Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουνίου 02, 2014

Ο Χριστός και η Ειρήνη

π.Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Ένα από τα αιτήματα της ζωής μας είναι η ειρήνη. Είναι ταυτισμένη με τη ζωή, διότι ο πόλεμος μεταξύ των ανθρώπων και των λαών φέρνει θάνατο και καταστροφή. Δεν περιορίζεται όμως μόνο στις διακρατικές σχέσεις. Ειρήνη ζητούμε και στην καθημερινότητά μας, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, στο σπίτι μας, στην εργασία μας, στην κοινωνία. Ειρήνη ζητούμε και στην σχέση με τον εαυτό μας, στον τρόπο που βλέπουμε και αντιδρούμε στα γεγονότα της ζωής, στις προκλήσεις και τους πειρασμούς. Ταυτίζουμε την ειρήνη με την ησυχία, την γαλήνη, τον τρόπο χειρισμού των προβλημάτων μας με γνώμονα την επίλυσή τους χωρίς επιθετικότητα, χωρίς συγκρούσεις, χωρίς να βγαίνει η εικόνα του κακού ως κυριαρχούσα στη διάθεσή μας.Στην πράξη όμως ειρήνη έχουμε στη ζωή μας όταν αποφεύγεται η μεγαλύτερη πρόκληση και δυσκολία στη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, τον πλησίον, τον εαυτό του, αλλά στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους:  η διάσπαση. 
                Ο απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος στους Εφεσίους, αναφέρει ότι ο Χριστός «εστίν η ειρήνη ημών, ο ποιήσας  τα αμφότερα έν και το μεσότοιχο του φραγμού λύσας» (Εφεσ. 2, 14). Είναι η πραγματική ειρήνη, που έκανε τους δύο αντιμαχόμενους κόσμους έναν λαό και γκρέμισε με το σταυρικό του θάνατο ό,τι σαν τείχος τους χώριζε και προκαλούσε  έχθρα μεταξύ τους.  Ο λόγος αυτός μας υποδεικνύει ότι η ειρήνη που αναζητούμε, δεν θα έρθει χωρίς το Χριστό στη ζωή μας.  Και για να έρθει ο Χριστός, χρειάζεται να αναθεωρήσουμε τα πρότυπα που έχουμε για τη ειρήνη. Διότι πρωτίστως χρειάζεται να πολεμήσουμε εναντίον της διάσπασης. Και αυτός είναι ένας αγώνας που προϋποθέτει αυτόματη συναίσθηση τι συμβαίνει στην ψυχή μας, αλλά και τι γίνεται στον κόσμο. Ο λόγος του ίδιου του Κυρίου μας είναι σκληρός, αλλά ιδιαίτερα σαφής:  «ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν»(Ματθ. 10,34).
                Ο Χριστός έγινε η ειρήνη για τον κόσμο γιατί θυσιάσθηκε για να ενωθούν οι άνθρωποι με το Θεό. Η διάσπαση είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, του κακού στις πολυποίκιλες μορφές του. Με την αμαρτία, την απόρριψη δηλαδή ή την αδυναμία βίωσης του θελήματος του Θεού, οι άνθρωποι αισθανόμαστε ανήμποροι να πολεμήσουμε εναντίον της διάσπασης εντός μας και εναντίον της διάσπασης προς τους άλλους ανθρώπους. Διότι η αμαρτία μας υπενθυμίζει ανά πάσα στιγμή τη δύναμη του «εγώ»   μας και την ανάγκη αυτό να κυριαρχεί. Αυτό να ικανοποιεί τις επιθυμίες του, ακόμη ή και συνήθως εις βάρος των άλλων. Η αμαρτία μας κάνει να βλέπουμε τη ζωή όχι ως διακονία και αγάπη, αλλά ως κυριαρχία και εξουσία. Να μην αποδεχόμαστε την οδό του σταυρού για το πρόσωπό μας, αλλά να γινόμαστε εμείς οι σταυρωτές. Ο Χριστός έφερε την ενότητα και την καταλλαγή με την θυσία Του. Έδειξε τον τρόπο επιστροφής στο θέλημα του Θεού, που είναι η αγάπη και η παραίτηση από τα δικαιώματά μας χάριν του πλησίον και τι σημαίνει υπακοή στο Θεό. Αυτή η οδός ενώνει τους ανθρώπους και με το Θεό και μεταξύ τους, διότι τους δίνει την δυνατότητα να επικαλούνται και να έχουν την βοήθεια του ουρανού στον αγώνα τους να λειτουργούν ως αγαπώσες υπάρξεις και όχι ως εξουσιαστικά όντα.
Πώς όμως να έρθει η πραγματική ειρήνη, όταν   υπάρχει διάσπαση και μεταξύ των ανθρώπων και των λαών; Αυτή η κατάσταση βιώνεται πολύ έντονα. Διάσπαση έχουμε μεταξύ των λαών, εξαιτίας του θριάμβου του ύφους της εξουσίας και της ισχύος από την μία και του χρήματος από την άλλη, το οποίο διαμορφώνει την πορεία του πολιτισμού και του κόσμου, ανάλογα με την διάθεση αυτών που το κατέχουν. Οι αγορές δεν ενώνουν τους ανθρώπους και τους λαούς, αλλά τους χωρίζουν. Δίνουν την ψευδαίσθηση ότι με την παροχή υλικών αγαθών που είναι κοινά για όλους και την καλλιέργεια της επιθυμίας για απόκτησή τους από όλους, θα πάψουν οι άνθρωποι να βιώνουν την διαφορετικότητά τους. Αυτό απεδείχθη ξεκάθαρα ψέμα. Τα αγαθά είναι για όσους έχουν και κατέχουν. Οι υπόλοιποι τίθενται εκ των πραγμάτων στο περιθώριο, υφίστανται τις συνέπειες της επίθεσης και του πολέμου των αγορών. Επομένως, η διάσπαση δεν θεραπεύεται με την ύλη.
Το ίδιο και η διάσπαση στις ανθρώπινες σχέσεις δεν θεραπεύεται με την πρόταξη των δικαιωμάτων του καθενός. Τα δικαιώματα, χωρίς να παραγνωρίζεται η αξία τους, θεοποιήθηκαν από τον πολιτισμό μας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την καλλιέργεια ενός ήθους εγωκεντρισμού. Κλειδί για τον καθέναν είναι ο εαυτός του και ό,τι δικαιούται, με αποτέλεσμα να εκλείπουν έννοιες όπως η επιθυμία για καταλλαγή, η υποχώρηση, η θυσία, η απόφαση να διαφυλάξουμε την αγάπη, ακόμη κι αν όλα δεν μας ευχαριστούν.  Ειρήνη χωρίς υπομονή δεν νοείται. Ειρήνη χωρίς την χαρά του να μπορείς να υποχωρείς όχι για να αποδειχθεί η ισχύς του άλλου ή από φόβο, αλλά επειδή βλέπεις ότι μέσα από την υποχώρηση μπορεί να επιτευχθεί η ενότητα, δεν είναι εύκολο να επέλθει.
Διάσπαση όμως υπάρχει και στον εαυτό μας. Ο νους και η καρδιά δεν έχουν κοινή πορεία. Την ίδια στιγμή, μέσα από την επίθεση των λογισμών και των παθών δεν μπορούμε να ισορροπήσουμε, ενώ η αδύναμη πίστη μας κάνει να νικιόμαστε  στις δοκιμασίες και τους πειρασμούς, είτε την στιγμή που μας συμβαίνουν, είτε καθώς επεξεργαζόμαστε τους λογισμούς και τις αγωνίες μας δίνοντας τόπο στην ολιγοπιστία. Παράλληλα, βλέπουμε ότι ενώ άλλα επιθυμούμε, άλλα έχουμε τη δύναμη να πράξουμε, άλλα κάνουμε τελικά. Είναι η εσωτερική σύγκρουση με τον παλαιό άνθρωπο και με το φρόνημα της σαρκός που μας εξουθενώνει.
Ο απόστολος Παύλος μας επισημαίνει ότι ο Χριστός θυσιάσθηκε για μας μη θέλοντας να κρύψει ή να αφήσει το πρόβλημα της διάσπασης, της σύγκρουσης, του πολέμου. Δεν ωφελεί να προσποιούμαστε ότι μπορούμε να διαχειριστούμε τις συγκρούσεις μας ή την απουσία ενότητας. Αντίθετα ωφελεί να είμαστε ειλικρινείς με ό,τι κακό συμβαίνει στη ζωή μας, τόσο στον κόσμο, όσο και στον εαυτό μας. Και αυτή η ειλικρίνεια μας οδηγεί στον πόλεμο εναντίον του. Είναι ένας πόλεμος δημιουργικός, ένας συναγωνισμός καταλλαγής και προσφοράς, που ξεκινά από τον έσω άνθρωπο, εντός μας. Όταν καταλαβαίνουμε τις επιθέσεις των λογισμών και της αμαρτίας και όταν μιμούμαστε το Χριστό, αμέσως έχουμε την δυνατότητα με την ασκητική διάσταση της ζωής, αλλά και το εκκλησιοκεντρικό φρόνημα, την ένταξη στο Σώμα του Χριστού που είναι η Εκκλησία, στην οποία μαθαίνουμε να παλεύουμε σύμφωνα με τις οντολογικές αξίες που ο Χριστός και οι Άγιοι μας δίνουν, αλλά και να λειτουργούμε εν μετανοία για τις πτώσεις μας, με την χάρη του Αγίου Πνεύματος, με αποτέλεσμα να ειρηνεύουμε εντός μας.
Μένει η ειρήνη του κόσμου. Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις ότι θα είμαστε αυτοί που την επιβάλουμε. Ο κόσμος εν τω πονηρώ κείται και οι άνθρωποι δεν είναι έτοιμοι να αλλάξουν προσανατολισμούς. Στην εποχή μας άλλωστε θριαμβεύει η επιθετικότητα και όποιος μπορεί να την ασκήσει θεωρείται αποδεκτός. Όχι όμως η επιθετικότητα εναντίον του κακού, αλλά η οικειοποίησή του και η άσκησή του εναντίον των άλλων και λαών και ανθρώπων. Ο καθένας μας όμως ας ακολουθήσει την ρήση του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ:  «απόκτησε την ειρήνη του Θεού μέσα σου και χιλιάδες άλλες ψυχές θα λυτρωθούν κοντά σου». Ας παλεύουμε πρώτα εντός μας και ας προσευχόμαστε και ας αγωνιζόμαστε με τον λόγο, την προσευχή και το παράδειγμα να δώσουμε μαρτυρία ειρήνης και ζωής. Τα υπόλοιπα ας τα αφήσουμε στο Θεό κι Εκείνος γνωρίζει.

