Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 21, 2014

Κυριακὴ Β΄ Ματθαίου:Δεν χρειάζεται να έχεις πτυχία για να γίνεις απόστολος! π. Στυλιανός Μακρής

Σήμερα κούσαμε γι τν κλήση τν τεσσάρων πρώτων μαθητν τοΧριστοπλο ψαράδες,  νδρέας κα  δελφός του  Πέτρος,  άκωβος κα δελφός του ωάννης, δν φαντάζονταν ως τότε πόσο θ λλαζε  ζωή τους μετ π κενο τ ελογημένο κάλεσμα το πρωτόγνωρου διδασκάλου. ραγε τίταν ατ πο τος ντυπωσίασε τόσο, στε ν φήσουν τν ργασία κα τος δικούς τους νθρώπους κα ν κολουθήσουν τν Χριστό; ραγε ταν τόσοφελες, στε ν μν σκεφθον τν βεβαιότητα πο συνιστοσε  κλήση τους; Μήπως ντυπωσιάστηκαν π τν πραότητα το καλοντος  μήπως προϋπολόγισαν τ φέλη το γχειρήματος; Τί κατάλαβαν, ταν τοςποσχέθηκε  Κύριος τι θ γίνονταν λιες νθρώπων;

φείλω ν σημειώσω, δελφοί μου, γι ν κατανοήσετε καλύτερα τκίνητρα τν πρώτων μαθητν τι  νδρέας κα  ωάννης πρξαν νωρίτερα μαθητς το Τιμίου Προδρόμου· εχαν δηλαδ τ πνευματικ πόβαθρο, λλ κατς σχετικς πληροφορίες π τν Βαπτιστή, στε ν κολουθήσουν Ατν πο διος βάπτισε στν ορδάνη. Γι’ ατ κα νταποκρίθηκαν μέσως στ κάλεσμα το Χριστο, παρ τ γεγονς τι δν Τν γνώριζαν προσωπικς κα τόσο καλά. μπιστοσύνη πρς τ σκητικ πρόσωπο το Προφήτου κα Βαπτιστο ταν ατ πο καθόρισε τν στάση τους πέναντι στν κλήση. ποδέχθηκαν μχαρ ν γίνουν μαθητς νς λλου διδασκάλου, γιατ ποτελοσε χέγγυο διαβεβαίωση το Προδρόμου γι τν μεσσιανικ χαρακτήρα το προσώπου τοησο.
Παρ τ γεγονς τι εχαν π τν κατοχή τους πλοιάρια κα ς συνέταιροι πιθανν ν βρίσκονταν σ καλ οκονομικ κατάσταση, τ δύο ζεύγη δελφνγκαταλείπουν τος γονες τους, παραιτούμενοι οκειοθελς κα μοθυμαδνπ τν ργασία τους. Τό τί θ τρνε, τ πο θ κοιμονται, τ πς θ ζον, δν τος πασχολε. Γενναία  πόφασή τους, γι’ ατ κα γίνονται πλν τοπρωτοκλήτου ο πιό στενοί μαθητές, συνεργάτες κα φίλοι, το Χριστο,ξιούμενοι ν Τν δον θαυματουργοντα, μεταμορφούμενο στ Θαβώρ, προσευχόμενο στ Γεθσημανή.
Ποιό εναι στόσο τ βαθ νοημα το σημερινο εαγγελικοναγνώσματος; μήπως τ τι νταποκρίθηκαν μέσως στ κάλεσμα τοΧριστο; Κα ατ εναι, λλ κυρίως τι ταν γράμματοι ψαράδες, νθρωποι δίχως γνσεις θεολογικές, δίχως ητορικ δυνατότητα, νθρωποι τς καθημερινότητος, πλο κα ταπεινοί, νθρωποι το μεροκάματου, ξάπαντοςμως θικο κα πιστο στν Θεό, πονήρευτοι, καθαρο τ καρδί, μ πλούσιο συναίσθημα κα καρδιά, μ θεοσέβεια κα θεο φόβο, πως εναι σίγουρα κακάποιοι π μς.
σως, δελφοί μου, ρισμένοι ν θεωρον τι τ ργο το εαγγελισμο σωνγνοον τν Θε νήκει στος ερες ποκλειστικά. Εναι λανθασμένη μι τέτοιαντύπωση. Λαϊκο κα κληρικο λειτουργομε ς νιαο σμα μέσα στνκκλησία κι χι ς ξεχωριστς παρατάξεις. Φέρουμε δη π τν βάπτισή μας τ τρία ξιώματα το Κυρίου μας, τ βασιλικό, προφητικ κα ερατικό, γι’ ατκα  κλήση μας στν χριστιανικ διότητα μς θέτει πρ τν δίων εθυνν γι τν αξηση κα προκοπ το κκλησιαστικο σώματος, λλ κα τν γνωριμία τν πάντων μ τν λήθεια. Σαφς πάρχουν τ εδικλειτουργήματα μέσα στν κκλησία, στόσο μπορομε λοι ν γίνουμε λιεςνθρώπων, μεταφέροντας τν μπειρία το ζντος Θεο σ κείνους πο Τνγνοον, σύμφωνα μ τν Κυριακ προτροπ «οτω λαμψάτω τ φς μνμπροσθεν τν νθρώπων, πως δωσιν μν  τ καλ ργα κα δοξάσωσιν τν Πατέρα μν, τν ν τος ορανος».
Δν χρειάζεται, δελφέ, ν εσαι θεολόγος, γι ν διδάξς «σα ντέλεταιμν»  Θεός, διότι κα  νεαρς τότε ωάννης γράμματος ταν κι γινε πρτος θεολόγος. Δν χρειάζεται ν χς πεπαιδευμένο νο, γι ν μεταδώσς τν αώνια λήθεια, διότι κα  παίδευτος Πέτρος μ τν καρδιά του γάπησε κα μεταλαμπάδευσε ατν τν λήθεια στ πέρατα τς οκουμένης. Καλεσαι μλλον ν γίνς νας μικρς πόστολος στν οκογένειά σου, στν ργασία σου, στ σχολεο σου, στν κοινωνικό σου, συγγενικ κα φιλικό, περίγυρο, κα νλιεύσς νθρώπους στ σωτήρια δίκτυα το ησο Χριστοργο θαυμαστκα μεγαλειδες, τ ποο δν φέρουν ες πέρας τ πτυχία πο πιθανν νκατέχς, λλ  φλογερ κα πιστ καρδιά. Σίγουρα δν εναι λοι πόστολοι κα διδάσκαλοι  δν χουν λοι τ χάρισμα ν μιλον. μως  ζωή μας, ταν κηρύττει π μόνη της τν λήθεια, μπορε ν λιεύσ ψυχές. Συμβαίνει φυσικκα τ ντίστροφο. ταν  ζωή το χριστιανο εναι στατη κα σύμφωνη μσα λέγει  Κύριος, γίνεται γι τος διάφορους φορμ πομάκρυνσης κακατηγοριν κατ τς κκλησίας.
Γνωρίζουμε μως τί ποτελέσματα εχε  ψαρι τν ποστόλων. ς τος ζητήσουμε ν μς διδάξουν μυστικ τν τέχνη τους, «φέντες παντα» κακολουθοντες τν Λυτρωτ κα Σωτρα μας

ΚΥΡΙΑΚΗ Β´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ῾Οἱ δέ εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ

Στήν περίοδο τῆς κλήσης τῶν πρώτων μαθητῶν τοῦ Κυρίου μᾶς μεταφέρει τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς Β´ Ματθαίου. Ὁ Κύριος περιδιαβαίνοντας τά παράλια τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας καλεῖ τόν ᾽Ανδρέα καί τόν ἀδελφό του Σίμωνα Πέτρο, καί λίγο ἀργότερα τόν ᾽Ιάκωβο καί τόν ἀδελφό του ᾽Ιωάννη, πού ἦταν ὅλοι ψαράδες, νά Τόν ἀκολουθήσουν, ὥστε νά γίνουν ἁλιεῖς τῶν ἀνθρώπων. ῾Δεῦτε ὀπίσω μου, καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων᾽. Κι ἐκεῖνοι ῾εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν Αὐτῷ᾽.

