Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

Μεγάλη Παρασκευή Πρωί: «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος


Αυγουστίνου Καντιώτη
Μεγάλη Παρασκευὴ εἶνε σήμερα, ἀγαπητοί μου συναμαρτωλοὶ ἀδελφοί, ἡμέρα ἱερὰ γεμάτη ἀναμνήσεις, ἡμέρα ποὺ προκαλεῖ ῥίγη συγκινήσεως καὶ δάκρυα. Ἂς βγάλουμε τὴν ὥρα αὐτὴ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ μυαλό μας κάθε ἰδέα γήινη, κάθε ῥυπαρὴ σκέψι καὶ λογισμό, ἂς καθαρίσουμε τὴ διάνοιά μας, καὶ μὲ τὰ φτερὰ τῆς φαντασίας ἂς διασχίσουμε τὶς ἀποστάσεις καὶ τοὺς αἰῶνες, κι ἂς ἐπισκεφθοῦμε νοερὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Μπορεῖ κανεὶς νὰ πάῃ ἐκεῖ κι ὅμως νὰ μὴν εἶνε ἐκεῖ, καὶ μπορεῖ νὰ μὴν πάῃ σωματικὰ στοὺς Ἁγίους Τόπους κι ὅμως νά ᾽νε ἐκεῖ ψυχικά.Ἂς βρεθοῦμε λοιπὸν τώρα μὲ τὴ σκέψι μας στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ λέγεται Κρανίου τόπος ἢ Γολγοθᾶς· ἐκεῖ ποὺ παίχθηκε τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἐκεῖ ποὺ δόθηκε ἡ μεγάλη μάχη μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, ἀληθείας καὶ ψεύδους. Ἐκεῖ, στὸ Γολγοθᾶ, εἶνε τώρα ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Θεαταὶ τῆς θυσίας του εἶνε πολλοί. Ἀπ᾽ τὸν οὐρανὸ τὰ τάγματα τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὰ Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ, ποὺ ἀπὸ τὰ θεωρεῖα τῆς αἰωνιότητος βλέπουν τὸ δρᾶμα, ἀγανακτοῦν κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι μὲ τὶς πύρινες ῥομφαῖες τους νὰ σαρώσουν τοὺς δημίους.Θεαταὶ ἀπ᾽ τὴ γῆ εἶνε ὁ ὄχλος ἐκεῖνος, ποὺ πρὶν τέσσερις μέρες, τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἐκραύγαζε «Ὡσαννά» (Ματθ. 21,9. Μᾶρκ. 11,9-10. Ἰω. 12,13) καὶ τώρα εἶνε κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ ἐμπαίξῃ.Θεαταὶ εἶνε ἀκόμα οἱ εἰδωλολάτρες στρατιῶτες , τὸ ἀπόσπασμα ποὺ μὲ ἐπὶκεφαλῆς τὸν ἑκατόνταρχο (λοχαγό) ἔλαβε ἐντολὴ ν᾽ ἀνεβῇ στὸν Κρανίου τόπον καὶ νὰ ἐκτελέσῃ τὴν ἀπόφασι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ δικαστηρίου. Οἱ ἀγροῖκοι αὐτοὶ ῾Ρωμαῖοι, ποὺ ἔχουν λάβει μέρος σὲ μάχες καὶ συνήθισαν νὰ βλέπουν τὸ ἀνθρώπινο αἷμα νὰ χύνεται, εἶνε ἀδιάφοροι· ἢ μᾶλλον ὄχι ἀδιάφοροι, ἀλλὰ συνεχίζουν τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ ἔκαναν μέσα στὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου.
Παρακολουθοῦν τὴν ἐκτέλεσι, παίζουν ζάρια κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρό, καὶ πίνουν ποτά…Ἀλλὰ ξαφνικὰ ὁ μεσαῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἐσταυρωμένους, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ἑλκύειτὴν προσοχή τους. Βλέπουν ὅτι διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἐκεῖνοι βλαστημοῦν, καταριῶνται τὴ μέρα ποὺ γεννήθηκαν, ἐκσφενδονίζουν ὕβρεις σὲ ὅλους, ἐνῷ ὁ Ἐσταυρωμένος αὐτὸς σιωπᾷ . Ἡ σιωπή του εἶνε μυστηριώδης, σιωπὴ ποὺ προκαλεῖ συγκίνησι. Σιωπᾷ ὁ Χριστός.Κι ὅταν ἀνοίγει τὰ ἄχραντα χείλη του γιὰ νὰ πῇ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ σταυροῦ , τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν εἶνε κατάρες, εἶνε εὐλογίες, λόγια ποὺ προκαλοῦν βαθειὰ ἐντύπωσι σὲκάθε ἀκροατὴ καὶ θεατή. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ πρόσεξαν οἱ σταυρωταὶ τοῦ Χριστοῦ μας. Οἱ στρατιῶτες τοῦ ἀποσπάσματος ἄκουσαν τὸ «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) , ἄκουσαν τὸ «Διψῶ» (Ἰω. 19,28) , ἄκουσαν τὸ «Ἠλὶ  Ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;» «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνα τί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46. Μᾶρκ. 15,34) , ἄκουσαν καὶ τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30).
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄκουσαν καὶ διαλογίζονταν· Ποιός νά ᾽νε αὐτὸς ἆραγε; αὐτὸς διαφέρει τελείως ἀπὸ τοὺς ἄλλους καταδίκους… Κι ὅταν μετὰ τὸ μεσημέρι εἶδαν τὸν ἥλιο νὰ σκοτεινιάζῃ, τὸ σκοτάδι ν᾽ ἁπλώνεται σ᾽ ὅλη τὴν κτίσι, τὴ γῆ νὰ σείεται καὶ τὰ μνήματα ν᾿ ἀνοίγουν, τότε πλέον πίστεψαν.
Δὲν τοὺς ἔμεινε κανένας δισταγμὸς ἢ ἀμφιβολία, καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἑκατόνταρχο εἶπαν κατατρομαγμένοι· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54)· αὐτὸς πραγματικὰ δὲν εἶνε τυχαῖος, ἔχει ὑπερφυσικὴ προέλευσι, εἶνε Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινός.
Ἀπὸ τότε ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἑκατόνταρχος ἔχουν περάσει –μετρῆστε–εἴκοσι περίπου αἰῶνες. Καὶ ἡ μαρτυρία - ὁμολογία αὐτὴ δὲν ἔμεινε μόνη· ἐπαναλαμβάνεται καὶ συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πολλές, ἀναρίθμητες μαρτυρίες λένε, ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, Θεάνθρωπος . Ἔχουμε ἀποδείξεις; Ἔχουμε. Ποιές εἶν᾽ αὐτές; Ἀναφέρω μερικές·
⃝«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος». Τὸ φωνάζειπρῶτα - πρῶτα ἡ διδασκαλία του. Ἀνοῖξτε τὰκείμενα ὅλων τῶν θρησκειῶν, διαβάστε τὰ βιβλία τῶν φιλοσόφων, ἀκοῦστε τοὺς λόγους τῶν μεγαλυτέρων ῥητόρων· θὰ δῆτε, ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ὑπερτερεῖ, εἶνε ὑπέροχη. Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι κι ἄλλοι εἶπαν σπουδαῖα πράγματα· ἀλλὰ τὰ λόγια τους μοιάζουν μὲ μικρὰ ψήγματα χρυσοῦ ἀνακατεμένα μέσα σ᾽ ἕνα ὄγκο εὐτελῶν μετάλλων· μοιάζουν μὲ μικρὰ φῶτα, πυγολαμπίδες θὰ ἔλεγα, μπροστὰ στὸν ἥλιο. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε φῶς καὶ ζωή, κ᾽ ἔκαναν πάντα μεγάλη ἐντύπωσι.
Ἐχθρικοὶ ἀκροαταί του ἀναγκάστηκαν νὰ ὁμολογήσουν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος,ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 7,46) . Ἂς προάγεται τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα, ὅπως εἶπε κάποιος, ἂςπροχωροῦν οἱ ἐπιστῆμες, ἂς γίνωνται ἀνακαλύψεις· ποτέ ἡ ἀνθρωπότης δὲν θὰ φθάσῃ τὸ ὕψος τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ κάποιος ἄλλος εἶπε· Δὲν ξέρω ἂν σὲ ἄλλους πλανῆτες κατοικοῦν λογικὰ ὄντα· ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχουν καὶ κατοικοῦν ἐκεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸαὐτὴν ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» · τὸ φωνάζειἡ διδασκαλία του, τὸ φωνάζουν καὶ τὰ θαύματά του. Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ! Ὅπου ἅ-πλωνε τὰ ἄχραντα χέρια του, ὅπου ἀκουγό-ταν ἡ θεϊκὴ προσταγή του, ἐκεῖ ὁ ἄνεμος σταματοῦσε, ἡ τρικυμισμένη θάλασσα γαλήνευε,τὰ δαιμόνια ἔφευγαν, τυφλοὶ ἔβλεπαν, κουφοὶ ἄκουγαν, μουγγοὶ μιλοῦσαν, λεπροὶ καθαρίζονταν, παράλυτοι σηκώνονταν, κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ νεκροὶ ἀνασταίνονταν ἀπὸ τοὺς τάφους. Θαύματα πραγματικά, ὄχι φανταστικά.Θαύματα ποὺ ἔγιναν ὄχι νύχτα καὶ σὲ κάποια ἀθέατη γωνιά, ἀλλὰ μπροστὰ σὲ πλῆθος μάτια, μερικὲς φορὲς καὶ ἐχθρῶν, ποὺ τὰ ἔβλεπαν καὶ κατάπληκτοι ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν»(Μᾶρκ. 2,12) . Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀνα-ρίθμητα. Κι ἂν ἡ θάλασσα γίνῃ μελάνι κι ὁ οὐ-ρανὸς χαρτὶ καὶ τὰ δέντρα μολύβια, δὲν φτά-νουν γιὰ νὰ ἱστορηθοῦν τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» . Τὸ φωνάζειἀκόμα ὁ ἄψογος βίος του. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἅγιος, ὄχι μὲ ἔννοια σχετικὴ ὅπως πολλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μὲ ἔννοια ἀπόλυτη. Εἶνε ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει καμμία κακία ἢ ἐλάττωμα, δὲν «εὑρέθη δόλος  ἐν τῷ στόματι  αὐτοῦ» (Ἠσ. 53,9 = Α΄ Πέτρ. 2,22) , ἐκεῖνος ποὺ ἡ ζωή του λάμπειἀπὸ κάθε πλευρά, ἐκεῖνος ποὺ ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς» (Ἀμβ. 3,3) . Ποιά ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ ν᾽ ἀναφέρουμε πρώτη; τὴ φτώχεια καὶ ἁπλότητά του, ποὺ κανείς ἄλλος δὲν ἔζησετόσο ταπεινὰ ὥστε νὰ μὴν ἔχῃ «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20); τὴν πραότητα καὶ ἀνεξικακία του ἀπέναντι στοὺς ἐχθροὺς καὶ σταυρωτάς του; τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀφοβία του ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων καὶ τοῦ Πιλάτου ὅταν διεκήρυττε τὴν ἀλήθεια; τὴν ταπείνωσί του, μέχρι ση-μείου νὰ σκύψῃ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του; ἢ πρὸ παντὸς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν; Ὅλα αὐτὰ συνθέτουν τὴ μεγαλειώδη εἰκόνα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μας στὴ γῆ. Μερικοὶ προ-σπάθησαν νὰ τοῦ βροῦν ἐλαττώματα· ἔψαξαντὰ Εὐαγγέλια, πίεσαν τὸν ἐγκέφαλό τους, μὰ δὲν μπόρεσαν νὰ βροῦν ψεγάδι. Ὁ ἥλιος ἔχειτὶς κηλῖδες του, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀκηλίδωτος ἥλιος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46) , καὶ τὸ ἐρώτημά του μένει ἀναπάντητο διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» , τὸ ἀποδεικνύουν ἡ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, ἡ ἁγιότης τοῦ βίου του, τὸ ἀποδεικνύει τέλος ἡ μαρτυρία τῶν αἰώνων. Δὲν τὸ μαρτυρεῖ μόνο ὁ ἑκατόνταρχος· τὸ μαρτυροῦν οἱ γενεὲς γενεῶν τῶν ἁγίων· μικρὰ παιδιὰ σὰν τὸν ἅγιο Κήρυκο ποὺ κρατοῦν στὴν ἀγκαλιὰ οἱ μητέρες, σεμνὲς παρθένες, ἁπλοϊκοὶ ἰδιῶτες ὅπως οἱ ψαρᾶδες, σοφοὶ ἐπιστήμονες· ὅλοι ὁμολογοῦν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς ἀληθινός.
Θεαταὶ κ᾽ ἐμεῖς σήμερα, ἀγαπητοί μου, τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος μας. Πῶς παρακολουθοῦμε τὸ θεῖο δρᾶμα; Ὅπως οἱ ἄγγελοι μὲ ἀγάπη καὶ λατρεία, ἢ ὅπως ὁ ὄχλος ποὺ ξέχασε τὰ «Ὡσαννά» καὶ φώναζε «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν»; (Ἰω. 19,6) . Ἂς τὸ παρακολουθοῦμε ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ ἄφησε τοὺς δισταγμούς, πίστεψε καὶ τὸν ὡμολόγησε Υἱὸ Θεοῦ.Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ποὺ ἔχει κάποια ἀμφιβολία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχειπαρὰ νὰ τὸν πλησιάσῃ, νὰ ἐξετάσῃ, νὰ ἐρευνήσῃ μὲ εἰλικρίνεια . Καὶ τότε σὰν τὸν ἑκατόνταρχο θὰ ὁδηγηθῇ ἀπὸ τὰ πράγματα νὰ ὁμο-λογήσῃ κι αὐτός, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός» , ὅτι εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὅτι εἶνε ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 24-4-1981.