ΠΗΓΗ  το είδαμε εδώ

Άγιος Νικηφόρος, αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ο ομολογητής

Ο άγιος Νικηφόρος, ο πρώτος με το όνομα αυτό πα­τριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (806-815 μ.Χ.), υπήρξε γέν­νημα και θρέμμα της βασιλίδας των πόλεων, δηλαδή της Κωνσταντινουπόλεως. Γεννήθηκε κατά την εποχή της βασι­λείας του δυσσεβούς αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε’ του Κοπρωνύμου (741-775 μ.Χ.), και συγκεκριμένα κατά το έτος 758 μ.Χ. Οι γονείς του Θεόδωρος και Ευδοκία κατάγονταν από ευγενή και ονομαστή γενιά.
nikp2
Ο Θεόδωρος ήταν συντάκτης των βασιλικών προστα­γμάτων, και επομένως είχε σημαντικότατη θέση κοντά στον αυτοκράτορα. Κατηγορήθηκε όμως στον αυτοκράτορα ως προσκυνητής των θείων Εικόνων. Για το λόγο αυτό του καταξέσχισαν με ανελέητη μαστίγωση το σώμα και εν συν­εχεία τον εξόρισαν στο φοβερό φρούριο των Μυλάσων της Καρίας της Μικράς Ασίας. Μετά από κάμποσο χρονικό διάστημα ανακλήθηκε από την εξορία. Επειδή όμως δεν υποχώρησε στα βασιλικά προστάγματα, και πάλι εξορίστηκε πέρα από τη Νίκαια της Βιθυνίας, της Μικράς Ασίας. Στον τόπο εκείνο της εξορίας, αφού έζησε έξι χρόνια με πολλές ταλαιπωρίες και κακοπάθειες, εξεδήμησε προς Κύριον.
Ο γιος του Θεόδωρου, ο τίμιος Νικηφόρος, από τη στιγμή σχεδόν που γεννήθηκε, γαλουχήθηκε μέσα στα σπάργανα της Ορθοδοξίας. Μόλις δε ο Νικηφόρος πέρα­σε τη νηπιακή ηλικία και αφού έλαβε άριστη εκπαίδευση, κατατάχτηκε στους συντάκτες των βασιλικών προσταγμά­των, έγινε δηλαδή γραμματέας του αυτοκράτορα. Κατόπιν όμως θεώρησε όλα τα του κόσμου ως σκύβαλα και ως ιστό αράχνης, και γι’ αυτό έφυγε από την Κωνσταντινούπολη και πήγε στην Προποντίδα. Όντας δε μόνος εκεί, ήταν στο Θεό και μόνο αφοσιωμένος, ασκούμενος με ποικίλους κό­πους και ταλαιπωρίες. Επειδή όμως εξεδήμησε προς Κύ­ριον ο μέγας πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιος, το 806 μ.Χ., ο Νικηφόρος, ύστερα από πίεση και θερμή παράκληση του συνωνύμου του αυτοκράτορα Νικηφόρου Α’ (802-811 μ.Χ.), ανήλθε στο πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.
Μετά από πέντε χρόνια, το 811 μ.Χ., απεβίωσε ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α’ και τον διαδέχτηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο γιός του Σταυράκιος (811 μ.Χ.). Αυτός όμως πέθανε πολύ γρήγορα, ύστερα από βασιλεία δύο μό­νο μηνών, και τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο ευσεβέστατος Μιχαήλ Α’ Ραγκαβές (811-813 μ.Χ.). Τούτον όμως τον εξεθρόνισε ο θηριώνυμος Λέων Ε’ ο Αρμένιος και, αφού του πήρε την εξουσία, βασίλευσε μέχρι το 820 μ.Χ.
Ο Λέων, μόλις ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο, ανακίνησε τον διωγμό κατά των αγίων Εικόνων και της Ορθοδοξίας. Πόσα δε και ποια επιχειρήματα χρησιμο­ποίησε και τι προσπάθειες κατέβαλε με παρρησία ο σεβά­σμιος εκείνος πατριάρχης Νικηφόρος, προκειμένου να πεί­σει τον ασεβή αυτόν αυτοκράτορα να ορθοφρονήσει και να παύσει τον διωγμό κατά των θείων Εικόνων, είναι αδύνατον να ειπεί και να γράψει κανείς. Ο θεομισής όμως Λέων εξεδίωξε τον άγιο Νικηφόρο από τον πατριαρχικό θρόνο, το 815 μ.Χ., και, αφού τον εξόρισε και τον έκλεισε σε μια απάνθρωπη φυλακή, πρόσταζε να μην του προσφέ­ρει κανείς ούτε την παραμικρή παρηγοριά.
Σ’ αυτήν την άθλια και ελεεινή κατάσταση της φυλα­κής έζησε ο ευγενής την καταγωγή και γενναίος πατριάρ­χης Νικηφόρος Α’, μέχρις ότου ο πανάθλιος αυτός αυτοκράτορας Λέων Ε’ κατακρεουργήθηκε το 820 μ.Χ. από τους οικείους του μέσα στον ιερό Ναό, τον ευρισκόμενο στην περιοχή του Φόρου. Μετά από το θάνατο του αυτοκράτορα ο Νικηφόρος αφέθηκε ελεύθερος.
Ο μακαριστός Νικηφόρος διετέλεσε πατριάρχης εννέα χρόνια, ενώ στην εξορία βρισκόταν επί δεκατρία χρό­νια. Καταπονήθηκε και καταταλαιπωρήθηκε από τις διώ­ξεις και τις κακοπάθειες για χάρη της Ορθοδοξίας. Μόλις δε ο Άγιος συμπλήρωσε τα εβδομήντα του χρόνια (828 μ.Χ.), παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού.
(Γεωργίου Δ. Παπαδημητρόπουλου, Θεολὀγου-Φιλολόγου-Λυκειάρχου, Με τους Αγίους μας, Ιούνιος, σ. 14-17).

