Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Ιουλίου 23, 2014

Η απάντηση της σαλότητας στον πειρασμό της υπερηφάνειας


Πηγή: http://imverias.blogspot.gr/
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Στην αντίληψη των κοσμικών ανθρώπων είναι αδιανόητο και άξιο περιφρόνησης να απαρνηθεί κανείς το συμφέρον του και την κοινωνική του επιφάνεια για την ελπίδα των αιωνίων αγαθών[1]. Εάν η ίδια η κατά Χριστόν ζωή και περισσότερο η αποταγή των μοναχών για τους κοσμικούς αποτελεί αφροσύνη, πόσο μάλλον η σαλότητα είναι γι’ αυτούς αφροσύνη, η οποία αποτελεί μια ακόμα πιο ακραία μορφή άσκησης από αυτή των μοναχών. Όσο η άσκηση προχωρεί σε ανώτερα στάδια και ο αγώνας του μοναχού γίνεται τραχύτερος, τόσο ενισχύεται η εντύπωση και εδραιώνεται η βεβαιότητα για την τρέλα τους.
Αυτού του είδους η πνευματική άσκηση ήταν πολύ δύσκολη και μάλιστα επικίνδυνη, καθώς οδηγούσε το μοναχό έξω από τα μοναχικά και ασκητικά του αιτήματα. Η Εκκλησία απέναντι σ’ αυτούς που την ασκούσαν, έπαιρνε επιφυλακτική ή ακόμη και αυστηρή στάση. Η στάση της αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι, πολλοί μοναχοί  υποκρίνονται τη σαλότητα για δικό τους έπαινο[2]. Όμως οι πραγματικοί διά Χριστόν σαλοί έδρασαν μέσα στο χώρο της Εκκλησίας και συντέλεσαν στην πνευματική ανάπτυξη των πιστών. Είναι διαφοροποιημένοι από τον κόσμο σχεδόν σε όλα, για να δείξουν την απόσταση που χωρίζει τον πνευματικό κόσμο, που είναι το διαρκές παρόν της παρουσίας του Θεού στην ύπαρξη του ανθρώπου, από τον υλικό κόσμο της ρευστής μεταπτωτικής καθημερινότητας.
Η ζωή τους είναι ένα διαρκές και καθημερινό μαρτύριο, πνευματικό και σωματικό. Για να μπορέσει κανείς να δει την πνευματική ελευθερία των διά Χριστόν σαλών μέσα από τις φαινομενικά «ανήθικες» πράξεις, χρειάζεται πολύ Χάρη από τον Θεό. Δεν είναι εύκολο να μελετά κανείς τέτοιους είδους βίους, διότι υπάρχει το ενδεχόμενο να τους παρεξηγήσει, πιθανόν να σταθεί σε μερικά εξωτερικά σημεία και να τους αδικήσει. Μόνον «χαριτωμένοι» άνθρωποι μπορούν να εννοήσουν την εργασία των Αγίων και μάλιστα αυτών που προσποιούνται τον σαλό[3].
Ο σαλός ελέγχει την παράλογη λογική των πολλών, κρίνει την κακία του κόσμου, τη ζωή της αμαρτίας και όχι τον πεπτωκότα. Θέλει να ανατρέψει την ψεύτικη παρούσα πραγματικότητα και να μεταφέρει το μόνιμο μήνυμα της Βασιλείας των Ουρανών, όπου θα κυριαρχεί η κοινωνία της αγάπης με τον Χριστό και τους άλλους.
Ο διά Χριστόν σαλός δεν είναι ο ασκητής που κάνει μία ή μερικές πράξεις σαλότητας και μετά, αφού εκλείψει ο λόγος της προσποίησής του, επανέρχεται στα συνηθισμένα μοναχικά ή καθημερινά του καθήκοντα. Αρνείται, φαινομενικά τουλάχιστον, και τα ασκητικά ιδεώδη, αφού κάνει πράξεις αντίθετες προς αυτά. Η παράξενη διαφοροποίηση αυτής της άσκησης έγκειται στο να ατιμάσει και να ντροπιάσει ο ίδιος ο σαλός ακόμη και το όνομά του με ενέργειες που επισύρουν την αγανάκτηση των γύρω του. Επίσης, απ’ έξω φαίνεται σαν «γελωτοποιός» που διασκεδάζει τον κόσμο[4], όμως από μέσα του υποφέρει και κλαίει. Δεν κλαίει για την κατάστασή του όπου εκουσίως βρίσκεται, αλλά κλαίει επειδή λυπάται τους άλλους, τους αμαρτωλούς, τους αμετανόητους, τους οποίους συμπονάει και συμπάσχει για την τραγική τους κατάντια που ενώ είναι άρρωστοι πνευματικά δεν το γνωρίζουν ή και το χειρότερο έχουν συμβιβαστεί.
Η σαλότητα λοιπόν είναι το τελευταίο στάδιο και ο υψηλότερος βαθμός της ταπείνωσης, η απώλεια κάθε υπόληψης και εκτίμησης. Η καθολική άρνηση του εγώ και η υιοθέτηση της «ανυπαρξίας» για το κοσμικό φρόνιμα σε συνδυασμό με την προβολή και επίδειξη μιας α-νόητης συμπεριφοράς. Αυτό συμβαίνει διότι ο σαλός θέλει να κρύψει τις αρετές του και τα πνευματικά του κατορθώματα από τους άλλους. Την αγιότητά του την γνωρίζει μόνο ο Θεός και μονάχα Αυτός επιτρέπει στις ψυχές που ευεργετήθηκαν   πνευματικά και υπαρξιακά -από κάποιον άγιο σαλό- να αναγνωρίσουν αυτή την παράξενη αγιότητα.
Ο αλλόκοτος βίος και πολιτεία των σαλών, επιβεβαιώνουν ότι, όσο υπάρχει κόσμος και Εκκλησία, θα συνυπάρχει και η δυνατότητα του αγιασμού η οποία είναι πέρα από κάθε ηθικιστική και ευσεβιστική προσέγγιση της βίωσης του Θείου.
Οι δια Χριστόν σαλοί είναι οι πλέον ασυμβίβαστοι άγιοι. Είναι οι άγιοι εκείνοι που τόλμησαν να κάνουν την καθημερινότητά τους μια συνεχής μαρτυρία της Βασιλείας του Θεού. Έχοντας οι ίδιοι το ήθος των κεκοιμημένων ενέπαιξαν τον διάβολο και τα έργα του σκότους, κατάφεραν με την ζωή τους να κρατηθούν στην μακαρία ταπείνωση, αλλά δεν έμειναν μέχρις εκεί. Κάνανε άλλο ένα βήμα, το βήμα του εμπαιγμού του εγωισμού, της υπερηφανείας, της έπαρσης, της οίησης, της φιλαυτίας. Κατάφεραν με την σαλότητά τους να βγάλουν στο φως την επικίνδυνη κοσμική θρησκευτική τυπολατρία και αυτοπροβολή που υποβόσκει μέσα στον εφησυχασμό και στην επανάπαυση της εκκλησιαστική κοινότητας.
Μπορεί η ποιμαντική που ακολούθησαν να ήταν ιδιόμορφή και πέρα από τα ποιμαντικά εκκλησιαστικά σχήματα όμως δεν έπαψε να έχει ως σκοπό την πνευματική αφύπνιση του πληρώματος της Εκκλησίας.
Η ελευθερία του ήθους των δια Χριστόν σαλών που ενσαρκώνεται μέσα στην ζωή τους αλλά και μέσα στην ποιμαντική τους μέριμνα, αποτελεί ένα ακόμα μυστήριο του ανεπάντεχου βιώματος της Χάρης του Παναγίου Πνεύματος.
Ο άγιος δεν συγκινείτε από τα χαρίσματά του. Επειδή είναι ο ίδιος αληθινός, είναι αλλοιωμένος, είναι χαριτωμένος, τα σώζει με το να τα περιφρονεί, με το να δίδει χωρίς ιδιοτέλεια και πάθος, προβάλλοντας πάντοτε τον Δωρεοδότη Κύριο και όχι το εγώ του.
Ο άγιος σαλός καταδικάζει τα είδωλα της αγιότητας, τον εγωισμό και την σεμνοτυφία, και τα αντιμετωπίζει ως δαιμονισμό. Διότι όταν λατρεύεις είδωλα ή το χειρότερο γίνεσαι αυτοείδωλο, βασανίζεις και βασανίζεσαι. Ζεις μέσα στις ψυχρολουσίες του φόβου και της ψευδαίσθησης, μέσα στην αβεβαιότητα της δήθεν βεβαιότητάς σου. Γι’ αυτό και βλέπουμε τους τρελά ερωτευμένους αυτούς ανθρώπους να τολμούν να σέρνονται μέσα στις ταπεινές σκιές της περιφρόνησης παρά να στέκονται στο μέσο των ναών όπου υπάρχει ο κίνδυνος της έπαρσης και της φιλαυτίας, τους βλέπουμε να μάχονται κατά της υποκρισίας και της πνευματικής ρηχότητας των πιστών και να αναρριχώνται οι ίδιοι συμπαρασύροντας ταυτόχρονα μαζί τους και τους πάσχοντες πνευματικά ανθρώπους στα βάθη της μυστηριακής εκκλησιαστικής πνευματικότητας.
Ο δια Χριστόν σαλός είναι το πνευματικό ξυπνητήρι για όλους τους εφησυχάζοντες χριστιανούς οι οποίοι αρκούνται στον στείρο εκκλησιασμό και στην επιφανειακή τήρηση κάποιων κανόνων.
Ο δια Χριστόν σαλός ζει καθαρά μία χαρισματική κατάσταση. Έχει φτάσει στο ατέλεστο τέλος της τελειότητος εν Χριστώ και γι’ αυτό ζει ελεύθερος από κάθε υποκατάστατο ευτυχίας και πληρότητος, περιθωριοποιημένος και μισούμενος από πολλούς, αγαπώντας όμως τους πάντες.
Ζει στον κόσμο, για τον κόσμο, έχοντας όμως πεθάνει για τον κόσμο.
***
[1] Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Περί Παρθενίας, ΒΕΠΕΣ 33, σ. 61. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ, Λαυσαϊκή Ιστορία, PG 34, στ. 1106C- 1107C. Πρβλ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ (Μητροπ, Τρίκκης και Σταγών), Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός κατά τα πατερικά κείμενα, ο.π., σσ. 509-510.
[2] Η Εκκλησία αντιμετώπισε το πρόβλημα των ψευδοσαλών με τον Ξ΄ (60ο) κανόνα της εν Τρούλω Στ΄ Οικ. Συνόδου. Βλ. ΡΑΛΛΗ Γ. – ΠΟΤΛΗ Μ. «Σύνταγμα τῶν Θείων καὶ Ιερών κανόνων», ο.π., σσ. 440 – 442. PG 137, 716.
[3] ΙΕΡΟΘΕΟΥ ΒΛΑΧΟΥ, Παρακλητικά Α’, σελ. 333-334.
[4] «Οἰ δὲ πολίται ἀστειευόμενοι ἔλεγον πρὸς ἀλλήλους: ἄγωμεν, πίωμεν ὅπου ὁ σαλὸς». Βλ. ΛΕΟΝΤΙΟΥ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ διὰ Χριστόν σαλὸς , PG 93, στ. 1713.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
ΠΗΓΕΣ: 
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥΛόγος 19, 7 PG 35.

——–, Επιστολή 101PG 37.

- ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, Προς ΞένηνPG 150.
- ΕΥΑΓΡΙΟΥ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΥἘκκλησιαστική Ἱστορία, τ. Α΄, κα΄, PG 86.
ΙΩ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Βαρλαάμ και Ιωάσαφ 12, PG 96.
- ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣPG 136.
- Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ, Κατά τήν ἔκδοσιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἔκδοση Ἄποστολικής Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐν Ἀθήναις 1993.
- ΙΣΑΑΚ ΣΥΡΟΥΤα Ασκητικά, εκδ. Χ. Σπανός, Αθήνα 1895.
- ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΟΣΧΟΥΛειμώνPG 87γ.
- ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥΟμιλία εἰς την Α᾽ προς Κορινθίους 10, 1PG 61.
——–, Λόγος είς μακάριον Βαβύλαν 11, PG 50.
——–, Εις ΜάρτυραςPG 50. 
——–, Είς άγιον Ιγνάτιον 5, PG 50. 
——–, Ομιλία εἰς τον Άγιον Μάρτυρα Λουκιανόν, PG 50. 
——–, Εις Α’ Θεσ. Ομιλ. 4, 3, PG 62. 
——–, Εις Α’ Τιμ. Ομιλ. 14, 3, PG 62.
- ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΚΥΡΟΥΦιλόθεος Ιστορία, κεφ. 18, Ευσέβιος, PG 82. 
——–, Φιλόθεος Ιστορία, κεφ. 25, Ασκλίπιος, PG 82.
- ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝΠροκατήχησης, 5, PG 33.
- ΛΕΟΝΤΙΟΥ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ, Ο άγιος Συμεών ο διά Χριστόν σαλός, PG 93.
- ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΑΙΓΥΠΤΙΟΥ, Φιλοκαλία, Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», τομ. 7.
- ΜΑΞΙΜΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ, PG 90.
- Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥΒίος καὶ πολιτεία τοῦ οσίου ΑντωνίουΒΕΠΕΣ 33 και 35.
——–, Περί Παρθενίας, ΒΕΠΕΣ 33. 
- Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥΌροι κατά πλάτος, προοίμ3, PG 31. 
- ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥΕκκλησιαστική Ιστορία, βιβλ. 14, κεφ. 50, PG 146. 
- ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ πρεσβυτέρου Κων/πόλεως, Βίος οσ. Ανδρέα του διά Χριστόν σαλού, Αυγουστίνου Ιορδανίτου, PG 111.
- ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ, Είς την θείαν Λειτουργίαν, SC 4. 
- ΟΣ. ΝΕΙΛΟΥ, Προς Ευλόγιον, Γ΄, PG 79. 
- ΠΑΛΛΑΔΙΟΥΛαυσαϊκόνΒίος του αββά Ώρ, κεφ. 9, PG 34.
——–, Λαυσαϊκόν, Περί Σισιννίου, κεφ. 89, PG 34. 
——–, Λαυσαϊκόν, κεφ. ΜΑ΄, Περί της υποκρινομένης μωρίαν, PG 34. 
——–, Περί Πιτηρούν, PG 34.
——–, Λαυσαϊκόν, έκδ. Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος 1980. 
——–, Εκκλησιαστική Ιστορία, βιβλ.17, κεφ. 22, περί Ιωάννου και Συμεών του δια Χριστόν σαλού, PG147.
- ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥΕκατοντάς 1, 23, 29, 32, 35, 49, 60 (σσ. 46, 48-50, 53, 56), έκδ. J. Darrouzes,SC 51, Paris 1957. 
——–, Λόγος 4, Περί μετανοίας και κατανύξεως… και ότι άνευ δακρύων αδύνατος εις καθαρότητα και απάθειαν ελάσαι τινάSC 96, έκδ. Β. Krivosheine, Paris 1963.
- ΦΙΛΟΘΕΟΥ Κωνσταντινουπόλεως του Κοκκίνου, Αγιολογικά Έργα Α΄, έκδ. Δ. Τσάμη, Θεσσαλονικείς Άγιοι, Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών, Θεσσαλονίκη 1985. 
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ: 
- ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΥ ΑΜ., “Η αναγνώρισις των αγίων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία”, Θεολ. 19 (1941-1948).
- ARSENIEV Ν., Russian piety, St. Vladimir Seminary press, 1975.
- ΒΑΡΡΙΑ ΑΡ., Η ποιμαντική του “περιθωρίου”, Περιθωριακότητα και Εκκλησία, τομ. 1, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2004.
- BEHR-SIGEL E., Prière et Sainteté dans lEglise Russe, éd. du Cerf, Paris 1950.
- ΒΟΓΙΑΤΖΗ Δ., Αναλυτικόν Λεξικόν ρημάτων καὶ ονομάτων, τομ. 3ος, Αθήναι 1975.
- ΓΙΑΝΝΑΡΑ ΧΡ., Η ελευθερία του ήθούς, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 21979.
——–, “Οι κατά Χριστόν σαλοί και η άρνηση της αντικειμενικής ηθικής”, Χριστιανικόν Συμπόσιον Δ΄, Αθήναι 1970.
- ΓΚΟΡΑΪΝΩΦ ΕΙΡ., Οι διά Χριστόν Σαλοί, εκδ. Τήνος, χ.χ.
- ΓΚΟΡΙΤΣΕΒΑ Τ., «Η τρέλλα νά είσαι Χριστιανός», Freiburg, 1985,
- DELEHAYE H., Sanctus, Essai sur le Culte des saints dans l Antiquité, Bruxelles 1927.
- ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ (Μητροπ, Τρίκκης και Σταγών), Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός κατά τα πατερικά κείμενα, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Σωτήρος Χριστού, Κέρκυρα 2004.
- ΕΥΔΟΚΙΜΩΦ Π., Η προσευχή της Ανατολικής Εκκλησίας, (μτφρ. Μ. Παπαζάχου – Δ. Τζέρπου), εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1980.
- ERNST BENZ, «Heilige Narrheit», (Periodiko) Kyrios 3, 1938.
- GORAINOFF Ι., Les fols en Christ, Desclee de Brouwer, collection Theophanie, Paris 1983.
- ΖΗΣΗ ΘΕΟΔ. (πρωτοπρ.), Οι εικόνες στην Ορθόδοξη Εκκλησία, εκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 1995.
——–, Η σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου, εκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 1997.
- HAUSHERR I., Penthos, la doctrine de la compunction dans l’ Orient Cretien, (Orient. ChristAnal. 123), Roma 1944.
- ΗΛΙΑΔΗ ΑΜ., Οι βίοι των αγίων της Βυζαντινής περιόδου ως ιστορικές πηγές, Τρίκαλα 2005.
- ΚΑΛΑΝΤΖΑΚΗ Ε. ΣΤ., «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός», Ερμηνευτική ανάλυση των περί δημιουργίας διηγήσεων της Γενέσεως, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2001.
- ΚΟΪΟΥ Ν., Επ’ ελευθερία εκλήθητε, Αυτονομία και Ετερότητα στην Ηθική, εκδ. Αθ. Σταμούλη, Αθήνα 2004.
——–, «Ήθος και Δόγμα στα έργα του Γ. Σωφρονίου», στον συλ. Τόμο: Γέροντας Σωφρόνιος ο Θεολόγος του Ακτίστου φωτός, Μ.Μ. Βατοπαιδίου, 2008, σσ. 204-208.
- ΚΟΡΝΑΡΑΚΗ ΙΩ., Ταρσώ η διά Χριστόν σαλή, Ι. Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, β΄ έκδ. Άγιον Όρος 2004.
- LAMPE G.W.H., A Patristic Greek Lexicon, Oxford 1961.
- Lev Jillet hiéomoine, “Une forme d’Ascèse russe”, Irénikon 3, Monastere de Chovetogne, Belgique 1927, σ. 15. Επίσης, GORAINOFF Ι., Les fols en Christ, Paris 1983.
- Liddell & Scott, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, τόμ. 3ος, ἔκδ. Ανέστη Κωνσταντινίδου, Αθήναι 1904.
- MALONEY G., «Penthos and Apophatic Spirituality», John XXIII Lectures 1 (1966).
- ΜΑΡΤΙΝΗ ΠΑΝ., Ο σαλός Αγ. Ανδρέας και η σαλότητα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, (Διδακτορική διατριβή), εκδ. Τήνος, Αθήνα 1988.
- ΜΑΤΣΟΥΚΑ Ν., Δογματική και Συμβολική Θεολογία, τομ. 3ος, Θεσσαλονίκη 1985.
- Mme Lot-Borodine, «Le mystere du don des larmes dans l’ Orient Cretien, dans la vie spirituelle»,Etudes et documents 48, 3 (1936).
- ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗ ΣΤ. «Το μαρτύριον της σαλότητος», πρακτικά ΙΔ΄ Συνεδρίου: Η Μήτηρ ημών Ορθόδοξος Εκκλησία, Ι. Μ. Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 323-460.
——–, “Η διά Χριστόν σαλότης, μαρτυρία και μαρτύριον”, Γρηγόριος ο Παλαμάς 744, Θεσσαλονίκη 1992, σσ. 959-965.
- ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ (ΝΑΑΜΑΝ) ΑΝΤΡΑ (πρεσβυτέρου), Δόγμα και ήθος στους βίους των διά Χριστόν σαλών, Θεσσαλονίκη 2010.
- ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ Πατρ. Ιεροσολύμων, Πρὸς τὰς προσκομισθείσας θέσεις παρὰ τῶν ἐν Ιεροσολύμοις φρατόρων διὰ Πέτρου τοῦ αὐτῶν μαΐστορος περί τῆς ἀρχῆς τοῦ Πάπα ἀντίρρησις, Ιάσιο 1682.
- ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ Φ., Αδελφοί Καραμάζωφ, Α΄, εκδ. “Βιβλιοθήκη για Όλους”, μτφρ. Δ. Π. Κωστελένου, Αθήνα 1990.
- Ο όσιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2006.
- ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝ., Αγιολογία 1, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1996.
- ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤ., Διαπίστωση και διακήρυξη της Αγιότητος των ἀγίων, έκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1990.
- ΠΑΣΧΟΥ Β. Π., Έρως Ορθοδοξίας, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι41987.
——–, Άγιοι, οι φίλοι του Θεού, εκδ. Αρμός, Αθήνα 1997.
- ΠΕΤΡΙΔΗ ΙΚ., Εμπαίζοντες «Ημείς μωροί διά Χριστόν…», έκδ. Μορφή εκδοθήτω, Αθήνα 2008.
- ΡΑΛΛΗ Γ. και ΠΟΤΛΗ Μ., Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων, τομ. 2, Αθήνα 1852.
- ROCHAU V., «Que savons–nous des fous -pour-le Christ», Rev. Irénikon, 53, 1980
- RYDEN L., The Holly fool, The Byzantine saint, London 1981.
- SAWARD J., Perfect Fools, Folly for Christ᾽s sake in Catholic and Orthodox Spirituality, Oxford University Ρress, 1980.
- ΣΚΑΡΛΑΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ, Λεξικόν τῆς Ελληνικῆς Γλώσσας, (Εν Αθήναις 1852).
- SPIDLIK Τ., Fous pour le Christ en Orient, Dict. Spirituel, tom. V (Paris 1963).
——–, I Grandi Mistici Russi, Roma 1977.
- ΣΤΑΜΟΥΛΗ ΧΡ., “Σαλοί καὶ ψευδοσαλοί στὴν Ορθόδοξη ἁγιολογία”, Γρηγόριος Παλαμάς, τευχ. 721. Θεσ/νίκη 1990.
——–, Η ειδωλολατρία της σύγχρονης πνευματικότητας, Άσκηση αυτοσυνειδησίας, εκδ. «Το Παλίμψηστον», Θεσσαλονίκη 2004.
- ΤΣΑΜΗ Δ., Η διαλεκτική φύσις της διδασκαλίας Γρηγορίου του Θεολόγου, Θεσσαλονίκη 1969.
——–, Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εκδ. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 1999.
——–, Αγιολογία, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1985.
- ΤΣΕΤΣΗ Γ., Η ἔνταξις τῶν ἁγίων στὸ Ἐορτολόγιο, εκδ. Τέρτιος, Κατερίνη 1992.
——–, “Η ἔνταξις τῶν ἁγίων εἰς τὸ ἐορτολόγιον τῆς Ἐκκλησίας”, Ορθοδοξία 37, 1962.
VOGT KARI, «La monial folle du monastère des Tabbenésiotes, Une interpretation du chapitre 34 de l᾽Historia Lausiaca de Pellade», Symbolae Osloenses 62, (1987).
- WARE ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ, «The Fool in Christ as Prophet and Apostle», 6, 2, 1984.
- FEDOTOV G., The Russian Religious Mind, Cambridge-Massachusetts 1966,
ΦΥΤΡΑΚΗ Α., Ταῖς τῶν δακρύων ροαῖς κλαυθμός τῶν μοναχῶν, Αθήνα 1945.
- ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (Παπαδοπούλου) Αθηνών, «Περὶ τῆς ἀνακηρύξεως τῶν ἁγίων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ»Εκκλησία 12, 1934.
Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
πηγή  το είδαμε εδώ

Ἁγίας Παρασκευῆς Ἀντωνίνου τό φρύαγμα ἀνδρικῶς κατέβαλε.

     Ἀντωνίνου τό φρύαγμα ἀνδρικῶς  κατέβαλε.
Ἕνα τροπάριο τῆς σημερινῆς ἀκολουθίας, πού ἀναφέρεται στήν Ἁγία Παρασκευή, ἀγαπητοί ἀδελφοί, λέγει ὅτι ἡ Μεγάλη Ἁγία, πού ἑορτάζουμε σήμερα, παρ᾿ ὅτι ἦταν γυναίκα καί μάλιστα νεαρῆς ἡλικίας, ἀνδρικῶς καί γενναίως ἐνίκησε τήν μανία τοῦ αὐτοκράτορα Ἀντωνίνου. Σέ ἄγρια βασανιστήρια τήν ὑπέβαλε, ἀλλ᾿ ἐκείνη πάντοτε σώα καί ἀβλαβής διέμενε. Πολλά ἦταν τά μαρτύριά της. Ἐμαρτύρησε ἐπί τῆς ἐποχῆς τριῶν αὐτοκρατόρων τῆς Ρώμης. Πάντοτε ὅμως νικοῦσε βοηθείᾳ καί ὅπλῳ τοῦ Σταυροῦ ἡ πάνσεμνος.
Ἀπό τά πολλά μαρτύρια ἕνα μόνο θά ἀναφέρουμε σήμερα. Κάποτε τήν ἔβγαλαν ἀπό τήν φυλακή, στήν ὁποία τήν ἔκλεισαν καί τήν ὡδήγησαν στό στάδιο. Ἐκεῖ ἐλευθέρωσαν ἀπό τό κλουβί του ἕναν δράκοντα, ἕνα θηρίο, ἕνα τεράστιο φίδι, γιά νά τήν κατασπαράξει. Ἐκεῖνο μέ ὁρμή πήγαινε κατ᾿ ἐπάνω της, ἀλλά ἡ Ἁγία δέν πτοήθηκε, δέν τά ἔχασε. Σήκωσε τό χέρι της καί σταύρωσε τό θηρίο. Αὐτοστιγμῇ ἐκεῖνο κόπηκε στά δύο, σάν νά τό χτύπησαν μέ μεγάλο καί δυνατό μαχαίρι. Γιά ὥρα χτυπιόταν μπροστά στά ἔκπληκτα μάτια ὅλων τῶν παρευρισκομένων, ἕως ὅτου ψόφησε.
Αὐτό ἔχει νά μᾶς πεῖ δύο πράγματα, στά ὁποῖα πρέπει νά δώσουμε μεγάλη προσοχή.
1ον. Ἔχουμε ὅλοι μέσα μας θηρία καί φίδια, τά ὁποῖα πρέπει κι᾿ ἐμεῖς νά σκοτώσουμε. Τά πάθη πού φωλιάζουν μέσα μας καί κατατρώγουν τήν ψυχή μας, δέν εἶναι θηρία; Οἱ πολλές ἁμαρτίες, πού τίς ἔχουμε καλά κρυμένες στό βάθος τῆς ὑπάρξεώς μας καί δηλητηριάζουν τήν ζωή μας δέν εἶναι φίδια φαρμακερά; Θά ἔχετε δεῖ, πιστεύω, ἐκείνη τήν εἰκόνα, πού κάποιος ἐξομολογεῖται γονατιστός μπροστά στόν πνευματικό. Ὅπως ἐξαγορεύει τίς ἁμαρτίες του, φίδια βγαίνουν ἀπό τό στόμα του. Ἤ πάλι τό ἄλλο φυλλάδιο, πού ἔχει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου πρό τῆς ἐξομολογήσεως καί μετά τήν ἐξομολόγηση. Στήν πρώτη περίπτωση ἡ καρδιά εἶναι γεμάτη ἀπό ἄγρια θηρία, ἀρκούδα, λύκο, τίγρι, φίδι, βάτραχο, καμήλα κ.ἄ. Στήν ἄλλη ὅλα ἔχουν φύγει καί λάμπει ἡ καρδιά, ἀστράφτει ἀπό τήν καθαρότητα καί τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς πρέπει νά σκοτώσουμε ὅλα τά ἄγρια θηρία, πού φωλιάζουν μέσα μας. Νά καθαρίσουμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Τό 2ο σημεῖο πού πρέπει νά προσέξουμε: Πῶς νίκησε ἡ Ἁγία Παρασκευή; Μέ τό ὅπλο καί τήν δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Αὐτό πάλι θέλει νά μᾶς πεῖ, ὅτι πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε τόν Τίμιο Σταυρό. Νά σηκώνουμε τό χέρι μας καί νά σχηματίζουμε κανονικά τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ στό σῶμα μας. Ἔτσι ἔχουμε ἀσφάλεια καί προστασία. Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου γίνεται τεῖχος καί ὀχύρωμα. Γίνεται ἀσπίδα, πάνω στήν ὁποία χτυποῦν τά πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ καί ἐξωστρακίζονται, γυρίζουν πίσω. Τό τονίζω ὅμως, νά σχηματίζουμε κανονικά τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, γιατί αὐτό φοβᾶται ὁ διάβολος. Φρίττει καί τρέμει μή φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τήν δύναμιν. Δυστυχῶς οἱ περισσότεροι δέν ξέρουν νά κάνουν σωστά τόν Σταυρό τους. Κάνουν κάτι ἀκανόνιστα καί ἀκαθόριστα σχήματα, τά ὁποῖα ὁ διάβολος δέν τά φοβᾶται, τά κοροϊδεύει , δέν ἔχουν τήν δύναμη νά μᾶς βοηθήσουν.
Σᾶς ὑπενθυνίζω ἕνα μόνο παράδειγμα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη: Οἱ Ἰσραηλίται ἀφοῦ πέρασαν τήν Ἐρυθρά Θάλασσα, ἐπί σαράντα ἔτη μέσα στήν ἔρημο πολεμοῦσαν μέ διάφορους εἰδωλολατρικούς λαούς. Κάποια φορά πολεμοῦσαν τούς Ἀμαληκίτες. Ὁ Μωϋσῆς προσευχόταν πάνω σ᾿ ἕνα λόφο, μέ ἁπλωμένα τά χέρια, ἔτσι πού σχημάτιζαν σταυρό μέ τό σῶμα του. Συνέβαινε δέ τοῦτο τό παράδοξο: Ὅσο ὁ Μωϋσῆς σχημάτιζε σταυρό, νικοῦσαν οἱ Ἰσραηλίται. Ὅταν κουραζόταν καί τά κατέβαζε, νικοῦσαν οἱ ἐχθροί. Τότε πῆγαν κοντά του δύο νέοι, ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ καί ὁ Ὤρ, οἱ ὁποῖοι κρατοῦσαν τά χέρια του ἁπλωμένα καί ἔτσι νίκησαν οἱ Ἑβραῖοι.
Ἔχοντας αὐτό ὑπ᾿ ὄψη ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης λέγει: Ἄν κι᾿ ἐσύ, ἀδελφέ μου, θέλεις νά νικήσεις τόν νοητό Ἀμαλήκ, τόν διάβολο, μή κατεβάζεις τά χέρια σου καί μή λύεις τό νικητικό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Νά σηκώνουμε τά χέρια μας στόν οὐρανό καί νά προσευχώμαστε. Ἄς προσέξουμε ὅμως τά χέρια μας νά εἶναι καθαρά ἀπό ἁμαρτίες, ἀπό ἀδικίες, ἀπό ἐγκλήματα, γιά νά ἀκούει ὁ Θεός τίς προσευχές μας καί νά ἱκανοποιεῖ τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας.
Ἀλλά καί πάλι δέν εἶναι ἀρκετό νά ἔχουμε χέρια καθαρά. Χρειάζεται καί κάτι ἀκόμη, σοβαρό καί σπουδαῖο. Κάποτε κάποιος προσευχόταν στό Θεό καί ὕψωνε τά χέρια του. Κοίταξε, Θεέ μου, τά χέρια μου, ἔλεγε. Εἶναι καθαρά ἀπό ἁμαρτίες. Καί ὁ Θεός τοῦ ἀπάντησε, καθαρά, ναί, ἀλλά ἄδεια. Ὥστε δέν φτάνει μόνο νά ἀποφεύγουμε τήν ἁμαρτία, ἀλλά νά ἐργαζώμεθα καί τό ἀγαθόν. Στήν καρδιά μας νά μή ὑπάρχουν ἀσφαλῶς φίδια, οὔτε θηρία, οὔτε ἀγκάθια, ἀλλά νά εἶναι γεμάτη ἀπό ἀρετές καί καλωσύνες. Ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν, αὐτό ζητάει ὁ Θεός.
Ἄς μάθουμε λοιπόν, νά χρησιμοποῦμε καί νά ἀξιοποιοῦμε τό ὅπλο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Μέ τήν δύναμή του, μέ τίς εὐχές τῆς Ἁγίας ἐνδόξου Ὁσιοπαρθενομάρτυρος Παρασκευῆς τῆς ἀθληφόρου καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, θά νικοῦμε σ᾿ αὐτήν τήν ζωή τούς ὁρατούς καί ἀοράτους ἐχθρούς καί θά πορευώμεθα τόν δρόμο πού μᾶς βγάζει στόν οὐρανό. Τοῦτο τό Ξύλον εἰσάγει πάλιν ἡμᾶς εἰς τόν Παράδεισον. Ἀμήν.-

Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΝΑΣ ΒΡΑΧΟΣ ΑΡΕΤΗΣ +ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ


H  αγία Παρασκευή δεν ήταν μία συνηθισμένη γυναίκα. Ήταν ένα πνευματικό μετέωρο, ένας βράχος αρετής, ακλόνητος μέσα στον ωκεανό της διεφθαρμένης κοινωνίας.

Σ” αυτήν εφαρμόζουν εκείνα που είπε ο Xριστός, ότι· Aυτός που ακούει τα λόγια μου και τα τηρεί, μοιάζει μ’ ένα σπίτι κτισμένο στο βράχο, που έρχεται η βροχή και οι άνεμοι και οι ποταμοί, πέφτουν επάνω του, μα το σπίτι δεν κλονίζεται (βλ. Mατθ. 7,24 – 25). Kαι η αγία Παρασκευή ήταν βράχος αρετής. Πέσανε πάνω της κύματα αφρισμένα, τα μεγαλύτερα κύματα της ζωής.

Πρώτα – πρώτα έπεσε πάνω της το κύμα της διαφθοράς. Δε γεννήθηκε σε χωριό. Γεννήθηκε στην πιο διεφθαρμένη πόλη, που η αγία Γραφή την ονομάζει Bαβυλώνα του κόσμου για τη διαφθορά της (βλ. Απ. 17,5). Γεννήθηκε στη Pώμη, σ’ ένα προάστιο της Pώμης. Kαι όμως στάθηκε στο ύψος της. Ήταν ένα κρίνο μέσα στον κοπρώνα της κοινωνίας.

Ας τ’ ακούσουμε αυτό  όλοι, που άμα δούμε καμιά γυναίκα να παραστρατεί λέμε· Φταίει η κοινωνία. Nαι, φταίει η κοινωνία, δεν το αρνούμαι. Αλλά φταίει και η ίδια. Δος μου μιά γυναίκα που ν” αγαπάει το Xριστό σαν την αγία Παρασκευή, και ρίξε την στην πιό διεφθαρμένη κοινωνία. δεν θα μπορέσει κανένα κύμα και κανένας διάβολος να την κλονίσει.

Mόλις έφυγε το ένα κύμα, έπεσε πάνω της άλλο σφοδρότερο, το κύμα της ορφάνιας. Φοβερό το κύμα αυτό. Ωρφάνεψε η αγία Παρασκευή και από πατέρα και από μάνα. Γι’ αυτό είναι προστάτης των ορφανών. Ωρφάνεψε σε ηλικία τέτοια, που τα παιδιά γίνονται έρμαια αδιστάκτων εμπόρων που τα εκμεταλλεύονται. Αλλά και την ορφάνια την κράτησε ψηλά. Eίχε μέσα της μεγάλο πόθο αγιότητος, παρθενικής ζωής και αξιοπρεπείας.

Αλλοίμονο στη γυναίκα που δεν έχει μεγάλους πόθους. ΄Oσο ψηλά και να βρίσκεται, όσα διπλώματα και να έχει, είναι αξιοθρήνητη. Προτιμότερη μια αγράμματη χωριάτισσα, που είναι σαν το κρίνο, σαν τα λουλούδια που φυτρώνουν στα βράχια της πατρίδος μας.

Έπεσαν λοιπόν επάνω της τα κύματα της διαφθοράς και της ορφάνιας, αλλά έμεινε απτόητη. Γι’ αυτό την ονομάζω βράχο. Έπεσε ακόμη επάνω της το κύμα του χρήματος, του πλούτου. Mετά το θάνατο των  ευσεβών γονέων της έμεινε μόνη κληρονόμος στην τεραστία περουσία που της άφησαν.

Kάθε άλλο κορίτσι θα σκεπτόταν διαφορετικά. Θ’ αγόραζε μεταξωτά ρούχα, θα έβγαινε σε χορούς και διασκεδάσεις, θα έτρεχε δεξιά κι αριστερά, θα πήγαινε ταξίδια, θα έκανε όλα τα κέφια της αμαρτωλής ζωής. H αγία Παρασκευή όμως έκανε το αντίθετο. Η συνεχεια εδώ

Mεγάλος πειρασμός το χρήμα. Προτιμότερο να είσαι μια ευλογημένη πτωχούλα. Tρισευλογημένα τα καλυβάκια, παρά τα μεγάλα σπίτια. Γιατί μέσα στις καλύβες κατοικούν διαμάντια, ενώ  μέσ’ στά παλάτια και τα μεγάλα σπίτια κατοικούν πολλές φορές υπερήφανες ψυχές, που δεν τις αγαπάει ο Xριστός.

Έπεσε το χρήμα στα χέρια της αγίας Παρασκευής. Mα έκανε ό,τι και ο άγιος Αντώνιος, που είχε κι αυτός κληρονομήσει τεραστία περιουσία. Mπήκε μια μέρα στην εκκλησία. Tέντωσε το αυτί του κι άκουσε τον παπά, που διάβαζε το Eéαγγέλιο· «Πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς» (Mατθ. 19,21). Nα τα πουλήσεις όλα και να τα δώσεις στους φτωχούς. T’ άκουσε ο Αντώνιος. Kαι δεν είπε· Αυτά τα λέει ο Xριστός για τους άλλους. Αλλά είπε· Για μένα τα λέει. Kαι μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς. ΄Oπως λοιπόν εκείνος άκουσε τα λόγια του Xριστού, έτσι και η αγία Παρασκευή. Kράτησε μόνο ένα μικρό ποσό, και μ’ αυτό έκανε ταμείο μιας αδελφότητος παρθένων ορφανών γυναικών, που ήταν αφωσιωμένες στο κήρυγμα, στη διαφώτιση και στη φιλανθρωπία.

Έπεσαν επάνω στην αγία Παρασκευή τόσα αφρισμένα κύματα. Έπεσε τέλος και το κόκκινο κύμα του αίματος! Ήταν εποχή, που μόνο ν’ ακουγόταν ότι είσαι Xριστιανός, σε συνελάμβαναν. Tην έπιασαν την ώρα που είχε μαζεμένες κοπέλες και τις εδίδασκε. Tην οδήγησαν μπροστά στον κριτή. Tην ερώτησαν· ―Eίσαι Xριστιανή; Απήντησε· ―Kαυχώμαι που είμαι Xριστιανή. ―Σου δίνουμε, της είπαν, τρεις μέρες διορία, για ν’ αρνηθείς το Xριστό. ―Oχι, απήντησε η αγία, δεν χρειάζεται να μου δώσετε προθεσμία· από τώρα είμαι αποφασισμένη να θυσιάσω τη ζωή μου για το Xριστό. Kάντε ό,τι θέλετε.

Kαι άρχισε το μαρτύριό της. Tη ρίξανε σε μπουντρούμι στις φυλακές. Tην χτύπησαν με βούνευρα. Tην έρριξαν σε άγρια θηρία. Tήν έρριξαν μέσα σε καζάνι μb πίσσα και λάδι που εκόχλαζε. Tήν υπέβαλαν σε πολλά είδη μαρτυρίου, αλλά όλα τα νίκησε δια της δυνάμεως του Xριστού.

Tέλος έφτασε η ώρα της. Tην πήγαν μέσα σ’ έναν ειδωλολατρικό ναό με αγάλματα των ψεύτικων θεών. Γονάτισε, έκλεισε τα μάτια της και έκανε μια μυστική προσευχή στο Θεό. Αμέσως έγινε σεισμός. Tα αγάλματα έπεσαν κατά γης και έγιναν κονιορτός.

Ε, δεν υπέφεραν πλέον. Xίλια βάρβαρα χέρια ειδωλολατρών την άρπαξαν, την έσπρωξαν προς τα έξω και την πήγαν στον τόπο της εκτελέσεως. Tο μέτωπό της ακτινοβολούσε σαν τον ήλιο. Γονάτισε, προσευχήθηκε και εéχαρίστησε το Θεό. Tέλος άστραψε το ξίφος του Pωμαίου στρατιώτου. Kαι ενώ η τιμία κεφαλή της έπεφτε κάτω και το αίμα της επότιζε τη γη, η ψυχή της, λευκή σαν περιστέρι, φτερούγισε στους ουρανούς.

Από τότε πόσα χρόνια πέρασαν! Mα όσο υπάρχει κόσμος, το όνομα της αγίας Παρασκευή θα είναι αιώνιο. Γιατί «εις μνημόσυνον αιώνιον έσται δίκαιος» (Ψαλμ. 111,6).
* * *

Αδελφοί μου,

H αγία Παρασκευή είναι παράδειγμα για όλους μας. Αλλά προπαντός είναι υπόδειγμα εναρέτου βίου και πίστεως για τις γυναίκες και τις νέες. Σ’ αυτή την εποχή της μεγάλης διαφθοράς είναι το υπόδειγμα και ο καθρέπτης της γυναικείας αρετής.

Zούμε σε εποχή Bαβυλώνος, εποχή Αποκαλύψεως, που ο διάβολος εφρύαξε. Προσπαθεί να βλάψει τον κόσμο όλο. Αλλά προπαντός πολεμά με λύσσα για να βλάψει και να μολύνει τα κορίτσια και τις γυναίκες. Θέλει να μην αφήσει κορίτσι αμόλυντο.

Πολεμάει με αισχρά περιοδικά και εφημερίδες. Εμόλυνε τα κορίτσια μας με τα αισχρά έντυπα, με τους κινηματογράφους, με τις τηλεοράσεις, που είναι σχολεία εγκλήματος και ατιμίας. Tα εμολύνε με τα μικτά λουτρά, με τις αισχρές φωτογραφίες, με τους χορούς της διαφθοράς, με τα πάρτυ. θα φτάσει μέρα, που δεν θα βρίσκεις κοπέλα αγνή. Tι θα κάνουμε;

Στα όπλα, αδελφοί μου, στα όπλα! Όχι στα υλικά όπλα, αλλά στα πνευματικά. Πατέρες, μάνες, κοιτάξτε την τιμή των κοριτσιών σας.

Tελείωσα. H μάλλον δεν τελείωσα. Θέλω πληρωμή. Ποια πληρωμή; Λεφτά; Kαλόγηρος είμαι και σας τα χαρίζω. Δεν θα κλείσω την ομιλία, αν δεν ικανοποιηθεί η ψυχή μου.