Μεγάλη Παρασκευή Πρωί: «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος


Αυγουστίνου Καντιώτη
Μεγάλη Παρασκευὴ εἶνε σήμερα, ἀγαπητοί μου συναμαρτωλοὶ ἀδελφοί, ἡμέρα ἱερὰ γεμάτη ἀναμνήσεις, ἡμέρα ποὺ προκαλεῖ ῥίγη συγκινήσεως καὶ δάκρυα. Ἂς βγάλουμε τὴν ὥρα αὐτὴ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ μυαλό μας κάθε ἰδέα γήινη, κάθε ῥυπαρὴ σκέψι καὶ λογισμό, ἂς καθαρίσουμε τὴ διάνοιά μας, καὶ μὲ τὰ φτερὰ τῆς φαντασίας ἂς διασχίσουμε τὶς ἀποστάσεις καὶ τοὺς αἰῶνες, κι ἂς ἐπισκεφθοῦμε νοερὰ τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Μπορεῖ κανεὶς νὰ πάῃ ἐκεῖ κι ὅμως νὰ μὴν εἶνε ἐκεῖ, καὶ μπορεῖ νὰ μὴν πάῃ σωματικὰ στοὺς Ἁγίους Τόπους κι ὅμως νά ᾽νε ἐκεῖ ψυχικά.Ἂς βρεθοῦμε λοιπὸν τώρα μὲ τὴ σκέψι μας στὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ λέγεται Κρανίου τόπος ἢ Γολγοθᾶς· ἐκεῖ ποὺ παίχθηκε τὸ δρᾶμα τῶν δραμάτων, ἐκεῖ ποὺ δόθηκε ἡ μεγάλη μάχη μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, ἀληθείας καὶ ψεύδους. Ἐκεῖ, στὸ Γολγοθᾶ, εἶνε τώρα ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Θεαταὶ τῆς θυσίας του εἶνε πολλοί. Ἀπ᾽ τὸν οὐρανὸ τὰ τάγματα τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, τὰ Χερουβὶμ καὶ Σεραφίμ, ποὺ ἀπὸ τὰ θεωρεῖα τῆς αἰωνιότητος βλέπουν τὸ δρᾶμα, ἀγανακτοῦν κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι μὲ τὶς πύρινες ῥομφαῖες τους νὰ σαρώσουν τοὺς δημίους.Θεαταὶ ἀπ᾽ τὴ γῆ εἶνε ὁ ὄχλος ἐκεῖνος, ποὺ πρὶν τέσσερις μέρες, τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἐκραύγαζε «Ὡσαννά» (Ματθ. 21,9. Μᾶρκ. 11,9-10. Ἰω. 12,13) καὶ τώρα εἶνε κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ γιὰ νὰ ἐμπαίξῃ.Θεαταὶ εἶνε ἀκόμα οἱ εἰδωλολάτρες στρατιῶτες , τὸ ἀπόσπασμα ποὺ μὲ ἐπὶκεφαλῆς τὸν ἑκατόνταρχο (λοχαγό) ἔλαβε ἐντολὴ ν᾽ ἀνεβῇ στὸν Κρανίου τόπον καὶ νὰ ἐκτελέσῃ τὴν ἀπόφασι τοῦ Ἰουδαϊκοῦ δικαστηρίου. Οἱ ἀγροῖκοι αὐτοὶ ῾Ρωμαῖοι, ποὺ ἔχουν λάβει μέρος σὲ μάχες καὶ συνήθισαν νὰ βλέπουν τὸ ἀνθρώπινο αἷμα νὰ χύνεται, εἶνε ἀδιάφοροι· ἢ μᾶλλον ὄχι ἀδιάφοροι, ἀλλὰ συνεχίζουν τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ ἔκαναν μέσα στὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου.
Παρακολουθοῦν τὴν ἐκτέλεσι, παίζουν ζάρια κάτω ἀπ᾽ τὸ σταυρό, καὶ πίνουν ποτά…Ἀλλὰ ξαφνικὰ ὁ μεσαῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἐσταυρωμένους, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ἑλκύειτὴν προσοχή τους. Βλέπουν ὅτι διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἐκεῖνοι βλαστημοῦν, καταριῶνται τὴ μέρα ποὺ γεννήθηκαν, ἐκσφενδονίζουν ὕβρεις σὲ ὅλους, ἐνῷ ὁ Ἐσταυρωμένος αὐτὸς σιωπᾷ . Ἡ σιωπή του εἶνε μυστηριώδης, σιωπὴ ποὺ προκαλεῖ συγκίνησι. Σιωπᾷ ὁ Χριστός.Κι ὅταν ἀνοίγει τὰ ἄχραντα χείλη του γιὰ νὰ πῇ τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ σταυροῦ , τὰ λόγια του αὐτὰ δὲν εἶνε κατάρες, εἶνε εὐλογίες, λόγια ποὺ προκαλοῦν βαθειὰ ἐντύπωσι σὲκάθε ἀκροατὴ καὶ θεατή. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ πρόσεξαν οἱ σταυρωταὶ τοῦ Χριστοῦ μας. Οἱ στρατιῶτες τοῦ ἀποσπάσματος ἄκουσαν τὸ «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34) , ἄκουσαν τὸ «Διψῶ» (Ἰω. 19,28) , ἄκουσαν τὸ «Ἠλὶ  Ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;» «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνα τί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46. Μᾶρκ. 15,34) , ἄκουσαν καὶ τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30).
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄκουσαν καὶ διαλογίζονταν· Ποιός νά ᾽νε αὐτὸς ἆραγε; αὐτὸς διαφέρει τελείως ἀπὸ τοὺς ἄλλους καταδίκους… Κι ὅταν μετὰ τὸ μεσημέρι εἶδαν τὸν ἥλιο νὰ σκοτεινιάζῃ, τὸ σκοτάδι ν᾽ ἁπλώνεται σ᾽ ὅλη τὴν κτίσι, τὴ γῆ νὰ σείεται καὶ τὰ μνήματα ν᾿ ἀνοίγουν, τότε πλέον πίστεψαν.
Δὲν τοὺς ἔμεινε κανένας δισταγμὸς ἢ ἀμφιβολία, καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἑκατόνταρχο εἶπαν κατατρομαγμένοι· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54)· αὐτὸς πραγματικὰ δὲν εἶνε τυχαῖος, ἔχει ὑπερφυσικὴ προέλευσι, εἶνε Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς ἀληθινός.
Ἀπὸ τότε ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ ἑκατόνταρχος ἔχουν περάσει –μετρῆστε–εἴκοσι περίπου αἰῶνες. Καὶ ἡ μαρτυρία - ὁμολογία αὐτὴ δὲν ἔμεινε μόνη· ἐπαναλαμβάνεται καὶ συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Πολλές, ἀναρίθμητες μαρτυρίες λένε, ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, Θεάνθρωπος . Ἔχουμε ἀποδείξεις; Ἔχουμε. Ποιές εἶν᾽ αὐτές; Ἀναφέρω μερικές·
⃝«Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος». Τὸ φωνάζειπρῶτα - πρῶτα ἡ διδασκαλία του. Ἀνοῖξτε τὰκείμενα ὅλων τῶν θρησκειῶν, διαβάστε τὰ βιβλία τῶν φιλοσόφων, ἀκοῦστε τοὺς λόγους τῶν μεγαλυτέρων ῥητόρων· θὰ δῆτε, ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ὑπερτερεῖ, εἶνε ὑπέροχη. Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι κι ἄλλοι εἶπαν σπουδαῖα πράγματα· ἀλλὰ τὰ λόγια τους μοιάζουν μὲ μικρὰ ψήγματα χρυσοῦ ἀνακατεμένα μέσα σ᾽ ἕνα ὄγκο εὐτελῶν μετάλλων· μοιάζουν μὲ μικρὰ φῶτα, πυγολαμπίδες θὰ ἔλεγα, μπροστὰ στὸν ἥλιο. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε φῶς καὶ ζωή, κ᾽ ἔκαναν πάντα μεγάλη ἐντύπωσι.
Ἐχθρικοὶ ἀκροαταί του ἀναγκάστηκαν νὰ ὁμολογήσουν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος,ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 7,46) . Ἂς προάγεται τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα, ὅπως εἶπε κάποιος, ἂςπροχωροῦν οἱ ἐπιστῆμες, ἂς γίνωνται ἀνακαλύψεις· ποτέ ἡ ἀνθρωπότης δὲν θὰ φθάσῃ τὸ ὕψος τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ κάποιος ἄλλος εἶπε· Δὲν ξέρω ἂν σὲ ἄλλους πλανῆτες κατοικοῦν λογικὰ ὄντα· ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχουν καὶ κατοικοῦν ἐκεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνώτερη ἀπὸαὐτὴν ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» · τὸ φωνάζειἡ διδασκαλία του, τὸ φωνάζουν καὶ τὰ θαύματά του. Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ! Ὅπου ἅ-πλωνε τὰ ἄχραντα χέρια του, ὅπου ἀκουγό-ταν ἡ θεϊκὴ προσταγή του, ἐκεῖ ὁ ἄνεμος σταματοῦσε, ἡ τρικυμισμένη θάλασσα γαλήνευε,τὰ δαιμόνια ἔφευγαν, τυφλοὶ ἔβλεπαν, κουφοὶ ἄκουγαν, μουγγοὶ μιλοῦσαν, λεπροὶ καθαρίζονταν, παράλυτοι σηκώνονταν, κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ νεκροὶ ἀνασταίνονταν ἀπὸ τοὺς τάφους. Θαύματα πραγματικά, ὄχι φανταστικά.Θαύματα ποὺ ἔγιναν ὄχι νύχτα καὶ σὲ κάποια ἀθέατη γωνιά, ἀλλὰ μπροστὰ σὲ πλῆθος μάτια, μερικὲς φορὲς καὶ ἐχθρῶν, ποὺ τὰ ἔβλεπαν καὶ κατάπληκτοι ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν»(Μᾶρκ. 2,12) . Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀνα-ρίθμητα. Κι ἂν ἡ θάλασσα γίνῃ μελάνι κι ὁ οὐ-ρανὸς χαρτὶ καὶ τὰ δέντρα μολύβια, δὲν φτά-νουν γιὰ νὰ ἱστορηθοῦν τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» . Τὸ φωνάζειἀκόμα ὁ ἄψογος βίος του. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἅγιος, ὄχι μὲ ἔννοια σχετικὴ ὅπως πολλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ μὲ ἔννοια ἀπόλυτη. Εἶνε ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει καμμία κακία ἢ ἐλάττωμα, δὲν «εὑρέθη δόλος  ἐν τῷ στόματι  αὐτοῦ» (Ἠσ. 53,9 = Α΄ Πέτρ. 2,22) , ἐκεῖνος ποὺ ἡ ζωή του λάμπειἀπὸ κάθε πλευρά, ἐκεῖνος ποὺ ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς» (Ἀμβ. 3,3) . Ποιά ἀρετὴ τοῦ Χριστοῦ ν᾽ ἀναφέρουμε πρώτη; τὴ φτώχεια καὶ ἁπλότητά του, ποὺ κανείς ἄλλος δὲν ἔζησετόσο ταπεινὰ ὥστε νὰ μὴν ἔχῃ «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. 8,20); τὴν πραότητα καὶ ἀνεξικακία του ἀπέναντι στοὺς ἐχθροὺς καὶ σταυρωτάς του; τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀφοβία του ἐνώπιον τῶν ἀρχόντων καὶ τοῦ Πιλάτου ὅταν διεκήρυττε τὴν ἀλήθεια; τὴν ταπείνωσί του, μέχρι ση-μείου νὰ σκύψῃ νὰ πλύνῃ τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του; ἢ πρὸ παντὸς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὑποφέρουν; Ὅλα αὐτὰ συνθέτουν τὴ μεγαλειώδη εἰκόνα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μας στὴ γῆ. Μερικοὶ προ-σπάθησαν νὰ τοῦ βροῦν ἐλαττώματα· ἔψαξαντὰ Εὐαγγέλια, πίεσαν τὸν ἐγκέφαλό τους, μὰ δὲν μπόρεσαν νὰ βροῦν ψεγάδι. Ὁ ἥλιος ἔχειτὶς κηλῖδες του, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀκηλίδωτος ἥλιος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46) , καὶ τὸ ἐρώτημά του μένει ἀναπάντητο διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
⃝ «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» , τὸ ἀποδεικνύουν ἡ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, ἡ ἁγιότης τοῦ βίου του, τὸ ἀποδεικνύει τέλος ἡ μαρτυρία τῶν αἰώνων. Δὲν τὸ μαρτυρεῖ μόνο ὁ ἑκατόνταρχος· τὸ μαρτυροῦν οἱ γενεὲς γενεῶν τῶν ἁγίων· μικρὰ παιδιὰ σὰν τὸν ἅγιο Κήρυκο ποὺ κρατοῦν στὴν ἀγκαλιὰ οἱ μητέρες, σεμνὲς παρθένες, ἁπλοϊκοὶ ἰδιῶτες ὅπως οἱ ψαρᾶδες, σοφοὶ ἐπιστήμονες· ὅλοι ὁμολογοῦν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς ἀληθινός.
Θεαταὶ κ᾽ ἐμεῖς σήμερα, ἀγαπητοί μου, τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος μας. Πῶς παρακολουθοῦμε τὸ θεῖο δρᾶμα; Ὅπως οἱ ἄγγελοι μὲ ἀγάπη καὶ λατρεία, ἢ ὅπως ὁ ὄχλος ποὺ ξέχασε τὰ «Ὡσαννά» καὶ φώναζε «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν»; (Ἰω. 19,6) . Ἂς τὸ παρακολουθοῦμε ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ ἄφησε τοὺς δισταγμούς, πίστεψε καὶ τὸν ὡμολόγησε Υἱὸ Θεοῦ.Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ποὺ ἔχει κάποια ἀμφιβολία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχειπαρὰ νὰ τὸν πλησιάσῃ, νὰ ἐξετάσῃ, νὰ ἐρευνήσῃ μὲ εἰλικρίνεια . Καὶ τότε σὰν τὸν ἑκατόνταρχο θὰ ὁδηγηθῇ ἀπὸ τὰ πράγματα νὰ ὁμο-λογήσῃ κι αὐτός, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱός» , ὅτι εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὅτι εἶνε ὁ Θεάνθρωπος Λυτρωτής· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 24-4-1981.

