Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Σπυρίδωνας Πετεινάτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Σπυρίδωνας Πετεινάτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Αυγούστου 27, 2016

Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος:ΚΥΡΙΑΚΗ Ι ΜΑΤΘΑΙΟΥ ( Ευαγγέλιον Ματθ. Ιζ' 14-23 ) «Κύριε, ελέησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ, και πολλάκις εις το ύδωρ»

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι ΜΑΤΘΑΙΟΥ
( Ευαγγέλιον Ματθ. Ιζ' 14-23 )
«Κύριε, ελέησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ, και πολλάκις εις το ύδωρ»
Μολονότι φαίνεται παράξενον, εν τούτοις μέγας ευεργέτης του ανθρώπου είναι η θλίψις και ο πόνος. Ο πόνος κάμνει τον άνθρωπον να αισθανθή την αδυναμίαν του, να ταπεινωθή, να μετανοήση, να καταφύγει εις τον Θεόν τον ελεήμονα, να ζητήση με πόθον και να εύρη την θείαν βοήθειαν και προστασίαν. Καθαρά το βλέπομεν αυτό εις τον δυστυχή πατέρα του δαιμονισμένου παιδιού του σημερινού ευαγγελίου.

Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος: Κήρυγμα Ι Κυριακής Ματθαίου

Πράγματι ο πατέρας αυτός είναι δυστυχής και ο πόνος καθημερινώς σπαράσσει την πατρικήν του καρδίαν. Φαίνεται από χρόνια πολλά να τον μαστίζη η θλίψις. Αλλά τώρα το κακόν έχει κορυφωθή. Δι'αυτό ταπεινωμένος έρχεται προς τον Χριστόν, γονατίζει εμπρός του και με πόνον εκφράζει την βαθείαν του θλίψιν. Του λέγει «Κύριε, ελέησόν μου τον υιόν, ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ, και πολλάκις εις το ύδωρ». Το ταλαίπωρο παιδί! Κυριευμένο από πνεύμα πονηρόν περνά φοβερές κρίσεις. Με του πονηρού την επενέργειαν τυραννείται, βασανίζεται, υποφέρει πολύ. Και το πλέον επικίνδυνον είναι ότι το δαιμόνιον τον ρίχνει συχνά εις την φωτιάν ή εις το νερόν δια να τον θανατώση.
Συμφορά μεγάλη και δι 'αυτό, κυρίως όμως δια τον πατέρα. Ακριβώς δε η συμφορά αυτή τον οδηγεί προς τον Χριστόν. –Προηγουμένως είχε προσφύγει ο πατέρας αυτός εις τους μαθητάς του Κυρίου. Αυτοί όμως δεν μπόρεσαν να το θεραπεύσουν. Το αναφέρει τώρα και ζητεί του Χριστού την επέμβασιν προς θεραπείαν του παιδιού του. Ο Κύριος ελέγχει τότε την απιστίαν της γενεάς εκείνης, που έστεκε εμπόδιον δια να θαυματουργή εις πολλούς ο Χριστός και να τους θεραπεύη. Έπειτα, δίνει εντολήν να φέρουν το παιδί εμπρός του, «φερετέ μοι αυτόν ώδε». Μόλις του παρουσίασαν τον νεαρόν δαιμονισμένον, «επετίμησεν αυτώ ο Ιησούς, και εξήλθεν απ' αυτού το δαιμόνιον, και ιάθη ο παίς από της ώρας εκείνης». Έτσι, κοντά εις τον Χριστόν και με την χάριν του Χριστού, εσώθη το δαιμονισμένο παιδί και ξαναβρήκε ο δυστυχής πατέρας την χαράν και την ειρήνην του σπιτιού του.

Άλλ 'εκείνο, που είπεν ο Χριστός εις τον πατέρα αυτόν, το λέγει και εις όλους τους Χριστιανούς γονείς, που υποφέρουν εξ αιτίας της κακής ζωής των παιδιών των. «Φέρετέ μοι αυτά ώδε». Φέρετε εις εμέ τα παιδιά σας. Φέρετέ τα εις τον ναόν μου, εις το Κατηχητικόν μου, εις την εξομολόγησιν και την θείαν Κοινωνίαν. Εκεί θα διδαχθούν την αλήθειαν και θα λάβουν την σωτήριον χάριν μου. Εκεί θα φωτισθούν, θα αλλάξουν, θα αγιασθούν. Κακά παιδιά, θυμώδη, πεισματάρικα, ανυπάκουα, με ψεύδη και λόγια πικρά εις το στόμα είναι τώρα. Άλλ ' όταν τα φέρετε εις εμέ και δεχθούν την χάριν μου, τα κακά θα γίνουν καλά, ενάρετα, τίμια, σωφρονισμένα, άγια παιδιά. Με την ιδικήν μου χάριν θα εξαγιασθή και η ψυχή και η ζωή των. Δεν θα βασανίζεσθε τότε, δεν θα εντρέπεσθε, διότι έχετε τέτοια παιδιά. Θα τα χαίρεσθε και θα τα καμαρώνετε, θα τα ζηλεύη δε όλη η γειτονιά και όλη η κοινωνία διότι αυτά θα είναι το στήριγμα και η χαρά του σπιτιού σας και το καύχημα της Πατρίδος. Λοιπόν, γονείς, λέγει ο Χριστός, μη στέκεσθε ψυχροί και αδιάφοροι και μην αφίνετε τα παιδιά σας να τα παρασύρει ο πονηρός εις τον δρόμον τον κακόν και να τα βασανίζουν οι κακίες των. Φέρετέ τα εις εμέ, δια να σωθήτε και σεις και εκείνα.

Αλλά, δια να γίνη αυτό, δηλαδή η προσαγωγή των παιδιών εις τον Χριστόν και η ψυχική των θεραπεία, χρειάζεται εις τους γονείς πρωτίστως πίστις μεγάλη και θερμή. Είπαμε προτήτερα, ότι οι μαθηταί δεν μπόρεσαν να βγάλουν το δαιμόνιον και να θεραπεύσουν τον νεανίαν. Όταν το έβγαλεν ο Κύριος, οι μαθηταί ερωτούν τον Διδάσκαλον των: «Διατί ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν αυτώ;» Ο Κύριος τους απαντά: «Διά την απιστίαν υμών». Δεν είχατε και σεις και ο πατέρας του παιδιού όσην εχρειάζετο πίστιν. Δι' αυτό και δεν έγινεν από σας το θαύμα. Και τους επρόσθεσεν ο Σωτήρ, εάν έχετε πίστιν ζωντανήν, θερμήν, καίουσαν πίστιν, που να υπενθυμίζη την θερμότητα, την οποίαν έχει ο σπόρος του σιναπιού, αν δηλαδή έχετε φλόγα πίστεως εις την ψυχήν σας, θα λέγετε εις το βουνό αυτό –έδειξε το βουνό που ήτο εκεί επάνω –πήγαινε από εδώ εκεί και θα γίνεται, και εις σας δεν θα είναι τίποτε αδύνατον. Δηλαδή, και τα αδύνατα θα γίνωνται δυνατά, εύκολα, κατορθωτά.

Και πράγματι. Η ιστορία της πίστεως είναι ιστορία θαυμάτων. Και η ιστορία των θαυμάτων είναι ιστορία της πίστεως. Πίστις και θαύμα, είναι αιτία και αποτέλεσμα, ρίζα και καρπός, Θεού και ανθρώπου πλήρης συμμαχία, δια να γίνωνται τα αδύνατα δυνατά και ο μικρός και αδύνατος άνθρωπος να απολαμβάνη του Θεού τα μεγάλα και υπερθαυμαστά έργα. Δια τον Χριστιανόν, όχι τον ολιγόπιστον και χλιαρόν, αλλά τον πιστόν που αισθάνεται εις την ψυχήν του τον Χριστόν, είναι όλα δυνατά. Πίστευε, Χριστιανε. Πίστευε ακλονήτως. Πίστευε με όλην σου την ψυχήν. Και εις τας μεγαλυτέρας συμφοράς της ζωής σου, εις τους τρομερωτέρους σου πειρασμούς, μένε ακλόνητος, σταθερός, με πλήρη εμπιστοσύνην εις τον Χριστόν και την βοήθειάν του. Και τότε μεγάλα θαύματα, θαύματα αληθινά θα δής εις την ζωήν σου, που θα τα κάμνει ο Θεός προς σωτηρίαν ιδικήν σου.
Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος
Ιεροκήρυξ Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας

Τρίτη, Απριλίου 19, 2016

Κήρυγμα Κυριακής των Βαϊων - «Έλαβον τα βαϊα των Φοινίκων»



Κήρυγμα Κυριακής των Βαϊων
( Ιωάν. Ιβ 1 – 18 )
« Έλαβον τα βαϊα των Φοινίκων »
Οι μαθητές του Κυρίου και τα πλήθη του λαού με τα βάϊα των φοινίκων στα χέρια και κραυγάζοντας με ενθουσιασμό " Ωσσανά ", υπεδέχθησαν στα Ιεροσόλυμα τον μεγάλο Αναμενόμενο. Κατόπιν της πρωτοφανούς εκείνης υποδοχής θα νόμιζε κανείς ότι η κυριαρχία του Ιησού θα ήταν μόνιμη και σταθερή τόσο στις καρδιές των μαθητών, όσο και στις ψυχές του πλήθους. Και όμως αυτό δεν συνέβη, αλλά το τελείως αντίθετο. Τόσος ενθουσιασμός, τόση συγκίνησις, που όμως μέσα σε λίγες ημέρες όλα εξατμίσθηκαν. Οι μαθητές του τον εγκαταλείπουν στον κήπο της Γεθσημανή, ένας τον προδίδει, άλλος τον αρνείται και τα πλήθη κραυγάζουν « άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν ». Πού τα « Ωσαννά »; Πού το « Ευλογημένος ο ερχόμενος »; Τι έγιναν οι ενθουσιώδεις ζητωκραυγές; Τα ερωτήματα αυτά μας φέρνουν εμπρός στο μεγάλο πνευματικό θέμα: των μεταπτώσεων. Ένα πρόβλημα που δεν φάνηκε μόνο σε μια εποχή και σε ωρισμένους ανθρώπους, ένα θέμα που παρουσιάζεται σε δύο όψεις.