Θέλετε τα σπιτάκια σας να είναι ευλογημένα και τα κορίτσια σας ασφαλισμένα; Σήμερα, της αγίας Παρασκευής, θα σας παρακαλέσω όλους να κάνετε τρία πράγματα. Tο πρώτο· να πάτε κατ’ ευθείαν στο σπιτάκι σας, να ψάξετε παντού, και όπου βρείτε έντυπα και φωτογραφίες αισχρές, να τα μαζέψετε και ν’ ανάψετε άγια φωτιά και να τα κάψετε όλα. Tο δεύτερο· σας συνιστώ σήμερα, να πάτε ν’ αγοράσετε το συναξάρι της αγίας Παρασκευής και μια εικόνα της, να την κρεμάσετε, και να πείτε στο παιδί σας· Kόρη μου παιδί μου, να γίνεις σαν την αγία Παρασκευή. Kαι το τρίτο ποιο είναι; Αφού κάνετε αυτά τα δυό, ν’ ανάψετε ένα κερί γιά τις παραστρατημένες γυναίκες, εκείνες που ζουν μέσα στο βούρκο και στην ατιμία, και να πείτε στην αγία Παρασκευή· Αγία Παρασκευή, εσύ που είσαι κρίνο τ’ ουρανού, βοήθα, οι γυναίκες της Eλλάδος, οι γυναίκες όλου του κόσμου να γυρίσουν κοντά στην Παναγιά, κοντά στο Θεό, κοντά στην Eλλάδα, για να έχουμε όλοι τη σκέπη της αγίας Tριάδος, της οποίας οι ευλογίες είθε να είναι μετά πάντων ημών. Αμήν.

† επίσκοπος Αυγουστίνος

(παλαιά ομιλία, εκφωνηθείσα προ του 1967 εις το Xαϊδάρι – Αθηνών)

Εορτή της αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου) Η θαυματουργός Αγία Παρασκευή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασσίου κ.. Ιεροθέου


Η αγία Παρασκευή τιμάται όχι μόνον από τις γυναίκες εκείνες που φέρουν το όνομά της, αλλά και από όλους τους Χριστιανούς. Αυτό γίνεται ιδιαιτέρως στην Επαρχία μας, αφού υπάρχουν πολλοί ενοριακοί ναοί, αλλά και εξωκκλήσια που τιμώνται στο όνομά της και αυτήν την ημέρα πανηγυρίζουν λαμπρώς.
Ο βίος της αγίας Παρασκευής είναι θαυμαστός. Οι γονείς της ήταν ευσεβείς και ενάρετοι, η γέννησή της έγινε με την επέμβαση του Θεού, η ίδια μεγάλωσε με χριστιανικό τρόπο, διένειμε την περιουσία της στους πτωχούς, έγινε μοναχή, κήρυττε τον Χριστό, τον ομολόγησε και τελικά υπέστη πολλά βασανιστήρια και εμαρτύρησε για την αγάπη του Χριστού. Έτσι λέγεται οσιοπαρθενομάρτυς.
Υπάρχουν εικόνες που παρουσιάζουν την αγία Παρασκευή να κρατά με τα χέρια της ένα πιάτο μέσα στο οποίο υπάρχουν δύο μάτια. Αυτή η παράσταση αναφέρεται σε ένα θαύμα που επετέλεσε η Αγία. Ένα από τα μαρτύριά της ήταν ότι την έβαλαν μέσα σε ένα πυρακτωμένο λέβητα μέσα στον οποίο υπήρχε καυτό λάδι και αναμμένη πίσσα. Παρά ταύτα η Αγία, με την Χάρη του Θεού, όχι μόνον δεν καιγόταν, αλλά και φαινόταν ωσάν να δροσιζόταν. Ο Βασιλεύς που παρακολουθούσε το μαρτύριο, θαυμάζοντας για το γεγονός αυτό, της είπε να του ρίξη λίγο από το λάδι και την πίσσα για να διαπιστώση εάν είναι καμμένα. Μόλις η αγία Παρασκευή του έρριξε λίγο από αυτά αμέσως τυφλώθηκαν οι οφθαλμοί του. Τότε παρεκάλεσε την Αγία να ικετεύση τον Θεό να του δώση πάλι το φως των οφθαλμών του, πράγμα που έγινε με την προσευχή της. Αυτό το θαύμα μας υπενθυμίζει η συγκεκριμένη εικόνα της αγίας Παρασκευής.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πολλοί άρρωστοι, των οποίων πάσχουν τα μάτια, θεωρούν την αγία Παρασκευή ως προστάτη τους και την παρακαλούν να επέμβη θαυματουργικά και να τους θεραπεύση. Οι άγιοι, με την βοήθεια του Θεού, είναι ιατροί των ψυχών και των σωμάτων μας. Σε αυτούς καταφεύγουμε όταν έχουμε διάφορα προβλήματα και ζητούμε την βοήθειά τους. Βέβαια, θεολογικά λέμε ότι δια των αγίων ενεργεί Αυτός ο Ίδιος ο Θεός, αφού οι άγιοι είναι φίλοι και θεράποντες του Χριστού.
Κατ’ επέκταση, η αγία Παρασκευή μπορεί να θεωρηθή και ιατρός των ασθενειών του ψυχικού οφθαλμού που είναι ο νους μας. Πέρα από τον οφθαλμό του σώματος έχουμε και τον οφθαλμό της ψυχής με τον οποίο μπορούμε να δούμε την δόξα του Θεού. Και όπως τα σωματικά μάτια αρρωσταίνουν, έτσι αρρωσταίνει και ο οφθαλμός της ψυχής. Επειδή είναι άρρωστος ο ψυχικός οφθαλμός, γι’ αυτό και είμαστε πονηροί, και δεν μπορούμε να δούμε τον Θεό. Η αίρεση, η αθεΐα, η άγνοια του Θεού, και πολλές άλλες ψυχικές ασθένειες είναι αποτέλεσμα του ότι πάσχει ο πνευματικός οφθαλμός.
Ο Προφητάναξ Δαυίδ λέγει σε έναν ψαλμό: «φωτιείς μοι το σκότος». Μέσα μας υπάρχει σκότος γιατί τυφλωθήκαμε ψυχικά και δεν μπορούμε να δούμε την δόξα του Θεού. Γι’ αυτό και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς προσευχόταν στον Χριστό: «φώτισόν μου το σκότος».
Σήμερα εορτάζουμε και πανηγυρίζουμε την αγία Παρασκευή, που έζησε με τον Χριστό και μαρτύρησε για την δόξα Του. Είναι η προστάτης και όλων εκείνων που έχουν πρόβλημα στα σωματικά τους μάτια, αλλά και όλων μας που έχουμε πρόβλημα με τους ψυχικούς μας οφθαλμούς και δεν μπορούμε να δούμε την αγάπη του Θεού, δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε τα πάθη μας, την ανάγκη που έχουν οι διπλανοί μας, αλλά δεν μπορούμε να δούμε και τον τρόπο με τον οποίο θα σωθούμε. Κι αν παρακαλέσουμε την αγία Παρασκευή με πίστη θα μας θεραπεύση.
Εύχομαι σε όλους σας χρόνια πολλά και ευλογημένα. Η αγία Παρασκευή να σας προστατεύη σε όλη σας την ζωή, με την δύναμη και Χάρη του Χριστού.
† Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

Ἡ Ἁγία Παρασκευή. Ἡ παρθένος, ἡ ἀπόστολος καί μάρτυς. +Ἀρχιμ. π. Μάρκου Κ. Μανώλη

Οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι θά δεχθοῦν τήν παρθένο, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι θά δεχθοῦν τήν ἀπόστολο καί οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες θά ὑποδεχθοῦν τήν μάρτυρα.
Ὅλοι στό πρόσωπο τῆς ἐνδόξου ὁσιοπαρθενομάρτυρος Παρασκευῆς, πού ἑορτάζομε, πρόκειται νά συνδυάσουν αὐτά τά τρία μεγάλα καί θαυμαστά, ὅτι δηλαδή ὑπῆρξε παρθένος καί ἀκόμη δέν κράτησε τόν θησαυρό τῆς πίστεως μόνο διά τόν ἑαυτόν της, ἀλλά ἐργάσθηκε μέσα σέ πολύ μεγάλες δυσκολίες τόν 2ο αἰώνα μετά Χριστόν, μέσα στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας, διά νά λάμψη ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ μας, τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καί σέ ἄλλες ψυχές καί ἔτσι ἀνεδείχθη καί Ἀπόστολος καί ἐν τέλει ἐπεσφράγισε αὐτήν τήν ὡραία, τήν ἀγγελική, τήν καθαρά καί πνευματικότατη ζωή μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου, ὥστε νά ἀναδειχθῆ καί μάρτυρας.

Ἔτσι ἐξηγεῖται ὅλη αὐτή ἡ ἀγάπη, ὅλη ἡ ἀφοσίωση τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων χριστιανῶν πρός τό πρόσωπο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.Εἶναι ἀδύνατον νά μή συγκινηθῆ εὐσεβής ψυχή ἀπό τούς ἀγῶνες, ἀπό τήν παρθενία, ἀπό τόν ζῆλο γιά τήν διάδοση τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου καί ἀπό τό μαρτύριο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς καί ἐπειδή ἀξιώθηκε αὐτῶν τῶν μεγάλων δωρεῶν ἔλαβε ἡ Ἁγία Παρασκευή ἀπό τόν δίκαιο καί ἀπροσωπόληπτο Θεό τόσον ὅταν εὑρίσκετο σ᾽ αὐτήν τήν ζωή ὅσον καί μετά τήν κοίμησή της τήν χάρη τῶν ἰαμάτων, νά κάνη πλῆθος θαυμάτων καί ἰδιαιτέρως νά θεραπεύη τούς πάσχοντες ἀπό ἀσθένειες τῶν ὀφθαλμῶν.
 Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός λέγει ὅτι ἡ Ἁγία Παρασκευή εἶναι παράδειγμα γιά ἐκεῖνες τίς ψυχές, πού ἔφεραν τά ἑκατό. Ὅπως δηλαδή ρίχνουμε ἕνα σπόρο μέσα στήν γῆ, ἕνα σιτάρι καί περιμένουμε νά βλαστήση νά φέρη, πολλαπλάσιο καρπό καί ἄλλος φέρει τά τριάκοντα, ἄλλος φέρει τά ἑξήκοντα καί ἄλλος φέρει τά ἑκατό, στήν προκειμένη περίπτωση ἡ εὐσέβεια, ἡ ἀγάπη καί ἡ ἀφοσίωση τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στόν Κύριό μας ἔφερε τόν ἑκατονταπλασίονα καρπό. Εἶναι ἔξοχος πραγματικά ἡ περιγραφή, πού ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός διά τήν Ἁγία Παρασκευή, πῶς δηλαδή ἐκείνη ἀγωνίσθηκε. Ἦτο βεβαίως παρθένος, ἀλλά δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνα τυχαῖο γεγονός, ἀλλά καρπός τῆς ταπεινώσεως καί τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ.
“Μείνασα ὀρφανή”, μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, “ἐμοίρασε ὅλη της τήν περιουσία στούς φτωχούς καί μ᾽ αὐτά ἀγόρασε τόν παράδεισο καί μετεχειρίζετο ὡς φτιασίδια τά δάκρυα ἐνθυμουμένη τάς ἁμαρτίας της. Ὡς σκουλαρίκια εἶχε τά ὦτα της ἀνοικτά, διά νά ἀκούη τάς Ἁγίας Γραφάς. Ὡς κορδόνι εἶχε τάς πολλάς νηστείας, ὅπου ἔκαμνον τόν λαιμόν της καί ἔλαμπε ὡς ὁ ἥλιος. Ὡς δακτυλίδια τούς κόμβους τῶν δακτύλων της ἀπό τάς πολλάς μετανοίας, ὅπου ἔκαμνε. Ὡς χρυσοῦν ζωνάριον τήν παρθενίαν, ὅπου ἐφύλαξεν εἰς ὅλην της τήν ζωήν. Ὡς φόρεμα τήν ἐντροπήν, ὅπου εἶχε εἰς τόν ἑαυτόν της καί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ὅπου τήν ἐσκέπαζε. Ἔτσι ἐστολίζετο ἡ ἁγία.
Ἀνίσως καί εἶναι κανένα κορίτσι καί θέλει νά στολίζεται, ἄς στοχασθῆ τί ἔκαμνε ἡ ἁγία καί νά κάμνη καί ἐκείνη ἄν θέλη νά σωθῆ». Αὐτή, ἀδελφοί μου, θά μποροῦσε νά πῆ κανείς εἶναι ἡ καλλιτέρα τιμή καί μίμηση τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ὅτι δηλαδή, ὅπως ἐκείνη μέσα σέ δύσκολες, πάρα πολύ δύσκολες περιπτώσεις καί καιρούς ἐφύλαξε τήν παρθενία της, ἔζησε τόν ἁγνό καί παρθενικό βίο, ἔτσι καλούμεθα καί ἐμεῖς μέ τούς τρόπους, πού ἀκούσαμε προηγουμένως, τούς ἀσκητικούς τρόπους, πού ἀκούσαμε ἀπό τόν Ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό νά ἀγωνισθοῦμε εἴτε μέσα στήν συζυγική ζωή εἴτε στήν μοναχική καί παρθενική ζωή, γιά νά φυλάξουμε σωφροσύνη, γιά νά φυλάξουμε καθαρότητα ζωῆς, γιά νά μποροῦμε νά δοῦμε τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας. Παράλληλα ὅμως, ὅπως ἡ ἁγία ἀγωνίσθηκε γιά νά δοθῆ, γιά νά μεταφερθῆ, γιά νά μεταλαμπαδευθῆ αὐτή ἡ πίστη σέ ἄλλες ψυχές, ἔτσι καλούμεθα καί σήμερα, πού μολονότι ἔχουν περάσει δέκα ὀκτώ αἰῶνες ἀπό τότε πού ἔζησε καί ἐμαρτύρησε ἡ Ἁγία Παρασκευή, ὅμως δυστυχῶς μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι μοιάζει πολύ μέ τήν ἐποχή της καί ἔχομε μιά ὀπισθοχώρηση καί ἀποχριστιανισμό καί νεοειδωλολατρία, ὅπως ἦταν κατά τήν ἐποχή τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.
Δι᾽ αὐτό εἶναι ἐπιβεβλημένο καί μέ τό παράδειγμα καί μέ τόν λόγο νά φέρουμε τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου…
Ἔτσι, ἐάν ζοῦμε μέ αὐτές τίς προϋποθέσεις θά εἶναι πράγματι ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μέσα μας πλούσια, γιά νά μᾶς ἐνισχύη καί στίς δύσκολες ὧρες τῆς καλῆς ὁμολογίας. Καί εἶναι ἀνάγκη καί στίς σημερινές ἡμέρες νά ἀκούγεται καί νά ἀντηχῆ ὁ λόγος ὁ πνευματικός, ὁ παρηγορητικός, νά δίδεται ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὅταν περνᾶμε ἀπό τίς Ἐκκλησίες, ἡ προσευχή μας, ὅταν καθώμαστε νά φᾶμε, ἡ προσευχή μας ὅταν σηκωνώμεθα ἤ ὅταν πρόκειται νά κατακλιθοῦμε, εἶναι πράγματι σημεῖα τῆς καλῆς ὁμολογίας.
Ἀκόμη οἱ ἀγῶνες γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς πίστεώς μας στίς ἐπιθέσεις πού γίνονται ἀπό τούς ἀντιχρίστους, ἀπό τούς αἱρετικούς, ἀπό ὅλους ἐκείνους τούς ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, τούς προτεστάντες, τούς παπικούς ἤ καί τούς γκουρού καί τίς ἄλλες ψευδοθρησκεῖες, πού μᾶς ἔρχονται ἀπό τήν Ἀνατολή, θά εἶναι μία βακτηρία πραγματικά κατάλληλος γιά τήν καλή ὁμολογία ἡ μίμηση τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Εἴθε καί ἐμεῖς νά ζηλέψουμε κατά κάποιο τρόπο αὐτό τό ὡραῖο τρίπτυχο, τό ὁποῖον εἶχε ἡ Ἁγ. Παρασκευή: τήν παρθενία, τόν ζῆλο γιά τήν διάδοση τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου, τήν ἀποστολικότητα καί τήν καλή ὁμολογία τῶν μαρτύρων καί μέ τίς πρεσβεῖες της νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς καλοῦ τέλους, καλῆς ὁμολογίας καί τῆς Οὐρανίου Βασιλείας. Ἀμήν.

