοῦμε, καὶ ὁ διάβολος μᾶς ἔβαλε ἕνα σωρὸ λογισμούς, ὥστε καθόλου νὰ μὴν ὠφεληθοῦμε.

Ἄν, ἀλήθεια, ὁ Θεός σου ζητήσει λόγο γιὰ τὴν ἀδιαφορία ἢ καὶ τὴν ἀσέβεια ποῦ δείχνεις στὶς λατρευτικὲς συνάξεις, τί θὰ κάνεις; Νά, τὴν ὥρα ποὺ Αὐτὸς σοῦ μιλάει, ἐσύ, ἀντὶ νὰ προσεύχεσαι, ἔχεις πιάσει κουβέντα μὲ τὸν διπλανό σου γιὰ πράγματα ἀνώφελα. Καὶ ὅλα τ᾿ ἄλλα ἁμαρτήματά μας ἂν παραβλέψει ὁ Θεός, τοῦτο φτάνει γιὰ νὰ στερηθοῦμε τὴ σωτηρία. Μὴν τὸ θεωρεῖς μικρὸ παράπτωμα. Γιὰ νὰ καταλάβεις, τὴ βαρύτητά του, σκέψου τί γίνεται στὴν ἀνάλογη περίπτωση τῶν ἀνθρώπων. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι συζητᾷς μ᾿ ἕνα ἐπίσημο πρόσωπο ἢ μ᾿ ἕναν ἐγκάρδιο φίλο σου. Καὶ ἐνῷ ἐκεῖνος σοῦ μιλάει, ἐσὺ γυρίζεις ἀδιάφορα τὸ κεφάλι σου καὶ ἀρχίζεις νὰ κουβεντιάζεις μὲ κάποιον ἄλλο. Δὲν θὰ προσβληθεῖ ὁ συνομιλητής σου ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἀπρέπειά σου; Δὲν θὰ θυμώσει; Δὲν θὰ σοῦ ζητήσει τὸ λόγο;

Ἀλίμονο! Βρίσκεσαι στὴ θεία Λειτουργία, κι ἐνῷ τὸ βασιλικὸ τραπέζι εἶναι ἑτοιμασμένο, ἐνῷ ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ θυσιάζεται γιὰ χάρη σου, ἐνῷ ὁ ἱερέας ἀγωνίζεται γιὰ τὴ σωτηρία σου, ἐσὺ ἀδιαφορεῖς. Τὴν ὥρα ποὺ τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφεὶμ σκεπάζουν τὰ πρόσωπά τους ἀπὸ δέος καὶ ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις μαζὶ μὲ τὸν ἱερέα παρακαλοῦν τὸ Θεὸ γιὰ σένα, τὴ στιγμὴ ποὺ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἡ φωτιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ χύνεται ἀπὸ τὴν ἄχραντη πλευρά Του μέσα στὸ ἅγιο Ποτήριο, τὴ στιγμὴ αὐτὴ ἡ συνείδησή σου, ἄραγε, δὲν σὲ ἐλέγχει γιὰ τὴν ἀπροσεξία σου; Σκέψου, ἄνθρωπέ μου, μπροστὰ σὲ Ποιὸν στέκεσαι τὴν ὥρα τῆς φρικτῆς μυσταγωγίας καὶ μαζὶ μὲ ποιοὺς – μὲ τὰ Χερουβείμ, μὲ τὰ Σεραφείμ, μὲ ὅλες τὶς οὐράνιες δυνάμεις. Ἀναλογίσου μαζὶ μὲ ποιοὺς ψάλλεις καὶ προσεύχεσαι. Εἶναι ἀρκετὸ γιὰ νὰ συνέλθεις, ὅταν θυμηθεῖς ὅτι, ἐνῷ ἔχεις ὑλικὸ σῶμα, ἀξιώνεσαι νὰ ὑμνεῖς τὸν Κύριό της κτίσεως μαζὶ μὲ τοὺς ἀσώματους ἀγγέλους.

Μὴ συμμετέχεις, λοιπόν, στὴν ἱερὴ ἐκείνη ὑμνῳδία μὲ ἀδιαφορία. Μὴν ἔχεις στὸ νοῦ σου βιοτικὲς σκέψεις. Διῶξε κάθε γήινο λογισμὸ καὶ ἀνέβα νοερὰ στὸν οὐρανό, κοντὰ στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Πέταξε ἐκεῖ μαζὶ μὲ τὰ Σεραφείμ, φτερούγισε μαζί τους, ψάλε τὸν τρισάγιο ὕμνο στὴν Παναγία Τριάδα.


Ἡ θεία Κοινωνία

Καὶ σὰν ἔρθει ἡ στιγμὴ τῆς θείας Κοινωνίας καὶ πρόκειται νὰ πλησιάσεις τὴν ἁγία Τράπεζα, πίστευε ἀκλόνητα πὼς ἐκεῖ εἶναι παρὼν ὁ Χριστός, ὁ Βασιλιὰς τῶν ὅλων. Ὅταν δεῖς τὸν ἱερέα νὰ σοῦ προσφέρει τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, μὴ νομίσεις ὅτι ὁ ἱερέας τὸ κάνει αὐτό, ἀλλὰ πίστευε ὅτι τὸ χέρι ποὺ ἁπλώνεται εἶναι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς ποὺ λάμπρυνε μὲ τὴν παρουσία Τοῦ τὴν τράπεζα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, Αὐτὸς καὶ τώρα διακοσμεῖ τὴν Τράπεζα τῆς θείας Λειτουργίας. Παραβρίσκεται πραγματικὰ καὶ ἐξετάζει τοῦ καθενὸς τὴν προαίρεση καὶ παρατηρεῖ ποιὸς πλησιάζει μὲ εὐλάβεια ταιριαστὴ στὸ ἅγιο Μυστήριο, ποιὸς μὲ πονηρὴ συνείδηση, μὲ σκέψεις βρωμερὲς καὶ ἀκάθαρτες, μὲ πράξεις μολυσμένες. Ἀναλογίσου, λοιπόν, κι ἐσὺ ποιὸ ἐλάττωμά σου διόρθωσες, ποιὰν ἀρετὴ κατόρθωσες, ποιὰν ἁμαρτία ἔσβησες μὲ τὴν ἐξομολόγηση, σὲ τί ἔγινες καλύτερος. Ἂν ἡ συνείδησή σου σὲ πληροφορεῖ ὅτι φρόντισες ἀρκετὰ γιὰ τὴν ἐπούλωση τῶν ψυχικῶν σου τραυμάτων, ἂν ἔκανες κάτι περισσότερο ἀπὸ τὴ νηστεία, κοινώνησε μὲ φόβο Θεοῦ. Ἀλλιῶς, μεῖνε μακριὰ ἀπὸ τὰ ἄχραντα Μυστήρια. Καὶ ὅταν καθαριστεῖς ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἁμαρτίες σου, τότε νὰ πλησιάσεις.