 Ὁ ᾽Ανδρέας καί ὁ Σίμων Πέτρος, ὁ ᾽Ιάκωβος καί ὁ ᾽Ιωάννης,  ἀκολούθησαν τόν Χριστό ὄχι διότι ἐκεῖνοι Τόν διάλεξαν, μέσα στά πλαίσια ἴσως μίας μεταφυσικῆς ἀναζήτησής τους, ὥστε νά ἔχουν τήν καύχηση τῆς δικῆς τους πρωτοβουλίας, ἀλλά διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τούς διάλεξε καί τούς κάλεσε, ὅπως σέ ἄλλη περίπτωση τούς τό σημείωσε: ῾οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ᾽ ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς᾽. Κι αὐτό σημαίνει πολύ περισσότερο ὅτι κανείς ἀπό μόνος του δέν ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, κανείς ἀπό μόνος του δηλαδή δέν γίνεται χριστιανός, ἄν δέν δεχθεῖ τήν κλήση ἀπό τόν Θεό, συνεπῶς ἄν δέν μπεῖ στόν ῾ζυγό᾽ τῆς ὑπακοῆς σ᾽ ᾽Εκεῖνον. ῾Οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μή ὁ πατήρ μου ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν᾽. Κι ἐννοοῦμε κλήση, ἡ ὁποία θά μιλήσει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι θά κρούσει ἁπλῶς τά τύμπανα τῶν αὐτιῶν του. ῾Πολλοί γάρ οἱ κλητοί, ὀλίγοι δέ ἐκλεκτοί᾽. Μέ ἄλλα λόγια μιλᾶμε γιά μία κλήση, ἡ ὁποία συναντᾶ τόν ἄνθρωπο σέ κατάσταση ἑτοιμότητας πρός ἀνταπόκριση, σέ κατάσταση δηλαδή ὡριμότητας γιά σχέση μέ τόν Θεό.

Πολύ συχνά, ἰδίως στό εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη, ἡ κατάσταση αὐτή χαρακτηρίζεται ὡς ῾ὥρα᾽, πού προσδιορίζεται ἐπακριβῶς: εἶναι ἡ ὥρα τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Κύριος κατέληγε σχεδόν πάντα τόν ὅποιο λόγο Του πρός τούς ἀνθρώπους μέ τήν ἐπισήμανση: ῾ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω᾽. ῏Ωτα βεβαίως πνευματικά καί ὄχι σωματικά. Εἶναι εὐνόητο λοιπόν ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ ᾽Ανδρέας καί ὁ Σίμων Πέτρος, ἦταν ἕτοιμοι νά κληθοῦν, διότι εἶχαν ἑτοιμαστεῖ γι᾽ αὐτό καί ἀπό τή δική τους τή διάθεση ἀναζήτησης καί ἀπό τόν μέχρι τότε δάσκαλό τους μέγα ᾽Ιωάννη Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος εἶχε ὡς ἔργο τήν κλήση πρός μετάνοια τῶν ἀνθρώπων καί τήν ἀναγγελία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία.

Ποιό τό χαρακηριστικό τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ; Πῶς διακρίνει κανείς τή γνησιότητα τῆς κλήσης Του ; Ὁ Κύριος ἀπαντᾶ: ῾ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων᾽. Ἡ ἀκολουθία τοῦ Χριστοῦ δηλαδή ὁδηγεῖ ἀμέσως στό ἄνοιγμα πρός τόν συνάνθρωπο καί σέ ἱεραποστολική δράση. Δέν μπορεῖ εἰδικά ἕνας ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ νά εἶναι καί νά παραμένει ἀπόστολος, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἀπέκτησε ἕνα ἀξίωμα πρός προσωπική ἀπόλαυσή του. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει μία κοσμικοῦ τύπου κατανόηση τοῦ ἀξιώματος, πού ὁ Κύριος τό ἔλεγξε μέ ἰδιαίτερη βδελυγμία. ῾Οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν. Οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν᾽. Ὁ Κύριος καλεῖ τόν ἄνθρωπο νά Τόν ἀκολουθήσει, γιά νά ἀγκαλιάσει καί νά διακονήσει τόν συνάνθρωπό του μέ σκοπό τή σωτηρία του, πού σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος γίνεται συνεργός τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό συμβαίνει ὄχι μόνο στούς ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά σέ ὅλους τούς πιστούς Του, ἀνεξάρτητα ἀπό τό διακόνημα πού μπορεῖ νά ἔχουν ἀναλάβει: εἶναι μαθητές, ἀκολουθοῦν τόν Χριστό, στό βαθμό πού ἀγαποῦν μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους τόν ὅποιο συνάνθρωπό τους, ἀκόμη καί τόν ἐχθρό τους. Διότι ῾ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν και μισῶν τόν πλησίον ψεύστής ἐστι᾽.

Κατανοεῖ κανείς ὅτι μία τέτοια κατάσταση ἔχει τόν χαρακτήρα τῆς θυσίας. Διότι συνήθως οἱ ἄνθρωποι, μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ χριστιανοῦ - συνέχεια τῆς ἀγάπης του πρός τόν Θεό - πού ἐκφράζεται πρωτίστως μέ τή συμπεριφορά του καί δευτερευόντως μέ τά λόγια του, ἀντιδροῦν καί ἐναντιώνονται, συχνά δέ τούς ὁδηγοῦν καί στό μαρτύριο. Ὁ Κύριος δέν ὑποσχέθηκε στούς ἀκολούθους Του δάφνες καί ροδοπέταλα. Τούς εἶπε ὅτι θά ὑποστοῦν βάσανα καί διωγμούς, ἀλλά μέ τόν τρόπο αὐτό θά παραμένουν ἑνωμένοι μέ ᾽Εκεῖνον καί θά βοηθοῦν οὐσιαστικά τούς ἀνθρώπους - ὅ,τι συνέβη δηλαδή καί στόν ῎Ιδιο: ῾ἰδού γάρ ἦλθε γιά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ᾽. ῾᾽Ιδού ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων᾽. ῾᾽Εν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἕξετε᾽. Καί κυρίως: ῾Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι᾽. Γι᾽ αὐτό καί ἡ χριστιανική πίστη δέν εἶναι πρός λαϊκή κατανάλωση καί δέν μπορεῖ ποτέ νά γίνει τοῦ ῾συρμοῦ᾽. ᾽Απαιτεῖ γενναιότητα καί πραγματική ἀγάπη πρός τόν Χριστό, κάτι πού ἐξηγεῖ καί τή συρρίκνωσή της σέ στατιστικά στοιχεῖα παγκοσμίως.

Ποιές οἱ προϋποθέσεις αὐτῆς τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ; Στήν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν παίρνουμε ἐπίσης τήν ἀπάντηση:
(α) ῾ἀφέντες τά δίκτυα᾽. Μπορεῖ καί ἀκολουθεῖ κανείς τόν Χριστό, ὅταν προβεῖ σέ ἀποταγή ὁποιουδήποτε στοιχείου τόν δένει μέ τόν κόσμο, ἔστω κι ἄν αὐτό θεωρεῖται, κοσμικά, καλό. Τό ζητούμενο δηλαδή πάντοτε γιά τόν Χριστιανό δέν εἶναι ἄλλο ἀπό αὐτό πού συνιστᾶ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. ῎Αν τό θέλημα ᾽Εκείνου περνᾶ μέσα ἀπό τό ῾ἄφημα᾽ ἀκόμα καί τῆς δουλειᾶς του, τῶν πάντων καλύτερα - ῾ἰδού ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καί ἠκολουθήσαμέν σοι᾽ θά ποῦν ἀλλοῦ οἱ ἀπόστολοι στόν Χριστό – τότε αὐτή εἶναι ἡ προτεραιότητα τοῦ πιστοῦ. Μέ ἄλλα λόγια, ἄν κάτι μέ ῾δένει᾽ παθολογικά μέ τόν κόσμο, ὅσο κι ἄν θεωρεῖται κοντινό καί ἀπαραίτητο σέ μένα, πρέπει νά εἶμαι ἕτοιμος νά τό ἀφήσω. Κι αὐτή ἡ ἀποταγή πού γίνεται πρός χάρη τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ καί τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Αρκεῖ βεβαίως νά ἔχω τή διάκριση νά καταλαβαίνω κάθε φορά ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
(β) ῾εὐθέως᾽, δηλαδή χωρίς ἀναβολή, ἀμέσως. Ὅταν μέ καλεῖ ὁ Θεός, ὅταν γνωρίζω τό ἅγιο θέλημά Του, ἀλλά ἀναβάλλω τήν ἀνταπόκρισή μου καί τήν ἐφαρμογή αὐτοῦ τοῦ θελήματος στή ζωή μου, ἀπό κεῖ καί πέρα ἀρχίζει ἡ εὐθύνη τῆς ἐναντίωσής μου στόν Θεό. Γίνομαι, κατά κάποιο τρόπο, θεομάχος, συνεπῶς θέτω ἐμπόδιο στήν αἴσθηση τῆς χάρης Του στήν ὕπαρξή μου. Καί συνήθως συμβαίνει τό ἑξῆς: διαρκῶς καί μεταθέτω τήν ἀπόφαση ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ γιά...ἀργότερα, ἄρα δέν Τόν ἀκολουθῶ ποτέ. ῞Ενα παλιό γνωμικό ἐπισημαίνει: ῾Ἡ ἀναβολή ὁδηγεῖ στή χώρα τοῦ ποτέ᾽. Ἡ κατάσταση αὐτή συνιστᾶ ἕνα ἐκ δεξιῶν λεγόμενο ὅπλο τοῦ διαβόλου. Δέν πολεμᾶ ὁ πονηρός κατευθεῖαν τόν πιστό, μέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μέ ἀποδοχή τοῦ θελήματός Του, ἀλλά γιά ἀργότερα. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή, ἡ χριστιανική ζωή ἔχει τό στοιχεῖο τῆς ἀποφασιστικότητας. ῎Ανθρωπος πού ἔχει πειστεῖ γιά τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί γιά τή σωτηρία πού προσφέρει ὡς ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό, δέν μπορεῖ νά ἀναβάλλει. ᾽Εκτός ἀπό τούς ἀποστόλους πού ἀνταποκρίθηκαν ἄμεσα, βλέπουμε τήν ἀμεσότητα ἀνταπόκρισης σέ ὅλους τούς ἁγίους, οἱ ὁποῖοι καί γι᾽ αὐτό ἅγιασαν. ᾽Εν προκειμένῳ ἄς θυμηθοῦμε καί τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος, μετά τή θαυμαστή συνάντησή του μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, τήν ὥρα πού δίωκε τούς χριστιανούς στόν δρόμο τῆς Δαμασκοῦ, ἀμέσως ἀλλάζει ζωή, καί τήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία, ἡ ὁποία μόλις καί αὐτή συνειδητοποιεῖ τήν κατάντια τῆς ζωῆς της καί ποῦ βρίσκεται ἡ ἀλήθεια, ἀμέσως φεύγει γιά τήν ἔρημο, χωρίς ποτέ νά ἐπιστρέψει στόν κόσμο.