* Ὁμιλία εἰς τόν Ἱ. Ν. Ἁγίου Γεωργίου Διονύσου
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 1985 26 Ἰουλίου 2013

Περὶ Ἱερωσύνης, Λόγος Α΄- Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος




α. Βασίλειος, ὁ φίλος τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος ὑπερέβαλλε ὅλους τοὺς ἄλλους. 

Στή ζωή μου δημιούργησα πολλούς φίλους, γνήσιους καί ἀληθινούς, οἱ ὁποῖοι γνώριζαν καί φύλατταν μέ ἀκρίβεια τούς νόμους τῆς φιλίας. Ἀπό τούς πολλούς ὅμως αὐτούς, ἕνας προσπαθοῦσε νά τούς ὑπερβῆ ὅλους στήν ἐπιδεικνυόμενη πρός τό πρόσωπό μου φιλία τόσο πολύ, ὅσο ὅλοι ἐκεῖνοι μαζί ὑπερέβαλλαν τούς ἁπλῶς φίλα διακείμενους ἔναντί μου. Αὐτός, λοιπόν, ἦταν ἕνας ἀπό ἐκείνους, μέ τούς ὁποίους διῆγα ἀπό κοινοῦ τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ βίου μου, δεδομένου μάλιστα ὅτι ἐπιλέξαμε κοινούς πνευματικούς δρόμους καί διδασκάλους. Μᾶς χαρακτήριζε δέ ἡ ἴδια προθυμία καί ἐργατικότητα γιά τίς σπουδές μας, ἀλλά καί γενικότερα εἴχαμε κοινούς στόχους, οἱ ὁποῖοι ἐκκινοῦσαν ἀπό τήν ἴδια ἀφετηρία, ὄχι μόνο κατά τή διάρκεια τῶν σπουδῶν μας, ἀλλά καί μετά τήν περάτωσή τους, ὅταν προσπαθούσαμε νά ἐπιλέξουμε τήν καλύτερη ὁδό ποὺ θά ἔπρεπε νά ἀκολουθήσουμε στή ζωή μας· καί στήν περίπτωση αὐτή τό φρόνημά μας συνέπιπτε.


β. Ἡ ὁμόνοια Βασιλείου καί Χρυσοστόμου, καί συζητήσεις περί πάντων. 

Πέραν τούτων, ὑπῆρχαν καί ἄλλα στοιχεῖα, τά ὁποῖα συντελοῦσαν στήν ἀρραγῆ καί ἀσφαλῆ διατήρηση τῆς ἤδη στενῆς φιλίας μας. Κανείς ἀπό τούς δύο δηλαδή δέν φρονοῦσε ὑπεροπτικά γιά τήν πατρίδα του καί τήν καταγωγή του, ὅσον δέ ἀφορᾶ στά ὑλικά ἀγαθά ἐγώ μέν δέν διέθετα ὑπερβολικά πλούτη, ἀλλά καί ἐκεῖνος δέν βρισκόταν σέ κατάσταση ἐσχάτης πενίας καί ἔτσι τό μέγεθος τῆς περιουσίας τοῦ καθενός ἦταν περίπου τό ἴδιο, ὅμοιο δηλαδή πρός τήν ταυτότητα τῶν ἐσωτερικῶν μας ἀνησυχιῶν. Εἴχαμε λοιπόν ἰσότιμη κοινωνική θέση καί οἱ ἀπόψεις μας συνέπιπταν.


γ. Ὁ ζυγός τῆς φιλίας ἔγινε ἄνισος ὅταν ὁ Βασίλειος ἐγκολπώθηκε τόν μοναστικό βίο. 

Ἡ ἰσορροπία αὐτή ὅμως ἀνατράπηκε ὅταν ὁ μακάριος φίλος μου ἀποφάσισε νά περιβληθῆ τό μοναχικό σχῆμα καί νά μυηθῆ στίς ἀρχές τῆς ἀληθοῦς φιλοσοφίας· ἡ πλάστιγγα ἐκείνου ἐμετεωρεῖτο ἀπό τήν ἐλαφρύτητα τῶν βαρῶν της, ἐνῶ ἀντιθέτως ἐγώ, δεμένος σφικτά μέ τά δεσμά τῶν κοσμικῶν ἐπιθυμιῶν, τήν τραβοῦσα πρός τά κάτω, ὅπου καί τή διατηροῦσα μέ τή βία, στιβάζοντας πάνω της νεανικές φαντασίες. Γιά τόν λόγο λοιπόν αὐτό ἡ μέν φιλία μας ἔμεινε σταθερή, ὅπως καί ἐνωρίτερα, ἡ συναναστροφή μας ὅμως εὔλογα διακόπηκε, ἀφοῦ τά περί τοῦ βίου ἐνδιαφέροντα τοῦ καθενός εἶχαν διαφοροποιηθῆ πλέον. Ὅταν μάλιστα καί ἐγώ κατόρθωσα κάποτε νά διασωθῶ ἀπό τίς τρικυμίες τοῦ βίου, ὁ φίλος μου μέ δέχθηκε μέν μέ ἀνοικτές ἀγκάλες, ὅμως δέν ἦταν δυνατό νά διατηρηθῆ ἡ προγενέστερη ἰσορροπημένη καθ’ ὅλα σχέση μας, διότι ἐκεῖνος ἔχοντας ὄχι μόνο προηγηθῆ χρονικῶς στόν μοναχικό βίο, ἀλλά καί ἐπιδεικνύοντας μεγάλο ζῆλο στήν οἰκείωση τῆς ἀσκητικῆς ἐμπειρίας, ἀνῆλθε σέ τέτοιο ὕψος, ὥστε τελικά κατέστη ἀνώτερός μου.


δ. Ἡ πρόθεση γιά τή συγκατοίκηση τῶν δύο φίλων. 

Πλήν, ὅμως, ὄντας ἀγαθός καί ἀποδίδοντας μεγάλη τιμή στή φιλία μας, ἀπομάκρυνε τόν ἑαυτό του ἀπό ὅλους καί ἀφιέρωσε σέ μένα ὅλο τόν χρόνο του. Αὐτό ἐξ ἄλλου ἐπιθυμοῦσε καί ἐνωρίτερα, κωλυόταν ὅμως ἀπό τή δική μου ραθυμία νά ἀκολουθήσω τόν ἴδιο βίο. Πράγματι, δέν ἦταν δυνατό ἐγώ, ἀσχολούμενος μέ τίς δικαστικές ὑποθέσεις καί συγκινούμενος ἀπό τίς θεατρικές ἀπολαύσεις νά συναναστρέφομαι πολλές φορές ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἦταν προσηλωμένος στή μελέτη τῶν βιβλίων καί δέν εἶχε ἐμφανισθῆ ποτέ στήν ἀγορά. Ὅταν λοιπόν μέ ἀποδέχτηκε μέ ἱκανοποίηση στή ζωή του μοῦ ἀποκάλυψε τόν βαθύτερο πόθο ποὺ ἔτρεφε μέσα του ἀπό παλαιοτερα· ἔκανε δηλαδή τά πάντα, ὥστε νά εἴμαστε τό μεγαλύτερο διάστημα τῆς ἡμέρας μαζί, ἐπί πλέον δέ μέ παρακαλοῦσε συνεχῶς νά ἐγκαταλείψουμε τίς οἰκίες μας καί νά συγκατοικήσουμε, κάτι γιά τό ὁποῖο τελικά μέ ἔπεισε. Εἴμεθα λοιπόν ἕτοιμοι νά ὑλοποιήσουμε τήν ἀπόφαση αὐτή.


ε. Οἱ διαμαρτυρίες τῆς μητέρας. 

Ὅμως οἱ συνεχεῖς διαμαρτυρίες τῆς μητέρας μου μέ ἐμπόδισαν νά ἀνταποκριθῶ στήν ἐπιθυμία του, μᾶλλον δέ νά λάβω τή δωρεά ποὺ μοῦ προσέφερε. Ἡ μητέρα μου εἶχε καταλάβει τά σχέδιά μου καί ἀφοῦ ἔπιασε τό δεξί μου χέρι μέ ὁδήγησε στόν ἰδιαίτερο χῶρο της, ὅπου καθίσαμε κοντά στήν κλίνη ἐπί τῆς ὁποίας μέ γέννησε. Ἐκεῖ, χύνοντας ποταμούς δακρύων, μοῦ ἀπηύθυνε ὀδυρόμενη τά ἀκόλουθα λόγια, τά ὁποία πονοῦσαν περισσότερο καί ἀπό τά δάκρυα της·

Ἐγώ, παιδί μου, εἶπε, δέν ἀφέθηκα νά ἀπολαύσω γιά πολύ τήν ἀρετή τοῦ πατέρα σου, ἐπειδή αὐτό ἦταν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τίς ὠδίνες ποὺ γνώρισα κατά τόν τοκετό σου διαδέχτηκε ὁ θάνατος ἐκείνου, γεγονός ποὺ προκάλεσε σ' ἐσένα ὀρφάνια, σέ μένα δέ ἄωρη χηρεία, τά δεινά τῆς ὁποίας μόνο οἱ παθοῦσες μποροῦν νά γνωρίζουν καλά. Καμμιά ἀκτίνα ἀνακουφίσεως δέν φαινόταν στόν ὁρίζοντα τῆς βαρυχειμωνιᾶς καί τῆς τρικυμίας ποὺ ζεῖ μία κοπέλα, ἡ ὁποία μόλις ἔχει ἐγκαταλείψει τόν πατρικό της οἶκο καί εἶναι ἐντελῶς ἄπειρη, ξαφνικά πέφτει σέ βαρύ πένθος καί ἀναγκάζεται νά ἐπωμισθῆ φροντίδες, οἱ ὁποῖες εἶναι πολύ μεγάλες τόσο γιά τήν ἡλικία, ὅσο καί τή φύση της. Διότι πρέπει, νομίζω, καί τίς ἀμέλειες τῶν ὑπηρετῶν νά ἐπανορθώνη καί τίς κακουργίες τους νά παρατηρῆ προσεκτικά, καί τίς ἐπιβουλές τῶν συγγενῶν νά ἀποκρούη, καί τίς ὕβρεις καί τήν τραχύτητα τῶν εἰσπρακτόρων τῶν δημοσίων ἐσόδων κατά τή συγκέντρωση τῶν φόρων νά ὑπομένη μέ θάρρος. Ἐάν δέ ὁ κοιμηθεὶς ἀπέλθη ἀφήνοντας καί παιδί, τότε ἡ μητέρα θά ἐπωμιστῆ τό βάρος πολλῶν φροντίδων, ἀκόμη, καί ἄν αὐτό εἶναι θῆλυ, ὀπότε αὐτή θά ἀπαλλαγῆ καί ἐξόδων καί φόβου· πολύ δέ περισσότερες δυσκολίες θά ἔχη αὐτή νά ἀντιμετωπίση ἄν πρόκειται γιά ἀγόρι, τό ὁποῖο θά τήν ἐπιφορτίζη καθημερινά μέ πολλούς φόβους καί περισσότερες φροντίδες. Ἀφήνω δέ κατά μέρος τό χρηματικό κόστος ποὺ θά πρέπει νά ἐπιβαρυνθῆ ἄν ἐπιθυμῆ νά τό μορφώση ὡς ἐλεύθερο πολίτη. Ἐμένα ὅμως τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά δέν μέ κατέπεισε νά προχωρήσω στή σύναψη δεύτερου γάμου καί νά εἰσάξω νυμφίο στήν οἰκία τοῦ πατέρα σου. Ἀντίθετα μάλιστα, προτιμοῦσα νά παραμένω στή στενοχώρια καί τή σύγχυση χωρίς νά φεύγω ἀπό τή σιδερένια κάμινο τῆς χηρείας. Στόν ἀγώνα μου αὐτό ἀρχικά ἐνισχύθηκα ἀπό τή θεία ἀρωγή, μέ παρηγοροῦσε ὅμως καί τό γεγονός ὅτι μέ τή συνεχῆ θέα τῆς ὄψεώς σου διαφυλασσόταν μέσα μου ἡ ἔμψυχη εἰκόνα τοῦ θανόντος πατέρα σου. Γι’ αὐτό λοιπόν καί ὅταν ἤσουν νήπιο καί δέν εἶχες ἀκόμη μάθει νά μιλᾶς, ὅταν δηλαδή ἤσουν στήν ἡλικία ποὺ τά παιδιά εὐχαριστοῦν τούς γονεῖς, μοῦ ἔδινες πολύ κουράγιο. Ἔτσι, δέν μπορεῖς νά μέ μεμφθῆς ὅτι δέν ἀντιμετώπισα μέ κουράγιο τή χηρεία μου ἤ ὅτι ἐλάττωσα τήν περιουσία ποὺ σοῦ ἄφησε ὁ πατέρας σου γιά νά ἱκανοποιήσω διάφορες ἀνάγκες τῆς ζωῆς μας λόγω τῆς χηρείας μου, γεγονός ποὺ γνωρίζω ὅτι συνέβη σέ πολλούς, οἱ ὁποῖοι δυστύχησαν νά μείνουν ὀρφανοί. Ἀντιθέτως καί αὐτήν διατήρησα ἀκέραια καί σέ ὅσες δαπάνες ἀπαιτήθηκαν γιά τήν πρόοδό σου ἤμουν συνεπέστατη, ἀντλοῦσα δέ πάντοτε τά χρήματα ἀπό τήν προικώα περιουσία μου.