Άγιος Νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ο «εξ Αγαρηνών»

Σήμερα εορτάζεται η μνήμη του αγίου Κωνσταντίνου του «εξ Αγαρηνών». Η άθληση και το μαρτύριο του αγίου Κωνσταντίνου είναι ένας ακόμα καρπός και μια μαρτυ­ρία, πως το Άγιο Πνεύμα μένει πάντα στην ’Εκκλησία. Οι Νεομάρτυρες συνεχίζουν τη σειρά και την παράδοση των αρχαίων Μαρτύρων της πίστης. Μετά την άλωση της Πόλης, στα πικρά χρόνια της τουρκοκρατίας, ένας μεγάλος αριθμός αγίων Μαρτύρων και Οσίων συνεχί­ζουν, και δεν θα πάψουν ποτέ, να δίνουν τη μαρτυρία της Ανάστασης του Ιησού Χριστού και να βεβαιώνουν την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία.
agios-konstantinos-o-ex-agar2
Ο άγιος νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ήταν μουσουλ­μάνος και καταγόταν από ένα χωριό της Μυτιλήνης, λεγόμενο Ψηλομέτωπο. Οι αδελφοί του είχαν στη Σμύρ­νη ένα οπωροπωλείο κι ο Κωνσταντίνος, πιο μικρός απ’ όλους, πήγαινε τα ψώνια στα σπίτια των αγοραστών. Έτσι, πήγαινε και στην ιερή Μητρόπολη της Σμύρνης, όπου έβλεπε εκεί και άκουε τους κληρικούς και σιγά – σιγά μάθαινε και την ελληνική γλώσσα. Έτσι γεννήθηκε μέσα του ο πόθος να γίνει χριστιανός, γι’ αυτό κι έφυγε από τη Σμύρνη και πήγε στο Άγιον Όρος. Εκεί στην αρχή ταλαιπωρήθηκε, ώσπου ο εξόριστος τότε στο Άγιον Όρος Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’, που ίσως τον γνώριζε από τότε που ήταν μητροπολί­της στη Σμύρνη, τον κατήχησε, του έδωσε το όνομα Κωνσταντίνος και τον βάπτισε.
Μια μέρα στη σκήτη του Τιμίου Προδρόμου ο Κωνσταντίνος προσκύνησε τα ιερά λείψανα Νεομαρτύρων κι από τότε άναψε μέσα του ο έρωτας του μαρτυ­ρίου. Συμβουλεύτηκε τον πνευματικό του, νήστεψε, πήρε συστατικά γράμματα του Πατριάρχη κι έφυγε για τη Σμύρνη, πηγαίνοντας να βαπτίσει την αδελφή του. Όταν έφτασε στο Αϊβαλή, ένας Τούρκος τον αναγνώρισε· τον έπιασαν τότε και τον οδήγησαν στον Αγά. Στην ανάκριση που του έγινε, ο Κωνσταντίνος όχι μόνο ομολόγησε πως είναι χριστιανός, αλλά και δεν έκρυψε πως πρώτα ήταν μουσουλμάνος. «Τούρκος ήμουν», είπε, «αλλά φωτίστηκα από το Θεό και κατάλαβα πως η πί­στη των αγαρηνών είναι μάταιη, και μόνη αληθινή και καθαρή είναι η πίστη του Χριστού. Έγινα λοιπόν χρι­στιανός, για να σώσω τη ψυχή μου».
Μετά την πρώτη αυτή ανάκριση, ο Κωνσταντίνος ρίχτηκε στη φυλακή. Εκεί με υπομονή και καρτερία σή­κωσε σκληρά βασανιστήρια, χωρίς να αλλάξει την πίστη του. Σε μια δεύτερη ανάκριση, πάλι με θάρρος και παρ­ρησία, ο άγιος Κωνσταντίνος έδωκε τη μαρτυρία Ιησού Χριστού. Σε μια στιγμή μάλιστα, με καύχηση Χριστού, έκαμε μπροστά στον ηγεμόνα το σημείο του Σταυρού. Βλέποντας πως ο Άγιος ήταν αμετάπειστος και αμετά­θετος, ο Αγάς τον έστειλε δεμένο στην Κωνσταντινού­πολη. Αλλά κι εκεί ο άγιος Νεομάρτυρας ούτε τις δε­λεαστικές υποσχέσεις δέχτηκε ούτε τις απειλές φοβήθη­κε. Τελευταία, στις 2 Ιουνίου 1819, τον κρέμασαν. Έτσι ο άγιος Κωνσταντίνος πρόλαβε στην ίδια μαρτυρική τε­λείωση τον προστάτη του Άγιο Γρηγόριο, που ύστερ’ από δυό χρόνια κι εκείνος απαγχονίστηκε.
Ο άγιος νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ο «εξ Αγαρη­νών» είναι ένας από τους πολλούς Αγίους της  Εκκλη­σίας των νεωτέρων χρόνων. Είναι πρόνοια του Θεού ότι στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας η ορθόδοξη Εκκλησία κράτησε τους υπόδουλους λαούς στην πίστη του Χριστού μαζί με τα άλλα και με την παρουσία πολλών αγίων Μαρτύρων και Οσίων. Και, όπως είπαμε στην αρχή, ή παρουσία αυτή είναι μαρτυρία και απόδειξη ότι το Άγιο Πνεύμα μένει πάντα στην Εκκλησία. Γιατί το χριστιανικό μαρτύριο δεν είναι ανθρώπινος ηρωισμός, αλλά κλήση και χάρη του Θεού. Μάρτυρας της πίστης δεν γίνεται ο καθένας που θα το φιλοδοξού­σε, αλλά όποιος που τον καλεί ο Θεός και τον ενισχύει το Άγιο Πνεύμα, «δι’ ου καταστέφονται μάρτυρες…». Αμήν.

(+Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητροπ. Κοζάνης, Εικόνες Έμψυχοι, σ.78-80)

Ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Ἰωάννης ὁ Νέος ποὺ μαρτύρησε στὸ Βελιγράδι (Ῥῶσος)


 


Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Τραπεζουντίου ἑορτάζεται, ἐπίσης, στὶς 12 Ἰουνίου. Σήμερα ἑορτάζεται ἡ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τῆς διασώσεως τῆς πόλεως τῆς Σουτσεάβα τῆς Ρουμανίας, στὴν ὁποία φυλάσσονται τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὴν πολιορκία τῶν Τατάρων, κατὰ τὸ 1622.

Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, ὅταν οἱ Τάταροι ἀπειλοῦσαν τὴ Σουτσεάβα, οἱ ἐφημέριοι τοῦ ναοῦ, στὸν ὁποῖο ἐφυλάσσονταν τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, ἠθέλησαν, φοβούμενοι τὴν ἐπιδρομὴ τῶν βαρβάρων, νὰ μεταφέρουν τὴ λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου στὸ κάστρο. Ὅμως δὲν μποροῦσαν μὲ κανένα τρόπο νὰ μετακινήσουν τὴν λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἔγινε ἀσήκωτη. Τότε κατάλαβαν ὅτι αὐτὸ ἦταν θέλημα τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος θὰ τοὺς ἐπροστάτευε. Ἀμέσως κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἄρχισαν νὰ προσεύχονται. Πράγματι! Μία καταρρακτώδης βροχὴ ἐμπόδισε τοὺς ἐπιδρομεῖς νὰ πολιορκήσουν τὴν πόλη καὶ νὰ εἰσβάλουν σὲ αὐτήν.

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἀπὸ τὴν Φιλαδέλφεια, Νεομάρτυρας


Γεννήθηκε στὴ Φιλαδέλφεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀπὸ γένος ἐπίσημο, ὁ πατέρας του ἦταν Ἱερέας καὶ ὀνομαζόταν Δόγκας. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του, ἡ μητέρα του ἐξακολούθησε νὰ τὸν ἀνατρέφει ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου. 

Σεμνὸς καὶ ὡραῖος καθὼς ἦταν, κίνησε τὸν φθόνο τῶν Τούρκων, ποὺ ἐκμεταλλευόμενοι τὸ νεαρό της ἡλικίας του - ἦταν 13 ἐτῶν- τὸν ἐξισλάμισαν. Μπῆκε στὴν ὑπηρεσία κάποιου προκρίτου Τούρκου τῆς Φιλαδέλφειας καὶ ἀπόκτησε μέσα σὲ λίγο χρόνο μεγάλη περιουσία. Γιὰ τὴν φήμη τῆς ἀνδρείας του στοὺς πολέμους μαζὶ μὲ τοὺς Τούρκους, δέχτηκε τὴν πρόταση νὰ παντρευτεῖ τὴν κόρη ἑνὸς Τούρκου ἐπισήμου. Ἀλλὰ λίγο πρὶν τὸ γάμο, αἰσθάνθηκε τύψεις συνειδήσεως γιὰ τὴν ἐξώμοσή του καὶ ἔτσι ἀποφάσισε νὰ ἐπανέλθει στὴ χριστιανικὴ πίστη.
 