Κυριακή Β’ Ματθαίου – Κλήση και ανταπόκριση

ΆΦΗΣΑΝ ΤΑ ΠΆΝΤΑ

Ο Κύριος περπατά στην ακρογιαλιά της Γαλιλαίας. Εκεί βλέπει δυο αδελφούς, τον Σίμωνα, τον οποίο κατόπιν ονόμασε Πέτρο, και τον Ανδρέα τον αδελφό του, οι οποίοι έριχναν δίχτυα στη λίμνη, διότι ήταν ψαράδες. Και τους λέει: Ακολουθήστε µε και θα σας κάνω ικανούς να ψαρεύετε αντί για ψάρια, ανθρώπους — αυτούς με τα πνευματικά δίχτυα του κηρύγματος θα ελκύετε στη Βασιλεία των ουρανών. Κι αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυα τους και Τον ακολούθησαν. Αφού προχώρησε πιο κει, είδε άλλους δυο αδελφούς, τον Ιάκωβο τον γυιό του Ζεβεδαίου και τον Ιωάννη τον αδελφό του, να ετοιμάζουν τα δίχτυα τους μέσα στο πλοίο μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο. Και τους κάλεσε κοντά του. Κι αυτοί αμέσως άφησαν το πλοίο και τον πατέρα τους και Τον ακολούθησαν.
Κι οι τέσσερις ψαράδες άφησαν αμέσως τα πάντα. Πόση προθυμία και αυταπάρνηση έδειξαν στην κλήση του Χριστού! Πόση πίστη και υπακοή! Δεν ανέβαλαν την απόφασή τους για άλλη φορά. Δεν ζήτησαν προθεσμία για να δώσουν κάποια απάντηση. Δεν σκέφθηκαν να πάνε πρώτα στα σπίτια τους και να συζητήσουν με τους δικούς τους. Άφησαν και τους γονείς τους και ό,τι άλλο είχαν. Τα πλοία και τα δίχτυα τους ήταν όλη τους η περιουσία. Και την αφήνουν. Μένουν χωρίς τίποτε. Αυτοί και ο Χριστός! Και Τον ακολουθούν. Και γίνονται μόνιμοι μαθητές του. Αποφασισμένοι να ακολουθήσουν τον Κύριο όπου τους καλέσει.
Εμείς άραγε δείχνουμε τέτοια αυταπάρνηση και προθυμία στο θέλημα του Θεού; Βέβαια ο Κύριος δεν κάνει σε όλους εμάς τέτοια μεγάλη ειδική κλήση, δεν ζητά από όλους εμάς να εγκαταλείψουμε τα πάντα και να Τον ακολουθήσουμε. Αλλά ζητά να εγκαταλείψουμε τα πάθη µας, το αμαρτωλό θέλημά µας. Και κάνει στον καθένα µας πολλές κλήσεις για μετάνοια, για αγιασμό, για τη σωτηρία µας. Μας καλεί με τη φωνή των Πνευματικών µας, της Αγίας Γραφής, των πνευματικών ανθρώπων, αλλά και με τη φωνή γεγονότων. Μας ζητά να κόψουμε κάποιο ελάττωμά µας, να καλλιεργήσουμε κάποια αρετή, να κάνουμε έργα αγάπης, να προσφέρουμε τα χαρίσματά µας στο έργο της Εκκλησίας του. Για παράδειγμα πηγαίνουμε στον Πνευματικό µας και µας δίνει οδηγίες πνευματικής ζωής. Τις αποδεχόμαστε χωρίς αντίρρηση και αντίδραση; Έχουμε την προθυμία να υπακούσουμε αμέσως και να αγωνισθούμε να διορθώσουμε την πορεία µας; Είναι φοβερό να µας καλεί ο ίδιος ο Θεός στο θέλημά του και εμείς να αρνούμαστε και να χάνουμε ευκαιρίες μετανοίας και αγιασμού. Ευκαιρίες που ίσως δεν θα µας δοθούν ποτέ άλλοτε. Ας μάθουμε λοιπόν να ανταποκρινόμαστε αμέσως στα κελεύσματα της φωνής του Κυρίου. Ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο.

Η ΒΑΣΙΛΕΊΑ ΤΟΥ ΘΕΟΎ

Στη συνέχεια ο άγιος ευαγγελιστής Ματθαίος παρουσιάζει τη δημόσια δράση του Κυρίου στη Γαλιλαία. Λέει ότι ο Ιησούς περιόδευε τη Γαλιλαία διδάσκοντας στις Συναγωγές, όπου κάθε Σάββατο μαζεύονταν οι Ιουδαίοι για να ακούσουν την ανάγνωση της Αγίας Γραφής και να προσευχηθούν. Θεράπευε τα πλήθη του λαού από κάθε είδους ασθένεια. Και κήρυττε το χαρμόσυνο άγγελμα της Βασιλείας του Θεού.
Ποια όμως είναι αυτή η Βασιλεία στην οποία καλούσε η Κύριος; Οι Ιουδαίοι ασφαλώς περίμεναν µία εγκόσμια ιουδαιοκεντρική βασιλεία εντελώς διαφορετική από αυτήν που κήρυττε ο Κύριος. Διότι ο Κύριος έγινε άνθρωπος για να εγκαθιδρύσει μιαν άλλη πνευματική, παγκόσμια Βασιλεία όχι σε κράτη και σε παλάτια, αλλά στις ψυχές των ανθρώπων. Η Βασιλεία του δεν είναι «ἐκ τοῦ κόσµου τούτου». Κι Αυτός δεν είναι Βασιλεύς κρατών αλλά καρδιών, που θα κατακτήσει τους ανθρώπους όχι με πολέμους αλλά με την αγάπη. Ο Κύριος λοιπόν καλεί σε μια Βασιλεία ασυγκρίτως ανώτερη απ’ αυτήν που περίμεναν οι Ιουδαίοι, μια Βασιλεία ατελεύτητη. Μια Βασιλεία που ξεκινάει από τη γη με την Εκκλησία του και θα συνεχιστεί στον ουρανό. Μια Βασιλεία στην οποία δεν θα κυριαρχεί το µίσος αλλά η αγάπη, δεν θα κυριαρχεί το σκοτάδι της απιστίας αλλά το φως της πίστεως. Μια Βασιλεία στην οποία κάθε πολίτης της θα απολαμβάνει από αυτή τη ζωή τη θεία Χάρη και πληρότητα και θα γεύεται τα υπερκόσμια αγαθά της.
Εμείς άραγε κατανοούμε τον πνευματικό αυτόν χαρακτήρα της Βασιλείας του Θεού; Ζούμε την εμπειρία της Βασιλείας αυτής; Βέβαια ανήκουμε στη Βασιλεία του Θεού, στην Εκκλησία του. Είμαστε βαπτισμένοι. Έχουμε μυρωθεί με το βασιλικό Χρίσμα. Εσωτερικά όμως; Η Βασιλεία του Θεού είναι «ἐντός ἡµῶν»; Τη ζούμε ως εμπειρία; Την προσδοκούμε ως το μεγαλύτερο όραμα της ζωής µας; Αν πραγματικά θέλουμε να ζούμε μέσα µας τη βασιλεία του Θεού, αν αναγνωρίζουμε τον Κύριό µας ως παντοτινό βασιλέα µας, θα πρέπει να Τον κάνουμε και κυβερνήτη της ζωής µας. Αυτός να κυβερνά τις αισθήσεις µας, τις σκέψεις µας, τα συναισθήματά µας, ολόκληρη τη ζωή µας. Να µη σέρνουμε τα πόδια µας στο χώμα κυριευμένοι από πάθη και αμαρτωλές επιθυμίες. Αλλά να ανεβαίνουμε διαρκώς ψηλότερα, προς τους ουρανούς, προς την άνω Ιερουσαλήμµ, προς τη Βασιλεία του Θεού.
Ο Σωτήρ, 1981