Νὰ προσέρχεστε, λοιπόν, στὴ θεία Κοινωνία μὲ φόβο καὶ τρόμο, μὲ συνείδηση καθαρή, μὲ νηστεία καὶ προσευχή. Χωρὶς νὰ θορυβεῖτε, χωρὶς νὰ ποδοπατᾶτε καὶ νὰ σπρώχνετε τοὺς διπλανούς σας. Γιατί αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴ μεγαλύτερη τρέλα καὶ τὴ χειρότερη περιφρόνηση τῶν θείων Μυστηρίων.

Πές μου, ἄνθρωπε, γιατὶ κάνεις θόρυβο; Γιατί βιάζεσαι; Σὲ πιέζει τάχα ἡ ἀνάγκη νὰ κάνεις τὶς δουλειές σου; Καὶ σοῦ περνάει ἄραγε, τὴν ὥρα ποῦ πᾶς νὰ κοινωνήσεις, ἡ σκέψη ὅτι ἔχεις δουλειές; Ἔχεις μήπως τὴν αἴσθηση ὅτι εἶσαι πάνω στὴ γῆ; Νομίζεις ὅτι βρίσκεσαι μαζὶ μὲ ἀνθρώπους καὶ ὄχι μὲ τοὺς χοροὺς τῶν ἀγγέλων; Μὰ κάτι τέτοιο εἶναι δεῖγμα πέτρινης καρδιᾶς...


Κάθε πότε νὰ κοινωνοῦμε;

Ὑπάρχει κι ἕνα ἄλλο θέμα: Πολλοὶ κοινωνοῦν μία φορὰ τὸ χρόνο, ἄλλοι δυὸ φορές, ἄλλοι περισσότερες. Ποιοὺς ἀπ᾿ αὐτοὺς θὰ ἐπιδοκιμάσουμε; Ὅσους μιὰ φορά, ὅσους πολλὲς ἢ ὅσους λίγες φορὲς μεταλαβαίνουν; Οὔτε τοὺς μία οὔτε τὶς πολλὲς οὔτε τοὺς λίγες, μὰ ἐκείνους ποὺ πλησιάζουν στὸ ἅγιο Ποτήριο μὲ καρδιὰ ἁγνή, μὲ βίο ἀνεπίληπτο. Αὐτοὶ ἂς κοινωνοῦν πάντα. Οἱ ἄλλοι, οἱ ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί, ἂς μένουν μακριὰ ἀπὸ τὰ ἄχραντα Μυστήρια, γιατί ἀλλιῶς κρῖμα καὶ καταδίκη, ἑτοιμάζουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Ὁ ἅγιος ἀπόστολος λέει: «Ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸ ποτήριο τοῦ Κυρίου μὲ τρόπο ἀνάξιο, γίνεται ἔνοχος ἁμαρτήματος ἀπέναντι στὸ σῶμα καὶ στὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, προκαλώντας τὴν καταδίκη του» (Α´ Κορ. 11:27, 29). Θὰ τιμωρηθεῖ, δηλαδή, τόσο αὐστηρά, ὅσο καὶ οἱ σταυρωτὲς τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ κι ἐκεῖνοι ἔγιναν ἔνοχοι ἁμαρτήματος ἀπέναντι στὸ σῶμα Του.

Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ἔχουν φτάσει σὲ τέτοιο σημεῖο περιφρονήσεως τῶν ἁγίων Μυστηρίων, ὥστε, ἐνῷ εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἀμέτρητες κακίες καὶ δὲν διορθώνουν καθόλου τὸν ἑαυτό τους, κοινωνοῦν στὶς γιορτὲς ἀπροετοίμαστοι. Μὴ γνωρίζοντας ὅτι προϋπόθεση τῆς θείας Κοινωνίας δὲν εἶναι ἡ γιορτή, ἀλλά, καθὼς εἴπαμε, ἡ καθαρὴ συνείδηση. Καὶ ὅπως αὐτὸς ποὺ δὲν αἰσθάνεται κανένα κακὸ στὴ συνείδησή του, πρέπει καθημερινὰ νὰ προσέρχεται στὴ θεία Κοινωνία, ἔτσι κι αὐτὸς ποὺ εἶναι φορτωμένος ἁμαρτήματα καὶ δὲν μετανοεῖ, πρέπει νὰ μὴν κοινωνεῖ οὔτε στὴ γιορτή. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πάλι σᾶς παρακαλῶ ὅλους νὰ μὴν πλησιάζετε στὰ θεῖα Μυστήρια ἔτσι ἀπροετοίμαστοι κι ἐπειδὴ τὸ ἀπαιτεῖ ἡ γιορτή, ἀλλά, ἂν κάποτε ἀποφασίσετε νὰ λάβετε μέρος στὴ θεία Λειτουργία καὶ νὰ κοινωνήσετε, νὰ καθαρίζετε καλὰ τὸν ἑαυτό σας, ἀπὸ πολλὲς μέρες πρίν, μὲ τὴ μετάνοια, τὴν προσευχή, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴ φροντίδα γιὰ τὰ πνευματικὰ πράγματα.


Παραμονὴ ὡς τὴν ἀπόλυση

Ἦρθες, λοιπόν, στὴν ἐκκλησία καὶ ἀξιώθηκες νὰ συναντήσεις τὸ Χριστό; Μὴ φύγεις, ἂν δὲν τελειώσει ἡ ἀκολουθία. Ἂν φύγεις πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπόλυση, εἶσαι ἔνοχος ὅσο κι ἕνας δραπέτης. Πηγαίνεις στὸ θέατρο καί, ἂν δὲν τελειώσει ἡ παράσταση, δὲν φεύγεις.

Μπαίνεις στὴν ἐκκλησία, στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου, καὶ γυρίζεις τὴν πλάτη στὰ ἄχραντα Μυστήρια; Φοβήσου τουλάχιστον ἐκεῖνον ποὺ εἶπε: «Ὅποιος καταφρονεῖ τὸ Θεό, θὰ καταφρονηθεῖ ἀπ᾿ Αὐτόν» (Πρβλ. Παροιμ. 13:13).