Σὲ ἡλικία λοιπὸν 25 ἐτῶν, παρουσιάστηκε ἐπίσημα μπροστὰ στὸν Τοῦρκο διοικητὴ καὶ παρουσία πολλῶν Τούρκων ἐπισήμων, δήλωσε, ὅτι θεωρεῖ ἀπάτη τὴν μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ γι᾿ αὐτὸ τὴν ἀρνεῖται καὶ ἀποδέχεται τὸν Χριστό. Τότε, ὅλοι ὅσοι ἦταν ἐκεῖ ὅρμησαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνελέητα καὶ μὲ διαταγὴ τοῦ διοικητῆ, τὸν φυλάκισαν.
 
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας, ὁ διοικητὴς ἔστειλε Ἱεροδιδασκάλους, ποὺ μὲ συμβουλὲς καὶ ἄλλους τρόπους προσπάθησαν νὰ ἐπαναφέρουν τὸν Δημήτριο στὸν μωαμεθανισμό. Ὁ Δημήτριος ποθῶντας τὸ μαρτύριο ἔμεινε ἀμετάπειστος στὴν ἀπόφασή του. Ὁ διοικητής, ἐπειδὴ δὲν ἤθελε τὸν θάνατο τοῦ Δημητρίου, τὸν ἀποφυλάκισε.
 
Ὁ Δημήτριος ὅμως, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ἀπὸ τὸ ἁμάρτημα τῆς ἀποστασίας του, μπῆκε σ᾿ ἕνα καφενεῖο καὶ ἄρχισε νὰ ἐλέγχει μπροστὰ σὲ πλῆθος Τούρκων, μία πρὸς μία τὶς πλάνες τῆς μωαμεθανικῆς θρησκείας. Κατόπιν ἔβγαλε τὸ λευκὸ σαρίκι ἀπὸ τὸ κεφάλι καὶ τὸ πράσινο τούρκικο ῥοῦχο του, καὶ τὰ ποδοπάτησε λέγοντας: «καθὼς καταπατῶ αὐτὰ ποὺ εἶναι σημάδια τῆς δικῆς σας πίστεως, ἔτσι καταπατῶ καὶ τὴν πίστη καὶ τὸν νόμο σας καὶ ἀρνοῦμαι αὐτὴ καὶ τὴν ἀποστρέφομαι».
 
Ἐξοργισμένοι οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Δημητρίου, ὅρμησαν ἐπάνω του καὶ ἀφοῦ τὸν ἔριξαν στὸ ἔδαφος, ἄρχισαν νὰ τὸν χτυποῦν μὲ πέτρες καὶ ξύλα. Οἱ Τοῦρκοι νόμισαν ὅτι ἦταν νεκρὸς καὶ ἀποφάσισαν νὰ τὸν ῥίξουν στὴ φωτιά. Ἀλλ᾿ ὁ Δημήτριος συνῆλθε ἀπὸ τὴν λιποθυμία καὶ εἶπε στοὺς βασανιστὲς του «ἔχω χρήματα νὰ σᾶς δώσω νὰ ἀγοράσετε ξύλα νὰ μὲ κάψετε». 

Ἀκόμα πιὸ ὀργισμένοι οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὰ λόγια αὐτά, ἄρχισαν νὰ τὸν χτυποῦν μὲ μαχαίρια, μέχρι ποὺ ὁ μάρτυρας παρέδωσε τὸ πνεῦμα του τὴν 2α Ἰουνίου 1657.  Γεμάτοι θυμὸ οἱ Τοῦρκοι, προσπάθησαν νὰ κάψουν τὸ λείψανο τοῦ μάρτυρα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τὸ κατάφεραν, τὸ διαμέλισαν χτυπῶντας το μὲ βαριὰ σίδερα.

Ὁ Ὅσιος Ἔρασμος ὁ Ἱερομάρτυρας

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ. Ἔγινε κληρικὸς (ἴσως καὶ ἐπίσκοπος) καὶ διέπρεψε στὴ μέριμνα ὑπὲρ τῶν φτωχῶν καὶ στὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου. Ἀπὸ τὸν πόθο νὰ ἑλκύσει ὅσο γίνεται περισσότερες ψυχὲς στὴ ζωή του Χριστοῦ ἐπιδόθηκε σὲ ἀκατάπαυστες περιοδεῖες, στὴ διάρκεια τῶν ὁποίων δίδασκε μὲ ζῆλο τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ συνοδευόταν μὲ θαύματα.
 
Κάποτε εἶχε φτάσει στὴ σημερινὴ Ἀχρίδα, ὅπου εἶδε νὰ κηδεύουν ἕνα παιδί. Τὸ θέαμα τὸν συγκίνησε, διότι ὁ πατέρας του τὸ εἶχε μονάκριβο καὶ θρηνοῦσε πολύ. Πλησίασε λοιπὸν τὸ φέρετρο, προσευχήθηκε, καὶ ἀφοῦ ἔπιασε τὸ χέρι του τὸ ἀνέστησε. Τὸ θαῦμα κατέπληξε τοὺς παρευρισκόμενους, καὶ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, μαζὶ μὲ τὸ παιδὶ καὶ τὸν πατέρα, νὰ βαπτιστοῦν χριστιανοί.
 
Κατόπιν δήλωσε στὸν αὐτοκράτορα Μαξιμιανό, ὅτι ἄλλους θεούς, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ Ἰησοῦ Χριστό, δὲν γνωρίζει. Τότε ὑποβλήθηκε σὲ σκληρὰ μαρτύρια καὶ ῥίχτηκε στὴ φυλακή. Ἀργότερα ὅμως ἐλευθερώθηκε καὶ ἐξακολούθησε τὴν ἀποστολική του διακονία, μέχρι τὰ βαθιὰ γεράματα. Πέθανε εἰρηνικὰ στὴν πόλη Χερμελία καὶ ἀξιώθηκε μάλιστα, νὰ δεῖ πρὶν πεθάνει, σὲ ὅραμα, στεφάνι ὑπέρλαμπρο ποὺ κατέβαινε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πρὸς αὐτόν.

Συναξαριστής της 2ας Ιουνίου

Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ὁ Ὁμολογητής, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

 


Πατρίδα του ἡ Κωνσταντινούπολη (γεννήθηκε ἐκεῖ τὸ 758). Οἱ γονεῖς του Θεόδωρος καὶ Εὐδοκία ἀνῆκαν στὴν ἐπίσημη καὶ εὐγενικὴ κοινωνικὴ τάξη. Ἰδιαίτερα ὁ πατέρας του διακρινόταν γιὰ τὴν εἰλικρινὴ ἀφοσίωσή του στὴν Ὀρθοδοξία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πέθανε ἐξόριστος στὴ Νίκαια ἀπὸ τὸν εἰκονομάχο αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο Κοπρώνυμο.

Στὰ χνάρια τοῦ πατέρα του βάδισε καὶ ὁ Νικηφόρος, ὁ ὁποῖος ἀπέκτησε μεγάλη εὐσέβεια καὶ ἀνάλογη ὀρθόδοξη παιδεία. Γιὰ ἀρκετὸ χρόνο ἔκανε ἀρχιγραμματέας στὰ ἀνάκτορα, ἀλλὰ ἔπειτα ἀποσύρθηκε σὲ ἕνα κτῆμα του, κοντὰ στὸ Βόσπορο, ὅπου ἀφοσιώθηκε στὴ μελέτη καὶ τὴν ἄσκηση.

Ὅμως, ὁ βασιλιὰς Νικηφόρος τὸν ὑποχρέωσε νὰ ἀναλάβει τὴν διεύθυνση τοῦ μεγάλου πτωχοκομείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Καὶ ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, κρίθηκε κατάλληλος γιὰ Πατριάρχης. Ἀφοῦ σύντομα πέρασε ὅλους τοὺς Ἱερατικοὺς βαθμούς, τὴν Κυριακή του Πάσχα (806 μ.Χ.) ἀνέβηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο. Ἀλλὰ ἀπὸ δῶ ἄρχισε καὶ ὁ Γολγοθὰς τοῦ Νικηφόρου.