Η Ακολουθία των Θείων Παθών σε ζωντανή σύνδεση από τη ΕΡΤ2



Αποτέλεσμα εικόνας για θεια πάθη



Παρακολουθήστε σε ζωντανή σύνδεση την ακολουθία των Θείων Παθών από τον Ιερό Ναό Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου.
Για να   συνδεθείτε  πιέστε εδώ

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου...





«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας
            Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται ὁ τῶν ἀγγέλων Βασιλεύς.
            Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἐν
            Νεφέλαις.
            Ῥάπισμα κατεδέξατο ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ.
            Ἥλοις προσηλώθη ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας.
            Λόγχῃ ἐκεντήθη ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου.
            Προσκυνοῦμεν σου τὰ πάθη, Χριστέ.
            Δεῖξον ἡμῖν καὶ τὴν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν».

Τη Αγία και Μεγάλη Παρασκευή τα Άγια και Φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού επιτελούμεν' τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην, και προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον


Τη Αγία και Μεγάλη Παρασκευή τα Άγια και Φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού επιτελούμεν' τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην, και προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον, α δι' ημάς εκών κατεδέξατο' έτι δε και την του ευγνώμονος ληστού, του συσταυρωθέντος αυτώ, σωτήριον εν τω σταυρώ ομολογίαν".
Μεγάλη Παρασκευή, ημέρα γενικού πένθους και θρήνου για εκατομμύρια πιστούς. Ημέρα απόλυτης νηστείας, προσευχής και περισυλλογής. Ο Βασιλεύς των Βασιλευόντων και Κύριος των Κυριευόντων βρίσκεται κρεμασμένος επί του ξύλου ως κακούργος. Η ανθρώπινη κακία έφτασε στο έσχατο σημείο της πτώσης της, ο άνθρωπος έγινε θεοκτόνος!
Ο Κύριος λίγο μετά την αγωνιώδη προσευχή Του στο όρος των Ελαιών, το βράδυ της Πέμπτης, συνελήφθη από τη ρωμαϊκή σπείρα καθ' υπόδειξη του προδότη μαθητή Ιούδα. Κατόπιν σύρθηκε ολονυκτίς σε διαδοχικές δίκες από τους "άρχοντες των Ιουδαίων". Ήταν τέτοια η βιασύνη τους ώστε δεν περίμεναν να ξημερώσει. Ο ενοχλητικός δημοφιλής περιφερόμενος ραβίνος έπρεπε να πεθάνει το συντομότερο δυνατό, διότι ήταν επικίνδυνος για την θρησκευτική, πολιτική και οικονομική αριστοκρατία της ιουδαϊκής κοινωνίας. Οι καινοφανείς ιδέες που διέδιδε θεωρήθηκαν ανατρεπτικές του νομίμου καθεστώτος και των ανθρωπίνων θεσμών.
Δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία ενοχοποίησης του Ιησού, γι' αυτό επιστρατεύθηκαν ακόμα και ψευδομάρτυρες προκειμένου να στηρίξουν αληθοφανή κατηγορία και να προχωρήσουν στην καταδίκη και τη θανάτωση του μεγάλου ταραξία. Ο ίδιος ο αρχιερέας αποφάνθηκε πως "συμφέρει ένα άνθρωπον απολέσθαι υπέρ του λαού" (Ιωάν.18:14) έστω και αν είναι αθώος! Οι κατακτητές Ρωμαίοι θεωρήθηκαν πολύτιμοι αρωγοί στην προκείμενη περίπτωση. Παραμερίστηκαν οι διαφορές τους και συνεργάστηκαν περίφημα για να πραγματοποιηθεί το μεγαλύτερο έγκλημα όλων των εποχών, η εκτέλεση το Θεού! Ακόμα και ο τρομερός φονιάς Βαραββάς απελευθερώθηκε προκειμένου στη θέση του να καταδικαστεί Εκείνος!
Ο Μεγάλος Αθώος τελικά καταδικάστηκε σε θάνατο, ως επαναστάτης, και ανέβηκε στο σταυρό πάνω στον Γολγοθά ανάμεσα σε δυο κακούργους. Θα περίμενε κάποιος πως Εκείνος θα διαμαρτύρονταν και ίσως θα καταριόταν για το άδικο πάθος Του. Το αντίθετο όμως, μόνο λόγια αγάπης και συγνώμης έβγαιναν από τα πονεμένα χείλη Του. Η ραγισμένη από τον αφόρητο σωματικό πόνο καρδιά Του συνέχιζε να κλείνει μέσα της ολόκληρη την ανθρωπότητα, ακόμα και τους σταυρωτές Του. Παρακαλούσε το Θεό να σπλαχνιστεί τους δημίους Του, "Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι" (Λουκ.23:34) ως αιώνιο και μοναδικό παράδειγμα ανεξικακίας. Στο μετανοούντα συσταυρωμένο με Αυτόν ληστή έδωσε τη μεγάλη διαβεβαίωση πως "αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ' εμού έση εν τω παραδείσω" (Λουκ.23:43), ώστε "κεκλεισμένας ήνοιξε της Εδέμ πύλας βαλών ο ληστής κλείδα το Μνήσθητί μου".
Τελικά "τη ώρα τη εννάτη… ο Ιησούς αφείς φωνήν μεγάλην εξέπνευσε" (Μάρκ.15:34-37). Ενώ η ανθρώπινη σκληροκαρδία παρέμεινε απαθής μπροστά στο θείο δράμα, η άλογη φύση συνταράχθηκε ολόκληρη συθέμελα, διαμαρτυρόμενη για την ανείπωτη θεοκτονία. Έτσι "σκότος εγένετο εφ' όλην την γην… του ηλίου εκλείποντος" (Λουκ.23:44) και "Το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω, και αι πέτραι εσχίσθησαν και τα μνημεία ανεώχθησαν" (Ματθ.27:51-52). Παρ' όλα αυτά ο παράνομος λαός "ουκ ηβουλήθη συνιέναι".Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μια ξεχωριστή ημέρα για τους ορθοδόξους πιστούς. Γνωρίζουμε ότι το σεπτό θείο πάθος λειτούργησε λυτρωτικά για μας. Λυπούμαστε για τα αμαρτήματά μας, για την κατάπτωσή μας και προπαντός για την θεοκτονία. Παράλληλα όμως χαιρόμαστε που η Μεγάλη Θυσία του Χριστού έγινε αιτία και μέσον απολύτρωσης του ανθρωπίνου γένους.. Η ανάσταση που επακολούθησε το θάνατο του Σωτήρος, έγινε η απαρχή και της δικής μας ανάστασης.Η υμνολογία της Μεγάλης Παρασκευής είναι πραγματικά εκπληκτική. Η ακολουθία των Αγίων Παθών, που ψάλλεται το εσπέρας της Μ. Πέμπτης, με τα δεκαπέντε αντίφωνα, διασώζει την παλαιοχριστιανική ακολουθία της ιεροσολυμίτικης εκκλησίας. Κύριο χαρακτηριστικό της ακολουθίας αυτής είναι η ανάγνωση των δώδεκα ευαγγελικών περικοπών, οι οποίες εξιστορούν, η μεν πρώτη τις τελευταίες υποθήκες του Χριστού προς τους μαθητές Του και την αρχιερατική προσευχή, τα υπόλοιπα έντεκα τα γεγονότα της σύλληψης, της δίκης και της σταύρωσής Του. Ανάμεσα σε αυτά παρεμβάλλονται εξαίσιοι ύμνοι. Ξεχωρίζουμε τα δύο τροπάρια του Δ΄ αντιφώνου "Σήμερον ο Ιούδας καταλιμπάνει τον διδάσκαλον…" και "Σήμερον ο Ιούδας παραποιείται θεοσέβειαν…", τα οποία σημειώνουν, με υπέροχες αντιθετικές εικόνες τον φιλάργυρο και προδοτικό χαρακτήρα του αγνώμονα μαθητή, όπως και το πρώτο τροπάριο του ΣΤ΄ αντιφώνου "Σήμερον γρηγορεί ο Ιούδας παραδούναι τον Κύριον…". Καταπληκτικό είναι και το πρώτο τροπάριο του Ζ΄ αντιφώνου "Τοις συλλαβούσι σε παρανόμοις…" στο οποίο υμνείται η ανεξικακία του Κυρίου. Υπέροχα είναι και τα δύο πρώτα τροπάρια του Θ΄ αντιφώνου "Έστησαν τα τριάκοντα αργύρια…" και "Έδωκαν εις το βρώμα μου χολήν…", τονίζοντας την αχαριστία του ιουδαϊκού λαού, όπως και το πρώτο τροπάριο του ΙΒ΄ αντιφώνου "Τάδε λέγει Κύριος τοις Ιουδαίοις…". Ρίγη συγκινήσεως προκαλεί το γνωστό τροπάριο του ΙΕ΄ αντιφώνου "Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…", που συνοδεύεται με την περιφορά του Εσταυρωμένου. Καταπληκτικά είναι επίσης και τα τροπάρια των Αίνων ποιήματα του Βυζαντίου του Υμνογράφου "Δύο και πονηρά εποίησεν..", "Έκαστον μέλος της αγίας ου σαρκός…", "Σταυροθέντος σου Χριστέ πάσα η κτίσις βλέπουσα έτρεμε…". Θαυμάσιο είναι επίσης το δοξαστικό "Εξεδυσάν με τα ιμάτιά μου…" και το θεοτοκίο "Τον νώτον μου έδωκα εις μαστίγωσιν…". Εξαιρετικά είναι ακόμα και τα τροπάρια των αποστίχων με αποκορύφωμα το περίφημο δοξαστικό, ποίημα του Θεοφάνους, "Κύριε αναβαίνοντός σου εν τω σταυρώ φόβος και τρόμος επέπεσε τη κτίσει…".
Ενδιαφέρον έχει επίσης και η αρχαιοπρεπής ακολουθία των Μεγάλων Ωρών, ποίημα του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, η οποία ψάλλεται το πρωί της Μ. Παρασκευής, εν μέσω κατάνυξης και συντριβής. Αποτελείται κυρίως από Μεσσιανικούς Ψαλμούς της Π. Διαθήκης, οι οποίοι προφητεύουν το πάθος του Χριστού καθώς και αναγνώσματα από την Καινή Διαθήκη που αναφέρονται στο Θείο Πάθος, στα οποία παρεμβάλλονται υπέροχοι ύμνοι.
Είναι επί πλέον αξιοσημείωτο το γεγονός πως την Μ. Παρασκευή δεν τελείται Θεία Λειτουργία, διότι την αγία αυτή ημέρα οι πιστοί ζουν τη Μεγάλη Θυσία του Γολγοθά.Αγαπητοί φίλοι και φίλες η Αγία και Μεγάλη Παρασκευή καλεί όλους μας να βγούμε από το λήθαργο της αμαρτίας και να αναλογιστούμε το μέγεθος της αμαρτωλότητάς μας. Παράλληλα μας παροτρύνει να σηκώσουμε το βλέμμα μας και να ατενίσουμε τον Εσταυρωμένο Κύριό μας, για να δούμε στο πονεμένο Πρόσωπό Του την άκρα ευσπλαχνία και φιλανθρωπία Του. Να ζητήσουμε ταπεινά γονυκλινείς συγνώμη "δια το πλήθος των παραπτωμάτων" μας. Να παρακαλέσουμε τον Λυτρωτή μας να κάνει έλεος σε όλους μας και δια του υπέρ ημών εκχυθέντος Τιμίου Αίματός Του, να τύχουμε της απολυτρώσεως.