Κυριακή Β Ματθαίου π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

     Όταν ο Χριστός ξεκίνησε το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου με το κήρυγμα του Ευαγγελίου κάλεσε τους πρώτους μαθητές να Τον ακολουθήσουν. Τον Πέτρο και τον Ανδρέα τους βρήκε   να ψαρεύουν στη λίμνη της Γεννησαρέτ. Τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τους βρήκε να τακτοποιούν τα δίχτυα τους (Ματθ. 4, 18-21). Όλοι ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Κυρίου και αφού άφησαν την εργασία τους, Τον ακολούθησαν στο απολυτρωτικό Του έργο.
                Τρία στοιχεία προκαλούν το ενδιαφέρον στην πρόσκληση που απηύθυνε ο Χριστός.
                Το πρώτο έχει να κάνει με την συνεργασία των προσώπων, που είναι απαραίτητη για να διακηρυχθεί το Ευαγγέλιο. Ο Θεάνθρωπος Κύριος, ενώ είχε την παντοδυναμία μόνος Του να σώσει τον κόσμο, αλλά και να διαδώσει με τον δικό του τρόπο το Ευαγγέλιο απανταχού της γης, ζητά τη συνεργασία του ανθρώπου. Δείχνει έτσι όχι μόνο ότι και ο πιο υψηλός σκοπός δεν εκπληρώνεται μόνο από έναν, ακόμη κι αν είναι ο Ένας. Ο Χριστός μας δείχνει το παράδειγμα της συνάντησης, της αλληλοβοήθειας, της συσστράτευσης στην οδό του Ευαγγελίου και την ίδια στιγμή του ήθους της Εκκλησίας. Ότι στην Εκκλησία ο ένας, ανεξάρτητα από το πόσο χαρισματικός είναι, χρειάζεται και τους άλλους, για να μπορέσει να εκπληρώσει την αποστολή του. Κι αυτός ο δρόμος συνεπάγεται την εμπιστοσύνη. Γιατί συνεργασία χωρίς εμπιστοσύνη δε νοείται. Η πορεία της Εκκλησίας λοιπόν χρειάζεται πρόσωπα που συνεργάζονται με εμπιστοσύνη μεταξύ τους και όχι με ανταγωνισμό ή πνεύμα εξουσίας ο ένας απέναντι στον άλλο.
                Το δεύτερο στοιχείο έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο Χριστός βρήκε τους μαθητές Του να εργάζονται για να ζήσουν. Το Ευαγγέλιο απευθύνεται σε όλους. Όμως οι ράθυμοι και οκνηροί στη ζωή αυτή δεν είναι εύκολο να το οικειωθούν. Η πνευματική ζωή προϋποθέτει εργασία. Και ο άμαθος στην εργασία της διασφάλισης των αναγκών της ζωής είναι πολύ πιθανόν ότι δεν θα μπορεί να αποκτήσει και τα πνευματικά αγαθά. Ενίοτε κάποιοι θεωρούν την πνευματική εργασία ανώτερη από κάθε άλλης μορφής εργασία. Και είναι έτσι. Όμως η πνευματική δεν συνεπάγεται την περιφρόνηση της υλικής εργασίας, αλλά τον συνδυασμό και των δύο και πρωτίστως την αποφυγή του άγχους και της μέριμνας. Ας μην ξεχνούμε ότι μετά την Ανάσταση και πριν την Ανάληψη ο Χριστός συναντούσε τους μαθητές Του στη Γαλιλαία και τους έβρισκε να έχουν τραπεί ξανά σε εργασία για να εξασφαλίσουν τα του βίου τους. Η οδός του Ευαγγελίου θέλει προκομμένους ανθρώπους. Θέλει αυτούς που είναι πρόθυμοι να κοπιάσουν και για τον παρόντα και για τον αιώνιο κόσμο και χρόνο. Ο ράθυμος στα της ζωής είναι πιθανότατα ράθυμος και στα της πίστης. Γι’ αυτό και στον κατεξοχήν κοινοβιακό τρόπο της Εκκλησίας, που είναι τα μοναστήρια, η προσευχή συνοδεύεται από τα διακονήματα των μοναχών, ενώ δεν επιτρέπεται η οκνηρία.
                Το τρίτο στοιχείο έχει να κάνει με την προθυμία των μαθητών να αποδεχθούν την πρόσκληση που ο Χριστός τους απευθύνει και την εγκατάλειψη κάθε ιδιοκτησίας, προκειμένου να Τον ακολουθήσουν. Οι μαθητές ένιωσαν ότι αυτά που μέχρι τότε τους ανήκαν δεν είχαν καμία σημασία. Το κάλεσμα της πίστης, το κάλεσμα του Θεού γεννά στον άνθρωπο μία άλλη αίσθηση. Δεν είναι όσα μας ανήκουν, τα κτήματά μας, η περιουσία μας, οι οικείοι μας, ο εαυτός μας ο ίδιος ό,τι σημαντικότερο. Το να ανήκουμε όμως στο Χριστό και στην αποστολή της διακηρύξεως του Ευαγγελίου απανταχού της γης, όπου οι δυνατότητές μας και τα χαρίσματά μας επιτρέπουν, είναι αυτό που δίνει νόημα στη ζωή μας. «Του Θεού εσμέν» κι ας μην μας ανήκει τίποτε στον κόσμο. Γι’ αυτό και σε όποια δυσκολία μάς παρουσιάζεται στη ζωή, ας μην λησμονούμε ότι αν βιώνουμε την αγάπη του Θεού και δεν θέλουμε να χωριστούμε από αυτήν, τότε είμαστε «ως μηδέν έχοντες, αλλά και τα πάντα κατέχοντες» (Β’ Κορ. 6,10).   
                Ζούμε σε μια εποχή από την οποία ο πολιτισμός μας στέρησε την αλληλεγγύη, την συνεργασία και την αλληλοβοήθεια και υπερτόνισε την αξία της αυτάρκειας του ενός. Ο ένας δεν μοιράζεται τα κέρδη του  ούτε δέχεται να τα περιορίσει χάριν των πολλών. Την ίδια στιγμή δεν τον ενδιαφέρει η πρόοδος όλων, αλλά μόνο ο εαυτός του. Ταυτόχρονα, ο πολιτισμός στον οποίο ζούμε στηρίχτηκε και στηρίζεται στη λογική της διασκέδασης, της μετοχής στα αγαθά της εποχής, στον καταναλωτισμό, στην ευτυχία με δανεικά. Παράλληλα, υπερτόνισε ότι αξία έχει μόνο ό,τι είναι δικό μας και όχι ό,τι προσφέρει νόημα στον κόσμο και στη ζωή μας. Γι’ αυτό και ο Θεός και η πίστη έγιναν υποθέσεις ιδιωτικές. Δεν έχουν σημασία για τον δημόσιο βίο, ενώ ο άνθρωπος αξίζει όταν έχει αγαθά, τα οποία δεν πρέπει να στερηθεί για οποιονδήποτε λόγο. Αυτή η εποχή υποτίμησε και την αξία του Ευαγγελίου, της σωτηρίας, της αποστολής να φανερωθεί ο Χριστός και η Αλήθεια στον κόσμο και υποκατέστησε την οδό της Ζωής με την ατομική αυτάρκεια που δεν σώζει. Έτσι, η πρόσκληση του Χριστού και της Εκκλησίας για συνεργασία με εμπιστοσύνη, για εργασία και υλική και πνευματική, αλλά και για αποφυγή της προσκόλλησης στα αγαθά, με εκζήτηση του Θεού και της σωτηρίας, αποτελεί για όλους μας μία ευκαιρία αλλαγής και πορείας προς την αληθινή ζωή. Ας την αξιοποιήσουμε.