Μή νομίσης δέ ὅτι μέ τά ὅσα λέγω τώρα προσπαθῶ νά σέ ψέξω· ἐκεῖνο ποὺ σοῦ ζητῶ ὡς χάρη ἀντί ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ παράκληση νά μή μέ περιβάλης μέ μία δεύτερη χηρεία καί νά μή ἀναζωπυρήσης τόν κατασιγασθέντα πιά πόνο τοῦ πένθους, ἀλλά νά περιμένης τόν θάνατό μου, ἀφοῦ εἶναι μᾶλλον πιθανό ὅτι θά πεθάνω σέ λίγο χρόνο, δεδομένου ὅτι οἱ νέοι ἐλπίζουν βέβαια νά φθάσουν μέχρι τό βαθύ γῆρας, ἐμεῖς ὅμως δέν ἀναμένουμε τίποτα ἄλλο ἀπό τόν θάνατο. Ὅταν λοιπόν μέ παραδώσης στή γῆ καί μέ ἀναμίξης μέ τά ὀστᾶ τοῦ πατέρα σου, τότε ἑτοιμάσου γιά μακρινά ταξίδια καί πλεῦσε σέ ὅποια θάλασσα θέλης, κανείς δέν θά σέ ἐμποδίση. Γιά ὅσο ὅμως ζῶ ἐξακολούθησε νά μένης μαζί μου καί μή προσκρούσης μάταια καί χωρίς λόγο στόν Θεό, περιβάλλοντας μέ τόσα κακά ἐμένα, ποὺ ποτέ δέν σέ ἀδίκησα. Ἐάν βέβαια μέ ἐγκαλέσης ὅτι σέ σύρω γύρω ἀπό βιοτικές φροντίδες καί σέ ἀναγκάζω νά ἀναλάβης τή διαχείριση τῆς περιουσίας σου, τότε οὔτε τούς φυσικούς νόμους, οὔτε τήν ἀνατροφή σου, οὔτε τά ἐπικρατοῦντα ἤθη, μέ μία λέξη δέ μή σεβασθῆς τίποτα, φύγε μακριά μου, σάν νά εἶμαι ἐπίβουλος καί ἐχθρός σου. Ἐάν ὅμως κάνω τά πάντα γιά νά διευκολύνω τή ζωή σου, τότε ἄν μή τί ἄλλο ἄς σέ κρατᾶ κοντά μου αὐτός ὁ δεσμός. Ὅσο καί ἄν λέγης ὅτι σέ ἀγαποῦν χιλιάδες ἄνθρωποι, κανείς δέν θά σοῦ δώση τή δυνατότητα νά ἀπολαύσης τόση ἐλευθερία, γιατί δέν ὑπάρχει κάποιος, ὁ ὁποῖος νά ἐπιθυμῆ τήν εὐδοκίμησή σου ὅσο ἐγώ.


στ. Ἡ ἀπάτη τοῦ Χρυσοστόμου στή χειροτονία. 

Αὐτά καί πολλά περισσότερα ἀκόμη μοῦ ἔλεγε ἡ μητέρα μου, τά ὁποῖα μέ τή σειρά μου ἀνέφερα στόν φίλο μου. Ἐκεῖνος ὄχι μόνο δέν ἐπτοεῖτο ἀπό τά λόγια αὐτά, ἀντιθέτως μάλιστα ἐπέμενε περισσότερο, διατυπώνοντας τά ἴδια πρός τά προγενέστερα αἰτήματα. Καί ἐνῶ βρισκόμασταν στήν κατάσταση αὐτή, ἐκεῖνος δηλαδή συνεχῶς ἱκέτευε, ἐγώ δέ ἀπό τήν πλευρά μου δέν ἔδινα τή συγκατάθεσή μου, ξαφνικά κάποια φήμη ποὺ διαδόθηκε μᾶς τάραξε καί τούς δύο· ἡ φήμη αὐτή μᾶς ἔφερνε ὑποψηφίους γιά τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα. Μόλις ἄκουσα τήν πληροφορία κατελήφθην ἀπό φόβο καί ἀπορία· ἀπό φόβο μέν μήπως ἀναγκασθῶ καί παρά τή θέλησή μου νά ἀποδεχθῶ τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα, ἀπό ἀπορία δέ διότι δέν μποροῦσα νά κατανοήσω πῶς οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι θυμήθηκαν γιά κάτι τέτοιο ἐμᾶς τούς δύο, γιατί, ὅσον ἀφοροῦσε σέ μένα, δέν μέ θεωροῦσα καθόλου ἄξιο ἐκείνης τῆς τιμῆς.

Ὁ φίλος μου ἀπό τήν πλευρά του μέ ἐπισκέφθηκε κατ’ ἰδίαν καί νομίζοντας ὅτι ἀγνοοῦσα τή σχετική φήμη μέ κατέστησε κοινωνό αὐτῆς, ζητώντας, ὅπως καί παλαιότερα ἔτσι καί στή συγκεκριμένη περίπτωση νά πράξουμε καί νά φανοῦμε ὅτι σκεπτόμαστε τά ἴδια. Ἦταν μάλιστα προετοιμασμένος νά ἀκολουθήση ὅποια ἀπόφαση καί ἄν ἔπαιρνα, εἴτε τήν ὁδό τῆς φυγῆς εἴτε τῆς ἐκλογῆς στό ἐπισκοπικό ἀξίωμα. Ἀντιλαμβανόμενος ὅμως ἐγώ τήν προθυμία του νά ἀναδεχθῆ τήν ἐκλογή καί θεωρώντας ζημία γιά ὅλον τόν λαό τῆς Ἐκκλησίας νά ἀποστερήσω τήν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ ἀπό ἕναν νέο τόσο ἀγαθό καί ἱκανό νά διευθύνη τίς ὑποθέσεις τῶν πιστῶν ἐξ αἰτίας τῆς δικῆς μου ἀδυναμίας, δέν τοῦ ἀποκάλυψα τή γνώμη ποὺ εἶχα διαμορφώσει γιά τό θέμα. Καί τοῦτο μολονότι ποτέ στό παρελθόν δέν τοῦ εἶχα ἀποκρύψει τίς σκέψεις μου. Λέγοντάς του ὅμως ὅτι ἔπρεπε ἡ σχετική ἀπόφαση νά ἑτεροχρονισθῆ, διότι ἦταν κάτι ποὺ δέν πίεζε χρονικά, τόν ἔπεισα νά μήν ἀσχολεῖται ἄλλο μέ τό θέμα, τοῦ ἔδωσα δέ τά ἐχέγγυα ὅτι σέ περίπτωση ποὺ συνέβαινε ἐκεῖνο ποῦ φοβόταν, νά χειροτονηθῆ δηλαδή χωρίς τή θέλησή του, θά τόν στήριζα στήν ἀπόφαση ποὺ θά ἔπαιρνε σχετικά.

Μετά τήν παρέλευση λίγου χρόνου, ὅταν ἔφθασε στήν πόλη μας ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος ἐπρόκειτο νά μᾶς χειροτονήση, ἐγώ ἔμενα κρυμμένος, αὐτός δέ μή γνωρίζοντας τίποτε ἀπό ὅλα ὅσα συνέβαιναν ὁδηγεῖται ἐνώπιον τοῦ ἐπισκόπου μέ ἄλλη πρόφαση καί τελικά δέχεται τόν ζυγό τῆς ἱερωσύνης, ἐλπίζοντας σέ ὅ,τι τοῦ εἶχα ὑποσχεθῆ, ὅτι δηλαδή θά τόν ἀκολουθοῦσα στήν ἀπόφασή του, μᾶλλον δέ νόμιζε ὅτι ἀκολουθοῦσε ἐμένα. Διότι μερικοί ἀπό τούς παρευρισκομένους, βλέποντες αὐτόν νά ἀγανακτῆ μέ τήν ὅλη κατάσταση, τόν ἐξαπάτησαν λέγοντες ὅτι ἦταν ἄτοπο ἐγώ, ὁ θεωρούμενος ἀπό ὅλους θρασύτερος νά ἀποδέχομαι μέ συγκατάβαση τήν κρίση τῶν Πατέρων, ἐκεῖνος δέ ὁ συνετότερος καί μετριοπαθέστερος νά φέρεται μέ θράσος καί κενοδοξία, ἀντιδρώντας μέ ἔπαρση καί προσπαθώντας νά ἀποφύγη τή συμμόρφωσή του πρός τήν εἰλημμένη ἀπόφαση.

Τά λόγια αὐτά τόν ἔκαναν νά ὑποχωρήση, ἐπειδή ὅμως πληροφορήθηκε ὅτι ἐγώ ἀπέφυγα νά ἐμφανισθῶ, μέ ἐπισκέφθηκε ὄντας πολύ κατηφής. Κάθισε λοιπόν δίπλα μου καί ἤθελε μέν κάτι νά μοῦ εἰπῆ, ὅμως ἡ στενοχώρια ποὺ τόν κατεῖχε δέν τοῦ ἐπέτρεπε νά παραστήση μέ λόγια τή βία ποὺ ὑπέστη, ἀφοῦ ἡ βαρυθυμία ἐμπόδιζε τίς φράσεις νά περάσουν τά δόντια του καί νά ἀκουστοῦν. Τότε, βλέποντάς τον δακρυσμένο καί πολύ ταραγμένο καί γνωρίζοντας τήν αἰτία, γελοῦσα μέ μεγάλη εὐχαρίστηση καί κρατώντας τό δεξί του χέρι προσπαθοῦσα νά τόν ἀσπασθῶ, ἐνῶ παράλληλα δόξαζα τόν Θεό γιά τήν αἴσια ἔκβαση τοῦ τεχνάσματός μου. Ἐκεῖνος, καθώς μέ εἶδε περιχαρὴ καί γελαστό καί καταλάβαινε ὅτι τόν εἶχα ἐξαπατήσει, ἐλυπεῖτο ἀκόμη περισσότερο.


ζ. Ἐπιεικής καί ἀφελής ἡ κατηγορία τοῦ Βασιλείου. 

Ὅταν σέ κάποια στιγμή ἀμβλύνθηκε γιά λίγο ἡ ψυχική του ταραχή, εἶπε:

Ἄν ἐμένα μέ περιφρόνησες ἐντελῶς καί δέν ἀποδίδεις καμμία σημασία στά λόγιά μου, δέν γνωρίζω γιά ποιό λόγο θά ἔπρεπε νά φροντίζης γιά τήν ὑπόληψή σου. Τώρα πλέον προκάλεσες τά γενικά σχόλια τοῦ κόσμου· ὅλοι λέγουν ὅτι ἀπό κενοδοξία ἀποσύρθηκες ἀπό τή διακονία τοῦ ἱερατικοῦ λειτουργήματος, δέν ὑπάρχει δέ ἐκεῖνος ποὺ θά σέ ἀπαλλάξη ἀπό τήν κατηγορία αὐτή. Ἐγώ πλέον οὔτε στήν ἀγορά δέν μπορῶ νά ἐμφανισθῶ, διότι πολλοί μέ πλησιάζουν καί ἐκτοξεύουν ἐναντίον μου κατηγορίες καθημερινά. Ὅταν μέ δοῦν σέ κάποιο σημεῖο τῆς πόλεως φίλοι μας, μέ παίρνουν κάπου ἰδιαίτερα καί μοῦ ἐπιρρίπτουν τό μεγαλύτερο μέρος τῆς εὐθύνης, διότι, λέγουν, ἀφοῦ γνώριζες τήν ἀπόφασή του, δεδομένου ὅτι γνωρίζεις ὅλες τίς σκέψεις του, δέν ἔπρεπε νά μᾶς τήν ἀποκρύψης, ἀλλά νά μᾶς τήν καταστήσης γνωστή· ἔτσι, ἐμεῖς θά ἐξευρίσκαμε κάποιο τέχνασμα γιά νά τόν φέρουμε ἐνώπιον τοῦ ἐπισκόπου. Ἀπό τήν πλευρά μου, ντρέπομαι καί κοκκινίζω νά τούς πῶ ὅτι δέν γνώριζα τίς ἀποφάσεις ποὺ εἶχες λάβει σχετικά, γιά νά μή νομίσουν ὅτι καί ἡ δική μας φιλία κυλοῦσε μέσα στήν ὑποκρισία.

Ἀκόμη καί ἄν ἔτσι εἶναι, ὅπως πράγματι εἶναι, ἀφοῦ δέν μπορεῖς νά τό ἀρνηθῆς μετά τά ὅσα ἔπραξες σήμερα ἐναντίον μου, καλό εἶναι ἐντούτοις νά κρύβουμε τίς ἀδυναμίες μας πρός ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἔχουν θετική ἀντίληψη γιά μᾶς. Διστάζω νά τούς πῶ τήν ἀλήθεια γιά τήν πραγματική κατάσταση τῆς σχέσεώς μας καί ἀναγκάζομαι νά σιωπῶ καί νά σκύβω τό κεφάλι μου στή γῆ, ὅσους δέ συναντῶ τούς ἀποφεύγω ἀλλάζοντας δρόμο. Καί ἄν ἀκόμη μέ ἀπαλλάξουν ἀπό τήν προηγούμενη κατηγορία, τῆς κατ’ ἐπίφαση φιλίας, θά μέ κατακρίνουν ἀναγκαστικά ὡς ψεύτη, διότι δέν θά πιστεύσουν ποτέ ὅτι ἐσύ κατέταξες καί τόν Βασίλειο μαζί μέ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι δέν δικαιοῦνται νά γνωρίζουν τίς σκέψεις σου.

Γιά τό θέμα αὐτό ὅμως δέν ἔχω νά πῶ πολλά, ἀφοῦ ἔτσι ἔκρινες σκόπιμο νά πράξης. Πῶς ὅμως θά ἀπαλείψουμε τήν ὑπόλοιπη αἰσχύνη; Ἄλλοι σοῦ προσάπτουν τήν κατηγορία τῆς ὑπεροψίας, ἄλλοι τῆς φιλοδοξίας, οἱ ἀφειδέστεροι δέ τῶν κατηγόρων σου σέ ἐγκαλοῦν καί γιά τά δύο, προσθέτουν μάλιστα καί τήν ὕβρη πρός τούς ἐκλέκτορες, γιά τούς ὁποίους λέγουν ὅτι δικαίως ὑπέστησαν τήν ταπείνωση αὐτή, θά τούς ἄξιζε δέ καί μεγαλύτερη ἀκόμη ἀτίμωση ἀπό αὐτή, διότι παρέβλεψαν τόσους ἀξιόλογους ἄνδρες καί προτίμησαν ἀνώριμα παιδιά, τά ὁποῖα μόλις εἶχαν εἰσέλθει στούς κλυδωνισμούς τοῦ βίου. Αὐτά λοιπόν τά μειράκια, τά ὁποῖα προσποιοῦνται εὐσέβεια καί ταπείνωση καί φοροῦν τά μαῦρα ἐνδύματα, ξαφνικά τά περιποιήθηκαν μέ τέτοια τιμή, τήν ὁποία οὔτε στόν ὕπνο τους δέν προσδόκησαν ὅτι θά ἐλάμβαναν ποτέ. Ἔτσι, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀσκήθηκαν ἀπό πολύ μικρή ἡλικία μέχρι τά βαθιά τους γεράματα εἶναι στήν τάξη τῶν ἀρχομένων καί ἄρχονται ἀπό τά παιδιά τους, τά ὁποῖα οὔτε κἄν ἔχουν ἀκούσει τούς νόμους, πάνω στούς ὁποίους στηρίζεται ἡ ἄσκηση αὐτῆς τῆς ἐξουσίας.