Αρον τον Σταυρόν σου και ακολούθησε τον Κύριο



Τι σημαίνει να σηκώσουμε τον σταυρό μας;

Ό Κύριος λέει ότι ό καθένας από μας πρέπει να σηκώσει τον δικό του σταυρό. Τι σημαίνει αυτό; Ποιος είναι αυτός ό σταυρός; Για τον καθένα ό σταυρός είναι διαφορετικός και αυστηρά προσωπικός, διότι για τον καθένα ό Θεός έχει ετοιμάσει τον δικό του σταυρό. Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ποιος είναι ό δικός μας σταυρός, να ξέρουμε ότι έχουμε σηκώσει εκείνο ακριβώς τον σταυρό πού μας προτείνει ό Θεός. Είναι πολύ επικίνδυνο να επινοούμε σταυρούς για τον εαυτό μας. Και αυτό δυστυχώς το βλέπουμε συχνά. Για την πλειοψηφία των ανθρώπων ο Θεός έχει ετοιμάσει τον σταυρό της ζωής μέσα στον κόσμο, τον σταυρό της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής.
Αλλά πολλές φορές άνθρωπος πού αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και να ακολουθήσει στην ζωή του την οδό του Χριστού δεν πετυχαίνει τίποτα επειδή επινοεί για τον εαυτό του σταυρό πού του φαίνεται πιο σωστός. Νομίζει, παραδείγματος χάριν, ότι για να σωθεί πρέπει να γίνει μοναχός ή να πάει στην έρημο. Αυτόν όμως το δρόμο ό Θεός τον ετοίμασε για πολύ λίγους, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σταυρό πού οι ίδιοι ούτε καν τον θεωρούν σταυρό και όταν τον σηκώνουν δεν καταλαβαίνουν ποιο βάρος έχουν στους ώμους τους.

Ποιο σταυρό έχουν οι περισσότεροι;

Έναν σταυρό απλό, όχι τέτοιο πού σήκωσαν οι άγιοι μάρτυρες και πού σήκωναν όλη τη ζωή τους οι όσιοι πατέρες στην έρημο. Εμείς έχουμε άλλο σταυρό. Ή ζωή μας, ή ζωή όλων των ανθρώπων, είναι θλίψη και πόνος. Και όλες αυτές οι θλίψεις στην κοινωνική και την οικογενειακή ζωή μας είναι ο σταυρός μας. Ό αποτυχημένος γάμος, ή ανεπιτυχής επιλογή του επαγγέλματος, δεν μας προκαλούν αυτά πόνο και θλίψη; Δεν πρέπει ό άνθρωπος πού τον βρήκαν αυτές οι συμφορές να τις υπομένει; Οι σοβαρές ασθένειες, ή περιφρόνηση, ή ατιμία, ή απώλεια της περιουσίας, ή ζήλεια των συζύγων, ή συκοφαντία και όλα γενικά τα κακά πού μας κάνουν οι άνθρωποι, όλα αυτά δεν είναι ό σταυρός μας;
Ακριβώς αυτά είναι ό σταυρός μας, σταυρός για την μεγαλύτερη πλειοψηφία των ανθρώπων. Αυτές είναι οι θλίψεις πού υποφέρουν οι άνθρωποι και όλοι μας πρέπει να τις σηκώνουμε, αν και οι περισσότεροι δεν το θέλουν. Άλλα ακόμα και οι άνθρωποι πού μισούν τον Χριστό και αρνούνται να ακολουθήσουν το δρόμο του και αυτοί ακόμα σηκώνουν το δικό τους σταυρό του πόνου

Εξηγόρασας υμάς εκ της κατάρας του νόμου



                          Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος στον Ιερό μας Ναό
                                 

Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ σταυρῷ προσηλωθείς καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς τήν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις· Σωτήρ ἡμῶν, δόξα σοι».

Μᾶς ἐξαγόρασες ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου μέ τό δικό σου τίμιο αἷμα· ἀφοῦ καρφώθηκες στό σταυρό καί τρυπήθηκες διά τῆς λόγχης, πήγασες ἀθανασία στούς ἀνθρώπους· Σωτήρα μας, δόξα σοι.
Μέ τό τίμιο αἷμα του ὁ Χριστός μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου, ὁ ὁποῖος τιμωροῦσε αὐστηρά τούς παραβάτες τῶν ἐντολῶν του, ὅλους δηλαδή τούς ἀνθρώπους πού τόν δέχονταν. Τό σωτήριο ὅμως πάθος Του χάρισε τήν ἀθανασία στούς ἀνθρώπους. Βέβαια ὄχι τή φυσική, γιατί ἡ σωματική φύση εἶναι θνητή. Τήν ἀθανασία τοῦ σώματος θά χαρίσει ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση κατά τή συντέλεια τοῦ κόσμου. Μέ τήν ἀθανασία ὁ ἄνθρωπος ἐξομοιώνεται πρός τό Θεό, ὁ ὁποῖος τήν ἔχει σάν φυσική του ἰδιότητα. Γίνεται «χάριτι ἀθάνατος», ἐνῶ ὁ Θεός εἶναι «φύσει

Οι 7 λόγοι του Ιησού Χριστού πάνω στο Σταυρό

Πάνω από το Σταυρό ο Ιησούς Χριστός έκανε την πιο μεγαλειώδη διδασκαλία. Τα λόγια του Χριστού πάνω στο Σταυρό ήταν λόγια γεμάτα αγάπη.
«Πάτερ ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι».

Ο Χριστός προσεύχεται πάνω από το Σταυρό Του για τους σταυρωτές Του και παρακαλεί τον Ουράνιο Πατέρα Του: «Πατέρα μου, συγχώρεσέ τους, γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν».

Μέσα στον αβάσταχτο πόνο, που Του προκαλούσε το φρικτό μαρτύριο, ο Κύριός μας Ιησούς, ο Θεός της αγάπης, συγχωρεί τους σταυρωτές Του, προσεύχεται γι’ αυτούς και τους δικαιολογεί. Πόσο μεγάλη και πλατιά είναι η θεϊκή καρδιά και η αγάπη Του! Μας άφησε ένα σπουδαίο μήνυμα: Να συγχωρούμε με την καρδιά μας αυτούς που μας έφταιξαν. Να έχουμε κι εμείς πλατιά καρδιά για τους συνανθρώπους μας.

«Ἀμήν λέγω σοί· σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ»

Ο Χριστός μιλά στο ληστή, που βρίσκεται σταυρωμένος δίπλα Του: «Σε διαβεβαιώνω με όλη την αλήθεια· σου λέω ότι σήμερα θα είσαι μαζί μου στον παράδεισο». Γιατί μίλησε έτσι ο Χριστός σε έναν κακούργο; Διότι ο ληστής είδε τη θεϊκή γαλήνη στη μορφή του Χριστού και πίστεψε ότι Αυτός είναι ο Θεός και Τον παρακάλεσε: «Κύριε, θυμήσου κι εμένα τον ληστή στην ουράνια βασιλεία σου». Και ο Χριστός, που κατάλαβε ότι ο ληστής μετάνιωσε ειλικρινά για τα λάθη του, τον συγχώρεσε και τον διαβεβαίωσε ότι θα τον πάρει μαζί Του στον Παράδεισο. Έτσι ο ληστής έγινε ο πρώτος πολίτης του Παραδείσου. Αυτό φανερώνει ότι ο Χριστός δέχεται κοντά Του όσους τον πλησιάζουν με ειλικρίνεια και μετανοούν για τις αμαρτίες τους.

«Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου… ἰδού ἡ μήτηρ σου»


Ο Χριστός είναι καρφωμένος στο Σταυρό, ματωμένος, μέσα σε φρικτούς πόνους. Κάτω από το Σταυρό Του βρίσκονται γεμάτοι πόνο και θλίψη η Παναγία Μητέρα Του και ο μαθητής Του ο Ιωάννης. Ο Χριστός τους βλέπει. Ξεχνά το δικό Του μαρτύριο και θέλει να τους παρηγορήσει, να τους προστατέψει. Και λέει στη Μητέρα Του δείχνοντας τον Ιωάννη: «Γυναίκα, να ποιος θα είναι ο γιος σου από δω και πέρα». Ύστερα γυρίζει προς τον Ιωάννη τον αγαπημένο Του μαθητή και Του λέει: «Να η μητέρα σου». Με τα λόγια Του και το θεϊκό Του παράδειγμα ο Χριστός μας ανοίγει τον όμορφο δρόμο της αγάπης και του σεβασμού προς τους γονείς και τους συγγενείς. Κι ακόμα το δρόμο της αυταπάρνησης, που σημαίνει να ξεχνάς το δικό σου πόνο, για να παρηγορείς τις πονεμένες ψυχές των άλλων.