Η πρώτη όψις του θέματος περιλαμβάνει τις μεγάλες μεταπτώσεις, που εξελίσσονται σε κατακόρυφες πτώσεις, και φθάνουν στην άρνηση του Κυρίου, την προδοσία, την έχθρα. Αυτό συνέβη στην περίπτωση του Ιούδα και του όχλου. Έφθασαν να τον αρνηθούν και να ζητήσουν την θανατική του καταδίκη. Μήπως όμως και σε κάθε εποχή και σήμερα το ίδιο φαινόμενο δεν παρατηρείται; Δεν υπάρχουν άνθρωποι, που ένα διάστημα της ζωής τους ήταν στην παράταξη του Κυρίου και κατόπιν τον αρνούνται και τον ξανασταυρώνουν;
Ξεκίνησε ο Ιούδας καλά, υπέμεινε κι αυτός κοντά στον θείο Διδάσκαλο τις ταλαιπωρίες του ιεραποστολικού έργου, ήρθε όμως και η ώρα που η δύναμις του πάθους τον παρέσυρε στο τρομερώτερο έγκλημα της ιστορίας. Το ίδιο δεν συνέβη και με τα πλήθη; Άκουσαν τόσες διδασκαλίες, ύμνησαν τον μέλλοντα, όπως τον νόμιζαν, Βασιλέα τους, σε λίγες ημέρες έφθασαν στο άλλο άκρο. Πόσοι και σήμερα δεν πέφτουν από το ένα στρατόπεδο στο άλλο; Νέοι και ώριμοι, άνθρωποι μορφωμένοι και άνθρωποι με λίγες γραμματικές γνώσεις εγκαταλείπουν τον Θεό, στον οποίον ως χθές επίστευαν και σήμερα παρουσιάζονται αρνητές του!
Η μετάπτωση, που φθάνει στην τελεία αλλαγή πορείας, ίσως είναι κάπως σπάνια. Οι περισσότεροι ανήκουμε στην παράταξη των μαθητών, που ενθουσιάζονται κατά την ημέρα της θριαμβευτικής εισόδου του στα Ιεροσόλυμα και οι οποίοι σε ώρα πειρασμού και κινδύνου εγκαταλείπουν τον θείον Διδάσκαλο και σκορπίζονται. Μοιάζουμε με τον Απόστολο Πέτρο, που είναι έτοιμος να θυσιαστεί για τον Διδάσκαλό του και σε λίγο λέει εκείνο το φοβερό « ουκ οίδα τον άνθρωπον » από ανθρωπαρέσκεια.
Έτσι και εμείς: συχνά από ανθρωπαρέσκεια ή από τον φόβο της ειρωνείας και του χλευασμού τον εγκαταλείπουμε. Σήμερα η πίστις είναι μέσα μας φλόγα θερμή και σε λίγο κυριευόμεθα από την αμφιβολία και την ολιγοπιστία. Πολλές φορές μεταπίπτουμε από τις ανώτερες σκέψεις στα βορβορώδη τέλματα του κακού. Πριν η αγάπη στην αρετή γέμιζε την ύπαρξή μας με αγωνιστικότητα. Τώρα ο ενθουσιασμός μας χάνεται.
Μπορεί καμμιά φορά και σε μερικούς οι μεταπτώσεις να είναι από αδυναμία και πάλι να σηκώνονται, όπως συνέβη με τον απόστολο Πέτρο. Αλλά δυστυχώς συμβαίνει συχνά οι μεταπτώσεις να είναι μια πιο μόνιμη κατάσταση, που την δεχόμαστε και την δικαιολογούμε με χίλιες δυο προφάσεις, με την κακή κληρονομικότητα, με το περιβάλλον μας, την πεσμένη εποχή μας κ.λ.π.
Αυτά όμως είναι τα εξωτερικά αίτια. Οι μεταπτώσεις πηγή έχουν τον έσω άνθρωπο. Όταν βλέπεις ότι από την ελπίδα φθάνεις στην απελπισία, από την θερμή πίστη στην ολιγοπιστία, πρέπει να καρφώνεις το βλέμμα σου στην βαθύτερη πτυχή της ψυχής σου. Οι μεγάλες μάχες δίδονται στην καρδιά του ανθρώπου. Και οι μεταπτώσεις εκεί σημειώνονται. Διότι λείπει η εσωτερική αναγέννηση, η θεία φλόγα, που καίει συνεχώς. Και υπάρχει μόνο ο επιφανειακός χριστιανισμός. Τα Βάϊα στα χέρια. Τα ωσαννά στα χείλη. Με τα χείλη τον τιμούμε, ενώ η καρδιά μας « πόρρω απέχει » από του να είναι ενωμένη στενά με τον Θεό.
Μια λύση υπάρχει, ένας δρόμος: ο συνεχής αγώνας για την εσωτερική μας αναγέννηση, που θα μας απαλλάξει από τις μεταπτώσεις. Το αληθινό μεγαλείο του πνευματικού ανθρώπου βρίσκεται στην αμετακίνητη παραμονή του στο στρατόπεδο της Πίστεως και της αρετής!
Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος, Ιεροκήρυκας
Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας

Σάββατο, Μαρτίου 07, 2015

Β Κυριακή των Νηστειών (Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά) – Του π. Σπυρίδωνα Πετεινάτου

Κήρυγμα εις το Ευαγγέλιον (μάρκου 1-12)
H Κατάστασις του παραλυτικού της σημερινής περικοπής ήταν
 περισσότερο από δραματική.
 Ήταν ένας άταφος νεκρός, ανίκανος να πλησιάσει
 τον Παντοδύναμο Ιησού που βρισκόταν σ΄ένα σπίτι της Καπερναούμ.
Για να επιτευχθεί μια τέτοια μετακίνησις θα έπρεπε να βρεθούν μερικοί
άνθρωποι, που θα είχαν μια αρετή, την αρετή της επιμονής για την
 επιτυχία ενός καλού. Και βρέθηκαν τέσσερις πονόψυχοι συμπατριώτες του,
 που τον μεταφέρουν πάνω σ΄ένα πρόχειρο κρεββάτι.
Όταν όμως φθάνουν στο σπίτι που δίδασκε ο Κύριος είναι αδύνατο
 να μπούν μέσα από τον μεγάλο συνωστισμό. Παρακαλούν να τους
κάνουν τόπο αλλά κανείς δεν τους ανοίγει δίοδο να περάσουν.
Τι θα γίνει τώρα;  Θα πάρουν τον δρόμο της επιστροφής απελπισμένοι
και κατάκοποι; ΟΧΙ. Στην ψυχή και των τεσσάρων είναι αναμμένη
 η φωτιά της επιμονής για το καλό. Και η φωτιά αυτή καίει κάθε εμπόδιο.
Είναι αποφασισμένοι να φθάσουν στο τέρμα παρά τα εμπόδια.
Και θα φθάσουν. Η επιμονή τους θα νικήσει.
Με πολύ κόπο ανεβάζουν στη στέγη το κρεββάτι με τον άρρωστο.
Ανοίγουν ένα μέρος της και τον κατεβάζουν εμπρός στα πόδια του
Κυρίου. Θαύμασε τότε ο Θεάνθρωπος την πίστη και επιμονή
εκείνων των ανθρώπων και χάρισε στον παραλυτικό την υγεία του,
που τόσο ποθούσε.
Υπέροχη η στάση των τεσσάρων εκείνων ανθρώπων, που υψώνουν
 μπροστά μας με την πράξη τους ένα σύνθημα : ΕΠΙΜΟΝΗ ΣΤΟ ΚΑΛΟ.
Σύνθημα που πρέπει να μπεί βαθειά στην ψυχή μας, κι εκείνη
 να το κρατήσει σφικτά γιατί τής είναι απαραίτητο.
Εντελώς απαραίτητο, μάλιστα στην τόσο ηθικά πεσμένη εποχή μας.
ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ γιατί πολλές φορές πολλοί από εμάς, ενώ αρχίζουν
 ένα καλό έργο για τον πλησίον μας, το αφήκαμε στη μέση.
Πόσες φορές όμοιοι με τους τέσσερις αχθοφόρους της αγάπης
της σημερινής ευαγγελικής περικοπής δεν ξεκινήσαμε για
να προσφέρουμε κάτι στον αδελφό μας που υποφέρει,
γυρίσαμε όμως πίσω όταν μπροστά μας συναντήσαμε μικρά
ή μεγάλα εμπόδια. Μια σκέψη μέσα μας ή η μεμψιμοιρία του
συζύγου ή της συζύγου : μα όλο θα δίνεις, κοίταξε τον
εαυτό σου, το σπίτι σου!, μας αναχαίτησε να βοηθήσουμε τον
 διπλανό μας, να συμπαρασταθούμε στη χήρα ή στα ορφανά.
Πόσες άλλες φορές, που έπρεπε να παρηγορήσουμε κάποιον,
να συμπαρασταθούμε στον πόνο του άλλου, δεν καμφθήκαμε
 από την μια ή την άλλη δυσκολία. Πόσα οδοφράγματα
συναντάει κανείς στη ζωή του. Πόσα εμπόδια από γνωστούς
και φίλους. Και όταν δεν έχει την επιμονή της αγάπης, υποχωρεί.
Πόσες άλλες πάλι φορές δεν σταματήσαμε την ηθική συμπαράσταση
που αρχίσαμε να προσφέρουμε στο νέο, που έμπλεκε με κακή παρέα,
στον συγγενή μας, που συγκλονι- ζόταν το σπίτι του από
διαφωνίες, γιατί συναντήσαμε τη σκληρή αντίστασή τους ή
 καμφθήκαμε από τα σχόλια που ακούσαμε από τον ένα ή τον άλλο.
Υποχωρήσεις, πολλές υποχωρήσεις έχουν σημειωθεί και
 σημειώνονται κάθε μέρα και από ανθρώπους που γνώρισαν το
 θέλημα του Θεού και ξέρουν τί τους επιβάλει το καθήκον τους.
Ο δρόμος της καταστροφής είναι στρωμένος με καλές αποφάσεις 
που δεν πραγματοποιή- θηκαν.
Άλλοτε πάλι ίσως έχουμε αρχίσει μαζί με άλλους μια καλή προσπάθεια,
ένα κοινωνικό ή φιλανθρωπικό έργο, για την τόνωση και την υλική
 συμπαράσταση των γύρω μας. Αλλ΄ όπως σε κάθε καλό έργο
παρουσιάζονται και εδώ δυσκολίες.
Εγωϊστές άνθρωποι μας λένε :
 « Χριστιανέ μου δεν κοιτάς την δουλειά σου. Τί θέλεις και μπλέκεις με
 συλλόγους και τα τέτοια! Σεις θα σώσετε τους φτωχούς! »
 Λόγια πικρά, που συχνά ακολουθούνται και από άλλα εμπόδια,
που γρήγορα ή αργότερα, κάμπτουν μερικούς, που εγκαταλείπουν
 με διάφορες προφάσεις και δικαιολογίες τέτοιες συλλογικές
προσπάθειες.
Πόσα, αλήθεια, μεγάλα κοινωνικά έργα δεν έχουν σταματήσει
 εξ΄ αιτίας της ελλείψεως της επιμονής για το καλό ,
την πνευματική αναγέννηση της πατρίδος μας.
ΕΡΧΕΤΑΙ όμως για άλλη μια φορά στο διάβα της ζωής μας το παράδειγμα
 των τεσσάρων αυτών αχθοφόρων της αγάπης και μας βροντοφωνεί :
 Αδελφοί μου, μην κάμπτεσθε εμπρός στα μεγάλα εμπόδια. 
Αλλά θρονιάστε στην ψυχή σας την ιερή απόφαση να επιμένετε 
στην εκτέλεση κάθε καλού έργου αγάπης, που αρχίζετε. 
Ο επιμένων νικά. Κατακτά τη νίκη του καλού! 
Τη νίκη της αγάπης!