Ἔδωσε σκληροὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν διατήρηση τῆς τιμητικῆς προσκύνησης τῶν εἰκόνων μὲ τὴν ἀλλοπρόσαλλη βασιλικὴ ἡγεσία. Ὑπέστη πολλὲς ταλαιπωρίες καὶ διωγμούς. Ἐννιὰ χρόνια ἔκανε στὴν Πατριαρχία καὶ δεκατρία στὴν ἐξορία. Τελικά, πολὺ ταλαιπωρημένος, στὶς 2 Ἰουνίου τοῦ 822 παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸ Θεό, ἀμετακίνητος στὶς πεποιθήσεις του, ὅπως προστάζει τὸ ἅγιο Θέλημά Του: «Ἑδραῖοι γίνεσθε, ἀμετακίνητοι». Δηλαδή, γίνεσθε στερεοὶ καὶ ἀμετακίνητοι στὴν πίστη σας.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἤνεγκε, τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἡ σὴ ἔνθεος, ὁμολογία, Νικηφόρε Ἱεράρχα θεόληπτε· τὴν γὰρ Εἰκόνα τοῦ Λόγου σεβόμενος, ὑπερορίᾳ ἀδίκως ὡμίλησας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν τὴν νίκης στέφανον, ὦ Νικηφόρε, οὐρανόθεν ἔνδοξε, ὡς εἰληφὼς παρὰ Θεοῦ, σῶζε τοὺς πίστει τιμῶντάς σε, ὡς Ἱεράρχην Χριστοῦ καὶ Διδάσκαλον.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐκκλησίας ἔμπνους εἰκών, καὶ Εἰκονομάχων, καθαιρέτης ὁ ἰσχυρός· χαίροις θεοσδότων, δογμάτων ὁ προστάτης, θεόφρον Νικηφόρε, πίστεως ἔρεισμα.


------------------------------------------------------------------------------
 
Οἱ Ἅγιοι 38 Μάρτυρες

Μαρτύρησαν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν μέσα στὸ λουτρὸ καὶ σφράγισαν τὴν πόρτα.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ἡ Ἁγία Μητέρα καὶ τὰ Ἅγια τρία παιδιά της

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ὅσιος Ἔρασμος ὁ Ἱερομάρτυρας

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ. Ἔγινε κληρικὸς (ἴσως καὶ ἐπίσκοπος) καὶ διέπρεψε στὴ μέριμνα ὑπὲρ τῶν φτωχῶν καὶ στὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου. Ἀπὸ τὸν πόθο νὰ ἑλκύσει ὅσο γίνεται περισσότερες ψυχὲς στὴ ζωή του Χριστοῦ ἐπιδόθηκε σὲ ἀκατάπαυστες περιοδεῖες, στὴ διάρκεια τῶν ὁποίων δίδασκε μὲ ζῆλο τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ συνοδευόταν μὲ θαύματα.

Κάποτε εἶχε φτάσει στὴ σημερινὴ Ἀχρίδα, ὅπου εἶδε νὰ κηδεύουν ἕνα παιδί. Τὸ θέαμα τὸν συγκίνησε, διότι ὁ πατέρας του τὸ εἶχε μονάκριβο καὶ θρηνοῦσε πολύ. Πλησίασε λοιπὸν τὸ φέρετρο, προσευχήθηκε, καὶ ἀφοῦ ἔπιασε τὸ χέρι του τὸ ἀνέστησε. Τὸ θαῦμα κατέπληξε τοὺς παρευρισκόμενους, καὶ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, μαζὶ μὲ τὸ παιδὶ καὶ τὸν πατέρα, νὰ βαπτιστοῦν χριστιανοί.

Κατόπιν δήλωσε στὸν αὐτοκράτορα Μαξιμιανό, ὅτι ἄλλους θεούς, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ Ἰησοῦ Χριστό, δὲν γνωρίζει. Τότε ὑποβλήθηκε σὲ σκληρὰ μαρτύρια καὶ ῥίχτηκε στὴ φυλακή. Ἀργότερα ὅμως ἐλευθερώθηκε καὶ ἐξακολούθησε τὴν ἀποστολική του διακονία, μέχρι τὰ βαθιὰ γεράματα. Πέθανε εἰρηνικὰ στὴν πόλη Χερμελία καὶ ἀξιώθηκε μάλιστα, νὰ δεῖ πρὶν πεθάνει, σὲ ὅραμα, στεφάνι ὑπέρλαμπρο ποὺ κατέβαινε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πρὸς αὐτόν.


------------------------------------------------------------------------------
 
Οἱ Ἅγιοι 20.000 Μάρτυρες

Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι, πίστεψαν διὰ τοῦ Ἁγίου Ἐράσμου στὸν Χριστὸ καὶ μαρτύρησαν διὰ ξίφους.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ὅσιος Μαρῖνος ὁ Βαάνης

Ἡ μνήμη του ἀγνοεῖται ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς καὶ ἀναγράφεται ἀπὸ τὸν Γεδεὼν στὸ Βυζαντινὸ Ἑορτολόγιο (σελ. 110). Ἐκεῖ ἀναφέρεται ὅτι γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ γονεῖς ἐπίσημους, τὸν δρουγγάριο Νικηφόρο καὶ τὴν Μαρία. Ἀνατράφηκε μὲ εὐσέβεια στὴ Βιζύη τὴν Θρᾴκης καὶ ἐκάρη μοναχὸς ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Συμεών, κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸν Κυμηνά. Ἦταν εὐσεβής, ἐλεήμων καὶ ἀσκητικότατος. Ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ καὶ τὸ τίμιο λείψανό του κατατέθηκε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Κορώνης.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ἐν Ἀσπροκάστρῳ, ὁ Νεομάρτυρας

Βλέπε βιογραφία του στὶς 12 Ἰουνίου.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἀπὸ τὴν Φιλαδέλφεια, Νεομάρτυρας

Γεννήθηκε στὴ Φιλαδέλφεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἀπὸ γένος ἐπίσημο, ὁ πατέρας του ἦταν Ἱερέας καὶ ὀνομαζόταν Δόγκας. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του, ἡ μητέρα του ἐξακολούθησε νὰ τὸν ἀνατρέφει ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου.

Σεμνὸς καὶ ὡραῖος καθὼς ἦταν, κίνησε τὸν φθόνο τῶν Τούρκων, ποὺ ἐκμεταλλευόμενοι τὸ νεαρό της ἡλικίας του - ἦταν 13 ἐτῶν- τὸν ἐξισλάμισαν. Μπῆκε στὴν ὑπηρεσία κάποιου προκρίτου Τούρκου τῆς Φιλαδέλφειας καὶ ἀπόκτησε μέσα σὲ λίγο χρόνο μεγάλη περιουσία. Γιὰ τὴν φήμη τῆς ἀνδρείας του στοὺς πολέμους μαζὶ μὲ τοὺς Τούρκους, δέχτηκε τὴν πρόταση νὰ παντρευτεῖ τὴν κόρη ἑνὸς Τούρκου ἐπισήμου. Ἀλλὰ λίγο πρὶν τὸ γάμο, αἰσθάνθηκε τύψεις συνειδήσεως γιὰ τὴν ἐξώμοσή του καὶ ἔτσι ἀποφάσισε νὰ ἐπανέλθει στὴ χριστιανικὴ πίστη.

Σὲ ἡλικία λοιπὸν 25 ἐτῶν, παρουσιάστηκε ἐπίσημα μπροστὰ στὸν Τοῦρκο διοικητὴ καὶ παρουσία πολλῶν Τούρκων ἐπισήμων, δήλωσε, ὅτι θεωρεῖ ἀπάτη τὴν μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ γι᾿ αὐτὸ τὴν ἀρνεῖται καὶ ἀποδέχεται τὸν Χριστό. Τότε, ὅλοι ὅσοι ἦταν ἐκεῖ ὅρμησαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνελέητα καὶ μὲ διαταγὴ τοῦ διοικητῆ, τὸν φυλάκισαν.

Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας, ὁ διοικητὴς ἔστειλε Ἱεροδιδασκάλους, ποὺ μὲ συμβουλὲς καὶ ἄλλους τρόπους προσπάθησαν νὰ ἐπαναφέρουν τὸν Δημήτριο στὸν μωαμεθανισμό. Ὁ Δημήτριος ποθῶντας τὸ μαρτύριο ἔμεινε ἀμετάπειστος στὴν ἀπόφασή του. Ὁ διοικητής, ἐπειδὴ δὲν ἤθελε τὸν θάνατο τοῦ Δημητρίου, τὸν ἀποφυλάκισε.