Αὐτά καί ἄλλα πολλά μᾶς προσάπτουν καθημερινά, ἐγώ δέ μή ὄντας σέ θέση νά ἀπαντήσω χρειάζομαι τή βοήθειά σου, διότι νομίζω ὅτι δέν ἀπέφυγες χωρίς λόγο τή χειροτονία καί προκάλεσες ἔτσι τήν ἔχθρα τόσο σπουδαίων ἀνθρώπων. Ἀντίθετα, πιστεύω ὅτι κατέληξες στήν ἀπόφασή σου αὐτή μετά ἀπό σοβαρή σκέψη καί γιά τόν λόγο αὐτό στοχάζομαι ὅτι εἶσαι ἕτοιμος νά ἀπολογηθῆς σχετικά. Πές μου λοιπόν ἄν μποροῦμε νά ἀντιπαραθέσουμε κάποια σοβαρή αἰτιολογία γιά ὅλα αὐτά στούς κατηγόρους μας. Ὅσον ἀφορᾶ στίς ἀδικίες, τίς ὁποῖες ὑπέστην ἀπό ἐσένα δέν θά σοῦ ζητήσω τόν λόγο· οὔτε γιά τήν ἀπάτη, οὔτε γιά τήν προδοσία, οὔτε γιά ὅσα ἀπήλαυσες ἀπό ἐμένα κατά τόν προγενέστερο χρόνο. Καί τήν ψυχή μου ἀκόμα, γιά νά τό πῶ ἔτσι, ἐναπέθεσα στά χέρια σου.

Ἐσύ ὅμως μοῦ συμπεριφέρθηκες μέ τόση πανουργία, σάν νά ἐπρόκειτο νά προφυλαχθῆς ἀπό κάποιους ἐχθρούς σου. Ἔπρεπε, ἐάν μέν θεωροῦσες ὠφέλιμη τή χειροτονία νά μή τήν ἀποφύγης, ἐνῶ ἀντίθετα ἐάν διέβλεπες σ αὐτή βλάβη, ἔπρεπε νά προφυλάξης καί ἐμένα ἀπό τή ζημία αὐτή, ἀφοῦ ἔλεγες ὅτι πάντοτε μέ ἔθετες ὑπεράνω ὅλων τῶν ἄλλων. Τουναντίον, ἐσύ ἔκανες τά πάντα ὥστε νά πέσω στήν παγίδα, δέν ἐφείσθης δέ οὔτε δόλου οὔτε ὑποκρισίας ἔναντι ἐκείνου, ὁ ὁποῖος συνήθιζε νά σοῦ συμπεριφέρεται πάντοτε ἄδολα καί εἰλικρινά.

Ὅμως, ὅπως εἶπα, δέν σέ ἐγκαλῶ γιά ὅλα αὐτά, οὔτε ἀναφέρομαι στή μοναξιά, στήν ὁποία μέ ἔφερες μετά τή διακοπή τῆς συναναστροφῆς μας, ἀπό τήν ὁποία πολλές φορές ἀποκόμισα ὄχι εὐκαταφρόνητη εὐχαρίστηση καί ὠφέλεια. Ὅλα αὐτά βέβαια τά ἀντιπαρέρχομαι μέ σιωπή καί πραότητα, ὄχι ἐπειδή μοῦ φέρθηκες ἀνάλογα, ἀλλά ἐπειδή ἀπό τήν ἡμέρα ποὺ ἀποδέχτηκα τή φιλία μας ἔθεσα ὡς ἀπαράβατο ὅρο νά μή σοῦ ζητῶ τόν λόγο κάθε φορὰ ποὺ θά μοῦ προκαλοῦσες λύπη. Φυσικά, γνωρίζεις καί ὁ ἴδιος ὅτι μοῦ προξένησες ὄχι μικρή ζημία, ἐάν βέβαια θυμᾶσαι ὅ,τι ἔλεγαν τόσο οἱ ἔξωθεν γιά μᾶς, ὅσο καί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ὅτι δηλαδή τό κέρδος μας ἦταν μεγάλο ἀπό τήν ὁμοψυχία καί ἀπό τή στερέωση τῆς φιλίας μας. Καί οἱ μέν ἄλλοι ὅλοι ἔλεγαν ὅτι ἡ δική μας ὁμόνοια θά ὠφελήση καί πολλούς ἄλλους σημαντικά, κάτι ποὺ ἐγώ, ὅσον ἀφορᾶ σέ μένα, ποτέ δέν διανοήθηκα, ἔλεγα δέ ὅτι ἀπό τήν ὁμοφροσύνη μας θά προκύψη τουλάχιστον τό μεγάλο κέρδος νά καταστοῦμε ἀπρόσβλητοι σέ ὅσους προσπαθήσουν νά διαβάλουν τή φιλία μας.

Γιά ὅλα αὐτά ποτέ δέν σταμάτησα νά σοῦ μιλῶ, διότι ὁ καιρός εἶναι χαλεπός, οἱ ἐπίβουλοι πολλοί, ἡ γνήσια ἀγάπη χάθηκε καί ἔχει ἐπικρατήσει ὁ ὄλεθρος τῆς βασκανίας. Βαδίζουμε πλέον μέσα ἀπό παγίδες καί περπατοῦμε πάνω σέ ἐπάλξεις πόλεων. Πράγματι, ὑπάρχουν πολλοί σέ πολλά μέρη, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἕτοιμοι νά ἐκμεταλλευθοῦν τή δυστυχία μας καί κανείς ἀρωγός μας, ἤ πολύ ἐλάχιστοι. Πρόσεχε, μήπως μέ τήν τυχόν διάστασή μας γίνουμε καταγέλαστοι καί ὑποστοῦμε ἀκόμη μεγαλύτερη ζημία ἀπό αὐτήν. Ὁ ἀδελφός, ὁ ὁποῖος βοηθεῖται ἀπό τόν ἀδελφό του εἶναι σάν πόλη καλά ὀχυρωμένη καί βασίλειο στέρεα θεμελιωμένο. Μή διαλύσης λοιπόν τή γνήσια φιλία μας καί μή γκρεμίσης τά στέρεα θεμέλιά της.

Αὐτά καί ἄλλα πολλά ἔλεγα συνεχῶς, μή ὑποπτευόμενος ποτέ ὅτι θά συνέβαινε τό ἀντίθετο, ἀφοῦ θεωροῦσα ὅτι τηροῦσες τήν ὀρθή στάση ἔναντι τῆ φιλίας μας. Προσπαθοῦσα δηλαδή νά σέ θεραπεύσω ἐνῶ ἀκόμη ἤσουν ὑγιής, ἀλλά μοῦ διέφευγε, ὅπως φαίνεται, ὅτι χορηγοῦσα τά φάρμακά μου σέ ἀσθενῆ. Δυστυχῶς ὅμως, δέν κατάφερα τίποτα ἀπό τήν ὑπερβολική αὐτή χορηγία. Διότι ὅλα τά ἀπέρριψες μέ μία κίνηση καί δέν διαλογίσθηκες καθόλου πάνω σέ ὅσα σοῦ ἔλεγα. Ἔτσι, μέ ἄφησες μόνο σάν ἀκυβέρνητο πλοῖο στό ἄπειρο πέλαγος, χωρίς νά συλλογισθῆς τά ἄγρια κύματα, τά ὁποῖα ἔπρεπε νά ἀντιμετωπίσω.

Ἄν μάλιστα μέ συκοφαντήσουν, ἤ μέ χλευάσουν ἤ μέ ὑβρίσουν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, πράγμα εὔλογο νά συμβῆ, σέ ποιόν θά καταφύγω γιά νά ἐκμυστηρευθῶ τά προβλήματά μου, ποιός θά θελήση νά μέ ὑπερασπισθῆ καί νά ἀνακόψη ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μέ λυποῦν μέ τό ἔργο τους, ἐπί πλέον δέ νά μέ παραμυθήση καί νά μέ καταστήση ἱκανό νά ἀντισταθῶ στίς ὁποιεσδήποτε προσβολές; Δέν ὑπάρχει κανείς, ἀφοῦ ἐσύ στέκεσαι μακριά ἀπό τόν φοβερό αὐτόν πόλεμο καί δέν μπορεῖς οὔτε τήν κραυγή μου νά ἀκούσης. Γνωρίζεις ἄραγε τό κακό ποὺ διέπραξες, κατανόησες τό μέγεθος τῆς πληγῆς ποὺ μοῦ ἐπέφερες;

Ἀλλά ἄς τά ἀφήσουμε ὅλα αὐτά, ἀφοῦ δέν μποροῦμε πλέον νά ἀναλύσουμε ὅσα ἤδη ἔγιναν, οὔτε νά ἐξεύρουμε λύση γιά δυσεπίλυτα προβλήματα. Ἄς ἀσχοληθοῦμε μέ τήν ἀπολογία μας πρός ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μᾶς κατηγοροῦν.


η. Ἀπολογία τοῦ Χρυσοστόμου ἔναντι τῶν κατηγοριῶν. 


ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Ἔχε θάρρος, εἶπα ἐγώ. Εἶμαι ἕτοιμος νά ἀναλάβω τήν εὐθύνη ὄχι μόνο γιά τίς κατηγορίες αὐτές, ἀλλά καί γιά ὅσα ἐσύ μέ κατέστησες ἀθῶο· καί γι’ αὐτά θά προσπαθήσω νά ἀπολογηθῶ, σάν νά ἤμουν ἔνοχος.

Ἀπό αὐτά, λοιπόν, ἐάν βέβαια θέλης, θά ἀρχίσω τήν ἀπολογία μου. Θά ἤμουν παράλογος καί πολύ ἀγνώμων ἐάν μέν φρόντιζα γιά τήν ὑπόληψή μου καί ἔκανα τά πάντα γιά νά μεταπείσω τούς κατηγόρους μου, τόν ἀγαπητότερο φίλο μου δέ, ὁ ὁποῖος τόσο ἐπιεικής ὑπῆρξε ἔναντί μου, νά μή προσπαθήσω νά τόν πείσω ὅτι δέν τόν ἀδίκησα καί ὅτι εἶμαι ἀθῶος σέ ὅσα μέ ἐγκαλεῖ. Δεδομένου μάλιστα ὅτι αὐτός ἀκόμη ἐξακολουθεῖ νά φροντίζη περισσότερο γιά τίς δικές μου ὑποθέσεις, θά ἤμουν ἀγνώμων ἄν ἐπεδείκνυα μεγαλύτερη ραθυμία ἀπό τό ἐνδιαφέρον ποὺ ἔχει ἐπιδείξει ὁ ἴδιος.

Σέ τί λοιπόν σέ ἀδίκησα; Ἀπό τήν ἐρώτηση αὐτή θά μπῶ στό πέλαγος τῆς ἀπολογίας μου. Μήπως σέ ἐξαπάτησα, ἐπειδή σοῦ ἀπέκρυψα τίς σκέψεις μου; Γιά καλό σκοπό σέ ἐξαπάτησα καί σέ παρέδωσα σ’ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι σέ ἐξαπάτησαν. Ἄν βέβαια ἡ ἀπάτη εἶναι ἐν γένει κακό καί δέν μπορεῖ νά χρησιμοποιηθῆ καθόλου, τότε εἶμαι ἕτοιμος νά ἀποδεχθῶ τήν καταδίκη ποὺ ἐσύ νομίζεις ὅτι μοῦ ἁρμόζει. Ἐπειδή ὅμως ἐσύ ποτέ δέν θά δεχθῆς νά μέ καταδικάσης, θά ἐπιβάλω στόν ἑαυτό μου τήν ποινή ἐκείνη ποὺ ἐπιδικάζουν οἱ δικαστές στούς ἐναγομένους ἀπό τούς κατηγόρους σέ δίκη ἐνόχους. Λοιπόν, ἄν ἡ ἀπάτη δέν εἶναι πάντοτε κακή, ἀλλά ἀποκτᾶ ἀρνητικό ἤ θετικό περιεχόμενο ἀνάλογα μέ τήν προαίρεση ἐκείνων ποὺ τή χρησιμοποιοῦν, ἀφοῦ σταματήσης νά μέ ἐγκαλῆς ἀπόδειξε ὅτι χρησιμοποίησα γιά κακό σκοπό τό τέχνασμά μου.

Μέχρι ὅμως νά ἀποδειχθῆ αὐτό δέν πρέπει νά κατηγορεῖται ὁ ἀπατῶν, πρός τόν ὁποῖο μάλιστα σέ ἀντίθετη περίπτωση θά πρέπει νά ἐπιδεικνύεται εὐγνωμοσύνη ἀπό τούς ἀπατωμένους, ἄν αὐτοί θέλουν νά εἶναι δίκαιοι. Τόσο δέ εἶναι τό κέρδος ποὺ προκαλεῖται ἀπό τήν ἐπίκαιρη καί ὀρθά ἐπινοηθεῖσα ἀπάτη, ὥστε πολλοί νά ἔχουν τιμωρηθῆ ἐπειδή δέν ἔκαναν χρήση τῆς ἀπάτης ὅταν αὐτό ἐπιβαλλόταν. Ἔτσι, ἄν ἐξετάσης τήν ἱστορία τῶν ἐπιτυχημένων στρατηγῶν ὅλων τῶν ἐποχῶν, τότε θά διαπιστώσης ὅτι τά περισσότερα κατορθώματά τους ὑπῆρξαν προϊόντα ἀπάτης, μᾶλλον δέ αὐτοί ἐπαινοῦνται πάρα ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι νίκησαν μέ φανερό τρόπο. Διότι οἱ τελευταῖοι κερδίζουν τούς πολέμους μέ τρομακτική χρηματική δαπάνη καί τεράστιες ἀπώλειες στρατιωτῶν, ὥστε τελικά δέν προκύπτει κανένα οὐσιαστικό ὄφελος ἀπό τή νίκη τους, πολύ περισσσότερο δέ ἀφοῦ οἱ νικητές δέν δυστυχοῦν λιγότερο ἀπό τούς ἡττημένους, δεδομένου ὅτι καί τά στρατεύματά τους κατέστρεψαν καί τά ταμεῖα ἀδείασαν. Ἐπί πλέον δέ οἱ ἡττημένοι δέν τούς ἀφήνουν νά ἀπολαύσουν ὅλους τοὺς καρπούς τῆς νίκης, ἀφοῦ κάποιες φορές συμβαίνει καί αὐτοί νά καρπώνονται μέρος της, ἀφοῦ ἡττῶνται μόνο σωματικά, ὄχι ψυχικά. Τοῦτο συμβαίνει διότι ἄν ἦταν δυνατό ὁ πληττόμενος νά μή πεθαίνη, τότε δέν θά σταματοῦσε ποτέ νά εἶναι ὁρμητικός καί πρόθυμος νά ἀγωνισθῆ. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος κατόρθωσε νά κερδίση τούς ἐχθρούς μέ ἀπάτη, τότε βαρύνει αὐτούς ὄχι μόνο μέ τή συμφορά, ἀλλά καί μέ τή γελοιοποίηση. Ἔτσι, λοιπόν, ἐνῶ στήν περίπτωση ποὺ τό ἀποτέλεσμα μιᾶς μάχης κρίνεται ἀπό τήν ἀνδρεία τῶν στρατιωτῶν ὁ ἔπαινος κατανέμεται καί στίς δύο παρατάξεις, ἀντίθετα, στήν περίπτωση ποὺ κυριαρχεῖ ἡ φρόνηση καί τά τεχνάσματα, ὁ θρίαμβος ἀνήκει ὁλοκληρωτικά στούς νικητές καί τά ὀφέλη ἀπό τή νίκη διαφυλάσσονται ἀκέραια γιά τό Κράτος τους. Καί τοῦτο διότι ἡ φρόνηση τῆς ψυχῆς δέν εἶναι ἀνάλογη πρός τόν πλοῦτο τῶν χρημάτων καί τό πλῆθος τῶν στρατιωτῶν, τά ὁποῖα χρησιμοποιούμενα στούς πολέμους συνεχῶς μειώνονται καί τελικά ἐκλείπουν, σέ ἀντιδιαστολή πρός τή φρόνηση, ἡ ὁποία ἀπό τή φύση της ὅσο περισσότερο ἀσκεῖται τόσο περισσότερο αὐξάνει.