Σάββατο, Ιουλίου 12, 2014

Κήρυγμα Κυριακής Ευαγγέλιον (Κυριακής Πατέρων Δ Οικουμενικής Συνόδου). «Ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη» Αρχιμανδρίτης Σπυρίδων Πετεινάτος

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που αποκτά ο Χριστιανός από τότε που θα ακολουθήση συνειδητά τη χριστιανική ζωή είναι η δημοσιότητα. Στρέφονται επάνω του ερευνητικά τα βλέμματα των άλλων και τον παρακολουθούν. Και να θέλη να κρυφθή, δεν το κατορθώνει. Αυτό τονίζει ο Κύριος με τα παραπάνω λόγια. Όπως, λέγει, δεν μπορεί να κρυφθή μια πόλις που είναι κτισμένη επάνω σ΄ένα βουνό, έτσι δεν είναι δυνατόν να μείνη κρυμμένος και ο αληθινός Χριστιανός. Αποκτά οπωσδήποτε μια ιδιότυπη δημοσιότητα.
Τί συντελεί όμως σ΄αυτό; Ο διαφορετικός τρόπος ζωής. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος μετανοεί και αποφασίζει να ζήση σύμφωνα με όσα διδάσκει ο Κύριος, από τη στιγμή εκείνη γίνεται μέσα του μια βαθειά αλλαγή. Αλλάζει πορεία ζωής. Και ενώ μέχρι τότε εβάδιζε το δρόμο που βαδίζουν όσοι ζουν «απηλλοτριωμένοι του Θεού», χωρίς σχέσι με το Θεό, τώρα ξεχωρίζει ακολουθώντας διαφορετική κατεύθυνσι.
Αλλάζει πρώτα – πρώτα τρόπο σκέψεως. Τώρα αποκτά «νουν Χριστού». Σκέπτεται, φρονεί και κρίνει ό,τι και όπως ο Χριστός θέλει ή, τουλάχιστον, αγωνίζεται να σκέπτεται έτσι. Και είναι φυσικό η νοοτροπία του να τον τοποθετή σε διαφορετικώτερο πνευματικό επίπεδο, ώστε να έχη σαν αποτέλεσμα να τον προσέχουν οι άλλοι και να τους κάνη εντύπωσι, να προκαλή το θαυμασμό και το δέος ή, αντίθετα, τις ειρωνίες και την αντίδρασί τους. Ο τρόπος σκέψεως του πραγματικού Χριστιανού δεν συμφωνεί με τη νοοτροπία των ανθρώπων του κόσμου. Παύει να είναι «εκ του κόσμου».
Τη διάκρισι όμως και την έξαρσι των Χριστιανών από τον κόσμο, η οποία δημιουργεί και τη δημοσιότητα του Χριστιανού, την κάνει προ πάντων η διαφορετική ζωή που ζουν. Κάνει ζωηρότατη εντύπωσι στους ανθρώπους του κόσμου η ανωτερότης της ζωής των Χριστιανών. Ο απόστολος Πέτρος το τονίζει αυτό: Οι άνθρωποι του κόσμου, λέγει στους Χριστιανούς, «ξενίζονται μη συντρεχόντων υμών εις την αυτήν της ασωτίας ανάχυσιν» (Α Πέτρ. δ 4). Παραξενεύονται, διότι σεις οι Χριστιανοί δεν τρέχετε μαζί με τους ανθρώπους του κόσμου στον ίδιο δρόμο της ποικίλης ασωτίας. Η εντιμότης, η ειλικρίνεια, η αγάπη και κάθε άλλη αρετή που προσπαθούν να αποκτήσουν ανεβάζουν τους αληθινά πιστούς πολύ πιο ψηλά από το πεδίο που βρίσκονται όσοι είναι υποδουλωμένοι στην ανειλικρίνεια, στον ατομισμό και σε κάθε κακία. Η ζωή της αρετής και του αγιασμού ανεβάζουν τον πραγματικό ο π α δ ό του Χ ρ ι σ τ ο ύ σαν σε κάποιο υψηλό «όρος» και τον κάνουν, χωρίς ο ίδιος να το επιδιώκη, δημόσιον άνθρωπον, περίβλεπτον.
Εκτός όμως από το λόγο που αναφέραμε, τη δημοσιότητα την οφείλει ο Χριστιανός και στη διακήρυξι της πίστεώς του.
Μπορεί οι άνθρωποι να έχουν τις ιδέες τους και τις πεποιθήσεις τους και να τις κρατούν για λογαριασμό τους ή να μη θέλουν να τις φανερώσουν στους άλλους ή και να φοβούνται να τις διακηρύξουν, διότι πιθανόν να προσκρούουν σε συμφέροντα ξένα. Είναι δυνατόν όμως και να μην έχουν καθόλου πεποιθήσεις για να ανακοινώσουν στους άλλους. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με το Χριστιανό. Ο Χριστιανός αισθάνεται να τον ωθή στη διακήρυξι της πίστεώς του μια εσωτερική ανάγκη, που αποτελεί ξέσπασμα τηςεσωτερικής του ζωής κοντά στον Χριστό.
Αυτό διεκήρυξαν οι Απόστολοι του Κυρίου στο Ιουδαϊκό Συνέδριο: «Ου δυνάμεθα ά είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν» (Πραξ. δ 20). Δεν μπορούμε να μη διακηρύξωμε όσα είδαμε και ακούσαμε. Αυτά επαναλαμβάνει και ο κάθε πιστός. Αλλά δεν είναι μόνο ο ζήλος και η εσωτερική ανάγκη του πιστού που τον σπρώχνουν στη δημόσια διακήρυξι της πίστεώς του. Είναι και η εντολή του Κυρίου, η οποία σαφώς και κατηγορηματικώς τον προτρέπει σε κάτι τέτοιο. «Ό εις το ους ηκούσατε κηρύξατε επί των δωμάτων», είπε στους μαθητές του τότε και λέγει και σήμερα. Αυτά δηλαδή που σας φανέρωσα ιδιαίτερα και σε στενό κύκλο έχετε υποχρέωσι να τα διακηρύξετε στους πιο δημόσιους χώρους, για να τα μάθουν όλοι. Να λοιπόν πώς ο Χριστιανός προβάλλεται και με το καθήκον της ιεραποστολής σε ευρύτερους κύκλους και γίνεται έτσι δημόσιος άνθρωπος, αποκτά τη δημοσιότητα που προσιδιάζει στους πιστούς ανθρώπους.
«Ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη». Δεν μπορεί, αδελφοί μου, ο πραγματικός Χριστιανός να κρύψη για πολύ την ιδιότητά του. Θα φανερωθή κατ΄ ανάγκην. Αληθινός Χριστιανός στο τέλος σημαίνει δημόσιος άνθρωπος . Αυτό όμως δημιουργεί μια τρομερή ευθύνη για καθένα που θέλη να είναι και να λέγεται Χριστιανός. Αλλά αν οι δημόσιοι άνδρες δεν μπορούν να φέρωνται κατά τρόπον που να διασύρεται η τιμή και η υπόληψις όχι μόνο του ατόμου τους, αλλά και της θέσεώς τους, πολύ περισσότερο δεν μπορούν οι πιστοί. Γι΄ αυτό χρειάζεται οι Χριστιανοί να ζουν «εν τω φωτί». Να είναι όλη η ζωή τους φως, δηλ. τιμία, αγία, ενάρετη. Να μη τους βρίσκη κανείς κανένα ψεγάδι. Αυτό το ένοιωσαν και το πραγματοποίησαν οι Απόστολοι του Κυρίου. Το πραγματοποίησαν οι αντάξιοι συνεχιστές του έργου τους, οι Άγιοι Πατέρες, των οποίων τη μνήμη γιορτάζουμε σήμερα. Και αφού έχομε κι΄ εμείς την ιδιαίτερη τιμή να είμαστε πνευματικοί τους απόγονοι, καταλαβαίνει πια ο καθένας ότι έχομε ένα λόγο παραπάνω να φανούμε αντάξιοί τους.