Ὁ Δημήτριος ὅμως, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ἀπὸ τὸ ἁμάρτημα τῆς ἀποστασίας του, μπῆκε σ᾿ ἕνα καφενεῖο καὶ ἄρχισε νὰ ἐλέγχει μπροστὰ σὲ πλῆθος Τούρκων, μία πρὸς μία τὶς πλάνες τῆς μωαμεθανικῆς θρησκείας. Κατόπιν ἔβγαλε τὸ λευκὸ σαρίκι ἀπὸ τὸ κεφάλι καὶ τὸ πράσινο τούρκικο ῥοῦχο του, καὶ τὰ ποδοπάτησε λέγοντας: «καθὼς καταπατῶ αὐτὰ ποὺ εἶναι σημάδια τῆς δικῆς σας πίστεως, ἔτσι καταπατῶ καὶ τὴν πίστη καὶ τὸν νόμο σας καὶ ἀρνοῦμαι αὐτὴ καὶ τὴν ἀποστρέφομαι».

Ἐξοργισμένοι οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Δημητρίου, ὅρμησαν ἐπάνω του καὶ ἀφοῦ τὸν ἔριξαν στὸ ἔδαφος, ἄρχισαν νὰ τὸν χτυποῦν μὲ πέτρες καὶ ξύλα. Οἱ Τοῦρκοι νόμισαν ὅτι ἦταν νεκρὸς καὶ ἀποφάσισαν νὰ τὸν ῥίξουν στὴ φωτιά. Ἀλλ᾿ ὁ Δημήτριος συνῆλθε ἀπὸ τὴν λιποθυμία καὶ εἶπε στοὺς βασανιστὲς του «ἔχω χρήματα νὰ σᾶς δώσω νὰ ἀγοράσετε ξύλα νὰ μὲ κάψετε».

Ἀκόμα πιὸ ὀργισμένοι οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὰ λόγια αὐτά, ἄρχισαν νὰ τὸν χτυποῦν μὲ μαχαίρια, μέχρι ποὺ ὁ μάρτυρας παρέδωσε τὸ πνεῦμα του τὴν 2α Ἰουνίου 1657.  Γεμάτοι θυμὸ οἱ Τοῦρκοι, προσπάθησαν νὰ κάψουν τὸ λείψανο τοῦ μάρτυρα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τὸ κατάφεραν, τὸ διαμέλισαν χτυπῶντας το μὲ βαριὰ σίδερα.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ ἐξ Ἀγαρηνῶν

Καταγόταν ἀπὸ Μουσουλμάνους γονεῖς καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ψιλομέτωπο τῆς Μυτιλήνης. Μαζὶ μὲ τὴν μητέρα καὶ τ᾿ ἀδέλφια του ἦλθε στὴ Μαγνησία καὶ ἀργότερα στὴ Σμύρνη, ὅπου βοηθοῦσε τ᾿ ἀδέλφια του στὸ ὀπωροπωλεῖο, πηγαίνοντας στὰ σπίτια τῶν εὐγενῶν αὐτὰ ποὺ ἀγόραζαν ἀπὸ τὸ μαγαζί τους.

Πηγαίνοντας ὅμως συχνὰ στὴ Μητρόπολη τῆς Σμύρνης, ἄκουγε καὶ ἔμαθε τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὴν χριστιανικὴ θρησκεία. Ἔφυγε λοιπόν, στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀλλὰ κανεὶς δὲν τὸν δεχόταν.

Τότε ὁ ἐκεῖ ἐξόριστος Πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ε´, στὴ Μ. Λαύρα, ἀφοῦ τὸν δοκίμασε τὸν βάπτισε χριστιανὸ στὰ Καυσοκαλύβια, μὲ τὸ ὄνομα Κωνσταντῖνος. Στὴ Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, προσκύνησε τὰ τίμια λείψανα τῶν νεοφανῶν μαρτύρων καὶ τὸν κατέλαβε ὁ πόθος νὰ μιμηθεῖ τὴν πράξη τους. Ἀφοῦ πέρασε μὲ νηστεία καὶ προσευχὴ κοντὰ σὲ πνευματικό, ἀποφάσισε νὰ πάει στὴ Μαγνησία, γιὰ νὰ βαπτίσει τὴν ἀδελφή του χριστιανή.

Μετὰ ὅμως ἀπὸ συμβουλὴ τῶν Πατέρων, ἀπέπλευσε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἀποβιβάστηκε στὶς Κυδωνιές. Ἐκεῖ ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ κάποιο Τοῦρκο καὶ ὁδηγήθηκε στὸν Ἀγά. Ἐκεῖ ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ ἔπειτα φανέρωσε τὴν καταγωγή του. Ὁπότε φυλακίστηκε καὶ βασανίστηκε σκληρά.

Ὅταν τὸν ἀνέκριναν πάλι, ὁ Κωνσταντῖνος ἔκανε μπροστὰ τοὺς τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ἀποδεικνύοντας ἔτσι τὸ ἀμετάθετό της πίστεως του. Τότε ξανὰ τὸν φυλάκισαν καὶ τὸν βασάνισαν μὲ φρικτὸ τρόπο. Ἀλλὰ βλέποντας ὁ ἡγεμόνας, ὅτι κάθε προσπάθειά του πήγαινε χαμένη, τὸν ἔστειλε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀφοῦ καὶ ἐκεῖ τὸν ὑπέβαλαν σὲ σκληρὰ βασανιστήρια, τελικὰ τὸν ἀπαγχόνισαν στὶς 2 Ἰουνίου 1819. Χειρόγραφη Ἀκολουθία του βρίσκεται στὴν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου στὰ Καυσοκαλύβια καὶ στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονα στὸ Ἅγιον Ὄρος.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Ἰωάννης ὁ Νέος ποὺ μαρτύρησε στὸ Βελιγράδι (Ῥῶσος)

 


Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Τραπεζουντίου ἑορτάζεται, ἐπίσης, στὶς 12 Ἰουνίου. Σήμερα ἑορτάζεται ἡ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τῆς διασώσεως τῆς πόλεως τῆς Σουτσεάβα τῆς Ρουμανίας, στὴν ὁποία φυλάσσονται τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὴν πολιορκία τῶν Τατάρων, κατὰ τὸ 1622.

Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, ὅταν οἱ Τάταροι ἀπειλοῦσαν τὴ Σουτσεάβα, οἱ ἐφημέριοι τοῦ ναοῦ, στὸν ὁποῖο ἐφυλάσσονταν τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, ἠθέλησαν, φοβούμενοι τὴν ἐπιδρομὴ τῶν βαρβάρων, νὰ μεταφέρουν τὴ λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου στὸ κάστρο. Ὅμως δὲν μποροῦσαν μὲ κανένα τρόπο νὰ μετακινήσουν τὴν λειψανοθήκη τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἔγινε ἀσήκωτη. Τότε κατάλαβαν ὅτι αὐτὸ ἦταν θέλημα τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος θὰ τοὺς ἐπροστάτευε. Ἀμέσως κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἄρχισαν νὰ προσεύχονται. Πράγματι! Μία καταρρακτώδης βροχὴ ἐμπόδισε τοὺς ἐπιδρομεῖς νὰ πολιορκήσουν τὴν πόλη καὶ νὰ εἰσβάλουν σὲ αὐτήν.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Ἀλκιβιάδης ὁ ἐν Λουγδούνῳ (+ 177)

Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος μ᾿ αὐτὸν τῆς 16ης Αὐγούστου.


------------------------------------------------------------------------------
 
Ὁ Ἅγιος Λέανδρος μάρτυρας ὁ Ἠπειρώτης

Ναι, έρχου, Κύριε Ιησού Χριστέ μου!


Στη γή και στις καρδιές. Στα 
Μοναστήρια και στις Εκκλησιές. 
Στο κρεβάτι του αρρώστου. Στο κελί του φυλακισμένου. Στη βραχονησίδα του λαθρομετανάστη. Στο δρόμο του ξένου. 
Στο τραπέζι του φτωχού. Στην καλύβα του Ιεραπόστολου.
Στο βιβλίο του σοφού.
Στο γραφείο του πολιτικού.
Στο σπίτι του ανέργου. Στο εργοστάσιο του βιομηχάνου.
Στη σκοπιά του στρατιώτη.
Στο καταστήματα του εμπόρου.
Στην πέννα του δημοσιογράφου και στη σκέψη του καλιτέχνη. Στα όνειρα του παιδιού. Στο πάθος του αμαρτωλού. Στη θέληση αυτού που πρόκειται να αμαρτήσει.
Και αυτού που ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει.
Στην άγαμη μητέρα και στη χωρίς λόγο φόνισσα των σπλάχνων της.
Στην ηρωίδα πολύτεκνη μάνα.
Στην εργαζομένη μέσα σε κινδύνους. Στην παραστρατημένη.
Αλλα και σ'εκείνη που γονατιστή σε παρακαλεί τις αξημέρωτες νύχτες του χειμώνα. Έρχου ταχύ Κύριε.