«Διψῶ»


Το Θεϊκό και Τίμιο Αίμα του Χριστού έτρεχε πάνω στο Σταυρό. Ο πυρετός Του ανέβαινε. Τα σπλάχνα Του καίγονταν από τον αφόρητο πόνο. Και τότε ο Χριστός πρόφερε μια μικρή λέξη με μεγάλο νόημα: «Διψώ». Τότε οι άγριοι στρατιώτες βούτηξαν ένα σφουγγάρι σε ξύδι και χολή και το έφεραν στα χείλη Του. Όμως ο Χριστός δεν ήπιε. Γιατί; Πάνω στο Σταυρό διψούσε βέβαια αφόρητα, αλλά συγχρόνως είχε και μια αλλιώτικη δίψα. Διψούσε, όχι τόσο για νερό, όσο για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ο Χριστός διψά, δηλαδή επιθυμεί πολύ έντονα, να επικρατήσει σε όλη τη γη και σε καθεμιά ψυχή ξεχωριστά η ειρήνη Του, η αγάπη Του και το Ευαγγγέλιό Του.

«Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί μέ ἐγκατέλιπες;»

Ο Χριστός επάνω στο Σταυρό σήκωσε όλες τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, όλων των αιώνων για να τις σβήσει. Και ήταν τόσες πολλές οι κακίες που σήκωσε, ώστε φάνηκε σαν ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος του κόσμου. Έτσι ο Ουράνιος Πατέρας Του πήρε για μια στιγμή το βλέμμα Του πάνω από τον Υιό Του. Αυτή η στιγμιαία αποστροφή του Θεού Πατέρα κάνει τον Χριστό να φωνάζει γεμάτος πόνο: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;». Για χάρη μας ο Χριστός στερήθηκε, στην πιο οδυνηρή ώρα της επίγειας ζωής Του, ακόμη και την παρουσία του Ουρανίου Πατέρα Του. Πόσο φοβερό πράγμα είναι η αμαρτία μας και πόσο μεγάλη η αγάπη του Χριστού μας!

«Τετέλεσται»


«Όλα έχουν πια τελειώσει». Το φρικτό Του μαρτύριο παίρνει τέλος. Το έργο Του πάνω στη γη, που ξεκίνησε όταν γεννήθηκε στη φάτνη της Βηθλεέμ, έφτασε στο τέλος του. Ό,τι είχε να διδάξει και να πει στους ανθρώπους, το είπε. Είναι ο Νικητής. Θυσιάστηκε για τα πλάσματά Του. Μας άνοιξε το δρόμο της ευτυχίας και της χαράς, το δρόμο για τον Παράδεισο. Από δω και μπρος, για όποιον αγαπήσει και ακολουθήσει το Χριστό, αρχίζει μια νέα ζωή. Από δω και πέρα αρχίζει η Ανάσταση!

«Πάτερ, εἰς χεῖρας σου παρατίθεμαι τό πνεῦμα μου»


Ο τελευταίος λόγος του Χριστού, λίγο πριν εκπνεύσει πάνω στο σταυρό. Μιλά στο Θεό Πατέρα Του: «Πατέρα μου, γεμάτος ελπίδα και εμπιστοσύνη στα χέρια Σου παραδίδω την λογική και αθάνατη ψυχή μου». Δεν ήρθε κανένας άγγελος να πάρει την ψυχή του Χριστού. Μόνος Του, με την ελεύθερη θέλησή του την παραδίδει στον Πατέρα. Ο Χριστός ήρθε στη γη, έγινε άνθρωπος, έκανε θαύματα, κήρυξε, υπηρέτησε το θέλημα του Ουράνιου Πατέρα Του. Σ’ αυτόν λοιπόν επιστρέφει πάλι και σ’ Αυτόν παραδίδει την ψυχή Του. Με τα λόγια αυτά ο Κύριος μας διδάσκει ότι όλη η ζωή μας ανήκει στο Θεό. Το θέλημά Του πρέπει να εφαρμόζουμε πάντοτε, και στα δικά Του χέρια να εμπιστευόμαστε τη ζωή μας.

Δόξα τη μακροθυμία σου Κύριε !!!


Η υπέρτατη θυσία του Θεανθρώπου Κυρίου και πάλι μπροστά μας. Ο Κύριος Ιησούς «ως αρνίον εσφαγμένον» κρέμαται πάνω στο Σταυρό για τη σωτηρία και τη λύτρωση του ανθρώπου και του κόσμου.
Καρφωμένος πάνω στο Σταυρό προσφέρει απλόχερα την αγάπη του. Ενώ το Πανάγιον Αίμα του βάφει το σταυρό και το χώμα, αυτός μένει ειρηνικός και σιωπηλός. Υβρίζεται, εμπαίζεται, χλευάζεται, αλλά γεμάτος αγάπη μακροθυμεί και συγχωρεί. Συγχωρεί όλους τους σταυρωτές του. Μακροθυμεί για όλους και περιμένει τη μετάνοια και την επιστροφή τους. Αυτό το μεγαλείο της θεϊκής μακροθυμίας και αγάπης θαυμάζει και υμνεί ο πιστός, όταν βλέπει τον Κύριο πάνω στο σταυρό. Το μεγαλείο της ανεξικακίας Του, της μεγάλης Του θεϊκής αγάπης.

Αλλά αγαπητοί μου, ας συμπορευθούμε με τον Ιησού στο πάθος Του και ας παρακολουθήσουμε τα συγκλονιστικά εκείνα γεγονότα, που αποκαλύπτουν την άφατο και πολλή του Κυρίου μας μακροθυμία και αγάπη.

1. Το πρώτο γεγονός, που αποδεικνύει τη μεγάλη του Κυρίου μακροθυμία και αγάπη, έλαβε χώρα στον κήπο της Γεθσημανή. Ο Χριστός απέναντι στον Ιούδα. «Και έτι αυτού λαλούντος, ιδού Ιούδας είπε– χαίρε ραββί, και κατεφίλησεν αυτόν»... Είναι το φίλημα της προδοσίας. Ούτε οι εμπτυσμοί, ούτε τα ραπίσματα, ούτε το μίσος των Ιουδαίων και Ρωμαίων δεν φθάνουν τη φρίκη του φιλήματος αυτού. Το μίσος και η μανία του Ιούδα ξεσπούν εναντίον του Κυρίου, σαν θύελλα.
Και πώς αντιδρά ο Κύριος στην υποκριτική συμπεριφορά του Ιούδα; Δείχνει την απέραντη αγάπη στον Ιούδα, δείχνει τη μακροθυμία του, ενώ είχε τη δυνατότητα νε ενεργήσει διαφορετικά. Τον ρωτάει τι θέλει, τι ζητάει, και αφήνει τον εαυτό του στη διάθεση των στρατιωτών που ακολουθούν τον Ιούδα. Πώς λοιπόν να μη θαυμάζουμε την μακροθυμία του Κυρίου και μαζί με την Αγία του Εκκλησία να μην ψάλουμε το «Δόξα τη μακροθυμία σου Κύριε, δόξα σοι»;
2. Το δεύτερο γεγονός έλαβε χώρα στο αρχοντικό του αρχιερέα Άννα. Είναι η σκηνή του ραπίσματος του Κυρίου από μέρους ενός δούλου. Ο Αρχιερέας ζητά να μάθει από τον Κύριο για το έργο του και την αποστολή του. Ο Χριστός του απαντά ότι φανερά εδίδαξα, μπροστά στο λαό μίλησα. Ρώτησε καλύτερα αυτούς που μ’ έχουν ακούσει. Κι αμέσως ένας δούλος του Αρχιερέα κτυπά τον Κύριο στο πρόσωπο και του λέει «έτσι αποκρίνονται στον Αρχιερέα;». Τι καταπληκτικό! Ο δούλος ραπίζει το Δεσπότη, ο υπηρέτης τον Κύριο των κυρίων. Και η αντίδραση του Χριστού μας; Ήρεμα, απλά και ταπεινά απαντά στον δούλο ως εξής: «ει κακώς ελάλησα, μαρτύρησον περί του κακού, ει δε καλώς, τι με δέρεις;». Υπομένει και μακροθυμεί. Συγχωρεί και περιμένει. Ο δούλος δεν απάντησε στον Κύριο. Εμείς όμως ας του ψάλουμε για μια ακόμη φορά «Δόξα τη μακροθυμία σου Κύριε, δόξα σοι».
3. Και μετά τον υπηρέτη του Αρχιερέα ο όχλος. Μετά την καταδικαστική απόφαση του Συνεδρίου, ο όχλος εμπαίζει και χλευάζει τον Κύριο. Αυτός ο όχλος που τόσα θαύματα είδε από τον Ιησού και τόσες ευεργεσίες. Βασανίζει τον Χριστό. Την αρχή κάνει ένας Γραμματέας των Ιουδαίων. Μετά όλοι μαζί αρχίζουν να φτύνουν το Χριστό. Το θείο και άγιο πρόσωπο του Κυρίου γεμίζει ακαθαρσίες. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες δεν αρκούνται σε αυτά, αλλά τον κτυπούν και τον μαστιγώνουν. Αλλά ο Ιησούς σιωπά. Σιωπά και μακροθυμεί. Μόνον εμείς θα λύσουμε τη σιωπή και θα του ψάλουμε τον ύμνο «Δόξα τη μακροθυμία σου Κύριε, δόξα σοι».
4. Αλλά η μακροθυμία του Κυρίου μας φθάνει στον ύψιστο βαθμό, όταν βρίσκεται κρεμασμένος πάνω στο Σταυρό. Εδώ και με τη σιωπή, αλλά και την ομιλία του εκδηλώνει την άφατο μακροθυμία του. «Πάτερ, άφες αυτοίς– ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» προσεύχεται στον ουράνιο Πατέρα του για τους σταυρωτές του. Αρχιερείς, Ιερείς, άρχοντες, λαός. Όλοι τον χλευάζουν, όλοι τον κοροϊδεύουν. Αλλά αυτός σιωπά. Τόσοι εμπαιγμοί, τόσοι χλευασμοί! Κι όμως ο Κύριος δεν αισθάνεται κακία γι’ αυτούς. Είναι τόσο προκλητικές οι βλασφημίες, ώστε αναγκάζεται να διαμαρτυρηθεί ο δεύτερος ληστής. Το βλέμμα του Κυρίου τους αγκαλιάζει όλους και τους περιμένει να έλθουν κοντά του, να τον ακολουθήσουν, διότι τους αγαπά και θέλει τη σωτηρία και τη λύτρωσή τους. Άλλωστε γι’ αυτούς ανέβηκε στο σταυρό. Αγαπά και μακροθυμεί ο Κύριος καρφωμένος στο Σταυρό. Δείχνει για μια ακόμη φορά το μέτρο της πραγματικής και αληθινής ζωής.
Αγαπητοί μου, η μακροθυμία ήταν η χαρακτηριστικότερη αρετή του Κυρίου στην πορεία του εδώ στη γη. Μακρόθυμος και πολυέλεος ο Κύριος, προσφέρει τη μακροθυμία και το έλεός του. Η πολλή του μακροθυμία και αγάπη κορυφώθηκε πάνω στο Σταυρό. Ταπεινοί και ευλαβείς προσκυνητές του εσταυρωμένου Κυρίου, αυτές τις άγιες ημέρες, ας θελήσουμε να γεμίσουμε την καρδιά και τη ζωή μας από την μακροθυμία και αγάπη του, και να την κάνουμε ζωή, βίωμα, πραγματικότητα. Κι ας του ψάλουμε όλοι μαζί μ’ ένα στόμα και με μια ψυχή: «ΔΟΞΑ ΤΗ ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ ΣΟΥ, ΚΥΡΙΕ, ΔΟΞΑ ΣΟΙ». Αμήν