Σάββατο, Ιουνίου 21, 2014

Κήρυγμα Κυριακής Ευαγγέλιον (Β Κυριακής Ματθαίου) Ματθ. δ 18 – 23«Δευτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» υπο του Αρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος Πετεινάτου

Πού να το φαντασθούν οι απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες! Η ζωή τους ήταν ως τη στιγμή που τους εκάλεσε ο Κύριος ύσυχη, ομαλή, περιωρισμένη. Ζούσαν, τον πιο πολύ καιρό, στις ψαρόβαρκές τους τραγουδώντας αμέριμνα τα τραγούδια του τόπου τους ή ψάλλοντας ψαλμούς. Το μέλλον τους ήταν προδιαγεγραμμένο. Θα περνούσαν τα χρόνια τους σε μια αδιάκοπη προσπάθεια για το ψωμί τους. Το μονότονο ρυθμό της ζωής τους θα τον έσπαζαν μόνο κάποιες τρικυμίες και μερικές αναποδιές από τις συνηθισμένες στη ζωή των ψαράδων. Και θάσβηναν από τον κόσμο αυτό κάποτε απαλά, χωρίς κανείς σχεδόν να το μάθη. Και θα γινόταν αυτό, αν ο Κύριος με τη σημερινή του πρόσκλησι δεν τους επεστράτευε με μια μεγάλη διπλή πρόσκλησι, που θα άλλαζε την πορεία όχι μόνο της δικής τους ζωής, αλλά και του κόσμου ολοκλήρου. Η μια πλευρά της απέβλεπε στην ατομική τους πνευματική ζωή. Ήταν η πρόσκλησις να ακολουθήσουν τον Ιησούν « Δεύτε οπίσω μου … ». Η πρόσκλησις αυτή να ακολουθήσουν τον Κύριο οι Απόστολοι εσήμαινε την πιο μεγάλη περιπέτεια στην ιστορία της πνευματικής ζωής των ανθρώπων. Από την ησυχία και την αμεριμνησία μιας γαλήνιας ζωής χωρίς βαθειές σκέψεις και ανησυχίες μεταπηδούσαν οι άνθρωποι αυτοί σε μια ζωή εντελώς διαφορετική. Θα έμπαιναν τώρα σε μια ζωή πνευματική, που δεν θα γνώριζε τι θα πη ησυχία και ανάπαυσις, σταματημός και ανάπαυλα.

Πρώτα – πρώτα ξερρίζωσαν τον εαυτό τους από μια νοοτροπία και ένα πνευματικό περιβάλλον, όπου ζούσαν ως τότε, για να μπουν σ΄ένα καινούργιο τρόπο ζωής, σ΄ένα καινούργιο τρόπο σκέψεως. Θα είχαν τώρα να παλέψουν με την ίδια τους τη λογική, που, σαν καθαρά ανθρώπινη λογική, θα επαναστατούσε κάθε στιγμή, καθώς θα άκουγε τα παράδοξα της πίστεως, τις μυστηριώδεις δηλαδή και πρωτάκουστες αλήθειες που θα απεκάλυπτε ο Κύριος. Θα είχαν να αγωνισθούν εναντίον του εαυτού τους, καθώς σε κάθε βήμα με τον Ιησούν θα άκουγαν κάποια « απαρνησάσθω ». Θα είχαν να πορευθούν στο άγνωστο μαζί με τον Ιησούν, νομάδες του Χριστού αυτοί, « τόπον εκ τόπου συνεχώς διαμείβοντες », χωρίς κανένα υλικό όφελος, χωρίς καμμία αναγνώρισι, χωρίς τίποτε από εκείνα που ικανοποιούν την ανθρώπινη ματαιοδοξία και τον ανθρώπινο εγωϊσμό. Θα βάδιζαν και στον πνευματικό τους δρόμο θα συναντούσαν τη λυσσαλέα αντίστασι του άρχοντος του σκότους. Θα αγωνίζονταν εναντίον των « πνευματικών της πονηρίας », τα οποία με κάθε μέσον θα ήθελαν να τους εκμηδενίσουν και να τους αναχαιτίσουν στην προσπάθειά τους να γίνουν όμοιοι με τον Χριστό μιμητἐς της ζωής Του και ποιητές των έργων Του. Αυτή ήταν η μια πλευρά της περιπέτειας στην οποία εκαλούντο. Είχε όμως και μια άλλη πλευρά. Ο Κύριος καλούσε τους Αποστόλους για μια ιερή και δύσκολη αποστολή.

« … ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων ». Αυτή ήταν η κλήσι τους. Να γίνουν φορείς ενός νέου μηνύματος προς τους ανθρώπους οι Απόστολοι. Και όχι μόνο φορείς μηνύματος, αλλά και αλιείς ψυχών για την βασιλεία του Χριστού. Μια αποστολή μοναδική σε περιπέτειες και κινδύνους.

Σκεφθήτε, για μια στιγμή πώς ξεκίνησαν οι άνθρωποι αυτοί. Ξεκίνησαν χωρίς καμμιά υλική προϋπόθεσι για την προσπάθεια που θα άλλαζε ριζικά την όψι του κόσμου. Ξεκίνησαν χωρίς χρήματα, χωρίς επιχορηγήσεις, χωρίς νομοσχέδια, χωρίς κρατική υποστήριξι, χωρίς κοσμικά μέσα. Ξεκίνησαν για μια υπόθεσι πρωτοφανή και πρωτάκουστη. Έπρεπε να μεταφέρουν ένα παράδοξο μήνυμα στους ανθρώπους. Έπρεπε να κηρύξουν τη σωτηρία των ανθρώπων διά του Χριστού, πράγμα αληθινό καθ΄εαυτό, τόσο όμως δυσάρεστο για τον εγωϊσμό των ανθρώπων, για τις κακές συνήθειες των ανθρώπων, για τα πάθη των αμαρτωλών ανθρώπων. Κανένα φρούριο, κανένα οχυρό δεν είναι τόσο απόρθητο, όσο οι ανθρώπινες καρδιές. Και αυτές τις καρδιές ήταν υποχρεωμένοι να κατακτήσουν οι Απόστολοι.

Πόσους κόπους, πόσες στερήσεις, πόσες αγρυπνίες, πόσους κινδύνους, πόσα κονταροχτυπήματα με τον ίδιο το θάνατο δεν θα στοίχιζαν όλα αυτά! Και ακριβώς όλα αυτά αποτελούν τα επί μέρους στοιχεία της περιπετειώδους ζωής των αγίων Αποστόλων, που δεν εδίστασανκαι με την ίδια την ζωή τους να επισφραγίσουν την μεγαλειώδη περιπέτεια της κλήσεώς τους.

Ο Κύριος, δεν ήλθε να καλέση μονάχα τους Αποστόλους. Ήλθε να καλέση κι εμάς. Μας απευθύνει την ίδια πρόσκλησι. « Δευτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων ». Δεν μας καλεί σε μια ζωή ανέσεων και « βολέματος ». Δεν μας προσκαλεί για μια ζωή, που θα εξασφαλίσωμε την απόλυτη ησυχία και το χουζούρι μας. Σε αγώνα και προσπάθεια μας προσκαλεί. Να τον ακολουθήσωμε. Να γίνωμε φορείς του μηνύματός Του σε ψυχές χαμένες στο πέλαγος του κόσμου. Ας το σκεφθούμε σοβαρώτερα. Ας αναλογισθούμε την τιμή της προσκλήσεώς Του και ας τον ακολουθήσωμε και σήμερα και αύριο και πάντοτε. Ως τη στερνή μας πνοή.

Σάββατο, Μαρτίου 29, 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΛΙΜΑΚΟΣ) « Κύριε, βοήθει μου τη απιστία!» Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΛΙΜΑΚΟΣ)
« Κύριε, βοήθει μου τη απιστία!»
Ο λόγος του δυστυχισμένου πατέρα με το βαρειά άρρωστο παιδί φανερώνει πως η πίστη του ήταν μερική, όχι δυνατή και ολοκληρωμένη. Όταν οι μαθητές απέτυχαν να θεραπεύσουν το παιδί του κλονίζεται και πλησιάζει τον Κύριο με αμφιβολία. « Ει τι δύνασαι, βοήθησον ημίν σπλαχνισθείς εφ΄ ημάς ». Και όταν ο Κύριος τον επιτιμά, λέει : « Πιστεύω Κύριε, βοήθει μου τη απιστία ».
Ούτε ο πόνος του, ούτε τα όσα θα είχε ακούσει για τις θαυματουργικές του Κυρίου θεραπείες ήταν αρκετά να τον υψώσουν στις κορυφές της μεγάλης πίστεως. Ζούσε και ο πατέρας εκείνος στο δραματικό κλίμα της ολιγοπιστίας.
Αλλ΄ όχι μόνο ο πατέρας εκείνος. Και πολλοί άλλοι και εμείς συχνά ζούμε στο κλίμα της ολιγοπιστίας. Δεν είμαστε οι άπιστοι. Είμαστε οι ολιγόπιστοι, οι κλονιζόμενοι. Όταν όλα πάνε καλά, όταν υπάρχει ειρήνη, όταν όλα μας τα δίνει ο Θεός τότε καλά. Όταν όμως έρθει μια συμφορά, μια αρρώστια στο σπίτι, ένας θάνατος, μια οικονομική δυσχέρεια, μια ηθική θλίψη, κλονιζόμαστε. Μοιάζουμε, με τον Απόστολο Πέτρο πάνω στα κύματα. Μόλις σηκώθηκε μια βίαιη πνοή του ανέμου άρχισε να καταποντίζεται. Και δεν κλονιζόμαστε μόνο. Κάποτε φθάνουμε και στην απιστία. Λέμε τὀτε τον σκληρό λόγο : « Δεν ενδιαφέρεται για μένα ο Θεός » ή «με ξέχασε ο Θεός ! »
Το πρωταρχικό αίτιο του κλονισμού αυτού είναι εσωτερικό, βαθύ. Προέρχεται από την ψυχή, που δεν έχει ρίξει ρίζα βαθειά. Από την ψυχή που δεν έχει ρίξει άγκυρα, η οποία να φθάνει και να γαντζώνεται από τον ασάλευτο βράχο. Αρκείται ο άνθρωπος αυτός στην επιφάνεια, στην επιφανειακή πίστη. Πηγαίνει κάπου – κάπου στην εκκλησία, τηρεί μερικά θρησκευτικά καθήκοντα, παρουσιάζεται, όπου τον συμφέρει, άνθρωπος πιστός. Δεν έχει όμως ποτέ ενδιαφερθεί για μια βαθυτέρα αυτοκαλλιέργεια, για μια συστηματική τόνωση της πίστεώς του, ώστε όταν έρθουν οι καταιγίδες, οι άνεμοι και οι βροχές να είναι ακλόνητος. Αυτός κτίζει το πνευματικό του οικοδόμημα πάνω στην άμμο. Γι΄ αυτό όταν λυσσομανά ο βορριάς και οι καταιγίδες ορμητικές παρασύρουν τα πάντα, παρασύρουν και τούτο το οικοδόμημα. Και η πτώση του τότε είναι μεγάλη.
Η ολιγοπιστία πολλών ανθρώπων έχει και μια δεύτερη αιτία: το κλίμα της εποχής μας, που είναι κλίμα αμφιβολίας και κλονισμού της πίστεως στην πρόνοια και στην αγάπη του Θεού, όπως λέγεται συχνά. Τούτα τα κηρύγματα και συγχρόνως ο ρυθμός της εποχής μας, η ταχύτητα, ο θόρυβος, το κυνηγητό των ποικίλων απολαύσεων, σπρώχνουν πολλούς ν΄αδιαφορούν για κάθε τι το πνευματικό, το υπερυλικό, το θεϊκό. Οι γέφυρες με τον Ουρανό είναι μισογκρεμισμένες. Κρατάμε τον Θεό μακρυά μας και ζούμε χωρίς της ελπίδος των ζωογόνο πνοή.