Ναι, έρχου, Κύριε Ιησού!

Στα λουλούδια και στα πουλιά.
Σ'ολόκληρο το σύμπαν.
Έλα να κάμης πάλι τον κόσμο κόσμημα.
Έλα να φέρεις τη χαρά και την ειρήνη.
Την αγάπη, το φως, την ομορφιά, την άνω Ιερουσαλήμ.
Σε παρακαλούμε, <<πάλιν και πολλάκις>>, με όλα τα δάκρυα, όλης μας της ζωής.
Ναι, έρχου, Κύριε Ιησού!
Στη χαροκαμένη μάνα που θρηνεί το παιδί της.
Και σε εκείνη που δν έχει κανέναν να θρηνήσει.
Και στη διπλανή που έγινε μοιρολόι η ζωή της, από τον καθημερινό θάνατο της ένεσης.
Σε εκείνην που πρόδωσε την αγάπη.
Και σε εκείνη που μένει πιστή και περιμένει την επιστροφή του αγαπημένου της.
Ναι, έρχου, Κύριε Ιησού Χριστέ μου!


πηγή

ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ!!!ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥΡΚΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ!!!Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ!!!ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΑΝΑΣΗΚΩΝΕΤΑΙ!!!!



Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς αρχίζει να ανασηκώνεται …Η »Πόλις ποτέ δεν Εάλω »

 
 
 



“Ο Τούρκος Στρατηγός είπε  στο φίλο του Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς  είναι εδώ στα υπόγεια και αρχίζει να ανασηκώνεται
…Εσείς οι Έλληνες , δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά; …
(Γιατί σήμερα οι Τούρκοι ψάχνουν στα υπόγεια της Αγίας Σοφίας για το Άγιο Δισκοπότηρο  
 !” Τι  Είπε ο Τούρκος στρατηγός, στον Έλληνα ομόλογό του;
Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε ; Πως τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης ;
Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο. Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ: Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου..>>
…”ΔΕΝ ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ, ουτε και πρόκειται να αλωθεί.
Καθώς γράφουμε, ξεπηδά από τα βάθη της μνήμης μας μια ιστορία, που αν δεν είναι αληθινή, τουλάχιστον θα μπορούσα να αποθανατίσει σαν θρύλος.
Μας την αφηγήθηκε, πριν μερικά χρόνια, προσωπικότητα αξιόλογη (τηρούμε την ανωνυμία της) και πάντως ούτε ευφάνταστη, ούτε παραμυθολογα.
Πριν μερικά χρόνια λοιπόν, λιγότερα από μια δεκαετία, υπηρετούσαν, απ΄τη μια κι΄από την άλλη πλευρά του Έβρου, στα σύνορα, που διαιρούν την Θράκη μας στα δυο, αντίστοιχα, Έλλην και Τούρκος στρατηγός.
Οι δυο άνδρες είχαν συνδεθεί με στενή μεταξύ τους φιλία. Πολύς περισσότερο που ο Τούρκος στρατηγός, είχε σύζυγο Ελληνίδα.
Οταν έφθασε ο καιρός να μετατεθούν για αλλη υπηρεσία, προσκάλεσε ο Τούρκος τον Έλληνα συνάδελφο του.
“Τόσον καιρό”, του ειπε, “περάσαμε ανέφελα μαζί. Οι διαφορές που έχουν οι δυο χώρες μας, μεταξύ τους, δεν επηρέασαν τη φιλία μας. Αλλά κι΄εμείς οι Τούρκοι θεωρούμε τη φιλία ιερή. Θα ήθελα αύριο το βράδυ να σου το αποδείξω.”
Την επόμενη, στις 10 ακριβώς, ο Έλλην επιβιβαζοταν στο ιδιωτικο αυτοκινητο του Τουρκου. Νυχτα αφέγγαρη ήταν.
Ερημικοί οι δρόμοι. Ανοιχτή κι η λεωφόρος ταχείας κυκλοφορίας προς την Πόλη.
Κοντα μεσανυχτα πρεπει να πλησιασαν στις παρυφες της. Υπνος βαθυς ειχε καθηλωσει στα κρεβατια τους κάτοικους της. Ησυχία στους δρόμους.
Γρήγορος, ο οδηγός Τούρκος, μπήκε βγήκε από στενά, από περιπλεγμένα σαν κουβάρι καλντερίμια.
Νύχτα αφέγγαρη. Έσβησε τη μηχανή, σταμάτησε μπροστά σε καγκελόπορτα με γραφές στα Ελληνικά.
Ο γοργός ρυθμός, η αγωνία, η περιέργεια, δεν άφηναν στον Ελληνα περιθώρια να ψάξει, ούτε καν να προβληματισθεί.
Ακολουθούσε τον Τούρκο πειθήνια, σαν αυτόματο, χωρίς φόβο, με περίσσια εμπιστοσύνη. Ούτε καν που του πέρασε απ’ το μυαλό, πως μπορούσαν να΄ναι και κακές οι προθέσεις του.
Στάθηκαν μπροστά σε διπλομανταλωμενη σιδερένια στενή θύρα. Έβγαλε κλειδί απ’ την τσέπη του ο Τούρκος. Ξεκλείδωσε. Άνοιξε. Υπόγειο ήταν. Μούχλα ανέδιναν οι τοίχοι. Μούχλα και κλεισούρα. Λησμονιά, καταχωνιασμένη στα έγκατα της γης. Περπάτησαν κι οι δυο, σε διάδρομους, χωρίς να σκοντάφτουν. Τους βάραινε η σιωπή, η αναμονή. Που πήγαιναν, έτσι στα τυφλά ; Που κατευθύνονταν ; Ανάστροφα στον χρόνο. Σε ποιον χρόνο ;Τον ανθρώπινο ή τον Θεϊκό;
Ο Τουρκος ηξερε. Άλλα δεν ήξερε ακόμη ο Ελληνας. Δεν μπορούσε να δικαιολογήσει την περιπλάνηση.
Μα ουτε και προφταινε να προβληματιστει. Ακολουθουσε. Με την βεβαιοτητα, πως η στιγμή ηταν μοναδική. Πως δεν θα’ χε την ευκαιρια, ποτε ξανα, να την ξαναζήσει. Ακολουθουσε. Ονειρευοταν αραγε ; Υπνοβατουσε;
Φτερωμενη η φαντασια του, αναπλαθε μονοπατια, που μόνο σε ελαφρύ υπνο βαδίζει κανείς.
Ενα ηταν σιγουρο: δεν θα ξαναβρισκε ποτε τον δρομο. Δεν θα τον ξανάβρισκε χωρις οδηγο.
Είχαν φθάσει στο τέρμα.
Θυρα και παλι αρματωμένη μπροστά τους. Βαρια σιωπη. Η σιγη της ύστατης ώρας.
Που ήρθε να διακόψει μόνο το τρίξιμο της κλειδαριάς. Το γκρινιασμα του σκουριασμένου σίδερου. Μισάνοιξε η βαριά θύρα.
Ισχνο φως στο εσωτερικο. Υπερκοσμιο. Μυστηριακο. Υπογειο ; Μπουντρούμι ; Κενοταφιο;
Και τοτε, τοτε μονον μιλησε ο Τουρκος : “Εσεις οι Ελληνες, δεν πιστευετε στον θρυλο του Μαρμαρωμενου Βασιλια ; Δεν λετε και ξαναλετε μεταξυ σας, πως βολι εχθρου δεν τον αγγιξε ; Πως τον καταπιε το μανιασμενο πληθος των πορθητω της Πολης ; Αλλα πως τον τραβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κανει Αθάνατο ; Δεν είστε βέβαιοι πως
ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ; Δεν ειναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου.”
Στο πάτωμα, μισοσηκωμένα στον ένα αγκώνα ο Ελληνας ειδε, ειδε με τα μάτια του, τον ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΑΝΑΣΗΚΩΜΕΝΟ.
Ρίγος μεταφυσικό τον διαπέρασε. Θόλωσαν απ’ τα δάκρυα τα μάτια του. Θαμπώθηκε η όραση του.Έκανε το σταυρό του. Μπροστά του, εκει, σε απόσταση ανάσας, το ΘΑΥΜΑ.
Κι ηταν αυτος, ο τυχερος, που ειχε αξιωθει να το ζησει με τις αισθησεις του. Σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Πηχτή η σιωπή, σχεδόν, κοβόταν με το μαχαίρι.
Μίλησε και πάλι ο Τούρκος :
“Πριν μερικά χρονιά κειτόταν στο έδαφος ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. Τον τελευταίο καιρό άρχισε σιγά-σιγα ν’ ανασηκώνεται. Πάμε.”
Ξανακλεισαν τη θύρα. Την ξανακλειδωσαν. Αντίστροφα βγήκαν μέχρι την αυλή απ’ τα υπόγεια.
Ξαναπερασαν την καγκελλενια πορτα.
Δεν αφησαν πισω ιχνη απ’ τις πατημασιες τους. Κανεις δεν τους ειχε δει. Μπηκαν στο αυτοκίνητο, πήραν το δρομο του γυρισμού.
Σιωπηλοί. Χωρις να ανταλλάξουν κουβέντα.
Δεν ειχε ακομη ξημερωσει οταν εφτασαν στον Εβρο. Προτου αποχωρισθούν, φιλήθηκαν σταυρωτα. Το ποτάμι κυλούσε ορμητικά προς το Αιγαιο.
“Γυριζει πισω το ποταμι”, μονολογησε ο Ελληνας  στρατηγός. “Γυρίζει όταν το θελήσει ο Θεός”.
Υπηρέτησε αργότερα στο Κέντρο.
Προτού αποστρατευθεί θεώρησε υποχρέωση του ν’ αποκαλυψει το μεγαλο μυστικο στην προσωπικοτητα που μας το εμπιστευθηκε, κατονομαζοντας και τον στρατηγο, κατω απο το βλεμμα του Θεου και της Παναγιάς. Κάναμε και μεις τον σταυρο μας μουρμουριζοντας “Η ΠΟΛΙΣ ΔΕΝ ΕΑΛΩ”.
ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΗ
* Η Λαικη παραδοση λεει για τον Κωνσταντινο Παλαιολογο, στην πραγματικοτητα κανεις Αγιος και κανεις προφητης δεν μιλαει για Κωνσταντινο,ολοι οι προφητες μιλουν για Ιωαννη.
* Ο Ελληνας στρατηγος πεθανε τον Φεβρουαριο του 2001 πληρης ημερων. Εμεις μετα απο επισταμενη ερευνα, αναζητησαμε και βρηκαμε την αδελφη του στρατηγου και μας επιβεβαιωσε οτι η μοναδικη ευκαιρια που ειχε ο αδελφος της ηταν πραγματικοτητα, ειδε με τα ματια του τον Αυτοκρατορα Ιωαννη, γιατι ετσι εγραφε η επιγραφη πανω απο το κεφαλι.
Αναγράφεται στο τέλος ( σελ.21 ) από την Ελένη Κυπραίου, δημοσιογράφο -συγγραφέα : 