Τί κάνεις, ἄνθρωπε; Ἐνῷ ὁ Χριστὸς εἶναι παρών, οἱ ἄγγελοί Του παραστέκονται, οἱ ἀδελφοί σου κοινωνοῦν ἀκόμα, ἐσὺ τοὺς ἐγκαταλείπεις καὶ φεύγεις; Ὁ Χριστός σου προσφέρει τὴν ἁγία σάρκα Του, κι ἐσὺ δὲν περιμένεις λίγο, γιὰ νὰ Τὸν εὐχαριστήσεις ἔστω μὲ τὰ λόγια; Ὅταν παρακάθεσαι σὲ δεῖπνο, δὲν τολμᾷς νὰ φύγεις, ἔστω κι ἂν ἔχεις χορτάσει, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ φίλοι σου κάθονται ἀκόμα στὸ τραπέζι. Καὶ τώρα ποὺ τελοῦνται τὰ φρικτὰ Μυστήρια τοῦ Χριστοῦ, τ᾿ ἀφήνεις ὅλα στὴ μέση καὶ φεύγεις;

Θέλετε νὰ σᾶς πῶ τίνος τὸ ἔργο κάνουν ὅσοι φεύγουν πρὶν τελειώσει ἡ θεία Λειτουργία καὶ δὲν συμμετέχουν ἔτσι στὶς τελευταῖες εὐχαριστήριες εὐχές; Ἴσως εἶναι βαρὺ αὐτὸ ποὺ πρόκειται νὰ πῶ, μὰ πρέπει νὰ τὸ πῶ. Ὅταν ὁ Ἰούδας πῆρε μέρος στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο τοῦ Χριστοῦ, ἐνῷ ὅλοι ἦταν καθισμένοι στὸ τραπέζι, αὐτὸς σηκώθηκε πρὶν ἀπὸ τοὺς ἄλλους κι ἔφυγε. Ἐκεῖνον, λοιπόν, τὸν Ἰούδα μιμοῦνται... Ἂν δὲν ἔφευγε τότε ἐκεῖνος, δὲν θὰ γινόταν προδότης, δὲν θὰ χανόταν. Ἂν δὲν ξεχώριζε τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸ ποίμνιο, δὲν θὰ τὸν ἔβρισκε μόνο του ὁ λύκος, γιὰ νὰ τὸν φάει.



Μετὰ τὸν ἐκκλησιασμὸ

Ἐμεῖς ἂς ἀναχωροῦμε ἀπὸ τὴ θεία Λειτουργία σὰν λιοντάρια ποὺ βγάζουν φωτιά, ἔχοντας γίνει φοβεροὶ ἀκόμα καὶ στὸ διάβολο. Γιατὶ τὸ ἅγιο αἷμα τοῦ Κυρίου ποὺ κοινωνοῦμε, ποτίζει τὴν ψυχή μας καὶ τῆς δίνει μεγάλη δύναμη. Ὅταν τὸ μεταλαβαίνουμε ἄξια, διώχνει τοὺς δαίμονες μακριὰ καὶ φέρνει κοντά μας τοὺς ἀγγέλους καὶ τὸν Κύριο τῶν ἀγγέλων. Αὐτὸ τὸ αἷμα εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ψυχῶν μας, μ᾿ αὐτὸ λούζεται ἡ ψυχή, μ᾿ αὐτὸ στολίζεται. Αὐτὸ τὸ αἷμα κάνει τὸ νοῦ μας λαμπρότερο ἀπὸ τὴ φωτιά, αὐτὸ κάνει τὴν ψυχή μας λαμπρότερη ἀπὸ τὸ χρυσάφι.

Προσελκύστε, λοιπόν, τοὺς ἀδελφούς μας στὴν ἐκκλησία, προτρέψτε τοὺς πλανημένους, συμβουλέψτε τους ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ καὶ μὲ ἔργα. Κι ἂν ἀκόμα τίποτα δὲν πεῖς, ἀλλὰ βγεῖς ἀπὸ τὴν ἱερὴ σύναξη, δείχνοντας στοὺς ἀπόντες – καὶ μὲ τὴν ἐμφάνιση καὶ μὲ τὸ βλέμμα καὶ μὲ τὴ φωνὴ καὶ μὲ τὸ βάδισμα καὶ μ᾿ ὅλη σου τὴ σεμνότητα – τί κέρδος ποὺ ἀποκόμισες ἀπὸ τὸ ναό, αὐτὸ εἶναι ἀρκετὸ γιὰ παραίνεση καὶ συμβουλή. Γιατὶ ἔτσι πρέπει νὰ βγαίνουμε ἀπὸ τὸ ναό, σὰν ἀπὸ τὰ ἱερὰ ἄδυτα, σὰν νὰ κατεβαίνουμε ἀπὸ τοὺς ἴδιους τους οὐρανούς. Δίδαξε ὅσους δὲν ἐκκλησιάζονται ὅτι ἔψαλες μαζὶ μὲ τὰ Σεραφείμ, ὅτι ἀνήκεις στὴν οὐράνια πολιτεία, ὅτι συναντήθηκες μὲ τὸ Χριστὸ καὶ μίλησες μαζί Του. Ἂν ἔτσι ζοῦμε τὴ θεία Λειτουργία, δὲν θὰ χρειαστεῖ νὰ ποῦμε τίποτα στοὺς ἀπόντες.
Ἀλλὰ βλέποντας ἐκεῖνοι τὴ δική μας ὠφέλεια, θὰ νιώσουν τὴ δική τους ζημιὰ καὶ θὰ τρέξουν γρήγορα στὴν ἐκκλησία, γιὰ ν᾿ ἀπολαύσουν τὰ ἴδια ἀγαθά, μὲ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, αἰώνια ἀνήκει ἡ δόξα.

Τρίτη, Νοεμβρίου 22, 2011

Τὸ ἆσμα τῆς δασκάλας

Mistral Gabriela



Κύριε, Σὺ ποὺ δίδαξες, συγχώρα με ποὺ διδάσκω, ποὺ φέρνω τ' ὄνομα τῆς δασκάλας ποὺ Σὺ ἔφερες στὴ γῆ!

Δός μου τὴ μοναδικὴ ἀγάπη τοῦ σχολειοῦ μου, ὥστε οὔτε τὸ κάμα τῆς ὀμορφιᾶς νὰ μπορεῖ νὰ τῆς κλέψει τὴν τρυφερότητα τῆς κάθε στιγμῆς.

Κάνε μου, Κύριε, παντοτινὴ τὴ ζέση καὶ διαβατικὴ τὴν ἀπογοήτευση. Ξερίζωσε ἀπὸ μένα, τὴν ἀκάθαρτη αὐτὴ ἐπιθυμία δικαιοσύνης ποὺ μὲ ταράζει ἀκόμη, τὴν στενόκαρδη ὑποκίνηση διαμαρτυρίας ποὺ ἀνεβαίνει ἀπὸ μένα ὅταν μὲ πληγώνουν. Νὰ μὴ μὲ πονᾶ ἡ ἀκατανοησία, νὰ μὴ μὲ θλίβει ἡ λησμοσύνη αὐτῶν ποὺ δίδαξα.