Αλλ΄ο πατέρας του ταλαιπωρημένου εκείνου παιδιού, δεν μένει στην ολιγοπιστία του, προχωρεί, την ομολογεί στον Κύριο, κάνοντας την επανάστασή του. Κάνει το πρώτο βήμα και ζητάει αμέσως να τον βοηθήσει. « Βοήθει μου τη απιστία ». « Βοήθησέ με να υπερνικήσω την απιστία μου ». Και οι μαθητές κάποτε είχαν ζητήσει να τους τονώσει ο Κύριος την πίστη τους, όταν και αυτού βρέθηκαν σε δύσκολες ώρες, είχαν τότε κραυγή ανυψώσει : « Πρόσθες ημίν πίστιν, Κύριε ».
Η προσευχή, που ζητάει ενίσχυση της πίστεως σε ώρες σκληρές, είναι από τις πιο υπέροχες αιτήσεις. Και σήμερα τούτο πολλοί το έχουμε δοκιμάσει. Κάποια ώρα που λυγίζουμε από τον πόνο, που κάμπτεται η εμπιστοσύνη μας στον Θεό, όταν γονατίσουμε και προσευχηθούμε, όταν μπούμε σε μια ήσυχη εκκλησία και ζητήσουμε να μας ενισχύσει την πίστη, με φτερά γυρίζουμε στο σπίτι μας. Ο Κύριος, ο σπλαχνικός Πατέρας περιμένει αυτή την προσευχή, και την ακούει και δίνει την χάρη και την συμπαράστασή Του.
Και όσοι αμφιβάλλουμε για την αλήθεια αυτή, δεν έχουμε παρά στην δύσκολη στιγμή, που θα νοιώσουμε κάποια αμφιβολία, να πούμε : « Κύριε, βοήθει μου τη απιστία !»

\

Πέμπτη, Μαρτίου 20, 2014

Γ’ Κυριακή των Νηστειών – Της Σταυροπροσκυνήσεως. «ΟΣΤΙΣ ΘΕΛΕΙ ΟΠΙΣΩ ΜΟΥ ΕΛΘΕΙΝ » Αρχιμανδρίτης Σπυρίδων Πετεινάτος

ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΑ καί Προσκλητήριο.

 Προσκλητήρια πολλά, ποικίλα, από διαφόρους αρχηγούς και ηγέτες ακούσθηκαν στο διάβα των αιώνων ακούγονται και σήμερα. 

Πάνω όμως απ΄όλα αυτά τα ανθρώπινα προσκλητήρια, που καλούσαν και καλούν τους ανθρώπους σε υλικές απολαύσεις και υλιστικά επιτεύγματα, το Προσκλητήριο, το μοναδικό, το υπέροχο, το θείο ακούγεται είκοσι αιώνες τώρα και επαναλαμβάνεται και στην εποχή μας, απευθυνόμενο σε μικρούς και μεγάλους, σοφούς και αγραμμάτους, σε φτωχούς και πλουσίους. 

«Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού ».

Το θείο αυτό Προσκλητήριο έχει δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που είναι ευκαιρία να μελετήσουμε.

Δεν είναι άνθρωπος αυτός που καλεί. Είναι ο Δυνατός κυρίαρχος και εξουσιαστής του σύμπαντος. 

Και όμως η πρόσκλησή του δεν έχει τίποτε το διστακτικό, τίποτε το πιεστικό. 

Ο τραχύς τόνος ταιριάζει στα χείλη των ανθρώπων με το μικρό κύρος και την περιορισμένη δύναμη.

 Ο μεγάλος όμως Ηγέτης, ο Κύριος και Θεός, που ήρθε στην γη « μορφήν δούλου λαβών », δεν αναγκάζει κανέναν να καταταγεί στον στρατό του. Μολονότι ο άνθρωπος είναι το πλάσμα του,είναι το δημιούργημα των χειρών του, στέκεται με λεπτότητα και σεβασμό εμπρός στην προσωπικότητά του.

Ο Κύριος δεν στρατολογεί. Προσκαλεί ο γλυκύς Ιησούς. Διότι θέλει η παράταξή του να αποτελείται όχι από ανελεύθερα ανδράποδα, αλλά από εθελοντές σταυροφόρους. Θέλει αυτοί που συνειδητά θα φέρουν το τιμημένο όνομα του χριστιανού, να νοιώθουν τον χριστιανισμό, όχι σαν αλυσόδεμα, αλλά σαν δύναμη που εμπνέει την καρδιά και ατσαλώνει την θέληση. 

Γι΄ αυτό, λἐει, όποιος θέλει μπορεί να με ακολουθήσει, ν΄ακολουθήσει τον δρόμο που πρώτος βάδισα:

 τον δρόμο της αρετής και της απαρνήσεως του, κάθε τι που υποβιβάζει τον άνθρωπο.

Αυτό είναι το πρώτο χαρακτηριστικό της θείας αυτής Προσκλήσεως : 

Ο σεβασμός της ανθρώπινης ελευθερίας. 

« Ου βιάζει, ουκ αναγκάζει, αλλ΄έκαστον κύριον της εαυτού προαιρέσεως ποιεί ».

Το δεύτερο χαρακτηριστικό της θείας Προσκλήσεως είναι η ειλικρίνεια του μεγάλου Ηγέτου. 

Από την πρώτη στιγμή που καλεί τους οπαδούς του δεν τους κρύβει την αλήθεια, ούτε προσπαθεί να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα ψευδαισθήσεων και απατηλών ονείρων, όπως συχνά κάνουν όσοι ζητούν να παρασύρουν με το μέρος τους τις μάζες και μάλιστα τους νέους. 

Αυτοί όταν μιλούν στα πλήθη χρησιμοποιούν τις πιο εύηχες λέξεις, τα πιο φαντακτερά συνθήματα. 

Τους μιλούν για την δήθεν δικαιοσύνη, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μουφλαρισμένη αδικία.

 Τους πιπιλίζουν το μυαλό με την δήθεν ελεύθερη ζωή, που οδηγεί όμως στην  υποδούλωση την πνευματική. Τους προτείνουν ανατροπές θεσμών και αξιών.

Αυτό έκαναν και κάνουν πολλοί δήθεν οδηγοί και ηγέτες. 

Αλλ΄ ο Θεάνθρωπος Κύριος κάνει το εντελώς αντίθετο. Απευθύνεται στον εσωτερικό άνθρωπο, όπου βρίσκεται η ρίζα του κακού. Μιλάει στα πλάσματά του με απόλυτη ειλικρίνεια. 

Αποκαλύπτει από την πρώτη στιγμή ότι ο δρόμος στον οποίο τους καλεί είναι ένας δρόμος ανηφορικός.

Αν αποφασίσετε συνειδητά να με ακολουθήσετε, λέει, πρέπει από την πρώτη στιγμή να πάρετε  την απόφαση να αγωνισθείτε, να πολεμήσετε τον κατώτερο εαυτό σας. Όλα εκείνα, που σαν πάθη, σαν κακίες έχουν φωλιάσει μέσα σας, να τα ξεριζώσετε και να βάλετε στην θέση τους την αγάπη, την τιμιότητα, την ειλικρίνεια.

Αυτά λέει ο Αρχηγός και τελειωτής Κύριος με σαφήνεια, καθαρότητα, χωρίς τίποτα ν΄αποκρύψει.

 Και ακόμη ζητάει απ΄όσους ελεύθερα θα τον ακολουθήσουν να σηκώσουν με πίστη,  ελπίδα και χαρά τον σταυρό τους. Κάθε δυσκολία που θα συναντήσουν, κάθε εμπόδιο  για το καλό, να το υπερνικήσουν αγωνιζόμενοι με δύναμη και θάρρος. Κάθε άνθρωπος έχει τον Σταυρό του, μεγαλύτερο ή μικρότερο σταυρό, αυτόν πρέπει να σηκώσει με υπομονή.

Δυστυχώς, όμως μυριάδες είναι εκείνοι οι άνθρωποι που κλείνουν τα αυτιά τους στην πρόσκληση αυτή και ακούνε με προσοχή διαφόρους άλλες προσκλήσεις, που υπόσχονται ελευθερία, ευτυχία, δόξα και μεγαλεία. Και καταντούν ψυχικά ράκη, νοιώθοντας σαν φυλακισμένοι. 