Κυριακή Β’ Ματθαίου«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων…»

 «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων…»
Ὁ Κύριος πρόκειται νὰ ἐπιλέξει τοὺς στενοὺς συνεργάτες Του γιὰ τὸ τεράστιο ἔργο τῆς ἀλλαγῆς, τῆς μεταμορφώσεως καὶ ἀνακαινίσεως τοῦ κόσμου. Δὲν κατευθύνεται ὅμως γι’ αὐτὴ τὴν ἐκλογὴ στὰ Ἰεροσόλυμα, στοὺς κύκλους τῶν πλουσίων, τῶν πολιτικὰ ἰσχυρῶν, τῶν ἐντυπωσιακὰ εὐσεβῶν, ἀλλὰ τοὺς ἀναζητάει μὲσα σ’ ἕνα περιβάλλον ἁπλό, «παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας».
Τὶ εἴδους ἀνθρώπους καλεῖ ὁ Ἰησοῦςγιὰ τὴν ὑπόθεση τῆς βασιλείας του; Οἱ πρῶτοι στοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται εἶναι ἄνθρωποι ἐργατικοὶ, θετικοὶ καὶ δραστήριοι. «Ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς», ψαράδες ποὺ πάλευαν μὲ τὰ δίκτυα τους. Στὴν ἐργασία τους τοὺς συναντᾶ καὶ τοὺς προσκαλεῖ. Πρόκειται νὰ τοὺς ἀναθέσει ἕνα ἔργο μὲ ἀπαιτήσεις, καὶ πρέπει νὰ εἶναι ψημένοι καὶ ἐργατικοί.
 Ὅσοι ἀγωνίζονται μὲ τὸ ἀβέβαιο καὶ ἀνήσυχο στοιχεῖο τοῦ νεροῦ, χρειάζονται τόλμη. Καὶ οἱ τέσσερεις πρῶτοι μαθητές, ποὺ κάλεσε ὁ Ἰησοῦς στὴ λίμνη τῆς Γαλιλαίας, ἀνταποκρίθηκαν ἀμέσως: «οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ». Ἐνθουσιώδεις καὶτολμηροί. Καταλαβαίνουν πολλὰ καὶ διαισθάνονται περισσότερα πίσω ἀπὸ τὰ λίγα λόγια. Ἀναγνωρίζουν τὸν ἡγέτη, τὸν ἐμπιστεύονται καὶ τὸν ἀκολουθοῦν. Οἱ Δώδεκα μαθητὲς δὲν ἦταν πανομοιότυποι. Εἶχε ὁ καθένας τὴν ἰδιοσυγκρασία του. Ὁ Ἀνδρέας νηφάλιος, ἥσυχος. Ὁ Πέτρος αὐθόρμητος καὶ ὁρμητικός. Ὁ Ἰωάννης στοχαστικός, ὁ Θωμᾶς κριτικὸς κλπ. Ὁ Ἰησοῦς δὲν ἀναζήτησε ἀποκλειστικὰ ἕναν ὁρισμένο ἀνθρώπινο τύπο, δὲν ἐνοχλήθηκε ἀπὸ τὶς ἰδιαιτερότητες καὶ τὴν ποικιλία χαρακτήρων τῶν μαθητῶν Του, δὲν θέλησε νὰ τὶς καταργήσει. Τοὺς κάλεσε ὅπως ἦταν καὶ τοὺς ἀξιοποίησε τὸν καθένα μὲ τὸν χαρακτήρα του. Κι αὐτοὶ συγκεντρώθηκαν σταθερὰ γύρω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, «ἵνα ὦσι μετ’ αὐτοῦ». Αὐτὸ τοὺς ἔκανε νὰ γίνουν οὐσιαστικὰ κάτι ἄλλο. Μετὰ ἀπὸ συνεχὴ μαθητεία καὶ συμπόρευση μὲ τὸν Κύριο, καὶ κυρίως μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Πεντηκοστή, ὁλοκληρώθηκε ἡ ἀλλαγή.Ὅλοι μποροῦμε νὰ διακονήσουμε μέσα στὸ σωτήριο σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ὅσο ἁπλοὶ καὶ συνηθισμένοι κι ἂν εἴμαστε. Τὰ ἁπλὰ μεταμορφώνονται ἐν Χριστῷ μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Χρησιμοποιεῖ παραστάσεις ἀπὸ τὸν κόσμο τους. Τὸ μελλοντικό, στὸ ὁποῖο τοὺς καλεῖ, τὸ συνδέει μὲ τὸ παρελθόν. Αὐτὸ ποὺ θὰ γίνουν μὲ αὐτὸ ποὺ εἶναι. Ἀπὸ ἁπλοὶ «ἁλιεῖς» θὰ γίνουν «ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Στὸ μέλλον θὰ ἀσχολοῦνται πιὰ μὲ ἀνθρώπους. Ὄχι ἄλλο μὲ τὸ θάνατο τῶν ψαριῶν ἀλλὰ μὲ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ συχνὰ χτυπητὲς ἀντιθέσεις γιὰ νὰ γίνεται πιὸ παραστατικός. Ὅταν οἱ ἀκροατές Του σκέφτονται τὸν θερισμό, τοὺς μιλάει γιὰ τὸν Σπορέα καὶ τὸν πνευματικὸ θερισμό. Ὅταν ἀπευθύνεται σὲ ποιμένες, τοὺς κάνει λόγο γιὰ τὴν ποίμνη τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν Καλὸ Ποιμένα. Κοντὰ στὸ πηγάδι κάνει λόγο στὴ Σαμαρείτιδα γιὰ τὸ τρεχούμενο νερό, τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν». Παίρνει ἀφορμὴ ἀπὸ τὰ ἐνδιαφέροντα τοῦ καθενὸς καὶ τὰ προσανατολίζει σὲ πνευματικὲς διαστάσεις. «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶςἁλιεῖς ἀνθρώπων». Χρησιμοποιεῖ τὴ λέξη «ἁλιεῖς», γιατὶ ἀπὸ τὴν προηγούμενη ἀπασχόλησή τους θὰ πρέπει νὰ ἀξιοποιηθεῖ ἡ πεῖρα καὶ τὸ ἦθος τοῦ ἁλιέως. Ὁ καλὸς ψαρὰς ἔχει χαρακτηριστικὰ καὶ γνώσεις, ποὺ πρέπει νὰ διατηρήσει ὁ «ἁλιεὺς τῶν ἀνθρώπων».Διαθέτει ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή. Ξέρει νὰ περιμένει. Δὲν ἀδημονεῖ γιὰ γρήγορα ἀποτελέσματα. Δὲν ἀπογοητεύεται ἀπὸ τὴν ἀποτυχία τῆς μιᾶς ἢ τῆς ἄλλης προσπάθειας. Ξαναδοκιμάζει. Ἔτσι κι ὁ ἐργάτης τοῦ εὐαγγελίου καὶ ὁ παιδαγωγός. Διαθέτει καρτερία καὶ ἀντοχή. Τὰ νερὰ δὲν εἶναι πάντα ἥσυχα. Κι ὅταν θυμώνουν, δημιουργοῦν τρομερὸ κίνδυνο. Τὰ πλοῖα, τὰ δίκτυα, τὰ ξενύχτια, οἱ τρικυμιές θέλουν γερὰ κορμιά, γερὰ νεῦρα, ψυχραιμία καὶ καρτερικότητα καὶ ἀντοχή. Τὸ ἴδιο καὶ στὴν ὑπόθεση τῆς διακονίας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἀναπτύσσει τὴν αἴσθηση τῆςκαταλληλότητας τοῦ χρόνου. Δὲν εἶναι ὅλες οἱ ὧρες τὸ ἴδιο κατάλληλες γιὰ ψάρεμα. Εἶναι σημαντικὸ γιὰ ὅποιον εὐαγγελίζεται τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, νὰ διακρίνει σωστὰ πότε πρέπει νὰ μιλᾶ, πότε νὰ ἐνεργεῖ καὶ πότε νὰ σιωπᾶ.
Ὅσο γιὰ τὴ μέθοδο προσεγγίσεως, ὁ «ἁλιεὺς» ξέρει ὅτι πρέπει νὰ κρατᾶ τὸν ἑαυτό του ὅσο γίνεται ἀθέατο. Ἀποφεύγει νὰ προβάλλει τὸ ἄτομό του. Στοὺς ἀνθρώπους δὲν παρουσιάζει τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ τὸν Θεό.
«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Ὅσοι ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστὸ στὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τοῦ κόσμου (καὶ σ’ αὐτὸ ἔχουν κληθεῖ ὄχι μόνο οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ θεολόγοι, ἀλλὰ ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, ὅλοι οἱ πιστοί), ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς ἐργασίες μας πρέπει στὸ ἑξῆς νὰ βλέπουμε σὰν βασικὸ θέμα καὶ ἐνδιαφέρον μας τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἔμφαση δὲν βρίσκεται τὸσο στὸ «ἁλιεῖς», ὅσο στὸ «ἀνθρώπων». Ἀπὸ τὴν ἐπαγγελματική μας γνώση καὶ πεῖρα ἂς κρατήσουμε ὅ,τι πιὸ θετικὸ ὑπάρχει: μὲ τελικὸ πάντοτε στόχο, νὰ ὁδηγήσουμε τὸν ἄνθρωπο (τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς ἄλλους) στὸν Θεάνθρωπο!