Δόσμου νἄμαι μητέρα περισσότερο ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς μητέρες, γιὰ νὰ μπορέσω ν' ἀγαπῶ καὶ νὰ προστατεύω ὅ,τι δὲν εἶναι σάρκα ἀπὸ τὴ σάρκα μου. Δόσμου νὰ πετύχω νὰ τεχνουργήσω μὲ μιὰ ἀπ' τὶς μαθήτριές μου τὸν τέλειο στίχο καὶ νὰ Σοῦ ἀφήσω χαραγμένη σ' αὐτὴ τὴν πιὸ διαπεραστική μου μελωδία, ὅταν τὰ χείλη μου δὲν τραγουδᾶνε πιά.

Δεῖξε μου τὸ Εὐαγγέλιό Σου δυνατὸ στὴν ἐποχή μου, γιὰ νὰ μὴ λιποταχτήσω ἀπὸ τὴ μάχη τῆς κάθε μέρας καὶ τῆς κάθε ὥρας γι' αὐτό.

Φώτισε τὸ σχολειό μου μὲ τὴ λάμψη ποὺ τύλιγε τὴν ὁμάδα τῶν ξυπόλυτων παιδιῶν Σου.

Κάνε με ρωμαλέα ἀκόμα καὶ στὴ γυναικεία μου ἀδυναμία, τῆς φτωχῆς γυναίκας. Δόσμου νὰ περιφρονήσω κάθε δύναμη ποὺ δὲν εἶναι καθαρή, κάθε πίεση ποὺ δὲν εἶναι ἡ πίεση τοῦ θερμοῦ Σου θελήματος στὴ ζωή μου.



Φίλε, συνόδεψε με, στήριξε με! Πολλὲς φορὲς ἄλλον δὲ θάχω στὸ πλευρό μου παρὰ Ἐσένα. Ὅταν γίνει ἡ διδαχή μου πιὸ ἁγνὴ καὶ πιὸ φλογερὴ ἡ ἀλήθειά μου, θὰ μείνω μακριὰ ἀπ' τοὺς θνητούς. Ἀλλὰ τότε Σὺ θὰ μὲ σφίξεις στὴν καρδιά Σου ἐπάνω, αὐτὴ τὴν καρδιὰ ποὺ τόσα ξέρει ἀπὸ μοναξιὰ κι ἐγκατάλειψη. Καὶ τότε ἐγὼ δὲ θὰ γυρέψω παρὰ μονάχα στὸ δικό Σου βλέμμα τὴ γλυκύτητα τῶν δοκιμασιῶν.

Δόσμου ἁπλότητα καὶ βάθος: γλύτωσὲ με ἀπὸ τὸ νἄμαι περίπλοκη καὶ χυδαία στὸ καθημερινό μου μάθημα.

Δόσμου νὰ ὑψώνω τὰ μάτια τοῦ στήθους μου τὰ πληγωμένα ὅταν μπαίνω κάθε μέρα στὸ σχολειό μου. Νὰ μὴ φέρνω στὸ τραπέζι τῆς δουλειᾶς μου τὶς ὑλικὲς μικρολαχτάρες μου, τοὺς πενιχροὺς καημοὺς τῆς κάθε μέρας.

Ἀλάφρωσε τὸ χέρι μου στὴν τιμωρία, γλύκανέ το περισσότερο στὸ χάδι. Ἂς μαλώσω πονεμένα γιὰ νὰ ξέρω ὅτι διόρθωσα ἀγαπώντας!

Κάνε νὰ γίνει πνεῦμα τὸ σχολειό μου ἀπὸ τοῦβλα. Νὰ τυλίξει ἡ πυρκαγιὰ τοῦ ἐνθουσιασμοῦ μου τὴ φτωχική του αὐλή, τὴ γυμνή του αἴθουσα. Νἄναι ἡ καρδιά μου γι' αὐτὸ περισσότερο κολώνα καὶ ἡ καλή μου θέληση περισσότερο χρυσάφι ἀπ' τὰ πλούσια σχολειά.

Θύμησέ μου, τέλος, ἀπὸ τὴν ὠχρότητα τοῦ πίνακα τοῦ Βελάθκεθ ὅτι τὸ νὰ διδάσκει καὶ ν' ἀγαπάει ἔντονα κανεὶς σ' αὐτὴ τὴ Γῆ, σημαίνει νὰ φτάσει στὴν ἔσχατη μέρα μὲ τὴν κονταριὰ τοῦ Λογγίνου στὴν καρδιὰ ὁλόφλογος ἀπὸ ἀγάπη

Πάτρα: Πληθαίνουν καθημερινά οι φτωχοί που προστρέχουν στην τοπική Εκκλησία

Μέσα σε τέσσερα χρόνια η Μητρόπολη έχει διαθέσει διπλάσια ποσά για την ενίσχυση των οικονομικά αδυνάτων

Καθημερινά αυξάνονται οι φτωχοί στην Πάτρα που προστρέχουν για βοήθεια στην τοπική Εκκλησία. Χαρακτηριστικά της δεινής κατάστασης είναι τα στοιχεία που έδωσε η Μητρόπολη Πατρών για το έργο του Φιλόπτωχου Ταμείου της.
Σύμφωνα με αυτά το Ταμείο διέθεσε το 2010 διπλάσια ποσά για την ενίσχυση των απόρων της Πάτρας, σε σύγκριση με τα ποσά που διέθεσε το 2006.
Συγκεκριμένα, το 2010 διατέθηκαν περίπου 1,7 εκατομμύρια ευρώ για την ενίσχυση των απόρων, ενώ το 2006 το αντίστοιχο ποσό ήταν 831.000 ευρώ.
Τα παραπάνω στοιχεία παρουσιάστηκαν σε ειδική εκδήλωση  στο πλαίσιο του Φόρουμ Ανάπτυξης

Χειροτονητήριος λόγος τοῦ Σιγκαπούρης Κωνσταντίνου

Κωνσταντῖνος Τσίλης (Μητροπολίτης Σιγκαπούρης)



«Ὅταν ἡ ἀγάπη σέ καλεῖ, ἀκολούθησέ την, μόλο πού τά μονοπάτια της εἶναι τραχιά κι ἀπότομα.
Κι ὅταν τά φτερά της σέ ἀγκαλιάσουν, παραδώσου, μόλο πού τό σπαθί πού εἶναι κρυμμένο ἀνάμεσα στίς φτεροῦγες της μπορεῖ νά σέ πληγώσει.
Κι ὅταν σοῦ μιλήσει, πίστεψέ την, μόλο πού ἡ φωνή της μπορεῖ νά διασκορπίσει τά ὄνειρά σου σάν τό βοριά πού ἐρημώνει τόν κῆπο.
Γιατί ὅπως ἡ ἀγάπη σέ στεφανώνει ἔτσι καί θά σέ σταυρώσει.
Σέ δεμάτια σταριοῦ σέ μαζεύει κοντά της, σέ ἀλωνίζει γιά νά σέ ξεσταχιάσει, σέ κοσκινίζει γιά νά σέ λευτερώσει ἀπό τά φλούδια σου, σέ ἀλέθει γιά νά σέ λευκάνει, σέ ζυμώνει ὥσπου νά γίνεις ἀπαλός.
Καί μετά σέ παραδίνει στήν ἱερή φωτιά της γιά νά γίνεις ἱερό ψωμί γιά τοῦ Θεοῦ τό Ἅγιο Δεῖπνο» (Khalil Gibran)


Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Σεπτή τῆς Ἱεραρχῶν χορεία,
Σεβαστοί Πατέρες καί ἀδελφοί καί ἄπαντες οἱ ἀγαπητοί συμπροσευχόμενοι Χριστιανοί,
Αὐτή τήν ἱερή στιγμή πού ἴσταμαι ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ Θυσιαστηρίου, προσμένοντας νά λάβω τήν ἀποστολική χάρη τῆς Ἀρχιερωσύνης καί νά καταστῶ Ἐπίσκοπος καί Ποιμένας, προεστώς τῆς Εὐχαριστίας, ἀλλά καί διάκονος καί ποδηγέτης τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ πού παροικεῖ στήν Σιγκαπούρη, ἐπέλεξα νά ἐκφράσω τά συναισθήματά μου μέ τούς στίχους τοῦ μεγάλου Λιβανέζου ποιητή πού προέταξα.

Εἶμαι πεπεισμένος ὅτι ὅλη ἡ ταπεινή ἱερατική διακονία μου στήν Ἄπω Ἀνατολή ἀλλά καί ἡ παρουσία μου σήμερα ἐδῶ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς κλήσεως τῆς θεϊκῆς Ἀγάπης.

Πρίν ἀπό 13 χρόνια ἡ δημοσιογραφική περιέργεια ὁδήγησε τά βήματά μου στά βάθη τῆς Ἀσίας. Γνώρισα ἀπό κοντά τό ἔργο τῆς ἱεραποστολικῆς Μητροπόλεως Χόνγκ Κόνγκ καί Ἄπω Ἀνατολῆς. Ἡ ἀρχική περιέργεια μετατράπηκε σέ θαυμασμό. Ὁ θαυμασμός γρήγορα ἔγινε μαγνήτης πού μέ τραβοῦσε ξανά καί ξανά νά ἐπισκέπτομαι τό Ὀρφανοτροφεῖο στήν Καλκούτα τῆς Ἰνδίας, τά συσσίτια στή Μανίλα τῶν Φιλιππίνων, τήν εὐχαριστιακή Κοινότητα τοῦ Χόνγκ Κόνγκ, καί νά προσφέρω ἐθελοντική ἐργασία. Μέ τόν καιρό συνειδητοποίησα ὅτι αὐτές οἱ ἐπισκέψεις δέν ἦταν τίποτα ἄλλο παρά τό κάλεσμα τῆς Ἀγάπης στό τραχύ κι ἀπότομο μονοπάτι τῆς ἱεραποστολῆς.

Ἕνα ἀπόγευμα κτύπησε τό τηλέφωνο καί ἀπό τήν ἄλλη ἄκρη ἄκουσα μέ περισσή ἔκπληξη τά λόγια τοῦ τότε Μητροπολίτη Χόνγκ Κόνγκ κ. Νικήτα νά μοῦ λέγει: Ἔρχομαι στήν Ἑλλάδα. Προετοιμάσου γιά χειροτονία. Ἡ ἀρχική ἔκπληξη καί οἱ τυχόν ἀμφιβολίες ξεπεράστηκαν ἀπό τήν σκέψη ὅτι ἔτσι ἁπλή καί σαφής εἶναι ἡ κλήση τῆς θεϊκῆς Ἀγάπης. Ὅταν ἡ σαρκωμένη καί σταυρωμένη Ἀγάπη σέ καλεῖ νά τήν διακονήσεις δέν ἐπιδίδεται σέ πολυπράγμονες συζητήσεις καί ἀναλύσεις ἀλλά, έλέξεις «Ἀκολούθει μοι». Δέν προσπάθησε νά τούς ἀναλύσει διεξοδικά καί νά διαφημίσει τό περιεχόμενο καί τά ὠφέλη τῆς κλήσεως. Μέ εὐθύτητα καί σαφήνεια τούς ἀπηύθηνε τήν κλήση. Κι αὐτοί χωρίς πολυπραγμοσύνη ἀλλά μέ ταπείνωση κι ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη παρέδωσαν τόν ἑαυτό τους στό θεϊκό κάλεσμα.

«Ὅταν ἡ Ἀγάπη σέ καλεῖ, ἀκολούθησέ την». Δέν χωρεῖ ἄλλη σκέψη οὔτε κι ἀργοπορία. Ἔκλινα τήν κεφαλή καί παραδόθηκα ὁλοκληρωτικά. Ἀποδέχθηκα εὐλαβικά τό μεγάλο χάρισμα τῆς ἱερωσύνης καί ὑπό τήν σκέπη τοῦ Ὠμοφορίου τοῦ Ἐπισκόπου μου ἐντάχθηκα ἐνεργά στούς ἐργάτες τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χόνγκ Κόνγκ καί Ἄπω Ἀνατολῆς. Πολύ γρήγορα διεπίστωσα ὅτι ἡ ἱερατική διακονία σέ Κοινότητες πού μετροῦν μόλις λίγα ἔτη χριστιανικῆς ζωῆς καί παρουσίας εἶναι μία πρωτόγνωρη ἐμπειρία. Ἐκεῖ καταρρέουν ὅλα ὅσα μέχρι ἐκείνη τήν ὥρα νόμιζες ὡς αὐτονόητα. Μέ τά μάτια σου βλέπεις νά συμβαίνουν καταστάσεις καί γεγονότα πού μέχρι τότε ἀποτελοῦσαν ἀντικείμενο εὐχάριστης μελέτης ἀπό τό ἱερό βιβλίο τῶν Πράξεων ταῶν Ἀποστόλων.


Ἐκεῖ, στήν Ἄπω Ἀνατολή, συνάντησα τήν Ἐκκλησία πού προσεγγίζει τόν ἄνθρωπο μέ ἀπλότητα καί τοῦ μεταδίδει τήν πνοή τῆς ἄπειρης Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εἶδα τήν Ἐκκλησία πού δέ μιλάει ἀπό ἀπόσταση καί ἀπό ὑπερυψωμένο βάθρο ἐξουσίας. Εἶδα τήν Ἐκκλησία πού στέκεται πλάί στόν πικραμένο ἤ στόν προβληματισμένο ἀδελφό, ἀκούει τούς στεναγμούς τῆς ψυχής καί ἀνταποκρίνεται ἁπλά, στοργικά χύνοντας στίς πληγές «ἔλαιον καί οἶνον» καί ἀνορθώνοντας «τάς παρειμένας χεῖρας καί τά παραλελυμένα γόνατα».