Ποιος θ΄αραδιάσει τα ναυάγια; Ποιος θα μετρήσει τους ναυαγούς; Και ποιος θα βοηθήσει  τους συγχρόνους ανθρώπους ν΄ ακούσουν την θεία πρόσκληση, που καλεί σε ανώτερη ζωή;

Σάββατο, Μαρτίου 15, 2014

Κήρυγμα της Β’ Κυριακής των Νηστειών Αρχιμανδρίτης Σπυρίδων Πετεινάτος

Αδελφοί μου, μην κάμπτεσθε εμπρός στα μεγάλα εμπόδια. Αλλά θρονιάστε στην ψυχή σας την ιερή απόφαση να επιμένετε στην εκτέλεση κάθε καλού έργου αγάπης, που αρχίζετε...
                                

H Κατάστασις του παραλυτικού της σημερινής περικοπής ήταν περισσότερο από δραματική. Ήταν ένας άταφος νεκρός, ανίκανος να πλησιάσει τον Παντοδύναμο Ιησού που βρισκόταν σ΄ένα σπίτι της Καπερναούμ. Για να επιτευχθεί μια τέτοια μετακίνησις θα έπρεπε να βρεθούν μερικοί άνθρωποι, που θα είχαν μια αρετή, την αρετή της επιμονής για την επιτυχία ενός καλού. Και βρέθηκαν τέσσερις πονόψυχοι συμπατριώτες του, που τον μεταφέρουν πάνω σ΄ένα πρόχειρο κρεβάτι.
Όταν όμως φθάνουν στο σπίτι που δίδασκε ο Κύριος είναι αδύνατο να μπούν μέσα από τον μεγάλο συνωστισμό. Παρακαλούν να τους κάνουν τόπο αλλά κανείς δεν τους ανοίγει δίοδο να περάσουν.
Τι θα γίνει τώρα;  Θα πάρουν τον δρόμο της επιστροφής απελπισμένοι και κατάκοποι; ΟΧΙ. Στην ψυχή και των τεσσάρων είναι αναμμένη η φωτιά της επιμονής για το καλό. Και η φωτιά αυτή καίει κάθε εμπόδιο. Είναι αποφασισμένοι να φθάσουν στο τέρμα παρά τα εμπόδια. Και θα φθάσουν. Η επιμονή τους θα νικήσει.
Με πολύ κόπο ανεβάζουν στη στέγη το κρεββάτι με τον άρρωστο. Ανοίγουν ένα μέρος της και τον κατεβάζουν εμπρός στα πόδια του Κυρίου. Θαύμασε τότε ο Θεάνθρωπος την πίστη και επιμονή εκείνων των ανθρώπων και χάρισε στον παραλυτικό την υγεία του, που τόσο ποθούσε.
Υπέροχη η στάση των τεσσάρων εκείνων ανθρώπων, που υψώνουν μπροστά μας με την πράξη τους ένα σύνθημα : ΕΠΙΜΟΝΗ ΣΤΟ ΚΑΛΟ. Σύνθημα που πρέπει να μπεί βαθειά στην ψυχή μας, κι εκείνη να το κρατήσει σφικτά γιατί τής είναι απαραίτητο. Εντελώς απαραίτητο, μάλιστα στην τόσο ηθικά πεσμένη εποχή μας.
ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ γιατί πολλές φορές πολλοί από εμάς, ενώ αρχίζουν ένα καλό έργο για τον πλησίον μας, το αφήκαμε στη μέση. Πόσες φορές όμοιοι με τους τέσσερις αχθοφόρους της αγάπης της σημερινής ευαγγελικής περικοπής δεν ξεκινήσαμε για να προσφέρουμε κάτι στον αδελφό μας που υποφέρει, γυρίσαμε όμως πίσω όταν μπροστά μας συναντήσαμε μικρά ή μεγάλα εμπόδια. Μια σκέψη μέσα μας ή η μεμψιμοιρία του συζύγου ή της συζύγου : μα όλο θα δίνεις, κοίταξε τον εαυτό σου, το σπίτι σου!, μας αναχαίτησε να βοηθήσουμε τον διπλανό μας, να συμπαρασταθούμε στη χήρα ή στα ορφανά.
Πόσες άλλες φορές, που έπρεπε να παρηγορήσουμε κάποιον, να συμπαρασταθούμε στον πόνο του άλλου, δεν καμφθήκαμε από την μια ή την άλλη δυσκολία. Πόσα οδοφράγματα συναντάει κανείς στη ζωή του. Πόσα εμπόδια από γνωστούς και φίλους. Και όταν δεν έχει την επιμονή της αγάπης, υποχωρεί.
Πόσες άλλες πάλι φορές δεν σταματήσαμε την ηθική συμπαράσταση που αρχίσαμε να προσφέρουμε στο νέο, που έμπλεκε με κακή παρέα, στον συγγενή μας, που συγκλονι- ζόταν το σπίτι του από διαφωνίες, γιατί συναντήσαμε τη σκληρή αντίστασή τους ή καμφθήκαμε από τα σχόλια που ακούσαμε από τον ένα ή τον άλλο. Υποχωρήσεις, πολλές υποχωρήσεις έχουν σημειωθεί και σημειώνονται κάθε μέρα και από ανθρώπους που γνώρισαν το θέλημα του Θεού και ξέρουν τί τους επιβάλει το καθήκον τους. Ο δρόμος της καταστροφής είναι στρωμένος με καλές αποφάσεις που δεν πραγματοποιή- θηκαν.
Άλλοτε πάλι ίσως έχουμε αρχίσει μαζί με άλλους μια καλή προσπάθεια, ένα κοινωνικό ή φιλανθρωπικό έργο, για την τόνωση και την υλική συμπαράσταση των γύρω μας. Αλλ΄ όπως σε κάθε καλό έργο παρουσιάζονται και εδώ δυσκολίες.
Εγωϊστές άνθρωποι μας λένε : « Χριστιανέ μου δεν κοιτάς την δουλειά σου. Τί θέλεις και μπλέκεις με συλλόγους και τα τέτοια! Σεις θα σώσετε τους φτωχούς! » Λόγια πικρά, που συχνά ακολουθούνται και από άλλα εμπόδια, που γρήγορα ή αργότερα, κάμπτουν μερικούς, που εγκαταλείπουν με διάφορες προφάσεις και δικαιολογίες τέτοιες συλλογικές προσπάθειες.
Πόσα, αλήθεια, μεγάλα κοινωνικά έργα δεν έχουν σταματήσει εξ΄ αιτίας της ελλείψεως της επιμονής για το καλό , την πνευματική αναγέννηση της πατρίδος μας.
ΕΡΧΕΤΑΙ όμως για άλλη μια φορά στο διάβα της ζωής μας το παράδειγμα των τεσσάρων αυτών αχθοφόρων της αγάπης και μας βροντοφωνεί : Αδελφοί μου, μην κάμπτεσθε εμπρός στα μεγάλα εμπόδια. Αλλά θρονιάστε στην ψυχή σας την ιερή απόφαση να επιμένετε στην εκτέλεση κάθε καλού έργου αγάπης, που αρχίζετε. Ο επιμένων νικά. Κατακτά τη νίκη του καλού! Τη νίκη της αγάπης!
Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος,
Ιεροκήρυξ
Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας





Σάββατο, Φεβρουαρίου 15, 2014

Tο Κήρυγμα της Κυριακής του Ασώτου από τον π. Σπυρίδωνα Πετεινάτο.