Τὰ Πάθη τὰ Σεπτὰ Μητροπολίτη Λεμεσοῦ κ. Ἀθανασίου


Τοῦ  Μητροπολίτη Λεμεσοῦ κ. Ἀθανασίου, 
ἀπόσπασμα ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας
Οἱ μέρες τῶν Ἁγίων Παθῶν τοῦ Χριστοῦ μας δίνονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὄχι ἁπλῶς ὡς ἀναμνήσεις γεγονότων καὶ σὰν μετοχὴ σὲ γιορτὲς ἢ γιὰ ἐθιμοτυπικὴ διαδικασία, ἀλλὰ αὐτὲς οἱ μέρες εἶναι ἀποδεδειγμένο ἀπὸ τὴν πείρα τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἁγίων ὅτι εἶναι ἡμέρες Χάριτος. Ὅταν λέμε εἶναι ἡμέρες χάριτος, ἐννοοῦμε ὅτι ὑπάρχει μία διάχυτος χάρις, ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας λόγω τῶν ἑορτῶν αὐτῶν, καὶ καλούμαστε νὰ κοινωνήσουμε μὲ τὴ χάρη αὐτή. Ἡ κοινωνία μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι τόσο ζωντανή, ὅσο ἡ κοινωνία ἑνὸς νεκροῦ σώματος μὲ τὸ ἠλεκτρικὸ ρεῦμα ποὺ παράγει ἐνέργεια καὶ αὐτὸ τὸ ἔργο φαίνεται, εἶναι ἁπτό, ἔτσι συμβαίνει ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἑνωθεῖ μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὲς οἱ μέρες εἶναι μοναδικὲς στὸν χρόνο καὶ καλούμαστε ὅλοι νὰ γευτοῦμε αὐτὴ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ποὺ δίδεται πλουσίως σὲ ὅσους θέλουν νὰ μετάσχουν σ’ αὐτή.
Τὴ Μ. Ἑβδομάδα πρέπει νὰ εἴμαστε προσεκτικοὶ νὰ μετέχουμε σ’ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ποὺ ἐκτυλίσσεται μπροστά μας, τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν πᾶμε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ κλάψουμε γιὰ τὸν Χριστό, ἂν εἶναι κρίμα ποὺ τὸν σταύρωσαν οἱ Ἑβραῖοι. Πηγαίνουμε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ κοινωνήσουμε στὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ καταλάβουμε ὅτι ἔγιναν γιά μᾶς καὶ μᾶς χάρισαν τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας μας. Κοινωνοῦμε μ’ αὐτὴ τὴ ζωοποιὸ χάρη, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Λέει τὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὅταν πλησίαζε ἡ ἑβδομάδα τῶν ἀζύμων, ἡ ἑβδομάδα ποὺ οἱ Ἑβραῖοι τιμοῦσαν τὸ Πάσχα, δηλ. τὴν ἀνάμνηση ποὺ ἔφυγαν...
ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ πέρασαν μέσω τῆς Ἐρυθρὰς θάλασσας καὶ πορεύθηκαν στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ὁ Χριστὸς ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες εἶπε στοὺς μαθητές του ὅτι πεθύμησε νὰ φάει μαζί τους τὸ Πάσχα. Τοὺς ἔστειλε νὰ πᾶνε στὴν ἀπέναντι Κώμη ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ βροῦν κάποιον ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο μὲ προφητικὸ τρόπο τοὺς εἶπε ὅτι θὰ βαστάζει ἕνα σκεῦος νεροῦ καὶ νὰ τοῦ ποῦν νὰ ἑτοιμάσει τὸ σπίτι του γιὰ νὰ φάει ἐκεῖ τὸ Πάσχα μὲ τοὺς μαθητές του.

Ἐν τῷ μεταξὺ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς εἶχαν συνέδριο καὶ σκέφτονταν μὲ ποιὸ τρόπο νὰ θανατώσουν τὸν Χριστό, διότι τοὺς ἐνοχλοῦσε ἡ παρουσία του. Τότε εἰσῆλθε ὁ σατανᾶς στὴν καρδία τοῦ Ἰούδα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ πῆγε στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς καὶ τοὺς εἶπε τί δίνουν γιὰ νὰ τοὺς παραδώσει τὸν Χριστό. Αὐτοὶ τοῦ ὑποσχέθηκαν νὰ τοῦ δώσουν τριάντα ἀργύρια, τὴν τιμὴ ἑνὸς δούλου τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. 

Ὁ Ἰούδας σκανδαλίστηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, γιατί περίμενε ἀπ’ αὐτὸν ἄλλα πράγματα. Αὐτὸς ἦταν καθαρὸς Ἑβραῖος καὶ πῆγε κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ περίμενε πὼς ὁ Χριστὸς θὰ γίνει βασιλιὰς κι ὅτι ἀφοῦ ἦταν δυνατὸς καὶ ἔκανε τόσα θαύματα θὰ βασίλευε καὶ θὰ νικοῦσε καὶ θὰ εἶχε κοντὰ Του μία δόξα. Ὁ Χριστὸς θὰ ἦταν ἕνας ἐπίγειος ἄρχοντας καὶ θὰ δόξαζε καὶ τὸν λαό του, τὸν Ἰσραήλ. Ὅταν εἶδε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀσχολοῦνταν μὲ αὐτὰ τὰ ἐγκόσμια πράγματα, ἀλλὰ εἶχε ἄλλα πράγματα νὰ κάνει, τότε σκανδαλίστηκε, ἔχασε τὴν πίστη του καὶ ἔκανε αὐτὴ τὴν ἐνέργεια. Εἶχε λάθος προσδοκίες ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὁ Ἰούδας. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς δὲν εἶναι ἁπλό, γιατί τὸν Χριστὸ δὲν τὸν πρόδωσε ἕνας ἐχθρός του οὔτε ἕνας ποὺ ἁπλῶς τὸν ἄκουγε, ἀλλὰ ἕνας ἐπιστήθιος μαθητής του, ποὺ ἦταν πάντα μαζί του καὶ αὐτὸ ἦταν μεγάλος πόνος γιὰ τὸν Χριστό. Πρόδωσε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν παρέδωσε στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς χωρὶς νὰ εἶναι οἱ ἄλλοι παρόντες. 

Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς πολλὲς φορές, ἐπειδὴ προσεγγίζουμε λάθος τὸν Χριστό, γι’ αὐτὸ ἔχουμε μία ἀπογοήτευση. Ἂν προσεγγίζουμε τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ λυθοῦν τὰ προβλήματά μας ἢ νὰ πᾶνε καλὰ οἱ δουλειές μας ἢ γιὰ νὰ θεραπευθοῦν οἱ ἄρρωστοί μας ἢ γιὰ νὰ μὴν πεθάνουν οἱ δικοί μας, τότε εἴμαστε λανθασμένοι καὶ αὐτὴ ἡ προσέγγιση προδικάζει τὴν ἀποτυχία τῆς πίστεώς μας. Γιατί θὰ ἔρθει κάποια ὥρα ποὺ κάποιοι ἀπὸ τοὺς δικούς μας θὰ πεθάνουν ἢ θὰ ἀρρωστήσουν καὶ κάτι ἀπὸ τὰ δικά μας δὲν θὰ πάει καλὰ καὶ ἴσως καὶ τὰ ἐθνικά μας θέματα νὰ γίνουν χειρότερα καὶ νὰ φαίνεται τελικὰ ὅτι ἐμεῖς ποὺ πιστεύουμε στὸν Θεὸ μᾶς πᾶνε ὅλα στραβὰ καὶ ἀνάποδα καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν πιστεύουν τοὺς πάνε ὅλα καλά. 

Ἔτσι ὑπάρχει αὐτὸ τὸ δίλημμα ποὺ εἶχε καὶ ὁ Ἰούδας, δηλ. ἐμεῖς ποὺ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστὸ θὰ εἴμαστε μία ζωὴ καταδικασμένοι σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο καὶ τοὺς ἄλλους θὰ τοὺς πάνε ὅλα καλά; Αὐτὸ τὸ δίλημμα μπαίνει σὲ κάποιον ποὺ ἔχει ἐγκόσμιες βλέψεις, δηλ. περιμένει ὅτι ὁ Θεὸς θὰ συνεργαστεῖ μαζί του γιὰ μία ἐγκόσμια εὐδαιμονία, γιὰ μία κοσμικὴ ἐπιτυχία. Ἂν δὲν καταλάβουμε ὅτι εἴμαστε κεκλημένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴν οὐράνιο Βασιλεία του καὶ ὅτι δὲν ἔχουμε «ὧδε μένουσαν πόλιν ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμε», τότε θὰ σκανδαλιστοῦμε κάποια στιγμή. Ὅταν πῆγε λοιπὸν ὁ Χριστὸς στὸ ἀνώγιο ποὺ ἑτοίμασαν οἱ Ἀπόστολοι, ἔκανε δικό του Πάσχα μὲ τοὺς μαθητές του. Τότε λέει τὸ Εὐαγγέλιο πῆρε τὸ ποτήριο μὲ τὸ κρασὶ καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ καὶ προσευχήθηκε, τὸ εὐλόγησε καὶ τοὺς τὸ ἔδωσε καὶ τὸ ψωμί, ἀφοῦ τοὺς τὸ διαμοίρασε τοὺς εἶπε: «Λάβετε, φάγετε τοῦτο ἐστὶ τὸ σῶμα μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καὶ «πίετε ἐξ’ αὐτοῦ πάντες τοῦτο ἐστὶ τὸ αἷμα μου...». Μ’ αὐτὸ τὸν λόγο ὁ Χριστὸς ἵδρυσε τὸ Μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας καὶ ἐπετέλεσε ἀκριβῶς τὴν πρώτη Θεία Λειτουργία.

Σ' αὐτὴ τὴ Λειτουργία ποὺ μετέχουμε ὅλοι, σ’ αὐτὴ τὴν εὐχαριστία ποὺ ἐτέλεσε ὁ Χριστὸς στὸ ὑπερῶο ἐκεῖνο τῆς Ἱερουσαλὴμ πρὶν 2000 χρόνια. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο σώζει τὸν ἄνθρωπο. Ἂν παύσει νὰ τελεῖται ἡ εὐχαριστία, τότε δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει οὔτε Ἐκκλησία οὔτε τίποτα. Βέβαια, ὅταν τοὺς παρέδωσε τὸ δεῖπνο καὶ τοὺς ἔδωσε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του καὶ κοινώνησαν οἱ Ἀπόστολοι ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Χριστοῦ, καὶ μέσα σ’ αὐτοὺς καὶ ὁ Ἰούδας, τοὺς ἀποκάλυψε ὅτι κάποιος ὁ ὁποῖος εἶναι ἐδῶ μαζί τους καὶ τρώει θὰ τὸν παραδώσει. Αὐτοὶ ταράχτηκαν καὶ ἄρχισαν νὰ διερωτοῦνται ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ θὰ τὸν παραδώσει. Εἶπαν στὸν Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ νεώτερος καὶ ἀγαποῦσε πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅλους τὸν Χριστό, νὰ πάει νὰ ρωτήσει ποιὸς θὰ τὸν παραδώσει. Αὐτὸς πῆγε καὶ ἔπεσε στὸ στῆθος τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅταν τὸν ρώτησε: «Κύριε, ποιὸς θὰ σὲ παραδώσει;» τότε ἔλαβε ὡς χάρισμα ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸ χάρισμα τῆς Θεολογίας, ὅπως λένε οἱ πατέρες. 