Ἡ δέ χρεία τῆς ἀπάτης δέν εἶναι ἀναγκαία μόνο σέ πολέμους, ἀλλά καί κατά τή διάρκεια τῆς εἰρήνης, ὄχι δέ μόνο στή διαχείριση τῶν δημοσίων πραγμάτων, ἀλλά καί στήν ἰδιωτική ζωή, στίς σχέσεις μεταξύ τῶν συζύγων, τοῦ πατέρα πρός τόν υἱό, τοῦ φίλου πρός τόν φίλο, ἀκόμη δέ καί τῶν παιδιῶν πρός τόν πατέρα, ὅπως συνέβη μέ τή θυγατέρα τοῦ Σαούλ, ἡ ὁποία δέν μποροῦσε νά ἀποσπάση τόν ἄνδρα της ἀπό τόν πατέρα της παρά μόνο μέ τήν ἀπάτη. Ἀλλά καί ὁ ἀδελφός αὐτῆς, προκειμένου νά συλλάβη καί πάλι τόν ἀπελευθερωθέντα σύζυγο, κατάφερε νά ἐπιτύχη τόν σκοπό του μέ τή χρήση τεχνάσματος.

Καί ὁ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ἀπάντησε· Ὅλα αὐτά δέν ἔχουν νά κάνουν μέ μένα, διότι ἐγώ οὔτε ἐχθρός εἶμαι, οὔτε ἀπό ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐπιχειροῦν νά σέ ἀδικήσουν. Ἐντελῶς ἀντίθετα, ἐγώ ἐμπιστεύθηκα ὅλα ὅσα μέ ἀφοροῦσαν στή βούλησή σου, τήν ὁποία πάντοτε καί ἀκολουθοῦσα.


θ. Μεγάλο τό κέρδος τῆς ἀπάτης. Ἡ θέση τοῦ Χρυσοστόμου καί ἡ κοινή λογική. 

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ. Μά, ἀγαπητέ μου καί θαυμάσιε φίλε, γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί ἐγώ ἔφθασα στό σημεῖο νά πῶ ὅτι ὄχι μόνο στόν πόλεμο, οὔτε μόνο στούς ἐχθρούς, ἀλλά καί στήν εἰρήνη καί στούς πολύ ἀγαπημένους εἶναι καλό νά χρησιμοποιεῖται ἡ ἀπάτη. Ὅτι δέ αὐτή εἶναι χρήσιμη ὄχι μόνο στούς ἀπατῶντες ἀλλά καί στούς ἀπατωμένους, μπορεῖς νά τό διαπιστώσης ἄν ἐπισκεφθῆς ἕναν ἀπό τούς ἰατρούς καί τόν ρωτήσης πῶς θεραπεύει τούς ἀσθενεῖς του. Θά ἀκούσης ἀπό τούς ἰατρούς ὅτι δέν ἀρκοῦνται μόνο στήν ἐπιστήμη τους, ἀλλά ὑπάρχουν περιπτώσεις, στίς ὁποῖες συνδύασαν μέ αὐτήν καί τή βοήθεια τῆς ἀπάτης καί ἔτσι κατάφεραν νά θεραπεύσουν τούς ἀσθενεῖς τους. Πράγματι, ἀφ’ ἑνός μέν ἡ δυστροπία τῶν ἀσθενῶν, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ βαρειά μορφή κάποιας ἀσθένειας, ἐπιφέρουν κάποιες φορές τή μή συμμόρφωσή τους πρός τίς ἰατρικές ὁδηγίες καί καθιστοῦν ἀναγκαῖο στόν θεράποντα νά ὑποδυθῆ τό προσωπεῖο τῆς ἀπάτης, γιά νά μπορέση νά ἀποκρύψη τήν ἀλήθεια ὅσων πρέπει νά γίνουν, ὅπως γίνεται δηλαδή καί στή θεατρική σκηνή. Ἐάν δέ θέλης μπορῶ καί ἐγώ νά σοῦ διηγηθῶ μία ἀπό τίς πολλές ἀπάτες, τίς ὁποῖες ἄκουσα νά μεταχειρίζονται ἰατροί γιά νά πετύχουν τόν σκοπό τους.

Κάποιος, λοιπόν, ἔπεσε ξαφνικά βαρειά ἄρρωστος καί ὁ πυρετός του ἀνέβαινε συνεχῶς. Ὁ ἀσθενής ἐκεῖνος ἀποστρεφόταν ὅμως τά φάρμακα, ποὺ μποροῦσαν νά κατεβάσουν τόν πυρετό, ἐπιθυμοῦσε δέ νά γευθῆ μεγάλη ποσότητα καθαροῦ οἴνου καί παρακαλοῦσε ὅσους προσέρχονταν νά τόν ἐπισκεφθοῦν νά τοῦ ἐπιτρέψουν νά ἱκανοποιήση τήν ὀλέθρια ἐπιθυμία του. Ἄν ὅμως κάποιος τοῦ ἔκανε αὐτή τή χάρη, τότε ὄχι μόνο θά τοῦ ἀνέβαινε ὁ πυρετός, ἀλλά ἐπί πλέον ὁ δυστυχής θά πέθαινε ἀπό ἀποπληξία.

Στό σημεῖο αὐτό, ὅταν πλέον ἡ ἐπιστήμη περιῆλθε σέ πλήρη ἀμηχανία καί δέν μποροῦσε νά ἐξεύρη καμμία λύση, ἀφοῦ εἶχε πλήρως ἐκβληθῆ ἀπό τόν δύστροπο ἀσθενῆ, εἰσῆλθε ἡ ἀπάτη καί ἔδειξε τή μεγάλη δύναμή της, ὅπως θά ἀκούσης ἀμέσως. Ὁ θεράπων ἰατρός πῆρε ἕνα ἀγγεῖο, τό ὁποῖο μόλις εἶχε βγῆ ἀπό τήν εἰδική ὑψικάμινο καί ἀφοῦ τό βύθισε σέ πολύ κρασί, ἀκολούθως τό γέμισε μέ νερό. Στή συνέχεια ἔδωσε ἐντολή νά συσκοτισθῆ τό δωμάτιο τοῦ ἀσθενῆ μέ πολλά παραπετάσματα, ὥστε νά μήν ἀποκαλυφθῆ ἡ ἀπάτη του καί τοῦ ἔδωσε νά πιῆ ἀπό τό περιεχόμενο τοῦ ἀγγείου, τό δῆθεν καθαρό κρασί. Ὁ ἀσθενής πρίν ἀκόμη τό λάβη στά χέρια του ἀπατήθηκε ἀπό τήν ὀσμή τοῦ ἀγγείου καί ἀπό τό σκοτάδι καί χωρίς νά ἐξετάση προσεκτικά τό ποτό ποὺ τοῦ δόθηκε, ἐπειγόμενος ἀπό τήν ἐπιθυμία γιά κρασί, ἤπιε τελικά τό ὑγρό που τοῦ δόθηκε ἀμέσως καί ἔτσι διέφυγε τόν κίνδυνο ποὺ διέτρεχε.

Βλέπεις, λοιπόν, ποιό εἶναι τό κέρδος τῆς ἀπάτης, ἄν δέ κάποιος ἤθελε νά ἀριθμήση τούς δόλους τῶν ἰατρῶν, ὁ λόγος του θά ἐπιμηκυνόταν στό ἄπειρο. Μπορεῖ δέ νά διαπιστώση κάποιος ὅτι τό φάρμακο αὐτό τό χρησιμοποιοῦν συνεχῶς ὄχι μόνο οἱ θεράποντες τῶν σωμάτων, ἀλλά καί οἱ ἐπιμελούμενοι τά ψυχικά νοσήματα. Καί ὁ μακάριος Παῦλος μέ τό φάρμακο αὐτό προσπάθησε νά προσελκύση τούς ἀναρίθμητους Ἰουδαίους, ὅταν περιέταμε τόν Τιμόθεο, ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος γράφοντας πρός τούς Γαλάτες ὑποστήριξε ὅτι ὁ Χριστός δέν πρόκειται νά ὠφελήση σέ τίποτα τούς περιτεμνομένους. Γιά νά πετύχη τόν σκοπό του ὑπέβαλε τόν ἑαυτό του στίς διατάξεις τοῦ νόμου, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θεωροῦσε τή συμμόρφωση πρός τίς μωσαϊκές διατάξεις ζημία, μετά τήν οἰκείωση τῆς πίστεως στόν Χριστό. Διότι ἡ δύναμη τῆς ἀπάτης εἶναι πολύ μεγάλη, ἀρκεῖ αὐτή νά μή γίνεται μέ κακή προαίρεση.

Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή πρέπει ἡ πράξη αὐτή οὔτε κἄν ἀπάτη νά ὀνομάζεται, ἀλλά εἶδος οἰκονομίας καί σοφῆς διαχειρίσεως τῶν καταστάσεων, ὥστε νά ἐξευρίσκεται διέξοδος στά ἀδιέξοδα καί νά ἐπανορθώνονται τά ψυχικά πλημμελήματα. Ἔτσι, δέν θά ἔπρεπε νά χαρακτηρίσουμε τόν Φινεές φονέα ἄν καί μέ ἕνα κτύπημα σκότωσε δύο ἀνθρώπους, ὅπως ἐπίσης καί τόν Ἠλία, ὁ ὁποῖος θανάτωσε τούς ἑκατό στρατιῶτες καί τούς ἐπικεφαλῆς τους καί ἔχυσε χείμαρρο αἱμάτων ἀπό τή σφαγή τῶν ἱερέων τῶν εἰδώλων. Ἐάν δέ ἐπιτρέπαμε νά συμβῆ τό ἀντίθετο καί ἀπογυμνώναμε τίς πράξεις ἀπό τήν προαίρεση τῶν δρώντων, ἐξετάζοντες αὐτές καθ’ ἐαυτές, τότε ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά ἤθελε νά κρίνη τόν Ἀβραάμ θά τόν χαρακτήριζε παιδοκτόνο, στόν δέ ἐγγονό του καί στόν ἀπόγονό του θά ἔπρεπε νά τούς προσάψη τήν κατηγορία τῆς κακουργίας καί τοῦ δόλου, ἀφοῦ ὁ μέν πρῶτος ὑπεξαίρεσε τά φυσικά πρεσβεῖα, ὁ δέ δεύτερος τόν πλοῦτο τῶν Αἰγυπτίων τόν μετέφερε στόν στρατό τῶν Ἰσραηλιτῶν. Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι τά πράγματα, ἀντίθετα μάλιστα, ἀφοῦ ὄχι μόνο ἀπαλλάσσουμε τῶν κατηγοριῶν αὐτούς τούς ἄνδρες, ἀλλά καί τούς θαυμάζουμε γιά τίς πράξεις τους αὐτές, ἐπειδή καί ὁ Θεός τούς ἐπήνεσε γι’ αὐτά ποὺ ἔκαναν.

Ἀπατεώνας λοιπόν θά μποροῦσε δικαίως νά χαρακτηρισθῆ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖ τήν ἀπάτη μέ δόλο καί ὄχι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀποβλέπει σέ ὑγιεῖς σκοπούς. Πολλές φορές μάλιστα εἶναι ἀναγκαῖο νά χρησιμοποιηθῆ ἀπάτη καί προκύπτει ὄντως μεγάλη ὠφέλεια ἀπό τή χρήση της, ἐνῶ ὁ προσεγγίζων μία ὑπόθεση μέ εὐθύ τρόπο τυχαίνει νά βλάπτη σοβαρά τόν μή ἀπατηθέντα.

Ξεπεσμός ένα μόνο είναι, η αμαρτία!



Τα λέω τούτα, για να μεταγγίσω και σ' εσάς τόλμη και θάρρος. Πώς εμείς δεν δειλιάσαμε; 

Απλούστατα, γιατί δεν φοβηθήκαμε κανένα από τα τότε δεινά. Αλλωστε τί είναι δεινό; 

Ο θάνατος; Κά­θε άλλο, αφού γρήγορα καταπλέουμε στο ακύμαντο λιμάνι τ' ουρανού.

Οι δημεύσεις; «Γυμνός βγήκα απ' την κοιλιά της μάνας μου, γυμνός και θα γυρί­σω πίσω στη μάνα γη» (Ιώβ 1:21). 

Οι εξορίες; «Στον Κύριο ανήκει η γη και ό,τι τη γεμίζει» (Ψαλμ. 23:1). 

Οι συκοφαντίες; «Να αισθάνεσθε χαρά και αγαλλίαση, όταν σας κακολογήσουν με κάθε ψεύ­τικη κατηγορία, γιατί θ' ανταμειφθείτε με το παραπάνω στους ουρανούς» (πρβλ. Ματθ. 5:11-12). 

Ατένιζα τα σπαθιά, και τον ουρανό συλλογιζό­μουν. Περίμενα τον θάνατο, και την ανάσταση σκε­φτόμουν. Έβλεπα τα επίγεια παθήματα, και αριθμούσα τα επουράνια βραβεία. Αντίκρυζα τις επιβουλές, και είχα στο νου μου το αμαράντινο στε­φάνι. Γιατί ο σκοπός του αγώνα μου ήταν αρκετός να με παρηγορήσει. 

Πρόστρεχα στις αρχές, αλλ' αυτό δεν ήταν για μένα προσβολή και ξεπεσμός. Ξεπεσμός ένα μόνο είναι: η αμαρτία! 

Κι αν ακόμα όλος ο κόσμος σε προσβάλει, εφόσον εσύ δεν προσβάλεις τον εαυτό σου, δεν έχεις προσβληθεί. Μια και μόνη προδοσία υπάρχει: η προδοσία της συνειδήσεως! Μην προδώσεις εσύ τη συνείδησή σου, και κανείς δεν θα σε προδώσει.


Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...