Τα είχε όλα στο ευλογημένο σπίτι του πατέρα. Δεν του έλειπε τίποτε.  Ο νεότερος, όμως, υιός της παραβολής δεν το έβλεπε. Είχε τυφλωθεί από το πάθος. Ο νους, θολωμένος καθώς ήτο, δεν μπορούσε να σκεφθεί τίποτε απ’ όλα όσα του έλεγε ο αρχηγός του σπιτιού, ο πατέρας. Αυτός επίμονα ζητούσε ότι του ανήκε. Η κατάληξη όλων των συζητήσεων, πριν αναχωρήσει για τη μακρινή χώρα της ασωτίας, ήταν η ίδια. «Δόσ’ μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας». Όταν όμως «διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού, ζων ασώτως», όταν άρχισε να στερείται και επεθύμει να γεμίσει την κοιλίαν του από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι που βοσκούσε, τότε θυμήθηκε το πατρικό του σπίτι. Μέσα στη φοβερή μοναξιά του, στη τρομερή ανία του εσωτερικού του κόσμου, νοσταλγικά στρέφεται την οικογένειά του. Πόσοι μισθωτοί του πατέρα μου έχουν με το παραπάνω ψωμιά και φαγητά, εγώ δε χάνομαι από την πείνα! Σπίτι μου, που σ’ άφησα, τι κακό που έκανα! Έτσι, βλέπουμε τι σημαντικό ρόλο έπαιξε στην επιστροφή του ασώτου υιού η αγάπη του πατέρα του, η ατμόσφαιρα της οικογένειάς του. Και δεν είναι μοναδικό το φαινόμενο. Πολλά άσωτα παιδιά ηύραν ξανά το δρόμο τους με την βοήθεια του σπιτιού των. Το σπίτι βοηθάει σε αυτές τις περιπτώσεις όταν είναι:
σπίτι μονιασμένο.
Μια οικογένεια διαλελυμένη σπρώχνει τα παιδιά της στις εκτροπές και το έγκλημα. Έχουμε τόσα παραδείγματα καθημερινώς. Συχνά, λέγουν εκείνοι που ασχολούνται με το δράμα της σημερινής νεολαίας ότι η γενεά μας είναι «γενεά χωρίς γονείς». Πράγματι, έχουμε πολλές περιπτώσεις που οι γονείς «λείπουν» στην αγωγή των παιδιών τους. Είναι, καταρχάς, όλες εκείνες οι περιπτώσεις των χωρισμένων γονέων. Το θέμα είναι χιλιοειπωμένο. Είναι, όμως, και οι περιπτώσεις που δεν έχουμε διαζύγιο ή ορφάνια, αλλά οι γονείς «λείπουν» με την πλήρη αδιαφορία τους. Και το εκπληκτικό είναι πως η αδιαφορία για τα παιδιά δεν είναι από τη στέρηση, που κάνει τους γονείς να ρίχνονται στη βιοπάλη. Το φαινόμενο αυτό είναι συχνότερο στους εύπορους. Εκεί, βλέπουμε πολλές φορές, όχι μόνο αδιαφορία για την αγωγή των παιδιών, αλλά και ανοχή, ίσως δε και επιδοκιμασία, στις αταξίες τους.
Μια, όμως οικογένεια που είναι παρούσα στα παιδιά της, ένας πατέρας που τον αισθάνονται στο σπίτι και μια μητέρα που σκεπάζει κάτω από τις στοργικές της φτερούγες τα σπλάγχνα της, δημιουργεί στις ψυχές ένα ηθικό κλίμα. Η χριστιανική αγωγή ριζώνει μέσα στις ψυχές των παιδιών. Έτσι, όταν θα έλθει η κρίση της νεότητος, όταν το παιδί βρεθεί οδηγημένο από την αμαρτία, σε «χώρα μακρυνή», όπως συνέβη με τον «άσωτο υιό», η καλή ατμόσφαιρα του σπιτιού σα μαγνήτης θα τραβά τον παραστρατημένο στην αφημένη και χαμένη ευτυχία του. Όσοι λοιπόν γονείς, που έδωσαν το αίμα της καρδιάς τους για τα παιδιά τους κι εκείνα τους απογοήτευσαν με τις αταξίες τους, ας μην απελπισθούν. Στο σπίτι του πατέρα τους θα γυρίσουν μια μέρα οι «οργισμένοι νέοι». Το σπίτι το μονοιασμένο, με αόρατα νήματα τους κρατεί. Δεν λησμονούν οι «άσωτοι υιοί» την οικογένεια που την ζεσταίνει η αγάπη,
το αγαπημένο σπίτι.
Πολλές τέρψεις ηύραν όλα αυτά τα άμυαλα παιδιά στις χώρες με τα πολύχρωμα φώτα. Τα θελκτικά θεάματα και τα μαγευτικά τραγούδια. Ένα πράγμα όμως δεν ηύραν, την αγάπη. Πολλοί υποσχέθησαν ότι θα τους χαρίσουν αυτό το θείο δώρο. Μάταια όμως. Αντί αγάπης ηύραν ατομισμό και μίσος. Η άδολη, η ανυπόκριτη αγάπη δεν φύεται στα λασπόνερα της αμαρτίας, γιατί αγάπη είναι ο Θεός. Πως ο άγιος των αγίων, ο άσπιλος και αμόλυντος Κύριος να είναι μέσα στο βούρκο της αμαρτίας; «Τις κοινωνία φωτί προς σκότος;». Έτσι, η ψυχή που είναι πλασμένη από το Θεό και δημιουργό της να αγαπά και να ανταγαπάται, δεν ευρίσκει ηρεμία, στη «μακρινή χώρα». Αισθάνεται πως ασφυκτιά μακρυά από το σπίτι του πατέρα της. Φωνάζει γι’ αυτό δυνατά «λιμώ απόλλυμαι», χάνομαι. Λίγη αγάπη, λίγη καλοσύνη. Όλοι γύρω τώρα ωσάν ύαινες ουρλιάζουν και ζητούν να κατασπαράξουν την ψυχή και το σώμα. Τότε ο άνθρωπος της αποστασίας κάθεται «κατ’ έναντι του παραδείσου» που έχασε και οδύρεται. Τι έχει να ελπίζει από τη συνέχεια της άσωτης ζωής; Τι να περιμένει τώρα σ’ αυτή την αθλιότητα; Ο άσωτος κάθε εποχής προσπαθεί τότε να μαζέψει τις αναμνήσεις του για να ζεστάνει την καρδιά του. Και η ανάμνηση ενός σπιτιού αγαπημένου, που άφησε, του δίνει κουράγιο για να πει: «Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ, πάτερ ήμαρτον». Πράγματι, η πατρική καρδιά πάντα κρύβει αγάπη πολύ για όλα τα παιδιά της, μα περισσότερο για τα αδύνατα παιδιά.
Παιδιά, που σας παρέσυρε η ανεμοζάλη του κακού, γυρίστε πίσω στο σπίτι σας. Δεν θα κωφεύσουν στο κτύπημά σας οι γονείς σας. Σας αγαπούν. Σας περιμένουν. Έχουν βγει ήδη στο δρόμο να σας γυρεύουν. Όλα θα τα συγχωρήσουν με την μετάνοιά σας, όπως ο ευσπλαχνικός πατέρας της παραβολής. Και σεις γονείς που είσθε εικόνες του ουράνιου Πατρός δώσετε το φίλημα της αγάπης σας στα σπλάχνα σας και σκεπάστε τα με τη στοργή σας.
*Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος, Ιεροκήρυκας
Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας

Σάββατο, Νοεμβρίου 16, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ ΛΟΥΚΑ «Συνάξω εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου και ερώ τη ψυχή μου: …. Αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου» (Λουκ. ιβ 18,19). Αρχιμανδρίτης π. Σπυρίδων Πετεινάτος

 «Συνάξω εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου και ερώ τη ψυχή μου: …. Αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου» (Λουκ. ιβ 18,19).
Ας προσέξουμε πως διατυπώνει το σχέδιό του ο πλούσιος της σημερινής παραβολής, ποια είναι η λέξις που δεσπόζει στο στόμα και προφανώς στη σκέψι και στην καρδιά του. «Πού συνάξω τους καρπούς μου; Καθελώ μου τας αποθήκας …. Και συνάξω εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου και ερώ τη ψυχή μου». Όλα βασισμένα στο «Μ Ο Υ», ζυμωμένα με ένα παθολογικό εγωϊσμό. Σχέδιο που εκφράζει τις διαθέσεις και τα αισθήματα του πλεονέκτου. Υπολογίζει μόνον τον εαυτόν του, τα μαζεύει όλα για το άτομό του, τα κλειδομανταλώνει όλα για να τα απολαύση μοναχός του. Και το αποτέλεσμα; Γίνεται Μάστιγα και συμφορά για την κοινωνία.
Δεν χρειάζεται προσπάθεια, για να αποδειχθή αυτό. Ας ρίξουμε ένα ερευνητικό βλέμμα γύρω μας, όσο βιαστικό κι αν είναι, θα δούμε την αναστάτωσι που φέρνει αυτό το πάθος της πλεονεξίας στη συνεργασία των ανθρώπων, στις καθημερινές σχέσεις τους. Θα αντιληφθούμε τις φιλονεικίες και διαστάσεις που δημιουργούνται μεταξύ γνωστών και συγγενών, θα διαπιστώσουμε πόσες αντιπάθειες και έχθρες γεννώνται. «Να μην τον ξαναδώ στα μάτια μου τον ατομιστή!» ή «Ούτε την καλημέρα του δεν θέλω πια, ύστερα απ΄αυτό που μου έκανε!» ακούμε συχνά να λέγονται με πείσμα σαν επίλογος της Α ή Β συγκρούσεως για θέματα ειδικά περιουσιακά. Και βλέπουμε δεσμούς φιλίας και αίματος ακόμη να σπάζουν, να θρυμματίζωνται και να αντικαθίστανται από μίση σφοδρά.
Αυτά όμως δεν τα υπολογίζει ο πλεονέκτης. Τίποτε δεν υπολογίζει προκειμένου ν΄αρπάξη, να θησαυρίση. Δίπλα του οι άλλοι, μπροστά στα μάτια του, μπορεί να πεινούν, να κλαίνε, να κρυώνουν, να δυστυχούν. Τι τον ενδιαφέρει αυτόν; Αυτός κοιτάζει μόνο τη δουλειά του. Για τον πλεονέκτη το μόνο που υπάρχει είναι η Αυτού Μεγαλειότης, ο Εαυτός του, εις τον οποίον είναι αφωσιωμένος. Υπάρχει το εγώ του, που το έχει κάμει είδωλο και το λατρεύει και το προσκυνάει. Οι άλλοι; Ά βέβαια υπάρχουν κι αυτοί! Και τους σκέπτεται, πολύ μάλιστα, και ασχολείται με αυτούς. Όταν όμως πρόκειται … να τους απομυζύση, να τους εξαπατήση, για να πλουτίση, ο τρόπος που χρησιμοποιεί λέγεται αθέμιτος συναγωνισμός, απάτη, εκμετάλλευσις, εκβιασμός. « Αυτά, θα τον ακούσουμε να λέη, δεν ισχύουν στη σημερινή κοινωνία. Η φιλία φιλία και το συμφέρον συμφέρον». Με έμβλημα – φανερό ή κρυφό, δεν έχει σημασία – το «άρπαξε να φας και κλέψε νάχης» δεν διστάζει να σκορπίζη γύρω του ο πλεονέκτης πίκρα και θλίψι και να φαρμακώνη τη ζωή του συνόλου, για να ωφεληθή αυτός. Και το αποτέλεσμα; Η κοινωνική αναστάτωσις, η πάλη των τάξεων, το μίσος και η κατάρα στην κοινωνία.
Αλλά τουλάχιστον είναι ο ίδιος ευτυχής; Μόνον όποιος δεν ξέρει τι είναι αυτό το πάθος μπορεί να κάνη μια τέτοια ερώτησι. Η πλεονεξία μπορεί να αφήση χώρο για γαλήνη και ευτυχία;  Μα υπάρχει πιο φοβερό σαράκι απ΄αυτή; Ο άνθρωπος της παραβολής αμέσως μετά την πλούσια καρποφορία των κτημάτων του βυθίζεται σε έγνοιες. «Και διελογίζετο εν εαυτώ λέγων, τι ποιήσω, ότι ουκ έχω πού συνάξω τους καρπούς μου;» Σκέπτεται το ένα, τυραννιέται με το άλλο. Επί τέλους καταλήγει: «Τούτο ποιήσω, καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω». Νέα τρεξίματα, καινούργια προβλήματα. Αν ήταν δυνατόν να βλέπαμε από καμμιά γωνιά το εσωτερικό μερικών ανθρώπων κυριευμένων από την πλεονεξία, ασφαλώς θα τους λυπώμαστε.
Ταλαιπωρίες, αϋπνίες, εκνευρισμοί και στο τέλος συνήθως ένα μεγάλο κενό. Διότι εδώ είναι το εκπληκτικό. Όλα τα κρατάει και τα μαζεύει για τον εαυτό του ο πλεονέκτης και πάντοτε μένει ανικανοποίητος. Κερδίζει 300 ευρώ; Αχ, να κέρδιζε 500 ευρώ! Και 1.000 ευρώ εισόδημα να έχη, ανυπομονεί πότε θα το κάνη 2.000 ευρώ. Επέτυχε την Α θέσι; Πέφτει σε νέες προσπάθειες για να αρπάξη και την Β και την Γ . Κάποιος είπε πολύ χαρακτηριστικά ότι ο πλεονέκτης μοιάζει με τον υδρωπικό. Πίνει, πίνει, φουσκώνει και πάντοτε μένει διψασμένος.
Γιατί αυτό το ανικανοποίητο άραγε, γιατί αυτό το κενό; Διότι απλούστατα η πλεονεξία συνδέεται με την υλιστική αντίληψι της ζωής, που αφήνει άδεια την ψυχή. Το δείχνει αυτό καθαρά το πρόγραμμα του άφρονος πλουσίου. «Και ερώ τη ψυχή μου …. αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου». Καμμιά σκέψι καλοσύνης, κανένα σχέδιο αγαθοεργίας. Ύπνος, γλέντι, φαγητό. Φαγητό, γλέντι, ύπνος. Κανένα αίσθημα αγάπης δεν φυτρώνει μέσα του. Η καρδιά του πλεονέκτου μοιάζει με μια απέραντη έρημο, που τη μια στιγμή την αγκαλιάζει το καυτερό λιοπύρι πόθων αρπαγής και την άλλη η παγερή νύχτα της ταραχής και της μοναξιάς. Πρόγευσις της οργής του Θεού, που αμείλικτη όλο και πλησιάζει.
«Ας τα ακούσουν οι πλούσιοι!» ίσως να σκέπτωνται μερικοί. Κι όμως τα παραπάνω δεν αφορούν μόνον αυτούς. Η πλεονεξία είναι αρρώστια διαδεδομένη σε όλες τις τάξεις. Κυριαρχεί στην καρδιά πλουσίων και φτωχών και εκδηλώνεται με ποκίλους τρόπους. Πόσες δυσαρέσκειες και προστριβές δημιουργεί, συχνά ξεκινώντας από μικρά, μικρότατα πράγματα, στις σχέσεις και αυτών ακόμη των απλών και φτωχών ανθρώπων! Τα θέλει όλα δικά του ο υπάλληλος στο γραφείο, τα θέλει όλα δικά του ο Τεχνίτης  στη δουλειά του, τα θέλει όλα δικά της στο σπίτι η σύζυγος, η θυγατέρα και απαιτούν συνεχώς χωρίς να λογαριάζουν τις ανάγκες των υπολοίπων. Και αυτά δεν είναι άσχετα με την πλεονεξία, συμπτώματα της ίδιας ασθένειας είναι. Μολύνσεις του ίδιου μικροβίου, που απειλεί να μας οδηγήσει στον αιώνιο θάνατο.
Ας εξετάσουμε λοιπόν, προσεκτικά την συμπεριφορά μας, διότι είναι πολύ πιθανόν την ώρα που φουσκώνουν οι φλέβες μας από αγανάκτησι για την πλεονεξία που βλέπουμε γύρω μας  και το δικό μας αίμα να είναι μολυσμένο από τα μικρόβια της ίδιας ασθένειας.
Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος, Ιεροκήρυκας
Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας 