Ἐκεῖ διηκόνησα τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία παρά τήν ὑλική πτωχεία της, εἶναι ζωντανή, ἀποκαλυπτική καί ὁδηγητική. Ἱκανή νά ἐκφέρει πρός κάθε κατεύθυνση «λόγο ἀληθείας» καί γνωρίζει νά διαλέγεται, ἀδελφικά καί ταπεινά μέ τόν κάθε ἄνθρωπο μακριά ἀπό κάθε εἴδους ἀγκυλώσεις.

Θεωρῶ θαυμαστό τό γεγονός ὅτι στά πέρατα τοῦ κόσμου, στό ἀπώτατο ἄκρο τῆς Ἀσιατικῆς Ἠπείρου, δημιουργήθηκαν, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, Ὀρθόδοξες Κοινότητες οἱ ὁποῖες ἀνεξάρτητα ἀπό τό νεαρό τῆς ὑπάρξεώς τους, τή διαφορετική γλῶσσα καί τήν ἰδιόμορφη ἐθνική καί πολιτιστική κουλτούρα τους, διασώζουν μέ αὐθεντικότητα τήν παρακαταθήκη πού ἔλαβαν ἀπό τήν Μητέρα Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόεως: τή Χριστιανική ἀγάπη, τή Σταυρωμένη Ἀγάπη, πού ἔχει τά χέρια της πάντοτε ἀνοιγμένη ἀγκαλιά γιά νά συναγάγει τά ἔθνη καί τούς λαούς σέ θαυμαστή ἑνότητα καί σχέση μέ τόν Ἐπουράνιο Πατέρα μας.

Τά χρόνια κύλησαν μέ πνευματικές χαρές ἀλλά καί στενοχώριες καί ἀγχώδη προβλήματα καί ἀπαιτητικό καθημερινό ἀγῶνα. Ἡ ἀγάπη ὅπως σέ στεφανώνει ἔτσι καί σέ σταυρώνει. Σέ ἁλωνίζει. Σέ ξεσταχιάζει. Σέ κοσκινίζει. Γιά νά σέ λευτερώσει ἀπό τά φλούδια του, δηλαδή ἀπό τίς ἀστοχίες σου, ἀπ’ ὅτι σέ κρατᾶ προσκολλημένο στά μάτια καί στά γήϊνα.

Σχεδόν δέκα χρόνια μετά τήν πρώτη κλήση, ἡ θεϊκή Ἀγάπη ἦλθε καί πάλι γιά νά τυλίξει τήν ἁμαρτωλή καί χοϊκή ὕπαρξή μου μέ τήν ἱερή της φλόγα καί νά μοῦ ἀπευθύνει μία νέα κλήση. Θέλει νά μέ ἐνδύσει μέ τήν ἀποστολική χάρη τῆς Ἀρχιερωσύνης καί μέ καλεῖ ἀπό τήν θέση τοῦ Ἐπισκόπου πλέον νά κυβερνήσω τή νοητή κιβωτό τῆς τοπικῆς ἱεραποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Σιγκαπούρης μέσα στή θάλασσα καί στήν τρικυμία τοῦ κόσμου. Δέν εἶχα ποτέ σκεφθεῖ ἤ ἐπιζητήσει ἀξιώματα καί ἀνώτερα χαρίσματα. Πάντοτε ἤμουν εὐγνώμων γιατί ὁ Θεός παρέβλεπε τήν ἀναξιότητά μου καί μοῦ ἐπέτρεπε νά τόν διακονῶ ὡς πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας Του. Τώρα ζητᾶ ἀπείρως περισσότερα.

Ὅταν ἠ ἀγάπη σέ καλεῖ, ἀκολούθησέ την. Τί νόημα ἔχει νά πολυπραγμονεῖς καί νά προσπαθεῖς νά ἑρμηνεύσεις τά κρίματα τοῦ Θεοῦ; Καί πάλι δέν χωρεῖ δεύτερη σκέψη. Παραδίδομαι στήν θέληση καί τό ἄπειρο ἔλεος τῆς θεϊκῆς Ἀγάπης. «Κύριε, σύ εἶ ἡ ὑπομονή μου, ἡ ἐλπίς μου ἐν νεότητός μου, ἐπί σέ ἐπεστηρίχθην ἀπό γαστρός ἐκ κοιλίας μητρός μου. Σύ μου εἶ σκεπαστής. Ἐν Σοί ἡ ὕμνησίς μου διά παντός».

Γνωρίζω ὅτι πρόκειται νά βαδίσω σέ δύσκολα καί τραχειά μονοπάτια. Ἡ διακονία τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι θυσιαστική καί ἐξόχως ὑπεύθυνη. Ὁ Ἐπίσκοπος συνεχίζει τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἐμπιστεύεται τήν χειροτονία αὐτῶν πού θά ποιμάνουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Προϊσταται τῆς Εὐχαριστίας, κηρύττει ἔργῳ καί λόγῳ τό Εὐαγγέλιο, μεταμορφώνει τό ποίμνιό του σέ «ἅλας τῆς γῆς», γίνεται μέ τή ζωή του «λύχνος φωτίζων πᾶσι τοῖς ἐν τῃ οἰκία». Κάθε ἔργο τοῦ Ἐπισκόπου, ποιμαντικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό, ἱεραποστολικό ἤ ἀσκητικό συντείνει πρός ἕνα καί μοναδικό σκοπό, στήν ἐπιστροφή στήν χάρη καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Γνωρίζω ἐπίσης ὅτι στή νέα μου διακονία στήν ἱεραποστολική Μητρόπολη Σιγκαπούρης ἔχω νά ἀντιμετωπίσω καί πολλούς πειρασμούς καί δοκιμασίες. Ἡ ἱεραποστολική διακονία δέν ἔχει σχέση μέ τίς γυαλιστερές καί ἐξωτικές φωτογραφίες ἤ τίς συγκινητικές ἱστορίες ἀλλά κρύβει πολλά δάκρυα, σκληρό κι ἐπίπονο ἀγῶνα, ἐξευτελισμούς καί κινδύνους. Ἀπαιτεῖ διάκριση καί περισσή σύνεση. Ἀντοχή στίς παγίδες τοῦ πονηροῦ ἀλλά καί στά προσκόμματα πού δυστυχῶς δημιουργοῦν κάποιοι, οἱ ὁποῖοι ἀντιλαμβάνονται τόν χῶρο τῆς ἱεραποστολῆς ὡς τόπο ἀνταγωνισμοῦ, δυναμιτίζοντας μέ τήν ὑπεροψία τους καί τίς ἀσύνετες ἐνέργειές τους τήν ἑνότητα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀλλά καί τήν δυναμική τοῦ Ὀρθοδόξου κηρύγματος πρός τά Ἔθνη.

Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Ἐτούτη τήν ἱερή ὥρα ὀφείλω νά εὐχαριστήσω καί νά δοξολογήσω τόν ἐν Τριάδι προσκυνούμενον Θεόν ὑπέρ ὧν πνευματικῶν δωρεῶν ἀπολαμβάνω σήμερον. Δόξαν ἀναπέμπτω τῳ Πανοικτίρμονι Θεῳ γιά τίς πρός ἐμέ εὐεργεσίες Του, κυρίως διότι μέ ἀξιώνει νά διακονήσω τήν Ἁγίαν Μητέρα καί Μεγάλην Ἐκκλησίαν ὡς Ἐπίσκοπος ἱεραποστολικῆς Μητροπόλεώς της. Αὐτοῦ δέομαι ἐκ βάθους καρδίας νά φωτίζει τό νοῦ, νά συνετίζει τήν διάνοια, νά ταπεινώνει τήν καρδία, νά ἀγνίζει τίς διαθέσεις τῆς ψυχῆς καί νά εὐλογεῖ τήν Ἀρχιερατική μου διακονία.

Ἔνδακρυς προσφέρω τήν εὐχαριστία καί τήν ἄπειρη εὐγνωμοσύνη μου πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκου, τήν προστάτιδα καί εὐεργέτιδα τῆς ἀναξιότητός μου, ἡ ὁποία ἀγκάλιασε κι εὐλόγησε ὑπερεκπερισσοῦ τήν ὅλη διακονία μου καί σήμερα μέ ἀξιώνει στόν δικό της περικαλλέστατο ἱστορικό Ναό, τόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὡς Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης, ὑπό τήν δική της κραταιά σκέπη νά λάβω τό μέγα χάρισμα τῆς Ἀρχιερωσύνης.

Μετά τόν Θεόν καί τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον, ἐπιτρέψτε μου, Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, νά ἀπευθύνω πρός Ὑμᾶς, τόν σεπτόν Ἀρχιποίμενα τῆς ὑπ’ οὐρανόν Ἐκκλησίας, τήν βαθεῖαν εὐγνωμοσύνην τῆς καρδίας μου. Γιά μένα δέν εἶσθε μόνον ὁ Δεσπότης κι ὁ Αὐθέντης ἀλλά κι ὁ στοργικός Πνευματικός Πατέρας. Ἡ συνετή καρδία σας, ἡ σοφία, ἡ ποιμαντική δεξιοτεχνία, τό λειτουργικό σας ἦθος καί πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ ἁπλότητά σας, τό χαμόγελό σας καί ἡ σπάνια ἀρχοντιά τῆς ψυχῆς σας, σᾶς καθιστοῦν ὑπόδειγμα ἀληθινοῦ ποιμένος, διδακτικώτατο παράδειγμα γιά τούς ποιμένες καί πατέρες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἡ πιστότητά σας στήν ἀποστολική εὐθύνη καί τήν οἰκονομική ἀποστολή σας διδάσκει καί στήν ταπεινότητά μου τόν τρόπο τῆς μεταλαμπαδεύσεως τοῦ ἱλαροῦ φωτός τῆς γλυκείας μορφῆς τοῦ ἐσταυρωμένου Θεανθρώπου καί τοῦ ἀνεσπέρου φωτός τῆς Ἀναστάσεώς Του στούς ἐν σκότει καί σκιᾶ θανάτου εὐρισκομένους λαούς τῆς Ἀσίας. Ὑπόσχομαι Παναγιώτατε ὅτι θά ἀγωνισθῶ νά ἀνταποκριθῶ στίς προσδοκίες σας, πάντοτε ἀκολουθώντας τό δικό σας φωτεινό παράδειγμα.

Θέλω νά εὐχαριστήσω ἐκ βάθους ψυχῆς ὅλους τούς Σεβασμιωτάτους Ἀρχιερεῖς πού ἁπαρτίζουν τήν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί μέ ἐτίμησαν, ἐκλεγοντάς με Μητροπολίτη Σιγκαπούρης. Τούς διαβεβαιῶ ὅτι δέν θά διαψεύσω, σύν Θεῶ, τήν ἐμπιστοσύνη τους καί τήν πρός ἐμέ ἀγάπη καί τιμή.


Εὐχαριστῶ τούς Ἁγίους Ἀρχιερεῖς ὅσους παρίστανται ἐδῶ τούτη τήν ἱερή ὥρα. Ἰδιαιτέρως δε τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σάμου καί Ἱκαρίας κ. Εὐσέβιο, ὁ ὁποῖος μέ πολλή ἀγάπη συμπαραστέκεται στόν καθημερινό ἱεραποστολικό ἀγῶνα τόσον τῆς ταπεινότητός μου ὄσον καί τοῦ κατά σάρκα ἀδελφοῦ μου Μητροπολίτου Χόνγκ Κόνγκ κ. Νεκταρίου.

Ἐκφράζω τήν εὐγνωμοσύνη μου στόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δαρδανελλίων κ. Νικήτα, ὁ ὁποῖος μέ εἰσήγαγε στήν ἱερωσύνη καί μοῦ ἔδωσε τήν δυνατότητα νά ἐργασθῶ ἱεραποστολικά στήν Ἄπω Ἀνατολή.

Εὐχαριστῶ ὅλους τούς κληρικούς ὅσους σήμερα συμπροσεύχονται σέ τούτη τήν Εὐχαριστιακή Σύναξη. Ἰδιαιτέρως δε τούς Πανοσιολογιωτάτους Ἀρχιμανδρίτες Μελχισεδέκ, Ἠγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Βαρςῶν, καί Ἐπιφάνιο, Πρωτοσύγκελο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, γιά τήν ὑπερβάλλουσαν πρός ἐμέ ἀγάπην τους καί τήν πολύτιμη συμπαράστασή τους.

Ἄπειρη εὐγνωμοσύνη καί βαθύτατο σεβασμό ἀπευθύνω στόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη π. Ἀνανία Κουστένη, ὁ ὁποῖος πάντοτε στέκεται δίπλα μου καί μέ περισσή ἀγάπη στηρίζει, διδάσκει καί παρηγορεῖ τήν ψυχή μου.