Κυριακή Β’ Ματθαίου – Μπροστά στη μέλλουσα κρίση

ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΚΡΊΣΕΙΣ

Ένα ερώτημα που συχνά προβληματίζει πολλούς είναι το εξής: Τι θα γίνουν στην άλλη ζωή τα αμέτρητα εκατομμύρια των ανθρώπων που δεν γνώρισαν ποτέ στη ζωή τους τον Χριστό και το νόμο του; Θα καταδικαστούν όλοι στην Κόλαση; Είναι δυνατόν ο Θεός να επιτρέψει μια τέτοια αδικία; Στο ερώτημα αυτό μας απαντά το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα. Μας λέει λοιπόν ο απόστολος Παύλος ότι ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις σε πρόσωπα. Θα χαρίσει τις δωρεές του σ’ όλους τους ανθρώπους που κάνουν το καλό, ανεξάρτητα εάν είναι Ιουδαίοι ή ειδωλολάτρες. Σ’ όλους αυτούς θα χαρίσει τη δόξα, την τιμή και την ειρήνη του.
Βέβαια δεν θα κρίνει όλους ο Θεός με τον ίδιο τρόπο. Αλλά τον καθένα θα τον κρίνει ανάλογα με τα όσα γνώρισε και έμαθε. Γι’ αυτό όσοι αμάρτησαν χωρίς να έχουν κάποιο γραπτό νόμο, θα κριθούν χωρίς να έχουν ως κατήγορο το νόμο αυτό. Και όσοι αμάρτησαν, ενώ γνώρισαν το νόμο του Θεού, αυτοί θα κριθούν με βάση το νόμο αυτό. Διότι τελικά θα δικαιωθούν και θα σωθούν όχι όσοι απλώς άκουσαν το θείο νόμο, αλλά όσοι τον τήρησαν στη ζωή τους.
Με βάση λοιπόν όλα αυτά θα κρίνει ο Θεός πολύ αυστηρότερα όχι όσους έζησαν μέσα στην άγνοια και την αμάθεια, αλλά εμάς που γνωρίσαμε το θέλημα του Θεού. Διότι εμείς, εάν δεν εφαρμόσουμε τα όσα μάθαμε, θα είμαστε αναπολόγητοι. Θα έχουμε κατήγορό μας το νόμο του Θεού που γνωρίσαμε.
Έτσι όμως τελικά εμείς οι πιστοί είμαστε προνομιούχοι ή όχι; Είμαστε προνομιούχοι, αλλά έχουμε και μεγαλύτερη ευθύνη. Διότι εμείς γνωρίσαμε και μάθαμε τι θέλει ο Θεός από μας. Ζήσαμε μέσα στη χάρη της Εκκλησίας του, απολαύσαμε τις ευλογίες των ιερών Μυστηρίων. Αλλά όλα αυτά τα προνόμιά μας μεγαλώνουν κατά πολύ και την ευθύνη μας. Διότι δεν αρκεί να γνωρίζουμε μόνο το θέλημα του Θεού, αν είμαστε μόνο ακροατές του νόμου. Πρέπει και να τον τηρούμε στη ζωή μας. Δεν φθάνει να καυχιόμαστε ότι έχουμε την αληθινή πίστη, την Ορθοδοξία. Θα πρέπει και να ζούμε όπως ο Θεός θέλει. Και θα είναι πράγματι τραγικό κάποιοι από μας τους Ορθοδόξους πιστούς να βρεθούμε κάποτε στην αιώνια Κόλαση, ενώ αμέτρητοι άλλοι που δεν γνώρισαν τον αληθινό Θεό, να ζουν αιωνίως μαζί Του στην άληκτη χαρά του Παραδείσου. Ας προσέξουμε λοιπόν πολύ, για να μη βρεθούμε στην άλλη ζωή μπροστά σε φοβερές εκπλήξεις.
Με ποιο κριτήριο όμως θα κριθούν όλοι όσοι δεν γνώρισαν στη ζωή τους το νόμο του Θεού; Σ’ αυτό μας απαντά ο θείος Απόστολος στη συνέχεια.

Η ΦΩΝΉ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΉΣΕΩΣ

Λέει λοιπόν ο απόστολος Παύλος ότι αρκετοί από τους ειδωλολάτρες, ενώ δεν έχουν λάβει από τον Θεό γραπτό νόμο, τηρούν στη ζωή τους όσα προστάζει ο γραπτός νόμος. Γιατί; Επειδή ακριβώς έχουν ως οδηγό στη ζωή τους τον έμφυτο ηθικό νόμο, δηλαδή τη συνείδησή τους. Και εξηγεί ο Απόστολος ότι αυτοί οι ειδωλολάτρες ξέρουν να διακρίνουν το καλό από το κακό, διότι έχουν γραμμένο μέσα στις καρδιές τους τον έμφυτο ηθικό νόμο. Η συνείδησή τους τους δίνει τα κριτήρια για κάθε πράξη. Όλοι αυτοί, συνεχίζει, θα ανακηρυχθούν δίκαιοι και τηρητές του νόμου την ημέρα που θα κρίνει ο Θεός τις απόκρυφες πράξεις των ανθρώπων σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Κυρίου.
Η συνείδηση λοιπόν είναι το κριτήριο με το οποίο θα κριθούν οι άνθρωποι που δεν έχουν λάβει γραπτό νόμο. Διότι μέσα στη συνείδηση κάθε ανθρώπου ο Θεός φύτεψε το νόμο του. Βέβαια ο θείος Απόστολος δεν αναφέρεται σ’ όλους τους ειδωλολάτρες αλλά σε όσους φοβούνται τον Θεό. Για να έχει όμως η συνείδηση φωνή θα πρέπει ο άνθρωπος να την καλλιεργεί με τη μελέτη του λόγου του Θεού, να την εξαγιάζει με τη χάρη των Μυστηρίων, να την αφήνει να ενεργεί μέσα του. Αρκετοί άνθρωποι όμως με την αδιαφορία και τη σκληρότητά τους, την καθιστούν πορωμένη, τυφλή και αδρανή. Μια καλλιεργημένη συνείδηση επιτελεί τεράστιο πνευματικό έργο στην ψυχή κάθε ανθρώπου. Τον βοηθά να διακρίνει ποιο είναι το σωστό και ποιο όχι. Και αντίστοιχα τον προτρέπει στο καλό ή τον αποτρέπει από το κακό. Αυτή δίνει εσωτερική μαρτυρία για καθετί. Η φωνή της αντηχεί μυστικά στα βάθη της ψυχής μας. Κάποτε διαμαρτύρεται τόσο έντονα που κυριολεκτικά μας αναστατώνει. Διότι είναι το λυχνάρι που έβαλε ο Θεός στις ψυχές όλων μας, ένα λυχνάρι που φανερώνει ότι είναι θεόπλαστος ο άνθρωπος.
Ας μάθουμε λοιπόν να ακούμε τη φωνή της συνειδήσεώς μας, ιδιαιτέρως εμείς που γνωρίζουμε το θείο θέλημα. Ας αγαπήσουμε τη μυστική αυτή φωνή της ψυχής μας κι ας ακούμε τις διαμαρτυρίες της και τις προτροπές της με φόβο Θεού και με διάθεση μετανοίας. Κι ας εκθέτουμε στον Πνευματικό μας τους λογισμούς που αυτή μας αποκαλύπτει. Έτσι θα καθαίρεται η συνείδησή μας. Έτσι θα προοδεύουμε περισσότερο στην εν Χριστώ ζωή. Και έτσι θα αξιωθούμε κάποτε να παρασταθούμε μπροστά στο φοβερό βήμα του Κριτού με ελπίδα στο έλεός του και να ζήσουμε μαζί Του στην αιώνια μακαριότητα.