Καὶ αὐτὸ γιατί ἡ Θεολογία, τὸ νὰ μιλᾶ κανεὶς γιὰ τὸν Θεὸ ἢ νὰ μιλᾶ ὁ Θεὸς μέσα του καὶ νὰ λαλεῖ ὁ ἄνθρωπος ἐκ τοῦ Θεοῦ, εἶναι χάρισμα τῶν τελείων ἀνθρώπων, τὸ ὁποῖο εἶναι καρπὸς τῆς μεγάλης ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό. Ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε ὅτι θὰ μὲ προδώσει αὐτὸς ποὺ θὰ τοῦ δώσω τὸ ψωμί. Ἔτσι καὶ ἔκανε. Τὸ ἔδωσε καὶ εἶπε στὸν Ἰούδα: «Αὐτὸ ποὺ θέλεις νὰ κάνεις, κᾶνε το γρήγορα». Ὁ Χριστὸς δὲν τὸν μάλωσε, οὔτε τὸν προσέβαλε δημόσια. Τὸν χειρίστηκε μὲ τόση λεπτότητα καὶ ἀγάπη καὶ εὐγένεια. Τοῦ ἔδωσε ὅ,τι ἔδωσε στοὺς ἄλλους, οὔτε καν εἶπε τὸ ὄνομά του, γιατί ἀκριβῶς εἶχε αὐτὴ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἴδιο καὶ ἔκανε τὰ πάντα, ὥστε αὐτὸς νὰ μὴν ἐφαρμόσει αὐτὸ ποὺ σκέφτηκε.

Ἀλλὰ δὲν ἦταν μόνο τὸ ὅτι ὁ Ἰούδας ἔκανε αὐτὰ τὰ πράγματα.
Τὴ στιγμὴ ποὺ παρέδιδε τὸ δεῖπνο καὶ μιλοῦσε γι’ αὐτὸ τὸ γεγονός, οἱ Ἀπόστολοι ἔκαναν κάτι ἄλλο. Ἄρχισαν νὰ μιλοῦν μεταξύ τους ποιὸς θὰ εἶναι ὁ μεγαλύτερος. Λέει ὁ Λουκᾶς ὅτι γινόταν φιλονικία μεταξὺ τῶν Ἀποστόλων γιὰ τὸ ποιὸς θὰ εἶναι ὁ πιὸ μεγάλος. Ἐνῶ ὁ Χριστὸς ὅδευε πρὸς τὸν Σταυρό, ὁ ἕνας πῆγε νὰ τὸν προδώσει καὶ οἱ ἄλλοι φιλονικοῦσαν ποιὸς θὰ εἶναι ὁ μεγαλύτερος. Ὁ Χριστὸς τότε τοὺς εἶπε ὅτι αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι μεγαλύτερος πρέπει νὰ γίνει μικρότερος ἀπὸ ὅλους καὶ αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι ἄρχοντας πρέπει νὰ εἶναι δοῦλος πάντων καὶ ἀκόμα τοὺς εἶπε πὼς αὐτοὶ ποὺ ἔμειναν μαζί του στοὺς πειρασμούς του, θὰ πάρουν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὴν ἐξουσία νὰ εἶναι μαζί του αἰώνια στὴ Βασιλεία Του. 


Στὸν Πέτρο εἶπε: «Ξέρεις ὅτι ὁ Σατανᾶς ζήτησε νὰ σᾶς κοσκινίσει σὰν σιτάρι καὶ ἐγὼ παρακάλεσα γιὰ σένα νὰ μὴν ἐκλείψει ἡ πίστη σου». Αὐτὸς τοῦ εἶπε: «Ἐγὼ Κύριε, εἶμαι ἕτοιμος νὰ πάω μαζί σου, ὅπου θέλεις καὶ στὴ φυλακὴ καὶ στὸν θάνατο». Τότε ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε: «Σοῦ λέγω, Πέτρο, ὅτι σήμερα πρὶν λαλήσει ὁ πετεινός, θὰ μὲ ἀρνηθεῖς τρεῖς φορές, ὑποστηρίζοντας ὅτι δὲν μὲ ξέρεις καν». Βέβαια, ὁ Πέτρος δὲν κατάλαβε τίποτα. Ὁ Χριστὸς τοὺς μίλησε πνευματικά, ὡστόσο ἄλλα ἔλεγε ὁ Χριστός, ἄλλα καταλάβαιναν οἱ Ἀπόστολοι.




Μετά πῆγε μαζί τους στὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν. Τοὺς εἶπε προσεύχεσθε γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Αὐτὸς πῆγε λίγο πιὸ μακριὰ καὶ προσευχόταν μὲ ἀγωνία καὶ ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπό του κάτω στὴ γῆ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγωνία του ὁ ἱδρώτας του ἔγινε ὡσεὶ θρόμβοι αἵματος ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀγωνία καὶ προσευχόταν στὸν Πατέρα του νὰ παρέλθει «τὸ ποτήριον τοῦτο». Τὸ ὅτι προσευχόταν νὰ παρέλθει τὸ ποτήριο τοῦτο, δὲν ἦταν ἐπειδὴ φοβήθηκε τὸν θάνατο. Ὁ θάνατος φοβήθηκε τὸν Χριστό. Αὐτὸς προσευχόταν στὸν Πατέρα του γιά μᾶς. Καὶ τί ἦταν τὸ ποτήριο; Ἔλεγε στὸν Πατέρα του ὅτι δὲν θέλει αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἀγαπᾶ εἰς τέλος νὰ κάνουν αὐτὸ τὸ πράγμα, δηλ. νὰ τὸν σταυρώσουν. Προσευχόταν ὑπὲρ ὅλου τοῦ κόσμου, ὥστε νὰ μὴν κάνει ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ τὸ ἔργο, νὰ σταυρώσει τὸν Χριστό. Οὔτε δειλίασε πρὸ τοῦ θανάτου οὔτε φοβήθηκε τὸν θάνατο. Ὅταν λοιπὸν προσευχόταν, τότε πλησίασε ὁ ὄχλος καὶ μαζί τους ἦταν καὶ ὁ Ἰούδας. Πῆγε στὸν Χριστὸ καὶ τὸν φίλησε μίας καὶ εἶπε στοὺς ἀρχιερεῖς ὅτι αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ σημεῖο. Ὅποιον φιλήσει, αὐτὸν πρέπει νὰ συλλάβουν. Πῆγε ὁ Ἰούδας, τὸν φίλησε καὶ τοῦ εἶπε: Χαῖρε Ραββί, χαῖρε Διδάσκαλε. Καὶ τοῦ εἶπε ὁ Χριστὸς ἐκείνη τὴν ὥρα: «Ἰούδα, φιλήματι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδίδως;» δηλ. μὲ φίλημα, μ’ αὐτὴ τὴν ἔκφραση τῆς ἀγάπης...
παραδίδεις τὸν δάσκαλο καὶ Πατέρα σου, πού ξέρεις πόσο σὲ ἀγαπᾶ; Ἐκεῖνος βέβαια τίποτα δὲν κατάλαβε. Τότε πῆγαν καὶ τὸν συνέλαβαν. Ὁ Πέτρος ἐνεργώντας κοσμικά τοῦ εἶπε: «Θέλεις νὰ χρησιμοποιήσουμε τὸ μαχαίρι, γιὰ νὰ φοβηθοῦν καὶ νὰ φύγουν;» καὶ βγάζει τὸ μαχαίρι καὶ κόβει τὸ αὐτὶ ἑνὸς ὑπηρέτη. Ἕνας κοσμικὸς τρόπος ἀντιμετώπισης τοῦ πειρασμοῦ. Ὁ Χριστὸς ὅμως οὔτε ποὺ ἔδωσε σημασία καὶ τοῦ εἶπε ὅτι ὅσοι δίνουν μάχαιρα, θὰ πεθάνουν μὲ μάχαιρα. Μάλιστα ὁ Χριστὸς φρόντισε καὶ τὸν δοῦλο καὶ τοῦ ἒφτιαξε καὶ τὸ αὐτί του. Ὁ Χριστὸς τότε τοὺς εἶπε πὼς κάθε μέρα ἦταν μαζί τους, ἦταν ἀνάγκη νὰ τὸν συλλάβουν μὲ ξύλα καὶ ρόπαλα λὲς καὶ ἦταν ληστής; Τότε τὸν ἒπιασαν καὶ τὸν πῆραν στὸ Πραιτώριο νὰ τὸν δικάσουν. 

Ὁ Πέτρος, ὁ γενναῖος ἐκεῖνος ποὺ πρὶν ἀπὸ μερικὲς ὧρες εἶπε ἀκόμα καὶ στὸν θάνατο εἶμαι ἕτοιμος νὰ πάω μαζί σου καὶ ἔκοψε τὸ αὐτὶ τοῦ δούλου, ὅταν πῆγε στὸ σπίτι τοῦ ἀρχιερέα ἔβλεπε τὴ δίκη τοῦ Χριστοῦ. Τότε πῆγε μία δούλη καὶ τοῦ εἶπε μήπως εἶσαι καὶ ἐσὺ μαζὶ μ’ αὐτοὺς καὶ ἐκεῖνος εἶπε ὄχι δὲν ξέρω τίποτα. Μετὰ τοῦ ξαναλέει πὼς πρέπει νὰ εἶναι μαζί τους, γιατί εἶναι Γαλιλαῖος. Αὐτὸς πάλι ἀρνήθηκε ὅτι δὲν ξέρει τὸν ἄνθρωπο ποὺ δίκαζαν. Τρεῖς φορὲς ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ μάλιστα ἄρχισε νὰ ὁρκίζεται καὶ μὲ ἀναθέματα νὰ λέει ὅτι δὲν γνωρίζει αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο. Ἐνῶ ἔλεγε ἀκόμα τὰ λόγια τῆς ἄρνησης, ὁ ἀλέκτωρ ἐφώνησε. 

Τότε στραφεῖς ὁ Κύριος ἐνέβλεψε στὸν Πέτρο καὶ τότε θυμήθηκε ὁ Πέτρος τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τοῦ εἶπε ὅτι πρὶν λαλήσει ὁ πετεινὸς θὰ μὲ ἀρνηθεῖς τρεῖς φορές, καὶ ἐξελθῶν ἔκλαψε πικρῶς. Ὁ κορυφαῖος Ἀπόστολος τί πτώση ὑπέστη; Ὁ Πέτρος ἔπεσε ὅπως καὶ ὁ Ἰούδας. Ὅμως ὁ Πέτρος ἔκλαψε πικρῶς καὶ μετανόησε γιὰ τὴν πτώση του. Ὁ Ἰούδας δὲν ἔκλαψε, δὲν μετανόησε, ἀλλὰ αὐτοκτόνησε. Ἔτσι ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ὁ ἕνας ἐπανῆλθε ἀπὸ τὴν πτώση καὶ ὁ ἄλλος πῆγε πρῶτος στὴν κόλαση. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ τραγωδία ὅτι ὁ πρῶτος ποὺ πῆγε στὴν κόλαση ἦταν μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ Ἀπόστολοι τίποτε δὲν ἔκρυψαν, τὰ ἔγραψαν ὅπως ἔγιναν, γιατί δὲν εἶχαν σύμπλεγμα κατωτερότητας ὅπως οἱ σημερινοὶ ποὺ θέλουμε νὰ στηρίξουμε τὴν Ἐκκλησία πάνω στὴ δῆθεν καλὴ συμπεριφορά μας. Ἀλλοίμονο ἂν ἡ Ἐκκλησία στεκόταν στὴν ἠθικότητα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐκκλησία στέκει στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς εἴμαστε ταλαίπωροι ἄνθρωποι, ἁμαρτωλοί.

Δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ σώζουμε τὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία ἐμᾶς. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἁγία καὶ ἁγιάζει τὸν ἄνθρωπο. Μετὰ λοιπὸν τὴ δίκη, ἄρχισαν οἱ ἄνδρες ποὺ συνέλαβαν τὸν Χριστὸ νὰ τὸν κτυποῦν καὶ νὰ τὸν ἐμπαίζουν. Ὁ Λουκᾶς λέει ὅτι σκέπασαν τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν κτυποῦσαν στὸ πρόσωπο ζητώντάς του νὰ προφητεύσει ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸν δέρνει. Τὸ θέμα δὲν ἦταν τὸ ὅτι πονοῦσε ἀλλὰ τὸ πῶς παρέδωσε τὸν ἑαυτὸ του σ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους νὰ τὸν χλευάζουν καὶ νὰ τὸν κτυποῦν. 