Σάββατο, Νοεμβρίου 09, 2013

Ο καλός Σαμαρείτης και η νέα εντολή Αρχιμανδρίτης Σπυρίδων Πετεινάτος

Η σημερινή παραβολή του καλού Σαμαρείτου είναι ένας ύμνος της αγάπης. Εδώ έχουμε όχι μια απλή και αόριστο φιλολογία περί αγάπης. Το ιερό κείμενο χαρακτηρίζεται για τη συγκεκριμένη αγάπη, την αδελφική, που δείχνει ο Σαμαρείτης στον πληγωμένο Ιουδαίο. Ωραία το λέγει ο Ευαγγελιστής, «Σαμαρείτης δε τις οδεύων ήλθε κατ΄ αυτόν και ιδών αυτόν εσπλαχνίσθη». Κινούμενος απ΄αυτά τα αισθήματα τού προσφέρει τη βοήθειά του με επιμέλεια και πληρότητα.
Ήταν τόσο επικίνδυνος η περιοχή που ευρέθη ο ληστευμένος Ιουδαίος, που η λογική έλεγε πως έπρεπε να φύγη αμέσως ο καλός Σαμαρείτης. Άλλωστε και οι δύο οδοιπόροι που προηγήθηκαν το αντελήφθησαν τόσο καλά το θέμα. Παρ΄ όλα αυτά ο καλός Σαμαρείτης, μένει κοντά του και του προσφέρει ολόθερμη την αγάπη του. Ας ήταν και εχθρός του ως Ιουδαίος, αισθάνεται πως αυτή η πράξι του ήταν ένα χρέος υπέρτατο.
Έτσι αντελήφθησαν την «καινήν εντολήν» του Θεού, όλοι όσοι τον ηγάπησαν «εξ όλης ψυχής και καρδίας και διανοίας». Ο καλός Σαμαρείτης είναι ο πρώτος κρίκος μιας ατελείωτης χρυσής αλυσίδας. Οι πρώτοι χριστιανοί το υπέρτατο χρέος της αγάπης το εφήρμοσαν με «τη λογία», τη φροντίδα για τον πτωχό και πάσχοντα αδελφό. Αν δεν ήταν χρέος η αγάπη δεν θα είχαν έννοια αυτά τα λόγια της εποχής των μαρτύρων : «Επιστάμεθα (=γνωρίζομε) πολλούς παραδεδοκότας εαυτούς εις δεσμά, όπως ετέρους λυτρώσονται (=ελευθερώσουν άλλους πληρώνοντες λύτρα)». Και άλλοι «εαυτούς παρέδωκαν εις δουλείαν» για να θρέψουν αδελφούς τους και πολλές φορές εχθρούς τους. Σε εποχές πείνας και μεταδοτικής θανατηφόρου αρρώστιας, περιέθαλπαν και ενεταφίαζαν ειδωλολάτρας, ενώ οι συγγενείς τους, τους εγκατέλειπαν. Και ο στρατός αυτός των ηρώων και ηρωίδων του χριστιανικού χρέους συνεχίσθη στους μετέπειτα αιώνες μέχρι και σήμερα.
Ας ακούσωμε τι λέγει ο Μ. Βασίλειος : «Πόσους ημπορεί να ελευθερώση από τα χρέη των ένα από τα δακτυλίδια σου; Πόσα πεσμένα σπίτια να σηκώση; Μια ντουλάπα ρούχων σου ημπορεί να ενδύση πλήθος ανθρώπων, που κρυώνουν». Είμαστε «αλλήλων μέλη» και όταν πάσχη ένα μέλος το άλλο έχει χρέος να ενδιαφερθή. «Μηδενί μηδέν οφείλετε ειμή το αγαπάν αλλήλους» (Ρωμ.ιγ΄8). Δεν μπορεί να πή ο χριστιανός αν θέλω αγαπώ, η αγάπη είναι «το χρέος, ως και διδόναι και οφείλειν αεί», κατά τον ιερόν Χρυσόστομον.
Μέσα στην δίνη του ξεφτίσματος πολλών πραγμάτων παρασύραμε και την αγάπη. Έτσι όταν ακούμε τη λέξι αγάπη, αμέσως ο νούς μας τρέχει συνήθως σ΄ένα άλλο είδος  αγάπης , στην αισθηματολογία, τα τρυφερά λόγια και τα όμοια αυτών. Η πραγματική όμως χριστιανική αγάπη δεν έχει καμμία σχέσι με όλα αυτά.
Όπως μας δείχνει το σημερινό Ευαγγέλιο η χριστιανική αγάπη είναι η σκληρότερη απαίτησις που ετέθη ποτέ στον άνθρωπο. Ο Σαμαρείτης καλείται να διακινδυνεύση και τη ζωή του ακόμη προκειμένου να σώση τον τραυματία. Και ο Ιησούς Χριστός, εικών του οποίου είναι ο καλός Σαμαρείτης, εφόρεσε το ακάνθινο στεφάνι, εφορτώθη το βαρύ σταυρό, από άπειρη αγάπη σ΄εμάς και για να εκπληρώση το θέλημα του ουρανίου Πατρός. Και καθένας που καλείται να εφαρμόση την «καινή εντολή» διά μέσου των αιώνων, θα συναντήση μεγάλες δυσκολίες. Δεν είναι καθόλου εύκολο να συγχωρήσω εκείνον ή εκείνην που είπαν τόσα λόγια εις βάρος μου. Πώς ν΄ αγαπήσω αυτούς  που έμπηξαν το μαχαίρι στην καρδιά του σπιτιού μου;
Ο Χριστός όμως φωνάζει «αγαπάτε τους εχθρούς ημών». Και με αυτό θέλει να μας ελευθερώση από τη σκλαβιά και τη δουλεία του μίσους και της εμπάθειας. Όποιος αγωνίζεται να φθάση «εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού», αυτός δεν μπορεί ν΄ αγνοήση την «καινή εντολή», όσο δύσκολη και σκληρή αν είναι στην εφαρμογή της.
Η καινούρια εποχή που έφερε ο Χριστός στον κόσμο, είναι η βασιλεία της αγάπης. Όσο ο άνθρωπος πλησιάζει σ΄αυτή, γίνεται σωστός άνθρωπος. Όσο απομακρύνεται γίνεται νεκρός, ευρίσκεται σε κατάστασι πνευματικής αφασίας, έστω κι  αν κινείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. «Ο μη αγαπών τον αδελφόν μένει εν τω θανάτω» λέγει ο Ευαγγελιστής της αγάπης, Ιωάννης ο Θεολόγος. Γι΄ αυτό πιο πολύ πρέπει να ακουσθούν στην εποχή μας τα λόγια του ιδίου : «Τεκνί μου, μη αγαπώμεν λόγω μηδέ τη γλώσση, αλλ΄ εν έργω και αληθεία» (Α Ιωάν. γ 14 – 18).
                                                                                           Αρχιμ. Σπυρίδων Πετεινάτος
                                                                                  Ιεροκήρυξ Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...