Έρευνες για το χαμένο δισκοπότηρο ξεκίνησαν οι Τούρκοι!
Το κρυφό δωμάτιο από το οποίο σύμφωνα με το θρύλο διέφυγε ο ιερέας μετά λειτουργία της 29ης Μαΐου 1453, κατά την Άλωση της Πόλης και το οποίο  βρίσκεται στις ανεξερεύνητες στοές στα έγκατα της Αγίας Σοφίας, ψάχνουν Τούρκοι αρχαιολόγοι.

Οι έρευνες συνεχίζονται αδιάκοπα από το 2009 όταν για πρώτη φορά μετά από αιώνες πάτησε πόδι ανθρώπου στις μυστικές υπόγειες στοές της Αγιάς Σοφιάς, αλλά μόλις πρόσφατα έγινε γνωστό ότι αναζητούν το δισκοπότηρο του θρύλου.
Τα μέχρι τώρα ευρήματα είναι εντυπωσιακά και έχουν τεράστια αρχαιολογική και ιστορική σημασία ωστόσο ο μεγάλος πόθος των Τούρκων ερευνητών είναι η ανακάλυψη ενός μυστικού δωματίου στο οποίο θρυλείται ότι βρίσκεται φυλαγμένο το δισκοπότηρο της μεγάλης εκκλησίας της Ορθοδοξίας.
Ο Κουτσί Ακιλί, μέλος της ομάδας των ερευνητών, πιστεύει πως σύντομα θα ανακαλύψουν πολύ σημαντικά, ιερά κειμήλια της χριστιανοσύνης καθώς και κυβερνητικά έγγραφα της εποχής του Βυζαντίου τα οποία καταγράφουν ακριβή στοιχεία για τον πληθυσμό και τις συνθήκες ζωής στην Αυτοκρατορία.
«Αυτό το δωμάτιο δεν μπορεί να είναι μακριά, είναι κάπου εκεί. Και όταν ανακαλυφθεί, πολύ πιθανόν μέσα σε αυτό να βρίσκονται πολλά σημαντικά, ιερά κειμήλια της χριστιανοσύνης», λέει ο Κουτσί Ακιλί και υπογραμμίζει ότι το κρυφό δωμάτιο μέσα στις διαδαλώδεις στοές κάτω από την μγάλη εκκλησία είναι το πιο σημαντικό απ’όλα. Δεν αποκλείει μάλιστα μέσα σε αυτό το μυστικό δωμάτιο της Αγίας Σοφίας να βρίσκονται ακόμη και επιστημονικές έρευνες που έγιναν τα βυζαντινά χρόνια καταγράφοντας στοιχεία για τον πληθυσμό και τις συνθήκες ζωής του, αλλά και στρατιωτικά μυστικά, όπως η σύνθεση του «υγρού πυρός» που είχε τόσες φορές σώσει την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας από βαρβάρους εισβολείς.
 veteranos.gr
 
πηγή  το είδαμε εδώ

Εορτή του Αγίου Νικηφόρου, του Ομολογητού και Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

Εορτή του Αγίου Νικηφόρου, του Ομολογητού και Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Γιορτάζουμε σήμερα 2 Ιουνίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Νικηφόρου, του Ομολογητού και Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Άγιος Νικηφόρος, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το758 μ.Χ. Οι γονείς του Θεόδωρος και Ευδοκία άνηκαν σε αρχοντική και επίσημη κοινωνική τάξη αλλά ήταν ευσεβείς και ενάρετοι άνθρωποι οι οποίοι γαλούχησαν τον γιο τους με τα νάματα των Θείων Γραφών.
Η προσήλωση μάλιστα του πατέρα του στην ορθή πίστη, έγινε αιτία να διωχθεί και να εξορισθεί από τον εικονομάχο και δυσεβή αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε', τον Κυπρώνυμο στη Νίκαια όπου και πέθανε.
Προικισμένος με ιδιαίτερες πνευματικές ικανότητες, απέκτησε μεγάλη θεολογική και θύραθεν εκπαίδευση. Γρήγορα όμως αποσύρθηκε σε ένα κτήμα του στον Βόσπορο, όπου αφοσιώθηκε στην άσκηση και τη μελέτη των Θείων Γραφών.
Όμως ο αυτοκράτορας τον υποχρέωσε να αναλάβει τη διεύθυνση του μεγάλου πτωχοκομείου της Κωνσταντινουπόλεως. Όταν εκοιμήθη ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιος, ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α', υπέδειξε ως άξιο διάδοχό του τον Νικηφόρο. και όντως την Κυριακή του Πάσχα του 806 ανήλθε στον Πατριαρχικό Θρόνο.
Θρόνος ο οποίος ισοδυναμούσε με Γολγοθά. Έδωσε σκληρούς αγώνες για την τιμή και την προσκύνηση των ιερών Εικόνων. Όταν όμως το 813 μ.Χ. ανέβηκε στο θρόνο της Βασιλεύουσας, ο ασεβής Λέων Ε', ο Αρμένιος, ξέσπασε μεγάλος και απηνής διωγμός κατά των εικονολατρών.
Η αγέρωχη στάση και εμμονή του Νικηφόρου στην προστασία της Ορθοδοξίας, προκάλεσε την οργή του αυτοκράτορα, ο οποίος τον απομάκρυνε από τον πατριαρχικό θρόνο. Υπέστη πολλές ταλαιπωρίες και τελικά,αρκετά ταλαιπωρημένος παρέδωσε στο δίκαιο μισθαποδότη Θεό το πνεύμα του στις 2 Ιουνίου 822 μ.Χ.
Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!
Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Νίκην ήνεγκε, τη Εκκλησία, η ση ένθεος, ομολογία, Νικηφόρε Ιεράρχα θεόληπτε. την γαρ Εικόνα του Λόγου σεβόμενος, υπερορία αδίκως ωμίλησας. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...