Κήρυγμα Κυριακής Ευαγγέλιον (Β Κυριακής Ματθαίου) Ματθ. δ 18 – 23«Δευτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» υπο του Αρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος Πετεινάτου

Πού να το φαντασθούν οι απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες! Η ζωή τους ήταν ως τη στιγμή που τους εκάλεσε ο Κύριος ύσυχη, ομαλή, περιωρισμένη. Ζούσαν, τον πιο πολύ καιρό, στις ψαρόβαρκές τους τραγουδώντας αμέριμνα τα τραγούδια του τόπου τους ή ψάλλοντας ψαλμούς. Το μέλλον τους ήταν προδιαγεγραμμένο. Θα περνούσαν τα χρόνια τους σε μια αδιάκοπη προσπάθεια για το ψωμί τους. Το μονότονο ρυθμό της ζωής τους θα τον έσπαζαν μόνο κάποιες τρικυμίες και μερικές αναποδιές από τις συνηθισμένες στη ζωή των ψαράδων. Και θάσβηναν από τον κόσμο αυτό κάποτε απαλά, χωρίς κανείς σχεδόν να το μάθη. Και θα γινόταν αυτό, αν ο Κύριος με τη σημερινή του πρόσκλησι δεν τους επεστράτευε με μια μεγάλη διπλή πρόσκλησι, που θα άλλαζε την πορεία όχι μόνο της δικής τους ζωής, αλλά και του κόσμου ολοκλήρου. Η μια πλευρά της απέβλεπε στην ατομική τους πνευματική ζωή. Ήταν η πρόσκλησις να ακολουθήσουν τον Ιησούν « Δεύτε οπίσω μου … ». Η πρόσκλησις αυτή να ακολουθήσουν τον Κύριο οι Απόστολοι εσήμαινε την πιο μεγάλη περιπέτεια στην ιστορία της πνευματικής ζωής των ανθρώπων. Από την ησυχία και την αμεριμνησία μιας γαλήνιας ζωής χωρίς βαθειές σκέψεις και ανησυχίες μεταπηδούσαν οι άνθρωποι αυτοί σε μια ζωή εντελώς διαφορετική. Θα έμπαιναν τώρα σε μια ζωή πνευματική, που δεν θα γνώριζε τι θα πη ησυχία και ανάπαυσις, σταματημός και ανάπαυλα.

Πρώτα – πρώτα ξερρίζωσαν τον εαυτό τους από μια νοοτροπία και ένα πνευματικό περιβάλλον, όπου ζούσαν ως τότε, για να μπουν σ΄ένα καινούργιο τρόπο ζωής, σ΄ένα καινούργιο τρόπο σκέψεως. Θα είχαν τώρα να παλέψουν με την ίδια τους τη λογική, που, σαν καθαρά ανθρώπινη λογική, θα επαναστατούσε κάθε στιγμή, καθώς θα άκουγε τα παράδοξα της πίστεως, τις μυστηριώδεις δηλαδή και πρωτάκουστες αλήθειες που θα απεκάλυπτε ο Κύριος. Θα είχαν να αγωνισθούν εναντίον του εαυτού τους, καθώς σε κάθε βήμα με τον Ιησούν θα άκουγαν κάποια « απαρνησάσθω ». Θα είχαν να πορευθούν στο άγνωστο μαζί με τον Ιησούν, νομάδες του Χριστού αυτοί, « τόπον εκ τόπου συνεχώς διαμείβοντες », χωρίς κανένα υλικό όφελος, χωρίς καμμία αναγνώρισι, χωρίς τίποτε από εκείνα που ικανοποιούν την ανθρώπινη ματαιοδοξία και τον ανθρώπινο εγωϊσμό. Θα βάδιζαν και στον πνευματικό τους δρόμο θα συναντούσαν τη λυσσαλέα αντίστασι του άρχοντος του σκότους. Θα αγωνίζονταν εναντίον των « πνευματικών της πονηρίας », τα οποία με κάθε μέσον θα ήθελαν να τους εκμηδενίσουν και να τους αναχαιτίσουν στην προσπάθειά τους να γίνουν όμοιοι με τον Χριστό μιμητἐς της ζωής Του και ποιητές των έργων Του. Αυτή ήταν η μια πλευρά της περιπέτειας στην οποία εκαλούντο. Είχε όμως και μια άλλη πλευρά. Ο Κύριος καλούσε τους Αποστόλους για μια ιερή και δύσκολη αποστολή.

« … ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων ». Αυτή ήταν η κλήσι τους. Να γίνουν φορείς ενός νέου μηνύματος προς τους ανθρώπους οι Απόστολοι. Και όχι μόνο φορείς μηνύματος, αλλά και αλιείς ψυχών για την βασιλεία του Χριστού. Μια αποστολή μοναδική σε περιπέτειες και κινδύνους.

Σκεφθήτε, για μια στιγμή πώς ξεκίνησαν οι άνθρωποι αυτοί. Ξεκίνησαν χωρίς καμμιά υλική προϋπόθεσι για την προσπάθεια που θα άλλαζε ριζικά την όψι του κόσμου. Ξεκίνησαν χωρίς χρήματα, χωρίς επιχορηγήσεις, χωρίς νομοσχέδια, χωρίς κρατική υποστήριξι, χωρίς κοσμικά μέσα. Ξεκίνησαν για μια υπόθεσι πρωτοφανή και πρωτάκουστη. Έπρεπε να μεταφέρουν ένα παράδοξο μήνυμα στους ανθρώπους. Έπρεπε να κηρύξουν τη σωτηρία των ανθρώπων διά του Χριστού, πράγμα αληθινό καθ΄εαυτό, τόσο όμως δυσάρεστο για τον εγωϊσμό των ανθρώπων, για τις κακές συνήθειες των ανθρώπων, για τα πάθη των αμαρτωλών ανθρώπων. Κανένα φρούριο, κανένα οχυρό δεν είναι τόσο απόρθητο, όσο οι ανθρώπινες καρδιές. Και αυτές τις καρδιές ήταν υποχρεωμένοι να κατακτήσουν οι Απόστολοι.

Πόσους κόπους, πόσες στερήσεις, πόσες αγρυπνίες, πόσους κινδύνους, πόσα κονταροχτυπήματα με τον ίδιο το θάνατο δεν θα στοίχιζαν όλα αυτά! Και ακριβώς όλα αυτά αποτελούν τα επί μέρους στοιχεία της περιπετειώδους ζωής των αγίων Αποστόλων, που δεν εδίστασανκαι με την ίδια την ζωή τους να επισφραγίσουν την μεγαλειώδη περιπέτεια της κλήσεώς τους.

Ο Κύριος, δεν ήλθε να καλέση μονάχα τους Αποστόλους. Ήλθε να καλέση κι εμάς. Μας απευθύνει την ίδια πρόσκλησι. « Δευτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων ». Δεν μας καλεί σε μια ζωή ανέσεων και « βολέματος ». Δεν μας προσκαλεί για μια ζωή, που θα εξασφαλίσωμε την απόλυτη ησυχία και το χουζούρι μας. Σε αγώνα και προσπάθεια μας προσκαλεί. Να τον ακολουθήσωμε. Να γίνωμε φορείς του μηνύματός Του σε ψυχές χαμένες στο πέλαγος του κόσμου. Ας το σκεφθούμε σοβαρώτερα. Ας αναλογισθούμε την τιμή της προσκλήσεώς Του και ας τον ακολουθήσωμε και σήμερα και αύριο και πάντοτε. Ως τη στερνή μας πνοή.

Κυριακή Β΄ Ματθαίου - Μαθητεία στην αγάπη του Χριστού

(Ματθ. δ΄ 18-23)                                             (Γαλ. γ΄ 23-δ΄5)
Μαθητεία στην αγάπη του Χριστού
“Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα  ηκολούθησαν αυτώ”.
Μετά από τον κύκλο των εορτών του Πεντηκοσταρίου, βλέπουμε ότι το έργο του Κυρίου για τη σωτηρία του ανθρώπου, προσλαμβάνει δυναμικές πλέον διαστάσεις, όπως αυτές  αποκαλύπτονται αυθεντικά μέσα στο χώρο του ιδίου του Σώματός Του, που είναι η Εκκλησία. Η πρόσκληση που απηύθυνε προς τους πρώτους μαθητές Του, σηματοδοτεί τη νέα περίοδο σε πολύ διευρυμένους ορίζοντες, με φόντο την πραγματικότητα της Εκκλησίας, τα βήματα της οποίας κατευθύνει αδιάλειπτα εις “πάσαν την αλήθεια”, η συνεχής παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Η κλήση των πρώτων μαθητών του Κυρίου, στην οποία αναφέρεται το σημερινό ανάγνωσμα, απευθύνεται ουσιαστικά σε όλους τους ανθρώπους.  Όπως τότε οι μαθητές έτσι κι  εμείς σήμερα μπορούμε να δείξουμε την ίδια προθυμία. Έτσι με την παρουσία του Αγίου Πνεύματος έχουμε τη δυνατότητα να βιώνουμε μέσα στην πραγματικότητα της Εκκλησίας όλα τα γεγονότα της Θείας Οικονομίας ως παρόντα.  Μέσα από αυτά τα γεγονότα,  ο Χριστός μάς φανερώνει και μάς προσφέρει την Βασιλεία Του. 