Μετά, ἀφοῦ τὸ ἔκαναν αὐτό, τὸν δίκασαν, ἀπήγγειλαν τὶς κατηγορίες ἐναντίον του καὶ τὸν ἔσυραν στὸν Πιλάτο. Τότε ὁ Πιλάτος ἔκανε ἕναν διάλογο μὲ τοὺς Ἑβραίους. Τοὺς εἶπε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν ἔχει καμία κατηγορία γιὰ νὰ τὸν θανατώσουν. Αὐτοὶ ἐπέμεναν ὅτι πρέπει νὰ θανατωθεῖ. Κάποιος ἄλλος εὐαγγελιστὴς λέει ὅτι ἡ γυναίκα τοῦ Πιλάτου τοῦ ἔδωσε τὸ μήνυμα νὰ μὴν κάνει αὐτὸ τὸ ἔγκλημα καὶ νὰ θανατώσει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, γιατί εἶναι ἀθῶος. Ἡ γυναίκα τοῦ Πιλάτου εἶναι ἁγία, εἶναι ἡ Ἁγία Πρόκλα. Τότε ἔβγαλε τὸν Χριστὸ στὸν ἐξώστη, ντυμένο μὲ τὴν κόκκινη χλαμύδα, ταλαιπωρημένο καὶ ἐπειδὴ μποροῦσε νὰ ἐλευθερώσει κάποιον, τοὺς ρώτησε ποιὸν θέλουν νὰ ἀφήσει ἐλεύθερο, τὸν Χριστὸ ἢ τὸν Βαρραβά, ὁ ὁποῖος ἦταν ληστὴς καὶ φονιάς. 

Ὁ λαὸς μὲ ἕνα στόμα φώναζε «ἄρον τοῦτον καὶ ἀπόλυσον ἠμὶν τὸν Βαρραβᾶν», δηλ. σκότωσε αὐτὸν καὶ νὰ μᾶς ἀπολύσεις τὸν Βαρραβά. Ὁ Πιλάτος ἐνῶ τοὺς ἔλεγε ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔκανε τίποτε, ἄρα γιατί νὰ τὸν σκοτώσει, ἐκεῖνοι πιὸ πολὺ φώναζαν νὰ τὸν σταυρώσει. Ξανὰ τοὺς ἐπανέλαβε ὅτι δὲν βρίσκει κάποιο κακὸ ἄξιο θανάτου καὶ τοὺς πρότεινε νὰ μὴν τὸν τιμωρήσει καὶ νὰ τὸν ἀφήσει ἐλεύθερο. Ὡστόσο, καὶ τὴν τρίτη φορὰ φώναζαν νὰ τὸν σταυρώσει καὶ νὰ ἀπελευθερώσει τὸν Βαρραβά. Μάλιστα ἕνας ἄλλος εὐαγγελιστὴς λέει ὅτι φώναζαν «τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ’ ἠμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἠμῶν». Καὶ λίγα χρόνια μετὰ τὴ Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε ἡ καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀπὸ τότε μέχρι τὸ 1947, ποὺ ἔγινε τὸ κράτος τοῦ Ἰσραήλ, οἱ Ἑβραῖοι ἦταν διεσπαρμένοι σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Αὐτὸ ποὺ διάλεξαν καὶ ζήτησαν ἐπαληθεύθηκε.

Ἀφοῦ ἔγινε κι αὐτό, μαστίγωσαν τὸν Χριστὸ καὶ τὸν φραγγέλωσαν. Τὸ φραγγέλιο ἦταν ἕνα ξύλο πάνω στὸ ὁποῖο ἦταν δεμένα λουριὰ ἀπὸ δέρμα καὶ ἡ ἄκρη τῶν λουριῶν ἦταν μολύβια μυτερά, τὰ ὁποῖα ὅταν κτυποῦσαν πάνω στὴν πλάτη καρφώνονταν μέσα στὸ δέρμα, τὰ τραβοῦσαν κάτω καὶ ξέσκιζαν τὸν ἄνθρωπο. Ἔπειτα τοῦ φόρεσαν ἕνα στεφάνι πάνω στὸ κεφάλι σὰν τὸ κοφίνι καὶ ἔμπηξαν πάνω στὸ κοφίνι τὰ καρφιά, τοῦ φόρεσαν τὴν κόκκινη χλαμύδα, γιὰ νὰ τὸν ἐμπαίξουν καὶ τοῦ φόρτωσαν τὸν Σταυρὸ καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν ὁδηγοῦν στὴ Σταύρωση, γιατί ἔτσι ἤθελαν οἱ ἀρχιερεῖς. Τὸν σταύρωσαν στὸν τόπο καλούμενο κρανίου τόπο, στὸν Γολγοθά. Δεξιὰ καὶ ἀριστερά του δύο κακοῦργοι ληστές, οἱ ὁποῖοι ἦταν καὶ αὐτοὶ καταδικασμένοι σὲ θάνατο. 

Δίπλα ἀπὸ τὸν Χριστὸ δὲν ὑπῆρχε κανένας μαθητής του, ἔφυγαν ὅλοι. Ἔμειναν μόνο ἡ Παναγία καὶ κάποιες ἄλλες γυναῖκες. Μόνο ὁ Ἰωάννης ὁ θεολόγος ἔμεινε δίπλα στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν Ἰωάννη νὰ φροντίζει τὴ μητέρα του καὶ φώναξε μὲ μία μεγάλη φωνὴ καὶ εἶπε: «Διψῶ», γιατί ἀπὸ τὴ ροὴ τῶν αἱμάτων ὑπῆρχε ἡ αἴσθηση τῆς δίψας. Οἱ Πατέρες εἶπαν ὅτι τὸ «διψῶ» τοῦ Χριστοῦ δὲν ἦταν ὅτι ἤθελε ἕνα ποτήρι νερό. Βέβαια, ὡς τέλειος ἄνθρωπος ἔπαθε καὶ ἦταν φυσικό, ἀλλὰ εἶπε «διψῶ» τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἀκριβῶς γι’ αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους πάσχω καὶ ἀγαπῶ. «Διψῶ» νὰ τοὺς πάρω ὅλους κοντά μου. Ἀφοῦ εἶπε «διψῶ», οἱ στρατιῶτες ποὺ τὸν ἐνέπαιζαν πῆραν ξύδι καὶ χολὴ καὶ τὰ ἀνάμειξαν, τὰ ἔβαλαν στὸν σπόγγο, πῆγαν νὰ τὰ βάλουν στὰ χείλη του καὶ ὁ Χριστὸς ἀρνήθηκε νὰ τὰ πάρει.

Πάνω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ἔβαλαν μία ἐπιγραφή: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ὁ Βασιλιὰς τῶν Ἰουδαίων». Οἱ δύο ληστὲς τὸν ἐνέπαιξαν. Ὅμως κάποια στιγμὴ ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς μάλωσε τὸν ἄλλον λέγοντάς του: «δὲν ντρέπεσαι; Τί λὲς αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου; Ἐμεῖς δικαίως πάσχομεν, αὐτὸς εἶναι ἀθῶος καὶ ἄδικα σταυρώνεται τώρα». Καὶ γύρισε στὸν Χριστὸ καὶ τοῦ εἶπε: «Μνήσθητί μου Κύριε, ἐν τῇ βασιλεία σου». Ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ εἶπε: «Ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἐση ἐν τῷ Παραδείσω». Ἦταν ἡ ὥρα 12 τὸ μεσημέρι, ἡμέρα Παρασκευὴ καὶ ἔγινε σκότος ἐφ’ ὅλης τῆς γῆς καὶ σεισμός. 

Καὶ ὁ Χριστὸς ὅταν εἶδε ὅτι ὅλα τελείωσαν καὶ ἔκανε ὅσα ἔπρεπε νὰ κάνει καὶ ἦταν ὅλα ἕτοιμα, προσευχήθηκε καὶ εἶπε: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἴνα τί μὲ ἐγκατέλειπες». Πολλοὶ λένε ὅτι τὸν ἐγκατέλειψε ὁ Θεός. Ὄχι βέβαια, δὲν ἐγκατέλειψε ὁ Θεὸς τὸν Χριστό. Ἀλλὰ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἀπήγγειλε τὸν 21ο ψαλμό, ποὺ ἀρχίζει μὲ αὐτὴ τὴ φράση. Εἶναι ὁ ψαλμὸς ποὺ μιλάει προφητικὰ γιὰ τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ Χριστός, κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀπήγγειλε τὸν ψαλμὸ ἐκεῖνο, προσευχήθηκε καὶ εἶπε: «Πάτερ, εἰς χείρας σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμα μου». Παρέδωσε τὸ πνεῦμα στὸν Θεὸ Πατέρα καὶ λέει τὸ εὐαγγέλιο ὅτι ἀμέσως ἐφώναξε «τετέλεσται» ὅλα τελείωσαν. Ὡς κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ ὡς Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου ἔκανε κάτι ποὺ δὲν κάνουμε ἐμεῖς. Ἀφοῦ ἔκλινε πρῶτα τὸ κεφάλι του, παρέδωκε τὸ πνεῦμα του. Ὅταν ἐξέπνευσε ὁ Χριστός, ἦταν τρεῖς τὸ ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς. 

Τότε ἔγινε ὁ μεγάλος σεισμὸς καὶ ἔγιναν ὅλα ἐκεῖνα ποὺ περιγράφει τὸ εὐαγγέλιο. Ἀκόμα ἕνας, ὁ ἑκατόνταρχος Λογγίνος ποὺ ἦταν παρὼν εἶπε: «Ἀληθῶς αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι Θεοῦ Υἱὸς» καὶ στὴ συνέχεια ὁ Λογγίνος ἔγινε Ἀπόστολος καὶ μάρτυρας καὶ τὸν γιορτάζει καὶ ἡ Ἐκκλησία μας. Τί παράξενα πράγματα γινόντουσαν τὶς μέρες τοῦ Χριστοῦ. Ἔγιναν τὰ πάνω κάτω. Ἕνας ἀπόστολος χάθηκε, ὁ ἄλλος τὸν ἀρνήθηκε, οἱ ὑπόλοιποι τὸν ἐγκατέλειψαν καὶ αὐτὸς πῆγε μόνος του στὸν Σταυρό. 

Πάνω στὸν Σταυρὸ πιάνει τὸν ληστὴ καὶ τὸν παίρνει μαζί του στὸν παράδεισο. Ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ πῆγε στὸν παράδεισο, δὲν ἦταν κανένας Ἀπόστολος ἢ Ἅγιος καὶ ὁ πρῶτος ποὺ πῆγε στὴν κόλαση ἦταν ὁ Ἀπόστολος. Ἐκεῖνος ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό, ὁ Ρωμαῖος Λογγίνος, ἔγινε μάρτυρας ἀφοῦ πίστεψε πὼς ἦταν ὁ Χριστός, Θεοῦ Υἱός, ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς ποὺ ἦταν ἄνθρωποι ποὺ διάβαζαν τὸν νόμο καὶ ἦταν ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, τὸν σταύρωσαν καὶ τελικὰ ἀνέτρεψε ὅλη τὴ λογικὴ συνέχεια τῶν πραγμάτων. Παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Πατέρα του, ὅταν ὅλα ἦταν ἕτοιμα. Ἂς προσπαθήσουμε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς ἀδελφοί μου, νὰ βιώσουμε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ αὐτὲς τὶς ἅγιες μέρες τοῦ Πάθους καὶ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Κυρίου μας, νὰ συμπορευθοῦμε μαζί του στὸν δρόμο τοῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ μαρτυρίου, ὥστε καὶ νὰ συναναστηθοῦμε μαζί...

πηγή  εδώ και  εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...