Μνημονεύω μέ περισσό σεβασμό τούς Καθηγητές μου στήν Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, στό Τμῆμα Κοινωνικῆς Θεολογίας Ἀθηνῶν, καί στό Θεολογικό Τμῆμα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Δέν εἶναι δυνατόν νά μήν μνημονεύσω καί νά μήν ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη τῆς καρδίας μου πρός τήν Κοινότητα τοῦ Χόνγκ Κόνγκ, πρός τούς Κληρικούς καί ὅλους τούς συνεργάτες στό ἱεραποστολικό καί φιλανθρωπικό ἔργο πού σήμερα θερμῶς προσεύχονται γιά τήν ταπεινότητά μου. Τήν ἀγάπη καί τήν ἐμπιστοσύνη τους τήν ἔχω πάντοτε φυλαγμένη στήν καρδιά μου ὡς πολύτιμο φυλακτό.


Χρέος ἐπιτακτικό καί καθῆκον ἐπιβεβλημένο εἶναι αὐτήν τήν ἱερή ὥρα νά ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη μου στούς κατά σάρκα γονεῖς μου, οἱ ὁποῖοι μέ ζῆλο καί σοφία καλλιέργησαν τήν εὐσέβεια στήν ψυχή μου. Σέ αὐτούς ὀφείλουμε, ἡ ταπεινότης μου κι ὁ ἀδελφός μου, τό εὐ ζῆν τῆς κατά Χριστόν ζωῆς. Ἡ θεϊκή Ἀγάπη τούς κάλεσε νά πράξουν μία μέγιστη πράξη θυσίας: Νά δώσουν καί τά δύο τους παιδιά στήν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀφέθηκαν μέ πίστη καί περισσή προθυμία στό θεϊκό κάλεσμα. Στάθηκαν μέ κάθε μέσο καί μέ κάθε τρόπο δίπλα στά παιδιά τους. Καί ὁ Θεός τίμησε τήν προσφορά τους καί τούς ἔδωσε μεγάλες πνευματικές χαρές. Χάρηκαν τήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία τοῦ πρώτου τους γιοῦ καί σήμερα συμμετέχουν μέ ψυχική εὐφροσύνη στήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία τοῦ δεύτερου γιοῦ τους. Ἡ μεγάλη πνευματική χαρά αὐτῆς τῆς ὥρας τούς ἀνήκει διότι εἶναι ἡ ἀπάντησις τοῦ Θεοῦ στήν θυσιαστική τους προσφορά καί στόν ἔνδακρυ ἀγῶνα τους νά φανοῦν τά παιδιά τους ἀντάξια τῆς ἱεραποστολικῆς κλήσεως καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένοι γονεῖς ἀπολαύστε σήμερα τήν χαρά τῶν παιδιῶν σας καί σκιρτήσατε γιά τήν μεγάλη δωρεά! Ἡ δική μου προσευχητική προσφορά στό ἱερό Θυσιαστήριο θά εἶναι τό ἀντίδωρο τῆς ἀγάπης μου πρός αὐτούς, μέ τήν διάπυρη πάντοτε εὐχή ὁ Κύριος νά τούς ἁγιάζει, νά τούς εὐλογεῖ καί νά ἀναπαύει μέ τή χάρη Του τίς εὐλαβικές καρδιές τους.

Ἄφησα τελευταῖο τόν κατά σάρκα ἀδελφό μου Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Χόνγκ Κόνγκ κ. Νεκτάριο. Τόν μνημονεύω μέ ἰδιαίτερη συγκίνηση διότι μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός τήν μεγάλη εὐλογία νά διακονήσω κοντά του καί μαζί μέ μία γνώμη καί ψυχή νά ἐργασθοῦμε ἱεραποστολικά. Τοῦ ὀφείλω ἄπειρη εὐγνωμοσύνη διότι πάντοτε μοῦ συμπαραστάθηκε μέ ἀγάπη καί ὑπομονή. Ἀγωνίζεται μέ αὐταπάρνηση, ἀνιδιοτέλια καί ζῆλο γιά τήν ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου. Τόν διαβεβαιῶ πώς πάντοτε θά εἶμαι δίπλα του, συνδιάκονος στόν καλό ἀγῶνα τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν πού μᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Θεός.

«Καί τά νῦν, Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, παρατίθεμα ἐμαυτόν καί ἄπαντα τά κατ’ ἐμέ τῳ Θεῶ καί τῳ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ.»

Εὐχηθεῖτε θερμῶς ὥστε ποτέ νά μήν προδώσω τό ἀποστολικό χάρισμα τῆς Ἀρχιερωσύνης. Εὐχηθεῖτε καί ἐκζητῶ πρός τοῦτο καί τίς πρεσβεῖες τῆς Ὑπερευλογημένης Ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, τῆς ὁποίας σήμερα τά ἱερά Εἰσόδια χαρμοσύνως ἑορτάζουμε καί τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καί Ἰσαποστόλου καί κτίτορος τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα ἀναξίως φέρω, ὥστε τό ἱερό Ὠμόφορο, τό ὁποῖο τά τίμια Πατριαρχικά χέρια σας θά μέ ἐνδύσουν, ὅταν ἔλθει ἡ εὐλογημένη ὥρα πού θά ὁρίσει ὁ Κύριος, νά τοῦ τό παραδώσω λευκό, ἀρωματισμένο μέ τά δάκρυα τῆς προσευχῆς καί τῆς θυσιαστικῆς διακονίας.

Θέλω νά διαβεβαιώσω ὅτι θά προσπαθήσω νά κάνω πράξη γιά τόν λαό, πού ἡ Ἐκκλησία μοῦ ἐμπιστεύεται νά ποιμάνω, τά λόγια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος: «Πάρε τόν λαό σου ἀπό τό χέρι. Πέρασέ τον μέσα ἀπό τήν ἔρημο. Ὅταν τόν δεῖς νά φλέγεται ἀπό τήν ἐσωτερική του φλόγα, δρόσισέ τον ἀνοίγοντάς του πηγή ὕδατος δακρύων μέ τό ξύλο, δηλαδή μέ τήν σταύρωση τῆς σαρκός σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις. Πολέμησε μαζί του τά ἐχθρικά ἔθνη τῶν δαιμόνων καί τῶν πειρασμῶν καί καῦσε τα μέ τό πῦρ τῆς πίστεως πρός τόν Κύριο. Φθάσε στόν Ἰορδάνη, χώρισε τόν λαό σου σέ τμήματα μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί διαίρεσε τά ὕδατα τοῦ κόσμου μέ τά δάκρυα τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα, νεκρώνοντας τά πάθη, ἀλλά καί μέ τά δάκρυα τῆς ἀγάπης, πού προέρχονται ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί σταθεροποίησέ τα στά μάτια τοῦ λαοῦ σου. Καί ἀνέβα μαζί του στήν ἄνω Ἱερουσαλήμ, βλέποντας τόν Χριστό, τό Θεό τῆς εἰρήνης. Ἑνώσου μαζί μέ τόν λαό σου μέ τήν ἀγάπη. Ἡ δε ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός».

Ἀμήν

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...