Θείο πρόσκληση
Η κλήση των μαθητών του Κυρίου, δεν είναι βέβαια έργο ανθρώπινο.  Πρόκειται για Θείο προσκλητήριο που εκφράζει τη βούληση του Θεού να σώσει τον άνθρωπο.  Ο Χριστός προσκαλεί όλους μας να μετάσχουμε στην πραγματικότητα της Εκκλησίας, γι’  αυτό η ανταπόκρισή μας θα πρέπει να είναι ανάλογη.  Οι μαθητές δέχθηκαν τότε αμέσως και χωρίς αναστολές την κλήση του Κυρίου:  “Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ”. Η άμεση αυτή ανταπόκριση, πήγαζε από κάποια χαρακτηριστικά, όπως ήταν π.χ. η απλότητα της καρδιάς τους.  Ήταν τόσο ανοικτή, που δεχόταν τα μηνύματα της αγάπης του Θεού  και μάλιστα τα αντιπρόσφερε και στους άλλους ανθρώπους.  Διέθεταν επίσης οι μαθητές αυτό που ονομάζουμε αγαθή προαίρεση.  Αγάπησαν με όλη την ψυχή τους το Χριστό και πίστεψαν σ’ Αυτόν, ότι είναι ο μόνος αληθινός Σωτήρας.  Ακριβώς, αυτή την αγαθή προαίρεση που πλημμυρίζει τον άνθρωπο από την αγάπη του Κυρίου μας, ζητεί ο Θεός από τον καθένα μας σαν προϋπόθεση για μαθητεία κοντά στο Χριστό.
Φυγή από τις μέριμνες 
Οι μαθητές του Κυρίου μόλις έγιναν αποδέκτες της Θείας πρόσκλησης, που συνιστούσε και μια μεγάλη ευλογία που καταξιώνει τον άνθρωπο, εγκατέλειψαν όλες τις μέριμνες της ζωής, οι οποίες συνήθως κρατούν τον άνθρωπο δέσμιο στη γη.  Άφησαν τα δίχτυα, τα πλοία, τους συγγενείς τους και ό,τι άλλο τους δέσμευε για να ακολουθήσουν ολοκληρωτικά το Χριστό.  Αυτή η στάση βέβαια δεν σημαίνει με κανένα τρόπο ότι περιφρονούμε αυτά που μας προσφέρει η αγάπη του Θεού.  Σημαίνει όμως απελευθέρωση του ανθρώπου από όλες εκείνες τις φροντίδες και τις μέριμνες που δεν επιτρέπουν πολλές φορές να θυμούμαστε την αγάπη του Χριστού.  Είναι αυτό ακριβώς που πρέπει να προσέξουμε κι εμείς σήμερα, δηλαδή μήπως οι φροντίδες και οι μέριμνες μας αφήνουν προσκολλημένους στις δικές μας αδυναμίες και δεν μας επιτρέπουν να πλησιάσουμε τη δύναμη του Χριστού. Με άλλα λόγια κατά πόσο μας καθηλώνουν στη γη και δεν μας αφήνουν φτερά για να πετάξουμε στον ουρανό.
Αγαπητοί αδελφοί, ο Κύριος στέκεται και απευθύνει πάντοτε την πρόσκληση αγάπης Του σε όλους τους ανθρώπους.  Ας φροντίσουμε κι εμείς λοιπόν να την αποδεχθούμε για να γεμίσει πραγματικά η ύπαρξή μας με την παράκληση και την παρηγορία του Αγίου Πνεύματος.  Με αυτό τον τρόπο οπλίζεται η ύπαρξή μας με αισιοδοξία και χαρά και λειτουργούν έτσι όλες οι προϋποθέσεις για να γίνουμε πραγματικοί μαθητές του Χριστού. Αυτό έπραξαν και όλες εκείνες οι αγιασμένες μορφές που κοσμούν το οικοδόμημα της Εκκλησίας και το καθιστούν αιώνια πραγματικότητα. Τέτοια περίπτωση είναι και η Αγία Κυριακή, της οποίας τη μνήμη τιμούμε σήμερα. Έγινε μάρτυρας Χριστού προσφέροντας την ίδια τη ζωή της για την αγάπη Του. Πριν πέσει η σπάθη για τον αποκεφαλισμό της, προσευχόμενη παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο. Η μαρτυρία Χριστού, μπορεί να δίνεται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του ανθρώπου, σύμφωνα με το παράδειγμα της αγίας Κυριακής αλλά και των μαθητών του Κυρίου, η ακολουθία των οποίων για την αγάπη του Χριστού είχε ολοκληρωτικό χαρακτήρα.

ΚΥΡΙΑΚΗ Β ΜΑΤΘΑΙΟΥ Είμαστε όλοι παιδιά του Θεού Του Σεβ. Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε Σεραφείμ

Στην  Ευαγγελική Περικοπή αυτής της Κυριακής βλέπουμε πως τέσσερις από τους σημαντικότερους Μαθητές του Χριστού, στην κλήση τους να τον ακολουθήσουν, εγκαταλείπουν τα πάντα χωρίς δισταγμό κι αμφιβολία. Θυσιάζουν τα πάντα για να γίνουν Μαθητές του Χριστού.
Η Εκκλησία μας για να συνεχίσει σήμερα το έργο της με επιτυχία χρειάζεται ανθρώπους με τις ίδιες αρετές και με την ίδια αυτοθυσία. Αυτό όμως είναι μόνο η μία διάσταση της επιτυχίας της Εκκλησίας μας στο σωτηριολογικό της έργον. Η δεύτερη πραγματικότητα που πρέπει να χαρακτηρίζει τη ζωή της Εκκλησίας μας είναι η διάσταση της οικουμενικότητας και παγκοσμιότητας του χαρακτήρα του Ευαγγελικού έργου, όπως αυτό μαρτυρείται με σαφήνεια μέσα από την σημερινή Αποστολική Περικοπή της επιστολής προς Γαλάτας, του Αποστόλου  Παύλου.
΄Οπως τονίζει, λοιπόν, ο Απόστολος Παύλος «ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ ΄Ελλην, ουκ ένι δούλος, ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρρεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού» (Γαλάτας 3,28).
Η δεύτερη λοιπόν διάσταση του σωτηριολογικού έργου της Εκκλησίας μας είναι η συνεχής προσπάθεια της να μεταφέρει το Ευαγγελικό μήνυμα της σωτηρίας προς όλους τους ανθρώπους, προς όλες τις Εθνότητες, σε μαύρους και λευκούς, σε μικρούς και μεγάλους, σε όλες τις φυλές της γης. 
Εκεί που δεν συμβαίνει αυτό είναι ως να προσπαθούμε να μετατρέψουμε την εκκλησία σε Εβραϊκή συναγωγή, σε μασωνική στοά, σε ένα κοινωνικό σύλλογο, σε ένα κοσμικό κλάμπ, σε μία λειτουργική κοινωνική ασθένεια που μας κρατά μακρυά από την πορεία μας προς την αιωνιότητα, προς την εν Χριστώ σωτηρία, προς τον Παράδεισον.
Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και τίμιοι με τον εαυτό μας. Μεγαλωμένοι με τις ανθρώπινες αδυναμίες και τις κοινωνικές αδικίες του διαχωρισμού των ανθρώπων με το φαινόμενο της αποικιοκρατίας που ανέπτυξε η Ευρώπη σε βάρος άλλων Λαών, ανάλογα με το χρώμα τους, το αποτέλεσμα ήταν να κτισθεί ένα τεράστιον τείχος μίσους  στην καθημερινή  ζωή , με συνέπειες τραγικές, πολέμους και συρράξεις.
Η ασφάλεια που ονειρευόμαστε να ζήσουμε οι ίδιοι και τα παιδιά μας μπορεί να προσέλθει μόνο μέσα από την ετοιμότητα μας να φανούμε τίμιοι με τον λόγον του Ευαγγελίου. 
Η αδιάκριτη αγάπη μας προς κάθε κατεύθυνση, προς κάθε άνθρωπον θα μας βοηθήσει να σβήσουμε το τείχος του μίσους και στη θέση του να κτίσουμε γέφυρες επικοινωνίας και επαφής και ειλικρινούς συνεργασίας. Μόνον αν κτίσουμε γέφυρες αγάπης μπορούμε να περπατήσουμε με σιγουριά το μέλλον
Ο βίος μας είναι κοινός και μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας όμορφη αν αφήσουμε χώρο στην καρδιά μας να βασιλέψει η Μεγάλη μορφή του Χριστού. Μόνον αν αφήσουμε στη ζωή μας να μας καθοδηγεί ο Χριστός έχουμε ελπίδες για να ζήσουμε σε ένα καλύτερο κόσμο που θα μας οδηγήσει και στην αιωνιότητα του Παραδείσου.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...